ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178, ΑΚ 179)

Post on 28-Nov-2023

0 views 0 download

transcript

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΕΘΝΙΚΟ amp ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΣΧΟΛΗ ΝΟΠΕ ndash ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ ΤΟΜΕΑΣ Αrsquo ΙΔΙΩΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ

ΣΕΜΙΝΑΡΙΟ ΑΣΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ - ΕΑΡΙΝΟ ΕΞΑΜΗΝΟ 2016 ΓΕΝΙΚΟ ΘΕΜΑ ldquoΑΚΥΡΕΣ ΚΑΙ ΑΚΥΡΩΣΙΜΕΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΕΣrdquo

ΘΕΜΑ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ldquoΔικαιοπραξία αντίθετη στα χρηστά ήθη (ΑΚ 178 ΑΚ 179)rdquo

Γεωργία Γ Πατσούρα Σπύρος Γ Παπαγιάννης

ΔΙΔΑΣΚΟΝΤΕΣ Καθηγήτρια ΕΥΓΕΝΙΑ ΔΑΚΟΡΩΝΙΑ

Επικ Καθηγητής ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΛΕΚΚΑΣ Λέκτωρ ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΛΑΔΟΓΙΑΝΝΗΣ

ΑΘΗΝΑΙ 18 ΑΠΡΙΛΙΟΥ 2016

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

Α ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΉΘΗ (ΑΚ 178)

1 Εισαγωγή σελ 1

2 Συμβατική ελευθερία και γενικές ρήτρες σελ 1

3 Η ρήτρα των χρηστών ηθών και η εξ αυτής σύνδεση του δικαίου

με την ηθική σελ 2

4 Κριτήρια προσδιορισμού των χρηστών ηθών σελ 4

5 Η θετικοποίηση των εξωδικαιϊκών αρχών στο Σύνταγμα αλλά και

σε διεθνή νομοθετήματα σελ 7

6 Η έμμεση τριτενέργεια των συνταγματικών διατάξεων σελ 8

7 Κατηγοριοποίηση ανήθικων δικαιοπραξιών σελ 10

8 Τα ενδιάμεσα σκαλοπάτια κατηγοριοποίησης των ανήθικων

Δικαιοπραξιών σελ 13

9 Κρίσιμος χρόνος διαγνώσεως της αντίθεσης στα χρηστά ήθη σελ 16

10 Ακυρότητα σελ 17

11 Δικονομική μεταχείριση σελ 20

12 Επίγραμμα σελ 21

Β ΚΑΤΑΔΥΝΑΣΤΕΥΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑndash ΑΙΣΧΡΟΚΕΡΔΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ (ΑΚ 179) 1 Η σχέση μεταξύ των δύο ειδικών πραγματικών του άρθρου ΑΚ 179 σελ 22

2 Η Καταδυναστευτική Δικαιοπραξία σελ 22

3 Η Καταπλεονεκτική Δικαιοπραξία σελ 29

4 Έννομες συνέπειες σελ 34

Γ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ σελ 37

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

Α

Α ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΉΘΗ (ΑΚ 178) [Γεωργία Γ Πατσούρα]

1 Εισαγωγή

Η διάταξη του άρθρου 178 του Αστικού Κώδικα είναι μια διάταξη λιτή Για

την πλήρωση του πραγματικού της και την επέλευση των εννόμων συνεπειών αυ-

τού αρκεί μια προϋπόθεση η αντίθεση ndashτης δικαιοπραξίας- στα χρηστά ήθη

Και ενώ η διάκριση της δικαιοπραξίας από συναφείς έννοιες είναι συνήθως

εύκολα διαγνώσιμη η διαπίστωση της αντίθεσης της στα χρηστά ήθη αποτελεί

για τον ερμηνευτή του δικαίου ένα σύνθετο δημιουργικό αλλά και επίπονο έργο

Ιδιαίτερα ο δικαστής ο οποίος καλείται να αποφανθεί επί του ζητήματος πρέπει

να συγκεράσει τις αντιλήψεις της κοινωνίας περί χρηστών ηθών όπως αυτές με-

τασχηματίζονται στην πορεία του χρόνου με τις συνταγματικές επιταγές και τις

υπερσυνταγματικές διεθνείς συμβάσεις που a priori τον δεσμεύουν Επιπλέον ο-

φείλει να αξιολογήσει in concreto την υπό κρίση δικαιοπραξία συνεκτιμώντας τις

πέριξ αυτής ειδικότερες συνθήκες και περιστάσεις Τέλος η λύση που θα δώσει

απαιτείται πέρα και πάνω από όλα -ακόμη και αν ξενίσει ή ξαφνιάσει- να ανταπο-

κρίνεται στην ανώτερη Ιδέα την οποία αυτός ετάχθη να υπηρετεί αυτή της ουσι-

αστικής Δικαιοσύνης

2 Συμβατική ελευθερία και γενικές ρήτρες

Ο ελληνικός Αστικός Κώδικας είναι ένας κώδικας φιλελεύθερος Επηρεασμέ-

νος κυρίως από το Γερμανικό Αστικό Κώδικα και από τη λεγόμενη σχολή των

Πανδεκτιστών περιέχει στο μεγαλύτερο μέρος του διατάξεις ουδέτερες κοινωνι-

κοοικονομικά που δε φαίνεται να στηρίζονται σε ηθικοπολιτικές αρχές και αξιο-

λογήσεις αλλά κυρίως διατάξεις τεχνικές με αφηρημένο χαρακτήρα1 Οι κανόνες

1 Βλ και ΜΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟΥ Επιτομή Ενοχικού Δικαίου σελ7-8 1 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

του κατά το πλείστον ενδοτικοί με εξαίρεση κυρίως τους αναγκαστικούς κανόνες

του κληρονομικού και οικογενειακού δικαίου στηρίζονται κυρίως στην αρχή της

ιδιωτικής αυτονομίας και στις ειδικότερες αυτής εκδηλώσεις ελευθερία των συμ-

βάσεων του διατιθέναι κλπ που αποτελούν θεμέλιο όλου του ελληνικού δικαίου

και του οικονομικού συστήματος Έχοντας ως αφετηρία την τυπική (αλλά φευ όχι

συνήθως πραγματική) ισότητα των συμβαλλομένων αναγνωρίζει σε αυτούς το

δικαίωμα της ελεύθερης ανάπτυξης της προσωπικότητας τους και της δράσης

τους με οποιοδήποτε τρόπο αυτοί θεωρούν πρόσφορο

Αντίβαρο στην ιδεολογική ουδετερότητα των διατάξεων του αλλά και όριο

στη συμβατική ελευθερία όταν αυτή γειτνιάζει με την κατάχρηση δικαιώματος θέ-

τει ο Αστικός Κώδικας με τις γενικές ρήτρες διατάξεις με αόριστο περιεχόμενο το

οποίο θα συγκεκριμενοποιήσει κατά περίπτωση ο ερμηνευτής του δικαίου με

γνώμονα αξιολογικά κριτήρια το περιεχόμενο των οποίων εναλλάσσεται στο χρό-

νο καθώς οι κοινωνικές σχέσεις εξελίσσονται όπως τα χρηστά ήθη το κριτήριο

της καλής πίστης και ο κοινωνικός και οικονομικός σκοπός των δικαιωμάτων2

Έργο λοιπόν του δικαστή κατά την πραγμάτωση του δικαίου είναι να ερμηνεύει

τις ρήτρες αυτές λαμβάνοντας υπrsquo όψιν τις κοινωνικές πολιτικές και οικονομικές

εξελίξεις αλλά και ανάγκες κάθε εποχής και εναρμονίζοντας τη γενικότερη φυσιο-

γνωμία του Αστικού Κώδικα στη σύγχρονη ανθρώπινη κοινωνία

3 Η ρήτρα των χρηστών ηθών και η εξ αυτής σύνδεση του δικαίου με

την ηθική

Η ρήτρα των χρηστών ηθών συνδέει το δίκαιο και την εφαρμογή του με την

ηθική και μάλιστα την κοινωνική δηλαδή τις αντιλήψεις περί αγαθού και κακού

που επικρατούν σε μια κοινωνία σε ορισμένο τόπο και χρόνο Ουδείς αμφισβητεί

ότι αμφότερα το δίκαιο και η κοινωνική ηθική έχουν ρυθμιστικό ρόλο στις κοινω-

νικές σχέσεις

Η κοινωνική ηθική καταλαμβάνει τις ηθικά σημαντικές πράξεις των ανθρώ-

πων υπηρετεί δε την ομαλότητα της κοινωνικής συμβίωσης αφού περιλαμβάνει

2 Βλ και ΑΠΓΕΩΡΓΙΑΔΗ Γεν Αρχές Αστικού Δικαίου παρ7 Αστικό Δίκαιο και Αστικός Κώδικας 2 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

καθήκοντα δικαιοσύνης και αλληλεγγύης η παράβασή των οποίων επισύρει την

κοινωνική μομφή3

Το δίκαιο ομοίως ρυθμίζει την κοινωνική συμβίωση όχι όμως τυχαία αλλά

σκόπιμα και όχι όλες τις διαπροσωπικές σχέσεις αλλά μόνο τις νομικά σημαντικές

αυτές που είναι απαραίτητες για την ενότητα και τη διατήρηση του κράτους σε

οργανωμένη κοινωνία Αποτελεί δε ακριβώς το μέσο με το οποίο μια κοινωνία ορ-

γανώνεται σε κράτος εξ ου και η εφαρμογή του εποπτεύεται από την κρατική ε-

ξουσία ενώ η τήρηση του επιβάλλεται από έναν κρατικά οργανωμένο μηχανισμό

εξαναγκασμού και η παράβαση του απειλεί με κυρώσεις

Επομένως το δίκαιο δεν έχει στόχο να διαπλάσει τα ήθη και να επιβάλλει συ-

μπεριφορές σύννομες με την κρατούσα ηθική εξάλλου αυτό θα αποτελούσε ανε-

πίτρεπτο περιορισμό της ελεύθερης ανάπτυξης της προσωπικότητας των κοινω-

νών και της ιδιωτικής τους αυτονομίας4 δύναται όμως ενίοτε όπως θα αναλυθεί

κατωτέρω να απαρνηθεί τις έννομες συνέπειες σε δικαιοπραξίες που αντιβαίνουν

σε θεμελιώδεις δικαιοηθικές αρχές οι οποίες αποτελούν θεμέλιο και αναπόσπα-

στο τμήμα του θετικού δικαίου

Η παραπομπή λοιπόν για τη ρύθμιση νομικά σημαντικών σχέσεων και συνα-

κόλουθα η συνάρτηση της επέλευσης ή μη εξ αυτών εννόμων συνεπειών ανάλογα

με την αντίθεσή τους ή μη στα χρηστά ήθη συνιστά σύμφωνα με μια ερμηνεία ε-

πέκταση των ηθικών παραγγελμάτων που περιέχει η κοινωνική ηθική στο δικαιϊ-

κό σύστημα Αυτή η ερμηνεία οδήγησε μεγάλο μέρος της θεωρίας να αναγνωρίζει

τα χρηστά ήθη ως έμμεση πηγή δικαίου5

Η παραπομπή όμως στα χρηστά ήθη δεν είναι παραπομπή σε ένα σύστημα

εξωνομικών κανόνων άλλωστε αν τούτο ήθελε ο νομοθέτης θα παρέπεμπε απευ-

θείας στους ηθικούς κανόνες και όχι στα χρηστά ήθη6 Αντίθετα η γενική ρήτρα

των χρηστών ηθών εντάσσεται στο ίδιο το σύστημα του ισχύοντος δικαίου και

3 ΒλΣΟΥΡΛΑ Justi atque injusti scientia παρ3 τρόποι ρύθμισης των κοινωνικών σχέσεων 4 Βλ και JOHN STUART MILL laquoOn Libertyraquo που υποστήριζε ότι η κοινωνία και το κράτος πρέπει να

αφήνουν στο άτομο μια σφαίρα ελεύθερης ανάπτυξης της προσωπικότητας του των κλίσεων του και ότι (σελ74) η υποταγή της ατομικής κυριαρχίας σε εξωτερικό έλεγχο νομιμοποιείται μόνο σε σχέση με πράξεις του καθενός που αφορούν και το συμφέρον των άλλων ανθρώπων Αξιοσημείωτο είναι μάλιστα ότι ο Μill διέβλεπε ότι μεγαλύτερος ήταν ο κίνδυνος για την αν-θρώπινη ατομικότητα εκ του ανεπίσημου κοινωνικού ελέγχου -της ηθικής- ο οποίος στερεί το υποκείμενο απαρατήρητα από εναλλακτικές επιλογές ldquoδιεισδύοντας πολύ πιο βαθιά στις λε-πτομέρειες του βίου και υποδουλώνοντας την ψυχή την ίδιαhelliprdquo

5 βλΜΠΑΛΗ Γενικές Αρχές παρ64Β 6 βλΔΩΡΗ Εισαγωγή στο Δίκαιο σελ103 και επόμενες διάκριση του κανόνα δικαίου από άλλους

κανόνες 3 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

λαμβάνει διαφορετικό νόημα κάθε φορά ανάλογα με τον κανόνα δικαίου ο οποίος

κατά περίπτωση ερμηνεύεται

Για παράδειγμα η ερμηνεία για το αν μια διάταξη αντίκειται στα χρηστά ήθη

του άρθρου 33ΑΚ είναι ελαστικότερη όσο πιο χαλαρή είναι η σύνδεση της υπό

κρίση εννόμου σχέσεως με την ελληνική πολιτεία7 Είναι τελείως διαφορετικό ζή-

τημα αν ο δικαστής κληθεί να κρίνει έναν πολυγαμικό γάμο ως κύριο ζήτημα να δι-

απλάσει δηλαδή για πρώτη φορά μια έννομη σχέση που προφανώς αντίκειται στις

περί δικαίου και ηθικής θεμελιώδεις αντιλήψεις της κοινωνίας και εντελώς διαφο-

ρετικό αν καλείται να αποφανθεί για μια ήδη δημιουργηθείσα στα πλαίσια αλλοδα-

πής εννόμου τάξεως κατάστασης Στη δεύτερη περίπτωση ο πολυγαμικός γάμος εμ-

φανίζεται υπό τη μορφή τετελεσμένης κατάστασης που έχει ήδη καθιδρύσει κε-

κτημένα δικαιώματα σε όλες τις συζύγους Στην περίπτωση λοιπόν αυτή η ελληνική

έννομη τάξη δεν προσβάλλεται και μπορεί να αποφανθεί επί του ζητήματος8

Επομένως το δίκαιο και η ηθική δεν ταυτίζονται κατά περιεχόμενο Δεν θα

μπορούσαν άλλωστε γιατί αυτό θα οδηγούσε στον κίνδυνο μια ηθικοπλαστικής

κοινωνίας επιπλέον δε ουδείς μας διαβεβαιώνει ότι οι κανόνες κοινωνικής ηθικής

που κρατούν σε ορισμένο χρόνο και τόπο ανταποκρίνονται κατά το περιεχόμενο

τους στους κανόνες δικαίου Η σύμπτωση βεβαίως αποτελεί ένδειξη μίας υγιούς

κοινωνίας αρκεί αυτή να μην είναι τεχνητή ελεγχόμενη στη διαμόρφωση της από

το νομοθέτη αλλά να πηγάζει από την αναγωγή των αξιών που κατοχυρώνει το

ίδιο το Σύνταγμα όπως θα δούμε κατωτέρω ως θεμελίου των ηθικών αξιολογή-

σεων

4 Κριτήρια προσδιορισμού των χρηστών ηθών

α Η ηθική του μέσου έμφρονος κοινωνού

Το σύνηθες κριτήριο που ακολουθεί η νομολογία μα αναφορικά με την έν-

νοια των χρηστών ηθών είναι laquoοι ιδέες του εκάστοτε κατά τη γενική αντί-

ληψη χρηστώς και εμφρόνως σκεπτόμενου κοινωνικού ανθρώπουraquo Είναι

7 Βλ ΑΓΡΑΜΜΑΤΙΚΑΚΗ-ΑΛΕΞΙΟΥ και λοιποί Ιδ Δ Δίκαιο κεφ13 η επιφύλαξη της διεθνούς δημόσιας τάξης

8 Αντίθετα ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ Δικαιοπραξίες αντίθετες στα χρηστά ήθη κεφ1 που υποστηρίζει ότι laquoτο κριτήριο των χρηστών ηθών στο άρθρο 178ΑΚ όπου η λειτουργία των χρηστών ηθών έγκει-ται απλώς στη θέση φραγμών στην ιδιωτική αυτονομία θα πρέπει να νοηθεί λιγότερο αυστηρόraquo

4 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

όμως αυτό το κριτήριο επαρκές Προφανώς είναι αναγκαίο στο μέτρο που

καθιστά σαφές ότι ο δικαστής κατά τον προσδιορισμό του περιεχομένου των

χρηστών ηθών πρέπει να καθοδηγείται όχι από τις προσωπικές του αντιλή-

ψεις περί χρηστότητας αλλά από τις επικρατούσες στην κοινωνία βασικές

αξιολογικές παραστάσεις

Δεν πρέπει όμως να λησμονούμε ότι ο κόσμος των ανθρώπινων όντων ιδίως

σήμερα ακόμα και στην ίδια κοινωνία είναι πολυφωνικός και πολυδιάστα-

τος οι γνώμες διίστανται χωρίς να σημαίνει ότι οι κρίσεις μας δεν έχουν αξί-

ωση αντικειμενικότητας

Ενίοτε δε έχουν εμφανιστεί στην ελληνική νομολογία αποφάσεις που ερμή-

νευσαν με τόλμη ndashγια την εποχή τους- όχι μόνο την έννοια των χρηστών η-

θών αλλά και άλλες αόριστες νομικές έννοιες η εξειδίκευση των οποίων γί-

νεται πάντα με βάση τα ήθη όπως για παράδειγμα τον όρο οικογένεια υ-

περβαίνοντας προφανώς τις αντιλήψεις του κατά τον Μπαλή χρηστού και

εμφρόνως σκεπτόμενου κοινωνού9

Σημειώνουμε στο σημείο αυτό ότι ακριβώς τη μεγαλύτερη συζήτηση αλλά

και διαφωνίες για την αντίθεση ή μη στα χρηστά ήθη εγείρουν οι δικαιοπρα-

ξίες οι οποίες συνδέονται με νέα πρότυπα συμπεριφορών και σχέσεων (ε-

κτός γάμου συμβίωση ελεύθερη ένωση κοινωνικοσυναισθηματική συγγέ-

νεια συμβίωση ή και γάμος μεταξύ προσώπων του ιδίου φύλου) σχετιζόμε-

να με την ζωντανή πραγματικότητα τη διαρκώς ανανεούμενη λόγω της πο-

λιτισμικής ώσμωσης των κοινωνικών και τεχνολογικών εξελίξεων

9 Χαρακτηριστικό παράδειγμα μιας τέτοιας ερμηνείας η υπrsquo αριθμόν 1931976 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Καρδίτσης που επιδίκασε πρωτοποριακά για την εποχή της χρηματική ικανοποίηση λόγω ψυχικής οδύνης (932ΑΚ) υπέρ παρανόμου συζύγου (παλλακί-δας) η οποία όμως όπως αποδείχθηκε από τα πραγματικά περιστατικά που τέθηκαν υπrsquo όψιν του Δικαστηρίου ldquoείχε ταυτίσει την τύχη της με το θανόντα με τον οποίο συμβιούσε επί ολόκληρη τριακονταετίαrdquo Σημειώνεται μάλιστα ότι 30 χρόνια αργότερα το έτος 2004 όπου πλέον η ελεύθερη ένωση αποτελούσε μια συνήθη για τα κοινωνικά δεδομένα κατάσταση ο Ά-ρειος Πάγος με την υπrsquo αριθμόν 7752011 απόφαση του (Μέλος του Δικαστηρίου και η νυν Πρόεδρος του Βασιλική Θάνου-Χριστοφίλου) αναίρεσε παρόμοια απόφαση του Εφετείου Αθη-νών που επιδίκαζε χρηματική ικανοποίηση λόγω ψυχικής οδύνης στο σύντροφο 72χρονης θα-νούσας με το σκεπτικό ότι η laquoελεύθερη ένωσηraquo εντάσσεται στις de facto οικογενειακές σχέσεις δηλαδή στις laquoπαράτυπες ή αντικανονικές από νομικής απόψεως που βρίσκονται στο περιθώριο () της νομικής ζωήςraquo και ότι δεν γνωρίζεται στην ελληνική έννομη τάξη αντίστοιχη και μάλιστα ανάλογη προστασία της εξώγαμης συμβίωσης() Για την πληρότητα του ζητήματος να σημειώ-σουμε ότι πλέον μετά το Ν37082008 προβλέφθηκε το σύμφωνο συμβίωσης ενώ η εξώγαμη συμβίωση καλύπτεται Συνταγματικά και από το άρθρο 5 αλλά κατά την ορθότερη άποψη ως κατωτέρω και από το άρθρο 21 του Συντάγματος

5 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

Επομένως ως προς την ερμηνεία των χρηστών ηθών εν σχέσει με τις δικαιο-

πραξίες αυτές υπάρχουν δυο δυνατότητες

(1) Αν στηριχθούμε σε ένα κριτήριο επαρκές και ισχυρό που πιθανότατα

υπερβαίνει την ηθική του μέσου εμφρόνως σκεπτόμενου ανθρώπου

τότε δεν τίθεται θέμα αντίθεσης στα χρηστά ήθη όχι μόνο της υπό κρί-

ση δικαιοπραξίας αλλά και όλης της σχέσης και δεν τίθεται θέμα αντί-

θεσης στα χρηστά ήθη και όλης της σχέσης ούτε εγείρεται ζήτημα α-

ντισυνταγματικότητάς της

(2) Αν δεχτούμε ότι μια τέτοια σχέση βρίσκεται στο ldquoπεριθώριοrdquo10 της νο-

μικής ζωής και δεν τυγχάνει προστασίας τότε θα πρέπει να αξιολογή-

σουμε την δικαιοπραξία με κριτήριο τα κίνητρα των συμβαλλομένων

και όχι με γνώμονα την ευρύτερη αντίθεση της ζωής τους στα χρηστά

ήθη παρανόηση που πολύ συχνά λαμβάνει χώρα κατά την αξιολόγηση

με γνώμονα το άρθρο 178ΑΚ

β Η ιδέα της δικαιοσύνης

Αν λοιπόν το κριτήριο του χρηστού και εμφρόνως σκεπτόμενου ανθρώπου

όχι μόνο δεν αρκεί αλλά ενίοτε είναι ασύμβατο με την ερμηνεία από το δικα-

στή των χρηστών ηθών και των συνδεδεμένων με αυτά θεσμών μήπως θα

πρέπει να αναζητήσουμε την ορθή ερμηνεία των χρηστών ηθών σε μια ευρύ-

τερη αντίληψη για τη δικαιοσύνη όπως αυτή εκφράστηκε αρχικά από τον

Πλάτωνα και τον Αριστοτέλη και αργότερα από τους Ιδεαλιστές φιλοσό-

φους στηριζόμενοι σε υπερθετικές αρχές απορρέουσες από την Ιδέα της Δι-

καιοσύνης Το laquoαίσθημα δικαίουraquo που διαθέτει κάθε έλλογο ενταγμένο σε

κάθε κοινωνία ον είναι μια πρώτη σύλληψη των αρχών της δικαιοσύνης μια

πρώτη laquoαίσθησηraquo για το ορθό για το δίκαιο ή άδικο ενός νόμου ή μιας δικα-

στικής κρίσης ανεξάρτητη από την έλλογη επεξεργασία αλλά απορρέουσα

από τη διαίσθηση και σαφώς θα πρέπει να αποτελεί ερμηνευτικό κριτήριο

ιδίως όταν εξειδικεύονται αόριστες νομικές έννοιες ή γενικές ρήτρες Όμως

10 Θα ήταν πιο δόκιμος ο όρος βιοτικές σχέσεις laquoτου ελεύθερου από το δίκαιο χώρουraquo καθώς ο χαρακτηρισμός των σχέσεων αυτών ως ευρισκομένων στο laquoπεριθώριοraquo της νομικής ζωής όπως στην ανωτέρω αρεοπαγίτικη απόφαση μάλλον εμμέσως απαξιώνει τους ανθρώπους αυτούς που ίσως από επιλογή αλλά ίσως και από ανάγκη διαβιούν με αυτόν τον τρόπο και παραπέμπει στους laquoΑπόκληρουςraquo του Βίκτωρος Ουγκώ

6 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

αυτή η ευρύτερη αντίληψη του Δικαίου που δε στηρίζεται στο θετό δίκαιο

αλλά σε ευρύτερες θεμελιώδεις αξίες και υπερθετικές ενίοτε και μεταφυσι-

κές αρχές οδηγεί στον κίνδυνο μεταξύ άλλων ο δικαστής να υπερβεί το εύ-

ρος της εξουσίας του όπως αυτό διαγράφεται και ορίζεται στο Σύνταγμα και

να λάβει ρόλο νομοθέτη παραβιάζοντας την Αρχή της διάκρισης των εξου-

σιών Αυτό όμως θα προκαλούσε πέραν άλλων πλήγμα για το δημοκρατικό

πολίτευμα και τις αρχές του κράτους Δικαίου και ακόμα περισσότερο αφό-

ρητη ανασφάλεια δικαίου

5 Η θετικοποίηση των εξωδικαιϊκών αρχών στο Σύνταγμα αλλά και σε

διεθνή νομοθετήματα

Λύση στο διαγραφόμενο αδιέξοδο δίνει το ίδιο το θετό δίκαιο Το αστικό δί-

καιο αλλά και όλοι οι επιμέρους τομείς του Δικαίου παρά την αυτοτέλεια τους συ-

νέχονται μεταξύ τους υπό τη σκέπη του ανώτερου Νομοθετήματος ήτοι του Συ-

ντάγματος Εκεί ο συντακτικός νομοθέτης σοφά έκρινε ότι υπάρχουν διατάξεις

λίγες αλλά θεμελιώδεις που δεν υπόκεινται σε αναθεώρηση Είναι ακριβώς αυτές

που ανυψώνουν το θετό δίκαιο και το εμπλουτίζουν με προδικαιϊκές αρχές υπερ-

θετικές αρχές που πλέον όμως είναι εξοπλισμένες με συνταγματική ισχύ Είναι κυ-

ρίως η αξία του ανθρώπου η αρχής της ίσης μεταχειρίσεως του η ελεύθερη ανά-

πτυξη της προσωπικότητάς του και η προσωπική ελευθερία η ελευθερία της θρη-

σκευτικής συνειδήσεως Οι Αρχές αυτές είναι ακριβώς αυτές τις οποίες υιοθετεί

και προτάσσει ως έμφυτες στον άνθρωπο και η Οικουμενική Διακήρυξη των Δι-

καιωμάτων του Ανθρώπου αλλά και η Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Αν-

θρώπου (Ρώμη 1950) που αξιώνει ρητά μεταξύ άλλων το σεβασμό στην ιδιωτική

και οικογενειακή ζωή (άρθρο 8) την ελευθερία σκέψης συνείδησης και θρησκείας

(άρθρο 9) και την απαγόρευση των διακρίσεων φύλου φυλής χρώματος hellip γεν-

νήσεως ή άλλης καταστάσεως

Πρόκειται όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο καθηγητής Σταθόπουλος11 στον

θαυμάσιο λόγο του που εκφωνήθηκε κατά την τελετή υποδοχής του στην Ακαδη-

11 Βλ και Μ ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟΥ laquoΝομικός Θετικισμός και Ιδεαλισμός στη Σοφιστική Διδασκαλία και τον Πατωνισμόraquo που αποτελεί ανάπτυξη του εισητηρίου λόγου του στην Ακαδημία Αθηνών

7 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

μία Αθηνών laquoγια πλήρη θετικοποίηση του συνόλου των αρχών των πράγματι α-

ξιών σεβασμού και καθολικής αναγνώρισης για κάθε έλλογο άτομοhellipraquo

Μπορούν όμως αυτές οι αξίες τα ατομικά δικαιώματα να laquoτριτενεργήσουνraquo στο

ιδιωτικό Δίκαιο δεν περιορίζεται έτσι η ιδιωτική αυτονομία των συμβαλλομένων

6 Η έμμεση τριτενέργεια των συνταγματικών διατάξεων

Ιστορικά γενικά τα ατομικά δικαιώματα (είτε αυτά απορρέουν από αναθε-

ωρήσιμες ή μη διατάξεις) υπήρξαν δικαιώματα αμυντικά έναντι της αυθαιρεσίας

του κράτους12 Στο πεδίο του ιδιωτικού δικαίου και χάριν της αυτονομίας του οι

σχέσεις μεταξύ των ιδιωτών ήταν ρυθμισμένες με βάση κανόνες του ιδιωτικού δι-

καίου και ουδεμία συζήτηση εγένετο για τριτενέργεια τους Βεβαίως καθόσον τα

ατομικά δικαιώματα αποτελούν αξιολογήσεις του συντακτικού νομοθέτη ουδεμία

διάταξη ιδιωτικού δικαίου δεν μπορεί να αντιφάσκει προς το αξιολογικό τους σύ-

στημα

Μια άμεση όμως εφαρμογή τους στο ιδιωτικό δίκαιο θα αναιρούσε τη συμ-

βατική ελευθερία και θα αντιστρατευόταν τον ίδιο το συντακτικό νομοθέτη αφού

στο Σύνταγμα διακηρύσσεται επίσης η ελευθερία ανάπτυξης της προσωπικότητας

και η προστασία της ιδιωτικής οικονομικής πρωτοβουλίας η οποία όμως δεν πρέ-

πει να αναπτύσσεται σε βάρος της ελευθερίας και της ανθρώπινης αξιοπρέπειας

Βεβαίως μετά την αναθεώρηση του Συντάγματος το 2001 προσετέθη στο άρθρο

25 παρ1 το εδάφιο σύμφωνα με το οποίο laquoτα δικαιώματα του ανθρώπου ισχύ-

ουν και στις σχέσεις ιδιωτών στις οποίες προσιδιάζουνraquo και έτσι μέρος της θεωρί-

ας ερμηνεύει τη διάταξη αυτή ως laquoάμεσηraquo ισχύ των ατομικών δικαιωμάτων στις

σχέσεις μεταξύ των ιδιωτών13

Ορθότερα όμως και όπως θα αναλυθεί κατωτέρω τα δικαιώματα αποτελούν

ένα έμμεσο αξιολογικό κριτήριο το οποίο οφείλει ο ερμηνευτής να λαμβάνει υπrsquo

όψιν του κατά τη συγκεκριμενοποίηση των αόριστων νομικών εννοιών και των

γενικών ρητρών των νόμων όπως εδώ της διάταξης του ΑΚ178

12 Βλ ΠΔ ΔΑΓΤΟΓΛΟΥ Ατομικά Δικαιώματα σελ 84 και επ 13 Βλ ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟ Επιτομή Γενικού Ενοχικού σελ10 και ΦΙΛΙΠΠΟ ΣΠΥΡΟΠΟΥΛΟ Θεμελιώδη Δικαιώ-

ματα Γενικό Μέρος που μάλλον αμφιβάλλει για την άμεση τριτενέργεια των 8 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

Εξάλλου αν το Σύνταγμα αλλά και οι Ευρωπαϊκές Συμβάσεις εγγυώνται και

προστατεύουν τα ατομικά δικαιώματα αυτό προϋποθέτει ότι αυτά ενεργούν όχι

μόνο έναντι του κράτους αλλά έναντι όλων

Επομένως αν και η διαφοροποίηση των φύλων δεν απαγορεύεται κατrsquo αρ-

χήν στις ιδιωτικές σχέσεις μια άκρως δυσμενής μεταχείριση ενός προσώπου λόγω

του φύλου του θα μπορούσε να οδηγήσει σε ακυρότητα λόγω αντίθεσης στα χρη-

στά ήθη σύμφωνα με το άρθρο 178 ΑΚ Δηλαδή ο διαθέτης έχει κατrsquo αρχήν με βά-

ση την αρχή της ελευθερίας του διατιθέναι το δικαίωμα να επιλέξει ως τιμώμενο

κάποιον αποκλειστικά λόγω φύλου όμως η αντίθεση στα χρηστά ήθη θα θεμελιώ-

νεται μόνο όταν επιπλέον συντρέχει στο πρόσωπο του θιγομένου από την διαθήκη

το στοιχείο της ευλόγου προσδοκίας όπως αν πρόκειται για νόμιμο κληρονόμο14

Συμπερασματικά θα μπορούσαμε να υποστηρίξουμε ότι μια τέτοια θεώ-

ρηση του Συντάγματος και των υπερθετικών δικαιϊκών Αρχών που αυτό ενσω-

ματώνει και κατοχυρώνει πράγματι θα μπορούσε να εξηγήσει πειστικά και να

δικαιολογήσει όχι μόνο αποφάσεις αλλά και νόμους που εγείρουν συζητήσεις για

την αντίθεση τους ή μη στα χρηστά ήθη θα δικαιολογούσε την αναλογία δικαίου

στην οποία ενίοτε καταφεύγει η νομολογία μας για να καλύψει το δισταγμό του

νομοθέτη που δεν έχει δώσει ρητά λύση σε ζητήματα και προβλήματα που απορ-

ρέουν από τα κενά δικαίου που συνδέονται με νέα μορφώματα είτε αυτά είναι νο-

μικά αναγνωρισμένα είτε όχι15

14 Βλ ΠΔΔΑΓΤΟΓΛΟΥ Η τριτενέργεια των ατομικών δικαιωμάτων ΝοΒ 30780 και επ 15 Βλ όμως και υπrsquo αριθμόν 21712002 απόφαση του Εφετείου Αθηνών με παρατηρήσεις

ΓΛέκκα η οποία εξαφάνισε πρωτόδικη απόφαση που είχε δεχθεί αγωγή της μητέρας για ανα-γνώριση των παιδιών της που γεννήθηκαν με ετερόλογη τεχνητή σπερματέγχυση στην οποία ο μόνιμος σύντροφός της είχε συγκατατεθεί με το σκεπτικό ότι δεν πληρούνται οι προυποθέσεις για κατrsquo αναλογία εφαρμογή του άρθρου 1471 παρ2 εδ2 επειδή σαφώς προϋποθέτει γάμο και επαλλήλως διότι η αναλογία εδώ είναι ανεπίτρεπτη καθώς η συμφωνία εγγάμων που συζούν σε ελεύθερη ένωση για την απόκτηση ξένου βιολογικά τέκνου είναι άκυρη ως αμφιμερώς αντί-θετη στα χρηστά ήθη σύμφωνα με το άρθρο 178ΑΚ Όπως όμως σωστά αντιτάσσει ο ΓΛέκκας η νομολογία εφαρμόζει αναλογικά διατάξεις που αφορούν την έγγαμη συμβίωση και στην ε-λεύθερη ένωση αναγνωρίζοντας στους συμβιούντες δικαιώματα ενώ δικαιολογείται λόγω της αλματώδους ανάπτυξης της τεχνολογίας ως προς την υποβοήθηση της ανθρώπινης αναπαρα-γωγής η πλήρωση από το δικαστή του κενού δικαίου ως προς τη συγγένεια με την καθιέρω-ση της laquoκοινωνικοσυναισθηματικής συγγένειαςraquo η οποία εν μέρει είναι ήδη θετικοποι-ημένη μέσω των συνταγματικών αρχών της προστασίας της αξιοπρέπειας και της προ-σωπικότητας του κάθε παιδιού ανεξάρτητα από τον τρόπο σύλληψής του Τέλος όπως επι-σημαίνει ότι και ενόψει του παιδοκεντρικού χαρακτήρα του οικογενειακού δικαίου και κατrsquo αναλογία με την πάγια νομολογία των δικαστηρίων μας που δεν εξετάζουν αν οι εξώγαμες σχέσεις είναι αντίθετες στα χρηστά ήθη σε περίπτωση που η σχετική περιουσιακή επίδοση δε συνιστά αδικαιολόγητη περιφρόνηση προς τα εγγύτατα πρόσωπα της οικογένειας του διαθέτη δεν θα πρέπει να εξετάζεται αν οι εξώγαμες σχέσεις είναι αντίθετες στα χρηστά ήθη όταν δίδεται συγκατάθεση για τεχνητή γονιμοποίηση Παρά τα ανωτέρω σημειώνουμε ότι

9 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

Εξάλλου το Σύνταγμα προστατεύει μεν το γάμο όμως όπως προκύπτει από

τη διατύπωσή του προστατεύει αυτοτελώς και την οικογένεια ανεξάρτητα από

το αν αυτή στηρίζεται σε γάμο σε σύμφωνο συμβίωσης ή σε ελεύθερη ένωση διό-

τι ακριβώς αν ο συνταγματικός νομοθέτης ήθελε να περιορίσει τη θεσμική εγγύη-

ση μόνο στο γάμο θα ήταν περιττή η επιπλέον ξεχωριστή μνεία στην οικογένεια

Σε κάθε περίπτωση η ελεύθερη ένωση μάλλον προστατεύεται και με βάση το άρ-

θρο 5 παρ1 που κατοχυρώνει την ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας16

Ακόμα λοιπόν και αν η αναγνώριση και προστασία τέτοιων σχέσεων αφορά

μόνο το κράτος η αναγνώριση αυτή έχει νομική σημασία για το σύνολο της εννό-

μου τάξεως διότι περιέχει ένα αξιολογικό κριτήριο το οποίο λαμβάνεται υπrsquo όψιν

κατά την συγκεκριμενοποίηση αόριστων εννοιών όπως πχ αυτή της οικογένειας

της συγγένειας και συνακόλουθα των σχετικών με αυτές γενικών ρητρών όπως

εδώ των χρηστών ηθών

Τέλος αξίζει να επισημανθεί ότι βεβαίως το Σύνταγμα ως θεμελιώδης υπέρ-

τατος γενικός καθολικός και αυστηρός νόμος δυσχερώς αναθεωρείται αφού

συνδέεται άρρηκτα με το πολίτευμα και την κρατική εξουσία και υιοθετεί αρχές

και κανόνες με στόχο τη μακροπρόθεσμη διακυβέρνηση της πολιτείας Ωστόσο ο

συνεχής μετασχηματισμός των κοινωνιών απαιτεί για να μην παραμείνει το Σύ-

νταγμα laquoνεκρό γράμμαraquo -αφού ορθά δεν αναθεωρείται εύκολα- αφrsquo ενός να συ-

μπορεύεται με το διεθνές δίκαιο17 και αφrsquo ετέρου να ερμηνεύεται ώστε να αντα-

νακλά τον πολιτισμό τις αξίες και τις δικαιϊκές αρχές ακολουθώντας τις σύγχρο-

νες εξελίξεις18

7 Κατηγοριοποίηση ανήθικων δικαιοπραξιών

Η πράξη έχει δείξει ότι η αντίθεση στα χρηστά ήθη συνήθως διαγιγνώσκεται

λόγω της συνδρομής πλειόνων συγχρόνως αρνητικών παραγόντων που δρουν

ο Άρειος Πάγος επικύρωσε την εν λόγω Εφετειακή απόφαση υιοθετώντας το σκεπτικό της με την υπrsquo αριθμόν 142004 απόφασή του

16 Βλ ΠΦΙΛΙΟ Οικογενειακό Δίκαιο σελ37 17 Ήδη έχει προβλεφθεί συνταγματικά στο άρθρο 2 παρ2 18 Βλέπε συγκριτικά μεταξύ άλλων και το πολύ ενδιαφέρον δόγμα του laquoliving treeraquo που αφορά

τη ζωντανή εξελικτική ερμηνεία του Συντάγματος όπως αυτή αναπτύχθηκε από το Α-νώτατο Δικαστήριο του Καναδά σε παλαιότερη απόφαση του για το γάμο μεταξύ ομοφύ-λων (2004) όπου σε ερώτημα που του τέθηκε για την αντίθεση ή όχι του πολιτικού γάμου με το Σύνταγμα υποστήριξε ότι οι παγωμένες στο χρόνο συνταγματικές ερμηνείες έρχονται σε πλήρη αντίθεση με το δόγμα του living tree (3 SCR 698 2004 Supreme Canadian Court 79)

10 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

από κοινού στο πλαίσιο της ίδιας δικαιοπραξίας χωρίς αυτό να αποκλείει τον α-

νήθικο χαρακτήρα μιας δικαιοπραξίας εξ ενός και μόνο στοιχείο όπως κυρίως στις

περιπτώσεις που προσβάλλεται η αξίας του ανθρώπου (πχ ρήτρα αγαμίας απα-

γόρευσης εργασίας κλπ)

Μια πρώτη κατηγοριοποίηση όμως αντίθεσης στα χρηστά ήθη μπορεί να

γίνει με βάση το αν αυτή προκύπτει από το περιεχόμενο τους

Η ανηθικότητα ων δικαιοπραξιών μπορεί να προκύπτει

α Από το ίδιο το περιεχόμενό τους

Πρόκειται για τη λεγόμενη laquoενδογενήraquo ανηθικότητα όπου το περιεχόμενο

τους καθrsquo εαυτό και αντικειμενικά αντιτίθεται σε αξίες των οποίων η έννομη

τάξη επιδιώκει την πραγμάτωση Χαρακτηριστικές περιπτώσεις αυτής της

κατηγορίας είναι κυρίως οι συμβάσεις οι οποίες ενέχουν υπέρμετρη δέσμευ-

ση της προσωπικής ελευθερίας των συμβαλλομένων Στην έννοια της ελευ-

θερίας περιλαμβάνονται και όλα τα συνταγματικώς κατοχυρωμένα δικαιώ-

ματα όπως η ελευθερία εγκατάστασης το δικαίωμα στην ιδιωτική ζωή η ε-

λεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας

Στις περιπτώσεις αυτές όπως και στις περιπτώσεις του άρθρου 174 ΑΚ δεν

τίθεται ζήτημα μομφής κατά των δικαιοπρακτούντων διότι ο χαρακτήρας

του ανήθικου προσδίδεται εδώ από κριτήρια συνυφασμένα με την συνταγ-

ματικά κατοχυρωμένες αξίες της ελεύθερης ανάπτυξης της προσωπικότητας

της αξιοπρέπειας του ανθρώπου

β Από το σκοπό της δικαιοπραξίας

Πρόκειται για τη λεγόμενη laquoεξωγενήraquo ανηθικότητα που διαγιγνώσκεται με

αξιολόγηση και όλων των συνοδευουσών αυτή συνθηκών και περιστάσεων

όχι μόνο υποκειμενικής φύσεως όπως η πρόθεση εκμετάλλευσης του δια-

πραγματευτικά ασθενέστερου αντισυμβαλλόμενου η γνώση κρίσιμων συνο-

δευτικών περιστατικών (δωρεά μη μεταγεγραμμένη) ή σκοπός η δικαιοπρα-

ξία να βλάψει τα συμφέροντα της ολότητας ή τρίτων αλλά και αντικειμενι-

κής φύσεως περιστάσεων με χαρακτηριστικά εδώ παραδείγματα την αδυ-

ναμία εικονικού εγγυητή να ανταποκριθεί σε αναλαμβανόμενη υποχρέωση

αλλά κυρίως την αναλυόμενη κατωτέρω καταπλεονεκτική δικαιοπραξία

γ Από το συνδυασμό του περιεχομένου της δικαιοπραξίας με το σκοπό

και τα κίνητρα που ώθησαν τον δικαιοπρακτούντα σε ενιαίο σύνολο

11 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

όπως πχ δωρεά σε πρόσωπο με το οποίο ο δωρητής διατηρούσε ανήθικες

σχέσεις ή ακόμα χαρακτηριστικότερα η λεγομένη διαθήκη της ερωμένης19

Στις περιπτώσεις αυτές τα κίνητρα ο σκοπός και τα ελατήρια που ώθησαν

στην εν λόγω δικαιοπραξία ανάγονται στα παραγωγικά αίτια της βούλησης

του διαθέτη ή δωρητή αντίστοιχα και καθίσταται έτσι δυσχερής ο σχηματι-

σμός δικανικής πεποίθησης για πραγματικά περιστατικά που αποτελούν το

αντικείμενο της αντίθεσης στα χρηστά ήθη

Αυτό όμως σημαίνει ότι γα τη διερεύνηση της δικαιοπρακτικής βούλησής

του υπεισερχόμαστε και στον τρόπο ζωής του δωρητή ή του διαθέτη κιν-

δυνεύοντας να αξιολογήσουμε την αντίθεση στα χρηστά ήθη όχι με γνώμονα

την αντίθεση της στα χρηστά ήθη αλλά τη γενικότερη αντίληψή μας ότι ο εν

λόγω συμβαλλόμενος διήγε βίο ανήθικο Αυτό όμως αποτελεί μια ανεπίτρε-

πτη και επικίνδυνη γενίκευση που μας αποπροσανατολίζει από το ζητούμε-

νο20

Κατά κανόνα η ελληνική νομολογία δεν εξετάζει ndashορθά- αν οι εξώγαμες ερω-

τικές σχέσεις είναι αντίθετες ή μη στα χρηστά ήθη Ορθώς διότι όπως ανω-

τέρω αναφέρθηκε η εν γένει ανήθικη συμπεριφορά του διαθέτη δεν επιδρά

στο κύρος της δικαιοπραξίας αν αυτή δεν έγινε από ευτελή κίνητρα

Παραδόξως όμως η νομολογία έχει εισαγάγει ένα άλλο κριτήριο εξίσου αμ-

φίβολο συγκρίνοντας το δεσμό του διαθέτη με την οικογένεια του και τις

σχέσεις του με πρόσωπα εκτός οικογενείας

Έτσι συνήθως γίνεται δεκτό ότι ακόμα και αν ο διαθέτης καταλείπει περιου-

σία σε πρόσωπο με το οποίο τελεί σε σχέση παλλακείας η διαθήκη δεν αντί-

κειται στα χρηστά ήθη εκτός εάν συνιστά εκδήλωση αδικαιολόγητης περι-

φρόνησης προς εγγύτατα πρόσωπα της οικογένειας του που μπορεί να είναι

και τα αδέλφια του21

19 Η αρχική διάκριση του ανήθικου των δικαιοπραξιών στο βιβλίο του Π ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ laquoΔικαιο-πραξίες αντίθετες στα χρηστά ήθηraquo εντάσσει και την εν λόγω τρίτη κατηγορία στη β Εδώ προ-κειμένου να αναδειχθεί η ιδιαιτερότητα της συγκεκριμένης κατηγορίας και η δυσκολία διάκρι-σης της αντίθεσης της στα χρηστά ήθη προτιμάται η υποκατηγοριοποίηση του ΒΟΥΖΙΚΑ (Κλη-ρονομικό Δίκαιο σελ667 και επ) όπως αυτή έχει διαμορφωθεί ιδίως για τις διαθήκες από τη νομολογία

20 Βλ και ΙΣΜΗΝΗ ΑΝΔΡΟΥΛΙΔΑΚΗ-ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗ laquoΗ αντίθεση της διαθήκης στα χρηστά ήθηraquo ΝοΒ30 1236

21 Βλ και ΑΠ2311982 Α Τμήμα όπου ο διαθέτης κατέστησε μόνους κληρονόμους τη σύζυγο και την κόρη του ενώ με κληροδοσία κατέλειπε ανώνυμες μετοχές στην γραμματέα του με την ο-ποία διατηρούσε ερωτικές σχέσεις Παράλληλα όμως της είχε δωρίσει εν ζωή χρήματα για αγο-

12 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

Η αξιολόγηση αυτή αντιβαίνει στην ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότη-

τας του διαθέτη εφόσον πλην της νομίμου μοίρας ο διαθέτης δικαιούται να

καταλείπει την υπόλοιπη περιουσία του σε τρίτα πρόσωπα Ούτε βέβαια το

ηθικό καθήκον προς άπορους ή μειονεκτούντες συγγενείς μπορεί να αναχθεί

σε νομική υποχρέωση

Το κριτήριο της ανηθικότητας δεν είναι η περιφρόνηση του διαθέτη προς τη

νόμιμη οικογένειά του όπως αυτή ερμηνεύεται από τη νομολογία αλλά το

αν η κατάληψη στην ερωμένη καθεαυτή γίνεται για ταπεινά κίνητρα ή για

λόγους ευγνωμοσύνης Στην πρώτη περίπτωση καταφανώς η διαθήκη αντί-

κειται στα χρηστά ήθη στη δεύτερη όμως οφείλει η έννομη τάξη να την ανε-

χτεί ως αναφαίρετο δικαίωμα του διαθέτη να συνδέεται ψυχικά με άλλους

πλην της οικογένειας με τη στενή έννοια22 αναγνωρίζοντας ότι ακόμα και

σε ένα πλαίσιο μιας ίσως μη ηθικής σχέσης τα μέρη αυτής διαθέτουν αξιο-

πρέπεια και ευγενή κίνητρα

8 Τα ενδιάμεσα σκαλοπάτια κατηγοριοποίησης των ανήθικων δικαιο-

πραξιών

Λόγω ακριβώς της αοριστίας της ρήτρας των χρηστών ηθών του άρθρου

178ΑΚ (σε αντίθεση με το άρθρο 179ΑΚ) είναι αδύνατο αυτή στη συγκεκριμένη

μορφή της να καταστεί ένα ρυθμιστικό πρότυπο στο οποίο θα μπορεί απευθείας

να ενταχθεί η υπό κρίση δικαιοπραξία

Για το λόγο αυτή η επιστήμη με τη μορφή ενός κινητού συστήματος23 α-

ντλώντας το υλικό της από την πλούσια νομολογία αλλά και από τη δογματική

και δικαιοσυγκριτικά δεδομένα δημιουργεί ενδιάμεσα κριτήρια laquoσκαλοπάτιαraquo

ήτοι τυποποιημένα ειδικά πραγματικά που διευκολύνουν την ασφαλή και ελέγξι-

μη ένταξη της κρινόμενης δικαιοπραξίας στο ρυθμιστικό πεδίο της συγκεκριμένης

ρήτρας

ρά ακινήτων κοσμήματα φορέματα κλπ μεγάλης αξίας Όμως καθώς η συνολική περιουσία που κατέλιπε στους νόμιμους κληρονόμους του υπερκάλυπτε τη νόμιμη μοίρα και επιπρόσθετα επειδή οι λοιποί συγγενείς του δεν είχαν ανάγκη οικονομικής ενίσχυσης το Δικαστήριο έκρινε ότι η διαθήκη δεν αποτελούσε εκδήλωση περιφρόνησης προς τη νόμιμη οικογένειά του

22 Για την έννοια της οικογένειας βλ και ΠΑΤΕΡΑΚΗ σελ292-303 laquoη προβληματική του όρου οικογέ-νειαraquo

23 βλΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ ως άνω 13 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

Βέβαια ακόμα και στις περιπτώσεις αυτές οι εν λόγω ομάδες δεν είναι οριο-

θετημένες σαφώς μεταξύ τους καθώς ενίοτε το βασικό αξιολογικό στοιχείο το ο-

ποίο αναδεικνύει την αντίθεση στα χρηστά ήθη μπορεί να εμφανίζεται και σε μια

άλλη ομάδα να επικαλύπτονται ή να αλληλοαποκλείονται όπως για παράδειγμα

το στοιχείο της ανισότητας των συμβαλλομένων απαντά και στην καταδυναστευ-

τική αλλά και στην καταπλεονεκτική δικαιοπραξία

Συγκεκριμένα24

α Δικαιοπραξίες για τις οποίες επαπειλείται ακυρότητα προς σκοπόν

την προστασία των συμφερόντων του αντισυμβαλλόμενου

Εδώ υπάγονται

(1) Οι περιπτώσεις των καταδυναστευτικών συμβάσεων οι οποίες απο-

τελούν με τα ειδικότερο πραγματικό τους ξεχωριστή ομάδα αντίθεση

στα χρηστά ήθη (179 ΑΚ)

(2) Αυτές που θέτουν εν κινδύνω το δικαίωμα της αυτοδιάθεσης σε ζη-

τήματα απολύτως ελεύθερης επιλογής του προσώπου όπως αυτές

που οδηγούν στη δέσμευση του αναφορικά με ζητήματα για τα οποία

πρέπει να μείνει ελεύθερο από κάθε εξαναγκασμό αρχή σύμφωνα με το

Σύνταγμα αλλά και την αρχή της προστασίας της προσωπικότητας του

άρθρου 57ΑΚ όπως η διάταξη τελευταίας βουλήσεως που καταλείπει

υπό την αίρεση της αγαμίας τη θρησκείας της αλλαγής τόπου κατοικί-

ας της επιλογής συγκεκριμένου επαγγέλματος

(3) Κάθε δικαιοπραξία που εμπορευματοποιεί αποφάσεις αναγόμενες

στη σφαίρα της απολύτου ελευθερίας του προσώπου ή την άσκηση

επιβαλλομένου από την ηθική καθήκοντος Εδώ κυρίως η απαξία

προσδίδεται λόγω της συμφωνίας για παροχή αμοιβής ή γενικότερα

περιουσιακής φύσεως ωφελημάτων ως μέσο επίδειξης από τον αντι-

24 Για μια διαφορετική κατηγοριοποίηση περιεκτικότερη και ίσως ευκρινέστερη βλ και Γνωμο-δότηση ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟΥ-ΛΑΔΟΓΙΑΝΝΗ με αντικείμενο τα laquoΚριτήρια αντίθεσης συμφώνου προτίμησης στα χρηστά ήθηraquo ΧρΙδΔ ΙΒ2012 όπου μνημονεύονται πέντε κύριες κατη-γορίες-κριτήρια ήτοι 1) η υπερβολική δέσμευση της ελευθερίας του προσώπου 2) η καταπλεονέκτηση (179β ΑΚ) 3) η εκμετάλλευση μιας θέσης ισχύος που μπορεί να έχει κάποιος στην αγορά 4) η πρόκληση βλάβης σε τρίτους και 5) η σοβαρή δυσαναλογία παροχής και αντιπαροχής Εδώ ακολουθήθηκε η κατηγοριοποίηση του Π ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ η οποία είναι μεν υπεραναλυτική αλλά ταυτόχρονα περιλαμβάνει κατrsquo εκτίμηση όλες τις μέχρι τώρα εμφανισθείσες περιπτώσεις αντιθέσεως στα χρηστά ήθη

14 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

συμβαλλόμενο συμπεριφοράς που ανάγεται στη σφαίρα της απολύτου

ελευθερίας του ή από επιβαλλόμενα από την ηθική καθήκοντα

(4) Κάθε δικαιοπραξία που οδηγεί σε υπέρμετρη επιβάρυνση του συναλ-

λακτικά ασθενέστερου και ιδίως του εγγυητή Εδώ πέραν των κλα-

σικών καταπλεονεκτικών συμβάσεων ανήκουν κυρίως οι laquoοιονεί οι-

κογενειακές εγγυήσειςraquo όπου πρόσωπα στερούμενα περιουσίας ώστε

να αναλάβουν υποχρεώσεις συνάπτουν συμβάσεις εγγυήσεως με το

δανειστή μέλους της οικογένειας τους Η νομική σκέψη που δικαιολο-

γεί εδώ την ανηθικότητα έγκειται στην ανάληψη υπέρμετρων συμβα-

τικών επιβαρύνσεων που δεν ανάγονται στην πραγματικά ελεύθερη

δικαιοπρακτική βούληση του εγγυητή ο οποίος πράττει τούτο κοινω-

νικοτυπικά λόγω της συγγενικής σχέσης ευρισκόμενος σε μειονεκτική

διαπραγματευτικά θέση έναντι του δανειστή

β Δικαιοπραξίες για τις οποίες επαπειλείται ακυρότητα προς σκοπόν

την προστασία των συμφερόντων τρίτων

Εδώ υπάγονται

(1) Δικαιοπραξίες προς ματαίωση ήδη θεμελιωμένων ενοχικών απαιτή-

σεων τρίτων όπου η βλάβη του αντισυμβαλλομένου προκαλείται από

την καταχρηστική άσκηση της συμβατικής ελευθερίας Εδώ υπάγονται

η παρώθηση κάποιου σε αθέτηση των συμβατικών υποχρεώσεων του

η απόσπαση προσωπικού που βρίσκεται σε υπηρεσία άλλου

(2) Δικαιοπραξίες προς βλάβη των περιουσιακών συμφερόντων των δα-

νειστών όπου αντικείμενο δεν είναι συγκεκριμένα αλλά γενικά τα πε-

ριουσιακά συμφέροντα τρίτων που παραπλανόνται σε σχέση με την

πιστοληπτική ικανότητα του αντισυμβαλλομένου τους

(3) Δικαιοπραξίες που καταχρώνται τη θέση εμπιστοσύνης έναντι τρί-

του με κλασικό παράδειγμα της κατηγορίας αυτής που αντιπρόσωπος

κάποιου συμβάλλεται με τρίτο κατά τρόπο ώστε να βλάψει τα συμφέ-

ροντα του εντολέως του

(4) Συμφωνίες περί μη θεματισμού σε δημόσιο πλειστηριασμό ή υποβο-

λής προσφοράς μέχρι ορισμένου ποσού όταν η συμφωνία είναι πρό-

σφορη να βλάψει τα συμφέροντα είτε του οφειλέτη είτε των δανει-

στών

15 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

γ Δικαιοπραξίες για τις οποίες επαπειλείται ακυρότητα προς σκοπόν

την προστασία των συμφερόντων της ολότητας

Εδώ ανήκουν προεχόντως δικαιοπραξίες που αντιβαίνουν σε συνταγ-

ματικής κυρίως φύσεως επιταγές και κυρίως

(1) Δικαιοπραξίες που προσβάλλουν τη συνταγματική τάξη όπως αυτές

που ενέχουν αθέμιτο περιορισμό του δικαιώματος αυτοδιάθεσης του

προσώπου

(2) Δικαιοπραξίες που διαταράσσουν την εύρυθμη λειτουργία του κρά-

τους και των Υπηρεσιών του όπως αυτές που σκοπούν στη διευκό-

λυνση παρανόμων πράξεων συμβάσεις με τις οποίες επιδιώκεται η

φοροδιαφυγή κλπ

(3) Δικαιοπραξίες που διαταράσσουν την οικονομική τάξη όπως αυτές

που παρακωλύουν εμποδίζουν ή περιορίζουν την ελεύθερη λειτουργία

του ανταγωνισμού στο μέτρο που δεν υπάγονται στις απαγορευτικές

διατάξεις των άρθρων 1 και 2 του Ν39592011

(4) Δικαιοπραξίες που προσβάλλουν τα σεξουαλικά ήθη και την οικογε-

νειακή τάξη Μολονότι συντελείται σημαντική μεταβολή της στάσης

της έννομης τάξης ως προς τα ζητήματα αυτά εδώ υπάγονται κυρίως

συμφωνίες για την επrsquo ανταλλάγματι τέλεση σεξουαλικής πράξης ως

αντικείμενης στην αξιοπρέπεια του ατόμου συμφωνίες που προ-

σκρούουν στην ηθική ουσία του γάμου ή τη συγγένεια όπως η συμφω-

νία αμοιβής για σύναψη εικονικού γάμου οι συμφωνίες μεσολάβησης

για εύρεση κυοφόρου γυναίκας και πώλησης γενετικού υλικού κλπ

(5) Δικαιοπραξίες που αντιτίθεται στο επαγγελματικό ήθος όπως συμ-

φωνίες για προσπόριση τίτλου ή αξιώματος έναντι οικονομικού ανταλ-

λάγματος (υποβοήθηση σε συγγραφή διδακτορικής διατριβής) συμ-

φωνίες πωλήσεως δικηγορικών γραφείων (κυρίως από τη γερμανική

νομολογία) όταν in concreto δικαιολογείται ο φόβος ότι ο νέος διευ-

θύνων θα το διευθύνει με τρόπο που δε συνάδει στις απαιτήσεις της

εύρυθμης απονομής της δικαιοσύνης κλπ

9 Κρίσιμος χρόνος διαγνώσεως της αντίθεσης στα χρηστά ήθη

16 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

Κατά την κρατούσα γνώμη κρίσιμος χρόνος για την κρίση της αντίθεσης μιας

δικαιοπραξίας στα χρηστά ήθη είναι ο χρόνος κατάρτισής της διότι η ανηθικότη-

τα ή μη μιας δικαιοπραξίας δεν μπορεί παρά να κρίνεται με βάση τις ισχύουσες

κατά την κατάρτισή της ηθικές και θεμελιώδεις αρχές

Περαιτέρω όμως ορθότερο είναι να δεχθεί κανείς ότι η μεταβολή και εξέλιξη

της έννοιας των χρηστών ηθών δεν μπορεί αναδρομικά να επηρεάσει προς το χεί-

ρον την αξιολόγηση της ρυθμίσεως που όταν συνήφθη τα μέρη πίστευαν ότι είναι

σύμφωνη με τα χρηστά ήθη εκτός αν πρόκειται για σύμβαση διαρκείας οπότε

πλέον τα αποτελέσματά της αντίκεινται στα χρηστά ήθη όπως αυτά θα έχουν δι-

αμορφωθεί

Αντίθετα όταν μια δικαιοπραξία ήταν αντίθετη στα χρηστά ήθη κατά το χρό-

νο σύνταξη της αλλά λόγω μεταβολής της ερμηνείας των χρηστών ηθών ή λόγω

μεταβολής των πραγματικών περιστατικών πλέον το περιεχόμενο είναι συμβατό

με αυτά ορθότερη είναι η ευεργετική αναδρομικά ίαση της και η επέλευση των

εννόμων συνεπειών της ιδιαίτερα σε περιπτώσεις διατάξεων τελευταίας βουλή-

σεως

10 Ακυρότητα

α Απόλυτη ή σχετική

Η αντίθεση μιας δικαιοπραξίας στα χρηστά ήθη συνεπάγεται σύμφωνα με

την ΑΚ 178 ακυρότητα της δικαιοπραξίας Δεν θα ανταποκρινόταν στο νόη-

μα και στο σκοπό της ρήτρας η διατήρηση του κύρους της δικαιοπραξίας να

επαφίεται στη βούληση των μερών αφού πέραν των άλλων η συγκεκριμένη

διάταξη προστατεύει μεταξύ άλλων και το γενικό συμφέρον25 Αυτό όμως θα

είχε ως αποτέλεσμα ειδικά σε περιπτώσεις που η ανηθικότητα στρέφεται

μόνο κατά του αντισυμβαλλόμενου και όχι κατά της ολότητας η ακυρότητα

να λαμβάνεται αυτεπαγγέλτως υπrsquo όψιν και να μπορεί και ο ίδιος ο ενεργή-

σας ανήθικα να την επικαλεστεί

Γιrsquo αυτό το λόγο σε περιπτώσεις που η ανηθικότητα δεν προκύπτει από το

περιεχόμενό της αλλά από τις περιστάσεις 26 όπως στις περιπτώσεις των

καταπλεονεκτικών δικαιοπραξιών η ακυρότητα δεν παρίσταται δικαιολο-

25 Βλ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ όπως πιο πάνω και ΓΕΩΡΓΙΑΔΗ-ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟ ΕρμΑΚ άρθρο 178 σελ 276 ΝΙΚΟ-ΛΟΠΟΥΛΟ Γεν Αρχές σελ 314-315

26 Βλ ομοίως ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ Δικαιοπραξίες αντίθετες προς τα χρηστά ήθη 17 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

γημένη Ορθότερο λοιπόν θα ήταν να είναι σχετική ώστε να καταστεί δυνα-

τή η απολαβή της παροχής με δικαιότερους όρους

β Συνολική ή μερική

Όσον αφορά την ακυρότητα της σύμβασης στο σύνολο ή σε μέρος αυτής αν

η ανηθικότητα πλήττει μόνο μια μεμονωμένη συμβατική ρήτρα δυναμένη να

αποχωριστεί από τη σύμβαση και αυτή να δύναται να πραγματώσει το σκο-

πό της τότε η ακυρότητα μπορεί να περιοριστεί στη ρήτρα αυτή

Αναλογικά και κυρίως ως ανωτέρω αναφέρθηκε σε περιπτώσεις καταπλεο-

νεκτικών ή καταδυναστευτικών δικαιοπραξιών η μερική ακυρότητα θα μπο-

ρούσε να είναι δυνατή με την έννοια της αφαίρεσης του αδίκου μέρους της

ώστε αυτή να μπορεί να ισχύσει με το υπόλοιπο ορθό περιεχόμενό της Αμ-

φισβητείται όμως αν αυτό ανταποκρίνεται στα εύλογα συμφέροντα των α-

ντισυμβαλλομένων και ιδίως του ισχυρότερου μέρους που η πραγματική ή

εικαζόμενη βούληση του μάλλον θα κατατείνει στην ακύρωση της δικαιο-

πραξίας

Βέβαια όσον αφορά τη σχέση του 178 ΑΚ με το 181 ΑΚ στην ερμηνεία αυτής

έχουν υπεισέλθει αντικειμενικοί παράγοντες όπως ο σκοπός του κανόνα δι-

καίου που θεσπίζει την ακυρότητα διότι άλλως με την αποδοχή της ολικής

ακυρότητας ματαιούται ο προστατευτικός σκοπός της διάταξης Επομένως

ορθότερο είναι στις περιπτώσεις αυτές η ακυρότητα ή μη της σύμβασης να

καταλίπεται στο ασθενέστερο μέρος

γ Ακυρότητα στις αιτιώδεις και αναιτιώδεις δικαιοπραξίες

(1) Στις αιτιώδεις δικαιοπραξίες αν η αιτία είναι άκυρη άκυρη είναι και η

αιτιώδης δικαιοπραξία Επομένως αν η υποσχετική σύμβαση η οποία

αποτελεί την αιτία εκποιητικής δικαιοπραξίας (πχ μεταβίβασης κυ-

ριότητας ακινήτου) άκυρη λόγω αντίθεσης στα χρηστά ήθη συμπαρα-

σύρει σε ακυρότητα και την εμπράγματη δικαιοπραξία το κύρος της

οποίας εξαρτάται από την ύπαρξη εγκύρου αιτίας

Για το λόγο αυτό η αναζήτηση της παροχής γίνεται με διεκδικητική

αγωγή

(2) Αντίθετα στις αφηρημένες ή αναιτιώδεις δικαιοπραξίες το κύρος των

οποίων δεν εξαρτάται από την ύπαρξη και το κύρος της αιτίας ούτε

αυτή αποτελεί στοιχείο του πραγματικού τους η έλλειψη αιτίας ή η

18 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

ακυρότητα αυτής καταρχήν δεν επηρεάζει το κύρος τους ο δε διαθέ-

σας έχει (αν δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις του 907ΑΚ) μόνο την α-

ξίωση αδικαιολογήτου πλουτισμού Χαρακτηριστικά παραδείγματα της

κατηγορίας αυτής είναι από τις μεν υποσχετικές δικαιοπραξίες η αφη-

ρημένη υπόσχεση χρέους ενώ από τις εκποιητικές η μεταβίβαση κυριό-

τητας κινητού Δικαιολογητικός λόγος της τελευταίας είναι η ταχύτητα

και η ασφάλεια των συναλλαγών καθώς οι διάδοχοι του αποκτώντος

αποκτούν έγκυρα από αυτόν ακόμα και αν αυτός είχε αποκτήσει βάσει

μιας άκυρης υποσχετικής δικαιοπραξίας Επιπλέον διευκολύνεται η α-

πόδειξη κτήσης του δικαιώματος αφού αυτός που υποστηρίζει ότι εί-

ναι δικαιούχος οφείλει και αρκεί να αποδείξει μόνο της εκποιητική δι-

καιοπραξία και όχι την αιτία αυτής

Το ότι η αναιτιώδης δικαιοπραξία είναι γενικά ανεξάρτητη από το κύ-

ρος της αιτίας δε σημαίνει ότι δεν υπάρχει αιτία γιrsquo αυτή αλλά ότι η αι-

τία δεν αποτελεί ως άνω αναφέρθηκε στοιχείο του πραγματικού της

Επομένως η laquoηθικά άχρωμηraquo αναιτιώδης δικαιοπραξία μπορεί κατά

περίπτωση να θεωρηθεί άκυρη με διάσπαση της αρχής του αναιτιώ-

δους όταν σε περίπτωση αντίθεσης της δικαιοπραξίας στα χρηστά ήθη

η ανηθικότητα αφορά όχι μόνο την ενοχική αλλά και την εμπράγματη

δικαιοπραξία27 Αν και κατά κανόνα η απλή μεταβίβαση της κυριότη-

τας είναι laquoηθικά άχρωμηraquo αφού τα κίνητρα για την κατάρτιση της ανά-

γονται στην ενοχική δικαιοπραξία αν in concreto διαγνωστεί ότι η επί-

δοση του περιουσιακού αντικειμένου έγινε χάριν τελέσεως ανήθικης

συμπεριφοράς ή ότι η ανήθικη αιτία αποτέλεσε αίρεση για την εκποιη-

τική δικαιοπραξία η ανηθικότητα πλήττει και την εμπράγματη δικαιο-

πραξία καθιστώντας αυτή άκυρη (βλ179ΑΚ) άκυρη δε και οποιαδήπο-

τε περαιτέρω μεταβίβαση

Πάντως γίνεται δεκτό και στην ελληνική αλλά και στη γερμανική νομο-

λογία ότι τα χρήματα που προκαταβάλλονται σε laquoπόρνηraquo για πραγμα-

τοποίηση σαρκικής επαφής μαζί της μεταβιβάζονται σrsquo αυτή κατά κυ-

ριότητα με την παράδοση τους αφού ως ανωτέρω αναφέρθη η ακυρό-

27 Βλ και ΑΠ ΓΕΩΡΓΙΑΔΗ Εγχειρίδιο Εμπρ Δικαίου παρ43 48 καθώς και ΑΠ ΓΕΩΡΓΙΑΔΗ Γ Αρχές ΑστΔικαίου διακρίσεις των δικαιοπραξιών

19 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

τητα της υποσχετικής δικαιοπραξίας δεν συμπαρασύρει την εμπράγμα-

τη αφού η μεταβίβαση χρημάτων είναι πράξη ηθικά ουδέτερη28

Ακριβώς επειδή η παροχή είναι έγκυρη αυτή δεν αναζητείται (εκτός

και μόνο αν το ανήθικο της αιτίας δεν βαρύνει τον δόντα) Αν βαρύνει

και αυτόν ή πολύ περισσότερο μόνο αυτόν τότε δεν αναζητείται

Πράγματι θα ήταν παράδοξο η έννομη τάξη να προστατεύει πρόσωπα

που μετήλθαν ανήθικων μέσων και προέβησαν σε δελεαστικές παροχές

για την επίτευξη μιας ανήθικης συμπεριφοράς και να τα επιβραβεύει με

την επιστροφή σε αυτά των έστω και άνευ ανταλλάγματος δοθέντων

ακόμα και στην εξαιρετική περίπτωση που και ο λήπτης βαρύνεται με

ανηθικότητα Η ρωμαϊκή αρχή laquoεν ίση αισχρότητι κρείσσων ο νεμόμε-

νοςraquo ορθά βρίσκει εδώ την εφαρμογή της29

Η ακυρότητα είναι αναδρομική (ex tunc) εκτός από τις διαρκείς συμ-

βάσεις (πχ σύμβαση εργασίας) Σε αυτές γίνεται δεκτό ότι εφόσον λει-

τούργησαν για ένα χρονικό διάστημα αναπτύσσοντας τα έννομα απο-

τελέσματα τους έχει δημιουργηθεί μια πραγματική κατάσταση η ο-

ποία αποτελεί και την αιτία διατήρησης των μέχρι τότε παροχών ενώ η

επίκληση της ακυρότητας τους έχει τα αποτελέσματα της καταγγελίας

λειτουργώντας μόνο για το μέλλον (ex nunc)

11 Δικονομική μεταχείριση

Η επίκληση της ακυρότητας αφού πρoβληθούν τα πραγματικά περιστατικά

γίνεται από οποιονδήποτε έχει έννομο συμφέρον ακόμα δε και από τον ίδιο τον

καθrsquo ου η μομφή για την επιλήψιμη συμπεριφορά αν και σε περίπτωση αυτή η ε-

πίκληση της θα μπορούσε να θεωρηθεί ως κατάχρηση δικαιώματος

Όσον αφορά το βάρος της απόδειξης στις μεν αιτιώδεις δικαιοπραξίες αυτός

που επικαλείται την εγκυρότητά της οφείλει να αποδείξει την ύπαρξη του κύρους

της αιτίας ενώ αντίθετα στις αναιτιώδεις δικαιοπραξίες το βάρος αποδείξεως φέ-

ρει εκείνος ο οποίος ασκεί είτε με αγωγή είτε με ένσταση την αξίωση αδικαιολογή-

του πλουτισμού (Αντιστροφή του βάρους της απόδειξης)

28 Βλ και ΧΡ ΜΥΛΩΝΟΠΟΥΛΟΥ Ποινικό Δίκαιο Ειδικό μέρος σελ22 29 Βλ και ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟ Επιτομή Γενικού Ενοχικού κεφ Περί αδικαιολόγητου πλουτισμού που μάλ-

λον διαφωνεί 20 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

12 Επίγραμμα

Οι δρόμοι του δικαστή του νομοθέτη και γενικότερα του εκάστοτε ερμηνευ-

τή του δικαίου είναι παράλληλοι και αλληλοσυμπληρώνονται Κοινός στόχος η εύ-

ρυθμη λειτουργία μιας κοινωνίας με σεβασμό στα βασικά ανθρώπινα δικαιώματα

στην αξία του ανθρώπου και στους θεσμούς όπως αυτοί διαμορφώνονται στην

πορεία του χρόνου

Όμως η δικαιοσύνη δεν είναι μόνο μια αφηρημένη ιδέα για τη θεσμική διάρ-

θρωση μιας κοινωνίας αλλά πρέπει να ενδιαφέρεται για τη ζωή που διάγουν οι

άνθρωποι στην πραγματικότητα και ότι καθιστά τη ζωή άξια για να τη ζουν

Γιrsquo αυτό ο ρόλος του ερμηνευτή του δικαίου και ιδίως του δικαστή είναι

κομβικός Και δεν είναι ο ρόλος αυτός παθητικός ούτε απλά συνθετικός Κινούμε-

νος εντός των εξουσιών που το Σύνταγμα του έχει προσδώσει δε στηλιτεύει αλλά

κατανοεί διαπλάθει αλλά και εξισώνει -εντός πάντοτε του θετού δικαίου

Και αν και κατά τη γενική αντίληψη ο λαός πρέπει να έχει νομολογία προ-

σαρμοσμένη στο βαθμό της ηθικής του πολλές φορές αναδεικνύεται η αντίστρο-

φη ανάγκη Να είναι η νομολογία αρωγός ώστε ο λαός να προσανατολιστεί στα

σύγχρονα ήθη και στις πολυπολιτισμικές ιδιομορφίες

Η ερμηνεία του άρθρου 178 ΑΚ αποτελεί μια χαρακτηριστική τέτοια περί-

πτωση-

21 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

Β

ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΜΕ ΤΗΝ ΟΠΟΙΑ ΔΕΣΜΕΥΕΤΑΙ ΥΠΕΡΒΟΛΙΚΩΣ Η ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΤΟΥ ΠΡΟΣΩΠΟΥ [ΚΑΤΑΔΥΝΑΣΤΕΥΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ] ndash

ΚΑΤΑΠΛΕΟΝΕΚΤΙΚΗ [ΑΙΣΧΡΟΚΕΡΔΗΣ] ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ (ΑΚ 179)

[Σπύρος Γ Παπαγιάννης]

1 Η σχέση μεταξύ των δύο ειδικών πραγματικών του άρθρου ΑΚ 179

Το δίκαιο προκειμένου να εξυπηρετεί τον κοινωνικό βίο των ανθρώπων εν-

σωματώνει στους κανόνες που το συγκροτούν τα παραγγέλματα της κοινωνικής

ηθικής δηλαδή τις επικρατούσες στην κοινωνία θεμελιώδεις αξιολογικές παρα-

στάσεις30 Έτσι η ΑΚ 178 με τον όρο ldquoχρηστά ήθηrdquo οριοθετεί την λειτουργία της

ιδιωτικής αυτονομίας μέσα στα όρια αυτού που αξιοί ο μέσης ηθικής κοινωνός του

δικαίου με σκοπό την αποτροπή καταχρήσεως κατά την διάπλαση ιδιωτικών εν-

νόμων σχέσεων και άμεσο αποτέλεσμα την άρνηση της έννομης τάξεως να προσ-

δώσει νομικό κύρος σε δικαιοπρακτικές ρυθμίσεις που προσβάλλουν τις αξίες των

οποίων αυτή επιδιώκει την πραγμάτωση31

Ενώ όμως το άρθρο ΑΚ 178 λειτουργεί ως γενική ρήτρα στο άρθρο ΑΚ 179

τυποποιούνται τα πραγματικά δύο ldquoειδικώνrdquo δικαιοπραξιών που αντιτίθενται στα

χρηστά ήθη οι ldquoκαταδυναστευτικέςrdquo συμβάσεις (ή ldquoφιμωτικέςrdquo32 δικαιοπραξίες)

και οι ldquoκαταπλεονεκτικέςrdquo συμβάσεις (ή ldquoαισχροκερδείςrdquo33 δικαιοπραξίες) Στην

πρώτη κριτήριο είναι η υπέρμετρη34 δέσμευση της ελευθερίας του προσώπου

ενώ στην δεύτερη κριτήριο αποτελεί η εκμετάλλευση της διαπραγματευτικής μει-

ονεξίας του αντισυμβαλλομένου ιδία όσον αφορά στην υπέρμετρη δέσμευση της

οικονομικής του ελευθερίας

2 Η Καταδυναστευτική Δικαιοπραξία

30 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 201217 31 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 201218 σημ 3 32 ΦΙΛΙΟΣ 2011353 33 ΦΙΛΙΟΣ opcit 34 Η ΑΚ 179α΄ αναφέρει ldquohellipδεσμεύεται υπερβολικάhelliprdquo Προτιμώ ως αποδίδουσα επί το ορθότερο

την έννοια του laquoμεγέθουςraquo της δεσμεύσεως την χρήση της λέξεως ldquoυπέρμετραrdquo λέξη-όρο που χρησιμοποιείτο στον ΑΚ προ της μεταγλωττίσεώς του στην δημοτική (την [φεύ] γλώσσα της ldquoπλέριας κατανόησηςrdquohellip)

22 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

α Έννοια

Ως ldquoκαταδυναστευτικήrdquo δικαιοπραξία νοείται κυρίως η σύμβαση (ή μεμονω-

μένη ρήτρα που περιέχεται σε σύμβαση) επί τη βάσει της οποίας δεσμεύεται

υπερμέτρως35 η προσωπική οικονομική επαγγελματική ή καλλιτεχνική ε-

λευθερία του αντισυμβαλλομένου δημιουργώντας ένα είδος υποτέλειας ένα-

ντι του άλλου μέρους36 Στην έννοια της καταδυναστεύσεως της ΑΚ 179α ε-

μπίπτει και κάθε συμβατικός περιορισμός που φέρει ως συνέπεια την υπέρ-

μετρη δέσμευση της ελευθερίας του προσώπου για ανάπτυξη οποιασδήποτε

εκδηλώσεως της προσωπικότητός του37 Είναι φανερόν ότι η ελληνική δη-

μόσια τάξη συγκεκριμενοποιεί την ρήτρα των χρηστών ηθών με την χρήση

μιάς θεμελιώδους δικαιϊκής αξίας της ελευθερίας του προσώπου εδώ ουσι-

αστικώς η συνταγματική τάξη (πχ Σ 5 sect 1) επιβάλλει τα πρόσωπα να παρα-

μένουν ελεύθερα

β Ελευθερία του προσώπου - δέσμευση

Στο πραγματικό της ΑΚ 179α΄ υπάγονται δύο κατά βάσιν περιπτώσεις συμ-

βάσεων αυτές που ενέχουν υπέρμετρη δέσμευση της προσωπικής ελευθερί-

ας του συμβαλλομένου και εκείνες με τις οποίες περιορίζεται υπερμέτρως η

ελευθερία προς (κυρίως) οικονομική και επαγγελματική δράση

Για δέσμευση της ελευθερίας του προσώπου με δικαιοπραξία γίνεται λόγος

μόνον όταν το πρόσωπο που δεσμεύτηκε είχε σύμφωνα με τον νόμο την ε-

ξουσία να διαθέσει κατά βούλησιν το αντικείμενο της δικαιοπραξίας Συνε-

πώς εάν η υποχρέωση του προσώπου δεν προέρχεται από δικαιοπραξία αλ-

λά από τον νόμο ή εάν το πρόσωπο που δεσμεύτηκε με δικαιοπραξία δεν εί-

χε σύμφωνα με τον νόμο την εξουσία να διαθέσει το αντικείμενο στο οποίο

αναφέρεται η δέσμευση η ΑΚ 179 δεν εφαρμόζεται38

Στην ελευθερία του προσώπου υπάγονται οι ατομικές ελευθερίες και τα α-

τομικά δικαιώματα αυτού39 όπως η ελευθερία συνειδήσεως της γνώμης της

διαθέσεως ψήφου του προσώπου κλπ Εδώ υπάγεται ιδίως η ελευθερία της

35 ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ 2012527 ΦΙΛΙΟΣ 2011352 36 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012 σημ 429 37 Πρβλ λχ ΑΠ 12601983 ΕλλΔνη 251347 (απεριόριστη δέσμευση της καλλιτεχνικής ελευθερί-

ας του πνευματικού δημιουργού) 38 ΕφΑθ 33271999 ΝοΒ 48485 39 ΕφΑθ 32841980 ΝοΒ 281225

23 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

εργασίας του εμπορίου της βιομηχανίας προς ανάπτυξη της οικονομικής

δράσεως του προσώπου40 Έτσι αντίκειται στα χρηστά ήθη

(1) κάθε δικαιοπραξία με την οποία απαγορεύεται σε κάποιον η άσκηση

ορισμένου επαγγέλματος ή ορισμένης βιομηχανικής ή εμπορικής δρα-

στηριότητος εφrsquo όσον περιέχει υπέρμετρη δέσμευση και

(2) η δικαιοπραξία με την οποία δεσμεύεται το δικαίωμα στην σωματική

ακεραιότητα του προσώπου στην υγεία ζωή τιμή το δικαίωμα στο

όνομα ή την προσωπικότητα το δικαίωμα εγκαταστάσεως ή μη σε ορι-

σμένο τόπο το δικαίωμα επιλογής επαγγέλματος κλπ41

γ Η ratio της απαγόρευσης

(1) Η οικονομική κατωτερότητα ενός εκ των συμβαλλομένων

Συνήθως η κατάρτιση συμβάσεως με καταδυναστευτικό περιεχόμενο

οφείλεται στην οικονομική κατωτερότητα του υποβαλλομένου στην

υπέρμετρη δέσμευση συμβαλλομένου Αυτό εκτιμάται ότι συμβαίνει

λόγω της ανάγκης αποκτήσεως της υπαρξιακής κατά κανόνα γιrsquo αυτόν

σημασίας παροχή του οικονομικώς ισχυρού αντισυμβαλλομένου συνή-

θως κάποια πίστωση Έτσι η οικονομική αυτή πίεση όταν μάλιστα

δεν υπάρχει δυνατότης καταφυγής σε άλλη πηγή αποκτήσεως του ιδί-

ου αγαθού με καλλίτερους όρους διαταράσσει την συμβατική ελευθε-

ρία η οποία μπορεί να συντρέχει ανεξαρτήτως της θέσεως που κατέχει

στην αγορά ο επιβάλλων τον περιορισμό συμβαλλόμενος (συνήθης επι-

χείρηση)

Η ρύθμιση αυτή της ΑΚ 179α΄ αντικειμενικώς κρινομένη φαίνεται ότι

είναι σχεδιασμένη με πνεύμα κηδεμονεύσεως ο δικαστής παρεμβαίνει

στο περιεχόμενο της συμβάσεως προκειμένου να προστατεύσει τον οι-

κονομικώς ασθενέστερο συμβαλλόμενο από μία άδικη εις βάρος του

κατανομή των συμβατικών βαρών και πλεονεκτημάτων

Προβληματισμός υπάρχει στο αν η οικονομική δέσμευση επέρχεται με

την κατάρτιση της συμβάσεως προκειμένου περί καταδυναστευτικών

συμβάσεων ή πρόκειται περί καταχρηστικής εκμεταλλεύσεως ήδη υ-

φισταμένης οικονομικής κατωτερότητος του αντισυμβαλλομένου προ-

40 Βλ ΤΟΥΣΗΣ Α 1978 sect 96 ΜΠΑΛΗΣ 1944 sect 64 41 Βλ ΤΟΥΣΗΣ opcit

24 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

κειμένου περί καταχρηστικής εκμεταλλεύσεως μονοπωλιακής ή δεσπό-

ζουσας θέσεως μιάς επιχειρήσεως στην αγορά

Εξrsquo άλλου χρήζει ιδιαιτέρας μνείας το ότι ενώ η συναλλακτικώς μειονε-

κτική θέση του ενός των συμβαλλομένων τεκμαίρεται αμαχήτως42 (ΑΚ

294 332sect2 334sect2 409 κλπ) στην περίπτωση καταδυναστευτικής

συμβάσεως ο αντισυμβαλλόμενος έχει δυνατότητα αποδείξεως ότι η

ρύθμιση υπήρξε προϊόν της ελευθέρας δικαιοπρακτικής αποφάσεως

του φαινομένου ως βλαπτομένου από αυτή συμβαλλομένου

(2) Η άδικη μεταξύ των μερών κατανομή των συμβατικών πλεονεκτημά-

των

Η κατανόηση του πότε είναι υπέρμετρη (ή ldquoυπερβολικήrdquohellip) ή εύλογη η

συμβατική δέσμευση της ελευθερίας του προσώπου συνιστά το κε-

ντρικό πρόβλημα του δόγματος των καταδυναστευτικών συμβάσεων

αν και η κρίση είναι νομική υποκείμενη στον έλεγχο του Αρείου Πάγου

Για τον λόγον αυτόν είναι καίριος ο ρόλος των μεγεθών αντιπαροχής

και δεσμεύσεως της οικονομικής ελευθερίας43

δ Η υπέρμετρη (υπερβολική) δέσμευση

Το κριτήριο της υπέρμετρης δεσμεύσεως ως αόριστη νομική έννοια και

προκειμένου να καταστεί δογματικώς κατάλληλη για να υπαχθεί σε αυτήν η

κρινομένη ατομική περίπτωση έχει ανάγκη εξειδικεύσεως λαμβανομένης

υπrsquo όψιν της ratio της απαγορεύσεως που τίθεται στην ΑΚ 179α΄ δηλαδή την

διάβρωση της συμβατικής ελευθερίας του ασθενέστερου μέρους αφrsquo ενός και

της ανισορροπίας στην κατανομή των συμβατικών ωφελημάτων μεταξύ των

μερών

Γίνεται ευρύτερα δεκτό στην σύγχρονη δογματική του Αστικού Δικαίου ότι

υπάρχει μία ldquoκινητήrdquo σχέση44 μεταξύ των προαναφερθέντων δύο κριτηρίων

εις τρόπον ώστε όσον εντονότερον διαβρώνεται η ελευθερία δικαιοπρακτι-

κής αποφάσεως του καταδυναστευομένου τόσον άτονος θα πρέπει να είναι

42 Για τον εμπορικό αντιπρόσωπο που συνάπτει ρήτρα μετασυμβατικής απαγορεύσεως του αντα-γωνισμού βλ ΠΔ 2191991 άρθρ10 εις εφαρμογήν του άρθρου 20 της Οδηγίας 86653 ΕΟΚ

43 ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ 2012528 ΣΠΥΡΙΔΑΚΗΣ 2004188 44 Πρβλ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012146

25 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

ο έλεγχος της άνισης κατανομής στο περιεχόμενο της σχετικής συμφωνίας

για να επιβεβαιώνεται ή όχι το στοιχείο της υπέρμετρης δεσμεύσεως45

Πέραν αυτών όμως είναι απαραίτητη και η συγκεκριμενοποίηση του κριτη-

ρίου της άνισης μεταξύ των μερών κατανομής των συμβατικών βαρών και

πλεονεκτημάτων οπότε είναι αναγκαία η αναδρομή σε ιδιαίτερα κριτήρια τα

οποία εφαρμόζει σχεδόν σταθερώς η νομολογία μας46

(1) Ο Μπαλής47 θεωρεί ότι πρέπει να συναρτάται η σχετική κρίση με το

σημείο ldquoμέχρι τοῦ ὁποίου εἶναι νόμῳ προστατεύσιμον τὸ συγκεκριμένον

συμφέρον τοῦ ἐπιβάλλοντος τὸν περιορισμὸνrdquo δηλαδή να συνυπολογί-

ζεται και το μέτρο της οικονομικής θυσίας στην οποία υποβάλλεται

ο ισχυρός συμβαλλόμενος ουσιαστικώς να σταθμίζεται η αξία της συ-

νολικής αντιπαροχής του χωρίς βεβαίως τα δύο αυτά μεγέθη να συ-

μπίπτουν κατrsquo ανάγκην

(2) Σημασίαν έχει και το στοιχείο της χρονικής διάρκειας της δεσμεύσεως

Όσον αφορά σε ρήτρες απαγορεύσεως ανταγωνισμού θεμιτός περιο-

ρισμός θεωρείται η διετία προκειμένου περί συμβάσεως εργασίας και η

πενταετία προκειμένου περί πωλήσεως επιχειρήσεως Αντιθέτως σε

συμβάσεις αποκλειστικής προμηθείας (κυρίως μπύρας ή ενέργειας) και

προμηθείας πρατηρίου βενζίνης η γερμανική νομολογία ανεβάζει το

όριο στα είκοσι περίπου έτη

(3) Σπουδαίο επίσης στοιχείο μετρήσεως του υπέρμετρου ή μη της συμ-

βατικής δεσμεύσεως είναι η τοπική έκτασή της Πρόκειται περί ενός

στοιχείου κινητού εν σχέσει προς την χρονική διάρκεια δεσμεύσεως αλ-

λά και προς τα λοιπά στοιχεία συγκεκριμενοποιήσεως της αόριστης έν-

νοιας του ldquoυπέρμετρουrdquo Δηλαδή δυνατόν όσον ευρύτερη κατά τόπο

και μακρότερη κατά χρόνον είναι η απαγόρευση τόσο μεγαλύτερο θα

πρέπει να είναι το περιουσιακό αντάλλαγμα που λαμβάνει το ασθενέ-

στερο μέρος ώστε να θεωρείται η ρήτρα θεμιτή Απροσδιόριστη κατά

τόπο και χρόνο απαγόρευση χωρίς πρόβλεψη δυνατότητος παύσεως

της δεσμεύσεως με καταγγελία προσδίδει κατά κανόνα ανήθικο χα-

45 Πρβλ ΤΕΛΛΗΣ 2007215 επ 46 Πληρέστερη ανάλυση των κριτηρίων αυτών σχετικώς με την ρήτρα μετασυμβατικής απαγο-

ρεύσεως του ανταγωνισμού βλ σε ΤΕΛΛΗΣ 2007223 επ 47 ΜΠΑΛΗΣ 1944 sect64

26 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

ρακτήρα στην σχετική ρήτρα48 διότι η έννομη τάξη δεν ευνοεί γενικώς

τις δεσμεύσεις μακροχρόνιας ή απεριορίστου διαρκείας49

(4) Το κατrsquo αντικείμενον εύρος της συμβατικἠς δεσμεύσεως είναι επίσης

κριτήριο συγκεκριμενοποιήσεως της αορίστου εννοίας του ldquoυπέρμε-

τρουrdquo Αν δηλαδή ο ασφαλειοδότης παρέχοντας υπέρμετρη εξασφά-

λιση στον δανειστή του μπορεί να ικανοποιήσει και τους λοιπούς δα-

νειστές του ή στον υποβληθέντα σε μετασυμβατική ρήτρα απαγόρευ-

σης ανταγωνισμού εναπομένει κάποια δυνατότητα επιδόσεως σε άλ-

λης μορφής οικονομική δραστηριότητα κατά την διάρκεια της απαγο-

ρεύσεως

Η παράθεση των ανωτέρω κριτηρίων είναι σαφώς ενδεικτική αφού η περί

υπέρμετρου δεσμεύσεως κρίση (πρέπει να) σχηματίζεται από μία συνολική

αξιολόγηση των ειδικών περιστάσεων που συνοδεύουν την επίμαχη σύμβα-

ση Έτσι προσμετρώνται και άλλα στοιχεία ndash κριτήρια όπως οι επαγγελμα-

τικές προοπτικές των συμβαλλομένων ή ο τρόπος λήξεως της συνεργασίας

των

Τέλος η ύπαρξη επίμεπτης υποκειμενικής στάσεως του ισχυροτέρου συμ-

βαλομένου δεν θεωρείται σύμφωνα με κρατούσα γνώμη προϋπόθεση της

ακυρότητας της συμβάσεως50

ε Εφαρμογή της διατάξεως

Η διάταξη (εδ α΄) εφαρμόζεται και στις χαριστικές δικαιοπραξίες51 Δεν ε-

φαρμόζεται η διάταξη όταν υπάρχει νόμος που συγχωρεί την υπέρμετρη δέ-

σμευση της ελευθερίας του προσώπου52 Δεν αποκλείεται η σύμβαση να

προσκρούει εν μέρει στα χρηστά ήθη οπότε έχει εφαρμογή η ΑΚ 181 (Μερι-

κή ακυρότητα δικαιοπραξίας Η ακυρότητα μέρους συνεπιφέρει την ακυρό-

τητα ολόκληρης της δικαιοπραξίας αν συνάγεται ότι δεν θα είχε επιχειρηθεί

χωρίς το άκυρο μέρος)

48 Πρβλ αντί πολλών ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ 2012528 49 Πρβλ αντίθετη άποψη (ΚΙΤΣΑΡΑΣ Ενοχικές δεσμεύσεις της εξουσίας διάθεσης 199957) σε ΓΕΩΡ-

ΓΙΑΔΗΣ 2012 sect 36 υποσημ 12 50 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 1983153 51 Βλ ΑΠ 9991975 (Βrsquo Τμήμα) ΝοΒ 24287 (ldquohellipἀποκλείεται ἡ ἐφαρμογὴ τοῦ ἐπὶ δικαιοπραξιῶν ἐφrsquo

ὧν ἐπίδοσις περιουσίας γίνεται ἄνευ ἀνταλλάγματος ἢ δὲν λαμβάνει χώραν ἀνταλλαγὴ παροχῶν διότι ἐπrsquo αὐτῶν δὲν γεννᾶται ζήτημα προφανοῦς δυσαναλογίας παροχῆς καὶ ἀντιπαροχῆςrdquo)

52 Βλ ΤΟΥΣΗΣ 1978506 επ ndash ΑΠ 1301950 27 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

ϛ Έννομες συνέπειες

(1) Σύμφωνα με την ΑΚ 179 η δικαιοπραξία που δεσμεύει υπερμέτρως την

ελευθερία του προσώπου είναι ldquoΆκυρη ως αντίθετη προς τα χρηστά ή-

θηhelliprdquo και όπως ισχύει για κάθε ανήθικη δικαιοπραξία θεωρείται από-

λυτη53 μπορεί δε να λαμβάνεται υπόψιν και αυτεπαγγέλτως από το

δικαστήριο54 Τούτο είναι λογικό και κατrsquo ακολουθίαν ορθό αφού η

απαγόρευση της υπέρμετρης δέσμευσης της ελευθερίας σκοπεί στην

προστασία της προσωπικότητας ώστε να μην αφαιρείται το αγαθό της

εξουσίας της δικαιοπρακτικής διαθέσεως του μέρους

Προκειμένου όμως περί υπέρμετρης δεσμεύσεως της οικονομικής ε-

λευθερίας προσώπου δηλαδή οικονομικών συμφερόντων των οποίων

η διαφύλαξη είναι αποκλειστική υπόθεση του προσώπου αυτού τότε

σε μια τέτοια περίπτωση το πρόσωπο αυτό και μόνο μπορεί να κρίνει

καλλίτερα από κάθε άλλον αν η άρση των δικαιοπρακτικών αποτελεσμά-

των με την επίκληση της ΑΚ 179α ακυρότητος εξυπηρετεί πράγματι τα

συμφέροντά του5556

(2) Η ακυρότητα είναι κατά κανόνα ολική ιδία όσον αφορά σε υπέρμετρη

δέσμευση της προσωπικής ελευθερίας57 Στις περιπτώσεις όμως όπου

ο ανήθικος χαρακτήρας προσδιορίζεται από οικονομικής φύσεως α-

νταλλάγματα θα πρέπει να είναι δυνατή η μερική ακυρότητα ώστε με-

τά την αφαίρεση του αδίκου μέρους να μπορεί να ισχύσει η σύμβαση

με το υπόλοιπο ορθό περιεχόμενο της και έτσι το ασθενέστερο μέρος

να ldquoαπολαύσει τελικά την πολύτιμη γιrsquo αυτόν παροχή του αντισυμβαλ-

λομένου του αλλά με δίκαιους τώρα όρουςrdquo Την δυνατότητα της μερικής

ακυρότητος φαίνεται να δέχεται η κρατούσα γνώμη πράγμα που ση-

μαίνει ότι το δικαστήριο έχει την δυνατότητα να μειώσει μετά από αί-

τηση του βλαπτομένου την δέσμευση αυτού στο προσήκον μέτρο

53 ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ 2012525 επ 54 ΛΑΔΑΣ 1979159 επ 55 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012153 56 Θεωρείται ότι σε παρόμοιες περιπτώσεις πρέπεται η (κατrsquo εξαίρεσιν) σχετική ακυρότητα διότι η

απόφαση για την διατήρηση ή άρση των δικαιοπρακτικών αποτελεσμάτων πρέπει να ανήκει αποκλειστικώς στο βλαπτόμενο από την συμβατική ρύθμιση μέρος το οποίο γνωρίζει κάλλιον παντός άλλου το τι πράγματι το συμφέρει άλλως υπάρχει ανεπίτρεπτη κηδεμόνευση των συμφερόντων αυτού του συμβαλλομένου (ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2013113)

57 εα 2α 28 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

3 Η Καταπλεονεκτική Δικαιοπραξία

α Γενικά ndash σχέση με ΠΚ 404 405

Σύμφωνα με το πραγματικό της ΑΚ 179βrsquo καταπλεονεκτική δικαιοπραξία

υπάρχει όταν στο πρόσωπο του καταπλεονεκτούμενου συντρέχουν προφα-

νής δυσαναλογία παροχής και αντιπαροχής ανάγκη κουφότητα ή απειρία

και εκμετάλλευση της μειονεκτικής αυτής θέσεως από τον καταπλεονέκτη

Σύμφωνα με την νομολογία για την πλήρωση του πραγματικού απαιτείται η

συνδρομή και των τριών αυτών προϋποθέσεων σωρευτικώς

Γίνεται δεκτό ότι σε περίπτωση ελλείψεως κάποιου από τα ανωτέρω στοι-

χείου καταφάσκεται η ακυρότητα της δικαιοπραξίας με αναγωγή στην γενι-

κή ρήτρα της ΑΚ 178 υπό την προϋπόθεση ότι συντρέχουν πρόσθετα στοι-

χεία τα οποία μπορούν να προσδώσουν στην δικαιοπραξία το χρώμα της α-

νηθικότητας

Εκδήλωση της απαγορεύσεως της καταπλεονεκτήσεως αποτελεί η ρύθμιση

των άρθρων ΠΚ 404 (τοκογλυφία) και ΠΚ 405 (αισχροκέρδεια) το πραγμα-

τικό των οποίων είναι ουσιαστικώς ίδιο με αυτό της ΑΚ 179βrsquo Αν και τίποτε

δεν εμποδίζει για την ακυρότητα καταπλεονεκτικής δικαιοπραξίας την πα-

ράλληλη επίκληση και των δύο νομοθετικών βάσεων ορθότερη θεωρείται να

διαφυλαχθεί η αυτονομία της ρυθμίσεως της ΑΚ179βrsquo αφού ο νομοθέτης

φαίνεται ότι θέλησε να ρυθμίσει ρητώς τις συνέπειες της καταπλεονεκτήσε-

ως τον ΑΚ

β Προϋποθέσεις εφαρμογής της διατάξεως

Καταπλεονέκτηση μπορεί να υπάρχει σε κάθε τύπο επαχθούς δικαιοπραξίας

με περιουσιακό περιεχόμενο58 οι οποίες μπορεί να είναι αμφοτεροβαρείς

ετεροβαρείς αιτιώδεις αναιτιώδεις (όπως πχ η αγοραπωλησία η μίσθωση

58 Διαφορετικό είναι το ζήτημα της παροχής περιουσιακού ωφελήματος με ldquoανεξάρτητηrdquo μονομε-ρή δικαιοπραξία με την οποία προσδίδεται καταπλεονεκτικό χρώμα σε προηγούμενη σύμβαση από την οποία θα πηγάζει συνήθως η υποχρέωση για τέλεση της μονομερούς δικαιοπραξίας (πχ παροχή υποθήκης)

29 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

πράγματος ή έργου ή εργασίας η εταιρεία η σύμβαση μεσιτείας ή εγγύηση)

όταν αυτές καταρτίζονται με δυσανάλογο αντάλλαγμα59

Η ΑΚ 179βrsquo δεν εφαρμόζεται στις χαριστικές δικαιοπραξίες γιατί η επίδοση

της περιουσίας γίνεται χωρίς αντάλλαγμα και έτσι δεν υπάρχει δυσαναλογία

παροχής και αντιπαροχής όπως πχ στην δωρεά στην εντολή στην άφεση

χρέους στην παρακαταθήκη χωρίς αμοιβή ή στην εγγύηση εκτός αν αυτή

ανελήφθη στο πλαίσιο μιάς αμφοτεροβαρούς συμβάσεως με ευρύτερο περι-

εχόμενο

γ Προφανής δυσαναλογία μεταξύ παροχών

Στην καταπλεονεκτική σύμβαση η ελευθερία δικαιοπρακτικής αποφάσεως

του καταπλεονεκτούμενου είναι διαταραγμένη αφού αυτός ευρίσκεται σε

μία δυσμενή σε σχέση με τον καταπλεονέκτη θέση που δεν του επιτρέπει να

προασπίσει ορθολογικώς τα συνδεόμενα με την σύμβαση συμφέροντά του

έτσι ο μηχανισμός συμβάσεως δεν μπορεί εδώ να παράσχει κανένα εχέγγυο

ορθότητος Ότι το περιεχόμενο της καταπλεονεκτικής συμβάσεως δεν είναι

ldquoορθόrdquo μαρτυρεί τελικώς η ύπαρξη της προφανούς δυσαναλογίας

Η προφανής δυσαναλογία των ανταλλασσομένων παροχών ανάγεται σε

απαραίτητο στοιχείο του πραγματικού της καταπλεονεκτήσεως στην ΑΚ

179βrsquo ενώ ταυτοχρόνως είναι και πρόβλημα που για να κατανοηθεί σωστά

πρέπει να φωτισθεί μέσα από τον συνδυασμό και την αντίθεση μιάς πλειά-

δος αρχών οι οποίες σε κινητή μεταξύ των σχέση συγκροτούν το σύστημα

του δικαίου των ενοχικών συμβάσεων60

Ως έννοια αόριστη είναι αναμφισβητήτως έννοια νομική και η υπαγωγή σε

αυτήν της σχέσεως αξίας των αμοιβαίων παροχών αποτελεί κρίσιν αξιολο-

γική υποκείμενη στον έλεγχο του ΑΠ61

Ομοφώνως γίνεται δεκτό ότι αφετηρία της κρίσεως περί υπάρξεως ή μη

προφανούς δυσαναλογίας πρέπει να αποτελεί η αντικειμενική αξία των α-

νταλλασσομένων παροχών δηλαδή η συνήθης στις συναλλαγές αξία62 Έτσι

59 Βλ ΜΠΑΛΗΣ 1944190 (sect66) 60 Βλ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 19837 σημ 23 61 ΦΙΛΙΟΣ 2011 sect147Β 62 Πρβλ ΑΠ 20952009 (Α1 Τμήμα) ldquohellipφανερή δυσαναλογία μεταξύ παροχής και αντιπαροχής

είναι αυτή που υποπίπτει στην αντίληψη λογικού και έχοντος πείρα των σχετικών συναλλαγών ανθρώπου και η οποία υπερβαίνει το μέτρο κατά το οποίο είναι ανθρωπίνως φυσικό να απο-κομίζει ο ένας κάποιο όφελος από σύμβαση οικονομικού περιεχομένου επί ζημία του άλλουrdquo

30 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

διαπιστουμένης της αντικειμενικής αξίας των αμοιβαίων παροχών ακολου-

θεί η κρίση για το αν υφίσταται μεταξύ των προφανής δυσαναλογία λαμβα-

νομένων πάντοτε υπrsquo όψιν της φύσεως της συμβάσεως και του επιδιωκομέ-

νου με αυτήν οικονομικού σκοπού63 ενώ στις περιπτώσεις ακινήτων χρη-

σιμοποιείται ευρέως στην πράξη το κριτήριο της laesio enormis64

Ένα επιπλέον στοιχείο που λαμβάνεται υπrsquo όψιν για την διαπίστωση της υ-

πάρξεως προφανούς δυσαναλογίας είναι η λεγομένη ldquoρήτρα προσθέσεωςrdquo

δηλαδή το άθροισμα των ωφελημάτων που έλαβε ο καταπλεονέκτης και των

περιουσιακών ωφελημάτων που επιπροσθέτως κατέβαλλε ο καταπλεονε-

κτούμενος σε τρίτα πρόσωπα (πχ μεσιτεία αμοιβές σε βοηθητικά πρόσωπα

κλπ)

Υπάρχουν όμως και μερικά σχετιζόμενα με την δυσαναλογία των ανταλ-

λασσομένων παροχών ειδικότερα προβλήματα που εμφανίζονται συχνά

στην δικαστηριακή πράξη παρουσιάζοντα ταυτοχρόνως σπουδαίο δογματι-

κό ενδιαφέρον

(1) Πρόσθετο τίμημα στην πώληση ακινήτου μπορεί να ληφθεί υπrsquo όψιν

το επιπλέον του αναγραφομένου στο συμβολαιογραφικό έγγραφο τι-

μήματος επιπροσθέτως καταβληθέν τίμημα

(2) Το καταπλεονεκτικό σύμφωνο εξωνήσεως η συνομολόγηση δικαιώ-

ματος εξωνήσεως με τίμημα προφανώς δυσανάλογο εν σχέσει προς αυ-

τό της πωλήσεως μήπως υποκρύπτει τοκογλυφικό δάνειο Εδώ θα

πρέπει να σταθμιστεί η δυνατότητα του πωλητή να αποτρέψει την κα-

ταπλεονεκτική γιrsquo αυτόν ρύθμιση ασκώντας το δικαίωμα εξωνήσεως

Εάν δηλαδή ο πωλητής ασκήσει αυτό το δικαίωμα παρά την προφανή

δυσαναλογία η πώληση δεν έχει καταπλεονεκτικό χαρακτήρα

(3) Η διαπίστωση της προφανούς δυσαναλογίας στον συμβιβασμό τα

συγκρινόμενα μεγέθη είναι οι αμοιβαίες παραχωρήσεις των μερών και

όχι οι εκατέρωθεν αναλαμβανόμενες υποχρεώσεις προς παροχή Η σω-

στή όμως εκτίμηση των παραχωρήσεως προϋποθέτει ως αφετηρία

63 ΑΠ 20952009 64 Ο ΛΙΤΖΕΡΟΠΟΥΛΟΣ 1932208 επ προτείνει αποδοχή της υπάρξεως προφανούς δυσαναλογίας

όταν η μία παροχή δεν φθάνει το 60 ή 50της αξίας της άλλης Βλ επίσης υποσημείωση 560 στο ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012

31 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

την νομική κατάσταση που υπήρχε πριν τον συμβιβασμό υπερβολικές

αξιώσεις προβαλλόμενες αυθαιρέτως δεν λαμβάνονται εδώ υπrsquo όψιν

Η ύπαρξη της προφανούς δυσαναλογίας κρίνεται κατά τον χρόνο καταρτί-

σεως της συμβάσεως είναι αδιάφορο αν η προφανής δυσαναλογία επήλθε

αργότερα εκτός της περιπτώσεως όπου ο καταπλεονεκτούμενος στο πλαί-

σιο της υφισταμένης κυρίας συμβατικής σχέσεως συνομολογεί ή παρέχει

πρόσθετα περιουσιακά ωφελήματα (πχ εμπράγματη ασφάλεια) που προσ-

δίδουν πλέον στην συνολική συναλλαγή καταπλεονεκτικό χρώμα

δ Ανάγκη Κουφότητα Απειρία

(1) Ανάγκη

Είναι η κατάσταση ενός προσώπου (του δικαιοπρακτούντος ή κάποιου

που συνδέεται στενά με αυτόν) που ευρίσκεται σε άμεσο οικονομικό ή

άλλο κίνδυνο65 η αντιμετώπιση του οποίου είναι ανεπίδεκτη αναβο-

λής66 Η ανάγκη πρέπει να έχει χαρακτήρα επιτακτικό και να είναι τόσο

σοβαρή ώστε αντικειμενικώς κρινομένη να μπορεί να θεωρηθεί ότι

κάθε εχέφρων άνθρωπος θα οδηγείτο στην ίδια δικαιοπρακτική συ-

μπεριφορά

Ενώ η φύση της ανάγκης είναι συνήθως οικονομική η σπουδαιότητα

του διακινδυνευομένου αγαθού καθορίζει το αν η συγκεκριμένη κάθε

φορά περίπτωση μπορεί να υπαχθεί ή όχι στην ρύθμιση της ΑΚ 179βrsquo

Είναι αδιάφορο αν η ανάγκη είναι μόνιμη ή παροδική αφού αποφασι-

στική για την εφαρμογή της ΑΚ 179βrsquo είναι η ύπαρξη ανάγκης μόνο κα-

τά τον χρόνο καταρτίσεως της δικαιοπραξίας Η ανάγκη πρέπει να είναι

πραγματική και άμεση επιτακτική και ανεπίδεκτη αναβολής

(2) Κουφότητα

Προϋπόθεση της ορθής λειτουργίας της ιδιωτικής αυτονομίας είναι η

εκ μέρους των αντισυμβαλλομένων ορθολογική στάθμιση των υπέρ και

κατά της συμβατικής ρυθμίσεως Όταν όμως ο αντισυμβαλλόμενος α-

διαφορεί λόγω απερισκεψίας ή ελλείψεως επαρκούς σκέψεως και δεν

αποδίδει στις πράξεις του την σημασία την αξία και τις συνέπειες που

έχουν αυτές τότε η συναλλακτική συμπεριφορά του χαρακτηρίζεται

65 ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ 2012530 66 ΑΠ 19982007

32 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

από κουφότητα Η κουφότητα μπορεί να οφείλεται σε οποιονδήποτε

λόγο όπως είναι η πνευματική νόσος ου δεν επέφερε όμως ολική ή με-

ρική ασυνειδησία των πράξεων του προσώπου ώστε να το κάνει εντε-

λώς ή περιορισμένως ανίκανο για την σύνταξη δικαιοπραξίας67

(3) Απειρία

Ως απειρία νοείται η έλλειψη της περί τη ζωή και τις συναλλαγές πεί-

ρας68 Το ερώτημα όμως είναι αν η σχετική με συγκεκριμένη δικαιο-

πραξία απειρία στοιχειοθετεί την απειρία της ΑΚ 179βrsquo ή όχι Γίνεται

δεκτό ότι υπάρχουν τρείς διαβαθμίσεις69 της απειρίας

(α) Η καθολική όπου ο συμβαλλόμενος στερείται παντελώς συναλ-

λακτικής πείρας και κατά συνέπειαν η περίπτωσή του υπάγεται

στην ρύθμιση της ΑΚ 179β΄

(β) Η απειρία σε ορισμένο μόνο συναλλακτικό τομέα (λχ πράξεις

επί ακινήτων χρηματιστηριακές συναλλαγές κλπ) εδώ η απειρία

δεν αποτελεί σταθερή ιδιότητα του προσώπου και παρά το ότι η

γενική του πείρα του επιτρέπει να κρίνει το επισφαλές της δικαι-

οπραξίας στην οποία προβαίνει η ελευθερία δικαιοπρακτικής α-

ποφάσεώς του δεν παύει να είναι διαταραγμένη Κατά συνέπεια

δικαιούται της προστασίας της ΑΚ 179βrsquo

(γ) Προβληματική αλλά και με πολύ μεγάλη πρακτική σημασία είναι

η τρίτη μορφή απειρίας που χαρακτηρίζεται από την έλλειψη ει-

δικών γνώσεων πού έχει ανάγκη ο σύγχρονος καταναλωτής στις

καθημερινές συναλλαγές του γνώσεων απαραιτήτων για τον

σχηματισμό σωστής εικόνας της προσφερόμενης σε αυτόν παρο-

χής Κι΄ εδώ η ελευθερία δικαιοπρακτικής αποφάσεως του κατα-

ναλωτή αδαούς όντος λόγω ανεπαρκούς πληροφορήσεως εμφα-

νίζεται διαταραγμένη και άξια της κατά την ΑΚ 179βrsquo προστασίας

ε Εκμετάλλευση

Ενώ η νομολογία μας θεωρεί αναγκαίο στοιχείο της ΑΚ 179βrsquo την υποκειμενι-

κή προϋπόθεση της εκμεταλλεύσεως την οποία πρέπει να αποδεικνύει ο ε-

67 ΑΠ 3821992 ΝοΒ 41874 68 ΑΠ 9362007 69 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012196 επ

33 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

πικαλούμενος την εφαρμογή της διατάξεως δεν έχει μέχρι τώρα αποσαφη-

νιστεί πλήρως σε τι ακριβώς συνίσταται η ldquoεκμετάλλευσηrdquo Βέβαιο πάντως

είναι ότι το στοιχείο αυτό δεν θα πρέπει να θεωρηθεί ως ηθική μομφή στο

πρόσωπο του καταπλεονέκτη

Κατrsquo αρχάς απορρίπτεται η επίκληση δόλου αφού ο δόλος απαιτείται από

την λειτουργία της ποινής και είναι ξένος προς τον λειτουργικό ρόλο της α-

κυρότητας της ανήθικης δικαιοπραξίας Το ότι δεν πρόκειται περί μομφής

φαίνεται στις περιπτώσεις καταρτίσεως δικαιοπραξίας κατά παράκλησιν

του αντισυμβαλλομένου και όχι από εκμεταλλευτική διάθεση του καταπλεο-

νέκτη Επιπλέον εάν επρόκειτο περί συνειδήσεως της ανηθικότητος εκ μέ-

ρους του καταπλεονέκτη μια τέτοια συνείδηση λόγω του περιεχομένου σε

αυτήν αξιολογικού και βουλητικού στοιχείου θα ισοδυναμούσε με πταίσμα

και δη στον βαθμό του dolus malus στοιχείου όμως ξένου προς την προ-

βληματική των ανήθικων γενικώς δικαιοπραξιών

Η ελληνική νομολογία φαίνεται να ακολουθεί την άποψη ότι ο καταπλεονέ-

κτης γνωρίζει την συναλλακτικώς δυσμενή θέση του καταπλεονεκτούμενου

και την προφανή δυσαναλογία μεταξύ παροχής και αντιπαροχής στοιχεία τα

οποία δεν θεωρεί ως λόγο προσωπικής μομφής κατά του καταπλεονέκτη αλ-

λά καταλογισμού σε αυτόν του κινδύνου της ακυρότητας της δικαιοπραξίας

Τα δικαστήρια φαίνεται ότι ταυτίζουν την εκμετάλλευση με την εκ μέρους

του καταπλεονέκτη γνώση της συναλλακτικώς δυσμενούς θέσεως του κα-

ταπλεονεκτούμενου Είναι συνήθης στις αποφάσεις η επωδός ldquoεπωφελήθη-

κεrdquo70 της γνωστής σε αυτόν ανάγκης κουφότητας ή απειρίας Γίνεται όμως

παγίως δεκτό ότι αν ο καταπλεονέκτης αγνοούσε την κατάσταση του αντι-

συμβαλλομένου του δεν υπάρχει εκμετάλλευση κατά την ΑΚ 179βrsquo Και βε-

βαίως ερωτάται γιατί θα πρέπει να γνωρίζει μόνο την ανάγκη κουφότητα ή

απειρία και όχι και την προφανή δυσαναλογία των αμοιβαίων παροχών

4 Έννομες συνέπειες

Η καταπλεονεκτική δικαιοπραξία είναι απολύτως άκυρη και για τα δύο μέρη

κατά την έννοια της ΑΚ 180 Την ακυρότητα μπορεί να προβάλλει και κάθε τρίτος

70 Πρβλ ΑΠ 20952009 34 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

που έχει έννομο συμφέρον επομένως και ο κληρονόμος ενός από τους συναλλαγέ-

ντες71

Δεν αποκλείεται και μερική ακυρότητα της δικαιοπραξίας Τούτο θα συμβεί

εάν μπορεί να προσδιορισθεί ακριβώς η μεταξύ παροχής και αντιπαροχής αναλο-

γία οπότε η δικαιοπραξία είναι άκυρη κατά το υπερβάλλον72 Κατά πόσον σε τέ-

τοια περίπτωση η μερική ακυρότητα θα συνεπιφέρει την ακυρότητα της όλης δι-

καιοπραξίας κρίνεται κατά την ΑΚ 18173

Σύμβαση εντόκου δανείου μπορεί να χαρακτηρισθεί καταπλεονεκτική συμ-

φώνως προς την ΑΚ 179 μόνο στην περίπτωση συνομολογήσεως ή λήψεως αθέ-

μιτων (τοκογλυφικών) τόκων εν σχέσει προς την αντιπαροχή με την εκμετάλ-

λευση της ανάγκης κουφότητας κλπ του δανεισθέντος οπότε και επέρχεται είτε

ολοκληρωτική και απόλυτη ακυρότητα της καταπλεονεκτικής δικαιοπραξίας κα-

τά τον κανόνα της ΑΚ 181 είτε μερική ακυρότητα οπότε αφού προσδιορισθεί

ακριβώς η μεταξύ παροχής και αντιπαροχής αναλογία η δικαιοπραξία είναι αι-

σχροκερδής και άκυρη κατά το υπερβάλλον

Η προβολή της ακυρότητας από εκείνον που μετήλθε την εκμετάλλευση

μπορεί να αποκρουσθεί με την ένσταση της ΑΚ 281 Αυτό μπορεί να συμβεί όταν

το δικαίωμα ακυρώσεως ασκείται καθυστερημένα εφ΄ όσον όμως συντρέχουν

και άλλα περιστατικά74

Οι παροχές που έγιναν σε εκπλήρωση της καταπλεονεκτικής υποσχετικής

συμβάσεως μπορούν να αναζητηθούν είτε με διεκδικητική αγωγή είτε με αγωγή

αδικαιολόγητου πλουτισμού Αυτός που ζημιώθηκε από την αισχροκερδή δικαιο-

πραξία δικαιούται εφ΄ όσον συντρέχουν οι όροι των ΑΚ 919 και ΑΚ 914 και απο-

ζημιώσεως

71 ΑΠ 9362007 72 ΜΠΑΛΗΣ 1944191 73 ΜΠΑΛΗΣ op cit 74 Για την προστασία των καλόπιστων τρίτων μέσω της ΑΚ 281 βλ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012232 επ

35 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ ΣΤ ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ Γενικές Αρχές Αστικού Δικαίου Π Ν Σάκκουλας 2012 ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ ΣΤ ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ndash ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟΣ ΠΑΝ ΜΙΧΑΗΛ Αστικός Κώδικας κατ΄ άρ-

θρο ερμηνεία τόμος Ι Π Ν Σάκκουλας 1978 ΛΑΔΑΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ Α Η ακυρότητα της δικαιοπραξίας λόγω αντιθέσεως εις τα χρη-

στά ήθη χό Θεσσαλονίκη 1979 ΛΙΤΖΕΡΟΠΟΥΛΟΣ Γ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ Η Νομολογία ως παράγων διαπλάσεως του ιδιωτικού

δικαίου Θεσσαλονίκη 1932 ΜΠΑΛΗΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ Α Γενικαί αρχαί του Αστικού Δικαίου Παπαζήσης 1944 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ ΑΛ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ Οι καταπλεονεκτικές δικαιοπραξίες Σάκκουλας Αντ

Ν 1983 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ ΑΛ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ Δικαιοπραξιες αντίθετες προς τα χρηστά ήθη Σάκ-

κουλας Αντ Ν 2012 ΠΑΠΑΣΤΕΡΙΟΥ Η ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ Αστικό Δίκαιο Επιτομή Εκδόσεις Σάκκουλα ΑΕ 2010 ΣΠΥΡΙΔΑΚΗΣ Σ ΙΩΑΝΝΗΣ Εγχειρίδιο Αστ Δικαίου 1 - Γενικές Αρχές Αντ Ν Σάκκου-

λας 2004 ΤΕΛΛΗΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ Δ Ρήτρα μετασυμβατικής απαγόρευσης ανταγωνισμού στο δί-

καιο εταιρειών και επιχειρήσεων λειτουργία και δικαστικός έλεγχος του περιε-χομένου της Εκδόσεις Σάκκουλα ΑΕ 2007

ΤΟΥΣΗΣ ΧΡ ΑΝΔΡΕΑΣ Γενικαί Αρχαί του Αστικού Δικαίου μετʹ εισαγωγής εις το δίκαι-ον εν γένει Αφοί Σάκκουλα 1978

ΤΡΙΑΝΤΟΣ Τ ΝΙΚΟΛΑΟΣ Δικαιοπραξιες Νομική Βιβλιοθηκη 2011 ΤΡΙΑΝΤΟΣ Τ ΝΙΚΟΛΑΟΣ Αστικό Δίκαιο-Επιτομή Νομική Βιβλιοθήκη 2013 ΦΙΛΙΟΣ ΧΡ ΠΑΥΛΟΣ Γενικές Αρχές Αστικού Δικαίου Εκδόσεις Σάκκουλα ΑΕ 2011 ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΕΙΣ ΑΝΔΡΟΥΛΙΔΑΚΗ-ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗ ΙΣΜΗΝΗ Η αντίθεση της διαθήκης στα χρηστά ήθη ΝοΒ

301234 ΠΕΛΕΝΗ-ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ Α Η αντιμετώπιση από τη νομολογία του άρθρου 179 περ

α΄ ΑΚ ΕλλΔνη 199459 ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟΣ ΠΑΝ ΜΙΧΑΗΛ-ΛΑΔΟΓΙΑΝΝΗΣ ΓΕΩΡ Κριτήρια αντίθεσης συμφώνου

προτίμησης προς τα χρηστά ήθη (γνμδ) ΧρΙΔ 1263 ΤΟΥΣΗΣ ΧΡ ΑΝΔΡΕΑΣ Η έννοια των χρηστών ηθών ΕΕΝ 231956 ΦΑΣΟΥΛΑΣ ΖΗΣΗΣ Η απάτη και η ακυρότητα της δικαιοπραξίας ως αντίθετη στα

χρηστά ήθη ΠοινΧρ 921032

36 36

  • 2 Συμβατική ελευθερία και γενικές ρήτρες
  • 4 Κριτήρια προσδιορισμού των χρηστών ηθών
    • Μια πρώτη κατηγοριοποίηση όμως αντίθεσης στα χρηστά ήθη μπορεί να γίνει με βάση το αν αυτή προκύπτει από το περιεχόμενο τους
      • 10 Ακυρότητα
      • α Απόλυτη ή σχετική
      • β Συνολική ή μερική
      • γ Ακυρότητα στις αιτιώδεις και αναιτιώδεις δικαιοπραξίες
      • 11 Δικονομική μεταχείριση
      • 12 Επίγραμμα

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

Α ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΉΘΗ (ΑΚ 178)

1 Εισαγωγή σελ 1

2 Συμβατική ελευθερία και γενικές ρήτρες σελ 1

3 Η ρήτρα των χρηστών ηθών και η εξ αυτής σύνδεση του δικαίου

με την ηθική σελ 2

4 Κριτήρια προσδιορισμού των χρηστών ηθών σελ 4

5 Η θετικοποίηση των εξωδικαιϊκών αρχών στο Σύνταγμα αλλά και

σε διεθνή νομοθετήματα σελ 7

6 Η έμμεση τριτενέργεια των συνταγματικών διατάξεων σελ 8

7 Κατηγοριοποίηση ανήθικων δικαιοπραξιών σελ 10

8 Τα ενδιάμεσα σκαλοπάτια κατηγοριοποίησης των ανήθικων

Δικαιοπραξιών σελ 13

9 Κρίσιμος χρόνος διαγνώσεως της αντίθεσης στα χρηστά ήθη σελ 16

10 Ακυρότητα σελ 17

11 Δικονομική μεταχείριση σελ 20

12 Επίγραμμα σελ 21

Β ΚΑΤΑΔΥΝΑΣΤΕΥΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑndash ΑΙΣΧΡΟΚΕΡΔΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ (ΑΚ 179) 1 Η σχέση μεταξύ των δύο ειδικών πραγματικών του άρθρου ΑΚ 179 σελ 22

2 Η Καταδυναστευτική Δικαιοπραξία σελ 22

3 Η Καταπλεονεκτική Δικαιοπραξία σελ 29

4 Έννομες συνέπειες σελ 34

Γ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ σελ 37

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

Α

Α ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΉΘΗ (ΑΚ 178) [Γεωργία Γ Πατσούρα]

1 Εισαγωγή

Η διάταξη του άρθρου 178 του Αστικού Κώδικα είναι μια διάταξη λιτή Για

την πλήρωση του πραγματικού της και την επέλευση των εννόμων συνεπειών αυ-

τού αρκεί μια προϋπόθεση η αντίθεση ndashτης δικαιοπραξίας- στα χρηστά ήθη

Και ενώ η διάκριση της δικαιοπραξίας από συναφείς έννοιες είναι συνήθως

εύκολα διαγνώσιμη η διαπίστωση της αντίθεσης της στα χρηστά ήθη αποτελεί

για τον ερμηνευτή του δικαίου ένα σύνθετο δημιουργικό αλλά και επίπονο έργο

Ιδιαίτερα ο δικαστής ο οποίος καλείται να αποφανθεί επί του ζητήματος πρέπει

να συγκεράσει τις αντιλήψεις της κοινωνίας περί χρηστών ηθών όπως αυτές με-

τασχηματίζονται στην πορεία του χρόνου με τις συνταγματικές επιταγές και τις

υπερσυνταγματικές διεθνείς συμβάσεις που a priori τον δεσμεύουν Επιπλέον ο-

φείλει να αξιολογήσει in concreto την υπό κρίση δικαιοπραξία συνεκτιμώντας τις

πέριξ αυτής ειδικότερες συνθήκες και περιστάσεις Τέλος η λύση που θα δώσει

απαιτείται πέρα και πάνω από όλα -ακόμη και αν ξενίσει ή ξαφνιάσει- να ανταπο-

κρίνεται στην ανώτερη Ιδέα την οποία αυτός ετάχθη να υπηρετεί αυτή της ουσι-

αστικής Δικαιοσύνης

2 Συμβατική ελευθερία και γενικές ρήτρες

Ο ελληνικός Αστικός Κώδικας είναι ένας κώδικας φιλελεύθερος Επηρεασμέ-

νος κυρίως από το Γερμανικό Αστικό Κώδικα και από τη λεγόμενη σχολή των

Πανδεκτιστών περιέχει στο μεγαλύτερο μέρος του διατάξεις ουδέτερες κοινωνι-

κοοικονομικά που δε φαίνεται να στηρίζονται σε ηθικοπολιτικές αρχές και αξιο-

λογήσεις αλλά κυρίως διατάξεις τεχνικές με αφηρημένο χαρακτήρα1 Οι κανόνες

1 Βλ και ΜΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟΥ Επιτομή Ενοχικού Δικαίου σελ7-8 1 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

του κατά το πλείστον ενδοτικοί με εξαίρεση κυρίως τους αναγκαστικούς κανόνες

του κληρονομικού και οικογενειακού δικαίου στηρίζονται κυρίως στην αρχή της

ιδιωτικής αυτονομίας και στις ειδικότερες αυτής εκδηλώσεις ελευθερία των συμ-

βάσεων του διατιθέναι κλπ που αποτελούν θεμέλιο όλου του ελληνικού δικαίου

και του οικονομικού συστήματος Έχοντας ως αφετηρία την τυπική (αλλά φευ όχι

συνήθως πραγματική) ισότητα των συμβαλλομένων αναγνωρίζει σε αυτούς το

δικαίωμα της ελεύθερης ανάπτυξης της προσωπικότητας τους και της δράσης

τους με οποιοδήποτε τρόπο αυτοί θεωρούν πρόσφορο

Αντίβαρο στην ιδεολογική ουδετερότητα των διατάξεων του αλλά και όριο

στη συμβατική ελευθερία όταν αυτή γειτνιάζει με την κατάχρηση δικαιώματος θέ-

τει ο Αστικός Κώδικας με τις γενικές ρήτρες διατάξεις με αόριστο περιεχόμενο το

οποίο θα συγκεκριμενοποιήσει κατά περίπτωση ο ερμηνευτής του δικαίου με

γνώμονα αξιολογικά κριτήρια το περιεχόμενο των οποίων εναλλάσσεται στο χρό-

νο καθώς οι κοινωνικές σχέσεις εξελίσσονται όπως τα χρηστά ήθη το κριτήριο

της καλής πίστης και ο κοινωνικός και οικονομικός σκοπός των δικαιωμάτων2

Έργο λοιπόν του δικαστή κατά την πραγμάτωση του δικαίου είναι να ερμηνεύει

τις ρήτρες αυτές λαμβάνοντας υπrsquo όψιν τις κοινωνικές πολιτικές και οικονομικές

εξελίξεις αλλά και ανάγκες κάθε εποχής και εναρμονίζοντας τη γενικότερη φυσιο-

γνωμία του Αστικού Κώδικα στη σύγχρονη ανθρώπινη κοινωνία

3 Η ρήτρα των χρηστών ηθών και η εξ αυτής σύνδεση του δικαίου με

την ηθική

Η ρήτρα των χρηστών ηθών συνδέει το δίκαιο και την εφαρμογή του με την

ηθική και μάλιστα την κοινωνική δηλαδή τις αντιλήψεις περί αγαθού και κακού

που επικρατούν σε μια κοινωνία σε ορισμένο τόπο και χρόνο Ουδείς αμφισβητεί

ότι αμφότερα το δίκαιο και η κοινωνική ηθική έχουν ρυθμιστικό ρόλο στις κοινω-

νικές σχέσεις

Η κοινωνική ηθική καταλαμβάνει τις ηθικά σημαντικές πράξεις των ανθρώ-

πων υπηρετεί δε την ομαλότητα της κοινωνικής συμβίωσης αφού περιλαμβάνει

2 Βλ και ΑΠΓΕΩΡΓΙΑΔΗ Γεν Αρχές Αστικού Δικαίου παρ7 Αστικό Δίκαιο και Αστικός Κώδικας 2 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

καθήκοντα δικαιοσύνης και αλληλεγγύης η παράβασή των οποίων επισύρει την

κοινωνική μομφή3

Το δίκαιο ομοίως ρυθμίζει την κοινωνική συμβίωση όχι όμως τυχαία αλλά

σκόπιμα και όχι όλες τις διαπροσωπικές σχέσεις αλλά μόνο τις νομικά σημαντικές

αυτές που είναι απαραίτητες για την ενότητα και τη διατήρηση του κράτους σε

οργανωμένη κοινωνία Αποτελεί δε ακριβώς το μέσο με το οποίο μια κοινωνία ορ-

γανώνεται σε κράτος εξ ου και η εφαρμογή του εποπτεύεται από την κρατική ε-

ξουσία ενώ η τήρηση του επιβάλλεται από έναν κρατικά οργανωμένο μηχανισμό

εξαναγκασμού και η παράβαση του απειλεί με κυρώσεις

Επομένως το δίκαιο δεν έχει στόχο να διαπλάσει τα ήθη και να επιβάλλει συ-

μπεριφορές σύννομες με την κρατούσα ηθική εξάλλου αυτό θα αποτελούσε ανε-

πίτρεπτο περιορισμό της ελεύθερης ανάπτυξης της προσωπικότητας των κοινω-

νών και της ιδιωτικής τους αυτονομίας4 δύναται όμως ενίοτε όπως θα αναλυθεί

κατωτέρω να απαρνηθεί τις έννομες συνέπειες σε δικαιοπραξίες που αντιβαίνουν

σε θεμελιώδεις δικαιοηθικές αρχές οι οποίες αποτελούν θεμέλιο και αναπόσπα-

στο τμήμα του θετικού δικαίου

Η παραπομπή λοιπόν για τη ρύθμιση νομικά σημαντικών σχέσεων και συνα-

κόλουθα η συνάρτηση της επέλευσης ή μη εξ αυτών εννόμων συνεπειών ανάλογα

με την αντίθεσή τους ή μη στα χρηστά ήθη συνιστά σύμφωνα με μια ερμηνεία ε-

πέκταση των ηθικών παραγγελμάτων που περιέχει η κοινωνική ηθική στο δικαιϊ-

κό σύστημα Αυτή η ερμηνεία οδήγησε μεγάλο μέρος της θεωρίας να αναγνωρίζει

τα χρηστά ήθη ως έμμεση πηγή δικαίου5

Η παραπομπή όμως στα χρηστά ήθη δεν είναι παραπομπή σε ένα σύστημα

εξωνομικών κανόνων άλλωστε αν τούτο ήθελε ο νομοθέτης θα παρέπεμπε απευ-

θείας στους ηθικούς κανόνες και όχι στα χρηστά ήθη6 Αντίθετα η γενική ρήτρα

των χρηστών ηθών εντάσσεται στο ίδιο το σύστημα του ισχύοντος δικαίου και

3 ΒλΣΟΥΡΛΑ Justi atque injusti scientia παρ3 τρόποι ρύθμισης των κοινωνικών σχέσεων 4 Βλ και JOHN STUART MILL laquoOn Libertyraquo που υποστήριζε ότι η κοινωνία και το κράτος πρέπει να

αφήνουν στο άτομο μια σφαίρα ελεύθερης ανάπτυξης της προσωπικότητας του των κλίσεων του και ότι (σελ74) η υποταγή της ατομικής κυριαρχίας σε εξωτερικό έλεγχο νομιμοποιείται μόνο σε σχέση με πράξεις του καθενός που αφορούν και το συμφέρον των άλλων ανθρώπων Αξιοσημείωτο είναι μάλιστα ότι ο Μill διέβλεπε ότι μεγαλύτερος ήταν ο κίνδυνος για την αν-θρώπινη ατομικότητα εκ του ανεπίσημου κοινωνικού ελέγχου -της ηθικής- ο οποίος στερεί το υποκείμενο απαρατήρητα από εναλλακτικές επιλογές ldquoδιεισδύοντας πολύ πιο βαθιά στις λε-πτομέρειες του βίου και υποδουλώνοντας την ψυχή την ίδιαhelliprdquo

5 βλΜΠΑΛΗ Γενικές Αρχές παρ64Β 6 βλΔΩΡΗ Εισαγωγή στο Δίκαιο σελ103 και επόμενες διάκριση του κανόνα δικαίου από άλλους

κανόνες 3 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

λαμβάνει διαφορετικό νόημα κάθε φορά ανάλογα με τον κανόνα δικαίου ο οποίος

κατά περίπτωση ερμηνεύεται

Για παράδειγμα η ερμηνεία για το αν μια διάταξη αντίκειται στα χρηστά ήθη

του άρθρου 33ΑΚ είναι ελαστικότερη όσο πιο χαλαρή είναι η σύνδεση της υπό

κρίση εννόμου σχέσεως με την ελληνική πολιτεία7 Είναι τελείως διαφορετικό ζή-

τημα αν ο δικαστής κληθεί να κρίνει έναν πολυγαμικό γάμο ως κύριο ζήτημα να δι-

απλάσει δηλαδή για πρώτη φορά μια έννομη σχέση που προφανώς αντίκειται στις

περί δικαίου και ηθικής θεμελιώδεις αντιλήψεις της κοινωνίας και εντελώς διαφο-

ρετικό αν καλείται να αποφανθεί για μια ήδη δημιουργηθείσα στα πλαίσια αλλοδα-

πής εννόμου τάξεως κατάστασης Στη δεύτερη περίπτωση ο πολυγαμικός γάμος εμ-

φανίζεται υπό τη μορφή τετελεσμένης κατάστασης που έχει ήδη καθιδρύσει κε-

κτημένα δικαιώματα σε όλες τις συζύγους Στην περίπτωση λοιπόν αυτή η ελληνική

έννομη τάξη δεν προσβάλλεται και μπορεί να αποφανθεί επί του ζητήματος8

Επομένως το δίκαιο και η ηθική δεν ταυτίζονται κατά περιεχόμενο Δεν θα

μπορούσαν άλλωστε γιατί αυτό θα οδηγούσε στον κίνδυνο μια ηθικοπλαστικής

κοινωνίας επιπλέον δε ουδείς μας διαβεβαιώνει ότι οι κανόνες κοινωνικής ηθικής

που κρατούν σε ορισμένο χρόνο και τόπο ανταποκρίνονται κατά το περιεχόμενο

τους στους κανόνες δικαίου Η σύμπτωση βεβαίως αποτελεί ένδειξη μίας υγιούς

κοινωνίας αρκεί αυτή να μην είναι τεχνητή ελεγχόμενη στη διαμόρφωση της από

το νομοθέτη αλλά να πηγάζει από την αναγωγή των αξιών που κατοχυρώνει το

ίδιο το Σύνταγμα όπως θα δούμε κατωτέρω ως θεμελίου των ηθικών αξιολογή-

σεων

4 Κριτήρια προσδιορισμού των χρηστών ηθών

α Η ηθική του μέσου έμφρονος κοινωνού

Το σύνηθες κριτήριο που ακολουθεί η νομολογία μα αναφορικά με την έν-

νοια των χρηστών ηθών είναι laquoοι ιδέες του εκάστοτε κατά τη γενική αντί-

ληψη χρηστώς και εμφρόνως σκεπτόμενου κοινωνικού ανθρώπουraquo Είναι

7 Βλ ΑΓΡΑΜΜΑΤΙΚΑΚΗ-ΑΛΕΞΙΟΥ και λοιποί Ιδ Δ Δίκαιο κεφ13 η επιφύλαξη της διεθνούς δημόσιας τάξης

8 Αντίθετα ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ Δικαιοπραξίες αντίθετες στα χρηστά ήθη κεφ1 που υποστηρίζει ότι laquoτο κριτήριο των χρηστών ηθών στο άρθρο 178ΑΚ όπου η λειτουργία των χρηστών ηθών έγκει-ται απλώς στη θέση φραγμών στην ιδιωτική αυτονομία θα πρέπει να νοηθεί λιγότερο αυστηρόraquo

4 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

όμως αυτό το κριτήριο επαρκές Προφανώς είναι αναγκαίο στο μέτρο που

καθιστά σαφές ότι ο δικαστής κατά τον προσδιορισμό του περιεχομένου των

χρηστών ηθών πρέπει να καθοδηγείται όχι από τις προσωπικές του αντιλή-

ψεις περί χρηστότητας αλλά από τις επικρατούσες στην κοινωνία βασικές

αξιολογικές παραστάσεις

Δεν πρέπει όμως να λησμονούμε ότι ο κόσμος των ανθρώπινων όντων ιδίως

σήμερα ακόμα και στην ίδια κοινωνία είναι πολυφωνικός και πολυδιάστα-

τος οι γνώμες διίστανται χωρίς να σημαίνει ότι οι κρίσεις μας δεν έχουν αξί-

ωση αντικειμενικότητας

Ενίοτε δε έχουν εμφανιστεί στην ελληνική νομολογία αποφάσεις που ερμή-

νευσαν με τόλμη ndashγια την εποχή τους- όχι μόνο την έννοια των χρηστών η-

θών αλλά και άλλες αόριστες νομικές έννοιες η εξειδίκευση των οποίων γί-

νεται πάντα με βάση τα ήθη όπως για παράδειγμα τον όρο οικογένεια υ-

περβαίνοντας προφανώς τις αντιλήψεις του κατά τον Μπαλή χρηστού και

εμφρόνως σκεπτόμενου κοινωνού9

Σημειώνουμε στο σημείο αυτό ότι ακριβώς τη μεγαλύτερη συζήτηση αλλά

και διαφωνίες για την αντίθεση ή μη στα χρηστά ήθη εγείρουν οι δικαιοπρα-

ξίες οι οποίες συνδέονται με νέα πρότυπα συμπεριφορών και σχέσεων (ε-

κτός γάμου συμβίωση ελεύθερη ένωση κοινωνικοσυναισθηματική συγγέ-

νεια συμβίωση ή και γάμος μεταξύ προσώπων του ιδίου φύλου) σχετιζόμε-

να με την ζωντανή πραγματικότητα τη διαρκώς ανανεούμενη λόγω της πο-

λιτισμικής ώσμωσης των κοινωνικών και τεχνολογικών εξελίξεων

9 Χαρακτηριστικό παράδειγμα μιας τέτοιας ερμηνείας η υπrsquo αριθμόν 1931976 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Καρδίτσης που επιδίκασε πρωτοποριακά για την εποχή της χρηματική ικανοποίηση λόγω ψυχικής οδύνης (932ΑΚ) υπέρ παρανόμου συζύγου (παλλακί-δας) η οποία όμως όπως αποδείχθηκε από τα πραγματικά περιστατικά που τέθηκαν υπrsquo όψιν του Δικαστηρίου ldquoείχε ταυτίσει την τύχη της με το θανόντα με τον οποίο συμβιούσε επί ολόκληρη τριακονταετίαrdquo Σημειώνεται μάλιστα ότι 30 χρόνια αργότερα το έτος 2004 όπου πλέον η ελεύθερη ένωση αποτελούσε μια συνήθη για τα κοινωνικά δεδομένα κατάσταση ο Ά-ρειος Πάγος με την υπrsquo αριθμόν 7752011 απόφαση του (Μέλος του Δικαστηρίου και η νυν Πρόεδρος του Βασιλική Θάνου-Χριστοφίλου) αναίρεσε παρόμοια απόφαση του Εφετείου Αθη-νών που επιδίκαζε χρηματική ικανοποίηση λόγω ψυχικής οδύνης στο σύντροφο 72χρονης θα-νούσας με το σκεπτικό ότι η laquoελεύθερη ένωσηraquo εντάσσεται στις de facto οικογενειακές σχέσεις δηλαδή στις laquoπαράτυπες ή αντικανονικές από νομικής απόψεως που βρίσκονται στο περιθώριο () της νομικής ζωήςraquo και ότι δεν γνωρίζεται στην ελληνική έννομη τάξη αντίστοιχη και μάλιστα ανάλογη προστασία της εξώγαμης συμβίωσης() Για την πληρότητα του ζητήματος να σημειώ-σουμε ότι πλέον μετά το Ν37082008 προβλέφθηκε το σύμφωνο συμβίωσης ενώ η εξώγαμη συμβίωση καλύπτεται Συνταγματικά και από το άρθρο 5 αλλά κατά την ορθότερη άποψη ως κατωτέρω και από το άρθρο 21 του Συντάγματος

5 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

Επομένως ως προς την ερμηνεία των χρηστών ηθών εν σχέσει με τις δικαιο-

πραξίες αυτές υπάρχουν δυο δυνατότητες

(1) Αν στηριχθούμε σε ένα κριτήριο επαρκές και ισχυρό που πιθανότατα

υπερβαίνει την ηθική του μέσου εμφρόνως σκεπτόμενου ανθρώπου

τότε δεν τίθεται θέμα αντίθεσης στα χρηστά ήθη όχι μόνο της υπό κρί-

ση δικαιοπραξίας αλλά και όλης της σχέσης και δεν τίθεται θέμα αντί-

θεσης στα χρηστά ήθη και όλης της σχέσης ούτε εγείρεται ζήτημα α-

ντισυνταγματικότητάς της

(2) Αν δεχτούμε ότι μια τέτοια σχέση βρίσκεται στο ldquoπεριθώριοrdquo10 της νο-

μικής ζωής και δεν τυγχάνει προστασίας τότε θα πρέπει να αξιολογή-

σουμε την δικαιοπραξία με κριτήριο τα κίνητρα των συμβαλλομένων

και όχι με γνώμονα την ευρύτερη αντίθεση της ζωής τους στα χρηστά

ήθη παρανόηση που πολύ συχνά λαμβάνει χώρα κατά την αξιολόγηση

με γνώμονα το άρθρο 178ΑΚ

β Η ιδέα της δικαιοσύνης

Αν λοιπόν το κριτήριο του χρηστού και εμφρόνως σκεπτόμενου ανθρώπου

όχι μόνο δεν αρκεί αλλά ενίοτε είναι ασύμβατο με την ερμηνεία από το δικα-

στή των χρηστών ηθών και των συνδεδεμένων με αυτά θεσμών μήπως θα

πρέπει να αναζητήσουμε την ορθή ερμηνεία των χρηστών ηθών σε μια ευρύ-

τερη αντίληψη για τη δικαιοσύνη όπως αυτή εκφράστηκε αρχικά από τον

Πλάτωνα και τον Αριστοτέλη και αργότερα από τους Ιδεαλιστές φιλοσό-

φους στηριζόμενοι σε υπερθετικές αρχές απορρέουσες από την Ιδέα της Δι-

καιοσύνης Το laquoαίσθημα δικαίουraquo που διαθέτει κάθε έλλογο ενταγμένο σε

κάθε κοινωνία ον είναι μια πρώτη σύλληψη των αρχών της δικαιοσύνης μια

πρώτη laquoαίσθησηraquo για το ορθό για το δίκαιο ή άδικο ενός νόμου ή μιας δικα-

στικής κρίσης ανεξάρτητη από την έλλογη επεξεργασία αλλά απορρέουσα

από τη διαίσθηση και σαφώς θα πρέπει να αποτελεί ερμηνευτικό κριτήριο

ιδίως όταν εξειδικεύονται αόριστες νομικές έννοιες ή γενικές ρήτρες Όμως

10 Θα ήταν πιο δόκιμος ο όρος βιοτικές σχέσεις laquoτου ελεύθερου από το δίκαιο χώρουraquo καθώς ο χαρακτηρισμός των σχέσεων αυτών ως ευρισκομένων στο laquoπεριθώριοraquo της νομικής ζωής όπως στην ανωτέρω αρεοπαγίτικη απόφαση μάλλον εμμέσως απαξιώνει τους ανθρώπους αυτούς που ίσως από επιλογή αλλά ίσως και από ανάγκη διαβιούν με αυτόν τον τρόπο και παραπέμπει στους laquoΑπόκληρουςraquo του Βίκτωρος Ουγκώ

6 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

αυτή η ευρύτερη αντίληψη του Δικαίου που δε στηρίζεται στο θετό δίκαιο

αλλά σε ευρύτερες θεμελιώδεις αξίες και υπερθετικές ενίοτε και μεταφυσι-

κές αρχές οδηγεί στον κίνδυνο μεταξύ άλλων ο δικαστής να υπερβεί το εύ-

ρος της εξουσίας του όπως αυτό διαγράφεται και ορίζεται στο Σύνταγμα και

να λάβει ρόλο νομοθέτη παραβιάζοντας την Αρχή της διάκρισης των εξου-

σιών Αυτό όμως θα προκαλούσε πέραν άλλων πλήγμα για το δημοκρατικό

πολίτευμα και τις αρχές του κράτους Δικαίου και ακόμα περισσότερο αφό-

ρητη ανασφάλεια δικαίου

5 Η θετικοποίηση των εξωδικαιϊκών αρχών στο Σύνταγμα αλλά και σε

διεθνή νομοθετήματα

Λύση στο διαγραφόμενο αδιέξοδο δίνει το ίδιο το θετό δίκαιο Το αστικό δί-

καιο αλλά και όλοι οι επιμέρους τομείς του Δικαίου παρά την αυτοτέλεια τους συ-

νέχονται μεταξύ τους υπό τη σκέπη του ανώτερου Νομοθετήματος ήτοι του Συ-

ντάγματος Εκεί ο συντακτικός νομοθέτης σοφά έκρινε ότι υπάρχουν διατάξεις

λίγες αλλά θεμελιώδεις που δεν υπόκεινται σε αναθεώρηση Είναι ακριβώς αυτές

που ανυψώνουν το θετό δίκαιο και το εμπλουτίζουν με προδικαιϊκές αρχές υπερ-

θετικές αρχές που πλέον όμως είναι εξοπλισμένες με συνταγματική ισχύ Είναι κυ-

ρίως η αξία του ανθρώπου η αρχής της ίσης μεταχειρίσεως του η ελεύθερη ανά-

πτυξη της προσωπικότητάς του και η προσωπική ελευθερία η ελευθερία της θρη-

σκευτικής συνειδήσεως Οι Αρχές αυτές είναι ακριβώς αυτές τις οποίες υιοθετεί

και προτάσσει ως έμφυτες στον άνθρωπο και η Οικουμενική Διακήρυξη των Δι-

καιωμάτων του Ανθρώπου αλλά και η Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Αν-

θρώπου (Ρώμη 1950) που αξιώνει ρητά μεταξύ άλλων το σεβασμό στην ιδιωτική

και οικογενειακή ζωή (άρθρο 8) την ελευθερία σκέψης συνείδησης και θρησκείας

(άρθρο 9) και την απαγόρευση των διακρίσεων φύλου φυλής χρώματος hellip γεν-

νήσεως ή άλλης καταστάσεως

Πρόκειται όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο καθηγητής Σταθόπουλος11 στον

θαυμάσιο λόγο του που εκφωνήθηκε κατά την τελετή υποδοχής του στην Ακαδη-

11 Βλ και Μ ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟΥ laquoΝομικός Θετικισμός και Ιδεαλισμός στη Σοφιστική Διδασκαλία και τον Πατωνισμόraquo που αποτελεί ανάπτυξη του εισητηρίου λόγου του στην Ακαδημία Αθηνών

7 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

μία Αθηνών laquoγια πλήρη θετικοποίηση του συνόλου των αρχών των πράγματι α-

ξιών σεβασμού και καθολικής αναγνώρισης για κάθε έλλογο άτομοhellipraquo

Μπορούν όμως αυτές οι αξίες τα ατομικά δικαιώματα να laquoτριτενεργήσουνraquo στο

ιδιωτικό Δίκαιο δεν περιορίζεται έτσι η ιδιωτική αυτονομία των συμβαλλομένων

6 Η έμμεση τριτενέργεια των συνταγματικών διατάξεων

Ιστορικά γενικά τα ατομικά δικαιώματα (είτε αυτά απορρέουν από αναθε-

ωρήσιμες ή μη διατάξεις) υπήρξαν δικαιώματα αμυντικά έναντι της αυθαιρεσίας

του κράτους12 Στο πεδίο του ιδιωτικού δικαίου και χάριν της αυτονομίας του οι

σχέσεις μεταξύ των ιδιωτών ήταν ρυθμισμένες με βάση κανόνες του ιδιωτικού δι-

καίου και ουδεμία συζήτηση εγένετο για τριτενέργεια τους Βεβαίως καθόσον τα

ατομικά δικαιώματα αποτελούν αξιολογήσεις του συντακτικού νομοθέτη ουδεμία

διάταξη ιδιωτικού δικαίου δεν μπορεί να αντιφάσκει προς το αξιολογικό τους σύ-

στημα

Μια άμεση όμως εφαρμογή τους στο ιδιωτικό δίκαιο θα αναιρούσε τη συμ-

βατική ελευθερία και θα αντιστρατευόταν τον ίδιο το συντακτικό νομοθέτη αφού

στο Σύνταγμα διακηρύσσεται επίσης η ελευθερία ανάπτυξης της προσωπικότητας

και η προστασία της ιδιωτικής οικονομικής πρωτοβουλίας η οποία όμως δεν πρέ-

πει να αναπτύσσεται σε βάρος της ελευθερίας και της ανθρώπινης αξιοπρέπειας

Βεβαίως μετά την αναθεώρηση του Συντάγματος το 2001 προσετέθη στο άρθρο

25 παρ1 το εδάφιο σύμφωνα με το οποίο laquoτα δικαιώματα του ανθρώπου ισχύ-

ουν και στις σχέσεις ιδιωτών στις οποίες προσιδιάζουνraquo και έτσι μέρος της θεωρί-

ας ερμηνεύει τη διάταξη αυτή ως laquoάμεσηraquo ισχύ των ατομικών δικαιωμάτων στις

σχέσεις μεταξύ των ιδιωτών13

Ορθότερα όμως και όπως θα αναλυθεί κατωτέρω τα δικαιώματα αποτελούν

ένα έμμεσο αξιολογικό κριτήριο το οποίο οφείλει ο ερμηνευτής να λαμβάνει υπrsquo

όψιν του κατά τη συγκεκριμενοποίηση των αόριστων νομικών εννοιών και των

γενικών ρητρών των νόμων όπως εδώ της διάταξης του ΑΚ178

12 Βλ ΠΔ ΔΑΓΤΟΓΛΟΥ Ατομικά Δικαιώματα σελ 84 και επ 13 Βλ ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟ Επιτομή Γενικού Ενοχικού σελ10 και ΦΙΛΙΠΠΟ ΣΠΥΡΟΠΟΥΛΟ Θεμελιώδη Δικαιώ-

ματα Γενικό Μέρος που μάλλον αμφιβάλλει για την άμεση τριτενέργεια των 8 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

Εξάλλου αν το Σύνταγμα αλλά και οι Ευρωπαϊκές Συμβάσεις εγγυώνται και

προστατεύουν τα ατομικά δικαιώματα αυτό προϋποθέτει ότι αυτά ενεργούν όχι

μόνο έναντι του κράτους αλλά έναντι όλων

Επομένως αν και η διαφοροποίηση των φύλων δεν απαγορεύεται κατrsquo αρ-

χήν στις ιδιωτικές σχέσεις μια άκρως δυσμενής μεταχείριση ενός προσώπου λόγω

του φύλου του θα μπορούσε να οδηγήσει σε ακυρότητα λόγω αντίθεσης στα χρη-

στά ήθη σύμφωνα με το άρθρο 178 ΑΚ Δηλαδή ο διαθέτης έχει κατrsquo αρχήν με βά-

ση την αρχή της ελευθερίας του διατιθέναι το δικαίωμα να επιλέξει ως τιμώμενο

κάποιον αποκλειστικά λόγω φύλου όμως η αντίθεση στα χρηστά ήθη θα θεμελιώ-

νεται μόνο όταν επιπλέον συντρέχει στο πρόσωπο του θιγομένου από την διαθήκη

το στοιχείο της ευλόγου προσδοκίας όπως αν πρόκειται για νόμιμο κληρονόμο14

Συμπερασματικά θα μπορούσαμε να υποστηρίξουμε ότι μια τέτοια θεώ-

ρηση του Συντάγματος και των υπερθετικών δικαιϊκών Αρχών που αυτό ενσω-

ματώνει και κατοχυρώνει πράγματι θα μπορούσε να εξηγήσει πειστικά και να

δικαιολογήσει όχι μόνο αποφάσεις αλλά και νόμους που εγείρουν συζητήσεις για

την αντίθεση τους ή μη στα χρηστά ήθη θα δικαιολογούσε την αναλογία δικαίου

στην οποία ενίοτε καταφεύγει η νομολογία μας για να καλύψει το δισταγμό του

νομοθέτη που δεν έχει δώσει ρητά λύση σε ζητήματα και προβλήματα που απορ-

ρέουν από τα κενά δικαίου που συνδέονται με νέα μορφώματα είτε αυτά είναι νο-

μικά αναγνωρισμένα είτε όχι15

14 Βλ ΠΔΔΑΓΤΟΓΛΟΥ Η τριτενέργεια των ατομικών δικαιωμάτων ΝοΒ 30780 και επ 15 Βλ όμως και υπrsquo αριθμόν 21712002 απόφαση του Εφετείου Αθηνών με παρατηρήσεις

ΓΛέκκα η οποία εξαφάνισε πρωτόδικη απόφαση που είχε δεχθεί αγωγή της μητέρας για ανα-γνώριση των παιδιών της που γεννήθηκαν με ετερόλογη τεχνητή σπερματέγχυση στην οποία ο μόνιμος σύντροφός της είχε συγκατατεθεί με το σκεπτικό ότι δεν πληρούνται οι προυποθέσεις για κατrsquo αναλογία εφαρμογή του άρθρου 1471 παρ2 εδ2 επειδή σαφώς προϋποθέτει γάμο και επαλλήλως διότι η αναλογία εδώ είναι ανεπίτρεπτη καθώς η συμφωνία εγγάμων που συζούν σε ελεύθερη ένωση για την απόκτηση ξένου βιολογικά τέκνου είναι άκυρη ως αμφιμερώς αντί-θετη στα χρηστά ήθη σύμφωνα με το άρθρο 178ΑΚ Όπως όμως σωστά αντιτάσσει ο ΓΛέκκας η νομολογία εφαρμόζει αναλογικά διατάξεις που αφορούν την έγγαμη συμβίωση και στην ε-λεύθερη ένωση αναγνωρίζοντας στους συμβιούντες δικαιώματα ενώ δικαιολογείται λόγω της αλματώδους ανάπτυξης της τεχνολογίας ως προς την υποβοήθηση της ανθρώπινης αναπαρα-γωγής η πλήρωση από το δικαστή του κενού δικαίου ως προς τη συγγένεια με την καθιέρω-ση της laquoκοινωνικοσυναισθηματικής συγγένειαςraquo η οποία εν μέρει είναι ήδη θετικοποι-ημένη μέσω των συνταγματικών αρχών της προστασίας της αξιοπρέπειας και της προ-σωπικότητας του κάθε παιδιού ανεξάρτητα από τον τρόπο σύλληψής του Τέλος όπως επι-σημαίνει ότι και ενόψει του παιδοκεντρικού χαρακτήρα του οικογενειακού δικαίου και κατrsquo αναλογία με την πάγια νομολογία των δικαστηρίων μας που δεν εξετάζουν αν οι εξώγαμες σχέσεις είναι αντίθετες στα χρηστά ήθη σε περίπτωση που η σχετική περιουσιακή επίδοση δε συνιστά αδικαιολόγητη περιφρόνηση προς τα εγγύτατα πρόσωπα της οικογένειας του διαθέτη δεν θα πρέπει να εξετάζεται αν οι εξώγαμες σχέσεις είναι αντίθετες στα χρηστά ήθη όταν δίδεται συγκατάθεση για τεχνητή γονιμοποίηση Παρά τα ανωτέρω σημειώνουμε ότι

9 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

Εξάλλου το Σύνταγμα προστατεύει μεν το γάμο όμως όπως προκύπτει από

τη διατύπωσή του προστατεύει αυτοτελώς και την οικογένεια ανεξάρτητα από

το αν αυτή στηρίζεται σε γάμο σε σύμφωνο συμβίωσης ή σε ελεύθερη ένωση διό-

τι ακριβώς αν ο συνταγματικός νομοθέτης ήθελε να περιορίσει τη θεσμική εγγύη-

ση μόνο στο γάμο θα ήταν περιττή η επιπλέον ξεχωριστή μνεία στην οικογένεια

Σε κάθε περίπτωση η ελεύθερη ένωση μάλλον προστατεύεται και με βάση το άρ-

θρο 5 παρ1 που κατοχυρώνει την ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας16

Ακόμα λοιπόν και αν η αναγνώριση και προστασία τέτοιων σχέσεων αφορά

μόνο το κράτος η αναγνώριση αυτή έχει νομική σημασία για το σύνολο της εννό-

μου τάξεως διότι περιέχει ένα αξιολογικό κριτήριο το οποίο λαμβάνεται υπrsquo όψιν

κατά την συγκεκριμενοποίηση αόριστων εννοιών όπως πχ αυτή της οικογένειας

της συγγένειας και συνακόλουθα των σχετικών με αυτές γενικών ρητρών όπως

εδώ των χρηστών ηθών

Τέλος αξίζει να επισημανθεί ότι βεβαίως το Σύνταγμα ως θεμελιώδης υπέρ-

τατος γενικός καθολικός και αυστηρός νόμος δυσχερώς αναθεωρείται αφού

συνδέεται άρρηκτα με το πολίτευμα και την κρατική εξουσία και υιοθετεί αρχές

και κανόνες με στόχο τη μακροπρόθεσμη διακυβέρνηση της πολιτείας Ωστόσο ο

συνεχής μετασχηματισμός των κοινωνιών απαιτεί για να μην παραμείνει το Σύ-

νταγμα laquoνεκρό γράμμαraquo -αφού ορθά δεν αναθεωρείται εύκολα- αφrsquo ενός να συ-

μπορεύεται με το διεθνές δίκαιο17 και αφrsquo ετέρου να ερμηνεύεται ώστε να αντα-

νακλά τον πολιτισμό τις αξίες και τις δικαιϊκές αρχές ακολουθώντας τις σύγχρο-

νες εξελίξεις18

7 Κατηγοριοποίηση ανήθικων δικαιοπραξιών

Η πράξη έχει δείξει ότι η αντίθεση στα χρηστά ήθη συνήθως διαγιγνώσκεται

λόγω της συνδρομής πλειόνων συγχρόνως αρνητικών παραγόντων που δρουν

ο Άρειος Πάγος επικύρωσε την εν λόγω Εφετειακή απόφαση υιοθετώντας το σκεπτικό της με την υπrsquo αριθμόν 142004 απόφασή του

16 Βλ ΠΦΙΛΙΟ Οικογενειακό Δίκαιο σελ37 17 Ήδη έχει προβλεφθεί συνταγματικά στο άρθρο 2 παρ2 18 Βλέπε συγκριτικά μεταξύ άλλων και το πολύ ενδιαφέρον δόγμα του laquoliving treeraquo που αφορά

τη ζωντανή εξελικτική ερμηνεία του Συντάγματος όπως αυτή αναπτύχθηκε από το Α-νώτατο Δικαστήριο του Καναδά σε παλαιότερη απόφαση του για το γάμο μεταξύ ομοφύ-λων (2004) όπου σε ερώτημα που του τέθηκε για την αντίθεση ή όχι του πολιτικού γάμου με το Σύνταγμα υποστήριξε ότι οι παγωμένες στο χρόνο συνταγματικές ερμηνείες έρχονται σε πλήρη αντίθεση με το δόγμα του living tree (3 SCR 698 2004 Supreme Canadian Court 79)

10 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

από κοινού στο πλαίσιο της ίδιας δικαιοπραξίας χωρίς αυτό να αποκλείει τον α-

νήθικο χαρακτήρα μιας δικαιοπραξίας εξ ενός και μόνο στοιχείο όπως κυρίως στις

περιπτώσεις που προσβάλλεται η αξίας του ανθρώπου (πχ ρήτρα αγαμίας απα-

γόρευσης εργασίας κλπ)

Μια πρώτη κατηγοριοποίηση όμως αντίθεσης στα χρηστά ήθη μπορεί να

γίνει με βάση το αν αυτή προκύπτει από το περιεχόμενο τους

Η ανηθικότητα ων δικαιοπραξιών μπορεί να προκύπτει

α Από το ίδιο το περιεχόμενό τους

Πρόκειται για τη λεγόμενη laquoενδογενήraquo ανηθικότητα όπου το περιεχόμενο

τους καθrsquo εαυτό και αντικειμενικά αντιτίθεται σε αξίες των οποίων η έννομη

τάξη επιδιώκει την πραγμάτωση Χαρακτηριστικές περιπτώσεις αυτής της

κατηγορίας είναι κυρίως οι συμβάσεις οι οποίες ενέχουν υπέρμετρη δέσμευ-

ση της προσωπικής ελευθερίας των συμβαλλομένων Στην έννοια της ελευ-

θερίας περιλαμβάνονται και όλα τα συνταγματικώς κατοχυρωμένα δικαιώ-

ματα όπως η ελευθερία εγκατάστασης το δικαίωμα στην ιδιωτική ζωή η ε-

λεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας

Στις περιπτώσεις αυτές όπως και στις περιπτώσεις του άρθρου 174 ΑΚ δεν

τίθεται ζήτημα μομφής κατά των δικαιοπρακτούντων διότι ο χαρακτήρας

του ανήθικου προσδίδεται εδώ από κριτήρια συνυφασμένα με την συνταγ-

ματικά κατοχυρωμένες αξίες της ελεύθερης ανάπτυξης της προσωπικότητας

της αξιοπρέπειας του ανθρώπου

β Από το σκοπό της δικαιοπραξίας

Πρόκειται για τη λεγόμενη laquoεξωγενήraquo ανηθικότητα που διαγιγνώσκεται με

αξιολόγηση και όλων των συνοδευουσών αυτή συνθηκών και περιστάσεων

όχι μόνο υποκειμενικής φύσεως όπως η πρόθεση εκμετάλλευσης του δια-

πραγματευτικά ασθενέστερου αντισυμβαλλόμενου η γνώση κρίσιμων συνο-

δευτικών περιστατικών (δωρεά μη μεταγεγραμμένη) ή σκοπός η δικαιοπρα-

ξία να βλάψει τα συμφέροντα της ολότητας ή τρίτων αλλά και αντικειμενι-

κής φύσεως περιστάσεων με χαρακτηριστικά εδώ παραδείγματα την αδυ-

ναμία εικονικού εγγυητή να ανταποκριθεί σε αναλαμβανόμενη υποχρέωση

αλλά κυρίως την αναλυόμενη κατωτέρω καταπλεονεκτική δικαιοπραξία

γ Από το συνδυασμό του περιεχομένου της δικαιοπραξίας με το σκοπό

και τα κίνητρα που ώθησαν τον δικαιοπρακτούντα σε ενιαίο σύνολο

11 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

όπως πχ δωρεά σε πρόσωπο με το οποίο ο δωρητής διατηρούσε ανήθικες

σχέσεις ή ακόμα χαρακτηριστικότερα η λεγομένη διαθήκη της ερωμένης19

Στις περιπτώσεις αυτές τα κίνητρα ο σκοπός και τα ελατήρια που ώθησαν

στην εν λόγω δικαιοπραξία ανάγονται στα παραγωγικά αίτια της βούλησης

του διαθέτη ή δωρητή αντίστοιχα και καθίσταται έτσι δυσχερής ο σχηματι-

σμός δικανικής πεποίθησης για πραγματικά περιστατικά που αποτελούν το

αντικείμενο της αντίθεσης στα χρηστά ήθη

Αυτό όμως σημαίνει ότι γα τη διερεύνηση της δικαιοπρακτικής βούλησής

του υπεισερχόμαστε και στον τρόπο ζωής του δωρητή ή του διαθέτη κιν-

δυνεύοντας να αξιολογήσουμε την αντίθεση στα χρηστά ήθη όχι με γνώμονα

την αντίθεση της στα χρηστά ήθη αλλά τη γενικότερη αντίληψή μας ότι ο εν

λόγω συμβαλλόμενος διήγε βίο ανήθικο Αυτό όμως αποτελεί μια ανεπίτρε-

πτη και επικίνδυνη γενίκευση που μας αποπροσανατολίζει από το ζητούμε-

νο20

Κατά κανόνα η ελληνική νομολογία δεν εξετάζει ndashορθά- αν οι εξώγαμες ερω-

τικές σχέσεις είναι αντίθετες ή μη στα χρηστά ήθη Ορθώς διότι όπως ανω-

τέρω αναφέρθηκε η εν γένει ανήθικη συμπεριφορά του διαθέτη δεν επιδρά

στο κύρος της δικαιοπραξίας αν αυτή δεν έγινε από ευτελή κίνητρα

Παραδόξως όμως η νομολογία έχει εισαγάγει ένα άλλο κριτήριο εξίσου αμ-

φίβολο συγκρίνοντας το δεσμό του διαθέτη με την οικογένεια του και τις

σχέσεις του με πρόσωπα εκτός οικογενείας

Έτσι συνήθως γίνεται δεκτό ότι ακόμα και αν ο διαθέτης καταλείπει περιου-

σία σε πρόσωπο με το οποίο τελεί σε σχέση παλλακείας η διαθήκη δεν αντί-

κειται στα χρηστά ήθη εκτός εάν συνιστά εκδήλωση αδικαιολόγητης περι-

φρόνησης προς εγγύτατα πρόσωπα της οικογένειας του που μπορεί να είναι

και τα αδέλφια του21

19 Η αρχική διάκριση του ανήθικου των δικαιοπραξιών στο βιβλίο του Π ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ laquoΔικαιο-πραξίες αντίθετες στα χρηστά ήθηraquo εντάσσει και την εν λόγω τρίτη κατηγορία στη β Εδώ προ-κειμένου να αναδειχθεί η ιδιαιτερότητα της συγκεκριμένης κατηγορίας και η δυσκολία διάκρι-σης της αντίθεσης της στα χρηστά ήθη προτιμάται η υποκατηγοριοποίηση του ΒΟΥΖΙΚΑ (Κλη-ρονομικό Δίκαιο σελ667 και επ) όπως αυτή έχει διαμορφωθεί ιδίως για τις διαθήκες από τη νομολογία

20 Βλ και ΙΣΜΗΝΗ ΑΝΔΡΟΥΛΙΔΑΚΗ-ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗ laquoΗ αντίθεση της διαθήκης στα χρηστά ήθηraquo ΝοΒ30 1236

21 Βλ και ΑΠ2311982 Α Τμήμα όπου ο διαθέτης κατέστησε μόνους κληρονόμους τη σύζυγο και την κόρη του ενώ με κληροδοσία κατέλειπε ανώνυμες μετοχές στην γραμματέα του με την ο-ποία διατηρούσε ερωτικές σχέσεις Παράλληλα όμως της είχε δωρίσει εν ζωή χρήματα για αγο-

12 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

Η αξιολόγηση αυτή αντιβαίνει στην ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότη-

τας του διαθέτη εφόσον πλην της νομίμου μοίρας ο διαθέτης δικαιούται να

καταλείπει την υπόλοιπη περιουσία του σε τρίτα πρόσωπα Ούτε βέβαια το

ηθικό καθήκον προς άπορους ή μειονεκτούντες συγγενείς μπορεί να αναχθεί

σε νομική υποχρέωση

Το κριτήριο της ανηθικότητας δεν είναι η περιφρόνηση του διαθέτη προς τη

νόμιμη οικογένειά του όπως αυτή ερμηνεύεται από τη νομολογία αλλά το

αν η κατάληψη στην ερωμένη καθεαυτή γίνεται για ταπεινά κίνητρα ή για

λόγους ευγνωμοσύνης Στην πρώτη περίπτωση καταφανώς η διαθήκη αντί-

κειται στα χρηστά ήθη στη δεύτερη όμως οφείλει η έννομη τάξη να την ανε-

χτεί ως αναφαίρετο δικαίωμα του διαθέτη να συνδέεται ψυχικά με άλλους

πλην της οικογένειας με τη στενή έννοια22 αναγνωρίζοντας ότι ακόμα και

σε ένα πλαίσιο μιας ίσως μη ηθικής σχέσης τα μέρη αυτής διαθέτουν αξιο-

πρέπεια και ευγενή κίνητρα

8 Τα ενδιάμεσα σκαλοπάτια κατηγοριοποίησης των ανήθικων δικαιο-

πραξιών

Λόγω ακριβώς της αοριστίας της ρήτρας των χρηστών ηθών του άρθρου

178ΑΚ (σε αντίθεση με το άρθρο 179ΑΚ) είναι αδύνατο αυτή στη συγκεκριμένη

μορφή της να καταστεί ένα ρυθμιστικό πρότυπο στο οποίο θα μπορεί απευθείας

να ενταχθεί η υπό κρίση δικαιοπραξία

Για το λόγο αυτή η επιστήμη με τη μορφή ενός κινητού συστήματος23 α-

ντλώντας το υλικό της από την πλούσια νομολογία αλλά και από τη δογματική

και δικαιοσυγκριτικά δεδομένα δημιουργεί ενδιάμεσα κριτήρια laquoσκαλοπάτιαraquo

ήτοι τυποποιημένα ειδικά πραγματικά που διευκολύνουν την ασφαλή και ελέγξι-

μη ένταξη της κρινόμενης δικαιοπραξίας στο ρυθμιστικό πεδίο της συγκεκριμένης

ρήτρας

ρά ακινήτων κοσμήματα φορέματα κλπ μεγάλης αξίας Όμως καθώς η συνολική περιουσία που κατέλιπε στους νόμιμους κληρονόμους του υπερκάλυπτε τη νόμιμη μοίρα και επιπρόσθετα επειδή οι λοιποί συγγενείς του δεν είχαν ανάγκη οικονομικής ενίσχυσης το Δικαστήριο έκρινε ότι η διαθήκη δεν αποτελούσε εκδήλωση περιφρόνησης προς τη νόμιμη οικογένειά του

22 Για την έννοια της οικογένειας βλ και ΠΑΤΕΡΑΚΗ σελ292-303 laquoη προβληματική του όρου οικογέ-νειαraquo

23 βλΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ ως άνω 13 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

Βέβαια ακόμα και στις περιπτώσεις αυτές οι εν λόγω ομάδες δεν είναι οριο-

θετημένες σαφώς μεταξύ τους καθώς ενίοτε το βασικό αξιολογικό στοιχείο το ο-

ποίο αναδεικνύει την αντίθεση στα χρηστά ήθη μπορεί να εμφανίζεται και σε μια

άλλη ομάδα να επικαλύπτονται ή να αλληλοαποκλείονται όπως για παράδειγμα

το στοιχείο της ανισότητας των συμβαλλομένων απαντά και στην καταδυναστευ-

τική αλλά και στην καταπλεονεκτική δικαιοπραξία

Συγκεκριμένα24

α Δικαιοπραξίες για τις οποίες επαπειλείται ακυρότητα προς σκοπόν

την προστασία των συμφερόντων του αντισυμβαλλόμενου

Εδώ υπάγονται

(1) Οι περιπτώσεις των καταδυναστευτικών συμβάσεων οι οποίες απο-

τελούν με τα ειδικότερο πραγματικό τους ξεχωριστή ομάδα αντίθεση

στα χρηστά ήθη (179 ΑΚ)

(2) Αυτές που θέτουν εν κινδύνω το δικαίωμα της αυτοδιάθεσης σε ζη-

τήματα απολύτως ελεύθερης επιλογής του προσώπου όπως αυτές

που οδηγούν στη δέσμευση του αναφορικά με ζητήματα για τα οποία

πρέπει να μείνει ελεύθερο από κάθε εξαναγκασμό αρχή σύμφωνα με το

Σύνταγμα αλλά και την αρχή της προστασίας της προσωπικότητας του

άρθρου 57ΑΚ όπως η διάταξη τελευταίας βουλήσεως που καταλείπει

υπό την αίρεση της αγαμίας τη θρησκείας της αλλαγής τόπου κατοικί-

ας της επιλογής συγκεκριμένου επαγγέλματος

(3) Κάθε δικαιοπραξία που εμπορευματοποιεί αποφάσεις αναγόμενες

στη σφαίρα της απολύτου ελευθερίας του προσώπου ή την άσκηση

επιβαλλομένου από την ηθική καθήκοντος Εδώ κυρίως η απαξία

προσδίδεται λόγω της συμφωνίας για παροχή αμοιβής ή γενικότερα

περιουσιακής φύσεως ωφελημάτων ως μέσο επίδειξης από τον αντι-

24 Για μια διαφορετική κατηγοριοποίηση περιεκτικότερη και ίσως ευκρινέστερη βλ και Γνωμο-δότηση ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟΥ-ΛΑΔΟΓΙΑΝΝΗ με αντικείμενο τα laquoΚριτήρια αντίθεσης συμφώνου προτίμησης στα χρηστά ήθηraquo ΧρΙδΔ ΙΒ2012 όπου μνημονεύονται πέντε κύριες κατη-γορίες-κριτήρια ήτοι 1) η υπερβολική δέσμευση της ελευθερίας του προσώπου 2) η καταπλεονέκτηση (179β ΑΚ) 3) η εκμετάλλευση μιας θέσης ισχύος που μπορεί να έχει κάποιος στην αγορά 4) η πρόκληση βλάβης σε τρίτους και 5) η σοβαρή δυσαναλογία παροχής και αντιπαροχής Εδώ ακολουθήθηκε η κατηγοριοποίηση του Π ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ η οποία είναι μεν υπεραναλυτική αλλά ταυτόχρονα περιλαμβάνει κατrsquo εκτίμηση όλες τις μέχρι τώρα εμφανισθείσες περιπτώσεις αντιθέσεως στα χρηστά ήθη

14 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

συμβαλλόμενο συμπεριφοράς που ανάγεται στη σφαίρα της απολύτου

ελευθερίας του ή από επιβαλλόμενα από την ηθική καθήκοντα

(4) Κάθε δικαιοπραξία που οδηγεί σε υπέρμετρη επιβάρυνση του συναλ-

λακτικά ασθενέστερου και ιδίως του εγγυητή Εδώ πέραν των κλα-

σικών καταπλεονεκτικών συμβάσεων ανήκουν κυρίως οι laquoοιονεί οι-

κογενειακές εγγυήσειςraquo όπου πρόσωπα στερούμενα περιουσίας ώστε

να αναλάβουν υποχρεώσεις συνάπτουν συμβάσεις εγγυήσεως με το

δανειστή μέλους της οικογένειας τους Η νομική σκέψη που δικαιολο-

γεί εδώ την ανηθικότητα έγκειται στην ανάληψη υπέρμετρων συμβα-

τικών επιβαρύνσεων που δεν ανάγονται στην πραγματικά ελεύθερη

δικαιοπρακτική βούληση του εγγυητή ο οποίος πράττει τούτο κοινω-

νικοτυπικά λόγω της συγγενικής σχέσης ευρισκόμενος σε μειονεκτική

διαπραγματευτικά θέση έναντι του δανειστή

β Δικαιοπραξίες για τις οποίες επαπειλείται ακυρότητα προς σκοπόν

την προστασία των συμφερόντων τρίτων

Εδώ υπάγονται

(1) Δικαιοπραξίες προς ματαίωση ήδη θεμελιωμένων ενοχικών απαιτή-

σεων τρίτων όπου η βλάβη του αντισυμβαλλομένου προκαλείται από

την καταχρηστική άσκηση της συμβατικής ελευθερίας Εδώ υπάγονται

η παρώθηση κάποιου σε αθέτηση των συμβατικών υποχρεώσεων του

η απόσπαση προσωπικού που βρίσκεται σε υπηρεσία άλλου

(2) Δικαιοπραξίες προς βλάβη των περιουσιακών συμφερόντων των δα-

νειστών όπου αντικείμενο δεν είναι συγκεκριμένα αλλά γενικά τα πε-

ριουσιακά συμφέροντα τρίτων που παραπλανόνται σε σχέση με την

πιστοληπτική ικανότητα του αντισυμβαλλομένου τους

(3) Δικαιοπραξίες που καταχρώνται τη θέση εμπιστοσύνης έναντι τρί-

του με κλασικό παράδειγμα της κατηγορίας αυτής που αντιπρόσωπος

κάποιου συμβάλλεται με τρίτο κατά τρόπο ώστε να βλάψει τα συμφέ-

ροντα του εντολέως του

(4) Συμφωνίες περί μη θεματισμού σε δημόσιο πλειστηριασμό ή υποβο-

λής προσφοράς μέχρι ορισμένου ποσού όταν η συμφωνία είναι πρό-

σφορη να βλάψει τα συμφέροντα είτε του οφειλέτη είτε των δανει-

στών

15 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

γ Δικαιοπραξίες για τις οποίες επαπειλείται ακυρότητα προς σκοπόν

την προστασία των συμφερόντων της ολότητας

Εδώ ανήκουν προεχόντως δικαιοπραξίες που αντιβαίνουν σε συνταγ-

ματικής κυρίως φύσεως επιταγές και κυρίως

(1) Δικαιοπραξίες που προσβάλλουν τη συνταγματική τάξη όπως αυτές

που ενέχουν αθέμιτο περιορισμό του δικαιώματος αυτοδιάθεσης του

προσώπου

(2) Δικαιοπραξίες που διαταράσσουν την εύρυθμη λειτουργία του κρά-

τους και των Υπηρεσιών του όπως αυτές που σκοπούν στη διευκό-

λυνση παρανόμων πράξεων συμβάσεις με τις οποίες επιδιώκεται η

φοροδιαφυγή κλπ

(3) Δικαιοπραξίες που διαταράσσουν την οικονομική τάξη όπως αυτές

που παρακωλύουν εμποδίζουν ή περιορίζουν την ελεύθερη λειτουργία

του ανταγωνισμού στο μέτρο που δεν υπάγονται στις απαγορευτικές

διατάξεις των άρθρων 1 και 2 του Ν39592011

(4) Δικαιοπραξίες που προσβάλλουν τα σεξουαλικά ήθη και την οικογε-

νειακή τάξη Μολονότι συντελείται σημαντική μεταβολή της στάσης

της έννομης τάξης ως προς τα ζητήματα αυτά εδώ υπάγονται κυρίως

συμφωνίες για την επrsquo ανταλλάγματι τέλεση σεξουαλικής πράξης ως

αντικείμενης στην αξιοπρέπεια του ατόμου συμφωνίες που προ-

σκρούουν στην ηθική ουσία του γάμου ή τη συγγένεια όπως η συμφω-

νία αμοιβής για σύναψη εικονικού γάμου οι συμφωνίες μεσολάβησης

για εύρεση κυοφόρου γυναίκας και πώλησης γενετικού υλικού κλπ

(5) Δικαιοπραξίες που αντιτίθεται στο επαγγελματικό ήθος όπως συμ-

φωνίες για προσπόριση τίτλου ή αξιώματος έναντι οικονομικού ανταλ-

λάγματος (υποβοήθηση σε συγγραφή διδακτορικής διατριβής) συμ-

φωνίες πωλήσεως δικηγορικών γραφείων (κυρίως από τη γερμανική

νομολογία) όταν in concreto δικαιολογείται ο φόβος ότι ο νέος διευ-

θύνων θα το διευθύνει με τρόπο που δε συνάδει στις απαιτήσεις της

εύρυθμης απονομής της δικαιοσύνης κλπ

9 Κρίσιμος χρόνος διαγνώσεως της αντίθεσης στα χρηστά ήθη

16 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

Κατά την κρατούσα γνώμη κρίσιμος χρόνος για την κρίση της αντίθεσης μιας

δικαιοπραξίας στα χρηστά ήθη είναι ο χρόνος κατάρτισής της διότι η ανηθικότη-

τα ή μη μιας δικαιοπραξίας δεν μπορεί παρά να κρίνεται με βάση τις ισχύουσες

κατά την κατάρτισή της ηθικές και θεμελιώδεις αρχές

Περαιτέρω όμως ορθότερο είναι να δεχθεί κανείς ότι η μεταβολή και εξέλιξη

της έννοιας των χρηστών ηθών δεν μπορεί αναδρομικά να επηρεάσει προς το χεί-

ρον την αξιολόγηση της ρυθμίσεως που όταν συνήφθη τα μέρη πίστευαν ότι είναι

σύμφωνη με τα χρηστά ήθη εκτός αν πρόκειται για σύμβαση διαρκείας οπότε

πλέον τα αποτελέσματά της αντίκεινται στα χρηστά ήθη όπως αυτά θα έχουν δι-

αμορφωθεί

Αντίθετα όταν μια δικαιοπραξία ήταν αντίθετη στα χρηστά ήθη κατά το χρό-

νο σύνταξη της αλλά λόγω μεταβολής της ερμηνείας των χρηστών ηθών ή λόγω

μεταβολής των πραγματικών περιστατικών πλέον το περιεχόμενο είναι συμβατό

με αυτά ορθότερη είναι η ευεργετική αναδρομικά ίαση της και η επέλευση των

εννόμων συνεπειών της ιδιαίτερα σε περιπτώσεις διατάξεων τελευταίας βουλή-

σεως

10 Ακυρότητα

α Απόλυτη ή σχετική

Η αντίθεση μιας δικαιοπραξίας στα χρηστά ήθη συνεπάγεται σύμφωνα με

την ΑΚ 178 ακυρότητα της δικαιοπραξίας Δεν θα ανταποκρινόταν στο νόη-

μα και στο σκοπό της ρήτρας η διατήρηση του κύρους της δικαιοπραξίας να

επαφίεται στη βούληση των μερών αφού πέραν των άλλων η συγκεκριμένη

διάταξη προστατεύει μεταξύ άλλων και το γενικό συμφέρον25 Αυτό όμως θα

είχε ως αποτέλεσμα ειδικά σε περιπτώσεις που η ανηθικότητα στρέφεται

μόνο κατά του αντισυμβαλλόμενου και όχι κατά της ολότητας η ακυρότητα

να λαμβάνεται αυτεπαγγέλτως υπrsquo όψιν και να μπορεί και ο ίδιος ο ενεργή-

σας ανήθικα να την επικαλεστεί

Γιrsquo αυτό το λόγο σε περιπτώσεις που η ανηθικότητα δεν προκύπτει από το

περιεχόμενό της αλλά από τις περιστάσεις 26 όπως στις περιπτώσεις των

καταπλεονεκτικών δικαιοπραξιών η ακυρότητα δεν παρίσταται δικαιολο-

25 Βλ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ όπως πιο πάνω και ΓΕΩΡΓΙΑΔΗ-ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟ ΕρμΑΚ άρθρο 178 σελ 276 ΝΙΚΟ-ΛΟΠΟΥΛΟ Γεν Αρχές σελ 314-315

26 Βλ ομοίως ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ Δικαιοπραξίες αντίθετες προς τα χρηστά ήθη 17 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

γημένη Ορθότερο λοιπόν θα ήταν να είναι σχετική ώστε να καταστεί δυνα-

τή η απολαβή της παροχής με δικαιότερους όρους

β Συνολική ή μερική

Όσον αφορά την ακυρότητα της σύμβασης στο σύνολο ή σε μέρος αυτής αν

η ανηθικότητα πλήττει μόνο μια μεμονωμένη συμβατική ρήτρα δυναμένη να

αποχωριστεί από τη σύμβαση και αυτή να δύναται να πραγματώσει το σκο-

πό της τότε η ακυρότητα μπορεί να περιοριστεί στη ρήτρα αυτή

Αναλογικά και κυρίως ως ανωτέρω αναφέρθηκε σε περιπτώσεις καταπλεο-

νεκτικών ή καταδυναστευτικών δικαιοπραξιών η μερική ακυρότητα θα μπο-

ρούσε να είναι δυνατή με την έννοια της αφαίρεσης του αδίκου μέρους της

ώστε αυτή να μπορεί να ισχύσει με το υπόλοιπο ορθό περιεχόμενό της Αμ-

φισβητείται όμως αν αυτό ανταποκρίνεται στα εύλογα συμφέροντα των α-

ντισυμβαλλομένων και ιδίως του ισχυρότερου μέρους που η πραγματική ή

εικαζόμενη βούληση του μάλλον θα κατατείνει στην ακύρωση της δικαιο-

πραξίας

Βέβαια όσον αφορά τη σχέση του 178 ΑΚ με το 181 ΑΚ στην ερμηνεία αυτής

έχουν υπεισέλθει αντικειμενικοί παράγοντες όπως ο σκοπός του κανόνα δι-

καίου που θεσπίζει την ακυρότητα διότι άλλως με την αποδοχή της ολικής

ακυρότητας ματαιούται ο προστατευτικός σκοπός της διάταξης Επομένως

ορθότερο είναι στις περιπτώσεις αυτές η ακυρότητα ή μη της σύμβασης να

καταλίπεται στο ασθενέστερο μέρος

γ Ακυρότητα στις αιτιώδεις και αναιτιώδεις δικαιοπραξίες

(1) Στις αιτιώδεις δικαιοπραξίες αν η αιτία είναι άκυρη άκυρη είναι και η

αιτιώδης δικαιοπραξία Επομένως αν η υποσχετική σύμβαση η οποία

αποτελεί την αιτία εκποιητικής δικαιοπραξίας (πχ μεταβίβασης κυ-

ριότητας ακινήτου) άκυρη λόγω αντίθεσης στα χρηστά ήθη συμπαρα-

σύρει σε ακυρότητα και την εμπράγματη δικαιοπραξία το κύρος της

οποίας εξαρτάται από την ύπαρξη εγκύρου αιτίας

Για το λόγο αυτό η αναζήτηση της παροχής γίνεται με διεκδικητική

αγωγή

(2) Αντίθετα στις αφηρημένες ή αναιτιώδεις δικαιοπραξίες το κύρος των

οποίων δεν εξαρτάται από την ύπαρξη και το κύρος της αιτίας ούτε

αυτή αποτελεί στοιχείο του πραγματικού τους η έλλειψη αιτίας ή η

18 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

ακυρότητα αυτής καταρχήν δεν επηρεάζει το κύρος τους ο δε διαθέ-

σας έχει (αν δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις του 907ΑΚ) μόνο την α-

ξίωση αδικαιολογήτου πλουτισμού Χαρακτηριστικά παραδείγματα της

κατηγορίας αυτής είναι από τις μεν υποσχετικές δικαιοπραξίες η αφη-

ρημένη υπόσχεση χρέους ενώ από τις εκποιητικές η μεταβίβαση κυριό-

τητας κινητού Δικαιολογητικός λόγος της τελευταίας είναι η ταχύτητα

και η ασφάλεια των συναλλαγών καθώς οι διάδοχοι του αποκτώντος

αποκτούν έγκυρα από αυτόν ακόμα και αν αυτός είχε αποκτήσει βάσει

μιας άκυρης υποσχετικής δικαιοπραξίας Επιπλέον διευκολύνεται η α-

πόδειξη κτήσης του δικαιώματος αφού αυτός που υποστηρίζει ότι εί-

ναι δικαιούχος οφείλει και αρκεί να αποδείξει μόνο της εκποιητική δι-

καιοπραξία και όχι την αιτία αυτής

Το ότι η αναιτιώδης δικαιοπραξία είναι γενικά ανεξάρτητη από το κύ-

ρος της αιτίας δε σημαίνει ότι δεν υπάρχει αιτία γιrsquo αυτή αλλά ότι η αι-

τία δεν αποτελεί ως άνω αναφέρθηκε στοιχείο του πραγματικού της

Επομένως η laquoηθικά άχρωμηraquo αναιτιώδης δικαιοπραξία μπορεί κατά

περίπτωση να θεωρηθεί άκυρη με διάσπαση της αρχής του αναιτιώ-

δους όταν σε περίπτωση αντίθεσης της δικαιοπραξίας στα χρηστά ήθη

η ανηθικότητα αφορά όχι μόνο την ενοχική αλλά και την εμπράγματη

δικαιοπραξία27 Αν και κατά κανόνα η απλή μεταβίβαση της κυριότη-

τας είναι laquoηθικά άχρωμηraquo αφού τα κίνητρα για την κατάρτιση της ανά-

γονται στην ενοχική δικαιοπραξία αν in concreto διαγνωστεί ότι η επί-

δοση του περιουσιακού αντικειμένου έγινε χάριν τελέσεως ανήθικης

συμπεριφοράς ή ότι η ανήθικη αιτία αποτέλεσε αίρεση για την εκποιη-

τική δικαιοπραξία η ανηθικότητα πλήττει και την εμπράγματη δικαιο-

πραξία καθιστώντας αυτή άκυρη (βλ179ΑΚ) άκυρη δε και οποιαδήπο-

τε περαιτέρω μεταβίβαση

Πάντως γίνεται δεκτό και στην ελληνική αλλά και στη γερμανική νομο-

λογία ότι τα χρήματα που προκαταβάλλονται σε laquoπόρνηraquo για πραγμα-

τοποίηση σαρκικής επαφής μαζί της μεταβιβάζονται σrsquo αυτή κατά κυ-

ριότητα με την παράδοση τους αφού ως ανωτέρω αναφέρθη η ακυρό-

27 Βλ και ΑΠ ΓΕΩΡΓΙΑΔΗ Εγχειρίδιο Εμπρ Δικαίου παρ43 48 καθώς και ΑΠ ΓΕΩΡΓΙΑΔΗ Γ Αρχές ΑστΔικαίου διακρίσεις των δικαιοπραξιών

19 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

τητα της υποσχετικής δικαιοπραξίας δεν συμπαρασύρει την εμπράγμα-

τη αφού η μεταβίβαση χρημάτων είναι πράξη ηθικά ουδέτερη28

Ακριβώς επειδή η παροχή είναι έγκυρη αυτή δεν αναζητείται (εκτός

και μόνο αν το ανήθικο της αιτίας δεν βαρύνει τον δόντα) Αν βαρύνει

και αυτόν ή πολύ περισσότερο μόνο αυτόν τότε δεν αναζητείται

Πράγματι θα ήταν παράδοξο η έννομη τάξη να προστατεύει πρόσωπα

που μετήλθαν ανήθικων μέσων και προέβησαν σε δελεαστικές παροχές

για την επίτευξη μιας ανήθικης συμπεριφοράς και να τα επιβραβεύει με

την επιστροφή σε αυτά των έστω και άνευ ανταλλάγματος δοθέντων

ακόμα και στην εξαιρετική περίπτωση που και ο λήπτης βαρύνεται με

ανηθικότητα Η ρωμαϊκή αρχή laquoεν ίση αισχρότητι κρείσσων ο νεμόμε-

νοςraquo ορθά βρίσκει εδώ την εφαρμογή της29

Η ακυρότητα είναι αναδρομική (ex tunc) εκτός από τις διαρκείς συμ-

βάσεις (πχ σύμβαση εργασίας) Σε αυτές γίνεται δεκτό ότι εφόσον λει-

τούργησαν για ένα χρονικό διάστημα αναπτύσσοντας τα έννομα απο-

τελέσματα τους έχει δημιουργηθεί μια πραγματική κατάσταση η ο-

ποία αποτελεί και την αιτία διατήρησης των μέχρι τότε παροχών ενώ η

επίκληση της ακυρότητας τους έχει τα αποτελέσματα της καταγγελίας

λειτουργώντας μόνο για το μέλλον (ex nunc)

11 Δικονομική μεταχείριση

Η επίκληση της ακυρότητας αφού πρoβληθούν τα πραγματικά περιστατικά

γίνεται από οποιονδήποτε έχει έννομο συμφέρον ακόμα δε και από τον ίδιο τον

καθrsquo ου η μομφή για την επιλήψιμη συμπεριφορά αν και σε περίπτωση αυτή η ε-

πίκληση της θα μπορούσε να θεωρηθεί ως κατάχρηση δικαιώματος

Όσον αφορά το βάρος της απόδειξης στις μεν αιτιώδεις δικαιοπραξίες αυτός

που επικαλείται την εγκυρότητά της οφείλει να αποδείξει την ύπαρξη του κύρους

της αιτίας ενώ αντίθετα στις αναιτιώδεις δικαιοπραξίες το βάρος αποδείξεως φέ-

ρει εκείνος ο οποίος ασκεί είτε με αγωγή είτε με ένσταση την αξίωση αδικαιολογή-

του πλουτισμού (Αντιστροφή του βάρους της απόδειξης)

28 Βλ και ΧΡ ΜΥΛΩΝΟΠΟΥΛΟΥ Ποινικό Δίκαιο Ειδικό μέρος σελ22 29 Βλ και ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟ Επιτομή Γενικού Ενοχικού κεφ Περί αδικαιολόγητου πλουτισμού που μάλ-

λον διαφωνεί 20 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

12 Επίγραμμα

Οι δρόμοι του δικαστή του νομοθέτη και γενικότερα του εκάστοτε ερμηνευ-

τή του δικαίου είναι παράλληλοι και αλληλοσυμπληρώνονται Κοινός στόχος η εύ-

ρυθμη λειτουργία μιας κοινωνίας με σεβασμό στα βασικά ανθρώπινα δικαιώματα

στην αξία του ανθρώπου και στους θεσμούς όπως αυτοί διαμορφώνονται στην

πορεία του χρόνου

Όμως η δικαιοσύνη δεν είναι μόνο μια αφηρημένη ιδέα για τη θεσμική διάρ-

θρωση μιας κοινωνίας αλλά πρέπει να ενδιαφέρεται για τη ζωή που διάγουν οι

άνθρωποι στην πραγματικότητα και ότι καθιστά τη ζωή άξια για να τη ζουν

Γιrsquo αυτό ο ρόλος του ερμηνευτή του δικαίου και ιδίως του δικαστή είναι

κομβικός Και δεν είναι ο ρόλος αυτός παθητικός ούτε απλά συνθετικός Κινούμε-

νος εντός των εξουσιών που το Σύνταγμα του έχει προσδώσει δε στηλιτεύει αλλά

κατανοεί διαπλάθει αλλά και εξισώνει -εντός πάντοτε του θετού δικαίου

Και αν και κατά τη γενική αντίληψη ο λαός πρέπει να έχει νομολογία προ-

σαρμοσμένη στο βαθμό της ηθικής του πολλές φορές αναδεικνύεται η αντίστρο-

φη ανάγκη Να είναι η νομολογία αρωγός ώστε ο λαός να προσανατολιστεί στα

σύγχρονα ήθη και στις πολυπολιτισμικές ιδιομορφίες

Η ερμηνεία του άρθρου 178 ΑΚ αποτελεί μια χαρακτηριστική τέτοια περί-

πτωση-

21 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

Β

ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΜΕ ΤΗΝ ΟΠΟΙΑ ΔΕΣΜΕΥΕΤΑΙ ΥΠΕΡΒΟΛΙΚΩΣ Η ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΤΟΥ ΠΡΟΣΩΠΟΥ [ΚΑΤΑΔΥΝΑΣΤΕΥΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ] ndash

ΚΑΤΑΠΛΕΟΝΕΚΤΙΚΗ [ΑΙΣΧΡΟΚΕΡΔΗΣ] ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ (ΑΚ 179)

[Σπύρος Γ Παπαγιάννης]

1 Η σχέση μεταξύ των δύο ειδικών πραγματικών του άρθρου ΑΚ 179

Το δίκαιο προκειμένου να εξυπηρετεί τον κοινωνικό βίο των ανθρώπων εν-

σωματώνει στους κανόνες που το συγκροτούν τα παραγγέλματα της κοινωνικής

ηθικής δηλαδή τις επικρατούσες στην κοινωνία θεμελιώδεις αξιολογικές παρα-

στάσεις30 Έτσι η ΑΚ 178 με τον όρο ldquoχρηστά ήθηrdquo οριοθετεί την λειτουργία της

ιδιωτικής αυτονομίας μέσα στα όρια αυτού που αξιοί ο μέσης ηθικής κοινωνός του

δικαίου με σκοπό την αποτροπή καταχρήσεως κατά την διάπλαση ιδιωτικών εν-

νόμων σχέσεων και άμεσο αποτέλεσμα την άρνηση της έννομης τάξεως να προσ-

δώσει νομικό κύρος σε δικαιοπρακτικές ρυθμίσεις που προσβάλλουν τις αξίες των

οποίων αυτή επιδιώκει την πραγμάτωση31

Ενώ όμως το άρθρο ΑΚ 178 λειτουργεί ως γενική ρήτρα στο άρθρο ΑΚ 179

τυποποιούνται τα πραγματικά δύο ldquoειδικώνrdquo δικαιοπραξιών που αντιτίθενται στα

χρηστά ήθη οι ldquoκαταδυναστευτικέςrdquo συμβάσεις (ή ldquoφιμωτικέςrdquo32 δικαιοπραξίες)

και οι ldquoκαταπλεονεκτικέςrdquo συμβάσεις (ή ldquoαισχροκερδείςrdquo33 δικαιοπραξίες) Στην

πρώτη κριτήριο είναι η υπέρμετρη34 δέσμευση της ελευθερίας του προσώπου

ενώ στην δεύτερη κριτήριο αποτελεί η εκμετάλλευση της διαπραγματευτικής μει-

ονεξίας του αντισυμβαλλομένου ιδία όσον αφορά στην υπέρμετρη δέσμευση της

οικονομικής του ελευθερίας

2 Η Καταδυναστευτική Δικαιοπραξία

30 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 201217 31 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 201218 σημ 3 32 ΦΙΛΙΟΣ 2011353 33 ΦΙΛΙΟΣ opcit 34 Η ΑΚ 179α΄ αναφέρει ldquohellipδεσμεύεται υπερβολικάhelliprdquo Προτιμώ ως αποδίδουσα επί το ορθότερο

την έννοια του laquoμεγέθουςraquo της δεσμεύσεως την χρήση της λέξεως ldquoυπέρμετραrdquo λέξη-όρο που χρησιμοποιείτο στον ΑΚ προ της μεταγλωττίσεώς του στην δημοτική (την [φεύ] γλώσσα της ldquoπλέριας κατανόησηςrdquohellip)

22 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

α Έννοια

Ως ldquoκαταδυναστευτικήrdquo δικαιοπραξία νοείται κυρίως η σύμβαση (ή μεμονω-

μένη ρήτρα που περιέχεται σε σύμβαση) επί τη βάσει της οποίας δεσμεύεται

υπερμέτρως35 η προσωπική οικονομική επαγγελματική ή καλλιτεχνική ε-

λευθερία του αντισυμβαλλομένου δημιουργώντας ένα είδος υποτέλειας ένα-

ντι του άλλου μέρους36 Στην έννοια της καταδυναστεύσεως της ΑΚ 179α ε-

μπίπτει και κάθε συμβατικός περιορισμός που φέρει ως συνέπεια την υπέρ-

μετρη δέσμευση της ελευθερίας του προσώπου για ανάπτυξη οποιασδήποτε

εκδηλώσεως της προσωπικότητός του37 Είναι φανερόν ότι η ελληνική δη-

μόσια τάξη συγκεκριμενοποιεί την ρήτρα των χρηστών ηθών με την χρήση

μιάς θεμελιώδους δικαιϊκής αξίας της ελευθερίας του προσώπου εδώ ουσι-

αστικώς η συνταγματική τάξη (πχ Σ 5 sect 1) επιβάλλει τα πρόσωπα να παρα-

μένουν ελεύθερα

β Ελευθερία του προσώπου - δέσμευση

Στο πραγματικό της ΑΚ 179α΄ υπάγονται δύο κατά βάσιν περιπτώσεις συμ-

βάσεων αυτές που ενέχουν υπέρμετρη δέσμευση της προσωπικής ελευθερί-

ας του συμβαλλομένου και εκείνες με τις οποίες περιορίζεται υπερμέτρως η

ελευθερία προς (κυρίως) οικονομική και επαγγελματική δράση

Για δέσμευση της ελευθερίας του προσώπου με δικαιοπραξία γίνεται λόγος

μόνον όταν το πρόσωπο που δεσμεύτηκε είχε σύμφωνα με τον νόμο την ε-

ξουσία να διαθέσει κατά βούλησιν το αντικείμενο της δικαιοπραξίας Συνε-

πώς εάν η υποχρέωση του προσώπου δεν προέρχεται από δικαιοπραξία αλ-

λά από τον νόμο ή εάν το πρόσωπο που δεσμεύτηκε με δικαιοπραξία δεν εί-

χε σύμφωνα με τον νόμο την εξουσία να διαθέσει το αντικείμενο στο οποίο

αναφέρεται η δέσμευση η ΑΚ 179 δεν εφαρμόζεται38

Στην ελευθερία του προσώπου υπάγονται οι ατομικές ελευθερίες και τα α-

τομικά δικαιώματα αυτού39 όπως η ελευθερία συνειδήσεως της γνώμης της

διαθέσεως ψήφου του προσώπου κλπ Εδώ υπάγεται ιδίως η ελευθερία της

35 ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ 2012527 ΦΙΛΙΟΣ 2011352 36 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012 σημ 429 37 Πρβλ λχ ΑΠ 12601983 ΕλλΔνη 251347 (απεριόριστη δέσμευση της καλλιτεχνικής ελευθερί-

ας του πνευματικού δημιουργού) 38 ΕφΑθ 33271999 ΝοΒ 48485 39 ΕφΑθ 32841980 ΝοΒ 281225

23 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

εργασίας του εμπορίου της βιομηχανίας προς ανάπτυξη της οικονομικής

δράσεως του προσώπου40 Έτσι αντίκειται στα χρηστά ήθη

(1) κάθε δικαιοπραξία με την οποία απαγορεύεται σε κάποιον η άσκηση

ορισμένου επαγγέλματος ή ορισμένης βιομηχανικής ή εμπορικής δρα-

στηριότητος εφrsquo όσον περιέχει υπέρμετρη δέσμευση και

(2) η δικαιοπραξία με την οποία δεσμεύεται το δικαίωμα στην σωματική

ακεραιότητα του προσώπου στην υγεία ζωή τιμή το δικαίωμα στο

όνομα ή την προσωπικότητα το δικαίωμα εγκαταστάσεως ή μη σε ορι-

σμένο τόπο το δικαίωμα επιλογής επαγγέλματος κλπ41

γ Η ratio της απαγόρευσης

(1) Η οικονομική κατωτερότητα ενός εκ των συμβαλλομένων

Συνήθως η κατάρτιση συμβάσεως με καταδυναστευτικό περιεχόμενο

οφείλεται στην οικονομική κατωτερότητα του υποβαλλομένου στην

υπέρμετρη δέσμευση συμβαλλομένου Αυτό εκτιμάται ότι συμβαίνει

λόγω της ανάγκης αποκτήσεως της υπαρξιακής κατά κανόνα γιrsquo αυτόν

σημασίας παροχή του οικονομικώς ισχυρού αντισυμβαλλομένου συνή-

θως κάποια πίστωση Έτσι η οικονομική αυτή πίεση όταν μάλιστα

δεν υπάρχει δυνατότης καταφυγής σε άλλη πηγή αποκτήσεως του ιδί-

ου αγαθού με καλλίτερους όρους διαταράσσει την συμβατική ελευθε-

ρία η οποία μπορεί να συντρέχει ανεξαρτήτως της θέσεως που κατέχει

στην αγορά ο επιβάλλων τον περιορισμό συμβαλλόμενος (συνήθης επι-

χείρηση)

Η ρύθμιση αυτή της ΑΚ 179α΄ αντικειμενικώς κρινομένη φαίνεται ότι

είναι σχεδιασμένη με πνεύμα κηδεμονεύσεως ο δικαστής παρεμβαίνει

στο περιεχόμενο της συμβάσεως προκειμένου να προστατεύσει τον οι-

κονομικώς ασθενέστερο συμβαλλόμενο από μία άδικη εις βάρος του

κατανομή των συμβατικών βαρών και πλεονεκτημάτων

Προβληματισμός υπάρχει στο αν η οικονομική δέσμευση επέρχεται με

την κατάρτιση της συμβάσεως προκειμένου περί καταδυναστευτικών

συμβάσεων ή πρόκειται περί καταχρηστικής εκμεταλλεύσεως ήδη υ-

φισταμένης οικονομικής κατωτερότητος του αντισυμβαλλομένου προ-

40 Βλ ΤΟΥΣΗΣ Α 1978 sect 96 ΜΠΑΛΗΣ 1944 sect 64 41 Βλ ΤΟΥΣΗΣ opcit

24 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

κειμένου περί καταχρηστικής εκμεταλλεύσεως μονοπωλιακής ή δεσπό-

ζουσας θέσεως μιάς επιχειρήσεως στην αγορά

Εξrsquo άλλου χρήζει ιδιαιτέρας μνείας το ότι ενώ η συναλλακτικώς μειονε-

κτική θέση του ενός των συμβαλλομένων τεκμαίρεται αμαχήτως42 (ΑΚ

294 332sect2 334sect2 409 κλπ) στην περίπτωση καταδυναστευτικής

συμβάσεως ο αντισυμβαλλόμενος έχει δυνατότητα αποδείξεως ότι η

ρύθμιση υπήρξε προϊόν της ελευθέρας δικαιοπρακτικής αποφάσεως

του φαινομένου ως βλαπτομένου από αυτή συμβαλλομένου

(2) Η άδικη μεταξύ των μερών κατανομή των συμβατικών πλεονεκτημά-

των

Η κατανόηση του πότε είναι υπέρμετρη (ή ldquoυπερβολικήrdquohellip) ή εύλογη η

συμβατική δέσμευση της ελευθερίας του προσώπου συνιστά το κε-

ντρικό πρόβλημα του δόγματος των καταδυναστευτικών συμβάσεων

αν και η κρίση είναι νομική υποκείμενη στον έλεγχο του Αρείου Πάγου

Για τον λόγον αυτόν είναι καίριος ο ρόλος των μεγεθών αντιπαροχής

και δεσμεύσεως της οικονομικής ελευθερίας43

δ Η υπέρμετρη (υπερβολική) δέσμευση

Το κριτήριο της υπέρμετρης δεσμεύσεως ως αόριστη νομική έννοια και

προκειμένου να καταστεί δογματικώς κατάλληλη για να υπαχθεί σε αυτήν η

κρινομένη ατομική περίπτωση έχει ανάγκη εξειδικεύσεως λαμβανομένης

υπrsquo όψιν της ratio της απαγορεύσεως που τίθεται στην ΑΚ 179α΄ δηλαδή την

διάβρωση της συμβατικής ελευθερίας του ασθενέστερου μέρους αφrsquo ενός και

της ανισορροπίας στην κατανομή των συμβατικών ωφελημάτων μεταξύ των

μερών

Γίνεται ευρύτερα δεκτό στην σύγχρονη δογματική του Αστικού Δικαίου ότι

υπάρχει μία ldquoκινητήrdquo σχέση44 μεταξύ των προαναφερθέντων δύο κριτηρίων

εις τρόπον ώστε όσον εντονότερον διαβρώνεται η ελευθερία δικαιοπρακτι-

κής αποφάσεως του καταδυναστευομένου τόσον άτονος θα πρέπει να είναι

42 Για τον εμπορικό αντιπρόσωπο που συνάπτει ρήτρα μετασυμβατικής απαγορεύσεως του αντα-γωνισμού βλ ΠΔ 2191991 άρθρ10 εις εφαρμογήν του άρθρου 20 της Οδηγίας 86653 ΕΟΚ

43 ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ 2012528 ΣΠΥΡΙΔΑΚΗΣ 2004188 44 Πρβλ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012146

25 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

ο έλεγχος της άνισης κατανομής στο περιεχόμενο της σχετικής συμφωνίας

για να επιβεβαιώνεται ή όχι το στοιχείο της υπέρμετρης δεσμεύσεως45

Πέραν αυτών όμως είναι απαραίτητη και η συγκεκριμενοποίηση του κριτη-

ρίου της άνισης μεταξύ των μερών κατανομής των συμβατικών βαρών και

πλεονεκτημάτων οπότε είναι αναγκαία η αναδρομή σε ιδιαίτερα κριτήρια τα

οποία εφαρμόζει σχεδόν σταθερώς η νομολογία μας46

(1) Ο Μπαλής47 θεωρεί ότι πρέπει να συναρτάται η σχετική κρίση με το

σημείο ldquoμέχρι τοῦ ὁποίου εἶναι νόμῳ προστατεύσιμον τὸ συγκεκριμένον

συμφέρον τοῦ ἐπιβάλλοντος τὸν περιορισμὸνrdquo δηλαδή να συνυπολογί-

ζεται και το μέτρο της οικονομικής θυσίας στην οποία υποβάλλεται

ο ισχυρός συμβαλλόμενος ουσιαστικώς να σταθμίζεται η αξία της συ-

νολικής αντιπαροχής του χωρίς βεβαίως τα δύο αυτά μεγέθη να συ-

μπίπτουν κατrsquo ανάγκην

(2) Σημασίαν έχει και το στοιχείο της χρονικής διάρκειας της δεσμεύσεως

Όσον αφορά σε ρήτρες απαγορεύσεως ανταγωνισμού θεμιτός περιο-

ρισμός θεωρείται η διετία προκειμένου περί συμβάσεως εργασίας και η

πενταετία προκειμένου περί πωλήσεως επιχειρήσεως Αντιθέτως σε

συμβάσεις αποκλειστικής προμηθείας (κυρίως μπύρας ή ενέργειας) και

προμηθείας πρατηρίου βενζίνης η γερμανική νομολογία ανεβάζει το

όριο στα είκοσι περίπου έτη

(3) Σπουδαίο επίσης στοιχείο μετρήσεως του υπέρμετρου ή μη της συμ-

βατικής δεσμεύσεως είναι η τοπική έκτασή της Πρόκειται περί ενός

στοιχείου κινητού εν σχέσει προς την χρονική διάρκεια δεσμεύσεως αλ-

λά και προς τα λοιπά στοιχεία συγκεκριμενοποιήσεως της αόριστης έν-

νοιας του ldquoυπέρμετρουrdquo Δηλαδή δυνατόν όσον ευρύτερη κατά τόπο

και μακρότερη κατά χρόνον είναι η απαγόρευση τόσο μεγαλύτερο θα

πρέπει να είναι το περιουσιακό αντάλλαγμα που λαμβάνει το ασθενέ-

στερο μέρος ώστε να θεωρείται η ρήτρα θεμιτή Απροσδιόριστη κατά

τόπο και χρόνο απαγόρευση χωρίς πρόβλεψη δυνατότητος παύσεως

της δεσμεύσεως με καταγγελία προσδίδει κατά κανόνα ανήθικο χα-

45 Πρβλ ΤΕΛΛΗΣ 2007215 επ 46 Πληρέστερη ανάλυση των κριτηρίων αυτών σχετικώς με την ρήτρα μετασυμβατικής απαγο-

ρεύσεως του ανταγωνισμού βλ σε ΤΕΛΛΗΣ 2007223 επ 47 ΜΠΑΛΗΣ 1944 sect64

26 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

ρακτήρα στην σχετική ρήτρα48 διότι η έννομη τάξη δεν ευνοεί γενικώς

τις δεσμεύσεις μακροχρόνιας ή απεριορίστου διαρκείας49

(4) Το κατrsquo αντικείμενον εύρος της συμβατικἠς δεσμεύσεως είναι επίσης

κριτήριο συγκεκριμενοποιήσεως της αορίστου εννοίας του ldquoυπέρμε-

τρουrdquo Αν δηλαδή ο ασφαλειοδότης παρέχοντας υπέρμετρη εξασφά-

λιση στον δανειστή του μπορεί να ικανοποιήσει και τους λοιπούς δα-

νειστές του ή στον υποβληθέντα σε μετασυμβατική ρήτρα απαγόρευ-

σης ανταγωνισμού εναπομένει κάποια δυνατότητα επιδόσεως σε άλ-

λης μορφής οικονομική δραστηριότητα κατά την διάρκεια της απαγο-

ρεύσεως

Η παράθεση των ανωτέρω κριτηρίων είναι σαφώς ενδεικτική αφού η περί

υπέρμετρου δεσμεύσεως κρίση (πρέπει να) σχηματίζεται από μία συνολική

αξιολόγηση των ειδικών περιστάσεων που συνοδεύουν την επίμαχη σύμβα-

ση Έτσι προσμετρώνται και άλλα στοιχεία ndash κριτήρια όπως οι επαγγελμα-

τικές προοπτικές των συμβαλλομένων ή ο τρόπος λήξεως της συνεργασίας

των

Τέλος η ύπαρξη επίμεπτης υποκειμενικής στάσεως του ισχυροτέρου συμ-

βαλομένου δεν θεωρείται σύμφωνα με κρατούσα γνώμη προϋπόθεση της

ακυρότητας της συμβάσεως50

ε Εφαρμογή της διατάξεως

Η διάταξη (εδ α΄) εφαρμόζεται και στις χαριστικές δικαιοπραξίες51 Δεν ε-

φαρμόζεται η διάταξη όταν υπάρχει νόμος που συγχωρεί την υπέρμετρη δέ-

σμευση της ελευθερίας του προσώπου52 Δεν αποκλείεται η σύμβαση να

προσκρούει εν μέρει στα χρηστά ήθη οπότε έχει εφαρμογή η ΑΚ 181 (Μερι-

κή ακυρότητα δικαιοπραξίας Η ακυρότητα μέρους συνεπιφέρει την ακυρό-

τητα ολόκληρης της δικαιοπραξίας αν συνάγεται ότι δεν θα είχε επιχειρηθεί

χωρίς το άκυρο μέρος)

48 Πρβλ αντί πολλών ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ 2012528 49 Πρβλ αντίθετη άποψη (ΚΙΤΣΑΡΑΣ Ενοχικές δεσμεύσεις της εξουσίας διάθεσης 199957) σε ΓΕΩΡ-

ΓΙΑΔΗΣ 2012 sect 36 υποσημ 12 50 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 1983153 51 Βλ ΑΠ 9991975 (Βrsquo Τμήμα) ΝοΒ 24287 (ldquohellipἀποκλείεται ἡ ἐφαρμογὴ τοῦ ἐπὶ δικαιοπραξιῶν ἐφrsquo

ὧν ἐπίδοσις περιουσίας γίνεται ἄνευ ἀνταλλάγματος ἢ δὲν λαμβάνει χώραν ἀνταλλαγὴ παροχῶν διότι ἐπrsquo αὐτῶν δὲν γεννᾶται ζήτημα προφανοῦς δυσαναλογίας παροχῆς καὶ ἀντιπαροχῆςrdquo)

52 Βλ ΤΟΥΣΗΣ 1978506 επ ndash ΑΠ 1301950 27 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

ϛ Έννομες συνέπειες

(1) Σύμφωνα με την ΑΚ 179 η δικαιοπραξία που δεσμεύει υπερμέτρως την

ελευθερία του προσώπου είναι ldquoΆκυρη ως αντίθετη προς τα χρηστά ή-

θηhelliprdquo και όπως ισχύει για κάθε ανήθικη δικαιοπραξία θεωρείται από-

λυτη53 μπορεί δε να λαμβάνεται υπόψιν και αυτεπαγγέλτως από το

δικαστήριο54 Τούτο είναι λογικό και κατrsquo ακολουθίαν ορθό αφού η

απαγόρευση της υπέρμετρης δέσμευσης της ελευθερίας σκοπεί στην

προστασία της προσωπικότητας ώστε να μην αφαιρείται το αγαθό της

εξουσίας της δικαιοπρακτικής διαθέσεως του μέρους

Προκειμένου όμως περί υπέρμετρης δεσμεύσεως της οικονομικής ε-

λευθερίας προσώπου δηλαδή οικονομικών συμφερόντων των οποίων

η διαφύλαξη είναι αποκλειστική υπόθεση του προσώπου αυτού τότε

σε μια τέτοια περίπτωση το πρόσωπο αυτό και μόνο μπορεί να κρίνει

καλλίτερα από κάθε άλλον αν η άρση των δικαιοπρακτικών αποτελεσμά-

των με την επίκληση της ΑΚ 179α ακυρότητος εξυπηρετεί πράγματι τα

συμφέροντά του5556

(2) Η ακυρότητα είναι κατά κανόνα ολική ιδία όσον αφορά σε υπέρμετρη

δέσμευση της προσωπικής ελευθερίας57 Στις περιπτώσεις όμως όπου

ο ανήθικος χαρακτήρας προσδιορίζεται από οικονομικής φύσεως α-

νταλλάγματα θα πρέπει να είναι δυνατή η μερική ακυρότητα ώστε με-

τά την αφαίρεση του αδίκου μέρους να μπορεί να ισχύσει η σύμβαση

με το υπόλοιπο ορθό περιεχόμενο της και έτσι το ασθενέστερο μέρος

να ldquoαπολαύσει τελικά την πολύτιμη γιrsquo αυτόν παροχή του αντισυμβαλ-

λομένου του αλλά με δίκαιους τώρα όρουςrdquo Την δυνατότητα της μερικής

ακυρότητος φαίνεται να δέχεται η κρατούσα γνώμη πράγμα που ση-

μαίνει ότι το δικαστήριο έχει την δυνατότητα να μειώσει μετά από αί-

τηση του βλαπτομένου την δέσμευση αυτού στο προσήκον μέτρο

53 ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ 2012525 επ 54 ΛΑΔΑΣ 1979159 επ 55 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012153 56 Θεωρείται ότι σε παρόμοιες περιπτώσεις πρέπεται η (κατrsquo εξαίρεσιν) σχετική ακυρότητα διότι η

απόφαση για την διατήρηση ή άρση των δικαιοπρακτικών αποτελεσμάτων πρέπει να ανήκει αποκλειστικώς στο βλαπτόμενο από την συμβατική ρύθμιση μέρος το οποίο γνωρίζει κάλλιον παντός άλλου το τι πράγματι το συμφέρει άλλως υπάρχει ανεπίτρεπτη κηδεμόνευση των συμφερόντων αυτού του συμβαλλομένου (ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2013113)

57 εα 2α 28 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

3 Η Καταπλεονεκτική Δικαιοπραξία

α Γενικά ndash σχέση με ΠΚ 404 405

Σύμφωνα με το πραγματικό της ΑΚ 179βrsquo καταπλεονεκτική δικαιοπραξία

υπάρχει όταν στο πρόσωπο του καταπλεονεκτούμενου συντρέχουν προφα-

νής δυσαναλογία παροχής και αντιπαροχής ανάγκη κουφότητα ή απειρία

και εκμετάλλευση της μειονεκτικής αυτής θέσεως από τον καταπλεονέκτη

Σύμφωνα με την νομολογία για την πλήρωση του πραγματικού απαιτείται η

συνδρομή και των τριών αυτών προϋποθέσεων σωρευτικώς

Γίνεται δεκτό ότι σε περίπτωση ελλείψεως κάποιου από τα ανωτέρω στοι-

χείου καταφάσκεται η ακυρότητα της δικαιοπραξίας με αναγωγή στην γενι-

κή ρήτρα της ΑΚ 178 υπό την προϋπόθεση ότι συντρέχουν πρόσθετα στοι-

χεία τα οποία μπορούν να προσδώσουν στην δικαιοπραξία το χρώμα της α-

νηθικότητας

Εκδήλωση της απαγορεύσεως της καταπλεονεκτήσεως αποτελεί η ρύθμιση

των άρθρων ΠΚ 404 (τοκογλυφία) και ΠΚ 405 (αισχροκέρδεια) το πραγμα-

τικό των οποίων είναι ουσιαστικώς ίδιο με αυτό της ΑΚ 179βrsquo Αν και τίποτε

δεν εμποδίζει για την ακυρότητα καταπλεονεκτικής δικαιοπραξίας την πα-

ράλληλη επίκληση και των δύο νομοθετικών βάσεων ορθότερη θεωρείται να

διαφυλαχθεί η αυτονομία της ρυθμίσεως της ΑΚ179βrsquo αφού ο νομοθέτης

φαίνεται ότι θέλησε να ρυθμίσει ρητώς τις συνέπειες της καταπλεονεκτήσε-

ως τον ΑΚ

β Προϋποθέσεις εφαρμογής της διατάξεως

Καταπλεονέκτηση μπορεί να υπάρχει σε κάθε τύπο επαχθούς δικαιοπραξίας

με περιουσιακό περιεχόμενο58 οι οποίες μπορεί να είναι αμφοτεροβαρείς

ετεροβαρείς αιτιώδεις αναιτιώδεις (όπως πχ η αγοραπωλησία η μίσθωση

58 Διαφορετικό είναι το ζήτημα της παροχής περιουσιακού ωφελήματος με ldquoανεξάρτητηrdquo μονομε-ρή δικαιοπραξία με την οποία προσδίδεται καταπλεονεκτικό χρώμα σε προηγούμενη σύμβαση από την οποία θα πηγάζει συνήθως η υποχρέωση για τέλεση της μονομερούς δικαιοπραξίας (πχ παροχή υποθήκης)

29 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

πράγματος ή έργου ή εργασίας η εταιρεία η σύμβαση μεσιτείας ή εγγύηση)

όταν αυτές καταρτίζονται με δυσανάλογο αντάλλαγμα59

Η ΑΚ 179βrsquo δεν εφαρμόζεται στις χαριστικές δικαιοπραξίες γιατί η επίδοση

της περιουσίας γίνεται χωρίς αντάλλαγμα και έτσι δεν υπάρχει δυσαναλογία

παροχής και αντιπαροχής όπως πχ στην δωρεά στην εντολή στην άφεση

χρέους στην παρακαταθήκη χωρίς αμοιβή ή στην εγγύηση εκτός αν αυτή

ανελήφθη στο πλαίσιο μιάς αμφοτεροβαρούς συμβάσεως με ευρύτερο περι-

εχόμενο

γ Προφανής δυσαναλογία μεταξύ παροχών

Στην καταπλεονεκτική σύμβαση η ελευθερία δικαιοπρακτικής αποφάσεως

του καταπλεονεκτούμενου είναι διαταραγμένη αφού αυτός ευρίσκεται σε

μία δυσμενή σε σχέση με τον καταπλεονέκτη θέση που δεν του επιτρέπει να

προασπίσει ορθολογικώς τα συνδεόμενα με την σύμβαση συμφέροντά του

έτσι ο μηχανισμός συμβάσεως δεν μπορεί εδώ να παράσχει κανένα εχέγγυο

ορθότητος Ότι το περιεχόμενο της καταπλεονεκτικής συμβάσεως δεν είναι

ldquoορθόrdquo μαρτυρεί τελικώς η ύπαρξη της προφανούς δυσαναλογίας

Η προφανής δυσαναλογία των ανταλλασσομένων παροχών ανάγεται σε

απαραίτητο στοιχείο του πραγματικού της καταπλεονεκτήσεως στην ΑΚ

179βrsquo ενώ ταυτοχρόνως είναι και πρόβλημα που για να κατανοηθεί σωστά

πρέπει να φωτισθεί μέσα από τον συνδυασμό και την αντίθεση μιάς πλειά-

δος αρχών οι οποίες σε κινητή μεταξύ των σχέση συγκροτούν το σύστημα

του δικαίου των ενοχικών συμβάσεων60

Ως έννοια αόριστη είναι αναμφισβητήτως έννοια νομική και η υπαγωγή σε

αυτήν της σχέσεως αξίας των αμοιβαίων παροχών αποτελεί κρίσιν αξιολο-

γική υποκείμενη στον έλεγχο του ΑΠ61

Ομοφώνως γίνεται δεκτό ότι αφετηρία της κρίσεως περί υπάρξεως ή μη

προφανούς δυσαναλογίας πρέπει να αποτελεί η αντικειμενική αξία των α-

νταλλασσομένων παροχών δηλαδή η συνήθης στις συναλλαγές αξία62 Έτσι

59 Βλ ΜΠΑΛΗΣ 1944190 (sect66) 60 Βλ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 19837 σημ 23 61 ΦΙΛΙΟΣ 2011 sect147Β 62 Πρβλ ΑΠ 20952009 (Α1 Τμήμα) ldquohellipφανερή δυσαναλογία μεταξύ παροχής και αντιπαροχής

είναι αυτή που υποπίπτει στην αντίληψη λογικού και έχοντος πείρα των σχετικών συναλλαγών ανθρώπου και η οποία υπερβαίνει το μέτρο κατά το οποίο είναι ανθρωπίνως φυσικό να απο-κομίζει ο ένας κάποιο όφελος από σύμβαση οικονομικού περιεχομένου επί ζημία του άλλουrdquo

30 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

διαπιστουμένης της αντικειμενικής αξίας των αμοιβαίων παροχών ακολου-

θεί η κρίση για το αν υφίσταται μεταξύ των προφανής δυσαναλογία λαμβα-

νομένων πάντοτε υπrsquo όψιν της φύσεως της συμβάσεως και του επιδιωκομέ-

νου με αυτήν οικονομικού σκοπού63 ενώ στις περιπτώσεις ακινήτων χρη-

σιμοποιείται ευρέως στην πράξη το κριτήριο της laesio enormis64

Ένα επιπλέον στοιχείο που λαμβάνεται υπrsquo όψιν για την διαπίστωση της υ-

πάρξεως προφανούς δυσαναλογίας είναι η λεγομένη ldquoρήτρα προσθέσεωςrdquo

δηλαδή το άθροισμα των ωφελημάτων που έλαβε ο καταπλεονέκτης και των

περιουσιακών ωφελημάτων που επιπροσθέτως κατέβαλλε ο καταπλεονε-

κτούμενος σε τρίτα πρόσωπα (πχ μεσιτεία αμοιβές σε βοηθητικά πρόσωπα

κλπ)

Υπάρχουν όμως και μερικά σχετιζόμενα με την δυσαναλογία των ανταλ-

λασσομένων παροχών ειδικότερα προβλήματα που εμφανίζονται συχνά

στην δικαστηριακή πράξη παρουσιάζοντα ταυτοχρόνως σπουδαίο δογματι-

κό ενδιαφέρον

(1) Πρόσθετο τίμημα στην πώληση ακινήτου μπορεί να ληφθεί υπrsquo όψιν

το επιπλέον του αναγραφομένου στο συμβολαιογραφικό έγγραφο τι-

μήματος επιπροσθέτως καταβληθέν τίμημα

(2) Το καταπλεονεκτικό σύμφωνο εξωνήσεως η συνομολόγηση δικαιώ-

ματος εξωνήσεως με τίμημα προφανώς δυσανάλογο εν σχέσει προς αυ-

τό της πωλήσεως μήπως υποκρύπτει τοκογλυφικό δάνειο Εδώ θα

πρέπει να σταθμιστεί η δυνατότητα του πωλητή να αποτρέψει την κα-

ταπλεονεκτική γιrsquo αυτόν ρύθμιση ασκώντας το δικαίωμα εξωνήσεως

Εάν δηλαδή ο πωλητής ασκήσει αυτό το δικαίωμα παρά την προφανή

δυσαναλογία η πώληση δεν έχει καταπλεονεκτικό χαρακτήρα

(3) Η διαπίστωση της προφανούς δυσαναλογίας στον συμβιβασμό τα

συγκρινόμενα μεγέθη είναι οι αμοιβαίες παραχωρήσεις των μερών και

όχι οι εκατέρωθεν αναλαμβανόμενες υποχρεώσεις προς παροχή Η σω-

στή όμως εκτίμηση των παραχωρήσεως προϋποθέτει ως αφετηρία

63 ΑΠ 20952009 64 Ο ΛΙΤΖΕΡΟΠΟΥΛΟΣ 1932208 επ προτείνει αποδοχή της υπάρξεως προφανούς δυσαναλογίας

όταν η μία παροχή δεν φθάνει το 60 ή 50της αξίας της άλλης Βλ επίσης υποσημείωση 560 στο ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012

31 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

την νομική κατάσταση που υπήρχε πριν τον συμβιβασμό υπερβολικές

αξιώσεις προβαλλόμενες αυθαιρέτως δεν λαμβάνονται εδώ υπrsquo όψιν

Η ύπαρξη της προφανούς δυσαναλογίας κρίνεται κατά τον χρόνο καταρτί-

σεως της συμβάσεως είναι αδιάφορο αν η προφανής δυσαναλογία επήλθε

αργότερα εκτός της περιπτώσεως όπου ο καταπλεονεκτούμενος στο πλαί-

σιο της υφισταμένης κυρίας συμβατικής σχέσεως συνομολογεί ή παρέχει

πρόσθετα περιουσιακά ωφελήματα (πχ εμπράγματη ασφάλεια) που προσ-

δίδουν πλέον στην συνολική συναλλαγή καταπλεονεκτικό χρώμα

δ Ανάγκη Κουφότητα Απειρία

(1) Ανάγκη

Είναι η κατάσταση ενός προσώπου (του δικαιοπρακτούντος ή κάποιου

που συνδέεται στενά με αυτόν) που ευρίσκεται σε άμεσο οικονομικό ή

άλλο κίνδυνο65 η αντιμετώπιση του οποίου είναι ανεπίδεκτη αναβο-

λής66 Η ανάγκη πρέπει να έχει χαρακτήρα επιτακτικό και να είναι τόσο

σοβαρή ώστε αντικειμενικώς κρινομένη να μπορεί να θεωρηθεί ότι

κάθε εχέφρων άνθρωπος θα οδηγείτο στην ίδια δικαιοπρακτική συ-

μπεριφορά

Ενώ η φύση της ανάγκης είναι συνήθως οικονομική η σπουδαιότητα

του διακινδυνευομένου αγαθού καθορίζει το αν η συγκεκριμένη κάθε

φορά περίπτωση μπορεί να υπαχθεί ή όχι στην ρύθμιση της ΑΚ 179βrsquo

Είναι αδιάφορο αν η ανάγκη είναι μόνιμη ή παροδική αφού αποφασι-

στική για την εφαρμογή της ΑΚ 179βrsquo είναι η ύπαρξη ανάγκης μόνο κα-

τά τον χρόνο καταρτίσεως της δικαιοπραξίας Η ανάγκη πρέπει να είναι

πραγματική και άμεση επιτακτική και ανεπίδεκτη αναβολής

(2) Κουφότητα

Προϋπόθεση της ορθής λειτουργίας της ιδιωτικής αυτονομίας είναι η

εκ μέρους των αντισυμβαλλομένων ορθολογική στάθμιση των υπέρ και

κατά της συμβατικής ρυθμίσεως Όταν όμως ο αντισυμβαλλόμενος α-

διαφορεί λόγω απερισκεψίας ή ελλείψεως επαρκούς σκέψεως και δεν

αποδίδει στις πράξεις του την σημασία την αξία και τις συνέπειες που

έχουν αυτές τότε η συναλλακτική συμπεριφορά του χαρακτηρίζεται

65 ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ 2012530 66 ΑΠ 19982007

32 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

από κουφότητα Η κουφότητα μπορεί να οφείλεται σε οποιονδήποτε

λόγο όπως είναι η πνευματική νόσος ου δεν επέφερε όμως ολική ή με-

ρική ασυνειδησία των πράξεων του προσώπου ώστε να το κάνει εντε-

λώς ή περιορισμένως ανίκανο για την σύνταξη δικαιοπραξίας67

(3) Απειρία

Ως απειρία νοείται η έλλειψη της περί τη ζωή και τις συναλλαγές πεί-

ρας68 Το ερώτημα όμως είναι αν η σχετική με συγκεκριμένη δικαιο-

πραξία απειρία στοιχειοθετεί την απειρία της ΑΚ 179βrsquo ή όχι Γίνεται

δεκτό ότι υπάρχουν τρείς διαβαθμίσεις69 της απειρίας

(α) Η καθολική όπου ο συμβαλλόμενος στερείται παντελώς συναλ-

λακτικής πείρας και κατά συνέπειαν η περίπτωσή του υπάγεται

στην ρύθμιση της ΑΚ 179β΄

(β) Η απειρία σε ορισμένο μόνο συναλλακτικό τομέα (λχ πράξεις

επί ακινήτων χρηματιστηριακές συναλλαγές κλπ) εδώ η απειρία

δεν αποτελεί σταθερή ιδιότητα του προσώπου και παρά το ότι η

γενική του πείρα του επιτρέπει να κρίνει το επισφαλές της δικαι-

οπραξίας στην οποία προβαίνει η ελευθερία δικαιοπρακτικής α-

ποφάσεώς του δεν παύει να είναι διαταραγμένη Κατά συνέπεια

δικαιούται της προστασίας της ΑΚ 179βrsquo

(γ) Προβληματική αλλά και με πολύ μεγάλη πρακτική σημασία είναι

η τρίτη μορφή απειρίας που χαρακτηρίζεται από την έλλειψη ει-

δικών γνώσεων πού έχει ανάγκη ο σύγχρονος καταναλωτής στις

καθημερινές συναλλαγές του γνώσεων απαραιτήτων για τον

σχηματισμό σωστής εικόνας της προσφερόμενης σε αυτόν παρο-

χής Κι΄ εδώ η ελευθερία δικαιοπρακτικής αποφάσεως του κατα-

ναλωτή αδαούς όντος λόγω ανεπαρκούς πληροφορήσεως εμφα-

νίζεται διαταραγμένη και άξια της κατά την ΑΚ 179βrsquo προστασίας

ε Εκμετάλλευση

Ενώ η νομολογία μας θεωρεί αναγκαίο στοιχείο της ΑΚ 179βrsquo την υποκειμενι-

κή προϋπόθεση της εκμεταλλεύσεως την οποία πρέπει να αποδεικνύει ο ε-

67 ΑΠ 3821992 ΝοΒ 41874 68 ΑΠ 9362007 69 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012196 επ

33 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

πικαλούμενος την εφαρμογή της διατάξεως δεν έχει μέχρι τώρα αποσαφη-

νιστεί πλήρως σε τι ακριβώς συνίσταται η ldquoεκμετάλλευσηrdquo Βέβαιο πάντως

είναι ότι το στοιχείο αυτό δεν θα πρέπει να θεωρηθεί ως ηθική μομφή στο

πρόσωπο του καταπλεονέκτη

Κατrsquo αρχάς απορρίπτεται η επίκληση δόλου αφού ο δόλος απαιτείται από

την λειτουργία της ποινής και είναι ξένος προς τον λειτουργικό ρόλο της α-

κυρότητας της ανήθικης δικαιοπραξίας Το ότι δεν πρόκειται περί μομφής

φαίνεται στις περιπτώσεις καταρτίσεως δικαιοπραξίας κατά παράκλησιν

του αντισυμβαλλομένου και όχι από εκμεταλλευτική διάθεση του καταπλεο-

νέκτη Επιπλέον εάν επρόκειτο περί συνειδήσεως της ανηθικότητος εκ μέ-

ρους του καταπλεονέκτη μια τέτοια συνείδηση λόγω του περιεχομένου σε

αυτήν αξιολογικού και βουλητικού στοιχείου θα ισοδυναμούσε με πταίσμα

και δη στον βαθμό του dolus malus στοιχείου όμως ξένου προς την προ-

βληματική των ανήθικων γενικώς δικαιοπραξιών

Η ελληνική νομολογία φαίνεται να ακολουθεί την άποψη ότι ο καταπλεονέ-

κτης γνωρίζει την συναλλακτικώς δυσμενή θέση του καταπλεονεκτούμενου

και την προφανή δυσαναλογία μεταξύ παροχής και αντιπαροχής στοιχεία τα

οποία δεν θεωρεί ως λόγο προσωπικής μομφής κατά του καταπλεονέκτη αλ-

λά καταλογισμού σε αυτόν του κινδύνου της ακυρότητας της δικαιοπραξίας

Τα δικαστήρια φαίνεται ότι ταυτίζουν την εκμετάλλευση με την εκ μέρους

του καταπλεονέκτη γνώση της συναλλακτικώς δυσμενούς θέσεως του κα-

ταπλεονεκτούμενου Είναι συνήθης στις αποφάσεις η επωδός ldquoεπωφελήθη-

κεrdquo70 της γνωστής σε αυτόν ανάγκης κουφότητας ή απειρίας Γίνεται όμως

παγίως δεκτό ότι αν ο καταπλεονέκτης αγνοούσε την κατάσταση του αντι-

συμβαλλομένου του δεν υπάρχει εκμετάλλευση κατά την ΑΚ 179βrsquo Και βε-

βαίως ερωτάται γιατί θα πρέπει να γνωρίζει μόνο την ανάγκη κουφότητα ή

απειρία και όχι και την προφανή δυσαναλογία των αμοιβαίων παροχών

4 Έννομες συνέπειες

Η καταπλεονεκτική δικαιοπραξία είναι απολύτως άκυρη και για τα δύο μέρη

κατά την έννοια της ΑΚ 180 Την ακυρότητα μπορεί να προβάλλει και κάθε τρίτος

70 Πρβλ ΑΠ 20952009 34 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

που έχει έννομο συμφέρον επομένως και ο κληρονόμος ενός από τους συναλλαγέ-

ντες71

Δεν αποκλείεται και μερική ακυρότητα της δικαιοπραξίας Τούτο θα συμβεί

εάν μπορεί να προσδιορισθεί ακριβώς η μεταξύ παροχής και αντιπαροχής αναλο-

γία οπότε η δικαιοπραξία είναι άκυρη κατά το υπερβάλλον72 Κατά πόσον σε τέ-

τοια περίπτωση η μερική ακυρότητα θα συνεπιφέρει την ακυρότητα της όλης δι-

καιοπραξίας κρίνεται κατά την ΑΚ 18173

Σύμβαση εντόκου δανείου μπορεί να χαρακτηρισθεί καταπλεονεκτική συμ-

φώνως προς την ΑΚ 179 μόνο στην περίπτωση συνομολογήσεως ή λήψεως αθέ-

μιτων (τοκογλυφικών) τόκων εν σχέσει προς την αντιπαροχή με την εκμετάλ-

λευση της ανάγκης κουφότητας κλπ του δανεισθέντος οπότε και επέρχεται είτε

ολοκληρωτική και απόλυτη ακυρότητα της καταπλεονεκτικής δικαιοπραξίας κα-

τά τον κανόνα της ΑΚ 181 είτε μερική ακυρότητα οπότε αφού προσδιορισθεί

ακριβώς η μεταξύ παροχής και αντιπαροχής αναλογία η δικαιοπραξία είναι αι-

σχροκερδής και άκυρη κατά το υπερβάλλον

Η προβολή της ακυρότητας από εκείνον που μετήλθε την εκμετάλλευση

μπορεί να αποκρουσθεί με την ένσταση της ΑΚ 281 Αυτό μπορεί να συμβεί όταν

το δικαίωμα ακυρώσεως ασκείται καθυστερημένα εφ΄ όσον όμως συντρέχουν

και άλλα περιστατικά74

Οι παροχές που έγιναν σε εκπλήρωση της καταπλεονεκτικής υποσχετικής

συμβάσεως μπορούν να αναζητηθούν είτε με διεκδικητική αγωγή είτε με αγωγή

αδικαιολόγητου πλουτισμού Αυτός που ζημιώθηκε από την αισχροκερδή δικαιο-

πραξία δικαιούται εφ΄ όσον συντρέχουν οι όροι των ΑΚ 919 και ΑΚ 914 και απο-

ζημιώσεως

71 ΑΠ 9362007 72 ΜΠΑΛΗΣ 1944191 73 ΜΠΑΛΗΣ op cit 74 Για την προστασία των καλόπιστων τρίτων μέσω της ΑΚ 281 βλ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012232 επ

35 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ ΣΤ ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ Γενικές Αρχές Αστικού Δικαίου Π Ν Σάκκουλας 2012 ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ ΣΤ ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ndash ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟΣ ΠΑΝ ΜΙΧΑΗΛ Αστικός Κώδικας κατ΄ άρ-

θρο ερμηνεία τόμος Ι Π Ν Σάκκουλας 1978 ΛΑΔΑΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ Α Η ακυρότητα της δικαιοπραξίας λόγω αντιθέσεως εις τα χρη-

στά ήθη χό Θεσσαλονίκη 1979 ΛΙΤΖΕΡΟΠΟΥΛΟΣ Γ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ Η Νομολογία ως παράγων διαπλάσεως του ιδιωτικού

δικαίου Θεσσαλονίκη 1932 ΜΠΑΛΗΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ Α Γενικαί αρχαί του Αστικού Δικαίου Παπαζήσης 1944 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ ΑΛ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ Οι καταπλεονεκτικές δικαιοπραξίες Σάκκουλας Αντ

Ν 1983 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ ΑΛ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ Δικαιοπραξιες αντίθετες προς τα χρηστά ήθη Σάκ-

κουλας Αντ Ν 2012 ΠΑΠΑΣΤΕΡΙΟΥ Η ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ Αστικό Δίκαιο Επιτομή Εκδόσεις Σάκκουλα ΑΕ 2010 ΣΠΥΡΙΔΑΚΗΣ Σ ΙΩΑΝΝΗΣ Εγχειρίδιο Αστ Δικαίου 1 - Γενικές Αρχές Αντ Ν Σάκκου-

λας 2004 ΤΕΛΛΗΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ Δ Ρήτρα μετασυμβατικής απαγόρευσης ανταγωνισμού στο δί-

καιο εταιρειών και επιχειρήσεων λειτουργία και δικαστικός έλεγχος του περιε-χομένου της Εκδόσεις Σάκκουλα ΑΕ 2007

ΤΟΥΣΗΣ ΧΡ ΑΝΔΡΕΑΣ Γενικαί Αρχαί του Αστικού Δικαίου μετʹ εισαγωγής εις το δίκαι-ον εν γένει Αφοί Σάκκουλα 1978

ΤΡΙΑΝΤΟΣ Τ ΝΙΚΟΛΑΟΣ Δικαιοπραξιες Νομική Βιβλιοθηκη 2011 ΤΡΙΑΝΤΟΣ Τ ΝΙΚΟΛΑΟΣ Αστικό Δίκαιο-Επιτομή Νομική Βιβλιοθήκη 2013 ΦΙΛΙΟΣ ΧΡ ΠΑΥΛΟΣ Γενικές Αρχές Αστικού Δικαίου Εκδόσεις Σάκκουλα ΑΕ 2011 ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΕΙΣ ΑΝΔΡΟΥΛΙΔΑΚΗ-ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗ ΙΣΜΗΝΗ Η αντίθεση της διαθήκης στα χρηστά ήθη ΝοΒ

301234 ΠΕΛΕΝΗ-ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ Α Η αντιμετώπιση από τη νομολογία του άρθρου 179 περ

α΄ ΑΚ ΕλλΔνη 199459 ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟΣ ΠΑΝ ΜΙΧΑΗΛ-ΛΑΔΟΓΙΑΝΝΗΣ ΓΕΩΡ Κριτήρια αντίθεσης συμφώνου

προτίμησης προς τα χρηστά ήθη (γνμδ) ΧρΙΔ 1263 ΤΟΥΣΗΣ ΧΡ ΑΝΔΡΕΑΣ Η έννοια των χρηστών ηθών ΕΕΝ 231956 ΦΑΣΟΥΛΑΣ ΖΗΣΗΣ Η απάτη και η ακυρότητα της δικαιοπραξίας ως αντίθετη στα

χρηστά ήθη ΠοινΧρ 921032

36 36

  • 2 Συμβατική ελευθερία και γενικές ρήτρες
  • 4 Κριτήρια προσδιορισμού των χρηστών ηθών
    • Μια πρώτη κατηγοριοποίηση όμως αντίθεσης στα χρηστά ήθη μπορεί να γίνει με βάση το αν αυτή προκύπτει από το περιεχόμενο τους
      • 10 Ακυρότητα
      • α Απόλυτη ή σχετική
      • β Συνολική ή μερική
      • γ Ακυρότητα στις αιτιώδεις και αναιτιώδεις δικαιοπραξίες
      • 11 Δικονομική μεταχείριση
      • 12 Επίγραμμα

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

Α

Α ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΉΘΗ (ΑΚ 178) [Γεωργία Γ Πατσούρα]

1 Εισαγωγή

Η διάταξη του άρθρου 178 του Αστικού Κώδικα είναι μια διάταξη λιτή Για

την πλήρωση του πραγματικού της και την επέλευση των εννόμων συνεπειών αυ-

τού αρκεί μια προϋπόθεση η αντίθεση ndashτης δικαιοπραξίας- στα χρηστά ήθη

Και ενώ η διάκριση της δικαιοπραξίας από συναφείς έννοιες είναι συνήθως

εύκολα διαγνώσιμη η διαπίστωση της αντίθεσης της στα χρηστά ήθη αποτελεί

για τον ερμηνευτή του δικαίου ένα σύνθετο δημιουργικό αλλά και επίπονο έργο

Ιδιαίτερα ο δικαστής ο οποίος καλείται να αποφανθεί επί του ζητήματος πρέπει

να συγκεράσει τις αντιλήψεις της κοινωνίας περί χρηστών ηθών όπως αυτές με-

τασχηματίζονται στην πορεία του χρόνου με τις συνταγματικές επιταγές και τις

υπερσυνταγματικές διεθνείς συμβάσεις που a priori τον δεσμεύουν Επιπλέον ο-

φείλει να αξιολογήσει in concreto την υπό κρίση δικαιοπραξία συνεκτιμώντας τις

πέριξ αυτής ειδικότερες συνθήκες και περιστάσεις Τέλος η λύση που θα δώσει

απαιτείται πέρα και πάνω από όλα -ακόμη και αν ξενίσει ή ξαφνιάσει- να ανταπο-

κρίνεται στην ανώτερη Ιδέα την οποία αυτός ετάχθη να υπηρετεί αυτή της ουσι-

αστικής Δικαιοσύνης

2 Συμβατική ελευθερία και γενικές ρήτρες

Ο ελληνικός Αστικός Κώδικας είναι ένας κώδικας φιλελεύθερος Επηρεασμέ-

νος κυρίως από το Γερμανικό Αστικό Κώδικα και από τη λεγόμενη σχολή των

Πανδεκτιστών περιέχει στο μεγαλύτερο μέρος του διατάξεις ουδέτερες κοινωνι-

κοοικονομικά που δε φαίνεται να στηρίζονται σε ηθικοπολιτικές αρχές και αξιο-

λογήσεις αλλά κυρίως διατάξεις τεχνικές με αφηρημένο χαρακτήρα1 Οι κανόνες

1 Βλ και ΜΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟΥ Επιτομή Ενοχικού Δικαίου σελ7-8 1 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

του κατά το πλείστον ενδοτικοί με εξαίρεση κυρίως τους αναγκαστικούς κανόνες

του κληρονομικού και οικογενειακού δικαίου στηρίζονται κυρίως στην αρχή της

ιδιωτικής αυτονομίας και στις ειδικότερες αυτής εκδηλώσεις ελευθερία των συμ-

βάσεων του διατιθέναι κλπ που αποτελούν θεμέλιο όλου του ελληνικού δικαίου

και του οικονομικού συστήματος Έχοντας ως αφετηρία την τυπική (αλλά φευ όχι

συνήθως πραγματική) ισότητα των συμβαλλομένων αναγνωρίζει σε αυτούς το

δικαίωμα της ελεύθερης ανάπτυξης της προσωπικότητας τους και της δράσης

τους με οποιοδήποτε τρόπο αυτοί θεωρούν πρόσφορο

Αντίβαρο στην ιδεολογική ουδετερότητα των διατάξεων του αλλά και όριο

στη συμβατική ελευθερία όταν αυτή γειτνιάζει με την κατάχρηση δικαιώματος θέ-

τει ο Αστικός Κώδικας με τις γενικές ρήτρες διατάξεις με αόριστο περιεχόμενο το

οποίο θα συγκεκριμενοποιήσει κατά περίπτωση ο ερμηνευτής του δικαίου με

γνώμονα αξιολογικά κριτήρια το περιεχόμενο των οποίων εναλλάσσεται στο χρό-

νο καθώς οι κοινωνικές σχέσεις εξελίσσονται όπως τα χρηστά ήθη το κριτήριο

της καλής πίστης και ο κοινωνικός και οικονομικός σκοπός των δικαιωμάτων2

Έργο λοιπόν του δικαστή κατά την πραγμάτωση του δικαίου είναι να ερμηνεύει

τις ρήτρες αυτές λαμβάνοντας υπrsquo όψιν τις κοινωνικές πολιτικές και οικονομικές

εξελίξεις αλλά και ανάγκες κάθε εποχής και εναρμονίζοντας τη γενικότερη φυσιο-

γνωμία του Αστικού Κώδικα στη σύγχρονη ανθρώπινη κοινωνία

3 Η ρήτρα των χρηστών ηθών και η εξ αυτής σύνδεση του δικαίου με

την ηθική

Η ρήτρα των χρηστών ηθών συνδέει το δίκαιο και την εφαρμογή του με την

ηθική και μάλιστα την κοινωνική δηλαδή τις αντιλήψεις περί αγαθού και κακού

που επικρατούν σε μια κοινωνία σε ορισμένο τόπο και χρόνο Ουδείς αμφισβητεί

ότι αμφότερα το δίκαιο και η κοινωνική ηθική έχουν ρυθμιστικό ρόλο στις κοινω-

νικές σχέσεις

Η κοινωνική ηθική καταλαμβάνει τις ηθικά σημαντικές πράξεις των ανθρώ-

πων υπηρετεί δε την ομαλότητα της κοινωνικής συμβίωσης αφού περιλαμβάνει

2 Βλ και ΑΠΓΕΩΡΓΙΑΔΗ Γεν Αρχές Αστικού Δικαίου παρ7 Αστικό Δίκαιο και Αστικός Κώδικας 2 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

καθήκοντα δικαιοσύνης και αλληλεγγύης η παράβασή των οποίων επισύρει την

κοινωνική μομφή3

Το δίκαιο ομοίως ρυθμίζει την κοινωνική συμβίωση όχι όμως τυχαία αλλά

σκόπιμα και όχι όλες τις διαπροσωπικές σχέσεις αλλά μόνο τις νομικά σημαντικές

αυτές που είναι απαραίτητες για την ενότητα και τη διατήρηση του κράτους σε

οργανωμένη κοινωνία Αποτελεί δε ακριβώς το μέσο με το οποίο μια κοινωνία ορ-

γανώνεται σε κράτος εξ ου και η εφαρμογή του εποπτεύεται από την κρατική ε-

ξουσία ενώ η τήρηση του επιβάλλεται από έναν κρατικά οργανωμένο μηχανισμό

εξαναγκασμού και η παράβαση του απειλεί με κυρώσεις

Επομένως το δίκαιο δεν έχει στόχο να διαπλάσει τα ήθη και να επιβάλλει συ-

μπεριφορές σύννομες με την κρατούσα ηθική εξάλλου αυτό θα αποτελούσε ανε-

πίτρεπτο περιορισμό της ελεύθερης ανάπτυξης της προσωπικότητας των κοινω-

νών και της ιδιωτικής τους αυτονομίας4 δύναται όμως ενίοτε όπως θα αναλυθεί

κατωτέρω να απαρνηθεί τις έννομες συνέπειες σε δικαιοπραξίες που αντιβαίνουν

σε θεμελιώδεις δικαιοηθικές αρχές οι οποίες αποτελούν θεμέλιο και αναπόσπα-

στο τμήμα του θετικού δικαίου

Η παραπομπή λοιπόν για τη ρύθμιση νομικά σημαντικών σχέσεων και συνα-

κόλουθα η συνάρτηση της επέλευσης ή μη εξ αυτών εννόμων συνεπειών ανάλογα

με την αντίθεσή τους ή μη στα χρηστά ήθη συνιστά σύμφωνα με μια ερμηνεία ε-

πέκταση των ηθικών παραγγελμάτων που περιέχει η κοινωνική ηθική στο δικαιϊ-

κό σύστημα Αυτή η ερμηνεία οδήγησε μεγάλο μέρος της θεωρίας να αναγνωρίζει

τα χρηστά ήθη ως έμμεση πηγή δικαίου5

Η παραπομπή όμως στα χρηστά ήθη δεν είναι παραπομπή σε ένα σύστημα

εξωνομικών κανόνων άλλωστε αν τούτο ήθελε ο νομοθέτης θα παρέπεμπε απευ-

θείας στους ηθικούς κανόνες και όχι στα χρηστά ήθη6 Αντίθετα η γενική ρήτρα

των χρηστών ηθών εντάσσεται στο ίδιο το σύστημα του ισχύοντος δικαίου και

3 ΒλΣΟΥΡΛΑ Justi atque injusti scientia παρ3 τρόποι ρύθμισης των κοινωνικών σχέσεων 4 Βλ και JOHN STUART MILL laquoOn Libertyraquo που υποστήριζε ότι η κοινωνία και το κράτος πρέπει να

αφήνουν στο άτομο μια σφαίρα ελεύθερης ανάπτυξης της προσωπικότητας του των κλίσεων του και ότι (σελ74) η υποταγή της ατομικής κυριαρχίας σε εξωτερικό έλεγχο νομιμοποιείται μόνο σε σχέση με πράξεις του καθενός που αφορούν και το συμφέρον των άλλων ανθρώπων Αξιοσημείωτο είναι μάλιστα ότι ο Μill διέβλεπε ότι μεγαλύτερος ήταν ο κίνδυνος για την αν-θρώπινη ατομικότητα εκ του ανεπίσημου κοινωνικού ελέγχου -της ηθικής- ο οποίος στερεί το υποκείμενο απαρατήρητα από εναλλακτικές επιλογές ldquoδιεισδύοντας πολύ πιο βαθιά στις λε-πτομέρειες του βίου και υποδουλώνοντας την ψυχή την ίδιαhelliprdquo

5 βλΜΠΑΛΗ Γενικές Αρχές παρ64Β 6 βλΔΩΡΗ Εισαγωγή στο Δίκαιο σελ103 και επόμενες διάκριση του κανόνα δικαίου από άλλους

κανόνες 3 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

λαμβάνει διαφορετικό νόημα κάθε φορά ανάλογα με τον κανόνα δικαίου ο οποίος

κατά περίπτωση ερμηνεύεται

Για παράδειγμα η ερμηνεία για το αν μια διάταξη αντίκειται στα χρηστά ήθη

του άρθρου 33ΑΚ είναι ελαστικότερη όσο πιο χαλαρή είναι η σύνδεση της υπό

κρίση εννόμου σχέσεως με την ελληνική πολιτεία7 Είναι τελείως διαφορετικό ζή-

τημα αν ο δικαστής κληθεί να κρίνει έναν πολυγαμικό γάμο ως κύριο ζήτημα να δι-

απλάσει δηλαδή για πρώτη φορά μια έννομη σχέση που προφανώς αντίκειται στις

περί δικαίου και ηθικής θεμελιώδεις αντιλήψεις της κοινωνίας και εντελώς διαφο-

ρετικό αν καλείται να αποφανθεί για μια ήδη δημιουργηθείσα στα πλαίσια αλλοδα-

πής εννόμου τάξεως κατάστασης Στη δεύτερη περίπτωση ο πολυγαμικός γάμος εμ-

φανίζεται υπό τη μορφή τετελεσμένης κατάστασης που έχει ήδη καθιδρύσει κε-

κτημένα δικαιώματα σε όλες τις συζύγους Στην περίπτωση λοιπόν αυτή η ελληνική

έννομη τάξη δεν προσβάλλεται και μπορεί να αποφανθεί επί του ζητήματος8

Επομένως το δίκαιο και η ηθική δεν ταυτίζονται κατά περιεχόμενο Δεν θα

μπορούσαν άλλωστε γιατί αυτό θα οδηγούσε στον κίνδυνο μια ηθικοπλαστικής

κοινωνίας επιπλέον δε ουδείς μας διαβεβαιώνει ότι οι κανόνες κοινωνικής ηθικής

που κρατούν σε ορισμένο χρόνο και τόπο ανταποκρίνονται κατά το περιεχόμενο

τους στους κανόνες δικαίου Η σύμπτωση βεβαίως αποτελεί ένδειξη μίας υγιούς

κοινωνίας αρκεί αυτή να μην είναι τεχνητή ελεγχόμενη στη διαμόρφωση της από

το νομοθέτη αλλά να πηγάζει από την αναγωγή των αξιών που κατοχυρώνει το

ίδιο το Σύνταγμα όπως θα δούμε κατωτέρω ως θεμελίου των ηθικών αξιολογή-

σεων

4 Κριτήρια προσδιορισμού των χρηστών ηθών

α Η ηθική του μέσου έμφρονος κοινωνού

Το σύνηθες κριτήριο που ακολουθεί η νομολογία μα αναφορικά με την έν-

νοια των χρηστών ηθών είναι laquoοι ιδέες του εκάστοτε κατά τη γενική αντί-

ληψη χρηστώς και εμφρόνως σκεπτόμενου κοινωνικού ανθρώπουraquo Είναι

7 Βλ ΑΓΡΑΜΜΑΤΙΚΑΚΗ-ΑΛΕΞΙΟΥ και λοιποί Ιδ Δ Δίκαιο κεφ13 η επιφύλαξη της διεθνούς δημόσιας τάξης

8 Αντίθετα ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ Δικαιοπραξίες αντίθετες στα χρηστά ήθη κεφ1 που υποστηρίζει ότι laquoτο κριτήριο των χρηστών ηθών στο άρθρο 178ΑΚ όπου η λειτουργία των χρηστών ηθών έγκει-ται απλώς στη θέση φραγμών στην ιδιωτική αυτονομία θα πρέπει να νοηθεί λιγότερο αυστηρόraquo

4 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

όμως αυτό το κριτήριο επαρκές Προφανώς είναι αναγκαίο στο μέτρο που

καθιστά σαφές ότι ο δικαστής κατά τον προσδιορισμό του περιεχομένου των

χρηστών ηθών πρέπει να καθοδηγείται όχι από τις προσωπικές του αντιλή-

ψεις περί χρηστότητας αλλά από τις επικρατούσες στην κοινωνία βασικές

αξιολογικές παραστάσεις

Δεν πρέπει όμως να λησμονούμε ότι ο κόσμος των ανθρώπινων όντων ιδίως

σήμερα ακόμα και στην ίδια κοινωνία είναι πολυφωνικός και πολυδιάστα-

τος οι γνώμες διίστανται χωρίς να σημαίνει ότι οι κρίσεις μας δεν έχουν αξί-

ωση αντικειμενικότητας

Ενίοτε δε έχουν εμφανιστεί στην ελληνική νομολογία αποφάσεις που ερμή-

νευσαν με τόλμη ndashγια την εποχή τους- όχι μόνο την έννοια των χρηστών η-

θών αλλά και άλλες αόριστες νομικές έννοιες η εξειδίκευση των οποίων γί-

νεται πάντα με βάση τα ήθη όπως για παράδειγμα τον όρο οικογένεια υ-

περβαίνοντας προφανώς τις αντιλήψεις του κατά τον Μπαλή χρηστού και

εμφρόνως σκεπτόμενου κοινωνού9

Σημειώνουμε στο σημείο αυτό ότι ακριβώς τη μεγαλύτερη συζήτηση αλλά

και διαφωνίες για την αντίθεση ή μη στα χρηστά ήθη εγείρουν οι δικαιοπρα-

ξίες οι οποίες συνδέονται με νέα πρότυπα συμπεριφορών και σχέσεων (ε-

κτός γάμου συμβίωση ελεύθερη ένωση κοινωνικοσυναισθηματική συγγέ-

νεια συμβίωση ή και γάμος μεταξύ προσώπων του ιδίου φύλου) σχετιζόμε-

να με την ζωντανή πραγματικότητα τη διαρκώς ανανεούμενη λόγω της πο-

λιτισμικής ώσμωσης των κοινωνικών και τεχνολογικών εξελίξεων

9 Χαρακτηριστικό παράδειγμα μιας τέτοιας ερμηνείας η υπrsquo αριθμόν 1931976 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Καρδίτσης που επιδίκασε πρωτοποριακά για την εποχή της χρηματική ικανοποίηση λόγω ψυχικής οδύνης (932ΑΚ) υπέρ παρανόμου συζύγου (παλλακί-δας) η οποία όμως όπως αποδείχθηκε από τα πραγματικά περιστατικά που τέθηκαν υπrsquo όψιν του Δικαστηρίου ldquoείχε ταυτίσει την τύχη της με το θανόντα με τον οποίο συμβιούσε επί ολόκληρη τριακονταετίαrdquo Σημειώνεται μάλιστα ότι 30 χρόνια αργότερα το έτος 2004 όπου πλέον η ελεύθερη ένωση αποτελούσε μια συνήθη για τα κοινωνικά δεδομένα κατάσταση ο Ά-ρειος Πάγος με την υπrsquo αριθμόν 7752011 απόφαση του (Μέλος του Δικαστηρίου και η νυν Πρόεδρος του Βασιλική Θάνου-Χριστοφίλου) αναίρεσε παρόμοια απόφαση του Εφετείου Αθη-νών που επιδίκαζε χρηματική ικανοποίηση λόγω ψυχικής οδύνης στο σύντροφο 72χρονης θα-νούσας με το σκεπτικό ότι η laquoελεύθερη ένωσηraquo εντάσσεται στις de facto οικογενειακές σχέσεις δηλαδή στις laquoπαράτυπες ή αντικανονικές από νομικής απόψεως που βρίσκονται στο περιθώριο () της νομικής ζωήςraquo και ότι δεν γνωρίζεται στην ελληνική έννομη τάξη αντίστοιχη και μάλιστα ανάλογη προστασία της εξώγαμης συμβίωσης() Για την πληρότητα του ζητήματος να σημειώ-σουμε ότι πλέον μετά το Ν37082008 προβλέφθηκε το σύμφωνο συμβίωσης ενώ η εξώγαμη συμβίωση καλύπτεται Συνταγματικά και από το άρθρο 5 αλλά κατά την ορθότερη άποψη ως κατωτέρω και από το άρθρο 21 του Συντάγματος

5 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

Επομένως ως προς την ερμηνεία των χρηστών ηθών εν σχέσει με τις δικαιο-

πραξίες αυτές υπάρχουν δυο δυνατότητες

(1) Αν στηριχθούμε σε ένα κριτήριο επαρκές και ισχυρό που πιθανότατα

υπερβαίνει την ηθική του μέσου εμφρόνως σκεπτόμενου ανθρώπου

τότε δεν τίθεται θέμα αντίθεσης στα χρηστά ήθη όχι μόνο της υπό κρί-

ση δικαιοπραξίας αλλά και όλης της σχέσης και δεν τίθεται θέμα αντί-

θεσης στα χρηστά ήθη και όλης της σχέσης ούτε εγείρεται ζήτημα α-

ντισυνταγματικότητάς της

(2) Αν δεχτούμε ότι μια τέτοια σχέση βρίσκεται στο ldquoπεριθώριοrdquo10 της νο-

μικής ζωής και δεν τυγχάνει προστασίας τότε θα πρέπει να αξιολογή-

σουμε την δικαιοπραξία με κριτήριο τα κίνητρα των συμβαλλομένων

και όχι με γνώμονα την ευρύτερη αντίθεση της ζωής τους στα χρηστά

ήθη παρανόηση που πολύ συχνά λαμβάνει χώρα κατά την αξιολόγηση

με γνώμονα το άρθρο 178ΑΚ

β Η ιδέα της δικαιοσύνης

Αν λοιπόν το κριτήριο του χρηστού και εμφρόνως σκεπτόμενου ανθρώπου

όχι μόνο δεν αρκεί αλλά ενίοτε είναι ασύμβατο με την ερμηνεία από το δικα-

στή των χρηστών ηθών και των συνδεδεμένων με αυτά θεσμών μήπως θα

πρέπει να αναζητήσουμε την ορθή ερμηνεία των χρηστών ηθών σε μια ευρύ-

τερη αντίληψη για τη δικαιοσύνη όπως αυτή εκφράστηκε αρχικά από τον

Πλάτωνα και τον Αριστοτέλη και αργότερα από τους Ιδεαλιστές φιλοσό-

φους στηριζόμενοι σε υπερθετικές αρχές απορρέουσες από την Ιδέα της Δι-

καιοσύνης Το laquoαίσθημα δικαίουraquo που διαθέτει κάθε έλλογο ενταγμένο σε

κάθε κοινωνία ον είναι μια πρώτη σύλληψη των αρχών της δικαιοσύνης μια

πρώτη laquoαίσθησηraquo για το ορθό για το δίκαιο ή άδικο ενός νόμου ή μιας δικα-

στικής κρίσης ανεξάρτητη από την έλλογη επεξεργασία αλλά απορρέουσα

από τη διαίσθηση και σαφώς θα πρέπει να αποτελεί ερμηνευτικό κριτήριο

ιδίως όταν εξειδικεύονται αόριστες νομικές έννοιες ή γενικές ρήτρες Όμως

10 Θα ήταν πιο δόκιμος ο όρος βιοτικές σχέσεις laquoτου ελεύθερου από το δίκαιο χώρουraquo καθώς ο χαρακτηρισμός των σχέσεων αυτών ως ευρισκομένων στο laquoπεριθώριοraquo της νομικής ζωής όπως στην ανωτέρω αρεοπαγίτικη απόφαση μάλλον εμμέσως απαξιώνει τους ανθρώπους αυτούς που ίσως από επιλογή αλλά ίσως και από ανάγκη διαβιούν με αυτόν τον τρόπο και παραπέμπει στους laquoΑπόκληρουςraquo του Βίκτωρος Ουγκώ

6 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

αυτή η ευρύτερη αντίληψη του Δικαίου που δε στηρίζεται στο θετό δίκαιο

αλλά σε ευρύτερες θεμελιώδεις αξίες και υπερθετικές ενίοτε και μεταφυσι-

κές αρχές οδηγεί στον κίνδυνο μεταξύ άλλων ο δικαστής να υπερβεί το εύ-

ρος της εξουσίας του όπως αυτό διαγράφεται και ορίζεται στο Σύνταγμα και

να λάβει ρόλο νομοθέτη παραβιάζοντας την Αρχή της διάκρισης των εξου-

σιών Αυτό όμως θα προκαλούσε πέραν άλλων πλήγμα για το δημοκρατικό

πολίτευμα και τις αρχές του κράτους Δικαίου και ακόμα περισσότερο αφό-

ρητη ανασφάλεια δικαίου

5 Η θετικοποίηση των εξωδικαιϊκών αρχών στο Σύνταγμα αλλά και σε

διεθνή νομοθετήματα

Λύση στο διαγραφόμενο αδιέξοδο δίνει το ίδιο το θετό δίκαιο Το αστικό δί-

καιο αλλά και όλοι οι επιμέρους τομείς του Δικαίου παρά την αυτοτέλεια τους συ-

νέχονται μεταξύ τους υπό τη σκέπη του ανώτερου Νομοθετήματος ήτοι του Συ-

ντάγματος Εκεί ο συντακτικός νομοθέτης σοφά έκρινε ότι υπάρχουν διατάξεις

λίγες αλλά θεμελιώδεις που δεν υπόκεινται σε αναθεώρηση Είναι ακριβώς αυτές

που ανυψώνουν το θετό δίκαιο και το εμπλουτίζουν με προδικαιϊκές αρχές υπερ-

θετικές αρχές που πλέον όμως είναι εξοπλισμένες με συνταγματική ισχύ Είναι κυ-

ρίως η αξία του ανθρώπου η αρχής της ίσης μεταχειρίσεως του η ελεύθερη ανά-

πτυξη της προσωπικότητάς του και η προσωπική ελευθερία η ελευθερία της θρη-

σκευτικής συνειδήσεως Οι Αρχές αυτές είναι ακριβώς αυτές τις οποίες υιοθετεί

και προτάσσει ως έμφυτες στον άνθρωπο και η Οικουμενική Διακήρυξη των Δι-

καιωμάτων του Ανθρώπου αλλά και η Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Αν-

θρώπου (Ρώμη 1950) που αξιώνει ρητά μεταξύ άλλων το σεβασμό στην ιδιωτική

και οικογενειακή ζωή (άρθρο 8) την ελευθερία σκέψης συνείδησης και θρησκείας

(άρθρο 9) και την απαγόρευση των διακρίσεων φύλου φυλής χρώματος hellip γεν-

νήσεως ή άλλης καταστάσεως

Πρόκειται όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο καθηγητής Σταθόπουλος11 στον

θαυμάσιο λόγο του που εκφωνήθηκε κατά την τελετή υποδοχής του στην Ακαδη-

11 Βλ και Μ ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟΥ laquoΝομικός Θετικισμός και Ιδεαλισμός στη Σοφιστική Διδασκαλία και τον Πατωνισμόraquo που αποτελεί ανάπτυξη του εισητηρίου λόγου του στην Ακαδημία Αθηνών

7 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

μία Αθηνών laquoγια πλήρη θετικοποίηση του συνόλου των αρχών των πράγματι α-

ξιών σεβασμού και καθολικής αναγνώρισης για κάθε έλλογο άτομοhellipraquo

Μπορούν όμως αυτές οι αξίες τα ατομικά δικαιώματα να laquoτριτενεργήσουνraquo στο

ιδιωτικό Δίκαιο δεν περιορίζεται έτσι η ιδιωτική αυτονομία των συμβαλλομένων

6 Η έμμεση τριτενέργεια των συνταγματικών διατάξεων

Ιστορικά γενικά τα ατομικά δικαιώματα (είτε αυτά απορρέουν από αναθε-

ωρήσιμες ή μη διατάξεις) υπήρξαν δικαιώματα αμυντικά έναντι της αυθαιρεσίας

του κράτους12 Στο πεδίο του ιδιωτικού δικαίου και χάριν της αυτονομίας του οι

σχέσεις μεταξύ των ιδιωτών ήταν ρυθμισμένες με βάση κανόνες του ιδιωτικού δι-

καίου και ουδεμία συζήτηση εγένετο για τριτενέργεια τους Βεβαίως καθόσον τα

ατομικά δικαιώματα αποτελούν αξιολογήσεις του συντακτικού νομοθέτη ουδεμία

διάταξη ιδιωτικού δικαίου δεν μπορεί να αντιφάσκει προς το αξιολογικό τους σύ-

στημα

Μια άμεση όμως εφαρμογή τους στο ιδιωτικό δίκαιο θα αναιρούσε τη συμ-

βατική ελευθερία και θα αντιστρατευόταν τον ίδιο το συντακτικό νομοθέτη αφού

στο Σύνταγμα διακηρύσσεται επίσης η ελευθερία ανάπτυξης της προσωπικότητας

και η προστασία της ιδιωτικής οικονομικής πρωτοβουλίας η οποία όμως δεν πρέ-

πει να αναπτύσσεται σε βάρος της ελευθερίας και της ανθρώπινης αξιοπρέπειας

Βεβαίως μετά την αναθεώρηση του Συντάγματος το 2001 προσετέθη στο άρθρο

25 παρ1 το εδάφιο σύμφωνα με το οποίο laquoτα δικαιώματα του ανθρώπου ισχύ-

ουν και στις σχέσεις ιδιωτών στις οποίες προσιδιάζουνraquo και έτσι μέρος της θεωρί-

ας ερμηνεύει τη διάταξη αυτή ως laquoάμεσηraquo ισχύ των ατομικών δικαιωμάτων στις

σχέσεις μεταξύ των ιδιωτών13

Ορθότερα όμως και όπως θα αναλυθεί κατωτέρω τα δικαιώματα αποτελούν

ένα έμμεσο αξιολογικό κριτήριο το οποίο οφείλει ο ερμηνευτής να λαμβάνει υπrsquo

όψιν του κατά τη συγκεκριμενοποίηση των αόριστων νομικών εννοιών και των

γενικών ρητρών των νόμων όπως εδώ της διάταξης του ΑΚ178

12 Βλ ΠΔ ΔΑΓΤΟΓΛΟΥ Ατομικά Δικαιώματα σελ 84 και επ 13 Βλ ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟ Επιτομή Γενικού Ενοχικού σελ10 και ΦΙΛΙΠΠΟ ΣΠΥΡΟΠΟΥΛΟ Θεμελιώδη Δικαιώ-

ματα Γενικό Μέρος που μάλλον αμφιβάλλει για την άμεση τριτενέργεια των 8 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

Εξάλλου αν το Σύνταγμα αλλά και οι Ευρωπαϊκές Συμβάσεις εγγυώνται και

προστατεύουν τα ατομικά δικαιώματα αυτό προϋποθέτει ότι αυτά ενεργούν όχι

μόνο έναντι του κράτους αλλά έναντι όλων

Επομένως αν και η διαφοροποίηση των φύλων δεν απαγορεύεται κατrsquo αρ-

χήν στις ιδιωτικές σχέσεις μια άκρως δυσμενής μεταχείριση ενός προσώπου λόγω

του φύλου του θα μπορούσε να οδηγήσει σε ακυρότητα λόγω αντίθεσης στα χρη-

στά ήθη σύμφωνα με το άρθρο 178 ΑΚ Δηλαδή ο διαθέτης έχει κατrsquo αρχήν με βά-

ση την αρχή της ελευθερίας του διατιθέναι το δικαίωμα να επιλέξει ως τιμώμενο

κάποιον αποκλειστικά λόγω φύλου όμως η αντίθεση στα χρηστά ήθη θα θεμελιώ-

νεται μόνο όταν επιπλέον συντρέχει στο πρόσωπο του θιγομένου από την διαθήκη

το στοιχείο της ευλόγου προσδοκίας όπως αν πρόκειται για νόμιμο κληρονόμο14

Συμπερασματικά θα μπορούσαμε να υποστηρίξουμε ότι μια τέτοια θεώ-

ρηση του Συντάγματος και των υπερθετικών δικαιϊκών Αρχών που αυτό ενσω-

ματώνει και κατοχυρώνει πράγματι θα μπορούσε να εξηγήσει πειστικά και να

δικαιολογήσει όχι μόνο αποφάσεις αλλά και νόμους που εγείρουν συζητήσεις για

την αντίθεση τους ή μη στα χρηστά ήθη θα δικαιολογούσε την αναλογία δικαίου

στην οποία ενίοτε καταφεύγει η νομολογία μας για να καλύψει το δισταγμό του

νομοθέτη που δεν έχει δώσει ρητά λύση σε ζητήματα και προβλήματα που απορ-

ρέουν από τα κενά δικαίου που συνδέονται με νέα μορφώματα είτε αυτά είναι νο-

μικά αναγνωρισμένα είτε όχι15

14 Βλ ΠΔΔΑΓΤΟΓΛΟΥ Η τριτενέργεια των ατομικών δικαιωμάτων ΝοΒ 30780 και επ 15 Βλ όμως και υπrsquo αριθμόν 21712002 απόφαση του Εφετείου Αθηνών με παρατηρήσεις

ΓΛέκκα η οποία εξαφάνισε πρωτόδικη απόφαση που είχε δεχθεί αγωγή της μητέρας για ανα-γνώριση των παιδιών της που γεννήθηκαν με ετερόλογη τεχνητή σπερματέγχυση στην οποία ο μόνιμος σύντροφός της είχε συγκατατεθεί με το σκεπτικό ότι δεν πληρούνται οι προυποθέσεις για κατrsquo αναλογία εφαρμογή του άρθρου 1471 παρ2 εδ2 επειδή σαφώς προϋποθέτει γάμο και επαλλήλως διότι η αναλογία εδώ είναι ανεπίτρεπτη καθώς η συμφωνία εγγάμων που συζούν σε ελεύθερη ένωση για την απόκτηση ξένου βιολογικά τέκνου είναι άκυρη ως αμφιμερώς αντί-θετη στα χρηστά ήθη σύμφωνα με το άρθρο 178ΑΚ Όπως όμως σωστά αντιτάσσει ο ΓΛέκκας η νομολογία εφαρμόζει αναλογικά διατάξεις που αφορούν την έγγαμη συμβίωση και στην ε-λεύθερη ένωση αναγνωρίζοντας στους συμβιούντες δικαιώματα ενώ δικαιολογείται λόγω της αλματώδους ανάπτυξης της τεχνολογίας ως προς την υποβοήθηση της ανθρώπινης αναπαρα-γωγής η πλήρωση από το δικαστή του κενού δικαίου ως προς τη συγγένεια με την καθιέρω-ση της laquoκοινωνικοσυναισθηματικής συγγένειαςraquo η οποία εν μέρει είναι ήδη θετικοποι-ημένη μέσω των συνταγματικών αρχών της προστασίας της αξιοπρέπειας και της προ-σωπικότητας του κάθε παιδιού ανεξάρτητα από τον τρόπο σύλληψής του Τέλος όπως επι-σημαίνει ότι και ενόψει του παιδοκεντρικού χαρακτήρα του οικογενειακού δικαίου και κατrsquo αναλογία με την πάγια νομολογία των δικαστηρίων μας που δεν εξετάζουν αν οι εξώγαμες σχέσεις είναι αντίθετες στα χρηστά ήθη σε περίπτωση που η σχετική περιουσιακή επίδοση δε συνιστά αδικαιολόγητη περιφρόνηση προς τα εγγύτατα πρόσωπα της οικογένειας του διαθέτη δεν θα πρέπει να εξετάζεται αν οι εξώγαμες σχέσεις είναι αντίθετες στα χρηστά ήθη όταν δίδεται συγκατάθεση για τεχνητή γονιμοποίηση Παρά τα ανωτέρω σημειώνουμε ότι

9 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

Εξάλλου το Σύνταγμα προστατεύει μεν το γάμο όμως όπως προκύπτει από

τη διατύπωσή του προστατεύει αυτοτελώς και την οικογένεια ανεξάρτητα από

το αν αυτή στηρίζεται σε γάμο σε σύμφωνο συμβίωσης ή σε ελεύθερη ένωση διό-

τι ακριβώς αν ο συνταγματικός νομοθέτης ήθελε να περιορίσει τη θεσμική εγγύη-

ση μόνο στο γάμο θα ήταν περιττή η επιπλέον ξεχωριστή μνεία στην οικογένεια

Σε κάθε περίπτωση η ελεύθερη ένωση μάλλον προστατεύεται και με βάση το άρ-

θρο 5 παρ1 που κατοχυρώνει την ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας16

Ακόμα λοιπόν και αν η αναγνώριση και προστασία τέτοιων σχέσεων αφορά

μόνο το κράτος η αναγνώριση αυτή έχει νομική σημασία για το σύνολο της εννό-

μου τάξεως διότι περιέχει ένα αξιολογικό κριτήριο το οποίο λαμβάνεται υπrsquo όψιν

κατά την συγκεκριμενοποίηση αόριστων εννοιών όπως πχ αυτή της οικογένειας

της συγγένειας και συνακόλουθα των σχετικών με αυτές γενικών ρητρών όπως

εδώ των χρηστών ηθών

Τέλος αξίζει να επισημανθεί ότι βεβαίως το Σύνταγμα ως θεμελιώδης υπέρ-

τατος γενικός καθολικός και αυστηρός νόμος δυσχερώς αναθεωρείται αφού

συνδέεται άρρηκτα με το πολίτευμα και την κρατική εξουσία και υιοθετεί αρχές

και κανόνες με στόχο τη μακροπρόθεσμη διακυβέρνηση της πολιτείας Ωστόσο ο

συνεχής μετασχηματισμός των κοινωνιών απαιτεί για να μην παραμείνει το Σύ-

νταγμα laquoνεκρό γράμμαraquo -αφού ορθά δεν αναθεωρείται εύκολα- αφrsquo ενός να συ-

μπορεύεται με το διεθνές δίκαιο17 και αφrsquo ετέρου να ερμηνεύεται ώστε να αντα-

νακλά τον πολιτισμό τις αξίες και τις δικαιϊκές αρχές ακολουθώντας τις σύγχρο-

νες εξελίξεις18

7 Κατηγοριοποίηση ανήθικων δικαιοπραξιών

Η πράξη έχει δείξει ότι η αντίθεση στα χρηστά ήθη συνήθως διαγιγνώσκεται

λόγω της συνδρομής πλειόνων συγχρόνως αρνητικών παραγόντων που δρουν

ο Άρειος Πάγος επικύρωσε την εν λόγω Εφετειακή απόφαση υιοθετώντας το σκεπτικό της με την υπrsquo αριθμόν 142004 απόφασή του

16 Βλ ΠΦΙΛΙΟ Οικογενειακό Δίκαιο σελ37 17 Ήδη έχει προβλεφθεί συνταγματικά στο άρθρο 2 παρ2 18 Βλέπε συγκριτικά μεταξύ άλλων και το πολύ ενδιαφέρον δόγμα του laquoliving treeraquo που αφορά

τη ζωντανή εξελικτική ερμηνεία του Συντάγματος όπως αυτή αναπτύχθηκε από το Α-νώτατο Δικαστήριο του Καναδά σε παλαιότερη απόφαση του για το γάμο μεταξύ ομοφύ-λων (2004) όπου σε ερώτημα που του τέθηκε για την αντίθεση ή όχι του πολιτικού γάμου με το Σύνταγμα υποστήριξε ότι οι παγωμένες στο χρόνο συνταγματικές ερμηνείες έρχονται σε πλήρη αντίθεση με το δόγμα του living tree (3 SCR 698 2004 Supreme Canadian Court 79)

10 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

από κοινού στο πλαίσιο της ίδιας δικαιοπραξίας χωρίς αυτό να αποκλείει τον α-

νήθικο χαρακτήρα μιας δικαιοπραξίας εξ ενός και μόνο στοιχείο όπως κυρίως στις

περιπτώσεις που προσβάλλεται η αξίας του ανθρώπου (πχ ρήτρα αγαμίας απα-

γόρευσης εργασίας κλπ)

Μια πρώτη κατηγοριοποίηση όμως αντίθεσης στα χρηστά ήθη μπορεί να

γίνει με βάση το αν αυτή προκύπτει από το περιεχόμενο τους

Η ανηθικότητα ων δικαιοπραξιών μπορεί να προκύπτει

α Από το ίδιο το περιεχόμενό τους

Πρόκειται για τη λεγόμενη laquoενδογενήraquo ανηθικότητα όπου το περιεχόμενο

τους καθrsquo εαυτό και αντικειμενικά αντιτίθεται σε αξίες των οποίων η έννομη

τάξη επιδιώκει την πραγμάτωση Χαρακτηριστικές περιπτώσεις αυτής της

κατηγορίας είναι κυρίως οι συμβάσεις οι οποίες ενέχουν υπέρμετρη δέσμευ-

ση της προσωπικής ελευθερίας των συμβαλλομένων Στην έννοια της ελευ-

θερίας περιλαμβάνονται και όλα τα συνταγματικώς κατοχυρωμένα δικαιώ-

ματα όπως η ελευθερία εγκατάστασης το δικαίωμα στην ιδιωτική ζωή η ε-

λεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας

Στις περιπτώσεις αυτές όπως και στις περιπτώσεις του άρθρου 174 ΑΚ δεν

τίθεται ζήτημα μομφής κατά των δικαιοπρακτούντων διότι ο χαρακτήρας

του ανήθικου προσδίδεται εδώ από κριτήρια συνυφασμένα με την συνταγ-

ματικά κατοχυρωμένες αξίες της ελεύθερης ανάπτυξης της προσωπικότητας

της αξιοπρέπειας του ανθρώπου

β Από το σκοπό της δικαιοπραξίας

Πρόκειται για τη λεγόμενη laquoεξωγενήraquo ανηθικότητα που διαγιγνώσκεται με

αξιολόγηση και όλων των συνοδευουσών αυτή συνθηκών και περιστάσεων

όχι μόνο υποκειμενικής φύσεως όπως η πρόθεση εκμετάλλευσης του δια-

πραγματευτικά ασθενέστερου αντισυμβαλλόμενου η γνώση κρίσιμων συνο-

δευτικών περιστατικών (δωρεά μη μεταγεγραμμένη) ή σκοπός η δικαιοπρα-

ξία να βλάψει τα συμφέροντα της ολότητας ή τρίτων αλλά και αντικειμενι-

κής φύσεως περιστάσεων με χαρακτηριστικά εδώ παραδείγματα την αδυ-

ναμία εικονικού εγγυητή να ανταποκριθεί σε αναλαμβανόμενη υποχρέωση

αλλά κυρίως την αναλυόμενη κατωτέρω καταπλεονεκτική δικαιοπραξία

γ Από το συνδυασμό του περιεχομένου της δικαιοπραξίας με το σκοπό

και τα κίνητρα που ώθησαν τον δικαιοπρακτούντα σε ενιαίο σύνολο

11 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

όπως πχ δωρεά σε πρόσωπο με το οποίο ο δωρητής διατηρούσε ανήθικες

σχέσεις ή ακόμα χαρακτηριστικότερα η λεγομένη διαθήκη της ερωμένης19

Στις περιπτώσεις αυτές τα κίνητρα ο σκοπός και τα ελατήρια που ώθησαν

στην εν λόγω δικαιοπραξία ανάγονται στα παραγωγικά αίτια της βούλησης

του διαθέτη ή δωρητή αντίστοιχα και καθίσταται έτσι δυσχερής ο σχηματι-

σμός δικανικής πεποίθησης για πραγματικά περιστατικά που αποτελούν το

αντικείμενο της αντίθεσης στα χρηστά ήθη

Αυτό όμως σημαίνει ότι γα τη διερεύνηση της δικαιοπρακτικής βούλησής

του υπεισερχόμαστε και στον τρόπο ζωής του δωρητή ή του διαθέτη κιν-

δυνεύοντας να αξιολογήσουμε την αντίθεση στα χρηστά ήθη όχι με γνώμονα

την αντίθεση της στα χρηστά ήθη αλλά τη γενικότερη αντίληψή μας ότι ο εν

λόγω συμβαλλόμενος διήγε βίο ανήθικο Αυτό όμως αποτελεί μια ανεπίτρε-

πτη και επικίνδυνη γενίκευση που μας αποπροσανατολίζει από το ζητούμε-

νο20

Κατά κανόνα η ελληνική νομολογία δεν εξετάζει ndashορθά- αν οι εξώγαμες ερω-

τικές σχέσεις είναι αντίθετες ή μη στα χρηστά ήθη Ορθώς διότι όπως ανω-

τέρω αναφέρθηκε η εν γένει ανήθικη συμπεριφορά του διαθέτη δεν επιδρά

στο κύρος της δικαιοπραξίας αν αυτή δεν έγινε από ευτελή κίνητρα

Παραδόξως όμως η νομολογία έχει εισαγάγει ένα άλλο κριτήριο εξίσου αμ-

φίβολο συγκρίνοντας το δεσμό του διαθέτη με την οικογένεια του και τις

σχέσεις του με πρόσωπα εκτός οικογενείας

Έτσι συνήθως γίνεται δεκτό ότι ακόμα και αν ο διαθέτης καταλείπει περιου-

σία σε πρόσωπο με το οποίο τελεί σε σχέση παλλακείας η διαθήκη δεν αντί-

κειται στα χρηστά ήθη εκτός εάν συνιστά εκδήλωση αδικαιολόγητης περι-

φρόνησης προς εγγύτατα πρόσωπα της οικογένειας του που μπορεί να είναι

και τα αδέλφια του21

19 Η αρχική διάκριση του ανήθικου των δικαιοπραξιών στο βιβλίο του Π ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ laquoΔικαιο-πραξίες αντίθετες στα χρηστά ήθηraquo εντάσσει και την εν λόγω τρίτη κατηγορία στη β Εδώ προ-κειμένου να αναδειχθεί η ιδιαιτερότητα της συγκεκριμένης κατηγορίας και η δυσκολία διάκρι-σης της αντίθεσης της στα χρηστά ήθη προτιμάται η υποκατηγοριοποίηση του ΒΟΥΖΙΚΑ (Κλη-ρονομικό Δίκαιο σελ667 και επ) όπως αυτή έχει διαμορφωθεί ιδίως για τις διαθήκες από τη νομολογία

20 Βλ και ΙΣΜΗΝΗ ΑΝΔΡΟΥΛΙΔΑΚΗ-ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗ laquoΗ αντίθεση της διαθήκης στα χρηστά ήθηraquo ΝοΒ30 1236

21 Βλ και ΑΠ2311982 Α Τμήμα όπου ο διαθέτης κατέστησε μόνους κληρονόμους τη σύζυγο και την κόρη του ενώ με κληροδοσία κατέλειπε ανώνυμες μετοχές στην γραμματέα του με την ο-ποία διατηρούσε ερωτικές σχέσεις Παράλληλα όμως της είχε δωρίσει εν ζωή χρήματα για αγο-

12 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

Η αξιολόγηση αυτή αντιβαίνει στην ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότη-

τας του διαθέτη εφόσον πλην της νομίμου μοίρας ο διαθέτης δικαιούται να

καταλείπει την υπόλοιπη περιουσία του σε τρίτα πρόσωπα Ούτε βέβαια το

ηθικό καθήκον προς άπορους ή μειονεκτούντες συγγενείς μπορεί να αναχθεί

σε νομική υποχρέωση

Το κριτήριο της ανηθικότητας δεν είναι η περιφρόνηση του διαθέτη προς τη

νόμιμη οικογένειά του όπως αυτή ερμηνεύεται από τη νομολογία αλλά το

αν η κατάληψη στην ερωμένη καθεαυτή γίνεται για ταπεινά κίνητρα ή για

λόγους ευγνωμοσύνης Στην πρώτη περίπτωση καταφανώς η διαθήκη αντί-

κειται στα χρηστά ήθη στη δεύτερη όμως οφείλει η έννομη τάξη να την ανε-

χτεί ως αναφαίρετο δικαίωμα του διαθέτη να συνδέεται ψυχικά με άλλους

πλην της οικογένειας με τη στενή έννοια22 αναγνωρίζοντας ότι ακόμα και

σε ένα πλαίσιο μιας ίσως μη ηθικής σχέσης τα μέρη αυτής διαθέτουν αξιο-

πρέπεια και ευγενή κίνητρα

8 Τα ενδιάμεσα σκαλοπάτια κατηγοριοποίησης των ανήθικων δικαιο-

πραξιών

Λόγω ακριβώς της αοριστίας της ρήτρας των χρηστών ηθών του άρθρου

178ΑΚ (σε αντίθεση με το άρθρο 179ΑΚ) είναι αδύνατο αυτή στη συγκεκριμένη

μορφή της να καταστεί ένα ρυθμιστικό πρότυπο στο οποίο θα μπορεί απευθείας

να ενταχθεί η υπό κρίση δικαιοπραξία

Για το λόγο αυτή η επιστήμη με τη μορφή ενός κινητού συστήματος23 α-

ντλώντας το υλικό της από την πλούσια νομολογία αλλά και από τη δογματική

και δικαιοσυγκριτικά δεδομένα δημιουργεί ενδιάμεσα κριτήρια laquoσκαλοπάτιαraquo

ήτοι τυποποιημένα ειδικά πραγματικά που διευκολύνουν την ασφαλή και ελέγξι-

μη ένταξη της κρινόμενης δικαιοπραξίας στο ρυθμιστικό πεδίο της συγκεκριμένης

ρήτρας

ρά ακινήτων κοσμήματα φορέματα κλπ μεγάλης αξίας Όμως καθώς η συνολική περιουσία που κατέλιπε στους νόμιμους κληρονόμους του υπερκάλυπτε τη νόμιμη μοίρα και επιπρόσθετα επειδή οι λοιποί συγγενείς του δεν είχαν ανάγκη οικονομικής ενίσχυσης το Δικαστήριο έκρινε ότι η διαθήκη δεν αποτελούσε εκδήλωση περιφρόνησης προς τη νόμιμη οικογένειά του

22 Για την έννοια της οικογένειας βλ και ΠΑΤΕΡΑΚΗ σελ292-303 laquoη προβληματική του όρου οικογέ-νειαraquo

23 βλΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ ως άνω 13 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

Βέβαια ακόμα και στις περιπτώσεις αυτές οι εν λόγω ομάδες δεν είναι οριο-

θετημένες σαφώς μεταξύ τους καθώς ενίοτε το βασικό αξιολογικό στοιχείο το ο-

ποίο αναδεικνύει την αντίθεση στα χρηστά ήθη μπορεί να εμφανίζεται και σε μια

άλλη ομάδα να επικαλύπτονται ή να αλληλοαποκλείονται όπως για παράδειγμα

το στοιχείο της ανισότητας των συμβαλλομένων απαντά και στην καταδυναστευ-

τική αλλά και στην καταπλεονεκτική δικαιοπραξία

Συγκεκριμένα24

α Δικαιοπραξίες για τις οποίες επαπειλείται ακυρότητα προς σκοπόν

την προστασία των συμφερόντων του αντισυμβαλλόμενου

Εδώ υπάγονται

(1) Οι περιπτώσεις των καταδυναστευτικών συμβάσεων οι οποίες απο-

τελούν με τα ειδικότερο πραγματικό τους ξεχωριστή ομάδα αντίθεση

στα χρηστά ήθη (179 ΑΚ)

(2) Αυτές που θέτουν εν κινδύνω το δικαίωμα της αυτοδιάθεσης σε ζη-

τήματα απολύτως ελεύθερης επιλογής του προσώπου όπως αυτές

που οδηγούν στη δέσμευση του αναφορικά με ζητήματα για τα οποία

πρέπει να μείνει ελεύθερο από κάθε εξαναγκασμό αρχή σύμφωνα με το

Σύνταγμα αλλά και την αρχή της προστασίας της προσωπικότητας του

άρθρου 57ΑΚ όπως η διάταξη τελευταίας βουλήσεως που καταλείπει

υπό την αίρεση της αγαμίας τη θρησκείας της αλλαγής τόπου κατοικί-

ας της επιλογής συγκεκριμένου επαγγέλματος

(3) Κάθε δικαιοπραξία που εμπορευματοποιεί αποφάσεις αναγόμενες

στη σφαίρα της απολύτου ελευθερίας του προσώπου ή την άσκηση

επιβαλλομένου από την ηθική καθήκοντος Εδώ κυρίως η απαξία

προσδίδεται λόγω της συμφωνίας για παροχή αμοιβής ή γενικότερα

περιουσιακής φύσεως ωφελημάτων ως μέσο επίδειξης από τον αντι-

24 Για μια διαφορετική κατηγοριοποίηση περιεκτικότερη και ίσως ευκρινέστερη βλ και Γνωμο-δότηση ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟΥ-ΛΑΔΟΓΙΑΝΝΗ με αντικείμενο τα laquoΚριτήρια αντίθεσης συμφώνου προτίμησης στα χρηστά ήθηraquo ΧρΙδΔ ΙΒ2012 όπου μνημονεύονται πέντε κύριες κατη-γορίες-κριτήρια ήτοι 1) η υπερβολική δέσμευση της ελευθερίας του προσώπου 2) η καταπλεονέκτηση (179β ΑΚ) 3) η εκμετάλλευση μιας θέσης ισχύος που μπορεί να έχει κάποιος στην αγορά 4) η πρόκληση βλάβης σε τρίτους και 5) η σοβαρή δυσαναλογία παροχής και αντιπαροχής Εδώ ακολουθήθηκε η κατηγοριοποίηση του Π ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ η οποία είναι μεν υπεραναλυτική αλλά ταυτόχρονα περιλαμβάνει κατrsquo εκτίμηση όλες τις μέχρι τώρα εμφανισθείσες περιπτώσεις αντιθέσεως στα χρηστά ήθη

14 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

συμβαλλόμενο συμπεριφοράς που ανάγεται στη σφαίρα της απολύτου

ελευθερίας του ή από επιβαλλόμενα από την ηθική καθήκοντα

(4) Κάθε δικαιοπραξία που οδηγεί σε υπέρμετρη επιβάρυνση του συναλ-

λακτικά ασθενέστερου και ιδίως του εγγυητή Εδώ πέραν των κλα-

σικών καταπλεονεκτικών συμβάσεων ανήκουν κυρίως οι laquoοιονεί οι-

κογενειακές εγγυήσειςraquo όπου πρόσωπα στερούμενα περιουσίας ώστε

να αναλάβουν υποχρεώσεις συνάπτουν συμβάσεις εγγυήσεως με το

δανειστή μέλους της οικογένειας τους Η νομική σκέψη που δικαιολο-

γεί εδώ την ανηθικότητα έγκειται στην ανάληψη υπέρμετρων συμβα-

τικών επιβαρύνσεων που δεν ανάγονται στην πραγματικά ελεύθερη

δικαιοπρακτική βούληση του εγγυητή ο οποίος πράττει τούτο κοινω-

νικοτυπικά λόγω της συγγενικής σχέσης ευρισκόμενος σε μειονεκτική

διαπραγματευτικά θέση έναντι του δανειστή

β Δικαιοπραξίες για τις οποίες επαπειλείται ακυρότητα προς σκοπόν

την προστασία των συμφερόντων τρίτων

Εδώ υπάγονται

(1) Δικαιοπραξίες προς ματαίωση ήδη θεμελιωμένων ενοχικών απαιτή-

σεων τρίτων όπου η βλάβη του αντισυμβαλλομένου προκαλείται από

την καταχρηστική άσκηση της συμβατικής ελευθερίας Εδώ υπάγονται

η παρώθηση κάποιου σε αθέτηση των συμβατικών υποχρεώσεων του

η απόσπαση προσωπικού που βρίσκεται σε υπηρεσία άλλου

(2) Δικαιοπραξίες προς βλάβη των περιουσιακών συμφερόντων των δα-

νειστών όπου αντικείμενο δεν είναι συγκεκριμένα αλλά γενικά τα πε-

ριουσιακά συμφέροντα τρίτων που παραπλανόνται σε σχέση με την

πιστοληπτική ικανότητα του αντισυμβαλλομένου τους

(3) Δικαιοπραξίες που καταχρώνται τη θέση εμπιστοσύνης έναντι τρί-

του με κλασικό παράδειγμα της κατηγορίας αυτής που αντιπρόσωπος

κάποιου συμβάλλεται με τρίτο κατά τρόπο ώστε να βλάψει τα συμφέ-

ροντα του εντολέως του

(4) Συμφωνίες περί μη θεματισμού σε δημόσιο πλειστηριασμό ή υποβο-

λής προσφοράς μέχρι ορισμένου ποσού όταν η συμφωνία είναι πρό-

σφορη να βλάψει τα συμφέροντα είτε του οφειλέτη είτε των δανει-

στών

15 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

γ Δικαιοπραξίες για τις οποίες επαπειλείται ακυρότητα προς σκοπόν

την προστασία των συμφερόντων της ολότητας

Εδώ ανήκουν προεχόντως δικαιοπραξίες που αντιβαίνουν σε συνταγ-

ματικής κυρίως φύσεως επιταγές και κυρίως

(1) Δικαιοπραξίες που προσβάλλουν τη συνταγματική τάξη όπως αυτές

που ενέχουν αθέμιτο περιορισμό του δικαιώματος αυτοδιάθεσης του

προσώπου

(2) Δικαιοπραξίες που διαταράσσουν την εύρυθμη λειτουργία του κρά-

τους και των Υπηρεσιών του όπως αυτές που σκοπούν στη διευκό-

λυνση παρανόμων πράξεων συμβάσεις με τις οποίες επιδιώκεται η

φοροδιαφυγή κλπ

(3) Δικαιοπραξίες που διαταράσσουν την οικονομική τάξη όπως αυτές

που παρακωλύουν εμποδίζουν ή περιορίζουν την ελεύθερη λειτουργία

του ανταγωνισμού στο μέτρο που δεν υπάγονται στις απαγορευτικές

διατάξεις των άρθρων 1 και 2 του Ν39592011

(4) Δικαιοπραξίες που προσβάλλουν τα σεξουαλικά ήθη και την οικογε-

νειακή τάξη Μολονότι συντελείται σημαντική μεταβολή της στάσης

της έννομης τάξης ως προς τα ζητήματα αυτά εδώ υπάγονται κυρίως

συμφωνίες για την επrsquo ανταλλάγματι τέλεση σεξουαλικής πράξης ως

αντικείμενης στην αξιοπρέπεια του ατόμου συμφωνίες που προ-

σκρούουν στην ηθική ουσία του γάμου ή τη συγγένεια όπως η συμφω-

νία αμοιβής για σύναψη εικονικού γάμου οι συμφωνίες μεσολάβησης

για εύρεση κυοφόρου γυναίκας και πώλησης γενετικού υλικού κλπ

(5) Δικαιοπραξίες που αντιτίθεται στο επαγγελματικό ήθος όπως συμ-

φωνίες για προσπόριση τίτλου ή αξιώματος έναντι οικονομικού ανταλ-

λάγματος (υποβοήθηση σε συγγραφή διδακτορικής διατριβής) συμ-

φωνίες πωλήσεως δικηγορικών γραφείων (κυρίως από τη γερμανική

νομολογία) όταν in concreto δικαιολογείται ο φόβος ότι ο νέος διευ-

θύνων θα το διευθύνει με τρόπο που δε συνάδει στις απαιτήσεις της

εύρυθμης απονομής της δικαιοσύνης κλπ

9 Κρίσιμος χρόνος διαγνώσεως της αντίθεσης στα χρηστά ήθη

16 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

Κατά την κρατούσα γνώμη κρίσιμος χρόνος για την κρίση της αντίθεσης μιας

δικαιοπραξίας στα χρηστά ήθη είναι ο χρόνος κατάρτισής της διότι η ανηθικότη-

τα ή μη μιας δικαιοπραξίας δεν μπορεί παρά να κρίνεται με βάση τις ισχύουσες

κατά την κατάρτισή της ηθικές και θεμελιώδεις αρχές

Περαιτέρω όμως ορθότερο είναι να δεχθεί κανείς ότι η μεταβολή και εξέλιξη

της έννοιας των χρηστών ηθών δεν μπορεί αναδρομικά να επηρεάσει προς το χεί-

ρον την αξιολόγηση της ρυθμίσεως που όταν συνήφθη τα μέρη πίστευαν ότι είναι

σύμφωνη με τα χρηστά ήθη εκτός αν πρόκειται για σύμβαση διαρκείας οπότε

πλέον τα αποτελέσματά της αντίκεινται στα χρηστά ήθη όπως αυτά θα έχουν δι-

αμορφωθεί

Αντίθετα όταν μια δικαιοπραξία ήταν αντίθετη στα χρηστά ήθη κατά το χρό-

νο σύνταξη της αλλά λόγω μεταβολής της ερμηνείας των χρηστών ηθών ή λόγω

μεταβολής των πραγματικών περιστατικών πλέον το περιεχόμενο είναι συμβατό

με αυτά ορθότερη είναι η ευεργετική αναδρομικά ίαση της και η επέλευση των

εννόμων συνεπειών της ιδιαίτερα σε περιπτώσεις διατάξεων τελευταίας βουλή-

σεως

10 Ακυρότητα

α Απόλυτη ή σχετική

Η αντίθεση μιας δικαιοπραξίας στα χρηστά ήθη συνεπάγεται σύμφωνα με

την ΑΚ 178 ακυρότητα της δικαιοπραξίας Δεν θα ανταποκρινόταν στο νόη-

μα και στο σκοπό της ρήτρας η διατήρηση του κύρους της δικαιοπραξίας να

επαφίεται στη βούληση των μερών αφού πέραν των άλλων η συγκεκριμένη

διάταξη προστατεύει μεταξύ άλλων και το γενικό συμφέρον25 Αυτό όμως θα

είχε ως αποτέλεσμα ειδικά σε περιπτώσεις που η ανηθικότητα στρέφεται

μόνο κατά του αντισυμβαλλόμενου και όχι κατά της ολότητας η ακυρότητα

να λαμβάνεται αυτεπαγγέλτως υπrsquo όψιν και να μπορεί και ο ίδιος ο ενεργή-

σας ανήθικα να την επικαλεστεί

Γιrsquo αυτό το λόγο σε περιπτώσεις που η ανηθικότητα δεν προκύπτει από το

περιεχόμενό της αλλά από τις περιστάσεις 26 όπως στις περιπτώσεις των

καταπλεονεκτικών δικαιοπραξιών η ακυρότητα δεν παρίσταται δικαιολο-

25 Βλ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ όπως πιο πάνω και ΓΕΩΡΓΙΑΔΗ-ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟ ΕρμΑΚ άρθρο 178 σελ 276 ΝΙΚΟ-ΛΟΠΟΥΛΟ Γεν Αρχές σελ 314-315

26 Βλ ομοίως ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ Δικαιοπραξίες αντίθετες προς τα χρηστά ήθη 17 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

γημένη Ορθότερο λοιπόν θα ήταν να είναι σχετική ώστε να καταστεί δυνα-

τή η απολαβή της παροχής με δικαιότερους όρους

β Συνολική ή μερική

Όσον αφορά την ακυρότητα της σύμβασης στο σύνολο ή σε μέρος αυτής αν

η ανηθικότητα πλήττει μόνο μια μεμονωμένη συμβατική ρήτρα δυναμένη να

αποχωριστεί από τη σύμβαση και αυτή να δύναται να πραγματώσει το σκο-

πό της τότε η ακυρότητα μπορεί να περιοριστεί στη ρήτρα αυτή

Αναλογικά και κυρίως ως ανωτέρω αναφέρθηκε σε περιπτώσεις καταπλεο-

νεκτικών ή καταδυναστευτικών δικαιοπραξιών η μερική ακυρότητα θα μπο-

ρούσε να είναι δυνατή με την έννοια της αφαίρεσης του αδίκου μέρους της

ώστε αυτή να μπορεί να ισχύσει με το υπόλοιπο ορθό περιεχόμενό της Αμ-

φισβητείται όμως αν αυτό ανταποκρίνεται στα εύλογα συμφέροντα των α-

ντισυμβαλλομένων και ιδίως του ισχυρότερου μέρους που η πραγματική ή

εικαζόμενη βούληση του μάλλον θα κατατείνει στην ακύρωση της δικαιο-

πραξίας

Βέβαια όσον αφορά τη σχέση του 178 ΑΚ με το 181 ΑΚ στην ερμηνεία αυτής

έχουν υπεισέλθει αντικειμενικοί παράγοντες όπως ο σκοπός του κανόνα δι-

καίου που θεσπίζει την ακυρότητα διότι άλλως με την αποδοχή της ολικής

ακυρότητας ματαιούται ο προστατευτικός σκοπός της διάταξης Επομένως

ορθότερο είναι στις περιπτώσεις αυτές η ακυρότητα ή μη της σύμβασης να

καταλίπεται στο ασθενέστερο μέρος

γ Ακυρότητα στις αιτιώδεις και αναιτιώδεις δικαιοπραξίες

(1) Στις αιτιώδεις δικαιοπραξίες αν η αιτία είναι άκυρη άκυρη είναι και η

αιτιώδης δικαιοπραξία Επομένως αν η υποσχετική σύμβαση η οποία

αποτελεί την αιτία εκποιητικής δικαιοπραξίας (πχ μεταβίβασης κυ-

ριότητας ακινήτου) άκυρη λόγω αντίθεσης στα χρηστά ήθη συμπαρα-

σύρει σε ακυρότητα και την εμπράγματη δικαιοπραξία το κύρος της

οποίας εξαρτάται από την ύπαρξη εγκύρου αιτίας

Για το λόγο αυτό η αναζήτηση της παροχής γίνεται με διεκδικητική

αγωγή

(2) Αντίθετα στις αφηρημένες ή αναιτιώδεις δικαιοπραξίες το κύρος των

οποίων δεν εξαρτάται από την ύπαρξη και το κύρος της αιτίας ούτε

αυτή αποτελεί στοιχείο του πραγματικού τους η έλλειψη αιτίας ή η

18 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

ακυρότητα αυτής καταρχήν δεν επηρεάζει το κύρος τους ο δε διαθέ-

σας έχει (αν δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις του 907ΑΚ) μόνο την α-

ξίωση αδικαιολογήτου πλουτισμού Χαρακτηριστικά παραδείγματα της

κατηγορίας αυτής είναι από τις μεν υποσχετικές δικαιοπραξίες η αφη-

ρημένη υπόσχεση χρέους ενώ από τις εκποιητικές η μεταβίβαση κυριό-

τητας κινητού Δικαιολογητικός λόγος της τελευταίας είναι η ταχύτητα

και η ασφάλεια των συναλλαγών καθώς οι διάδοχοι του αποκτώντος

αποκτούν έγκυρα από αυτόν ακόμα και αν αυτός είχε αποκτήσει βάσει

μιας άκυρης υποσχετικής δικαιοπραξίας Επιπλέον διευκολύνεται η α-

πόδειξη κτήσης του δικαιώματος αφού αυτός που υποστηρίζει ότι εί-

ναι δικαιούχος οφείλει και αρκεί να αποδείξει μόνο της εκποιητική δι-

καιοπραξία και όχι την αιτία αυτής

Το ότι η αναιτιώδης δικαιοπραξία είναι γενικά ανεξάρτητη από το κύ-

ρος της αιτίας δε σημαίνει ότι δεν υπάρχει αιτία γιrsquo αυτή αλλά ότι η αι-

τία δεν αποτελεί ως άνω αναφέρθηκε στοιχείο του πραγματικού της

Επομένως η laquoηθικά άχρωμηraquo αναιτιώδης δικαιοπραξία μπορεί κατά

περίπτωση να θεωρηθεί άκυρη με διάσπαση της αρχής του αναιτιώ-

δους όταν σε περίπτωση αντίθεσης της δικαιοπραξίας στα χρηστά ήθη

η ανηθικότητα αφορά όχι μόνο την ενοχική αλλά και την εμπράγματη

δικαιοπραξία27 Αν και κατά κανόνα η απλή μεταβίβαση της κυριότη-

τας είναι laquoηθικά άχρωμηraquo αφού τα κίνητρα για την κατάρτιση της ανά-

γονται στην ενοχική δικαιοπραξία αν in concreto διαγνωστεί ότι η επί-

δοση του περιουσιακού αντικειμένου έγινε χάριν τελέσεως ανήθικης

συμπεριφοράς ή ότι η ανήθικη αιτία αποτέλεσε αίρεση για την εκποιη-

τική δικαιοπραξία η ανηθικότητα πλήττει και την εμπράγματη δικαιο-

πραξία καθιστώντας αυτή άκυρη (βλ179ΑΚ) άκυρη δε και οποιαδήπο-

τε περαιτέρω μεταβίβαση

Πάντως γίνεται δεκτό και στην ελληνική αλλά και στη γερμανική νομο-

λογία ότι τα χρήματα που προκαταβάλλονται σε laquoπόρνηraquo για πραγμα-

τοποίηση σαρκικής επαφής μαζί της μεταβιβάζονται σrsquo αυτή κατά κυ-

ριότητα με την παράδοση τους αφού ως ανωτέρω αναφέρθη η ακυρό-

27 Βλ και ΑΠ ΓΕΩΡΓΙΑΔΗ Εγχειρίδιο Εμπρ Δικαίου παρ43 48 καθώς και ΑΠ ΓΕΩΡΓΙΑΔΗ Γ Αρχές ΑστΔικαίου διακρίσεις των δικαιοπραξιών

19 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

τητα της υποσχετικής δικαιοπραξίας δεν συμπαρασύρει την εμπράγμα-

τη αφού η μεταβίβαση χρημάτων είναι πράξη ηθικά ουδέτερη28

Ακριβώς επειδή η παροχή είναι έγκυρη αυτή δεν αναζητείται (εκτός

και μόνο αν το ανήθικο της αιτίας δεν βαρύνει τον δόντα) Αν βαρύνει

και αυτόν ή πολύ περισσότερο μόνο αυτόν τότε δεν αναζητείται

Πράγματι θα ήταν παράδοξο η έννομη τάξη να προστατεύει πρόσωπα

που μετήλθαν ανήθικων μέσων και προέβησαν σε δελεαστικές παροχές

για την επίτευξη μιας ανήθικης συμπεριφοράς και να τα επιβραβεύει με

την επιστροφή σε αυτά των έστω και άνευ ανταλλάγματος δοθέντων

ακόμα και στην εξαιρετική περίπτωση που και ο λήπτης βαρύνεται με

ανηθικότητα Η ρωμαϊκή αρχή laquoεν ίση αισχρότητι κρείσσων ο νεμόμε-

νοςraquo ορθά βρίσκει εδώ την εφαρμογή της29

Η ακυρότητα είναι αναδρομική (ex tunc) εκτός από τις διαρκείς συμ-

βάσεις (πχ σύμβαση εργασίας) Σε αυτές γίνεται δεκτό ότι εφόσον λει-

τούργησαν για ένα χρονικό διάστημα αναπτύσσοντας τα έννομα απο-

τελέσματα τους έχει δημιουργηθεί μια πραγματική κατάσταση η ο-

ποία αποτελεί και την αιτία διατήρησης των μέχρι τότε παροχών ενώ η

επίκληση της ακυρότητας τους έχει τα αποτελέσματα της καταγγελίας

λειτουργώντας μόνο για το μέλλον (ex nunc)

11 Δικονομική μεταχείριση

Η επίκληση της ακυρότητας αφού πρoβληθούν τα πραγματικά περιστατικά

γίνεται από οποιονδήποτε έχει έννομο συμφέρον ακόμα δε και από τον ίδιο τον

καθrsquo ου η μομφή για την επιλήψιμη συμπεριφορά αν και σε περίπτωση αυτή η ε-

πίκληση της θα μπορούσε να θεωρηθεί ως κατάχρηση δικαιώματος

Όσον αφορά το βάρος της απόδειξης στις μεν αιτιώδεις δικαιοπραξίες αυτός

που επικαλείται την εγκυρότητά της οφείλει να αποδείξει την ύπαρξη του κύρους

της αιτίας ενώ αντίθετα στις αναιτιώδεις δικαιοπραξίες το βάρος αποδείξεως φέ-

ρει εκείνος ο οποίος ασκεί είτε με αγωγή είτε με ένσταση την αξίωση αδικαιολογή-

του πλουτισμού (Αντιστροφή του βάρους της απόδειξης)

28 Βλ και ΧΡ ΜΥΛΩΝΟΠΟΥΛΟΥ Ποινικό Δίκαιο Ειδικό μέρος σελ22 29 Βλ και ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟ Επιτομή Γενικού Ενοχικού κεφ Περί αδικαιολόγητου πλουτισμού που μάλ-

λον διαφωνεί 20 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

12 Επίγραμμα

Οι δρόμοι του δικαστή του νομοθέτη και γενικότερα του εκάστοτε ερμηνευ-

τή του δικαίου είναι παράλληλοι και αλληλοσυμπληρώνονται Κοινός στόχος η εύ-

ρυθμη λειτουργία μιας κοινωνίας με σεβασμό στα βασικά ανθρώπινα δικαιώματα

στην αξία του ανθρώπου και στους θεσμούς όπως αυτοί διαμορφώνονται στην

πορεία του χρόνου

Όμως η δικαιοσύνη δεν είναι μόνο μια αφηρημένη ιδέα για τη θεσμική διάρ-

θρωση μιας κοινωνίας αλλά πρέπει να ενδιαφέρεται για τη ζωή που διάγουν οι

άνθρωποι στην πραγματικότητα και ότι καθιστά τη ζωή άξια για να τη ζουν

Γιrsquo αυτό ο ρόλος του ερμηνευτή του δικαίου και ιδίως του δικαστή είναι

κομβικός Και δεν είναι ο ρόλος αυτός παθητικός ούτε απλά συνθετικός Κινούμε-

νος εντός των εξουσιών που το Σύνταγμα του έχει προσδώσει δε στηλιτεύει αλλά

κατανοεί διαπλάθει αλλά και εξισώνει -εντός πάντοτε του θετού δικαίου

Και αν και κατά τη γενική αντίληψη ο λαός πρέπει να έχει νομολογία προ-

σαρμοσμένη στο βαθμό της ηθικής του πολλές φορές αναδεικνύεται η αντίστρο-

φη ανάγκη Να είναι η νομολογία αρωγός ώστε ο λαός να προσανατολιστεί στα

σύγχρονα ήθη και στις πολυπολιτισμικές ιδιομορφίες

Η ερμηνεία του άρθρου 178 ΑΚ αποτελεί μια χαρακτηριστική τέτοια περί-

πτωση-

21 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

Β

ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΜΕ ΤΗΝ ΟΠΟΙΑ ΔΕΣΜΕΥΕΤΑΙ ΥΠΕΡΒΟΛΙΚΩΣ Η ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΤΟΥ ΠΡΟΣΩΠΟΥ [ΚΑΤΑΔΥΝΑΣΤΕΥΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ] ndash

ΚΑΤΑΠΛΕΟΝΕΚΤΙΚΗ [ΑΙΣΧΡΟΚΕΡΔΗΣ] ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ (ΑΚ 179)

[Σπύρος Γ Παπαγιάννης]

1 Η σχέση μεταξύ των δύο ειδικών πραγματικών του άρθρου ΑΚ 179

Το δίκαιο προκειμένου να εξυπηρετεί τον κοινωνικό βίο των ανθρώπων εν-

σωματώνει στους κανόνες που το συγκροτούν τα παραγγέλματα της κοινωνικής

ηθικής δηλαδή τις επικρατούσες στην κοινωνία θεμελιώδεις αξιολογικές παρα-

στάσεις30 Έτσι η ΑΚ 178 με τον όρο ldquoχρηστά ήθηrdquo οριοθετεί την λειτουργία της

ιδιωτικής αυτονομίας μέσα στα όρια αυτού που αξιοί ο μέσης ηθικής κοινωνός του

δικαίου με σκοπό την αποτροπή καταχρήσεως κατά την διάπλαση ιδιωτικών εν-

νόμων σχέσεων και άμεσο αποτέλεσμα την άρνηση της έννομης τάξεως να προσ-

δώσει νομικό κύρος σε δικαιοπρακτικές ρυθμίσεις που προσβάλλουν τις αξίες των

οποίων αυτή επιδιώκει την πραγμάτωση31

Ενώ όμως το άρθρο ΑΚ 178 λειτουργεί ως γενική ρήτρα στο άρθρο ΑΚ 179

τυποποιούνται τα πραγματικά δύο ldquoειδικώνrdquo δικαιοπραξιών που αντιτίθενται στα

χρηστά ήθη οι ldquoκαταδυναστευτικέςrdquo συμβάσεις (ή ldquoφιμωτικέςrdquo32 δικαιοπραξίες)

και οι ldquoκαταπλεονεκτικέςrdquo συμβάσεις (ή ldquoαισχροκερδείςrdquo33 δικαιοπραξίες) Στην

πρώτη κριτήριο είναι η υπέρμετρη34 δέσμευση της ελευθερίας του προσώπου

ενώ στην δεύτερη κριτήριο αποτελεί η εκμετάλλευση της διαπραγματευτικής μει-

ονεξίας του αντισυμβαλλομένου ιδία όσον αφορά στην υπέρμετρη δέσμευση της

οικονομικής του ελευθερίας

2 Η Καταδυναστευτική Δικαιοπραξία

30 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 201217 31 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 201218 σημ 3 32 ΦΙΛΙΟΣ 2011353 33 ΦΙΛΙΟΣ opcit 34 Η ΑΚ 179α΄ αναφέρει ldquohellipδεσμεύεται υπερβολικάhelliprdquo Προτιμώ ως αποδίδουσα επί το ορθότερο

την έννοια του laquoμεγέθουςraquo της δεσμεύσεως την χρήση της λέξεως ldquoυπέρμετραrdquo λέξη-όρο που χρησιμοποιείτο στον ΑΚ προ της μεταγλωττίσεώς του στην δημοτική (την [φεύ] γλώσσα της ldquoπλέριας κατανόησηςrdquohellip)

22 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

α Έννοια

Ως ldquoκαταδυναστευτικήrdquo δικαιοπραξία νοείται κυρίως η σύμβαση (ή μεμονω-

μένη ρήτρα που περιέχεται σε σύμβαση) επί τη βάσει της οποίας δεσμεύεται

υπερμέτρως35 η προσωπική οικονομική επαγγελματική ή καλλιτεχνική ε-

λευθερία του αντισυμβαλλομένου δημιουργώντας ένα είδος υποτέλειας ένα-

ντι του άλλου μέρους36 Στην έννοια της καταδυναστεύσεως της ΑΚ 179α ε-

μπίπτει και κάθε συμβατικός περιορισμός που φέρει ως συνέπεια την υπέρ-

μετρη δέσμευση της ελευθερίας του προσώπου για ανάπτυξη οποιασδήποτε

εκδηλώσεως της προσωπικότητός του37 Είναι φανερόν ότι η ελληνική δη-

μόσια τάξη συγκεκριμενοποιεί την ρήτρα των χρηστών ηθών με την χρήση

μιάς θεμελιώδους δικαιϊκής αξίας της ελευθερίας του προσώπου εδώ ουσι-

αστικώς η συνταγματική τάξη (πχ Σ 5 sect 1) επιβάλλει τα πρόσωπα να παρα-

μένουν ελεύθερα

β Ελευθερία του προσώπου - δέσμευση

Στο πραγματικό της ΑΚ 179α΄ υπάγονται δύο κατά βάσιν περιπτώσεις συμ-

βάσεων αυτές που ενέχουν υπέρμετρη δέσμευση της προσωπικής ελευθερί-

ας του συμβαλλομένου και εκείνες με τις οποίες περιορίζεται υπερμέτρως η

ελευθερία προς (κυρίως) οικονομική και επαγγελματική δράση

Για δέσμευση της ελευθερίας του προσώπου με δικαιοπραξία γίνεται λόγος

μόνον όταν το πρόσωπο που δεσμεύτηκε είχε σύμφωνα με τον νόμο την ε-

ξουσία να διαθέσει κατά βούλησιν το αντικείμενο της δικαιοπραξίας Συνε-

πώς εάν η υποχρέωση του προσώπου δεν προέρχεται από δικαιοπραξία αλ-

λά από τον νόμο ή εάν το πρόσωπο που δεσμεύτηκε με δικαιοπραξία δεν εί-

χε σύμφωνα με τον νόμο την εξουσία να διαθέσει το αντικείμενο στο οποίο

αναφέρεται η δέσμευση η ΑΚ 179 δεν εφαρμόζεται38

Στην ελευθερία του προσώπου υπάγονται οι ατομικές ελευθερίες και τα α-

τομικά δικαιώματα αυτού39 όπως η ελευθερία συνειδήσεως της γνώμης της

διαθέσεως ψήφου του προσώπου κλπ Εδώ υπάγεται ιδίως η ελευθερία της

35 ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ 2012527 ΦΙΛΙΟΣ 2011352 36 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012 σημ 429 37 Πρβλ λχ ΑΠ 12601983 ΕλλΔνη 251347 (απεριόριστη δέσμευση της καλλιτεχνικής ελευθερί-

ας του πνευματικού δημιουργού) 38 ΕφΑθ 33271999 ΝοΒ 48485 39 ΕφΑθ 32841980 ΝοΒ 281225

23 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

εργασίας του εμπορίου της βιομηχανίας προς ανάπτυξη της οικονομικής

δράσεως του προσώπου40 Έτσι αντίκειται στα χρηστά ήθη

(1) κάθε δικαιοπραξία με την οποία απαγορεύεται σε κάποιον η άσκηση

ορισμένου επαγγέλματος ή ορισμένης βιομηχανικής ή εμπορικής δρα-

στηριότητος εφrsquo όσον περιέχει υπέρμετρη δέσμευση και

(2) η δικαιοπραξία με την οποία δεσμεύεται το δικαίωμα στην σωματική

ακεραιότητα του προσώπου στην υγεία ζωή τιμή το δικαίωμα στο

όνομα ή την προσωπικότητα το δικαίωμα εγκαταστάσεως ή μη σε ορι-

σμένο τόπο το δικαίωμα επιλογής επαγγέλματος κλπ41

γ Η ratio της απαγόρευσης

(1) Η οικονομική κατωτερότητα ενός εκ των συμβαλλομένων

Συνήθως η κατάρτιση συμβάσεως με καταδυναστευτικό περιεχόμενο

οφείλεται στην οικονομική κατωτερότητα του υποβαλλομένου στην

υπέρμετρη δέσμευση συμβαλλομένου Αυτό εκτιμάται ότι συμβαίνει

λόγω της ανάγκης αποκτήσεως της υπαρξιακής κατά κανόνα γιrsquo αυτόν

σημασίας παροχή του οικονομικώς ισχυρού αντισυμβαλλομένου συνή-

θως κάποια πίστωση Έτσι η οικονομική αυτή πίεση όταν μάλιστα

δεν υπάρχει δυνατότης καταφυγής σε άλλη πηγή αποκτήσεως του ιδί-

ου αγαθού με καλλίτερους όρους διαταράσσει την συμβατική ελευθε-

ρία η οποία μπορεί να συντρέχει ανεξαρτήτως της θέσεως που κατέχει

στην αγορά ο επιβάλλων τον περιορισμό συμβαλλόμενος (συνήθης επι-

χείρηση)

Η ρύθμιση αυτή της ΑΚ 179α΄ αντικειμενικώς κρινομένη φαίνεται ότι

είναι σχεδιασμένη με πνεύμα κηδεμονεύσεως ο δικαστής παρεμβαίνει

στο περιεχόμενο της συμβάσεως προκειμένου να προστατεύσει τον οι-

κονομικώς ασθενέστερο συμβαλλόμενο από μία άδικη εις βάρος του

κατανομή των συμβατικών βαρών και πλεονεκτημάτων

Προβληματισμός υπάρχει στο αν η οικονομική δέσμευση επέρχεται με

την κατάρτιση της συμβάσεως προκειμένου περί καταδυναστευτικών

συμβάσεων ή πρόκειται περί καταχρηστικής εκμεταλλεύσεως ήδη υ-

φισταμένης οικονομικής κατωτερότητος του αντισυμβαλλομένου προ-

40 Βλ ΤΟΥΣΗΣ Α 1978 sect 96 ΜΠΑΛΗΣ 1944 sect 64 41 Βλ ΤΟΥΣΗΣ opcit

24 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

κειμένου περί καταχρηστικής εκμεταλλεύσεως μονοπωλιακής ή δεσπό-

ζουσας θέσεως μιάς επιχειρήσεως στην αγορά

Εξrsquo άλλου χρήζει ιδιαιτέρας μνείας το ότι ενώ η συναλλακτικώς μειονε-

κτική θέση του ενός των συμβαλλομένων τεκμαίρεται αμαχήτως42 (ΑΚ

294 332sect2 334sect2 409 κλπ) στην περίπτωση καταδυναστευτικής

συμβάσεως ο αντισυμβαλλόμενος έχει δυνατότητα αποδείξεως ότι η

ρύθμιση υπήρξε προϊόν της ελευθέρας δικαιοπρακτικής αποφάσεως

του φαινομένου ως βλαπτομένου από αυτή συμβαλλομένου

(2) Η άδικη μεταξύ των μερών κατανομή των συμβατικών πλεονεκτημά-

των

Η κατανόηση του πότε είναι υπέρμετρη (ή ldquoυπερβολικήrdquohellip) ή εύλογη η

συμβατική δέσμευση της ελευθερίας του προσώπου συνιστά το κε-

ντρικό πρόβλημα του δόγματος των καταδυναστευτικών συμβάσεων

αν και η κρίση είναι νομική υποκείμενη στον έλεγχο του Αρείου Πάγου

Για τον λόγον αυτόν είναι καίριος ο ρόλος των μεγεθών αντιπαροχής

και δεσμεύσεως της οικονομικής ελευθερίας43

δ Η υπέρμετρη (υπερβολική) δέσμευση

Το κριτήριο της υπέρμετρης δεσμεύσεως ως αόριστη νομική έννοια και

προκειμένου να καταστεί δογματικώς κατάλληλη για να υπαχθεί σε αυτήν η

κρινομένη ατομική περίπτωση έχει ανάγκη εξειδικεύσεως λαμβανομένης

υπrsquo όψιν της ratio της απαγορεύσεως που τίθεται στην ΑΚ 179α΄ δηλαδή την

διάβρωση της συμβατικής ελευθερίας του ασθενέστερου μέρους αφrsquo ενός και

της ανισορροπίας στην κατανομή των συμβατικών ωφελημάτων μεταξύ των

μερών

Γίνεται ευρύτερα δεκτό στην σύγχρονη δογματική του Αστικού Δικαίου ότι

υπάρχει μία ldquoκινητήrdquo σχέση44 μεταξύ των προαναφερθέντων δύο κριτηρίων

εις τρόπον ώστε όσον εντονότερον διαβρώνεται η ελευθερία δικαιοπρακτι-

κής αποφάσεως του καταδυναστευομένου τόσον άτονος θα πρέπει να είναι

42 Για τον εμπορικό αντιπρόσωπο που συνάπτει ρήτρα μετασυμβατικής απαγορεύσεως του αντα-γωνισμού βλ ΠΔ 2191991 άρθρ10 εις εφαρμογήν του άρθρου 20 της Οδηγίας 86653 ΕΟΚ

43 ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ 2012528 ΣΠΥΡΙΔΑΚΗΣ 2004188 44 Πρβλ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012146

25 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

ο έλεγχος της άνισης κατανομής στο περιεχόμενο της σχετικής συμφωνίας

για να επιβεβαιώνεται ή όχι το στοιχείο της υπέρμετρης δεσμεύσεως45

Πέραν αυτών όμως είναι απαραίτητη και η συγκεκριμενοποίηση του κριτη-

ρίου της άνισης μεταξύ των μερών κατανομής των συμβατικών βαρών και

πλεονεκτημάτων οπότε είναι αναγκαία η αναδρομή σε ιδιαίτερα κριτήρια τα

οποία εφαρμόζει σχεδόν σταθερώς η νομολογία μας46

(1) Ο Μπαλής47 θεωρεί ότι πρέπει να συναρτάται η σχετική κρίση με το

σημείο ldquoμέχρι τοῦ ὁποίου εἶναι νόμῳ προστατεύσιμον τὸ συγκεκριμένον

συμφέρον τοῦ ἐπιβάλλοντος τὸν περιορισμὸνrdquo δηλαδή να συνυπολογί-

ζεται και το μέτρο της οικονομικής θυσίας στην οποία υποβάλλεται

ο ισχυρός συμβαλλόμενος ουσιαστικώς να σταθμίζεται η αξία της συ-

νολικής αντιπαροχής του χωρίς βεβαίως τα δύο αυτά μεγέθη να συ-

μπίπτουν κατrsquo ανάγκην

(2) Σημασίαν έχει και το στοιχείο της χρονικής διάρκειας της δεσμεύσεως

Όσον αφορά σε ρήτρες απαγορεύσεως ανταγωνισμού θεμιτός περιο-

ρισμός θεωρείται η διετία προκειμένου περί συμβάσεως εργασίας και η

πενταετία προκειμένου περί πωλήσεως επιχειρήσεως Αντιθέτως σε

συμβάσεις αποκλειστικής προμηθείας (κυρίως μπύρας ή ενέργειας) και

προμηθείας πρατηρίου βενζίνης η γερμανική νομολογία ανεβάζει το

όριο στα είκοσι περίπου έτη

(3) Σπουδαίο επίσης στοιχείο μετρήσεως του υπέρμετρου ή μη της συμ-

βατικής δεσμεύσεως είναι η τοπική έκτασή της Πρόκειται περί ενός

στοιχείου κινητού εν σχέσει προς την χρονική διάρκεια δεσμεύσεως αλ-

λά και προς τα λοιπά στοιχεία συγκεκριμενοποιήσεως της αόριστης έν-

νοιας του ldquoυπέρμετρουrdquo Δηλαδή δυνατόν όσον ευρύτερη κατά τόπο

και μακρότερη κατά χρόνον είναι η απαγόρευση τόσο μεγαλύτερο θα

πρέπει να είναι το περιουσιακό αντάλλαγμα που λαμβάνει το ασθενέ-

στερο μέρος ώστε να θεωρείται η ρήτρα θεμιτή Απροσδιόριστη κατά

τόπο και χρόνο απαγόρευση χωρίς πρόβλεψη δυνατότητος παύσεως

της δεσμεύσεως με καταγγελία προσδίδει κατά κανόνα ανήθικο χα-

45 Πρβλ ΤΕΛΛΗΣ 2007215 επ 46 Πληρέστερη ανάλυση των κριτηρίων αυτών σχετικώς με την ρήτρα μετασυμβατικής απαγο-

ρεύσεως του ανταγωνισμού βλ σε ΤΕΛΛΗΣ 2007223 επ 47 ΜΠΑΛΗΣ 1944 sect64

26 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

ρακτήρα στην σχετική ρήτρα48 διότι η έννομη τάξη δεν ευνοεί γενικώς

τις δεσμεύσεις μακροχρόνιας ή απεριορίστου διαρκείας49

(4) Το κατrsquo αντικείμενον εύρος της συμβατικἠς δεσμεύσεως είναι επίσης

κριτήριο συγκεκριμενοποιήσεως της αορίστου εννοίας του ldquoυπέρμε-

τρουrdquo Αν δηλαδή ο ασφαλειοδότης παρέχοντας υπέρμετρη εξασφά-

λιση στον δανειστή του μπορεί να ικανοποιήσει και τους λοιπούς δα-

νειστές του ή στον υποβληθέντα σε μετασυμβατική ρήτρα απαγόρευ-

σης ανταγωνισμού εναπομένει κάποια δυνατότητα επιδόσεως σε άλ-

λης μορφής οικονομική δραστηριότητα κατά την διάρκεια της απαγο-

ρεύσεως

Η παράθεση των ανωτέρω κριτηρίων είναι σαφώς ενδεικτική αφού η περί

υπέρμετρου δεσμεύσεως κρίση (πρέπει να) σχηματίζεται από μία συνολική

αξιολόγηση των ειδικών περιστάσεων που συνοδεύουν την επίμαχη σύμβα-

ση Έτσι προσμετρώνται και άλλα στοιχεία ndash κριτήρια όπως οι επαγγελμα-

τικές προοπτικές των συμβαλλομένων ή ο τρόπος λήξεως της συνεργασίας

των

Τέλος η ύπαρξη επίμεπτης υποκειμενικής στάσεως του ισχυροτέρου συμ-

βαλομένου δεν θεωρείται σύμφωνα με κρατούσα γνώμη προϋπόθεση της

ακυρότητας της συμβάσεως50

ε Εφαρμογή της διατάξεως

Η διάταξη (εδ α΄) εφαρμόζεται και στις χαριστικές δικαιοπραξίες51 Δεν ε-

φαρμόζεται η διάταξη όταν υπάρχει νόμος που συγχωρεί την υπέρμετρη δέ-

σμευση της ελευθερίας του προσώπου52 Δεν αποκλείεται η σύμβαση να

προσκρούει εν μέρει στα χρηστά ήθη οπότε έχει εφαρμογή η ΑΚ 181 (Μερι-

κή ακυρότητα δικαιοπραξίας Η ακυρότητα μέρους συνεπιφέρει την ακυρό-

τητα ολόκληρης της δικαιοπραξίας αν συνάγεται ότι δεν θα είχε επιχειρηθεί

χωρίς το άκυρο μέρος)

48 Πρβλ αντί πολλών ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ 2012528 49 Πρβλ αντίθετη άποψη (ΚΙΤΣΑΡΑΣ Ενοχικές δεσμεύσεις της εξουσίας διάθεσης 199957) σε ΓΕΩΡ-

ΓΙΑΔΗΣ 2012 sect 36 υποσημ 12 50 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 1983153 51 Βλ ΑΠ 9991975 (Βrsquo Τμήμα) ΝοΒ 24287 (ldquohellipἀποκλείεται ἡ ἐφαρμογὴ τοῦ ἐπὶ δικαιοπραξιῶν ἐφrsquo

ὧν ἐπίδοσις περιουσίας γίνεται ἄνευ ἀνταλλάγματος ἢ δὲν λαμβάνει χώραν ἀνταλλαγὴ παροχῶν διότι ἐπrsquo αὐτῶν δὲν γεννᾶται ζήτημα προφανοῦς δυσαναλογίας παροχῆς καὶ ἀντιπαροχῆςrdquo)

52 Βλ ΤΟΥΣΗΣ 1978506 επ ndash ΑΠ 1301950 27 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

ϛ Έννομες συνέπειες

(1) Σύμφωνα με την ΑΚ 179 η δικαιοπραξία που δεσμεύει υπερμέτρως την

ελευθερία του προσώπου είναι ldquoΆκυρη ως αντίθετη προς τα χρηστά ή-

θηhelliprdquo και όπως ισχύει για κάθε ανήθικη δικαιοπραξία θεωρείται από-

λυτη53 μπορεί δε να λαμβάνεται υπόψιν και αυτεπαγγέλτως από το

δικαστήριο54 Τούτο είναι λογικό και κατrsquo ακολουθίαν ορθό αφού η

απαγόρευση της υπέρμετρης δέσμευσης της ελευθερίας σκοπεί στην

προστασία της προσωπικότητας ώστε να μην αφαιρείται το αγαθό της

εξουσίας της δικαιοπρακτικής διαθέσεως του μέρους

Προκειμένου όμως περί υπέρμετρης δεσμεύσεως της οικονομικής ε-

λευθερίας προσώπου δηλαδή οικονομικών συμφερόντων των οποίων

η διαφύλαξη είναι αποκλειστική υπόθεση του προσώπου αυτού τότε

σε μια τέτοια περίπτωση το πρόσωπο αυτό και μόνο μπορεί να κρίνει

καλλίτερα από κάθε άλλον αν η άρση των δικαιοπρακτικών αποτελεσμά-

των με την επίκληση της ΑΚ 179α ακυρότητος εξυπηρετεί πράγματι τα

συμφέροντά του5556

(2) Η ακυρότητα είναι κατά κανόνα ολική ιδία όσον αφορά σε υπέρμετρη

δέσμευση της προσωπικής ελευθερίας57 Στις περιπτώσεις όμως όπου

ο ανήθικος χαρακτήρας προσδιορίζεται από οικονομικής φύσεως α-

νταλλάγματα θα πρέπει να είναι δυνατή η μερική ακυρότητα ώστε με-

τά την αφαίρεση του αδίκου μέρους να μπορεί να ισχύσει η σύμβαση

με το υπόλοιπο ορθό περιεχόμενο της και έτσι το ασθενέστερο μέρος

να ldquoαπολαύσει τελικά την πολύτιμη γιrsquo αυτόν παροχή του αντισυμβαλ-

λομένου του αλλά με δίκαιους τώρα όρουςrdquo Την δυνατότητα της μερικής

ακυρότητος φαίνεται να δέχεται η κρατούσα γνώμη πράγμα που ση-

μαίνει ότι το δικαστήριο έχει την δυνατότητα να μειώσει μετά από αί-

τηση του βλαπτομένου την δέσμευση αυτού στο προσήκον μέτρο

53 ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ 2012525 επ 54 ΛΑΔΑΣ 1979159 επ 55 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012153 56 Θεωρείται ότι σε παρόμοιες περιπτώσεις πρέπεται η (κατrsquo εξαίρεσιν) σχετική ακυρότητα διότι η

απόφαση για την διατήρηση ή άρση των δικαιοπρακτικών αποτελεσμάτων πρέπει να ανήκει αποκλειστικώς στο βλαπτόμενο από την συμβατική ρύθμιση μέρος το οποίο γνωρίζει κάλλιον παντός άλλου το τι πράγματι το συμφέρει άλλως υπάρχει ανεπίτρεπτη κηδεμόνευση των συμφερόντων αυτού του συμβαλλομένου (ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2013113)

57 εα 2α 28 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

3 Η Καταπλεονεκτική Δικαιοπραξία

α Γενικά ndash σχέση με ΠΚ 404 405

Σύμφωνα με το πραγματικό της ΑΚ 179βrsquo καταπλεονεκτική δικαιοπραξία

υπάρχει όταν στο πρόσωπο του καταπλεονεκτούμενου συντρέχουν προφα-

νής δυσαναλογία παροχής και αντιπαροχής ανάγκη κουφότητα ή απειρία

και εκμετάλλευση της μειονεκτικής αυτής θέσεως από τον καταπλεονέκτη

Σύμφωνα με την νομολογία για την πλήρωση του πραγματικού απαιτείται η

συνδρομή και των τριών αυτών προϋποθέσεων σωρευτικώς

Γίνεται δεκτό ότι σε περίπτωση ελλείψεως κάποιου από τα ανωτέρω στοι-

χείου καταφάσκεται η ακυρότητα της δικαιοπραξίας με αναγωγή στην γενι-

κή ρήτρα της ΑΚ 178 υπό την προϋπόθεση ότι συντρέχουν πρόσθετα στοι-

χεία τα οποία μπορούν να προσδώσουν στην δικαιοπραξία το χρώμα της α-

νηθικότητας

Εκδήλωση της απαγορεύσεως της καταπλεονεκτήσεως αποτελεί η ρύθμιση

των άρθρων ΠΚ 404 (τοκογλυφία) και ΠΚ 405 (αισχροκέρδεια) το πραγμα-

τικό των οποίων είναι ουσιαστικώς ίδιο με αυτό της ΑΚ 179βrsquo Αν και τίποτε

δεν εμποδίζει για την ακυρότητα καταπλεονεκτικής δικαιοπραξίας την πα-

ράλληλη επίκληση και των δύο νομοθετικών βάσεων ορθότερη θεωρείται να

διαφυλαχθεί η αυτονομία της ρυθμίσεως της ΑΚ179βrsquo αφού ο νομοθέτης

φαίνεται ότι θέλησε να ρυθμίσει ρητώς τις συνέπειες της καταπλεονεκτήσε-

ως τον ΑΚ

β Προϋποθέσεις εφαρμογής της διατάξεως

Καταπλεονέκτηση μπορεί να υπάρχει σε κάθε τύπο επαχθούς δικαιοπραξίας

με περιουσιακό περιεχόμενο58 οι οποίες μπορεί να είναι αμφοτεροβαρείς

ετεροβαρείς αιτιώδεις αναιτιώδεις (όπως πχ η αγοραπωλησία η μίσθωση

58 Διαφορετικό είναι το ζήτημα της παροχής περιουσιακού ωφελήματος με ldquoανεξάρτητηrdquo μονομε-ρή δικαιοπραξία με την οποία προσδίδεται καταπλεονεκτικό χρώμα σε προηγούμενη σύμβαση από την οποία θα πηγάζει συνήθως η υποχρέωση για τέλεση της μονομερούς δικαιοπραξίας (πχ παροχή υποθήκης)

29 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

πράγματος ή έργου ή εργασίας η εταιρεία η σύμβαση μεσιτείας ή εγγύηση)

όταν αυτές καταρτίζονται με δυσανάλογο αντάλλαγμα59

Η ΑΚ 179βrsquo δεν εφαρμόζεται στις χαριστικές δικαιοπραξίες γιατί η επίδοση

της περιουσίας γίνεται χωρίς αντάλλαγμα και έτσι δεν υπάρχει δυσαναλογία

παροχής και αντιπαροχής όπως πχ στην δωρεά στην εντολή στην άφεση

χρέους στην παρακαταθήκη χωρίς αμοιβή ή στην εγγύηση εκτός αν αυτή

ανελήφθη στο πλαίσιο μιάς αμφοτεροβαρούς συμβάσεως με ευρύτερο περι-

εχόμενο

γ Προφανής δυσαναλογία μεταξύ παροχών

Στην καταπλεονεκτική σύμβαση η ελευθερία δικαιοπρακτικής αποφάσεως

του καταπλεονεκτούμενου είναι διαταραγμένη αφού αυτός ευρίσκεται σε

μία δυσμενή σε σχέση με τον καταπλεονέκτη θέση που δεν του επιτρέπει να

προασπίσει ορθολογικώς τα συνδεόμενα με την σύμβαση συμφέροντά του

έτσι ο μηχανισμός συμβάσεως δεν μπορεί εδώ να παράσχει κανένα εχέγγυο

ορθότητος Ότι το περιεχόμενο της καταπλεονεκτικής συμβάσεως δεν είναι

ldquoορθόrdquo μαρτυρεί τελικώς η ύπαρξη της προφανούς δυσαναλογίας

Η προφανής δυσαναλογία των ανταλλασσομένων παροχών ανάγεται σε

απαραίτητο στοιχείο του πραγματικού της καταπλεονεκτήσεως στην ΑΚ

179βrsquo ενώ ταυτοχρόνως είναι και πρόβλημα που για να κατανοηθεί σωστά

πρέπει να φωτισθεί μέσα από τον συνδυασμό και την αντίθεση μιάς πλειά-

δος αρχών οι οποίες σε κινητή μεταξύ των σχέση συγκροτούν το σύστημα

του δικαίου των ενοχικών συμβάσεων60

Ως έννοια αόριστη είναι αναμφισβητήτως έννοια νομική και η υπαγωγή σε

αυτήν της σχέσεως αξίας των αμοιβαίων παροχών αποτελεί κρίσιν αξιολο-

γική υποκείμενη στον έλεγχο του ΑΠ61

Ομοφώνως γίνεται δεκτό ότι αφετηρία της κρίσεως περί υπάρξεως ή μη

προφανούς δυσαναλογίας πρέπει να αποτελεί η αντικειμενική αξία των α-

νταλλασσομένων παροχών δηλαδή η συνήθης στις συναλλαγές αξία62 Έτσι

59 Βλ ΜΠΑΛΗΣ 1944190 (sect66) 60 Βλ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 19837 σημ 23 61 ΦΙΛΙΟΣ 2011 sect147Β 62 Πρβλ ΑΠ 20952009 (Α1 Τμήμα) ldquohellipφανερή δυσαναλογία μεταξύ παροχής και αντιπαροχής

είναι αυτή που υποπίπτει στην αντίληψη λογικού και έχοντος πείρα των σχετικών συναλλαγών ανθρώπου και η οποία υπερβαίνει το μέτρο κατά το οποίο είναι ανθρωπίνως φυσικό να απο-κομίζει ο ένας κάποιο όφελος από σύμβαση οικονομικού περιεχομένου επί ζημία του άλλουrdquo

30 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

διαπιστουμένης της αντικειμενικής αξίας των αμοιβαίων παροχών ακολου-

θεί η κρίση για το αν υφίσταται μεταξύ των προφανής δυσαναλογία λαμβα-

νομένων πάντοτε υπrsquo όψιν της φύσεως της συμβάσεως και του επιδιωκομέ-

νου με αυτήν οικονομικού σκοπού63 ενώ στις περιπτώσεις ακινήτων χρη-

σιμοποιείται ευρέως στην πράξη το κριτήριο της laesio enormis64

Ένα επιπλέον στοιχείο που λαμβάνεται υπrsquo όψιν για την διαπίστωση της υ-

πάρξεως προφανούς δυσαναλογίας είναι η λεγομένη ldquoρήτρα προσθέσεωςrdquo

δηλαδή το άθροισμα των ωφελημάτων που έλαβε ο καταπλεονέκτης και των

περιουσιακών ωφελημάτων που επιπροσθέτως κατέβαλλε ο καταπλεονε-

κτούμενος σε τρίτα πρόσωπα (πχ μεσιτεία αμοιβές σε βοηθητικά πρόσωπα

κλπ)

Υπάρχουν όμως και μερικά σχετιζόμενα με την δυσαναλογία των ανταλ-

λασσομένων παροχών ειδικότερα προβλήματα που εμφανίζονται συχνά

στην δικαστηριακή πράξη παρουσιάζοντα ταυτοχρόνως σπουδαίο δογματι-

κό ενδιαφέρον

(1) Πρόσθετο τίμημα στην πώληση ακινήτου μπορεί να ληφθεί υπrsquo όψιν

το επιπλέον του αναγραφομένου στο συμβολαιογραφικό έγγραφο τι-

μήματος επιπροσθέτως καταβληθέν τίμημα

(2) Το καταπλεονεκτικό σύμφωνο εξωνήσεως η συνομολόγηση δικαιώ-

ματος εξωνήσεως με τίμημα προφανώς δυσανάλογο εν σχέσει προς αυ-

τό της πωλήσεως μήπως υποκρύπτει τοκογλυφικό δάνειο Εδώ θα

πρέπει να σταθμιστεί η δυνατότητα του πωλητή να αποτρέψει την κα-

ταπλεονεκτική γιrsquo αυτόν ρύθμιση ασκώντας το δικαίωμα εξωνήσεως

Εάν δηλαδή ο πωλητής ασκήσει αυτό το δικαίωμα παρά την προφανή

δυσαναλογία η πώληση δεν έχει καταπλεονεκτικό χαρακτήρα

(3) Η διαπίστωση της προφανούς δυσαναλογίας στον συμβιβασμό τα

συγκρινόμενα μεγέθη είναι οι αμοιβαίες παραχωρήσεις των μερών και

όχι οι εκατέρωθεν αναλαμβανόμενες υποχρεώσεις προς παροχή Η σω-

στή όμως εκτίμηση των παραχωρήσεως προϋποθέτει ως αφετηρία

63 ΑΠ 20952009 64 Ο ΛΙΤΖΕΡΟΠΟΥΛΟΣ 1932208 επ προτείνει αποδοχή της υπάρξεως προφανούς δυσαναλογίας

όταν η μία παροχή δεν φθάνει το 60 ή 50της αξίας της άλλης Βλ επίσης υποσημείωση 560 στο ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012

31 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

την νομική κατάσταση που υπήρχε πριν τον συμβιβασμό υπερβολικές

αξιώσεις προβαλλόμενες αυθαιρέτως δεν λαμβάνονται εδώ υπrsquo όψιν

Η ύπαρξη της προφανούς δυσαναλογίας κρίνεται κατά τον χρόνο καταρτί-

σεως της συμβάσεως είναι αδιάφορο αν η προφανής δυσαναλογία επήλθε

αργότερα εκτός της περιπτώσεως όπου ο καταπλεονεκτούμενος στο πλαί-

σιο της υφισταμένης κυρίας συμβατικής σχέσεως συνομολογεί ή παρέχει

πρόσθετα περιουσιακά ωφελήματα (πχ εμπράγματη ασφάλεια) που προσ-

δίδουν πλέον στην συνολική συναλλαγή καταπλεονεκτικό χρώμα

δ Ανάγκη Κουφότητα Απειρία

(1) Ανάγκη

Είναι η κατάσταση ενός προσώπου (του δικαιοπρακτούντος ή κάποιου

που συνδέεται στενά με αυτόν) που ευρίσκεται σε άμεσο οικονομικό ή

άλλο κίνδυνο65 η αντιμετώπιση του οποίου είναι ανεπίδεκτη αναβο-

λής66 Η ανάγκη πρέπει να έχει χαρακτήρα επιτακτικό και να είναι τόσο

σοβαρή ώστε αντικειμενικώς κρινομένη να μπορεί να θεωρηθεί ότι

κάθε εχέφρων άνθρωπος θα οδηγείτο στην ίδια δικαιοπρακτική συ-

μπεριφορά

Ενώ η φύση της ανάγκης είναι συνήθως οικονομική η σπουδαιότητα

του διακινδυνευομένου αγαθού καθορίζει το αν η συγκεκριμένη κάθε

φορά περίπτωση μπορεί να υπαχθεί ή όχι στην ρύθμιση της ΑΚ 179βrsquo

Είναι αδιάφορο αν η ανάγκη είναι μόνιμη ή παροδική αφού αποφασι-

στική για την εφαρμογή της ΑΚ 179βrsquo είναι η ύπαρξη ανάγκης μόνο κα-

τά τον χρόνο καταρτίσεως της δικαιοπραξίας Η ανάγκη πρέπει να είναι

πραγματική και άμεση επιτακτική και ανεπίδεκτη αναβολής

(2) Κουφότητα

Προϋπόθεση της ορθής λειτουργίας της ιδιωτικής αυτονομίας είναι η

εκ μέρους των αντισυμβαλλομένων ορθολογική στάθμιση των υπέρ και

κατά της συμβατικής ρυθμίσεως Όταν όμως ο αντισυμβαλλόμενος α-

διαφορεί λόγω απερισκεψίας ή ελλείψεως επαρκούς σκέψεως και δεν

αποδίδει στις πράξεις του την σημασία την αξία και τις συνέπειες που

έχουν αυτές τότε η συναλλακτική συμπεριφορά του χαρακτηρίζεται

65 ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ 2012530 66 ΑΠ 19982007

32 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

από κουφότητα Η κουφότητα μπορεί να οφείλεται σε οποιονδήποτε

λόγο όπως είναι η πνευματική νόσος ου δεν επέφερε όμως ολική ή με-

ρική ασυνειδησία των πράξεων του προσώπου ώστε να το κάνει εντε-

λώς ή περιορισμένως ανίκανο για την σύνταξη δικαιοπραξίας67

(3) Απειρία

Ως απειρία νοείται η έλλειψη της περί τη ζωή και τις συναλλαγές πεί-

ρας68 Το ερώτημα όμως είναι αν η σχετική με συγκεκριμένη δικαιο-

πραξία απειρία στοιχειοθετεί την απειρία της ΑΚ 179βrsquo ή όχι Γίνεται

δεκτό ότι υπάρχουν τρείς διαβαθμίσεις69 της απειρίας

(α) Η καθολική όπου ο συμβαλλόμενος στερείται παντελώς συναλ-

λακτικής πείρας και κατά συνέπειαν η περίπτωσή του υπάγεται

στην ρύθμιση της ΑΚ 179β΄

(β) Η απειρία σε ορισμένο μόνο συναλλακτικό τομέα (λχ πράξεις

επί ακινήτων χρηματιστηριακές συναλλαγές κλπ) εδώ η απειρία

δεν αποτελεί σταθερή ιδιότητα του προσώπου και παρά το ότι η

γενική του πείρα του επιτρέπει να κρίνει το επισφαλές της δικαι-

οπραξίας στην οποία προβαίνει η ελευθερία δικαιοπρακτικής α-

ποφάσεώς του δεν παύει να είναι διαταραγμένη Κατά συνέπεια

δικαιούται της προστασίας της ΑΚ 179βrsquo

(γ) Προβληματική αλλά και με πολύ μεγάλη πρακτική σημασία είναι

η τρίτη μορφή απειρίας που χαρακτηρίζεται από την έλλειψη ει-

δικών γνώσεων πού έχει ανάγκη ο σύγχρονος καταναλωτής στις

καθημερινές συναλλαγές του γνώσεων απαραιτήτων για τον

σχηματισμό σωστής εικόνας της προσφερόμενης σε αυτόν παρο-

χής Κι΄ εδώ η ελευθερία δικαιοπρακτικής αποφάσεως του κατα-

ναλωτή αδαούς όντος λόγω ανεπαρκούς πληροφορήσεως εμφα-

νίζεται διαταραγμένη και άξια της κατά την ΑΚ 179βrsquo προστασίας

ε Εκμετάλλευση

Ενώ η νομολογία μας θεωρεί αναγκαίο στοιχείο της ΑΚ 179βrsquo την υποκειμενι-

κή προϋπόθεση της εκμεταλλεύσεως την οποία πρέπει να αποδεικνύει ο ε-

67 ΑΠ 3821992 ΝοΒ 41874 68 ΑΠ 9362007 69 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012196 επ

33 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

πικαλούμενος την εφαρμογή της διατάξεως δεν έχει μέχρι τώρα αποσαφη-

νιστεί πλήρως σε τι ακριβώς συνίσταται η ldquoεκμετάλλευσηrdquo Βέβαιο πάντως

είναι ότι το στοιχείο αυτό δεν θα πρέπει να θεωρηθεί ως ηθική μομφή στο

πρόσωπο του καταπλεονέκτη

Κατrsquo αρχάς απορρίπτεται η επίκληση δόλου αφού ο δόλος απαιτείται από

την λειτουργία της ποινής και είναι ξένος προς τον λειτουργικό ρόλο της α-

κυρότητας της ανήθικης δικαιοπραξίας Το ότι δεν πρόκειται περί μομφής

φαίνεται στις περιπτώσεις καταρτίσεως δικαιοπραξίας κατά παράκλησιν

του αντισυμβαλλομένου και όχι από εκμεταλλευτική διάθεση του καταπλεο-

νέκτη Επιπλέον εάν επρόκειτο περί συνειδήσεως της ανηθικότητος εκ μέ-

ρους του καταπλεονέκτη μια τέτοια συνείδηση λόγω του περιεχομένου σε

αυτήν αξιολογικού και βουλητικού στοιχείου θα ισοδυναμούσε με πταίσμα

και δη στον βαθμό του dolus malus στοιχείου όμως ξένου προς την προ-

βληματική των ανήθικων γενικώς δικαιοπραξιών

Η ελληνική νομολογία φαίνεται να ακολουθεί την άποψη ότι ο καταπλεονέ-

κτης γνωρίζει την συναλλακτικώς δυσμενή θέση του καταπλεονεκτούμενου

και την προφανή δυσαναλογία μεταξύ παροχής και αντιπαροχής στοιχεία τα

οποία δεν θεωρεί ως λόγο προσωπικής μομφής κατά του καταπλεονέκτη αλ-

λά καταλογισμού σε αυτόν του κινδύνου της ακυρότητας της δικαιοπραξίας

Τα δικαστήρια φαίνεται ότι ταυτίζουν την εκμετάλλευση με την εκ μέρους

του καταπλεονέκτη γνώση της συναλλακτικώς δυσμενούς θέσεως του κα-

ταπλεονεκτούμενου Είναι συνήθης στις αποφάσεις η επωδός ldquoεπωφελήθη-

κεrdquo70 της γνωστής σε αυτόν ανάγκης κουφότητας ή απειρίας Γίνεται όμως

παγίως δεκτό ότι αν ο καταπλεονέκτης αγνοούσε την κατάσταση του αντι-

συμβαλλομένου του δεν υπάρχει εκμετάλλευση κατά την ΑΚ 179βrsquo Και βε-

βαίως ερωτάται γιατί θα πρέπει να γνωρίζει μόνο την ανάγκη κουφότητα ή

απειρία και όχι και την προφανή δυσαναλογία των αμοιβαίων παροχών

4 Έννομες συνέπειες

Η καταπλεονεκτική δικαιοπραξία είναι απολύτως άκυρη και για τα δύο μέρη

κατά την έννοια της ΑΚ 180 Την ακυρότητα μπορεί να προβάλλει και κάθε τρίτος

70 Πρβλ ΑΠ 20952009 34 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

που έχει έννομο συμφέρον επομένως και ο κληρονόμος ενός από τους συναλλαγέ-

ντες71

Δεν αποκλείεται και μερική ακυρότητα της δικαιοπραξίας Τούτο θα συμβεί

εάν μπορεί να προσδιορισθεί ακριβώς η μεταξύ παροχής και αντιπαροχής αναλο-

γία οπότε η δικαιοπραξία είναι άκυρη κατά το υπερβάλλον72 Κατά πόσον σε τέ-

τοια περίπτωση η μερική ακυρότητα θα συνεπιφέρει την ακυρότητα της όλης δι-

καιοπραξίας κρίνεται κατά την ΑΚ 18173

Σύμβαση εντόκου δανείου μπορεί να χαρακτηρισθεί καταπλεονεκτική συμ-

φώνως προς την ΑΚ 179 μόνο στην περίπτωση συνομολογήσεως ή λήψεως αθέ-

μιτων (τοκογλυφικών) τόκων εν σχέσει προς την αντιπαροχή με την εκμετάλ-

λευση της ανάγκης κουφότητας κλπ του δανεισθέντος οπότε και επέρχεται είτε

ολοκληρωτική και απόλυτη ακυρότητα της καταπλεονεκτικής δικαιοπραξίας κα-

τά τον κανόνα της ΑΚ 181 είτε μερική ακυρότητα οπότε αφού προσδιορισθεί

ακριβώς η μεταξύ παροχής και αντιπαροχής αναλογία η δικαιοπραξία είναι αι-

σχροκερδής και άκυρη κατά το υπερβάλλον

Η προβολή της ακυρότητας από εκείνον που μετήλθε την εκμετάλλευση

μπορεί να αποκρουσθεί με την ένσταση της ΑΚ 281 Αυτό μπορεί να συμβεί όταν

το δικαίωμα ακυρώσεως ασκείται καθυστερημένα εφ΄ όσον όμως συντρέχουν

και άλλα περιστατικά74

Οι παροχές που έγιναν σε εκπλήρωση της καταπλεονεκτικής υποσχετικής

συμβάσεως μπορούν να αναζητηθούν είτε με διεκδικητική αγωγή είτε με αγωγή

αδικαιολόγητου πλουτισμού Αυτός που ζημιώθηκε από την αισχροκερδή δικαιο-

πραξία δικαιούται εφ΄ όσον συντρέχουν οι όροι των ΑΚ 919 και ΑΚ 914 και απο-

ζημιώσεως

71 ΑΠ 9362007 72 ΜΠΑΛΗΣ 1944191 73 ΜΠΑΛΗΣ op cit 74 Για την προστασία των καλόπιστων τρίτων μέσω της ΑΚ 281 βλ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012232 επ

35 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ ΣΤ ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ Γενικές Αρχές Αστικού Δικαίου Π Ν Σάκκουλας 2012 ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ ΣΤ ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ndash ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟΣ ΠΑΝ ΜΙΧΑΗΛ Αστικός Κώδικας κατ΄ άρ-

θρο ερμηνεία τόμος Ι Π Ν Σάκκουλας 1978 ΛΑΔΑΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ Α Η ακυρότητα της δικαιοπραξίας λόγω αντιθέσεως εις τα χρη-

στά ήθη χό Θεσσαλονίκη 1979 ΛΙΤΖΕΡΟΠΟΥΛΟΣ Γ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ Η Νομολογία ως παράγων διαπλάσεως του ιδιωτικού

δικαίου Θεσσαλονίκη 1932 ΜΠΑΛΗΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ Α Γενικαί αρχαί του Αστικού Δικαίου Παπαζήσης 1944 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ ΑΛ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ Οι καταπλεονεκτικές δικαιοπραξίες Σάκκουλας Αντ

Ν 1983 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ ΑΛ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ Δικαιοπραξιες αντίθετες προς τα χρηστά ήθη Σάκ-

κουλας Αντ Ν 2012 ΠΑΠΑΣΤΕΡΙΟΥ Η ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ Αστικό Δίκαιο Επιτομή Εκδόσεις Σάκκουλα ΑΕ 2010 ΣΠΥΡΙΔΑΚΗΣ Σ ΙΩΑΝΝΗΣ Εγχειρίδιο Αστ Δικαίου 1 - Γενικές Αρχές Αντ Ν Σάκκου-

λας 2004 ΤΕΛΛΗΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ Δ Ρήτρα μετασυμβατικής απαγόρευσης ανταγωνισμού στο δί-

καιο εταιρειών και επιχειρήσεων λειτουργία και δικαστικός έλεγχος του περιε-χομένου της Εκδόσεις Σάκκουλα ΑΕ 2007

ΤΟΥΣΗΣ ΧΡ ΑΝΔΡΕΑΣ Γενικαί Αρχαί του Αστικού Δικαίου μετʹ εισαγωγής εις το δίκαι-ον εν γένει Αφοί Σάκκουλα 1978

ΤΡΙΑΝΤΟΣ Τ ΝΙΚΟΛΑΟΣ Δικαιοπραξιες Νομική Βιβλιοθηκη 2011 ΤΡΙΑΝΤΟΣ Τ ΝΙΚΟΛΑΟΣ Αστικό Δίκαιο-Επιτομή Νομική Βιβλιοθήκη 2013 ΦΙΛΙΟΣ ΧΡ ΠΑΥΛΟΣ Γενικές Αρχές Αστικού Δικαίου Εκδόσεις Σάκκουλα ΑΕ 2011 ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΕΙΣ ΑΝΔΡΟΥΛΙΔΑΚΗ-ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗ ΙΣΜΗΝΗ Η αντίθεση της διαθήκης στα χρηστά ήθη ΝοΒ

301234 ΠΕΛΕΝΗ-ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ Α Η αντιμετώπιση από τη νομολογία του άρθρου 179 περ

α΄ ΑΚ ΕλλΔνη 199459 ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟΣ ΠΑΝ ΜΙΧΑΗΛ-ΛΑΔΟΓΙΑΝΝΗΣ ΓΕΩΡ Κριτήρια αντίθεσης συμφώνου

προτίμησης προς τα χρηστά ήθη (γνμδ) ΧρΙΔ 1263 ΤΟΥΣΗΣ ΧΡ ΑΝΔΡΕΑΣ Η έννοια των χρηστών ηθών ΕΕΝ 231956 ΦΑΣΟΥΛΑΣ ΖΗΣΗΣ Η απάτη και η ακυρότητα της δικαιοπραξίας ως αντίθετη στα

χρηστά ήθη ΠοινΧρ 921032

36 36

  • 2 Συμβατική ελευθερία και γενικές ρήτρες
  • 4 Κριτήρια προσδιορισμού των χρηστών ηθών
    • Μια πρώτη κατηγοριοποίηση όμως αντίθεσης στα χρηστά ήθη μπορεί να γίνει με βάση το αν αυτή προκύπτει από το περιεχόμενο τους
      • 10 Ακυρότητα
      • α Απόλυτη ή σχετική
      • β Συνολική ή μερική
      • γ Ακυρότητα στις αιτιώδεις και αναιτιώδεις δικαιοπραξίες
      • 11 Δικονομική μεταχείριση
      • 12 Επίγραμμα

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

του κατά το πλείστον ενδοτικοί με εξαίρεση κυρίως τους αναγκαστικούς κανόνες

του κληρονομικού και οικογενειακού δικαίου στηρίζονται κυρίως στην αρχή της

ιδιωτικής αυτονομίας και στις ειδικότερες αυτής εκδηλώσεις ελευθερία των συμ-

βάσεων του διατιθέναι κλπ που αποτελούν θεμέλιο όλου του ελληνικού δικαίου

και του οικονομικού συστήματος Έχοντας ως αφετηρία την τυπική (αλλά φευ όχι

συνήθως πραγματική) ισότητα των συμβαλλομένων αναγνωρίζει σε αυτούς το

δικαίωμα της ελεύθερης ανάπτυξης της προσωπικότητας τους και της δράσης

τους με οποιοδήποτε τρόπο αυτοί θεωρούν πρόσφορο

Αντίβαρο στην ιδεολογική ουδετερότητα των διατάξεων του αλλά και όριο

στη συμβατική ελευθερία όταν αυτή γειτνιάζει με την κατάχρηση δικαιώματος θέ-

τει ο Αστικός Κώδικας με τις γενικές ρήτρες διατάξεις με αόριστο περιεχόμενο το

οποίο θα συγκεκριμενοποιήσει κατά περίπτωση ο ερμηνευτής του δικαίου με

γνώμονα αξιολογικά κριτήρια το περιεχόμενο των οποίων εναλλάσσεται στο χρό-

νο καθώς οι κοινωνικές σχέσεις εξελίσσονται όπως τα χρηστά ήθη το κριτήριο

της καλής πίστης και ο κοινωνικός και οικονομικός σκοπός των δικαιωμάτων2

Έργο λοιπόν του δικαστή κατά την πραγμάτωση του δικαίου είναι να ερμηνεύει

τις ρήτρες αυτές λαμβάνοντας υπrsquo όψιν τις κοινωνικές πολιτικές και οικονομικές

εξελίξεις αλλά και ανάγκες κάθε εποχής και εναρμονίζοντας τη γενικότερη φυσιο-

γνωμία του Αστικού Κώδικα στη σύγχρονη ανθρώπινη κοινωνία

3 Η ρήτρα των χρηστών ηθών και η εξ αυτής σύνδεση του δικαίου με

την ηθική

Η ρήτρα των χρηστών ηθών συνδέει το δίκαιο και την εφαρμογή του με την

ηθική και μάλιστα την κοινωνική δηλαδή τις αντιλήψεις περί αγαθού και κακού

που επικρατούν σε μια κοινωνία σε ορισμένο τόπο και χρόνο Ουδείς αμφισβητεί

ότι αμφότερα το δίκαιο και η κοινωνική ηθική έχουν ρυθμιστικό ρόλο στις κοινω-

νικές σχέσεις

Η κοινωνική ηθική καταλαμβάνει τις ηθικά σημαντικές πράξεις των ανθρώ-

πων υπηρετεί δε την ομαλότητα της κοινωνικής συμβίωσης αφού περιλαμβάνει

2 Βλ και ΑΠΓΕΩΡΓΙΑΔΗ Γεν Αρχές Αστικού Δικαίου παρ7 Αστικό Δίκαιο και Αστικός Κώδικας 2 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

καθήκοντα δικαιοσύνης και αλληλεγγύης η παράβασή των οποίων επισύρει την

κοινωνική μομφή3

Το δίκαιο ομοίως ρυθμίζει την κοινωνική συμβίωση όχι όμως τυχαία αλλά

σκόπιμα και όχι όλες τις διαπροσωπικές σχέσεις αλλά μόνο τις νομικά σημαντικές

αυτές που είναι απαραίτητες για την ενότητα και τη διατήρηση του κράτους σε

οργανωμένη κοινωνία Αποτελεί δε ακριβώς το μέσο με το οποίο μια κοινωνία ορ-

γανώνεται σε κράτος εξ ου και η εφαρμογή του εποπτεύεται από την κρατική ε-

ξουσία ενώ η τήρηση του επιβάλλεται από έναν κρατικά οργανωμένο μηχανισμό

εξαναγκασμού και η παράβαση του απειλεί με κυρώσεις

Επομένως το δίκαιο δεν έχει στόχο να διαπλάσει τα ήθη και να επιβάλλει συ-

μπεριφορές σύννομες με την κρατούσα ηθική εξάλλου αυτό θα αποτελούσε ανε-

πίτρεπτο περιορισμό της ελεύθερης ανάπτυξης της προσωπικότητας των κοινω-

νών και της ιδιωτικής τους αυτονομίας4 δύναται όμως ενίοτε όπως θα αναλυθεί

κατωτέρω να απαρνηθεί τις έννομες συνέπειες σε δικαιοπραξίες που αντιβαίνουν

σε θεμελιώδεις δικαιοηθικές αρχές οι οποίες αποτελούν θεμέλιο και αναπόσπα-

στο τμήμα του θετικού δικαίου

Η παραπομπή λοιπόν για τη ρύθμιση νομικά σημαντικών σχέσεων και συνα-

κόλουθα η συνάρτηση της επέλευσης ή μη εξ αυτών εννόμων συνεπειών ανάλογα

με την αντίθεσή τους ή μη στα χρηστά ήθη συνιστά σύμφωνα με μια ερμηνεία ε-

πέκταση των ηθικών παραγγελμάτων που περιέχει η κοινωνική ηθική στο δικαιϊ-

κό σύστημα Αυτή η ερμηνεία οδήγησε μεγάλο μέρος της θεωρίας να αναγνωρίζει

τα χρηστά ήθη ως έμμεση πηγή δικαίου5

Η παραπομπή όμως στα χρηστά ήθη δεν είναι παραπομπή σε ένα σύστημα

εξωνομικών κανόνων άλλωστε αν τούτο ήθελε ο νομοθέτης θα παρέπεμπε απευ-

θείας στους ηθικούς κανόνες και όχι στα χρηστά ήθη6 Αντίθετα η γενική ρήτρα

των χρηστών ηθών εντάσσεται στο ίδιο το σύστημα του ισχύοντος δικαίου και

3 ΒλΣΟΥΡΛΑ Justi atque injusti scientia παρ3 τρόποι ρύθμισης των κοινωνικών σχέσεων 4 Βλ και JOHN STUART MILL laquoOn Libertyraquo που υποστήριζε ότι η κοινωνία και το κράτος πρέπει να

αφήνουν στο άτομο μια σφαίρα ελεύθερης ανάπτυξης της προσωπικότητας του των κλίσεων του και ότι (σελ74) η υποταγή της ατομικής κυριαρχίας σε εξωτερικό έλεγχο νομιμοποιείται μόνο σε σχέση με πράξεις του καθενός που αφορούν και το συμφέρον των άλλων ανθρώπων Αξιοσημείωτο είναι μάλιστα ότι ο Μill διέβλεπε ότι μεγαλύτερος ήταν ο κίνδυνος για την αν-θρώπινη ατομικότητα εκ του ανεπίσημου κοινωνικού ελέγχου -της ηθικής- ο οποίος στερεί το υποκείμενο απαρατήρητα από εναλλακτικές επιλογές ldquoδιεισδύοντας πολύ πιο βαθιά στις λε-πτομέρειες του βίου και υποδουλώνοντας την ψυχή την ίδιαhelliprdquo

5 βλΜΠΑΛΗ Γενικές Αρχές παρ64Β 6 βλΔΩΡΗ Εισαγωγή στο Δίκαιο σελ103 και επόμενες διάκριση του κανόνα δικαίου από άλλους

κανόνες 3 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

λαμβάνει διαφορετικό νόημα κάθε φορά ανάλογα με τον κανόνα δικαίου ο οποίος

κατά περίπτωση ερμηνεύεται

Για παράδειγμα η ερμηνεία για το αν μια διάταξη αντίκειται στα χρηστά ήθη

του άρθρου 33ΑΚ είναι ελαστικότερη όσο πιο χαλαρή είναι η σύνδεση της υπό

κρίση εννόμου σχέσεως με την ελληνική πολιτεία7 Είναι τελείως διαφορετικό ζή-

τημα αν ο δικαστής κληθεί να κρίνει έναν πολυγαμικό γάμο ως κύριο ζήτημα να δι-

απλάσει δηλαδή για πρώτη φορά μια έννομη σχέση που προφανώς αντίκειται στις

περί δικαίου και ηθικής θεμελιώδεις αντιλήψεις της κοινωνίας και εντελώς διαφο-

ρετικό αν καλείται να αποφανθεί για μια ήδη δημιουργηθείσα στα πλαίσια αλλοδα-

πής εννόμου τάξεως κατάστασης Στη δεύτερη περίπτωση ο πολυγαμικός γάμος εμ-

φανίζεται υπό τη μορφή τετελεσμένης κατάστασης που έχει ήδη καθιδρύσει κε-

κτημένα δικαιώματα σε όλες τις συζύγους Στην περίπτωση λοιπόν αυτή η ελληνική

έννομη τάξη δεν προσβάλλεται και μπορεί να αποφανθεί επί του ζητήματος8

Επομένως το δίκαιο και η ηθική δεν ταυτίζονται κατά περιεχόμενο Δεν θα

μπορούσαν άλλωστε γιατί αυτό θα οδηγούσε στον κίνδυνο μια ηθικοπλαστικής

κοινωνίας επιπλέον δε ουδείς μας διαβεβαιώνει ότι οι κανόνες κοινωνικής ηθικής

που κρατούν σε ορισμένο χρόνο και τόπο ανταποκρίνονται κατά το περιεχόμενο

τους στους κανόνες δικαίου Η σύμπτωση βεβαίως αποτελεί ένδειξη μίας υγιούς

κοινωνίας αρκεί αυτή να μην είναι τεχνητή ελεγχόμενη στη διαμόρφωση της από

το νομοθέτη αλλά να πηγάζει από την αναγωγή των αξιών που κατοχυρώνει το

ίδιο το Σύνταγμα όπως θα δούμε κατωτέρω ως θεμελίου των ηθικών αξιολογή-

σεων

4 Κριτήρια προσδιορισμού των χρηστών ηθών

α Η ηθική του μέσου έμφρονος κοινωνού

Το σύνηθες κριτήριο που ακολουθεί η νομολογία μα αναφορικά με την έν-

νοια των χρηστών ηθών είναι laquoοι ιδέες του εκάστοτε κατά τη γενική αντί-

ληψη χρηστώς και εμφρόνως σκεπτόμενου κοινωνικού ανθρώπουraquo Είναι

7 Βλ ΑΓΡΑΜΜΑΤΙΚΑΚΗ-ΑΛΕΞΙΟΥ και λοιποί Ιδ Δ Δίκαιο κεφ13 η επιφύλαξη της διεθνούς δημόσιας τάξης

8 Αντίθετα ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ Δικαιοπραξίες αντίθετες στα χρηστά ήθη κεφ1 που υποστηρίζει ότι laquoτο κριτήριο των χρηστών ηθών στο άρθρο 178ΑΚ όπου η λειτουργία των χρηστών ηθών έγκει-ται απλώς στη θέση φραγμών στην ιδιωτική αυτονομία θα πρέπει να νοηθεί λιγότερο αυστηρόraquo

4 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

όμως αυτό το κριτήριο επαρκές Προφανώς είναι αναγκαίο στο μέτρο που

καθιστά σαφές ότι ο δικαστής κατά τον προσδιορισμό του περιεχομένου των

χρηστών ηθών πρέπει να καθοδηγείται όχι από τις προσωπικές του αντιλή-

ψεις περί χρηστότητας αλλά από τις επικρατούσες στην κοινωνία βασικές

αξιολογικές παραστάσεις

Δεν πρέπει όμως να λησμονούμε ότι ο κόσμος των ανθρώπινων όντων ιδίως

σήμερα ακόμα και στην ίδια κοινωνία είναι πολυφωνικός και πολυδιάστα-

τος οι γνώμες διίστανται χωρίς να σημαίνει ότι οι κρίσεις μας δεν έχουν αξί-

ωση αντικειμενικότητας

Ενίοτε δε έχουν εμφανιστεί στην ελληνική νομολογία αποφάσεις που ερμή-

νευσαν με τόλμη ndashγια την εποχή τους- όχι μόνο την έννοια των χρηστών η-

θών αλλά και άλλες αόριστες νομικές έννοιες η εξειδίκευση των οποίων γί-

νεται πάντα με βάση τα ήθη όπως για παράδειγμα τον όρο οικογένεια υ-

περβαίνοντας προφανώς τις αντιλήψεις του κατά τον Μπαλή χρηστού και

εμφρόνως σκεπτόμενου κοινωνού9

Σημειώνουμε στο σημείο αυτό ότι ακριβώς τη μεγαλύτερη συζήτηση αλλά

και διαφωνίες για την αντίθεση ή μη στα χρηστά ήθη εγείρουν οι δικαιοπρα-

ξίες οι οποίες συνδέονται με νέα πρότυπα συμπεριφορών και σχέσεων (ε-

κτός γάμου συμβίωση ελεύθερη ένωση κοινωνικοσυναισθηματική συγγέ-

νεια συμβίωση ή και γάμος μεταξύ προσώπων του ιδίου φύλου) σχετιζόμε-

να με την ζωντανή πραγματικότητα τη διαρκώς ανανεούμενη λόγω της πο-

λιτισμικής ώσμωσης των κοινωνικών και τεχνολογικών εξελίξεων

9 Χαρακτηριστικό παράδειγμα μιας τέτοιας ερμηνείας η υπrsquo αριθμόν 1931976 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Καρδίτσης που επιδίκασε πρωτοποριακά για την εποχή της χρηματική ικανοποίηση λόγω ψυχικής οδύνης (932ΑΚ) υπέρ παρανόμου συζύγου (παλλακί-δας) η οποία όμως όπως αποδείχθηκε από τα πραγματικά περιστατικά που τέθηκαν υπrsquo όψιν του Δικαστηρίου ldquoείχε ταυτίσει την τύχη της με το θανόντα με τον οποίο συμβιούσε επί ολόκληρη τριακονταετίαrdquo Σημειώνεται μάλιστα ότι 30 χρόνια αργότερα το έτος 2004 όπου πλέον η ελεύθερη ένωση αποτελούσε μια συνήθη για τα κοινωνικά δεδομένα κατάσταση ο Ά-ρειος Πάγος με την υπrsquo αριθμόν 7752011 απόφαση του (Μέλος του Δικαστηρίου και η νυν Πρόεδρος του Βασιλική Θάνου-Χριστοφίλου) αναίρεσε παρόμοια απόφαση του Εφετείου Αθη-νών που επιδίκαζε χρηματική ικανοποίηση λόγω ψυχικής οδύνης στο σύντροφο 72χρονης θα-νούσας με το σκεπτικό ότι η laquoελεύθερη ένωσηraquo εντάσσεται στις de facto οικογενειακές σχέσεις δηλαδή στις laquoπαράτυπες ή αντικανονικές από νομικής απόψεως που βρίσκονται στο περιθώριο () της νομικής ζωήςraquo και ότι δεν γνωρίζεται στην ελληνική έννομη τάξη αντίστοιχη και μάλιστα ανάλογη προστασία της εξώγαμης συμβίωσης() Για την πληρότητα του ζητήματος να σημειώ-σουμε ότι πλέον μετά το Ν37082008 προβλέφθηκε το σύμφωνο συμβίωσης ενώ η εξώγαμη συμβίωση καλύπτεται Συνταγματικά και από το άρθρο 5 αλλά κατά την ορθότερη άποψη ως κατωτέρω και από το άρθρο 21 του Συντάγματος

5 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

Επομένως ως προς την ερμηνεία των χρηστών ηθών εν σχέσει με τις δικαιο-

πραξίες αυτές υπάρχουν δυο δυνατότητες

(1) Αν στηριχθούμε σε ένα κριτήριο επαρκές και ισχυρό που πιθανότατα

υπερβαίνει την ηθική του μέσου εμφρόνως σκεπτόμενου ανθρώπου

τότε δεν τίθεται θέμα αντίθεσης στα χρηστά ήθη όχι μόνο της υπό κρί-

ση δικαιοπραξίας αλλά και όλης της σχέσης και δεν τίθεται θέμα αντί-

θεσης στα χρηστά ήθη και όλης της σχέσης ούτε εγείρεται ζήτημα α-

ντισυνταγματικότητάς της

(2) Αν δεχτούμε ότι μια τέτοια σχέση βρίσκεται στο ldquoπεριθώριοrdquo10 της νο-

μικής ζωής και δεν τυγχάνει προστασίας τότε θα πρέπει να αξιολογή-

σουμε την δικαιοπραξία με κριτήριο τα κίνητρα των συμβαλλομένων

και όχι με γνώμονα την ευρύτερη αντίθεση της ζωής τους στα χρηστά

ήθη παρανόηση που πολύ συχνά λαμβάνει χώρα κατά την αξιολόγηση

με γνώμονα το άρθρο 178ΑΚ

β Η ιδέα της δικαιοσύνης

Αν λοιπόν το κριτήριο του χρηστού και εμφρόνως σκεπτόμενου ανθρώπου

όχι μόνο δεν αρκεί αλλά ενίοτε είναι ασύμβατο με την ερμηνεία από το δικα-

στή των χρηστών ηθών και των συνδεδεμένων με αυτά θεσμών μήπως θα

πρέπει να αναζητήσουμε την ορθή ερμηνεία των χρηστών ηθών σε μια ευρύ-

τερη αντίληψη για τη δικαιοσύνη όπως αυτή εκφράστηκε αρχικά από τον

Πλάτωνα και τον Αριστοτέλη και αργότερα από τους Ιδεαλιστές φιλοσό-

φους στηριζόμενοι σε υπερθετικές αρχές απορρέουσες από την Ιδέα της Δι-

καιοσύνης Το laquoαίσθημα δικαίουraquo που διαθέτει κάθε έλλογο ενταγμένο σε

κάθε κοινωνία ον είναι μια πρώτη σύλληψη των αρχών της δικαιοσύνης μια

πρώτη laquoαίσθησηraquo για το ορθό για το δίκαιο ή άδικο ενός νόμου ή μιας δικα-

στικής κρίσης ανεξάρτητη από την έλλογη επεξεργασία αλλά απορρέουσα

από τη διαίσθηση και σαφώς θα πρέπει να αποτελεί ερμηνευτικό κριτήριο

ιδίως όταν εξειδικεύονται αόριστες νομικές έννοιες ή γενικές ρήτρες Όμως

10 Θα ήταν πιο δόκιμος ο όρος βιοτικές σχέσεις laquoτου ελεύθερου από το δίκαιο χώρουraquo καθώς ο χαρακτηρισμός των σχέσεων αυτών ως ευρισκομένων στο laquoπεριθώριοraquo της νομικής ζωής όπως στην ανωτέρω αρεοπαγίτικη απόφαση μάλλον εμμέσως απαξιώνει τους ανθρώπους αυτούς που ίσως από επιλογή αλλά ίσως και από ανάγκη διαβιούν με αυτόν τον τρόπο και παραπέμπει στους laquoΑπόκληρουςraquo του Βίκτωρος Ουγκώ

6 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

αυτή η ευρύτερη αντίληψη του Δικαίου που δε στηρίζεται στο θετό δίκαιο

αλλά σε ευρύτερες θεμελιώδεις αξίες και υπερθετικές ενίοτε και μεταφυσι-

κές αρχές οδηγεί στον κίνδυνο μεταξύ άλλων ο δικαστής να υπερβεί το εύ-

ρος της εξουσίας του όπως αυτό διαγράφεται και ορίζεται στο Σύνταγμα και

να λάβει ρόλο νομοθέτη παραβιάζοντας την Αρχή της διάκρισης των εξου-

σιών Αυτό όμως θα προκαλούσε πέραν άλλων πλήγμα για το δημοκρατικό

πολίτευμα και τις αρχές του κράτους Δικαίου και ακόμα περισσότερο αφό-

ρητη ανασφάλεια δικαίου

5 Η θετικοποίηση των εξωδικαιϊκών αρχών στο Σύνταγμα αλλά και σε

διεθνή νομοθετήματα

Λύση στο διαγραφόμενο αδιέξοδο δίνει το ίδιο το θετό δίκαιο Το αστικό δί-

καιο αλλά και όλοι οι επιμέρους τομείς του Δικαίου παρά την αυτοτέλεια τους συ-

νέχονται μεταξύ τους υπό τη σκέπη του ανώτερου Νομοθετήματος ήτοι του Συ-

ντάγματος Εκεί ο συντακτικός νομοθέτης σοφά έκρινε ότι υπάρχουν διατάξεις

λίγες αλλά θεμελιώδεις που δεν υπόκεινται σε αναθεώρηση Είναι ακριβώς αυτές

που ανυψώνουν το θετό δίκαιο και το εμπλουτίζουν με προδικαιϊκές αρχές υπερ-

θετικές αρχές που πλέον όμως είναι εξοπλισμένες με συνταγματική ισχύ Είναι κυ-

ρίως η αξία του ανθρώπου η αρχής της ίσης μεταχειρίσεως του η ελεύθερη ανά-

πτυξη της προσωπικότητάς του και η προσωπική ελευθερία η ελευθερία της θρη-

σκευτικής συνειδήσεως Οι Αρχές αυτές είναι ακριβώς αυτές τις οποίες υιοθετεί

και προτάσσει ως έμφυτες στον άνθρωπο και η Οικουμενική Διακήρυξη των Δι-

καιωμάτων του Ανθρώπου αλλά και η Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Αν-

θρώπου (Ρώμη 1950) που αξιώνει ρητά μεταξύ άλλων το σεβασμό στην ιδιωτική

και οικογενειακή ζωή (άρθρο 8) την ελευθερία σκέψης συνείδησης και θρησκείας

(άρθρο 9) και την απαγόρευση των διακρίσεων φύλου φυλής χρώματος hellip γεν-

νήσεως ή άλλης καταστάσεως

Πρόκειται όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο καθηγητής Σταθόπουλος11 στον

θαυμάσιο λόγο του που εκφωνήθηκε κατά την τελετή υποδοχής του στην Ακαδη-

11 Βλ και Μ ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟΥ laquoΝομικός Θετικισμός και Ιδεαλισμός στη Σοφιστική Διδασκαλία και τον Πατωνισμόraquo που αποτελεί ανάπτυξη του εισητηρίου λόγου του στην Ακαδημία Αθηνών

7 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

μία Αθηνών laquoγια πλήρη θετικοποίηση του συνόλου των αρχών των πράγματι α-

ξιών σεβασμού και καθολικής αναγνώρισης για κάθε έλλογο άτομοhellipraquo

Μπορούν όμως αυτές οι αξίες τα ατομικά δικαιώματα να laquoτριτενεργήσουνraquo στο

ιδιωτικό Δίκαιο δεν περιορίζεται έτσι η ιδιωτική αυτονομία των συμβαλλομένων

6 Η έμμεση τριτενέργεια των συνταγματικών διατάξεων

Ιστορικά γενικά τα ατομικά δικαιώματα (είτε αυτά απορρέουν από αναθε-

ωρήσιμες ή μη διατάξεις) υπήρξαν δικαιώματα αμυντικά έναντι της αυθαιρεσίας

του κράτους12 Στο πεδίο του ιδιωτικού δικαίου και χάριν της αυτονομίας του οι

σχέσεις μεταξύ των ιδιωτών ήταν ρυθμισμένες με βάση κανόνες του ιδιωτικού δι-

καίου και ουδεμία συζήτηση εγένετο για τριτενέργεια τους Βεβαίως καθόσον τα

ατομικά δικαιώματα αποτελούν αξιολογήσεις του συντακτικού νομοθέτη ουδεμία

διάταξη ιδιωτικού δικαίου δεν μπορεί να αντιφάσκει προς το αξιολογικό τους σύ-

στημα

Μια άμεση όμως εφαρμογή τους στο ιδιωτικό δίκαιο θα αναιρούσε τη συμ-

βατική ελευθερία και θα αντιστρατευόταν τον ίδιο το συντακτικό νομοθέτη αφού

στο Σύνταγμα διακηρύσσεται επίσης η ελευθερία ανάπτυξης της προσωπικότητας

και η προστασία της ιδιωτικής οικονομικής πρωτοβουλίας η οποία όμως δεν πρέ-

πει να αναπτύσσεται σε βάρος της ελευθερίας και της ανθρώπινης αξιοπρέπειας

Βεβαίως μετά την αναθεώρηση του Συντάγματος το 2001 προσετέθη στο άρθρο

25 παρ1 το εδάφιο σύμφωνα με το οποίο laquoτα δικαιώματα του ανθρώπου ισχύ-

ουν και στις σχέσεις ιδιωτών στις οποίες προσιδιάζουνraquo και έτσι μέρος της θεωρί-

ας ερμηνεύει τη διάταξη αυτή ως laquoάμεσηraquo ισχύ των ατομικών δικαιωμάτων στις

σχέσεις μεταξύ των ιδιωτών13

Ορθότερα όμως και όπως θα αναλυθεί κατωτέρω τα δικαιώματα αποτελούν

ένα έμμεσο αξιολογικό κριτήριο το οποίο οφείλει ο ερμηνευτής να λαμβάνει υπrsquo

όψιν του κατά τη συγκεκριμενοποίηση των αόριστων νομικών εννοιών και των

γενικών ρητρών των νόμων όπως εδώ της διάταξης του ΑΚ178

12 Βλ ΠΔ ΔΑΓΤΟΓΛΟΥ Ατομικά Δικαιώματα σελ 84 και επ 13 Βλ ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟ Επιτομή Γενικού Ενοχικού σελ10 και ΦΙΛΙΠΠΟ ΣΠΥΡΟΠΟΥΛΟ Θεμελιώδη Δικαιώ-

ματα Γενικό Μέρος που μάλλον αμφιβάλλει για την άμεση τριτενέργεια των 8 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

Εξάλλου αν το Σύνταγμα αλλά και οι Ευρωπαϊκές Συμβάσεις εγγυώνται και

προστατεύουν τα ατομικά δικαιώματα αυτό προϋποθέτει ότι αυτά ενεργούν όχι

μόνο έναντι του κράτους αλλά έναντι όλων

Επομένως αν και η διαφοροποίηση των φύλων δεν απαγορεύεται κατrsquo αρ-

χήν στις ιδιωτικές σχέσεις μια άκρως δυσμενής μεταχείριση ενός προσώπου λόγω

του φύλου του θα μπορούσε να οδηγήσει σε ακυρότητα λόγω αντίθεσης στα χρη-

στά ήθη σύμφωνα με το άρθρο 178 ΑΚ Δηλαδή ο διαθέτης έχει κατrsquo αρχήν με βά-

ση την αρχή της ελευθερίας του διατιθέναι το δικαίωμα να επιλέξει ως τιμώμενο

κάποιον αποκλειστικά λόγω φύλου όμως η αντίθεση στα χρηστά ήθη θα θεμελιώ-

νεται μόνο όταν επιπλέον συντρέχει στο πρόσωπο του θιγομένου από την διαθήκη

το στοιχείο της ευλόγου προσδοκίας όπως αν πρόκειται για νόμιμο κληρονόμο14

Συμπερασματικά θα μπορούσαμε να υποστηρίξουμε ότι μια τέτοια θεώ-

ρηση του Συντάγματος και των υπερθετικών δικαιϊκών Αρχών που αυτό ενσω-

ματώνει και κατοχυρώνει πράγματι θα μπορούσε να εξηγήσει πειστικά και να

δικαιολογήσει όχι μόνο αποφάσεις αλλά και νόμους που εγείρουν συζητήσεις για

την αντίθεση τους ή μη στα χρηστά ήθη θα δικαιολογούσε την αναλογία δικαίου

στην οποία ενίοτε καταφεύγει η νομολογία μας για να καλύψει το δισταγμό του

νομοθέτη που δεν έχει δώσει ρητά λύση σε ζητήματα και προβλήματα που απορ-

ρέουν από τα κενά δικαίου που συνδέονται με νέα μορφώματα είτε αυτά είναι νο-

μικά αναγνωρισμένα είτε όχι15

14 Βλ ΠΔΔΑΓΤΟΓΛΟΥ Η τριτενέργεια των ατομικών δικαιωμάτων ΝοΒ 30780 και επ 15 Βλ όμως και υπrsquo αριθμόν 21712002 απόφαση του Εφετείου Αθηνών με παρατηρήσεις

ΓΛέκκα η οποία εξαφάνισε πρωτόδικη απόφαση που είχε δεχθεί αγωγή της μητέρας για ανα-γνώριση των παιδιών της που γεννήθηκαν με ετερόλογη τεχνητή σπερματέγχυση στην οποία ο μόνιμος σύντροφός της είχε συγκατατεθεί με το σκεπτικό ότι δεν πληρούνται οι προυποθέσεις για κατrsquo αναλογία εφαρμογή του άρθρου 1471 παρ2 εδ2 επειδή σαφώς προϋποθέτει γάμο και επαλλήλως διότι η αναλογία εδώ είναι ανεπίτρεπτη καθώς η συμφωνία εγγάμων που συζούν σε ελεύθερη ένωση για την απόκτηση ξένου βιολογικά τέκνου είναι άκυρη ως αμφιμερώς αντί-θετη στα χρηστά ήθη σύμφωνα με το άρθρο 178ΑΚ Όπως όμως σωστά αντιτάσσει ο ΓΛέκκας η νομολογία εφαρμόζει αναλογικά διατάξεις που αφορούν την έγγαμη συμβίωση και στην ε-λεύθερη ένωση αναγνωρίζοντας στους συμβιούντες δικαιώματα ενώ δικαιολογείται λόγω της αλματώδους ανάπτυξης της τεχνολογίας ως προς την υποβοήθηση της ανθρώπινης αναπαρα-γωγής η πλήρωση από το δικαστή του κενού δικαίου ως προς τη συγγένεια με την καθιέρω-ση της laquoκοινωνικοσυναισθηματικής συγγένειαςraquo η οποία εν μέρει είναι ήδη θετικοποι-ημένη μέσω των συνταγματικών αρχών της προστασίας της αξιοπρέπειας και της προ-σωπικότητας του κάθε παιδιού ανεξάρτητα από τον τρόπο σύλληψής του Τέλος όπως επι-σημαίνει ότι και ενόψει του παιδοκεντρικού χαρακτήρα του οικογενειακού δικαίου και κατrsquo αναλογία με την πάγια νομολογία των δικαστηρίων μας που δεν εξετάζουν αν οι εξώγαμες σχέσεις είναι αντίθετες στα χρηστά ήθη σε περίπτωση που η σχετική περιουσιακή επίδοση δε συνιστά αδικαιολόγητη περιφρόνηση προς τα εγγύτατα πρόσωπα της οικογένειας του διαθέτη δεν θα πρέπει να εξετάζεται αν οι εξώγαμες σχέσεις είναι αντίθετες στα χρηστά ήθη όταν δίδεται συγκατάθεση για τεχνητή γονιμοποίηση Παρά τα ανωτέρω σημειώνουμε ότι

9 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

Εξάλλου το Σύνταγμα προστατεύει μεν το γάμο όμως όπως προκύπτει από

τη διατύπωσή του προστατεύει αυτοτελώς και την οικογένεια ανεξάρτητα από

το αν αυτή στηρίζεται σε γάμο σε σύμφωνο συμβίωσης ή σε ελεύθερη ένωση διό-

τι ακριβώς αν ο συνταγματικός νομοθέτης ήθελε να περιορίσει τη θεσμική εγγύη-

ση μόνο στο γάμο θα ήταν περιττή η επιπλέον ξεχωριστή μνεία στην οικογένεια

Σε κάθε περίπτωση η ελεύθερη ένωση μάλλον προστατεύεται και με βάση το άρ-

θρο 5 παρ1 που κατοχυρώνει την ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας16

Ακόμα λοιπόν και αν η αναγνώριση και προστασία τέτοιων σχέσεων αφορά

μόνο το κράτος η αναγνώριση αυτή έχει νομική σημασία για το σύνολο της εννό-

μου τάξεως διότι περιέχει ένα αξιολογικό κριτήριο το οποίο λαμβάνεται υπrsquo όψιν

κατά την συγκεκριμενοποίηση αόριστων εννοιών όπως πχ αυτή της οικογένειας

της συγγένειας και συνακόλουθα των σχετικών με αυτές γενικών ρητρών όπως

εδώ των χρηστών ηθών

Τέλος αξίζει να επισημανθεί ότι βεβαίως το Σύνταγμα ως θεμελιώδης υπέρ-

τατος γενικός καθολικός και αυστηρός νόμος δυσχερώς αναθεωρείται αφού

συνδέεται άρρηκτα με το πολίτευμα και την κρατική εξουσία και υιοθετεί αρχές

και κανόνες με στόχο τη μακροπρόθεσμη διακυβέρνηση της πολιτείας Ωστόσο ο

συνεχής μετασχηματισμός των κοινωνιών απαιτεί για να μην παραμείνει το Σύ-

νταγμα laquoνεκρό γράμμαraquo -αφού ορθά δεν αναθεωρείται εύκολα- αφrsquo ενός να συ-

μπορεύεται με το διεθνές δίκαιο17 και αφrsquo ετέρου να ερμηνεύεται ώστε να αντα-

νακλά τον πολιτισμό τις αξίες και τις δικαιϊκές αρχές ακολουθώντας τις σύγχρο-

νες εξελίξεις18

7 Κατηγοριοποίηση ανήθικων δικαιοπραξιών

Η πράξη έχει δείξει ότι η αντίθεση στα χρηστά ήθη συνήθως διαγιγνώσκεται

λόγω της συνδρομής πλειόνων συγχρόνως αρνητικών παραγόντων που δρουν

ο Άρειος Πάγος επικύρωσε την εν λόγω Εφετειακή απόφαση υιοθετώντας το σκεπτικό της με την υπrsquo αριθμόν 142004 απόφασή του

16 Βλ ΠΦΙΛΙΟ Οικογενειακό Δίκαιο σελ37 17 Ήδη έχει προβλεφθεί συνταγματικά στο άρθρο 2 παρ2 18 Βλέπε συγκριτικά μεταξύ άλλων και το πολύ ενδιαφέρον δόγμα του laquoliving treeraquo που αφορά

τη ζωντανή εξελικτική ερμηνεία του Συντάγματος όπως αυτή αναπτύχθηκε από το Α-νώτατο Δικαστήριο του Καναδά σε παλαιότερη απόφαση του για το γάμο μεταξύ ομοφύ-λων (2004) όπου σε ερώτημα που του τέθηκε για την αντίθεση ή όχι του πολιτικού γάμου με το Σύνταγμα υποστήριξε ότι οι παγωμένες στο χρόνο συνταγματικές ερμηνείες έρχονται σε πλήρη αντίθεση με το δόγμα του living tree (3 SCR 698 2004 Supreme Canadian Court 79)

10 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

από κοινού στο πλαίσιο της ίδιας δικαιοπραξίας χωρίς αυτό να αποκλείει τον α-

νήθικο χαρακτήρα μιας δικαιοπραξίας εξ ενός και μόνο στοιχείο όπως κυρίως στις

περιπτώσεις που προσβάλλεται η αξίας του ανθρώπου (πχ ρήτρα αγαμίας απα-

γόρευσης εργασίας κλπ)

Μια πρώτη κατηγοριοποίηση όμως αντίθεσης στα χρηστά ήθη μπορεί να

γίνει με βάση το αν αυτή προκύπτει από το περιεχόμενο τους

Η ανηθικότητα ων δικαιοπραξιών μπορεί να προκύπτει

α Από το ίδιο το περιεχόμενό τους

Πρόκειται για τη λεγόμενη laquoενδογενήraquo ανηθικότητα όπου το περιεχόμενο

τους καθrsquo εαυτό και αντικειμενικά αντιτίθεται σε αξίες των οποίων η έννομη

τάξη επιδιώκει την πραγμάτωση Χαρακτηριστικές περιπτώσεις αυτής της

κατηγορίας είναι κυρίως οι συμβάσεις οι οποίες ενέχουν υπέρμετρη δέσμευ-

ση της προσωπικής ελευθερίας των συμβαλλομένων Στην έννοια της ελευ-

θερίας περιλαμβάνονται και όλα τα συνταγματικώς κατοχυρωμένα δικαιώ-

ματα όπως η ελευθερία εγκατάστασης το δικαίωμα στην ιδιωτική ζωή η ε-

λεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας

Στις περιπτώσεις αυτές όπως και στις περιπτώσεις του άρθρου 174 ΑΚ δεν

τίθεται ζήτημα μομφής κατά των δικαιοπρακτούντων διότι ο χαρακτήρας

του ανήθικου προσδίδεται εδώ από κριτήρια συνυφασμένα με την συνταγ-

ματικά κατοχυρωμένες αξίες της ελεύθερης ανάπτυξης της προσωπικότητας

της αξιοπρέπειας του ανθρώπου

β Από το σκοπό της δικαιοπραξίας

Πρόκειται για τη λεγόμενη laquoεξωγενήraquo ανηθικότητα που διαγιγνώσκεται με

αξιολόγηση και όλων των συνοδευουσών αυτή συνθηκών και περιστάσεων

όχι μόνο υποκειμενικής φύσεως όπως η πρόθεση εκμετάλλευσης του δια-

πραγματευτικά ασθενέστερου αντισυμβαλλόμενου η γνώση κρίσιμων συνο-

δευτικών περιστατικών (δωρεά μη μεταγεγραμμένη) ή σκοπός η δικαιοπρα-

ξία να βλάψει τα συμφέροντα της ολότητας ή τρίτων αλλά και αντικειμενι-

κής φύσεως περιστάσεων με χαρακτηριστικά εδώ παραδείγματα την αδυ-

ναμία εικονικού εγγυητή να ανταποκριθεί σε αναλαμβανόμενη υποχρέωση

αλλά κυρίως την αναλυόμενη κατωτέρω καταπλεονεκτική δικαιοπραξία

γ Από το συνδυασμό του περιεχομένου της δικαιοπραξίας με το σκοπό

και τα κίνητρα που ώθησαν τον δικαιοπρακτούντα σε ενιαίο σύνολο

11 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

όπως πχ δωρεά σε πρόσωπο με το οποίο ο δωρητής διατηρούσε ανήθικες

σχέσεις ή ακόμα χαρακτηριστικότερα η λεγομένη διαθήκη της ερωμένης19

Στις περιπτώσεις αυτές τα κίνητρα ο σκοπός και τα ελατήρια που ώθησαν

στην εν λόγω δικαιοπραξία ανάγονται στα παραγωγικά αίτια της βούλησης

του διαθέτη ή δωρητή αντίστοιχα και καθίσταται έτσι δυσχερής ο σχηματι-

σμός δικανικής πεποίθησης για πραγματικά περιστατικά που αποτελούν το

αντικείμενο της αντίθεσης στα χρηστά ήθη

Αυτό όμως σημαίνει ότι γα τη διερεύνηση της δικαιοπρακτικής βούλησής

του υπεισερχόμαστε και στον τρόπο ζωής του δωρητή ή του διαθέτη κιν-

δυνεύοντας να αξιολογήσουμε την αντίθεση στα χρηστά ήθη όχι με γνώμονα

την αντίθεση της στα χρηστά ήθη αλλά τη γενικότερη αντίληψή μας ότι ο εν

λόγω συμβαλλόμενος διήγε βίο ανήθικο Αυτό όμως αποτελεί μια ανεπίτρε-

πτη και επικίνδυνη γενίκευση που μας αποπροσανατολίζει από το ζητούμε-

νο20

Κατά κανόνα η ελληνική νομολογία δεν εξετάζει ndashορθά- αν οι εξώγαμες ερω-

τικές σχέσεις είναι αντίθετες ή μη στα χρηστά ήθη Ορθώς διότι όπως ανω-

τέρω αναφέρθηκε η εν γένει ανήθικη συμπεριφορά του διαθέτη δεν επιδρά

στο κύρος της δικαιοπραξίας αν αυτή δεν έγινε από ευτελή κίνητρα

Παραδόξως όμως η νομολογία έχει εισαγάγει ένα άλλο κριτήριο εξίσου αμ-

φίβολο συγκρίνοντας το δεσμό του διαθέτη με την οικογένεια του και τις

σχέσεις του με πρόσωπα εκτός οικογενείας

Έτσι συνήθως γίνεται δεκτό ότι ακόμα και αν ο διαθέτης καταλείπει περιου-

σία σε πρόσωπο με το οποίο τελεί σε σχέση παλλακείας η διαθήκη δεν αντί-

κειται στα χρηστά ήθη εκτός εάν συνιστά εκδήλωση αδικαιολόγητης περι-

φρόνησης προς εγγύτατα πρόσωπα της οικογένειας του που μπορεί να είναι

και τα αδέλφια του21

19 Η αρχική διάκριση του ανήθικου των δικαιοπραξιών στο βιβλίο του Π ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ laquoΔικαιο-πραξίες αντίθετες στα χρηστά ήθηraquo εντάσσει και την εν λόγω τρίτη κατηγορία στη β Εδώ προ-κειμένου να αναδειχθεί η ιδιαιτερότητα της συγκεκριμένης κατηγορίας και η δυσκολία διάκρι-σης της αντίθεσης της στα χρηστά ήθη προτιμάται η υποκατηγοριοποίηση του ΒΟΥΖΙΚΑ (Κλη-ρονομικό Δίκαιο σελ667 και επ) όπως αυτή έχει διαμορφωθεί ιδίως για τις διαθήκες από τη νομολογία

20 Βλ και ΙΣΜΗΝΗ ΑΝΔΡΟΥΛΙΔΑΚΗ-ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗ laquoΗ αντίθεση της διαθήκης στα χρηστά ήθηraquo ΝοΒ30 1236

21 Βλ και ΑΠ2311982 Α Τμήμα όπου ο διαθέτης κατέστησε μόνους κληρονόμους τη σύζυγο και την κόρη του ενώ με κληροδοσία κατέλειπε ανώνυμες μετοχές στην γραμματέα του με την ο-ποία διατηρούσε ερωτικές σχέσεις Παράλληλα όμως της είχε δωρίσει εν ζωή χρήματα για αγο-

12 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

Η αξιολόγηση αυτή αντιβαίνει στην ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότη-

τας του διαθέτη εφόσον πλην της νομίμου μοίρας ο διαθέτης δικαιούται να

καταλείπει την υπόλοιπη περιουσία του σε τρίτα πρόσωπα Ούτε βέβαια το

ηθικό καθήκον προς άπορους ή μειονεκτούντες συγγενείς μπορεί να αναχθεί

σε νομική υποχρέωση

Το κριτήριο της ανηθικότητας δεν είναι η περιφρόνηση του διαθέτη προς τη

νόμιμη οικογένειά του όπως αυτή ερμηνεύεται από τη νομολογία αλλά το

αν η κατάληψη στην ερωμένη καθεαυτή γίνεται για ταπεινά κίνητρα ή για

λόγους ευγνωμοσύνης Στην πρώτη περίπτωση καταφανώς η διαθήκη αντί-

κειται στα χρηστά ήθη στη δεύτερη όμως οφείλει η έννομη τάξη να την ανε-

χτεί ως αναφαίρετο δικαίωμα του διαθέτη να συνδέεται ψυχικά με άλλους

πλην της οικογένειας με τη στενή έννοια22 αναγνωρίζοντας ότι ακόμα και

σε ένα πλαίσιο μιας ίσως μη ηθικής σχέσης τα μέρη αυτής διαθέτουν αξιο-

πρέπεια και ευγενή κίνητρα

8 Τα ενδιάμεσα σκαλοπάτια κατηγοριοποίησης των ανήθικων δικαιο-

πραξιών

Λόγω ακριβώς της αοριστίας της ρήτρας των χρηστών ηθών του άρθρου

178ΑΚ (σε αντίθεση με το άρθρο 179ΑΚ) είναι αδύνατο αυτή στη συγκεκριμένη

μορφή της να καταστεί ένα ρυθμιστικό πρότυπο στο οποίο θα μπορεί απευθείας

να ενταχθεί η υπό κρίση δικαιοπραξία

Για το λόγο αυτή η επιστήμη με τη μορφή ενός κινητού συστήματος23 α-

ντλώντας το υλικό της από την πλούσια νομολογία αλλά και από τη δογματική

και δικαιοσυγκριτικά δεδομένα δημιουργεί ενδιάμεσα κριτήρια laquoσκαλοπάτιαraquo

ήτοι τυποποιημένα ειδικά πραγματικά που διευκολύνουν την ασφαλή και ελέγξι-

μη ένταξη της κρινόμενης δικαιοπραξίας στο ρυθμιστικό πεδίο της συγκεκριμένης

ρήτρας

ρά ακινήτων κοσμήματα φορέματα κλπ μεγάλης αξίας Όμως καθώς η συνολική περιουσία που κατέλιπε στους νόμιμους κληρονόμους του υπερκάλυπτε τη νόμιμη μοίρα και επιπρόσθετα επειδή οι λοιποί συγγενείς του δεν είχαν ανάγκη οικονομικής ενίσχυσης το Δικαστήριο έκρινε ότι η διαθήκη δεν αποτελούσε εκδήλωση περιφρόνησης προς τη νόμιμη οικογένειά του

22 Για την έννοια της οικογένειας βλ και ΠΑΤΕΡΑΚΗ σελ292-303 laquoη προβληματική του όρου οικογέ-νειαraquo

23 βλΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ ως άνω 13 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

Βέβαια ακόμα και στις περιπτώσεις αυτές οι εν λόγω ομάδες δεν είναι οριο-

θετημένες σαφώς μεταξύ τους καθώς ενίοτε το βασικό αξιολογικό στοιχείο το ο-

ποίο αναδεικνύει την αντίθεση στα χρηστά ήθη μπορεί να εμφανίζεται και σε μια

άλλη ομάδα να επικαλύπτονται ή να αλληλοαποκλείονται όπως για παράδειγμα

το στοιχείο της ανισότητας των συμβαλλομένων απαντά και στην καταδυναστευ-

τική αλλά και στην καταπλεονεκτική δικαιοπραξία

Συγκεκριμένα24

α Δικαιοπραξίες για τις οποίες επαπειλείται ακυρότητα προς σκοπόν

την προστασία των συμφερόντων του αντισυμβαλλόμενου

Εδώ υπάγονται

(1) Οι περιπτώσεις των καταδυναστευτικών συμβάσεων οι οποίες απο-

τελούν με τα ειδικότερο πραγματικό τους ξεχωριστή ομάδα αντίθεση

στα χρηστά ήθη (179 ΑΚ)

(2) Αυτές που θέτουν εν κινδύνω το δικαίωμα της αυτοδιάθεσης σε ζη-

τήματα απολύτως ελεύθερης επιλογής του προσώπου όπως αυτές

που οδηγούν στη δέσμευση του αναφορικά με ζητήματα για τα οποία

πρέπει να μείνει ελεύθερο από κάθε εξαναγκασμό αρχή σύμφωνα με το

Σύνταγμα αλλά και την αρχή της προστασίας της προσωπικότητας του

άρθρου 57ΑΚ όπως η διάταξη τελευταίας βουλήσεως που καταλείπει

υπό την αίρεση της αγαμίας τη θρησκείας της αλλαγής τόπου κατοικί-

ας της επιλογής συγκεκριμένου επαγγέλματος

(3) Κάθε δικαιοπραξία που εμπορευματοποιεί αποφάσεις αναγόμενες

στη σφαίρα της απολύτου ελευθερίας του προσώπου ή την άσκηση

επιβαλλομένου από την ηθική καθήκοντος Εδώ κυρίως η απαξία

προσδίδεται λόγω της συμφωνίας για παροχή αμοιβής ή γενικότερα

περιουσιακής φύσεως ωφελημάτων ως μέσο επίδειξης από τον αντι-

24 Για μια διαφορετική κατηγοριοποίηση περιεκτικότερη και ίσως ευκρινέστερη βλ και Γνωμο-δότηση ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟΥ-ΛΑΔΟΓΙΑΝΝΗ με αντικείμενο τα laquoΚριτήρια αντίθεσης συμφώνου προτίμησης στα χρηστά ήθηraquo ΧρΙδΔ ΙΒ2012 όπου μνημονεύονται πέντε κύριες κατη-γορίες-κριτήρια ήτοι 1) η υπερβολική δέσμευση της ελευθερίας του προσώπου 2) η καταπλεονέκτηση (179β ΑΚ) 3) η εκμετάλλευση μιας θέσης ισχύος που μπορεί να έχει κάποιος στην αγορά 4) η πρόκληση βλάβης σε τρίτους και 5) η σοβαρή δυσαναλογία παροχής και αντιπαροχής Εδώ ακολουθήθηκε η κατηγοριοποίηση του Π ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ η οποία είναι μεν υπεραναλυτική αλλά ταυτόχρονα περιλαμβάνει κατrsquo εκτίμηση όλες τις μέχρι τώρα εμφανισθείσες περιπτώσεις αντιθέσεως στα χρηστά ήθη

14 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

συμβαλλόμενο συμπεριφοράς που ανάγεται στη σφαίρα της απολύτου

ελευθερίας του ή από επιβαλλόμενα από την ηθική καθήκοντα

(4) Κάθε δικαιοπραξία που οδηγεί σε υπέρμετρη επιβάρυνση του συναλ-

λακτικά ασθενέστερου και ιδίως του εγγυητή Εδώ πέραν των κλα-

σικών καταπλεονεκτικών συμβάσεων ανήκουν κυρίως οι laquoοιονεί οι-

κογενειακές εγγυήσειςraquo όπου πρόσωπα στερούμενα περιουσίας ώστε

να αναλάβουν υποχρεώσεις συνάπτουν συμβάσεις εγγυήσεως με το

δανειστή μέλους της οικογένειας τους Η νομική σκέψη που δικαιολο-

γεί εδώ την ανηθικότητα έγκειται στην ανάληψη υπέρμετρων συμβα-

τικών επιβαρύνσεων που δεν ανάγονται στην πραγματικά ελεύθερη

δικαιοπρακτική βούληση του εγγυητή ο οποίος πράττει τούτο κοινω-

νικοτυπικά λόγω της συγγενικής σχέσης ευρισκόμενος σε μειονεκτική

διαπραγματευτικά θέση έναντι του δανειστή

β Δικαιοπραξίες για τις οποίες επαπειλείται ακυρότητα προς σκοπόν

την προστασία των συμφερόντων τρίτων

Εδώ υπάγονται

(1) Δικαιοπραξίες προς ματαίωση ήδη θεμελιωμένων ενοχικών απαιτή-

σεων τρίτων όπου η βλάβη του αντισυμβαλλομένου προκαλείται από

την καταχρηστική άσκηση της συμβατικής ελευθερίας Εδώ υπάγονται

η παρώθηση κάποιου σε αθέτηση των συμβατικών υποχρεώσεων του

η απόσπαση προσωπικού που βρίσκεται σε υπηρεσία άλλου

(2) Δικαιοπραξίες προς βλάβη των περιουσιακών συμφερόντων των δα-

νειστών όπου αντικείμενο δεν είναι συγκεκριμένα αλλά γενικά τα πε-

ριουσιακά συμφέροντα τρίτων που παραπλανόνται σε σχέση με την

πιστοληπτική ικανότητα του αντισυμβαλλομένου τους

(3) Δικαιοπραξίες που καταχρώνται τη θέση εμπιστοσύνης έναντι τρί-

του με κλασικό παράδειγμα της κατηγορίας αυτής που αντιπρόσωπος

κάποιου συμβάλλεται με τρίτο κατά τρόπο ώστε να βλάψει τα συμφέ-

ροντα του εντολέως του

(4) Συμφωνίες περί μη θεματισμού σε δημόσιο πλειστηριασμό ή υποβο-

λής προσφοράς μέχρι ορισμένου ποσού όταν η συμφωνία είναι πρό-

σφορη να βλάψει τα συμφέροντα είτε του οφειλέτη είτε των δανει-

στών

15 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

γ Δικαιοπραξίες για τις οποίες επαπειλείται ακυρότητα προς σκοπόν

την προστασία των συμφερόντων της ολότητας

Εδώ ανήκουν προεχόντως δικαιοπραξίες που αντιβαίνουν σε συνταγ-

ματικής κυρίως φύσεως επιταγές και κυρίως

(1) Δικαιοπραξίες που προσβάλλουν τη συνταγματική τάξη όπως αυτές

που ενέχουν αθέμιτο περιορισμό του δικαιώματος αυτοδιάθεσης του

προσώπου

(2) Δικαιοπραξίες που διαταράσσουν την εύρυθμη λειτουργία του κρά-

τους και των Υπηρεσιών του όπως αυτές που σκοπούν στη διευκό-

λυνση παρανόμων πράξεων συμβάσεις με τις οποίες επιδιώκεται η

φοροδιαφυγή κλπ

(3) Δικαιοπραξίες που διαταράσσουν την οικονομική τάξη όπως αυτές

που παρακωλύουν εμποδίζουν ή περιορίζουν την ελεύθερη λειτουργία

του ανταγωνισμού στο μέτρο που δεν υπάγονται στις απαγορευτικές

διατάξεις των άρθρων 1 και 2 του Ν39592011

(4) Δικαιοπραξίες που προσβάλλουν τα σεξουαλικά ήθη και την οικογε-

νειακή τάξη Μολονότι συντελείται σημαντική μεταβολή της στάσης

της έννομης τάξης ως προς τα ζητήματα αυτά εδώ υπάγονται κυρίως

συμφωνίες για την επrsquo ανταλλάγματι τέλεση σεξουαλικής πράξης ως

αντικείμενης στην αξιοπρέπεια του ατόμου συμφωνίες που προ-

σκρούουν στην ηθική ουσία του γάμου ή τη συγγένεια όπως η συμφω-

νία αμοιβής για σύναψη εικονικού γάμου οι συμφωνίες μεσολάβησης

για εύρεση κυοφόρου γυναίκας και πώλησης γενετικού υλικού κλπ

(5) Δικαιοπραξίες που αντιτίθεται στο επαγγελματικό ήθος όπως συμ-

φωνίες για προσπόριση τίτλου ή αξιώματος έναντι οικονομικού ανταλ-

λάγματος (υποβοήθηση σε συγγραφή διδακτορικής διατριβής) συμ-

φωνίες πωλήσεως δικηγορικών γραφείων (κυρίως από τη γερμανική

νομολογία) όταν in concreto δικαιολογείται ο φόβος ότι ο νέος διευ-

θύνων θα το διευθύνει με τρόπο που δε συνάδει στις απαιτήσεις της

εύρυθμης απονομής της δικαιοσύνης κλπ

9 Κρίσιμος χρόνος διαγνώσεως της αντίθεσης στα χρηστά ήθη

16 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

Κατά την κρατούσα γνώμη κρίσιμος χρόνος για την κρίση της αντίθεσης μιας

δικαιοπραξίας στα χρηστά ήθη είναι ο χρόνος κατάρτισής της διότι η ανηθικότη-

τα ή μη μιας δικαιοπραξίας δεν μπορεί παρά να κρίνεται με βάση τις ισχύουσες

κατά την κατάρτισή της ηθικές και θεμελιώδεις αρχές

Περαιτέρω όμως ορθότερο είναι να δεχθεί κανείς ότι η μεταβολή και εξέλιξη

της έννοιας των χρηστών ηθών δεν μπορεί αναδρομικά να επηρεάσει προς το χεί-

ρον την αξιολόγηση της ρυθμίσεως που όταν συνήφθη τα μέρη πίστευαν ότι είναι

σύμφωνη με τα χρηστά ήθη εκτός αν πρόκειται για σύμβαση διαρκείας οπότε

πλέον τα αποτελέσματά της αντίκεινται στα χρηστά ήθη όπως αυτά θα έχουν δι-

αμορφωθεί

Αντίθετα όταν μια δικαιοπραξία ήταν αντίθετη στα χρηστά ήθη κατά το χρό-

νο σύνταξη της αλλά λόγω μεταβολής της ερμηνείας των χρηστών ηθών ή λόγω

μεταβολής των πραγματικών περιστατικών πλέον το περιεχόμενο είναι συμβατό

με αυτά ορθότερη είναι η ευεργετική αναδρομικά ίαση της και η επέλευση των

εννόμων συνεπειών της ιδιαίτερα σε περιπτώσεις διατάξεων τελευταίας βουλή-

σεως

10 Ακυρότητα

α Απόλυτη ή σχετική

Η αντίθεση μιας δικαιοπραξίας στα χρηστά ήθη συνεπάγεται σύμφωνα με

την ΑΚ 178 ακυρότητα της δικαιοπραξίας Δεν θα ανταποκρινόταν στο νόη-

μα και στο σκοπό της ρήτρας η διατήρηση του κύρους της δικαιοπραξίας να

επαφίεται στη βούληση των μερών αφού πέραν των άλλων η συγκεκριμένη

διάταξη προστατεύει μεταξύ άλλων και το γενικό συμφέρον25 Αυτό όμως θα

είχε ως αποτέλεσμα ειδικά σε περιπτώσεις που η ανηθικότητα στρέφεται

μόνο κατά του αντισυμβαλλόμενου και όχι κατά της ολότητας η ακυρότητα

να λαμβάνεται αυτεπαγγέλτως υπrsquo όψιν και να μπορεί και ο ίδιος ο ενεργή-

σας ανήθικα να την επικαλεστεί

Γιrsquo αυτό το λόγο σε περιπτώσεις που η ανηθικότητα δεν προκύπτει από το

περιεχόμενό της αλλά από τις περιστάσεις 26 όπως στις περιπτώσεις των

καταπλεονεκτικών δικαιοπραξιών η ακυρότητα δεν παρίσταται δικαιολο-

25 Βλ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ όπως πιο πάνω και ΓΕΩΡΓΙΑΔΗ-ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟ ΕρμΑΚ άρθρο 178 σελ 276 ΝΙΚΟ-ΛΟΠΟΥΛΟ Γεν Αρχές σελ 314-315

26 Βλ ομοίως ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ Δικαιοπραξίες αντίθετες προς τα χρηστά ήθη 17 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

γημένη Ορθότερο λοιπόν θα ήταν να είναι σχετική ώστε να καταστεί δυνα-

τή η απολαβή της παροχής με δικαιότερους όρους

β Συνολική ή μερική

Όσον αφορά την ακυρότητα της σύμβασης στο σύνολο ή σε μέρος αυτής αν

η ανηθικότητα πλήττει μόνο μια μεμονωμένη συμβατική ρήτρα δυναμένη να

αποχωριστεί από τη σύμβαση και αυτή να δύναται να πραγματώσει το σκο-

πό της τότε η ακυρότητα μπορεί να περιοριστεί στη ρήτρα αυτή

Αναλογικά και κυρίως ως ανωτέρω αναφέρθηκε σε περιπτώσεις καταπλεο-

νεκτικών ή καταδυναστευτικών δικαιοπραξιών η μερική ακυρότητα θα μπο-

ρούσε να είναι δυνατή με την έννοια της αφαίρεσης του αδίκου μέρους της

ώστε αυτή να μπορεί να ισχύσει με το υπόλοιπο ορθό περιεχόμενό της Αμ-

φισβητείται όμως αν αυτό ανταποκρίνεται στα εύλογα συμφέροντα των α-

ντισυμβαλλομένων και ιδίως του ισχυρότερου μέρους που η πραγματική ή

εικαζόμενη βούληση του μάλλον θα κατατείνει στην ακύρωση της δικαιο-

πραξίας

Βέβαια όσον αφορά τη σχέση του 178 ΑΚ με το 181 ΑΚ στην ερμηνεία αυτής

έχουν υπεισέλθει αντικειμενικοί παράγοντες όπως ο σκοπός του κανόνα δι-

καίου που θεσπίζει την ακυρότητα διότι άλλως με την αποδοχή της ολικής

ακυρότητας ματαιούται ο προστατευτικός σκοπός της διάταξης Επομένως

ορθότερο είναι στις περιπτώσεις αυτές η ακυρότητα ή μη της σύμβασης να

καταλίπεται στο ασθενέστερο μέρος

γ Ακυρότητα στις αιτιώδεις και αναιτιώδεις δικαιοπραξίες

(1) Στις αιτιώδεις δικαιοπραξίες αν η αιτία είναι άκυρη άκυρη είναι και η

αιτιώδης δικαιοπραξία Επομένως αν η υποσχετική σύμβαση η οποία

αποτελεί την αιτία εκποιητικής δικαιοπραξίας (πχ μεταβίβασης κυ-

ριότητας ακινήτου) άκυρη λόγω αντίθεσης στα χρηστά ήθη συμπαρα-

σύρει σε ακυρότητα και την εμπράγματη δικαιοπραξία το κύρος της

οποίας εξαρτάται από την ύπαρξη εγκύρου αιτίας

Για το λόγο αυτό η αναζήτηση της παροχής γίνεται με διεκδικητική

αγωγή

(2) Αντίθετα στις αφηρημένες ή αναιτιώδεις δικαιοπραξίες το κύρος των

οποίων δεν εξαρτάται από την ύπαρξη και το κύρος της αιτίας ούτε

αυτή αποτελεί στοιχείο του πραγματικού τους η έλλειψη αιτίας ή η

18 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

ακυρότητα αυτής καταρχήν δεν επηρεάζει το κύρος τους ο δε διαθέ-

σας έχει (αν δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις του 907ΑΚ) μόνο την α-

ξίωση αδικαιολογήτου πλουτισμού Χαρακτηριστικά παραδείγματα της

κατηγορίας αυτής είναι από τις μεν υποσχετικές δικαιοπραξίες η αφη-

ρημένη υπόσχεση χρέους ενώ από τις εκποιητικές η μεταβίβαση κυριό-

τητας κινητού Δικαιολογητικός λόγος της τελευταίας είναι η ταχύτητα

και η ασφάλεια των συναλλαγών καθώς οι διάδοχοι του αποκτώντος

αποκτούν έγκυρα από αυτόν ακόμα και αν αυτός είχε αποκτήσει βάσει

μιας άκυρης υποσχετικής δικαιοπραξίας Επιπλέον διευκολύνεται η α-

πόδειξη κτήσης του δικαιώματος αφού αυτός που υποστηρίζει ότι εί-

ναι δικαιούχος οφείλει και αρκεί να αποδείξει μόνο της εκποιητική δι-

καιοπραξία και όχι την αιτία αυτής

Το ότι η αναιτιώδης δικαιοπραξία είναι γενικά ανεξάρτητη από το κύ-

ρος της αιτίας δε σημαίνει ότι δεν υπάρχει αιτία γιrsquo αυτή αλλά ότι η αι-

τία δεν αποτελεί ως άνω αναφέρθηκε στοιχείο του πραγματικού της

Επομένως η laquoηθικά άχρωμηraquo αναιτιώδης δικαιοπραξία μπορεί κατά

περίπτωση να θεωρηθεί άκυρη με διάσπαση της αρχής του αναιτιώ-

δους όταν σε περίπτωση αντίθεσης της δικαιοπραξίας στα χρηστά ήθη

η ανηθικότητα αφορά όχι μόνο την ενοχική αλλά και την εμπράγματη

δικαιοπραξία27 Αν και κατά κανόνα η απλή μεταβίβαση της κυριότη-

τας είναι laquoηθικά άχρωμηraquo αφού τα κίνητρα για την κατάρτιση της ανά-

γονται στην ενοχική δικαιοπραξία αν in concreto διαγνωστεί ότι η επί-

δοση του περιουσιακού αντικειμένου έγινε χάριν τελέσεως ανήθικης

συμπεριφοράς ή ότι η ανήθικη αιτία αποτέλεσε αίρεση για την εκποιη-

τική δικαιοπραξία η ανηθικότητα πλήττει και την εμπράγματη δικαιο-

πραξία καθιστώντας αυτή άκυρη (βλ179ΑΚ) άκυρη δε και οποιαδήπο-

τε περαιτέρω μεταβίβαση

Πάντως γίνεται δεκτό και στην ελληνική αλλά και στη γερμανική νομο-

λογία ότι τα χρήματα που προκαταβάλλονται σε laquoπόρνηraquo για πραγμα-

τοποίηση σαρκικής επαφής μαζί της μεταβιβάζονται σrsquo αυτή κατά κυ-

ριότητα με την παράδοση τους αφού ως ανωτέρω αναφέρθη η ακυρό-

27 Βλ και ΑΠ ΓΕΩΡΓΙΑΔΗ Εγχειρίδιο Εμπρ Δικαίου παρ43 48 καθώς και ΑΠ ΓΕΩΡΓΙΑΔΗ Γ Αρχές ΑστΔικαίου διακρίσεις των δικαιοπραξιών

19 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

τητα της υποσχετικής δικαιοπραξίας δεν συμπαρασύρει την εμπράγμα-

τη αφού η μεταβίβαση χρημάτων είναι πράξη ηθικά ουδέτερη28

Ακριβώς επειδή η παροχή είναι έγκυρη αυτή δεν αναζητείται (εκτός

και μόνο αν το ανήθικο της αιτίας δεν βαρύνει τον δόντα) Αν βαρύνει

και αυτόν ή πολύ περισσότερο μόνο αυτόν τότε δεν αναζητείται

Πράγματι θα ήταν παράδοξο η έννομη τάξη να προστατεύει πρόσωπα

που μετήλθαν ανήθικων μέσων και προέβησαν σε δελεαστικές παροχές

για την επίτευξη μιας ανήθικης συμπεριφοράς και να τα επιβραβεύει με

την επιστροφή σε αυτά των έστω και άνευ ανταλλάγματος δοθέντων

ακόμα και στην εξαιρετική περίπτωση που και ο λήπτης βαρύνεται με

ανηθικότητα Η ρωμαϊκή αρχή laquoεν ίση αισχρότητι κρείσσων ο νεμόμε-

νοςraquo ορθά βρίσκει εδώ την εφαρμογή της29

Η ακυρότητα είναι αναδρομική (ex tunc) εκτός από τις διαρκείς συμ-

βάσεις (πχ σύμβαση εργασίας) Σε αυτές γίνεται δεκτό ότι εφόσον λει-

τούργησαν για ένα χρονικό διάστημα αναπτύσσοντας τα έννομα απο-

τελέσματα τους έχει δημιουργηθεί μια πραγματική κατάσταση η ο-

ποία αποτελεί και την αιτία διατήρησης των μέχρι τότε παροχών ενώ η

επίκληση της ακυρότητας τους έχει τα αποτελέσματα της καταγγελίας

λειτουργώντας μόνο για το μέλλον (ex nunc)

11 Δικονομική μεταχείριση

Η επίκληση της ακυρότητας αφού πρoβληθούν τα πραγματικά περιστατικά

γίνεται από οποιονδήποτε έχει έννομο συμφέρον ακόμα δε και από τον ίδιο τον

καθrsquo ου η μομφή για την επιλήψιμη συμπεριφορά αν και σε περίπτωση αυτή η ε-

πίκληση της θα μπορούσε να θεωρηθεί ως κατάχρηση δικαιώματος

Όσον αφορά το βάρος της απόδειξης στις μεν αιτιώδεις δικαιοπραξίες αυτός

που επικαλείται την εγκυρότητά της οφείλει να αποδείξει την ύπαρξη του κύρους

της αιτίας ενώ αντίθετα στις αναιτιώδεις δικαιοπραξίες το βάρος αποδείξεως φέ-

ρει εκείνος ο οποίος ασκεί είτε με αγωγή είτε με ένσταση την αξίωση αδικαιολογή-

του πλουτισμού (Αντιστροφή του βάρους της απόδειξης)

28 Βλ και ΧΡ ΜΥΛΩΝΟΠΟΥΛΟΥ Ποινικό Δίκαιο Ειδικό μέρος σελ22 29 Βλ και ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟ Επιτομή Γενικού Ενοχικού κεφ Περί αδικαιολόγητου πλουτισμού που μάλ-

λον διαφωνεί 20 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

12 Επίγραμμα

Οι δρόμοι του δικαστή του νομοθέτη και γενικότερα του εκάστοτε ερμηνευ-

τή του δικαίου είναι παράλληλοι και αλληλοσυμπληρώνονται Κοινός στόχος η εύ-

ρυθμη λειτουργία μιας κοινωνίας με σεβασμό στα βασικά ανθρώπινα δικαιώματα

στην αξία του ανθρώπου και στους θεσμούς όπως αυτοί διαμορφώνονται στην

πορεία του χρόνου

Όμως η δικαιοσύνη δεν είναι μόνο μια αφηρημένη ιδέα για τη θεσμική διάρ-

θρωση μιας κοινωνίας αλλά πρέπει να ενδιαφέρεται για τη ζωή που διάγουν οι

άνθρωποι στην πραγματικότητα και ότι καθιστά τη ζωή άξια για να τη ζουν

Γιrsquo αυτό ο ρόλος του ερμηνευτή του δικαίου και ιδίως του δικαστή είναι

κομβικός Και δεν είναι ο ρόλος αυτός παθητικός ούτε απλά συνθετικός Κινούμε-

νος εντός των εξουσιών που το Σύνταγμα του έχει προσδώσει δε στηλιτεύει αλλά

κατανοεί διαπλάθει αλλά και εξισώνει -εντός πάντοτε του θετού δικαίου

Και αν και κατά τη γενική αντίληψη ο λαός πρέπει να έχει νομολογία προ-

σαρμοσμένη στο βαθμό της ηθικής του πολλές φορές αναδεικνύεται η αντίστρο-

φη ανάγκη Να είναι η νομολογία αρωγός ώστε ο λαός να προσανατολιστεί στα

σύγχρονα ήθη και στις πολυπολιτισμικές ιδιομορφίες

Η ερμηνεία του άρθρου 178 ΑΚ αποτελεί μια χαρακτηριστική τέτοια περί-

πτωση-

21 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

Β

ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΜΕ ΤΗΝ ΟΠΟΙΑ ΔΕΣΜΕΥΕΤΑΙ ΥΠΕΡΒΟΛΙΚΩΣ Η ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΤΟΥ ΠΡΟΣΩΠΟΥ [ΚΑΤΑΔΥΝΑΣΤΕΥΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ] ndash

ΚΑΤΑΠΛΕΟΝΕΚΤΙΚΗ [ΑΙΣΧΡΟΚΕΡΔΗΣ] ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ (ΑΚ 179)

[Σπύρος Γ Παπαγιάννης]

1 Η σχέση μεταξύ των δύο ειδικών πραγματικών του άρθρου ΑΚ 179

Το δίκαιο προκειμένου να εξυπηρετεί τον κοινωνικό βίο των ανθρώπων εν-

σωματώνει στους κανόνες που το συγκροτούν τα παραγγέλματα της κοινωνικής

ηθικής δηλαδή τις επικρατούσες στην κοινωνία θεμελιώδεις αξιολογικές παρα-

στάσεις30 Έτσι η ΑΚ 178 με τον όρο ldquoχρηστά ήθηrdquo οριοθετεί την λειτουργία της

ιδιωτικής αυτονομίας μέσα στα όρια αυτού που αξιοί ο μέσης ηθικής κοινωνός του

δικαίου με σκοπό την αποτροπή καταχρήσεως κατά την διάπλαση ιδιωτικών εν-

νόμων σχέσεων και άμεσο αποτέλεσμα την άρνηση της έννομης τάξεως να προσ-

δώσει νομικό κύρος σε δικαιοπρακτικές ρυθμίσεις που προσβάλλουν τις αξίες των

οποίων αυτή επιδιώκει την πραγμάτωση31

Ενώ όμως το άρθρο ΑΚ 178 λειτουργεί ως γενική ρήτρα στο άρθρο ΑΚ 179

τυποποιούνται τα πραγματικά δύο ldquoειδικώνrdquo δικαιοπραξιών που αντιτίθενται στα

χρηστά ήθη οι ldquoκαταδυναστευτικέςrdquo συμβάσεις (ή ldquoφιμωτικέςrdquo32 δικαιοπραξίες)

και οι ldquoκαταπλεονεκτικέςrdquo συμβάσεις (ή ldquoαισχροκερδείςrdquo33 δικαιοπραξίες) Στην

πρώτη κριτήριο είναι η υπέρμετρη34 δέσμευση της ελευθερίας του προσώπου

ενώ στην δεύτερη κριτήριο αποτελεί η εκμετάλλευση της διαπραγματευτικής μει-

ονεξίας του αντισυμβαλλομένου ιδία όσον αφορά στην υπέρμετρη δέσμευση της

οικονομικής του ελευθερίας

2 Η Καταδυναστευτική Δικαιοπραξία

30 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 201217 31 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 201218 σημ 3 32 ΦΙΛΙΟΣ 2011353 33 ΦΙΛΙΟΣ opcit 34 Η ΑΚ 179α΄ αναφέρει ldquohellipδεσμεύεται υπερβολικάhelliprdquo Προτιμώ ως αποδίδουσα επί το ορθότερο

την έννοια του laquoμεγέθουςraquo της δεσμεύσεως την χρήση της λέξεως ldquoυπέρμετραrdquo λέξη-όρο που χρησιμοποιείτο στον ΑΚ προ της μεταγλωττίσεώς του στην δημοτική (την [φεύ] γλώσσα της ldquoπλέριας κατανόησηςrdquohellip)

22 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

α Έννοια

Ως ldquoκαταδυναστευτικήrdquo δικαιοπραξία νοείται κυρίως η σύμβαση (ή μεμονω-

μένη ρήτρα που περιέχεται σε σύμβαση) επί τη βάσει της οποίας δεσμεύεται

υπερμέτρως35 η προσωπική οικονομική επαγγελματική ή καλλιτεχνική ε-

λευθερία του αντισυμβαλλομένου δημιουργώντας ένα είδος υποτέλειας ένα-

ντι του άλλου μέρους36 Στην έννοια της καταδυναστεύσεως της ΑΚ 179α ε-

μπίπτει και κάθε συμβατικός περιορισμός που φέρει ως συνέπεια την υπέρ-

μετρη δέσμευση της ελευθερίας του προσώπου για ανάπτυξη οποιασδήποτε

εκδηλώσεως της προσωπικότητός του37 Είναι φανερόν ότι η ελληνική δη-

μόσια τάξη συγκεκριμενοποιεί την ρήτρα των χρηστών ηθών με την χρήση

μιάς θεμελιώδους δικαιϊκής αξίας της ελευθερίας του προσώπου εδώ ουσι-

αστικώς η συνταγματική τάξη (πχ Σ 5 sect 1) επιβάλλει τα πρόσωπα να παρα-

μένουν ελεύθερα

β Ελευθερία του προσώπου - δέσμευση

Στο πραγματικό της ΑΚ 179α΄ υπάγονται δύο κατά βάσιν περιπτώσεις συμ-

βάσεων αυτές που ενέχουν υπέρμετρη δέσμευση της προσωπικής ελευθερί-

ας του συμβαλλομένου και εκείνες με τις οποίες περιορίζεται υπερμέτρως η

ελευθερία προς (κυρίως) οικονομική και επαγγελματική δράση

Για δέσμευση της ελευθερίας του προσώπου με δικαιοπραξία γίνεται λόγος

μόνον όταν το πρόσωπο που δεσμεύτηκε είχε σύμφωνα με τον νόμο την ε-

ξουσία να διαθέσει κατά βούλησιν το αντικείμενο της δικαιοπραξίας Συνε-

πώς εάν η υποχρέωση του προσώπου δεν προέρχεται από δικαιοπραξία αλ-

λά από τον νόμο ή εάν το πρόσωπο που δεσμεύτηκε με δικαιοπραξία δεν εί-

χε σύμφωνα με τον νόμο την εξουσία να διαθέσει το αντικείμενο στο οποίο

αναφέρεται η δέσμευση η ΑΚ 179 δεν εφαρμόζεται38

Στην ελευθερία του προσώπου υπάγονται οι ατομικές ελευθερίες και τα α-

τομικά δικαιώματα αυτού39 όπως η ελευθερία συνειδήσεως της γνώμης της

διαθέσεως ψήφου του προσώπου κλπ Εδώ υπάγεται ιδίως η ελευθερία της

35 ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ 2012527 ΦΙΛΙΟΣ 2011352 36 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012 σημ 429 37 Πρβλ λχ ΑΠ 12601983 ΕλλΔνη 251347 (απεριόριστη δέσμευση της καλλιτεχνικής ελευθερί-

ας του πνευματικού δημιουργού) 38 ΕφΑθ 33271999 ΝοΒ 48485 39 ΕφΑθ 32841980 ΝοΒ 281225

23 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

εργασίας του εμπορίου της βιομηχανίας προς ανάπτυξη της οικονομικής

δράσεως του προσώπου40 Έτσι αντίκειται στα χρηστά ήθη

(1) κάθε δικαιοπραξία με την οποία απαγορεύεται σε κάποιον η άσκηση

ορισμένου επαγγέλματος ή ορισμένης βιομηχανικής ή εμπορικής δρα-

στηριότητος εφrsquo όσον περιέχει υπέρμετρη δέσμευση και

(2) η δικαιοπραξία με την οποία δεσμεύεται το δικαίωμα στην σωματική

ακεραιότητα του προσώπου στην υγεία ζωή τιμή το δικαίωμα στο

όνομα ή την προσωπικότητα το δικαίωμα εγκαταστάσεως ή μη σε ορι-

σμένο τόπο το δικαίωμα επιλογής επαγγέλματος κλπ41

γ Η ratio της απαγόρευσης

(1) Η οικονομική κατωτερότητα ενός εκ των συμβαλλομένων

Συνήθως η κατάρτιση συμβάσεως με καταδυναστευτικό περιεχόμενο

οφείλεται στην οικονομική κατωτερότητα του υποβαλλομένου στην

υπέρμετρη δέσμευση συμβαλλομένου Αυτό εκτιμάται ότι συμβαίνει

λόγω της ανάγκης αποκτήσεως της υπαρξιακής κατά κανόνα γιrsquo αυτόν

σημασίας παροχή του οικονομικώς ισχυρού αντισυμβαλλομένου συνή-

θως κάποια πίστωση Έτσι η οικονομική αυτή πίεση όταν μάλιστα

δεν υπάρχει δυνατότης καταφυγής σε άλλη πηγή αποκτήσεως του ιδί-

ου αγαθού με καλλίτερους όρους διαταράσσει την συμβατική ελευθε-

ρία η οποία μπορεί να συντρέχει ανεξαρτήτως της θέσεως που κατέχει

στην αγορά ο επιβάλλων τον περιορισμό συμβαλλόμενος (συνήθης επι-

χείρηση)

Η ρύθμιση αυτή της ΑΚ 179α΄ αντικειμενικώς κρινομένη φαίνεται ότι

είναι σχεδιασμένη με πνεύμα κηδεμονεύσεως ο δικαστής παρεμβαίνει

στο περιεχόμενο της συμβάσεως προκειμένου να προστατεύσει τον οι-

κονομικώς ασθενέστερο συμβαλλόμενο από μία άδικη εις βάρος του

κατανομή των συμβατικών βαρών και πλεονεκτημάτων

Προβληματισμός υπάρχει στο αν η οικονομική δέσμευση επέρχεται με

την κατάρτιση της συμβάσεως προκειμένου περί καταδυναστευτικών

συμβάσεων ή πρόκειται περί καταχρηστικής εκμεταλλεύσεως ήδη υ-

φισταμένης οικονομικής κατωτερότητος του αντισυμβαλλομένου προ-

40 Βλ ΤΟΥΣΗΣ Α 1978 sect 96 ΜΠΑΛΗΣ 1944 sect 64 41 Βλ ΤΟΥΣΗΣ opcit

24 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

κειμένου περί καταχρηστικής εκμεταλλεύσεως μονοπωλιακής ή δεσπό-

ζουσας θέσεως μιάς επιχειρήσεως στην αγορά

Εξrsquo άλλου χρήζει ιδιαιτέρας μνείας το ότι ενώ η συναλλακτικώς μειονε-

κτική θέση του ενός των συμβαλλομένων τεκμαίρεται αμαχήτως42 (ΑΚ

294 332sect2 334sect2 409 κλπ) στην περίπτωση καταδυναστευτικής

συμβάσεως ο αντισυμβαλλόμενος έχει δυνατότητα αποδείξεως ότι η

ρύθμιση υπήρξε προϊόν της ελευθέρας δικαιοπρακτικής αποφάσεως

του φαινομένου ως βλαπτομένου από αυτή συμβαλλομένου

(2) Η άδικη μεταξύ των μερών κατανομή των συμβατικών πλεονεκτημά-

των

Η κατανόηση του πότε είναι υπέρμετρη (ή ldquoυπερβολικήrdquohellip) ή εύλογη η

συμβατική δέσμευση της ελευθερίας του προσώπου συνιστά το κε-

ντρικό πρόβλημα του δόγματος των καταδυναστευτικών συμβάσεων

αν και η κρίση είναι νομική υποκείμενη στον έλεγχο του Αρείου Πάγου

Για τον λόγον αυτόν είναι καίριος ο ρόλος των μεγεθών αντιπαροχής

και δεσμεύσεως της οικονομικής ελευθερίας43

δ Η υπέρμετρη (υπερβολική) δέσμευση

Το κριτήριο της υπέρμετρης δεσμεύσεως ως αόριστη νομική έννοια και

προκειμένου να καταστεί δογματικώς κατάλληλη για να υπαχθεί σε αυτήν η

κρινομένη ατομική περίπτωση έχει ανάγκη εξειδικεύσεως λαμβανομένης

υπrsquo όψιν της ratio της απαγορεύσεως που τίθεται στην ΑΚ 179α΄ δηλαδή την

διάβρωση της συμβατικής ελευθερίας του ασθενέστερου μέρους αφrsquo ενός και

της ανισορροπίας στην κατανομή των συμβατικών ωφελημάτων μεταξύ των

μερών

Γίνεται ευρύτερα δεκτό στην σύγχρονη δογματική του Αστικού Δικαίου ότι

υπάρχει μία ldquoκινητήrdquo σχέση44 μεταξύ των προαναφερθέντων δύο κριτηρίων

εις τρόπον ώστε όσον εντονότερον διαβρώνεται η ελευθερία δικαιοπρακτι-

κής αποφάσεως του καταδυναστευομένου τόσον άτονος θα πρέπει να είναι

42 Για τον εμπορικό αντιπρόσωπο που συνάπτει ρήτρα μετασυμβατικής απαγορεύσεως του αντα-γωνισμού βλ ΠΔ 2191991 άρθρ10 εις εφαρμογήν του άρθρου 20 της Οδηγίας 86653 ΕΟΚ

43 ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ 2012528 ΣΠΥΡΙΔΑΚΗΣ 2004188 44 Πρβλ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012146

25 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

ο έλεγχος της άνισης κατανομής στο περιεχόμενο της σχετικής συμφωνίας

για να επιβεβαιώνεται ή όχι το στοιχείο της υπέρμετρης δεσμεύσεως45

Πέραν αυτών όμως είναι απαραίτητη και η συγκεκριμενοποίηση του κριτη-

ρίου της άνισης μεταξύ των μερών κατανομής των συμβατικών βαρών και

πλεονεκτημάτων οπότε είναι αναγκαία η αναδρομή σε ιδιαίτερα κριτήρια τα

οποία εφαρμόζει σχεδόν σταθερώς η νομολογία μας46

(1) Ο Μπαλής47 θεωρεί ότι πρέπει να συναρτάται η σχετική κρίση με το

σημείο ldquoμέχρι τοῦ ὁποίου εἶναι νόμῳ προστατεύσιμον τὸ συγκεκριμένον

συμφέρον τοῦ ἐπιβάλλοντος τὸν περιορισμὸνrdquo δηλαδή να συνυπολογί-

ζεται και το μέτρο της οικονομικής θυσίας στην οποία υποβάλλεται

ο ισχυρός συμβαλλόμενος ουσιαστικώς να σταθμίζεται η αξία της συ-

νολικής αντιπαροχής του χωρίς βεβαίως τα δύο αυτά μεγέθη να συ-

μπίπτουν κατrsquo ανάγκην

(2) Σημασίαν έχει και το στοιχείο της χρονικής διάρκειας της δεσμεύσεως

Όσον αφορά σε ρήτρες απαγορεύσεως ανταγωνισμού θεμιτός περιο-

ρισμός θεωρείται η διετία προκειμένου περί συμβάσεως εργασίας και η

πενταετία προκειμένου περί πωλήσεως επιχειρήσεως Αντιθέτως σε

συμβάσεις αποκλειστικής προμηθείας (κυρίως μπύρας ή ενέργειας) και

προμηθείας πρατηρίου βενζίνης η γερμανική νομολογία ανεβάζει το

όριο στα είκοσι περίπου έτη

(3) Σπουδαίο επίσης στοιχείο μετρήσεως του υπέρμετρου ή μη της συμ-

βατικής δεσμεύσεως είναι η τοπική έκτασή της Πρόκειται περί ενός

στοιχείου κινητού εν σχέσει προς την χρονική διάρκεια δεσμεύσεως αλ-

λά και προς τα λοιπά στοιχεία συγκεκριμενοποιήσεως της αόριστης έν-

νοιας του ldquoυπέρμετρουrdquo Δηλαδή δυνατόν όσον ευρύτερη κατά τόπο

και μακρότερη κατά χρόνον είναι η απαγόρευση τόσο μεγαλύτερο θα

πρέπει να είναι το περιουσιακό αντάλλαγμα που λαμβάνει το ασθενέ-

στερο μέρος ώστε να θεωρείται η ρήτρα θεμιτή Απροσδιόριστη κατά

τόπο και χρόνο απαγόρευση χωρίς πρόβλεψη δυνατότητος παύσεως

της δεσμεύσεως με καταγγελία προσδίδει κατά κανόνα ανήθικο χα-

45 Πρβλ ΤΕΛΛΗΣ 2007215 επ 46 Πληρέστερη ανάλυση των κριτηρίων αυτών σχετικώς με την ρήτρα μετασυμβατικής απαγο-

ρεύσεως του ανταγωνισμού βλ σε ΤΕΛΛΗΣ 2007223 επ 47 ΜΠΑΛΗΣ 1944 sect64

26 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

ρακτήρα στην σχετική ρήτρα48 διότι η έννομη τάξη δεν ευνοεί γενικώς

τις δεσμεύσεις μακροχρόνιας ή απεριορίστου διαρκείας49

(4) Το κατrsquo αντικείμενον εύρος της συμβατικἠς δεσμεύσεως είναι επίσης

κριτήριο συγκεκριμενοποιήσεως της αορίστου εννοίας του ldquoυπέρμε-

τρουrdquo Αν δηλαδή ο ασφαλειοδότης παρέχοντας υπέρμετρη εξασφά-

λιση στον δανειστή του μπορεί να ικανοποιήσει και τους λοιπούς δα-

νειστές του ή στον υποβληθέντα σε μετασυμβατική ρήτρα απαγόρευ-

σης ανταγωνισμού εναπομένει κάποια δυνατότητα επιδόσεως σε άλ-

λης μορφής οικονομική δραστηριότητα κατά την διάρκεια της απαγο-

ρεύσεως

Η παράθεση των ανωτέρω κριτηρίων είναι σαφώς ενδεικτική αφού η περί

υπέρμετρου δεσμεύσεως κρίση (πρέπει να) σχηματίζεται από μία συνολική

αξιολόγηση των ειδικών περιστάσεων που συνοδεύουν την επίμαχη σύμβα-

ση Έτσι προσμετρώνται και άλλα στοιχεία ndash κριτήρια όπως οι επαγγελμα-

τικές προοπτικές των συμβαλλομένων ή ο τρόπος λήξεως της συνεργασίας

των

Τέλος η ύπαρξη επίμεπτης υποκειμενικής στάσεως του ισχυροτέρου συμ-

βαλομένου δεν θεωρείται σύμφωνα με κρατούσα γνώμη προϋπόθεση της

ακυρότητας της συμβάσεως50

ε Εφαρμογή της διατάξεως

Η διάταξη (εδ α΄) εφαρμόζεται και στις χαριστικές δικαιοπραξίες51 Δεν ε-

φαρμόζεται η διάταξη όταν υπάρχει νόμος που συγχωρεί την υπέρμετρη δέ-

σμευση της ελευθερίας του προσώπου52 Δεν αποκλείεται η σύμβαση να

προσκρούει εν μέρει στα χρηστά ήθη οπότε έχει εφαρμογή η ΑΚ 181 (Μερι-

κή ακυρότητα δικαιοπραξίας Η ακυρότητα μέρους συνεπιφέρει την ακυρό-

τητα ολόκληρης της δικαιοπραξίας αν συνάγεται ότι δεν θα είχε επιχειρηθεί

χωρίς το άκυρο μέρος)

48 Πρβλ αντί πολλών ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ 2012528 49 Πρβλ αντίθετη άποψη (ΚΙΤΣΑΡΑΣ Ενοχικές δεσμεύσεις της εξουσίας διάθεσης 199957) σε ΓΕΩΡ-

ΓΙΑΔΗΣ 2012 sect 36 υποσημ 12 50 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 1983153 51 Βλ ΑΠ 9991975 (Βrsquo Τμήμα) ΝοΒ 24287 (ldquohellipἀποκλείεται ἡ ἐφαρμογὴ τοῦ ἐπὶ δικαιοπραξιῶν ἐφrsquo

ὧν ἐπίδοσις περιουσίας γίνεται ἄνευ ἀνταλλάγματος ἢ δὲν λαμβάνει χώραν ἀνταλλαγὴ παροχῶν διότι ἐπrsquo αὐτῶν δὲν γεννᾶται ζήτημα προφανοῦς δυσαναλογίας παροχῆς καὶ ἀντιπαροχῆςrdquo)

52 Βλ ΤΟΥΣΗΣ 1978506 επ ndash ΑΠ 1301950 27 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

ϛ Έννομες συνέπειες

(1) Σύμφωνα με την ΑΚ 179 η δικαιοπραξία που δεσμεύει υπερμέτρως την

ελευθερία του προσώπου είναι ldquoΆκυρη ως αντίθετη προς τα χρηστά ή-

θηhelliprdquo και όπως ισχύει για κάθε ανήθικη δικαιοπραξία θεωρείται από-

λυτη53 μπορεί δε να λαμβάνεται υπόψιν και αυτεπαγγέλτως από το

δικαστήριο54 Τούτο είναι λογικό και κατrsquo ακολουθίαν ορθό αφού η

απαγόρευση της υπέρμετρης δέσμευσης της ελευθερίας σκοπεί στην

προστασία της προσωπικότητας ώστε να μην αφαιρείται το αγαθό της

εξουσίας της δικαιοπρακτικής διαθέσεως του μέρους

Προκειμένου όμως περί υπέρμετρης δεσμεύσεως της οικονομικής ε-

λευθερίας προσώπου δηλαδή οικονομικών συμφερόντων των οποίων

η διαφύλαξη είναι αποκλειστική υπόθεση του προσώπου αυτού τότε

σε μια τέτοια περίπτωση το πρόσωπο αυτό και μόνο μπορεί να κρίνει

καλλίτερα από κάθε άλλον αν η άρση των δικαιοπρακτικών αποτελεσμά-

των με την επίκληση της ΑΚ 179α ακυρότητος εξυπηρετεί πράγματι τα

συμφέροντά του5556

(2) Η ακυρότητα είναι κατά κανόνα ολική ιδία όσον αφορά σε υπέρμετρη

δέσμευση της προσωπικής ελευθερίας57 Στις περιπτώσεις όμως όπου

ο ανήθικος χαρακτήρας προσδιορίζεται από οικονομικής φύσεως α-

νταλλάγματα θα πρέπει να είναι δυνατή η μερική ακυρότητα ώστε με-

τά την αφαίρεση του αδίκου μέρους να μπορεί να ισχύσει η σύμβαση

με το υπόλοιπο ορθό περιεχόμενο της και έτσι το ασθενέστερο μέρος

να ldquoαπολαύσει τελικά την πολύτιμη γιrsquo αυτόν παροχή του αντισυμβαλ-

λομένου του αλλά με δίκαιους τώρα όρουςrdquo Την δυνατότητα της μερικής

ακυρότητος φαίνεται να δέχεται η κρατούσα γνώμη πράγμα που ση-

μαίνει ότι το δικαστήριο έχει την δυνατότητα να μειώσει μετά από αί-

τηση του βλαπτομένου την δέσμευση αυτού στο προσήκον μέτρο

53 ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ 2012525 επ 54 ΛΑΔΑΣ 1979159 επ 55 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012153 56 Θεωρείται ότι σε παρόμοιες περιπτώσεις πρέπεται η (κατrsquo εξαίρεσιν) σχετική ακυρότητα διότι η

απόφαση για την διατήρηση ή άρση των δικαιοπρακτικών αποτελεσμάτων πρέπει να ανήκει αποκλειστικώς στο βλαπτόμενο από την συμβατική ρύθμιση μέρος το οποίο γνωρίζει κάλλιον παντός άλλου το τι πράγματι το συμφέρει άλλως υπάρχει ανεπίτρεπτη κηδεμόνευση των συμφερόντων αυτού του συμβαλλομένου (ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2013113)

57 εα 2α 28 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

3 Η Καταπλεονεκτική Δικαιοπραξία

α Γενικά ndash σχέση με ΠΚ 404 405

Σύμφωνα με το πραγματικό της ΑΚ 179βrsquo καταπλεονεκτική δικαιοπραξία

υπάρχει όταν στο πρόσωπο του καταπλεονεκτούμενου συντρέχουν προφα-

νής δυσαναλογία παροχής και αντιπαροχής ανάγκη κουφότητα ή απειρία

και εκμετάλλευση της μειονεκτικής αυτής θέσεως από τον καταπλεονέκτη

Σύμφωνα με την νομολογία για την πλήρωση του πραγματικού απαιτείται η

συνδρομή και των τριών αυτών προϋποθέσεων σωρευτικώς

Γίνεται δεκτό ότι σε περίπτωση ελλείψεως κάποιου από τα ανωτέρω στοι-

χείου καταφάσκεται η ακυρότητα της δικαιοπραξίας με αναγωγή στην γενι-

κή ρήτρα της ΑΚ 178 υπό την προϋπόθεση ότι συντρέχουν πρόσθετα στοι-

χεία τα οποία μπορούν να προσδώσουν στην δικαιοπραξία το χρώμα της α-

νηθικότητας

Εκδήλωση της απαγορεύσεως της καταπλεονεκτήσεως αποτελεί η ρύθμιση

των άρθρων ΠΚ 404 (τοκογλυφία) και ΠΚ 405 (αισχροκέρδεια) το πραγμα-

τικό των οποίων είναι ουσιαστικώς ίδιο με αυτό της ΑΚ 179βrsquo Αν και τίποτε

δεν εμποδίζει για την ακυρότητα καταπλεονεκτικής δικαιοπραξίας την πα-

ράλληλη επίκληση και των δύο νομοθετικών βάσεων ορθότερη θεωρείται να

διαφυλαχθεί η αυτονομία της ρυθμίσεως της ΑΚ179βrsquo αφού ο νομοθέτης

φαίνεται ότι θέλησε να ρυθμίσει ρητώς τις συνέπειες της καταπλεονεκτήσε-

ως τον ΑΚ

β Προϋποθέσεις εφαρμογής της διατάξεως

Καταπλεονέκτηση μπορεί να υπάρχει σε κάθε τύπο επαχθούς δικαιοπραξίας

με περιουσιακό περιεχόμενο58 οι οποίες μπορεί να είναι αμφοτεροβαρείς

ετεροβαρείς αιτιώδεις αναιτιώδεις (όπως πχ η αγοραπωλησία η μίσθωση

58 Διαφορετικό είναι το ζήτημα της παροχής περιουσιακού ωφελήματος με ldquoανεξάρτητηrdquo μονομε-ρή δικαιοπραξία με την οποία προσδίδεται καταπλεονεκτικό χρώμα σε προηγούμενη σύμβαση από την οποία θα πηγάζει συνήθως η υποχρέωση για τέλεση της μονομερούς δικαιοπραξίας (πχ παροχή υποθήκης)

29 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

πράγματος ή έργου ή εργασίας η εταιρεία η σύμβαση μεσιτείας ή εγγύηση)

όταν αυτές καταρτίζονται με δυσανάλογο αντάλλαγμα59

Η ΑΚ 179βrsquo δεν εφαρμόζεται στις χαριστικές δικαιοπραξίες γιατί η επίδοση

της περιουσίας γίνεται χωρίς αντάλλαγμα και έτσι δεν υπάρχει δυσαναλογία

παροχής και αντιπαροχής όπως πχ στην δωρεά στην εντολή στην άφεση

χρέους στην παρακαταθήκη χωρίς αμοιβή ή στην εγγύηση εκτός αν αυτή

ανελήφθη στο πλαίσιο μιάς αμφοτεροβαρούς συμβάσεως με ευρύτερο περι-

εχόμενο

γ Προφανής δυσαναλογία μεταξύ παροχών

Στην καταπλεονεκτική σύμβαση η ελευθερία δικαιοπρακτικής αποφάσεως

του καταπλεονεκτούμενου είναι διαταραγμένη αφού αυτός ευρίσκεται σε

μία δυσμενή σε σχέση με τον καταπλεονέκτη θέση που δεν του επιτρέπει να

προασπίσει ορθολογικώς τα συνδεόμενα με την σύμβαση συμφέροντά του

έτσι ο μηχανισμός συμβάσεως δεν μπορεί εδώ να παράσχει κανένα εχέγγυο

ορθότητος Ότι το περιεχόμενο της καταπλεονεκτικής συμβάσεως δεν είναι

ldquoορθόrdquo μαρτυρεί τελικώς η ύπαρξη της προφανούς δυσαναλογίας

Η προφανής δυσαναλογία των ανταλλασσομένων παροχών ανάγεται σε

απαραίτητο στοιχείο του πραγματικού της καταπλεονεκτήσεως στην ΑΚ

179βrsquo ενώ ταυτοχρόνως είναι και πρόβλημα που για να κατανοηθεί σωστά

πρέπει να φωτισθεί μέσα από τον συνδυασμό και την αντίθεση μιάς πλειά-

δος αρχών οι οποίες σε κινητή μεταξύ των σχέση συγκροτούν το σύστημα

του δικαίου των ενοχικών συμβάσεων60

Ως έννοια αόριστη είναι αναμφισβητήτως έννοια νομική και η υπαγωγή σε

αυτήν της σχέσεως αξίας των αμοιβαίων παροχών αποτελεί κρίσιν αξιολο-

γική υποκείμενη στον έλεγχο του ΑΠ61

Ομοφώνως γίνεται δεκτό ότι αφετηρία της κρίσεως περί υπάρξεως ή μη

προφανούς δυσαναλογίας πρέπει να αποτελεί η αντικειμενική αξία των α-

νταλλασσομένων παροχών δηλαδή η συνήθης στις συναλλαγές αξία62 Έτσι

59 Βλ ΜΠΑΛΗΣ 1944190 (sect66) 60 Βλ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 19837 σημ 23 61 ΦΙΛΙΟΣ 2011 sect147Β 62 Πρβλ ΑΠ 20952009 (Α1 Τμήμα) ldquohellipφανερή δυσαναλογία μεταξύ παροχής και αντιπαροχής

είναι αυτή που υποπίπτει στην αντίληψη λογικού και έχοντος πείρα των σχετικών συναλλαγών ανθρώπου και η οποία υπερβαίνει το μέτρο κατά το οποίο είναι ανθρωπίνως φυσικό να απο-κομίζει ο ένας κάποιο όφελος από σύμβαση οικονομικού περιεχομένου επί ζημία του άλλουrdquo

30 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

διαπιστουμένης της αντικειμενικής αξίας των αμοιβαίων παροχών ακολου-

θεί η κρίση για το αν υφίσταται μεταξύ των προφανής δυσαναλογία λαμβα-

νομένων πάντοτε υπrsquo όψιν της φύσεως της συμβάσεως και του επιδιωκομέ-

νου με αυτήν οικονομικού σκοπού63 ενώ στις περιπτώσεις ακινήτων χρη-

σιμοποιείται ευρέως στην πράξη το κριτήριο της laesio enormis64

Ένα επιπλέον στοιχείο που λαμβάνεται υπrsquo όψιν για την διαπίστωση της υ-

πάρξεως προφανούς δυσαναλογίας είναι η λεγομένη ldquoρήτρα προσθέσεωςrdquo

δηλαδή το άθροισμα των ωφελημάτων που έλαβε ο καταπλεονέκτης και των

περιουσιακών ωφελημάτων που επιπροσθέτως κατέβαλλε ο καταπλεονε-

κτούμενος σε τρίτα πρόσωπα (πχ μεσιτεία αμοιβές σε βοηθητικά πρόσωπα

κλπ)

Υπάρχουν όμως και μερικά σχετιζόμενα με την δυσαναλογία των ανταλ-

λασσομένων παροχών ειδικότερα προβλήματα που εμφανίζονται συχνά

στην δικαστηριακή πράξη παρουσιάζοντα ταυτοχρόνως σπουδαίο δογματι-

κό ενδιαφέρον

(1) Πρόσθετο τίμημα στην πώληση ακινήτου μπορεί να ληφθεί υπrsquo όψιν

το επιπλέον του αναγραφομένου στο συμβολαιογραφικό έγγραφο τι-

μήματος επιπροσθέτως καταβληθέν τίμημα

(2) Το καταπλεονεκτικό σύμφωνο εξωνήσεως η συνομολόγηση δικαιώ-

ματος εξωνήσεως με τίμημα προφανώς δυσανάλογο εν σχέσει προς αυ-

τό της πωλήσεως μήπως υποκρύπτει τοκογλυφικό δάνειο Εδώ θα

πρέπει να σταθμιστεί η δυνατότητα του πωλητή να αποτρέψει την κα-

ταπλεονεκτική γιrsquo αυτόν ρύθμιση ασκώντας το δικαίωμα εξωνήσεως

Εάν δηλαδή ο πωλητής ασκήσει αυτό το δικαίωμα παρά την προφανή

δυσαναλογία η πώληση δεν έχει καταπλεονεκτικό χαρακτήρα

(3) Η διαπίστωση της προφανούς δυσαναλογίας στον συμβιβασμό τα

συγκρινόμενα μεγέθη είναι οι αμοιβαίες παραχωρήσεις των μερών και

όχι οι εκατέρωθεν αναλαμβανόμενες υποχρεώσεις προς παροχή Η σω-

στή όμως εκτίμηση των παραχωρήσεως προϋποθέτει ως αφετηρία

63 ΑΠ 20952009 64 Ο ΛΙΤΖΕΡΟΠΟΥΛΟΣ 1932208 επ προτείνει αποδοχή της υπάρξεως προφανούς δυσαναλογίας

όταν η μία παροχή δεν φθάνει το 60 ή 50της αξίας της άλλης Βλ επίσης υποσημείωση 560 στο ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012

31 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

την νομική κατάσταση που υπήρχε πριν τον συμβιβασμό υπερβολικές

αξιώσεις προβαλλόμενες αυθαιρέτως δεν λαμβάνονται εδώ υπrsquo όψιν

Η ύπαρξη της προφανούς δυσαναλογίας κρίνεται κατά τον χρόνο καταρτί-

σεως της συμβάσεως είναι αδιάφορο αν η προφανής δυσαναλογία επήλθε

αργότερα εκτός της περιπτώσεως όπου ο καταπλεονεκτούμενος στο πλαί-

σιο της υφισταμένης κυρίας συμβατικής σχέσεως συνομολογεί ή παρέχει

πρόσθετα περιουσιακά ωφελήματα (πχ εμπράγματη ασφάλεια) που προσ-

δίδουν πλέον στην συνολική συναλλαγή καταπλεονεκτικό χρώμα

δ Ανάγκη Κουφότητα Απειρία

(1) Ανάγκη

Είναι η κατάσταση ενός προσώπου (του δικαιοπρακτούντος ή κάποιου

που συνδέεται στενά με αυτόν) που ευρίσκεται σε άμεσο οικονομικό ή

άλλο κίνδυνο65 η αντιμετώπιση του οποίου είναι ανεπίδεκτη αναβο-

λής66 Η ανάγκη πρέπει να έχει χαρακτήρα επιτακτικό και να είναι τόσο

σοβαρή ώστε αντικειμενικώς κρινομένη να μπορεί να θεωρηθεί ότι

κάθε εχέφρων άνθρωπος θα οδηγείτο στην ίδια δικαιοπρακτική συ-

μπεριφορά

Ενώ η φύση της ανάγκης είναι συνήθως οικονομική η σπουδαιότητα

του διακινδυνευομένου αγαθού καθορίζει το αν η συγκεκριμένη κάθε

φορά περίπτωση μπορεί να υπαχθεί ή όχι στην ρύθμιση της ΑΚ 179βrsquo

Είναι αδιάφορο αν η ανάγκη είναι μόνιμη ή παροδική αφού αποφασι-

στική για την εφαρμογή της ΑΚ 179βrsquo είναι η ύπαρξη ανάγκης μόνο κα-

τά τον χρόνο καταρτίσεως της δικαιοπραξίας Η ανάγκη πρέπει να είναι

πραγματική και άμεση επιτακτική και ανεπίδεκτη αναβολής

(2) Κουφότητα

Προϋπόθεση της ορθής λειτουργίας της ιδιωτικής αυτονομίας είναι η

εκ μέρους των αντισυμβαλλομένων ορθολογική στάθμιση των υπέρ και

κατά της συμβατικής ρυθμίσεως Όταν όμως ο αντισυμβαλλόμενος α-

διαφορεί λόγω απερισκεψίας ή ελλείψεως επαρκούς σκέψεως και δεν

αποδίδει στις πράξεις του την σημασία την αξία και τις συνέπειες που

έχουν αυτές τότε η συναλλακτική συμπεριφορά του χαρακτηρίζεται

65 ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ 2012530 66 ΑΠ 19982007

32 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

από κουφότητα Η κουφότητα μπορεί να οφείλεται σε οποιονδήποτε

λόγο όπως είναι η πνευματική νόσος ου δεν επέφερε όμως ολική ή με-

ρική ασυνειδησία των πράξεων του προσώπου ώστε να το κάνει εντε-

λώς ή περιορισμένως ανίκανο για την σύνταξη δικαιοπραξίας67

(3) Απειρία

Ως απειρία νοείται η έλλειψη της περί τη ζωή και τις συναλλαγές πεί-

ρας68 Το ερώτημα όμως είναι αν η σχετική με συγκεκριμένη δικαιο-

πραξία απειρία στοιχειοθετεί την απειρία της ΑΚ 179βrsquo ή όχι Γίνεται

δεκτό ότι υπάρχουν τρείς διαβαθμίσεις69 της απειρίας

(α) Η καθολική όπου ο συμβαλλόμενος στερείται παντελώς συναλ-

λακτικής πείρας και κατά συνέπειαν η περίπτωσή του υπάγεται

στην ρύθμιση της ΑΚ 179β΄

(β) Η απειρία σε ορισμένο μόνο συναλλακτικό τομέα (λχ πράξεις

επί ακινήτων χρηματιστηριακές συναλλαγές κλπ) εδώ η απειρία

δεν αποτελεί σταθερή ιδιότητα του προσώπου και παρά το ότι η

γενική του πείρα του επιτρέπει να κρίνει το επισφαλές της δικαι-

οπραξίας στην οποία προβαίνει η ελευθερία δικαιοπρακτικής α-

ποφάσεώς του δεν παύει να είναι διαταραγμένη Κατά συνέπεια

δικαιούται της προστασίας της ΑΚ 179βrsquo

(γ) Προβληματική αλλά και με πολύ μεγάλη πρακτική σημασία είναι

η τρίτη μορφή απειρίας που χαρακτηρίζεται από την έλλειψη ει-

δικών γνώσεων πού έχει ανάγκη ο σύγχρονος καταναλωτής στις

καθημερινές συναλλαγές του γνώσεων απαραιτήτων για τον

σχηματισμό σωστής εικόνας της προσφερόμενης σε αυτόν παρο-

χής Κι΄ εδώ η ελευθερία δικαιοπρακτικής αποφάσεως του κατα-

ναλωτή αδαούς όντος λόγω ανεπαρκούς πληροφορήσεως εμφα-

νίζεται διαταραγμένη και άξια της κατά την ΑΚ 179βrsquo προστασίας

ε Εκμετάλλευση

Ενώ η νομολογία μας θεωρεί αναγκαίο στοιχείο της ΑΚ 179βrsquo την υποκειμενι-

κή προϋπόθεση της εκμεταλλεύσεως την οποία πρέπει να αποδεικνύει ο ε-

67 ΑΠ 3821992 ΝοΒ 41874 68 ΑΠ 9362007 69 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012196 επ

33 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

πικαλούμενος την εφαρμογή της διατάξεως δεν έχει μέχρι τώρα αποσαφη-

νιστεί πλήρως σε τι ακριβώς συνίσταται η ldquoεκμετάλλευσηrdquo Βέβαιο πάντως

είναι ότι το στοιχείο αυτό δεν θα πρέπει να θεωρηθεί ως ηθική μομφή στο

πρόσωπο του καταπλεονέκτη

Κατrsquo αρχάς απορρίπτεται η επίκληση δόλου αφού ο δόλος απαιτείται από

την λειτουργία της ποινής και είναι ξένος προς τον λειτουργικό ρόλο της α-

κυρότητας της ανήθικης δικαιοπραξίας Το ότι δεν πρόκειται περί μομφής

φαίνεται στις περιπτώσεις καταρτίσεως δικαιοπραξίας κατά παράκλησιν

του αντισυμβαλλομένου και όχι από εκμεταλλευτική διάθεση του καταπλεο-

νέκτη Επιπλέον εάν επρόκειτο περί συνειδήσεως της ανηθικότητος εκ μέ-

ρους του καταπλεονέκτη μια τέτοια συνείδηση λόγω του περιεχομένου σε

αυτήν αξιολογικού και βουλητικού στοιχείου θα ισοδυναμούσε με πταίσμα

και δη στον βαθμό του dolus malus στοιχείου όμως ξένου προς την προ-

βληματική των ανήθικων γενικώς δικαιοπραξιών

Η ελληνική νομολογία φαίνεται να ακολουθεί την άποψη ότι ο καταπλεονέ-

κτης γνωρίζει την συναλλακτικώς δυσμενή θέση του καταπλεονεκτούμενου

και την προφανή δυσαναλογία μεταξύ παροχής και αντιπαροχής στοιχεία τα

οποία δεν θεωρεί ως λόγο προσωπικής μομφής κατά του καταπλεονέκτη αλ-

λά καταλογισμού σε αυτόν του κινδύνου της ακυρότητας της δικαιοπραξίας

Τα δικαστήρια φαίνεται ότι ταυτίζουν την εκμετάλλευση με την εκ μέρους

του καταπλεονέκτη γνώση της συναλλακτικώς δυσμενούς θέσεως του κα-

ταπλεονεκτούμενου Είναι συνήθης στις αποφάσεις η επωδός ldquoεπωφελήθη-

κεrdquo70 της γνωστής σε αυτόν ανάγκης κουφότητας ή απειρίας Γίνεται όμως

παγίως δεκτό ότι αν ο καταπλεονέκτης αγνοούσε την κατάσταση του αντι-

συμβαλλομένου του δεν υπάρχει εκμετάλλευση κατά την ΑΚ 179βrsquo Και βε-

βαίως ερωτάται γιατί θα πρέπει να γνωρίζει μόνο την ανάγκη κουφότητα ή

απειρία και όχι και την προφανή δυσαναλογία των αμοιβαίων παροχών

4 Έννομες συνέπειες

Η καταπλεονεκτική δικαιοπραξία είναι απολύτως άκυρη και για τα δύο μέρη

κατά την έννοια της ΑΚ 180 Την ακυρότητα μπορεί να προβάλλει και κάθε τρίτος

70 Πρβλ ΑΠ 20952009 34 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

που έχει έννομο συμφέρον επομένως και ο κληρονόμος ενός από τους συναλλαγέ-

ντες71

Δεν αποκλείεται και μερική ακυρότητα της δικαιοπραξίας Τούτο θα συμβεί

εάν μπορεί να προσδιορισθεί ακριβώς η μεταξύ παροχής και αντιπαροχής αναλο-

γία οπότε η δικαιοπραξία είναι άκυρη κατά το υπερβάλλον72 Κατά πόσον σε τέ-

τοια περίπτωση η μερική ακυρότητα θα συνεπιφέρει την ακυρότητα της όλης δι-

καιοπραξίας κρίνεται κατά την ΑΚ 18173

Σύμβαση εντόκου δανείου μπορεί να χαρακτηρισθεί καταπλεονεκτική συμ-

φώνως προς την ΑΚ 179 μόνο στην περίπτωση συνομολογήσεως ή λήψεως αθέ-

μιτων (τοκογλυφικών) τόκων εν σχέσει προς την αντιπαροχή με την εκμετάλ-

λευση της ανάγκης κουφότητας κλπ του δανεισθέντος οπότε και επέρχεται είτε

ολοκληρωτική και απόλυτη ακυρότητα της καταπλεονεκτικής δικαιοπραξίας κα-

τά τον κανόνα της ΑΚ 181 είτε μερική ακυρότητα οπότε αφού προσδιορισθεί

ακριβώς η μεταξύ παροχής και αντιπαροχής αναλογία η δικαιοπραξία είναι αι-

σχροκερδής και άκυρη κατά το υπερβάλλον

Η προβολή της ακυρότητας από εκείνον που μετήλθε την εκμετάλλευση

μπορεί να αποκρουσθεί με την ένσταση της ΑΚ 281 Αυτό μπορεί να συμβεί όταν

το δικαίωμα ακυρώσεως ασκείται καθυστερημένα εφ΄ όσον όμως συντρέχουν

και άλλα περιστατικά74

Οι παροχές που έγιναν σε εκπλήρωση της καταπλεονεκτικής υποσχετικής

συμβάσεως μπορούν να αναζητηθούν είτε με διεκδικητική αγωγή είτε με αγωγή

αδικαιολόγητου πλουτισμού Αυτός που ζημιώθηκε από την αισχροκερδή δικαιο-

πραξία δικαιούται εφ΄ όσον συντρέχουν οι όροι των ΑΚ 919 και ΑΚ 914 και απο-

ζημιώσεως

71 ΑΠ 9362007 72 ΜΠΑΛΗΣ 1944191 73 ΜΠΑΛΗΣ op cit 74 Για την προστασία των καλόπιστων τρίτων μέσω της ΑΚ 281 βλ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012232 επ

35 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ ΣΤ ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ Γενικές Αρχές Αστικού Δικαίου Π Ν Σάκκουλας 2012 ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ ΣΤ ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ndash ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟΣ ΠΑΝ ΜΙΧΑΗΛ Αστικός Κώδικας κατ΄ άρ-

θρο ερμηνεία τόμος Ι Π Ν Σάκκουλας 1978 ΛΑΔΑΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ Α Η ακυρότητα της δικαιοπραξίας λόγω αντιθέσεως εις τα χρη-

στά ήθη χό Θεσσαλονίκη 1979 ΛΙΤΖΕΡΟΠΟΥΛΟΣ Γ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ Η Νομολογία ως παράγων διαπλάσεως του ιδιωτικού

δικαίου Θεσσαλονίκη 1932 ΜΠΑΛΗΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ Α Γενικαί αρχαί του Αστικού Δικαίου Παπαζήσης 1944 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ ΑΛ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ Οι καταπλεονεκτικές δικαιοπραξίες Σάκκουλας Αντ

Ν 1983 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ ΑΛ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ Δικαιοπραξιες αντίθετες προς τα χρηστά ήθη Σάκ-

κουλας Αντ Ν 2012 ΠΑΠΑΣΤΕΡΙΟΥ Η ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ Αστικό Δίκαιο Επιτομή Εκδόσεις Σάκκουλα ΑΕ 2010 ΣΠΥΡΙΔΑΚΗΣ Σ ΙΩΑΝΝΗΣ Εγχειρίδιο Αστ Δικαίου 1 - Γενικές Αρχές Αντ Ν Σάκκου-

λας 2004 ΤΕΛΛΗΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ Δ Ρήτρα μετασυμβατικής απαγόρευσης ανταγωνισμού στο δί-

καιο εταιρειών και επιχειρήσεων λειτουργία και δικαστικός έλεγχος του περιε-χομένου της Εκδόσεις Σάκκουλα ΑΕ 2007

ΤΟΥΣΗΣ ΧΡ ΑΝΔΡΕΑΣ Γενικαί Αρχαί του Αστικού Δικαίου μετʹ εισαγωγής εις το δίκαι-ον εν γένει Αφοί Σάκκουλα 1978

ΤΡΙΑΝΤΟΣ Τ ΝΙΚΟΛΑΟΣ Δικαιοπραξιες Νομική Βιβλιοθηκη 2011 ΤΡΙΑΝΤΟΣ Τ ΝΙΚΟΛΑΟΣ Αστικό Δίκαιο-Επιτομή Νομική Βιβλιοθήκη 2013 ΦΙΛΙΟΣ ΧΡ ΠΑΥΛΟΣ Γενικές Αρχές Αστικού Δικαίου Εκδόσεις Σάκκουλα ΑΕ 2011 ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΕΙΣ ΑΝΔΡΟΥΛΙΔΑΚΗ-ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗ ΙΣΜΗΝΗ Η αντίθεση της διαθήκης στα χρηστά ήθη ΝοΒ

301234 ΠΕΛΕΝΗ-ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ Α Η αντιμετώπιση από τη νομολογία του άρθρου 179 περ

α΄ ΑΚ ΕλλΔνη 199459 ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟΣ ΠΑΝ ΜΙΧΑΗΛ-ΛΑΔΟΓΙΑΝΝΗΣ ΓΕΩΡ Κριτήρια αντίθεσης συμφώνου

προτίμησης προς τα χρηστά ήθη (γνμδ) ΧρΙΔ 1263 ΤΟΥΣΗΣ ΧΡ ΑΝΔΡΕΑΣ Η έννοια των χρηστών ηθών ΕΕΝ 231956 ΦΑΣΟΥΛΑΣ ΖΗΣΗΣ Η απάτη και η ακυρότητα της δικαιοπραξίας ως αντίθετη στα

χρηστά ήθη ΠοινΧρ 921032

36 36

  • 2 Συμβατική ελευθερία και γενικές ρήτρες
  • 4 Κριτήρια προσδιορισμού των χρηστών ηθών
    • Μια πρώτη κατηγοριοποίηση όμως αντίθεσης στα χρηστά ήθη μπορεί να γίνει με βάση το αν αυτή προκύπτει από το περιεχόμενο τους
      • 10 Ακυρότητα
      • α Απόλυτη ή σχετική
      • β Συνολική ή μερική
      • γ Ακυρότητα στις αιτιώδεις και αναιτιώδεις δικαιοπραξίες
      • 11 Δικονομική μεταχείριση
      • 12 Επίγραμμα

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

καθήκοντα δικαιοσύνης και αλληλεγγύης η παράβασή των οποίων επισύρει την

κοινωνική μομφή3

Το δίκαιο ομοίως ρυθμίζει την κοινωνική συμβίωση όχι όμως τυχαία αλλά

σκόπιμα και όχι όλες τις διαπροσωπικές σχέσεις αλλά μόνο τις νομικά σημαντικές

αυτές που είναι απαραίτητες για την ενότητα και τη διατήρηση του κράτους σε

οργανωμένη κοινωνία Αποτελεί δε ακριβώς το μέσο με το οποίο μια κοινωνία ορ-

γανώνεται σε κράτος εξ ου και η εφαρμογή του εποπτεύεται από την κρατική ε-

ξουσία ενώ η τήρηση του επιβάλλεται από έναν κρατικά οργανωμένο μηχανισμό

εξαναγκασμού και η παράβαση του απειλεί με κυρώσεις

Επομένως το δίκαιο δεν έχει στόχο να διαπλάσει τα ήθη και να επιβάλλει συ-

μπεριφορές σύννομες με την κρατούσα ηθική εξάλλου αυτό θα αποτελούσε ανε-

πίτρεπτο περιορισμό της ελεύθερης ανάπτυξης της προσωπικότητας των κοινω-

νών και της ιδιωτικής τους αυτονομίας4 δύναται όμως ενίοτε όπως θα αναλυθεί

κατωτέρω να απαρνηθεί τις έννομες συνέπειες σε δικαιοπραξίες που αντιβαίνουν

σε θεμελιώδεις δικαιοηθικές αρχές οι οποίες αποτελούν θεμέλιο και αναπόσπα-

στο τμήμα του θετικού δικαίου

Η παραπομπή λοιπόν για τη ρύθμιση νομικά σημαντικών σχέσεων και συνα-

κόλουθα η συνάρτηση της επέλευσης ή μη εξ αυτών εννόμων συνεπειών ανάλογα

με την αντίθεσή τους ή μη στα χρηστά ήθη συνιστά σύμφωνα με μια ερμηνεία ε-

πέκταση των ηθικών παραγγελμάτων που περιέχει η κοινωνική ηθική στο δικαιϊ-

κό σύστημα Αυτή η ερμηνεία οδήγησε μεγάλο μέρος της θεωρίας να αναγνωρίζει

τα χρηστά ήθη ως έμμεση πηγή δικαίου5

Η παραπομπή όμως στα χρηστά ήθη δεν είναι παραπομπή σε ένα σύστημα

εξωνομικών κανόνων άλλωστε αν τούτο ήθελε ο νομοθέτης θα παρέπεμπε απευ-

θείας στους ηθικούς κανόνες και όχι στα χρηστά ήθη6 Αντίθετα η γενική ρήτρα

των χρηστών ηθών εντάσσεται στο ίδιο το σύστημα του ισχύοντος δικαίου και

3 ΒλΣΟΥΡΛΑ Justi atque injusti scientia παρ3 τρόποι ρύθμισης των κοινωνικών σχέσεων 4 Βλ και JOHN STUART MILL laquoOn Libertyraquo που υποστήριζε ότι η κοινωνία και το κράτος πρέπει να

αφήνουν στο άτομο μια σφαίρα ελεύθερης ανάπτυξης της προσωπικότητας του των κλίσεων του και ότι (σελ74) η υποταγή της ατομικής κυριαρχίας σε εξωτερικό έλεγχο νομιμοποιείται μόνο σε σχέση με πράξεις του καθενός που αφορούν και το συμφέρον των άλλων ανθρώπων Αξιοσημείωτο είναι μάλιστα ότι ο Μill διέβλεπε ότι μεγαλύτερος ήταν ο κίνδυνος για την αν-θρώπινη ατομικότητα εκ του ανεπίσημου κοινωνικού ελέγχου -της ηθικής- ο οποίος στερεί το υποκείμενο απαρατήρητα από εναλλακτικές επιλογές ldquoδιεισδύοντας πολύ πιο βαθιά στις λε-πτομέρειες του βίου και υποδουλώνοντας την ψυχή την ίδιαhelliprdquo

5 βλΜΠΑΛΗ Γενικές Αρχές παρ64Β 6 βλΔΩΡΗ Εισαγωγή στο Δίκαιο σελ103 και επόμενες διάκριση του κανόνα δικαίου από άλλους

κανόνες 3 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

λαμβάνει διαφορετικό νόημα κάθε φορά ανάλογα με τον κανόνα δικαίου ο οποίος

κατά περίπτωση ερμηνεύεται

Για παράδειγμα η ερμηνεία για το αν μια διάταξη αντίκειται στα χρηστά ήθη

του άρθρου 33ΑΚ είναι ελαστικότερη όσο πιο χαλαρή είναι η σύνδεση της υπό

κρίση εννόμου σχέσεως με την ελληνική πολιτεία7 Είναι τελείως διαφορετικό ζή-

τημα αν ο δικαστής κληθεί να κρίνει έναν πολυγαμικό γάμο ως κύριο ζήτημα να δι-

απλάσει δηλαδή για πρώτη φορά μια έννομη σχέση που προφανώς αντίκειται στις

περί δικαίου και ηθικής θεμελιώδεις αντιλήψεις της κοινωνίας και εντελώς διαφο-

ρετικό αν καλείται να αποφανθεί για μια ήδη δημιουργηθείσα στα πλαίσια αλλοδα-

πής εννόμου τάξεως κατάστασης Στη δεύτερη περίπτωση ο πολυγαμικός γάμος εμ-

φανίζεται υπό τη μορφή τετελεσμένης κατάστασης που έχει ήδη καθιδρύσει κε-

κτημένα δικαιώματα σε όλες τις συζύγους Στην περίπτωση λοιπόν αυτή η ελληνική

έννομη τάξη δεν προσβάλλεται και μπορεί να αποφανθεί επί του ζητήματος8

Επομένως το δίκαιο και η ηθική δεν ταυτίζονται κατά περιεχόμενο Δεν θα

μπορούσαν άλλωστε γιατί αυτό θα οδηγούσε στον κίνδυνο μια ηθικοπλαστικής

κοινωνίας επιπλέον δε ουδείς μας διαβεβαιώνει ότι οι κανόνες κοινωνικής ηθικής

που κρατούν σε ορισμένο χρόνο και τόπο ανταποκρίνονται κατά το περιεχόμενο

τους στους κανόνες δικαίου Η σύμπτωση βεβαίως αποτελεί ένδειξη μίας υγιούς

κοινωνίας αρκεί αυτή να μην είναι τεχνητή ελεγχόμενη στη διαμόρφωση της από

το νομοθέτη αλλά να πηγάζει από την αναγωγή των αξιών που κατοχυρώνει το

ίδιο το Σύνταγμα όπως θα δούμε κατωτέρω ως θεμελίου των ηθικών αξιολογή-

σεων

4 Κριτήρια προσδιορισμού των χρηστών ηθών

α Η ηθική του μέσου έμφρονος κοινωνού

Το σύνηθες κριτήριο που ακολουθεί η νομολογία μα αναφορικά με την έν-

νοια των χρηστών ηθών είναι laquoοι ιδέες του εκάστοτε κατά τη γενική αντί-

ληψη χρηστώς και εμφρόνως σκεπτόμενου κοινωνικού ανθρώπουraquo Είναι

7 Βλ ΑΓΡΑΜΜΑΤΙΚΑΚΗ-ΑΛΕΞΙΟΥ και λοιποί Ιδ Δ Δίκαιο κεφ13 η επιφύλαξη της διεθνούς δημόσιας τάξης

8 Αντίθετα ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ Δικαιοπραξίες αντίθετες στα χρηστά ήθη κεφ1 που υποστηρίζει ότι laquoτο κριτήριο των χρηστών ηθών στο άρθρο 178ΑΚ όπου η λειτουργία των χρηστών ηθών έγκει-ται απλώς στη θέση φραγμών στην ιδιωτική αυτονομία θα πρέπει να νοηθεί λιγότερο αυστηρόraquo

4 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

όμως αυτό το κριτήριο επαρκές Προφανώς είναι αναγκαίο στο μέτρο που

καθιστά σαφές ότι ο δικαστής κατά τον προσδιορισμό του περιεχομένου των

χρηστών ηθών πρέπει να καθοδηγείται όχι από τις προσωπικές του αντιλή-

ψεις περί χρηστότητας αλλά από τις επικρατούσες στην κοινωνία βασικές

αξιολογικές παραστάσεις

Δεν πρέπει όμως να λησμονούμε ότι ο κόσμος των ανθρώπινων όντων ιδίως

σήμερα ακόμα και στην ίδια κοινωνία είναι πολυφωνικός και πολυδιάστα-

τος οι γνώμες διίστανται χωρίς να σημαίνει ότι οι κρίσεις μας δεν έχουν αξί-

ωση αντικειμενικότητας

Ενίοτε δε έχουν εμφανιστεί στην ελληνική νομολογία αποφάσεις που ερμή-

νευσαν με τόλμη ndashγια την εποχή τους- όχι μόνο την έννοια των χρηστών η-

θών αλλά και άλλες αόριστες νομικές έννοιες η εξειδίκευση των οποίων γί-

νεται πάντα με βάση τα ήθη όπως για παράδειγμα τον όρο οικογένεια υ-

περβαίνοντας προφανώς τις αντιλήψεις του κατά τον Μπαλή χρηστού και

εμφρόνως σκεπτόμενου κοινωνού9

Σημειώνουμε στο σημείο αυτό ότι ακριβώς τη μεγαλύτερη συζήτηση αλλά

και διαφωνίες για την αντίθεση ή μη στα χρηστά ήθη εγείρουν οι δικαιοπρα-

ξίες οι οποίες συνδέονται με νέα πρότυπα συμπεριφορών και σχέσεων (ε-

κτός γάμου συμβίωση ελεύθερη ένωση κοινωνικοσυναισθηματική συγγέ-

νεια συμβίωση ή και γάμος μεταξύ προσώπων του ιδίου φύλου) σχετιζόμε-

να με την ζωντανή πραγματικότητα τη διαρκώς ανανεούμενη λόγω της πο-

λιτισμικής ώσμωσης των κοινωνικών και τεχνολογικών εξελίξεων

9 Χαρακτηριστικό παράδειγμα μιας τέτοιας ερμηνείας η υπrsquo αριθμόν 1931976 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Καρδίτσης που επιδίκασε πρωτοποριακά για την εποχή της χρηματική ικανοποίηση λόγω ψυχικής οδύνης (932ΑΚ) υπέρ παρανόμου συζύγου (παλλακί-δας) η οποία όμως όπως αποδείχθηκε από τα πραγματικά περιστατικά που τέθηκαν υπrsquo όψιν του Δικαστηρίου ldquoείχε ταυτίσει την τύχη της με το θανόντα με τον οποίο συμβιούσε επί ολόκληρη τριακονταετίαrdquo Σημειώνεται μάλιστα ότι 30 χρόνια αργότερα το έτος 2004 όπου πλέον η ελεύθερη ένωση αποτελούσε μια συνήθη για τα κοινωνικά δεδομένα κατάσταση ο Ά-ρειος Πάγος με την υπrsquo αριθμόν 7752011 απόφαση του (Μέλος του Δικαστηρίου και η νυν Πρόεδρος του Βασιλική Θάνου-Χριστοφίλου) αναίρεσε παρόμοια απόφαση του Εφετείου Αθη-νών που επιδίκαζε χρηματική ικανοποίηση λόγω ψυχικής οδύνης στο σύντροφο 72χρονης θα-νούσας με το σκεπτικό ότι η laquoελεύθερη ένωσηraquo εντάσσεται στις de facto οικογενειακές σχέσεις δηλαδή στις laquoπαράτυπες ή αντικανονικές από νομικής απόψεως που βρίσκονται στο περιθώριο () της νομικής ζωήςraquo και ότι δεν γνωρίζεται στην ελληνική έννομη τάξη αντίστοιχη και μάλιστα ανάλογη προστασία της εξώγαμης συμβίωσης() Για την πληρότητα του ζητήματος να σημειώ-σουμε ότι πλέον μετά το Ν37082008 προβλέφθηκε το σύμφωνο συμβίωσης ενώ η εξώγαμη συμβίωση καλύπτεται Συνταγματικά και από το άρθρο 5 αλλά κατά την ορθότερη άποψη ως κατωτέρω και από το άρθρο 21 του Συντάγματος

5 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

Επομένως ως προς την ερμηνεία των χρηστών ηθών εν σχέσει με τις δικαιο-

πραξίες αυτές υπάρχουν δυο δυνατότητες

(1) Αν στηριχθούμε σε ένα κριτήριο επαρκές και ισχυρό που πιθανότατα

υπερβαίνει την ηθική του μέσου εμφρόνως σκεπτόμενου ανθρώπου

τότε δεν τίθεται θέμα αντίθεσης στα χρηστά ήθη όχι μόνο της υπό κρί-

ση δικαιοπραξίας αλλά και όλης της σχέσης και δεν τίθεται θέμα αντί-

θεσης στα χρηστά ήθη και όλης της σχέσης ούτε εγείρεται ζήτημα α-

ντισυνταγματικότητάς της

(2) Αν δεχτούμε ότι μια τέτοια σχέση βρίσκεται στο ldquoπεριθώριοrdquo10 της νο-

μικής ζωής και δεν τυγχάνει προστασίας τότε θα πρέπει να αξιολογή-

σουμε την δικαιοπραξία με κριτήριο τα κίνητρα των συμβαλλομένων

και όχι με γνώμονα την ευρύτερη αντίθεση της ζωής τους στα χρηστά

ήθη παρανόηση που πολύ συχνά λαμβάνει χώρα κατά την αξιολόγηση

με γνώμονα το άρθρο 178ΑΚ

β Η ιδέα της δικαιοσύνης

Αν λοιπόν το κριτήριο του χρηστού και εμφρόνως σκεπτόμενου ανθρώπου

όχι μόνο δεν αρκεί αλλά ενίοτε είναι ασύμβατο με την ερμηνεία από το δικα-

στή των χρηστών ηθών και των συνδεδεμένων με αυτά θεσμών μήπως θα

πρέπει να αναζητήσουμε την ορθή ερμηνεία των χρηστών ηθών σε μια ευρύ-

τερη αντίληψη για τη δικαιοσύνη όπως αυτή εκφράστηκε αρχικά από τον

Πλάτωνα και τον Αριστοτέλη και αργότερα από τους Ιδεαλιστές φιλοσό-

φους στηριζόμενοι σε υπερθετικές αρχές απορρέουσες από την Ιδέα της Δι-

καιοσύνης Το laquoαίσθημα δικαίουraquo που διαθέτει κάθε έλλογο ενταγμένο σε

κάθε κοινωνία ον είναι μια πρώτη σύλληψη των αρχών της δικαιοσύνης μια

πρώτη laquoαίσθησηraquo για το ορθό για το δίκαιο ή άδικο ενός νόμου ή μιας δικα-

στικής κρίσης ανεξάρτητη από την έλλογη επεξεργασία αλλά απορρέουσα

από τη διαίσθηση και σαφώς θα πρέπει να αποτελεί ερμηνευτικό κριτήριο

ιδίως όταν εξειδικεύονται αόριστες νομικές έννοιες ή γενικές ρήτρες Όμως

10 Θα ήταν πιο δόκιμος ο όρος βιοτικές σχέσεις laquoτου ελεύθερου από το δίκαιο χώρουraquo καθώς ο χαρακτηρισμός των σχέσεων αυτών ως ευρισκομένων στο laquoπεριθώριοraquo της νομικής ζωής όπως στην ανωτέρω αρεοπαγίτικη απόφαση μάλλον εμμέσως απαξιώνει τους ανθρώπους αυτούς που ίσως από επιλογή αλλά ίσως και από ανάγκη διαβιούν με αυτόν τον τρόπο και παραπέμπει στους laquoΑπόκληρουςraquo του Βίκτωρος Ουγκώ

6 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

αυτή η ευρύτερη αντίληψη του Δικαίου που δε στηρίζεται στο θετό δίκαιο

αλλά σε ευρύτερες θεμελιώδεις αξίες και υπερθετικές ενίοτε και μεταφυσι-

κές αρχές οδηγεί στον κίνδυνο μεταξύ άλλων ο δικαστής να υπερβεί το εύ-

ρος της εξουσίας του όπως αυτό διαγράφεται και ορίζεται στο Σύνταγμα και

να λάβει ρόλο νομοθέτη παραβιάζοντας την Αρχή της διάκρισης των εξου-

σιών Αυτό όμως θα προκαλούσε πέραν άλλων πλήγμα για το δημοκρατικό

πολίτευμα και τις αρχές του κράτους Δικαίου και ακόμα περισσότερο αφό-

ρητη ανασφάλεια δικαίου

5 Η θετικοποίηση των εξωδικαιϊκών αρχών στο Σύνταγμα αλλά και σε

διεθνή νομοθετήματα

Λύση στο διαγραφόμενο αδιέξοδο δίνει το ίδιο το θετό δίκαιο Το αστικό δί-

καιο αλλά και όλοι οι επιμέρους τομείς του Δικαίου παρά την αυτοτέλεια τους συ-

νέχονται μεταξύ τους υπό τη σκέπη του ανώτερου Νομοθετήματος ήτοι του Συ-

ντάγματος Εκεί ο συντακτικός νομοθέτης σοφά έκρινε ότι υπάρχουν διατάξεις

λίγες αλλά θεμελιώδεις που δεν υπόκεινται σε αναθεώρηση Είναι ακριβώς αυτές

που ανυψώνουν το θετό δίκαιο και το εμπλουτίζουν με προδικαιϊκές αρχές υπερ-

θετικές αρχές που πλέον όμως είναι εξοπλισμένες με συνταγματική ισχύ Είναι κυ-

ρίως η αξία του ανθρώπου η αρχής της ίσης μεταχειρίσεως του η ελεύθερη ανά-

πτυξη της προσωπικότητάς του και η προσωπική ελευθερία η ελευθερία της θρη-

σκευτικής συνειδήσεως Οι Αρχές αυτές είναι ακριβώς αυτές τις οποίες υιοθετεί

και προτάσσει ως έμφυτες στον άνθρωπο και η Οικουμενική Διακήρυξη των Δι-

καιωμάτων του Ανθρώπου αλλά και η Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Αν-

θρώπου (Ρώμη 1950) που αξιώνει ρητά μεταξύ άλλων το σεβασμό στην ιδιωτική

και οικογενειακή ζωή (άρθρο 8) την ελευθερία σκέψης συνείδησης και θρησκείας

(άρθρο 9) και την απαγόρευση των διακρίσεων φύλου φυλής χρώματος hellip γεν-

νήσεως ή άλλης καταστάσεως

Πρόκειται όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο καθηγητής Σταθόπουλος11 στον

θαυμάσιο λόγο του που εκφωνήθηκε κατά την τελετή υποδοχής του στην Ακαδη-

11 Βλ και Μ ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟΥ laquoΝομικός Θετικισμός και Ιδεαλισμός στη Σοφιστική Διδασκαλία και τον Πατωνισμόraquo που αποτελεί ανάπτυξη του εισητηρίου λόγου του στην Ακαδημία Αθηνών

7 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

μία Αθηνών laquoγια πλήρη θετικοποίηση του συνόλου των αρχών των πράγματι α-

ξιών σεβασμού και καθολικής αναγνώρισης για κάθε έλλογο άτομοhellipraquo

Μπορούν όμως αυτές οι αξίες τα ατομικά δικαιώματα να laquoτριτενεργήσουνraquo στο

ιδιωτικό Δίκαιο δεν περιορίζεται έτσι η ιδιωτική αυτονομία των συμβαλλομένων

6 Η έμμεση τριτενέργεια των συνταγματικών διατάξεων

Ιστορικά γενικά τα ατομικά δικαιώματα (είτε αυτά απορρέουν από αναθε-

ωρήσιμες ή μη διατάξεις) υπήρξαν δικαιώματα αμυντικά έναντι της αυθαιρεσίας

του κράτους12 Στο πεδίο του ιδιωτικού δικαίου και χάριν της αυτονομίας του οι

σχέσεις μεταξύ των ιδιωτών ήταν ρυθμισμένες με βάση κανόνες του ιδιωτικού δι-

καίου και ουδεμία συζήτηση εγένετο για τριτενέργεια τους Βεβαίως καθόσον τα

ατομικά δικαιώματα αποτελούν αξιολογήσεις του συντακτικού νομοθέτη ουδεμία

διάταξη ιδιωτικού δικαίου δεν μπορεί να αντιφάσκει προς το αξιολογικό τους σύ-

στημα

Μια άμεση όμως εφαρμογή τους στο ιδιωτικό δίκαιο θα αναιρούσε τη συμ-

βατική ελευθερία και θα αντιστρατευόταν τον ίδιο το συντακτικό νομοθέτη αφού

στο Σύνταγμα διακηρύσσεται επίσης η ελευθερία ανάπτυξης της προσωπικότητας

και η προστασία της ιδιωτικής οικονομικής πρωτοβουλίας η οποία όμως δεν πρέ-

πει να αναπτύσσεται σε βάρος της ελευθερίας και της ανθρώπινης αξιοπρέπειας

Βεβαίως μετά την αναθεώρηση του Συντάγματος το 2001 προσετέθη στο άρθρο

25 παρ1 το εδάφιο σύμφωνα με το οποίο laquoτα δικαιώματα του ανθρώπου ισχύ-

ουν και στις σχέσεις ιδιωτών στις οποίες προσιδιάζουνraquo και έτσι μέρος της θεωρί-

ας ερμηνεύει τη διάταξη αυτή ως laquoάμεσηraquo ισχύ των ατομικών δικαιωμάτων στις

σχέσεις μεταξύ των ιδιωτών13

Ορθότερα όμως και όπως θα αναλυθεί κατωτέρω τα δικαιώματα αποτελούν

ένα έμμεσο αξιολογικό κριτήριο το οποίο οφείλει ο ερμηνευτής να λαμβάνει υπrsquo

όψιν του κατά τη συγκεκριμενοποίηση των αόριστων νομικών εννοιών και των

γενικών ρητρών των νόμων όπως εδώ της διάταξης του ΑΚ178

12 Βλ ΠΔ ΔΑΓΤΟΓΛΟΥ Ατομικά Δικαιώματα σελ 84 και επ 13 Βλ ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟ Επιτομή Γενικού Ενοχικού σελ10 και ΦΙΛΙΠΠΟ ΣΠΥΡΟΠΟΥΛΟ Θεμελιώδη Δικαιώ-

ματα Γενικό Μέρος που μάλλον αμφιβάλλει για την άμεση τριτενέργεια των 8 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

Εξάλλου αν το Σύνταγμα αλλά και οι Ευρωπαϊκές Συμβάσεις εγγυώνται και

προστατεύουν τα ατομικά δικαιώματα αυτό προϋποθέτει ότι αυτά ενεργούν όχι

μόνο έναντι του κράτους αλλά έναντι όλων

Επομένως αν και η διαφοροποίηση των φύλων δεν απαγορεύεται κατrsquo αρ-

χήν στις ιδιωτικές σχέσεις μια άκρως δυσμενής μεταχείριση ενός προσώπου λόγω

του φύλου του θα μπορούσε να οδηγήσει σε ακυρότητα λόγω αντίθεσης στα χρη-

στά ήθη σύμφωνα με το άρθρο 178 ΑΚ Δηλαδή ο διαθέτης έχει κατrsquo αρχήν με βά-

ση την αρχή της ελευθερίας του διατιθέναι το δικαίωμα να επιλέξει ως τιμώμενο

κάποιον αποκλειστικά λόγω φύλου όμως η αντίθεση στα χρηστά ήθη θα θεμελιώ-

νεται μόνο όταν επιπλέον συντρέχει στο πρόσωπο του θιγομένου από την διαθήκη

το στοιχείο της ευλόγου προσδοκίας όπως αν πρόκειται για νόμιμο κληρονόμο14

Συμπερασματικά θα μπορούσαμε να υποστηρίξουμε ότι μια τέτοια θεώ-

ρηση του Συντάγματος και των υπερθετικών δικαιϊκών Αρχών που αυτό ενσω-

ματώνει και κατοχυρώνει πράγματι θα μπορούσε να εξηγήσει πειστικά και να

δικαιολογήσει όχι μόνο αποφάσεις αλλά και νόμους που εγείρουν συζητήσεις για

την αντίθεση τους ή μη στα χρηστά ήθη θα δικαιολογούσε την αναλογία δικαίου

στην οποία ενίοτε καταφεύγει η νομολογία μας για να καλύψει το δισταγμό του

νομοθέτη που δεν έχει δώσει ρητά λύση σε ζητήματα και προβλήματα που απορ-

ρέουν από τα κενά δικαίου που συνδέονται με νέα μορφώματα είτε αυτά είναι νο-

μικά αναγνωρισμένα είτε όχι15

14 Βλ ΠΔΔΑΓΤΟΓΛΟΥ Η τριτενέργεια των ατομικών δικαιωμάτων ΝοΒ 30780 και επ 15 Βλ όμως και υπrsquo αριθμόν 21712002 απόφαση του Εφετείου Αθηνών με παρατηρήσεις

ΓΛέκκα η οποία εξαφάνισε πρωτόδικη απόφαση που είχε δεχθεί αγωγή της μητέρας για ανα-γνώριση των παιδιών της που γεννήθηκαν με ετερόλογη τεχνητή σπερματέγχυση στην οποία ο μόνιμος σύντροφός της είχε συγκατατεθεί με το σκεπτικό ότι δεν πληρούνται οι προυποθέσεις για κατrsquo αναλογία εφαρμογή του άρθρου 1471 παρ2 εδ2 επειδή σαφώς προϋποθέτει γάμο και επαλλήλως διότι η αναλογία εδώ είναι ανεπίτρεπτη καθώς η συμφωνία εγγάμων που συζούν σε ελεύθερη ένωση για την απόκτηση ξένου βιολογικά τέκνου είναι άκυρη ως αμφιμερώς αντί-θετη στα χρηστά ήθη σύμφωνα με το άρθρο 178ΑΚ Όπως όμως σωστά αντιτάσσει ο ΓΛέκκας η νομολογία εφαρμόζει αναλογικά διατάξεις που αφορούν την έγγαμη συμβίωση και στην ε-λεύθερη ένωση αναγνωρίζοντας στους συμβιούντες δικαιώματα ενώ δικαιολογείται λόγω της αλματώδους ανάπτυξης της τεχνολογίας ως προς την υποβοήθηση της ανθρώπινης αναπαρα-γωγής η πλήρωση από το δικαστή του κενού δικαίου ως προς τη συγγένεια με την καθιέρω-ση της laquoκοινωνικοσυναισθηματικής συγγένειαςraquo η οποία εν μέρει είναι ήδη θετικοποι-ημένη μέσω των συνταγματικών αρχών της προστασίας της αξιοπρέπειας και της προ-σωπικότητας του κάθε παιδιού ανεξάρτητα από τον τρόπο σύλληψής του Τέλος όπως επι-σημαίνει ότι και ενόψει του παιδοκεντρικού χαρακτήρα του οικογενειακού δικαίου και κατrsquo αναλογία με την πάγια νομολογία των δικαστηρίων μας που δεν εξετάζουν αν οι εξώγαμες σχέσεις είναι αντίθετες στα χρηστά ήθη σε περίπτωση που η σχετική περιουσιακή επίδοση δε συνιστά αδικαιολόγητη περιφρόνηση προς τα εγγύτατα πρόσωπα της οικογένειας του διαθέτη δεν θα πρέπει να εξετάζεται αν οι εξώγαμες σχέσεις είναι αντίθετες στα χρηστά ήθη όταν δίδεται συγκατάθεση για τεχνητή γονιμοποίηση Παρά τα ανωτέρω σημειώνουμε ότι

9 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

Εξάλλου το Σύνταγμα προστατεύει μεν το γάμο όμως όπως προκύπτει από

τη διατύπωσή του προστατεύει αυτοτελώς και την οικογένεια ανεξάρτητα από

το αν αυτή στηρίζεται σε γάμο σε σύμφωνο συμβίωσης ή σε ελεύθερη ένωση διό-

τι ακριβώς αν ο συνταγματικός νομοθέτης ήθελε να περιορίσει τη θεσμική εγγύη-

ση μόνο στο γάμο θα ήταν περιττή η επιπλέον ξεχωριστή μνεία στην οικογένεια

Σε κάθε περίπτωση η ελεύθερη ένωση μάλλον προστατεύεται και με βάση το άρ-

θρο 5 παρ1 που κατοχυρώνει την ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας16

Ακόμα λοιπόν και αν η αναγνώριση και προστασία τέτοιων σχέσεων αφορά

μόνο το κράτος η αναγνώριση αυτή έχει νομική σημασία για το σύνολο της εννό-

μου τάξεως διότι περιέχει ένα αξιολογικό κριτήριο το οποίο λαμβάνεται υπrsquo όψιν

κατά την συγκεκριμενοποίηση αόριστων εννοιών όπως πχ αυτή της οικογένειας

της συγγένειας και συνακόλουθα των σχετικών με αυτές γενικών ρητρών όπως

εδώ των χρηστών ηθών

Τέλος αξίζει να επισημανθεί ότι βεβαίως το Σύνταγμα ως θεμελιώδης υπέρ-

τατος γενικός καθολικός και αυστηρός νόμος δυσχερώς αναθεωρείται αφού

συνδέεται άρρηκτα με το πολίτευμα και την κρατική εξουσία και υιοθετεί αρχές

και κανόνες με στόχο τη μακροπρόθεσμη διακυβέρνηση της πολιτείας Ωστόσο ο

συνεχής μετασχηματισμός των κοινωνιών απαιτεί για να μην παραμείνει το Σύ-

νταγμα laquoνεκρό γράμμαraquo -αφού ορθά δεν αναθεωρείται εύκολα- αφrsquo ενός να συ-

μπορεύεται με το διεθνές δίκαιο17 και αφrsquo ετέρου να ερμηνεύεται ώστε να αντα-

νακλά τον πολιτισμό τις αξίες και τις δικαιϊκές αρχές ακολουθώντας τις σύγχρο-

νες εξελίξεις18

7 Κατηγοριοποίηση ανήθικων δικαιοπραξιών

Η πράξη έχει δείξει ότι η αντίθεση στα χρηστά ήθη συνήθως διαγιγνώσκεται

λόγω της συνδρομής πλειόνων συγχρόνως αρνητικών παραγόντων που δρουν

ο Άρειος Πάγος επικύρωσε την εν λόγω Εφετειακή απόφαση υιοθετώντας το σκεπτικό της με την υπrsquo αριθμόν 142004 απόφασή του

16 Βλ ΠΦΙΛΙΟ Οικογενειακό Δίκαιο σελ37 17 Ήδη έχει προβλεφθεί συνταγματικά στο άρθρο 2 παρ2 18 Βλέπε συγκριτικά μεταξύ άλλων και το πολύ ενδιαφέρον δόγμα του laquoliving treeraquo που αφορά

τη ζωντανή εξελικτική ερμηνεία του Συντάγματος όπως αυτή αναπτύχθηκε από το Α-νώτατο Δικαστήριο του Καναδά σε παλαιότερη απόφαση του για το γάμο μεταξύ ομοφύ-λων (2004) όπου σε ερώτημα που του τέθηκε για την αντίθεση ή όχι του πολιτικού γάμου με το Σύνταγμα υποστήριξε ότι οι παγωμένες στο χρόνο συνταγματικές ερμηνείες έρχονται σε πλήρη αντίθεση με το δόγμα του living tree (3 SCR 698 2004 Supreme Canadian Court 79)

10 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

από κοινού στο πλαίσιο της ίδιας δικαιοπραξίας χωρίς αυτό να αποκλείει τον α-

νήθικο χαρακτήρα μιας δικαιοπραξίας εξ ενός και μόνο στοιχείο όπως κυρίως στις

περιπτώσεις που προσβάλλεται η αξίας του ανθρώπου (πχ ρήτρα αγαμίας απα-

γόρευσης εργασίας κλπ)

Μια πρώτη κατηγοριοποίηση όμως αντίθεσης στα χρηστά ήθη μπορεί να

γίνει με βάση το αν αυτή προκύπτει από το περιεχόμενο τους

Η ανηθικότητα ων δικαιοπραξιών μπορεί να προκύπτει

α Από το ίδιο το περιεχόμενό τους

Πρόκειται για τη λεγόμενη laquoενδογενήraquo ανηθικότητα όπου το περιεχόμενο

τους καθrsquo εαυτό και αντικειμενικά αντιτίθεται σε αξίες των οποίων η έννομη

τάξη επιδιώκει την πραγμάτωση Χαρακτηριστικές περιπτώσεις αυτής της

κατηγορίας είναι κυρίως οι συμβάσεις οι οποίες ενέχουν υπέρμετρη δέσμευ-

ση της προσωπικής ελευθερίας των συμβαλλομένων Στην έννοια της ελευ-

θερίας περιλαμβάνονται και όλα τα συνταγματικώς κατοχυρωμένα δικαιώ-

ματα όπως η ελευθερία εγκατάστασης το δικαίωμα στην ιδιωτική ζωή η ε-

λεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας

Στις περιπτώσεις αυτές όπως και στις περιπτώσεις του άρθρου 174 ΑΚ δεν

τίθεται ζήτημα μομφής κατά των δικαιοπρακτούντων διότι ο χαρακτήρας

του ανήθικου προσδίδεται εδώ από κριτήρια συνυφασμένα με την συνταγ-

ματικά κατοχυρωμένες αξίες της ελεύθερης ανάπτυξης της προσωπικότητας

της αξιοπρέπειας του ανθρώπου

β Από το σκοπό της δικαιοπραξίας

Πρόκειται για τη λεγόμενη laquoεξωγενήraquo ανηθικότητα που διαγιγνώσκεται με

αξιολόγηση και όλων των συνοδευουσών αυτή συνθηκών και περιστάσεων

όχι μόνο υποκειμενικής φύσεως όπως η πρόθεση εκμετάλλευσης του δια-

πραγματευτικά ασθενέστερου αντισυμβαλλόμενου η γνώση κρίσιμων συνο-

δευτικών περιστατικών (δωρεά μη μεταγεγραμμένη) ή σκοπός η δικαιοπρα-

ξία να βλάψει τα συμφέροντα της ολότητας ή τρίτων αλλά και αντικειμενι-

κής φύσεως περιστάσεων με χαρακτηριστικά εδώ παραδείγματα την αδυ-

ναμία εικονικού εγγυητή να ανταποκριθεί σε αναλαμβανόμενη υποχρέωση

αλλά κυρίως την αναλυόμενη κατωτέρω καταπλεονεκτική δικαιοπραξία

γ Από το συνδυασμό του περιεχομένου της δικαιοπραξίας με το σκοπό

και τα κίνητρα που ώθησαν τον δικαιοπρακτούντα σε ενιαίο σύνολο

11 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

όπως πχ δωρεά σε πρόσωπο με το οποίο ο δωρητής διατηρούσε ανήθικες

σχέσεις ή ακόμα χαρακτηριστικότερα η λεγομένη διαθήκη της ερωμένης19

Στις περιπτώσεις αυτές τα κίνητρα ο σκοπός και τα ελατήρια που ώθησαν

στην εν λόγω δικαιοπραξία ανάγονται στα παραγωγικά αίτια της βούλησης

του διαθέτη ή δωρητή αντίστοιχα και καθίσταται έτσι δυσχερής ο σχηματι-

σμός δικανικής πεποίθησης για πραγματικά περιστατικά που αποτελούν το

αντικείμενο της αντίθεσης στα χρηστά ήθη

Αυτό όμως σημαίνει ότι γα τη διερεύνηση της δικαιοπρακτικής βούλησής

του υπεισερχόμαστε και στον τρόπο ζωής του δωρητή ή του διαθέτη κιν-

δυνεύοντας να αξιολογήσουμε την αντίθεση στα χρηστά ήθη όχι με γνώμονα

την αντίθεση της στα χρηστά ήθη αλλά τη γενικότερη αντίληψή μας ότι ο εν

λόγω συμβαλλόμενος διήγε βίο ανήθικο Αυτό όμως αποτελεί μια ανεπίτρε-

πτη και επικίνδυνη γενίκευση που μας αποπροσανατολίζει από το ζητούμε-

νο20

Κατά κανόνα η ελληνική νομολογία δεν εξετάζει ndashορθά- αν οι εξώγαμες ερω-

τικές σχέσεις είναι αντίθετες ή μη στα χρηστά ήθη Ορθώς διότι όπως ανω-

τέρω αναφέρθηκε η εν γένει ανήθικη συμπεριφορά του διαθέτη δεν επιδρά

στο κύρος της δικαιοπραξίας αν αυτή δεν έγινε από ευτελή κίνητρα

Παραδόξως όμως η νομολογία έχει εισαγάγει ένα άλλο κριτήριο εξίσου αμ-

φίβολο συγκρίνοντας το δεσμό του διαθέτη με την οικογένεια του και τις

σχέσεις του με πρόσωπα εκτός οικογενείας

Έτσι συνήθως γίνεται δεκτό ότι ακόμα και αν ο διαθέτης καταλείπει περιου-

σία σε πρόσωπο με το οποίο τελεί σε σχέση παλλακείας η διαθήκη δεν αντί-

κειται στα χρηστά ήθη εκτός εάν συνιστά εκδήλωση αδικαιολόγητης περι-

φρόνησης προς εγγύτατα πρόσωπα της οικογένειας του που μπορεί να είναι

και τα αδέλφια του21

19 Η αρχική διάκριση του ανήθικου των δικαιοπραξιών στο βιβλίο του Π ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ laquoΔικαιο-πραξίες αντίθετες στα χρηστά ήθηraquo εντάσσει και την εν λόγω τρίτη κατηγορία στη β Εδώ προ-κειμένου να αναδειχθεί η ιδιαιτερότητα της συγκεκριμένης κατηγορίας και η δυσκολία διάκρι-σης της αντίθεσης της στα χρηστά ήθη προτιμάται η υποκατηγοριοποίηση του ΒΟΥΖΙΚΑ (Κλη-ρονομικό Δίκαιο σελ667 και επ) όπως αυτή έχει διαμορφωθεί ιδίως για τις διαθήκες από τη νομολογία

20 Βλ και ΙΣΜΗΝΗ ΑΝΔΡΟΥΛΙΔΑΚΗ-ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗ laquoΗ αντίθεση της διαθήκης στα χρηστά ήθηraquo ΝοΒ30 1236

21 Βλ και ΑΠ2311982 Α Τμήμα όπου ο διαθέτης κατέστησε μόνους κληρονόμους τη σύζυγο και την κόρη του ενώ με κληροδοσία κατέλειπε ανώνυμες μετοχές στην γραμματέα του με την ο-ποία διατηρούσε ερωτικές σχέσεις Παράλληλα όμως της είχε δωρίσει εν ζωή χρήματα για αγο-

12 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

Η αξιολόγηση αυτή αντιβαίνει στην ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότη-

τας του διαθέτη εφόσον πλην της νομίμου μοίρας ο διαθέτης δικαιούται να

καταλείπει την υπόλοιπη περιουσία του σε τρίτα πρόσωπα Ούτε βέβαια το

ηθικό καθήκον προς άπορους ή μειονεκτούντες συγγενείς μπορεί να αναχθεί

σε νομική υποχρέωση

Το κριτήριο της ανηθικότητας δεν είναι η περιφρόνηση του διαθέτη προς τη

νόμιμη οικογένειά του όπως αυτή ερμηνεύεται από τη νομολογία αλλά το

αν η κατάληψη στην ερωμένη καθεαυτή γίνεται για ταπεινά κίνητρα ή για

λόγους ευγνωμοσύνης Στην πρώτη περίπτωση καταφανώς η διαθήκη αντί-

κειται στα χρηστά ήθη στη δεύτερη όμως οφείλει η έννομη τάξη να την ανε-

χτεί ως αναφαίρετο δικαίωμα του διαθέτη να συνδέεται ψυχικά με άλλους

πλην της οικογένειας με τη στενή έννοια22 αναγνωρίζοντας ότι ακόμα και

σε ένα πλαίσιο μιας ίσως μη ηθικής σχέσης τα μέρη αυτής διαθέτουν αξιο-

πρέπεια και ευγενή κίνητρα

8 Τα ενδιάμεσα σκαλοπάτια κατηγοριοποίησης των ανήθικων δικαιο-

πραξιών

Λόγω ακριβώς της αοριστίας της ρήτρας των χρηστών ηθών του άρθρου

178ΑΚ (σε αντίθεση με το άρθρο 179ΑΚ) είναι αδύνατο αυτή στη συγκεκριμένη

μορφή της να καταστεί ένα ρυθμιστικό πρότυπο στο οποίο θα μπορεί απευθείας

να ενταχθεί η υπό κρίση δικαιοπραξία

Για το λόγο αυτή η επιστήμη με τη μορφή ενός κινητού συστήματος23 α-

ντλώντας το υλικό της από την πλούσια νομολογία αλλά και από τη δογματική

και δικαιοσυγκριτικά δεδομένα δημιουργεί ενδιάμεσα κριτήρια laquoσκαλοπάτιαraquo

ήτοι τυποποιημένα ειδικά πραγματικά που διευκολύνουν την ασφαλή και ελέγξι-

μη ένταξη της κρινόμενης δικαιοπραξίας στο ρυθμιστικό πεδίο της συγκεκριμένης

ρήτρας

ρά ακινήτων κοσμήματα φορέματα κλπ μεγάλης αξίας Όμως καθώς η συνολική περιουσία που κατέλιπε στους νόμιμους κληρονόμους του υπερκάλυπτε τη νόμιμη μοίρα και επιπρόσθετα επειδή οι λοιποί συγγενείς του δεν είχαν ανάγκη οικονομικής ενίσχυσης το Δικαστήριο έκρινε ότι η διαθήκη δεν αποτελούσε εκδήλωση περιφρόνησης προς τη νόμιμη οικογένειά του

22 Για την έννοια της οικογένειας βλ και ΠΑΤΕΡΑΚΗ σελ292-303 laquoη προβληματική του όρου οικογέ-νειαraquo

23 βλΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ ως άνω 13 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

Βέβαια ακόμα και στις περιπτώσεις αυτές οι εν λόγω ομάδες δεν είναι οριο-

θετημένες σαφώς μεταξύ τους καθώς ενίοτε το βασικό αξιολογικό στοιχείο το ο-

ποίο αναδεικνύει την αντίθεση στα χρηστά ήθη μπορεί να εμφανίζεται και σε μια

άλλη ομάδα να επικαλύπτονται ή να αλληλοαποκλείονται όπως για παράδειγμα

το στοιχείο της ανισότητας των συμβαλλομένων απαντά και στην καταδυναστευ-

τική αλλά και στην καταπλεονεκτική δικαιοπραξία

Συγκεκριμένα24

α Δικαιοπραξίες για τις οποίες επαπειλείται ακυρότητα προς σκοπόν

την προστασία των συμφερόντων του αντισυμβαλλόμενου

Εδώ υπάγονται

(1) Οι περιπτώσεις των καταδυναστευτικών συμβάσεων οι οποίες απο-

τελούν με τα ειδικότερο πραγματικό τους ξεχωριστή ομάδα αντίθεση

στα χρηστά ήθη (179 ΑΚ)

(2) Αυτές που θέτουν εν κινδύνω το δικαίωμα της αυτοδιάθεσης σε ζη-

τήματα απολύτως ελεύθερης επιλογής του προσώπου όπως αυτές

που οδηγούν στη δέσμευση του αναφορικά με ζητήματα για τα οποία

πρέπει να μείνει ελεύθερο από κάθε εξαναγκασμό αρχή σύμφωνα με το

Σύνταγμα αλλά και την αρχή της προστασίας της προσωπικότητας του

άρθρου 57ΑΚ όπως η διάταξη τελευταίας βουλήσεως που καταλείπει

υπό την αίρεση της αγαμίας τη θρησκείας της αλλαγής τόπου κατοικί-

ας της επιλογής συγκεκριμένου επαγγέλματος

(3) Κάθε δικαιοπραξία που εμπορευματοποιεί αποφάσεις αναγόμενες

στη σφαίρα της απολύτου ελευθερίας του προσώπου ή την άσκηση

επιβαλλομένου από την ηθική καθήκοντος Εδώ κυρίως η απαξία

προσδίδεται λόγω της συμφωνίας για παροχή αμοιβής ή γενικότερα

περιουσιακής φύσεως ωφελημάτων ως μέσο επίδειξης από τον αντι-

24 Για μια διαφορετική κατηγοριοποίηση περιεκτικότερη και ίσως ευκρινέστερη βλ και Γνωμο-δότηση ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟΥ-ΛΑΔΟΓΙΑΝΝΗ με αντικείμενο τα laquoΚριτήρια αντίθεσης συμφώνου προτίμησης στα χρηστά ήθηraquo ΧρΙδΔ ΙΒ2012 όπου μνημονεύονται πέντε κύριες κατη-γορίες-κριτήρια ήτοι 1) η υπερβολική δέσμευση της ελευθερίας του προσώπου 2) η καταπλεονέκτηση (179β ΑΚ) 3) η εκμετάλλευση μιας θέσης ισχύος που μπορεί να έχει κάποιος στην αγορά 4) η πρόκληση βλάβης σε τρίτους και 5) η σοβαρή δυσαναλογία παροχής και αντιπαροχής Εδώ ακολουθήθηκε η κατηγοριοποίηση του Π ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ η οποία είναι μεν υπεραναλυτική αλλά ταυτόχρονα περιλαμβάνει κατrsquo εκτίμηση όλες τις μέχρι τώρα εμφανισθείσες περιπτώσεις αντιθέσεως στα χρηστά ήθη

14 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

συμβαλλόμενο συμπεριφοράς που ανάγεται στη σφαίρα της απολύτου

ελευθερίας του ή από επιβαλλόμενα από την ηθική καθήκοντα

(4) Κάθε δικαιοπραξία που οδηγεί σε υπέρμετρη επιβάρυνση του συναλ-

λακτικά ασθενέστερου και ιδίως του εγγυητή Εδώ πέραν των κλα-

σικών καταπλεονεκτικών συμβάσεων ανήκουν κυρίως οι laquoοιονεί οι-

κογενειακές εγγυήσειςraquo όπου πρόσωπα στερούμενα περιουσίας ώστε

να αναλάβουν υποχρεώσεις συνάπτουν συμβάσεις εγγυήσεως με το

δανειστή μέλους της οικογένειας τους Η νομική σκέψη που δικαιολο-

γεί εδώ την ανηθικότητα έγκειται στην ανάληψη υπέρμετρων συμβα-

τικών επιβαρύνσεων που δεν ανάγονται στην πραγματικά ελεύθερη

δικαιοπρακτική βούληση του εγγυητή ο οποίος πράττει τούτο κοινω-

νικοτυπικά λόγω της συγγενικής σχέσης ευρισκόμενος σε μειονεκτική

διαπραγματευτικά θέση έναντι του δανειστή

β Δικαιοπραξίες για τις οποίες επαπειλείται ακυρότητα προς σκοπόν

την προστασία των συμφερόντων τρίτων

Εδώ υπάγονται

(1) Δικαιοπραξίες προς ματαίωση ήδη θεμελιωμένων ενοχικών απαιτή-

σεων τρίτων όπου η βλάβη του αντισυμβαλλομένου προκαλείται από

την καταχρηστική άσκηση της συμβατικής ελευθερίας Εδώ υπάγονται

η παρώθηση κάποιου σε αθέτηση των συμβατικών υποχρεώσεων του

η απόσπαση προσωπικού που βρίσκεται σε υπηρεσία άλλου

(2) Δικαιοπραξίες προς βλάβη των περιουσιακών συμφερόντων των δα-

νειστών όπου αντικείμενο δεν είναι συγκεκριμένα αλλά γενικά τα πε-

ριουσιακά συμφέροντα τρίτων που παραπλανόνται σε σχέση με την

πιστοληπτική ικανότητα του αντισυμβαλλομένου τους

(3) Δικαιοπραξίες που καταχρώνται τη θέση εμπιστοσύνης έναντι τρί-

του με κλασικό παράδειγμα της κατηγορίας αυτής που αντιπρόσωπος

κάποιου συμβάλλεται με τρίτο κατά τρόπο ώστε να βλάψει τα συμφέ-

ροντα του εντολέως του

(4) Συμφωνίες περί μη θεματισμού σε δημόσιο πλειστηριασμό ή υποβο-

λής προσφοράς μέχρι ορισμένου ποσού όταν η συμφωνία είναι πρό-

σφορη να βλάψει τα συμφέροντα είτε του οφειλέτη είτε των δανει-

στών

15 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

γ Δικαιοπραξίες για τις οποίες επαπειλείται ακυρότητα προς σκοπόν

την προστασία των συμφερόντων της ολότητας

Εδώ ανήκουν προεχόντως δικαιοπραξίες που αντιβαίνουν σε συνταγ-

ματικής κυρίως φύσεως επιταγές και κυρίως

(1) Δικαιοπραξίες που προσβάλλουν τη συνταγματική τάξη όπως αυτές

που ενέχουν αθέμιτο περιορισμό του δικαιώματος αυτοδιάθεσης του

προσώπου

(2) Δικαιοπραξίες που διαταράσσουν την εύρυθμη λειτουργία του κρά-

τους και των Υπηρεσιών του όπως αυτές που σκοπούν στη διευκό-

λυνση παρανόμων πράξεων συμβάσεις με τις οποίες επιδιώκεται η

φοροδιαφυγή κλπ

(3) Δικαιοπραξίες που διαταράσσουν την οικονομική τάξη όπως αυτές

που παρακωλύουν εμποδίζουν ή περιορίζουν την ελεύθερη λειτουργία

του ανταγωνισμού στο μέτρο που δεν υπάγονται στις απαγορευτικές

διατάξεις των άρθρων 1 και 2 του Ν39592011

(4) Δικαιοπραξίες που προσβάλλουν τα σεξουαλικά ήθη και την οικογε-

νειακή τάξη Μολονότι συντελείται σημαντική μεταβολή της στάσης

της έννομης τάξης ως προς τα ζητήματα αυτά εδώ υπάγονται κυρίως

συμφωνίες για την επrsquo ανταλλάγματι τέλεση σεξουαλικής πράξης ως

αντικείμενης στην αξιοπρέπεια του ατόμου συμφωνίες που προ-

σκρούουν στην ηθική ουσία του γάμου ή τη συγγένεια όπως η συμφω-

νία αμοιβής για σύναψη εικονικού γάμου οι συμφωνίες μεσολάβησης

για εύρεση κυοφόρου γυναίκας και πώλησης γενετικού υλικού κλπ

(5) Δικαιοπραξίες που αντιτίθεται στο επαγγελματικό ήθος όπως συμ-

φωνίες για προσπόριση τίτλου ή αξιώματος έναντι οικονομικού ανταλ-

λάγματος (υποβοήθηση σε συγγραφή διδακτορικής διατριβής) συμ-

φωνίες πωλήσεως δικηγορικών γραφείων (κυρίως από τη γερμανική

νομολογία) όταν in concreto δικαιολογείται ο φόβος ότι ο νέος διευ-

θύνων θα το διευθύνει με τρόπο που δε συνάδει στις απαιτήσεις της

εύρυθμης απονομής της δικαιοσύνης κλπ

9 Κρίσιμος χρόνος διαγνώσεως της αντίθεσης στα χρηστά ήθη

16 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

Κατά την κρατούσα γνώμη κρίσιμος χρόνος για την κρίση της αντίθεσης μιας

δικαιοπραξίας στα χρηστά ήθη είναι ο χρόνος κατάρτισής της διότι η ανηθικότη-

τα ή μη μιας δικαιοπραξίας δεν μπορεί παρά να κρίνεται με βάση τις ισχύουσες

κατά την κατάρτισή της ηθικές και θεμελιώδεις αρχές

Περαιτέρω όμως ορθότερο είναι να δεχθεί κανείς ότι η μεταβολή και εξέλιξη

της έννοιας των χρηστών ηθών δεν μπορεί αναδρομικά να επηρεάσει προς το χεί-

ρον την αξιολόγηση της ρυθμίσεως που όταν συνήφθη τα μέρη πίστευαν ότι είναι

σύμφωνη με τα χρηστά ήθη εκτός αν πρόκειται για σύμβαση διαρκείας οπότε

πλέον τα αποτελέσματά της αντίκεινται στα χρηστά ήθη όπως αυτά θα έχουν δι-

αμορφωθεί

Αντίθετα όταν μια δικαιοπραξία ήταν αντίθετη στα χρηστά ήθη κατά το χρό-

νο σύνταξη της αλλά λόγω μεταβολής της ερμηνείας των χρηστών ηθών ή λόγω

μεταβολής των πραγματικών περιστατικών πλέον το περιεχόμενο είναι συμβατό

με αυτά ορθότερη είναι η ευεργετική αναδρομικά ίαση της και η επέλευση των

εννόμων συνεπειών της ιδιαίτερα σε περιπτώσεις διατάξεων τελευταίας βουλή-

σεως

10 Ακυρότητα

α Απόλυτη ή σχετική

Η αντίθεση μιας δικαιοπραξίας στα χρηστά ήθη συνεπάγεται σύμφωνα με

την ΑΚ 178 ακυρότητα της δικαιοπραξίας Δεν θα ανταποκρινόταν στο νόη-

μα και στο σκοπό της ρήτρας η διατήρηση του κύρους της δικαιοπραξίας να

επαφίεται στη βούληση των μερών αφού πέραν των άλλων η συγκεκριμένη

διάταξη προστατεύει μεταξύ άλλων και το γενικό συμφέρον25 Αυτό όμως θα

είχε ως αποτέλεσμα ειδικά σε περιπτώσεις που η ανηθικότητα στρέφεται

μόνο κατά του αντισυμβαλλόμενου και όχι κατά της ολότητας η ακυρότητα

να λαμβάνεται αυτεπαγγέλτως υπrsquo όψιν και να μπορεί και ο ίδιος ο ενεργή-

σας ανήθικα να την επικαλεστεί

Γιrsquo αυτό το λόγο σε περιπτώσεις που η ανηθικότητα δεν προκύπτει από το

περιεχόμενό της αλλά από τις περιστάσεις 26 όπως στις περιπτώσεις των

καταπλεονεκτικών δικαιοπραξιών η ακυρότητα δεν παρίσταται δικαιολο-

25 Βλ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ όπως πιο πάνω και ΓΕΩΡΓΙΑΔΗ-ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟ ΕρμΑΚ άρθρο 178 σελ 276 ΝΙΚΟ-ΛΟΠΟΥΛΟ Γεν Αρχές σελ 314-315

26 Βλ ομοίως ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ Δικαιοπραξίες αντίθετες προς τα χρηστά ήθη 17 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

γημένη Ορθότερο λοιπόν θα ήταν να είναι σχετική ώστε να καταστεί δυνα-

τή η απολαβή της παροχής με δικαιότερους όρους

β Συνολική ή μερική

Όσον αφορά την ακυρότητα της σύμβασης στο σύνολο ή σε μέρος αυτής αν

η ανηθικότητα πλήττει μόνο μια μεμονωμένη συμβατική ρήτρα δυναμένη να

αποχωριστεί από τη σύμβαση και αυτή να δύναται να πραγματώσει το σκο-

πό της τότε η ακυρότητα μπορεί να περιοριστεί στη ρήτρα αυτή

Αναλογικά και κυρίως ως ανωτέρω αναφέρθηκε σε περιπτώσεις καταπλεο-

νεκτικών ή καταδυναστευτικών δικαιοπραξιών η μερική ακυρότητα θα μπο-

ρούσε να είναι δυνατή με την έννοια της αφαίρεσης του αδίκου μέρους της

ώστε αυτή να μπορεί να ισχύσει με το υπόλοιπο ορθό περιεχόμενό της Αμ-

φισβητείται όμως αν αυτό ανταποκρίνεται στα εύλογα συμφέροντα των α-

ντισυμβαλλομένων και ιδίως του ισχυρότερου μέρους που η πραγματική ή

εικαζόμενη βούληση του μάλλον θα κατατείνει στην ακύρωση της δικαιο-

πραξίας

Βέβαια όσον αφορά τη σχέση του 178 ΑΚ με το 181 ΑΚ στην ερμηνεία αυτής

έχουν υπεισέλθει αντικειμενικοί παράγοντες όπως ο σκοπός του κανόνα δι-

καίου που θεσπίζει την ακυρότητα διότι άλλως με την αποδοχή της ολικής

ακυρότητας ματαιούται ο προστατευτικός σκοπός της διάταξης Επομένως

ορθότερο είναι στις περιπτώσεις αυτές η ακυρότητα ή μη της σύμβασης να

καταλίπεται στο ασθενέστερο μέρος

γ Ακυρότητα στις αιτιώδεις και αναιτιώδεις δικαιοπραξίες

(1) Στις αιτιώδεις δικαιοπραξίες αν η αιτία είναι άκυρη άκυρη είναι και η

αιτιώδης δικαιοπραξία Επομένως αν η υποσχετική σύμβαση η οποία

αποτελεί την αιτία εκποιητικής δικαιοπραξίας (πχ μεταβίβασης κυ-

ριότητας ακινήτου) άκυρη λόγω αντίθεσης στα χρηστά ήθη συμπαρα-

σύρει σε ακυρότητα και την εμπράγματη δικαιοπραξία το κύρος της

οποίας εξαρτάται από την ύπαρξη εγκύρου αιτίας

Για το λόγο αυτό η αναζήτηση της παροχής γίνεται με διεκδικητική

αγωγή

(2) Αντίθετα στις αφηρημένες ή αναιτιώδεις δικαιοπραξίες το κύρος των

οποίων δεν εξαρτάται από την ύπαρξη και το κύρος της αιτίας ούτε

αυτή αποτελεί στοιχείο του πραγματικού τους η έλλειψη αιτίας ή η

18 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

ακυρότητα αυτής καταρχήν δεν επηρεάζει το κύρος τους ο δε διαθέ-

σας έχει (αν δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις του 907ΑΚ) μόνο την α-

ξίωση αδικαιολογήτου πλουτισμού Χαρακτηριστικά παραδείγματα της

κατηγορίας αυτής είναι από τις μεν υποσχετικές δικαιοπραξίες η αφη-

ρημένη υπόσχεση χρέους ενώ από τις εκποιητικές η μεταβίβαση κυριό-

τητας κινητού Δικαιολογητικός λόγος της τελευταίας είναι η ταχύτητα

και η ασφάλεια των συναλλαγών καθώς οι διάδοχοι του αποκτώντος

αποκτούν έγκυρα από αυτόν ακόμα και αν αυτός είχε αποκτήσει βάσει

μιας άκυρης υποσχετικής δικαιοπραξίας Επιπλέον διευκολύνεται η α-

πόδειξη κτήσης του δικαιώματος αφού αυτός που υποστηρίζει ότι εί-

ναι δικαιούχος οφείλει και αρκεί να αποδείξει μόνο της εκποιητική δι-

καιοπραξία και όχι την αιτία αυτής

Το ότι η αναιτιώδης δικαιοπραξία είναι γενικά ανεξάρτητη από το κύ-

ρος της αιτίας δε σημαίνει ότι δεν υπάρχει αιτία γιrsquo αυτή αλλά ότι η αι-

τία δεν αποτελεί ως άνω αναφέρθηκε στοιχείο του πραγματικού της

Επομένως η laquoηθικά άχρωμηraquo αναιτιώδης δικαιοπραξία μπορεί κατά

περίπτωση να θεωρηθεί άκυρη με διάσπαση της αρχής του αναιτιώ-

δους όταν σε περίπτωση αντίθεσης της δικαιοπραξίας στα χρηστά ήθη

η ανηθικότητα αφορά όχι μόνο την ενοχική αλλά και την εμπράγματη

δικαιοπραξία27 Αν και κατά κανόνα η απλή μεταβίβαση της κυριότη-

τας είναι laquoηθικά άχρωμηraquo αφού τα κίνητρα για την κατάρτιση της ανά-

γονται στην ενοχική δικαιοπραξία αν in concreto διαγνωστεί ότι η επί-

δοση του περιουσιακού αντικειμένου έγινε χάριν τελέσεως ανήθικης

συμπεριφοράς ή ότι η ανήθικη αιτία αποτέλεσε αίρεση για την εκποιη-

τική δικαιοπραξία η ανηθικότητα πλήττει και την εμπράγματη δικαιο-

πραξία καθιστώντας αυτή άκυρη (βλ179ΑΚ) άκυρη δε και οποιαδήπο-

τε περαιτέρω μεταβίβαση

Πάντως γίνεται δεκτό και στην ελληνική αλλά και στη γερμανική νομο-

λογία ότι τα χρήματα που προκαταβάλλονται σε laquoπόρνηraquo για πραγμα-

τοποίηση σαρκικής επαφής μαζί της μεταβιβάζονται σrsquo αυτή κατά κυ-

ριότητα με την παράδοση τους αφού ως ανωτέρω αναφέρθη η ακυρό-

27 Βλ και ΑΠ ΓΕΩΡΓΙΑΔΗ Εγχειρίδιο Εμπρ Δικαίου παρ43 48 καθώς και ΑΠ ΓΕΩΡΓΙΑΔΗ Γ Αρχές ΑστΔικαίου διακρίσεις των δικαιοπραξιών

19 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

τητα της υποσχετικής δικαιοπραξίας δεν συμπαρασύρει την εμπράγμα-

τη αφού η μεταβίβαση χρημάτων είναι πράξη ηθικά ουδέτερη28

Ακριβώς επειδή η παροχή είναι έγκυρη αυτή δεν αναζητείται (εκτός

και μόνο αν το ανήθικο της αιτίας δεν βαρύνει τον δόντα) Αν βαρύνει

και αυτόν ή πολύ περισσότερο μόνο αυτόν τότε δεν αναζητείται

Πράγματι θα ήταν παράδοξο η έννομη τάξη να προστατεύει πρόσωπα

που μετήλθαν ανήθικων μέσων και προέβησαν σε δελεαστικές παροχές

για την επίτευξη μιας ανήθικης συμπεριφοράς και να τα επιβραβεύει με

την επιστροφή σε αυτά των έστω και άνευ ανταλλάγματος δοθέντων

ακόμα και στην εξαιρετική περίπτωση που και ο λήπτης βαρύνεται με

ανηθικότητα Η ρωμαϊκή αρχή laquoεν ίση αισχρότητι κρείσσων ο νεμόμε-

νοςraquo ορθά βρίσκει εδώ την εφαρμογή της29

Η ακυρότητα είναι αναδρομική (ex tunc) εκτός από τις διαρκείς συμ-

βάσεις (πχ σύμβαση εργασίας) Σε αυτές γίνεται δεκτό ότι εφόσον λει-

τούργησαν για ένα χρονικό διάστημα αναπτύσσοντας τα έννομα απο-

τελέσματα τους έχει δημιουργηθεί μια πραγματική κατάσταση η ο-

ποία αποτελεί και την αιτία διατήρησης των μέχρι τότε παροχών ενώ η

επίκληση της ακυρότητας τους έχει τα αποτελέσματα της καταγγελίας

λειτουργώντας μόνο για το μέλλον (ex nunc)

11 Δικονομική μεταχείριση

Η επίκληση της ακυρότητας αφού πρoβληθούν τα πραγματικά περιστατικά

γίνεται από οποιονδήποτε έχει έννομο συμφέρον ακόμα δε και από τον ίδιο τον

καθrsquo ου η μομφή για την επιλήψιμη συμπεριφορά αν και σε περίπτωση αυτή η ε-

πίκληση της θα μπορούσε να θεωρηθεί ως κατάχρηση δικαιώματος

Όσον αφορά το βάρος της απόδειξης στις μεν αιτιώδεις δικαιοπραξίες αυτός

που επικαλείται την εγκυρότητά της οφείλει να αποδείξει την ύπαρξη του κύρους

της αιτίας ενώ αντίθετα στις αναιτιώδεις δικαιοπραξίες το βάρος αποδείξεως φέ-

ρει εκείνος ο οποίος ασκεί είτε με αγωγή είτε με ένσταση την αξίωση αδικαιολογή-

του πλουτισμού (Αντιστροφή του βάρους της απόδειξης)

28 Βλ και ΧΡ ΜΥΛΩΝΟΠΟΥΛΟΥ Ποινικό Δίκαιο Ειδικό μέρος σελ22 29 Βλ και ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟ Επιτομή Γενικού Ενοχικού κεφ Περί αδικαιολόγητου πλουτισμού που μάλ-

λον διαφωνεί 20 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

12 Επίγραμμα

Οι δρόμοι του δικαστή του νομοθέτη και γενικότερα του εκάστοτε ερμηνευ-

τή του δικαίου είναι παράλληλοι και αλληλοσυμπληρώνονται Κοινός στόχος η εύ-

ρυθμη λειτουργία μιας κοινωνίας με σεβασμό στα βασικά ανθρώπινα δικαιώματα

στην αξία του ανθρώπου και στους θεσμούς όπως αυτοί διαμορφώνονται στην

πορεία του χρόνου

Όμως η δικαιοσύνη δεν είναι μόνο μια αφηρημένη ιδέα για τη θεσμική διάρ-

θρωση μιας κοινωνίας αλλά πρέπει να ενδιαφέρεται για τη ζωή που διάγουν οι

άνθρωποι στην πραγματικότητα και ότι καθιστά τη ζωή άξια για να τη ζουν

Γιrsquo αυτό ο ρόλος του ερμηνευτή του δικαίου και ιδίως του δικαστή είναι

κομβικός Και δεν είναι ο ρόλος αυτός παθητικός ούτε απλά συνθετικός Κινούμε-

νος εντός των εξουσιών που το Σύνταγμα του έχει προσδώσει δε στηλιτεύει αλλά

κατανοεί διαπλάθει αλλά και εξισώνει -εντός πάντοτε του θετού δικαίου

Και αν και κατά τη γενική αντίληψη ο λαός πρέπει να έχει νομολογία προ-

σαρμοσμένη στο βαθμό της ηθικής του πολλές φορές αναδεικνύεται η αντίστρο-

φη ανάγκη Να είναι η νομολογία αρωγός ώστε ο λαός να προσανατολιστεί στα

σύγχρονα ήθη και στις πολυπολιτισμικές ιδιομορφίες

Η ερμηνεία του άρθρου 178 ΑΚ αποτελεί μια χαρακτηριστική τέτοια περί-

πτωση-

21 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

Β

ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΜΕ ΤΗΝ ΟΠΟΙΑ ΔΕΣΜΕΥΕΤΑΙ ΥΠΕΡΒΟΛΙΚΩΣ Η ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΤΟΥ ΠΡΟΣΩΠΟΥ [ΚΑΤΑΔΥΝΑΣΤΕΥΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ] ndash

ΚΑΤΑΠΛΕΟΝΕΚΤΙΚΗ [ΑΙΣΧΡΟΚΕΡΔΗΣ] ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ (ΑΚ 179)

[Σπύρος Γ Παπαγιάννης]

1 Η σχέση μεταξύ των δύο ειδικών πραγματικών του άρθρου ΑΚ 179

Το δίκαιο προκειμένου να εξυπηρετεί τον κοινωνικό βίο των ανθρώπων εν-

σωματώνει στους κανόνες που το συγκροτούν τα παραγγέλματα της κοινωνικής

ηθικής δηλαδή τις επικρατούσες στην κοινωνία θεμελιώδεις αξιολογικές παρα-

στάσεις30 Έτσι η ΑΚ 178 με τον όρο ldquoχρηστά ήθηrdquo οριοθετεί την λειτουργία της

ιδιωτικής αυτονομίας μέσα στα όρια αυτού που αξιοί ο μέσης ηθικής κοινωνός του

δικαίου με σκοπό την αποτροπή καταχρήσεως κατά την διάπλαση ιδιωτικών εν-

νόμων σχέσεων και άμεσο αποτέλεσμα την άρνηση της έννομης τάξεως να προσ-

δώσει νομικό κύρος σε δικαιοπρακτικές ρυθμίσεις που προσβάλλουν τις αξίες των

οποίων αυτή επιδιώκει την πραγμάτωση31

Ενώ όμως το άρθρο ΑΚ 178 λειτουργεί ως γενική ρήτρα στο άρθρο ΑΚ 179

τυποποιούνται τα πραγματικά δύο ldquoειδικώνrdquo δικαιοπραξιών που αντιτίθενται στα

χρηστά ήθη οι ldquoκαταδυναστευτικέςrdquo συμβάσεις (ή ldquoφιμωτικέςrdquo32 δικαιοπραξίες)

και οι ldquoκαταπλεονεκτικέςrdquo συμβάσεις (ή ldquoαισχροκερδείςrdquo33 δικαιοπραξίες) Στην

πρώτη κριτήριο είναι η υπέρμετρη34 δέσμευση της ελευθερίας του προσώπου

ενώ στην δεύτερη κριτήριο αποτελεί η εκμετάλλευση της διαπραγματευτικής μει-

ονεξίας του αντισυμβαλλομένου ιδία όσον αφορά στην υπέρμετρη δέσμευση της

οικονομικής του ελευθερίας

2 Η Καταδυναστευτική Δικαιοπραξία

30 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 201217 31 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 201218 σημ 3 32 ΦΙΛΙΟΣ 2011353 33 ΦΙΛΙΟΣ opcit 34 Η ΑΚ 179α΄ αναφέρει ldquohellipδεσμεύεται υπερβολικάhelliprdquo Προτιμώ ως αποδίδουσα επί το ορθότερο

την έννοια του laquoμεγέθουςraquo της δεσμεύσεως την χρήση της λέξεως ldquoυπέρμετραrdquo λέξη-όρο που χρησιμοποιείτο στον ΑΚ προ της μεταγλωττίσεώς του στην δημοτική (την [φεύ] γλώσσα της ldquoπλέριας κατανόησηςrdquohellip)

22 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

α Έννοια

Ως ldquoκαταδυναστευτικήrdquo δικαιοπραξία νοείται κυρίως η σύμβαση (ή μεμονω-

μένη ρήτρα που περιέχεται σε σύμβαση) επί τη βάσει της οποίας δεσμεύεται

υπερμέτρως35 η προσωπική οικονομική επαγγελματική ή καλλιτεχνική ε-

λευθερία του αντισυμβαλλομένου δημιουργώντας ένα είδος υποτέλειας ένα-

ντι του άλλου μέρους36 Στην έννοια της καταδυναστεύσεως της ΑΚ 179α ε-

μπίπτει και κάθε συμβατικός περιορισμός που φέρει ως συνέπεια την υπέρ-

μετρη δέσμευση της ελευθερίας του προσώπου για ανάπτυξη οποιασδήποτε

εκδηλώσεως της προσωπικότητός του37 Είναι φανερόν ότι η ελληνική δη-

μόσια τάξη συγκεκριμενοποιεί την ρήτρα των χρηστών ηθών με την χρήση

μιάς θεμελιώδους δικαιϊκής αξίας της ελευθερίας του προσώπου εδώ ουσι-

αστικώς η συνταγματική τάξη (πχ Σ 5 sect 1) επιβάλλει τα πρόσωπα να παρα-

μένουν ελεύθερα

β Ελευθερία του προσώπου - δέσμευση

Στο πραγματικό της ΑΚ 179α΄ υπάγονται δύο κατά βάσιν περιπτώσεις συμ-

βάσεων αυτές που ενέχουν υπέρμετρη δέσμευση της προσωπικής ελευθερί-

ας του συμβαλλομένου και εκείνες με τις οποίες περιορίζεται υπερμέτρως η

ελευθερία προς (κυρίως) οικονομική και επαγγελματική δράση

Για δέσμευση της ελευθερίας του προσώπου με δικαιοπραξία γίνεται λόγος

μόνον όταν το πρόσωπο που δεσμεύτηκε είχε σύμφωνα με τον νόμο την ε-

ξουσία να διαθέσει κατά βούλησιν το αντικείμενο της δικαιοπραξίας Συνε-

πώς εάν η υποχρέωση του προσώπου δεν προέρχεται από δικαιοπραξία αλ-

λά από τον νόμο ή εάν το πρόσωπο που δεσμεύτηκε με δικαιοπραξία δεν εί-

χε σύμφωνα με τον νόμο την εξουσία να διαθέσει το αντικείμενο στο οποίο

αναφέρεται η δέσμευση η ΑΚ 179 δεν εφαρμόζεται38

Στην ελευθερία του προσώπου υπάγονται οι ατομικές ελευθερίες και τα α-

τομικά δικαιώματα αυτού39 όπως η ελευθερία συνειδήσεως της γνώμης της

διαθέσεως ψήφου του προσώπου κλπ Εδώ υπάγεται ιδίως η ελευθερία της

35 ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ 2012527 ΦΙΛΙΟΣ 2011352 36 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012 σημ 429 37 Πρβλ λχ ΑΠ 12601983 ΕλλΔνη 251347 (απεριόριστη δέσμευση της καλλιτεχνικής ελευθερί-

ας του πνευματικού δημιουργού) 38 ΕφΑθ 33271999 ΝοΒ 48485 39 ΕφΑθ 32841980 ΝοΒ 281225

23 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

εργασίας του εμπορίου της βιομηχανίας προς ανάπτυξη της οικονομικής

δράσεως του προσώπου40 Έτσι αντίκειται στα χρηστά ήθη

(1) κάθε δικαιοπραξία με την οποία απαγορεύεται σε κάποιον η άσκηση

ορισμένου επαγγέλματος ή ορισμένης βιομηχανικής ή εμπορικής δρα-

στηριότητος εφrsquo όσον περιέχει υπέρμετρη δέσμευση και

(2) η δικαιοπραξία με την οποία δεσμεύεται το δικαίωμα στην σωματική

ακεραιότητα του προσώπου στην υγεία ζωή τιμή το δικαίωμα στο

όνομα ή την προσωπικότητα το δικαίωμα εγκαταστάσεως ή μη σε ορι-

σμένο τόπο το δικαίωμα επιλογής επαγγέλματος κλπ41

γ Η ratio της απαγόρευσης

(1) Η οικονομική κατωτερότητα ενός εκ των συμβαλλομένων

Συνήθως η κατάρτιση συμβάσεως με καταδυναστευτικό περιεχόμενο

οφείλεται στην οικονομική κατωτερότητα του υποβαλλομένου στην

υπέρμετρη δέσμευση συμβαλλομένου Αυτό εκτιμάται ότι συμβαίνει

λόγω της ανάγκης αποκτήσεως της υπαρξιακής κατά κανόνα γιrsquo αυτόν

σημασίας παροχή του οικονομικώς ισχυρού αντισυμβαλλομένου συνή-

θως κάποια πίστωση Έτσι η οικονομική αυτή πίεση όταν μάλιστα

δεν υπάρχει δυνατότης καταφυγής σε άλλη πηγή αποκτήσεως του ιδί-

ου αγαθού με καλλίτερους όρους διαταράσσει την συμβατική ελευθε-

ρία η οποία μπορεί να συντρέχει ανεξαρτήτως της θέσεως που κατέχει

στην αγορά ο επιβάλλων τον περιορισμό συμβαλλόμενος (συνήθης επι-

χείρηση)

Η ρύθμιση αυτή της ΑΚ 179α΄ αντικειμενικώς κρινομένη φαίνεται ότι

είναι σχεδιασμένη με πνεύμα κηδεμονεύσεως ο δικαστής παρεμβαίνει

στο περιεχόμενο της συμβάσεως προκειμένου να προστατεύσει τον οι-

κονομικώς ασθενέστερο συμβαλλόμενο από μία άδικη εις βάρος του

κατανομή των συμβατικών βαρών και πλεονεκτημάτων

Προβληματισμός υπάρχει στο αν η οικονομική δέσμευση επέρχεται με

την κατάρτιση της συμβάσεως προκειμένου περί καταδυναστευτικών

συμβάσεων ή πρόκειται περί καταχρηστικής εκμεταλλεύσεως ήδη υ-

φισταμένης οικονομικής κατωτερότητος του αντισυμβαλλομένου προ-

40 Βλ ΤΟΥΣΗΣ Α 1978 sect 96 ΜΠΑΛΗΣ 1944 sect 64 41 Βλ ΤΟΥΣΗΣ opcit

24 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

κειμένου περί καταχρηστικής εκμεταλλεύσεως μονοπωλιακής ή δεσπό-

ζουσας θέσεως μιάς επιχειρήσεως στην αγορά

Εξrsquo άλλου χρήζει ιδιαιτέρας μνείας το ότι ενώ η συναλλακτικώς μειονε-

κτική θέση του ενός των συμβαλλομένων τεκμαίρεται αμαχήτως42 (ΑΚ

294 332sect2 334sect2 409 κλπ) στην περίπτωση καταδυναστευτικής

συμβάσεως ο αντισυμβαλλόμενος έχει δυνατότητα αποδείξεως ότι η

ρύθμιση υπήρξε προϊόν της ελευθέρας δικαιοπρακτικής αποφάσεως

του φαινομένου ως βλαπτομένου από αυτή συμβαλλομένου

(2) Η άδικη μεταξύ των μερών κατανομή των συμβατικών πλεονεκτημά-

των

Η κατανόηση του πότε είναι υπέρμετρη (ή ldquoυπερβολικήrdquohellip) ή εύλογη η

συμβατική δέσμευση της ελευθερίας του προσώπου συνιστά το κε-

ντρικό πρόβλημα του δόγματος των καταδυναστευτικών συμβάσεων

αν και η κρίση είναι νομική υποκείμενη στον έλεγχο του Αρείου Πάγου

Για τον λόγον αυτόν είναι καίριος ο ρόλος των μεγεθών αντιπαροχής

και δεσμεύσεως της οικονομικής ελευθερίας43

δ Η υπέρμετρη (υπερβολική) δέσμευση

Το κριτήριο της υπέρμετρης δεσμεύσεως ως αόριστη νομική έννοια και

προκειμένου να καταστεί δογματικώς κατάλληλη για να υπαχθεί σε αυτήν η

κρινομένη ατομική περίπτωση έχει ανάγκη εξειδικεύσεως λαμβανομένης

υπrsquo όψιν της ratio της απαγορεύσεως που τίθεται στην ΑΚ 179α΄ δηλαδή την

διάβρωση της συμβατικής ελευθερίας του ασθενέστερου μέρους αφrsquo ενός και

της ανισορροπίας στην κατανομή των συμβατικών ωφελημάτων μεταξύ των

μερών

Γίνεται ευρύτερα δεκτό στην σύγχρονη δογματική του Αστικού Δικαίου ότι

υπάρχει μία ldquoκινητήrdquo σχέση44 μεταξύ των προαναφερθέντων δύο κριτηρίων

εις τρόπον ώστε όσον εντονότερον διαβρώνεται η ελευθερία δικαιοπρακτι-

κής αποφάσεως του καταδυναστευομένου τόσον άτονος θα πρέπει να είναι

42 Για τον εμπορικό αντιπρόσωπο που συνάπτει ρήτρα μετασυμβατικής απαγορεύσεως του αντα-γωνισμού βλ ΠΔ 2191991 άρθρ10 εις εφαρμογήν του άρθρου 20 της Οδηγίας 86653 ΕΟΚ

43 ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ 2012528 ΣΠΥΡΙΔΑΚΗΣ 2004188 44 Πρβλ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012146

25 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

ο έλεγχος της άνισης κατανομής στο περιεχόμενο της σχετικής συμφωνίας

για να επιβεβαιώνεται ή όχι το στοιχείο της υπέρμετρης δεσμεύσεως45

Πέραν αυτών όμως είναι απαραίτητη και η συγκεκριμενοποίηση του κριτη-

ρίου της άνισης μεταξύ των μερών κατανομής των συμβατικών βαρών και

πλεονεκτημάτων οπότε είναι αναγκαία η αναδρομή σε ιδιαίτερα κριτήρια τα

οποία εφαρμόζει σχεδόν σταθερώς η νομολογία μας46

(1) Ο Μπαλής47 θεωρεί ότι πρέπει να συναρτάται η σχετική κρίση με το

σημείο ldquoμέχρι τοῦ ὁποίου εἶναι νόμῳ προστατεύσιμον τὸ συγκεκριμένον

συμφέρον τοῦ ἐπιβάλλοντος τὸν περιορισμὸνrdquo δηλαδή να συνυπολογί-

ζεται και το μέτρο της οικονομικής θυσίας στην οποία υποβάλλεται

ο ισχυρός συμβαλλόμενος ουσιαστικώς να σταθμίζεται η αξία της συ-

νολικής αντιπαροχής του χωρίς βεβαίως τα δύο αυτά μεγέθη να συ-

μπίπτουν κατrsquo ανάγκην

(2) Σημασίαν έχει και το στοιχείο της χρονικής διάρκειας της δεσμεύσεως

Όσον αφορά σε ρήτρες απαγορεύσεως ανταγωνισμού θεμιτός περιο-

ρισμός θεωρείται η διετία προκειμένου περί συμβάσεως εργασίας και η

πενταετία προκειμένου περί πωλήσεως επιχειρήσεως Αντιθέτως σε

συμβάσεις αποκλειστικής προμηθείας (κυρίως μπύρας ή ενέργειας) και

προμηθείας πρατηρίου βενζίνης η γερμανική νομολογία ανεβάζει το

όριο στα είκοσι περίπου έτη

(3) Σπουδαίο επίσης στοιχείο μετρήσεως του υπέρμετρου ή μη της συμ-

βατικής δεσμεύσεως είναι η τοπική έκτασή της Πρόκειται περί ενός

στοιχείου κινητού εν σχέσει προς την χρονική διάρκεια δεσμεύσεως αλ-

λά και προς τα λοιπά στοιχεία συγκεκριμενοποιήσεως της αόριστης έν-

νοιας του ldquoυπέρμετρουrdquo Δηλαδή δυνατόν όσον ευρύτερη κατά τόπο

και μακρότερη κατά χρόνον είναι η απαγόρευση τόσο μεγαλύτερο θα

πρέπει να είναι το περιουσιακό αντάλλαγμα που λαμβάνει το ασθενέ-

στερο μέρος ώστε να θεωρείται η ρήτρα θεμιτή Απροσδιόριστη κατά

τόπο και χρόνο απαγόρευση χωρίς πρόβλεψη δυνατότητος παύσεως

της δεσμεύσεως με καταγγελία προσδίδει κατά κανόνα ανήθικο χα-

45 Πρβλ ΤΕΛΛΗΣ 2007215 επ 46 Πληρέστερη ανάλυση των κριτηρίων αυτών σχετικώς με την ρήτρα μετασυμβατικής απαγο-

ρεύσεως του ανταγωνισμού βλ σε ΤΕΛΛΗΣ 2007223 επ 47 ΜΠΑΛΗΣ 1944 sect64

26 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

ρακτήρα στην σχετική ρήτρα48 διότι η έννομη τάξη δεν ευνοεί γενικώς

τις δεσμεύσεις μακροχρόνιας ή απεριορίστου διαρκείας49

(4) Το κατrsquo αντικείμενον εύρος της συμβατικἠς δεσμεύσεως είναι επίσης

κριτήριο συγκεκριμενοποιήσεως της αορίστου εννοίας του ldquoυπέρμε-

τρουrdquo Αν δηλαδή ο ασφαλειοδότης παρέχοντας υπέρμετρη εξασφά-

λιση στον δανειστή του μπορεί να ικανοποιήσει και τους λοιπούς δα-

νειστές του ή στον υποβληθέντα σε μετασυμβατική ρήτρα απαγόρευ-

σης ανταγωνισμού εναπομένει κάποια δυνατότητα επιδόσεως σε άλ-

λης μορφής οικονομική δραστηριότητα κατά την διάρκεια της απαγο-

ρεύσεως

Η παράθεση των ανωτέρω κριτηρίων είναι σαφώς ενδεικτική αφού η περί

υπέρμετρου δεσμεύσεως κρίση (πρέπει να) σχηματίζεται από μία συνολική

αξιολόγηση των ειδικών περιστάσεων που συνοδεύουν την επίμαχη σύμβα-

ση Έτσι προσμετρώνται και άλλα στοιχεία ndash κριτήρια όπως οι επαγγελμα-

τικές προοπτικές των συμβαλλομένων ή ο τρόπος λήξεως της συνεργασίας

των

Τέλος η ύπαρξη επίμεπτης υποκειμενικής στάσεως του ισχυροτέρου συμ-

βαλομένου δεν θεωρείται σύμφωνα με κρατούσα γνώμη προϋπόθεση της

ακυρότητας της συμβάσεως50

ε Εφαρμογή της διατάξεως

Η διάταξη (εδ α΄) εφαρμόζεται και στις χαριστικές δικαιοπραξίες51 Δεν ε-

φαρμόζεται η διάταξη όταν υπάρχει νόμος που συγχωρεί την υπέρμετρη δέ-

σμευση της ελευθερίας του προσώπου52 Δεν αποκλείεται η σύμβαση να

προσκρούει εν μέρει στα χρηστά ήθη οπότε έχει εφαρμογή η ΑΚ 181 (Μερι-

κή ακυρότητα δικαιοπραξίας Η ακυρότητα μέρους συνεπιφέρει την ακυρό-

τητα ολόκληρης της δικαιοπραξίας αν συνάγεται ότι δεν θα είχε επιχειρηθεί

χωρίς το άκυρο μέρος)

48 Πρβλ αντί πολλών ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ 2012528 49 Πρβλ αντίθετη άποψη (ΚΙΤΣΑΡΑΣ Ενοχικές δεσμεύσεις της εξουσίας διάθεσης 199957) σε ΓΕΩΡ-

ΓΙΑΔΗΣ 2012 sect 36 υποσημ 12 50 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 1983153 51 Βλ ΑΠ 9991975 (Βrsquo Τμήμα) ΝοΒ 24287 (ldquohellipἀποκλείεται ἡ ἐφαρμογὴ τοῦ ἐπὶ δικαιοπραξιῶν ἐφrsquo

ὧν ἐπίδοσις περιουσίας γίνεται ἄνευ ἀνταλλάγματος ἢ δὲν λαμβάνει χώραν ἀνταλλαγὴ παροχῶν διότι ἐπrsquo αὐτῶν δὲν γεννᾶται ζήτημα προφανοῦς δυσαναλογίας παροχῆς καὶ ἀντιπαροχῆςrdquo)

52 Βλ ΤΟΥΣΗΣ 1978506 επ ndash ΑΠ 1301950 27 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

ϛ Έννομες συνέπειες

(1) Σύμφωνα με την ΑΚ 179 η δικαιοπραξία που δεσμεύει υπερμέτρως την

ελευθερία του προσώπου είναι ldquoΆκυρη ως αντίθετη προς τα χρηστά ή-

θηhelliprdquo και όπως ισχύει για κάθε ανήθικη δικαιοπραξία θεωρείται από-

λυτη53 μπορεί δε να λαμβάνεται υπόψιν και αυτεπαγγέλτως από το

δικαστήριο54 Τούτο είναι λογικό και κατrsquo ακολουθίαν ορθό αφού η

απαγόρευση της υπέρμετρης δέσμευσης της ελευθερίας σκοπεί στην

προστασία της προσωπικότητας ώστε να μην αφαιρείται το αγαθό της

εξουσίας της δικαιοπρακτικής διαθέσεως του μέρους

Προκειμένου όμως περί υπέρμετρης δεσμεύσεως της οικονομικής ε-

λευθερίας προσώπου δηλαδή οικονομικών συμφερόντων των οποίων

η διαφύλαξη είναι αποκλειστική υπόθεση του προσώπου αυτού τότε

σε μια τέτοια περίπτωση το πρόσωπο αυτό και μόνο μπορεί να κρίνει

καλλίτερα από κάθε άλλον αν η άρση των δικαιοπρακτικών αποτελεσμά-

των με την επίκληση της ΑΚ 179α ακυρότητος εξυπηρετεί πράγματι τα

συμφέροντά του5556

(2) Η ακυρότητα είναι κατά κανόνα ολική ιδία όσον αφορά σε υπέρμετρη

δέσμευση της προσωπικής ελευθερίας57 Στις περιπτώσεις όμως όπου

ο ανήθικος χαρακτήρας προσδιορίζεται από οικονομικής φύσεως α-

νταλλάγματα θα πρέπει να είναι δυνατή η μερική ακυρότητα ώστε με-

τά την αφαίρεση του αδίκου μέρους να μπορεί να ισχύσει η σύμβαση

με το υπόλοιπο ορθό περιεχόμενο της και έτσι το ασθενέστερο μέρος

να ldquoαπολαύσει τελικά την πολύτιμη γιrsquo αυτόν παροχή του αντισυμβαλ-

λομένου του αλλά με δίκαιους τώρα όρουςrdquo Την δυνατότητα της μερικής

ακυρότητος φαίνεται να δέχεται η κρατούσα γνώμη πράγμα που ση-

μαίνει ότι το δικαστήριο έχει την δυνατότητα να μειώσει μετά από αί-

τηση του βλαπτομένου την δέσμευση αυτού στο προσήκον μέτρο

53 ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ 2012525 επ 54 ΛΑΔΑΣ 1979159 επ 55 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012153 56 Θεωρείται ότι σε παρόμοιες περιπτώσεις πρέπεται η (κατrsquo εξαίρεσιν) σχετική ακυρότητα διότι η

απόφαση για την διατήρηση ή άρση των δικαιοπρακτικών αποτελεσμάτων πρέπει να ανήκει αποκλειστικώς στο βλαπτόμενο από την συμβατική ρύθμιση μέρος το οποίο γνωρίζει κάλλιον παντός άλλου το τι πράγματι το συμφέρει άλλως υπάρχει ανεπίτρεπτη κηδεμόνευση των συμφερόντων αυτού του συμβαλλομένου (ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2013113)

57 εα 2α 28 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

3 Η Καταπλεονεκτική Δικαιοπραξία

α Γενικά ndash σχέση με ΠΚ 404 405

Σύμφωνα με το πραγματικό της ΑΚ 179βrsquo καταπλεονεκτική δικαιοπραξία

υπάρχει όταν στο πρόσωπο του καταπλεονεκτούμενου συντρέχουν προφα-

νής δυσαναλογία παροχής και αντιπαροχής ανάγκη κουφότητα ή απειρία

και εκμετάλλευση της μειονεκτικής αυτής θέσεως από τον καταπλεονέκτη

Σύμφωνα με την νομολογία για την πλήρωση του πραγματικού απαιτείται η

συνδρομή και των τριών αυτών προϋποθέσεων σωρευτικώς

Γίνεται δεκτό ότι σε περίπτωση ελλείψεως κάποιου από τα ανωτέρω στοι-

χείου καταφάσκεται η ακυρότητα της δικαιοπραξίας με αναγωγή στην γενι-

κή ρήτρα της ΑΚ 178 υπό την προϋπόθεση ότι συντρέχουν πρόσθετα στοι-

χεία τα οποία μπορούν να προσδώσουν στην δικαιοπραξία το χρώμα της α-

νηθικότητας

Εκδήλωση της απαγορεύσεως της καταπλεονεκτήσεως αποτελεί η ρύθμιση

των άρθρων ΠΚ 404 (τοκογλυφία) και ΠΚ 405 (αισχροκέρδεια) το πραγμα-

τικό των οποίων είναι ουσιαστικώς ίδιο με αυτό της ΑΚ 179βrsquo Αν και τίποτε

δεν εμποδίζει για την ακυρότητα καταπλεονεκτικής δικαιοπραξίας την πα-

ράλληλη επίκληση και των δύο νομοθετικών βάσεων ορθότερη θεωρείται να

διαφυλαχθεί η αυτονομία της ρυθμίσεως της ΑΚ179βrsquo αφού ο νομοθέτης

φαίνεται ότι θέλησε να ρυθμίσει ρητώς τις συνέπειες της καταπλεονεκτήσε-

ως τον ΑΚ

β Προϋποθέσεις εφαρμογής της διατάξεως

Καταπλεονέκτηση μπορεί να υπάρχει σε κάθε τύπο επαχθούς δικαιοπραξίας

με περιουσιακό περιεχόμενο58 οι οποίες μπορεί να είναι αμφοτεροβαρείς

ετεροβαρείς αιτιώδεις αναιτιώδεις (όπως πχ η αγοραπωλησία η μίσθωση

58 Διαφορετικό είναι το ζήτημα της παροχής περιουσιακού ωφελήματος με ldquoανεξάρτητηrdquo μονομε-ρή δικαιοπραξία με την οποία προσδίδεται καταπλεονεκτικό χρώμα σε προηγούμενη σύμβαση από την οποία θα πηγάζει συνήθως η υποχρέωση για τέλεση της μονομερούς δικαιοπραξίας (πχ παροχή υποθήκης)

29 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

πράγματος ή έργου ή εργασίας η εταιρεία η σύμβαση μεσιτείας ή εγγύηση)

όταν αυτές καταρτίζονται με δυσανάλογο αντάλλαγμα59

Η ΑΚ 179βrsquo δεν εφαρμόζεται στις χαριστικές δικαιοπραξίες γιατί η επίδοση

της περιουσίας γίνεται χωρίς αντάλλαγμα και έτσι δεν υπάρχει δυσαναλογία

παροχής και αντιπαροχής όπως πχ στην δωρεά στην εντολή στην άφεση

χρέους στην παρακαταθήκη χωρίς αμοιβή ή στην εγγύηση εκτός αν αυτή

ανελήφθη στο πλαίσιο μιάς αμφοτεροβαρούς συμβάσεως με ευρύτερο περι-

εχόμενο

γ Προφανής δυσαναλογία μεταξύ παροχών

Στην καταπλεονεκτική σύμβαση η ελευθερία δικαιοπρακτικής αποφάσεως

του καταπλεονεκτούμενου είναι διαταραγμένη αφού αυτός ευρίσκεται σε

μία δυσμενή σε σχέση με τον καταπλεονέκτη θέση που δεν του επιτρέπει να

προασπίσει ορθολογικώς τα συνδεόμενα με την σύμβαση συμφέροντά του

έτσι ο μηχανισμός συμβάσεως δεν μπορεί εδώ να παράσχει κανένα εχέγγυο

ορθότητος Ότι το περιεχόμενο της καταπλεονεκτικής συμβάσεως δεν είναι

ldquoορθόrdquo μαρτυρεί τελικώς η ύπαρξη της προφανούς δυσαναλογίας

Η προφανής δυσαναλογία των ανταλλασσομένων παροχών ανάγεται σε

απαραίτητο στοιχείο του πραγματικού της καταπλεονεκτήσεως στην ΑΚ

179βrsquo ενώ ταυτοχρόνως είναι και πρόβλημα που για να κατανοηθεί σωστά

πρέπει να φωτισθεί μέσα από τον συνδυασμό και την αντίθεση μιάς πλειά-

δος αρχών οι οποίες σε κινητή μεταξύ των σχέση συγκροτούν το σύστημα

του δικαίου των ενοχικών συμβάσεων60

Ως έννοια αόριστη είναι αναμφισβητήτως έννοια νομική και η υπαγωγή σε

αυτήν της σχέσεως αξίας των αμοιβαίων παροχών αποτελεί κρίσιν αξιολο-

γική υποκείμενη στον έλεγχο του ΑΠ61

Ομοφώνως γίνεται δεκτό ότι αφετηρία της κρίσεως περί υπάρξεως ή μη

προφανούς δυσαναλογίας πρέπει να αποτελεί η αντικειμενική αξία των α-

νταλλασσομένων παροχών δηλαδή η συνήθης στις συναλλαγές αξία62 Έτσι

59 Βλ ΜΠΑΛΗΣ 1944190 (sect66) 60 Βλ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 19837 σημ 23 61 ΦΙΛΙΟΣ 2011 sect147Β 62 Πρβλ ΑΠ 20952009 (Α1 Τμήμα) ldquohellipφανερή δυσαναλογία μεταξύ παροχής και αντιπαροχής

είναι αυτή που υποπίπτει στην αντίληψη λογικού και έχοντος πείρα των σχετικών συναλλαγών ανθρώπου και η οποία υπερβαίνει το μέτρο κατά το οποίο είναι ανθρωπίνως φυσικό να απο-κομίζει ο ένας κάποιο όφελος από σύμβαση οικονομικού περιεχομένου επί ζημία του άλλουrdquo

30 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

διαπιστουμένης της αντικειμενικής αξίας των αμοιβαίων παροχών ακολου-

θεί η κρίση για το αν υφίσταται μεταξύ των προφανής δυσαναλογία λαμβα-

νομένων πάντοτε υπrsquo όψιν της φύσεως της συμβάσεως και του επιδιωκομέ-

νου με αυτήν οικονομικού σκοπού63 ενώ στις περιπτώσεις ακινήτων χρη-

σιμοποιείται ευρέως στην πράξη το κριτήριο της laesio enormis64

Ένα επιπλέον στοιχείο που λαμβάνεται υπrsquo όψιν για την διαπίστωση της υ-

πάρξεως προφανούς δυσαναλογίας είναι η λεγομένη ldquoρήτρα προσθέσεωςrdquo

δηλαδή το άθροισμα των ωφελημάτων που έλαβε ο καταπλεονέκτης και των

περιουσιακών ωφελημάτων που επιπροσθέτως κατέβαλλε ο καταπλεονε-

κτούμενος σε τρίτα πρόσωπα (πχ μεσιτεία αμοιβές σε βοηθητικά πρόσωπα

κλπ)

Υπάρχουν όμως και μερικά σχετιζόμενα με την δυσαναλογία των ανταλ-

λασσομένων παροχών ειδικότερα προβλήματα που εμφανίζονται συχνά

στην δικαστηριακή πράξη παρουσιάζοντα ταυτοχρόνως σπουδαίο δογματι-

κό ενδιαφέρον

(1) Πρόσθετο τίμημα στην πώληση ακινήτου μπορεί να ληφθεί υπrsquo όψιν

το επιπλέον του αναγραφομένου στο συμβολαιογραφικό έγγραφο τι-

μήματος επιπροσθέτως καταβληθέν τίμημα

(2) Το καταπλεονεκτικό σύμφωνο εξωνήσεως η συνομολόγηση δικαιώ-

ματος εξωνήσεως με τίμημα προφανώς δυσανάλογο εν σχέσει προς αυ-

τό της πωλήσεως μήπως υποκρύπτει τοκογλυφικό δάνειο Εδώ θα

πρέπει να σταθμιστεί η δυνατότητα του πωλητή να αποτρέψει την κα-

ταπλεονεκτική γιrsquo αυτόν ρύθμιση ασκώντας το δικαίωμα εξωνήσεως

Εάν δηλαδή ο πωλητής ασκήσει αυτό το δικαίωμα παρά την προφανή

δυσαναλογία η πώληση δεν έχει καταπλεονεκτικό χαρακτήρα

(3) Η διαπίστωση της προφανούς δυσαναλογίας στον συμβιβασμό τα

συγκρινόμενα μεγέθη είναι οι αμοιβαίες παραχωρήσεις των μερών και

όχι οι εκατέρωθεν αναλαμβανόμενες υποχρεώσεις προς παροχή Η σω-

στή όμως εκτίμηση των παραχωρήσεως προϋποθέτει ως αφετηρία

63 ΑΠ 20952009 64 Ο ΛΙΤΖΕΡΟΠΟΥΛΟΣ 1932208 επ προτείνει αποδοχή της υπάρξεως προφανούς δυσαναλογίας

όταν η μία παροχή δεν φθάνει το 60 ή 50της αξίας της άλλης Βλ επίσης υποσημείωση 560 στο ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012

31 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

την νομική κατάσταση που υπήρχε πριν τον συμβιβασμό υπερβολικές

αξιώσεις προβαλλόμενες αυθαιρέτως δεν λαμβάνονται εδώ υπrsquo όψιν

Η ύπαρξη της προφανούς δυσαναλογίας κρίνεται κατά τον χρόνο καταρτί-

σεως της συμβάσεως είναι αδιάφορο αν η προφανής δυσαναλογία επήλθε

αργότερα εκτός της περιπτώσεως όπου ο καταπλεονεκτούμενος στο πλαί-

σιο της υφισταμένης κυρίας συμβατικής σχέσεως συνομολογεί ή παρέχει

πρόσθετα περιουσιακά ωφελήματα (πχ εμπράγματη ασφάλεια) που προσ-

δίδουν πλέον στην συνολική συναλλαγή καταπλεονεκτικό χρώμα

δ Ανάγκη Κουφότητα Απειρία

(1) Ανάγκη

Είναι η κατάσταση ενός προσώπου (του δικαιοπρακτούντος ή κάποιου

που συνδέεται στενά με αυτόν) που ευρίσκεται σε άμεσο οικονομικό ή

άλλο κίνδυνο65 η αντιμετώπιση του οποίου είναι ανεπίδεκτη αναβο-

λής66 Η ανάγκη πρέπει να έχει χαρακτήρα επιτακτικό και να είναι τόσο

σοβαρή ώστε αντικειμενικώς κρινομένη να μπορεί να θεωρηθεί ότι

κάθε εχέφρων άνθρωπος θα οδηγείτο στην ίδια δικαιοπρακτική συ-

μπεριφορά

Ενώ η φύση της ανάγκης είναι συνήθως οικονομική η σπουδαιότητα

του διακινδυνευομένου αγαθού καθορίζει το αν η συγκεκριμένη κάθε

φορά περίπτωση μπορεί να υπαχθεί ή όχι στην ρύθμιση της ΑΚ 179βrsquo

Είναι αδιάφορο αν η ανάγκη είναι μόνιμη ή παροδική αφού αποφασι-

στική για την εφαρμογή της ΑΚ 179βrsquo είναι η ύπαρξη ανάγκης μόνο κα-

τά τον χρόνο καταρτίσεως της δικαιοπραξίας Η ανάγκη πρέπει να είναι

πραγματική και άμεση επιτακτική και ανεπίδεκτη αναβολής

(2) Κουφότητα

Προϋπόθεση της ορθής λειτουργίας της ιδιωτικής αυτονομίας είναι η

εκ μέρους των αντισυμβαλλομένων ορθολογική στάθμιση των υπέρ και

κατά της συμβατικής ρυθμίσεως Όταν όμως ο αντισυμβαλλόμενος α-

διαφορεί λόγω απερισκεψίας ή ελλείψεως επαρκούς σκέψεως και δεν

αποδίδει στις πράξεις του την σημασία την αξία και τις συνέπειες που

έχουν αυτές τότε η συναλλακτική συμπεριφορά του χαρακτηρίζεται

65 ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ 2012530 66 ΑΠ 19982007

32 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

από κουφότητα Η κουφότητα μπορεί να οφείλεται σε οποιονδήποτε

λόγο όπως είναι η πνευματική νόσος ου δεν επέφερε όμως ολική ή με-

ρική ασυνειδησία των πράξεων του προσώπου ώστε να το κάνει εντε-

λώς ή περιορισμένως ανίκανο για την σύνταξη δικαιοπραξίας67

(3) Απειρία

Ως απειρία νοείται η έλλειψη της περί τη ζωή και τις συναλλαγές πεί-

ρας68 Το ερώτημα όμως είναι αν η σχετική με συγκεκριμένη δικαιο-

πραξία απειρία στοιχειοθετεί την απειρία της ΑΚ 179βrsquo ή όχι Γίνεται

δεκτό ότι υπάρχουν τρείς διαβαθμίσεις69 της απειρίας

(α) Η καθολική όπου ο συμβαλλόμενος στερείται παντελώς συναλ-

λακτικής πείρας και κατά συνέπειαν η περίπτωσή του υπάγεται

στην ρύθμιση της ΑΚ 179β΄

(β) Η απειρία σε ορισμένο μόνο συναλλακτικό τομέα (λχ πράξεις

επί ακινήτων χρηματιστηριακές συναλλαγές κλπ) εδώ η απειρία

δεν αποτελεί σταθερή ιδιότητα του προσώπου και παρά το ότι η

γενική του πείρα του επιτρέπει να κρίνει το επισφαλές της δικαι-

οπραξίας στην οποία προβαίνει η ελευθερία δικαιοπρακτικής α-

ποφάσεώς του δεν παύει να είναι διαταραγμένη Κατά συνέπεια

δικαιούται της προστασίας της ΑΚ 179βrsquo

(γ) Προβληματική αλλά και με πολύ μεγάλη πρακτική σημασία είναι

η τρίτη μορφή απειρίας που χαρακτηρίζεται από την έλλειψη ει-

δικών γνώσεων πού έχει ανάγκη ο σύγχρονος καταναλωτής στις

καθημερινές συναλλαγές του γνώσεων απαραιτήτων για τον

σχηματισμό σωστής εικόνας της προσφερόμενης σε αυτόν παρο-

χής Κι΄ εδώ η ελευθερία δικαιοπρακτικής αποφάσεως του κατα-

ναλωτή αδαούς όντος λόγω ανεπαρκούς πληροφορήσεως εμφα-

νίζεται διαταραγμένη και άξια της κατά την ΑΚ 179βrsquo προστασίας

ε Εκμετάλλευση

Ενώ η νομολογία μας θεωρεί αναγκαίο στοιχείο της ΑΚ 179βrsquo την υποκειμενι-

κή προϋπόθεση της εκμεταλλεύσεως την οποία πρέπει να αποδεικνύει ο ε-

67 ΑΠ 3821992 ΝοΒ 41874 68 ΑΠ 9362007 69 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012196 επ

33 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

πικαλούμενος την εφαρμογή της διατάξεως δεν έχει μέχρι τώρα αποσαφη-

νιστεί πλήρως σε τι ακριβώς συνίσταται η ldquoεκμετάλλευσηrdquo Βέβαιο πάντως

είναι ότι το στοιχείο αυτό δεν θα πρέπει να θεωρηθεί ως ηθική μομφή στο

πρόσωπο του καταπλεονέκτη

Κατrsquo αρχάς απορρίπτεται η επίκληση δόλου αφού ο δόλος απαιτείται από

την λειτουργία της ποινής και είναι ξένος προς τον λειτουργικό ρόλο της α-

κυρότητας της ανήθικης δικαιοπραξίας Το ότι δεν πρόκειται περί μομφής

φαίνεται στις περιπτώσεις καταρτίσεως δικαιοπραξίας κατά παράκλησιν

του αντισυμβαλλομένου και όχι από εκμεταλλευτική διάθεση του καταπλεο-

νέκτη Επιπλέον εάν επρόκειτο περί συνειδήσεως της ανηθικότητος εκ μέ-

ρους του καταπλεονέκτη μια τέτοια συνείδηση λόγω του περιεχομένου σε

αυτήν αξιολογικού και βουλητικού στοιχείου θα ισοδυναμούσε με πταίσμα

και δη στον βαθμό του dolus malus στοιχείου όμως ξένου προς την προ-

βληματική των ανήθικων γενικώς δικαιοπραξιών

Η ελληνική νομολογία φαίνεται να ακολουθεί την άποψη ότι ο καταπλεονέ-

κτης γνωρίζει την συναλλακτικώς δυσμενή θέση του καταπλεονεκτούμενου

και την προφανή δυσαναλογία μεταξύ παροχής και αντιπαροχής στοιχεία τα

οποία δεν θεωρεί ως λόγο προσωπικής μομφής κατά του καταπλεονέκτη αλ-

λά καταλογισμού σε αυτόν του κινδύνου της ακυρότητας της δικαιοπραξίας

Τα δικαστήρια φαίνεται ότι ταυτίζουν την εκμετάλλευση με την εκ μέρους

του καταπλεονέκτη γνώση της συναλλακτικώς δυσμενούς θέσεως του κα-

ταπλεονεκτούμενου Είναι συνήθης στις αποφάσεις η επωδός ldquoεπωφελήθη-

κεrdquo70 της γνωστής σε αυτόν ανάγκης κουφότητας ή απειρίας Γίνεται όμως

παγίως δεκτό ότι αν ο καταπλεονέκτης αγνοούσε την κατάσταση του αντι-

συμβαλλομένου του δεν υπάρχει εκμετάλλευση κατά την ΑΚ 179βrsquo Και βε-

βαίως ερωτάται γιατί θα πρέπει να γνωρίζει μόνο την ανάγκη κουφότητα ή

απειρία και όχι και την προφανή δυσαναλογία των αμοιβαίων παροχών

4 Έννομες συνέπειες

Η καταπλεονεκτική δικαιοπραξία είναι απολύτως άκυρη και για τα δύο μέρη

κατά την έννοια της ΑΚ 180 Την ακυρότητα μπορεί να προβάλλει και κάθε τρίτος

70 Πρβλ ΑΠ 20952009 34 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

που έχει έννομο συμφέρον επομένως και ο κληρονόμος ενός από τους συναλλαγέ-

ντες71

Δεν αποκλείεται και μερική ακυρότητα της δικαιοπραξίας Τούτο θα συμβεί

εάν μπορεί να προσδιορισθεί ακριβώς η μεταξύ παροχής και αντιπαροχής αναλο-

γία οπότε η δικαιοπραξία είναι άκυρη κατά το υπερβάλλον72 Κατά πόσον σε τέ-

τοια περίπτωση η μερική ακυρότητα θα συνεπιφέρει την ακυρότητα της όλης δι-

καιοπραξίας κρίνεται κατά την ΑΚ 18173

Σύμβαση εντόκου δανείου μπορεί να χαρακτηρισθεί καταπλεονεκτική συμ-

φώνως προς την ΑΚ 179 μόνο στην περίπτωση συνομολογήσεως ή λήψεως αθέ-

μιτων (τοκογλυφικών) τόκων εν σχέσει προς την αντιπαροχή με την εκμετάλ-

λευση της ανάγκης κουφότητας κλπ του δανεισθέντος οπότε και επέρχεται είτε

ολοκληρωτική και απόλυτη ακυρότητα της καταπλεονεκτικής δικαιοπραξίας κα-

τά τον κανόνα της ΑΚ 181 είτε μερική ακυρότητα οπότε αφού προσδιορισθεί

ακριβώς η μεταξύ παροχής και αντιπαροχής αναλογία η δικαιοπραξία είναι αι-

σχροκερδής και άκυρη κατά το υπερβάλλον

Η προβολή της ακυρότητας από εκείνον που μετήλθε την εκμετάλλευση

μπορεί να αποκρουσθεί με την ένσταση της ΑΚ 281 Αυτό μπορεί να συμβεί όταν

το δικαίωμα ακυρώσεως ασκείται καθυστερημένα εφ΄ όσον όμως συντρέχουν

και άλλα περιστατικά74

Οι παροχές που έγιναν σε εκπλήρωση της καταπλεονεκτικής υποσχετικής

συμβάσεως μπορούν να αναζητηθούν είτε με διεκδικητική αγωγή είτε με αγωγή

αδικαιολόγητου πλουτισμού Αυτός που ζημιώθηκε από την αισχροκερδή δικαιο-

πραξία δικαιούται εφ΄ όσον συντρέχουν οι όροι των ΑΚ 919 και ΑΚ 914 και απο-

ζημιώσεως

71 ΑΠ 9362007 72 ΜΠΑΛΗΣ 1944191 73 ΜΠΑΛΗΣ op cit 74 Για την προστασία των καλόπιστων τρίτων μέσω της ΑΚ 281 βλ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012232 επ

35 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ ΣΤ ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ Γενικές Αρχές Αστικού Δικαίου Π Ν Σάκκουλας 2012 ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ ΣΤ ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ndash ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟΣ ΠΑΝ ΜΙΧΑΗΛ Αστικός Κώδικας κατ΄ άρ-

θρο ερμηνεία τόμος Ι Π Ν Σάκκουλας 1978 ΛΑΔΑΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ Α Η ακυρότητα της δικαιοπραξίας λόγω αντιθέσεως εις τα χρη-

στά ήθη χό Θεσσαλονίκη 1979 ΛΙΤΖΕΡΟΠΟΥΛΟΣ Γ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ Η Νομολογία ως παράγων διαπλάσεως του ιδιωτικού

δικαίου Θεσσαλονίκη 1932 ΜΠΑΛΗΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ Α Γενικαί αρχαί του Αστικού Δικαίου Παπαζήσης 1944 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ ΑΛ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ Οι καταπλεονεκτικές δικαιοπραξίες Σάκκουλας Αντ

Ν 1983 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ ΑΛ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ Δικαιοπραξιες αντίθετες προς τα χρηστά ήθη Σάκ-

κουλας Αντ Ν 2012 ΠΑΠΑΣΤΕΡΙΟΥ Η ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ Αστικό Δίκαιο Επιτομή Εκδόσεις Σάκκουλα ΑΕ 2010 ΣΠΥΡΙΔΑΚΗΣ Σ ΙΩΑΝΝΗΣ Εγχειρίδιο Αστ Δικαίου 1 - Γενικές Αρχές Αντ Ν Σάκκου-

λας 2004 ΤΕΛΛΗΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ Δ Ρήτρα μετασυμβατικής απαγόρευσης ανταγωνισμού στο δί-

καιο εταιρειών και επιχειρήσεων λειτουργία και δικαστικός έλεγχος του περιε-χομένου της Εκδόσεις Σάκκουλα ΑΕ 2007

ΤΟΥΣΗΣ ΧΡ ΑΝΔΡΕΑΣ Γενικαί Αρχαί του Αστικού Δικαίου μετʹ εισαγωγής εις το δίκαι-ον εν γένει Αφοί Σάκκουλα 1978

ΤΡΙΑΝΤΟΣ Τ ΝΙΚΟΛΑΟΣ Δικαιοπραξιες Νομική Βιβλιοθηκη 2011 ΤΡΙΑΝΤΟΣ Τ ΝΙΚΟΛΑΟΣ Αστικό Δίκαιο-Επιτομή Νομική Βιβλιοθήκη 2013 ΦΙΛΙΟΣ ΧΡ ΠΑΥΛΟΣ Γενικές Αρχές Αστικού Δικαίου Εκδόσεις Σάκκουλα ΑΕ 2011 ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΕΙΣ ΑΝΔΡΟΥΛΙΔΑΚΗ-ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗ ΙΣΜΗΝΗ Η αντίθεση της διαθήκης στα χρηστά ήθη ΝοΒ

301234 ΠΕΛΕΝΗ-ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ Α Η αντιμετώπιση από τη νομολογία του άρθρου 179 περ

α΄ ΑΚ ΕλλΔνη 199459 ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟΣ ΠΑΝ ΜΙΧΑΗΛ-ΛΑΔΟΓΙΑΝΝΗΣ ΓΕΩΡ Κριτήρια αντίθεσης συμφώνου

προτίμησης προς τα χρηστά ήθη (γνμδ) ΧρΙΔ 1263 ΤΟΥΣΗΣ ΧΡ ΑΝΔΡΕΑΣ Η έννοια των χρηστών ηθών ΕΕΝ 231956 ΦΑΣΟΥΛΑΣ ΖΗΣΗΣ Η απάτη και η ακυρότητα της δικαιοπραξίας ως αντίθετη στα

χρηστά ήθη ΠοινΧρ 921032

36 36

  • 2 Συμβατική ελευθερία και γενικές ρήτρες
  • 4 Κριτήρια προσδιορισμού των χρηστών ηθών
    • Μια πρώτη κατηγοριοποίηση όμως αντίθεσης στα χρηστά ήθη μπορεί να γίνει με βάση το αν αυτή προκύπτει από το περιεχόμενο τους
      • 10 Ακυρότητα
      • α Απόλυτη ή σχετική
      • β Συνολική ή μερική
      • γ Ακυρότητα στις αιτιώδεις και αναιτιώδεις δικαιοπραξίες
      • 11 Δικονομική μεταχείριση
      • 12 Επίγραμμα

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

λαμβάνει διαφορετικό νόημα κάθε φορά ανάλογα με τον κανόνα δικαίου ο οποίος

κατά περίπτωση ερμηνεύεται

Για παράδειγμα η ερμηνεία για το αν μια διάταξη αντίκειται στα χρηστά ήθη

του άρθρου 33ΑΚ είναι ελαστικότερη όσο πιο χαλαρή είναι η σύνδεση της υπό

κρίση εννόμου σχέσεως με την ελληνική πολιτεία7 Είναι τελείως διαφορετικό ζή-

τημα αν ο δικαστής κληθεί να κρίνει έναν πολυγαμικό γάμο ως κύριο ζήτημα να δι-

απλάσει δηλαδή για πρώτη φορά μια έννομη σχέση που προφανώς αντίκειται στις

περί δικαίου και ηθικής θεμελιώδεις αντιλήψεις της κοινωνίας και εντελώς διαφο-

ρετικό αν καλείται να αποφανθεί για μια ήδη δημιουργηθείσα στα πλαίσια αλλοδα-

πής εννόμου τάξεως κατάστασης Στη δεύτερη περίπτωση ο πολυγαμικός γάμος εμ-

φανίζεται υπό τη μορφή τετελεσμένης κατάστασης που έχει ήδη καθιδρύσει κε-

κτημένα δικαιώματα σε όλες τις συζύγους Στην περίπτωση λοιπόν αυτή η ελληνική

έννομη τάξη δεν προσβάλλεται και μπορεί να αποφανθεί επί του ζητήματος8

Επομένως το δίκαιο και η ηθική δεν ταυτίζονται κατά περιεχόμενο Δεν θα

μπορούσαν άλλωστε γιατί αυτό θα οδηγούσε στον κίνδυνο μια ηθικοπλαστικής

κοινωνίας επιπλέον δε ουδείς μας διαβεβαιώνει ότι οι κανόνες κοινωνικής ηθικής

που κρατούν σε ορισμένο χρόνο και τόπο ανταποκρίνονται κατά το περιεχόμενο

τους στους κανόνες δικαίου Η σύμπτωση βεβαίως αποτελεί ένδειξη μίας υγιούς

κοινωνίας αρκεί αυτή να μην είναι τεχνητή ελεγχόμενη στη διαμόρφωση της από

το νομοθέτη αλλά να πηγάζει από την αναγωγή των αξιών που κατοχυρώνει το

ίδιο το Σύνταγμα όπως θα δούμε κατωτέρω ως θεμελίου των ηθικών αξιολογή-

σεων

4 Κριτήρια προσδιορισμού των χρηστών ηθών

α Η ηθική του μέσου έμφρονος κοινωνού

Το σύνηθες κριτήριο που ακολουθεί η νομολογία μα αναφορικά με την έν-

νοια των χρηστών ηθών είναι laquoοι ιδέες του εκάστοτε κατά τη γενική αντί-

ληψη χρηστώς και εμφρόνως σκεπτόμενου κοινωνικού ανθρώπουraquo Είναι

7 Βλ ΑΓΡΑΜΜΑΤΙΚΑΚΗ-ΑΛΕΞΙΟΥ και λοιποί Ιδ Δ Δίκαιο κεφ13 η επιφύλαξη της διεθνούς δημόσιας τάξης

8 Αντίθετα ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ Δικαιοπραξίες αντίθετες στα χρηστά ήθη κεφ1 που υποστηρίζει ότι laquoτο κριτήριο των χρηστών ηθών στο άρθρο 178ΑΚ όπου η λειτουργία των χρηστών ηθών έγκει-ται απλώς στη θέση φραγμών στην ιδιωτική αυτονομία θα πρέπει να νοηθεί λιγότερο αυστηρόraquo

4 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

όμως αυτό το κριτήριο επαρκές Προφανώς είναι αναγκαίο στο μέτρο που

καθιστά σαφές ότι ο δικαστής κατά τον προσδιορισμό του περιεχομένου των

χρηστών ηθών πρέπει να καθοδηγείται όχι από τις προσωπικές του αντιλή-

ψεις περί χρηστότητας αλλά από τις επικρατούσες στην κοινωνία βασικές

αξιολογικές παραστάσεις

Δεν πρέπει όμως να λησμονούμε ότι ο κόσμος των ανθρώπινων όντων ιδίως

σήμερα ακόμα και στην ίδια κοινωνία είναι πολυφωνικός και πολυδιάστα-

τος οι γνώμες διίστανται χωρίς να σημαίνει ότι οι κρίσεις μας δεν έχουν αξί-

ωση αντικειμενικότητας

Ενίοτε δε έχουν εμφανιστεί στην ελληνική νομολογία αποφάσεις που ερμή-

νευσαν με τόλμη ndashγια την εποχή τους- όχι μόνο την έννοια των χρηστών η-

θών αλλά και άλλες αόριστες νομικές έννοιες η εξειδίκευση των οποίων γί-

νεται πάντα με βάση τα ήθη όπως για παράδειγμα τον όρο οικογένεια υ-

περβαίνοντας προφανώς τις αντιλήψεις του κατά τον Μπαλή χρηστού και

εμφρόνως σκεπτόμενου κοινωνού9

Σημειώνουμε στο σημείο αυτό ότι ακριβώς τη μεγαλύτερη συζήτηση αλλά

και διαφωνίες για την αντίθεση ή μη στα χρηστά ήθη εγείρουν οι δικαιοπρα-

ξίες οι οποίες συνδέονται με νέα πρότυπα συμπεριφορών και σχέσεων (ε-

κτός γάμου συμβίωση ελεύθερη ένωση κοινωνικοσυναισθηματική συγγέ-

νεια συμβίωση ή και γάμος μεταξύ προσώπων του ιδίου φύλου) σχετιζόμε-

να με την ζωντανή πραγματικότητα τη διαρκώς ανανεούμενη λόγω της πο-

λιτισμικής ώσμωσης των κοινωνικών και τεχνολογικών εξελίξεων

9 Χαρακτηριστικό παράδειγμα μιας τέτοιας ερμηνείας η υπrsquo αριθμόν 1931976 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Καρδίτσης που επιδίκασε πρωτοποριακά για την εποχή της χρηματική ικανοποίηση λόγω ψυχικής οδύνης (932ΑΚ) υπέρ παρανόμου συζύγου (παλλακί-δας) η οποία όμως όπως αποδείχθηκε από τα πραγματικά περιστατικά που τέθηκαν υπrsquo όψιν του Δικαστηρίου ldquoείχε ταυτίσει την τύχη της με το θανόντα με τον οποίο συμβιούσε επί ολόκληρη τριακονταετίαrdquo Σημειώνεται μάλιστα ότι 30 χρόνια αργότερα το έτος 2004 όπου πλέον η ελεύθερη ένωση αποτελούσε μια συνήθη για τα κοινωνικά δεδομένα κατάσταση ο Ά-ρειος Πάγος με την υπrsquo αριθμόν 7752011 απόφαση του (Μέλος του Δικαστηρίου και η νυν Πρόεδρος του Βασιλική Θάνου-Χριστοφίλου) αναίρεσε παρόμοια απόφαση του Εφετείου Αθη-νών που επιδίκαζε χρηματική ικανοποίηση λόγω ψυχικής οδύνης στο σύντροφο 72χρονης θα-νούσας με το σκεπτικό ότι η laquoελεύθερη ένωσηraquo εντάσσεται στις de facto οικογενειακές σχέσεις δηλαδή στις laquoπαράτυπες ή αντικανονικές από νομικής απόψεως που βρίσκονται στο περιθώριο () της νομικής ζωήςraquo και ότι δεν γνωρίζεται στην ελληνική έννομη τάξη αντίστοιχη και μάλιστα ανάλογη προστασία της εξώγαμης συμβίωσης() Για την πληρότητα του ζητήματος να σημειώ-σουμε ότι πλέον μετά το Ν37082008 προβλέφθηκε το σύμφωνο συμβίωσης ενώ η εξώγαμη συμβίωση καλύπτεται Συνταγματικά και από το άρθρο 5 αλλά κατά την ορθότερη άποψη ως κατωτέρω και από το άρθρο 21 του Συντάγματος

5 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

Επομένως ως προς την ερμηνεία των χρηστών ηθών εν σχέσει με τις δικαιο-

πραξίες αυτές υπάρχουν δυο δυνατότητες

(1) Αν στηριχθούμε σε ένα κριτήριο επαρκές και ισχυρό που πιθανότατα

υπερβαίνει την ηθική του μέσου εμφρόνως σκεπτόμενου ανθρώπου

τότε δεν τίθεται θέμα αντίθεσης στα χρηστά ήθη όχι μόνο της υπό κρί-

ση δικαιοπραξίας αλλά και όλης της σχέσης και δεν τίθεται θέμα αντί-

θεσης στα χρηστά ήθη και όλης της σχέσης ούτε εγείρεται ζήτημα α-

ντισυνταγματικότητάς της

(2) Αν δεχτούμε ότι μια τέτοια σχέση βρίσκεται στο ldquoπεριθώριοrdquo10 της νο-

μικής ζωής και δεν τυγχάνει προστασίας τότε θα πρέπει να αξιολογή-

σουμε την δικαιοπραξία με κριτήριο τα κίνητρα των συμβαλλομένων

και όχι με γνώμονα την ευρύτερη αντίθεση της ζωής τους στα χρηστά

ήθη παρανόηση που πολύ συχνά λαμβάνει χώρα κατά την αξιολόγηση

με γνώμονα το άρθρο 178ΑΚ

β Η ιδέα της δικαιοσύνης

Αν λοιπόν το κριτήριο του χρηστού και εμφρόνως σκεπτόμενου ανθρώπου

όχι μόνο δεν αρκεί αλλά ενίοτε είναι ασύμβατο με την ερμηνεία από το δικα-

στή των χρηστών ηθών και των συνδεδεμένων με αυτά θεσμών μήπως θα

πρέπει να αναζητήσουμε την ορθή ερμηνεία των χρηστών ηθών σε μια ευρύ-

τερη αντίληψη για τη δικαιοσύνη όπως αυτή εκφράστηκε αρχικά από τον

Πλάτωνα και τον Αριστοτέλη και αργότερα από τους Ιδεαλιστές φιλοσό-

φους στηριζόμενοι σε υπερθετικές αρχές απορρέουσες από την Ιδέα της Δι-

καιοσύνης Το laquoαίσθημα δικαίουraquo που διαθέτει κάθε έλλογο ενταγμένο σε

κάθε κοινωνία ον είναι μια πρώτη σύλληψη των αρχών της δικαιοσύνης μια

πρώτη laquoαίσθησηraquo για το ορθό για το δίκαιο ή άδικο ενός νόμου ή μιας δικα-

στικής κρίσης ανεξάρτητη από την έλλογη επεξεργασία αλλά απορρέουσα

από τη διαίσθηση και σαφώς θα πρέπει να αποτελεί ερμηνευτικό κριτήριο

ιδίως όταν εξειδικεύονται αόριστες νομικές έννοιες ή γενικές ρήτρες Όμως

10 Θα ήταν πιο δόκιμος ο όρος βιοτικές σχέσεις laquoτου ελεύθερου από το δίκαιο χώρουraquo καθώς ο χαρακτηρισμός των σχέσεων αυτών ως ευρισκομένων στο laquoπεριθώριοraquo της νομικής ζωής όπως στην ανωτέρω αρεοπαγίτικη απόφαση μάλλον εμμέσως απαξιώνει τους ανθρώπους αυτούς που ίσως από επιλογή αλλά ίσως και από ανάγκη διαβιούν με αυτόν τον τρόπο και παραπέμπει στους laquoΑπόκληρουςraquo του Βίκτωρος Ουγκώ

6 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

αυτή η ευρύτερη αντίληψη του Δικαίου που δε στηρίζεται στο θετό δίκαιο

αλλά σε ευρύτερες θεμελιώδεις αξίες και υπερθετικές ενίοτε και μεταφυσι-

κές αρχές οδηγεί στον κίνδυνο μεταξύ άλλων ο δικαστής να υπερβεί το εύ-

ρος της εξουσίας του όπως αυτό διαγράφεται και ορίζεται στο Σύνταγμα και

να λάβει ρόλο νομοθέτη παραβιάζοντας την Αρχή της διάκρισης των εξου-

σιών Αυτό όμως θα προκαλούσε πέραν άλλων πλήγμα για το δημοκρατικό

πολίτευμα και τις αρχές του κράτους Δικαίου και ακόμα περισσότερο αφό-

ρητη ανασφάλεια δικαίου

5 Η θετικοποίηση των εξωδικαιϊκών αρχών στο Σύνταγμα αλλά και σε

διεθνή νομοθετήματα

Λύση στο διαγραφόμενο αδιέξοδο δίνει το ίδιο το θετό δίκαιο Το αστικό δί-

καιο αλλά και όλοι οι επιμέρους τομείς του Δικαίου παρά την αυτοτέλεια τους συ-

νέχονται μεταξύ τους υπό τη σκέπη του ανώτερου Νομοθετήματος ήτοι του Συ-

ντάγματος Εκεί ο συντακτικός νομοθέτης σοφά έκρινε ότι υπάρχουν διατάξεις

λίγες αλλά θεμελιώδεις που δεν υπόκεινται σε αναθεώρηση Είναι ακριβώς αυτές

που ανυψώνουν το θετό δίκαιο και το εμπλουτίζουν με προδικαιϊκές αρχές υπερ-

θετικές αρχές που πλέον όμως είναι εξοπλισμένες με συνταγματική ισχύ Είναι κυ-

ρίως η αξία του ανθρώπου η αρχής της ίσης μεταχειρίσεως του η ελεύθερη ανά-

πτυξη της προσωπικότητάς του και η προσωπική ελευθερία η ελευθερία της θρη-

σκευτικής συνειδήσεως Οι Αρχές αυτές είναι ακριβώς αυτές τις οποίες υιοθετεί

και προτάσσει ως έμφυτες στον άνθρωπο και η Οικουμενική Διακήρυξη των Δι-

καιωμάτων του Ανθρώπου αλλά και η Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Αν-

θρώπου (Ρώμη 1950) που αξιώνει ρητά μεταξύ άλλων το σεβασμό στην ιδιωτική

και οικογενειακή ζωή (άρθρο 8) την ελευθερία σκέψης συνείδησης και θρησκείας

(άρθρο 9) και την απαγόρευση των διακρίσεων φύλου φυλής χρώματος hellip γεν-

νήσεως ή άλλης καταστάσεως

Πρόκειται όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο καθηγητής Σταθόπουλος11 στον

θαυμάσιο λόγο του που εκφωνήθηκε κατά την τελετή υποδοχής του στην Ακαδη-

11 Βλ και Μ ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟΥ laquoΝομικός Θετικισμός και Ιδεαλισμός στη Σοφιστική Διδασκαλία και τον Πατωνισμόraquo που αποτελεί ανάπτυξη του εισητηρίου λόγου του στην Ακαδημία Αθηνών

7 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

μία Αθηνών laquoγια πλήρη θετικοποίηση του συνόλου των αρχών των πράγματι α-

ξιών σεβασμού και καθολικής αναγνώρισης για κάθε έλλογο άτομοhellipraquo

Μπορούν όμως αυτές οι αξίες τα ατομικά δικαιώματα να laquoτριτενεργήσουνraquo στο

ιδιωτικό Δίκαιο δεν περιορίζεται έτσι η ιδιωτική αυτονομία των συμβαλλομένων

6 Η έμμεση τριτενέργεια των συνταγματικών διατάξεων

Ιστορικά γενικά τα ατομικά δικαιώματα (είτε αυτά απορρέουν από αναθε-

ωρήσιμες ή μη διατάξεις) υπήρξαν δικαιώματα αμυντικά έναντι της αυθαιρεσίας

του κράτους12 Στο πεδίο του ιδιωτικού δικαίου και χάριν της αυτονομίας του οι

σχέσεις μεταξύ των ιδιωτών ήταν ρυθμισμένες με βάση κανόνες του ιδιωτικού δι-

καίου και ουδεμία συζήτηση εγένετο για τριτενέργεια τους Βεβαίως καθόσον τα

ατομικά δικαιώματα αποτελούν αξιολογήσεις του συντακτικού νομοθέτη ουδεμία

διάταξη ιδιωτικού δικαίου δεν μπορεί να αντιφάσκει προς το αξιολογικό τους σύ-

στημα

Μια άμεση όμως εφαρμογή τους στο ιδιωτικό δίκαιο θα αναιρούσε τη συμ-

βατική ελευθερία και θα αντιστρατευόταν τον ίδιο το συντακτικό νομοθέτη αφού

στο Σύνταγμα διακηρύσσεται επίσης η ελευθερία ανάπτυξης της προσωπικότητας

και η προστασία της ιδιωτικής οικονομικής πρωτοβουλίας η οποία όμως δεν πρέ-

πει να αναπτύσσεται σε βάρος της ελευθερίας και της ανθρώπινης αξιοπρέπειας

Βεβαίως μετά την αναθεώρηση του Συντάγματος το 2001 προσετέθη στο άρθρο

25 παρ1 το εδάφιο σύμφωνα με το οποίο laquoτα δικαιώματα του ανθρώπου ισχύ-

ουν και στις σχέσεις ιδιωτών στις οποίες προσιδιάζουνraquo και έτσι μέρος της θεωρί-

ας ερμηνεύει τη διάταξη αυτή ως laquoάμεσηraquo ισχύ των ατομικών δικαιωμάτων στις

σχέσεις μεταξύ των ιδιωτών13

Ορθότερα όμως και όπως θα αναλυθεί κατωτέρω τα δικαιώματα αποτελούν

ένα έμμεσο αξιολογικό κριτήριο το οποίο οφείλει ο ερμηνευτής να λαμβάνει υπrsquo

όψιν του κατά τη συγκεκριμενοποίηση των αόριστων νομικών εννοιών και των

γενικών ρητρών των νόμων όπως εδώ της διάταξης του ΑΚ178

12 Βλ ΠΔ ΔΑΓΤΟΓΛΟΥ Ατομικά Δικαιώματα σελ 84 και επ 13 Βλ ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟ Επιτομή Γενικού Ενοχικού σελ10 και ΦΙΛΙΠΠΟ ΣΠΥΡΟΠΟΥΛΟ Θεμελιώδη Δικαιώ-

ματα Γενικό Μέρος που μάλλον αμφιβάλλει για την άμεση τριτενέργεια των 8 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

Εξάλλου αν το Σύνταγμα αλλά και οι Ευρωπαϊκές Συμβάσεις εγγυώνται και

προστατεύουν τα ατομικά δικαιώματα αυτό προϋποθέτει ότι αυτά ενεργούν όχι

μόνο έναντι του κράτους αλλά έναντι όλων

Επομένως αν και η διαφοροποίηση των φύλων δεν απαγορεύεται κατrsquo αρ-

χήν στις ιδιωτικές σχέσεις μια άκρως δυσμενής μεταχείριση ενός προσώπου λόγω

του φύλου του θα μπορούσε να οδηγήσει σε ακυρότητα λόγω αντίθεσης στα χρη-

στά ήθη σύμφωνα με το άρθρο 178 ΑΚ Δηλαδή ο διαθέτης έχει κατrsquo αρχήν με βά-

ση την αρχή της ελευθερίας του διατιθέναι το δικαίωμα να επιλέξει ως τιμώμενο

κάποιον αποκλειστικά λόγω φύλου όμως η αντίθεση στα χρηστά ήθη θα θεμελιώ-

νεται μόνο όταν επιπλέον συντρέχει στο πρόσωπο του θιγομένου από την διαθήκη

το στοιχείο της ευλόγου προσδοκίας όπως αν πρόκειται για νόμιμο κληρονόμο14

Συμπερασματικά θα μπορούσαμε να υποστηρίξουμε ότι μια τέτοια θεώ-

ρηση του Συντάγματος και των υπερθετικών δικαιϊκών Αρχών που αυτό ενσω-

ματώνει και κατοχυρώνει πράγματι θα μπορούσε να εξηγήσει πειστικά και να

δικαιολογήσει όχι μόνο αποφάσεις αλλά και νόμους που εγείρουν συζητήσεις για

την αντίθεση τους ή μη στα χρηστά ήθη θα δικαιολογούσε την αναλογία δικαίου

στην οποία ενίοτε καταφεύγει η νομολογία μας για να καλύψει το δισταγμό του

νομοθέτη που δεν έχει δώσει ρητά λύση σε ζητήματα και προβλήματα που απορ-

ρέουν από τα κενά δικαίου που συνδέονται με νέα μορφώματα είτε αυτά είναι νο-

μικά αναγνωρισμένα είτε όχι15

14 Βλ ΠΔΔΑΓΤΟΓΛΟΥ Η τριτενέργεια των ατομικών δικαιωμάτων ΝοΒ 30780 και επ 15 Βλ όμως και υπrsquo αριθμόν 21712002 απόφαση του Εφετείου Αθηνών με παρατηρήσεις

ΓΛέκκα η οποία εξαφάνισε πρωτόδικη απόφαση που είχε δεχθεί αγωγή της μητέρας για ανα-γνώριση των παιδιών της που γεννήθηκαν με ετερόλογη τεχνητή σπερματέγχυση στην οποία ο μόνιμος σύντροφός της είχε συγκατατεθεί με το σκεπτικό ότι δεν πληρούνται οι προυποθέσεις για κατrsquo αναλογία εφαρμογή του άρθρου 1471 παρ2 εδ2 επειδή σαφώς προϋποθέτει γάμο και επαλλήλως διότι η αναλογία εδώ είναι ανεπίτρεπτη καθώς η συμφωνία εγγάμων που συζούν σε ελεύθερη ένωση για την απόκτηση ξένου βιολογικά τέκνου είναι άκυρη ως αμφιμερώς αντί-θετη στα χρηστά ήθη σύμφωνα με το άρθρο 178ΑΚ Όπως όμως σωστά αντιτάσσει ο ΓΛέκκας η νομολογία εφαρμόζει αναλογικά διατάξεις που αφορούν την έγγαμη συμβίωση και στην ε-λεύθερη ένωση αναγνωρίζοντας στους συμβιούντες δικαιώματα ενώ δικαιολογείται λόγω της αλματώδους ανάπτυξης της τεχνολογίας ως προς την υποβοήθηση της ανθρώπινης αναπαρα-γωγής η πλήρωση από το δικαστή του κενού δικαίου ως προς τη συγγένεια με την καθιέρω-ση της laquoκοινωνικοσυναισθηματικής συγγένειαςraquo η οποία εν μέρει είναι ήδη θετικοποι-ημένη μέσω των συνταγματικών αρχών της προστασίας της αξιοπρέπειας και της προ-σωπικότητας του κάθε παιδιού ανεξάρτητα από τον τρόπο σύλληψής του Τέλος όπως επι-σημαίνει ότι και ενόψει του παιδοκεντρικού χαρακτήρα του οικογενειακού δικαίου και κατrsquo αναλογία με την πάγια νομολογία των δικαστηρίων μας που δεν εξετάζουν αν οι εξώγαμες σχέσεις είναι αντίθετες στα χρηστά ήθη σε περίπτωση που η σχετική περιουσιακή επίδοση δε συνιστά αδικαιολόγητη περιφρόνηση προς τα εγγύτατα πρόσωπα της οικογένειας του διαθέτη δεν θα πρέπει να εξετάζεται αν οι εξώγαμες σχέσεις είναι αντίθετες στα χρηστά ήθη όταν δίδεται συγκατάθεση για τεχνητή γονιμοποίηση Παρά τα ανωτέρω σημειώνουμε ότι

9 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

Εξάλλου το Σύνταγμα προστατεύει μεν το γάμο όμως όπως προκύπτει από

τη διατύπωσή του προστατεύει αυτοτελώς και την οικογένεια ανεξάρτητα από

το αν αυτή στηρίζεται σε γάμο σε σύμφωνο συμβίωσης ή σε ελεύθερη ένωση διό-

τι ακριβώς αν ο συνταγματικός νομοθέτης ήθελε να περιορίσει τη θεσμική εγγύη-

ση μόνο στο γάμο θα ήταν περιττή η επιπλέον ξεχωριστή μνεία στην οικογένεια

Σε κάθε περίπτωση η ελεύθερη ένωση μάλλον προστατεύεται και με βάση το άρ-

θρο 5 παρ1 που κατοχυρώνει την ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας16

Ακόμα λοιπόν και αν η αναγνώριση και προστασία τέτοιων σχέσεων αφορά

μόνο το κράτος η αναγνώριση αυτή έχει νομική σημασία για το σύνολο της εννό-

μου τάξεως διότι περιέχει ένα αξιολογικό κριτήριο το οποίο λαμβάνεται υπrsquo όψιν

κατά την συγκεκριμενοποίηση αόριστων εννοιών όπως πχ αυτή της οικογένειας

της συγγένειας και συνακόλουθα των σχετικών με αυτές γενικών ρητρών όπως

εδώ των χρηστών ηθών

Τέλος αξίζει να επισημανθεί ότι βεβαίως το Σύνταγμα ως θεμελιώδης υπέρ-

τατος γενικός καθολικός και αυστηρός νόμος δυσχερώς αναθεωρείται αφού

συνδέεται άρρηκτα με το πολίτευμα και την κρατική εξουσία και υιοθετεί αρχές

και κανόνες με στόχο τη μακροπρόθεσμη διακυβέρνηση της πολιτείας Ωστόσο ο

συνεχής μετασχηματισμός των κοινωνιών απαιτεί για να μην παραμείνει το Σύ-

νταγμα laquoνεκρό γράμμαraquo -αφού ορθά δεν αναθεωρείται εύκολα- αφrsquo ενός να συ-

μπορεύεται με το διεθνές δίκαιο17 και αφrsquo ετέρου να ερμηνεύεται ώστε να αντα-

νακλά τον πολιτισμό τις αξίες και τις δικαιϊκές αρχές ακολουθώντας τις σύγχρο-

νες εξελίξεις18

7 Κατηγοριοποίηση ανήθικων δικαιοπραξιών

Η πράξη έχει δείξει ότι η αντίθεση στα χρηστά ήθη συνήθως διαγιγνώσκεται

λόγω της συνδρομής πλειόνων συγχρόνως αρνητικών παραγόντων που δρουν

ο Άρειος Πάγος επικύρωσε την εν λόγω Εφετειακή απόφαση υιοθετώντας το σκεπτικό της με την υπrsquo αριθμόν 142004 απόφασή του

16 Βλ ΠΦΙΛΙΟ Οικογενειακό Δίκαιο σελ37 17 Ήδη έχει προβλεφθεί συνταγματικά στο άρθρο 2 παρ2 18 Βλέπε συγκριτικά μεταξύ άλλων και το πολύ ενδιαφέρον δόγμα του laquoliving treeraquo που αφορά

τη ζωντανή εξελικτική ερμηνεία του Συντάγματος όπως αυτή αναπτύχθηκε από το Α-νώτατο Δικαστήριο του Καναδά σε παλαιότερη απόφαση του για το γάμο μεταξύ ομοφύ-λων (2004) όπου σε ερώτημα που του τέθηκε για την αντίθεση ή όχι του πολιτικού γάμου με το Σύνταγμα υποστήριξε ότι οι παγωμένες στο χρόνο συνταγματικές ερμηνείες έρχονται σε πλήρη αντίθεση με το δόγμα του living tree (3 SCR 698 2004 Supreme Canadian Court 79)

10 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

από κοινού στο πλαίσιο της ίδιας δικαιοπραξίας χωρίς αυτό να αποκλείει τον α-

νήθικο χαρακτήρα μιας δικαιοπραξίας εξ ενός και μόνο στοιχείο όπως κυρίως στις

περιπτώσεις που προσβάλλεται η αξίας του ανθρώπου (πχ ρήτρα αγαμίας απα-

γόρευσης εργασίας κλπ)

Μια πρώτη κατηγοριοποίηση όμως αντίθεσης στα χρηστά ήθη μπορεί να

γίνει με βάση το αν αυτή προκύπτει από το περιεχόμενο τους

Η ανηθικότητα ων δικαιοπραξιών μπορεί να προκύπτει

α Από το ίδιο το περιεχόμενό τους

Πρόκειται για τη λεγόμενη laquoενδογενήraquo ανηθικότητα όπου το περιεχόμενο

τους καθrsquo εαυτό και αντικειμενικά αντιτίθεται σε αξίες των οποίων η έννομη

τάξη επιδιώκει την πραγμάτωση Χαρακτηριστικές περιπτώσεις αυτής της

κατηγορίας είναι κυρίως οι συμβάσεις οι οποίες ενέχουν υπέρμετρη δέσμευ-

ση της προσωπικής ελευθερίας των συμβαλλομένων Στην έννοια της ελευ-

θερίας περιλαμβάνονται και όλα τα συνταγματικώς κατοχυρωμένα δικαιώ-

ματα όπως η ελευθερία εγκατάστασης το δικαίωμα στην ιδιωτική ζωή η ε-

λεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας

Στις περιπτώσεις αυτές όπως και στις περιπτώσεις του άρθρου 174 ΑΚ δεν

τίθεται ζήτημα μομφής κατά των δικαιοπρακτούντων διότι ο χαρακτήρας

του ανήθικου προσδίδεται εδώ από κριτήρια συνυφασμένα με την συνταγ-

ματικά κατοχυρωμένες αξίες της ελεύθερης ανάπτυξης της προσωπικότητας

της αξιοπρέπειας του ανθρώπου

β Από το σκοπό της δικαιοπραξίας

Πρόκειται για τη λεγόμενη laquoεξωγενήraquo ανηθικότητα που διαγιγνώσκεται με

αξιολόγηση και όλων των συνοδευουσών αυτή συνθηκών και περιστάσεων

όχι μόνο υποκειμενικής φύσεως όπως η πρόθεση εκμετάλλευσης του δια-

πραγματευτικά ασθενέστερου αντισυμβαλλόμενου η γνώση κρίσιμων συνο-

δευτικών περιστατικών (δωρεά μη μεταγεγραμμένη) ή σκοπός η δικαιοπρα-

ξία να βλάψει τα συμφέροντα της ολότητας ή τρίτων αλλά και αντικειμενι-

κής φύσεως περιστάσεων με χαρακτηριστικά εδώ παραδείγματα την αδυ-

ναμία εικονικού εγγυητή να ανταποκριθεί σε αναλαμβανόμενη υποχρέωση

αλλά κυρίως την αναλυόμενη κατωτέρω καταπλεονεκτική δικαιοπραξία

γ Από το συνδυασμό του περιεχομένου της δικαιοπραξίας με το σκοπό

και τα κίνητρα που ώθησαν τον δικαιοπρακτούντα σε ενιαίο σύνολο

11 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

όπως πχ δωρεά σε πρόσωπο με το οποίο ο δωρητής διατηρούσε ανήθικες

σχέσεις ή ακόμα χαρακτηριστικότερα η λεγομένη διαθήκη της ερωμένης19

Στις περιπτώσεις αυτές τα κίνητρα ο σκοπός και τα ελατήρια που ώθησαν

στην εν λόγω δικαιοπραξία ανάγονται στα παραγωγικά αίτια της βούλησης

του διαθέτη ή δωρητή αντίστοιχα και καθίσταται έτσι δυσχερής ο σχηματι-

σμός δικανικής πεποίθησης για πραγματικά περιστατικά που αποτελούν το

αντικείμενο της αντίθεσης στα χρηστά ήθη

Αυτό όμως σημαίνει ότι γα τη διερεύνηση της δικαιοπρακτικής βούλησής

του υπεισερχόμαστε και στον τρόπο ζωής του δωρητή ή του διαθέτη κιν-

δυνεύοντας να αξιολογήσουμε την αντίθεση στα χρηστά ήθη όχι με γνώμονα

την αντίθεση της στα χρηστά ήθη αλλά τη γενικότερη αντίληψή μας ότι ο εν

λόγω συμβαλλόμενος διήγε βίο ανήθικο Αυτό όμως αποτελεί μια ανεπίτρε-

πτη και επικίνδυνη γενίκευση που μας αποπροσανατολίζει από το ζητούμε-

νο20

Κατά κανόνα η ελληνική νομολογία δεν εξετάζει ndashορθά- αν οι εξώγαμες ερω-

τικές σχέσεις είναι αντίθετες ή μη στα χρηστά ήθη Ορθώς διότι όπως ανω-

τέρω αναφέρθηκε η εν γένει ανήθικη συμπεριφορά του διαθέτη δεν επιδρά

στο κύρος της δικαιοπραξίας αν αυτή δεν έγινε από ευτελή κίνητρα

Παραδόξως όμως η νομολογία έχει εισαγάγει ένα άλλο κριτήριο εξίσου αμ-

φίβολο συγκρίνοντας το δεσμό του διαθέτη με την οικογένεια του και τις

σχέσεις του με πρόσωπα εκτός οικογενείας

Έτσι συνήθως γίνεται δεκτό ότι ακόμα και αν ο διαθέτης καταλείπει περιου-

σία σε πρόσωπο με το οποίο τελεί σε σχέση παλλακείας η διαθήκη δεν αντί-

κειται στα χρηστά ήθη εκτός εάν συνιστά εκδήλωση αδικαιολόγητης περι-

φρόνησης προς εγγύτατα πρόσωπα της οικογένειας του που μπορεί να είναι

και τα αδέλφια του21

19 Η αρχική διάκριση του ανήθικου των δικαιοπραξιών στο βιβλίο του Π ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ laquoΔικαιο-πραξίες αντίθετες στα χρηστά ήθηraquo εντάσσει και την εν λόγω τρίτη κατηγορία στη β Εδώ προ-κειμένου να αναδειχθεί η ιδιαιτερότητα της συγκεκριμένης κατηγορίας και η δυσκολία διάκρι-σης της αντίθεσης της στα χρηστά ήθη προτιμάται η υποκατηγοριοποίηση του ΒΟΥΖΙΚΑ (Κλη-ρονομικό Δίκαιο σελ667 και επ) όπως αυτή έχει διαμορφωθεί ιδίως για τις διαθήκες από τη νομολογία

20 Βλ και ΙΣΜΗΝΗ ΑΝΔΡΟΥΛΙΔΑΚΗ-ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗ laquoΗ αντίθεση της διαθήκης στα χρηστά ήθηraquo ΝοΒ30 1236

21 Βλ και ΑΠ2311982 Α Τμήμα όπου ο διαθέτης κατέστησε μόνους κληρονόμους τη σύζυγο και την κόρη του ενώ με κληροδοσία κατέλειπε ανώνυμες μετοχές στην γραμματέα του με την ο-ποία διατηρούσε ερωτικές σχέσεις Παράλληλα όμως της είχε δωρίσει εν ζωή χρήματα για αγο-

12 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

Η αξιολόγηση αυτή αντιβαίνει στην ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότη-

τας του διαθέτη εφόσον πλην της νομίμου μοίρας ο διαθέτης δικαιούται να

καταλείπει την υπόλοιπη περιουσία του σε τρίτα πρόσωπα Ούτε βέβαια το

ηθικό καθήκον προς άπορους ή μειονεκτούντες συγγενείς μπορεί να αναχθεί

σε νομική υποχρέωση

Το κριτήριο της ανηθικότητας δεν είναι η περιφρόνηση του διαθέτη προς τη

νόμιμη οικογένειά του όπως αυτή ερμηνεύεται από τη νομολογία αλλά το

αν η κατάληψη στην ερωμένη καθεαυτή γίνεται για ταπεινά κίνητρα ή για

λόγους ευγνωμοσύνης Στην πρώτη περίπτωση καταφανώς η διαθήκη αντί-

κειται στα χρηστά ήθη στη δεύτερη όμως οφείλει η έννομη τάξη να την ανε-

χτεί ως αναφαίρετο δικαίωμα του διαθέτη να συνδέεται ψυχικά με άλλους

πλην της οικογένειας με τη στενή έννοια22 αναγνωρίζοντας ότι ακόμα και

σε ένα πλαίσιο μιας ίσως μη ηθικής σχέσης τα μέρη αυτής διαθέτουν αξιο-

πρέπεια και ευγενή κίνητρα

8 Τα ενδιάμεσα σκαλοπάτια κατηγοριοποίησης των ανήθικων δικαιο-

πραξιών

Λόγω ακριβώς της αοριστίας της ρήτρας των χρηστών ηθών του άρθρου

178ΑΚ (σε αντίθεση με το άρθρο 179ΑΚ) είναι αδύνατο αυτή στη συγκεκριμένη

μορφή της να καταστεί ένα ρυθμιστικό πρότυπο στο οποίο θα μπορεί απευθείας

να ενταχθεί η υπό κρίση δικαιοπραξία

Για το λόγο αυτή η επιστήμη με τη μορφή ενός κινητού συστήματος23 α-

ντλώντας το υλικό της από την πλούσια νομολογία αλλά και από τη δογματική

και δικαιοσυγκριτικά δεδομένα δημιουργεί ενδιάμεσα κριτήρια laquoσκαλοπάτιαraquo

ήτοι τυποποιημένα ειδικά πραγματικά που διευκολύνουν την ασφαλή και ελέγξι-

μη ένταξη της κρινόμενης δικαιοπραξίας στο ρυθμιστικό πεδίο της συγκεκριμένης

ρήτρας

ρά ακινήτων κοσμήματα φορέματα κλπ μεγάλης αξίας Όμως καθώς η συνολική περιουσία που κατέλιπε στους νόμιμους κληρονόμους του υπερκάλυπτε τη νόμιμη μοίρα και επιπρόσθετα επειδή οι λοιποί συγγενείς του δεν είχαν ανάγκη οικονομικής ενίσχυσης το Δικαστήριο έκρινε ότι η διαθήκη δεν αποτελούσε εκδήλωση περιφρόνησης προς τη νόμιμη οικογένειά του

22 Για την έννοια της οικογένειας βλ και ΠΑΤΕΡΑΚΗ σελ292-303 laquoη προβληματική του όρου οικογέ-νειαraquo

23 βλΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ ως άνω 13 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

Βέβαια ακόμα και στις περιπτώσεις αυτές οι εν λόγω ομάδες δεν είναι οριο-

θετημένες σαφώς μεταξύ τους καθώς ενίοτε το βασικό αξιολογικό στοιχείο το ο-

ποίο αναδεικνύει την αντίθεση στα χρηστά ήθη μπορεί να εμφανίζεται και σε μια

άλλη ομάδα να επικαλύπτονται ή να αλληλοαποκλείονται όπως για παράδειγμα

το στοιχείο της ανισότητας των συμβαλλομένων απαντά και στην καταδυναστευ-

τική αλλά και στην καταπλεονεκτική δικαιοπραξία

Συγκεκριμένα24

α Δικαιοπραξίες για τις οποίες επαπειλείται ακυρότητα προς σκοπόν

την προστασία των συμφερόντων του αντισυμβαλλόμενου

Εδώ υπάγονται

(1) Οι περιπτώσεις των καταδυναστευτικών συμβάσεων οι οποίες απο-

τελούν με τα ειδικότερο πραγματικό τους ξεχωριστή ομάδα αντίθεση

στα χρηστά ήθη (179 ΑΚ)

(2) Αυτές που θέτουν εν κινδύνω το δικαίωμα της αυτοδιάθεσης σε ζη-

τήματα απολύτως ελεύθερης επιλογής του προσώπου όπως αυτές

που οδηγούν στη δέσμευση του αναφορικά με ζητήματα για τα οποία

πρέπει να μείνει ελεύθερο από κάθε εξαναγκασμό αρχή σύμφωνα με το

Σύνταγμα αλλά και την αρχή της προστασίας της προσωπικότητας του

άρθρου 57ΑΚ όπως η διάταξη τελευταίας βουλήσεως που καταλείπει

υπό την αίρεση της αγαμίας τη θρησκείας της αλλαγής τόπου κατοικί-

ας της επιλογής συγκεκριμένου επαγγέλματος

(3) Κάθε δικαιοπραξία που εμπορευματοποιεί αποφάσεις αναγόμενες

στη σφαίρα της απολύτου ελευθερίας του προσώπου ή την άσκηση

επιβαλλομένου από την ηθική καθήκοντος Εδώ κυρίως η απαξία

προσδίδεται λόγω της συμφωνίας για παροχή αμοιβής ή γενικότερα

περιουσιακής φύσεως ωφελημάτων ως μέσο επίδειξης από τον αντι-

24 Για μια διαφορετική κατηγοριοποίηση περιεκτικότερη και ίσως ευκρινέστερη βλ και Γνωμο-δότηση ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟΥ-ΛΑΔΟΓΙΑΝΝΗ με αντικείμενο τα laquoΚριτήρια αντίθεσης συμφώνου προτίμησης στα χρηστά ήθηraquo ΧρΙδΔ ΙΒ2012 όπου μνημονεύονται πέντε κύριες κατη-γορίες-κριτήρια ήτοι 1) η υπερβολική δέσμευση της ελευθερίας του προσώπου 2) η καταπλεονέκτηση (179β ΑΚ) 3) η εκμετάλλευση μιας θέσης ισχύος που μπορεί να έχει κάποιος στην αγορά 4) η πρόκληση βλάβης σε τρίτους και 5) η σοβαρή δυσαναλογία παροχής και αντιπαροχής Εδώ ακολουθήθηκε η κατηγοριοποίηση του Π ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ η οποία είναι μεν υπεραναλυτική αλλά ταυτόχρονα περιλαμβάνει κατrsquo εκτίμηση όλες τις μέχρι τώρα εμφανισθείσες περιπτώσεις αντιθέσεως στα χρηστά ήθη

14 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

συμβαλλόμενο συμπεριφοράς που ανάγεται στη σφαίρα της απολύτου

ελευθερίας του ή από επιβαλλόμενα από την ηθική καθήκοντα

(4) Κάθε δικαιοπραξία που οδηγεί σε υπέρμετρη επιβάρυνση του συναλ-

λακτικά ασθενέστερου και ιδίως του εγγυητή Εδώ πέραν των κλα-

σικών καταπλεονεκτικών συμβάσεων ανήκουν κυρίως οι laquoοιονεί οι-

κογενειακές εγγυήσειςraquo όπου πρόσωπα στερούμενα περιουσίας ώστε

να αναλάβουν υποχρεώσεις συνάπτουν συμβάσεις εγγυήσεως με το

δανειστή μέλους της οικογένειας τους Η νομική σκέψη που δικαιολο-

γεί εδώ την ανηθικότητα έγκειται στην ανάληψη υπέρμετρων συμβα-

τικών επιβαρύνσεων που δεν ανάγονται στην πραγματικά ελεύθερη

δικαιοπρακτική βούληση του εγγυητή ο οποίος πράττει τούτο κοινω-

νικοτυπικά λόγω της συγγενικής σχέσης ευρισκόμενος σε μειονεκτική

διαπραγματευτικά θέση έναντι του δανειστή

β Δικαιοπραξίες για τις οποίες επαπειλείται ακυρότητα προς σκοπόν

την προστασία των συμφερόντων τρίτων

Εδώ υπάγονται

(1) Δικαιοπραξίες προς ματαίωση ήδη θεμελιωμένων ενοχικών απαιτή-

σεων τρίτων όπου η βλάβη του αντισυμβαλλομένου προκαλείται από

την καταχρηστική άσκηση της συμβατικής ελευθερίας Εδώ υπάγονται

η παρώθηση κάποιου σε αθέτηση των συμβατικών υποχρεώσεων του

η απόσπαση προσωπικού που βρίσκεται σε υπηρεσία άλλου

(2) Δικαιοπραξίες προς βλάβη των περιουσιακών συμφερόντων των δα-

νειστών όπου αντικείμενο δεν είναι συγκεκριμένα αλλά γενικά τα πε-

ριουσιακά συμφέροντα τρίτων που παραπλανόνται σε σχέση με την

πιστοληπτική ικανότητα του αντισυμβαλλομένου τους

(3) Δικαιοπραξίες που καταχρώνται τη θέση εμπιστοσύνης έναντι τρί-

του με κλασικό παράδειγμα της κατηγορίας αυτής που αντιπρόσωπος

κάποιου συμβάλλεται με τρίτο κατά τρόπο ώστε να βλάψει τα συμφέ-

ροντα του εντολέως του

(4) Συμφωνίες περί μη θεματισμού σε δημόσιο πλειστηριασμό ή υποβο-

λής προσφοράς μέχρι ορισμένου ποσού όταν η συμφωνία είναι πρό-

σφορη να βλάψει τα συμφέροντα είτε του οφειλέτη είτε των δανει-

στών

15 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

γ Δικαιοπραξίες για τις οποίες επαπειλείται ακυρότητα προς σκοπόν

την προστασία των συμφερόντων της ολότητας

Εδώ ανήκουν προεχόντως δικαιοπραξίες που αντιβαίνουν σε συνταγ-

ματικής κυρίως φύσεως επιταγές και κυρίως

(1) Δικαιοπραξίες που προσβάλλουν τη συνταγματική τάξη όπως αυτές

που ενέχουν αθέμιτο περιορισμό του δικαιώματος αυτοδιάθεσης του

προσώπου

(2) Δικαιοπραξίες που διαταράσσουν την εύρυθμη λειτουργία του κρά-

τους και των Υπηρεσιών του όπως αυτές που σκοπούν στη διευκό-

λυνση παρανόμων πράξεων συμβάσεις με τις οποίες επιδιώκεται η

φοροδιαφυγή κλπ

(3) Δικαιοπραξίες που διαταράσσουν την οικονομική τάξη όπως αυτές

που παρακωλύουν εμποδίζουν ή περιορίζουν την ελεύθερη λειτουργία

του ανταγωνισμού στο μέτρο που δεν υπάγονται στις απαγορευτικές

διατάξεις των άρθρων 1 και 2 του Ν39592011

(4) Δικαιοπραξίες που προσβάλλουν τα σεξουαλικά ήθη και την οικογε-

νειακή τάξη Μολονότι συντελείται σημαντική μεταβολή της στάσης

της έννομης τάξης ως προς τα ζητήματα αυτά εδώ υπάγονται κυρίως

συμφωνίες για την επrsquo ανταλλάγματι τέλεση σεξουαλικής πράξης ως

αντικείμενης στην αξιοπρέπεια του ατόμου συμφωνίες που προ-

σκρούουν στην ηθική ουσία του γάμου ή τη συγγένεια όπως η συμφω-

νία αμοιβής για σύναψη εικονικού γάμου οι συμφωνίες μεσολάβησης

για εύρεση κυοφόρου γυναίκας και πώλησης γενετικού υλικού κλπ

(5) Δικαιοπραξίες που αντιτίθεται στο επαγγελματικό ήθος όπως συμ-

φωνίες για προσπόριση τίτλου ή αξιώματος έναντι οικονομικού ανταλ-

λάγματος (υποβοήθηση σε συγγραφή διδακτορικής διατριβής) συμ-

φωνίες πωλήσεως δικηγορικών γραφείων (κυρίως από τη γερμανική

νομολογία) όταν in concreto δικαιολογείται ο φόβος ότι ο νέος διευ-

θύνων θα το διευθύνει με τρόπο που δε συνάδει στις απαιτήσεις της

εύρυθμης απονομής της δικαιοσύνης κλπ

9 Κρίσιμος χρόνος διαγνώσεως της αντίθεσης στα χρηστά ήθη

16 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

Κατά την κρατούσα γνώμη κρίσιμος χρόνος για την κρίση της αντίθεσης μιας

δικαιοπραξίας στα χρηστά ήθη είναι ο χρόνος κατάρτισής της διότι η ανηθικότη-

τα ή μη μιας δικαιοπραξίας δεν μπορεί παρά να κρίνεται με βάση τις ισχύουσες

κατά την κατάρτισή της ηθικές και θεμελιώδεις αρχές

Περαιτέρω όμως ορθότερο είναι να δεχθεί κανείς ότι η μεταβολή και εξέλιξη

της έννοιας των χρηστών ηθών δεν μπορεί αναδρομικά να επηρεάσει προς το χεί-

ρον την αξιολόγηση της ρυθμίσεως που όταν συνήφθη τα μέρη πίστευαν ότι είναι

σύμφωνη με τα χρηστά ήθη εκτός αν πρόκειται για σύμβαση διαρκείας οπότε

πλέον τα αποτελέσματά της αντίκεινται στα χρηστά ήθη όπως αυτά θα έχουν δι-

αμορφωθεί

Αντίθετα όταν μια δικαιοπραξία ήταν αντίθετη στα χρηστά ήθη κατά το χρό-

νο σύνταξη της αλλά λόγω μεταβολής της ερμηνείας των χρηστών ηθών ή λόγω

μεταβολής των πραγματικών περιστατικών πλέον το περιεχόμενο είναι συμβατό

με αυτά ορθότερη είναι η ευεργετική αναδρομικά ίαση της και η επέλευση των

εννόμων συνεπειών της ιδιαίτερα σε περιπτώσεις διατάξεων τελευταίας βουλή-

σεως

10 Ακυρότητα

α Απόλυτη ή σχετική

Η αντίθεση μιας δικαιοπραξίας στα χρηστά ήθη συνεπάγεται σύμφωνα με

την ΑΚ 178 ακυρότητα της δικαιοπραξίας Δεν θα ανταποκρινόταν στο νόη-

μα και στο σκοπό της ρήτρας η διατήρηση του κύρους της δικαιοπραξίας να

επαφίεται στη βούληση των μερών αφού πέραν των άλλων η συγκεκριμένη

διάταξη προστατεύει μεταξύ άλλων και το γενικό συμφέρον25 Αυτό όμως θα

είχε ως αποτέλεσμα ειδικά σε περιπτώσεις που η ανηθικότητα στρέφεται

μόνο κατά του αντισυμβαλλόμενου και όχι κατά της ολότητας η ακυρότητα

να λαμβάνεται αυτεπαγγέλτως υπrsquo όψιν και να μπορεί και ο ίδιος ο ενεργή-

σας ανήθικα να την επικαλεστεί

Γιrsquo αυτό το λόγο σε περιπτώσεις που η ανηθικότητα δεν προκύπτει από το

περιεχόμενό της αλλά από τις περιστάσεις 26 όπως στις περιπτώσεις των

καταπλεονεκτικών δικαιοπραξιών η ακυρότητα δεν παρίσταται δικαιολο-

25 Βλ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ όπως πιο πάνω και ΓΕΩΡΓΙΑΔΗ-ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟ ΕρμΑΚ άρθρο 178 σελ 276 ΝΙΚΟ-ΛΟΠΟΥΛΟ Γεν Αρχές σελ 314-315

26 Βλ ομοίως ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ Δικαιοπραξίες αντίθετες προς τα χρηστά ήθη 17 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

γημένη Ορθότερο λοιπόν θα ήταν να είναι σχετική ώστε να καταστεί δυνα-

τή η απολαβή της παροχής με δικαιότερους όρους

β Συνολική ή μερική

Όσον αφορά την ακυρότητα της σύμβασης στο σύνολο ή σε μέρος αυτής αν

η ανηθικότητα πλήττει μόνο μια μεμονωμένη συμβατική ρήτρα δυναμένη να

αποχωριστεί από τη σύμβαση και αυτή να δύναται να πραγματώσει το σκο-

πό της τότε η ακυρότητα μπορεί να περιοριστεί στη ρήτρα αυτή

Αναλογικά και κυρίως ως ανωτέρω αναφέρθηκε σε περιπτώσεις καταπλεο-

νεκτικών ή καταδυναστευτικών δικαιοπραξιών η μερική ακυρότητα θα μπο-

ρούσε να είναι δυνατή με την έννοια της αφαίρεσης του αδίκου μέρους της

ώστε αυτή να μπορεί να ισχύσει με το υπόλοιπο ορθό περιεχόμενό της Αμ-

φισβητείται όμως αν αυτό ανταποκρίνεται στα εύλογα συμφέροντα των α-

ντισυμβαλλομένων και ιδίως του ισχυρότερου μέρους που η πραγματική ή

εικαζόμενη βούληση του μάλλον θα κατατείνει στην ακύρωση της δικαιο-

πραξίας

Βέβαια όσον αφορά τη σχέση του 178 ΑΚ με το 181 ΑΚ στην ερμηνεία αυτής

έχουν υπεισέλθει αντικειμενικοί παράγοντες όπως ο σκοπός του κανόνα δι-

καίου που θεσπίζει την ακυρότητα διότι άλλως με την αποδοχή της ολικής

ακυρότητας ματαιούται ο προστατευτικός σκοπός της διάταξης Επομένως

ορθότερο είναι στις περιπτώσεις αυτές η ακυρότητα ή μη της σύμβασης να

καταλίπεται στο ασθενέστερο μέρος

γ Ακυρότητα στις αιτιώδεις και αναιτιώδεις δικαιοπραξίες

(1) Στις αιτιώδεις δικαιοπραξίες αν η αιτία είναι άκυρη άκυρη είναι και η

αιτιώδης δικαιοπραξία Επομένως αν η υποσχετική σύμβαση η οποία

αποτελεί την αιτία εκποιητικής δικαιοπραξίας (πχ μεταβίβασης κυ-

ριότητας ακινήτου) άκυρη λόγω αντίθεσης στα χρηστά ήθη συμπαρα-

σύρει σε ακυρότητα και την εμπράγματη δικαιοπραξία το κύρος της

οποίας εξαρτάται από την ύπαρξη εγκύρου αιτίας

Για το λόγο αυτό η αναζήτηση της παροχής γίνεται με διεκδικητική

αγωγή

(2) Αντίθετα στις αφηρημένες ή αναιτιώδεις δικαιοπραξίες το κύρος των

οποίων δεν εξαρτάται από την ύπαρξη και το κύρος της αιτίας ούτε

αυτή αποτελεί στοιχείο του πραγματικού τους η έλλειψη αιτίας ή η

18 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

ακυρότητα αυτής καταρχήν δεν επηρεάζει το κύρος τους ο δε διαθέ-

σας έχει (αν δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις του 907ΑΚ) μόνο την α-

ξίωση αδικαιολογήτου πλουτισμού Χαρακτηριστικά παραδείγματα της

κατηγορίας αυτής είναι από τις μεν υποσχετικές δικαιοπραξίες η αφη-

ρημένη υπόσχεση χρέους ενώ από τις εκποιητικές η μεταβίβαση κυριό-

τητας κινητού Δικαιολογητικός λόγος της τελευταίας είναι η ταχύτητα

και η ασφάλεια των συναλλαγών καθώς οι διάδοχοι του αποκτώντος

αποκτούν έγκυρα από αυτόν ακόμα και αν αυτός είχε αποκτήσει βάσει

μιας άκυρης υποσχετικής δικαιοπραξίας Επιπλέον διευκολύνεται η α-

πόδειξη κτήσης του δικαιώματος αφού αυτός που υποστηρίζει ότι εί-

ναι δικαιούχος οφείλει και αρκεί να αποδείξει μόνο της εκποιητική δι-

καιοπραξία και όχι την αιτία αυτής

Το ότι η αναιτιώδης δικαιοπραξία είναι γενικά ανεξάρτητη από το κύ-

ρος της αιτίας δε σημαίνει ότι δεν υπάρχει αιτία γιrsquo αυτή αλλά ότι η αι-

τία δεν αποτελεί ως άνω αναφέρθηκε στοιχείο του πραγματικού της

Επομένως η laquoηθικά άχρωμηraquo αναιτιώδης δικαιοπραξία μπορεί κατά

περίπτωση να θεωρηθεί άκυρη με διάσπαση της αρχής του αναιτιώ-

δους όταν σε περίπτωση αντίθεσης της δικαιοπραξίας στα χρηστά ήθη

η ανηθικότητα αφορά όχι μόνο την ενοχική αλλά και την εμπράγματη

δικαιοπραξία27 Αν και κατά κανόνα η απλή μεταβίβαση της κυριότη-

τας είναι laquoηθικά άχρωμηraquo αφού τα κίνητρα για την κατάρτιση της ανά-

γονται στην ενοχική δικαιοπραξία αν in concreto διαγνωστεί ότι η επί-

δοση του περιουσιακού αντικειμένου έγινε χάριν τελέσεως ανήθικης

συμπεριφοράς ή ότι η ανήθικη αιτία αποτέλεσε αίρεση για την εκποιη-

τική δικαιοπραξία η ανηθικότητα πλήττει και την εμπράγματη δικαιο-

πραξία καθιστώντας αυτή άκυρη (βλ179ΑΚ) άκυρη δε και οποιαδήπο-

τε περαιτέρω μεταβίβαση

Πάντως γίνεται δεκτό και στην ελληνική αλλά και στη γερμανική νομο-

λογία ότι τα χρήματα που προκαταβάλλονται σε laquoπόρνηraquo για πραγμα-

τοποίηση σαρκικής επαφής μαζί της μεταβιβάζονται σrsquo αυτή κατά κυ-

ριότητα με την παράδοση τους αφού ως ανωτέρω αναφέρθη η ακυρό-

27 Βλ και ΑΠ ΓΕΩΡΓΙΑΔΗ Εγχειρίδιο Εμπρ Δικαίου παρ43 48 καθώς και ΑΠ ΓΕΩΡΓΙΑΔΗ Γ Αρχές ΑστΔικαίου διακρίσεις των δικαιοπραξιών

19 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

τητα της υποσχετικής δικαιοπραξίας δεν συμπαρασύρει την εμπράγμα-

τη αφού η μεταβίβαση χρημάτων είναι πράξη ηθικά ουδέτερη28

Ακριβώς επειδή η παροχή είναι έγκυρη αυτή δεν αναζητείται (εκτός

και μόνο αν το ανήθικο της αιτίας δεν βαρύνει τον δόντα) Αν βαρύνει

και αυτόν ή πολύ περισσότερο μόνο αυτόν τότε δεν αναζητείται

Πράγματι θα ήταν παράδοξο η έννομη τάξη να προστατεύει πρόσωπα

που μετήλθαν ανήθικων μέσων και προέβησαν σε δελεαστικές παροχές

για την επίτευξη μιας ανήθικης συμπεριφοράς και να τα επιβραβεύει με

την επιστροφή σε αυτά των έστω και άνευ ανταλλάγματος δοθέντων

ακόμα και στην εξαιρετική περίπτωση που και ο λήπτης βαρύνεται με

ανηθικότητα Η ρωμαϊκή αρχή laquoεν ίση αισχρότητι κρείσσων ο νεμόμε-

νοςraquo ορθά βρίσκει εδώ την εφαρμογή της29

Η ακυρότητα είναι αναδρομική (ex tunc) εκτός από τις διαρκείς συμ-

βάσεις (πχ σύμβαση εργασίας) Σε αυτές γίνεται δεκτό ότι εφόσον λει-

τούργησαν για ένα χρονικό διάστημα αναπτύσσοντας τα έννομα απο-

τελέσματα τους έχει δημιουργηθεί μια πραγματική κατάσταση η ο-

ποία αποτελεί και την αιτία διατήρησης των μέχρι τότε παροχών ενώ η

επίκληση της ακυρότητας τους έχει τα αποτελέσματα της καταγγελίας

λειτουργώντας μόνο για το μέλλον (ex nunc)

11 Δικονομική μεταχείριση

Η επίκληση της ακυρότητας αφού πρoβληθούν τα πραγματικά περιστατικά

γίνεται από οποιονδήποτε έχει έννομο συμφέρον ακόμα δε και από τον ίδιο τον

καθrsquo ου η μομφή για την επιλήψιμη συμπεριφορά αν και σε περίπτωση αυτή η ε-

πίκληση της θα μπορούσε να θεωρηθεί ως κατάχρηση δικαιώματος

Όσον αφορά το βάρος της απόδειξης στις μεν αιτιώδεις δικαιοπραξίες αυτός

που επικαλείται την εγκυρότητά της οφείλει να αποδείξει την ύπαρξη του κύρους

της αιτίας ενώ αντίθετα στις αναιτιώδεις δικαιοπραξίες το βάρος αποδείξεως φέ-

ρει εκείνος ο οποίος ασκεί είτε με αγωγή είτε με ένσταση την αξίωση αδικαιολογή-

του πλουτισμού (Αντιστροφή του βάρους της απόδειξης)

28 Βλ και ΧΡ ΜΥΛΩΝΟΠΟΥΛΟΥ Ποινικό Δίκαιο Ειδικό μέρος σελ22 29 Βλ και ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟ Επιτομή Γενικού Ενοχικού κεφ Περί αδικαιολόγητου πλουτισμού που μάλ-

λον διαφωνεί 20 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

12 Επίγραμμα

Οι δρόμοι του δικαστή του νομοθέτη και γενικότερα του εκάστοτε ερμηνευ-

τή του δικαίου είναι παράλληλοι και αλληλοσυμπληρώνονται Κοινός στόχος η εύ-

ρυθμη λειτουργία μιας κοινωνίας με σεβασμό στα βασικά ανθρώπινα δικαιώματα

στην αξία του ανθρώπου και στους θεσμούς όπως αυτοί διαμορφώνονται στην

πορεία του χρόνου

Όμως η δικαιοσύνη δεν είναι μόνο μια αφηρημένη ιδέα για τη θεσμική διάρ-

θρωση μιας κοινωνίας αλλά πρέπει να ενδιαφέρεται για τη ζωή που διάγουν οι

άνθρωποι στην πραγματικότητα και ότι καθιστά τη ζωή άξια για να τη ζουν

Γιrsquo αυτό ο ρόλος του ερμηνευτή του δικαίου και ιδίως του δικαστή είναι

κομβικός Και δεν είναι ο ρόλος αυτός παθητικός ούτε απλά συνθετικός Κινούμε-

νος εντός των εξουσιών που το Σύνταγμα του έχει προσδώσει δε στηλιτεύει αλλά

κατανοεί διαπλάθει αλλά και εξισώνει -εντός πάντοτε του θετού δικαίου

Και αν και κατά τη γενική αντίληψη ο λαός πρέπει να έχει νομολογία προ-

σαρμοσμένη στο βαθμό της ηθικής του πολλές φορές αναδεικνύεται η αντίστρο-

φη ανάγκη Να είναι η νομολογία αρωγός ώστε ο λαός να προσανατολιστεί στα

σύγχρονα ήθη και στις πολυπολιτισμικές ιδιομορφίες

Η ερμηνεία του άρθρου 178 ΑΚ αποτελεί μια χαρακτηριστική τέτοια περί-

πτωση-

21 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

Β

ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΜΕ ΤΗΝ ΟΠΟΙΑ ΔΕΣΜΕΥΕΤΑΙ ΥΠΕΡΒΟΛΙΚΩΣ Η ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΤΟΥ ΠΡΟΣΩΠΟΥ [ΚΑΤΑΔΥΝΑΣΤΕΥΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ] ndash

ΚΑΤΑΠΛΕΟΝΕΚΤΙΚΗ [ΑΙΣΧΡΟΚΕΡΔΗΣ] ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ (ΑΚ 179)

[Σπύρος Γ Παπαγιάννης]

1 Η σχέση μεταξύ των δύο ειδικών πραγματικών του άρθρου ΑΚ 179

Το δίκαιο προκειμένου να εξυπηρετεί τον κοινωνικό βίο των ανθρώπων εν-

σωματώνει στους κανόνες που το συγκροτούν τα παραγγέλματα της κοινωνικής

ηθικής δηλαδή τις επικρατούσες στην κοινωνία θεμελιώδεις αξιολογικές παρα-

στάσεις30 Έτσι η ΑΚ 178 με τον όρο ldquoχρηστά ήθηrdquo οριοθετεί την λειτουργία της

ιδιωτικής αυτονομίας μέσα στα όρια αυτού που αξιοί ο μέσης ηθικής κοινωνός του

δικαίου με σκοπό την αποτροπή καταχρήσεως κατά την διάπλαση ιδιωτικών εν-

νόμων σχέσεων και άμεσο αποτέλεσμα την άρνηση της έννομης τάξεως να προσ-

δώσει νομικό κύρος σε δικαιοπρακτικές ρυθμίσεις που προσβάλλουν τις αξίες των

οποίων αυτή επιδιώκει την πραγμάτωση31

Ενώ όμως το άρθρο ΑΚ 178 λειτουργεί ως γενική ρήτρα στο άρθρο ΑΚ 179

τυποποιούνται τα πραγματικά δύο ldquoειδικώνrdquo δικαιοπραξιών που αντιτίθενται στα

χρηστά ήθη οι ldquoκαταδυναστευτικέςrdquo συμβάσεις (ή ldquoφιμωτικέςrdquo32 δικαιοπραξίες)

και οι ldquoκαταπλεονεκτικέςrdquo συμβάσεις (ή ldquoαισχροκερδείςrdquo33 δικαιοπραξίες) Στην

πρώτη κριτήριο είναι η υπέρμετρη34 δέσμευση της ελευθερίας του προσώπου

ενώ στην δεύτερη κριτήριο αποτελεί η εκμετάλλευση της διαπραγματευτικής μει-

ονεξίας του αντισυμβαλλομένου ιδία όσον αφορά στην υπέρμετρη δέσμευση της

οικονομικής του ελευθερίας

2 Η Καταδυναστευτική Δικαιοπραξία

30 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 201217 31 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 201218 σημ 3 32 ΦΙΛΙΟΣ 2011353 33 ΦΙΛΙΟΣ opcit 34 Η ΑΚ 179α΄ αναφέρει ldquohellipδεσμεύεται υπερβολικάhelliprdquo Προτιμώ ως αποδίδουσα επί το ορθότερο

την έννοια του laquoμεγέθουςraquo της δεσμεύσεως την χρήση της λέξεως ldquoυπέρμετραrdquo λέξη-όρο που χρησιμοποιείτο στον ΑΚ προ της μεταγλωττίσεώς του στην δημοτική (την [φεύ] γλώσσα της ldquoπλέριας κατανόησηςrdquohellip)

22 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

α Έννοια

Ως ldquoκαταδυναστευτικήrdquo δικαιοπραξία νοείται κυρίως η σύμβαση (ή μεμονω-

μένη ρήτρα που περιέχεται σε σύμβαση) επί τη βάσει της οποίας δεσμεύεται

υπερμέτρως35 η προσωπική οικονομική επαγγελματική ή καλλιτεχνική ε-

λευθερία του αντισυμβαλλομένου δημιουργώντας ένα είδος υποτέλειας ένα-

ντι του άλλου μέρους36 Στην έννοια της καταδυναστεύσεως της ΑΚ 179α ε-

μπίπτει και κάθε συμβατικός περιορισμός που φέρει ως συνέπεια την υπέρ-

μετρη δέσμευση της ελευθερίας του προσώπου για ανάπτυξη οποιασδήποτε

εκδηλώσεως της προσωπικότητός του37 Είναι φανερόν ότι η ελληνική δη-

μόσια τάξη συγκεκριμενοποιεί την ρήτρα των χρηστών ηθών με την χρήση

μιάς θεμελιώδους δικαιϊκής αξίας της ελευθερίας του προσώπου εδώ ουσι-

αστικώς η συνταγματική τάξη (πχ Σ 5 sect 1) επιβάλλει τα πρόσωπα να παρα-

μένουν ελεύθερα

β Ελευθερία του προσώπου - δέσμευση

Στο πραγματικό της ΑΚ 179α΄ υπάγονται δύο κατά βάσιν περιπτώσεις συμ-

βάσεων αυτές που ενέχουν υπέρμετρη δέσμευση της προσωπικής ελευθερί-

ας του συμβαλλομένου και εκείνες με τις οποίες περιορίζεται υπερμέτρως η

ελευθερία προς (κυρίως) οικονομική και επαγγελματική δράση

Για δέσμευση της ελευθερίας του προσώπου με δικαιοπραξία γίνεται λόγος

μόνον όταν το πρόσωπο που δεσμεύτηκε είχε σύμφωνα με τον νόμο την ε-

ξουσία να διαθέσει κατά βούλησιν το αντικείμενο της δικαιοπραξίας Συνε-

πώς εάν η υποχρέωση του προσώπου δεν προέρχεται από δικαιοπραξία αλ-

λά από τον νόμο ή εάν το πρόσωπο που δεσμεύτηκε με δικαιοπραξία δεν εί-

χε σύμφωνα με τον νόμο την εξουσία να διαθέσει το αντικείμενο στο οποίο

αναφέρεται η δέσμευση η ΑΚ 179 δεν εφαρμόζεται38

Στην ελευθερία του προσώπου υπάγονται οι ατομικές ελευθερίες και τα α-

τομικά δικαιώματα αυτού39 όπως η ελευθερία συνειδήσεως της γνώμης της

διαθέσεως ψήφου του προσώπου κλπ Εδώ υπάγεται ιδίως η ελευθερία της

35 ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ 2012527 ΦΙΛΙΟΣ 2011352 36 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012 σημ 429 37 Πρβλ λχ ΑΠ 12601983 ΕλλΔνη 251347 (απεριόριστη δέσμευση της καλλιτεχνικής ελευθερί-

ας του πνευματικού δημιουργού) 38 ΕφΑθ 33271999 ΝοΒ 48485 39 ΕφΑθ 32841980 ΝοΒ 281225

23 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

εργασίας του εμπορίου της βιομηχανίας προς ανάπτυξη της οικονομικής

δράσεως του προσώπου40 Έτσι αντίκειται στα χρηστά ήθη

(1) κάθε δικαιοπραξία με την οποία απαγορεύεται σε κάποιον η άσκηση

ορισμένου επαγγέλματος ή ορισμένης βιομηχανικής ή εμπορικής δρα-

στηριότητος εφrsquo όσον περιέχει υπέρμετρη δέσμευση και

(2) η δικαιοπραξία με την οποία δεσμεύεται το δικαίωμα στην σωματική

ακεραιότητα του προσώπου στην υγεία ζωή τιμή το δικαίωμα στο

όνομα ή την προσωπικότητα το δικαίωμα εγκαταστάσεως ή μη σε ορι-

σμένο τόπο το δικαίωμα επιλογής επαγγέλματος κλπ41

γ Η ratio της απαγόρευσης

(1) Η οικονομική κατωτερότητα ενός εκ των συμβαλλομένων

Συνήθως η κατάρτιση συμβάσεως με καταδυναστευτικό περιεχόμενο

οφείλεται στην οικονομική κατωτερότητα του υποβαλλομένου στην

υπέρμετρη δέσμευση συμβαλλομένου Αυτό εκτιμάται ότι συμβαίνει

λόγω της ανάγκης αποκτήσεως της υπαρξιακής κατά κανόνα γιrsquo αυτόν

σημασίας παροχή του οικονομικώς ισχυρού αντισυμβαλλομένου συνή-

θως κάποια πίστωση Έτσι η οικονομική αυτή πίεση όταν μάλιστα

δεν υπάρχει δυνατότης καταφυγής σε άλλη πηγή αποκτήσεως του ιδί-

ου αγαθού με καλλίτερους όρους διαταράσσει την συμβατική ελευθε-

ρία η οποία μπορεί να συντρέχει ανεξαρτήτως της θέσεως που κατέχει

στην αγορά ο επιβάλλων τον περιορισμό συμβαλλόμενος (συνήθης επι-

χείρηση)

Η ρύθμιση αυτή της ΑΚ 179α΄ αντικειμενικώς κρινομένη φαίνεται ότι

είναι σχεδιασμένη με πνεύμα κηδεμονεύσεως ο δικαστής παρεμβαίνει

στο περιεχόμενο της συμβάσεως προκειμένου να προστατεύσει τον οι-

κονομικώς ασθενέστερο συμβαλλόμενο από μία άδικη εις βάρος του

κατανομή των συμβατικών βαρών και πλεονεκτημάτων

Προβληματισμός υπάρχει στο αν η οικονομική δέσμευση επέρχεται με

την κατάρτιση της συμβάσεως προκειμένου περί καταδυναστευτικών

συμβάσεων ή πρόκειται περί καταχρηστικής εκμεταλλεύσεως ήδη υ-

φισταμένης οικονομικής κατωτερότητος του αντισυμβαλλομένου προ-

40 Βλ ΤΟΥΣΗΣ Α 1978 sect 96 ΜΠΑΛΗΣ 1944 sect 64 41 Βλ ΤΟΥΣΗΣ opcit

24 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

κειμένου περί καταχρηστικής εκμεταλλεύσεως μονοπωλιακής ή δεσπό-

ζουσας θέσεως μιάς επιχειρήσεως στην αγορά

Εξrsquo άλλου χρήζει ιδιαιτέρας μνείας το ότι ενώ η συναλλακτικώς μειονε-

κτική θέση του ενός των συμβαλλομένων τεκμαίρεται αμαχήτως42 (ΑΚ

294 332sect2 334sect2 409 κλπ) στην περίπτωση καταδυναστευτικής

συμβάσεως ο αντισυμβαλλόμενος έχει δυνατότητα αποδείξεως ότι η

ρύθμιση υπήρξε προϊόν της ελευθέρας δικαιοπρακτικής αποφάσεως

του φαινομένου ως βλαπτομένου από αυτή συμβαλλομένου

(2) Η άδικη μεταξύ των μερών κατανομή των συμβατικών πλεονεκτημά-

των

Η κατανόηση του πότε είναι υπέρμετρη (ή ldquoυπερβολικήrdquohellip) ή εύλογη η

συμβατική δέσμευση της ελευθερίας του προσώπου συνιστά το κε-

ντρικό πρόβλημα του δόγματος των καταδυναστευτικών συμβάσεων

αν και η κρίση είναι νομική υποκείμενη στον έλεγχο του Αρείου Πάγου

Για τον λόγον αυτόν είναι καίριος ο ρόλος των μεγεθών αντιπαροχής

και δεσμεύσεως της οικονομικής ελευθερίας43

δ Η υπέρμετρη (υπερβολική) δέσμευση

Το κριτήριο της υπέρμετρης δεσμεύσεως ως αόριστη νομική έννοια και

προκειμένου να καταστεί δογματικώς κατάλληλη για να υπαχθεί σε αυτήν η

κρινομένη ατομική περίπτωση έχει ανάγκη εξειδικεύσεως λαμβανομένης

υπrsquo όψιν της ratio της απαγορεύσεως που τίθεται στην ΑΚ 179α΄ δηλαδή την

διάβρωση της συμβατικής ελευθερίας του ασθενέστερου μέρους αφrsquo ενός και

της ανισορροπίας στην κατανομή των συμβατικών ωφελημάτων μεταξύ των

μερών

Γίνεται ευρύτερα δεκτό στην σύγχρονη δογματική του Αστικού Δικαίου ότι

υπάρχει μία ldquoκινητήrdquo σχέση44 μεταξύ των προαναφερθέντων δύο κριτηρίων

εις τρόπον ώστε όσον εντονότερον διαβρώνεται η ελευθερία δικαιοπρακτι-

κής αποφάσεως του καταδυναστευομένου τόσον άτονος θα πρέπει να είναι

42 Για τον εμπορικό αντιπρόσωπο που συνάπτει ρήτρα μετασυμβατικής απαγορεύσεως του αντα-γωνισμού βλ ΠΔ 2191991 άρθρ10 εις εφαρμογήν του άρθρου 20 της Οδηγίας 86653 ΕΟΚ

43 ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ 2012528 ΣΠΥΡΙΔΑΚΗΣ 2004188 44 Πρβλ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012146

25 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

ο έλεγχος της άνισης κατανομής στο περιεχόμενο της σχετικής συμφωνίας

για να επιβεβαιώνεται ή όχι το στοιχείο της υπέρμετρης δεσμεύσεως45

Πέραν αυτών όμως είναι απαραίτητη και η συγκεκριμενοποίηση του κριτη-

ρίου της άνισης μεταξύ των μερών κατανομής των συμβατικών βαρών και

πλεονεκτημάτων οπότε είναι αναγκαία η αναδρομή σε ιδιαίτερα κριτήρια τα

οποία εφαρμόζει σχεδόν σταθερώς η νομολογία μας46

(1) Ο Μπαλής47 θεωρεί ότι πρέπει να συναρτάται η σχετική κρίση με το

σημείο ldquoμέχρι τοῦ ὁποίου εἶναι νόμῳ προστατεύσιμον τὸ συγκεκριμένον

συμφέρον τοῦ ἐπιβάλλοντος τὸν περιορισμὸνrdquo δηλαδή να συνυπολογί-

ζεται και το μέτρο της οικονομικής θυσίας στην οποία υποβάλλεται

ο ισχυρός συμβαλλόμενος ουσιαστικώς να σταθμίζεται η αξία της συ-

νολικής αντιπαροχής του χωρίς βεβαίως τα δύο αυτά μεγέθη να συ-

μπίπτουν κατrsquo ανάγκην

(2) Σημασίαν έχει και το στοιχείο της χρονικής διάρκειας της δεσμεύσεως

Όσον αφορά σε ρήτρες απαγορεύσεως ανταγωνισμού θεμιτός περιο-

ρισμός θεωρείται η διετία προκειμένου περί συμβάσεως εργασίας και η

πενταετία προκειμένου περί πωλήσεως επιχειρήσεως Αντιθέτως σε

συμβάσεις αποκλειστικής προμηθείας (κυρίως μπύρας ή ενέργειας) και

προμηθείας πρατηρίου βενζίνης η γερμανική νομολογία ανεβάζει το

όριο στα είκοσι περίπου έτη

(3) Σπουδαίο επίσης στοιχείο μετρήσεως του υπέρμετρου ή μη της συμ-

βατικής δεσμεύσεως είναι η τοπική έκτασή της Πρόκειται περί ενός

στοιχείου κινητού εν σχέσει προς την χρονική διάρκεια δεσμεύσεως αλ-

λά και προς τα λοιπά στοιχεία συγκεκριμενοποιήσεως της αόριστης έν-

νοιας του ldquoυπέρμετρουrdquo Δηλαδή δυνατόν όσον ευρύτερη κατά τόπο

και μακρότερη κατά χρόνον είναι η απαγόρευση τόσο μεγαλύτερο θα

πρέπει να είναι το περιουσιακό αντάλλαγμα που λαμβάνει το ασθενέ-

στερο μέρος ώστε να θεωρείται η ρήτρα θεμιτή Απροσδιόριστη κατά

τόπο και χρόνο απαγόρευση χωρίς πρόβλεψη δυνατότητος παύσεως

της δεσμεύσεως με καταγγελία προσδίδει κατά κανόνα ανήθικο χα-

45 Πρβλ ΤΕΛΛΗΣ 2007215 επ 46 Πληρέστερη ανάλυση των κριτηρίων αυτών σχετικώς με την ρήτρα μετασυμβατικής απαγο-

ρεύσεως του ανταγωνισμού βλ σε ΤΕΛΛΗΣ 2007223 επ 47 ΜΠΑΛΗΣ 1944 sect64

26 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

ρακτήρα στην σχετική ρήτρα48 διότι η έννομη τάξη δεν ευνοεί γενικώς

τις δεσμεύσεις μακροχρόνιας ή απεριορίστου διαρκείας49

(4) Το κατrsquo αντικείμενον εύρος της συμβατικἠς δεσμεύσεως είναι επίσης

κριτήριο συγκεκριμενοποιήσεως της αορίστου εννοίας του ldquoυπέρμε-

τρουrdquo Αν δηλαδή ο ασφαλειοδότης παρέχοντας υπέρμετρη εξασφά-

λιση στον δανειστή του μπορεί να ικανοποιήσει και τους λοιπούς δα-

νειστές του ή στον υποβληθέντα σε μετασυμβατική ρήτρα απαγόρευ-

σης ανταγωνισμού εναπομένει κάποια δυνατότητα επιδόσεως σε άλ-

λης μορφής οικονομική δραστηριότητα κατά την διάρκεια της απαγο-

ρεύσεως

Η παράθεση των ανωτέρω κριτηρίων είναι σαφώς ενδεικτική αφού η περί

υπέρμετρου δεσμεύσεως κρίση (πρέπει να) σχηματίζεται από μία συνολική

αξιολόγηση των ειδικών περιστάσεων που συνοδεύουν την επίμαχη σύμβα-

ση Έτσι προσμετρώνται και άλλα στοιχεία ndash κριτήρια όπως οι επαγγελμα-

τικές προοπτικές των συμβαλλομένων ή ο τρόπος λήξεως της συνεργασίας

των

Τέλος η ύπαρξη επίμεπτης υποκειμενικής στάσεως του ισχυροτέρου συμ-

βαλομένου δεν θεωρείται σύμφωνα με κρατούσα γνώμη προϋπόθεση της

ακυρότητας της συμβάσεως50

ε Εφαρμογή της διατάξεως

Η διάταξη (εδ α΄) εφαρμόζεται και στις χαριστικές δικαιοπραξίες51 Δεν ε-

φαρμόζεται η διάταξη όταν υπάρχει νόμος που συγχωρεί την υπέρμετρη δέ-

σμευση της ελευθερίας του προσώπου52 Δεν αποκλείεται η σύμβαση να

προσκρούει εν μέρει στα χρηστά ήθη οπότε έχει εφαρμογή η ΑΚ 181 (Μερι-

κή ακυρότητα δικαιοπραξίας Η ακυρότητα μέρους συνεπιφέρει την ακυρό-

τητα ολόκληρης της δικαιοπραξίας αν συνάγεται ότι δεν θα είχε επιχειρηθεί

χωρίς το άκυρο μέρος)

48 Πρβλ αντί πολλών ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ 2012528 49 Πρβλ αντίθετη άποψη (ΚΙΤΣΑΡΑΣ Ενοχικές δεσμεύσεις της εξουσίας διάθεσης 199957) σε ΓΕΩΡ-

ΓΙΑΔΗΣ 2012 sect 36 υποσημ 12 50 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 1983153 51 Βλ ΑΠ 9991975 (Βrsquo Τμήμα) ΝοΒ 24287 (ldquohellipἀποκλείεται ἡ ἐφαρμογὴ τοῦ ἐπὶ δικαιοπραξιῶν ἐφrsquo

ὧν ἐπίδοσις περιουσίας γίνεται ἄνευ ἀνταλλάγματος ἢ δὲν λαμβάνει χώραν ἀνταλλαγὴ παροχῶν διότι ἐπrsquo αὐτῶν δὲν γεννᾶται ζήτημα προφανοῦς δυσαναλογίας παροχῆς καὶ ἀντιπαροχῆςrdquo)

52 Βλ ΤΟΥΣΗΣ 1978506 επ ndash ΑΠ 1301950 27 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

ϛ Έννομες συνέπειες

(1) Σύμφωνα με την ΑΚ 179 η δικαιοπραξία που δεσμεύει υπερμέτρως την

ελευθερία του προσώπου είναι ldquoΆκυρη ως αντίθετη προς τα χρηστά ή-

θηhelliprdquo και όπως ισχύει για κάθε ανήθικη δικαιοπραξία θεωρείται από-

λυτη53 μπορεί δε να λαμβάνεται υπόψιν και αυτεπαγγέλτως από το

δικαστήριο54 Τούτο είναι λογικό και κατrsquo ακολουθίαν ορθό αφού η

απαγόρευση της υπέρμετρης δέσμευσης της ελευθερίας σκοπεί στην

προστασία της προσωπικότητας ώστε να μην αφαιρείται το αγαθό της

εξουσίας της δικαιοπρακτικής διαθέσεως του μέρους

Προκειμένου όμως περί υπέρμετρης δεσμεύσεως της οικονομικής ε-

λευθερίας προσώπου δηλαδή οικονομικών συμφερόντων των οποίων

η διαφύλαξη είναι αποκλειστική υπόθεση του προσώπου αυτού τότε

σε μια τέτοια περίπτωση το πρόσωπο αυτό και μόνο μπορεί να κρίνει

καλλίτερα από κάθε άλλον αν η άρση των δικαιοπρακτικών αποτελεσμά-

των με την επίκληση της ΑΚ 179α ακυρότητος εξυπηρετεί πράγματι τα

συμφέροντά του5556

(2) Η ακυρότητα είναι κατά κανόνα ολική ιδία όσον αφορά σε υπέρμετρη

δέσμευση της προσωπικής ελευθερίας57 Στις περιπτώσεις όμως όπου

ο ανήθικος χαρακτήρας προσδιορίζεται από οικονομικής φύσεως α-

νταλλάγματα θα πρέπει να είναι δυνατή η μερική ακυρότητα ώστε με-

τά την αφαίρεση του αδίκου μέρους να μπορεί να ισχύσει η σύμβαση

με το υπόλοιπο ορθό περιεχόμενο της και έτσι το ασθενέστερο μέρος

να ldquoαπολαύσει τελικά την πολύτιμη γιrsquo αυτόν παροχή του αντισυμβαλ-

λομένου του αλλά με δίκαιους τώρα όρουςrdquo Την δυνατότητα της μερικής

ακυρότητος φαίνεται να δέχεται η κρατούσα γνώμη πράγμα που ση-

μαίνει ότι το δικαστήριο έχει την δυνατότητα να μειώσει μετά από αί-

τηση του βλαπτομένου την δέσμευση αυτού στο προσήκον μέτρο

53 ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ 2012525 επ 54 ΛΑΔΑΣ 1979159 επ 55 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012153 56 Θεωρείται ότι σε παρόμοιες περιπτώσεις πρέπεται η (κατrsquo εξαίρεσιν) σχετική ακυρότητα διότι η

απόφαση για την διατήρηση ή άρση των δικαιοπρακτικών αποτελεσμάτων πρέπει να ανήκει αποκλειστικώς στο βλαπτόμενο από την συμβατική ρύθμιση μέρος το οποίο γνωρίζει κάλλιον παντός άλλου το τι πράγματι το συμφέρει άλλως υπάρχει ανεπίτρεπτη κηδεμόνευση των συμφερόντων αυτού του συμβαλλομένου (ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2013113)

57 εα 2α 28 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

3 Η Καταπλεονεκτική Δικαιοπραξία

α Γενικά ndash σχέση με ΠΚ 404 405

Σύμφωνα με το πραγματικό της ΑΚ 179βrsquo καταπλεονεκτική δικαιοπραξία

υπάρχει όταν στο πρόσωπο του καταπλεονεκτούμενου συντρέχουν προφα-

νής δυσαναλογία παροχής και αντιπαροχής ανάγκη κουφότητα ή απειρία

και εκμετάλλευση της μειονεκτικής αυτής θέσεως από τον καταπλεονέκτη

Σύμφωνα με την νομολογία για την πλήρωση του πραγματικού απαιτείται η

συνδρομή και των τριών αυτών προϋποθέσεων σωρευτικώς

Γίνεται δεκτό ότι σε περίπτωση ελλείψεως κάποιου από τα ανωτέρω στοι-

χείου καταφάσκεται η ακυρότητα της δικαιοπραξίας με αναγωγή στην γενι-

κή ρήτρα της ΑΚ 178 υπό την προϋπόθεση ότι συντρέχουν πρόσθετα στοι-

χεία τα οποία μπορούν να προσδώσουν στην δικαιοπραξία το χρώμα της α-

νηθικότητας

Εκδήλωση της απαγορεύσεως της καταπλεονεκτήσεως αποτελεί η ρύθμιση

των άρθρων ΠΚ 404 (τοκογλυφία) και ΠΚ 405 (αισχροκέρδεια) το πραγμα-

τικό των οποίων είναι ουσιαστικώς ίδιο με αυτό της ΑΚ 179βrsquo Αν και τίποτε

δεν εμποδίζει για την ακυρότητα καταπλεονεκτικής δικαιοπραξίας την πα-

ράλληλη επίκληση και των δύο νομοθετικών βάσεων ορθότερη θεωρείται να

διαφυλαχθεί η αυτονομία της ρυθμίσεως της ΑΚ179βrsquo αφού ο νομοθέτης

φαίνεται ότι θέλησε να ρυθμίσει ρητώς τις συνέπειες της καταπλεονεκτήσε-

ως τον ΑΚ

β Προϋποθέσεις εφαρμογής της διατάξεως

Καταπλεονέκτηση μπορεί να υπάρχει σε κάθε τύπο επαχθούς δικαιοπραξίας

με περιουσιακό περιεχόμενο58 οι οποίες μπορεί να είναι αμφοτεροβαρείς

ετεροβαρείς αιτιώδεις αναιτιώδεις (όπως πχ η αγοραπωλησία η μίσθωση

58 Διαφορετικό είναι το ζήτημα της παροχής περιουσιακού ωφελήματος με ldquoανεξάρτητηrdquo μονομε-ρή δικαιοπραξία με την οποία προσδίδεται καταπλεονεκτικό χρώμα σε προηγούμενη σύμβαση από την οποία θα πηγάζει συνήθως η υποχρέωση για τέλεση της μονομερούς δικαιοπραξίας (πχ παροχή υποθήκης)

29 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

πράγματος ή έργου ή εργασίας η εταιρεία η σύμβαση μεσιτείας ή εγγύηση)

όταν αυτές καταρτίζονται με δυσανάλογο αντάλλαγμα59

Η ΑΚ 179βrsquo δεν εφαρμόζεται στις χαριστικές δικαιοπραξίες γιατί η επίδοση

της περιουσίας γίνεται χωρίς αντάλλαγμα και έτσι δεν υπάρχει δυσαναλογία

παροχής και αντιπαροχής όπως πχ στην δωρεά στην εντολή στην άφεση

χρέους στην παρακαταθήκη χωρίς αμοιβή ή στην εγγύηση εκτός αν αυτή

ανελήφθη στο πλαίσιο μιάς αμφοτεροβαρούς συμβάσεως με ευρύτερο περι-

εχόμενο

γ Προφανής δυσαναλογία μεταξύ παροχών

Στην καταπλεονεκτική σύμβαση η ελευθερία δικαιοπρακτικής αποφάσεως

του καταπλεονεκτούμενου είναι διαταραγμένη αφού αυτός ευρίσκεται σε

μία δυσμενή σε σχέση με τον καταπλεονέκτη θέση που δεν του επιτρέπει να

προασπίσει ορθολογικώς τα συνδεόμενα με την σύμβαση συμφέροντά του

έτσι ο μηχανισμός συμβάσεως δεν μπορεί εδώ να παράσχει κανένα εχέγγυο

ορθότητος Ότι το περιεχόμενο της καταπλεονεκτικής συμβάσεως δεν είναι

ldquoορθόrdquo μαρτυρεί τελικώς η ύπαρξη της προφανούς δυσαναλογίας

Η προφανής δυσαναλογία των ανταλλασσομένων παροχών ανάγεται σε

απαραίτητο στοιχείο του πραγματικού της καταπλεονεκτήσεως στην ΑΚ

179βrsquo ενώ ταυτοχρόνως είναι και πρόβλημα που για να κατανοηθεί σωστά

πρέπει να φωτισθεί μέσα από τον συνδυασμό και την αντίθεση μιάς πλειά-

δος αρχών οι οποίες σε κινητή μεταξύ των σχέση συγκροτούν το σύστημα

του δικαίου των ενοχικών συμβάσεων60

Ως έννοια αόριστη είναι αναμφισβητήτως έννοια νομική και η υπαγωγή σε

αυτήν της σχέσεως αξίας των αμοιβαίων παροχών αποτελεί κρίσιν αξιολο-

γική υποκείμενη στον έλεγχο του ΑΠ61

Ομοφώνως γίνεται δεκτό ότι αφετηρία της κρίσεως περί υπάρξεως ή μη

προφανούς δυσαναλογίας πρέπει να αποτελεί η αντικειμενική αξία των α-

νταλλασσομένων παροχών δηλαδή η συνήθης στις συναλλαγές αξία62 Έτσι

59 Βλ ΜΠΑΛΗΣ 1944190 (sect66) 60 Βλ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 19837 σημ 23 61 ΦΙΛΙΟΣ 2011 sect147Β 62 Πρβλ ΑΠ 20952009 (Α1 Τμήμα) ldquohellipφανερή δυσαναλογία μεταξύ παροχής και αντιπαροχής

είναι αυτή που υποπίπτει στην αντίληψη λογικού και έχοντος πείρα των σχετικών συναλλαγών ανθρώπου και η οποία υπερβαίνει το μέτρο κατά το οποίο είναι ανθρωπίνως φυσικό να απο-κομίζει ο ένας κάποιο όφελος από σύμβαση οικονομικού περιεχομένου επί ζημία του άλλουrdquo

30 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

διαπιστουμένης της αντικειμενικής αξίας των αμοιβαίων παροχών ακολου-

θεί η κρίση για το αν υφίσταται μεταξύ των προφανής δυσαναλογία λαμβα-

νομένων πάντοτε υπrsquo όψιν της φύσεως της συμβάσεως και του επιδιωκομέ-

νου με αυτήν οικονομικού σκοπού63 ενώ στις περιπτώσεις ακινήτων χρη-

σιμοποιείται ευρέως στην πράξη το κριτήριο της laesio enormis64

Ένα επιπλέον στοιχείο που λαμβάνεται υπrsquo όψιν για την διαπίστωση της υ-

πάρξεως προφανούς δυσαναλογίας είναι η λεγομένη ldquoρήτρα προσθέσεωςrdquo

δηλαδή το άθροισμα των ωφελημάτων που έλαβε ο καταπλεονέκτης και των

περιουσιακών ωφελημάτων που επιπροσθέτως κατέβαλλε ο καταπλεονε-

κτούμενος σε τρίτα πρόσωπα (πχ μεσιτεία αμοιβές σε βοηθητικά πρόσωπα

κλπ)

Υπάρχουν όμως και μερικά σχετιζόμενα με την δυσαναλογία των ανταλ-

λασσομένων παροχών ειδικότερα προβλήματα που εμφανίζονται συχνά

στην δικαστηριακή πράξη παρουσιάζοντα ταυτοχρόνως σπουδαίο δογματι-

κό ενδιαφέρον

(1) Πρόσθετο τίμημα στην πώληση ακινήτου μπορεί να ληφθεί υπrsquo όψιν

το επιπλέον του αναγραφομένου στο συμβολαιογραφικό έγγραφο τι-

μήματος επιπροσθέτως καταβληθέν τίμημα

(2) Το καταπλεονεκτικό σύμφωνο εξωνήσεως η συνομολόγηση δικαιώ-

ματος εξωνήσεως με τίμημα προφανώς δυσανάλογο εν σχέσει προς αυ-

τό της πωλήσεως μήπως υποκρύπτει τοκογλυφικό δάνειο Εδώ θα

πρέπει να σταθμιστεί η δυνατότητα του πωλητή να αποτρέψει την κα-

ταπλεονεκτική γιrsquo αυτόν ρύθμιση ασκώντας το δικαίωμα εξωνήσεως

Εάν δηλαδή ο πωλητής ασκήσει αυτό το δικαίωμα παρά την προφανή

δυσαναλογία η πώληση δεν έχει καταπλεονεκτικό χαρακτήρα

(3) Η διαπίστωση της προφανούς δυσαναλογίας στον συμβιβασμό τα

συγκρινόμενα μεγέθη είναι οι αμοιβαίες παραχωρήσεις των μερών και

όχι οι εκατέρωθεν αναλαμβανόμενες υποχρεώσεις προς παροχή Η σω-

στή όμως εκτίμηση των παραχωρήσεως προϋποθέτει ως αφετηρία

63 ΑΠ 20952009 64 Ο ΛΙΤΖΕΡΟΠΟΥΛΟΣ 1932208 επ προτείνει αποδοχή της υπάρξεως προφανούς δυσαναλογίας

όταν η μία παροχή δεν φθάνει το 60 ή 50της αξίας της άλλης Βλ επίσης υποσημείωση 560 στο ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012

31 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

την νομική κατάσταση που υπήρχε πριν τον συμβιβασμό υπερβολικές

αξιώσεις προβαλλόμενες αυθαιρέτως δεν λαμβάνονται εδώ υπrsquo όψιν

Η ύπαρξη της προφανούς δυσαναλογίας κρίνεται κατά τον χρόνο καταρτί-

σεως της συμβάσεως είναι αδιάφορο αν η προφανής δυσαναλογία επήλθε

αργότερα εκτός της περιπτώσεως όπου ο καταπλεονεκτούμενος στο πλαί-

σιο της υφισταμένης κυρίας συμβατικής σχέσεως συνομολογεί ή παρέχει

πρόσθετα περιουσιακά ωφελήματα (πχ εμπράγματη ασφάλεια) που προσ-

δίδουν πλέον στην συνολική συναλλαγή καταπλεονεκτικό χρώμα

δ Ανάγκη Κουφότητα Απειρία

(1) Ανάγκη

Είναι η κατάσταση ενός προσώπου (του δικαιοπρακτούντος ή κάποιου

που συνδέεται στενά με αυτόν) που ευρίσκεται σε άμεσο οικονομικό ή

άλλο κίνδυνο65 η αντιμετώπιση του οποίου είναι ανεπίδεκτη αναβο-

λής66 Η ανάγκη πρέπει να έχει χαρακτήρα επιτακτικό και να είναι τόσο

σοβαρή ώστε αντικειμενικώς κρινομένη να μπορεί να θεωρηθεί ότι

κάθε εχέφρων άνθρωπος θα οδηγείτο στην ίδια δικαιοπρακτική συ-

μπεριφορά

Ενώ η φύση της ανάγκης είναι συνήθως οικονομική η σπουδαιότητα

του διακινδυνευομένου αγαθού καθορίζει το αν η συγκεκριμένη κάθε

φορά περίπτωση μπορεί να υπαχθεί ή όχι στην ρύθμιση της ΑΚ 179βrsquo

Είναι αδιάφορο αν η ανάγκη είναι μόνιμη ή παροδική αφού αποφασι-

στική για την εφαρμογή της ΑΚ 179βrsquo είναι η ύπαρξη ανάγκης μόνο κα-

τά τον χρόνο καταρτίσεως της δικαιοπραξίας Η ανάγκη πρέπει να είναι

πραγματική και άμεση επιτακτική και ανεπίδεκτη αναβολής

(2) Κουφότητα

Προϋπόθεση της ορθής λειτουργίας της ιδιωτικής αυτονομίας είναι η

εκ μέρους των αντισυμβαλλομένων ορθολογική στάθμιση των υπέρ και

κατά της συμβατικής ρυθμίσεως Όταν όμως ο αντισυμβαλλόμενος α-

διαφορεί λόγω απερισκεψίας ή ελλείψεως επαρκούς σκέψεως και δεν

αποδίδει στις πράξεις του την σημασία την αξία και τις συνέπειες που

έχουν αυτές τότε η συναλλακτική συμπεριφορά του χαρακτηρίζεται

65 ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ 2012530 66 ΑΠ 19982007

32 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

από κουφότητα Η κουφότητα μπορεί να οφείλεται σε οποιονδήποτε

λόγο όπως είναι η πνευματική νόσος ου δεν επέφερε όμως ολική ή με-

ρική ασυνειδησία των πράξεων του προσώπου ώστε να το κάνει εντε-

λώς ή περιορισμένως ανίκανο για την σύνταξη δικαιοπραξίας67

(3) Απειρία

Ως απειρία νοείται η έλλειψη της περί τη ζωή και τις συναλλαγές πεί-

ρας68 Το ερώτημα όμως είναι αν η σχετική με συγκεκριμένη δικαιο-

πραξία απειρία στοιχειοθετεί την απειρία της ΑΚ 179βrsquo ή όχι Γίνεται

δεκτό ότι υπάρχουν τρείς διαβαθμίσεις69 της απειρίας

(α) Η καθολική όπου ο συμβαλλόμενος στερείται παντελώς συναλ-

λακτικής πείρας και κατά συνέπειαν η περίπτωσή του υπάγεται

στην ρύθμιση της ΑΚ 179β΄

(β) Η απειρία σε ορισμένο μόνο συναλλακτικό τομέα (λχ πράξεις

επί ακινήτων χρηματιστηριακές συναλλαγές κλπ) εδώ η απειρία

δεν αποτελεί σταθερή ιδιότητα του προσώπου και παρά το ότι η

γενική του πείρα του επιτρέπει να κρίνει το επισφαλές της δικαι-

οπραξίας στην οποία προβαίνει η ελευθερία δικαιοπρακτικής α-

ποφάσεώς του δεν παύει να είναι διαταραγμένη Κατά συνέπεια

δικαιούται της προστασίας της ΑΚ 179βrsquo

(γ) Προβληματική αλλά και με πολύ μεγάλη πρακτική σημασία είναι

η τρίτη μορφή απειρίας που χαρακτηρίζεται από την έλλειψη ει-

δικών γνώσεων πού έχει ανάγκη ο σύγχρονος καταναλωτής στις

καθημερινές συναλλαγές του γνώσεων απαραιτήτων για τον

σχηματισμό σωστής εικόνας της προσφερόμενης σε αυτόν παρο-

χής Κι΄ εδώ η ελευθερία δικαιοπρακτικής αποφάσεως του κατα-

ναλωτή αδαούς όντος λόγω ανεπαρκούς πληροφορήσεως εμφα-

νίζεται διαταραγμένη και άξια της κατά την ΑΚ 179βrsquo προστασίας

ε Εκμετάλλευση

Ενώ η νομολογία μας θεωρεί αναγκαίο στοιχείο της ΑΚ 179βrsquo την υποκειμενι-

κή προϋπόθεση της εκμεταλλεύσεως την οποία πρέπει να αποδεικνύει ο ε-

67 ΑΠ 3821992 ΝοΒ 41874 68 ΑΠ 9362007 69 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012196 επ

33 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

πικαλούμενος την εφαρμογή της διατάξεως δεν έχει μέχρι τώρα αποσαφη-

νιστεί πλήρως σε τι ακριβώς συνίσταται η ldquoεκμετάλλευσηrdquo Βέβαιο πάντως

είναι ότι το στοιχείο αυτό δεν θα πρέπει να θεωρηθεί ως ηθική μομφή στο

πρόσωπο του καταπλεονέκτη

Κατrsquo αρχάς απορρίπτεται η επίκληση δόλου αφού ο δόλος απαιτείται από

την λειτουργία της ποινής και είναι ξένος προς τον λειτουργικό ρόλο της α-

κυρότητας της ανήθικης δικαιοπραξίας Το ότι δεν πρόκειται περί μομφής

φαίνεται στις περιπτώσεις καταρτίσεως δικαιοπραξίας κατά παράκλησιν

του αντισυμβαλλομένου και όχι από εκμεταλλευτική διάθεση του καταπλεο-

νέκτη Επιπλέον εάν επρόκειτο περί συνειδήσεως της ανηθικότητος εκ μέ-

ρους του καταπλεονέκτη μια τέτοια συνείδηση λόγω του περιεχομένου σε

αυτήν αξιολογικού και βουλητικού στοιχείου θα ισοδυναμούσε με πταίσμα

και δη στον βαθμό του dolus malus στοιχείου όμως ξένου προς την προ-

βληματική των ανήθικων γενικώς δικαιοπραξιών

Η ελληνική νομολογία φαίνεται να ακολουθεί την άποψη ότι ο καταπλεονέ-

κτης γνωρίζει την συναλλακτικώς δυσμενή θέση του καταπλεονεκτούμενου

και την προφανή δυσαναλογία μεταξύ παροχής και αντιπαροχής στοιχεία τα

οποία δεν θεωρεί ως λόγο προσωπικής μομφής κατά του καταπλεονέκτη αλ-

λά καταλογισμού σε αυτόν του κινδύνου της ακυρότητας της δικαιοπραξίας

Τα δικαστήρια φαίνεται ότι ταυτίζουν την εκμετάλλευση με την εκ μέρους

του καταπλεονέκτη γνώση της συναλλακτικώς δυσμενούς θέσεως του κα-

ταπλεονεκτούμενου Είναι συνήθης στις αποφάσεις η επωδός ldquoεπωφελήθη-

κεrdquo70 της γνωστής σε αυτόν ανάγκης κουφότητας ή απειρίας Γίνεται όμως

παγίως δεκτό ότι αν ο καταπλεονέκτης αγνοούσε την κατάσταση του αντι-

συμβαλλομένου του δεν υπάρχει εκμετάλλευση κατά την ΑΚ 179βrsquo Και βε-

βαίως ερωτάται γιατί θα πρέπει να γνωρίζει μόνο την ανάγκη κουφότητα ή

απειρία και όχι και την προφανή δυσαναλογία των αμοιβαίων παροχών

4 Έννομες συνέπειες

Η καταπλεονεκτική δικαιοπραξία είναι απολύτως άκυρη και για τα δύο μέρη

κατά την έννοια της ΑΚ 180 Την ακυρότητα μπορεί να προβάλλει και κάθε τρίτος

70 Πρβλ ΑΠ 20952009 34 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

που έχει έννομο συμφέρον επομένως και ο κληρονόμος ενός από τους συναλλαγέ-

ντες71

Δεν αποκλείεται και μερική ακυρότητα της δικαιοπραξίας Τούτο θα συμβεί

εάν μπορεί να προσδιορισθεί ακριβώς η μεταξύ παροχής και αντιπαροχής αναλο-

γία οπότε η δικαιοπραξία είναι άκυρη κατά το υπερβάλλον72 Κατά πόσον σε τέ-

τοια περίπτωση η μερική ακυρότητα θα συνεπιφέρει την ακυρότητα της όλης δι-

καιοπραξίας κρίνεται κατά την ΑΚ 18173

Σύμβαση εντόκου δανείου μπορεί να χαρακτηρισθεί καταπλεονεκτική συμ-

φώνως προς την ΑΚ 179 μόνο στην περίπτωση συνομολογήσεως ή λήψεως αθέ-

μιτων (τοκογλυφικών) τόκων εν σχέσει προς την αντιπαροχή με την εκμετάλ-

λευση της ανάγκης κουφότητας κλπ του δανεισθέντος οπότε και επέρχεται είτε

ολοκληρωτική και απόλυτη ακυρότητα της καταπλεονεκτικής δικαιοπραξίας κα-

τά τον κανόνα της ΑΚ 181 είτε μερική ακυρότητα οπότε αφού προσδιορισθεί

ακριβώς η μεταξύ παροχής και αντιπαροχής αναλογία η δικαιοπραξία είναι αι-

σχροκερδής και άκυρη κατά το υπερβάλλον

Η προβολή της ακυρότητας από εκείνον που μετήλθε την εκμετάλλευση

μπορεί να αποκρουσθεί με την ένσταση της ΑΚ 281 Αυτό μπορεί να συμβεί όταν

το δικαίωμα ακυρώσεως ασκείται καθυστερημένα εφ΄ όσον όμως συντρέχουν

και άλλα περιστατικά74

Οι παροχές που έγιναν σε εκπλήρωση της καταπλεονεκτικής υποσχετικής

συμβάσεως μπορούν να αναζητηθούν είτε με διεκδικητική αγωγή είτε με αγωγή

αδικαιολόγητου πλουτισμού Αυτός που ζημιώθηκε από την αισχροκερδή δικαιο-

πραξία δικαιούται εφ΄ όσον συντρέχουν οι όροι των ΑΚ 919 και ΑΚ 914 και απο-

ζημιώσεως

71 ΑΠ 9362007 72 ΜΠΑΛΗΣ 1944191 73 ΜΠΑΛΗΣ op cit 74 Για την προστασία των καλόπιστων τρίτων μέσω της ΑΚ 281 βλ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012232 επ

35 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ ΣΤ ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ Γενικές Αρχές Αστικού Δικαίου Π Ν Σάκκουλας 2012 ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ ΣΤ ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ndash ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟΣ ΠΑΝ ΜΙΧΑΗΛ Αστικός Κώδικας κατ΄ άρ-

θρο ερμηνεία τόμος Ι Π Ν Σάκκουλας 1978 ΛΑΔΑΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ Α Η ακυρότητα της δικαιοπραξίας λόγω αντιθέσεως εις τα χρη-

στά ήθη χό Θεσσαλονίκη 1979 ΛΙΤΖΕΡΟΠΟΥΛΟΣ Γ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ Η Νομολογία ως παράγων διαπλάσεως του ιδιωτικού

δικαίου Θεσσαλονίκη 1932 ΜΠΑΛΗΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ Α Γενικαί αρχαί του Αστικού Δικαίου Παπαζήσης 1944 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ ΑΛ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ Οι καταπλεονεκτικές δικαιοπραξίες Σάκκουλας Αντ

Ν 1983 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ ΑΛ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ Δικαιοπραξιες αντίθετες προς τα χρηστά ήθη Σάκ-

κουλας Αντ Ν 2012 ΠΑΠΑΣΤΕΡΙΟΥ Η ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ Αστικό Δίκαιο Επιτομή Εκδόσεις Σάκκουλα ΑΕ 2010 ΣΠΥΡΙΔΑΚΗΣ Σ ΙΩΑΝΝΗΣ Εγχειρίδιο Αστ Δικαίου 1 - Γενικές Αρχές Αντ Ν Σάκκου-

λας 2004 ΤΕΛΛΗΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ Δ Ρήτρα μετασυμβατικής απαγόρευσης ανταγωνισμού στο δί-

καιο εταιρειών και επιχειρήσεων λειτουργία και δικαστικός έλεγχος του περιε-χομένου της Εκδόσεις Σάκκουλα ΑΕ 2007

ΤΟΥΣΗΣ ΧΡ ΑΝΔΡΕΑΣ Γενικαί Αρχαί του Αστικού Δικαίου μετʹ εισαγωγής εις το δίκαι-ον εν γένει Αφοί Σάκκουλα 1978

ΤΡΙΑΝΤΟΣ Τ ΝΙΚΟΛΑΟΣ Δικαιοπραξιες Νομική Βιβλιοθηκη 2011 ΤΡΙΑΝΤΟΣ Τ ΝΙΚΟΛΑΟΣ Αστικό Δίκαιο-Επιτομή Νομική Βιβλιοθήκη 2013 ΦΙΛΙΟΣ ΧΡ ΠΑΥΛΟΣ Γενικές Αρχές Αστικού Δικαίου Εκδόσεις Σάκκουλα ΑΕ 2011 ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΕΙΣ ΑΝΔΡΟΥΛΙΔΑΚΗ-ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗ ΙΣΜΗΝΗ Η αντίθεση της διαθήκης στα χρηστά ήθη ΝοΒ

301234 ΠΕΛΕΝΗ-ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ Α Η αντιμετώπιση από τη νομολογία του άρθρου 179 περ

α΄ ΑΚ ΕλλΔνη 199459 ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟΣ ΠΑΝ ΜΙΧΑΗΛ-ΛΑΔΟΓΙΑΝΝΗΣ ΓΕΩΡ Κριτήρια αντίθεσης συμφώνου

προτίμησης προς τα χρηστά ήθη (γνμδ) ΧρΙΔ 1263 ΤΟΥΣΗΣ ΧΡ ΑΝΔΡΕΑΣ Η έννοια των χρηστών ηθών ΕΕΝ 231956 ΦΑΣΟΥΛΑΣ ΖΗΣΗΣ Η απάτη και η ακυρότητα της δικαιοπραξίας ως αντίθετη στα

χρηστά ήθη ΠοινΧρ 921032

36 36

  • 2 Συμβατική ελευθερία και γενικές ρήτρες
  • 4 Κριτήρια προσδιορισμού των χρηστών ηθών
    • Μια πρώτη κατηγοριοποίηση όμως αντίθεσης στα χρηστά ήθη μπορεί να γίνει με βάση το αν αυτή προκύπτει από το περιεχόμενο τους
      • 10 Ακυρότητα
      • α Απόλυτη ή σχετική
      • β Συνολική ή μερική
      • γ Ακυρότητα στις αιτιώδεις και αναιτιώδεις δικαιοπραξίες
      • 11 Δικονομική μεταχείριση
      • 12 Επίγραμμα

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

όμως αυτό το κριτήριο επαρκές Προφανώς είναι αναγκαίο στο μέτρο που

καθιστά σαφές ότι ο δικαστής κατά τον προσδιορισμό του περιεχομένου των

χρηστών ηθών πρέπει να καθοδηγείται όχι από τις προσωπικές του αντιλή-

ψεις περί χρηστότητας αλλά από τις επικρατούσες στην κοινωνία βασικές

αξιολογικές παραστάσεις

Δεν πρέπει όμως να λησμονούμε ότι ο κόσμος των ανθρώπινων όντων ιδίως

σήμερα ακόμα και στην ίδια κοινωνία είναι πολυφωνικός και πολυδιάστα-

τος οι γνώμες διίστανται χωρίς να σημαίνει ότι οι κρίσεις μας δεν έχουν αξί-

ωση αντικειμενικότητας

Ενίοτε δε έχουν εμφανιστεί στην ελληνική νομολογία αποφάσεις που ερμή-

νευσαν με τόλμη ndashγια την εποχή τους- όχι μόνο την έννοια των χρηστών η-

θών αλλά και άλλες αόριστες νομικές έννοιες η εξειδίκευση των οποίων γί-

νεται πάντα με βάση τα ήθη όπως για παράδειγμα τον όρο οικογένεια υ-

περβαίνοντας προφανώς τις αντιλήψεις του κατά τον Μπαλή χρηστού και

εμφρόνως σκεπτόμενου κοινωνού9

Σημειώνουμε στο σημείο αυτό ότι ακριβώς τη μεγαλύτερη συζήτηση αλλά

και διαφωνίες για την αντίθεση ή μη στα χρηστά ήθη εγείρουν οι δικαιοπρα-

ξίες οι οποίες συνδέονται με νέα πρότυπα συμπεριφορών και σχέσεων (ε-

κτός γάμου συμβίωση ελεύθερη ένωση κοινωνικοσυναισθηματική συγγέ-

νεια συμβίωση ή και γάμος μεταξύ προσώπων του ιδίου φύλου) σχετιζόμε-

να με την ζωντανή πραγματικότητα τη διαρκώς ανανεούμενη λόγω της πο-

λιτισμικής ώσμωσης των κοινωνικών και τεχνολογικών εξελίξεων

9 Χαρακτηριστικό παράδειγμα μιας τέτοιας ερμηνείας η υπrsquo αριθμόν 1931976 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Καρδίτσης που επιδίκασε πρωτοποριακά για την εποχή της χρηματική ικανοποίηση λόγω ψυχικής οδύνης (932ΑΚ) υπέρ παρανόμου συζύγου (παλλακί-δας) η οποία όμως όπως αποδείχθηκε από τα πραγματικά περιστατικά που τέθηκαν υπrsquo όψιν του Δικαστηρίου ldquoείχε ταυτίσει την τύχη της με το θανόντα με τον οποίο συμβιούσε επί ολόκληρη τριακονταετίαrdquo Σημειώνεται μάλιστα ότι 30 χρόνια αργότερα το έτος 2004 όπου πλέον η ελεύθερη ένωση αποτελούσε μια συνήθη για τα κοινωνικά δεδομένα κατάσταση ο Ά-ρειος Πάγος με την υπrsquo αριθμόν 7752011 απόφαση του (Μέλος του Δικαστηρίου και η νυν Πρόεδρος του Βασιλική Θάνου-Χριστοφίλου) αναίρεσε παρόμοια απόφαση του Εφετείου Αθη-νών που επιδίκαζε χρηματική ικανοποίηση λόγω ψυχικής οδύνης στο σύντροφο 72χρονης θα-νούσας με το σκεπτικό ότι η laquoελεύθερη ένωσηraquo εντάσσεται στις de facto οικογενειακές σχέσεις δηλαδή στις laquoπαράτυπες ή αντικανονικές από νομικής απόψεως που βρίσκονται στο περιθώριο () της νομικής ζωήςraquo και ότι δεν γνωρίζεται στην ελληνική έννομη τάξη αντίστοιχη και μάλιστα ανάλογη προστασία της εξώγαμης συμβίωσης() Για την πληρότητα του ζητήματος να σημειώ-σουμε ότι πλέον μετά το Ν37082008 προβλέφθηκε το σύμφωνο συμβίωσης ενώ η εξώγαμη συμβίωση καλύπτεται Συνταγματικά και από το άρθρο 5 αλλά κατά την ορθότερη άποψη ως κατωτέρω και από το άρθρο 21 του Συντάγματος

5 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

Επομένως ως προς την ερμηνεία των χρηστών ηθών εν σχέσει με τις δικαιο-

πραξίες αυτές υπάρχουν δυο δυνατότητες

(1) Αν στηριχθούμε σε ένα κριτήριο επαρκές και ισχυρό που πιθανότατα

υπερβαίνει την ηθική του μέσου εμφρόνως σκεπτόμενου ανθρώπου

τότε δεν τίθεται θέμα αντίθεσης στα χρηστά ήθη όχι μόνο της υπό κρί-

ση δικαιοπραξίας αλλά και όλης της σχέσης και δεν τίθεται θέμα αντί-

θεσης στα χρηστά ήθη και όλης της σχέσης ούτε εγείρεται ζήτημα α-

ντισυνταγματικότητάς της

(2) Αν δεχτούμε ότι μια τέτοια σχέση βρίσκεται στο ldquoπεριθώριοrdquo10 της νο-

μικής ζωής και δεν τυγχάνει προστασίας τότε θα πρέπει να αξιολογή-

σουμε την δικαιοπραξία με κριτήριο τα κίνητρα των συμβαλλομένων

και όχι με γνώμονα την ευρύτερη αντίθεση της ζωής τους στα χρηστά

ήθη παρανόηση που πολύ συχνά λαμβάνει χώρα κατά την αξιολόγηση

με γνώμονα το άρθρο 178ΑΚ

β Η ιδέα της δικαιοσύνης

Αν λοιπόν το κριτήριο του χρηστού και εμφρόνως σκεπτόμενου ανθρώπου

όχι μόνο δεν αρκεί αλλά ενίοτε είναι ασύμβατο με την ερμηνεία από το δικα-

στή των χρηστών ηθών και των συνδεδεμένων με αυτά θεσμών μήπως θα

πρέπει να αναζητήσουμε την ορθή ερμηνεία των χρηστών ηθών σε μια ευρύ-

τερη αντίληψη για τη δικαιοσύνη όπως αυτή εκφράστηκε αρχικά από τον

Πλάτωνα και τον Αριστοτέλη και αργότερα από τους Ιδεαλιστές φιλοσό-

φους στηριζόμενοι σε υπερθετικές αρχές απορρέουσες από την Ιδέα της Δι-

καιοσύνης Το laquoαίσθημα δικαίουraquo που διαθέτει κάθε έλλογο ενταγμένο σε

κάθε κοινωνία ον είναι μια πρώτη σύλληψη των αρχών της δικαιοσύνης μια

πρώτη laquoαίσθησηraquo για το ορθό για το δίκαιο ή άδικο ενός νόμου ή μιας δικα-

στικής κρίσης ανεξάρτητη από την έλλογη επεξεργασία αλλά απορρέουσα

από τη διαίσθηση και σαφώς θα πρέπει να αποτελεί ερμηνευτικό κριτήριο

ιδίως όταν εξειδικεύονται αόριστες νομικές έννοιες ή γενικές ρήτρες Όμως

10 Θα ήταν πιο δόκιμος ο όρος βιοτικές σχέσεις laquoτου ελεύθερου από το δίκαιο χώρουraquo καθώς ο χαρακτηρισμός των σχέσεων αυτών ως ευρισκομένων στο laquoπεριθώριοraquo της νομικής ζωής όπως στην ανωτέρω αρεοπαγίτικη απόφαση μάλλον εμμέσως απαξιώνει τους ανθρώπους αυτούς που ίσως από επιλογή αλλά ίσως και από ανάγκη διαβιούν με αυτόν τον τρόπο και παραπέμπει στους laquoΑπόκληρουςraquo του Βίκτωρος Ουγκώ

6 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

αυτή η ευρύτερη αντίληψη του Δικαίου που δε στηρίζεται στο θετό δίκαιο

αλλά σε ευρύτερες θεμελιώδεις αξίες και υπερθετικές ενίοτε και μεταφυσι-

κές αρχές οδηγεί στον κίνδυνο μεταξύ άλλων ο δικαστής να υπερβεί το εύ-

ρος της εξουσίας του όπως αυτό διαγράφεται και ορίζεται στο Σύνταγμα και

να λάβει ρόλο νομοθέτη παραβιάζοντας την Αρχή της διάκρισης των εξου-

σιών Αυτό όμως θα προκαλούσε πέραν άλλων πλήγμα για το δημοκρατικό

πολίτευμα και τις αρχές του κράτους Δικαίου και ακόμα περισσότερο αφό-

ρητη ανασφάλεια δικαίου

5 Η θετικοποίηση των εξωδικαιϊκών αρχών στο Σύνταγμα αλλά και σε

διεθνή νομοθετήματα

Λύση στο διαγραφόμενο αδιέξοδο δίνει το ίδιο το θετό δίκαιο Το αστικό δί-

καιο αλλά και όλοι οι επιμέρους τομείς του Δικαίου παρά την αυτοτέλεια τους συ-

νέχονται μεταξύ τους υπό τη σκέπη του ανώτερου Νομοθετήματος ήτοι του Συ-

ντάγματος Εκεί ο συντακτικός νομοθέτης σοφά έκρινε ότι υπάρχουν διατάξεις

λίγες αλλά θεμελιώδεις που δεν υπόκεινται σε αναθεώρηση Είναι ακριβώς αυτές

που ανυψώνουν το θετό δίκαιο και το εμπλουτίζουν με προδικαιϊκές αρχές υπερ-

θετικές αρχές που πλέον όμως είναι εξοπλισμένες με συνταγματική ισχύ Είναι κυ-

ρίως η αξία του ανθρώπου η αρχής της ίσης μεταχειρίσεως του η ελεύθερη ανά-

πτυξη της προσωπικότητάς του και η προσωπική ελευθερία η ελευθερία της θρη-

σκευτικής συνειδήσεως Οι Αρχές αυτές είναι ακριβώς αυτές τις οποίες υιοθετεί

και προτάσσει ως έμφυτες στον άνθρωπο και η Οικουμενική Διακήρυξη των Δι-

καιωμάτων του Ανθρώπου αλλά και η Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Αν-

θρώπου (Ρώμη 1950) που αξιώνει ρητά μεταξύ άλλων το σεβασμό στην ιδιωτική

και οικογενειακή ζωή (άρθρο 8) την ελευθερία σκέψης συνείδησης και θρησκείας

(άρθρο 9) και την απαγόρευση των διακρίσεων φύλου φυλής χρώματος hellip γεν-

νήσεως ή άλλης καταστάσεως

Πρόκειται όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο καθηγητής Σταθόπουλος11 στον

θαυμάσιο λόγο του που εκφωνήθηκε κατά την τελετή υποδοχής του στην Ακαδη-

11 Βλ και Μ ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟΥ laquoΝομικός Θετικισμός και Ιδεαλισμός στη Σοφιστική Διδασκαλία και τον Πατωνισμόraquo που αποτελεί ανάπτυξη του εισητηρίου λόγου του στην Ακαδημία Αθηνών

7 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

μία Αθηνών laquoγια πλήρη θετικοποίηση του συνόλου των αρχών των πράγματι α-

ξιών σεβασμού και καθολικής αναγνώρισης για κάθε έλλογο άτομοhellipraquo

Μπορούν όμως αυτές οι αξίες τα ατομικά δικαιώματα να laquoτριτενεργήσουνraquo στο

ιδιωτικό Δίκαιο δεν περιορίζεται έτσι η ιδιωτική αυτονομία των συμβαλλομένων

6 Η έμμεση τριτενέργεια των συνταγματικών διατάξεων

Ιστορικά γενικά τα ατομικά δικαιώματα (είτε αυτά απορρέουν από αναθε-

ωρήσιμες ή μη διατάξεις) υπήρξαν δικαιώματα αμυντικά έναντι της αυθαιρεσίας

του κράτους12 Στο πεδίο του ιδιωτικού δικαίου και χάριν της αυτονομίας του οι

σχέσεις μεταξύ των ιδιωτών ήταν ρυθμισμένες με βάση κανόνες του ιδιωτικού δι-

καίου και ουδεμία συζήτηση εγένετο για τριτενέργεια τους Βεβαίως καθόσον τα

ατομικά δικαιώματα αποτελούν αξιολογήσεις του συντακτικού νομοθέτη ουδεμία

διάταξη ιδιωτικού δικαίου δεν μπορεί να αντιφάσκει προς το αξιολογικό τους σύ-

στημα

Μια άμεση όμως εφαρμογή τους στο ιδιωτικό δίκαιο θα αναιρούσε τη συμ-

βατική ελευθερία και θα αντιστρατευόταν τον ίδιο το συντακτικό νομοθέτη αφού

στο Σύνταγμα διακηρύσσεται επίσης η ελευθερία ανάπτυξης της προσωπικότητας

και η προστασία της ιδιωτικής οικονομικής πρωτοβουλίας η οποία όμως δεν πρέ-

πει να αναπτύσσεται σε βάρος της ελευθερίας και της ανθρώπινης αξιοπρέπειας

Βεβαίως μετά την αναθεώρηση του Συντάγματος το 2001 προσετέθη στο άρθρο

25 παρ1 το εδάφιο σύμφωνα με το οποίο laquoτα δικαιώματα του ανθρώπου ισχύ-

ουν και στις σχέσεις ιδιωτών στις οποίες προσιδιάζουνraquo και έτσι μέρος της θεωρί-

ας ερμηνεύει τη διάταξη αυτή ως laquoάμεσηraquo ισχύ των ατομικών δικαιωμάτων στις

σχέσεις μεταξύ των ιδιωτών13

Ορθότερα όμως και όπως θα αναλυθεί κατωτέρω τα δικαιώματα αποτελούν

ένα έμμεσο αξιολογικό κριτήριο το οποίο οφείλει ο ερμηνευτής να λαμβάνει υπrsquo

όψιν του κατά τη συγκεκριμενοποίηση των αόριστων νομικών εννοιών και των

γενικών ρητρών των νόμων όπως εδώ της διάταξης του ΑΚ178

12 Βλ ΠΔ ΔΑΓΤΟΓΛΟΥ Ατομικά Δικαιώματα σελ 84 και επ 13 Βλ ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟ Επιτομή Γενικού Ενοχικού σελ10 και ΦΙΛΙΠΠΟ ΣΠΥΡΟΠΟΥΛΟ Θεμελιώδη Δικαιώ-

ματα Γενικό Μέρος που μάλλον αμφιβάλλει για την άμεση τριτενέργεια των 8 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

Εξάλλου αν το Σύνταγμα αλλά και οι Ευρωπαϊκές Συμβάσεις εγγυώνται και

προστατεύουν τα ατομικά δικαιώματα αυτό προϋποθέτει ότι αυτά ενεργούν όχι

μόνο έναντι του κράτους αλλά έναντι όλων

Επομένως αν και η διαφοροποίηση των φύλων δεν απαγορεύεται κατrsquo αρ-

χήν στις ιδιωτικές σχέσεις μια άκρως δυσμενής μεταχείριση ενός προσώπου λόγω

του φύλου του θα μπορούσε να οδηγήσει σε ακυρότητα λόγω αντίθεσης στα χρη-

στά ήθη σύμφωνα με το άρθρο 178 ΑΚ Δηλαδή ο διαθέτης έχει κατrsquo αρχήν με βά-

ση την αρχή της ελευθερίας του διατιθέναι το δικαίωμα να επιλέξει ως τιμώμενο

κάποιον αποκλειστικά λόγω φύλου όμως η αντίθεση στα χρηστά ήθη θα θεμελιώ-

νεται μόνο όταν επιπλέον συντρέχει στο πρόσωπο του θιγομένου από την διαθήκη

το στοιχείο της ευλόγου προσδοκίας όπως αν πρόκειται για νόμιμο κληρονόμο14

Συμπερασματικά θα μπορούσαμε να υποστηρίξουμε ότι μια τέτοια θεώ-

ρηση του Συντάγματος και των υπερθετικών δικαιϊκών Αρχών που αυτό ενσω-

ματώνει και κατοχυρώνει πράγματι θα μπορούσε να εξηγήσει πειστικά και να

δικαιολογήσει όχι μόνο αποφάσεις αλλά και νόμους που εγείρουν συζητήσεις για

την αντίθεση τους ή μη στα χρηστά ήθη θα δικαιολογούσε την αναλογία δικαίου

στην οποία ενίοτε καταφεύγει η νομολογία μας για να καλύψει το δισταγμό του

νομοθέτη που δεν έχει δώσει ρητά λύση σε ζητήματα και προβλήματα που απορ-

ρέουν από τα κενά δικαίου που συνδέονται με νέα μορφώματα είτε αυτά είναι νο-

μικά αναγνωρισμένα είτε όχι15

14 Βλ ΠΔΔΑΓΤΟΓΛΟΥ Η τριτενέργεια των ατομικών δικαιωμάτων ΝοΒ 30780 και επ 15 Βλ όμως και υπrsquo αριθμόν 21712002 απόφαση του Εφετείου Αθηνών με παρατηρήσεις

ΓΛέκκα η οποία εξαφάνισε πρωτόδικη απόφαση που είχε δεχθεί αγωγή της μητέρας για ανα-γνώριση των παιδιών της που γεννήθηκαν με ετερόλογη τεχνητή σπερματέγχυση στην οποία ο μόνιμος σύντροφός της είχε συγκατατεθεί με το σκεπτικό ότι δεν πληρούνται οι προυποθέσεις για κατrsquo αναλογία εφαρμογή του άρθρου 1471 παρ2 εδ2 επειδή σαφώς προϋποθέτει γάμο και επαλλήλως διότι η αναλογία εδώ είναι ανεπίτρεπτη καθώς η συμφωνία εγγάμων που συζούν σε ελεύθερη ένωση για την απόκτηση ξένου βιολογικά τέκνου είναι άκυρη ως αμφιμερώς αντί-θετη στα χρηστά ήθη σύμφωνα με το άρθρο 178ΑΚ Όπως όμως σωστά αντιτάσσει ο ΓΛέκκας η νομολογία εφαρμόζει αναλογικά διατάξεις που αφορούν την έγγαμη συμβίωση και στην ε-λεύθερη ένωση αναγνωρίζοντας στους συμβιούντες δικαιώματα ενώ δικαιολογείται λόγω της αλματώδους ανάπτυξης της τεχνολογίας ως προς την υποβοήθηση της ανθρώπινης αναπαρα-γωγής η πλήρωση από το δικαστή του κενού δικαίου ως προς τη συγγένεια με την καθιέρω-ση της laquoκοινωνικοσυναισθηματικής συγγένειαςraquo η οποία εν μέρει είναι ήδη θετικοποι-ημένη μέσω των συνταγματικών αρχών της προστασίας της αξιοπρέπειας και της προ-σωπικότητας του κάθε παιδιού ανεξάρτητα από τον τρόπο σύλληψής του Τέλος όπως επι-σημαίνει ότι και ενόψει του παιδοκεντρικού χαρακτήρα του οικογενειακού δικαίου και κατrsquo αναλογία με την πάγια νομολογία των δικαστηρίων μας που δεν εξετάζουν αν οι εξώγαμες σχέσεις είναι αντίθετες στα χρηστά ήθη σε περίπτωση που η σχετική περιουσιακή επίδοση δε συνιστά αδικαιολόγητη περιφρόνηση προς τα εγγύτατα πρόσωπα της οικογένειας του διαθέτη δεν θα πρέπει να εξετάζεται αν οι εξώγαμες σχέσεις είναι αντίθετες στα χρηστά ήθη όταν δίδεται συγκατάθεση για τεχνητή γονιμοποίηση Παρά τα ανωτέρω σημειώνουμε ότι

9 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

Εξάλλου το Σύνταγμα προστατεύει μεν το γάμο όμως όπως προκύπτει από

τη διατύπωσή του προστατεύει αυτοτελώς και την οικογένεια ανεξάρτητα από

το αν αυτή στηρίζεται σε γάμο σε σύμφωνο συμβίωσης ή σε ελεύθερη ένωση διό-

τι ακριβώς αν ο συνταγματικός νομοθέτης ήθελε να περιορίσει τη θεσμική εγγύη-

ση μόνο στο γάμο θα ήταν περιττή η επιπλέον ξεχωριστή μνεία στην οικογένεια

Σε κάθε περίπτωση η ελεύθερη ένωση μάλλον προστατεύεται και με βάση το άρ-

θρο 5 παρ1 που κατοχυρώνει την ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας16

Ακόμα λοιπόν και αν η αναγνώριση και προστασία τέτοιων σχέσεων αφορά

μόνο το κράτος η αναγνώριση αυτή έχει νομική σημασία για το σύνολο της εννό-

μου τάξεως διότι περιέχει ένα αξιολογικό κριτήριο το οποίο λαμβάνεται υπrsquo όψιν

κατά την συγκεκριμενοποίηση αόριστων εννοιών όπως πχ αυτή της οικογένειας

της συγγένειας και συνακόλουθα των σχετικών με αυτές γενικών ρητρών όπως

εδώ των χρηστών ηθών

Τέλος αξίζει να επισημανθεί ότι βεβαίως το Σύνταγμα ως θεμελιώδης υπέρ-

τατος γενικός καθολικός και αυστηρός νόμος δυσχερώς αναθεωρείται αφού

συνδέεται άρρηκτα με το πολίτευμα και την κρατική εξουσία και υιοθετεί αρχές

και κανόνες με στόχο τη μακροπρόθεσμη διακυβέρνηση της πολιτείας Ωστόσο ο

συνεχής μετασχηματισμός των κοινωνιών απαιτεί για να μην παραμείνει το Σύ-

νταγμα laquoνεκρό γράμμαraquo -αφού ορθά δεν αναθεωρείται εύκολα- αφrsquo ενός να συ-

μπορεύεται με το διεθνές δίκαιο17 και αφrsquo ετέρου να ερμηνεύεται ώστε να αντα-

νακλά τον πολιτισμό τις αξίες και τις δικαιϊκές αρχές ακολουθώντας τις σύγχρο-

νες εξελίξεις18

7 Κατηγοριοποίηση ανήθικων δικαιοπραξιών

Η πράξη έχει δείξει ότι η αντίθεση στα χρηστά ήθη συνήθως διαγιγνώσκεται

λόγω της συνδρομής πλειόνων συγχρόνως αρνητικών παραγόντων που δρουν

ο Άρειος Πάγος επικύρωσε την εν λόγω Εφετειακή απόφαση υιοθετώντας το σκεπτικό της με την υπrsquo αριθμόν 142004 απόφασή του

16 Βλ ΠΦΙΛΙΟ Οικογενειακό Δίκαιο σελ37 17 Ήδη έχει προβλεφθεί συνταγματικά στο άρθρο 2 παρ2 18 Βλέπε συγκριτικά μεταξύ άλλων και το πολύ ενδιαφέρον δόγμα του laquoliving treeraquo που αφορά

τη ζωντανή εξελικτική ερμηνεία του Συντάγματος όπως αυτή αναπτύχθηκε από το Α-νώτατο Δικαστήριο του Καναδά σε παλαιότερη απόφαση του για το γάμο μεταξύ ομοφύ-λων (2004) όπου σε ερώτημα που του τέθηκε για την αντίθεση ή όχι του πολιτικού γάμου με το Σύνταγμα υποστήριξε ότι οι παγωμένες στο χρόνο συνταγματικές ερμηνείες έρχονται σε πλήρη αντίθεση με το δόγμα του living tree (3 SCR 698 2004 Supreme Canadian Court 79)

10 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

από κοινού στο πλαίσιο της ίδιας δικαιοπραξίας χωρίς αυτό να αποκλείει τον α-

νήθικο χαρακτήρα μιας δικαιοπραξίας εξ ενός και μόνο στοιχείο όπως κυρίως στις

περιπτώσεις που προσβάλλεται η αξίας του ανθρώπου (πχ ρήτρα αγαμίας απα-

γόρευσης εργασίας κλπ)

Μια πρώτη κατηγοριοποίηση όμως αντίθεσης στα χρηστά ήθη μπορεί να

γίνει με βάση το αν αυτή προκύπτει από το περιεχόμενο τους

Η ανηθικότητα ων δικαιοπραξιών μπορεί να προκύπτει

α Από το ίδιο το περιεχόμενό τους

Πρόκειται για τη λεγόμενη laquoενδογενήraquo ανηθικότητα όπου το περιεχόμενο

τους καθrsquo εαυτό και αντικειμενικά αντιτίθεται σε αξίες των οποίων η έννομη

τάξη επιδιώκει την πραγμάτωση Χαρακτηριστικές περιπτώσεις αυτής της

κατηγορίας είναι κυρίως οι συμβάσεις οι οποίες ενέχουν υπέρμετρη δέσμευ-

ση της προσωπικής ελευθερίας των συμβαλλομένων Στην έννοια της ελευ-

θερίας περιλαμβάνονται και όλα τα συνταγματικώς κατοχυρωμένα δικαιώ-

ματα όπως η ελευθερία εγκατάστασης το δικαίωμα στην ιδιωτική ζωή η ε-

λεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας

Στις περιπτώσεις αυτές όπως και στις περιπτώσεις του άρθρου 174 ΑΚ δεν

τίθεται ζήτημα μομφής κατά των δικαιοπρακτούντων διότι ο χαρακτήρας

του ανήθικου προσδίδεται εδώ από κριτήρια συνυφασμένα με την συνταγ-

ματικά κατοχυρωμένες αξίες της ελεύθερης ανάπτυξης της προσωπικότητας

της αξιοπρέπειας του ανθρώπου

β Από το σκοπό της δικαιοπραξίας

Πρόκειται για τη λεγόμενη laquoεξωγενήraquo ανηθικότητα που διαγιγνώσκεται με

αξιολόγηση και όλων των συνοδευουσών αυτή συνθηκών και περιστάσεων

όχι μόνο υποκειμενικής φύσεως όπως η πρόθεση εκμετάλλευσης του δια-

πραγματευτικά ασθενέστερου αντισυμβαλλόμενου η γνώση κρίσιμων συνο-

δευτικών περιστατικών (δωρεά μη μεταγεγραμμένη) ή σκοπός η δικαιοπρα-

ξία να βλάψει τα συμφέροντα της ολότητας ή τρίτων αλλά και αντικειμενι-

κής φύσεως περιστάσεων με χαρακτηριστικά εδώ παραδείγματα την αδυ-

ναμία εικονικού εγγυητή να ανταποκριθεί σε αναλαμβανόμενη υποχρέωση

αλλά κυρίως την αναλυόμενη κατωτέρω καταπλεονεκτική δικαιοπραξία

γ Από το συνδυασμό του περιεχομένου της δικαιοπραξίας με το σκοπό

και τα κίνητρα που ώθησαν τον δικαιοπρακτούντα σε ενιαίο σύνολο

11 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

όπως πχ δωρεά σε πρόσωπο με το οποίο ο δωρητής διατηρούσε ανήθικες

σχέσεις ή ακόμα χαρακτηριστικότερα η λεγομένη διαθήκη της ερωμένης19

Στις περιπτώσεις αυτές τα κίνητρα ο σκοπός και τα ελατήρια που ώθησαν

στην εν λόγω δικαιοπραξία ανάγονται στα παραγωγικά αίτια της βούλησης

του διαθέτη ή δωρητή αντίστοιχα και καθίσταται έτσι δυσχερής ο σχηματι-

σμός δικανικής πεποίθησης για πραγματικά περιστατικά που αποτελούν το

αντικείμενο της αντίθεσης στα χρηστά ήθη

Αυτό όμως σημαίνει ότι γα τη διερεύνηση της δικαιοπρακτικής βούλησής

του υπεισερχόμαστε και στον τρόπο ζωής του δωρητή ή του διαθέτη κιν-

δυνεύοντας να αξιολογήσουμε την αντίθεση στα χρηστά ήθη όχι με γνώμονα

την αντίθεση της στα χρηστά ήθη αλλά τη γενικότερη αντίληψή μας ότι ο εν

λόγω συμβαλλόμενος διήγε βίο ανήθικο Αυτό όμως αποτελεί μια ανεπίτρε-

πτη και επικίνδυνη γενίκευση που μας αποπροσανατολίζει από το ζητούμε-

νο20

Κατά κανόνα η ελληνική νομολογία δεν εξετάζει ndashορθά- αν οι εξώγαμες ερω-

τικές σχέσεις είναι αντίθετες ή μη στα χρηστά ήθη Ορθώς διότι όπως ανω-

τέρω αναφέρθηκε η εν γένει ανήθικη συμπεριφορά του διαθέτη δεν επιδρά

στο κύρος της δικαιοπραξίας αν αυτή δεν έγινε από ευτελή κίνητρα

Παραδόξως όμως η νομολογία έχει εισαγάγει ένα άλλο κριτήριο εξίσου αμ-

φίβολο συγκρίνοντας το δεσμό του διαθέτη με την οικογένεια του και τις

σχέσεις του με πρόσωπα εκτός οικογενείας

Έτσι συνήθως γίνεται δεκτό ότι ακόμα και αν ο διαθέτης καταλείπει περιου-

σία σε πρόσωπο με το οποίο τελεί σε σχέση παλλακείας η διαθήκη δεν αντί-

κειται στα χρηστά ήθη εκτός εάν συνιστά εκδήλωση αδικαιολόγητης περι-

φρόνησης προς εγγύτατα πρόσωπα της οικογένειας του που μπορεί να είναι

και τα αδέλφια του21

19 Η αρχική διάκριση του ανήθικου των δικαιοπραξιών στο βιβλίο του Π ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ laquoΔικαιο-πραξίες αντίθετες στα χρηστά ήθηraquo εντάσσει και την εν λόγω τρίτη κατηγορία στη β Εδώ προ-κειμένου να αναδειχθεί η ιδιαιτερότητα της συγκεκριμένης κατηγορίας και η δυσκολία διάκρι-σης της αντίθεσης της στα χρηστά ήθη προτιμάται η υποκατηγοριοποίηση του ΒΟΥΖΙΚΑ (Κλη-ρονομικό Δίκαιο σελ667 και επ) όπως αυτή έχει διαμορφωθεί ιδίως για τις διαθήκες από τη νομολογία

20 Βλ και ΙΣΜΗΝΗ ΑΝΔΡΟΥΛΙΔΑΚΗ-ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗ laquoΗ αντίθεση της διαθήκης στα χρηστά ήθηraquo ΝοΒ30 1236

21 Βλ και ΑΠ2311982 Α Τμήμα όπου ο διαθέτης κατέστησε μόνους κληρονόμους τη σύζυγο και την κόρη του ενώ με κληροδοσία κατέλειπε ανώνυμες μετοχές στην γραμματέα του με την ο-ποία διατηρούσε ερωτικές σχέσεις Παράλληλα όμως της είχε δωρίσει εν ζωή χρήματα για αγο-

12 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

Η αξιολόγηση αυτή αντιβαίνει στην ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότη-

τας του διαθέτη εφόσον πλην της νομίμου μοίρας ο διαθέτης δικαιούται να

καταλείπει την υπόλοιπη περιουσία του σε τρίτα πρόσωπα Ούτε βέβαια το

ηθικό καθήκον προς άπορους ή μειονεκτούντες συγγενείς μπορεί να αναχθεί

σε νομική υποχρέωση

Το κριτήριο της ανηθικότητας δεν είναι η περιφρόνηση του διαθέτη προς τη

νόμιμη οικογένειά του όπως αυτή ερμηνεύεται από τη νομολογία αλλά το

αν η κατάληψη στην ερωμένη καθεαυτή γίνεται για ταπεινά κίνητρα ή για

λόγους ευγνωμοσύνης Στην πρώτη περίπτωση καταφανώς η διαθήκη αντί-

κειται στα χρηστά ήθη στη δεύτερη όμως οφείλει η έννομη τάξη να την ανε-

χτεί ως αναφαίρετο δικαίωμα του διαθέτη να συνδέεται ψυχικά με άλλους

πλην της οικογένειας με τη στενή έννοια22 αναγνωρίζοντας ότι ακόμα και

σε ένα πλαίσιο μιας ίσως μη ηθικής σχέσης τα μέρη αυτής διαθέτουν αξιο-

πρέπεια και ευγενή κίνητρα

8 Τα ενδιάμεσα σκαλοπάτια κατηγοριοποίησης των ανήθικων δικαιο-

πραξιών

Λόγω ακριβώς της αοριστίας της ρήτρας των χρηστών ηθών του άρθρου

178ΑΚ (σε αντίθεση με το άρθρο 179ΑΚ) είναι αδύνατο αυτή στη συγκεκριμένη

μορφή της να καταστεί ένα ρυθμιστικό πρότυπο στο οποίο θα μπορεί απευθείας

να ενταχθεί η υπό κρίση δικαιοπραξία

Για το λόγο αυτή η επιστήμη με τη μορφή ενός κινητού συστήματος23 α-

ντλώντας το υλικό της από την πλούσια νομολογία αλλά και από τη δογματική

και δικαιοσυγκριτικά δεδομένα δημιουργεί ενδιάμεσα κριτήρια laquoσκαλοπάτιαraquo

ήτοι τυποποιημένα ειδικά πραγματικά που διευκολύνουν την ασφαλή και ελέγξι-

μη ένταξη της κρινόμενης δικαιοπραξίας στο ρυθμιστικό πεδίο της συγκεκριμένης

ρήτρας

ρά ακινήτων κοσμήματα φορέματα κλπ μεγάλης αξίας Όμως καθώς η συνολική περιουσία που κατέλιπε στους νόμιμους κληρονόμους του υπερκάλυπτε τη νόμιμη μοίρα και επιπρόσθετα επειδή οι λοιποί συγγενείς του δεν είχαν ανάγκη οικονομικής ενίσχυσης το Δικαστήριο έκρινε ότι η διαθήκη δεν αποτελούσε εκδήλωση περιφρόνησης προς τη νόμιμη οικογένειά του

22 Για την έννοια της οικογένειας βλ και ΠΑΤΕΡΑΚΗ σελ292-303 laquoη προβληματική του όρου οικογέ-νειαraquo

23 βλΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ ως άνω 13 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

Βέβαια ακόμα και στις περιπτώσεις αυτές οι εν λόγω ομάδες δεν είναι οριο-

θετημένες σαφώς μεταξύ τους καθώς ενίοτε το βασικό αξιολογικό στοιχείο το ο-

ποίο αναδεικνύει την αντίθεση στα χρηστά ήθη μπορεί να εμφανίζεται και σε μια

άλλη ομάδα να επικαλύπτονται ή να αλληλοαποκλείονται όπως για παράδειγμα

το στοιχείο της ανισότητας των συμβαλλομένων απαντά και στην καταδυναστευ-

τική αλλά και στην καταπλεονεκτική δικαιοπραξία

Συγκεκριμένα24

α Δικαιοπραξίες για τις οποίες επαπειλείται ακυρότητα προς σκοπόν

την προστασία των συμφερόντων του αντισυμβαλλόμενου

Εδώ υπάγονται

(1) Οι περιπτώσεις των καταδυναστευτικών συμβάσεων οι οποίες απο-

τελούν με τα ειδικότερο πραγματικό τους ξεχωριστή ομάδα αντίθεση

στα χρηστά ήθη (179 ΑΚ)

(2) Αυτές που θέτουν εν κινδύνω το δικαίωμα της αυτοδιάθεσης σε ζη-

τήματα απολύτως ελεύθερης επιλογής του προσώπου όπως αυτές

που οδηγούν στη δέσμευση του αναφορικά με ζητήματα για τα οποία

πρέπει να μείνει ελεύθερο από κάθε εξαναγκασμό αρχή σύμφωνα με το

Σύνταγμα αλλά και την αρχή της προστασίας της προσωπικότητας του

άρθρου 57ΑΚ όπως η διάταξη τελευταίας βουλήσεως που καταλείπει

υπό την αίρεση της αγαμίας τη θρησκείας της αλλαγής τόπου κατοικί-

ας της επιλογής συγκεκριμένου επαγγέλματος

(3) Κάθε δικαιοπραξία που εμπορευματοποιεί αποφάσεις αναγόμενες

στη σφαίρα της απολύτου ελευθερίας του προσώπου ή την άσκηση

επιβαλλομένου από την ηθική καθήκοντος Εδώ κυρίως η απαξία

προσδίδεται λόγω της συμφωνίας για παροχή αμοιβής ή γενικότερα

περιουσιακής φύσεως ωφελημάτων ως μέσο επίδειξης από τον αντι-

24 Για μια διαφορετική κατηγοριοποίηση περιεκτικότερη και ίσως ευκρινέστερη βλ και Γνωμο-δότηση ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟΥ-ΛΑΔΟΓΙΑΝΝΗ με αντικείμενο τα laquoΚριτήρια αντίθεσης συμφώνου προτίμησης στα χρηστά ήθηraquo ΧρΙδΔ ΙΒ2012 όπου μνημονεύονται πέντε κύριες κατη-γορίες-κριτήρια ήτοι 1) η υπερβολική δέσμευση της ελευθερίας του προσώπου 2) η καταπλεονέκτηση (179β ΑΚ) 3) η εκμετάλλευση μιας θέσης ισχύος που μπορεί να έχει κάποιος στην αγορά 4) η πρόκληση βλάβης σε τρίτους και 5) η σοβαρή δυσαναλογία παροχής και αντιπαροχής Εδώ ακολουθήθηκε η κατηγοριοποίηση του Π ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ η οποία είναι μεν υπεραναλυτική αλλά ταυτόχρονα περιλαμβάνει κατrsquo εκτίμηση όλες τις μέχρι τώρα εμφανισθείσες περιπτώσεις αντιθέσεως στα χρηστά ήθη

14 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

συμβαλλόμενο συμπεριφοράς που ανάγεται στη σφαίρα της απολύτου

ελευθερίας του ή από επιβαλλόμενα από την ηθική καθήκοντα

(4) Κάθε δικαιοπραξία που οδηγεί σε υπέρμετρη επιβάρυνση του συναλ-

λακτικά ασθενέστερου και ιδίως του εγγυητή Εδώ πέραν των κλα-

σικών καταπλεονεκτικών συμβάσεων ανήκουν κυρίως οι laquoοιονεί οι-

κογενειακές εγγυήσειςraquo όπου πρόσωπα στερούμενα περιουσίας ώστε

να αναλάβουν υποχρεώσεις συνάπτουν συμβάσεις εγγυήσεως με το

δανειστή μέλους της οικογένειας τους Η νομική σκέψη που δικαιολο-

γεί εδώ την ανηθικότητα έγκειται στην ανάληψη υπέρμετρων συμβα-

τικών επιβαρύνσεων που δεν ανάγονται στην πραγματικά ελεύθερη

δικαιοπρακτική βούληση του εγγυητή ο οποίος πράττει τούτο κοινω-

νικοτυπικά λόγω της συγγενικής σχέσης ευρισκόμενος σε μειονεκτική

διαπραγματευτικά θέση έναντι του δανειστή

β Δικαιοπραξίες για τις οποίες επαπειλείται ακυρότητα προς σκοπόν

την προστασία των συμφερόντων τρίτων

Εδώ υπάγονται

(1) Δικαιοπραξίες προς ματαίωση ήδη θεμελιωμένων ενοχικών απαιτή-

σεων τρίτων όπου η βλάβη του αντισυμβαλλομένου προκαλείται από

την καταχρηστική άσκηση της συμβατικής ελευθερίας Εδώ υπάγονται

η παρώθηση κάποιου σε αθέτηση των συμβατικών υποχρεώσεων του

η απόσπαση προσωπικού που βρίσκεται σε υπηρεσία άλλου

(2) Δικαιοπραξίες προς βλάβη των περιουσιακών συμφερόντων των δα-

νειστών όπου αντικείμενο δεν είναι συγκεκριμένα αλλά γενικά τα πε-

ριουσιακά συμφέροντα τρίτων που παραπλανόνται σε σχέση με την

πιστοληπτική ικανότητα του αντισυμβαλλομένου τους

(3) Δικαιοπραξίες που καταχρώνται τη θέση εμπιστοσύνης έναντι τρί-

του με κλασικό παράδειγμα της κατηγορίας αυτής που αντιπρόσωπος

κάποιου συμβάλλεται με τρίτο κατά τρόπο ώστε να βλάψει τα συμφέ-

ροντα του εντολέως του

(4) Συμφωνίες περί μη θεματισμού σε δημόσιο πλειστηριασμό ή υποβο-

λής προσφοράς μέχρι ορισμένου ποσού όταν η συμφωνία είναι πρό-

σφορη να βλάψει τα συμφέροντα είτε του οφειλέτη είτε των δανει-

στών

15 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

γ Δικαιοπραξίες για τις οποίες επαπειλείται ακυρότητα προς σκοπόν

την προστασία των συμφερόντων της ολότητας

Εδώ ανήκουν προεχόντως δικαιοπραξίες που αντιβαίνουν σε συνταγ-

ματικής κυρίως φύσεως επιταγές και κυρίως

(1) Δικαιοπραξίες που προσβάλλουν τη συνταγματική τάξη όπως αυτές

που ενέχουν αθέμιτο περιορισμό του δικαιώματος αυτοδιάθεσης του

προσώπου

(2) Δικαιοπραξίες που διαταράσσουν την εύρυθμη λειτουργία του κρά-

τους και των Υπηρεσιών του όπως αυτές που σκοπούν στη διευκό-

λυνση παρανόμων πράξεων συμβάσεις με τις οποίες επιδιώκεται η

φοροδιαφυγή κλπ

(3) Δικαιοπραξίες που διαταράσσουν την οικονομική τάξη όπως αυτές

που παρακωλύουν εμποδίζουν ή περιορίζουν την ελεύθερη λειτουργία

του ανταγωνισμού στο μέτρο που δεν υπάγονται στις απαγορευτικές

διατάξεις των άρθρων 1 και 2 του Ν39592011

(4) Δικαιοπραξίες που προσβάλλουν τα σεξουαλικά ήθη και την οικογε-

νειακή τάξη Μολονότι συντελείται σημαντική μεταβολή της στάσης

της έννομης τάξης ως προς τα ζητήματα αυτά εδώ υπάγονται κυρίως

συμφωνίες για την επrsquo ανταλλάγματι τέλεση σεξουαλικής πράξης ως

αντικείμενης στην αξιοπρέπεια του ατόμου συμφωνίες που προ-

σκρούουν στην ηθική ουσία του γάμου ή τη συγγένεια όπως η συμφω-

νία αμοιβής για σύναψη εικονικού γάμου οι συμφωνίες μεσολάβησης

για εύρεση κυοφόρου γυναίκας και πώλησης γενετικού υλικού κλπ

(5) Δικαιοπραξίες που αντιτίθεται στο επαγγελματικό ήθος όπως συμ-

φωνίες για προσπόριση τίτλου ή αξιώματος έναντι οικονομικού ανταλ-

λάγματος (υποβοήθηση σε συγγραφή διδακτορικής διατριβής) συμ-

φωνίες πωλήσεως δικηγορικών γραφείων (κυρίως από τη γερμανική

νομολογία) όταν in concreto δικαιολογείται ο φόβος ότι ο νέος διευ-

θύνων θα το διευθύνει με τρόπο που δε συνάδει στις απαιτήσεις της

εύρυθμης απονομής της δικαιοσύνης κλπ

9 Κρίσιμος χρόνος διαγνώσεως της αντίθεσης στα χρηστά ήθη

16 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

Κατά την κρατούσα γνώμη κρίσιμος χρόνος για την κρίση της αντίθεσης μιας

δικαιοπραξίας στα χρηστά ήθη είναι ο χρόνος κατάρτισής της διότι η ανηθικότη-

τα ή μη μιας δικαιοπραξίας δεν μπορεί παρά να κρίνεται με βάση τις ισχύουσες

κατά την κατάρτισή της ηθικές και θεμελιώδεις αρχές

Περαιτέρω όμως ορθότερο είναι να δεχθεί κανείς ότι η μεταβολή και εξέλιξη

της έννοιας των χρηστών ηθών δεν μπορεί αναδρομικά να επηρεάσει προς το χεί-

ρον την αξιολόγηση της ρυθμίσεως που όταν συνήφθη τα μέρη πίστευαν ότι είναι

σύμφωνη με τα χρηστά ήθη εκτός αν πρόκειται για σύμβαση διαρκείας οπότε

πλέον τα αποτελέσματά της αντίκεινται στα χρηστά ήθη όπως αυτά θα έχουν δι-

αμορφωθεί

Αντίθετα όταν μια δικαιοπραξία ήταν αντίθετη στα χρηστά ήθη κατά το χρό-

νο σύνταξη της αλλά λόγω μεταβολής της ερμηνείας των χρηστών ηθών ή λόγω

μεταβολής των πραγματικών περιστατικών πλέον το περιεχόμενο είναι συμβατό

με αυτά ορθότερη είναι η ευεργετική αναδρομικά ίαση της και η επέλευση των

εννόμων συνεπειών της ιδιαίτερα σε περιπτώσεις διατάξεων τελευταίας βουλή-

σεως

10 Ακυρότητα

α Απόλυτη ή σχετική

Η αντίθεση μιας δικαιοπραξίας στα χρηστά ήθη συνεπάγεται σύμφωνα με

την ΑΚ 178 ακυρότητα της δικαιοπραξίας Δεν θα ανταποκρινόταν στο νόη-

μα και στο σκοπό της ρήτρας η διατήρηση του κύρους της δικαιοπραξίας να

επαφίεται στη βούληση των μερών αφού πέραν των άλλων η συγκεκριμένη

διάταξη προστατεύει μεταξύ άλλων και το γενικό συμφέρον25 Αυτό όμως θα

είχε ως αποτέλεσμα ειδικά σε περιπτώσεις που η ανηθικότητα στρέφεται

μόνο κατά του αντισυμβαλλόμενου και όχι κατά της ολότητας η ακυρότητα

να λαμβάνεται αυτεπαγγέλτως υπrsquo όψιν και να μπορεί και ο ίδιος ο ενεργή-

σας ανήθικα να την επικαλεστεί

Γιrsquo αυτό το λόγο σε περιπτώσεις που η ανηθικότητα δεν προκύπτει από το

περιεχόμενό της αλλά από τις περιστάσεις 26 όπως στις περιπτώσεις των

καταπλεονεκτικών δικαιοπραξιών η ακυρότητα δεν παρίσταται δικαιολο-

25 Βλ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ όπως πιο πάνω και ΓΕΩΡΓΙΑΔΗ-ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟ ΕρμΑΚ άρθρο 178 σελ 276 ΝΙΚΟ-ΛΟΠΟΥΛΟ Γεν Αρχές σελ 314-315

26 Βλ ομοίως ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ Δικαιοπραξίες αντίθετες προς τα χρηστά ήθη 17 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

γημένη Ορθότερο λοιπόν θα ήταν να είναι σχετική ώστε να καταστεί δυνα-

τή η απολαβή της παροχής με δικαιότερους όρους

β Συνολική ή μερική

Όσον αφορά την ακυρότητα της σύμβασης στο σύνολο ή σε μέρος αυτής αν

η ανηθικότητα πλήττει μόνο μια μεμονωμένη συμβατική ρήτρα δυναμένη να

αποχωριστεί από τη σύμβαση και αυτή να δύναται να πραγματώσει το σκο-

πό της τότε η ακυρότητα μπορεί να περιοριστεί στη ρήτρα αυτή

Αναλογικά και κυρίως ως ανωτέρω αναφέρθηκε σε περιπτώσεις καταπλεο-

νεκτικών ή καταδυναστευτικών δικαιοπραξιών η μερική ακυρότητα θα μπο-

ρούσε να είναι δυνατή με την έννοια της αφαίρεσης του αδίκου μέρους της

ώστε αυτή να μπορεί να ισχύσει με το υπόλοιπο ορθό περιεχόμενό της Αμ-

φισβητείται όμως αν αυτό ανταποκρίνεται στα εύλογα συμφέροντα των α-

ντισυμβαλλομένων και ιδίως του ισχυρότερου μέρους που η πραγματική ή

εικαζόμενη βούληση του μάλλον θα κατατείνει στην ακύρωση της δικαιο-

πραξίας

Βέβαια όσον αφορά τη σχέση του 178 ΑΚ με το 181 ΑΚ στην ερμηνεία αυτής

έχουν υπεισέλθει αντικειμενικοί παράγοντες όπως ο σκοπός του κανόνα δι-

καίου που θεσπίζει την ακυρότητα διότι άλλως με την αποδοχή της ολικής

ακυρότητας ματαιούται ο προστατευτικός σκοπός της διάταξης Επομένως

ορθότερο είναι στις περιπτώσεις αυτές η ακυρότητα ή μη της σύμβασης να

καταλίπεται στο ασθενέστερο μέρος

γ Ακυρότητα στις αιτιώδεις και αναιτιώδεις δικαιοπραξίες

(1) Στις αιτιώδεις δικαιοπραξίες αν η αιτία είναι άκυρη άκυρη είναι και η

αιτιώδης δικαιοπραξία Επομένως αν η υποσχετική σύμβαση η οποία

αποτελεί την αιτία εκποιητικής δικαιοπραξίας (πχ μεταβίβασης κυ-

ριότητας ακινήτου) άκυρη λόγω αντίθεσης στα χρηστά ήθη συμπαρα-

σύρει σε ακυρότητα και την εμπράγματη δικαιοπραξία το κύρος της

οποίας εξαρτάται από την ύπαρξη εγκύρου αιτίας

Για το λόγο αυτό η αναζήτηση της παροχής γίνεται με διεκδικητική

αγωγή

(2) Αντίθετα στις αφηρημένες ή αναιτιώδεις δικαιοπραξίες το κύρος των

οποίων δεν εξαρτάται από την ύπαρξη και το κύρος της αιτίας ούτε

αυτή αποτελεί στοιχείο του πραγματικού τους η έλλειψη αιτίας ή η

18 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

ακυρότητα αυτής καταρχήν δεν επηρεάζει το κύρος τους ο δε διαθέ-

σας έχει (αν δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις του 907ΑΚ) μόνο την α-

ξίωση αδικαιολογήτου πλουτισμού Χαρακτηριστικά παραδείγματα της

κατηγορίας αυτής είναι από τις μεν υποσχετικές δικαιοπραξίες η αφη-

ρημένη υπόσχεση χρέους ενώ από τις εκποιητικές η μεταβίβαση κυριό-

τητας κινητού Δικαιολογητικός λόγος της τελευταίας είναι η ταχύτητα

και η ασφάλεια των συναλλαγών καθώς οι διάδοχοι του αποκτώντος

αποκτούν έγκυρα από αυτόν ακόμα και αν αυτός είχε αποκτήσει βάσει

μιας άκυρης υποσχετικής δικαιοπραξίας Επιπλέον διευκολύνεται η α-

πόδειξη κτήσης του δικαιώματος αφού αυτός που υποστηρίζει ότι εί-

ναι δικαιούχος οφείλει και αρκεί να αποδείξει μόνο της εκποιητική δι-

καιοπραξία και όχι την αιτία αυτής

Το ότι η αναιτιώδης δικαιοπραξία είναι γενικά ανεξάρτητη από το κύ-

ρος της αιτίας δε σημαίνει ότι δεν υπάρχει αιτία γιrsquo αυτή αλλά ότι η αι-

τία δεν αποτελεί ως άνω αναφέρθηκε στοιχείο του πραγματικού της

Επομένως η laquoηθικά άχρωμηraquo αναιτιώδης δικαιοπραξία μπορεί κατά

περίπτωση να θεωρηθεί άκυρη με διάσπαση της αρχής του αναιτιώ-

δους όταν σε περίπτωση αντίθεσης της δικαιοπραξίας στα χρηστά ήθη

η ανηθικότητα αφορά όχι μόνο την ενοχική αλλά και την εμπράγματη

δικαιοπραξία27 Αν και κατά κανόνα η απλή μεταβίβαση της κυριότη-

τας είναι laquoηθικά άχρωμηraquo αφού τα κίνητρα για την κατάρτιση της ανά-

γονται στην ενοχική δικαιοπραξία αν in concreto διαγνωστεί ότι η επί-

δοση του περιουσιακού αντικειμένου έγινε χάριν τελέσεως ανήθικης

συμπεριφοράς ή ότι η ανήθικη αιτία αποτέλεσε αίρεση για την εκποιη-

τική δικαιοπραξία η ανηθικότητα πλήττει και την εμπράγματη δικαιο-

πραξία καθιστώντας αυτή άκυρη (βλ179ΑΚ) άκυρη δε και οποιαδήπο-

τε περαιτέρω μεταβίβαση

Πάντως γίνεται δεκτό και στην ελληνική αλλά και στη γερμανική νομο-

λογία ότι τα χρήματα που προκαταβάλλονται σε laquoπόρνηraquo για πραγμα-

τοποίηση σαρκικής επαφής μαζί της μεταβιβάζονται σrsquo αυτή κατά κυ-

ριότητα με την παράδοση τους αφού ως ανωτέρω αναφέρθη η ακυρό-

27 Βλ και ΑΠ ΓΕΩΡΓΙΑΔΗ Εγχειρίδιο Εμπρ Δικαίου παρ43 48 καθώς και ΑΠ ΓΕΩΡΓΙΑΔΗ Γ Αρχές ΑστΔικαίου διακρίσεις των δικαιοπραξιών

19 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

τητα της υποσχετικής δικαιοπραξίας δεν συμπαρασύρει την εμπράγμα-

τη αφού η μεταβίβαση χρημάτων είναι πράξη ηθικά ουδέτερη28

Ακριβώς επειδή η παροχή είναι έγκυρη αυτή δεν αναζητείται (εκτός

και μόνο αν το ανήθικο της αιτίας δεν βαρύνει τον δόντα) Αν βαρύνει

και αυτόν ή πολύ περισσότερο μόνο αυτόν τότε δεν αναζητείται

Πράγματι θα ήταν παράδοξο η έννομη τάξη να προστατεύει πρόσωπα

που μετήλθαν ανήθικων μέσων και προέβησαν σε δελεαστικές παροχές

για την επίτευξη μιας ανήθικης συμπεριφοράς και να τα επιβραβεύει με

την επιστροφή σε αυτά των έστω και άνευ ανταλλάγματος δοθέντων

ακόμα και στην εξαιρετική περίπτωση που και ο λήπτης βαρύνεται με

ανηθικότητα Η ρωμαϊκή αρχή laquoεν ίση αισχρότητι κρείσσων ο νεμόμε-

νοςraquo ορθά βρίσκει εδώ την εφαρμογή της29

Η ακυρότητα είναι αναδρομική (ex tunc) εκτός από τις διαρκείς συμ-

βάσεις (πχ σύμβαση εργασίας) Σε αυτές γίνεται δεκτό ότι εφόσον λει-

τούργησαν για ένα χρονικό διάστημα αναπτύσσοντας τα έννομα απο-

τελέσματα τους έχει δημιουργηθεί μια πραγματική κατάσταση η ο-

ποία αποτελεί και την αιτία διατήρησης των μέχρι τότε παροχών ενώ η

επίκληση της ακυρότητας τους έχει τα αποτελέσματα της καταγγελίας

λειτουργώντας μόνο για το μέλλον (ex nunc)

11 Δικονομική μεταχείριση

Η επίκληση της ακυρότητας αφού πρoβληθούν τα πραγματικά περιστατικά

γίνεται από οποιονδήποτε έχει έννομο συμφέρον ακόμα δε και από τον ίδιο τον

καθrsquo ου η μομφή για την επιλήψιμη συμπεριφορά αν και σε περίπτωση αυτή η ε-

πίκληση της θα μπορούσε να θεωρηθεί ως κατάχρηση δικαιώματος

Όσον αφορά το βάρος της απόδειξης στις μεν αιτιώδεις δικαιοπραξίες αυτός

που επικαλείται την εγκυρότητά της οφείλει να αποδείξει την ύπαρξη του κύρους

της αιτίας ενώ αντίθετα στις αναιτιώδεις δικαιοπραξίες το βάρος αποδείξεως φέ-

ρει εκείνος ο οποίος ασκεί είτε με αγωγή είτε με ένσταση την αξίωση αδικαιολογή-

του πλουτισμού (Αντιστροφή του βάρους της απόδειξης)

28 Βλ και ΧΡ ΜΥΛΩΝΟΠΟΥΛΟΥ Ποινικό Δίκαιο Ειδικό μέρος σελ22 29 Βλ και ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟ Επιτομή Γενικού Ενοχικού κεφ Περί αδικαιολόγητου πλουτισμού που μάλ-

λον διαφωνεί 20 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

12 Επίγραμμα

Οι δρόμοι του δικαστή του νομοθέτη και γενικότερα του εκάστοτε ερμηνευ-

τή του δικαίου είναι παράλληλοι και αλληλοσυμπληρώνονται Κοινός στόχος η εύ-

ρυθμη λειτουργία μιας κοινωνίας με σεβασμό στα βασικά ανθρώπινα δικαιώματα

στην αξία του ανθρώπου και στους θεσμούς όπως αυτοί διαμορφώνονται στην

πορεία του χρόνου

Όμως η δικαιοσύνη δεν είναι μόνο μια αφηρημένη ιδέα για τη θεσμική διάρ-

θρωση μιας κοινωνίας αλλά πρέπει να ενδιαφέρεται για τη ζωή που διάγουν οι

άνθρωποι στην πραγματικότητα και ότι καθιστά τη ζωή άξια για να τη ζουν

Γιrsquo αυτό ο ρόλος του ερμηνευτή του δικαίου και ιδίως του δικαστή είναι

κομβικός Και δεν είναι ο ρόλος αυτός παθητικός ούτε απλά συνθετικός Κινούμε-

νος εντός των εξουσιών που το Σύνταγμα του έχει προσδώσει δε στηλιτεύει αλλά

κατανοεί διαπλάθει αλλά και εξισώνει -εντός πάντοτε του θετού δικαίου

Και αν και κατά τη γενική αντίληψη ο λαός πρέπει να έχει νομολογία προ-

σαρμοσμένη στο βαθμό της ηθικής του πολλές φορές αναδεικνύεται η αντίστρο-

φη ανάγκη Να είναι η νομολογία αρωγός ώστε ο λαός να προσανατολιστεί στα

σύγχρονα ήθη και στις πολυπολιτισμικές ιδιομορφίες

Η ερμηνεία του άρθρου 178 ΑΚ αποτελεί μια χαρακτηριστική τέτοια περί-

πτωση-

21 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

Β

ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΜΕ ΤΗΝ ΟΠΟΙΑ ΔΕΣΜΕΥΕΤΑΙ ΥΠΕΡΒΟΛΙΚΩΣ Η ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΤΟΥ ΠΡΟΣΩΠΟΥ [ΚΑΤΑΔΥΝΑΣΤΕΥΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ] ndash

ΚΑΤΑΠΛΕΟΝΕΚΤΙΚΗ [ΑΙΣΧΡΟΚΕΡΔΗΣ] ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ (ΑΚ 179)

[Σπύρος Γ Παπαγιάννης]

1 Η σχέση μεταξύ των δύο ειδικών πραγματικών του άρθρου ΑΚ 179

Το δίκαιο προκειμένου να εξυπηρετεί τον κοινωνικό βίο των ανθρώπων εν-

σωματώνει στους κανόνες που το συγκροτούν τα παραγγέλματα της κοινωνικής

ηθικής δηλαδή τις επικρατούσες στην κοινωνία θεμελιώδεις αξιολογικές παρα-

στάσεις30 Έτσι η ΑΚ 178 με τον όρο ldquoχρηστά ήθηrdquo οριοθετεί την λειτουργία της

ιδιωτικής αυτονομίας μέσα στα όρια αυτού που αξιοί ο μέσης ηθικής κοινωνός του

δικαίου με σκοπό την αποτροπή καταχρήσεως κατά την διάπλαση ιδιωτικών εν-

νόμων σχέσεων και άμεσο αποτέλεσμα την άρνηση της έννομης τάξεως να προσ-

δώσει νομικό κύρος σε δικαιοπρακτικές ρυθμίσεις που προσβάλλουν τις αξίες των

οποίων αυτή επιδιώκει την πραγμάτωση31

Ενώ όμως το άρθρο ΑΚ 178 λειτουργεί ως γενική ρήτρα στο άρθρο ΑΚ 179

τυποποιούνται τα πραγματικά δύο ldquoειδικώνrdquo δικαιοπραξιών που αντιτίθενται στα

χρηστά ήθη οι ldquoκαταδυναστευτικέςrdquo συμβάσεις (ή ldquoφιμωτικέςrdquo32 δικαιοπραξίες)

και οι ldquoκαταπλεονεκτικέςrdquo συμβάσεις (ή ldquoαισχροκερδείςrdquo33 δικαιοπραξίες) Στην

πρώτη κριτήριο είναι η υπέρμετρη34 δέσμευση της ελευθερίας του προσώπου

ενώ στην δεύτερη κριτήριο αποτελεί η εκμετάλλευση της διαπραγματευτικής μει-

ονεξίας του αντισυμβαλλομένου ιδία όσον αφορά στην υπέρμετρη δέσμευση της

οικονομικής του ελευθερίας

2 Η Καταδυναστευτική Δικαιοπραξία

30 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 201217 31 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 201218 σημ 3 32 ΦΙΛΙΟΣ 2011353 33 ΦΙΛΙΟΣ opcit 34 Η ΑΚ 179α΄ αναφέρει ldquohellipδεσμεύεται υπερβολικάhelliprdquo Προτιμώ ως αποδίδουσα επί το ορθότερο

την έννοια του laquoμεγέθουςraquo της δεσμεύσεως την χρήση της λέξεως ldquoυπέρμετραrdquo λέξη-όρο που χρησιμοποιείτο στον ΑΚ προ της μεταγλωττίσεώς του στην δημοτική (την [φεύ] γλώσσα της ldquoπλέριας κατανόησηςrdquohellip)

22 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

α Έννοια

Ως ldquoκαταδυναστευτικήrdquo δικαιοπραξία νοείται κυρίως η σύμβαση (ή μεμονω-

μένη ρήτρα που περιέχεται σε σύμβαση) επί τη βάσει της οποίας δεσμεύεται

υπερμέτρως35 η προσωπική οικονομική επαγγελματική ή καλλιτεχνική ε-

λευθερία του αντισυμβαλλομένου δημιουργώντας ένα είδος υποτέλειας ένα-

ντι του άλλου μέρους36 Στην έννοια της καταδυναστεύσεως της ΑΚ 179α ε-

μπίπτει και κάθε συμβατικός περιορισμός που φέρει ως συνέπεια την υπέρ-

μετρη δέσμευση της ελευθερίας του προσώπου για ανάπτυξη οποιασδήποτε

εκδηλώσεως της προσωπικότητός του37 Είναι φανερόν ότι η ελληνική δη-

μόσια τάξη συγκεκριμενοποιεί την ρήτρα των χρηστών ηθών με την χρήση

μιάς θεμελιώδους δικαιϊκής αξίας της ελευθερίας του προσώπου εδώ ουσι-

αστικώς η συνταγματική τάξη (πχ Σ 5 sect 1) επιβάλλει τα πρόσωπα να παρα-

μένουν ελεύθερα

β Ελευθερία του προσώπου - δέσμευση

Στο πραγματικό της ΑΚ 179α΄ υπάγονται δύο κατά βάσιν περιπτώσεις συμ-

βάσεων αυτές που ενέχουν υπέρμετρη δέσμευση της προσωπικής ελευθερί-

ας του συμβαλλομένου και εκείνες με τις οποίες περιορίζεται υπερμέτρως η

ελευθερία προς (κυρίως) οικονομική και επαγγελματική δράση

Για δέσμευση της ελευθερίας του προσώπου με δικαιοπραξία γίνεται λόγος

μόνον όταν το πρόσωπο που δεσμεύτηκε είχε σύμφωνα με τον νόμο την ε-

ξουσία να διαθέσει κατά βούλησιν το αντικείμενο της δικαιοπραξίας Συνε-

πώς εάν η υποχρέωση του προσώπου δεν προέρχεται από δικαιοπραξία αλ-

λά από τον νόμο ή εάν το πρόσωπο που δεσμεύτηκε με δικαιοπραξία δεν εί-

χε σύμφωνα με τον νόμο την εξουσία να διαθέσει το αντικείμενο στο οποίο

αναφέρεται η δέσμευση η ΑΚ 179 δεν εφαρμόζεται38

Στην ελευθερία του προσώπου υπάγονται οι ατομικές ελευθερίες και τα α-

τομικά δικαιώματα αυτού39 όπως η ελευθερία συνειδήσεως της γνώμης της

διαθέσεως ψήφου του προσώπου κλπ Εδώ υπάγεται ιδίως η ελευθερία της

35 ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ 2012527 ΦΙΛΙΟΣ 2011352 36 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012 σημ 429 37 Πρβλ λχ ΑΠ 12601983 ΕλλΔνη 251347 (απεριόριστη δέσμευση της καλλιτεχνικής ελευθερί-

ας του πνευματικού δημιουργού) 38 ΕφΑθ 33271999 ΝοΒ 48485 39 ΕφΑθ 32841980 ΝοΒ 281225

23 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

εργασίας του εμπορίου της βιομηχανίας προς ανάπτυξη της οικονομικής

δράσεως του προσώπου40 Έτσι αντίκειται στα χρηστά ήθη

(1) κάθε δικαιοπραξία με την οποία απαγορεύεται σε κάποιον η άσκηση

ορισμένου επαγγέλματος ή ορισμένης βιομηχανικής ή εμπορικής δρα-

στηριότητος εφrsquo όσον περιέχει υπέρμετρη δέσμευση και

(2) η δικαιοπραξία με την οποία δεσμεύεται το δικαίωμα στην σωματική

ακεραιότητα του προσώπου στην υγεία ζωή τιμή το δικαίωμα στο

όνομα ή την προσωπικότητα το δικαίωμα εγκαταστάσεως ή μη σε ορι-

σμένο τόπο το δικαίωμα επιλογής επαγγέλματος κλπ41

γ Η ratio της απαγόρευσης

(1) Η οικονομική κατωτερότητα ενός εκ των συμβαλλομένων

Συνήθως η κατάρτιση συμβάσεως με καταδυναστευτικό περιεχόμενο

οφείλεται στην οικονομική κατωτερότητα του υποβαλλομένου στην

υπέρμετρη δέσμευση συμβαλλομένου Αυτό εκτιμάται ότι συμβαίνει

λόγω της ανάγκης αποκτήσεως της υπαρξιακής κατά κανόνα γιrsquo αυτόν

σημασίας παροχή του οικονομικώς ισχυρού αντισυμβαλλομένου συνή-

θως κάποια πίστωση Έτσι η οικονομική αυτή πίεση όταν μάλιστα

δεν υπάρχει δυνατότης καταφυγής σε άλλη πηγή αποκτήσεως του ιδί-

ου αγαθού με καλλίτερους όρους διαταράσσει την συμβατική ελευθε-

ρία η οποία μπορεί να συντρέχει ανεξαρτήτως της θέσεως που κατέχει

στην αγορά ο επιβάλλων τον περιορισμό συμβαλλόμενος (συνήθης επι-

χείρηση)

Η ρύθμιση αυτή της ΑΚ 179α΄ αντικειμενικώς κρινομένη φαίνεται ότι

είναι σχεδιασμένη με πνεύμα κηδεμονεύσεως ο δικαστής παρεμβαίνει

στο περιεχόμενο της συμβάσεως προκειμένου να προστατεύσει τον οι-

κονομικώς ασθενέστερο συμβαλλόμενο από μία άδικη εις βάρος του

κατανομή των συμβατικών βαρών και πλεονεκτημάτων

Προβληματισμός υπάρχει στο αν η οικονομική δέσμευση επέρχεται με

την κατάρτιση της συμβάσεως προκειμένου περί καταδυναστευτικών

συμβάσεων ή πρόκειται περί καταχρηστικής εκμεταλλεύσεως ήδη υ-

φισταμένης οικονομικής κατωτερότητος του αντισυμβαλλομένου προ-

40 Βλ ΤΟΥΣΗΣ Α 1978 sect 96 ΜΠΑΛΗΣ 1944 sect 64 41 Βλ ΤΟΥΣΗΣ opcit

24 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

κειμένου περί καταχρηστικής εκμεταλλεύσεως μονοπωλιακής ή δεσπό-

ζουσας θέσεως μιάς επιχειρήσεως στην αγορά

Εξrsquo άλλου χρήζει ιδιαιτέρας μνείας το ότι ενώ η συναλλακτικώς μειονε-

κτική θέση του ενός των συμβαλλομένων τεκμαίρεται αμαχήτως42 (ΑΚ

294 332sect2 334sect2 409 κλπ) στην περίπτωση καταδυναστευτικής

συμβάσεως ο αντισυμβαλλόμενος έχει δυνατότητα αποδείξεως ότι η

ρύθμιση υπήρξε προϊόν της ελευθέρας δικαιοπρακτικής αποφάσεως

του φαινομένου ως βλαπτομένου από αυτή συμβαλλομένου

(2) Η άδικη μεταξύ των μερών κατανομή των συμβατικών πλεονεκτημά-

των

Η κατανόηση του πότε είναι υπέρμετρη (ή ldquoυπερβολικήrdquohellip) ή εύλογη η

συμβατική δέσμευση της ελευθερίας του προσώπου συνιστά το κε-

ντρικό πρόβλημα του δόγματος των καταδυναστευτικών συμβάσεων

αν και η κρίση είναι νομική υποκείμενη στον έλεγχο του Αρείου Πάγου

Για τον λόγον αυτόν είναι καίριος ο ρόλος των μεγεθών αντιπαροχής

και δεσμεύσεως της οικονομικής ελευθερίας43

δ Η υπέρμετρη (υπερβολική) δέσμευση

Το κριτήριο της υπέρμετρης δεσμεύσεως ως αόριστη νομική έννοια και

προκειμένου να καταστεί δογματικώς κατάλληλη για να υπαχθεί σε αυτήν η

κρινομένη ατομική περίπτωση έχει ανάγκη εξειδικεύσεως λαμβανομένης

υπrsquo όψιν της ratio της απαγορεύσεως που τίθεται στην ΑΚ 179α΄ δηλαδή την

διάβρωση της συμβατικής ελευθερίας του ασθενέστερου μέρους αφrsquo ενός και

της ανισορροπίας στην κατανομή των συμβατικών ωφελημάτων μεταξύ των

μερών

Γίνεται ευρύτερα δεκτό στην σύγχρονη δογματική του Αστικού Δικαίου ότι

υπάρχει μία ldquoκινητήrdquo σχέση44 μεταξύ των προαναφερθέντων δύο κριτηρίων

εις τρόπον ώστε όσον εντονότερον διαβρώνεται η ελευθερία δικαιοπρακτι-

κής αποφάσεως του καταδυναστευομένου τόσον άτονος θα πρέπει να είναι

42 Για τον εμπορικό αντιπρόσωπο που συνάπτει ρήτρα μετασυμβατικής απαγορεύσεως του αντα-γωνισμού βλ ΠΔ 2191991 άρθρ10 εις εφαρμογήν του άρθρου 20 της Οδηγίας 86653 ΕΟΚ

43 ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ 2012528 ΣΠΥΡΙΔΑΚΗΣ 2004188 44 Πρβλ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012146

25 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

ο έλεγχος της άνισης κατανομής στο περιεχόμενο της σχετικής συμφωνίας

για να επιβεβαιώνεται ή όχι το στοιχείο της υπέρμετρης δεσμεύσεως45

Πέραν αυτών όμως είναι απαραίτητη και η συγκεκριμενοποίηση του κριτη-

ρίου της άνισης μεταξύ των μερών κατανομής των συμβατικών βαρών και

πλεονεκτημάτων οπότε είναι αναγκαία η αναδρομή σε ιδιαίτερα κριτήρια τα

οποία εφαρμόζει σχεδόν σταθερώς η νομολογία μας46

(1) Ο Μπαλής47 θεωρεί ότι πρέπει να συναρτάται η σχετική κρίση με το

σημείο ldquoμέχρι τοῦ ὁποίου εἶναι νόμῳ προστατεύσιμον τὸ συγκεκριμένον

συμφέρον τοῦ ἐπιβάλλοντος τὸν περιορισμὸνrdquo δηλαδή να συνυπολογί-

ζεται και το μέτρο της οικονομικής θυσίας στην οποία υποβάλλεται

ο ισχυρός συμβαλλόμενος ουσιαστικώς να σταθμίζεται η αξία της συ-

νολικής αντιπαροχής του χωρίς βεβαίως τα δύο αυτά μεγέθη να συ-

μπίπτουν κατrsquo ανάγκην

(2) Σημασίαν έχει και το στοιχείο της χρονικής διάρκειας της δεσμεύσεως

Όσον αφορά σε ρήτρες απαγορεύσεως ανταγωνισμού θεμιτός περιο-

ρισμός θεωρείται η διετία προκειμένου περί συμβάσεως εργασίας και η

πενταετία προκειμένου περί πωλήσεως επιχειρήσεως Αντιθέτως σε

συμβάσεις αποκλειστικής προμηθείας (κυρίως μπύρας ή ενέργειας) και

προμηθείας πρατηρίου βενζίνης η γερμανική νομολογία ανεβάζει το

όριο στα είκοσι περίπου έτη

(3) Σπουδαίο επίσης στοιχείο μετρήσεως του υπέρμετρου ή μη της συμ-

βατικής δεσμεύσεως είναι η τοπική έκτασή της Πρόκειται περί ενός

στοιχείου κινητού εν σχέσει προς την χρονική διάρκεια δεσμεύσεως αλ-

λά και προς τα λοιπά στοιχεία συγκεκριμενοποιήσεως της αόριστης έν-

νοιας του ldquoυπέρμετρουrdquo Δηλαδή δυνατόν όσον ευρύτερη κατά τόπο

και μακρότερη κατά χρόνον είναι η απαγόρευση τόσο μεγαλύτερο θα

πρέπει να είναι το περιουσιακό αντάλλαγμα που λαμβάνει το ασθενέ-

στερο μέρος ώστε να θεωρείται η ρήτρα θεμιτή Απροσδιόριστη κατά

τόπο και χρόνο απαγόρευση χωρίς πρόβλεψη δυνατότητος παύσεως

της δεσμεύσεως με καταγγελία προσδίδει κατά κανόνα ανήθικο χα-

45 Πρβλ ΤΕΛΛΗΣ 2007215 επ 46 Πληρέστερη ανάλυση των κριτηρίων αυτών σχετικώς με την ρήτρα μετασυμβατικής απαγο-

ρεύσεως του ανταγωνισμού βλ σε ΤΕΛΛΗΣ 2007223 επ 47 ΜΠΑΛΗΣ 1944 sect64

26 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

ρακτήρα στην σχετική ρήτρα48 διότι η έννομη τάξη δεν ευνοεί γενικώς

τις δεσμεύσεις μακροχρόνιας ή απεριορίστου διαρκείας49

(4) Το κατrsquo αντικείμενον εύρος της συμβατικἠς δεσμεύσεως είναι επίσης

κριτήριο συγκεκριμενοποιήσεως της αορίστου εννοίας του ldquoυπέρμε-

τρουrdquo Αν δηλαδή ο ασφαλειοδότης παρέχοντας υπέρμετρη εξασφά-

λιση στον δανειστή του μπορεί να ικανοποιήσει και τους λοιπούς δα-

νειστές του ή στον υποβληθέντα σε μετασυμβατική ρήτρα απαγόρευ-

σης ανταγωνισμού εναπομένει κάποια δυνατότητα επιδόσεως σε άλ-

λης μορφής οικονομική δραστηριότητα κατά την διάρκεια της απαγο-

ρεύσεως

Η παράθεση των ανωτέρω κριτηρίων είναι σαφώς ενδεικτική αφού η περί

υπέρμετρου δεσμεύσεως κρίση (πρέπει να) σχηματίζεται από μία συνολική

αξιολόγηση των ειδικών περιστάσεων που συνοδεύουν την επίμαχη σύμβα-

ση Έτσι προσμετρώνται και άλλα στοιχεία ndash κριτήρια όπως οι επαγγελμα-

τικές προοπτικές των συμβαλλομένων ή ο τρόπος λήξεως της συνεργασίας

των

Τέλος η ύπαρξη επίμεπτης υποκειμενικής στάσεως του ισχυροτέρου συμ-

βαλομένου δεν θεωρείται σύμφωνα με κρατούσα γνώμη προϋπόθεση της

ακυρότητας της συμβάσεως50

ε Εφαρμογή της διατάξεως

Η διάταξη (εδ α΄) εφαρμόζεται και στις χαριστικές δικαιοπραξίες51 Δεν ε-

φαρμόζεται η διάταξη όταν υπάρχει νόμος που συγχωρεί την υπέρμετρη δέ-

σμευση της ελευθερίας του προσώπου52 Δεν αποκλείεται η σύμβαση να

προσκρούει εν μέρει στα χρηστά ήθη οπότε έχει εφαρμογή η ΑΚ 181 (Μερι-

κή ακυρότητα δικαιοπραξίας Η ακυρότητα μέρους συνεπιφέρει την ακυρό-

τητα ολόκληρης της δικαιοπραξίας αν συνάγεται ότι δεν θα είχε επιχειρηθεί

χωρίς το άκυρο μέρος)

48 Πρβλ αντί πολλών ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ 2012528 49 Πρβλ αντίθετη άποψη (ΚΙΤΣΑΡΑΣ Ενοχικές δεσμεύσεις της εξουσίας διάθεσης 199957) σε ΓΕΩΡ-

ΓΙΑΔΗΣ 2012 sect 36 υποσημ 12 50 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 1983153 51 Βλ ΑΠ 9991975 (Βrsquo Τμήμα) ΝοΒ 24287 (ldquohellipἀποκλείεται ἡ ἐφαρμογὴ τοῦ ἐπὶ δικαιοπραξιῶν ἐφrsquo

ὧν ἐπίδοσις περιουσίας γίνεται ἄνευ ἀνταλλάγματος ἢ δὲν λαμβάνει χώραν ἀνταλλαγὴ παροχῶν διότι ἐπrsquo αὐτῶν δὲν γεννᾶται ζήτημα προφανοῦς δυσαναλογίας παροχῆς καὶ ἀντιπαροχῆςrdquo)

52 Βλ ΤΟΥΣΗΣ 1978506 επ ndash ΑΠ 1301950 27 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

ϛ Έννομες συνέπειες

(1) Σύμφωνα με την ΑΚ 179 η δικαιοπραξία που δεσμεύει υπερμέτρως την

ελευθερία του προσώπου είναι ldquoΆκυρη ως αντίθετη προς τα χρηστά ή-

θηhelliprdquo και όπως ισχύει για κάθε ανήθικη δικαιοπραξία θεωρείται από-

λυτη53 μπορεί δε να λαμβάνεται υπόψιν και αυτεπαγγέλτως από το

δικαστήριο54 Τούτο είναι λογικό και κατrsquo ακολουθίαν ορθό αφού η

απαγόρευση της υπέρμετρης δέσμευσης της ελευθερίας σκοπεί στην

προστασία της προσωπικότητας ώστε να μην αφαιρείται το αγαθό της

εξουσίας της δικαιοπρακτικής διαθέσεως του μέρους

Προκειμένου όμως περί υπέρμετρης δεσμεύσεως της οικονομικής ε-

λευθερίας προσώπου δηλαδή οικονομικών συμφερόντων των οποίων

η διαφύλαξη είναι αποκλειστική υπόθεση του προσώπου αυτού τότε

σε μια τέτοια περίπτωση το πρόσωπο αυτό και μόνο μπορεί να κρίνει

καλλίτερα από κάθε άλλον αν η άρση των δικαιοπρακτικών αποτελεσμά-

των με την επίκληση της ΑΚ 179α ακυρότητος εξυπηρετεί πράγματι τα

συμφέροντά του5556

(2) Η ακυρότητα είναι κατά κανόνα ολική ιδία όσον αφορά σε υπέρμετρη

δέσμευση της προσωπικής ελευθερίας57 Στις περιπτώσεις όμως όπου

ο ανήθικος χαρακτήρας προσδιορίζεται από οικονομικής φύσεως α-

νταλλάγματα θα πρέπει να είναι δυνατή η μερική ακυρότητα ώστε με-

τά την αφαίρεση του αδίκου μέρους να μπορεί να ισχύσει η σύμβαση

με το υπόλοιπο ορθό περιεχόμενο της και έτσι το ασθενέστερο μέρος

να ldquoαπολαύσει τελικά την πολύτιμη γιrsquo αυτόν παροχή του αντισυμβαλ-

λομένου του αλλά με δίκαιους τώρα όρουςrdquo Την δυνατότητα της μερικής

ακυρότητος φαίνεται να δέχεται η κρατούσα γνώμη πράγμα που ση-

μαίνει ότι το δικαστήριο έχει την δυνατότητα να μειώσει μετά από αί-

τηση του βλαπτομένου την δέσμευση αυτού στο προσήκον μέτρο

53 ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ 2012525 επ 54 ΛΑΔΑΣ 1979159 επ 55 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012153 56 Θεωρείται ότι σε παρόμοιες περιπτώσεις πρέπεται η (κατrsquo εξαίρεσιν) σχετική ακυρότητα διότι η

απόφαση για την διατήρηση ή άρση των δικαιοπρακτικών αποτελεσμάτων πρέπει να ανήκει αποκλειστικώς στο βλαπτόμενο από την συμβατική ρύθμιση μέρος το οποίο γνωρίζει κάλλιον παντός άλλου το τι πράγματι το συμφέρει άλλως υπάρχει ανεπίτρεπτη κηδεμόνευση των συμφερόντων αυτού του συμβαλλομένου (ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2013113)

57 εα 2α 28 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

3 Η Καταπλεονεκτική Δικαιοπραξία

α Γενικά ndash σχέση με ΠΚ 404 405

Σύμφωνα με το πραγματικό της ΑΚ 179βrsquo καταπλεονεκτική δικαιοπραξία

υπάρχει όταν στο πρόσωπο του καταπλεονεκτούμενου συντρέχουν προφα-

νής δυσαναλογία παροχής και αντιπαροχής ανάγκη κουφότητα ή απειρία

και εκμετάλλευση της μειονεκτικής αυτής θέσεως από τον καταπλεονέκτη

Σύμφωνα με την νομολογία για την πλήρωση του πραγματικού απαιτείται η

συνδρομή και των τριών αυτών προϋποθέσεων σωρευτικώς

Γίνεται δεκτό ότι σε περίπτωση ελλείψεως κάποιου από τα ανωτέρω στοι-

χείου καταφάσκεται η ακυρότητα της δικαιοπραξίας με αναγωγή στην γενι-

κή ρήτρα της ΑΚ 178 υπό την προϋπόθεση ότι συντρέχουν πρόσθετα στοι-

χεία τα οποία μπορούν να προσδώσουν στην δικαιοπραξία το χρώμα της α-

νηθικότητας

Εκδήλωση της απαγορεύσεως της καταπλεονεκτήσεως αποτελεί η ρύθμιση

των άρθρων ΠΚ 404 (τοκογλυφία) και ΠΚ 405 (αισχροκέρδεια) το πραγμα-

τικό των οποίων είναι ουσιαστικώς ίδιο με αυτό της ΑΚ 179βrsquo Αν και τίποτε

δεν εμποδίζει για την ακυρότητα καταπλεονεκτικής δικαιοπραξίας την πα-

ράλληλη επίκληση και των δύο νομοθετικών βάσεων ορθότερη θεωρείται να

διαφυλαχθεί η αυτονομία της ρυθμίσεως της ΑΚ179βrsquo αφού ο νομοθέτης

φαίνεται ότι θέλησε να ρυθμίσει ρητώς τις συνέπειες της καταπλεονεκτήσε-

ως τον ΑΚ

β Προϋποθέσεις εφαρμογής της διατάξεως

Καταπλεονέκτηση μπορεί να υπάρχει σε κάθε τύπο επαχθούς δικαιοπραξίας

με περιουσιακό περιεχόμενο58 οι οποίες μπορεί να είναι αμφοτεροβαρείς

ετεροβαρείς αιτιώδεις αναιτιώδεις (όπως πχ η αγοραπωλησία η μίσθωση

58 Διαφορετικό είναι το ζήτημα της παροχής περιουσιακού ωφελήματος με ldquoανεξάρτητηrdquo μονομε-ρή δικαιοπραξία με την οποία προσδίδεται καταπλεονεκτικό χρώμα σε προηγούμενη σύμβαση από την οποία θα πηγάζει συνήθως η υποχρέωση για τέλεση της μονομερούς δικαιοπραξίας (πχ παροχή υποθήκης)

29 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

πράγματος ή έργου ή εργασίας η εταιρεία η σύμβαση μεσιτείας ή εγγύηση)

όταν αυτές καταρτίζονται με δυσανάλογο αντάλλαγμα59

Η ΑΚ 179βrsquo δεν εφαρμόζεται στις χαριστικές δικαιοπραξίες γιατί η επίδοση

της περιουσίας γίνεται χωρίς αντάλλαγμα και έτσι δεν υπάρχει δυσαναλογία

παροχής και αντιπαροχής όπως πχ στην δωρεά στην εντολή στην άφεση

χρέους στην παρακαταθήκη χωρίς αμοιβή ή στην εγγύηση εκτός αν αυτή

ανελήφθη στο πλαίσιο μιάς αμφοτεροβαρούς συμβάσεως με ευρύτερο περι-

εχόμενο

γ Προφανής δυσαναλογία μεταξύ παροχών

Στην καταπλεονεκτική σύμβαση η ελευθερία δικαιοπρακτικής αποφάσεως

του καταπλεονεκτούμενου είναι διαταραγμένη αφού αυτός ευρίσκεται σε

μία δυσμενή σε σχέση με τον καταπλεονέκτη θέση που δεν του επιτρέπει να

προασπίσει ορθολογικώς τα συνδεόμενα με την σύμβαση συμφέροντά του

έτσι ο μηχανισμός συμβάσεως δεν μπορεί εδώ να παράσχει κανένα εχέγγυο

ορθότητος Ότι το περιεχόμενο της καταπλεονεκτικής συμβάσεως δεν είναι

ldquoορθόrdquo μαρτυρεί τελικώς η ύπαρξη της προφανούς δυσαναλογίας

Η προφανής δυσαναλογία των ανταλλασσομένων παροχών ανάγεται σε

απαραίτητο στοιχείο του πραγματικού της καταπλεονεκτήσεως στην ΑΚ

179βrsquo ενώ ταυτοχρόνως είναι και πρόβλημα που για να κατανοηθεί σωστά

πρέπει να φωτισθεί μέσα από τον συνδυασμό και την αντίθεση μιάς πλειά-

δος αρχών οι οποίες σε κινητή μεταξύ των σχέση συγκροτούν το σύστημα

του δικαίου των ενοχικών συμβάσεων60

Ως έννοια αόριστη είναι αναμφισβητήτως έννοια νομική και η υπαγωγή σε

αυτήν της σχέσεως αξίας των αμοιβαίων παροχών αποτελεί κρίσιν αξιολο-

γική υποκείμενη στον έλεγχο του ΑΠ61

Ομοφώνως γίνεται δεκτό ότι αφετηρία της κρίσεως περί υπάρξεως ή μη

προφανούς δυσαναλογίας πρέπει να αποτελεί η αντικειμενική αξία των α-

νταλλασσομένων παροχών δηλαδή η συνήθης στις συναλλαγές αξία62 Έτσι

59 Βλ ΜΠΑΛΗΣ 1944190 (sect66) 60 Βλ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 19837 σημ 23 61 ΦΙΛΙΟΣ 2011 sect147Β 62 Πρβλ ΑΠ 20952009 (Α1 Τμήμα) ldquohellipφανερή δυσαναλογία μεταξύ παροχής και αντιπαροχής

είναι αυτή που υποπίπτει στην αντίληψη λογικού και έχοντος πείρα των σχετικών συναλλαγών ανθρώπου και η οποία υπερβαίνει το μέτρο κατά το οποίο είναι ανθρωπίνως φυσικό να απο-κομίζει ο ένας κάποιο όφελος από σύμβαση οικονομικού περιεχομένου επί ζημία του άλλουrdquo

30 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

διαπιστουμένης της αντικειμενικής αξίας των αμοιβαίων παροχών ακολου-

θεί η κρίση για το αν υφίσταται μεταξύ των προφανής δυσαναλογία λαμβα-

νομένων πάντοτε υπrsquo όψιν της φύσεως της συμβάσεως και του επιδιωκομέ-

νου με αυτήν οικονομικού σκοπού63 ενώ στις περιπτώσεις ακινήτων χρη-

σιμοποιείται ευρέως στην πράξη το κριτήριο της laesio enormis64

Ένα επιπλέον στοιχείο που λαμβάνεται υπrsquo όψιν για την διαπίστωση της υ-

πάρξεως προφανούς δυσαναλογίας είναι η λεγομένη ldquoρήτρα προσθέσεωςrdquo

δηλαδή το άθροισμα των ωφελημάτων που έλαβε ο καταπλεονέκτης και των

περιουσιακών ωφελημάτων που επιπροσθέτως κατέβαλλε ο καταπλεονε-

κτούμενος σε τρίτα πρόσωπα (πχ μεσιτεία αμοιβές σε βοηθητικά πρόσωπα

κλπ)

Υπάρχουν όμως και μερικά σχετιζόμενα με την δυσαναλογία των ανταλ-

λασσομένων παροχών ειδικότερα προβλήματα που εμφανίζονται συχνά

στην δικαστηριακή πράξη παρουσιάζοντα ταυτοχρόνως σπουδαίο δογματι-

κό ενδιαφέρον

(1) Πρόσθετο τίμημα στην πώληση ακινήτου μπορεί να ληφθεί υπrsquo όψιν

το επιπλέον του αναγραφομένου στο συμβολαιογραφικό έγγραφο τι-

μήματος επιπροσθέτως καταβληθέν τίμημα

(2) Το καταπλεονεκτικό σύμφωνο εξωνήσεως η συνομολόγηση δικαιώ-

ματος εξωνήσεως με τίμημα προφανώς δυσανάλογο εν σχέσει προς αυ-

τό της πωλήσεως μήπως υποκρύπτει τοκογλυφικό δάνειο Εδώ θα

πρέπει να σταθμιστεί η δυνατότητα του πωλητή να αποτρέψει την κα-

ταπλεονεκτική γιrsquo αυτόν ρύθμιση ασκώντας το δικαίωμα εξωνήσεως

Εάν δηλαδή ο πωλητής ασκήσει αυτό το δικαίωμα παρά την προφανή

δυσαναλογία η πώληση δεν έχει καταπλεονεκτικό χαρακτήρα

(3) Η διαπίστωση της προφανούς δυσαναλογίας στον συμβιβασμό τα

συγκρινόμενα μεγέθη είναι οι αμοιβαίες παραχωρήσεις των μερών και

όχι οι εκατέρωθεν αναλαμβανόμενες υποχρεώσεις προς παροχή Η σω-

στή όμως εκτίμηση των παραχωρήσεως προϋποθέτει ως αφετηρία

63 ΑΠ 20952009 64 Ο ΛΙΤΖΕΡΟΠΟΥΛΟΣ 1932208 επ προτείνει αποδοχή της υπάρξεως προφανούς δυσαναλογίας

όταν η μία παροχή δεν φθάνει το 60 ή 50της αξίας της άλλης Βλ επίσης υποσημείωση 560 στο ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012

31 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

την νομική κατάσταση που υπήρχε πριν τον συμβιβασμό υπερβολικές

αξιώσεις προβαλλόμενες αυθαιρέτως δεν λαμβάνονται εδώ υπrsquo όψιν

Η ύπαρξη της προφανούς δυσαναλογίας κρίνεται κατά τον χρόνο καταρτί-

σεως της συμβάσεως είναι αδιάφορο αν η προφανής δυσαναλογία επήλθε

αργότερα εκτός της περιπτώσεως όπου ο καταπλεονεκτούμενος στο πλαί-

σιο της υφισταμένης κυρίας συμβατικής σχέσεως συνομολογεί ή παρέχει

πρόσθετα περιουσιακά ωφελήματα (πχ εμπράγματη ασφάλεια) που προσ-

δίδουν πλέον στην συνολική συναλλαγή καταπλεονεκτικό χρώμα

δ Ανάγκη Κουφότητα Απειρία

(1) Ανάγκη

Είναι η κατάσταση ενός προσώπου (του δικαιοπρακτούντος ή κάποιου

που συνδέεται στενά με αυτόν) που ευρίσκεται σε άμεσο οικονομικό ή

άλλο κίνδυνο65 η αντιμετώπιση του οποίου είναι ανεπίδεκτη αναβο-

λής66 Η ανάγκη πρέπει να έχει χαρακτήρα επιτακτικό και να είναι τόσο

σοβαρή ώστε αντικειμενικώς κρινομένη να μπορεί να θεωρηθεί ότι

κάθε εχέφρων άνθρωπος θα οδηγείτο στην ίδια δικαιοπρακτική συ-

μπεριφορά

Ενώ η φύση της ανάγκης είναι συνήθως οικονομική η σπουδαιότητα

του διακινδυνευομένου αγαθού καθορίζει το αν η συγκεκριμένη κάθε

φορά περίπτωση μπορεί να υπαχθεί ή όχι στην ρύθμιση της ΑΚ 179βrsquo

Είναι αδιάφορο αν η ανάγκη είναι μόνιμη ή παροδική αφού αποφασι-

στική για την εφαρμογή της ΑΚ 179βrsquo είναι η ύπαρξη ανάγκης μόνο κα-

τά τον χρόνο καταρτίσεως της δικαιοπραξίας Η ανάγκη πρέπει να είναι

πραγματική και άμεση επιτακτική και ανεπίδεκτη αναβολής

(2) Κουφότητα

Προϋπόθεση της ορθής λειτουργίας της ιδιωτικής αυτονομίας είναι η

εκ μέρους των αντισυμβαλλομένων ορθολογική στάθμιση των υπέρ και

κατά της συμβατικής ρυθμίσεως Όταν όμως ο αντισυμβαλλόμενος α-

διαφορεί λόγω απερισκεψίας ή ελλείψεως επαρκούς σκέψεως και δεν

αποδίδει στις πράξεις του την σημασία την αξία και τις συνέπειες που

έχουν αυτές τότε η συναλλακτική συμπεριφορά του χαρακτηρίζεται

65 ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ 2012530 66 ΑΠ 19982007

32 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

από κουφότητα Η κουφότητα μπορεί να οφείλεται σε οποιονδήποτε

λόγο όπως είναι η πνευματική νόσος ου δεν επέφερε όμως ολική ή με-

ρική ασυνειδησία των πράξεων του προσώπου ώστε να το κάνει εντε-

λώς ή περιορισμένως ανίκανο για την σύνταξη δικαιοπραξίας67

(3) Απειρία

Ως απειρία νοείται η έλλειψη της περί τη ζωή και τις συναλλαγές πεί-

ρας68 Το ερώτημα όμως είναι αν η σχετική με συγκεκριμένη δικαιο-

πραξία απειρία στοιχειοθετεί την απειρία της ΑΚ 179βrsquo ή όχι Γίνεται

δεκτό ότι υπάρχουν τρείς διαβαθμίσεις69 της απειρίας

(α) Η καθολική όπου ο συμβαλλόμενος στερείται παντελώς συναλ-

λακτικής πείρας και κατά συνέπειαν η περίπτωσή του υπάγεται

στην ρύθμιση της ΑΚ 179β΄

(β) Η απειρία σε ορισμένο μόνο συναλλακτικό τομέα (λχ πράξεις

επί ακινήτων χρηματιστηριακές συναλλαγές κλπ) εδώ η απειρία

δεν αποτελεί σταθερή ιδιότητα του προσώπου και παρά το ότι η

γενική του πείρα του επιτρέπει να κρίνει το επισφαλές της δικαι-

οπραξίας στην οποία προβαίνει η ελευθερία δικαιοπρακτικής α-

ποφάσεώς του δεν παύει να είναι διαταραγμένη Κατά συνέπεια

δικαιούται της προστασίας της ΑΚ 179βrsquo

(γ) Προβληματική αλλά και με πολύ μεγάλη πρακτική σημασία είναι

η τρίτη μορφή απειρίας που χαρακτηρίζεται από την έλλειψη ει-

δικών γνώσεων πού έχει ανάγκη ο σύγχρονος καταναλωτής στις

καθημερινές συναλλαγές του γνώσεων απαραιτήτων για τον

σχηματισμό σωστής εικόνας της προσφερόμενης σε αυτόν παρο-

χής Κι΄ εδώ η ελευθερία δικαιοπρακτικής αποφάσεως του κατα-

ναλωτή αδαούς όντος λόγω ανεπαρκούς πληροφορήσεως εμφα-

νίζεται διαταραγμένη και άξια της κατά την ΑΚ 179βrsquo προστασίας

ε Εκμετάλλευση

Ενώ η νομολογία μας θεωρεί αναγκαίο στοιχείο της ΑΚ 179βrsquo την υποκειμενι-

κή προϋπόθεση της εκμεταλλεύσεως την οποία πρέπει να αποδεικνύει ο ε-

67 ΑΠ 3821992 ΝοΒ 41874 68 ΑΠ 9362007 69 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012196 επ

33 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

πικαλούμενος την εφαρμογή της διατάξεως δεν έχει μέχρι τώρα αποσαφη-

νιστεί πλήρως σε τι ακριβώς συνίσταται η ldquoεκμετάλλευσηrdquo Βέβαιο πάντως

είναι ότι το στοιχείο αυτό δεν θα πρέπει να θεωρηθεί ως ηθική μομφή στο

πρόσωπο του καταπλεονέκτη

Κατrsquo αρχάς απορρίπτεται η επίκληση δόλου αφού ο δόλος απαιτείται από

την λειτουργία της ποινής και είναι ξένος προς τον λειτουργικό ρόλο της α-

κυρότητας της ανήθικης δικαιοπραξίας Το ότι δεν πρόκειται περί μομφής

φαίνεται στις περιπτώσεις καταρτίσεως δικαιοπραξίας κατά παράκλησιν

του αντισυμβαλλομένου και όχι από εκμεταλλευτική διάθεση του καταπλεο-

νέκτη Επιπλέον εάν επρόκειτο περί συνειδήσεως της ανηθικότητος εκ μέ-

ρους του καταπλεονέκτη μια τέτοια συνείδηση λόγω του περιεχομένου σε

αυτήν αξιολογικού και βουλητικού στοιχείου θα ισοδυναμούσε με πταίσμα

και δη στον βαθμό του dolus malus στοιχείου όμως ξένου προς την προ-

βληματική των ανήθικων γενικώς δικαιοπραξιών

Η ελληνική νομολογία φαίνεται να ακολουθεί την άποψη ότι ο καταπλεονέ-

κτης γνωρίζει την συναλλακτικώς δυσμενή θέση του καταπλεονεκτούμενου

και την προφανή δυσαναλογία μεταξύ παροχής και αντιπαροχής στοιχεία τα

οποία δεν θεωρεί ως λόγο προσωπικής μομφής κατά του καταπλεονέκτη αλ-

λά καταλογισμού σε αυτόν του κινδύνου της ακυρότητας της δικαιοπραξίας

Τα δικαστήρια φαίνεται ότι ταυτίζουν την εκμετάλλευση με την εκ μέρους

του καταπλεονέκτη γνώση της συναλλακτικώς δυσμενούς θέσεως του κα-

ταπλεονεκτούμενου Είναι συνήθης στις αποφάσεις η επωδός ldquoεπωφελήθη-

κεrdquo70 της γνωστής σε αυτόν ανάγκης κουφότητας ή απειρίας Γίνεται όμως

παγίως δεκτό ότι αν ο καταπλεονέκτης αγνοούσε την κατάσταση του αντι-

συμβαλλομένου του δεν υπάρχει εκμετάλλευση κατά την ΑΚ 179βrsquo Και βε-

βαίως ερωτάται γιατί θα πρέπει να γνωρίζει μόνο την ανάγκη κουφότητα ή

απειρία και όχι και την προφανή δυσαναλογία των αμοιβαίων παροχών

4 Έννομες συνέπειες

Η καταπλεονεκτική δικαιοπραξία είναι απολύτως άκυρη και για τα δύο μέρη

κατά την έννοια της ΑΚ 180 Την ακυρότητα μπορεί να προβάλλει και κάθε τρίτος

70 Πρβλ ΑΠ 20952009 34 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

που έχει έννομο συμφέρον επομένως και ο κληρονόμος ενός από τους συναλλαγέ-

ντες71

Δεν αποκλείεται και μερική ακυρότητα της δικαιοπραξίας Τούτο θα συμβεί

εάν μπορεί να προσδιορισθεί ακριβώς η μεταξύ παροχής και αντιπαροχής αναλο-

γία οπότε η δικαιοπραξία είναι άκυρη κατά το υπερβάλλον72 Κατά πόσον σε τέ-

τοια περίπτωση η μερική ακυρότητα θα συνεπιφέρει την ακυρότητα της όλης δι-

καιοπραξίας κρίνεται κατά την ΑΚ 18173

Σύμβαση εντόκου δανείου μπορεί να χαρακτηρισθεί καταπλεονεκτική συμ-

φώνως προς την ΑΚ 179 μόνο στην περίπτωση συνομολογήσεως ή λήψεως αθέ-

μιτων (τοκογλυφικών) τόκων εν σχέσει προς την αντιπαροχή με την εκμετάλ-

λευση της ανάγκης κουφότητας κλπ του δανεισθέντος οπότε και επέρχεται είτε

ολοκληρωτική και απόλυτη ακυρότητα της καταπλεονεκτικής δικαιοπραξίας κα-

τά τον κανόνα της ΑΚ 181 είτε μερική ακυρότητα οπότε αφού προσδιορισθεί

ακριβώς η μεταξύ παροχής και αντιπαροχής αναλογία η δικαιοπραξία είναι αι-

σχροκερδής και άκυρη κατά το υπερβάλλον

Η προβολή της ακυρότητας από εκείνον που μετήλθε την εκμετάλλευση

μπορεί να αποκρουσθεί με την ένσταση της ΑΚ 281 Αυτό μπορεί να συμβεί όταν

το δικαίωμα ακυρώσεως ασκείται καθυστερημένα εφ΄ όσον όμως συντρέχουν

και άλλα περιστατικά74

Οι παροχές που έγιναν σε εκπλήρωση της καταπλεονεκτικής υποσχετικής

συμβάσεως μπορούν να αναζητηθούν είτε με διεκδικητική αγωγή είτε με αγωγή

αδικαιολόγητου πλουτισμού Αυτός που ζημιώθηκε από την αισχροκερδή δικαιο-

πραξία δικαιούται εφ΄ όσον συντρέχουν οι όροι των ΑΚ 919 και ΑΚ 914 και απο-

ζημιώσεως

71 ΑΠ 9362007 72 ΜΠΑΛΗΣ 1944191 73 ΜΠΑΛΗΣ op cit 74 Για την προστασία των καλόπιστων τρίτων μέσω της ΑΚ 281 βλ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012232 επ

35 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ ΣΤ ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ Γενικές Αρχές Αστικού Δικαίου Π Ν Σάκκουλας 2012 ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ ΣΤ ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ndash ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟΣ ΠΑΝ ΜΙΧΑΗΛ Αστικός Κώδικας κατ΄ άρ-

θρο ερμηνεία τόμος Ι Π Ν Σάκκουλας 1978 ΛΑΔΑΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ Α Η ακυρότητα της δικαιοπραξίας λόγω αντιθέσεως εις τα χρη-

στά ήθη χό Θεσσαλονίκη 1979 ΛΙΤΖΕΡΟΠΟΥΛΟΣ Γ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ Η Νομολογία ως παράγων διαπλάσεως του ιδιωτικού

δικαίου Θεσσαλονίκη 1932 ΜΠΑΛΗΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ Α Γενικαί αρχαί του Αστικού Δικαίου Παπαζήσης 1944 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ ΑΛ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ Οι καταπλεονεκτικές δικαιοπραξίες Σάκκουλας Αντ

Ν 1983 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ ΑΛ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ Δικαιοπραξιες αντίθετες προς τα χρηστά ήθη Σάκ-

κουλας Αντ Ν 2012 ΠΑΠΑΣΤΕΡΙΟΥ Η ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ Αστικό Δίκαιο Επιτομή Εκδόσεις Σάκκουλα ΑΕ 2010 ΣΠΥΡΙΔΑΚΗΣ Σ ΙΩΑΝΝΗΣ Εγχειρίδιο Αστ Δικαίου 1 - Γενικές Αρχές Αντ Ν Σάκκου-

λας 2004 ΤΕΛΛΗΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ Δ Ρήτρα μετασυμβατικής απαγόρευσης ανταγωνισμού στο δί-

καιο εταιρειών και επιχειρήσεων λειτουργία και δικαστικός έλεγχος του περιε-χομένου της Εκδόσεις Σάκκουλα ΑΕ 2007

ΤΟΥΣΗΣ ΧΡ ΑΝΔΡΕΑΣ Γενικαί Αρχαί του Αστικού Δικαίου μετʹ εισαγωγής εις το δίκαι-ον εν γένει Αφοί Σάκκουλα 1978

ΤΡΙΑΝΤΟΣ Τ ΝΙΚΟΛΑΟΣ Δικαιοπραξιες Νομική Βιβλιοθηκη 2011 ΤΡΙΑΝΤΟΣ Τ ΝΙΚΟΛΑΟΣ Αστικό Δίκαιο-Επιτομή Νομική Βιβλιοθήκη 2013 ΦΙΛΙΟΣ ΧΡ ΠΑΥΛΟΣ Γενικές Αρχές Αστικού Δικαίου Εκδόσεις Σάκκουλα ΑΕ 2011 ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΕΙΣ ΑΝΔΡΟΥΛΙΔΑΚΗ-ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗ ΙΣΜΗΝΗ Η αντίθεση της διαθήκης στα χρηστά ήθη ΝοΒ

301234 ΠΕΛΕΝΗ-ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ Α Η αντιμετώπιση από τη νομολογία του άρθρου 179 περ

α΄ ΑΚ ΕλλΔνη 199459 ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟΣ ΠΑΝ ΜΙΧΑΗΛ-ΛΑΔΟΓΙΑΝΝΗΣ ΓΕΩΡ Κριτήρια αντίθεσης συμφώνου

προτίμησης προς τα χρηστά ήθη (γνμδ) ΧρΙΔ 1263 ΤΟΥΣΗΣ ΧΡ ΑΝΔΡΕΑΣ Η έννοια των χρηστών ηθών ΕΕΝ 231956 ΦΑΣΟΥΛΑΣ ΖΗΣΗΣ Η απάτη και η ακυρότητα της δικαιοπραξίας ως αντίθετη στα

χρηστά ήθη ΠοινΧρ 921032

36 36

  • 2 Συμβατική ελευθερία και γενικές ρήτρες
  • 4 Κριτήρια προσδιορισμού των χρηστών ηθών
    • Μια πρώτη κατηγοριοποίηση όμως αντίθεσης στα χρηστά ήθη μπορεί να γίνει με βάση το αν αυτή προκύπτει από το περιεχόμενο τους
      • 10 Ακυρότητα
      • α Απόλυτη ή σχετική
      • β Συνολική ή μερική
      • γ Ακυρότητα στις αιτιώδεις και αναιτιώδεις δικαιοπραξίες
      • 11 Δικονομική μεταχείριση
      • 12 Επίγραμμα

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

Επομένως ως προς την ερμηνεία των χρηστών ηθών εν σχέσει με τις δικαιο-

πραξίες αυτές υπάρχουν δυο δυνατότητες

(1) Αν στηριχθούμε σε ένα κριτήριο επαρκές και ισχυρό που πιθανότατα

υπερβαίνει την ηθική του μέσου εμφρόνως σκεπτόμενου ανθρώπου

τότε δεν τίθεται θέμα αντίθεσης στα χρηστά ήθη όχι μόνο της υπό κρί-

ση δικαιοπραξίας αλλά και όλης της σχέσης και δεν τίθεται θέμα αντί-

θεσης στα χρηστά ήθη και όλης της σχέσης ούτε εγείρεται ζήτημα α-

ντισυνταγματικότητάς της

(2) Αν δεχτούμε ότι μια τέτοια σχέση βρίσκεται στο ldquoπεριθώριοrdquo10 της νο-

μικής ζωής και δεν τυγχάνει προστασίας τότε θα πρέπει να αξιολογή-

σουμε την δικαιοπραξία με κριτήριο τα κίνητρα των συμβαλλομένων

και όχι με γνώμονα την ευρύτερη αντίθεση της ζωής τους στα χρηστά

ήθη παρανόηση που πολύ συχνά λαμβάνει χώρα κατά την αξιολόγηση

με γνώμονα το άρθρο 178ΑΚ

β Η ιδέα της δικαιοσύνης

Αν λοιπόν το κριτήριο του χρηστού και εμφρόνως σκεπτόμενου ανθρώπου

όχι μόνο δεν αρκεί αλλά ενίοτε είναι ασύμβατο με την ερμηνεία από το δικα-

στή των χρηστών ηθών και των συνδεδεμένων με αυτά θεσμών μήπως θα

πρέπει να αναζητήσουμε την ορθή ερμηνεία των χρηστών ηθών σε μια ευρύ-

τερη αντίληψη για τη δικαιοσύνη όπως αυτή εκφράστηκε αρχικά από τον

Πλάτωνα και τον Αριστοτέλη και αργότερα από τους Ιδεαλιστές φιλοσό-

φους στηριζόμενοι σε υπερθετικές αρχές απορρέουσες από την Ιδέα της Δι-

καιοσύνης Το laquoαίσθημα δικαίουraquo που διαθέτει κάθε έλλογο ενταγμένο σε

κάθε κοινωνία ον είναι μια πρώτη σύλληψη των αρχών της δικαιοσύνης μια

πρώτη laquoαίσθησηraquo για το ορθό για το δίκαιο ή άδικο ενός νόμου ή μιας δικα-

στικής κρίσης ανεξάρτητη από την έλλογη επεξεργασία αλλά απορρέουσα

από τη διαίσθηση και σαφώς θα πρέπει να αποτελεί ερμηνευτικό κριτήριο

ιδίως όταν εξειδικεύονται αόριστες νομικές έννοιες ή γενικές ρήτρες Όμως

10 Θα ήταν πιο δόκιμος ο όρος βιοτικές σχέσεις laquoτου ελεύθερου από το δίκαιο χώρουraquo καθώς ο χαρακτηρισμός των σχέσεων αυτών ως ευρισκομένων στο laquoπεριθώριοraquo της νομικής ζωής όπως στην ανωτέρω αρεοπαγίτικη απόφαση μάλλον εμμέσως απαξιώνει τους ανθρώπους αυτούς που ίσως από επιλογή αλλά ίσως και από ανάγκη διαβιούν με αυτόν τον τρόπο και παραπέμπει στους laquoΑπόκληρουςraquo του Βίκτωρος Ουγκώ

6 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

αυτή η ευρύτερη αντίληψη του Δικαίου που δε στηρίζεται στο θετό δίκαιο

αλλά σε ευρύτερες θεμελιώδεις αξίες και υπερθετικές ενίοτε και μεταφυσι-

κές αρχές οδηγεί στον κίνδυνο μεταξύ άλλων ο δικαστής να υπερβεί το εύ-

ρος της εξουσίας του όπως αυτό διαγράφεται και ορίζεται στο Σύνταγμα και

να λάβει ρόλο νομοθέτη παραβιάζοντας την Αρχή της διάκρισης των εξου-

σιών Αυτό όμως θα προκαλούσε πέραν άλλων πλήγμα για το δημοκρατικό

πολίτευμα και τις αρχές του κράτους Δικαίου και ακόμα περισσότερο αφό-

ρητη ανασφάλεια δικαίου

5 Η θετικοποίηση των εξωδικαιϊκών αρχών στο Σύνταγμα αλλά και σε

διεθνή νομοθετήματα

Λύση στο διαγραφόμενο αδιέξοδο δίνει το ίδιο το θετό δίκαιο Το αστικό δί-

καιο αλλά και όλοι οι επιμέρους τομείς του Δικαίου παρά την αυτοτέλεια τους συ-

νέχονται μεταξύ τους υπό τη σκέπη του ανώτερου Νομοθετήματος ήτοι του Συ-

ντάγματος Εκεί ο συντακτικός νομοθέτης σοφά έκρινε ότι υπάρχουν διατάξεις

λίγες αλλά θεμελιώδεις που δεν υπόκεινται σε αναθεώρηση Είναι ακριβώς αυτές

που ανυψώνουν το θετό δίκαιο και το εμπλουτίζουν με προδικαιϊκές αρχές υπερ-

θετικές αρχές που πλέον όμως είναι εξοπλισμένες με συνταγματική ισχύ Είναι κυ-

ρίως η αξία του ανθρώπου η αρχής της ίσης μεταχειρίσεως του η ελεύθερη ανά-

πτυξη της προσωπικότητάς του και η προσωπική ελευθερία η ελευθερία της θρη-

σκευτικής συνειδήσεως Οι Αρχές αυτές είναι ακριβώς αυτές τις οποίες υιοθετεί

και προτάσσει ως έμφυτες στον άνθρωπο και η Οικουμενική Διακήρυξη των Δι-

καιωμάτων του Ανθρώπου αλλά και η Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Αν-

θρώπου (Ρώμη 1950) που αξιώνει ρητά μεταξύ άλλων το σεβασμό στην ιδιωτική

και οικογενειακή ζωή (άρθρο 8) την ελευθερία σκέψης συνείδησης και θρησκείας

(άρθρο 9) και την απαγόρευση των διακρίσεων φύλου φυλής χρώματος hellip γεν-

νήσεως ή άλλης καταστάσεως

Πρόκειται όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο καθηγητής Σταθόπουλος11 στον

θαυμάσιο λόγο του που εκφωνήθηκε κατά την τελετή υποδοχής του στην Ακαδη-

11 Βλ και Μ ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟΥ laquoΝομικός Θετικισμός και Ιδεαλισμός στη Σοφιστική Διδασκαλία και τον Πατωνισμόraquo που αποτελεί ανάπτυξη του εισητηρίου λόγου του στην Ακαδημία Αθηνών

7 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

μία Αθηνών laquoγια πλήρη θετικοποίηση του συνόλου των αρχών των πράγματι α-

ξιών σεβασμού και καθολικής αναγνώρισης για κάθε έλλογο άτομοhellipraquo

Μπορούν όμως αυτές οι αξίες τα ατομικά δικαιώματα να laquoτριτενεργήσουνraquo στο

ιδιωτικό Δίκαιο δεν περιορίζεται έτσι η ιδιωτική αυτονομία των συμβαλλομένων

6 Η έμμεση τριτενέργεια των συνταγματικών διατάξεων

Ιστορικά γενικά τα ατομικά δικαιώματα (είτε αυτά απορρέουν από αναθε-

ωρήσιμες ή μη διατάξεις) υπήρξαν δικαιώματα αμυντικά έναντι της αυθαιρεσίας

του κράτους12 Στο πεδίο του ιδιωτικού δικαίου και χάριν της αυτονομίας του οι

σχέσεις μεταξύ των ιδιωτών ήταν ρυθμισμένες με βάση κανόνες του ιδιωτικού δι-

καίου και ουδεμία συζήτηση εγένετο για τριτενέργεια τους Βεβαίως καθόσον τα

ατομικά δικαιώματα αποτελούν αξιολογήσεις του συντακτικού νομοθέτη ουδεμία

διάταξη ιδιωτικού δικαίου δεν μπορεί να αντιφάσκει προς το αξιολογικό τους σύ-

στημα

Μια άμεση όμως εφαρμογή τους στο ιδιωτικό δίκαιο θα αναιρούσε τη συμ-

βατική ελευθερία και θα αντιστρατευόταν τον ίδιο το συντακτικό νομοθέτη αφού

στο Σύνταγμα διακηρύσσεται επίσης η ελευθερία ανάπτυξης της προσωπικότητας

και η προστασία της ιδιωτικής οικονομικής πρωτοβουλίας η οποία όμως δεν πρέ-

πει να αναπτύσσεται σε βάρος της ελευθερίας και της ανθρώπινης αξιοπρέπειας

Βεβαίως μετά την αναθεώρηση του Συντάγματος το 2001 προσετέθη στο άρθρο

25 παρ1 το εδάφιο σύμφωνα με το οποίο laquoτα δικαιώματα του ανθρώπου ισχύ-

ουν και στις σχέσεις ιδιωτών στις οποίες προσιδιάζουνraquo και έτσι μέρος της θεωρί-

ας ερμηνεύει τη διάταξη αυτή ως laquoάμεσηraquo ισχύ των ατομικών δικαιωμάτων στις

σχέσεις μεταξύ των ιδιωτών13

Ορθότερα όμως και όπως θα αναλυθεί κατωτέρω τα δικαιώματα αποτελούν

ένα έμμεσο αξιολογικό κριτήριο το οποίο οφείλει ο ερμηνευτής να λαμβάνει υπrsquo

όψιν του κατά τη συγκεκριμενοποίηση των αόριστων νομικών εννοιών και των

γενικών ρητρών των νόμων όπως εδώ της διάταξης του ΑΚ178

12 Βλ ΠΔ ΔΑΓΤΟΓΛΟΥ Ατομικά Δικαιώματα σελ 84 και επ 13 Βλ ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟ Επιτομή Γενικού Ενοχικού σελ10 και ΦΙΛΙΠΠΟ ΣΠΥΡΟΠΟΥΛΟ Θεμελιώδη Δικαιώ-

ματα Γενικό Μέρος που μάλλον αμφιβάλλει για την άμεση τριτενέργεια των 8 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

Εξάλλου αν το Σύνταγμα αλλά και οι Ευρωπαϊκές Συμβάσεις εγγυώνται και

προστατεύουν τα ατομικά δικαιώματα αυτό προϋποθέτει ότι αυτά ενεργούν όχι

μόνο έναντι του κράτους αλλά έναντι όλων

Επομένως αν και η διαφοροποίηση των φύλων δεν απαγορεύεται κατrsquo αρ-

χήν στις ιδιωτικές σχέσεις μια άκρως δυσμενής μεταχείριση ενός προσώπου λόγω

του φύλου του θα μπορούσε να οδηγήσει σε ακυρότητα λόγω αντίθεσης στα χρη-

στά ήθη σύμφωνα με το άρθρο 178 ΑΚ Δηλαδή ο διαθέτης έχει κατrsquo αρχήν με βά-

ση την αρχή της ελευθερίας του διατιθέναι το δικαίωμα να επιλέξει ως τιμώμενο

κάποιον αποκλειστικά λόγω φύλου όμως η αντίθεση στα χρηστά ήθη θα θεμελιώ-

νεται μόνο όταν επιπλέον συντρέχει στο πρόσωπο του θιγομένου από την διαθήκη

το στοιχείο της ευλόγου προσδοκίας όπως αν πρόκειται για νόμιμο κληρονόμο14

Συμπερασματικά θα μπορούσαμε να υποστηρίξουμε ότι μια τέτοια θεώ-

ρηση του Συντάγματος και των υπερθετικών δικαιϊκών Αρχών που αυτό ενσω-

ματώνει και κατοχυρώνει πράγματι θα μπορούσε να εξηγήσει πειστικά και να

δικαιολογήσει όχι μόνο αποφάσεις αλλά και νόμους που εγείρουν συζητήσεις για

την αντίθεση τους ή μη στα χρηστά ήθη θα δικαιολογούσε την αναλογία δικαίου

στην οποία ενίοτε καταφεύγει η νομολογία μας για να καλύψει το δισταγμό του

νομοθέτη που δεν έχει δώσει ρητά λύση σε ζητήματα και προβλήματα που απορ-

ρέουν από τα κενά δικαίου που συνδέονται με νέα μορφώματα είτε αυτά είναι νο-

μικά αναγνωρισμένα είτε όχι15

14 Βλ ΠΔΔΑΓΤΟΓΛΟΥ Η τριτενέργεια των ατομικών δικαιωμάτων ΝοΒ 30780 και επ 15 Βλ όμως και υπrsquo αριθμόν 21712002 απόφαση του Εφετείου Αθηνών με παρατηρήσεις

ΓΛέκκα η οποία εξαφάνισε πρωτόδικη απόφαση που είχε δεχθεί αγωγή της μητέρας για ανα-γνώριση των παιδιών της που γεννήθηκαν με ετερόλογη τεχνητή σπερματέγχυση στην οποία ο μόνιμος σύντροφός της είχε συγκατατεθεί με το σκεπτικό ότι δεν πληρούνται οι προυποθέσεις για κατrsquo αναλογία εφαρμογή του άρθρου 1471 παρ2 εδ2 επειδή σαφώς προϋποθέτει γάμο και επαλλήλως διότι η αναλογία εδώ είναι ανεπίτρεπτη καθώς η συμφωνία εγγάμων που συζούν σε ελεύθερη ένωση για την απόκτηση ξένου βιολογικά τέκνου είναι άκυρη ως αμφιμερώς αντί-θετη στα χρηστά ήθη σύμφωνα με το άρθρο 178ΑΚ Όπως όμως σωστά αντιτάσσει ο ΓΛέκκας η νομολογία εφαρμόζει αναλογικά διατάξεις που αφορούν την έγγαμη συμβίωση και στην ε-λεύθερη ένωση αναγνωρίζοντας στους συμβιούντες δικαιώματα ενώ δικαιολογείται λόγω της αλματώδους ανάπτυξης της τεχνολογίας ως προς την υποβοήθηση της ανθρώπινης αναπαρα-γωγής η πλήρωση από το δικαστή του κενού δικαίου ως προς τη συγγένεια με την καθιέρω-ση της laquoκοινωνικοσυναισθηματικής συγγένειαςraquo η οποία εν μέρει είναι ήδη θετικοποι-ημένη μέσω των συνταγματικών αρχών της προστασίας της αξιοπρέπειας και της προ-σωπικότητας του κάθε παιδιού ανεξάρτητα από τον τρόπο σύλληψής του Τέλος όπως επι-σημαίνει ότι και ενόψει του παιδοκεντρικού χαρακτήρα του οικογενειακού δικαίου και κατrsquo αναλογία με την πάγια νομολογία των δικαστηρίων μας που δεν εξετάζουν αν οι εξώγαμες σχέσεις είναι αντίθετες στα χρηστά ήθη σε περίπτωση που η σχετική περιουσιακή επίδοση δε συνιστά αδικαιολόγητη περιφρόνηση προς τα εγγύτατα πρόσωπα της οικογένειας του διαθέτη δεν θα πρέπει να εξετάζεται αν οι εξώγαμες σχέσεις είναι αντίθετες στα χρηστά ήθη όταν δίδεται συγκατάθεση για τεχνητή γονιμοποίηση Παρά τα ανωτέρω σημειώνουμε ότι

9 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

Εξάλλου το Σύνταγμα προστατεύει μεν το γάμο όμως όπως προκύπτει από

τη διατύπωσή του προστατεύει αυτοτελώς και την οικογένεια ανεξάρτητα από

το αν αυτή στηρίζεται σε γάμο σε σύμφωνο συμβίωσης ή σε ελεύθερη ένωση διό-

τι ακριβώς αν ο συνταγματικός νομοθέτης ήθελε να περιορίσει τη θεσμική εγγύη-

ση μόνο στο γάμο θα ήταν περιττή η επιπλέον ξεχωριστή μνεία στην οικογένεια

Σε κάθε περίπτωση η ελεύθερη ένωση μάλλον προστατεύεται και με βάση το άρ-

θρο 5 παρ1 που κατοχυρώνει την ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας16

Ακόμα λοιπόν και αν η αναγνώριση και προστασία τέτοιων σχέσεων αφορά

μόνο το κράτος η αναγνώριση αυτή έχει νομική σημασία για το σύνολο της εννό-

μου τάξεως διότι περιέχει ένα αξιολογικό κριτήριο το οποίο λαμβάνεται υπrsquo όψιν

κατά την συγκεκριμενοποίηση αόριστων εννοιών όπως πχ αυτή της οικογένειας

της συγγένειας και συνακόλουθα των σχετικών με αυτές γενικών ρητρών όπως

εδώ των χρηστών ηθών

Τέλος αξίζει να επισημανθεί ότι βεβαίως το Σύνταγμα ως θεμελιώδης υπέρ-

τατος γενικός καθολικός και αυστηρός νόμος δυσχερώς αναθεωρείται αφού

συνδέεται άρρηκτα με το πολίτευμα και την κρατική εξουσία και υιοθετεί αρχές

και κανόνες με στόχο τη μακροπρόθεσμη διακυβέρνηση της πολιτείας Ωστόσο ο

συνεχής μετασχηματισμός των κοινωνιών απαιτεί για να μην παραμείνει το Σύ-

νταγμα laquoνεκρό γράμμαraquo -αφού ορθά δεν αναθεωρείται εύκολα- αφrsquo ενός να συ-

μπορεύεται με το διεθνές δίκαιο17 και αφrsquo ετέρου να ερμηνεύεται ώστε να αντα-

νακλά τον πολιτισμό τις αξίες και τις δικαιϊκές αρχές ακολουθώντας τις σύγχρο-

νες εξελίξεις18

7 Κατηγοριοποίηση ανήθικων δικαιοπραξιών

Η πράξη έχει δείξει ότι η αντίθεση στα χρηστά ήθη συνήθως διαγιγνώσκεται

λόγω της συνδρομής πλειόνων συγχρόνως αρνητικών παραγόντων που δρουν

ο Άρειος Πάγος επικύρωσε την εν λόγω Εφετειακή απόφαση υιοθετώντας το σκεπτικό της με την υπrsquo αριθμόν 142004 απόφασή του

16 Βλ ΠΦΙΛΙΟ Οικογενειακό Δίκαιο σελ37 17 Ήδη έχει προβλεφθεί συνταγματικά στο άρθρο 2 παρ2 18 Βλέπε συγκριτικά μεταξύ άλλων και το πολύ ενδιαφέρον δόγμα του laquoliving treeraquo που αφορά

τη ζωντανή εξελικτική ερμηνεία του Συντάγματος όπως αυτή αναπτύχθηκε από το Α-νώτατο Δικαστήριο του Καναδά σε παλαιότερη απόφαση του για το γάμο μεταξύ ομοφύ-λων (2004) όπου σε ερώτημα που του τέθηκε για την αντίθεση ή όχι του πολιτικού γάμου με το Σύνταγμα υποστήριξε ότι οι παγωμένες στο χρόνο συνταγματικές ερμηνείες έρχονται σε πλήρη αντίθεση με το δόγμα του living tree (3 SCR 698 2004 Supreme Canadian Court 79)

10 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

από κοινού στο πλαίσιο της ίδιας δικαιοπραξίας χωρίς αυτό να αποκλείει τον α-

νήθικο χαρακτήρα μιας δικαιοπραξίας εξ ενός και μόνο στοιχείο όπως κυρίως στις

περιπτώσεις που προσβάλλεται η αξίας του ανθρώπου (πχ ρήτρα αγαμίας απα-

γόρευσης εργασίας κλπ)

Μια πρώτη κατηγοριοποίηση όμως αντίθεσης στα χρηστά ήθη μπορεί να

γίνει με βάση το αν αυτή προκύπτει από το περιεχόμενο τους

Η ανηθικότητα ων δικαιοπραξιών μπορεί να προκύπτει

α Από το ίδιο το περιεχόμενό τους

Πρόκειται για τη λεγόμενη laquoενδογενήraquo ανηθικότητα όπου το περιεχόμενο

τους καθrsquo εαυτό και αντικειμενικά αντιτίθεται σε αξίες των οποίων η έννομη

τάξη επιδιώκει την πραγμάτωση Χαρακτηριστικές περιπτώσεις αυτής της

κατηγορίας είναι κυρίως οι συμβάσεις οι οποίες ενέχουν υπέρμετρη δέσμευ-

ση της προσωπικής ελευθερίας των συμβαλλομένων Στην έννοια της ελευ-

θερίας περιλαμβάνονται και όλα τα συνταγματικώς κατοχυρωμένα δικαιώ-

ματα όπως η ελευθερία εγκατάστασης το δικαίωμα στην ιδιωτική ζωή η ε-

λεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας

Στις περιπτώσεις αυτές όπως και στις περιπτώσεις του άρθρου 174 ΑΚ δεν

τίθεται ζήτημα μομφής κατά των δικαιοπρακτούντων διότι ο χαρακτήρας

του ανήθικου προσδίδεται εδώ από κριτήρια συνυφασμένα με την συνταγ-

ματικά κατοχυρωμένες αξίες της ελεύθερης ανάπτυξης της προσωπικότητας

της αξιοπρέπειας του ανθρώπου

β Από το σκοπό της δικαιοπραξίας

Πρόκειται για τη λεγόμενη laquoεξωγενήraquo ανηθικότητα που διαγιγνώσκεται με

αξιολόγηση και όλων των συνοδευουσών αυτή συνθηκών και περιστάσεων

όχι μόνο υποκειμενικής φύσεως όπως η πρόθεση εκμετάλλευσης του δια-

πραγματευτικά ασθενέστερου αντισυμβαλλόμενου η γνώση κρίσιμων συνο-

δευτικών περιστατικών (δωρεά μη μεταγεγραμμένη) ή σκοπός η δικαιοπρα-

ξία να βλάψει τα συμφέροντα της ολότητας ή τρίτων αλλά και αντικειμενι-

κής φύσεως περιστάσεων με χαρακτηριστικά εδώ παραδείγματα την αδυ-

ναμία εικονικού εγγυητή να ανταποκριθεί σε αναλαμβανόμενη υποχρέωση

αλλά κυρίως την αναλυόμενη κατωτέρω καταπλεονεκτική δικαιοπραξία

γ Από το συνδυασμό του περιεχομένου της δικαιοπραξίας με το σκοπό

και τα κίνητρα που ώθησαν τον δικαιοπρακτούντα σε ενιαίο σύνολο

11 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

όπως πχ δωρεά σε πρόσωπο με το οποίο ο δωρητής διατηρούσε ανήθικες

σχέσεις ή ακόμα χαρακτηριστικότερα η λεγομένη διαθήκη της ερωμένης19

Στις περιπτώσεις αυτές τα κίνητρα ο σκοπός και τα ελατήρια που ώθησαν

στην εν λόγω δικαιοπραξία ανάγονται στα παραγωγικά αίτια της βούλησης

του διαθέτη ή δωρητή αντίστοιχα και καθίσταται έτσι δυσχερής ο σχηματι-

σμός δικανικής πεποίθησης για πραγματικά περιστατικά που αποτελούν το

αντικείμενο της αντίθεσης στα χρηστά ήθη

Αυτό όμως σημαίνει ότι γα τη διερεύνηση της δικαιοπρακτικής βούλησής

του υπεισερχόμαστε και στον τρόπο ζωής του δωρητή ή του διαθέτη κιν-

δυνεύοντας να αξιολογήσουμε την αντίθεση στα χρηστά ήθη όχι με γνώμονα

την αντίθεση της στα χρηστά ήθη αλλά τη γενικότερη αντίληψή μας ότι ο εν

λόγω συμβαλλόμενος διήγε βίο ανήθικο Αυτό όμως αποτελεί μια ανεπίτρε-

πτη και επικίνδυνη γενίκευση που μας αποπροσανατολίζει από το ζητούμε-

νο20

Κατά κανόνα η ελληνική νομολογία δεν εξετάζει ndashορθά- αν οι εξώγαμες ερω-

τικές σχέσεις είναι αντίθετες ή μη στα χρηστά ήθη Ορθώς διότι όπως ανω-

τέρω αναφέρθηκε η εν γένει ανήθικη συμπεριφορά του διαθέτη δεν επιδρά

στο κύρος της δικαιοπραξίας αν αυτή δεν έγινε από ευτελή κίνητρα

Παραδόξως όμως η νομολογία έχει εισαγάγει ένα άλλο κριτήριο εξίσου αμ-

φίβολο συγκρίνοντας το δεσμό του διαθέτη με την οικογένεια του και τις

σχέσεις του με πρόσωπα εκτός οικογενείας

Έτσι συνήθως γίνεται δεκτό ότι ακόμα και αν ο διαθέτης καταλείπει περιου-

σία σε πρόσωπο με το οποίο τελεί σε σχέση παλλακείας η διαθήκη δεν αντί-

κειται στα χρηστά ήθη εκτός εάν συνιστά εκδήλωση αδικαιολόγητης περι-

φρόνησης προς εγγύτατα πρόσωπα της οικογένειας του που μπορεί να είναι

και τα αδέλφια του21

19 Η αρχική διάκριση του ανήθικου των δικαιοπραξιών στο βιβλίο του Π ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ laquoΔικαιο-πραξίες αντίθετες στα χρηστά ήθηraquo εντάσσει και την εν λόγω τρίτη κατηγορία στη β Εδώ προ-κειμένου να αναδειχθεί η ιδιαιτερότητα της συγκεκριμένης κατηγορίας και η δυσκολία διάκρι-σης της αντίθεσης της στα χρηστά ήθη προτιμάται η υποκατηγοριοποίηση του ΒΟΥΖΙΚΑ (Κλη-ρονομικό Δίκαιο σελ667 και επ) όπως αυτή έχει διαμορφωθεί ιδίως για τις διαθήκες από τη νομολογία

20 Βλ και ΙΣΜΗΝΗ ΑΝΔΡΟΥΛΙΔΑΚΗ-ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗ laquoΗ αντίθεση της διαθήκης στα χρηστά ήθηraquo ΝοΒ30 1236

21 Βλ και ΑΠ2311982 Α Τμήμα όπου ο διαθέτης κατέστησε μόνους κληρονόμους τη σύζυγο και την κόρη του ενώ με κληροδοσία κατέλειπε ανώνυμες μετοχές στην γραμματέα του με την ο-ποία διατηρούσε ερωτικές σχέσεις Παράλληλα όμως της είχε δωρίσει εν ζωή χρήματα για αγο-

12 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

Η αξιολόγηση αυτή αντιβαίνει στην ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότη-

τας του διαθέτη εφόσον πλην της νομίμου μοίρας ο διαθέτης δικαιούται να

καταλείπει την υπόλοιπη περιουσία του σε τρίτα πρόσωπα Ούτε βέβαια το

ηθικό καθήκον προς άπορους ή μειονεκτούντες συγγενείς μπορεί να αναχθεί

σε νομική υποχρέωση

Το κριτήριο της ανηθικότητας δεν είναι η περιφρόνηση του διαθέτη προς τη

νόμιμη οικογένειά του όπως αυτή ερμηνεύεται από τη νομολογία αλλά το

αν η κατάληψη στην ερωμένη καθεαυτή γίνεται για ταπεινά κίνητρα ή για

λόγους ευγνωμοσύνης Στην πρώτη περίπτωση καταφανώς η διαθήκη αντί-

κειται στα χρηστά ήθη στη δεύτερη όμως οφείλει η έννομη τάξη να την ανε-

χτεί ως αναφαίρετο δικαίωμα του διαθέτη να συνδέεται ψυχικά με άλλους

πλην της οικογένειας με τη στενή έννοια22 αναγνωρίζοντας ότι ακόμα και

σε ένα πλαίσιο μιας ίσως μη ηθικής σχέσης τα μέρη αυτής διαθέτουν αξιο-

πρέπεια και ευγενή κίνητρα

8 Τα ενδιάμεσα σκαλοπάτια κατηγοριοποίησης των ανήθικων δικαιο-

πραξιών

Λόγω ακριβώς της αοριστίας της ρήτρας των χρηστών ηθών του άρθρου

178ΑΚ (σε αντίθεση με το άρθρο 179ΑΚ) είναι αδύνατο αυτή στη συγκεκριμένη

μορφή της να καταστεί ένα ρυθμιστικό πρότυπο στο οποίο θα μπορεί απευθείας

να ενταχθεί η υπό κρίση δικαιοπραξία

Για το λόγο αυτή η επιστήμη με τη μορφή ενός κινητού συστήματος23 α-

ντλώντας το υλικό της από την πλούσια νομολογία αλλά και από τη δογματική

και δικαιοσυγκριτικά δεδομένα δημιουργεί ενδιάμεσα κριτήρια laquoσκαλοπάτιαraquo

ήτοι τυποποιημένα ειδικά πραγματικά που διευκολύνουν την ασφαλή και ελέγξι-

μη ένταξη της κρινόμενης δικαιοπραξίας στο ρυθμιστικό πεδίο της συγκεκριμένης

ρήτρας

ρά ακινήτων κοσμήματα φορέματα κλπ μεγάλης αξίας Όμως καθώς η συνολική περιουσία που κατέλιπε στους νόμιμους κληρονόμους του υπερκάλυπτε τη νόμιμη μοίρα και επιπρόσθετα επειδή οι λοιποί συγγενείς του δεν είχαν ανάγκη οικονομικής ενίσχυσης το Δικαστήριο έκρινε ότι η διαθήκη δεν αποτελούσε εκδήλωση περιφρόνησης προς τη νόμιμη οικογένειά του

22 Για την έννοια της οικογένειας βλ και ΠΑΤΕΡΑΚΗ σελ292-303 laquoη προβληματική του όρου οικογέ-νειαraquo

23 βλΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ ως άνω 13 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

Βέβαια ακόμα και στις περιπτώσεις αυτές οι εν λόγω ομάδες δεν είναι οριο-

θετημένες σαφώς μεταξύ τους καθώς ενίοτε το βασικό αξιολογικό στοιχείο το ο-

ποίο αναδεικνύει την αντίθεση στα χρηστά ήθη μπορεί να εμφανίζεται και σε μια

άλλη ομάδα να επικαλύπτονται ή να αλληλοαποκλείονται όπως για παράδειγμα

το στοιχείο της ανισότητας των συμβαλλομένων απαντά και στην καταδυναστευ-

τική αλλά και στην καταπλεονεκτική δικαιοπραξία

Συγκεκριμένα24

α Δικαιοπραξίες για τις οποίες επαπειλείται ακυρότητα προς σκοπόν

την προστασία των συμφερόντων του αντισυμβαλλόμενου

Εδώ υπάγονται

(1) Οι περιπτώσεις των καταδυναστευτικών συμβάσεων οι οποίες απο-

τελούν με τα ειδικότερο πραγματικό τους ξεχωριστή ομάδα αντίθεση

στα χρηστά ήθη (179 ΑΚ)

(2) Αυτές που θέτουν εν κινδύνω το δικαίωμα της αυτοδιάθεσης σε ζη-

τήματα απολύτως ελεύθερης επιλογής του προσώπου όπως αυτές

που οδηγούν στη δέσμευση του αναφορικά με ζητήματα για τα οποία

πρέπει να μείνει ελεύθερο από κάθε εξαναγκασμό αρχή σύμφωνα με το

Σύνταγμα αλλά και την αρχή της προστασίας της προσωπικότητας του

άρθρου 57ΑΚ όπως η διάταξη τελευταίας βουλήσεως που καταλείπει

υπό την αίρεση της αγαμίας τη θρησκείας της αλλαγής τόπου κατοικί-

ας της επιλογής συγκεκριμένου επαγγέλματος

(3) Κάθε δικαιοπραξία που εμπορευματοποιεί αποφάσεις αναγόμενες

στη σφαίρα της απολύτου ελευθερίας του προσώπου ή την άσκηση

επιβαλλομένου από την ηθική καθήκοντος Εδώ κυρίως η απαξία

προσδίδεται λόγω της συμφωνίας για παροχή αμοιβής ή γενικότερα

περιουσιακής φύσεως ωφελημάτων ως μέσο επίδειξης από τον αντι-

24 Για μια διαφορετική κατηγοριοποίηση περιεκτικότερη και ίσως ευκρινέστερη βλ και Γνωμο-δότηση ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟΥ-ΛΑΔΟΓΙΑΝΝΗ με αντικείμενο τα laquoΚριτήρια αντίθεσης συμφώνου προτίμησης στα χρηστά ήθηraquo ΧρΙδΔ ΙΒ2012 όπου μνημονεύονται πέντε κύριες κατη-γορίες-κριτήρια ήτοι 1) η υπερβολική δέσμευση της ελευθερίας του προσώπου 2) η καταπλεονέκτηση (179β ΑΚ) 3) η εκμετάλλευση μιας θέσης ισχύος που μπορεί να έχει κάποιος στην αγορά 4) η πρόκληση βλάβης σε τρίτους και 5) η σοβαρή δυσαναλογία παροχής και αντιπαροχής Εδώ ακολουθήθηκε η κατηγοριοποίηση του Π ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ η οποία είναι μεν υπεραναλυτική αλλά ταυτόχρονα περιλαμβάνει κατrsquo εκτίμηση όλες τις μέχρι τώρα εμφανισθείσες περιπτώσεις αντιθέσεως στα χρηστά ήθη

14 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

συμβαλλόμενο συμπεριφοράς που ανάγεται στη σφαίρα της απολύτου

ελευθερίας του ή από επιβαλλόμενα από την ηθική καθήκοντα

(4) Κάθε δικαιοπραξία που οδηγεί σε υπέρμετρη επιβάρυνση του συναλ-

λακτικά ασθενέστερου και ιδίως του εγγυητή Εδώ πέραν των κλα-

σικών καταπλεονεκτικών συμβάσεων ανήκουν κυρίως οι laquoοιονεί οι-

κογενειακές εγγυήσειςraquo όπου πρόσωπα στερούμενα περιουσίας ώστε

να αναλάβουν υποχρεώσεις συνάπτουν συμβάσεις εγγυήσεως με το

δανειστή μέλους της οικογένειας τους Η νομική σκέψη που δικαιολο-

γεί εδώ την ανηθικότητα έγκειται στην ανάληψη υπέρμετρων συμβα-

τικών επιβαρύνσεων που δεν ανάγονται στην πραγματικά ελεύθερη

δικαιοπρακτική βούληση του εγγυητή ο οποίος πράττει τούτο κοινω-

νικοτυπικά λόγω της συγγενικής σχέσης ευρισκόμενος σε μειονεκτική

διαπραγματευτικά θέση έναντι του δανειστή

β Δικαιοπραξίες για τις οποίες επαπειλείται ακυρότητα προς σκοπόν

την προστασία των συμφερόντων τρίτων

Εδώ υπάγονται

(1) Δικαιοπραξίες προς ματαίωση ήδη θεμελιωμένων ενοχικών απαιτή-

σεων τρίτων όπου η βλάβη του αντισυμβαλλομένου προκαλείται από

την καταχρηστική άσκηση της συμβατικής ελευθερίας Εδώ υπάγονται

η παρώθηση κάποιου σε αθέτηση των συμβατικών υποχρεώσεων του

η απόσπαση προσωπικού που βρίσκεται σε υπηρεσία άλλου

(2) Δικαιοπραξίες προς βλάβη των περιουσιακών συμφερόντων των δα-

νειστών όπου αντικείμενο δεν είναι συγκεκριμένα αλλά γενικά τα πε-

ριουσιακά συμφέροντα τρίτων που παραπλανόνται σε σχέση με την

πιστοληπτική ικανότητα του αντισυμβαλλομένου τους

(3) Δικαιοπραξίες που καταχρώνται τη θέση εμπιστοσύνης έναντι τρί-

του με κλασικό παράδειγμα της κατηγορίας αυτής που αντιπρόσωπος

κάποιου συμβάλλεται με τρίτο κατά τρόπο ώστε να βλάψει τα συμφέ-

ροντα του εντολέως του

(4) Συμφωνίες περί μη θεματισμού σε δημόσιο πλειστηριασμό ή υποβο-

λής προσφοράς μέχρι ορισμένου ποσού όταν η συμφωνία είναι πρό-

σφορη να βλάψει τα συμφέροντα είτε του οφειλέτη είτε των δανει-

στών

15 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

γ Δικαιοπραξίες για τις οποίες επαπειλείται ακυρότητα προς σκοπόν

την προστασία των συμφερόντων της ολότητας

Εδώ ανήκουν προεχόντως δικαιοπραξίες που αντιβαίνουν σε συνταγ-

ματικής κυρίως φύσεως επιταγές και κυρίως

(1) Δικαιοπραξίες που προσβάλλουν τη συνταγματική τάξη όπως αυτές

που ενέχουν αθέμιτο περιορισμό του δικαιώματος αυτοδιάθεσης του

προσώπου

(2) Δικαιοπραξίες που διαταράσσουν την εύρυθμη λειτουργία του κρά-

τους και των Υπηρεσιών του όπως αυτές που σκοπούν στη διευκό-

λυνση παρανόμων πράξεων συμβάσεις με τις οποίες επιδιώκεται η

φοροδιαφυγή κλπ

(3) Δικαιοπραξίες που διαταράσσουν την οικονομική τάξη όπως αυτές

που παρακωλύουν εμποδίζουν ή περιορίζουν την ελεύθερη λειτουργία

του ανταγωνισμού στο μέτρο που δεν υπάγονται στις απαγορευτικές

διατάξεις των άρθρων 1 και 2 του Ν39592011

(4) Δικαιοπραξίες που προσβάλλουν τα σεξουαλικά ήθη και την οικογε-

νειακή τάξη Μολονότι συντελείται σημαντική μεταβολή της στάσης

της έννομης τάξης ως προς τα ζητήματα αυτά εδώ υπάγονται κυρίως

συμφωνίες για την επrsquo ανταλλάγματι τέλεση σεξουαλικής πράξης ως

αντικείμενης στην αξιοπρέπεια του ατόμου συμφωνίες που προ-

σκρούουν στην ηθική ουσία του γάμου ή τη συγγένεια όπως η συμφω-

νία αμοιβής για σύναψη εικονικού γάμου οι συμφωνίες μεσολάβησης

για εύρεση κυοφόρου γυναίκας και πώλησης γενετικού υλικού κλπ

(5) Δικαιοπραξίες που αντιτίθεται στο επαγγελματικό ήθος όπως συμ-

φωνίες για προσπόριση τίτλου ή αξιώματος έναντι οικονομικού ανταλ-

λάγματος (υποβοήθηση σε συγγραφή διδακτορικής διατριβής) συμ-

φωνίες πωλήσεως δικηγορικών γραφείων (κυρίως από τη γερμανική

νομολογία) όταν in concreto δικαιολογείται ο φόβος ότι ο νέος διευ-

θύνων θα το διευθύνει με τρόπο που δε συνάδει στις απαιτήσεις της

εύρυθμης απονομής της δικαιοσύνης κλπ

9 Κρίσιμος χρόνος διαγνώσεως της αντίθεσης στα χρηστά ήθη

16 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

Κατά την κρατούσα γνώμη κρίσιμος χρόνος για την κρίση της αντίθεσης μιας

δικαιοπραξίας στα χρηστά ήθη είναι ο χρόνος κατάρτισής της διότι η ανηθικότη-

τα ή μη μιας δικαιοπραξίας δεν μπορεί παρά να κρίνεται με βάση τις ισχύουσες

κατά την κατάρτισή της ηθικές και θεμελιώδεις αρχές

Περαιτέρω όμως ορθότερο είναι να δεχθεί κανείς ότι η μεταβολή και εξέλιξη

της έννοιας των χρηστών ηθών δεν μπορεί αναδρομικά να επηρεάσει προς το χεί-

ρον την αξιολόγηση της ρυθμίσεως που όταν συνήφθη τα μέρη πίστευαν ότι είναι

σύμφωνη με τα χρηστά ήθη εκτός αν πρόκειται για σύμβαση διαρκείας οπότε

πλέον τα αποτελέσματά της αντίκεινται στα χρηστά ήθη όπως αυτά θα έχουν δι-

αμορφωθεί

Αντίθετα όταν μια δικαιοπραξία ήταν αντίθετη στα χρηστά ήθη κατά το χρό-

νο σύνταξη της αλλά λόγω μεταβολής της ερμηνείας των χρηστών ηθών ή λόγω

μεταβολής των πραγματικών περιστατικών πλέον το περιεχόμενο είναι συμβατό

με αυτά ορθότερη είναι η ευεργετική αναδρομικά ίαση της και η επέλευση των

εννόμων συνεπειών της ιδιαίτερα σε περιπτώσεις διατάξεων τελευταίας βουλή-

σεως

10 Ακυρότητα

α Απόλυτη ή σχετική

Η αντίθεση μιας δικαιοπραξίας στα χρηστά ήθη συνεπάγεται σύμφωνα με

την ΑΚ 178 ακυρότητα της δικαιοπραξίας Δεν θα ανταποκρινόταν στο νόη-

μα και στο σκοπό της ρήτρας η διατήρηση του κύρους της δικαιοπραξίας να

επαφίεται στη βούληση των μερών αφού πέραν των άλλων η συγκεκριμένη

διάταξη προστατεύει μεταξύ άλλων και το γενικό συμφέρον25 Αυτό όμως θα

είχε ως αποτέλεσμα ειδικά σε περιπτώσεις που η ανηθικότητα στρέφεται

μόνο κατά του αντισυμβαλλόμενου και όχι κατά της ολότητας η ακυρότητα

να λαμβάνεται αυτεπαγγέλτως υπrsquo όψιν και να μπορεί και ο ίδιος ο ενεργή-

σας ανήθικα να την επικαλεστεί

Γιrsquo αυτό το λόγο σε περιπτώσεις που η ανηθικότητα δεν προκύπτει από το

περιεχόμενό της αλλά από τις περιστάσεις 26 όπως στις περιπτώσεις των

καταπλεονεκτικών δικαιοπραξιών η ακυρότητα δεν παρίσταται δικαιολο-

25 Βλ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ όπως πιο πάνω και ΓΕΩΡΓΙΑΔΗ-ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟ ΕρμΑΚ άρθρο 178 σελ 276 ΝΙΚΟ-ΛΟΠΟΥΛΟ Γεν Αρχές σελ 314-315

26 Βλ ομοίως ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ Δικαιοπραξίες αντίθετες προς τα χρηστά ήθη 17 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

γημένη Ορθότερο λοιπόν θα ήταν να είναι σχετική ώστε να καταστεί δυνα-

τή η απολαβή της παροχής με δικαιότερους όρους

β Συνολική ή μερική

Όσον αφορά την ακυρότητα της σύμβασης στο σύνολο ή σε μέρος αυτής αν

η ανηθικότητα πλήττει μόνο μια μεμονωμένη συμβατική ρήτρα δυναμένη να

αποχωριστεί από τη σύμβαση και αυτή να δύναται να πραγματώσει το σκο-

πό της τότε η ακυρότητα μπορεί να περιοριστεί στη ρήτρα αυτή

Αναλογικά και κυρίως ως ανωτέρω αναφέρθηκε σε περιπτώσεις καταπλεο-

νεκτικών ή καταδυναστευτικών δικαιοπραξιών η μερική ακυρότητα θα μπο-

ρούσε να είναι δυνατή με την έννοια της αφαίρεσης του αδίκου μέρους της

ώστε αυτή να μπορεί να ισχύσει με το υπόλοιπο ορθό περιεχόμενό της Αμ-

φισβητείται όμως αν αυτό ανταποκρίνεται στα εύλογα συμφέροντα των α-

ντισυμβαλλομένων και ιδίως του ισχυρότερου μέρους που η πραγματική ή

εικαζόμενη βούληση του μάλλον θα κατατείνει στην ακύρωση της δικαιο-

πραξίας

Βέβαια όσον αφορά τη σχέση του 178 ΑΚ με το 181 ΑΚ στην ερμηνεία αυτής

έχουν υπεισέλθει αντικειμενικοί παράγοντες όπως ο σκοπός του κανόνα δι-

καίου που θεσπίζει την ακυρότητα διότι άλλως με την αποδοχή της ολικής

ακυρότητας ματαιούται ο προστατευτικός σκοπός της διάταξης Επομένως

ορθότερο είναι στις περιπτώσεις αυτές η ακυρότητα ή μη της σύμβασης να

καταλίπεται στο ασθενέστερο μέρος

γ Ακυρότητα στις αιτιώδεις και αναιτιώδεις δικαιοπραξίες

(1) Στις αιτιώδεις δικαιοπραξίες αν η αιτία είναι άκυρη άκυρη είναι και η

αιτιώδης δικαιοπραξία Επομένως αν η υποσχετική σύμβαση η οποία

αποτελεί την αιτία εκποιητικής δικαιοπραξίας (πχ μεταβίβασης κυ-

ριότητας ακινήτου) άκυρη λόγω αντίθεσης στα χρηστά ήθη συμπαρα-

σύρει σε ακυρότητα και την εμπράγματη δικαιοπραξία το κύρος της

οποίας εξαρτάται από την ύπαρξη εγκύρου αιτίας

Για το λόγο αυτό η αναζήτηση της παροχής γίνεται με διεκδικητική

αγωγή

(2) Αντίθετα στις αφηρημένες ή αναιτιώδεις δικαιοπραξίες το κύρος των

οποίων δεν εξαρτάται από την ύπαρξη και το κύρος της αιτίας ούτε

αυτή αποτελεί στοιχείο του πραγματικού τους η έλλειψη αιτίας ή η

18 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

ακυρότητα αυτής καταρχήν δεν επηρεάζει το κύρος τους ο δε διαθέ-

σας έχει (αν δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις του 907ΑΚ) μόνο την α-

ξίωση αδικαιολογήτου πλουτισμού Χαρακτηριστικά παραδείγματα της

κατηγορίας αυτής είναι από τις μεν υποσχετικές δικαιοπραξίες η αφη-

ρημένη υπόσχεση χρέους ενώ από τις εκποιητικές η μεταβίβαση κυριό-

τητας κινητού Δικαιολογητικός λόγος της τελευταίας είναι η ταχύτητα

και η ασφάλεια των συναλλαγών καθώς οι διάδοχοι του αποκτώντος

αποκτούν έγκυρα από αυτόν ακόμα και αν αυτός είχε αποκτήσει βάσει

μιας άκυρης υποσχετικής δικαιοπραξίας Επιπλέον διευκολύνεται η α-

πόδειξη κτήσης του δικαιώματος αφού αυτός που υποστηρίζει ότι εί-

ναι δικαιούχος οφείλει και αρκεί να αποδείξει μόνο της εκποιητική δι-

καιοπραξία και όχι την αιτία αυτής

Το ότι η αναιτιώδης δικαιοπραξία είναι γενικά ανεξάρτητη από το κύ-

ρος της αιτίας δε σημαίνει ότι δεν υπάρχει αιτία γιrsquo αυτή αλλά ότι η αι-

τία δεν αποτελεί ως άνω αναφέρθηκε στοιχείο του πραγματικού της

Επομένως η laquoηθικά άχρωμηraquo αναιτιώδης δικαιοπραξία μπορεί κατά

περίπτωση να θεωρηθεί άκυρη με διάσπαση της αρχής του αναιτιώ-

δους όταν σε περίπτωση αντίθεσης της δικαιοπραξίας στα χρηστά ήθη

η ανηθικότητα αφορά όχι μόνο την ενοχική αλλά και την εμπράγματη

δικαιοπραξία27 Αν και κατά κανόνα η απλή μεταβίβαση της κυριότη-

τας είναι laquoηθικά άχρωμηraquo αφού τα κίνητρα για την κατάρτιση της ανά-

γονται στην ενοχική δικαιοπραξία αν in concreto διαγνωστεί ότι η επί-

δοση του περιουσιακού αντικειμένου έγινε χάριν τελέσεως ανήθικης

συμπεριφοράς ή ότι η ανήθικη αιτία αποτέλεσε αίρεση για την εκποιη-

τική δικαιοπραξία η ανηθικότητα πλήττει και την εμπράγματη δικαιο-

πραξία καθιστώντας αυτή άκυρη (βλ179ΑΚ) άκυρη δε και οποιαδήπο-

τε περαιτέρω μεταβίβαση

Πάντως γίνεται δεκτό και στην ελληνική αλλά και στη γερμανική νομο-

λογία ότι τα χρήματα που προκαταβάλλονται σε laquoπόρνηraquo για πραγμα-

τοποίηση σαρκικής επαφής μαζί της μεταβιβάζονται σrsquo αυτή κατά κυ-

ριότητα με την παράδοση τους αφού ως ανωτέρω αναφέρθη η ακυρό-

27 Βλ και ΑΠ ΓΕΩΡΓΙΑΔΗ Εγχειρίδιο Εμπρ Δικαίου παρ43 48 καθώς και ΑΠ ΓΕΩΡΓΙΑΔΗ Γ Αρχές ΑστΔικαίου διακρίσεις των δικαιοπραξιών

19 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

τητα της υποσχετικής δικαιοπραξίας δεν συμπαρασύρει την εμπράγμα-

τη αφού η μεταβίβαση χρημάτων είναι πράξη ηθικά ουδέτερη28

Ακριβώς επειδή η παροχή είναι έγκυρη αυτή δεν αναζητείται (εκτός

και μόνο αν το ανήθικο της αιτίας δεν βαρύνει τον δόντα) Αν βαρύνει

και αυτόν ή πολύ περισσότερο μόνο αυτόν τότε δεν αναζητείται

Πράγματι θα ήταν παράδοξο η έννομη τάξη να προστατεύει πρόσωπα

που μετήλθαν ανήθικων μέσων και προέβησαν σε δελεαστικές παροχές

για την επίτευξη μιας ανήθικης συμπεριφοράς και να τα επιβραβεύει με

την επιστροφή σε αυτά των έστω και άνευ ανταλλάγματος δοθέντων

ακόμα και στην εξαιρετική περίπτωση που και ο λήπτης βαρύνεται με

ανηθικότητα Η ρωμαϊκή αρχή laquoεν ίση αισχρότητι κρείσσων ο νεμόμε-

νοςraquo ορθά βρίσκει εδώ την εφαρμογή της29

Η ακυρότητα είναι αναδρομική (ex tunc) εκτός από τις διαρκείς συμ-

βάσεις (πχ σύμβαση εργασίας) Σε αυτές γίνεται δεκτό ότι εφόσον λει-

τούργησαν για ένα χρονικό διάστημα αναπτύσσοντας τα έννομα απο-

τελέσματα τους έχει δημιουργηθεί μια πραγματική κατάσταση η ο-

ποία αποτελεί και την αιτία διατήρησης των μέχρι τότε παροχών ενώ η

επίκληση της ακυρότητας τους έχει τα αποτελέσματα της καταγγελίας

λειτουργώντας μόνο για το μέλλον (ex nunc)

11 Δικονομική μεταχείριση

Η επίκληση της ακυρότητας αφού πρoβληθούν τα πραγματικά περιστατικά

γίνεται από οποιονδήποτε έχει έννομο συμφέρον ακόμα δε και από τον ίδιο τον

καθrsquo ου η μομφή για την επιλήψιμη συμπεριφορά αν και σε περίπτωση αυτή η ε-

πίκληση της θα μπορούσε να θεωρηθεί ως κατάχρηση δικαιώματος

Όσον αφορά το βάρος της απόδειξης στις μεν αιτιώδεις δικαιοπραξίες αυτός

που επικαλείται την εγκυρότητά της οφείλει να αποδείξει την ύπαρξη του κύρους

της αιτίας ενώ αντίθετα στις αναιτιώδεις δικαιοπραξίες το βάρος αποδείξεως φέ-

ρει εκείνος ο οποίος ασκεί είτε με αγωγή είτε με ένσταση την αξίωση αδικαιολογή-

του πλουτισμού (Αντιστροφή του βάρους της απόδειξης)

28 Βλ και ΧΡ ΜΥΛΩΝΟΠΟΥΛΟΥ Ποινικό Δίκαιο Ειδικό μέρος σελ22 29 Βλ και ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟ Επιτομή Γενικού Ενοχικού κεφ Περί αδικαιολόγητου πλουτισμού που μάλ-

λον διαφωνεί 20 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

12 Επίγραμμα

Οι δρόμοι του δικαστή του νομοθέτη και γενικότερα του εκάστοτε ερμηνευ-

τή του δικαίου είναι παράλληλοι και αλληλοσυμπληρώνονται Κοινός στόχος η εύ-

ρυθμη λειτουργία μιας κοινωνίας με σεβασμό στα βασικά ανθρώπινα δικαιώματα

στην αξία του ανθρώπου και στους θεσμούς όπως αυτοί διαμορφώνονται στην

πορεία του χρόνου

Όμως η δικαιοσύνη δεν είναι μόνο μια αφηρημένη ιδέα για τη θεσμική διάρ-

θρωση μιας κοινωνίας αλλά πρέπει να ενδιαφέρεται για τη ζωή που διάγουν οι

άνθρωποι στην πραγματικότητα και ότι καθιστά τη ζωή άξια για να τη ζουν

Γιrsquo αυτό ο ρόλος του ερμηνευτή του δικαίου και ιδίως του δικαστή είναι

κομβικός Και δεν είναι ο ρόλος αυτός παθητικός ούτε απλά συνθετικός Κινούμε-

νος εντός των εξουσιών που το Σύνταγμα του έχει προσδώσει δε στηλιτεύει αλλά

κατανοεί διαπλάθει αλλά και εξισώνει -εντός πάντοτε του θετού δικαίου

Και αν και κατά τη γενική αντίληψη ο λαός πρέπει να έχει νομολογία προ-

σαρμοσμένη στο βαθμό της ηθικής του πολλές φορές αναδεικνύεται η αντίστρο-

φη ανάγκη Να είναι η νομολογία αρωγός ώστε ο λαός να προσανατολιστεί στα

σύγχρονα ήθη και στις πολυπολιτισμικές ιδιομορφίες

Η ερμηνεία του άρθρου 178 ΑΚ αποτελεί μια χαρακτηριστική τέτοια περί-

πτωση-

21 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

Β

ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΜΕ ΤΗΝ ΟΠΟΙΑ ΔΕΣΜΕΥΕΤΑΙ ΥΠΕΡΒΟΛΙΚΩΣ Η ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΤΟΥ ΠΡΟΣΩΠΟΥ [ΚΑΤΑΔΥΝΑΣΤΕΥΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ] ndash

ΚΑΤΑΠΛΕΟΝΕΚΤΙΚΗ [ΑΙΣΧΡΟΚΕΡΔΗΣ] ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ (ΑΚ 179)

[Σπύρος Γ Παπαγιάννης]

1 Η σχέση μεταξύ των δύο ειδικών πραγματικών του άρθρου ΑΚ 179

Το δίκαιο προκειμένου να εξυπηρετεί τον κοινωνικό βίο των ανθρώπων εν-

σωματώνει στους κανόνες που το συγκροτούν τα παραγγέλματα της κοινωνικής

ηθικής δηλαδή τις επικρατούσες στην κοινωνία θεμελιώδεις αξιολογικές παρα-

στάσεις30 Έτσι η ΑΚ 178 με τον όρο ldquoχρηστά ήθηrdquo οριοθετεί την λειτουργία της

ιδιωτικής αυτονομίας μέσα στα όρια αυτού που αξιοί ο μέσης ηθικής κοινωνός του

δικαίου με σκοπό την αποτροπή καταχρήσεως κατά την διάπλαση ιδιωτικών εν-

νόμων σχέσεων και άμεσο αποτέλεσμα την άρνηση της έννομης τάξεως να προσ-

δώσει νομικό κύρος σε δικαιοπρακτικές ρυθμίσεις που προσβάλλουν τις αξίες των

οποίων αυτή επιδιώκει την πραγμάτωση31

Ενώ όμως το άρθρο ΑΚ 178 λειτουργεί ως γενική ρήτρα στο άρθρο ΑΚ 179

τυποποιούνται τα πραγματικά δύο ldquoειδικώνrdquo δικαιοπραξιών που αντιτίθενται στα

χρηστά ήθη οι ldquoκαταδυναστευτικέςrdquo συμβάσεις (ή ldquoφιμωτικέςrdquo32 δικαιοπραξίες)

και οι ldquoκαταπλεονεκτικέςrdquo συμβάσεις (ή ldquoαισχροκερδείςrdquo33 δικαιοπραξίες) Στην

πρώτη κριτήριο είναι η υπέρμετρη34 δέσμευση της ελευθερίας του προσώπου

ενώ στην δεύτερη κριτήριο αποτελεί η εκμετάλλευση της διαπραγματευτικής μει-

ονεξίας του αντισυμβαλλομένου ιδία όσον αφορά στην υπέρμετρη δέσμευση της

οικονομικής του ελευθερίας

2 Η Καταδυναστευτική Δικαιοπραξία

30 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 201217 31 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 201218 σημ 3 32 ΦΙΛΙΟΣ 2011353 33 ΦΙΛΙΟΣ opcit 34 Η ΑΚ 179α΄ αναφέρει ldquohellipδεσμεύεται υπερβολικάhelliprdquo Προτιμώ ως αποδίδουσα επί το ορθότερο

την έννοια του laquoμεγέθουςraquo της δεσμεύσεως την χρήση της λέξεως ldquoυπέρμετραrdquo λέξη-όρο που χρησιμοποιείτο στον ΑΚ προ της μεταγλωττίσεώς του στην δημοτική (την [φεύ] γλώσσα της ldquoπλέριας κατανόησηςrdquohellip)

22 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

α Έννοια

Ως ldquoκαταδυναστευτικήrdquo δικαιοπραξία νοείται κυρίως η σύμβαση (ή μεμονω-

μένη ρήτρα που περιέχεται σε σύμβαση) επί τη βάσει της οποίας δεσμεύεται

υπερμέτρως35 η προσωπική οικονομική επαγγελματική ή καλλιτεχνική ε-

λευθερία του αντισυμβαλλομένου δημιουργώντας ένα είδος υποτέλειας ένα-

ντι του άλλου μέρους36 Στην έννοια της καταδυναστεύσεως της ΑΚ 179α ε-

μπίπτει και κάθε συμβατικός περιορισμός που φέρει ως συνέπεια την υπέρ-

μετρη δέσμευση της ελευθερίας του προσώπου για ανάπτυξη οποιασδήποτε

εκδηλώσεως της προσωπικότητός του37 Είναι φανερόν ότι η ελληνική δη-

μόσια τάξη συγκεκριμενοποιεί την ρήτρα των χρηστών ηθών με την χρήση

μιάς θεμελιώδους δικαιϊκής αξίας της ελευθερίας του προσώπου εδώ ουσι-

αστικώς η συνταγματική τάξη (πχ Σ 5 sect 1) επιβάλλει τα πρόσωπα να παρα-

μένουν ελεύθερα

β Ελευθερία του προσώπου - δέσμευση

Στο πραγματικό της ΑΚ 179α΄ υπάγονται δύο κατά βάσιν περιπτώσεις συμ-

βάσεων αυτές που ενέχουν υπέρμετρη δέσμευση της προσωπικής ελευθερί-

ας του συμβαλλομένου και εκείνες με τις οποίες περιορίζεται υπερμέτρως η

ελευθερία προς (κυρίως) οικονομική και επαγγελματική δράση

Για δέσμευση της ελευθερίας του προσώπου με δικαιοπραξία γίνεται λόγος

μόνον όταν το πρόσωπο που δεσμεύτηκε είχε σύμφωνα με τον νόμο την ε-

ξουσία να διαθέσει κατά βούλησιν το αντικείμενο της δικαιοπραξίας Συνε-

πώς εάν η υποχρέωση του προσώπου δεν προέρχεται από δικαιοπραξία αλ-

λά από τον νόμο ή εάν το πρόσωπο που δεσμεύτηκε με δικαιοπραξία δεν εί-

χε σύμφωνα με τον νόμο την εξουσία να διαθέσει το αντικείμενο στο οποίο

αναφέρεται η δέσμευση η ΑΚ 179 δεν εφαρμόζεται38

Στην ελευθερία του προσώπου υπάγονται οι ατομικές ελευθερίες και τα α-

τομικά δικαιώματα αυτού39 όπως η ελευθερία συνειδήσεως της γνώμης της

διαθέσεως ψήφου του προσώπου κλπ Εδώ υπάγεται ιδίως η ελευθερία της

35 ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ 2012527 ΦΙΛΙΟΣ 2011352 36 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012 σημ 429 37 Πρβλ λχ ΑΠ 12601983 ΕλλΔνη 251347 (απεριόριστη δέσμευση της καλλιτεχνικής ελευθερί-

ας του πνευματικού δημιουργού) 38 ΕφΑθ 33271999 ΝοΒ 48485 39 ΕφΑθ 32841980 ΝοΒ 281225

23 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

εργασίας του εμπορίου της βιομηχανίας προς ανάπτυξη της οικονομικής

δράσεως του προσώπου40 Έτσι αντίκειται στα χρηστά ήθη

(1) κάθε δικαιοπραξία με την οποία απαγορεύεται σε κάποιον η άσκηση

ορισμένου επαγγέλματος ή ορισμένης βιομηχανικής ή εμπορικής δρα-

στηριότητος εφrsquo όσον περιέχει υπέρμετρη δέσμευση και

(2) η δικαιοπραξία με την οποία δεσμεύεται το δικαίωμα στην σωματική

ακεραιότητα του προσώπου στην υγεία ζωή τιμή το δικαίωμα στο

όνομα ή την προσωπικότητα το δικαίωμα εγκαταστάσεως ή μη σε ορι-

σμένο τόπο το δικαίωμα επιλογής επαγγέλματος κλπ41

γ Η ratio της απαγόρευσης

(1) Η οικονομική κατωτερότητα ενός εκ των συμβαλλομένων

Συνήθως η κατάρτιση συμβάσεως με καταδυναστευτικό περιεχόμενο

οφείλεται στην οικονομική κατωτερότητα του υποβαλλομένου στην

υπέρμετρη δέσμευση συμβαλλομένου Αυτό εκτιμάται ότι συμβαίνει

λόγω της ανάγκης αποκτήσεως της υπαρξιακής κατά κανόνα γιrsquo αυτόν

σημασίας παροχή του οικονομικώς ισχυρού αντισυμβαλλομένου συνή-

θως κάποια πίστωση Έτσι η οικονομική αυτή πίεση όταν μάλιστα

δεν υπάρχει δυνατότης καταφυγής σε άλλη πηγή αποκτήσεως του ιδί-

ου αγαθού με καλλίτερους όρους διαταράσσει την συμβατική ελευθε-

ρία η οποία μπορεί να συντρέχει ανεξαρτήτως της θέσεως που κατέχει

στην αγορά ο επιβάλλων τον περιορισμό συμβαλλόμενος (συνήθης επι-

χείρηση)

Η ρύθμιση αυτή της ΑΚ 179α΄ αντικειμενικώς κρινομένη φαίνεται ότι

είναι σχεδιασμένη με πνεύμα κηδεμονεύσεως ο δικαστής παρεμβαίνει

στο περιεχόμενο της συμβάσεως προκειμένου να προστατεύσει τον οι-

κονομικώς ασθενέστερο συμβαλλόμενο από μία άδικη εις βάρος του

κατανομή των συμβατικών βαρών και πλεονεκτημάτων

Προβληματισμός υπάρχει στο αν η οικονομική δέσμευση επέρχεται με

την κατάρτιση της συμβάσεως προκειμένου περί καταδυναστευτικών

συμβάσεων ή πρόκειται περί καταχρηστικής εκμεταλλεύσεως ήδη υ-

φισταμένης οικονομικής κατωτερότητος του αντισυμβαλλομένου προ-

40 Βλ ΤΟΥΣΗΣ Α 1978 sect 96 ΜΠΑΛΗΣ 1944 sect 64 41 Βλ ΤΟΥΣΗΣ opcit

24 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

κειμένου περί καταχρηστικής εκμεταλλεύσεως μονοπωλιακής ή δεσπό-

ζουσας θέσεως μιάς επιχειρήσεως στην αγορά

Εξrsquo άλλου χρήζει ιδιαιτέρας μνείας το ότι ενώ η συναλλακτικώς μειονε-

κτική θέση του ενός των συμβαλλομένων τεκμαίρεται αμαχήτως42 (ΑΚ

294 332sect2 334sect2 409 κλπ) στην περίπτωση καταδυναστευτικής

συμβάσεως ο αντισυμβαλλόμενος έχει δυνατότητα αποδείξεως ότι η

ρύθμιση υπήρξε προϊόν της ελευθέρας δικαιοπρακτικής αποφάσεως

του φαινομένου ως βλαπτομένου από αυτή συμβαλλομένου

(2) Η άδικη μεταξύ των μερών κατανομή των συμβατικών πλεονεκτημά-

των

Η κατανόηση του πότε είναι υπέρμετρη (ή ldquoυπερβολικήrdquohellip) ή εύλογη η

συμβατική δέσμευση της ελευθερίας του προσώπου συνιστά το κε-

ντρικό πρόβλημα του δόγματος των καταδυναστευτικών συμβάσεων

αν και η κρίση είναι νομική υποκείμενη στον έλεγχο του Αρείου Πάγου

Για τον λόγον αυτόν είναι καίριος ο ρόλος των μεγεθών αντιπαροχής

και δεσμεύσεως της οικονομικής ελευθερίας43

δ Η υπέρμετρη (υπερβολική) δέσμευση

Το κριτήριο της υπέρμετρης δεσμεύσεως ως αόριστη νομική έννοια και

προκειμένου να καταστεί δογματικώς κατάλληλη για να υπαχθεί σε αυτήν η

κρινομένη ατομική περίπτωση έχει ανάγκη εξειδικεύσεως λαμβανομένης

υπrsquo όψιν της ratio της απαγορεύσεως που τίθεται στην ΑΚ 179α΄ δηλαδή την

διάβρωση της συμβατικής ελευθερίας του ασθενέστερου μέρους αφrsquo ενός και

της ανισορροπίας στην κατανομή των συμβατικών ωφελημάτων μεταξύ των

μερών

Γίνεται ευρύτερα δεκτό στην σύγχρονη δογματική του Αστικού Δικαίου ότι

υπάρχει μία ldquoκινητήrdquo σχέση44 μεταξύ των προαναφερθέντων δύο κριτηρίων

εις τρόπον ώστε όσον εντονότερον διαβρώνεται η ελευθερία δικαιοπρακτι-

κής αποφάσεως του καταδυναστευομένου τόσον άτονος θα πρέπει να είναι

42 Για τον εμπορικό αντιπρόσωπο που συνάπτει ρήτρα μετασυμβατικής απαγορεύσεως του αντα-γωνισμού βλ ΠΔ 2191991 άρθρ10 εις εφαρμογήν του άρθρου 20 της Οδηγίας 86653 ΕΟΚ

43 ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ 2012528 ΣΠΥΡΙΔΑΚΗΣ 2004188 44 Πρβλ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012146

25 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

ο έλεγχος της άνισης κατανομής στο περιεχόμενο της σχετικής συμφωνίας

για να επιβεβαιώνεται ή όχι το στοιχείο της υπέρμετρης δεσμεύσεως45

Πέραν αυτών όμως είναι απαραίτητη και η συγκεκριμενοποίηση του κριτη-

ρίου της άνισης μεταξύ των μερών κατανομής των συμβατικών βαρών και

πλεονεκτημάτων οπότε είναι αναγκαία η αναδρομή σε ιδιαίτερα κριτήρια τα

οποία εφαρμόζει σχεδόν σταθερώς η νομολογία μας46

(1) Ο Μπαλής47 θεωρεί ότι πρέπει να συναρτάται η σχετική κρίση με το

σημείο ldquoμέχρι τοῦ ὁποίου εἶναι νόμῳ προστατεύσιμον τὸ συγκεκριμένον

συμφέρον τοῦ ἐπιβάλλοντος τὸν περιορισμὸνrdquo δηλαδή να συνυπολογί-

ζεται και το μέτρο της οικονομικής θυσίας στην οποία υποβάλλεται

ο ισχυρός συμβαλλόμενος ουσιαστικώς να σταθμίζεται η αξία της συ-

νολικής αντιπαροχής του χωρίς βεβαίως τα δύο αυτά μεγέθη να συ-

μπίπτουν κατrsquo ανάγκην

(2) Σημασίαν έχει και το στοιχείο της χρονικής διάρκειας της δεσμεύσεως

Όσον αφορά σε ρήτρες απαγορεύσεως ανταγωνισμού θεμιτός περιο-

ρισμός θεωρείται η διετία προκειμένου περί συμβάσεως εργασίας και η

πενταετία προκειμένου περί πωλήσεως επιχειρήσεως Αντιθέτως σε

συμβάσεις αποκλειστικής προμηθείας (κυρίως μπύρας ή ενέργειας) και

προμηθείας πρατηρίου βενζίνης η γερμανική νομολογία ανεβάζει το

όριο στα είκοσι περίπου έτη

(3) Σπουδαίο επίσης στοιχείο μετρήσεως του υπέρμετρου ή μη της συμ-

βατικής δεσμεύσεως είναι η τοπική έκτασή της Πρόκειται περί ενός

στοιχείου κινητού εν σχέσει προς την χρονική διάρκεια δεσμεύσεως αλ-

λά και προς τα λοιπά στοιχεία συγκεκριμενοποιήσεως της αόριστης έν-

νοιας του ldquoυπέρμετρουrdquo Δηλαδή δυνατόν όσον ευρύτερη κατά τόπο

και μακρότερη κατά χρόνον είναι η απαγόρευση τόσο μεγαλύτερο θα

πρέπει να είναι το περιουσιακό αντάλλαγμα που λαμβάνει το ασθενέ-

στερο μέρος ώστε να θεωρείται η ρήτρα θεμιτή Απροσδιόριστη κατά

τόπο και χρόνο απαγόρευση χωρίς πρόβλεψη δυνατότητος παύσεως

της δεσμεύσεως με καταγγελία προσδίδει κατά κανόνα ανήθικο χα-

45 Πρβλ ΤΕΛΛΗΣ 2007215 επ 46 Πληρέστερη ανάλυση των κριτηρίων αυτών σχετικώς με την ρήτρα μετασυμβατικής απαγο-

ρεύσεως του ανταγωνισμού βλ σε ΤΕΛΛΗΣ 2007223 επ 47 ΜΠΑΛΗΣ 1944 sect64

26 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

ρακτήρα στην σχετική ρήτρα48 διότι η έννομη τάξη δεν ευνοεί γενικώς

τις δεσμεύσεις μακροχρόνιας ή απεριορίστου διαρκείας49

(4) Το κατrsquo αντικείμενον εύρος της συμβατικἠς δεσμεύσεως είναι επίσης

κριτήριο συγκεκριμενοποιήσεως της αορίστου εννοίας του ldquoυπέρμε-

τρουrdquo Αν δηλαδή ο ασφαλειοδότης παρέχοντας υπέρμετρη εξασφά-

λιση στον δανειστή του μπορεί να ικανοποιήσει και τους λοιπούς δα-

νειστές του ή στον υποβληθέντα σε μετασυμβατική ρήτρα απαγόρευ-

σης ανταγωνισμού εναπομένει κάποια δυνατότητα επιδόσεως σε άλ-

λης μορφής οικονομική δραστηριότητα κατά την διάρκεια της απαγο-

ρεύσεως

Η παράθεση των ανωτέρω κριτηρίων είναι σαφώς ενδεικτική αφού η περί

υπέρμετρου δεσμεύσεως κρίση (πρέπει να) σχηματίζεται από μία συνολική

αξιολόγηση των ειδικών περιστάσεων που συνοδεύουν την επίμαχη σύμβα-

ση Έτσι προσμετρώνται και άλλα στοιχεία ndash κριτήρια όπως οι επαγγελμα-

τικές προοπτικές των συμβαλλομένων ή ο τρόπος λήξεως της συνεργασίας

των

Τέλος η ύπαρξη επίμεπτης υποκειμενικής στάσεως του ισχυροτέρου συμ-

βαλομένου δεν θεωρείται σύμφωνα με κρατούσα γνώμη προϋπόθεση της

ακυρότητας της συμβάσεως50

ε Εφαρμογή της διατάξεως

Η διάταξη (εδ α΄) εφαρμόζεται και στις χαριστικές δικαιοπραξίες51 Δεν ε-

φαρμόζεται η διάταξη όταν υπάρχει νόμος που συγχωρεί την υπέρμετρη δέ-

σμευση της ελευθερίας του προσώπου52 Δεν αποκλείεται η σύμβαση να

προσκρούει εν μέρει στα χρηστά ήθη οπότε έχει εφαρμογή η ΑΚ 181 (Μερι-

κή ακυρότητα δικαιοπραξίας Η ακυρότητα μέρους συνεπιφέρει την ακυρό-

τητα ολόκληρης της δικαιοπραξίας αν συνάγεται ότι δεν θα είχε επιχειρηθεί

χωρίς το άκυρο μέρος)

48 Πρβλ αντί πολλών ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ 2012528 49 Πρβλ αντίθετη άποψη (ΚΙΤΣΑΡΑΣ Ενοχικές δεσμεύσεις της εξουσίας διάθεσης 199957) σε ΓΕΩΡ-

ΓΙΑΔΗΣ 2012 sect 36 υποσημ 12 50 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 1983153 51 Βλ ΑΠ 9991975 (Βrsquo Τμήμα) ΝοΒ 24287 (ldquohellipἀποκλείεται ἡ ἐφαρμογὴ τοῦ ἐπὶ δικαιοπραξιῶν ἐφrsquo

ὧν ἐπίδοσις περιουσίας γίνεται ἄνευ ἀνταλλάγματος ἢ δὲν λαμβάνει χώραν ἀνταλλαγὴ παροχῶν διότι ἐπrsquo αὐτῶν δὲν γεννᾶται ζήτημα προφανοῦς δυσαναλογίας παροχῆς καὶ ἀντιπαροχῆςrdquo)

52 Βλ ΤΟΥΣΗΣ 1978506 επ ndash ΑΠ 1301950 27 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

ϛ Έννομες συνέπειες

(1) Σύμφωνα με την ΑΚ 179 η δικαιοπραξία που δεσμεύει υπερμέτρως την

ελευθερία του προσώπου είναι ldquoΆκυρη ως αντίθετη προς τα χρηστά ή-

θηhelliprdquo και όπως ισχύει για κάθε ανήθικη δικαιοπραξία θεωρείται από-

λυτη53 μπορεί δε να λαμβάνεται υπόψιν και αυτεπαγγέλτως από το

δικαστήριο54 Τούτο είναι λογικό και κατrsquo ακολουθίαν ορθό αφού η

απαγόρευση της υπέρμετρης δέσμευσης της ελευθερίας σκοπεί στην

προστασία της προσωπικότητας ώστε να μην αφαιρείται το αγαθό της

εξουσίας της δικαιοπρακτικής διαθέσεως του μέρους

Προκειμένου όμως περί υπέρμετρης δεσμεύσεως της οικονομικής ε-

λευθερίας προσώπου δηλαδή οικονομικών συμφερόντων των οποίων

η διαφύλαξη είναι αποκλειστική υπόθεση του προσώπου αυτού τότε

σε μια τέτοια περίπτωση το πρόσωπο αυτό και μόνο μπορεί να κρίνει

καλλίτερα από κάθε άλλον αν η άρση των δικαιοπρακτικών αποτελεσμά-

των με την επίκληση της ΑΚ 179α ακυρότητος εξυπηρετεί πράγματι τα

συμφέροντά του5556

(2) Η ακυρότητα είναι κατά κανόνα ολική ιδία όσον αφορά σε υπέρμετρη

δέσμευση της προσωπικής ελευθερίας57 Στις περιπτώσεις όμως όπου

ο ανήθικος χαρακτήρας προσδιορίζεται από οικονομικής φύσεως α-

νταλλάγματα θα πρέπει να είναι δυνατή η μερική ακυρότητα ώστε με-

τά την αφαίρεση του αδίκου μέρους να μπορεί να ισχύσει η σύμβαση

με το υπόλοιπο ορθό περιεχόμενο της και έτσι το ασθενέστερο μέρος

να ldquoαπολαύσει τελικά την πολύτιμη γιrsquo αυτόν παροχή του αντισυμβαλ-

λομένου του αλλά με δίκαιους τώρα όρουςrdquo Την δυνατότητα της μερικής

ακυρότητος φαίνεται να δέχεται η κρατούσα γνώμη πράγμα που ση-

μαίνει ότι το δικαστήριο έχει την δυνατότητα να μειώσει μετά από αί-

τηση του βλαπτομένου την δέσμευση αυτού στο προσήκον μέτρο

53 ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ 2012525 επ 54 ΛΑΔΑΣ 1979159 επ 55 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012153 56 Θεωρείται ότι σε παρόμοιες περιπτώσεις πρέπεται η (κατrsquo εξαίρεσιν) σχετική ακυρότητα διότι η

απόφαση για την διατήρηση ή άρση των δικαιοπρακτικών αποτελεσμάτων πρέπει να ανήκει αποκλειστικώς στο βλαπτόμενο από την συμβατική ρύθμιση μέρος το οποίο γνωρίζει κάλλιον παντός άλλου το τι πράγματι το συμφέρει άλλως υπάρχει ανεπίτρεπτη κηδεμόνευση των συμφερόντων αυτού του συμβαλλομένου (ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2013113)

57 εα 2α 28 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

3 Η Καταπλεονεκτική Δικαιοπραξία

α Γενικά ndash σχέση με ΠΚ 404 405

Σύμφωνα με το πραγματικό της ΑΚ 179βrsquo καταπλεονεκτική δικαιοπραξία

υπάρχει όταν στο πρόσωπο του καταπλεονεκτούμενου συντρέχουν προφα-

νής δυσαναλογία παροχής και αντιπαροχής ανάγκη κουφότητα ή απειρία

και εκμετάλλευση της μειονεκτικής αυτής θέσεως από τον καταπλεονέκτη

Σύμφωνα με την νομολογία για την πλήρωση του πραγματικού απαιτείται η

συνδρομή και των τριών αυτών προϋποθέσεων σωρευτικώς

Γίνεται δεκτό ότι σε περίπτωση ελλείψεως κάποιου από τα ανωτέρω στοι-

χείου καταφάσκεται η ακυρότητα της δικαιοπραξίας με αναγωγή στην γενι-

κή ρήτρα της ΑΚ 178 υπό την προϋπόθεση ότι συντρέχουν πρόσθετα στοι-

χεία τα οποία μπορούν να προσδώσουν στην δικαιοπραξία το χρώμα της α-

νηθικότητας

Εκδήλωση της απαγορεύσεως της καταπλεονεκτήσεως αποτελεί η ρύθμιση

των άρθρων ΠΚ 404 (τοκογλυφία) και ΠΚ 405 (αισχροκέρδεια) το πραγμα-

τικό των οποίων είναι ουσιαστικώς ίδιο με αυτό της ΑΚ 179βrsquo Αν και τίποτε

δεν εμποδίζει για την ακυρότητα καταπλεονεκτικής δικαιοπραξίας την πα-

ράλληλη επίκληση και των δύο νομοθετικών βάσεων ορθότερη θεωρείται να

διαφυλαχθεί η αυτονομία της ρυθμίσεως της ΑΚ179βrsquo αφού ο νομοθέτης

φαίνεται ότι θέλησε να ρυθμίσει ρητώς τις συνέπειες της καταπλεονεκτήσε-

ως τον ΑΚ

β Προϋποθέσεις εφαρμογής της διατάξεως

Καταπλεονέκτηση μπορεί να υπάρχει σε κάθε τύπο επαχθούς δικαιοπραξίας

με περιουσιακό περιεχόμενο58 οι οποίες μπορεί να είναι αμφοτεροβαρείς

ετεροβαρείς αιτιώδεις αναιτιώδεις (όπως πχ η αγοραπωλησία η μίσθωση

58 Διαφορετικό είναι το ζήτημα της παροχής περιουσιακού ωφελήματος με ldquoανεξάρτητηrdquo μονομε-ρή δικαιοπραξία με την οποία προσδίδεται καταπλεονεκτικό χρώμα σε προηγούμενη σύμβαση από την οποία θα πηγάζει συνήθως η υποχρέωση για τέλεση της μονομερούς δικαιοπραξίας (πχ παροχή υποθήκης)

29 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

πράγματος ή έργου ή εργασίας η εταιρεία η σύμβαση μεσιτείας ή εγγύηση)

όταν αυτές καταρτίζονται με δυσανάλογο αντάλλαγμα59

Η ΑΚ 179βrsquo δεν εφαρμόζεται στις χαριστικές δικαιοπραξίες γιατί η επίδοση

της περιουσίας γίνεται χωρίς αντάλλαγμα και έτσι δεν υπάρχει δυσαναλογία

παροχής και αντιπαροχής όπως πχ στην δωρεά στην εντολή στην άφεση

χρέους στην παρακαταθήκη χωρίς αμοιβή ή στην εγγύηση εκτός αν αυτή

ανελήφθη στο πλαίσιο μιάς αμφοτεροβαρούς συμβάσεως με ευρύτερο περι-

εχόμενο

γ Προφανής δυσαναλογία μεταξύ παροχών

Στην καταπλεονεκτική σύμβαση η ελευθερία δικαιοπρακτικής αποφάσεως

του καταπλεονεκτούμενου είναι διαταραγμένη αφού αυτός ευρίσκεται σε

μία δυσμενή σε σχέση με τον καταπλεονέκτη θέση που δεν του επιτρέπει να

προασπίσει ορθολογικώς τα συνδεόμενα με την σύμβαση συμφέροντά του

έτσι ο μηχανισμός συμβάσεως δεν μπορεί εδώ να παράσχει κανένα εχέγγυο

ορθότητος Ότι το περιεχόμενο της καταπλεονεκτικής συμβάσεως δεν είναι

ldquoορθόrdquo μαρτυρεί τελικώς η ύπαρξη της προφανούς δυσαναλογίας

Η προφανής δυσαναλογία των ανταλλασσομένων παροχών ανάγεται σε

απαραίτητο στοιχείο του πραγματικού της καταπλεονεκτήσεως στην ΑΚ

179βrsquo ενώ ταυτοχρόνως είναι και πρόβλημα που για να κατανοηθεί σωστά

πρέπει να φωτισθεί μέσα από τον συνδυασμό και την αντίθεση μιάς πλειά-

δος αρχών οι οποίες σε κινητή μεταξύ των σχέση συγκροτούν το σύστημα

του δικαίου των ενοχικών συμβάσεων60

Ως έννοια αόριστη είναι αναμφισβητήτως έννοια νομική και η υπαγωγή σε

αυτήν της σχέσεως αξίας των αμοιβαίων παροχών αποτελεί κρίσιν αξιολο-

γική υποκείμενη στον έλεγχο του ΑΠ61

Ομοφώνως γίνεται δεκτό ότι αφετηρία της κρίσεως περί υπάρξεως ή μη

προφανούς δυσαναλογίας πρέπει να αποτελεί η αντικειμενική αξία των α-

νταλλασσομένων παροχών δηλαδή η συνήθης στις συναλλαγές αξία62 Έτσι

59 Βλ ΜΠΑΛΗΣ 1944190 (sect66) 60 Βλ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 19837 σημ 23 61 ΦΙΛΙΟΣ 2011 sect147Β 62 Πρβλ ΑΠ 20952009 (Α1 Τμήμα) ldquohellipφανερή δυσαναλογία μεταξύ παροχής και αντιπαροχής

είναι αυτή που υποπίπτει στην αντίληψη λογικού και έχοντος πείρα των σχετικών συναλλαγών ανθρώπου και η οποία υπερβαίνει το μέτρο κατά το οποίο είναι ανθρωπίνως φυσικό να απο-κομίζει ο ένας κάποιο όφελος από σύμβαση οικονομικού περιεχομένου επί ζημία του άλλουrdquo

30 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

διαπιστουμένης της αντικειμενικής αξίας των αμοιβαίων παροχών ακολου-

θεί η κρίση για το αν υφίσταται μεταξύ των προφανής δυσαναλογία λαμβα-

νομένων πάντοτε υπrsquo όψιν της φύσεως της συμβάσεως και του επιδιωκομέ-

νου με αυτήν οικονομικού σκοπού63 ενώ στις περιπτώσεις ακινήτων χρη-

σιμοποιείται ευρέως στην πράξη το κριτήριο της laesio enormis64

Ένα επιπλέον στοιχείο που λαμβάνεται υπrsquo όψιν για την διαπίστωση της υ-

πάρξεως προφανούς δυσαναλογίας είναι η λεγομένη ldquoρήτρα προσθέσεωςrdquo

δηλαδή το άθροισμα των ωφελημάτων που έλαβε ο καταπλεονέκτης και των

περιουσιακών ωφελημάτων που επιπροσθέτως κατέβαλλε ο καταπλεονε-

κτούμενος σε τρίτα πρόσωπα (πχ μεσιτεία αμοιβές σε βοηθητικά πρόσωπα

κλπ)

Υπάρχουν όμως και μερικά σχετιζόμενα με την δυσαναλογία των ανταλ-

λασσομένων παροχών ειδικότερα προβλήματα που εμφανίζονται συχνά

στην δικαστηριακή πράξη παρουσιάζοντα ταυτοχρόνως σπουδαίο δογματι-

κό ενδιαφέρον

(1) Πρόσθετο τίμημα στην πώληση ακινήτου μπορεί να ληφθεί υπrsquo όψιν

το επιπλέον του αναγραφομένου στο συμβολαιογραφικό έγγραφο τι-

μήματος επιπροσθέτως καταβληθέν τίμημα

(2) Το καταπλεονεκτικό σύμφωνο εξωνήσεως η συνομολόγηση δικαιώ-

ματος εξωνήσεως με τίμημα προφανώς δυσανάλογο εν σχέσει προς αυ-

τό της πωλήσεως μήπως υποκρύπτει τοκογλυφικό δάνειο Εδώ θα

πρέπει να σταθμιστεί η δυνατότητα του πωλητή να αποτρέψει την κα-

ταπλεονεκτική γιrsquo αυτόν ρύθμιση ασκώντας το δικαίωμα εξωνήσεως

Εάν δηλαδή ο πωλητής ασκήσει αυτό το δικαίωμα παρά την προφανή

δυσαναλογία η πώληση δεν έχει καταπλεονεκτικό χαρακτήρα

(3) Η διαπίστωση της προφανούς δυσαναλογίας στον συμβιβασμό τα

συγκρινόμενα μεγέθη είναι οι αμοιβαίες παραχωρήσεις των μερών και

όχι οι εκατέρωθεν αναλαμβανόμενες υποχρεώσεις προς παροχή Η σω-

στή όμως εκτίμηση των παραχωρήσεως προϋποθέτει ως αφετηρία

63 ΑΠ 20952009 64 Ο ΛΙΤΖΕΡΟΠΟΥΛΟΣ 1932208 επ προτείνει αποδοχή της υπάρξεως προφανούς δυσαναλογίας

όταν η μία παροχή δεν φθάνει το 60 ή 50της αξίας της άλλης Βλ επίσης υποσημείωση 560 στο ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012

31 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

την νομική κατάσταση που υπήρχε πριν τον συμβιβασμό υπερβολικές

αξιώσεις προβαλλόμενες αυθαιρέτως δεν λαμβάνονται εδώ υπrsquo όψιν

Η ύπαρξη της προφανούς δυσαναλογίας κρίνεται κατά τον χρόνο καταρτί-

σεως της συμβάσεως είναι αδιάφορο αν η προφανής δυσαναλογία επήλθε

αργότερα εκτός της περιπτώσεως όπου ο καταπλεονεκτούμενος στο πλαί-

σιο της υφισταμένης κυρίας συμβατικής σχέσεως συνομολογεί ή παρέχει

πρόσθετα περιουσιακά ωφελήματα (πχ εμπράγματη ασφάλεια) που προσ-

δίδουν πλέον στην συνολική συναλλαγή καταπλεονεκτικό χρώμα

δ Ανάγκη Κουφότητα Απειρία

(1) Ανάγκη

Είναι η κατάσταση ενός προσώπου (του δικαιοπρακτούντος ή κάποιου

που συνδέεται στενά με αυτόν) που ευρίσκεται σε άμεσο οικονομικό ή

άλλο κίνδυνο65 η αντιμετώπιση του οποίου είναι ανεπίδεκτη αναβο-

λής66 Η ανάγκη πρέπει να έχει χαρακτήρα επιτακτικό και να είναι τόσο

σοβαρή ώστε αντικειμενικώς κρινομένη να μπορεί να θεωρηθεί ότι

κάθε εχέφρων άνθρωπος θα οδηγείτο στην ίδια δικαιοπρακτική συ-

μπεριφορά

Ενώ η φύση της ανάγκης είναι συνήθως οικονομική η σπουδαιότητα

του διακινδυνευομένου αγαθού καθορίζει το αν η συγκεκριμένη κάθε

φορά περίπτωση μπορεί να υπαχθεί ή όχι στην ρύθμιση της ΑΚ 179βrsquo

Είναι αδιάφορο αν η ανάγκη είναι μόνιμη ή παροδική αφού αποφασι-

στική για την εφαρμογή της ΑΚ 179βrsquo είναι η ύπαρξη ανάγκης μόνο κα-

τά τον χρόνο καταρτίσεως της δικαιοπραξίας Η ανάγκη πρέπει να είναι

πραγματική και άμεση επιτακτική και ανεπίδεκτη αναβολής

(2) Κουφότητα

Προϋπόθεση της ορθής λειτουργίας της ιδιωτικής αυτονομίας είναι η

εκ μέρους των αντισυμβαλλομένων ορθολογική στάθμιση των υπέρ και

κατά της συμβατικής ρυθμίσεως Όταν όμως ο αντισυμβαλλόμενος α-

διαφορεί λόγω απερισκεψίας ή ελλείψεως επαρκούς σκέψεως και δεν

αποδίδει στις πράξεις του την σημασία την αξία και τις συνέπειες που

έχουν αυτές τότε η συναλλακτική συμπεριφορά του χαρακτηρίζεται

65 ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ 2012530 66 ΑΠ 19982007

32 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

από κουφότητα Η κουφότητα μπορεί να οφείλεται σε οποιονδήποτε

λόγο όπως είναι η πνευματική νόσος ου δεν επέφερε όμως ολική ή με-

ρική ασυνειδησία των πράξεων του προσώπου ώστε να το κάνει εντε-

λώς ή περιορισμένως ανίκανο για την σύνταξη δικαιοπραξίας67

(3) Απειρία

Ως απειρία νοείται η έλλειψη της περί τη ζωή και τις συναλλαγές πεί-

ρας68 Το ερώτημα όμως είναι αν η σχετική με συγκεκριμένη δικαιο-

πραξία απειρία στοιχειοθετεί την απειρία της ΑΚ 179βrsquo ή όχι Γίνεται

δεκτό ότι υπάρχουν τρείς διαβαθμίσεις69 της απειρίας

(α) Η καθολική όπου ο συμβαλλόμενος στερείται παντελώς συναλ-

λακτικής πείρας και κατά συνέπειαν η περίπτωσή του υπάγεται

στην ρύθμιση της ΑΚ 179β΄

(β) Η απειρία σε ορισμένο μόνο συναλλακτικό τομέα (λχ πράξεις

επί ακινήτων χρηματιστηριακές συναλλαγές κλπ) εδώ η απειρία

δεν αποτελεί σταθερή ιδιότητα του προσώπου και παρά το ότι η

γενική του πείρα του επιτρέπει να κρίνει το επισφαλές της δικαι-

οπραξίας στην οποία προβαίνει η ελευθερία δικαιοπρακτικής α-

ποφάσεώς του δεν παύει να είναι διαταραγμένη Κατά συνέπεια

δικαιούται της προστασίας της ΑΚ 179βrsquo

(γ) Προβληματική αλλά και με πολύ μεγάλη πρακτική σημασία είναι

η τρίτη μορφή απειρίας που χαρακτηρίζεται από την έλλειψη ει-

δικών γνώσεων πού έχει ανάγκη ο σύγχρονος καταναλωτής στις

καθημερινές συναλλαγές του γνώσεων απαραιτήτων για τον

σχηματισμό σωστής εικόνας της προσφερόμενης σε αυτόν παρο-

χής Κι΄ εδώ η ελευθερία δικαιοπρακτικής αποφάσεως του κατα-

ναλωτή αδαούς όντος λόγω ανεπαρκούς πληροφορήσεως εμφα-

νίζεται διαταραγμένη και άξια της κατά την ΑΚ 179βrsquo προστασίας

ε Εκμετάλλευση

Ενώ η νομολογία μας θεωρεί αναγκαίο στοιχείο της ΑΚ 179βrsquo την υποκειμενι-

κή προϋπόθεση της εκμεταλλεύσεως την οποία πρέπει να αποδεικνύει ο ε-

67 ΑΠ 3821992 ΝοΒ 41874 68 ΑΠ 9362007 69 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012196 επ

33 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

πικαλούμενος την εφαρμογή της διατάξεως δεν έχει μέχρι τώρα αποσαφη-

νιστεί πλήρως σε τι ακριβώς συνίσταται η ldquoεκμετάλλευσηrdquo Βέβαιο πάντως

είναι ότι το στοιχείο αυτό δεν θα πρέπει να θεωρηθεί ως ηθική μομφή στο

πρόσωπο του καταπλεονέκτη

Κατrsquo αρχάς απορρίπτεται η επίκληση δόλου αφού ο δόλος απαιτείται από

την λειτουργία της ποινής και είναι ξένος προς τον λειτουργικό ρόλο της α-

κυρότητας της ανήθικης δικαιοπραξίας Το ότι δεν πρόκειται περί μομφής

φαίνεται στις περιπτώσεις καταρτίσεως δικαιοπραξίας κατά παράκλησιν

του αντισυμβαλλομένου και όχι από εκμεταλλευτική διάθεση του καταπλεο-

νέκτη Επιπλέον εάν επρόκειτο περί συνειδήσεως της ανηθικότητος εκ μέ-

ρους του καταπλεονέκτη μια τέτοια συνείδηση λόγω του περιεχομένου σε

αυτήν αξιολογικού και βουλητικού στοιχείου θα ισοδυναμούσε με πταίσμα

και δη στον βαθμό του dolus malus στοιχείου όμως ξένου προς την προ-

βληματική των ανήθικων γενικώς δικαιοπραξιών

Η ελληνική νομολογία φαίνεται να ακολουθεί την άποψη ότι ο καταπλεονέ-

κτης γνωρίζει την συναλλακτικώς δυσμενή θέση του καταπλεονεκτούμενου

και την προφανή δυσαναλογία μεταξύ παροχής και αντιπαροχής στοιχεία τα

οποία δεν θεωρεί ως λόγο προσωπικής μομφής κατά του καταπλεονέκτη αλ-

λά καταλογισμού σε αυτόν του κινδύνου της ακυρότητας της δικαιοπραξίας

Τα δικαστήρια φαίνεται ότι ταυτίζουν την εκμετάλλευση με την εκ μέρους

του καταπλεονέκτη γνώση της συναλλακτικώς δυσμενούς θέσεως του κα-

ταπλεονεκτούμενου Είναι συνήθης στις αποφάσεις η επωδός ldquoεπωφελήθη-

κεrdquo70 της γνωστής σε αυτόν ανάγκης κουφότητας ή απειρίας Γίνεται όμως

παγίως δεκτό ότι αν ο καταπλεονέκτης αγνοούσε την κατάσταση του αντι-

συμβαλλομένου του δεν υπάρχει εκμετάλλευση κατά την ΑΚ 179βrsquo Και βε-

βαίως ερωτάται γιατί θα πρέπει να γνωρίζει μόνο την ανάγκη κουφότητα ή

απειρία και όχι και την προφανή δυσαναλογία των αμοιβαίων παροχών

4 Έννομες συνέπειες

Η καταπλεονεκτική δικαιοπραξία είναι απολύτως άκυρη και για τα δύο μέρη

κατά την έννοια της ΑΚ 180 Την ακυρότητα μπορεί να προβάλλει και κάθε τρίτος

70 Πρβλ ΑΠ 20952009 34 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

που έχει έννομο συμφέρον επομένως και ο κληρονόμος ενός από τους συναλλαγέ-

ντες71

Δεν αποκλείεται και μερική ακυρότητα της δικαιοπραξίας Τούτο θα συμβεί

εάν μπορεί να προσδιορισθεί ακριβώς η μεταξύ παροχής και αντιπαροχής αναλο-

γία οπότε η δικαιοπραξία είναι άκυρη κατά το υπερβάλλον72 Κατά πόσον σε τέ-

τοια περίπτωση η μερική ακυρότητα θα συνεπιφέρει την ακυρότητα της όλης δι-

καιοπραξίας κρίνεται κατά την ΑΚ 18173

Σύμβαση εντόκου δανείου μπορεί να χαρακτηρισθεί καταπλεονεκτική συμ-

φώνως προς την ΑΚ 179 μόνο στην περίπτωση συνομολογήσεως ή λήψεως αθέ-

μιτων (τοκογλυφικών) τόκων εν σχέσει προς την αντιπαροχή με την εκμετάλ-

λευση της ανάγκης κουφότητας κλπ του δανεισθέντος οπότε και επέρχεται είτε

ολοκληρωτική και απόλυτη ακυρότητα της καταπλεονεκτικής δικαιοπραξίας κα-

τά τον κανόνα της ΑΚ 181 είτε μερική ακυρότητα οπότε αφού προσδιορισθεί

ακριβώς η μεταξύ παροχής και αντιπαροχής αναλογία η δικαιοπραξία είναι αι-

σχροκερδής και άκυρη κατά το υπερβάλλον

Η προβολή της ακυρότητας από εκείνον που μετήλθε την εκμετάλλευση

μπορεί να αποκρουσθεί με την ένσταση της ΑΚ 281 Αυτό μπορεί να συμβεί όταν

το δικαίωμα ακυρώσεως ασκείται καθυστερημένα εφ΄ όσον όμως συντρέχουν

και άλλα περιστατικά74

Οι παροχές που έγιναν σε εκπλήρωση της καταπλεονεκτικής υποσχετικής

συμβάσεως μπορούν να αναζητηθούν είτε με διεκδικητική αγωγή είτε με αγωγή

αδικαιολόγητου πλουτισμού Αυτός που ζημιώθηκε από την αισχροκερδή δικαιο-

πραξία δικαιούται εφ΄ όσον συντρέχουν οι όροι των ΑΚ 919 και ΑΚ 914 και απο-

ζημιώσεως

71 ΑΠ 9362007 72 ΜΠΑΛΗΣ 1944191 73 ΜΠΑΛΗΣ op cit 74 Για την προστασία των καλόπιστων τρίτων μέσω της ΑΚ 281 βλ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012232 επ

35 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ ΣΤ ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ Γενικές Αρχές Αστικού Δικαίου Π Ν Σάκκουλας 2012 ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ ΣΤ ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ndash ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟΣ ΠΑΝ ΜΙΧΑΗΛ Αστικός Κώδικας κατ΄ άρ-

θρο ερμηνεία τόμος Ι Π Ν Σάκκουλας 1978 ΛΑΔΑΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ Α Η ακυρότητα της δικαιοπραξίας λόγω αντιθέσεως εις τα χρη-

στά ήθη χό Θεσσαλονίκη 1979 ΛΙΤΖΕΡΟΠΟΥΛΟΣ Γ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ Η Νομολογία ως παράγων διαπλάσεως του ιδιωτικού

δικαίου Θεσσαλονίκη 1932 ΜΠΑΛΗΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ Α Γενικαί αρχαί του Αστικού Δικαίου Παπαζήσης 1944 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ ΑΛ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ Οι καταπλεονεκτικές δικαιοπραξίες Σάκκουλας Αντ

Ν 1983 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ ΑΛ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ Δικαιοπραξιες αντίθετες προς τα χρηστά ήθη Σάκ-

κουλας Αντ Ν 2012 ΠΑΠΑΣΤΕΡΙΟΥ Η ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ Αστικό Δίκαιο Επιτομή Εκδόσεις Σάκκουλα ΑΕ 2010 ΣΠΥΡΙΔΑΚΗΣ Σ ΙΩΑΝΝΗΣ Εγχειρίδιο Αστ Δικαίου 1 - Γενικές Αρχές Αντ Ν Σάκκου-

λας 2004 ΤΕΛΛΗΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ Δ Ρήτρα μετασυμβατικής απαγόρευσης ανταγωνισμού στο δί-

καιο εταιρειών και επιχειρήσεων λειτουργία και δικαστικός έλεγχος του περιε-χομένου της Εκδόσεις Σάκκουλα ΑΕ 2007

ΤΟΥΣΗΣ ΧΡ ΑΝΔΡΕΑΣ Γενικαί Αρχαί του Αστικού Δικαίου μετʹ εισαγωγής εις το δίκαι-ον εν γένει Αφοί Σάκκουλα 1978

ΤΡΙΑΝΤΟΣ Τ ΝΙΚΟΛΑΟΣ Δικαιοπραξιες Νομική Βιβλιοθηκη 2011 ΤΡΙΑΝΤΟΣ Τ ΝΙΚΟΛΑΟΣ Αστικό Δίκαιο-Επιτομή Νομική Βιβλιοθήκη 2013 ΦΙΛΙΟΣ ΧΡ ΠΑΥΛΟΣ Γενικές Αρχές Αστικού Δικαίου Εκδόσεις Σάκκουλα ΑΕ 2011 ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΕΙΣ ΑΝΔΡΟΥΛΙΔΑΚΗ-ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗ ΙΣΜΗΝΗ Η αντίθεση της διαθήκης στα χρηστά ήθη ΝοΒ

301234 ΠΕΛΕΝΗ-ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ Α Η αντιμετώπιση από τη νομολογία του άρθρου 179 περ

α΄ ΑΚ ΕλλΔνη 199459 ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟΣ ΠΑΝ ΜΙΧΑΗΛ-ΛΑΔΟΓΙΑΝΝΗΣ ΓΕΩΡ Κριτήρια αντίθεσης συμφώνου

προτίμησης προς τα χρηστά ήθη (γνμδ) ΧρΙΔ 1263 ΤΟΥΣΗΣ ΧΡ ΑΝΔΡΕΑΣ Η έννοια των χρηστών ηθών ΕΕΝ 231956 ΦΑΣΟΥΛΑΣ ΖΗΣΗΣ Η απάτη και η ακυρότητα της δικαιοπραξίας ως αντίθετη στα

χρηστά ήθη ΠοινΧρ 921032

36 36

  • 2 Συμβατική ελευθερία και γενικές ρήτρες
  • 4 Κριτήρια προσδιορισμού των χρηστών ηθών
    • Μια πρώτη κατηγοριοποίηση όμως αντίθεσης στα χρηστά ήθη μπορεί να γίνει με βάση το αν αυτή προκύπτει από το περιεχόμενο τους
      • 10 Ακυρότητα
      • α Απόλυτη ή σχετική
      • β Συνολική ή μερική
      • γ Ακυρότητα στις αιτιώδεις και αναιτιώδεις δικαιοπραξίες
      • 11 Δικονομική μεταχείριση
      • 12 Επίγραμμα

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

αυτή η ευρύτερη αντίληψη του Δικαίου που δε στηρίζεται στο θετό δίκαιο

αλλά σε ευρύτερες θεμελιώδεις αξίες και υπερθετικές ενίοτε και μεταφυσι-

κές αρχές οδηγεί στον κίνδυνο μεταξύ άλλων ο δικαστής να υπερβεί το εύ-

ρος της εξουσίας του όπως αυτό διαγράφεται και ορίζεται στο Σύνταγμα και

να λάβει ρόλο νομοθέτη παραβιάζοντας την Αρχή της διάκρισης των εξου-

σιών Αυτό όμως θα προκαλούσε πέραν άλλων πλήγμα για το δημοκρατικό

πολίτευμα και τις αρχές του κράτους Δικαίου και ακόμα περισσότερο αφό-

ρητη ανασφάλεια δικαίου

5 Η θετικοποίηση των εξωδικαιϊκών αρχών στο Σύνταγμα αλλά και σε

διεθνή νομοθετήματα

Λύση στο διαγραφόμενο αδιέξοδο δίνει το ίδιο το θετό δίκαιο Το αστικό δί-

καιο αλλά και όλοι οι επιμέρους τομείς του Δικαίου παρά την αυτοτέλεια τους συ-

νέχονται μεταξύ τους υπό τη σκέπη του ανώτερου Νομοθετήματος ήτοι του Συ-

ντάγματος Εκεί ο συντακτικός νομοθέτης σοφά έκρινε ότι υπάρχουν διατάξεις

λίγες αλλά θεμελιώδεις που δεν υπόκεινται σε αναθεώρηση Είναι ακριβώς αυτές

που ανυψώνουν το θετό δίκαιο και το εμπλουτίζουν με προδικαιϊκές αρχές υπερ-

θετικές αρχές που πλέον όμως είναι εξοπλισμένες με συνταγματική ισχύ Είναι κυ-

ρίως η αξία του ανθρώπου η αρχής της ίσης μεταχειρίσεως του η ελεύθερη ανά-

πτυξη της προσωπικότητάς του και η προσωπική ελευθερία η ελευθερία της θρη-

σκευτικής συνειδήσεως Οι Αρχές αυτές είναι ακριβώς αυτές τις οποίες υιοθετεί

και προτάσσει ως έμφυτες στον άνθρωπο και η Οικουμενική Διακήρυξη των Δι-

καιωμάτων του Ανθρώπου αλλά και η Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Αν-

θρώπου (Ρώμη 1950) που αξιώνει ρητά μεταξύ άλλων το σεβασμό στην ιδιωτική

και οικογενειακή ζωή (άρθρο 8) την ελευθερία σκέψης συνείδησης και θρησκείας

(άρθρο 9) και την απαγόρευση των διακρίσεων φύλου φυλής χρώματος hellip γεν-

νήσεως ή άλλης καταστάσεως

Πρόκειται όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο καθηγητής Σταθόπουλος11 στον

θαυμάσιο λόγο του που εκφωνήθηκε κατά την τελετή υποδοχής του στην Ακαδη-

11 Βλ και Μ ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟΥ laquoΝομικός Θετικισμός και Ιδεαλισμός στη Σοφιστική Διδασκαλία και τον Πατωνισμόraquo που αποτελεί ανάπτυξη του εισητηρίου λόγου του στην Ακαδημία Αθηνών

7 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

μία Αθηνών laquoγια πλήρη θετικοποίηση του συνόλου των αρχών των πράγματι α-

ξιών σεβασμού και καθολικής αναγνώρισης για κάθε έλλογο άτομοhellipraquo

Μπορούν όμως αυτές οι αξίες τα ατομικά δικαιώματα να laquoτριτενεργήσουνraquo στο

ιδιωτικό Δίκαιο δεν περιορίζεται έτσι η ιδιωτική αυτονομία των συμβαλλομένων

6 Η έμμεση τριτενέργεια των συνταγματικών διατάξεων

Ιστορικά γενικά τα ατομικά δικαιώματα (είτε αυτά απορρέουν από αναθε-

ωρήσιμες ή μη διατάξεις) υπήρξαν δικαιώματα αμυντικά έναντι της αυθαιρεσίας

του κράτους12 Στο πεδίο του ιδιωτικού δικαίου και χάριν της αυτονομίας του οι

σχέσεις μεταξύ των ιδιωτών ήταν ρυθμισμένες με βάση κανόνες του ιδιωτικού δι-

καίου και ουδεμία συζήτηση εγένετο για τριτενέργεια τους Βεβαίως καθόσον τα

ατομικά δικαιώματα αποτελούν αξιολογήσεις του συντακτικού νομοθέτη ουδεμία

διάταξη ιδιωτικού δικαίου δεν μπορεί να αντιφάσκει προς το αξιολογικό τους σύ-

στημα

Μια άμεση όμως εφαρμογή τους στο ιδιωτικό δίκαιο θα αναιρούσε τη συμ-

βατική ελευθερία και θα αντιστρατευόταν τον ίδιο το συντακτικό νομοθέτη αφού

στο Σύνταγμα διακηρύσσεται επίσης η ελευθερία ανάπτυξης της προσωπικότητας

και η προστασία της ιδιωτικής οικονομικής πρωτοβουλίας η οποία όμως δεν πρέ-

πει να αναπτύσσεται σε βάρος της ελευθερίας και της ανθρώπινης αξιοπρέπειας

Βεβαίως μετά την αναθεώρηση του Συντάγματος το 2001 προσετέθη στο άρθρο

25 παρ1 το εδάφιο σύμφωνα με το οποίο laquoτα δικαιώματα του ανθρώπου ισχύ-

ουν και στις σχέσεις ιδιωτών στις οποίες προσιδιάζουνraquo και έτσι μέρος της θεωρί-

ας ερμηνεύει τη διάταξη αυτή ως laquoάμεσηraquo ισχύ των ατομικών δικαιωμάτων στις

σχέσεις μεταξύ των ιδιωτών13

Ορθότερα όμως και όπως θα αναλυθεί κατωτέρω τα δικαιώματα αποτελούν

ένα έμμεσο αξιολογικό κριτήριο το οποίο οφείλει ο ερμηνευτής να λαμβάνει υπrsquo

όψιν του κατά τη συγκεκριμενοποίηση των αόριστων νομικών εννοιών και των

γενικών ρητρών των νόμων όπως εδώ της διάταξης του ΑΚ178

12 Βλ ΠΔ ΔΑΓΤΟΓΛΟΥ Ατομικά Δικαιώματα σελ 84 και επ 13 Βλ ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟ Επιτομή Γενικού Ενοχικού σελ10 και ΦΙΛΙΠΠΟ ΣΠΥΡΟΠΟΥΛΟ Θεμελιώδη Δικαιώ-

ματα Γενικό Μέρος που μάλλον αμφιβάλλει για την άμεση τριτενέργεια των 8 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

Εξάλλου αν το Σύνταγμα αλλά και οι Ευρωπαϊκές Συμβάσεις εγγυώνται και

προστατεύουν τα ατομικά δικαιώματα αυτό προϋποθέτει ότι αυτά ενεργούν όχι

μόνο έναντι του κράτους αλλά έναντι όλων

Επομένως αν και η διαφοροποίηση των φύλων δεν απαγορεύεται κατrsquo αρ-

χήν στις ιδιωτικές σχέσεις μια άκρως δυσμενής μεταχείριση ενός προσώπου λόγω

του φύλου του θα μπορούσε να οδηγήσει σε ακυρότητα λόγω αντίθεσης στα χρη-

στά ήθη σύμφωνα με το άρθρο 178 ΑΚ Δηλαδή ο διαθέτης έχει κατrsquo αρχήν με βά-

ση την αρχή της ελευθερίας του διατιθέναι το δικαίωμα να επιλέξει ως τιμώμενο

κάποιον αποκλειστικά λόγω φύλου όμως η αντίθεση στα χρηστά ήθη θα θεμελιώ-

νεται μόνο όταν επιπλέον συντρέχει στο πρόσωπο του θιγομένου από την διαθήκη

το στοιχείο της ευλόγου προσδοκίας όπως αν πρόκειται για νόμιμο κληρονόμο14

Συμπερασματικά θα μπορούσαμε να υποστηρίξουμε ότι μια τέτοια θεώ-

ρηση του Συντάγματος και των υπερθετικών δικαιϊκών Αρχών που αυτό ενσω-

ματώνει και κατοχυρώνει πράγματι θα μπορούσε να εξηγήσει πειστικά και να

δικαιολογήσει όχι μόνο αποφάσεις αλλά και νόμους που εγείρουν συζητήσεις για

την αντίθεση τους ή μη στα χρηστά ήθη θα δικαιολογούσε την αναλογία δικαίου

στην οποία ενίοτε καταφεύγει η νομολογία μας για να καλύψει το δισταγμό του

νομοθέτη που δεν έχει δώσει ρητά λύση σε ζητήματα και προβλήματα που απορ-

ρέουν από τα κενά δικαίου που συνδέονται με νέα μορφώματα είτε αυτά είναι νο-

μικά αναγνωρισμένα είτε όχι15

14 Βλ ΠΔΔΑΓΤΟΓΛΟΥ Η τριτενέργεια των ατομικών δικαιωμάτων ΝοΒ 30780 και επ 15 Βλ όμως και υπrsquo αριθμόν 21712002 απόφαση του Εφετείου Αθηνών με παρατηρήσεις

ΓΛέκκα η οποία εξαφάνισε πρωτόδικη απόφαση που είχε δεχθεί αγωγή της μητέρας για ανα-γνώριση των παιδιών της που γεννήθηκαν με ετερόλογη τεχνητή σπερματέγχυση στην οποία ο μόνιμος σύντροφός της είχε συγκατατεθεί με το σκεπτικό ότι δεν πληρούνται οι προυποθέσεις για κατrsquo αναλογία εφαρμογή του άρθρου 1471 παρ2 εδ2 επειδή σαφώς προϋποθέτει γάμο και επαλλήλως διότι η αναλογία εδώ είναι ανεπίτρεπτη καθώς η συμφωνία εγγάμων που συζούν σε ελεύθερη ένωση για την απόκτηση ξένου βιολογικά τέκνου είναι άκυρη ως αμφιμερώς αντί-θετη στα χρηστά ήθη σύμφωνα με το άρθρο 178ΑΚ Όπως όμως σωστά αντιτάσσει ο ΓΛέκκας η νομολογία εφαρμόζει αναλογικά διατάξεις που αφορούν την έγγαμη συμβίωση και στην ε-λεύθερη ένωση αναγνωρίζοντας στους συμβιούντες δικαιώματα ενώ δικαιολογείται λόγω της αλματώδους ανάπτυξης της τεχνολογίας ως προς την υποβοήθηση της ανθρώπινης αναπαρα-γωγής η πλήρωση από το δικαστή του κενού δικαίου ως προς τη συγγένεια με την καθιέρω-ση της laquoκοινωνικοσυναισθηματικής συγγένειαςraquo η οποία εν μέρει είναι ήδη θετικοποι-ημένη μέσω των συνταγματικών αρχών της προστασίας της αξιοπρέπειας και της προ-σωπικότητας του κάθε παιδιού ανεξάρτητα από τον τρόπο σύλληψής του Τέλος όπως επι-σημαίνει ότι και ενόψει του παιδοκεντρικού χαρακτήρα του οικογενειακού δικαίου και κατrsquo αναλογία με την πάγια νομολογία των δικαστηρίων μας που δεν εξετάζουν αν οι εξώγαμες σχέσεις είναι αντίθετες στα χρηστά ήθη σε περίπτωση που η σχετική περιουσιακή επίδοση δε συνιστά αδικαιολόγητη περιφρόνηση προς τα εγγύτατα πρόσωπα της οικογένειας του διαθέτη δεν θα πρέπει να εξετάζεται αν οι εξώγαμες σχέσεις είναι αντίθετες στα χρηστά ήθη όταν δίδεται συγκατάθεση για τεχνητή γονιμοποίηση Παρά τα ανωτέρω σημειώνουμε ότι

9 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

Εξάλλου το Σύνταγμα προστατεύει μεν το γάμο όμως όπως προκύπτει από

τη διατύπωσή του προστατεύει αυτοτελώς και την οικογένεια ανεξάρτητα από

το αν αυτή στηρίζεται σε γάμο σε σύμφωνο συμβίωσης ή σε ελεύθερη ένωση διό-

τι ακριβώς αν ο συνταγματικός νομοθέτης ήθελε να περιορίσει τη θεσμική εγγύη-

ση μόνο στο γάμο θα ήταν περιττή η επιπλέον ξεχωριστή μνεία στην οικογένεια

Σε κάθε περίπτωση η ελεύθερη ένωση μάλλον προστατεύεται και με βάση το άρ-

θρο 5 παρ1 που κατοχυρώνει την ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας16

Ακόμα λοιπόν και αν η αναγνώριση και προστασία τέτοιων σχέσεων αφορά

μόνο το κράτος η αναγνώριση αυτή έχει νομική σημασία για το σύνολο της εννό-

μου τάξεως διότι περιέχει ένα αξιολογικό κριτήριο το οποίο λαμβάνεται υπrsquo όψιν

κατά την συγκεκριμενοποίηση αόριστων εννοιών όπως πχ αυτή της οικογένειας

της συγγένειας και συνακόλουθα των σχετικών με αυτές γενικών ρητρών όπως

εδώ των χρηστών ηθών

Τέλος αξίζει να επισημανθεί ότι βεβαίως το Σύνταγμα ως θεμελιώδης υπέρ-

τατος γενικός καθολικός και αυστηρός νόμος δυσχερώς αναθεωρείται αφού

συνδέεται άρρηκτα με το πολίτευμα και την κρατική εξουσία και υιοθετεί αρχές

και κανόνες με στόχο τη μακροπρόθεσμη διακυβέρνηση της πολιτείας Ωστόσο ο

συνεχής μετασχηματισμός των κοινωνιών απαιτεί για να μην παραμείνει το Σύ-

νταγμα laquoνεκρό γράμμαraquo -αφού ορθά δεν αναθεωρείται εύκολα- αφrsquo ενός να συ-

μπορεύεται με το διεθνές δίκαιο17 και αφrsquo ετέρου να ερμηνεύεται ώστε να αντα-

νακλά τον πολιτισμό τις αξίες και τις δικαιϊκές αρχές ακολουθώντας τις σύγχρο-

νες εξελίξεις18

7 Κατηγοριοποίηση ανήθικων δικαιοπραξιών

Η πράξη έχει δείξει ότι η αντίθεση στα χρηστά ήθη συνήθως διαγιγνώσκεται

λόγω της συνδρομής πλειόνων συγχρόνως αρνητικών παραγόντων που δρουν

ο Άρειος Πάγος επικύρωσε την εν λόγω Εφετειακή απόφαση υιοθετώντας το σκεπτικό της με την υπrsquo αριθμόν 142004 απόφασή του

16 Βλ ΠΦΙΛΙΟ Οικογενειακό Δίκαιο σελ37 17 Ήδη έχει προβλεφθεί συνταγματικά στο άρθρο 2 παρ2 18 Βλέπε συγκριτικά μεταξύ άλλων και το πολύ ενδιαφέρον δόγμα του laquoliving treeraquo που αφορά

τη ζωντανή εξελικτική ερμηνεία του Συντάγματος όπως αυτή αναπτύχθηκε από το Α-νώτατο Δικαστήριο του Καναδά σε παλαιότερη απόφαση του για το γάμο μεταξύ ομοφύ-λων (2004) όπου σε ερώτημα που του τέθηκε για την αντίθεση ή όχι του πολιτικού γάμου με το Σύνταγμα υποστήριξε ότι οι παγωμένες στο χρόνο συνταγματικές ερμηνείες έρχονται σε πλήρη αντίθεση με το δόγμα του living tree (3 SCR 698 2004 Supreme Canadian Court 79)

10 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

από κοινού στο πλαίσιο της ίδιας δικαιοπραξίας χωρίς αυτό να αποκλείει τον α-

νήθικο χαρακτήρα μιας δικαιοπραξίας εξ ενός και μόνο στοιχείο όπως κυρίως στις

περιπτώσεις που προσβάλλεται η αξίας του ανθρώπου (πχ ρήτρα αγαμίας απα-

γόρευσης εργασίας κλπ)

Μια πρώτη κατηγοριοποίηση όμως αντίθεσης στα χρηστά ήθη μπορεί να

γίνει με βάση το αν αυτή προκύπτει από το περιεχόμενο τους

Η ανηθικότητα ων δικαιοπραξιών μπορεί να προκύπτει

α Από το ίδιο το περιεχόμενό τους

Πρόκειται για τη λεγόμενη laquoενδογενήraquo ανηθικότητα όπου το περιεχόμενο

τους καθrsquo εαυτό και αντικειμενικά αντιτίθεται σε αξίες των οποίων η έννομη

τάξη επιδιώκει την πραγμάτωση Χαρακτηριστικές περιπτώσεις αυτής της

κατηγορίας είναι κυρίως οι συμβάσεις οι οποίες ενέχουν υπέρμετρη δέσμευ-

ση της προσωπικής ελευθερίας των συμβαλλομένων Στην έννοια της ελευ-

θερίας περιλαμβάνονται και όλα τα συνταγματικώς κατοχυρωμένα δικαιώ-

ματα όπως η ελευθερία εγκατάστασης το δικαίωμα στην ιδιωτική ζωή η ε-

λεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας

Στις περιπτώσεις αυτές όπως και στις περιπτώσεις του άρθρου 174 ΑΚ δεν

τίθεται ζήτημα μομφής κατά των δικαιοπρακτούντων διότι ο χαρακτήρας

του ανήθικου προσδίδεται εδώ από κριτήρια συνυφασμένα με την συνταγ-

ματικά κατοχυρωμένες αξίες της ελεύθερης ανάπτυξης της προσωπικότητας

της αξιοπρέπειας του ανθρώπου

β Από το σκοπό της δικαιοπραξίας

Πρόκειται για τη λεγόμενη laquoεξωγενήraquo ανηθικότητα που διαγιγνώσκεται με

αξιολόγηση και όλων των συνοδευουσών αυτή συνθηκών και περιστάσεων

όχι μόνο υποκειμενικής φύσεως όπως η πρόθεση εκμετάλλευσης του δια-

πραγματευτικά ασθενέστερου αντισυμβαλλόμενου η γνώση κρίσιμων συνο-

δευτικών περιστατικών (δωρεά μη μεταγεγραμμένη) ή σκοπός η δικαιοπρα-

ξία να βλάψει τα συμφέροντα της ολότητας ή τρίτων αλλά και αντικειμενι-

κής φύσεως περιστάσεων με χαρακτηριστικά εδώ παραδείγματα την αδυ-

ναμία εικονικού εγγυητή να ανταποκριθεί σε αναλαμβανόμενη υποχρέωση

αλλά κυρίως την αναλυόμενη κατωτέρω καταπλεονεκτική δικαιοπραξία

γ Από το συνδυασμό του περιεχομένου της δικαιοπραξίας με το σκοπό

και τα κίνητρα που ώθησαν τον δικαιοπρακτούντα σε ενιαίο σύνολο

11 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

όπως πχ δωρεά σε πρόσωπο με το οποίο ο δωρητής διατηρούσε ανήθικες

σχέσεις ή ακόμα χαρακτηριστικότερα η λεγομένη διαθήκη της ερωμένης19

Στις περιπτώσεις αυτές τα κίνητρα ο σκοπός και τα ελατήρια που ώθησαν

στην εν λόγω δικαιοπραξία ανάγονται στα παραγωγικά αίτια της βούλησης

του διαθέτη ή δωρητή αντίστοιχα και καθίσταται έτσι δυσχερής ο σχηματι-

σμός δικανικής πεποίθησης για πραγματικά περιστατικά που αποτελούν το

αντικείμενο της αντίθεσης στα χρηστά ήθη

Αυτό όμως σημαίνει ότι γα τη διερεύνηση της δικαιοπρακτικής βούλησής

του υπεισερχόμαστε και στον τρόπο ζωής του δωρητή ή του διαθέτη κιν-

δυνεύοντας να αξιολογήσουμε την αντίθεση στα χρηστά ήθη όχι με γνώμονα

την αντίθεση της στα χρηστά ήθη αλλά τη γενικότερη αντίληψή μας ότι ο εν

λόγω συμβαλλόμενος διήγε βίο ανήθικο Αυτό όμως αποτελεί μια ανεπίτρε-

πτη και επικίνδυνη γενίκευση που μας αποπροσανατολίζει από το ζητούμε-

νο20

Κατά κανόνα η ελληνική νομολογία δεν εξετάζει ndashορθά- αν οι εξώγαμες ερω-

τικές σχέσεις είναι αντίθετες ή μη στα χρηστά ήθη Ορθώς διότι όπως ανω-

τέρω αναφέρθηκε η εν γένει ανήθικη συμπεριφορά του διαθέτη δεν επιδρά

στο κύρος της δικαιοπραξίας αν αυτή δεν έγινε από ευτελή κίνητρα

Παραδόξως όμως η νομολογία έχει εισαγάγει ένα άλλο κριτήριο εξίσου αμ-

φίβολο συγκρίνοντας το δεσμό του διαθέτη με την οικογένεια του και τις

σχέσεις του με πρόσωπα εκτός οικογενείας

Έτσι συνήθως γίνεται δεκτό ότι ακόμα και αν ο διαθέτης καταλείπει περιου-

σία σε πρόσωπο με το οποίο τελεί σε σχέση παλλακείας η διαθήκη δεν αντί-

κειται στα χρηστά ήθη εκτός εάν συνιστά εκδήλωση αδικαιολόγητης περι-

φρόνησης προς εγγύτατα πρόσωπα της οικογένειας του που μπορεί να είναι

και τα αδέλφια του21

19 Η αρχική διάκριση του ανήθικου των δικαιοπραξιών στο βιβλίο του Π ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ laquoΔικαιο-πραξίες αντίθετες στα χρηστά ήθηraquo εντάσσει και την εν λόγω τρίτη κατηγορία στη β Εδώ προ-κειμένου να αναδειχθεί η ιδιαιτερότητα της συγκεκριμένης κατηγορίας και η δυσκολία διάκρι-σης της αντίθεσης της στα χρηστά ήθη προτιμάται η υποκατηγοριοποίηση του ΒΟΥΖΙΚΑ (Κλη-ρονομικό Δίκαιο σελ667 και επ) όπως αυτή έχει διαμορφωθεί ιδίως για τις διαθήκες από τη νομολογία

20 Βλ και ΙΣΜΗΝΗ ΑΝΔΡΟΥΛΙΔΑΚΗ-ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗ laquoΗ αντίθεση της διαθήκης στα χρηστά ήθηraquo ΝοΒ30 1236

21 Βλ και ΑΠ2311982 Α Τμήμα όπου ο διαθέτης κατέστησε μόνους κληρονόμους τη σύζυγο και την κόρη του ενώ με κληροδοσία κατέλειπε ανώνυμες μετοχές στην γραμματέα του με την ο-ποία διατηρούσε ερωτικές σχέσεις Παράλληλα όμως της είχε δωρίσει εν ζωή χρήματα για αγο-

12 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

Η αξιολόγηση αυτή αντιβαίνει στην ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότη-

τας του διαθέτη εφόσον πλην της νομίμου μοίρας ο διαθέτης δικαιούται να

καταλείπει την υπόλοιπη περιουσία του σε τρίτα πρόσωπα Ούτε βέβαια το

ηθικό καθήκον προς άπορους ή μειονεκτούντες συγγενείς μπορεί να αναχθεί

σε νομική υποχρέωση

Το κριτήριο της ανηθικότητας δεν είναι η περιφρόνηση του διαθέτη προς τη

νόμιμη οικογένειά του όπως αυτή ερμηνεύεται από τη νομολογία αλλά το

αν η κατάληψη στην ερωμένη καθεαυτή γίνεται για ταπεινά κίνητρα ή για

λόγους ευγνωμοσύνης Στην πρώτη περίπτωση καταφανώς η διαθήκη αντί-

κειται στα χρηστά ήθη στη δεύτερη όμως οφείλει η έννομη τάξη να την ανε-

χτεί ως αναφαίρετο δικαίωμα του διαθέτη να συνδέεται ψυχικά με άλλους

πλην της οικογένειας με τη στενή έννοια22 αναγνωρίζοντας ότι ακόμα και

σε ένα πλαίσιο μιας ίσως μη ηθικής σχέσης τα μέρη αυτής διαθέτουν αξιο-

πρέπεια και ευγενή κίνητρα

8 Τα ενδιάμεσα σκαλοπάτια κατηγοριοποίησης των ανήθικων δικαιο-

πραξιών

Λόγω ακριβώς της αοριστίας της ρήτρας των χρηστών ηθών του άρθρου

178ΑΚ (σε αντίθεση με το άρθρο 179ΑΚ) είναι αδύνατο αυτή στη συγκεκριμένη

μορφή της να καταστεί ένα ρυθμιστικό πρότυπο στο οποίο θα μπορεί απευθείας

να ενταχθεί η υπό κρίση δικαιοπραξία

Για το λόγο αυτή η επιστήμη με τη μορφή ενός κινητού συστήματος23 α-

ντλώντας το υλικό της από την πλούσια νομολογία αλλά και από τη δογματική

και δικαιοσυγκριτικά δεδομένα δημιουργεί ενδιάμεσα κριτήρια laquoσκαλοπάτιαraquo

ήτοι τυποποιημένα ειδικά πραγματικά που διευκολύνουν την ασφαλή και ελέγξι-

μη ένταξη της κρινόμενης δικαιοπραξίας στο ρυθμιστικό πεδίο της συγκεκριμένης

ρήτρας

ρά ακινήτων κοσμήματα φορέματα κλπ μεγάλης αξίας Όμως καθώς η συνολική περιουσία που κατέλιπε στους νόμιμους κληρονόμους του υπερκάλυπτε τη νόμιμη μοίρα και επιπρόσθετα επειδή οι λοιποί συγγενείς του δεν είχαν ανάγκη οικονομικής ενίσχυσης το Δικαστήριο έκρινε ότι η διαθήκη δεν αποτελούσε εκδήλωση περιφρόνησης προς τη νόμιμη οικογένειά του

22 Για την έννοια της οικογένειας βλ και ΠΑΤΕΡΑΚΗ σελ292-303 laquoη προβληματική του όρου οικογέ-νειαraquo

23 βλΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ ως άνω 13 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

Βέβαια ακόμα και στις περιπτώσεις αυτές οι εν λόγω ομάδες δεν είναι οριο-

θετημένες σαφώς μεταξύ τους καθώς ενίοτε το βασικό αξιολογικό στοιχείο το ο-

ποίο αναδεικνύει την αντίθεση στα χρηστά ήθη μπορεί να εμφανίζεται και σε μια

άλλη ομάδα να επικαλύπτονται ή να αλληλοαποκλείονται όπως για παράδειγμα

το στοιχείο της ανισότητας των συμβαλλομένων απαντά και στην καταδυναστευ-

τική αλλά και στην καταπλεονεκτική δικαιοπραξία

Συγκεκριμένα24

α Δικαιοπραξίες για τις οποίες επαπειλείται ακυρότητα προς σκοπόν

την προστασία των συμφερόντων του αντισυμβαλλόμενου

Εδώ υπάγονται

(1) Οι περιπτώσεις των καταδυναστευτικών συμβάσεων οι οποίες απο-

τελούν με τα ειδικότερο πραγματικό τους ξεχωριστή ομάδα αντίθεση

στα χρηστά ήθη (179 ΑΚ)

(2) Αυτές που θέτουν εν κινδύνω το δικαίωμα της αυτοδιάθεσης σε ζη-

τήματα απολύτως ελεύθερης επιλογής του προσώπου όπως αυτές

που οδηγούν στη δέσμευση του αναφορικά με ζητήματα για τα οποία

πρέπει να μείνει ελεύθερο από κάθε εξαναγκασμό αρχή σύμφωνα με το

Σύνταγμα αλλά και την αρχή της προστασίας της προσωπικότητας του

άρθρου 57ΑΚ όπως η διάταξη τελευταίας βουλήσεως που καταλείπει

υπό την αίρεση της αγαμίας τη θρησκείας της αλλαγής τόπου κατοικί-

ας της επιλογής συγκεκριμένου επαγγέλματος

(3) Κάθε δικαιοπραξία που εμπορευματοποιεί αποφάσεις αναγόμενες

στη σφαίρα της απολύτου ελευθερίας του προσώπου ή την άσκηση

επιβαλλομένου από την ηθική καθήκοντος Εδώ κυρίως η απαξία

προσδίδεται λόγω της συμφωνίας για παροχή αμοιβής ή γενικότερα

περιουσιακής φύσεως ωφελημάτων ως μέσο επίδειξης από τον αντι-

24 Για μια διαφορετική κατηγοριοποίηση περιεκτικότερη και ίσως ευκρινέστερη βλ και Γνωμο-δότηση ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟΥ-ΛΑΔΟΓΙΑΝΝΗ με αντικείμενο τα laquoΚριτήρια αντίθεσης συμφώνου προτίμησης στα χρηστά ήθηraquo ΧρΙδΔ ΙΒ2012 όπου μνημονεύονται πέντε κύριες κατη-γορίες-κριτήρια ήτοι 1) η υπερβολική δέσμευση της ελευθερίας του προσώπου 2) η καταπλεονέκτηση (179β ΑΚ) 3) η εκμετάλλευση μιας θέσης ισχύος που μπορεί να έχει κάποιος στην αγορά 4) η πρόκληση βλάβης σε τρίτους και 5) η σοβαρή δυσαναλογία παροχής και αντιπαροχής Εδώ ακολουθήθηκε η κατηγοριοποίηση του Π ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ η οποία είναι μεν υπεραναλυτική αλλά ταυτόχρονα περιλαμβάνει κατrsquo εκτίμηση όλες τις μέχρι τώρα εμφανισθείσες περιπτώσεις αντιθέσεως στα χρηστά ήθη

14 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

συμβαλλόμενο συμπεριφοράς που ανάγεται στη σφαίρα της απολύτου

ελευθερίας του ή από επιβαλλόμενα από την ηθική καθήκοντα

(4) Κάθε δικαιοπραξία που οδηγεί σε υπέρμετρη επιβάρυνση του συναλ-

λακτικά ασθενέστερου και ιδίως του εγγυητή Εδώ πέραν των κλα-

σικών καταπλεονεκτικών συμβάσεων ανήκουν κυρίως οι laquoοιονεί οι-

κογενειακές εγγυήσειςraquo όπου πρόσωπα στερούμενα περιουσίας ώστε

να αναλάβουν υποχρεώσεις συνάπτουν συμβάσεις εγγυήσεως με το

δανειστή μέλους της οικογένειας τους Η νομική σκέψη που δικαιολο-

γεί εδώ την ανηθικότητα έγκειται στην ανάληψη υπέρμετρων συμβα-

τικών επιβαρύνσεων που δεν ανάγονται στην πραγματικά ελεύθερη

δικαιοπρακτική βούληση του εγγυητή ο οποίος πράττει τούτο κοινω-

νικοτυπικά λόγω της συγγενικής σχέσης ευρισκόμενος σε μειονεκτική

διαπραγματευτικά θέση έναντι του δανειστή

β Δικαιοπραξίες για τις οποίες επαπειλείται ακυρότητα προς σκοπόν

την προστασία των συμφερόντων τρίτων

Εδώ υπάγονται

(1) Δικαιοπραξίες προς ματαίωση ήδη θεμελιωμένων ενοχικών απαιτή-

σεων τρίτων όπου η βλάβη του αντισυμβαλλομένου προκαλείται από

την καταχρηστική άσκηση της συμβατικής ελευθερίας Εδώ υπάγονται

η παρώθηση κάποιου σε αθέτηση των συμβατικών υποχρεώσεων του

η απόσπαση προσωπικού που βρίσκεται σε υπηρεσία άλλου

(2) Δικαιοπραξίες προς βλάβη των περιουσιακών συμφερόντων των δα-

νειστών όπου αντικείμενο δεν είναι συγκεκριμένα αλλά γενικά τα πε-

ριουσιακά συμφέροντα τρίτων που παραπλανόνται σε σχέση με την

πιστοληπτική ικανότητα του αντισυμβαλλομένου τους

(3) Δικαιοπραξίες που καταχρώνται τη θέση εμπιστοσύνης έναντι τρί-

του με κλασικό παράδειγμα της κατηγορίας αυτής που αντιπρόσωπος

κάποιου συμβάλλεται με τρίτο κατά τρόπο ώστε να βλάψει τα συμφέ-

ροντα του εντολέως του

(4) Συμφωνίες περί μη θεματισμού σε δημόσιο πλειστηριασμό ή υποβο-

λής προσφοράς μέχρι ορισμένου ποσού όταν η συμφωνία είναι πρό-

σφορη να βλάψει τα συμφέροντα είτε του οφειλέτη είτε των δανει-

στών

15 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

γ Δικαιοπραξίες για τις οποίες επαπειλείται ακυρότητα προς σκοπόν

την προστασία των συμφερόντων της ολότητας

Εδώ ανήκουν προεχόντως δικαιοπραξίες που αντιβαίνουν σε συνταγ-

ματικής κυρίως φύσεως επιταγές και κυρίως

(1) Δικαιοπραξίες που προσβάλλουν τη συνταγματική τάξη όπως αυτές

που ενέχουν αθέμιτο περιορισμό του δικαιώματος αυτοδιάθεσης του

προσώπου

(2) Δικαιοπραξίες που διαταράσσουν την εύρυθμη λειτουργία του κρά-

τους και των Υπηρεσιών του όπως αυτές που σκοπούν στη διευκό-

λυνση παρανόμων πράξεων συμβάσεις με τις οποίες επιδιώκεται η

φοροδιαφυγή κλπ

(3) Δικαιοπραξίες που διαταράσσουν την οικονομική τάξη όπως αυτές

που παρακωλύουν εμποδίζουν ή περιορίζουν την ελεύθερη λειτουργία

του ανταγωνισμού στο μέτρο που δεν υπάγονται στις απαγορευτικές

διατάξεις των άρθρων 1 και 2 του Ν39592011

(4) Δικαιοπραξίες που προσβάλλουν τα σεξουαλικά ήθη και την οικογε-

νειακή τάξη Μολονότι συντελείται σημαντική μεταβολή της στάσης

της έννομης τάξης ως προς τα ζητήματα αυτά εδώ υπάγονται κυρίως

συμφωνίες για την επrsquo ανταλλάγματι τέλεση σεξουαλικής πράξης ως

αντικείμενης στην αξιοπρέπεια του ατόμου συμφωνίες που προ-

σκρούουν στην ηθική ουσία του γάμου ή τη συγγένεια όπως η συμφω-

νία αμοιβής για σύναψη εικονικού γάμου οι συμφωνίες μεσολάβησης

για εύρεση κυοφόρου γυναίκας και πώλησης γενετικού υλικού κλπ

(5) Δικαιοπραξίες που αντιτίθεται στο επαγγελματικό ήθος όπως συμ-

φωνίες για προσπόριση τίτλου ή αξιώματος έναντι οικονομικού ανταλ-

λάγματος (υποβοήθηση σε συγγραφή διδακτορικής διατριβής) συμ-

φωνίες πωλήσεως δικηγορικών γραφείων (κυρίως από τη γερμανική

νομολογία) όταν in concreto δικαιολογείται ο φόβος ότι ο νέος διευ-

θύνων θα το διευθύνει με τρόπο που δε συνάδει στις απαιτήσεις της

εύρυθμης απονομής της δικαιοσύνης κλπ

9 Κρίσιμος χρόνος διαγνώσεως της αντίθεσης στα χρηστά ήθη

16 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

Κατά την κρατούσα γνώμη κρίσιμος χρόνος για την κρίση της αντίθεσης μιας

δικαιοπραξίας στα χρηστά ήθη είναι ο χρόνος κατάρτισής της διότι η ανηθικότη-

τα ή μη μιας δικαιοπραξίας δεν μπορεί παρά να κρίνεται με βάση τις ισχύουσες

κατά την κατάρτισή της ηθικές και θεμελιώδεις αρχές

Περαιτέρω όμως ορθότερο είναι να δεχθεί κανείς ότι η μεταβολή και εξέλιξη

της έννοιας των χρηστών ηθών δεν μπορεί αναδρομικά να επηρεάσει προς το χεί-

ρον την αξιολόγηση της ρυθμίσεως που όταν συνήφθη τα μέρη πίστευαν ότι είναι

σύμφωνη με τα χρηστά ήθη εκτός αν πρόκειται για σύμβαση διαρκείας οπότε

πλέον τα αποτελέσματά της αντίκεινται στα χρηστά ήθη όπως αυτά θα έχουν δι-

αμορφωθεί

Αντίθετα όταν μια δικαιοπραξία ήταν αντίθετη στα χρηστά ήθη κατά το χρό-

νο σύνταξη της αλλά λόγω μεταβολής της ερμηνείας των χρηστών ηθών ή λόγω

μεταβολής των πραγματικών περιστατικών πλέον το περιεχόμενο είναι συμβατό

με αυτά ορθότερη είναι η ευεργετική αναδρομικά ίαση της και η επέλευση των

εννόμων συνεπειών της ιδιαίτερα σε περιπτώσεις διατάξεων τελευταίας βουλή-

σεως

10 Ακυρότητα

α Απόλυτη ή σχετική

Η αντίθεση μιας δικαιοπραξίας στα χρηστά ήθη συνεπάγεται σύμφωνα με

την ΑΚ 178 ακυρότητα της δικαιοπραξίας Δεν θα ανταποκρινόταν στο νόη-

μα και στο σκοπό της ρήτρας η διατήρηση του κύρους της δικαιοπραξίας να

επαφίεται στη βούληση των μερών αφού πέραν των άλλων η συγκεκριμένη

διάταξη προστατεύει μεταξύ άλλων και το γενικό συμφέρον25 Αυτό όμως θα

είχε ως αποτέλεσμα ειδικά σε περιπτώσεις που η ανηθικότητα στρέφεται

μόνο κατά του αντισυμβαλλόμενου και όχι κατά της ολότητας η ακυρότητα

να λαμβάνεται αυτεπαγγέλτως υπrsquo όψιν και να μπορεί και ο ίδιος ο ενεργή-

σας ανήθικα να την επικαλεστεί

Γιrsquo αυτό το λόγο σε περιπτώσεις που η ανηθικότητα δεν προκύπτει από το

περιεχόμενό της αλλά από τις περιστάσεις 26 όπως στις περιπτώσεις των

καταπλεονεκτικών δικαιοπραξιών η ακυρότητα δεν παρίσταται δικαιολο-

25 Βλ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ όπως πιο πάνω και ΓΕΩΡΓΙΑΔΗ-ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟ ΕρμΑΚ άρθρο 178 σελ 276 ΝΙΚΟ-ΛΟΠΟΥΛΟ Γεν Αρχές σελ 314-315

26 Βλ ομοίως ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ Δικαιοπραξίες αντίθετες προς τα χρηστά ήθη 17 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

γημένη Ορθότερο λοιπόν θα ήταν να είναι σχετική ώστε να καταστεί δυνα-

τή η απολαβή της παροχής με δικαιότερους όρους

β Συνολική ή μερική

Όσον αφορά την ακυρότητα της σύμβασης στο σύνολο ή σε μέρος αυτής αν

η ανηθικότητα πλήττει μόνο μια μεμονωμένη συμβατική ρήτρα δυναμένη να

αποχωριστεί από τη σύμβαση και αυτή να δύναται να πραγματώσει το σκο-

πό της τότε η ακυρότητα μπορεί να περιοριστεί στη ρήτρα αυτή

Αναλογικά και κυρίως ως ανωτέρω αναφέρθηκε σε περιπτώσεις καταπλεο-

νεκτικών ή καταδυναστευτικών δικαιοπραξιών η μερική ακυρότητα θα μπο-

ρούσε να είναι δυνατή με την έννοια της αφαίρεσης του αδίκου μέρους της

ώστε αυτή να μπορεί να ισχύσει με το υπόλοιπο ορθό περιεχόμενό της Αμ-

φισβητείται όμως αν αυτό ανταποκρίνεται στα εύλογα συμφέροντα των α-

ντισυμβαλλομένων και ιδίως του ισχυρότερου μέρους που η πραγματική ή

εικαζόμενη βούληση του μάλλον θα κατατείνει στην ακύρωση της δικαιο-

πραξίας

Βέβαια όσον αφορά τη σχέση του 178 ΑΚ με το 181 ΑΚ στην ερμηνεία αυτής

έχουν υπεισέλθει αντικειμενικοί παράγοντες όπως ο σκοπός του κανόνα δι-

καίου που θεσπίζει την ακυρότητα διότι άλλως με την αποδοχή της ολικής

ακυρότητας ματαιούται ο προστατευτικός σκοπός της διάταξης Επομένως

ορθότερο είναι στις περιπτώσεις αυτές η ακυρότητα ή μη της σύμβασης να

καταλίπεται στο ασθενέστερο μέρος

γ Ακυρότητα στις αιτιώδεις και αναιτιώδεις δικαιοπραξίες

(1) Στις αιτιώδεις δικαιοπραξίες αν η αιτία είναι άκυρη άκυρη είναι και η

αιτιώδης δικαιοπραξία Επομένως αν η υποσχετική σύμβαση η οποία

αποτελεί την αιτία εκποιητικής δικαιοπραξίας (πχ μεταβίβασης κυ-

ριότητας ακινήτου) άκυρη λόγω αντίθεσης στα χρηστά ήθη συμπαρα-

σύρει σε ακυρότητα και την εμπράγματη δικαιοπραξία το κύρος της

οποίας εξαρτάται από την ύπαρξη εγκύρου αιτίας

Για το λόγο αυτό η αναζήτηση της παροχής γίνεται με διεκδικητική

αγωγή

(2) Αντίθετα στις αφηρημένες ή αναιτιώδεις δικαιοπραξίες το κύρος των

οποίων δεν εξαρτάται από την ύπαρξη και το κύρος της αιτίας ούτε

αυτή αποτελεί στοιχείο του πραγματικού τους η έλλειψη αιτίας ή η

18 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

ακυρότητα αυτής καταρχήν δεν επηρεάζει το κύρος τους ο δε διαθέ-

σας έχει (αν δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις του 907ΑΚ) μόνο την α-

ξίωση αδικαιολογήτου πλουτισμού Χαρακτηριστικά παραδείγματα της

κατηγορίας αυτής είναι από τις μεν υποσχετικές δικαιοπραξίες η αφη-

ρημένη υπόσχεση χρέους ενώ από τις εκποιητικές η μεταβίβαση κυριό-

τητας κινητού Δικαιολογητικός λόγος της τελευταίας είναι η ταχύτητα

και η ασφάλεια των συναλλαγών καθώς οι διάδοχοι του αποκτώντος

αποκτούν έγκυρα από αυτόν ακόμα και αν αυτός είχε αποκτήσει βάσει

μιας άκυρης υποσχετικής δικαιοπραξίας Επιπλέον διευκολύνεται η α-

πόδειξη κτήσης του δικαιώματος αφού αυτός που υποστηρίζει ότι εί-

ναι δικαιούχος οφείλει και αρκεί να αποδείξει μόνο της εκποιητική δι-

καιοπραξία και όχι την αιτία αυτής

Το ότι η αναιτιώδης δικαιοπραξία είναι γενικά ανεξάρτητη από το κύ-

ρος της αιτίας δε σημαίνει ότι δεν υπάρχει αιτία γιrsquo αυτή αλλά ότι η αι-

τία δεν αποτελεί ως άνω αναφέρθηκε στοιχείο του πραγματικού της

Επομένως η laquoηθικά άχρωμηraquo αναιτιώδης δικαιοπραξία μπορεί κατά

περίπτωση να θεωρηθεί άκυρη με διάσπαση της αρχής του αναιτιώ-

δους όταν σε περίπτωση αντίθεσης της δικαιοπραξίας στα χρηστά ήθη

η ανηθικότητα αφορά όχι μόνο την ενοχική αλλά και την εμπράγματη

δικαιοπραξία27 Αν και κατά κανόνα η απλή μεταβίβαση της κυριότη-

τας είναι laquoηθικά άχρωμηraquo αφού τα κίνητρα για την κατάρτιση της ανά-

γονται στην ενοχική δικαιοπραξία αν in concreto διαγνωστεί ότι η επί-

δοση του περιουσιακού αντικειμένου έγινε χάριν τελέσεως ανήθικης

συμπεριφοράς ή ότι η ανήθικη αιτία αποτέλεσε αίρεση για την εκποιη-

τική δικαιοπραξία η ανηθικότητα πλήττει και την εμπράγματη δικαιο-

πραξία καθιστώντας αυτή άκυρη (βλ179ΑΚ) άκυρη δε και οποιαδήπο-

τε περαιτέρω μεταβίβαση

Πάντως γίνεται δεκτό και στην ελληνική αλλά και στη γερμανική νομο-

λογία ότι τα χρήματα που προκαταβάλλονται σε laquoπόρνηraquo για πραγμα-

τοποίηση σαρκικής επαφής μαζί της μεταβιβάζονται σrsquo αυτή κατά κυ-

ριότητα με την παράδοση τους αφού ως ανωτέρω αναφέρθη η ακυρό-

27 Βλ και ΑΠ ΓΕΩΡΓΙΑΔΗ Εγχειρίδιο Εμπρ Δικαίου παρ43 48 καθώς και ΑΠ ΓΕΩΡΓΙΑΔΗ Γ Αρχές ΑστΔικαίου διακρίσεις των δικαιοπραξιών

19 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

τητα της υποσχετικής δικαιοπραξίας δεν συμπαρασύρει την εμπράγμα-

τη αφού η μεταβίβαση χρημάτων είναι πράξη ηθικά ουδέτερη28

Ακριβώς επειδή η παροχή είναι έγκυρη αυτή δεν αναζητείται (εκτός

και μόνο αν το ανήθικο της αιτίας δεν βαρύνει τον δόντα) Αν βαρύνει

και αυτόν ή πολύ περισσότερο μόνο αυτόν τότε δεν αναζητείται

Πράγματι θα ήταν παράδοξο η έννομη τάξη να προστατεύει πρόσωπα

που μετήλθαν ανήθικων μέσων και προέβησαν σε δελεαστικές παροχές

για την επίτευξη μιας ανήθικης συμπεριφοράς και να τα επιβραβεύει με

την επιστροφή σε αυτά των έστω και άνευ ανταλλάγματος δοθέντων

ακόμα και στην εξαιρετική περίπτωση που και ο λήπτης βαρύνεται με

ανηθικότητα Η ρωμαϊκή αρχή laquoεν ίση αισχρότητι κρείσσων ο νεμόμε-

νοςraquo ορθά βρίσκει εδώ την εφαρμογή της29

Η ακυρότητα είναι αναδρομική (ex tunc) εκτός από τις διαρκείς συμ-

βάσεις (πχ σύμβαση εργασίας) Σε αυτές γίνεται δεκτό ότι εφόσον λει-

τούργησαν για ένα χρονικό διάστημα αναπτύσσοντας τα έννομα απο-

τελέσματα τους έχει δημιουργηθεί μια πραγματική κατάσταση η ο-

ποία αποτελεί και την αιτία διατήρησης των μέχρι τότε παροχών ενώ η

επίκληση της ακυρότητας τους έχει τα αποτελέσματα της καταγγελίας

λειτουργώντας μόνο για το μέλλον (ex nunc)

11 Δικονομική μεταχείριση

Η επίκληση της ακυρότητας αφού πρoβληθούν τα πραγματικά περιστατικά

γίνεται από οποιονδήποτε έχει έννομο συμφέρον ακόμα δε και από τον ίδιο τον

καθrsquo ου η μομφή για την επιλήψιμη συμπεριφορά αν και σε περίπτωση αυτή η ε-

πίκληση της θα μπορούσε να θεωρηθεί ως κατάχρηση δικαιώματος

Όσον αφορά το βάρος της απόδειξης στις μεν αιτιώδεις δικαιοπραξίες αυτός

που επικαλείται την εγκυρότητά της οφείλει να αποδείξει την ύπαρξη του κύρους

της αιτίας ενώ αντίθετα στις αναιτιώδεις δικαιοπραξίες το βάρος αποδείξεως φέ-

ρει εκείνος ο οποίος ασκεί είτε με αγωγή είτε με ένσταση την αξίωση αδικαιολογή-

του πλουτισμού (Αντιστροφή του βάρους της απόδειξης)

28 Βλ και ΧΡ ΜΥΛΩΝΟΠΟΥΛΟΥ Ποινικό Δίκαιο Ειδικό μέρος σελ22 29 Βλ και ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟ Επιτομή Γενικού Ενοχικού κεφ Περί αδικαιολόγητου πλουτισμού που μάλ-

λον διαφωνεί 20 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

12 Επίγραμμα

Οι δρόμοι του δικαστή του νομοθέτη και γενικότερα του εκάστοτε ερμηνευ-

τή του δικαίου είναι παράλληλοι και αλληλοσυμπληρώνονται Κοινός στόχος η εύ-

ρυθμη λειτουργία μιας κοινωνίας με σεβασμό στα βασικά ανθρώπινα δικαιώματα

στην αξία του ανθρώπου και στους θεσμούς όπως αυτοί διαμορφώνονται στην

πορεία του χρόνου

Όμως η δικαιοσύνη δεν είναι μόνο μια αφηρημένη ιδέα για τη θεσμική διάρ-

θρωση μιας κοινωνίας αλλά πρέπει να ενδιαφέρεται για τη ζωή που διάγουν οι

άνθρωποι στην πραγματικότητα και ότι καθιστά τη ζωή άξια για να τη ζουν

Γιrsquo αυτό ο ρόλος του ερμηνευτή του δικαίου και ιδίως του δικαστή είναι

κομβικός Και δεν είναι ο ρόλος αυτός παθητικός ούτε απλά συνθετικός Κινούμε-

νος εντός των εξουσιών που το Σύνταγμα του έχει προσδώσει δε στηλιτεύει αλλά

κατανοεί διαπλάθει αλλά και εξισώνει -εντός πάντοτε του θετού δικαίου

Και αν και κατά τη γενική αντίληψη ο λαός πρέπει να έχει νομολογία προ-

σαρμοσμένη στο βαθμό της ηθικής του πολλές φορές αναδεικνύεται η αντίστρο-

φη ανάγκη Να είναι η νομολογία αρωγός ώστε ο λαός να προσανατολιστεί στα

σύγχρονα ήθη και στις πολυπολιτισμικές ιδιομορφίες

Η ερμηνεία του άρθρου 178 ΑΚ αποτελεί μια χαρακτηριστική τέτοια περί-

πτωση-

21 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

Β

ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΜΕ ΤΗΝ ΟΠΟΙΑ ΔΕΣΜΕΥΕΤΑΙ ΥΠΕΡΒΟΛΙΚΩΣ Η ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΤΟΥ ΠΡΟΣΩΠΟΥ [ΚΑΤΑΔΥΝΑΣΤΕΥΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ] ndash

ΚΑΤΑΠΛΕΟΝΕΚΤΙΚΗ [ΑΙΣΧΡΟΚΕΡΔΗΣ] ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ (ΑΚ 179)

[Σπύρος Γ Παπαγιάννης]

1 Η σχέση μεταξύ των δύο ειδικών πραγματικών του άρθρου ΑΚ 179

Το δίκαιο προκειμένου να εξυπηρετεί τον κοινωνικό βίο των ανθρώπων εν-

σωματώνει στους κανόνες που το συγκροτούν τα παραγγέλματα της κοινωνικής

ηθικής δηλαδή τις επικρατούσες στην κοινωνία θεμελιώδεις αξιολογικές παρα-

στάσεις30 Έτσι η ΑΚ 178 με τον όρο ldquoχρηστά ήθηrdquo οριοθετεί την λειτουργία της

ιδιωτικής αυτονομίας μέσα στα όρια αυτού που αξιοί ο μέσης ηθικής κοινωνός του

δικαίου με σκοπό την αποτροπή καταχρήσεως κατά την διάπλαση ιδιωτικών εν-

νόμων σχέσεων και άμεσο αποτέλεσμα την άρνηση της έννομης τάξεως να προσ-

δώσει νομικό κύρος σε δικαιοπρακτικές ρυθμίσεις που προσβάλλουν τις αξίες των

οποίων αυτή επιδιώκει την πραγμάτωση31

Ενώ όμως το άρθρο ΑΚ 178 λειτουργεί ως γενική ρήτρα στο άρθρο ΑΚ 179

τυποποιούνται τα πραγματικά δύο ldquoειδικώνrdquo δικαιοπραξιών που αντιτίθενται στα

χρηστά ήθη οι ldquoκαταδυναστευτικέςrdquo συμβάσεις (ή ldquoφιμωτικέςrdquo32 δικαιοπραξίες)

και οι ldquoκαταπλεονεκτικέςrdquo συμβάσεις (ή ldquoαισχροκερδείςrdquo33 δικαιοπραξίες) Στην

πρώτη κριτήριο είναι η υπέρμετρη34 δέσμευση της ελευθερίας του προσώπου

ενώ στην δεύτερη κριτήριο αποτελεί η εκμετάλλευση της διαπραγματευτικής μει-

ονεξίας του αντισυμβαλλομένου ιδία όσον αφορά στην υπέρμετρη δέσμευση της

οικονομικής του ελευθερίας

2 Η Καταδυναστευτική Δικαιοπραξία

30 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 201217 31 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 201218 σημ 3 32 ΦΙΛΙΟΣ 2011353 33 ΦΙΛΙΟΣ opcit 34 Η ΑΚ 179α΄ αναφέρει ldquohellipδεσμεύεται υπερβολικάhelliprdquo Προτιμώ ως αποδίδουσα επί το ορθότερο

την έννοια του laquoμεγέθουςraquo της δεσμεύσεως την χρήση της λέξεως ldquoυπέρμετραrdquo λέξη-όρο που χρησιμοποιείτο στον ΑΚ προ της μεταγλωττίσεώς του στην δημοτική (την [φεύ] γλώσσα της ldquoπλέριας κατανόησηςrdquohellip)

22 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

α Έννοια

Ως ldquoκαταδυναστευτικήrdquo δικαιοπραξία νοείται κυρίως η σύμβαση (ή μεμονω-

μένη ρήτρα που περιέχεται σε σύμβαση) επί τη βάσει της οποίας δεσμεύεται

υπερμέτρως35 η προσωπική οικονομική επαγγελματική ή καλλιτεχνική ε-

λευθερία του αντισυμβαλλομένου δημιουργώντας ένα είδος υποτέλειας ένα-

ντι του άλλου μέρους36 Στην έννοια της καταδυναστεύσεως της ΑΚ 179α ε-

μπίπτει και κάθε συμβατικός περιορισμός που φέρει ως συνέπεια την υπέρ-

μετρη δέσμευση της ελευθερίας του προσώπου για ανάπτυξη οποιασδήποτε

εκδηλώσεως της προσωπικότητός του37 Είναι φανερόν ότι η ελληνική δη-

μόσια τάξη συγκεκριμενοποιεί την ρήτρα των χρηστών ηθών με την χρήση

μιάς θεμελιώδους δικαιϊκής αξίας της ελευθερίας του προσώπου εδώ ουσι-

αστικώς η συνταγματική τάξη (πχ Σ 5 sect 1) επιβάλλει τα πρόσωπα να παρα-

μένουν ελεύθερα

β Ελευθερία του προσώπου - δέσμευση

Στο πραγματικό της ΑΚ 179α΄ υπάγονται δύο κατά βάσιν περιπτώσεις συμ-

βάσεων αυτές που ενέχουν υπέρμετρη δέσμευση της προσωπικής ελευθερί-

ας του συμβαλλομένου και εκείνες με τις οποίες περιορίζεται υπερμέτρως η

ελευθερία προς (κυρίως) οικονομική και επαγγελματική δράση

Για δέσμευση της ελευθερίας του προσώπου με δικαιοπραξία γίνεται λόγος

μόνον όταν το πρόσωπο που δεσμεύτηκε είχε σύμφωνα με τον νόμο την ε-

ξουσία να διαθέσει κατά βούλησιν το αντικείμενο της δικαιοπραξίας Συνε-

πώς εάν η υποχρέωση του προσώπου δεν προέρχεται από δικαιοπραξία αλ-

λά από τον νόμο ή εάν το πρόσωπο που δεσμεύτηκε με δικαιοπραξία δεν εί-

χε σύμφωνα με τον νόμο την εξουσία να διαθέσει το αντικείμενο στο οποίο

αναφέρεται η δέσμευση η ΑΚ 179 δεν εφαρμόζεται38

Στην ελευθερία του προσώπου υπάγονται οι ατομικές ελευθερίες και τα α-

τομικά δικαιώματα αυτού39 όπως η ελευθερία συνειδήσεως της γνώμης της

διαθέσεως ψήφου του προσώπου κλπ Εδώ υπάγεται ιδίως η ελευθερία της

35 ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ 2012527 ΦΙΛΙΟΣ 2011352 36 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012 σημ 429 37 Πρβλ λχ ΑΠ 12601983 ΕλλΔνη 251347 (απεριόριστη δέσμευση της καλλιτεχνικής ελευθερί-

ας του πνευματικού δημιουργού) 38 ΕφΑθ 33271999 ΝοΒ 48485 39 ΕφΑθ 32841980 ΝοΒ 281225

23 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

εργασίας του εμπορίου της βιομηχανίας προς ανάπτυξη της οικονομικής

δράσεως του προσώπου40 Έτσι αντίκειται στα χρηστά ήθη

(1) κάθε δικαιοπραξία με την οποία απαγορεύεται σε κάποιον η άσκηση

ορισμένου επαγγέλματος ή ορισμένης βιομηχανικής ή εμπορικής δρα-

στηριότητος εφrsquo όσον περιέχει υπέρμετρη δέσμευση και

(2) η δικαιοπραξία με την οποία δεσμεύεται το δικαίωμα στην σωματική

ακεραιότητα του προσώπου στην υγεία ζωή τιμή το δικαίωμα στο

όνομα ή την προσωπικότητα το δικαίωμα εγκαταστάσεως ή μη σε ορι-

σμένο τόπο το δικαίωμα επιλογής επαγγέλματος κλπ41

γ Η ratio της απαγόρευσης

(1) Η οικονομική κατωτερότητα ενός εκ των συμβαλλομένων

Συνήθως η κατάρτιση συμβάσεως με καταδυναστευτικό περιεχόμενο

οφείλεται στην οικονομική κατωτερότητα του υποβαλλομένου στην

υπέρμετρη δέσμευση συμβαλλομένου Αυτό εκτιμάται ότι συμβαίνει

λόγω της ανάγκης αποκτήσεως της υπαρξιακής κατά κανόνα γιrsquo αυτόν

σημασίας παροχή του οικονομικώς ισχυρού αντισυμβαλλομένου συνή-

θως κάποια πίστωση Έτσι η οικονομική αυτή πίεση όταν μάλιστα

δεν υπάρχει δυνατότης καταφυγής σε άλλη πηγή αποκτήσεως του ιδί-

ου αγαθού με καλλίτερους όρους διαταράσσει την συμβατική ελευθε-

ρία η οποία μπορεί να συντρέχει ανεξαρτήτως της θέσεως που κατέχει

στην αγορά ο επιβάλλων τον περιορισμό συμβαλλόμενος (συνήθης επι-

χείρηση)

Η ρύθμιση αυτή της ΑΚ 179α΄ αντικειμενικώς κρινομένη φαίνεται ότι

είναι σχεδιασμένη με πνεύμα κηδεμονεύσεως ο δικαστής παρεμβαίνει

στο περιεχόμενο της συμβάσεως προκειμένου να προστατεύσει τον οι-

κονομικώς ασθενέστερο συμβαλλόμενο από μία άδικη εις βάρος του

κατανομή των συμβατικών βαρών και πλεονεκτημάτων

Προβληματισμός υπάρχει στο αν η οικονομική δέσμευση επέρχεται με

την κατάρτιση της συμβάσεως προκειμένου περί καταδυναστευτικών

συμβάσεων ή πρόκειται περί καταχρηστικής εκμεταλλεύσεως ήδη υ-

φισταμένης οικονομικής κατωτερότητος του αντισυμβαλλομένου προ-

40 Βλ ΤΟΥΣΗΣ Α 1978 sect 96 ΜΠΑΛΗΣ 1944 sect 64 41 Βλ ΤΟΥΣΗΣ opcit

24 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

κειμένου περί καταχρηστικής εκμεταλλεύσεως μονοπωλιακής ή δεσπό-

ζουσας θέσεως μιάς επιχειρήσεως στην αγορά

Εξrsquo άλλου χρήζει ιδιαιτέρας μνείας το ότι ενώ η συναλλακτικώς μειονε-

κτική θέση του ενός των συμβαλλομένων τεκμαίρεται αμαχήτως42 (ΑΚ

294 332sect2 334sect2 409 κλπ) στην περίπτωση καταδυναστευτικής

συμβάσεως ο αντισυμβαλλόμενος έχει δυνατότητα αποδείξεως ότι η

ρύθμιση υπήρξε προϊόν της ελευθέρας δικαιοπρακτικής αποφάσεως

του φαινομένου ως βλαπτομένου από αυτή συμβαλλομένου

(2) Η άδικη μεταξύ των μερών κατανομή των συμβατικών πλεονεκτημά-

των

Η κατανόηση του πότε είναι υπέρμετρη (ή ldquoυπερβολικήrdquohellip) ή εύλογη η

συμβατική δέσμευση της ελευθερίας του προσώπου συνιστά το κε-

ντρικό πρόβλημα του δόγματος των καταδυναστευτικών συμβάσεων

αν και η κρίση είναι νομική υποκείμενη στον έλεγχο του Αρείου Πάγου

Για τον λόγον αυτόν είναι καίριος ο ρόλος των μεγεθών αντιπαροχής

και δεσμεύσεως της οικονομικής ελευθερίας43

δ Η υπέρμετρη (υπερβολική) δέσμευση

Το κριτήριο της υπέρμετρης δεσμεύσεως ως αόριστη νομική έννοια και

προκειμένου να καταστεί δογματικώς κατάλληλη για να υπαχθεί σε αυτήν η

κρινομένη ατομική περίπτωση έχει ανάγκη εξειδικεύσεως λαμβανομένης

υπrsquo όψιν της ratio της απαγορεύσεως που τίθεται στην ΑΚ 179α΄ δηλαδή την

διάβρωση της συμβατικής ελευθερίας του ασθενέστερου μέρους αφrsquo ενός και

της ανισορροπίας στην κατανομή των συμβατικών ωφελημάτων μεταξύ των

μερών

Γίνεται ευρύτερα δεκτό στην σύγχρονη δογματική του Αστικού Δικαίου ότι

υπάρχει μία ldquoκινητήrdquo σχέση44 μεταξύ των προαναφερθέντων δύο κριτηρίων

εις τρόπον ώστε όσον εντονότερον διαβρώνεται η ελευθερία δικαιοπρακτι-

κής αποφάσεως του καταδυναστευομένου τόσον άτονος θα πρέπει να είναι

42 Για τον εμπορικό αντιπρόσωπο που συνάπτει ρήτρα μετασυμβατικής απαγορεύσεως του αντα-γωνισμού βλ ΠΔ 2191991 άρθρ10 εις εφαρμογήν του άρθρου 20 της Οδηγίας 86653 ΕΟΚ

43 ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ 2012528 ΣΠΥΡΙΔΑΚΗΣ 2004188 44 Πρβλ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012146

25 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

ο έλεγχος της άνισης κατανομής στο περιεχόμενο της σχετικής συμφωνίας

για να επιβεβαιώνεται ή όχι το στοιχείο της υπέρμετρης δεσμεύσεως45

Πέραν αυτών όμως είναι απαραίτητη και η συγκεκριμενοποίηση του κριτη-

ρίου της άνισης μεταξύ των μερών κατανομής των συμβατικών βαρών και

πλεονεκτημάτων οπότε είναι αναγκαία η αναδρομή σε ιδιαίτερα κριτήρια τα

οποία εφαρμόζει σχεδόν σταθερώς η νομολογία μας46

(1) Ο Μπαλής47 θεωρεί ότι πρέπει να συναρτάται η σχετική κρίση με το

σημείο ldquoμέχρι τοῦ ὁποίου εἶναι νόμῳ προστατεύσιμον τὸ συγκεκριμένον

συμφέρον τοῦ ἐπιβάλλοντος τὸν περιορισμὸνrdquo δηλαδή να συνυπολογί-

ζεται και το μέτρο της οικονομικής θυσίας στην οποία υποβάλλεται

ο ισχυρός συμβαλλόμενος ουσιαστικώς να σταθμίζεται η αξία της συ-

νολικής αντιπαροχής του χωρίς βεβαίως τα δύο αυτά μεγέθη να συ-

μπίπτουν κατrsquo ανάγκην

(2) Σημασίαν έχει και το στοιχείο της χρονικής διάρκειας της δεσμεύσεως

Όσον αφορά σε ρήτρες απαγορεύσεως ανταγωνισμού θεμιτός περιο-

ρισμός θεωρείται η διετία προκειμένου περί συμβάσεως εργασίας και η

πενταετία προκειμένου περί πωλήσεως επιχειρήσεως Αντιθέτως σε

συμβάσεις αποκλειστικής προμηθείας (κυρίως μπύρας ή ενέργειας) και

προμηθείας πρατηρίου βενζίνης η γερμανική νομολογία ανεβάζει το

όριο στα είκοσι περίπου έτη

(3) Σπουδαίο επίσης στοιχείο μετρήσεως του υπέρμετρου ή μη της συμ-

βατικής δεσμεύσεως είναι η τοπική έκτασή της Πρόκειται περί ενός

στοιχείου κινητού εν σχέσει προς την χρονική διάρκεια δεσμεύσεως αλ-

λά και προς τα λοιπά στοιχεία συγκεκριμενοποιήσεως της αόριστης έν-

νοιας του ldquoυπέρμετρουrdquo Δηλαδή δυνατόν όσον ευρύτερη κατά τόπο

και μακρότερη κατά χρόνον είναι η απαγόρευση τόσο μεγαλύτερο θα

πρέπει να είναι το περιουσιακό αντάλλαγμα που λαμβάνει το ασθενέ-

στερο μέρος ώστε να θεωρείται η ρήτρα θεμιτή Απροσδιόριστη κατά

τόπο και χρόνο απαγόρευση χωρίς πρόβλεψη δυνατότητος παύσεως

της δεσμεύσεως με καταγγελία προσδίδει κατά κανόνα ανήθικο χα-

45 Πρβλ ΤΕΛΛΗΣ 2007215 επ 46 Πληρέστερη ανάλυση των κριτηρίων αυτών σχετικώς με την ρήτρα μετασυμβατικής απαγο-

ρεύσεως του ανταγωνισμού βλ σε ΤΕΛΛΗΣ 2007223 επ 47 ΜΠΑΛΗΣ 1944 sect64

26 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

ρακτήρα στην σχετική ρήτρα48 διότι η έννομη τάξη δεν ευνοεί γενικώς

τις δεσμεύσεις μακροχρόνιας ή απεριορίστου διαρκείας49

(4) Το κατrsquo αντικείμενον εύρος της συμβατικἠς δεσμεύσεως είναι επίσης

κριτήριο συγκεκριμενοποιήσεως της αορίστου εννοίας του ldquoυπέρμε-

τρουrdquo Αν δηλαδή ο ασφαλειοδότης παρέχοντας υπέρμετρη εξασφά-

λιση στον δανειστή του μπορεί να ικανοποιήσει και τους λοιπούς δα-

νειστές του ή στον υποβληθέντα σε μετασυμβατική ρήτρα απαγόρευ-

σης ανταγωνισμού εναπομένει κάποια δυνατότητα επιδόσεως σε άλ-

λης μορφής οικονομική δραστηριότητα κατά την διάρκεια της απαγο-

ρεύσεως

Η παράθεση των ανωτέρω κριτηρίων είναι σαφώς ενδεικτική αφού η περί

υπέρμετρου δεσμεύσεως κρίση (πρέπει να) σχηματίζεται από μία συνολική

αξιολόγηση των ειδικών περιστάσεων που συνοδεύουν την επίμαχη σύμβα-

ση Έτσι προσμετρώνται και άλλα στοιχεία ndash κριτήρια όπως οι επαγγελμα-

τικές προοπτικές των συμβαλλομένων ή ο τρόπος λήξεως της συνεργασίας

των

Τέλος η ύπαρξη επίμεπτης υποκειμενικής στάσεως του ισχυροτέρου συμ-

βαλομένου δεν θεωρείται σύμφωνα με κρατούσα γνώμη προϋπόθεση της

ακυρότητας της συμβάσεως50

ε Εφαρμογή της διατάξεως

Η διάταξη (εδ α΄) εφαρμόζεται και στις χαριστικές δικαιοπραξίες51 Δεν ε-

φαρμόζεται η διάταξη όταν υπάρχει νόμος που συγχωρεί την υπέρμετρη δέ-

σμευση της ελευθερίας του προσώπου52 Δεν αποκλείεται η σύμβαση να

προσκρούει εν μέρει στα χρηστά ήθη οπότε έχει εφαρμογή η ΑΚ 181 (Μερι-

κή ακυρότητα δικαιοπραξίας Η ακυρότητα μέρους συνεπιφέρει την ακυρό-

τητα ολόκληρης της δικαιοπραξίας αν συνάγεται ότι δεν θα είχε επιχειρηθεί

χωρίς το άκυρο μέρος)

48 Πρβλ αντί πολλών ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ 2012528 49 Πρβλ αντίθετη άποψη (ΚΙΤΣΑΡΑΣ Ενοχικές δεσμεύσεις της εξουσίας διάθεσης 199957) σε ΓΕΩΡ-

ΓΙΑΔΗΣ 2012 sect 36 υποσημ 12 50 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 1983153 51 Βλ ΑΠ 9991975 (Βrsquo Τμήμα) ΝοΒ 24287 (ldquohellipἀποκλείεται ἡ ἐφαρμογὴ τοῦ ἐπὶ δικαιοπραξιῶν ἐφrsquo

ὧν ἐπίδοσις περιουσίας γίνεται ἄνευ ἀνταλλάγματος ἢ δὲν λαμβάνει χώραν ἀνταλλαγὴ παροχῶν διότι ἐπrsquo αὐτῶν δὲν γεννᾶται ζήτημα προφανοῦς δυσαναλογίας παροχῆς καὶ ἀντιπαροχῆςrdquo)

52 Βλ ΤΟΥΣΗΣ 1978506 επ ndash ΑΠ 1301950 27 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

ϛ Έννομες συνέπειες

(1) Σύμφωνα με την ΑΚ 179 η δικαιοπραξία που δεσμεύει υπερμέτρως την

ελευθερία του προσώπου είναι ldquoΆκυρη ως αντίθετη προς τα χρηστά ή-

θηhelliprdquo και όπως ισχύει για κάθε ανήθικη δικαιοπραξία θεωρείται από-

λυτη53 μπορεί δε να λαμβάνεται υπόψιν και αυτεπαγγέλτως από το

δικαστήριο54 Τούτο είναι λογικό και κατrsquo ακολουθίαν ορθό αφού η

απαγόρευση της υπέρμετρης δέσμευσης της ελευθερίας σκοπεί στην

προστασία της προσωπικότητας ώστε να μην αφαιρείται το αγαθό της

εξουσίας της δικαιοπρακτικής διαθέσεως του μέρους

Προκειμένου όμως περί υπέρμετρης δεσμεύσεως της οικονομικής ε-

λευθερίας προσώπου δηλαδή οικονομικών συμφερόντων των οποίων

η διαφύλαξη είναι αποκλειστική υπόθεση του προσώπου αυτού τότε

σε μια τέτοια περίπτωση το πρόσωπο αυτό και μόνο μπορεί να κρίνει

καλλίτερα από κάθε άλλον αν η άρση των δικαιοπρακτικών αποτελεσμά-

των με την επίκληση της ΑΚ 179α ακυρότητος εξυπηρετεί πράγματι τα

συμφέροντά του5556

(2) Η ακυρότητα είναι κατά κανόνα ολική ιδία όσον αφορά σε υπέρμετρη

δέσμευση της προσωπικής ελευθερίας57 Στις περιπτώσεις όμως όπου

ο ανήθικος χαρακτήρας προσδιορίζεται από οικονομικής φύσεως α-

νταλλάγματα θα πρέπει να είναι δυνατή η μερική ακυρότητα ώστε με-

τά την αφαίρεση του αδίκου μέρους να μπορεί να ισχύσει η σύμβαση

με το υπόλοιπο ορθό περιεχόμενο της και έτσι το ασθενέστερο μέρος

να ldquoαπολαύσει τελικά την πολύτιμη γιrsquo αυτόν παροχή του αντισυμβαλ-

λομένου του αλλά με δίκαιους τώρα όρουςrdquo Την δυνατότητα της μερικής

ακυρότητος φαίνεται να δέχεται η κρατούσα γνώμη πράγμα που ση-

μαίνει ότι το δικαστήριο έχει την δυνατότητα να μειώσει μετά από αί-

τηση του βλαπτομένου την δέσμευση αυτού στο προσήκον μέτρο

53 ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ 2012525 επ 54 ΛΑΔΑΣ 1979159 επ 55 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012153 56 Θεωρείται ότι σε παρόμοιες περιπτώσεις πρέπεται η (κατrsquo εξαίρεσιν) σχετική ακυρότητα διότι η

απόφαση για την διατήρηση ή άρση των δικαιοπρακτικών αποτελεσμάτων πρέπει να ανήκει αποκλειστικώς στο βλαπτόμενο από την συμβατική ρύθμιση μέρος το οποίο γνωρίζει κάλλιον παντός άλλου το τι πράγματι το συμφέρει άλλως υπάρχει ανεπίτρεπτη κηδεμόνευση των συμφερόντων αυτού του συμβαλλομένου (ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2013113)

57 εα 2α 28 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

3 Η Καταπλεονεκτική Δικαιοπραξία

α Γενικά ndash σχέση με ΠΚ 404 405

Σύμφωνα με το πραγματικό της ΑΚ 179βrsquo καταπλεονεκτική δικαιοπραξία

υπάρχει όταν στο πρόσωπο του καταπλεονεκτούμενου συντρέχουν προφα-

νής δυσαναλογία παροχής και αντιπαροχής ανάγκη κουφότητα ή απειρία

και εκμετάλλευση της μειονεκτικής αυτής θέσεως από τον καταπλεονέκτη

Σύμφωνα με την νομολογία για την πλήρωση του πραγματικού απαιτείται η

συνδρομή και των τριών αυτών προϋποθέσεων σωρευτικώς

Γίνεται δεκτό ότι σε περίπτωση ελλείψεως κάποιου από τα ανωτέρω στοι-

χείου καταφάσκεται η ακυρότητα της δικαιοπραξίας με αναγωγή στην γενι-

κή ρήτρα της ΑΚ 178 υπό την προϋπόθεση ότι συντρέχουν πρόσθετα στοι-

χεία τα οποία μπορούν να προσδώσουν στην δικαιοπραξία το χρώμα της α-

νηθικότητας

Εκδήλωση της απαγορεύσεως της καταπλεονεκτήσεως αποτελεί η ρύθμιση

των άρθρων ΠΚ 404 (τοκογλυφία) και ΠΚ 405 (αισχροκέρδεια) το πραγμα-

τικό των οποίων είναι ουσιαστικώς ίδιο με αυτό της ΑΚ 179βrsquo Αν και τίποτε

δεν εμποδίζει για την ακυρότητα καταπλεονεκτικής δικαιοπραξίας την πα-

ράλληλη επίκληση και των δύο νομοθετικών βάσεων ορθότερη θεωρείται να

διαφυλαχθεί η αυτονομία της ρυθμίσεως της ΑΚ179βrsquo αφού ο νομοθέτης

φαίνεται ότι θέλησε να ρυθμίσει ρητώς τις συνέπειες της καταπλεονεκτήσε-

ως τον ΑΚ

β Προϋποθέσεις εφαρμογής της διατάξεως

Καταπλεονέκτηση μπορεί να υπάρχει σε κάθε τύπο επαχθούς δικαιοπραξίας

με περιουσιακό περιεχόμενο58 οι οποίες μπορεί να είναι αμφοτεροβαρείς

ετεροβαρείς αιτιώδεις αναιτιώδεις (όπως πχ η αγοραπωλησία η μίσθωση

58 Διαφορετικό είναι το ζήτημα της παροχής περιουσιακού ωφελήματος με ldquoανεξάρτητηrdquo μονομε-ρή δικαιοπραξία με την οποία προσδίδεται καταπλεονεκτικό χρώμα σε προηγούμενη σύμβαση από την οποία θα πηγάζει συνήθως η υποχρέωση για τέλεση της μονομερούς δικαιοπραξίας (πχ παροχή υποθήκης)

29 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

πράγματος ή έργου ή εργασίας η εταιρεία η σύμβαση μεσιτείας ή εγγύηση)

όταν αυτές καταρτίζονται με δυσανάλογο αντάλλαγμα59

Η ΑΚ 179βrsquo δεν εφαρμόζεται στις χαριστικές δικαιοπραξίες γιατί η επίδοση

της περιουσίας γίνεται χωρίς αντάλλαγμα και έτσι δεν υπάρχει δυσαναλογία

παροχής και αντιπαροχής όπως πχ στην δωρεά στην εντολή στην άφεση

χρέους στην παρακαταθήκη χωρίς αμοιβή ή στην εγγύηση εκτός αν αυτή

ανελήφθη στο πλαίσιο μιάς αμφοτεροβαρούς συμβάσεως με ευρύτερο περι-

εχόμενο

γ Προφανής δυσαναλογία μεταξύ παροχών

Στην καταπλεονεκτική σύμβαση η ελευθερία δικαιοπρακτικής αποφάσεως

του καταπλεονεκτούμενου είναι διαταραγμένη αφού αυτός ευρίσκεται σε

μία δυσμενή σε σχέση με τον καταπλεονέκτη θέση που δεν του επιτρέπει να

προασπίσει ορθολογικώς τα συνδεόμενα με την σύμβαση συμφέροντά του

έτσι ο μηχανισμός συμβάσεως δεν μπορεί εδώ να παράσχει κανένα εχέγγυο

ορθότητος Ότι το περιεχόμενο της καταπλεονεκτικής συμβάσεως δεν είναι

ldquoορθόrdquo μαρτυρεί τελικώς η ύπαρξη της προφανούς δυσαναλογίας

Η προφανής δυσαναλογία των ανταλλασσομένων παροχών ανάγεται σε

απαραίτητο στοιχείο του πραγματικού της καταπλεονεκτήσεως στην ΑΚ

179βrsquo ενώ ταυτοχρόνως είναι και πρόβλημα που για να κατανοηθεί σωστά

πρέπει να φωτισθεί μέσα από τον συνδυασμό και την αντίθεση μιάς πλειά-

δος αρχών οι οποίες σε κινητή μεταξύ των σχέση συγκροτούν το σύστημα

του δικαίου των ενοχικών συμβάσεων60

Ως έννοια αόριστη είναι αναμφισβητήτως έννοια νομική και η υπαγωγή σε

αυτήν της σχέσεως αξίας των αμοιβαίων παροχών αποτελεί κρίσιν αξιολο-

γική υποκείμενη στον έλεγχο του ΑΠ61

Ομοφώνως γίνεται δεκτό ότι αφετηρία της κρίσεως περί υπάρξεως ή μη

προφανούς δυσαναλογίας πρέπει να αποτελεί η αντικειμενική αξία των α-

νταλλασσομένων παροχών δηλαδή η συνήθης στις συναλλαγές αξία62 Έτσι

59 Βλ ΜΠΑΛΗΣ 1944190 (sect66) 60 Βλ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 19837 σημ 23 61 ΦΙΛΙΟΣ 2011 sect147Β 62 Πρβλ ΑΠ 20952009 (Α1 Τμήμα) ldquohellipφανερή δυσαναλογία μεταξύ παροχής και αντιπαροχής

είναι αυτή που υποπίπτει στην αντίληψη λογικού και έχοντος πείρα των σχετικών συναλλαγών ανθρώπου και η οποία υπερβαίνει το μέτρο κατά το οποίο είναι ανθρωπίνως φυσικό να απο-κομίζει ο ένας κάποιο όφελος από σύμβαση οικονομικού περιεχομένου επί ζημία του άλλουrdquo

30 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

διαπιστουμένης της αντικειμενικής αξίας των αμοιβαίων παροχών ακολου-

θεί η κρίση για το αν υφίσταται μεταξύ των προφανής δυσαναλογία λαμβα-

νομένων πάντοτε υπrsquo όψιν της φύσεως της συμβάσεως και του επιδιωκομέ-

νου με αυτήν οικονομικού σκοπού63 ενώ στις περιπτώσεις ακινήτων χρη-

σιμοποιείται ευρέως στην πράξη το κριτήριο της laesio enormis64

Ένα επιπλέον στοιχείο που λαμβάνεται υπrsquo όψιν για την διαπίστωση της υ-

πάρξεως προφανούς δυσαναλογίας είναι η λεγομένη ldquoρήτρα προσθέσεωςrdquo

δηλαδή το άθροισμα των ωφελημάτων που έλαβε ο καταπλεονέκτης και των

περιουσιακών ωφελημάτων που επιπροσθέτως κατέβαλλε ο καταπλεονε-

κτούμενος σε τρίτα πρόσωπα (πχ μεσιτεία αμοιβές σε βοηθητικά πρόσωπα

κλπ)

Υπάρχουν όμως και μερικά σχετιζόμενα με την δυσαναλογία των ανταλ-

λασσομένων παροχών ειδικότερα προβλήματα που εμφανίζονται συχνά

στην δικαστηριακή πράξη παρουσιάζοντα ταυτοχρόνως σπουδαίο δογματι-

κό ενδιαφέρον

(1) Πρόσθετο τίμημα στην πώληση ακινήτου μπορεί να ληφθεί υπrsquo όψιν

το επιπλέον του αναγραφομένου στο συμβολαιογραφικό έγγραφο τι-

μήματος επιπροσθέτως καταβληθέν τίμημα

(2) Το καταπλεονεκτικό σύμφωνο εξωνήσεως η συνομολόγηση δικαιώ-

ματος εξωνήσεως με τίμημα προφανώς δυσανάλογο εν σχέσει προς αυ-

τό της πωλήσεως μήπως υποκρύπτει τοκογλυφικό δάνειο Εδώ θα

πρέπει να σταθμιστεί η δυνατότητα του πωλητή να αποτρέψει την κα-

ταπλεονεκτική γιrsquo αυτόν ρύθμιση ασκώντας το δικαίωμα εξωνήσεως

Εάν δηλαδή ο πωλητής ασκήσει αυτό το δικαίωμα παρά την προφανή

δυσαναλογία η πώληση δεν έχει καταπλεονεκτικό χαρακτήρα

(3) Η διαπίστωση της προφανούς δυσαναλογίας στον συμβιβασμό τα

συγκρινόμενα μεγέθη είναι οι αμοιβαίες παραχωρήσεις των μερών και

όχι οι εκατέρωθεν αναλαμβανόμενες υποχρεώσεις προς παροχή Η σω-

στή όμως εκτίμηση των παραχωρήσεως προϋποθέτει ως αφετηρία

63 ΑΠ 20952009 64 Ο ΛΙΤΖΕΡΟΠΟΥΛΟΣ 1932208 επ προτείνει αποδοχή της υπάρξεως προφανούς δυσαναλογίας

όταν η μία παροχή δεν φθάνει το 60 ή 50της αξίας της άλλης Βλ επίσης υποσημείωση 560 στο ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012

31 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

την νομική κατάσταση που υπήρχε πριν τον συμβιβασμό υπερβολικές

αξιώσεις προβαλλόμενες αυθαιρέτως δεν λαμβάνονται εδώ υπrsquo όψιν

Η ύπαρξη της προφανούς δυσαναλογίας κρίνεται κατά τον χρόνο καταρτί-

σεως της συμβάσεως είναι αδιάφορο αν η προφανής δυσαναλογία επήλθε

αργότερα εκτός της περιπτώσεως όπου ο καταπλεονεκτούμενος στο πλαί-

σιο της υφισταμένης κυρίας συμβατικής σχέσεως συνομολογεί ή παρέχει

πρόσθετα περιουσιακά ωφελήματα (πχ εμπράγματη ασφάλεια) που προσ-

δίδουν πλέον στην συνολική συναλλαγή καταπλεονεκτικό χρώμα

δ Ανάγκη Κουφότητα Απειρία

(1) Ανάγκη

Είναι η κατάσταση ενός προσώπου (του δικαιοπρακτούντος ή κάποιου

που συνδέεται στενά με αυτόν) που ευρίσκεται σε άμεσο οικονομικό ή

άλλο κίνδυνο65 η αντιμετώπιση του οποίου είναι ανεπίδεκτη αναβο-

λής66 Η ανάγκη πρέπει να έχει χαρακτήρα επιτακτικό και να είναι τόσο

σοβαρή ώστε αντικειμενικώς κρινομένη να μπορεί να θεωρηθεί ότι

κάθε εχέφρων άνθρωπος θα οδηγείτο στην ίδια δικαιοπρακτική συ-

μπεριφορά

Ενώ η φύση της ανάγκης είναι συνήθως οικονομική η σπουδαιότητα

του διακινδυνευομένου αγαθού καθορίζει το αν η συγκεκριμένη κάθε

φορά περίπτωση μπορεί να υπαχθεί ή όχι στην ρύθμιση της ΑΚ 179βrsquo

Είναι αδιάφορο αν η ανάγκη είναι μόνιμη ή παροδική αφού αποφασι-

στική για την εφαρμογή της ΑΚ 179βrsquo είναι η ύπαρξη ανάγκης μόνο κα-

τά τον χρόνο καταρτίσεως της δικαιοπραξίας Η ανάγκη πρέπει να είναι

πραγματική και άμεση επιτακτική και ανεπίδεκτη αναβολής

(2) Κουφότητα

Προϋπόθεση της ορθής λειτουργίας της ιδιωτικής αυτονομίας είναι η

εκ μέρους των αντισυμβαλλομένων ορθολογική στάθμιση των υπέρ και

κατά της συμβατικής ρυθμίσεως Όταν όμως ο αντισυμβαλλόμενος α-

διαφορεί λόγω απερισκεψίας ή ελλείψεως επαρκούς σκέψεως και δεν

αποδίδει στις πράξεις του την σημασία την αξία και τις συνέπειες που

έχουν αυτές τότε η συναλλακτική συμπεριφορά του χαρακτηρίζεται

65 ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ 2012530 66 ΑΠ 19982007

32 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

από κουφότητα Η κουφότητα μπορεί να οφείλεται σε οποιονδήποτε

λόγο όπως είναι η πνευματική νόσος ου δεν επέφερε όμως ολική ή με-

ρική ασυνειδησία των πράξεων του προσώπου ώστε να το κάνει εντε-

λώς ή περιορισμένως ανίκανο για την σύνταξη δικαιοπραξίας67

(3) Απειρία

Ως απειρία νοείται η έλλειψη της περί τη ζωή και τις συναλλαγές πεί-

ρας68 Το ερώτημα όμως είναι αν η σχετική με συγκεκριμένη δικαιο-

πραξία απειρία στοιχειοθετεί την απειρία της ΑΚ 179βrsquo ή όχι Γίνεται

δεκτό ότι υπάρχουν τρείς διαβαθμίσεις69 της απειρίας

(α) Η καθολική όπου ο συμβαλλόμενος στερείται παντελώς συναλ-

λακτικής πείρας και κατά συνέπειαν η περίπτωσή του υπάγεται

στην ρύθμιση της ΑΚ 179β΄

(β) Η απειρία σε ορισμένο μόνο συναλλακτικό τομέα (λχ πράξεις

επί ακινήτων χρηματιστηριακές συναλλαγές κλπ) εδώ η απειρία

δεν αποτελεί σταθερή ιδιότητα του προσώπου και παρά το ότι η

γενική του πείρα του επιτρέπει να κρίνει το επισφαλές της δικαι-

οπραξίας στην οποία προβαίνει η ελευθερία δικαιοπρακτικής α-

ποφάσεώς του δεν παύει να είναι διαταραγμένη Κατά συνέπεια

δικαιούται της προστασίας της ΑΚ 179βrsquo

(γ) Προβληματική αλλά και με πολύ μεγάλη πρακτική σημασία είναι

η τρίτη μορφή απειρίας που χαρακτηρίζεται από την έλλειψη ει-

δικών γνώσεων πού έχει ανάγκη ο σύγχρονος καταναλωτής στις

καθημερινές συναλλαγές του γνώσεων απαραιτήτων για τον

σχηματισμό σωστής εικόνας της προσφερόμενης σε αυτόν παρο-

χής Κι΄ εδώ η ελευθερία δικαιοπρακτικής αποφάσεως του κατα-

ναλωτή αδαούς όντος λόγω ανεπαρκούς πληροφορήσεως εμφα-

νίζεται διαταραγμένη και άξια της κατά την ΑΚ 179βrsquo προστασίας

ε Εκμετάλλευση

Ενώ η νομολογία μας θεωρεί αναγκαίο στοιχείο της ΑΚ 179βrsquo την υποκειμενι-

κή προϋπόθεση της εκμεταλλεύσεως την οποία πρέπει να αποδεικνύει ο ε-

67 ΑΠ 3821992 ΝοΒ 41874 68 ΑΠ 9362007 69 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012196 επ

33 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

πικαλούμενος την εφαρμογή της διατάξεως δεν έχει μέχρι τώρα αποσαφη-

νιστεί πλήρως σε τι ακριβώς συνίσταται η ldquoεκμετάλλευσηrdquo Βέβαιο πάντως

είναι ότι το στοιχείο αυτό δεν θα πρέπει να θεωρηθεί ως ηθική μομφή στο

πρόσωπο του καταπλεονέκτη

Κατrsquo αρχάς απορρίπτεται η επίκληση δόλου αφού ο δόλος απαιτείται από

την λειτουργία της ποινής και είναι ξένος προς τον λειτουργικό ρόλο της α-

κυρότητας της ανήθικης δικαιοπραξίας Το ότι δεν πρόκειται περί μομφής

φαίνεται στις περιπτώσεις καταρτίσεως δικαιοπραξίας κατά παράκλησιν

του αντισυμβαλλομένου και όχι από εκμεταλλευτική διάθεση του καταπλεο-

νέκτη Επιπλέον εάν επρόκειτο περί συνειδήσεως της ανηθικότητος εκ μέ-

ρους του καταπλεονέκτη μια τέτοια συνείδηση λόγω του περιεχομένου σε

αυτήν αξιολογικού και βουλητικού στοιχείου θα ισοδυναμούσε με πταίσμα

και δη στον βαθμό του dolus malus στοιχείου όμως ξένου προς την προ-

βληματική των ανήθικων γενικώς δικαιοπραξιών

Η ελληνική νομολογία φαίνεται να ακολουθεί την άποψη ότι ο καταπλεονέ-

κτης γνωρίζει την συναλλακτικώς δυσμενή θέση του καταπλεονεκτούμενου

και την προφανή δυσαναλογία μεταξύ παροχής και αντιπαροχής στοιχεία τα

οποία δεν θεωρεί ως λόγο προσωπικής μομφής κατά του καταπλεονέκτη αλ-

λά καταλογισμού σε αυτόν του κινδύνου της ακυρότητας της δικαιοπραξίας

Τα δικαστήρια φαίνεται ότι ταυτίζουν την εκμετάλλευση με την εκ μέρους

του καταπλεονέκτη γνώση της συναλλακτικώς δυσμενούς θέσεως του κα-

ταπλεονεκτούμενου Είναι συνήθης στις αποφάσεις η επωδός ldquoεπωφελήθη-

κεrdquo70 της γνωστής σε αυτόν ανάγκης κουφότητας ή απειρίας Γίνεται όμως

παγίως δεκτό ότι αν ο καταπλεονέκτης αγνοούσε την κατάσταση του αντι-

συμβαλλομένου του δεν υπάρχει εκμετάλλευση κατά την ΑΚ 179βrsquo Και βε-

βαίως ερωτάται γιατί θα πρέπει να γνωρίζει μόνο την ανάγκη κουφότητα ή

απειρία και όχι και την προφανή δυσαναλογία των αμοιβαίων παροχών

4 Έννομες συνέπειες

Η καταπλεονεκτική δικαιοπραξία είναι απολύτως άκυρη και για τα δύο μέρη

κατά την έννοια της ΑΚ 180 Την ακυρότητα μπορεί να προβάλλει και κάθε τρίτος

70 Πρβλ ΑΠ 20952009 34 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

που έχει έννομο συμφέρον επομένως και ο κληρονόμος ενός από τους συναλλαγέ-

ντες71

Δεν αποκλείεται και μερική ακυρότητα της δικαιοπραξίας Τούτο θα συμβεί

εάν μπορεί να προσδιορισθεί ακριβώς η μεταξύ παροχής και αντιπαροχής αναλο-

γία οπότε η δικαιοπραξία είναι άκυρη κατά το υπερβάλλον72 Κατά πόσον σε τέ-

τοια περίπτωση η μερική ακυρότητα θα συνεπιφέρει την ακυρότητα της όλης δι-

καιοπραξίας κρίνεται κατά την ΑΚ 18173

Σύμβαση εντόκου δανείου μπορεί να χαρακτηρισθεί καταπλεονεκτική συμ-

φώνως προς την ΑΚ 179 μόνο στην περίπτωση συνομολογήσεως ή λήψεως αθέ-

μιτων (τοκογλυφικών) τόκων εν σχέσει προς την αντιπαροχή με την εκμετάλ-

λευση της ανάγκης κουφότητας κλπ του δανεισθέντος οπότε και επέρχεται είτε

ολοκληρωτική και απόλυτη ακυρότητα της καταπλεονεκτικής δικαιοπραξίας κα-

τά τον κανόνα της ΑΚ 181 είτε μερική ακυρότητα οπότε αφού προσδιορισθεί

ακριβώς η μεταξύ παροχής και αντιπαροχής αναλογία η δικαιοπραξία είναι αι-

σχροκερδής και άκυρη κατά το υπερβάλλον

Η προβολή της ακυρότητας από εκείνον που μετήλθε την εκμετάλλευση

μπορεί να αποκρουσθεί με την ένσταση της ΑΚ 281 Αυτό μπορεί να συμβεί όταν

το δικαίωμα ακυρώσεως ασκείται καθυστερημένα εφ΄ όσον όμως συντρέχουν

και άλλα περιστατικά74

Οι παροχές που έγιναν σε εκπλήρωση της καταπλεονεκτικής υποσχετικής

συμβάσεως μπορούν να αναζητηθούν είτε με διεκδικητική αγωγή είτε με αγωγή

αδικαιολόγητου πλουτισμού Αυτός που ζημιώθηκε από την αισχροκερδή δικαιο-

πραξία δικαιούται εφ΄ όσον συντρέχουν οι όροι των ΑΚ 919 και ΑΚ 914 και απο-

ζημιώσεως

71 ΑΠ 9362007 72 ΜΠΑΛΗΣ 1944191 73 ΜΠΑΛΗΣ op cit 74 Για την προστασία των καλόπιστων τρίτων μέσω της ΑΚ 281 βλ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012232 επ

35 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ ΣΤ ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ Γενικές Αρχές Αστικού Δικαίου Π Ν Σάκκουλας 2012 ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ ΣΤ ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ndash ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟΣ ΠΑΝ ΜΙΧΑΗΛ Αστικός Κώδικας κατ΄ άρ-

θρο ερμηνεία τόμος Ι Π Ν Σάκκουλας 1978 ΛΑΔΑΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ Α Η ακυρότητα της δικαιοπραξίας λόγω αντιθέσεως εις τα χρη-

στά ήθη χό Θεσσαλονίκη 1979 ΛΙΤΖΕΡΟΠΟΥΛΟΣ Γ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ Η Νομολογία ως παράγων διαπλάσεως του ιδιωτικού

δικαίου Θεσσαλονίκη 1932 ΜΠΑΛΗΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ Α Γενικαί αρχαί του Αστικού Δικαίου Παπαζήσης 1944 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ ΑΛ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ Οι καταπλεονεκτικές δικαιοπραξίες Σάκκουλας Αντ

Ν 1983 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ ΑΛ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ Δικαιοπραξιες αντίθετες προς τα χρηστά ήθη Σάκ-

κουλας Αντ Ν 2012 ΠΑΠΑΣΤΕΡΙΟΥ Η ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ Αστικό Δίκαιο Επιτομή Εκδόσεις Σάκκουλα ΑΕ 2010 ΣΠΥΡΙΔΑΚΗΣ Σ ΙΩΑΝΝΗΣ Εγχειρίδιο Αστ Δικαίου 1 - Γενικές Αρχές Αντ Ν Σάκκου-

λας 2004 ΤΕΛΛΗΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ Δ Ρήτρα μετασυμβατικής απαγόρευσης ανταγωνισμού στο δί-

καιο εταιρειών και επιχειρήσεων λειτουργία και δικαστικός έλεγχος του περιε-χομένου της Εκδόσεις Σάκκουλα ΑΕ 2007

ΤΟΥΣΗΣ ΧΡ ΑΝΔΡΕΑΣ Γενικαί Αρχαί του Αστικού Δικαίου μετʹ εισαγωγής εις το δίκαι-ον εν γένει Αφοί Σάκκουλα 1978

ΤΡΙΑΝΤΟΣ Τ ΝΙΚΟΛΑΟΣ Δικαιοπραξιες Νομική Βιβλιοθηκη 2011 ΤΡΙΑΝΤΟΣ Τ ΝΙΚΟΛΑΟΣ Αστικό Δίκαιο-Επιτομή Νομική Βιβλιοθήκη 2013 ΦΙΛΙΟΣ ΧΡ ΠΑΥΛΟΣ Γενικές Αρχές Αστικού Δικαίου Εκδόσεις Σάκκουλα ΑΕ 2011 ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΕΙΣ ΑΝΔΡΟΥΛΙΔΑΚΗ-ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗ ΙΣΜΗΝΗ Η αντίθεση της διαθήκης στα χρηστά ήθη ΝοΒ

301234 ΠΕΛΕΝΗ-ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ Α Η αντιμετώπιση από τη νομολογία του άρθρου 179 περ

α΄ ΑΚ ΕλλΔνη 199459 ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟΣ ΠΑΝ ΜΙΧΑΗΛ-ΛΑΔΟΓΙΑΝΝΗΣ ΓΕΩΡ Κριτήρια αντίθεσης συμφώνου

προτίμησης προς τα χρηστά ήθη (γνμδ) ΧρΙΔ 1263 ΤΟΥΣΗΣ ΧΡ ΑΝΔΡΕΑΣ Η έννοια των χρηστών ηθών ΕΕΝ 231956 ΦΑΣΟΥΛΑΣ ΖΗΣΗΣ Η απάτη και η ακυρότητα της δικαιοπραξίας ως αντίθετη στα

χρηστά ήθη ΠοινΧρ 921032

36 36

  • 2 Συμβατική ελευθερία και γενικές ρήτρες
  • 4 Κριτήρια προσδιορισμού των χρηστών ηθών
    • Μια πρώτη κατηγοριοποίηση όμως αντίθεσης στα χρηστά ήθη μπορεί να γίνει με βάση το αν αυτή προκύπτει από το περιεχόμενο τους
      • 10 Ακυρότητα
      • α Απόλυτη ή σχετική
      • β Συνολική ή μερική
      • γ Ακυρότητα στις αιτιώδεις και αναιτιώδεις δικαιοπραξίες
      • 11 Δικονομική μεταχείριση
      • 12 Επίγραμμα

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

μία Αθηνών laquoγια πλήρη θετικοποίηση του συνόλου των αρχών των πράγματι α-

ξιών σεβασμού και καθολικής αναγνώρισης για κάθε έλλογο άτομοhellipraquo

Μπορούν όμως αυτές οι αξίες τα ατομικά δικαιώματα να laquoτριτενεργήσουνraquo στο

ιδιωτικό Δίκαιο δεν περιορίζεται έτσι η ιδιωτική αυτονομία των συμβαλλομένων

6 Η έμμεση τριτενέργεια των συνταγματικών διατάξεων

Ιστορικά γενικά τα ατομικά δικαιώματα (είτε αυτά απορρέουν από αναθε-

ωρήσιμες ή μη διατάξεις) υπήρξαν δικαιώματα αμυντικά έναντι της αυθαιρεσίας

του κράτους12 Στο πεδίο του ιδιωτικού δικαίου και χάριν της αυτονομίας του οι

σχέσεις μεταξύ των ιδιωτών ήταν ρυθμισμένες με βάση κανόνες του ιδιωτικού δι-

καίου και ουδεμία συζήτηση εγένετο για τριτενέργεια τους Βεβαίως καθόσον τα

ατομικά δικαιώματα αποτελούν αξιολογήσεις του συντακτικού νομοθέτη ουδεμία

διάταξη ιδιωτικού δικαίου δεν μπορεί να αντιφάσκει προς το αξιολογικό τους σύ-

στημα

Μια άμεση όμως εφαρμογή τους στο ιδιωτικό δίκαιο θα αναιρούσε τη συμ-

βατική ελευθερία και θα αντιστρατευόταν τον ίδιο το συντακτικό νομοθέτη αφού

στο Σύνταγμα διακηρύσσεται επίσης η ελευθερία ανάπτυξης της προσωπικότητας

και η προστασία της ιδιωτικής οικονομικής πρωτοβουλίας η οποία όμως δεν πρέ-

πει να αναπτύσσεται σε βάρος της ελευθερίας και της ανθρώπινης αξιοπρέπειας

Βεβαίως μετά την αναθεώρηση του Συντάγματος το 2001 προσετέθη στο άρθρο

25 παρ1 το εδάφιο σύμφωνα με το οποίο laquoτα δικαιώματα του ανθρώπου ισχύ-

ουν και στις σχέσεις ιδιωτών στις οποίες προσιδιάζουνraquo και έτσι μέρος της θεωρί-

ας ερμηνεύει τη διάταξη αυτή ως laquoάμεσηraquo ισχύ των ατομικών δικαιωμάτων στις

σχέσεις μεταξύ των ιδιωτών13

Ορθότερα όμως και όπως θα αναλυθεί κατωτέρω τα δικαιώματα αποτελούν

ένα έμμεσο αξιολογικό κριτήριο το οποίο οφείλει ο ερμηνευτής να λαμβάνει υπrsquo

όψιν του κατά τη συγκεκριμενοποίηση των αόριστων νομικών εννοιών και των

γενικών ρητρών των νόμων όπως εδώ της διάταξης του ΑΚ178

12 Βλ ΠΔ ΔΑΓΤΟΓΛΟΥ Ατομικά Δικαιώματα σελ 84 και επ 13 Βλ ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟ Επιτομή Γενικού Ενοχικού σελ10 και ΦΙΛΙΠΠΟ ΣΠΥΡΟΠΟΥΛΟ Θεμελιώδη Δικαιώ-

ματα Γενικό Μέρος που μάλλον αμφιβάλλει για την άμεση τριτενέργεια των 8 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

Εξάλλου αν το Σύνταγμα αλλά και οι Ευρωπαϊκές Συμβάσεις εγγυώνται και

προστατεύουν τα ατομικά δικαιώματα αυτό προϋποθέτει ότι αυτά ενεργούν όχι

μόνο έναντι του κράτους αλλά έναντι όλων

Επομένως αν και η διαφοροποίηση των φύλων δεν απαγορεύεται κατrsquo αρ-

χήν στις ιδιωτικές σχέσεις μια άκρως δυσμενής μεταχείριση ενός προσώπου λόγω

του φύλου του θα μπορούσε να οδηγήσει σε ακυρότητα λόγω αντίθεσης στα χρη-

στά ήθη σύμφωνα με το άρθρο 178 ΑΚ Δηλαδή ο διαθέτης έχει κατrsquo αρχήν με βά-

ση την αρχή της ελευθερίας του διατιθέναι το δικαίωμα να επιλέξει ως τιμώμενο

κάποιον αποκλειστικά λόγω φύλου όμως η αντίθεση στα χρηστά ήθη θα θεμελιώ-

νεται μόνο όταν επιπλέον συντρέχει στο πρόσωπο του θιγομένου από την διαθήκη

το στοιχείο της ευλόγου προσδοκίας όπως αν πρόκειται για νόμιμο κληρονόμο14

Συμπερασματικά θα μπορούσαμε να υποστηρίξουμε ότι μια τέτοια θεώ-

ρηση του Συντάγματος και των υπερθετικών δικαιϊκών Αρχών που αυτό ενσω-

ματώνει και κατοχυρώνει πράγματι θα μπορούσε να εξηγήσει πειστικά και να

δικαιολογήσει όχι μόνο αποφάσεις αλλά και νόμους που εγείρουν συζητήσεις για

την αντίθεση τους ή μη στα χρηστά ήθη θα δικαιολογούσε την αναλογία δικαίου

στην οποία ενίοτε καταφεύγει η νομολογία μας για να καλύψει το δισταγμό του

νομοθέτη που δεν έχει δώσει ρητά λύση σε ζητήματα και προβλήματα που απορ-

ρέουν από τα κενά δικαίου που συνδέονται με νέα μορφώματα είτε αυτά είναι νο-

μικά αναγνωρισμένα είτε όχι15

14 Βλ ΠΔΔΑΓΤΟΓΛΟΥ Η τριτενέργεια των ατομικών δικαιωμάτων ΝοΒ 30780 και επ 15 Βλ όμως και υπrsquo αριθμόν 21712002 απόφαση του Εφετείου Αθηνών με παρατηρήσεις

ΓΛέκκα η οποία εξαφάνισε πρωτόδικη απόφαση που είχε δεχθεί αγωγή της μητέρας για ανα-γνώριση των παιδιών της που γεννήθηκαν με ετερόλογη τεχνητή σπερματέγχυση στην οποία ο μόνιμος σύντροφός της είχε συγκατατεθεί με το σκεπτικό ότι δεν πληρούνται οι προυποθέσεις για κατrsquo αναλογία εφαρμογή του άρθρου 1471 παρ2 εδ2 επειδή σαφώς προϋποθέτει γάμο και επαλλήλως διότι η αναλογία εδώ είναι ανεπίτρεπτη καθώς η συμφωνία εγγάμων που συζούν σε ελεύθερη ένωση για την απόκτηση ξένου βιολογικά τέκνου είναι άκυρη ως αμφιμερώς αντί-θετη στα χρηστά ήθη σύμφωνα με το άρθρο 178ΑΚ Όπως όμως σωστά αντιτάσσει ο ΓΛέκκας η νομολογία εφαρμόζει αναλογικά διατάξεις που αφορούν την έγγαμη συμβίωση και στην ε-λεύθερη ένωση αναγνωρίζοντας στους συμβιούντες δικαιώματα ενώ δικαιολογείται λόγω της αλματώδους ανάπτυξης της τεχνολογίας ως προς την υποβοήθηση της ανθρώπινης αναπαρα-γωγής η πλήρωση από το δικαστή του κενού δικαίου ως προς τη συγγένεια με την καθιέρω-ση της laquoκοινωνικοσυναισθηματικής συγγένειαςraquo η οποία εν μέρει είναι ήδη θετικοποι-ημένη μέσω των συνταγματικών αρχών της προστασίας της αξιοπρέπειας και της προ-σωπικότητας του κάθε παιδιού ανεξάρτητα από τον τρόπο σύλληψής του Τέλος όπως επι-σημαίνει ότι και ενόψει του παιδοκεντρικού χαρακτήρα του οικογενειακού δικαίου και κατrsquo αναλογία με την πάγια νομολογία των δικαστηρίων μας που δεν εξετάζουν αν οι εξώγαμες σχέσεις είναι αντίθετες στα χρηστά ήθη σε περίπτωση που η σχετική περιουσιακή επίδοση δε συνιστά αδικαιολόγητη περιφρόνηση προς τα εγγύτατα πρόσωπα της οικογένειας του διαθέτη δεν θα πρέπει να εξετάζεται αν οι εξώγαμες σχέσεις είναι αντίθετες στα χρηστά ήθη όταν δίδεται συγκατάθεση για τεχνητή γονιμοποίηση Παρά τα ανωτέρω σημειώνουμε ότι

9 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

Εξάλλου το Σύνταγμα προστατεύει μεν το γάμο όμως όπως προκύπτει από

τη διατύπωσή του προστατεύει αυτοτελώς και την οικογένεια ανεξάρτητα από

το αν αυτή στηρίζεται σε γάμο σε σύμφωνο συμβίωσης ή σε ελεύθερη ένωση διό-

τι ακριβώς αν ο συνταγματικός νομοθέτης ήθελε να περιορίσει τη θεσμική εγγύη-

ση μόνο στο γάμο θα ήταν περιττή η επιπλέον ξεχωριστή μνεία στην οικογένεια

Σε κάθε περίπτωση η ελεύθερη ένωση μάλλον προστατεύεται και με βάση το άρ-

θρο 5 παρ1 που κατοχυρώνει την ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας16

Ακόμα λοιπόν και αν η αναγνώριση και προστασία τέτοιων σχέσεων αφορά

μόνο το κράτος η αναγνώριση αυτή έχει νομική σημασία για το σύνολο της εννό-

μου τάξεως διότι περιέχει ένα αξιολογικό κριτήριο το οποίο λαμβάνεται υπrsquo όψιν

κατά την συγκεκριμενοποίηση αόριστων εννοιών όπως πχ αυτή της οικογένειας

της συγγένειας και συνακόλουθα των σχετικών με αυτές γενικών ρητρών όπως

εδώ των χρηστών ηθών

Τέλος αξίζει να επισημανθεί ότι βεβαίως το Σύνταγμα ως θεμελιώδης υπέρ-

τατος γενικός καθολικός και αυστηρός νόμος δυσχερώς αναθεωρείται αφού

συνδέεται άρρηκτα με το πολίτευμα και την κρατική εξουσία και υιοθετεί αρχές

και κανόνες με στόχο τη μακροπρόθεσμη διακυβέρνηση της πολιτείας Ωστόσο ο

συνεχής μετασχηματισμός των κοινωνιών απαιτεί για να μην παραμείνει το Σύ-

νταγμα laquoνεκρό γράμμαraquo -αφού ορθά δεν αναθεωρείται εύκολα- αφrsquo ενός να συ-

μπορεύεται με το διεθνές δίκαιο17 και αφrsquo ετέρου να ερμηνεύεται ώστε να αντα-

νακλά τον πολιτισμό τις αξίες και τις δικαιϊκές αρχές ακολουθώντας τις σύγχρο-

νες εξελίξεις18

7 Κατηγοριοποίηση ανήθικων δικαιοπραξιών

Η πράξη έχει δείξει ότι η αντίθεση στα χρηστά ήθη συνήθως διαγιγνώσκεται

λόγω της συνδρομής πλειόνων συγχρόνως αρνητικών παραγόντων που δρουν

ο Άρειος Πάγος επικύρωσε την εν λόγω Εφετειακή απόφαση υιοθετώντας το σκεπτικό της με την υπrsquo αριθμόν 142004 απόφασή του

16 Βλ ΠΦΙΛΙΟ Οικογενειακό Δίκαιο σελ37 17 Ήδη έχει προβλεφθεί συνταγματικά στο άρθρο 2 παρ2 18 Βλέπε συγκριτικά μεταξύ άλλων και το πολύ ενδιαφέρον δόγμα του laquoliving treeraquo που αφορά

τη ζωντανή εξελικτική ερμηνεία του Συντάγματος όπως αυτή αναπτύχθηκε από το Α-νώτατο Δικαστήριο του Καναδά σε παλαιότερη απόφαση του για το γάμο μεταξύ ομοφύ-λων (2004) όπου σε ερώτημα που του τέθηκε για την αντίθεση ή όχι του πολιτικού γάμου με το Σύνταγμα υποστήριξε ότι οι παγωμένες στο χρόνο συνταγματικές ερμηνείες έρχονται σε πλήρη αντίθεση με το δόγμα του living tree (3 SCR 698 2004 Supreme Canadian Court 79)

10 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

από κοινού στο πλαίσιο της ίδιας δικαιοπραξίας χωρίς αυτό να αποκλείει τον α-

νήθικο χαρακτήρα μιας δικαιοπραξίας εξ ενός και μόνο στοιχείο όπως κυρίως στις

περιπτώσεις που προσβάλλεται η αξίας του ανθρώπου (πχ ρήτρα αγαμίας απα-

γόρευσης εργασίας κλπ)

Μια πρώτη κατηγοριοποίηση όμως αντίθεσης στα χρηστά ήθη μπορεί να

γίνει με βάση το αν αυτή προκύπτει από το περιεχόμενο τους

Η ανηθικότητα ων δικαιοπραξιών μπορεί να προκύπτει

α Από το ίδιο το περιεχόμενό τους

Πρόκειται για τη λεγόμενη laquoενδογενήraquo ανηθικότητα όπου το περιεχόμενο

τους καθrsquo εαυτό και αντικειμενικά αντιτίθεται σε αξίες των οποίων η έννομη

τάξη επιδιώκει την πραγμάτωση Χαρακτηριστικές περιπτώσεις αυτής της

κατηγορίας είναι κυρίως οι συμβάσεις οι οποίες ενέχουν υπέρμετρη δέσμευ-

ση της προσωπικής ελευθερίας των συμβαλλομένων Στην έννοια της ελευ-

θερίας περιλαμβάνονται και όλα τα συνταγματικώς κατοχυρωμένα δικαιώ-

ματα όπως η ελευθερία εγκατάστασης το δικαίωμα στην ιδιωτική ζωή η ε-

λεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας

Στις περιπτώσεις αυτές όπως και στις περιπτώσεις του άρθρου 174 ΑΚ δεν

τίθεται ζήτημα μομφής κατά των δικαιοπρακτούντων διότι ο χαρακτήρας

του ανήθικου προσδίδεται εδώ από κριτήρια συνυφασμένα με την συνταγ-

ματικά κατοχυρωμένες αξίες της ελεύθερης ανάπτυξης της προσωπικότητας

της αξιοπρέπειας του ανθρώπου

β Από το σκοπό της δικαιοπραξίας

Πρόκειται για τη λεγόμενη laquoεξωγενήraquo ανηθικότητα που διαγιγνώσκεται με

αξιολόγηση και όλων των συνοδευουσών αυτή συνθηκών και περιστάσεων

όχι μόνο υποκειμενικής φύσεως όπως η πρόθεση εκμετάλλευσης του δια-

πραγματευτικά ασθενέστερου αντισυμβαλλόμενου η γνώση κρίσιμων συνο-

δευτικών περιστατικών (δωρεά μη μεταγεγραμμένη) ή σκοπός η δικαιοπρα-

ξία να βλάψει τα συμφέροντα της ολότητας ή τρίτων αλλά και αντικειμενι-

κής φύσεως περιστάσεων με χαρακτηριστικά εδώ παραδείγματα την αδυ-

ναμία εικονικού εγγυητή να ανταποκριθεί σε αναλαμβανόμενη υποχρέωση

αλλά κυρίως την αναλυόμενη κατωτέρω καταπλεονεκτική δικαιοπραξία

γ Από το συνδυασμό του περιεχομένου της δικαιοπραξίας με το σκοπό

και τα κίνητρα που ώθησαν τον δικαιοπρακτούντα σε ενιαίο σύνολο

11 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

όπως πχ δωρεά σε πρόσωπο με το οποίο ο δωρητής διατηρούσε ανήθικες

σχέσεις ή ακόμα χαρακτηριστικότερα η λεγομένη διαθήκη της ερωμένης19

Στις περιπτώσεις αυτές τα κίνητρα ο σκοπός και τα ελατήρια που ώθησαν

στην εν λόγω δικαιοπραξία ανάγονται στα παραγωγικά αίτια της βούλησης

του διαθέτη ή δωρητή αντίστοιχα και καθίσταται έτσι δυσχερής ο σχηματι-

σμός δικανικής πεποίθησης για πραγματικά περιστατικά που αποτελούν το

αντικείμενο της αντίθεσης στα χρηστά ήθη

Αυτό όμως σημαίνει ότι γα τη διερεύνηση της δικαιοπρακτικής βούλησής

του υπεισερχόμαστε και στον τρόπο ζωής του δωρητή ή του διαθέτη κιν-

δυνεύοντας να αξιολογήσουμε την αντίθεση στα χρηστά ήθη όχι με γνώμονα

την αντίθεση της στα χρηστά ήθη αλλά τη γενικότερη αντίληψή μας ότι ο εν

λόγω συμβαλλόμενος διήγε βίο ανήθικο Αυτό όμως αποτελεί μια ανεπίτρε-

πτη και επικίνδυνη γενίκευση που μας αποπροσανατολίζει από το ζητούμε-

νο20

Κατά κανόνα η ελληνική νομολογία δεν εξετάζει ndashορθά- αν οι εξώγαμες ερω-

τικές σχέσεις είναι αντίθετες ή μη στα χρηστά ήθη Ορθώς διότι όπως ανω-

τέρω αναφέρθηκε η εν γένει ανήθικη συμπεριφορά του διαθέτη δεν επιδρά

στο κύρος της δικαιοπραξίας αν αυτή δεν έγινε από ευτελή κίνητρα

Παραδόξως όμως η νομολογία έχει εισαγάγει ένα άλλο κριτήριο εξίσου αμ-

φίβολο συγκρίνοντας το δεσμό του διαθέτη με την οικογένεια του και τις

σχέσεις του με πρόσωπα εκτός οικογενείας

Έτσι συνήθως γίνεται δεκτό ότι ακόμα και αν ο διαθέτης καταλείπει περιου-

σία σε πρόσωπο με το οποίο τελεί σε σχέση παλλακείας η διαθήκη δεν αντί-

κειται στα χρηστά ήθη εκτός εάν συνιστά εκδήλωση αδικαιολόγητης περι-

φρόνησης προς εγγύτατα πρόσωπα της οικογένειας του που μπορεί να είναι

και τα αδέλφια του21

19 Η αρχική διάκριση του ανήθικου των δικαιοπραξιών στο βιβλίο του Π ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ laquoΔικαιο-πραξίες αντίθετες στα χρηστά ήθηraquo εντάσσει και την εν λόγω τρίτη κατηγορία στη β Εδώ προ-κειμένου να αναδειχθεί η ιδιαιτερότητα της συγκεκριμένης κατηγορίας και η δυσκολία διάκρι-σης της αντίθεσης της στα χρηστά ήθη προτιμάται η υποκατηγοριοποίηση του ΒΟΥΖΙΚΑ (Κλη-ρονομικό Δίκαιο σελ667 και επ) όπως αυτή έχει διαμορφωθεί ιδίως για τις διαθήκες από τη νομολογία

20 Βλ και ΙΣΜΗΝΗ ΑΝΔΡΟΥΛΙΔΑΚΗ-ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗ laquoΗ αντίθεση της διαθήκης στα χρηστά ήθηraquo ΝοΒ30 1236

21 Βλ και ΑΠ2311982 Α Τμήμα όπου ο διαθέτης κατέστησε μόνους κληρονόμους τη σύζυγο και την κόρη του ενώ με κληροδοσία κατέλειπε ανώνυμες μετοχές στην γραμματέα του με την ο-ποία διατηρούσε ερωτικές σχέσεις Παράλληλα όμως της είχε δωρίσει εν ζωή χρήματα για αγο-

12 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

Η αξιολόγηση αυτή αντιβαίνει στην ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότη-

τας του διαθέτη εφόσον πλην της νομίμου μοίρας ο διαθέτης δικαιούται να

καταλείπει την υπόλοιπη περιουσία του σε τρίτα πρόσωπα Ούτε βέβαια το

ηθικό καθήκον προς άπορους ή μειονεκτούντες συγγενείς μπορεί να αναχθεί

σε νομική υποχρέωση

Το κριτήριο της ανηθικότητας δεν είναι η περιφρόνηση του διαθέτη προς τη

νόμιμη οικογένειά του όπως αυτή ερμηνεύεται από τη νομολογία αλλά το

αν η κατάληψη στην ερωμένη καθεαυτή γίνεται για ταπεινά κίνητρα ή για

λόγους ευγνωμοσύνης Στην πρώτη περίπτωση καταφανώς η διαθήκη αντί-

κειται στα χρηστά ήθη στη δεύτερη όμως οφείλει η έννομη τάξη να την ανε-

χτεί ως αναφαίρετο δικαίωμα του διαθέτη να συνδέεται ψυχικά με άλλους

πλην της οικογένειας με τη στενή έννοια22 αναγνωρίζοντας ότι ακόμα και

σε ένα πλαίσιο μιας ίσως μη ηθικής σχέσης τα μέρη αυτής διαθέτουν αξιο-

πρέπεια και ευγενή κίνητρα

8 Τα ενδιάμεσα σκαλοπάτια κατηγοριοποίησης των ανήθικων δικαιο-

πραξιών

Λόγω ακριβώς της αοριστίας της ρήτρας των χρηστών ηθών του άρθρου

178ΑΚ (σε αντίθεση με το άρθρο 179ΑΚ) είναι αδύνατο αυτή στη συγκεκριμένη

μορφή της να καταστεί ένα ρυθμιστικό πρότυπο στο οποίο θα μπορεί απευθείας

να ενταχθεί η υπό κρίση δικαιοπραξία

Για το λόγο αυτή η επιστήμη με τη μορφή ενός κινητού συστήματος23 α-

ντλώντας το υλικό της από την πλούσια νομολογία αλλά και από τη δογματική

και δικαιοσυγκριτικά δεδομένα δημιουργεί ενδιάμεσα κριτήρια laquoσκαλοπάτιαraquo

ήτοι τυποποιημένα ειδικά πραγματικά που διευκολύνουν την ασφαλή και ελέγξι-

μη ένταξη της κρινόμενης δικαιοπραξίας στο ρυθμιστικό πεδίο της συγκεκριμένης

ρήτρας

ρά ακινήτων κοσμήματα φορέματα κλπ μεγάλης αξίας Όμως καθώς η συνολική περιουσία που κατέλιπε στους νόμιμους κληρονόμους του υπερκάλυπτε τη νόμιμη μοίρα και επιπρόσθετα επειδή οι λοιποί συγγενείς του δεν είχαν ανάγκη οικονομικής ενίσχυσης το Δικαστήριο έκρινε ότι η διαθήκη δεν αποτελούσε εκδήλωση περιφρόνησης προς τη νόμιμη οικογένειά του

22 Για την έννοια της οικογένειας βλ και ΠΑΤΕΡΑΚΗ σελ292-303 laquoη προβληματική του όρου οικογέ-νειαraquo

23 βλΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ ως άνω 13 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

Βέβαια ακόμα και στις περιπτώσεις αυτές οι εν λόγω ομάδες δεν είναι οριο-

θετημένες σαφώς μεταξύ τους καθώς ενίοτε το βασικό αξιολογικό στοιχείο το ο-

ποίο αναδεικνύει την αντίθεση στα χρηστά ήθη μπορεί να εμφανίζεται και σε μια

άλλη ομάδα να επικαλύπτονται ή να αλληλοαποκλείονται όπως για παράδειγμα

το στοιχείο της ανισότητας των συμβαλλομένων απαντά και στην καταδυναστευ-

τική αλλά και στην καταπλεονεκτική δικαιοπραξία

Συγκεκριμένα24

α Δικαιοπραξίες για τις οποίες επαπειλείται ακυρότητα προς σκοπόν

την προστασία των συμφερόντων του αντισυμβαλλόμενου

Εδώ υπάγονται

(1) Οι περιπτώσεις των καταδυναστευτικών συμβάσεων οι οποίες απο-

τελούν με τα ειδικότερο πραγματικό τους ξεχωριστή ομάδα αντίθεση

στα χρηστά ήθη (179 ΑΚ)

(2) Αυτές που θέτουν εν κινδύνω το δικαίωμα της αυτοδιάθεσης σε ζη-

τήματα απολύτως ελεύθερης επιλογής του προσώπου όπως αυτές

που οδηγούν στη δέσμευση του αναφορικά με ζητήματα για τα οποία

πρέπει να μείνει ελεύθερο από κάθε εξαναγκασμό αρχή σύμφωνα με το

Σύνταγμα αλλά και την αρχή της προστασίας της προσωπικότητας του

άρθρου 57ΑΚ όπως η διάταξη τελευταίας βουλήσεως που καταλείπει

υπό την αίρεση της αγαμίας τη θρησκείας της αλλαγής τόπου κατοικί-

ας της επιλογής συγκεκριμένου επαγγέλματος

(3) Κάθε δικαιοπραξία που εμπορευματοποιεί αποφάσεις αναγόμενες

στη σφαίρα της απολύτου ελευθερίας του προσώπου ή την άσκηση

επιβαλλομένου από την ηθική καθήκοντος Εδώ κυρίως η απαξία

προσδίδεται λόγω της συμφωνίας για παροχή αμοιβής ή γενικότερα

περιουσιακής φύσεως ωφελημάτων ως μέσο επίδειξης από τον αντι-

24 Για μια διαφορετική κατηγοριοποίηση περιεκτικότερη και ίσως ευκρινέστερη βλ και Γνωμο-δότηση ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟΥ-ΛΑΔΟΓΙΑΝΝΗ με αντικείμενο τα laquoΚριτήρια αντίθεσης συμφώνου προτίμησης στα χρηστά ήθηraquo ΧρΙδΔ ΙΒ2012 όπου μνημονεύονται πέντε κύριες κατη-γορίες-κριτήρια ήτοι 1) η υπερβολική δέσμευση της ελευθερίας του προσώπου 2) η καταπλεονέκτηση (179β ΑΚ) 3) η εκμετάλλευση μιας θέσης ισχύος που μπορεί να έχει κάποιος στην αγορά 4) η πρόκληση βλάβης σε τρίτους και 5) η σοβαρή δυσαναλογία παροχής και αντιπαροχής Εδώ ακολουθήθηκε η κατηγοριοποίηση του Π ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ η οποία είναι μεν υπεραναλυτική αλλά ταυτόχρονα περιλαμβάνει κατrsquo εκτίμηση όλες τις μέχρι τώρα εμφανισθείσες περιπτώσεις αντιθέσεως στα χρηστά ήθη

14 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

συμβαλλόμενο συμπεριφοράς που ανάγεται στη σφαίρα της απολύτου

ελευθερίας του ή από επιβαλλόμενα από την ηθική καθήκοντα

(4) Κάθε δικαιοπραξία που οδηγεί σε υπέρμετρη επιβάρυνση του συναλ-

λακτικά ασθενέστερου και ιδίως του εγγυητή Εδώ πέραν των κλα-

σικών καταπλεονεκτικών συμβάσεων ανήκουν κυρίως οι laquoοιονεί οι-

κογενειακές εγγυήσειςraquo όπου πρόσωπα στερούμενα περιουσίας ώστε

να αναλάβουν υποχρεώσεις συνάπτουν συμβάσεις εγγυήσεως με το

δανειστή μέλους της οικογένειας τους Η νομική σκέψη που δικαιολο-

γεί εδώ την ανηθικότητα έγκειται στην ανάληψη υπέρμετρων συμβα-

τικών επιβαρύνσεων που δεν ανάγονται στην πραγματικά ελεύθερη

δικαιοπρακτική βούληση του εγγυητή ο οποίος πράττει τούτο κοινω-

νικοτυπικά λόγω της συγγενικής σχέσης ευρισκόμενος σε μειονεκτική

διαπραγματευτικά θέση έναντι του δανειστή

β Δικαιοπραξίες για τις οποίες επαπειλείται ακυρότητα προς σκοπόν

την προστασία των συμφερόντων τρίτων

Εδώ υπάγονται

(1) Δικαιοπραξίες προς ματαίωση ήδη θεμελιωμένων ενοχικών απαιτή-

σεων τρίτων όπου η βλάβη του αντισυμβαλλομένου προκαλείται από

την καταχρηστική άσκηση της συμβατικής ελευθερίας Εδώ υπάγονται

η παρώθηση κάποιου σε αθέτηση των συμβατικών υποχρεώσεων του

η απόσπαση προσωπικού που βρίσκεται σε υπηρεσία άλλου

(2) Δικαιοπραξίες προς βλάβη των περιουσιακών συμφερόντων των δα-

νειστών όπου αντικείμενο δεν είναι συγκεκριμένα αλλά γενικά τα πε-

ριουσιακά συμφέροντα τρίτων που παραπλανόνται σε σχέση με την

πιστοληπτική ικανότητα του αντισυμβαλλομένου τους

(3) Δικαιοπραξίες που καταχρώνται τη θέση εμπιστοσύνης έναντι τρί-

του με κλασικό παράδειγμα της κατηγορίας αυτής που αντιπρόσωπος

κάποιου συμβάλλεται με τρίτο κατά τρόπο ώστε να βλάψει τα συμφέ-

ροντα του εντολέως του

(4) Συμφωνίες περί μη θεματισμού σε δημόσιο πλειστηριασμό ή υποβο-

λής προσφοράς μέχρι ορισμένου ποσού όταν η συμφωνία είναι πρό-

σφορη να βλάψει τα συμφέροντα είτε του οφειλέτη είτε των δανει-

στών

15 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

γ Δικαιοπραξίες για τις οποίες επαπειλείται ακυρότητα προς σκοπόν

την προστασία των συμφερόντων της ολότητας

Εδώ ανήκουν προεχόντως δικαιοπραξίες που αντιβαίνουν σε συνταγ-

ματικής κυρίως φύσεως επιταγές και κυρίως

(1) Δικαιοπραξίες που προσβάλλουν τη συνταγματική τάξη όπως αυτές

που ενέχουν αθέμιτο περιορισμό του δικαιώματος αυτοδιάθεσης του

προσώπου

(2) Δικαιοπραξίες που διαταράσσουν την εύρυθμη λειτουργία του κρά-

τους και των Υπηρεσιών του όπως αυτές που σκοπούν στη διευκό-

λυνση παρανόμων πράξεων συμβάσεις με τις οποίες επιδιώκεται η

φοροδιαφυγή κλπ

(3) Δικαιοπραξίες που διαταράσσουν την οικονομική τάξη όπως αυτές

που παρακωλύουν εμποδίζουν ή περιορίζουν την ελεύθερη λειτουργία

του ανταγωνισμού στο μέτρο που δεν υπάγονται στις απαγορευτικές

διατάξεις των άρθρων 1 και 2 του Ν39592011

(4) Δικαιοπραξίες που προσβάλλουν τα σεξουαλικά ήθη και την οικογε-

νειακή τάξη Μολονότι συντελείται σημαντική μεταβολή της στάσης

της έννομης τάξης ως προς τα ζητήματα αυτά εδώ υπάγονται κυρίως

συμφωνίες για την επrsquo ανταλλάγματι τέλεση σεξουαλικής πράξης ως

αντικείμενης στην αξιοπρέπεια του ατόμου συμφωνίες που προ-

σκρούουν στην ηθική ουσία του γάμου ή τη συγγένεια όπως η συμφω-

νία αμοιβής για σύναψη εικονικού γάμου οι συμφωνίες μεσολάβησης

για εύρεση κυοφόρου γυναίκας και πώλησης γενετικού υλικού κλπ

(5) Δικαιοπραξίες που αντιτίθεται στο επαγγελματικό ήθος όπως συμ-

φωνίες για προσπόριση τίτλου ή αξιώματος έναντι οικονομικού ανταλ-

λάγματος (υποβοήθηση σε συγγραφή διδακτορικής διατριβής) συμ-

φωνίες πωλήσεως δικηγορικών γραφείων (κυρίως από τη γερμανική

νομολογία) όταν in concreto δικαιολογείται ο φόβος ότι ο νέος διευ-

θύνων θα το διευθύνει με τρόπο που δε συνάδει στις απαιτήσεις της

εύρυθμης απονομής της δικαιοσύνης κλπ

9 Κρίσιμος χρόνος διαγνώσεως της αντίθεσης στα χρηστά ήθη

16 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

Κατά την κρατούσα γνώμη κρίσιμος χρόνος για την κρίση της αντίθεσης μιας

δικαιοπραξίας στα χρηστά ήθη είναι ο χρόνος κατάρτισής της διότι η ανηθικότη-

τα ή μη μιας δικαιοπραξίας δεν μπορεί παρά να κρίνεται με βάση τις ισχύουσες

κατά την κατάρτισή της ηθικές και θεμελιώδεις αρχές

Περαιτέρω όμως ορθότερο είναι να δεχθεί κανείς ότι η μεταβολή και εξέλιξη

της έννοιας των χρηστών ηθών δεν μπορεί αναδρομικά να επηρεάσει προς το χεί-

ρον την αξιολόγηση της ρυθμίσεως που όταν συνήφθη τα μέρη πίστευαν ότι είναι

σύμφωνη με τα χρηστά ήθη εκτός αν πρόκειται για σύμβαση διαρκείας οπότε

πλέον τα αποτελέσματά της αντίκεινται στα χρηστά ήθη όπως αυτά θα έχουν δι-

αμορφωθεί

Αντίθετα όταν μια δικαιοπραξία ήταν αντίθετη στα χρηστά ήθη κατά το χρό-

νο σύνταξη της αλλά λόγω μεταβολής της ερμηνείας των χρηστών ηθών ή λόγω

μεταβολής των πραγματικών περιστατικών πλέον το περιεχόμενο είναι συμβατό

με αυτά ορθότερη είναι η ευεργετική αναδρομικά ίαση της και η επέλευση των

εννόμων συνεπειών της ιδιαίτερα σε περιπτώσεις διατάξεων τελευταίας βουλή-

σεως

10 Ακυρότητα

α Απόλυτη ή σχετική

Η αντίθεση μιας δικαιοπραξίας στα χρηστά ήθη συνεπάγεται σύμφωνα με

την ΑΚ 178 ακυρότητα της δικαιοπραξίας Δεν θα ανταποκρινόταν στο νόη-

μα και στο σκοπό της ρήτρας η διατήρηση του κύρους της δικαιοπραξίας να

επαφίεται στη βούληση των μερών αφού πέραν των άλλων η συγκεκριμένη

διάταξη προστατεύει μεταξύ άλλων και το γενικό συμφέρον25 Αυτό όμως θα

είχε ως αποτέλεσμα ειδικά σε περιπτώσεις που η ανηθικότητα στρέφεται

μόνο κατά του αντισυμβαλλόμενου και όχι κατά της ολότητας η ακυρότητα

να λαμβάνεται αυτεπαγγέλτως υπrsquo όψιν και να μπορεί και ο ίδιος ο ενεργή-

σας ανήθικα να την επικαλεστεί

Γιrsquo αυτό το λόγο σε περιπτώσεις που η ανηθικότητα δεν προκύπτει από το

περιεχόμενό της αλλά από τις περιστάσεις 26 όπως στις περιπτώσεις των

καταπλεονεκτικών δικαιοπραξιών η ακυρότητα δεν παρίσταται δικαιολο-

25 Βλ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ όπως πιο πάνω και ΓΕΩΡΓΙΑΔΗ-ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟ ΕρμΑΚ άρθρο 178 σελ 276 ΝΙΚΟ-ΛΟΠΟΥΛΟ Γεν Αρχές σελ 314-315

26 Βλ ομοίως ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ Δικαιοπραξίες αντίθετες προς τα χρηστά ήθη 17 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

γημένη Ορθότερο λοιπόν θα ήταν να είναι σχετική ώστε να καταστεί δυνα-

τή η απολαβή της παροχής με δικαιότερους όρους

β Συνολική ή μερική

Όσον αφορά την ακυρότητα της σύμβασης στο σύνολο ή σε μέρος αυτής αν

η ανηθικότητα πλήττει μόνο μια μεμονωμένη συμβατική ρήτρα δυναμένη να

αποχωριστεί από τη σύμβαση και αυτή να δύναται να πραγματώσει το σκο-

πό της τότε η ακυρότητα μπορεί να περιοριστεί στη ρήτρα αυτή

Αναλογικά και κυρίως ως ανωτέρω αναφέρθηκε σε περιπτώσεις καταπλεο-

νεκτικών ή καταδυναστευτικών δικαιοπραξιών η μερική ακυρότητα θα μπο-

ρούσε να είναι δυνατή με την έννοια της αφαίρεσης του αδίκου μέρους της

ώστε αυτή να μπορεί να ισχύσει με το υπόλοιπο ορθό περιεχόμενό της Αμ-

φισβητείται όμως αν αυτό ανταποκρίνεται στα εύλογα συμφέροντα των α-

ντισυμβαλλομένων και ιδίως του ισχυρότερου μέρους που η πραγματική ή

εικαζόμενη βούληση του μάλλον θα κατατείνει στην ακύρωση της δικαιο-

πραξίας

Βέβαια όσον αφορά τη σχέση του 178 ΑΚ με το 181 ΑΚ στην ερμηνεία αυτής

έχουν υπεισέλθει αντικειμενικοί παράγοντες όπως ο σκοπός του κανόνα δι-

καίου που θεσπίζει την ακυρότητα διότι άλλως με την αποδοχή της ολικής

ακυρότητας ματαιούται ο προστατευτικός σκοπός της διάταξης Επομένως

ορθότερο είναι στις περιπτώσεις αυτές η ακυρότητα ή μη της σύμβασης να

καταλίπεται στο ασθενέστερο μέρος

γ Ακυρότητα στις αιτιώδεις και αναιτιώδεις δικαιοπραξίες

(1) Στις αιτιώδεις δικαιοπραξίες αν η αιτία είναι άκυρη άκυρη είναι και η

αιτιώδης δικαιοπραξία Επομένως αν η υποσχετική σύμβαση η οποία

αποτελεί την αιτία εκποιητικής δικαιοπραξίας (πχ μεταβίβασης κυ-

ριότητας ακινήτου) άκυρη λόγω αντίθεσης στα χρηστά ήθη συμπαρα-

σύρει σε ακυρότητα και την εμπράγματη δικαιοπραξία το κύρος της

οποίας εξαρτάται από την ύπαρξη εγκύρου αιτίας

Για το λόγο αυτό η αναζήτηση της παροχής γίνεται με διεκδικητική

αγωγή

(2) Αντίθετα στις αφηρημένες ή αναιτιώδεις δικαιοπραξίες το κύρος των

οποίων δεν εξαρτάται από την ύπαρξη και το κύρος της αιτίας ούτε

αυτή αποτελεί στοιχείο του πραγματικού τους η έλλειψη αιτίας ή η

18 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

ακυρότητα αυτής καταρχήν δεν επηρεάζει το κύρος τους ο δε διαθέ-

σας έχει (αν δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις του 907ΑΚ) μόνο την α-

ξίωση αδικαιολογήτου πλουτισμού Χαρακτηριστικά παραδείγματα της

κατηγορίας αυτής είναι από τις μεν υποσχετικές δικαιοπραξίες η αφη-

ρημένη υπόσχεση χρέους ενώ από τις εκποιητικές η μεταβίβαση κυριό-

τητας κινητού Δικαιολογητικός λόγος της τελευταίας είναι η ταχύτητα

και η ασφάλεια των συναλλαγών καθώς οι διάδοχοι του αποκτώντος

αποκτούν έγκυρα από αυτόν ακόμα και αν αυτός είχε αποκτήσει βάσει

μιας άκυρης υποσχετικής δικαιοπραξίας Επιπλέον διευκολύνεται η α-

πόδειξη κτήσης του δικαιώματος αφού αυτός που υποστηρίζει ότι εί-

ναι δικαιούχος οφείλει και αρκεί να αποδείξει μόνο της εκποιητική δι-

καιοπραξία και όχι την αιτία αυτής

Το ότι η αναιτιώδης δικαιοπραξία είναι γενικά ανεξάρτητη από το κύ-

ρος της αιτίας δε σημαίνει ότι δεν υπάρχει αιτία γιrsquo αυτή αλλά ότι η αι-

τία δεν αποτελεί ως άνω αναφέρθηκε στοιχείο του πραγματικού της

Επομένως η laquoηθικά άχρωμηraquo αναιτιώδης δικαιοπραξία μπορεί κατά

περίπτωση να θεωρηθεί άκυρη με διάσπαση της αρχής του αναιτιώ-

δους όταν σε περίπτωση αντίθεσης της δικαιοπραξίας στα χρηστά ήθη

η ανηθικότητα αφορά όχι μόνο την ενοχική αλλά και την εμπράγματη

δικαιοπραξία27 Αν και κατά κανόνα η απλή μεταβίβαση της κυριότη-

τας είναι laquoηθικά άχρωμηraquo αφού τα κίνητρα για την κατάρτιση της ανά-

γονται στην ενοχική δικαιοπραξία αν in concreto διαγνωστεί ότι η επί-

δοση του περιουσιακού αντικειμένου έγινε χάριν τελέσεως ανήθικης

συμπεριφοράς ή ότι η ανήθικη αιτία αποτέλεσε αίρεση για την εκποιη-

τική δικαιοπραξία η ανηθικότητα πλήττει και την εμπράγματη δικαιο-

πραξία καθιστώντας αυτή άκυρη (βλ179ΑΚ) άκυρη δε και οποιαδήπο-

τε περαιτέρω μεταβίβαση

Πάντως γίνεται δεκτό και στην ελληνική αλλά και στη γερμανική νομο-

λογία ότι τα χρήματα που προκαταβάλλονται σε laquoπόρνηraquo για πραγμα-

τοποίηση σαρκικής επαφής μαζί της μεταβιβάζονται σrsquo αυτή κατά κυ-

ριότητα με την παράδοση τους αφού ως ανωτέρω αναφέρθη η ακυρό-

27 Βλ και ΑΠ ΓΕΩΡΓΙΑΔΗ Εγχειρίδιο Εμπρ Δικαίου παρ43 48 καθώς και ΑΠ ΓΕΩΡΓΙΑΔΗ Γ Αρχές ΑστΔικαίου διακρίσεις των δικαιοπραξιών

19 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

τητα της υποσχετικής δικαιοπραξίας δεν συμπαρασύρει την εμπράγμα-

τη αφού η μεταβίβαση χρημάτων είναι πράξη ηθικά ουδέτερη28

Ακριβώς επειδή η παροχή είναι έγκυρη αυτή δεν αναζητείται (εκτός

και μόνο αν το ανήθικο της αιτίας δεν βαρύνει τον δόντα) Αν βαρύνει

και αυτόν ή πολύ περισσότερο μόνο αυτόν τότε δεν αναζητείται

Πράγματι θα ήταν παράδοξο η έννομη τάξη να προστατεύει πρόσωπα

που μετήλθαν ανήθικων μέσων και προέβησαν σε δελεαστικές παροχές

για την επίτευξη μιας ανήθικης συμπεριφοράς και να τα επιβραβεύει με

την επιστροφή σε αυτά των έστω και άνευ ανταλλάγματος δοθέντων

ακόμα και στην εξαιρετική περίπτωση που και ο λήπτης βαρύνεται με

ανηθικότητα Η ρωμαϊκή αρχή laquoεν ίση αισχρότητι κρείσσων ο νεμόμε-

νοςraquo ορθά βρίσκει εδώ την εφαρμογή της29

Η ακυρότητα είναι αναδρομική (ex tunc) εκτός από τις διαρκείς συμ-

βάσεις (πχ σύμβαση εργασίας) Σε αυτές γίνεται δεκτό ότι εφόσον λει-

τούργησαν για ένα χρονικό διάστημα αναπτύσσοντας τα έννομα απο-

τελέσματα τους έχει δημιουργηθεί μια πραγματική κατάσταση η ο-

ποία αποτελεί και την αιτία διατήρησης των μέχρι τότε παροχών ενώ η

επίκληση της ακυρότητας τους έχει τα αποτελέσματα της καταγγελίας

λειτουργώντας μόνο για το μέλλον (ex nunc)

11 Δικονομική μεταχείριση

Η επίκληση της ακυρότητας αφού πρoβληθούν τα πραγματικά περιστατικά

γίνεται από οποιονδήποτε έχει έννομο συμφέρον ακόμα δε και από τον ίδιο τον

καθrsquo ου η μομφή για την επιλήψιμη συμπεριφορά αν και σε περίπτωση αυτή η ε-

πίκληση της θα μπορούσε να θεωρηθεί ως κατάχρηση δικαιώματος

Όσον αφορά το βάρος της απόδειξης στις μεν αιτιώδεις δικαιοπραξίες αυτός

που επικαλείται την εγκυρότητά της οφείλει να αποδείξει την ύπαρξη του κύρους

της αιτίας ενώ αντίθετα στις αναιτιώδεις δικαιοπραξίες το βάρος αποδείξεως φέ-

ρει εκείνος ο οποίος ασκεί είτε με αγωγή είτε με ένσταση την αξίωση αδικαιολογή-

του πλουτισμού (Αντιστροφή του βάρους της απόδειξης)

28 Βλ και ΧΡ ΜΥΛΩΝΟΠΟΥΛΟΥ Ποινικό Δίκαιο Ειδικό μέρος σελ22 29 Βλ και ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟ Επιτομή Γενικού Ενοχικού κεφ Περί αδικαιολόγητου πλουτισμού που μάλ-

λον διαφωνεί 20 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

12 Επίγραμμα

Οι δρόμοι του δικαστή του νομοθέτη και γενικότερα του εκάστοτε ερμηνευ-

τή του δικαίου είναι παράλληλοι και αλληλοσυμπληρώνονται Κοινός στόχος η εύ-

ρυθμη λειτουργία μιας κοινωνίας με σεβασμό στα βασικά ανθρώπινα δικαιώματα

στην αξία του ανθρώπου και στους θεσμούς όπως αυτοί διαμορφώνονται στην

πορεία του χρόνου

Όμως η δικαιοσύνη δεν είναι μόνο μια αφηρημένη ιδέα για τη θεσμική διάρ-

θρωση μιας κοινωνίας αλλά πρέπει να ενδιαφέρεται για τη ζωή που διάγουν οι

άνθρωποι στην πραγματικότητα και ότι καθιστά τη ζωή άξια για να τη ζουν

Γιrsquo αυτό ο ρόλος του ερμηνευτή του δικαίου και ιδίως του δικαστή είναι

κομβικός Και δεν είναι ο ρόλος αυτός παθητικός ούτε απλά συνθετικός Κινούμε-

νος εντός των εξουσιών που το Σύνταγμα του έχει προσδώσει δε στηλιτεύει αλλά

κατανοεί διαπλάθει αλλά και εξισώνει -εντός πάντοτε του θετού δικαίου

Και αν και κατά τη γενική αντίληψη ο λαός πρέπει να έχει νομολογία προ-

σαρμοσμένη στο βαθμό της ηθικής του πολλές φορές αναδεικνύεται η αντίστρο-

φη ανάγκη Να είναι η νομολογία αρωγός ώστε ο λαός να προσανατολιστεί στα

σύγχρονα ήθη και στις πολυπολιτισμικές ιδιομορφίες

Η ερμηνεία του άρθρου 178 ΑΚ αποτελεί μια χαρακτηριστική τέτοια περί-

πτωση-

21 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

Β

ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΜΕ ΤΗΝ ΟΠΟΙΑ ΔΕΣΜΕΥΕΤΑΙ ΥΠΕΡΒΟΛΙΚΩΣ Η ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΤΟΥ ΠΡΟΣΩΠΟΥ [ΚΑΤΑΔΥΝΑΣΤΕΥΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ] ndash

ΚΑΤΑΠΛΕΟΝΕΚΤΙΚΗ [ΑΙΣΧΡΟΚΕΡΔΗΣ] ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ (ΑΚ 179)

[Σπύρος Γ Παπαγιάννης]

1 Η σχέση μεταξύ των δύο ειδικών πραγματικών του άρθρου ΑΚ 179

Το δίκαιο προκειμένου να εξυπηρετεί τον κοινωνικό βίο των ανθρώπων εν-

σωματώνει στους κανόνες που το συγκροτούν τα παραγγέλματα της κοινωνικής

ηθικής δηλαδή τις επικρατούσες στην κοινωνία θεμελιώδεις αξιολογικές παρα-

στάσεις30 Έτσι η ΑΚ 178 με τον όρο ldquoχρηστά ήθηrdquo οριοθετεί την λειτουργία της

ιδιωτικής αυτονομίας μέσα στα όρια αυτού που αξιοί ο μέσης ηθικής κοινωνός του

δικαίου με σκοπό την αποτροπή καταχρήσεως κατά την διάπλαση ιδιωτικών εν-

νόμων σχέσεων και άμεσο αποτέλεσμα την άρνηση της έννομης τάξεως να προσ-

δώσει νομικό κύρος σε δικαιοπρακτικές ρυθμίσεις που προσβάλλουν τις αξίες των

οποίων αυτή επιδιώκει την πραγμάτωση31

Ενώ όμως το άρθρο ΑΚ 178 λειτουργεί ως γενική ρήτρα στο άρθρο ΑΚ 179

τυποποιούνται τα πραγματικά δύο ldquoειδικώνrdquo δικαιοπραξιών που αντιτίθενται στα

χρηστά ήθη οι ldquoκαταδυναστευτικέςrdquo συμβάσεις (ή ldquoφιμωτικέςrdquo32 δικαιοπραξίες)

και οι ldquoκαταπλεονεκτικέςrdquo συμβάσεις (ή ldquoαισχροκερδείςrdquo33 δικαιοπραξίες) Στην

πρώτη κριτήριο είναι η υπέρμετρη34 δέσμευση της ελευθερίας του προσώπου

ενώ στην δεύτερη κριτήριο αποτελεί η εκμετάλλευση της διαπραγματευτικής μει-

ονεξίας του αντισυμβαλλομένου ιδία όσον αφορά στην υπέρμετρη δέσμευση της

οικονομικής του ελευθερίας

2 Η Καταδυναστευτική Δικαιοπραξία

30 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 201217 31 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 201218 σημ 3 32 ΦΙΛΙΟΣ 2011353 33 ΦΙΛΙΟΣ opcit 34 Η ΑΚ 179α΄ αναφέρει ldquohellipδεσμεύεται υπερβολικάhelliprdquo Προτιμώ ως αποδίδουσα επί το ορθότερο

την έννοια του laquoμεγέθουςraquo της δεσμεύσεως την χρήση της λέξεως ldquoυπέρμετραrdquo λέξη-όρο που χρησιμοποιείτο στον ΑΚ προ της μεταγλωττίσεώς του στην δημοτική (την [φεύ] γλώσσα της ldquoπλέριας κατανόησηςrdquohellip)

22 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

α Έννοια

Ως ldquoκαταδυναστευτικήrdquo δικαιοπραξία νοείται κυρίως η σύμβαση (ή μεμονω-

μένη ρήτρα που περιέχεται σε σύμβαση) επί τη βάσει της οποίας δεσμεύεται

υπερμέτρως35 η προσωπική οικονομική επαγγελματική ή καλλιτεχνική ε-

λευθερία του αντισυμβαλλομένου δημιουργώντας ένα είδος υποτέλειας ένα-

ντι του άλλου μέρους36 Στην έννοια της καταδυναστεύσεως της ΑΚ 179α ε-

μπίπτει και κάθε συμβατικός περιορισμός που φέρει ως συνέπεια την υπέρ-

μετρη δέσμευση της ελευθερίας του προσώπου για ανάπτυξη οποιασδήποτε

εκδηλώσεως της προσωπικότητός του37 Είναι φανερόν ότι η ελληνική δη-

μόσια τάξη συγκεκριμενοποιεί την ρήτρα των χρηστών ηθών με την χρήση

μιάς θεμελιώδους δικαιϊκής αξίας της ελευθερίας του προσώπου εδώ ουσι-

αστικώς η συνταγματική τάξη (πχ Σ 5 sect 1) επιβάλλει τα πρόσωπα να παρα-

μένουν ελεύθερα

β Ελευθερία του προσώπου - δέσμευση

Στο πραγματικό της ΑΚ 179α΄ υπάγονται δύο κατά βάσιν περιπτώσεις συμ-

βάσεων αυτές που ενέχουν υπέρμετρη δέσμευση της προσωπικής ελευθερί-

ας του συμβαλλομένου και εκείνες με τις οποίες περιορίζεται υπερμέτρως η

ελευθερία προς (κυρίως) οικονομική και επαγγελματική δράση

Για δέσμευση της ελευθερίας του προσώπου με δικαιοπραξία γίνεται λόγος

μόνον όταν το πρόσωπο που δεσμεύτηκε είχε σύμφωνα με τον νόμο την ε-

ξουσία να διαθέσει κατά βούλησιν το αντικείμενο της δικαιοπραξίας Συνε-

πώς εάν η υποχρέωση του προσώπου δεν προέρχεται από δικαιοπραξία αλ-

λά από τον νόμο ή εάν το πρόσωπο που δεσμεύτηκε με δικαιοπραξία δεν εί-

χε σύμφωνα με τον νόμο την εξουσία να διαθέσει το αντικείμενο στο οποίο

αναφέρεται η δέσμευση η ΑΚ 179 δεν εφαρμόζεται38

Στην ελευθερία του προσώπου υπάγονται οι ατομικές ελευθερίες και τα α-

τομικά δικαιώματα αυτού39 όπως η ελευθερία συνειδήσεως της γνώμης της

διαθέσεως ψήφου του προσώπου κλπ Εδώ υπάγεται ιδίως η ελευθερία της

35 ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ 2012527 ΦΙΛΙΟΣ 2011352 36 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012 σημ 429 37 Πρβλ λχ ΑΠ 12601983 ΕλλΔνη 251347 (απεριόριστη δέσμευση της καλλιτεχνικής ελευθερί-

ας του πνευματικού δημιουργού) 38 ΕφΑθ 33271999 ΝοΒ 48485 39 ΕφΑθ 32841980 ΝοΒ 281225

23 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

εργασίας του εμπορίου της βιομηχανίας προς ανάπτυξη της οικονομικής

δράσεως του προσώπου40 Έτσι αντίκειται στα χρηστά ήθη

(1) κάθε δικαιοπραξία με την οποία απαγορεύεται σε κάποιον η άσκηση

ορισμένου επαγγέλματος ή ορισμένης βιομηχανικής ή εμπορικής δρα-

στηριότητος εφrsquo όσον περιέχει υπέρμετρη δέσμευση και

(2) η δικαιοπραξία με την οποία δεσμεύεται το δικαίωμα στην σωματική

ακεραιότητα του προσώπου στην υγεία ζωή τιμή το δικαίωμα στο

όνομα ή την προσωπικότητα το δικαίωμα εγκαταστάσεως ή μη σε ορι-

σμένο τόπο το δικαίωμα επιλογής επαγγέλματος κλπ41

γ Η ratio της απαγόρευσης

(1) Η οικονομική κατωτερότητα ενός εκ των συμβαλλομένων

Συνήθως η κατάρτιση συμβάσεως με καταδυναστευτικό περιεχόμενο

οφείλεται στην οικονομική κατωτερότητα του υποβαλλομένου στην

υπέρμετρη δέσμευση συμβαλλομένου Αυτό εκτιμάται ότι συμβαίνει

λόγω της ανάγκης αποκτήσεως της υπαρξιακής κατά κανόνα γιrsquo αυτόν

σημασίας παροχή του οικονομικώς ισχυρού αντισυμβαλλομένου συνή-

θως κάποια πίστωση Έτσι η οικονομική αυτή πίεση όταν μάλιστα

δεν υπάρχει δυνατότης καταφυγής σε άλλη πηγή αποκτήσεως του ιδί-

ου αγαθού με καλλίτερους όρους διαταράσσει την συμβατική ελευθε-

ρία η οποία μπορεί να συντρέχει ανεξαρτήτως της θέσεως που κατέχει

στην αγορά ο επιβάλλων τον περιορισμό συμβαλλόμενος (συνήθης επι-

χείρηση)

Η ρύθμιση αυτή της ΑΚ 179α΄ αντικειμενικώς κρινομένη φαίνεται ότι

είναι σχεδιασμένη με πνεύμα κηδεμονεύσεως ο δικαστής παρεμβαίνει

στο περιεχόμενο της συμβάσεως προκειμένου να προστατεύσει τον οι-

κονομικώς ασθενέστερο συμβαλλόμενο από μία άδικη εις βάρος του

κατανομή των συμβατικών βαρών και πλεονεκτημάτων

Προβληματισμός υπάρχει στο αν η οικονομική δέσμευση επέρχεται με

την κατάρτιση της συμβάσεως προκειμένου περί καταδυναστευτικών

συμβάσεων ή πρόκειται περί καταχρηστικής εκμεταλλεύσεως ήδη υ-

φισταμένης οικονομικής κατωτερότητος του αντισυμβαλλομένου προ-

40 Βλ ΤΟΥΣΗΣ Α 1978 sect 96 ΜΠΑΛΗΣ 1944 sect 64 41 Βλ ΤΟΥΣΗΣ opcit

24 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

κειμένου περί καταχρηστικής εκμεταλλεύσεως μονοπωλιακής ή δεσπό-

ζουσας θέσεως μιάς επιχειρήσεως στην αγορά

Εξrsquo άλλου χρήζει ιδιαιτέρας μνείας το ότι ενώ η συναλλακτικώς μειονε-

κτική θέση του ενός των συμβαλλομένων τεκμαίρεται αμαχήτως42 (ΑΚ

294 332sect2 334sect2 409 κλπ) στην περίπτωση καταδυναστευτικής

συμβάσεως ο αντισυμβαλλόμενος έχει δυνατότητα αποδείξεως ότι η

ρύθμιση υπήρξε προϊόν της ελευθέρας δικαιοπρακτικής αποφάσεως

του φαινομένου ως βλαπτομένου από αυτή συμβαλλομένου

(2) Η άδικη μεταξύ των μερών κατανομή των συμβατικών πλεονεκτημά-

των

Η κατανόηση του πότε είναι υπέρμετρη (ή ldquoυπερβολικήrdquohellip) ή εύλογη η

συμβατική δέσμευση της ελευθερίας του προσώπου συνιστά το κε-

ντρικό πρόβλημα του δόγματος των καταδυναστευτικών συμβάσεων

αν και η κρίση είναι νομική υποκείμενη στον έλεγχο του Αρείου Πάγου

Για τον λόγον αυτόν είναι καίριος ο ρόλος των μεγεθών αντιπαροχής

και δεσμεύσεως της οικονομικής ελευθερίας43

δ Η υπέρμετρη (υπερβολική) δέσμευση

Το κριτήριο της υπέρμετρης δεσμεύσεως ως αόριστη νομική έννοια και

προκειμένου να καταστεί δογματικώς κατάλληλη για να υπαχθεί σε αυτήν η

κρινομένη ατομική περίπτωση έχει ανάγκη εξειδικεύσεως λαμβανομένης

υπrsquo όψιν της ratio της απαγορεύσεως που τίθεται στην ΑΚ 179α΄ δηλαδή την

διάβρωση της συμβατικής ελευθερίας του ασθενέστερου μέρους αφrsquo ενός και

της ανισορροπίας στην κατανομή των συμβατικών ωφελημάτων μεταξύ των

μερών

Γίνεται ευρύτερα δεκτό στην σύγχρονη δογματική του Αστικού Δικαίου ότι

υπάρχει μία ldquoκινητήrdquo σχέση44 μεταξύ των προαναφερθέντων δύο κριτηρίων

εις τρόπον ώστε όσον εντονότερον διαβρώνεται η ελευθερία δικαιοπρακτι-

κής αποφάσεως του καταδυναστευομένου τόσον άτονος θα πρέπει να είναι

42 Για τον εμπορικό αντιπρόσωπο που συνάπτει ρήτρα μετασυμβατικής απαγορεύσεως του αντα-γωνισμού βλ ΠΔ 2191991 άρθρ10 εις εφαρμογήν του άρθρου 20 της Οδηγίας 86653 ΕΟΚ

43 ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ 2012528 ΣΠΥΡΙΔΑΚΗΣ 2004188 44 Πρβλ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012146

25 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

ο έλεγχος της άνισης κατανομής στο περιεχόμενο της σχετικής συμφωνίας

για να επιβεβαιώνεται ή όχι το στοιχείο της υπέρμετρης δεσμεύσεως45

Πέραν αυτών όμως είναι απαραίτητη και η συγκεκριμενοποίηση του κριτη-

ρίου της άνισης μεταξύ των μερών κατανομής των συμβατικών βαρών και

πλεονεκτημάτων οπότε είναι αναγκαία η αναδρομή σε ιδιαίτερα κριτήρια τα

οποία εφαρμόζει σχεδόν σταθερώς η νομολογία μας46

(1) Ο Μπαλής47 θεωρεί ότι πρέπει να συναρτάται η σχετική κρίση με το

σημείο ldquoμέχρι τοῦ ὁποίου εἶναι νόμῳ προστατεύσιμον τὸ συγκεκριμένον

συμφέρον τοῦ ἐπιβάλλοντος τὸν περιορισμὸνrdquo δηλαδή να συνυπολογί-

ζεται και το μέτρο της οικονομικής θυσίας στην οποία υποβάλλεται

ο ισχυρός συμβαλλόμενος ουσιαστικώς να σταθμίζεται η αξία της συ-

νολικής αντιπαροχής του χωρίς βεβαίως τα δύο αυτά μεγέθη να συ-

μπίπτουν κατrsquo ανάγκην

(2) Σημασίαν έχει και το στοιχείο της χρονικής διάρκειας της δεσμεύσεως

Όσον αφορά σε ρήτρες απαγορεύσεως ανταγωνισμού θεμιτός περιο-

ρισμός θεωρείται η διετία προκειμένου περί συμβάσεως εργασίας και η

πενταετία προκειμένου περί πωλήσεως επιχειρήσεως Αντιθέτως σε

συμβάσεις αποκλειστικής προμηθείας (κυρίως μπύρας ή ενέργειας) και

προμηθείας πρατηρίου βενζίνης η γερμανική νομολογία ανεβάζει το

όριο στα είκοσι περίπου έτη

(3) Σπουδαίο επίσης στοιχείο μετρήσεως του υπέρμετρου ή μη της συμ-

βατικής δεσμεύσεως είναι η τοπική έκτασή της Πρόκειται περί ενός

στοιχείου κινητού εν σχέσει προς την χρονική διάρκεια δεσμεύσεως αλ-

λά και προς τα λοιπά στοιχεία συγκεκριμενοποιήσεως της αόριστης έν-

νοιας του ldquoυπέρμετρουrdquo Δηλαδή δυνατόν όσον ευρύτερη κατά τόπο

και μακρότερη κατά χρόνον είναι η απαγόρευση τόσο μεγαλύτερο θα

πρέπει να είναι το περιουσιακό αντάλλαγμα που λαμβάνει το ασθενέ-

στερο μέρος ώστε να θεωρείται η ρήτρα θεμιτή Απροσδιόριστη κατά

τόπο και χρόνο απαγόρευση χωρίς πρόβλεψη δυνατότητος παύσεως

της δεσμεύσεως με καταγγελία προσδίδει κατά κανόνα ανήθικο χα-

45 Πρβλ ΤΕΛΛΗΣ 2007215 επ 46 Πληρέστερη ανάλυση των κριτηρίων αυτών σχετικώς με την ρήτρα μετασυμβατικής απαγο-

ρεύσεως του ανταγωνισμού βλ σε ΤΕΛΛΗΣ 2007223 επ 47 ΜΠΑΛΗΣ 1944 sect64

26 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

ρακτήρα στην σχετική ρήτρα48 διότι η έννομη τάξη δεν ευνοεί γενικώς

τις δεσμεύσεις μακροχρόνιας ή απεριορίστου διαρκείας49

(4) Το κατrsquo αντικείμενον εύρος της συμβατικἠς δεσμεύσεως είναι επίσης

κριτήριο συγκεκριμενοποιήσεως της αορίστου εννοίας του ldquoυπέρμε-

τρουrdquo Αν δηλαδή ο ασφαλειοδότης παρέχοντας υπέρμετρη εξασφά-

λιση στον δανειστή του μπορεί να ικανοποιήσει και τους λοιπούς δα-

νειστές του ή στον υποβληθέντα σε μετασυμβατική ρήτρα απαγόρευ-

σης ανταγωνισμού εναπομένει κάποια δυνατότητα επιδόσεως σε άλ-

λης μορφής οικονομική δραστηριότητα κατά την διάρκεια της απαγο-

ρεύσεως

Η παράθεση των ανωτέρω κριτηρίων είναι σαφώς ενδεικτική αφού η περί

υπέρμετρου δεσμεύσεως κρίση (πρέπει να) σχηματίζεται από μία συνολική

αξιολόγηση των ειδικών περιστάσεων που συνοδεύουν την επίμαχη σύμβα-

ση Έτσι προσμετρώνται και άλλα στοιχεία ndash κριτήρια όπως οι επαγγελμα-

τικές προοπτικές των συμβαλλομένων ή ο τρόπος λήξεως της συνεργασίας

των

Τέλος η ύπαρξη επίμεπτης υποκειμενικής στάσεως του ισχυροτέρου συμ-

βαλομένου δεν θεωρείται σύμφωνα με κρατούσα γνώμη προϋπόθεση της

ακυρότητας της συμβάσεως50

ε Εφαρμογή της διατάξεως

Η διάταξη (εδ α΄) εφαρμόζεται και στις χαριστικές δικαιοπραξίες51 Δεν ε-

φαρμόζεται η διάταξη όταν υπάρχει νόμος που συγχωρεί την υπέρμετρη δέ-

σμευση της ελευθερίας του προσώπου52 Δεν αποκλείεται η σύμβαση να

προσκρούει εν μέρει στα χρηστά ήθη οπότε έχει εφαρμογή η ΑΚ 181 (Μερι-

κή ακυρότητα δικαιοπραξίας Η ακυρότητα μέρους συνεπιφέρει την ακυρό-

τητα ολόκληρης της δικαιοπραξίας αν συνάγεται ότι δεν θα είχε επιχειρηθεί

χωρίς το άκυρο μέρος)

48 Πρβλ αντί πολλών ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ 2012528 49 Πρβλ αντίθετη άποψη (ΚΙΤΣΑΡΑΣ Ενοχικές δεσμεύσεις της εξουσίας διάθεσης 199957) σε ΓΕΩΡ-

ΓΙΑΔΗΣ 2012 sect 36 υποσημ 12 50 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 1983153 51 Βλ ΑΠ 9991975 (Βrsquo Τμήμα) ΝοΒ 24287 (ldquohellipἀποκλείεται ἡ ἐφαρμογὴ τοῦ ἐπὶ δικαιοπραξιῶν ἐφrsquo

ὧν ἐπίδοσις περιουσίας γίνεται ἄνευ ἀνταλλάγματος ἢ δὲν λαμβάνει χώραν ἀνταλλαγὴ παροχῶν διότι ἐπrsquo αὐτῶν δὲν γεννᾶται ζήτημα προφανοῦς δυσαναλογίας παροχῆς καὶ ἀντιπαροχῆςrdquo)

52 Βλ ΤΟΥΣΗΣ 1978506 επ ndash ΑΠ 1301950 27 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

ϛ Έννομες συνέπειες

(1) Σύμφωνα με την ΑΚ 179 η δικαιοπραξία που δεσμεύει υπερμέτρως την

ελευθερία του προσώπου είναι ldquoΆκυρη ως αντίθετη προς τα χρηστά ή-

θηhelliprdquo και όπως ισχύει για κάθε ανήθικη δικαιοπραξία θεωρείται από-

λυτη53 μπορεί δε να λαμβάνεται υπόψιν και αυτεπαγγέλτως από το

δικαστήριο54 Τούτο είναι λογικό και κατrsquo ακολουθίαν ορθό αφού η

απαγόρευση της υπέρμετρης δέσμευσης της ελευθερίας σκοπεί στην

προστασία της προσωπικότητας ώστε να μην αφαιρείται το αγαθό της

εξουσίας της δικαιοπρακτικής διαθέσεως του μέρους

Προκειμένου όμως περί υπέρμετρης δεσμεύσεως της οικονομικής ε-

λευθερίας προσώπου δηλαδή οικονομικών συμφερόντων των οποίων

η διαφύλαξη είναι αποκλειστική υπόθεση του προσώπου αυτού τότε

σε μια τέτοια περίπτωση το πρόσωπο αυτό και μόνο μπορεί να κρίνει

καλλίτερα από κάθε άλλον αν η άρση των δικαιοπρακτικών αποτελεσμά-

των με την επίκληση της ΑΚ 179α ακυρότητος εξυπηρετεί πράγματι τα

συμφέροντά του5556

(2) Η ακυρότητα είναι κατά κανόνα ολική ιδία όσον αφορά σε υπέρμετρη

δέσμευση της προσωπικής ελευθερίας57 Στις περιπτώσεις όμως όπου

ο ανήθικος χαρακτήρας προσδιορίζεται από οικονομικής φύσεως α-

νταλλάγματα θα πρέπει να είναι δυνατή η μερική ακυρότητα ώστε με-

τά την αφαίρεση του αδίκου μέρους να μπορεί να ισχύσει η σύμβαση

με το υπόλοιπο ορθό περιεχόμενο της και έτσι το ασθενέστερο μέρος

να ldquoαπολαύσει τελικά την πολύτιμη γιrsquo αυτόν παροχή του αντισυμβαλ-

λομένου του αλλά με δίκαιους τώρα όρουςrdquo Την δυνατότητα της μερικής

ακυρότητος φαίνεται να δέχεται η κρατούσα γνώμη πράγμα που ση-

μαίνει ότι το δικαστήριο έχει την δυνατότητα να μειώσει μετά από αί-

τηση του βλαπτομένου την δέσμευση αυτού στο προσήκον μέτρο

53 ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ 2012525 επ 54 ΛΑΔΑΣ 1979159 επ 55 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012153 56 Θεωρείται ότι σε παρόμοιες περιπτώσεις πρέπεται η (κατrsquo εξαίρεσιν) σχετική ακυρότητα διότι η

απόφαση για την διατήρηση ή άρση των δικαιοπρακτικών αποτελεσμάτων πρέπει να ανήκει αποκλειστικώς στο βλαπτόμενο από την συμβατική ρύθμιση μέρος το οποίο γνωρίζει κάλλιον παντός άλλου το τι πράγματι το συμφέρει άλλως υπάρχει ανεπίτρεπτη κηδεμόνευση των συμφερόντων αυτού του συμβαλλομένου (ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2013113)

57 εα 2α 28 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

3 Η Καταπλεονεκτική Δικαιοπραξία

α Γενικά ndash σχέση με ΠΚ 404 405

Σύμφωνα με το πραγματικό της ΑΚ 179βrsquo καταπλεονεκτική δικαιοπραξία

υπάρχει όταν στο πρόσωπο του καταπλεονεκτούμενου συντρέχουν προφα-

νής δυσαναλογία παροχής και αντιπαροχής ανάγκη κουφότητα ή απειρία

και εκμετάλλευση της μειονεκτικής αυτής θέσεως από τον καταπλεονέκτη

Σύμφωνα με την νομολογία για την πλήρωση του πραγματικού απαιτείται η

συνδρομή και των τριών αυτών προϋποθέσεων σωρευτικώς

Γίνεται δεκτό ότι σε περίπτωση ελλείψεως κάποιου από τα ανωτέρω στοι-

χείου καταφάσκεται η ακυρότητα της δικαιοπραξίας με αναγωγή στην γενι-

κή ρήτρα της ΑΚ 178 υπό την προϋπόθεση ότι συντρέχουν πρόσθετα στοι-

χεία τα οποία μπορούν να προσδώσουν στην δικαιοπραξία το χρώμα της α-

νηθικότητας

Εκδήλωση της απαγορεύσεως της καταπλεονεκτήσεως αποτελεί η ρύθμιση

των άρθρων ΠΚ 404 (τοκογλυφία) και ΠΚ 405 (αισχροκέρδεια) το πραγμα-

τικό των οποίων είναι ουσιαστικώς ίδιο με αυτό της ΑΚ 179βrsquo Αν και τίποτε

δεν εμποδίζει για την ακυρότητα καταπλεονεκτικής δικαιοπραξίας την πα-

ράλληλη επίκληση και των δύο νομοθετικών βάσεων ορθότερη θεωρείται να

διαφυλαχθεί η αυτονομία της ρυθμίσεως της ΑΚ179βrsquo αφού ο νομοθέτης

φαίνεται ότι θέλησε να ρυθμίσει ρητώς τις συνέπειες της καταπλεονεκτήσε-

ως τον ΑΚ

β Προϋποθέσεις εφαρμογής της διατάξεως

Καταπλεονέκτηση μπορεί να υπάρχει σε κάθε τύπο επαχθούς δικαιοπραξίας

με περιουσιακό περιεχόμενο58 οι οποίες μπορεί να είναι αμφοτεροβαρείς

ετεροβαρείς αιτιώδεις αναιτιώδεις (όπως πχ η αγοραπωλησία η μίσθωση

58 Διαφορετικό είναι το ζήτημα της παροχής περιουσιακού ωφελήματος με ldquoανεξάρτητηrdquo μονομε-ρή δικαιοπραξία με την οποία προσδίδεται καταπλεονεκτικό χρώμα σε προηγούμενη σύμβαση από την οποία θα πηγάζει συνήθως η υποχρέωση για τέλεση της μονομερούς δικαιοπραξίας (πχ παροχή υποθήκης)

29 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

πράγματος ή έργου ή εργασίας η εταιρεία η σύμβαση μεσιτείας ή εγγύηση)

όταν αυτές καταρτίζονται με δυσανάλογο αντάλλαγμα59

Η ΑΚ 179βrsquo δεν εφαρμόζεται στις χαριστικές δικαιοπραξίες γιατί η επίδοση

της περιουσίας γίνεται χωρίς αντάλλαγμα και έτσι δεν υπάρχει δυσαναλογία

παροχής και αντιπαροχής όπως πχ στην δωρεά στην εντολή στην άφεση

χρέους στην παρακαταθήκη χωρίς αμοιβή ή στην εγγύηση εκτός αν αυτή

ανελήφθη στο πλαίσιο μιάς αμφοτεροβαρούς συμβάσεως με ευρύτερο περι-

εχόμενο

γ Προφανής δυσαναλογία μεταξύ παροχών

Στην καταπλεονεκτική σύμβαση η ελευθερία δικαιοπρακτικής αποφάσεως

του καταπλεονεκτούμενου είναι διαταραγμένη αφού αυτός ευρίσκεται σε

μία δυσμενή σε σχέση με τον καταπλεονέκτη θέση που δεν του επιτρέπει να

προασπίσει ορθολογικώς τα συνδεόμενα με την σύμβαση συμφέροντά του

έτσι ο μηχανισμός συμβάσεως δεν μπορεί εδώ να παράσχει κανένα εχέγγυο

ορθότητος Ότι το περιεχόμενο της καταπλεονεκτικής συμβάσεως δεν είναι

ldquoορθόrdquo μαρτυρεί τελικώς η ύπαρξη της προφανούς δυσαναλογίας

Η προφανής δυσαναλογία των ανταλλασσομένων παροχών ανάγεται σε

απαραίτητο στοιχείο του πραγματικού της καταπλεονεκτήσεως στην ΑΚ

179βrsquo ενώ ταυτοχρόνως είναι και πρόβλημα που για να κατανοηθεί σωστά

πρέπει να φωτισθεί μέσα από τον συνδυασμό και την αντίθεση μιάς πλειά-

δος αρχών οι οποίες σε κινητή μεταξύ των σχέση συγκροτούν το σύστημα

του δικαίου των ενοχικών συμβάσεων60

Ως έννοια αόριστη είναι αναμφισβητήτως έννοια νομική και η υπαγωγή σε

αυτήν της σχέσεως αξίας των αμοιβαίων παροχών αποτελεί κρίσιν αξιολο-

γική υποκείμενη στον έλεγχο του ΑΠ61

Ομοφώνως γίνεται δεκτό ότι αφετηρία της κρίσεως περί υπάρξεως ή μη

προφανούς δυσαναλογίας πρέπει να αποτελεί η αντικειμενική αξία των α-

νταλλασσομένων παροχών δηλαδή η συνήθης στις συναλλαγές αξία62 Έτσι

59 Βλ ΜΠΑΛΗΣ 1944190 (sect66) 60 Βλ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 19837 σημ 23 61 ΦΙΛΙΟΣ 2011 sect147Β 62 Πρβλ ΑΠ 20952009 (Α1 Τμήμα) ldquohellipφανερή δυσαναλογία μεταξύ παροχής και αντιπαροχής

είναι αυτή που υποπίπτει στην αντίληψη λογικού και έχοντος πείρα των σχετικών συναλλαγών ανθρώπου και η οποία υπερβαίνει το μέτρο κατά το οποίο είναι ανθρωπίνως φυσικό να απο-κομίζει ο ένας κάποιο όφελος από σύμβαση οικονομικού περιεχομένου επί ζημία του άλλουrdquo

30 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

διαπιστουμένης της αντικειμενικής αξίας των αμοιβαίων παροχών ακολου-

θεί η κρίση για το αν υφίσταται μεταξύ των προφανής δυσαναλογία λαμβα-

νομένων πάντοτε υπrsquo όψιν της φύσεως της συμβάσεως και του επιδιωκομέ-

νου με αυτήν οικονομικού σκοπού63 ενώ στις περιπτώσεις ακινήτων χρη-

σιμοποιείται ευρέως στην πράξη το κριτήριο της laesio enormis64

Ένα επιπλέον στοιχείο που λαμβάνεται υπrsquo όψιν για την διαπίστωση της υ-

πάρξεως προφανούς δυσαναλογίας είναι η λεγομένη ldquoρήτρα προσθέσεωςrdquo

δηλαδή το άθροισμα των ωφελημάτων που έλαβε ο καταπλεονέκτης και των

περιουσιακών ωφελημάτων που επιπροσθέτως κατέβαλλε ο καταπλεονε-

κτούμενος σε τρίτα πρόσωπα (πχ μεσιτεία αμοιβές σε βοηθητικά πρόσωπα

κλπ)

Υπάρχουν όμως και μερικά σχετιζόμενα με την δυσαναλογία των ανταλ-

λασσομένων παροχών ειδικότερα προβλήματα που εμφανίζονται συχνά

στην δικαστηριακή πράξη παρουσιάζοντα ταυτοχρόνως σπουδαίο δογματι-

κό ενδιαφέρον

(1) Πρόσθετο τίμημα στην πώληση ακινήτου μπορεί να ληφθεί υπrsquo όψιν

το επιπλέον του αναγραφομένου στο συμβολαιογραφικό έγγραφο τι-

μήματος επιπροσθέτως καταβληθέν τίμημα

(2) Το καταπλεονεκτικό σύμφωνο εξωνήσεως η συνομολόγηση δικαιώ-

ματος εξωνήσεως με τίμημα προφανώς δυσανάλογο εν σχέσει προς αυ-

τό της πωλήσεως μήπως υποκρύπτει τοκογλυφικό δάνειο Εδώ θα

πρέπει να σταθμιστεί η δυνατότητα του πωλητή να αποτρέψει την κα-

ταπλεονεκτική γιrsquo αυτόν ρύθμιση ασκώντας το δικαίωμα εξωνήσεως

Εάν δηλαδή ο πωλητής ασκήσει αυτό το δικαίωμα παρά την προφανή

δυσαναλογία η πώληση δεν έχει καταπλεονεκτικό χαρακτήρα

(3) Η διαπίστωση της προφανούς δυσαναλογίας στον συμβιβασμό τα

συγκρινόμενα μεγέθη είναι οι αμοιβαίες παραχωρήσεις των μερών και

όχι οι εκατέρωθεν αναλαμβανόμενες υποχρεώσεις προς παροχή Η σω-

στή όμως εκτίμηση των παραχωρήσεως προϋποθέτει ως αφετηρία

63 ΑΠ 20952009 64 Ο ΛΙΤΖΕΡΟΠΟΥΛΟΣ 1932208 επ προτείνει αποδοχή της υπάρξεως προφανούς δυσαναλογίας

όταν η μία παροχή δεν φθάνει το 60 ή 50της αξίας της άλλης Βλ επίσης υποσημείωση 560 στο ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012

31 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

την νομική κατάσταση που υπήρχε πριν τον συμβιβασμό υπερβολικές

αξιώσεις προβαλλόμενες αυθαιρέτως δεν λαμβάνονται εδώ υπrsquo όψιν

Η ύπαρξη της προφανούς δυσαναλογίας κρίνεται κατά τον χρόνο καταρτί-

σεως της συμβάσεως είναι αδιάφορο αν η προφανής δυσαναλογία επήλθε

αργότερα εκτός της περιπτώσεως όπου ο καταπλεονεκτούμενος στο πλαί-

σιο της υφισταμένης κυρίας συμβατικής σχέσεως συνομολογεί ή παρέχει

πρόσθετα περιουσιακά ωφελήματα (πχ εμπράγματη ασφάλεια) που προσ-

δίδουν πλέον στην συνολική συναλλαγή καταπλεονεκτικό χρώμα

δ Ανάγκη Κουφότητα Απειρία

(1) Ανάγκη

Είναι η κατάσταση ενός προσώπου (του δικαιοπρακτούντος ή κάποιου

που συνδέεται στενά με αυτόν) που ευρίσκεται σε άμεσο οικονομικό ή

άλλο κίνδυνο65 η αντιμετώπιση του οποίου είναι ανεπίδεκτη αναβο-

λής66 Η ανάγκη πρέπει να έχει χαρακτήρα επιτακτικό και να είναι τόσο

σοβαρή ώστε αντικειμενικώς κρινομένη να μπορεί να θεωρηθεί ότι

κάθε εχέφρων άνθρωπος θα οδηγείτο στην ίδια δικαιοπρακτική συ-

μπεριφορά

Ενώ η φύση της ανάγκης είναι συνήθως οικονομική η σπουδαιότητα

του διακινδυνευομένου αγαθού καθορίζει το αν η συγκεκριμένη κάθε

φορά περίπτωση μπορεί να υπαχθεί ή όχι στην ρύθμιση της ΑΚ 179βrsquo

Είναι αδιάφορο αν η ανάγκη είναι μόνιμη ή παροδική αφού αποφασι-

στική για την εφαρμογή της ΑΚ 179βrsquo είναι η ύπαρξη ανάγκης μόνο κα-

τά τον χρόνο καταρτίσεως της δικαιοπραξίας Η ανάγκη πρέπει να είναι

πραγματική και άμεση επιτακτική και ανεπίδεκτη αναβολής

(2) Κουφότητα

Προϋπόθεση της ορθής λειτουργίας της ιδιωτικής αυτονομίας είναι η

εκ μέρους των αντισυμβαλλομένων ορθολογική στάθμιση των υπέρ και

κατά της συμβατικής ρυθμίσεως Όταν όμως ο αντισυμβαλλόμενος α-

διαφορεί λόγω απερισκεψίας ή ελλείψεως επαρκούς σκέψεως και δεν

αποδίδει στις πράξεις του την σημασία την αξία και τις συνέπειες που

έχουν αυτές τότε η συναλλακτική συμπεριφορά του χαρακτηρίζεται

65 ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ 2012530 66 ΑΠ 19982007

32 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

από κουφότητα Η κουφότητα μπορεί να οφείλεται σε οποιονδήποτε

λόγο όπως είναι η πνευματική νόσος ου δεν επέφερε όμως ολική ή με-

ρική ασυνειδησία των πράξεων του προσώπου ώστε να το κάνει εντε-

λώς ή περιορισμένως ανίκανο για την σύνταξη δικαιοπραξίας67

(3) Απειρία

Ως απειρία νοείται η έλλειψη της περί τη ζωή και τις συναλλαγές πεί-

ρας68 Το ερώτημα όμως είναι αν η σχετική με συγκεκριμένη δικαιο-

πραξία απειρία στοιχειοθετεί την απειρία της ΑΚ 179βrsquo ή όχι Γίνεται

δεκτό ότι υπάρχουν τρείς διαβαθμίσεις69 της απειρίας

(α) Η καθολική όπου ο συμβαλλόμενος στερείται παντελώς συναλ-

λακτικής πείρας και κατά συνέπειαν η περίπτωσή του υπάγεται

στην ρύθμιση της ΑΚ 179β΄

(β) Η απειρία σε ορισμένο μόνο συναλλακτικό τομέα (λχ πράξεις

επί ακινήτων χρηματιστηριακές συναλλαγές κλπ) εδώ η απειρία

δεν αποτελεί σταθερή ιδιότητα του προσώπου και παρά το ότι η

γενική του πείρα του επιτρέπει να κρίνει το επισφαλές της δικαι-

οπραξίας στην οποία προβαίνει η ελευθερία δικαιοπρακτικής α-

ποφάσεώς του δεν παύει να είναι διαταραγμένη Κατά συνέπεια

δικαιούται της προστασίας της ΑΚ 179βrsquo

(γ) Προβληματική αλλά και με πολύ μεγάλη πρακτική σημασία είναι

η τρίτη μορφή απειρίας που χαρακτηρίζεται από την έλλειψη ει-

δικών γνώσεων πού έχει ανάγκη ο σύγχρονος καταναλωτής στις

καθημερινές συναλλαγές του γνώσεων απαραιτήτων για τον

σχηματισμό σωστής εικόνας της προσφερόμενης σε αυτόν παρο-

χής Κι΄ εδώ η ελευθερία δικαιοπρακτικής αποφάσεως του κατα-

ναλωτή αδαούς όντος λόγω ανεπαρκούς πληροφορήσεως εμφα-

νίζεται διαταραγμένη και άξια της κατά την ΑΚ 179βrsquo προστασίας

ε Εκμετάλλευση

Ενώ η νομολογία μας θεωρεί αναγκαίο στοιχείο της ΑΚ 179βrsquo την υποκειμενι-

κή προϋπόθεση της εκμεταλλεύσεως την οποία πρέπει να αποδεικνύει ο ε-

67 ΑΠ 3821992 ΝοΒ 41874 68 ΑΠ 9362007 69 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012196 επ

33 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

πικαλούμενος την εφαρμογή της διατάξεως δεν έχει μέχρι τώρα αποσαφη-

νιστεί πλήρως σε τι ακριβώς συνίσταται η ldquoεκμετάλλευσηrdquo Βέβαιο πάντως

είναι ότι το στοιχείο αυτό δεν θα πρέπει να θεωρηθεί ως ηθική μομφή στο

πρόσωπο του καταπλεονέκτη

Κατrsquo αρχάς απορρίπτεται η επίκληση δόλου αφού ο δόλος απαιτείται από

την λειτουργία της ποινής και είναι ξένος προς τον λειτουργικό ρόλο της α-

κυρότητας της ανήθικης δικαιοπραξίας Το ότι δεν πρόκειται περί μομφής

φαίνεται στις περιπτώσεις καταρτίσεως δικαιοπραξίας κατά παράκλησιν

του αντισυμβαλλομένου και όχι από εκμεταλλευτική διάθεση του καταπλεο-

νέκτη Επιπλέον εάν επρόκειτο περί συνειδήσεως της ανηθικότητος εκ μέ-

ρους του καταπλεονέκτη μια τέτοια συνείδηση λόγω του περιεχομένου σε

αυτήν αξιολογικού και βουλητικού στοιχείου θα ισοδυναμούσε με πταίσμα

και δη στον βαθμό του dolus malus στοιχείου όμως ξένου προς την προ-

βληματική των ανήθικων γενικώς δικαιοπραξιών

Η ελληνική νομολογία φαίνεται να ακολουθεί την άποψη ότι ο καταπλεονέ-

κτης γνωρίζει την συναλλακτικώς δυσμενή θέση του καταπλεονεκτούμενου

και την προφανή δυσαναλογία μεταξύ παροχής και αντιπαροχής στοιχεία τα

οποία δεν θεωρεί ως λόγο προσωπικής μομφής κατά του καταπλεονέκτη αλ-

λά καταλογισμού σε αυτόν του κινδύνου της ακυρότητας της δικαιοπραξίας

Τα δικαστήρια φαίνεται ότι ταυτίζουν την εκμετάλλευση με την εκ μέρους

του καταπλεονέκτη γνώση της συναλλακτικώς δυσμενούς θέσεως του κα-

ταπλεονεκτούμενου Είναι συνήθης στις αποφάσεις η επωδός ldquoεπωφελήθη-

κεrdquo70 της γνωστής σε αυτόν ανάγκης κουφότητας ή απειρίας Γίνεται όμως

παγίως δεκτό ότι αν ο καταπλεονέκτης αγνοούσε την κατάσταση του αντι-

συμβαλλομένου του δεν υπάρχει εκμετάλλευση κατά την ΑΚ 179βrsquo Και βε-

βαίως ερωτάται γιατί θα πρέπει να γνωρίζει μόνο την ανάγκη κουφότητα ή

απειρία και όχι και την προφανή δυσαναλογία των αμοιβαίων παροχών

4 Έννομες συνέπειες

Η καταπλεονεκτική δικαιοπραξία είναι απολύτως άκυρη και για τα δύο μέρη

κατά την έννοια της ΑΚ 180 Την ακυρότητα μπορεί να προβάλλει και κάθε τρίτος

70 Πρβλ ΑΠ 20952009 34 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

που έχει έννομο συμφέρον επομένως και ο κληρονόμος ενός από τους συναλλαγέ-

ντες71

Δεν αποκλείεται και μερική ακυρότητα της δικαιοπραξίας Τούτο θα συμβεί

εάν μπορεί να προσδιορισθεί ακριβώς η μεταξύ παροχής και αντιπαροχής αναλο-

γία οπότε η δικαιοπραξία είναι άκυρη κατά το υπερβάλλον72 Κατά πόσον σε τέ-

τοια περίπτωση η μερική ακυρότητα θα συνεπιφέρει την ακυρότητα της όλης δι-

καιοπραξίας κρίνεται κατά την ΑΚ 18173

Σύμβαση εντόκου δανείου μπορεί να χαρακτηρισθεί καταπλεονεκτική συμ-

φώνως προς την ΑΚ 179 μόνο στην περίπτωση συνομολογήσεως ή λήψεως αθέ-

μιτων (τοκογλυφικών) τόκων εν σχέσει προς την αντιπαροχή με την εκμετάλ-

λευση της ανάγκης κουφότητας κλπ του δανεισθέντος οπότε και επέρχεται είτε

ολοκληρωτική και απόλυτη ακυρότητα της καταπλεονεκτικής δικαιοπραξίας κα-

τά τον κανόνα της ΑΚ 181 είτε μερική ακυρότητα οπότε αφού προσδιορισθεί

ακριβώς η μεταξύ παροχής και αντιπαροχής αναλογία η δικαιοπραξία είναι αι-

σχροκερδής και άκυρη κατά το υπερβάλλον

Η προβολή της ακυρότητας από εκείνον που μετήλθε την εκμετάλλευση

μπορεί να αποκρουσθεί με την ένσταση της ΑΚ 281 Αυτό μπορεί να συμβεί όταν

το δικαίωμα ακυρώσεως ασκείται καθυστερημένα εφ΄ όσον όμως συντρέχουν

και άλλα περιστατικά74

Οι παροχές που έγιναν σε εκπλήρωση της καταπλεονεκτικής υποσχετικής

συμβάσεως μπορούν να αναζητηθούν είτε με διεκδικητική αγωγή είτε με αγωγή

αδικαιολόγητου πλουτισμού Αυτός που ζημιώθηκε από την αισχροκερδή δικαιο-

πραξία δικαιούται εφ΄ όσον συντρέχουν οι όροι των ΑΚ 919 και ΑΚ 914 και απο-

ζημιώσεως

71 ΑΠ 9362007 72 ΜΠΑΛΗΣ 1944191 73 ΜΠΑΛΗΣ op cit 74 Για την προστασία των καλόπιστων τρίτων μέσω της ΑΚ 281 βλ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012232 επ

35 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ ΣΤ ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ Γενικές Αρχές Αστικού Δικαίου Π Ν Σάκκουλας 2012 ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ ΣΤ ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ndash ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟΣ ΠΑΝ ΜΙΧΑΗΛ Αστικός Κώδικας κατ΄ άρ-

θρο ερμηνεία τόμος Ι Π Ν Σάκκουλας 1978 ΛΑΔΑΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ Α Η ακυρότητα της δικαιοπραξίας λόγω αντιθέσεως εις τα χρη-

στά ήθη χό Θεσσαλονίκη 1979 ΛΙΤΖΕΡΟΠΟΥΛΟΣ Γ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ Η Νομολογία ως παράγων διαπλάσεως του ιδιωτικού

δικαίου Θεσσαλονίκη 1932 ΜΠΑΛΗΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ Α Γενικαί αρχαί του Αστικού Δικαίου Παπαζήσης 1944 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ ΑΛ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ Οι καταπλεονεκτικές δικαιοπραξίες Σάκκουλας Αντ

Ν 1983 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ ΑΛ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ Δικαιοπραξιες αντίθετες προς τα χρηστά ήθη Σάκ-

κουλας Αντ Ν 2012 ΠΑΠΑΣΤΕΡΙΟΥ Η ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ Αστικό Δίκαιο Επιτομή Εκδόσεις Σάκκουλα ΑΕ 2010 ΣΠΥΡΙΔΑΚΗΣ Σ ΙΩΑΝΝΗΣ Εγχειρίδιο Αστ Δικαίου 1 - Γενικές Αρχές Αντ Ν Σάκκου-

λας 2004 ΤΕΛΛΗΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ Δ Ρήτρα μετασυμβατικής απαγόρευσης ανταγωνισμού στο δί-

καιο εταιρειών και επιχειρήσεων λειτουργία και δικαστικός έλεγχος του περιε-χομένου της Εκδόσεις Σάκκουλα ΑΕ 2007

ΤΟΥΣΗΣ ΧΡ ΑΝΔΡΕΑΣ Γενικαί Αρχαί του Αστικού Δικαίου μετʹ εισαγωγής εις το δίκαι-ον εν γένει Αφοί Σάκκουλα 1978

ΤΡΙΑΝΤΟΣ Τ ΝΙΚΟΛΑΟΣ Δικαιοπραξιες Νομική Βιβλιοθηκη 2011 ΤΡΙΑΝΤΟΣ Τ ΝΙΚΟΛΑΟΣ Αστικό Δίκαιο-Επιτομή Νομική Βιβλιοθήκη 2013 ΦΙΛΙΟΣ ΧΡ ΠΑΥΛΟΣ Γενικές Αρχές Αστικού Δικαίου Εκδόσεις Σάκκουλα ΑΕ 2011 ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΕΙΣ ΑΝΔΡΟΥΛΙΔΑΚΗ-ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗ ΙΣΜΗΝΗ Η αντίθεση της διαθήκης στα χρηστά ήθη ΝοΒ

301234 ΠΕΛΕΝΗ-ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ Α Η αντιμετώπιση από τη νομολογία του άρθρου 179 περ

α΄ ΑΚ ΕλλΔνη 199459 ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟΣ ΠΑΝ ΜΙΧΑΗΛ-ΛΑΔΟΓΙΑΝΝΗΣ ΓΕΩΡ Κριτήρια αντίθεσης συμφώνου

προτίμησης προς τα χρηστά ήθη (γνμδ) ΧρΙΔ 1263 ΤΟΥΣΗΣ ΧΡ ΑΝΔΡΕΑΣ Η έννοια των χρηστών ηθών ΕΕΝ 231956 ΦΑΣΟΥΛΑΣ ΖΗΣΗΣ Η απάτη και η ακυρότητα της δικαιοπραξίας ως αντίθετη στα

χρηστά ήθη ΠοινΧρ 921032

36 36

  • 2 Συμβατική ελευθερία και γενικές ρήτρες
  • 4 Κριτήρια προσδιορισμού των χρηστών ηθών
    • Μια πρώτη κατηγοριοποίηση όμως αντίθεσης στα χρηστά ήθη μπορεί να γίνει με βάση το αν αυτή προκύπτει από το περιεχόμενο τους
      • 10 Ακυρότητα
      • α Απόλυτη ή σχετική
      • β Συνολική ή μερική
      • γ Ακυρότητα στις αιτιώδεις και αναιτιώδεις δικαιοπραξίες
      • 11 Δικονομική μεταχείριση
      • 12 Επίγραμμα

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

Εξάλλου αν το Σύνταγμα αλλά και οι Ευρωπαϊκές Συμβάσεις εγγυώνται και

προστατεύουν τα ατομικά δικαιώματα αυτό προϋποθέτει ότι αυτά ενεργούν όχι

μόνο έναντι του κράτους αλλά έναντι όλων

Επομένως αν και η διαφοροποίηση των φύλων δεν απαγορεύεται κατrsquo αρ-

χήν στις ιδιωτικές σχέσεις μια άκρως δυσμενής μεταχείριση ενός προσώπου λόγω

του φύλου του θα μπορούσε να οδηγήσει σε ακυρότητα λόγω αντίθεσης στα χρη-

στά ήθη σύμφωνα με το άρθρο 178 ΑΚ Δηλαδή ο διαθέτης έχει κατrsquo αρχήν με βά-

ση την αρχή της ελευθερίας του διατιθέναι το δικαίωμα να επιλέξει ως τιμώμενο

κάποιον αποκλειστικά λόγω φύλου όμως η αντίθεση στα χρηστά ήθη θα θεμελιώ-

νεται μόνο όταν επιπλέον συντρέχει στο πρόσωπο του θιγομένου από την διαθήκη

το στοιχείο της ευλόγου προσδοκίας όπως αν πρόκειται για νόμιμο κληρονόμο14

Συμπερασματικά θα μπορούσαμε να υποστηρίξουμε ότι μια τέτοια θεώ-

ρηση του Συντάγματος και των υπερθετικών δικαιϊκών Αρχών που αυτό ενσω-

ματώνει και κατοχυρώνει πράγματι θα μπορούσε να εξηγήσει πειστικά και να

δικαιολογήσει όχι μόνο αποφάσεις αλλά και νόμους που εγείρουν συζητήσεις για

την αντίθεση τους ή μη στα χρηστά ήθη θα δικαιολογούσε την αναλογία δικαίου

στην οποία ενίοτε καταφεύγει η νομολογία μας για να καλύψει το δισταγμό του

νομοθέτη που δεν έχει δώσει ρητά λύση σε ζητήματα και προβλήματα που απορ-

ρέουν από τα κενά δικαίου που συνδέονται με νέα μορφώματα είτε αυτά είναι νο-

μικά αναγνωρισμένα είτε όχι15

14 Βλ ΠΔΔΑΓΤΟΓΛΟΥ Η τριτενέργεια των ατομικών δικαιωμάτων ΝοΒ 30780 και επ 15 Βλ όμως και υπrsquo αριθμόν 21712002 απόφαση του Εφετείου Αθηνών με παρατηρήσεις

ΓΛέκκα η οποία εξαφάνισε πρωτόδικη απόφαση που είχε δεχθεί αγωγή της μητέρας για ανα-γνώριση των παιδιών της που γεννήθηκαν με ετερόλογη τεχνητή σπερματέγχυση στην οποία ο μόνιμος σύντροφός της είχε συγκατατεθεί με το σκεπτικό ότι δεν πληρούνται οι προυποθέσεις για κατrsquo αναλογία εφαρμογή του άρθρου 1471 παρ2 εδ2 επειδή σαφώς προϋποθέτει γάμο και επαλλήλως διότι η αναλογία εδώ είναι ανεπίτρεπτη καθώς η συμφωνία εγγάμων που συζούν σε ελεύθερη ένωση για την απόκτηση ξένου βιολογικά τέκνου είναι άκυρη ως αμφιμερώς αντί-θετη στα χρηστά ήθη σύμφωνα με το άρθρο 178ΑΚ Όπως όμως σωστά αντιτάσσει ο ΓΛέκκας η νομολογία εφαρμόζει αναλογικά διατάξεις που αφορούν την έγγαμη συμβίωση και στην ε-λεύθερη ένωση αναγνωρίζοντας στους συμβιούντες δικαιώματα ενώ δικαιολογείται λόγω της αλματώδους ανάπτυξης της τεχνολογίας ως προς την υποβοήθηση της ανθρώπινης αναπαρα-γωγής η πλήρωση από το δικαστή του κενού δικαίου ως προς τη συγγένεια με την καθιέρω-ση της laquoκοινωνικοσυναισθηματικής συγγένειαςraquo η οποία εν μέρει είναι ήδη θετικοποι-ημένη μέσω των συνταγματικών αρχών της προστασίας της αξιοπρέπειας και της προ-σωπικότητας του κάθε παιδιού ανεξάρτητα από τον τρόπο σύλληψής του Τέλος όπως επι-σημαίνει ότι και ενόψει του παιδοκεντρικού χαρακτήρα του οικογενειακού δικαίου και κατrsquo αναλογία με την πάγια νομολογία των δικαστηρίων μας που δεν εξετάζουν αν οι εξώγαμες σχέσεις είναι αντίθετες στα χρηστά ήθη σε περίπτωση που η σχετική περιουσιακή επίδοση δε συνιστά αδικαιολόγητη περιφρόνηση προς τα εγγύτατα πρόσωπα της οικογένειας του διαθέτη δεν θα πρέπει να εξετάζεται αν οι εξώγαμες σχέσεις είναι αντίθετες στα χρηστά ήθη όταν δίδεται συγκατάθεση για τεχνητή γονιμοποίηση Παρά τα ανωτέρω σημειώνουμε ότι

9 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

Εξάλλου το Σύνταγμα προστατεύει μεν το γάμο όμως όπως προκύπτει από

τη διατύπωσή του προστατεύει αυτοτελώς και την οικογένεια ανεξάρτητα από

το αν αυτή στηρίζεται σε γάμο σε σύμφωνο συμβίωσης ή σε ελεύθερη ένωση διό-

τι ακριβώς αν ο συνταγματικός νομοθέτης ήθελε να περιορίσει τη θεσμική εγγύη-

ση μόνο στο γάμο θα ήταν περιττή η επιπλέον ξεχωριστή μνεία στην οικογένεια

Σε κάθε περίπτωση η ελεύθερη ένωση μάλλον προστατεύεται και με βάση το άρ-

θρο 5 παρ1 που κατοχυρώνει την ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας16

Ακόμα λοιπόν και αν η αναγνώριση και προστασία τέτοιων σχέσεων αφορά

μόνο το κράτος η αναγνώριση αυτή έχει νομική σημασία για το σύνολο της εννό-

μου τάξεως διότι περιέχει ένα αξιολογικό κριτήριο το οποίο λαμβάνεται υπrsquo όψιν

κατά την συγκεκριμενοποίηση αόριστων εννοιών όπως πχ αυτή της οικογένειας

της συγγένειας και συνακόλουθα των σχετικών με αυτές γενικών ρητρών όπως

εδώ των χρηστών ηθών

Τέλος αξίζει να επισημανθεί ότι βεβαίως το Σύνταγμα ως θεμελιώδης υπέρ-

τατος γενικός καθολικός και αυστηρός νόμος δυσχερώς αναθεωρείται αφού

συνδέεται άρρηκτα με το πολίτευμα και την κρατική εξουσία και υιοθετεί αρχές

και κανόνες με στόχο τη μακροπρόθεσμη διακυβέρνηση της πολιτείας Ωστόσο ο

συνεχής μετασχηματισμός των κοινωνιών απαιτεί για να μην παραμείνει το Σύ-

νταγμα laquoνεκρό γράμμαraquo -αφού ορθά δεν αναθεωρείται εύκολα- αφrsquo ενός να συ-

μπορεύεται με το διεθνές δίκαιο17 και αφrsquo ετέρου να ερμηνεύεται ώστε να αντα-

νακλά τον πολιτισμό τις αξίες και τις δικαιϊκές αρχές ακολουθώντας τις σύγχρο-

νες εξελίξεις18

7 Κατηγοριοποίηση ανήθικων δικαιοπραξιών

Η πράξη έχει δείξει ότι η αντίθεση στα χρηστά ήθη συνήθως διαγιγνώσκεται

λόγω της συνδρομής πλειόνων συγχρόνως αρνητικών παραγόντων που δρουν

ο Άρειος Πάγος επικύρωσε την εν λόγω Εφετειακή απόφαση υιοθετώντας το σκεπτικό της με την υπrsquo αριθμόν 142004 απόφασή του

16 Βλ ΠΦΙΛΙΟ Οικογενειακό Δίκαιο σελ37 17 Ήδη έχει προβλεφθεί συνταγματικά στο άρθρο 2 παρ2 18 Βλέπε συγκριτικά μεταξύ άλλων και το πολύ ενδιαφέρον δόγμα του laquoliving treeraquo που αφορά

τη ζωντανή εξελικτική ερμηνεία του Συντάγματος όπως αυτή αναπτύχθηκε από το Α-νώτατο Δικαστήριο του Καναδά σε παλαιότερη απόφαση του για το γάμο μεταξύ ομοφύ-λων (2004) όπου σε ερώτημα που του τέθηκε για την αντίθεση ή όχι του πολιτικού γάμου με το Σύνταγμα υποστήριξε ότι οι παγωμένες στο χρόνο συνταγματικές ερμηνείες έρχονται σε πλήρη αντίθεση με το δόγμα του living tree (3 SCR 698 2004 Supreme Canadian Court 79)

10 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

από κοινού στο πλαίσιο της ίδιας δικαιοπραξίας χωρίς αυτό να αποκλείει τον α-

νήθικο χαρακτήρα μιας δικαιοπραξίας εξ ενός και μόνο στοιχείο όπως κυρίως στις

περιπτώσεις που προσβάλλεται η αξίας του ανθρώπου (πχ ρήτρα αγαμίας απα-

γόρευσης εργασίας κλπ)

Μια πρώτη κατηγοριοποίηση όμως αντίθεσης στα χρηστά ήθη μπορεί να

γίνει με βάση το αν αυτή προκύπτει από το περιεχόμενο τους

Η ανηθικότητα ων δικαιοπραξιών μπορεί να προκύπτει

α Από το ίδιο το περιεχόμενό τους

Πρόκειται για τη λεγόμενη laquoενδογενήraquo ανηθικότητα όπου το περιεχόμενο

τους καθrsquo εαυτό και αντικειμενικά αντιτίθεται σε αξίες των οποίων η έννομη

τάξη επιδιώκει την πραγμάτωση Χαρακτηριστικές περιπτώσεις αυτής της

κατηγορίας είναι κυρίως οι συμβάσεις οι οποίες ενέχουν υπέρμετρη δέσμευ-

ση της προσωπικής ελευθερίας των συμβαλλομένων Στην έννοια της ελευ-

θερίας περιλαμβάνονται και όλα τα συνταγματικώς κατοχυρωμένα δικαιώ-

ματα όπως η ελευθερία εγκατάστασης το δικαίωμα στην ιδιωτική ζωή η ε-

λεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας

Στις περιπτώσεις αυτές όπως και στις περιπτώσεις του άρθρου 174 ΑΚ δεν

τίθεται ζήτημα μομφής κατά των δικαιοπρακτούντων διότι ο χαρακτήρας

του ανήθικου προσδίδεται εδώ από κριτήρια συνυφασμένα με την συνταγ-

ματικά κατοχυρωμένες αξίες της ελεύθερης ανάπτυξης της προσωπικότητας

της αξιοπρέπειας του ανθρώπου

β Από το σκοπό της δικαιοπραξίας

Πρόκειται για τη λεγόμενη laquoεξωγενήraquo ανηθικότητα που διαγιγνώσκεται με

αξιολόγηση και όλων των συνοδευουσών αυτή συνθηκών και περιστάσεων

όχι μόνο υποκειμενικής φύσεως όπως η πρόθεση εκμετάλλευσης του δια-

πραγματευτικά ασθενέστερου αντισυμβαλλόμενου η γνώση κρίσιμων συνο-

δευτικών περιστατικών (δωρεά μη μεταγεγραμμένη) ή σκοπός η δικαιοπρα-

ξία να βλάψει τα συμφέροντα της ολότητας ή τρίτων αλλά και αντικειμενι-

κής φύσεως περιστάσεων με χαρακτηριστικά εδώ παραδείγματα την αδυ-

ναμία εικονικού εγγυητή να ανταποκριθεί σε αναλαμβανόμενη υποχρέωση

αλλά κυρίως την αναλυόμενη κατωτέρω καταπλεονεκτική δικαιοπραξία

γ Από το συνδυασμό του περιεχομένου της δικαιοπραξίας με το σκοπό

και τα κίνητρα που ώθησαν τον δικαιοπρακτούντα σε ενιαίο σύνολο

11 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

όπως πχ δωρεά σε πρόσωπο με το οποίο ο δωρητής διατηρούσε ανήθικες

σχέσεις ή ακόμα χαρακτηριστικότερα η λεγομένη διαθήκη της ερωμένης19

Στις περιπτώσεις αυτές τα κίνητρα ο σκοπός και τα ελατήρια που ώθησαν

στην εν λόγω δικαιοπραξία ανάγονται στα παραγωγικά αίτια της βούλησης

του διαθέτη ή δωρητή αντίστοιχα και καθίσταται έτσι δυσχερής ο σχηματι-

σμός δικανικής πεποίθησης για πραγματικά περιστατικά που αποτελούν το

αντικείμενο της αντίθεσης στα χρηστά ήθη

Αυτό όμως σημαίνει ότι γα τη διερεύνηση της δικαιοπρακτικής βούλησής

του υπεισερχόμαστε και στον τρόπο ζωής του δωρητή ή του διαθέτη κιν-

δυνεύοντας να αξιολογήσουμε την αντίθεση στα χρηστά ήθη όχι με γνώμονα

την αντίθεση της στα χρηστά ήθη αλλά τη γενικότερη αντίληψή μας ότι ο εν

λόγω συμβαλλόμενος διήγε βίο ανήθικο Αυτό όμως αποτελεί μια ανεπίτρε-

πτη και επικίνδυνη γενίκευση που μας αποπροσανατολίζει από το ζητούμε-

νο20

Κατά κανόνα η ελληνική νομολογία δεν εξετάζει ndashορθά- αν οι εξώγαμες ερω-

τικές σχέσεις είναι αντίθετες ή μη στα χρηστά ήθη Ορθώς διότι όπως ανω-

τέρω αναφέρθηκε η εν γένει ανήθικη συμπεριφορά του διαθέτη δεν επιδρά

στο κύρος της δικαιοπραξίας αν αυτή δεν έγινε από ευτελή κίνητρα

Παραδόξως όμως η νομολογία έχει εισαγάγει ένα άλλο κριτήριο εξίσου αμ-

φίβολο συγκρίνοντας το δεσμό του διαθέτη με την οικογένεια του και τις

σχέσεις του με πρόσωπα εκτός οικογενείας

Έτσι συνήθως γίνεται δεκτό ότι ακόμα και αν ο διαθέτης καταλείπει περιου-

σία σε πρόσωπο με το οποίο τελεί σε σχέση παλλακείας η διαθήκη δεν αντί-

κειται στα χρηστά ήθη εκτός εάν συνιστά εκδήλωση αδικαιολόγητης περι-

φρόνησης προς εγγύτατα πρόσωπα της οικογένειας του που μπορεί να είναι

και τα αδέλφια του21

19 Η αρχική διάκριση του ανήθικου των δικαιοπραξιών στο βιβλίο του Π ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ laquoΔικαιο-πραξίες αντίθετες στα χρηστά ήθηraquo εντάσσει και την εν λόγω τρίτη κατηγορία στη β Εδώ προ-κειμένου να αναδειχθεί η ιδιαιτερότητα της συγκεκριμένης κατηγορίας και η δυσκολία διάκρι-σης της αντίθεσης της στα χρηστά ήθη προτιμάται η υποκατηγοριοποίηση του ΒΟΥΖΙΚΑ (Κλη-ρονομικό Δίκαιο σελ667 και επ) όπως αυτή έχει διαμορφωθεί ιδίως για τις διαθήκες από τη νομολογία

20 Βλ και ΙΣΜΗΝΗ ΑΝΔΡΟΥΛΙΔΑΚΗ-ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗ laquoΗ αντίθεση της διαθήκης στα χρηστά ήθηraquo ΝοΒ30 1236

21 Βλ και ΑΠ2311982 Α Τμήμα όπου ο διαθέτης κατέστησε μόνους κληρονόμους τη σύζυγο και την κόρη του ενώ με κληροδοσία κατέλειπε ανώνυμες μετοχές στην γραμματέα του με την ο-ποία διατηρούσε ερωτικές σχέσεις Παράλληλα όμως της είχε δωρίσει εν ζωή χρήματα για αγο-

12 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

Η αξιολόγηση αυτή αντιβαίνει στην ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότη-

τας του διαθέτη εφόσον πλην της νομίμου μοίρας ο διαθέτης δικαιούται να

καταλείπει την υπόλοιπη περιουσία του σε τρίτα πρόσωπα Ούτε βέβαια το

ηθικό καθήκον προς άπορους ή μειονεκτούντες συγγενείς μπορεί να αναχθεί

σε νομική υποχρέωση

Το κριτήριο της ανηθικότητας δεν είναι η περιφρόνηση του διαθέτη προς τη

νόμιμη οικογένειά του όπως αυτή ερμηνεύεται από τη νομολογία αλλά το

αν η κατάληψη στην ερωμένη καθεαυτή γίνεται για ταπεινά κίνητρα ή για

λόγους ευγνωμοσύνης Στην πρώτη περίπτωση καταφανώς η διαθήκη αντί-

κειται στα χρηστά ήθη στη δεύτερη όμως οφείλει η έννομη τάξη να την ανε-

χτεί ως αναφαίρετο δικαίωμα του διαθέτη να συνδέεται ψυχικά με άλλους

πλην της οικογένειας με τη στενή έννοια22 αναγνωρίζοντας ότι ακόμα και

σε ένα πλαίσιο μιας ίσως μη ηθικής σχέσης τα μέρη αυτής διαθέτουν αξιο-

πρέπεια και ευγενή κίνητρα

8 Τα ενδιάμεσα σκαλοπάτια κατηγοριοποίησης των ανήθικων δικαιο-

πραξιών

Λόγω ακριβώς της αοριστίας της ρήτρας των χρηστών ηθών του άρθρου

178ΑΚ (σε αντίθεση με το άρθρο 179ΑΚ) είναι αδύνατο αυτή στη συγκεκριμένη

μορφή της να καταστεί ένα ρυθμιστικό πρότυπο στο οποίο θα μπορεί απευθείας

να ενταχθεί η υπό κρίση δικαιοπραξία

Για το λόγο αυτή η επιστήμη με τη μορφή ενός κινητού συστήματος23 α-

ντλώντας το υλικό της από την πλούσια νομολογία αλλά και από τη δογματική

και δικαιοσυγκριτικά δεδομένα δημιουργεί ενδιάμεσα κριτήρια laquoσκαλοπάτιαraquo

ήτοι τυποποιημένα ειδικά πραγματικά που διευκολύνουν την ασφαλή και ελέγξι-

μη ένταξη της κρινόμενης δικαιοπραξίας στο ρυθμιστικό πεδίο της συγκεκριμένης

ρήτρας

ρά ακινήτων κοσμήματα φορέματα κλπ μεγάλης αξίας Όμως καθώς η συνολική περιουσία που κατέλιπε στους νόμιμους κληρονόμους του υπερκάλυπτε τη νόμιμη μοίρα και επιπρόσθετα επειδή οι λοιποί συγγενείς του δεν είχαν ανάγκη οικονομικής ενίσχυσης το Δικαστήριο έκρινε ότι η διαθήκη δεν αποτελούσε εκδήλωση περιφρόνησης προς τη νόμιμη οικογένειά του

22 Για την έννοια της οικογένειας βλ και ΠΑΤΕΡΑΚΗ σελ292-303 laquoη προβληματική του όρου οικογέ-νειαraquo

23 βλΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ ως άνω 13 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

Βέβαια ακόμα και στις περιπτώσεις αυτές οι εν λόγω ομάδες δεν είναι οριο-

θετημένες σαφώς μεταξύ τους καθώς ενίοτε το βασικό αξιολογικό στοιχείο το ο-

ποίο αναδεικνύει την αντίθεση στα χρηστά ήθη μπορεί να εμφανίζεται και σε μια

άλλη ομάδα να επικαλύπτονται ή να αλληλοαποκλείονται όπως για παράδειγμα

το στοιχείο της ανισότητας των συμβαλλομένων απαντά και στην καταδυναστευ-

τική αλλά και στην καταπλεονεκτική δικαιοπραξία

Συγκεκριμένα24

α Δικαιοπραξίες για τις οποίες επαπειλείται ακυρότητα προς σκοπόν

την προστασία των συμφερόντων του αντισυμβαλλόμενου

Εδώ υπάγονται

(1) Οι περιπτώσεις των καταδυναστευτικών συμβάσεων οι οποίες απο-

τελούν με τα ειδικότερο πραγματικό τους ξεχωριστή ομάδα αντίθεση

στα χρηστά ήθη (179 ΑΚ)

(2) Αυτές που θέτουν εν κινδύνω το δικαίωμα της αυτοδιάθεσης σε ζη-

τήματα απολύτως ελεύθερης επιλογής του προσώπου όπως αυτές

που οδηγούν στη δέσμευση του αναφορικά με ζητήματα για τα οποία

πρέπει να μείνει ελεύθερο από κάθε εξαναγκασμό αρχή σύμφωνα με το

Σύνταγμα αλλά και την αρχή της προστασίας της προσωπικότητας του

άρθρου 57ΑΚ όπως η διάταξη τελευταίας βουλήσεως που καταλείπει

υπό την αίρεση της αγαμίας τη θρησκείας της αλλαγής τόπου κατοικί-

ας της επιλογής συγκεκριμένου επαγγέλματος

(3) Κάθε δικαιοπραξία που εμπορευματοποιεί αποφάσεις αναγόμενες

στη σφαίρα της απολύτου ελευθερίας του προσώπου ή την άσκηση

επιβαλλομένου από την ηθική καθήκοντος Εδώ κυρίως η απαξία

προσδίδεται λόγω της συμφωνίας για παροχή αμοιβής ή γενικότερα

περιουσιακής φύσεως ωφελημάτων ως μέσο επίδειξης από τον αντι-

24 Για μια διαφορετική κατηγοριοποίηση περιεκτικότερη και ίσως ευκρινέστερη βλ και Γνωμο-δότηση ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟΥ-ΛΑΔΟΓΙΑΝΝΗ με αντικείμενο τα laquoΚριτήρια αντίθεσης συμφώνου προτίμησης στα χρηστά ήθηraquo ΧρΙδΔ ΙΒ2012 όπου μνημονεύονται πέντε κύριες κατη-γορίες-κριτήρια ήτοι 1) η υπερβολική δέσμευση της ελευθερίας του προσώπου 2) η καταπλεονέκτηση (179β ΑΚ) 3) η εκμετάλλευση μιας θέσης ισχύος που μπορεί να έχει κάποιος στην αγορά 4) η πρόκληση βλάβης σε τρίτους και 5) η σοβαρή δυσαναλογία παροχής και αντιπαροχής Εδώ ακολουθήθηκε η κατηγοριοποίηση του Π ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ η οποία είναι μεν υπεραναλυτική αλλά ταυτόχρονα περιλαμβάνει κατrsquo εκτίμηση όλες τις μέχρι τώρα εμφανισθείσες περιπτώσεις αντιθέσεως στα χρηστά ήθη

14 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

συμβαλλόμενο συμπεριφοράς που ανάγεται στη σφαίρα της απολύτου

ελευθερίας του ή από επιβαλλόμενα από την ηθική καθήκοντα

(4) Κάθε δικαιοπραξία που οδηγεί σε υπέρμετρη επιβάρυνση του συναλ-

λακτικά ασθενέστερου και ιδίως του εγγυητή Εδώ πέραν των κλα-

σικών καταπλεονεκτικών συμβάσεων ανήκουν κυρίως οι laquoοιονεί οι-

κογενειακές εγγυήσειςraquo όπου πρόσωπα στερούμενα περιουσίας ώστε

να αναλάβουν υποχρεώσεις συνάπτουν συμβάσεις εγγυήσεως με το

δανειστή μέλους της οικογένειας τους Η νομική σκέψη που δικαιολο-

γεί εδώ την ανηθικότητα έγκειται στην ανάληψη υπέρμετρων συμβα-

τικών επιβαρύνσεων που δεν ανάγονται στην πραγματικά ελεύθερη

δικαιοπρακτική βούληση του εγγυητή ο οποίος πράττει τούτο κοινω-

νικοτυπικά λόγω της συγγενικής σχέσης ευρισκόμενος σε μειονεκτική

διαπραγματευτικά θέση έναντι του δανειστή

β Δικαιοπραξίες για τις οποίες επαπειλείται ακυρότητα προς σκοπόν

την προστασία των συμφερόντων τρίτων

Εδώ υπάγονται

(1) Δικαιοπραξίες προς ματαίωση ήδη θεμελιωμένων ενοχικών απαιτή-

σεων τρίτων όπου η βλάβη του αντισυμβαλλομένου προκαλείται από

την καταχρηστική άσκηση της συμβατικής ελευθερίας Εδώ υπάγονται

η παρώθηση κάποιου σε αθέτηση των συμβατικών υποχρεώσεων του

η απόσπαση προσωπικού που βρίσκεται σε υπηρεσία άλλου

(2) Δικαιοπραξίες προς βλάβη των περιουσιακών συμφερόντων των δα-

νειστών όπου αντικείμενο δεν είναι συγκεκριμένα αλλά γενικά τα πε-

ριουσιακά συμφέροντα τρίτων που παραπλανόνται σε σχέση με την

πιστοληπτική ικανότητα του αντισυμβαλλομένου τους

(3) Δικαιοπραξίες που καταχρώνται τη θέση εμπιστοσύνης έναντι τρί-

του με κλασικό παράδειγμα της κατηγορίας αυτής που αντιπρόσωπος

κάποιου συμβάλλεται με τρίτο κατά τρόπο ώστε να βλάψει τα συμφέ-

ροντα του εντολέως του

(4) Συμφωνίες περί μη θεματισμού σε δημόσιο πλειστηριασμό ή υποβο-

λής προσφοράς μέχρι ορισμένου ποσού όταν η συμφωνία είναι πρό-

σφορη να βλάψει τα συμφέροντα είτε του οφειλέτη είτε των δανει-

στών

15 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

γ Δικαιοπραξίες για τις οποίες επαπειλείται ακυρότητα προς σκοπόν

την προστασία των συμφερόντων της ολότητας

Εδώ ανήκουν προεχόντως δικαιοπραξίες που αντιβαίνουν σε συνταγ-

ματικής κυρίως φύσεως επιταγές και κυρίως

(1) Δικαιοπραξίες που προσβάλλουν τη συνταγματική τάξη όπως αυτές

που ενέχουν αθέμιτο περιορισμό του δικαιώματος αυτοδιάθεσης του

προσώπου

(2) Δικαιοπραξίες που διαταράσσουν την εύρυθμη λειτουργία του κρά-

τους και των Υπηρεσιών του όπως αυτές που σκοπούν στη διευκό-

λυνση παρανόμων πράξεων συμβάσεις με τις οποίες επιδιώκεται η

φοροδιαφυγή κλπ

(3) Δικαιοπραξίες που διαταράσσουν την οικονομική τάξη όπως αυτές

που παρακωλύουν εμποδίζουν ή περιορίζουν την ελεύθερη λειτουργία

του ανταγωνισμού στο μέτρο που δεν υπάγονται στις απαγορευτικές

διατάξεις των άρθρων 1 και 2 του Ν39592011

(4) Δικαιοπραξίες που προσβάλλουν τα σεξουαλικά ήθη και την οικογε-

νειακή τάξη Μολονότι συντελείται σημαντική μεταβολή της στάσης

της έννομης τάξης ως προς τα ζητήματα αυτά εδώ υπάγονται κυρίως

συμφωνίες για την επrsquo ανταλλάγματι τέλεση σεξουαλικής πράξης ως

αντικείμενης στην αξιοπρέπεια του ατόμου συμφωνίες που προ-

σκρούουν στην ηθική ουσία του γάμου ή τη συγγένεια όπως η συμφω-

νία αμοιβής για σύναψη εικονικού γάμου οι συμφωνίες μεσολάβησης

για εύρεση κυοφόρου γυναίκας και πώλησης γενετικού υλικού κλπ

(5) Δικαιοπραξίες που αντιτίθεται στο επαγγελματικό ήθος όπως συμ-

φωνίες για προσπόριση τίτλου ή αξιώματος έναντι οικονομικού ανταλ-

λάγματος (υποβοήθηση σε συγγραφή διδακτορικής διατριβής) συμ-

φωνίες πωλήσεως δικηγορικών γραφείων (κυρίως από τη γερμανική

νομολογία) όταν in concreto δικαιολογείται ο φόβος ότι ο νέος διευ-

θύνων θα το διευθύνει με τρόπο που δε συνάδει στις απαιτήσεις της

εύρυθμης απονομής της δικαιοσύνης κλπ

9 Κρίσιμος χρόνος διαγνώσεως της αντίθεσης στα χρηστά ήθη

16 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

Κατά την κρατούσα γνώμη κρίσιμος χρόνος για την κρίση της αντίθεσης μιας

δικαιοπραξίας στα χρηστά ήθη είναι ο χρόνος κατάρτισής της διότι η ανηθικότη-

τα ή μη μιας δικαιοπραξίας δεν μπορεί παρά να κρίνεται με βάση τις ισχύουσες

κατά την κατάρτισή της ηθικές και θεμελιώδεις αρχές

Περαιτέρω όμως ορθότερο είναι να δεχθεί κανείς ότι η μεταβολή και εξέλιξη

της έννοιας των χρηστών ηθών δεν μπορεί αναδρομικά να επηρεάσει προς το χεί-

ρον την αξιολόγηση της ρυθμίσεως που όταν συνήφθη τα μέρη πίστευαν ότι είναι

σύμφωνη με τα χρηστά ήθη εκτός αν πρόκειται για σύμβαση διαρκείας οπότε

πλέον τα αποτελέσματά της αντίκεινται στα χρηστά ήθη όπως αυτά θα έχουν δι-

αμορφωθεί

Αντίθετα όταν μια δικαιοπραξία ήταν αντίθετη στα χρηστά ήθη κατά το χρό-

νο σύνταξη της αλλά λόγω μεταβολής της ερμηνείας των χρηστών ηθών ή λόγω

μεταβολής των πραγματικών περιστατικών πλέον το περιεχόμενο είναι συμβατό

με αυτά ορθότερη είναι η ευεργετική αναδρομικά ίαση της και η επέλευση των

εννόμων συνεπειών της ιδιαίτερα σε περιπτώσεις διατάξεων τελευταίας βουλή-

σεως

10 Ακυρότητα

α Απόλυτη ή σχετική

Η αντίθεση μιας δικαιοπραξίας στα χρηστά ήθη συνεπάγεται σύμφωνα με

την ΑΚ 178 ακυρότητα της δικαιοπραξίας Δεν θα ανταποκρινόταν στο νόη-

μα και στο σκοπό της ρήτρας η διατήρηση του κύρους της δικαιοπραξίας να

επαφίεται στη βούληση των μερών αφού πέραν των άλλων η συγκεκριμένη

διάταξη προστατεύει μεταξύ άλλων και το γενικό συμφέρον25 Αυτό όμως θα

είχε ως αποτέλεσμα ειδικά σε περιπτώσεις που η ανηθικότητα στρέφεται

μόνο κατά του αντισυμβαλλόμενου και όχι κατά της ολότητας η ακυρότητα

να λαμβάνεται αυτεπαγγέλτως υπrsquo όψιν και να μπορεί και ο ίδιος ο ενεργή-

σας ανήθικα να την επικαλεστεί

Γιrsquo αυτό το λόγο σε περιπτώσεις που η ανηθικότητα δεν προκύπτει από το

περιεχόμενό της αλλά από τις περιστάσεις 26 όπως στις περιπτώσεις των

καταπλεονεκτικών δικαιοπραξιών η ακυρότητα δεν παρίσταται δικαιολο-

25 Βλ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ όπως πιο πάνω και ΓΕΩΡΓΙΑΔΗ-ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟ ΕρμΑΚ άρθρο 178 σελ 276 ΝΙΚΟ-ΛΟΠΟΥΛΟ Γεν Αρχές σελ 314-315

26 Βλ ομοίως ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ Δικαιοπραξίες αντίθετες προς τα χρηστά ήθη 17 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

γημένη Ορθότερο λοιπόν θα ήταν να είναι σχετική ώστε να καταστεί δυνα-

τή η απολαβή της παροχής με δικαιότερους όρους

β Συνολική ή μερική

Όσον αφορά την ακυρότητα της σύμβασης στο σύνολο ή σε μέρος αυτής αν

η ανηθικότητα πλήττει μόνο μια μεμονωμένη συμβατική ρήτρα δυναμένη να

αποχωριστεί από τη σύμβαση και αυτή να δύναται να πραγματώσει το σκο-

πό της τότε η ακυρότητα μπορεί να περιοριστεί στη ρήτρα αυτή

Αναλογικά και κυρίως ως ανωτέρω αναφέρθηκε σε περιπτώσεις καταπλεο-

νεκτικών ή καταδυναστευτικών δικαιοπραξιών η μερική ακυρότητα θα μπο-

ρούσε να είναι δυνατή με την έννοια της αφαίρεσης του αδίκου μέρους της

ώστε αυτή να μπορεί να ισχύσει με το υπόλοιπο ορθό περιεχόμενό της Αμ-

φισβητείται όμως αν αυτό ανταποκρίνεται στα εύλογα συμφέροντα των α-

ντισυμβαλλομένων και ιδίως του ισχυρότερου μέρους που η πραγματική ή

εικαζόμενη βούληση του μάλλον θα κατατείνει στην ακύρωση της δικαιο-

πραξίας

Βέβαια όσον αφορά τη σχέση του 178 ΑΚ με το 181 ΑΚ στην ερμηνεία αυτής

έχουν υπεισέλθει αντικειμενικοί παράγοντες όπως ο σκοπός του κανόνα δι-

καίου που θεσπίζει την ακυρότητα διότι άλλως με την αποδοχή της ολικής

ακυρότητας ματαιούται ο προστατευτικός σκοπός της διάταξης Επομένως

ορθότερο είναι στις περιπτώσεις αυτές η ακυρότητα ή μη της σύμβασης να

καταλίπεται στο ασθενέστερο μέρος

γ Ακυρότητα στις αιτιώδεις και αναιτιώδεις δικαιοπραξίες

(1) Στις αιτιώδεις δικαιοπραξίες αν η αιτία είναι άκυρη άκυρη είναι και η

αιτιώδης δικαιοπραξία Επομένως αν η υποσχετική σύμβαση η οποία

αποτελεί την αιτία εκποιητικής δικαιοπραξίας (πχ μεταβίβασης κυ-

ριότητας ακινήτου) άκυρη λόγω αντίθεσης στα χρηστά ήθη συμπαρα-

σύρει σε ακυρότητα και την εμπράγματη δικαιοπραξία το κύρος της

οποίας εξαρτάται από την ύπαρξη εγκύρου αιτίας

Για το λόγο αυτό η αναζήτηση της παροχής γίνεται με διεκδικητική

αγωγή

(2) Αντίθετα στις αφηρημένες ή αναιτιώδεις δικαιοπραξίες το κύρος των

οποίων δεν εξαρτάται από την ύπαρξη και το κύρος της αιτίας ούτε

αυτή αποτελεί στοιχείο του πραγματικού τους η έλλειψη αιτίας ή η

18 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

ακυρότητα αυτής καταρχήν δεν επηρεάζει το κύρος τους ο δε διαθέ-

σας έχει (αν δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις του 907ΑΚ) μόνο την α-

ξίωση αδικαιολογήτου πλουτισμού Χαρακτηριστικά παραδείγματα της

κατηγορίας αυτής είναι από τις μεν υποσχετικές δικαιοπραξίες η αφη-

ρημένη υπόσχεση χρέους ενώ από τις εκποιητικές η μεταβίβαση κυριό-

τητας κινητού Δικαιολογητικός λόγος της τελευταίας είναι η ταχύτητα

και η ασφάλεια των συναλλαγών καθώς οι διάδοχοι του αποκτώντος

αποκτούν έγκυρα από αυτόν ακόμα και αν αυτός είχε αποκτήσει βάσει

μιας άκυρης υποσχετικής δικαιοπραξίας Επιπλέον διευκολύνεται η α-

πόδειξη κτήσης του δικαιώματος αφού αυτός που υποστηρίζει ότι εί-

ναι δικαιούχος οφείλει και αρκεί να αποδείξει μόνο της εκποιητική δι-

καιοπραξία και όχι την αιτία αυτής

Το ότι η αναιτιώδης δικαιοπραξία είναι γενικά ανεξάρτητη από το κύ-

ρος της αιτίας δε σημαίνει ότι δεν υπάρχει αιτία γιrsquo αυτή αλλά ότι η αι-

τία δεν αποτελεί ως άνω αναφέρθηκε στοιχείο του πραγματικού της

Επομένως η laquoηθικά άχρωμηraquo αναιτιώδης δικαιοπραξία μπορεί κατά

περίπτωση να θεωρηθεί άκυρη με διάσπαση της αρχής του αναιτιώ-

δους όταν σε περίπτωση αντίθεσης της δικαιοπραξίας στα χρηστά ήθη

η ανηθικότητα αφορά όχι μόνο την ενοχική αλλά και την εμπράγματη

δικαιοπραξία27 Αν και κατά κανόνα η απλή μεταβίβαση της κυριότη-

τας είναι laquoηθικά άχρωμηraquo αφού τα κίνητρα για την κατάρτιση της ανά-

γονται στην ενοχική δικαιοπραξία αν in concreto διαγνωστεί ότι η επί-

δοση του περιουσιακού αντικειμένου έγινε χάριν τελέσεως ανήθικης

συμπεριφοράς ή ότι η ανήθικη αιτία αποτέλεσε αίρεση για την εκποιη-

τική δικαιοπραξία η ανηθικότητα πλήττει και την εμπράγματη δικαιο-

πραξία καθιστώντας αυτή άκυρη (βλ179ΑΚ) άκυρη δε και οποιαδήπο-

τε περαιτέρω μεταβίβαση

Πάντως γίνεται δεκτό και στην ελληνική αλλά και στη γερμανική νομο-

λογία ότι τα χρήματα που προκαταβάλλονται σε laquoπόρνηraquo για πραγμα-

τοποίηση σαρκικής επαφής μαζί της μεταβιβάζονται σrsquo αυτή κατά κυ-

ριότητα με την παράδοση τους αφού ως ανωτέρω αναφέρθη η ακυρό-

27 Βλ και ΑΠ ΓΕΩΡΓΙΑΔΗ Εγχειρίδιο Εμπρ Δικαίου παρ43 48 καθώς και ΑΠ ΓΕΩΡΓΙΑΔΗ Γ Αρχές ΑστΔικαίου διακρίσεις των δικαιοπραξιών

19 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

τητα της υποσχετικής δικαιοπραξίας δεν συμπαρασύρει την εμπράγμα-

τη αφού η μεταβίβαση χρημάτων είναι πράξη ηθικά ουδέτερη28

Ακριβώς επειδή η παροχή είναι έγκυρη αυτή δεν αναζητείται (εκτός

και μόνο αν το ανήθικο της αιτίας δεν βαρύνει τον δόντα) Αν βαρύνει

και αυτόν ή πολύ περισσότερο μόνο αυτόν τότε δεν αναζητείται

Πράγματι θα ήταν παράδοξο η έννομη τάξη να προστατεύει πρόσωπα

που μετήλθαν ανήθικων μέσων και προέβησαν σε δελεαστικές παροχές

για την επίτευξη μιας ανήθικης συμπεριφοράς και να τα επιβραβεύει με

την επιστροφή σε αυτά των έστω και άνευ ανταλλάγματος δοθέντων

ακόμα και στην εξαιρετική περίπτωση που και ο λήπτης βαρύνεται με

ανηθικότητα Η ρωμαϊκή αρχή laquoεν ίση αισχρότητι κρείσσων ο νεμόμε-

νοςraquo ορθά βρίσκει εδώ την εφαρμογή της29

Η ακυρότητα είναι αναδρομική (ex tunc) εκτός από τις διαρκείς συμ-

βάσεις (πχ σύμβαση εργασίας) Σε αυτές γίνεται δεκτό ότι εφόσον λει-

τούργησαν για ένα χρονικό διάστημα αναπτύσσοντας τα έννομα απο-

τελέσματα τους έχει δημιουργηθεί μια πραγματική κατάσταση η ο-

ποία αποτελεί και την αιτία διατήρησης των μέχρι τότε παροχών ενώ η

επίκληση της ακυρότητας τους έχει τα αποτελέσματα της καταγγελίας

λειτουργώντας μόνο για το μέλλον (ex nunc)

11 Δικονομική μεταχείριση

Η επίκληση της ακυρότητας αφού πρoβληθούν τα πραγματικά περιστατικά

γίνεται από οποιονδήποτε έχει έννομο συμφέρον ακόμα δε και από τον ίδιο τον

καθrsquo ου η μομφή για την επιλήψιμη συμπεριφορά αν και σε περίπτωση αυτή η ε-

πίκληση της θα μπορούσε να θεωρηθεί ως κατάχρηση δικαιώματος

Όσον αφορά το βάρος της απόδειξης στις μεν αιτιώδεις δικαιοπραξίες αυτός

που επικαλείται την εγκυρότητά της οφείλει να αποδείξει την ύπαρξη του κύρους

της αιτίας ενώ αντίθετα στις αναιτιώδεις δικαιοπραξίες το βάρος αποδείξεως φέ-

ρει εκείνος ο οποίος ασκεί είτε με αγωγή είτε με ένσταση την αξίωση αδικαιολογή-

του πλουτισμού (Αντιστροφή του βάρους της απόδειξης)

28 Βλ και ΧΡ ΜΥΛΩΝΟΠΟΥΛΟΥ Ποινικό Δίκαιο Ειδικό μέρος σελ22 29 Βλ και ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟ Επιτομή Γενικού Ενοχικού κεφ Περί αδικαιολόγητου πλουτισμού που μάλ-

λον διαφωνεί 20 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

12 Επίγραμμα

Οι δρόμοι του δικαστή του νομοθέτη και γενικότερα του εκάστοτε ερμηνευ-

τή του δικαίου είναι παράλληλοι και αλληλοσυμπληρώνονται Κοινός στόχος η εύ-

ρυθμη λειτουργία μιας κοινωνίας με σεβασμό στα βασικά ανθρώπινα δικαιώματα

στην αξία του ανθρώπου και στους θεσμούς όπως αυτοί διαμορφώνονται στην

πορεία του χρόνου

Όμως η δικαιοσύνη δεν είναι μόνο μια αφηρημένη ιδέα για τη θεσμική διάρ-

θρωση μιας κοινωνίας αλλά πρέπει να ενδιαφέρεται για τη ζωή που διάγουν οι

άνθρωποι στην πραγματικότητα και ότι καθιστά τη ζωή άξια για να τη ζουν

Γιrsquo αυτό ο ρόλος του ερμηνευτή του δικαίου και ιδίως του δικαστή είναι

κομβικός Και δεν είναι ο ρόλος αυτός παθητικός ούτε απλά συνθετικός Κινούμε-

νος εντός των εξουσιών που το Σύνταγμα του έχει προσδώσει δε στηλιτεύει αλλά

κατανοεί διαπλάθει αλλά και εξισώνει -εντός πάντοτε του θετού δικαίου

Και αν και κατά τη γενική αντίληψη ο λαός πρέπει να έχει νομολογία προ-

σαρμοσμένη στο βαθμό της ηθικής του πολλές φορές αναδεικνύεται η αντίστρο-

φη ανάγκη Να είναι η νομολογία αρωγός ώστε ο λαός να προσανατολιστεί στα

σύγχρονα ήθη και στις πολυπολιτισμικές ιδιομορφίες

Η ερμηνεία του άρθρου 178 ΑΚ αποτελεί μια χαρακτηριστική τέτοια περί-

πτωση-

21 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

Β

ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΜΕ ΤΗΝ ΟΠΟΙΑ ΔΕΣΜΕΥΕΤΑΙ ΥΠΕΡΒΟΛΙΚΩΣ Η ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΤΟΥ ΠΡΟΣΩΠΟΥ [ΚΑΤΑΔΥΝΑΣΤΕΥΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ] ndash

ΚΑΤΑΠΛΕΟΝΕΚΤΙΚΗ [ΑΙΣΧΡΟΚΕΡΔΗΣ] ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ (ΑΚ 179)

[Σπύρος Γ Παπαγιάννης]

1 Η σχέση μεταξύ των δύο ειδικών πραγματικών του άρθρου ΑΚ 179

Το δίκαιο προκειμένου να εξυπηρετεί τον κοινωνικό βίο των ανθρώπων εν-

σωματώνει στους κανόνες που το συγκροτούν τα παραγγέλματα της κοινωνικής

ηθικής δηλαδή τις επικρατούσες στην κοινωνία θεμελιώδεις αξιολογικές παρα-

στάσεις30 Έτσι η ΑΚ 178 με τον όρο ldquoχρηστά ήθηrdquo οριοθετεί την λειτουργία της

ιδιωτικής αυτονομίας μέσα στα όρια αυτού που αξιοί ο μέσης ηθικής κοινωνός του

δικαίου με σκοπό την αποτροπή καταχρήσεως κατά την διάπλαση ιδιωτικών εν-

νόμων σχέσεων και άμεσο αποτέλεσμα την άρνηση της έννομης τάξεως να προσ-

δώσει νομικό κύρος σε δικαιοπρακτικές ρυθμίσεις που προσβάλλουν τις αξίες των

οποίων αυτή επιδιώκει την πραγμάτωση31

Ενώ όμως το άρθρο ΑΚ 178 λειτουργεί ως γενική ρήτρα στο άρθρο ΑΚ 179

τυποποιούνται τα πραγματικά δύο ldquoειδικώνrdquo δικαιοπραξιών που αντιτίθενται στα

χρηστά ήθη οι ldquoκαταδυναστευτικέςrdquo συμβάσεις (ή ldquoφιμωτικέςrdquo32 δικαιοπραξίες)

και οι ldquoκαταπλεονεκτικέςrdquo συμβάσεις (ή ldquoαισχροκερδείςrdquo33 δικαιοπραξίες) Στην

πρώτη κριτήριο είναι η υπέρμετρη34 δέσμευση της ελευθερίας του προσώπου

ενώ στην δεύτερη κριτήριο αποτελεί η εκμετάλλευση της διαπραγματευτικής μει-

ονεξίας του αντισυμβαλλομένου ιδία όσον αφορά στην υπέρμετρη δέσμευση της

οικονομικής του ελευθερίας

2 Η Καταδυναστευτική Δικαιοπραξία

30 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 201217 31 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 201218 σημ 3 32 ΦΙΛΙΟΣ 2011353 33 ΦΙΛΙΟΣ opcit 34 Η ΑΚ 179α΄ αναφέρει ldquohellipδεσμεύεται υπερβολικάhelliprdquo Προτιμώ ως αποδίδουσα επί το ορθότερο

την έννοια του laquoμεγέθουςraquo της δεσμεύσεως την χρήση της λέξεως ldquoυπέρμετραrdquo λέξη-όρο που χρησιμοποιείτο στον ΑΚ προ της μεταγλωττίσεώς του στην δημοτική (την [φεύ] γλώσσα της ldquoπλέριας κατανόησηςrdquohellip)

22 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

α Έννοια

Ως ldquoκαταδυναστευτικήrdquo δικαιοπραξία νοείται κυρίως η σύμβαση (ή μεμονω-

μένη ρήτρα που περιέχεται σε σύμβαση) επί τη βάσει της οποίας δεσμεύεται

υπερμέτρως35 η προσωπική οικονομική επαγγελματική ή καλλιτεχνική ε-

λευθερία του αντισυμβαλλομένου δημιουργώντας ένα είδος υποτέλειας ένα-

ντι του άλλου μέρους36 Στην έννοια της καταδυναστεύσεως της ΑΚ 179α ε-

μπίπτει και κάθε συμβατικός περιορισμός που φέρει ως συνέπεια την υπέρ-

μετρη δέσμευση της ελευθερίας του προσώπου για ανάπτυξη οποιασδήποτε

εκδηλώσεως της προσωπικότητός του37 Είναι φανερόν ότι η ελληνική δη-

μόσια τάξη συγκεκριμενοποιεί την ρήτρα των χρηστών ηθών με την χρήση

μιάς θεμελιώδους δικαιϊκής αξίας της ελευθερίας του προσώπου εδώ ουσι-

αστικώς η συνταγματική τάξη (πχ Σ 5 sect 1) επιβάλλει τα πρόσωπα να παρα-

μένουν ελεύθερα

β Ελευθερία του προσώπου - δέσμευση

Στο πραγματικό της ΑΚ 179α΄ υπάγονται δύο κατά βάσιν περιπτώσεις συμ-

βάσεων αυτές που ενέχουν υπέρμετρη δέσμευση της προσωπικής ελευθερί-

ας του συμβαλλομένου και εκείνες με τις οποίες περιορίζεται υπερμέτρως η

ελευθερία προς (κυρίως) οικονομική και επαγγελματική δράση

Για δέσμευση της ελευθερίας του προσώπου με δικαιοπραξία γίνεται λόγος

μόνον όταν το πρόσωπο που δεσμεύτηκε είχε σύμφωνα με τον νόμο την ε-

ξουσία να διαθέσει κατά βούλησιν το αντικείμενο της δικαιοπραξίας Συνε-

πώς εάν η υποχρέωση του προσώπου δεν προέρχεται από δικαιοπραξία αλ-

λά από τον νόμο ή εάν το πρόσωπο που δεσμεύτηκε με δικαιοπραξία δεν εί-

χε σύμφωνα με τον νόμο την εξουσία να διαθέσει το αντικείμενο στο οποίο

αναφέρεται η δέσμευση η ΑΚ 179 δεν εφαρμόζεται38

Στην ελευθερία του προσώπου υπάγονται οι ατομικές ελευθερίες και τα α-

τομικά δικαιώματα αυτού39 όπως η ελευθερία συνειδήσεως της γνώμης της

διαθέσεως ψήφου του προσώπου κλπ Εδώ υπάγεται ιδίως η ελευθερία της

35 ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ 2012527 ΦΙΛΙΟΣ 2011352 36 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012 σημ 429 37 Πρβλ λχ ΑΠ 12601983 ΕλλΔνη 251347 (απεριόριστη δέσμευση της καλλιτεχνικής ελευθερί-

ας του πνευματικού δημιουργού) 38 ΕφΑθ 33271999 ΝοΒ 48485 39 ΕφΑθ 32841980 ΝοΒ 281225

23 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

εργασίας του εμπορίου της βιομηχανίας προς ανάπτυξη της οικονομικής

δράσεως του προσώπου40 Έτσι αντίκειται στα χρηστά ήθη

(1) κάθε δικαιοπραξία με την οποία απαγορεύεται σε κάποιον η άσκηση

ορισμένου επαγγέλματος ή ορισμένης βιομηχανικής ή εμπορικής δρα-

στηριότητος εφrsquo όσον περιέχει υπέρμετρη δέσμευση και

(2) η δικαιοπραξία με την οποία δεσμεύεται το δικαίωμα στην σωματική

ακεραιότητα του προσώπου στην υγεία ζωή τιμή το δικαίωμα στο

όνομα ή την προσωπικότητα το δικαίωμα εγκαταστάσεως ή μη σε ορι-

σμένο τόπο το δικαίωμα επιλογής επαγγέλματος κλπ41

γ Η ratio της απαγόρευσης

(1) Η οικονομική κατωτερότητα ενός εκ των συμβαλλομένων

Συνήθως η κατάρτιση συμβάσεως με καταδυναστευτικό περιεχόμενο

οφείλεται στην οικονομική κατωτερότητα του υποβαλλομένου στην

υπέρμετρη δέσμευση συμβαλλομένου Αυτό εκτιμάται ότι συμβαίνει

λόγω της ανάγκης αποκτήσεως της υπαρξιακής κατά κανόνα γιrsquo αυτόν

σημασίας παροχή του οικονομικώς ισχυρού αντισυμβαλλομένου συνή-

θως κάποια πίστωση Έτσι η οικονομική αυτή πίεση όταν μάλιστα

δεν υπάρχει δυνατότης καταφυγής σε άλλη πηγή αποκτήσεως του ιδί-

ου αγαθού με καλλίτερους όρους διαταράσσει την συμβατική ελευθε-

ρία η οποία μπορεί να συντρέχει ανεξαρτήτως της θέσεως που κατέχει

στην αγορά ο επιβάλλων τον περιορισμό συμβαλλόμενος (συνήθης επι-

χείρηση)

Η ρύθμιση αυτή της ΑΚ 179α΄ αντικειμενικώς κρινομένη φαίνεται ότι

είναι σχεδιασμένη με πνεύμα κηδεμονεύσεως ο δικαστής παρεμβαίνει

στο περιεχόμενο της συμβάσεως προκειμένου να προστατεύσει τον οι-

κονομικώς ασθενέστερο συμβαλλόμενο από μία άδικη εις βάρος του

κατανομή των συμβατικών βαρών και πλεονεκτημάτων

Προβληματισμός υπάρχει στο αν η οικονομική δέσμευση επέρχεται με

την κατάρτιση της συμβάσεως προκειμένου περί καταδυναστευτικών

συμβάσεων ή πρόκειται περί καταχρηστικής εκμεταλλεύσεως ήδη υ-

φισταμένης οικονομικής κατωτερότητος του αντισυμβαλλομένου προ-

40 Βλ ΤΟΥΣΗΣ Α 1978 sect 96 ΜΠΑΛΗΣ 1944 sect 64 41 Βλ ΤΟΥΣΗΣ opcit

24 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

κειμένου περί καταχρηστικής εκμεταλλεύσεως μονοπωλιακής ή δεσπό-

ζουσας θέσεως μιάς επιχειρήσεως στην αγορά

Εξrsquo άλλου χρήζει ιδιαιτέρας μνείας το ότι ενώ η συναλλακτικώς μειονε-

κτική θέση του ενός των συμβαλλομένων τεκμαίρεται αμαχήτως42 (ΑΚ

294 332sect2 334sect2 409 κλπ) στην περίπτωση καταδυναστευτικής

συμβάσεως ο αντισυμβαλλόμενος έχει δυνατότητα αποδείξεως ότι η

ρύθμιση υπήρξε προϊόν της ελευθέρας δικαιοπρακτικής αποφάσεως

του φαινομένου ως βλαπτομένου από αυτή συμβαλλομένου

(2) Η άδικη μεταξύ των μερών κατανομή των συμβατικών πλεονεκτημά-

των

Η κατανόηση του πότε είναι υπέρμετρη (ή ldquoυπερβολικήrdquohellip) ή εύλογη η

συμβατική δέσμευση της ελευθερίας του προσώπου συνιστά το κε-

ντρικό πρόβλημα του δόγματος των καταδυναστευτικών συμβάσεων

αν και η κρίση είναι νομική υποκείμενη στον έλεγχο του Αρείου Πάγου

Για τον λόγον αυτόν είναι καίριος ο ρόλος των μεγεθών αντιπαροχής

και δεσμεύσεως της οικονομικής ελευθερίας43

δ Η υπέρμετρη (υπερβολική) δέσμευση

Το κριτήριο της υπέρμετρης δεσμεύσεως ως αόριστη νομική έννοια και

προκειμένου να καταστεί δογματικώς κατάλληλη για να υπαχθεί σε αυτήν η

κρινομένη ατομική περίπτωση έχει ανάγκη εξειδικεύσεως λαμβανομένης

υπrsquo όψιν της ratio της απαγορεύσεως που τίθεται στην ΑΚ 179α΄ δηλαδή την

διάβρωση της συμβατικής ελευθερίας του ασθενέστερου μέρους αφrsquo ενός και

της ανισορροπίας στην κατανομή των συμβατικών ωφελημάτων μεταξύ των

μερών

Γίνεται ευρύτερα δεκτό στην σύγχρονη δογματική του Αστικού Δικαίου ότι

υπάρχει μία ldquoκινητήrdquo σχέση44 μεταξύ των προαναφερθέντων δύο κριτηρίων

εις τρόπον ώστε όσον εντονότερον διαβρώνεται η ελευθερία δικαιοπρακτι-

κής αποφάσεως του καταδυναστευομένου τόσον άτονος θα πρέπει να είναι

42 Για τον εμπορικό αντιπρόσωπο που συνάπτει ρήτρα μετασυμβατικής απαγορεύσεως του αντα-γωνισμού βλ ΠΔ 2191991 άρθρ10 εις εφαρμογήν του άρθρου 20 της Οδηγίας 86653 ΕΟΚ

43 ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ 2012528 ΣΠΥΡΙΔΑΚΗΣ 2004188 44 Πρβλ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012146

25 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

ο έλεγχος της άνισης κατανομής στο περιεχόμενο της σχετικής συμφωνίας

για να επιβεβαιώνεται ή όχι το στοιχείο της υπέρμετρης δεσμεύσεως45

Πέραν αυτών όμως είναι απαραίτητη και η συγκεκριμενοποίηση του κριτη-

ρίου της άνισης μεταξύ των μερών κατανομής των συμβατικών βαρών και

πλεονεκτημάτων οπότε είναι αναγκαία η αναδρομή σε ιδιαίτερα κριτήρια τα

οποία εφαρμόζει σχεδόν σταθερώς η νομολογία μας46

(1) Ο Μπαλής47 θεωρεί ότι πρέπει να συναρτάται η σχετική κρίση με το

σημείο ldquoμέχρι τοῦ ὁποίου εἶναι νόμῳ προστατεύσιμον τὸ συγκεκριμένον

συμφέρον τοῦ ἐπιβάλλοντος τὸν περιορισμὸνrdquo δηλαδή να συνυπολογί-

ζεται και το μέτρο της οικονομικής θυσίας στην οποία υποβάλλεται

ο ισχυρός συμβαλλόμενος ουσιαστικώς να σταθμίζεται η αξία της συ-

νολικής αντιπαροχής του χωρίς βεβαίως τα δύο αυτά μεγέθη να συ-

μπίπτουν κατrsquo ανάγκην

(2) Σημασίαν έχει και το στοιχείο της χρονικής διάρκειας της δεσμεύσεως

Όσον αφορά σε ρήτρες απαγορεύσεως ανταγωνισμού θεμιτός περιο-

ρισμός θεωρείται η διετία προκειμένου περί συμβάσεως εργασίας και η

πενταετία προκειμένου περί πωλήσεως επιχειρήσεως Αντιθέτως σε

συμβάσεις αποκλειστικής προμηθείας (κυρίως μπύρας ή ενέργειας) και

προμηθείας πρατηρίου βενζίνης η γερμανική νομολογία ανεβάζει το

όριο στα είκοσι περίπου έτη

(3) Σπουδαίο επίσης στοιχείο μετρήσεως του υπέρμετρου ή μη της συμ-

βατικής δεσμεύσεως είναι η τοπική έκτασή της Πρόκειται περί ενός

στοιχείου κινητού εν σχέσει προς την χρονική διάρκεια δεσμεύσεως αλ-

λά και προς τα λοιπά στοιχεία συγκεκριμενοποιήσεως της αόριστης έν-

νοιας του ldquoυπέρμετρουrdquo Δηλαδή δυνατόν όσον ευρύτερη κατά τόπο

και μακρότερη κατά χρόνον είναι η απαγόρευση τόσο μεγαλύτερο θα

πρέπει να είναι το περιουσιακό αντάλλαγμα που λαμβάνει το ασθενέ-

στερο μέρος ώστε να θεωρείται η ρήτρα θεμιτή Απροσδιόριστη κατά

τόπο και χρόνο απαγόρευση χωρίς πρόβλεψη δυνατότητος παύσεως

της δεσμεύσεως με καταγγελία προσδίδει κατά κανόνα ανήθικο χα-

45 Πρβλ ΤΕΛΛΗΣ 2007215 επ 46 Πληρέστερη ανάλυση των κριτηρίων αυτών σχετικώς με την ρήτρα μετασυμβατικής απαγο-

ρεύσεως του ανταγωνισμού βλ σε ΤΕΛΛΗΣ 2007223 επ 47 ΜΠΑΛΗΣ 1944 sect64

26 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

ρακτήρα στην σχετική ρήτρα48 διότι η έννομη τάξη δεν ευνοεί γενικώς

τις δεσμεύσεις μακροχρόνιας ή απεριορίστου διαρκείας49

(4) Το κατrsquo αντικείμενον εύρος της συμβατικἠς δεσμεύσεως είναι επίσης

κριτήριο συγκεκριμενοποιήσεως της αορίστου εννοίας του ldquoυπέρμε-

τρουrdquo Αν δηλαδή ο ασφαλειοδότης παρέχοντας υπέρμετρη εξασφά-

λιση στον δανειστή του μπορεί να ικανοποιήσει και τους λοιπούς δα-

νειστές του ή στον υποβληθέντα σε μετασυμβατική ρήτρα απαγόρευ-

σης ανταγωνισμού εναπομένει κάποια δυνατότητα επιδόσεως σε άλ-

λης μορφής οικονομική δραστηριότητα κατά την διάρκεια της απαγο-

ρεύσεως

Η παράθεση των ανωτέρω κριτηρίων είναι σαφώς ενδεικτική αφού η περί

υπέρμετρου δεσμεύσεως κρίση (πρέπει να) σχηματίζεται από μία συνολική

αξιολόγηση των ειδικών περιστάσεων που συνοδεύουν την επίμαχη σύμβα-

ση Έτσι προσμετρώνται και άλλα στοιχεία ndash κριτήρια όπως οι επαγγελμα-

τικές προοπτικές των συμβαλλομένων ή ο τρόπος λήξεως της συνεργασίας

των

Τέλος η ύπαρξη επίμεπτης υποκειμενικής στάσεως του ισχυροτέρου συμ-

βαλομένου δεν θεωρείται σύμφωνα με κρατούσα γνώμη προϋπόθεση της

ακυρότητας της συμβάσεως50

ε Εφαρμογή της διατάξεως

Η διάταξη (εδ α΄) εφαρμόζεται και στις χαριστικές δικαιοπραξίες51 Δεν ε-

φαρμόζεται η διάταξη όταν υπάρχει νόμος που συγχωρεί την υπέρμετρη δέ-

σμευση της ελευθερίας του προσώπου52 Δεν αποκλείεται η σύμβαση να

προσκρούει εν μέρει στα χρηστά ήθη οπότε έχει εφαρμογή η ΑΚ 181 (Μερι-

κή ακυρότητα δικαιοπραξίας Η ακυρότητα μέρους συνεπιφέρει την ακυρό-

τητα ολόκληρης της δικαιοπραξίας αν συνάγεται ότι δεν θα είχε επιχειρηθεί

χωρίς το άκυρο μέρος)

48 Πρβλ αντί πολλών ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ 2012528 49 Πρβλ αντίθετη άποψη (ΚΙΤΣΑΡΑΣ Ενοχικές δεσμεύσεις της εξουσίας διάθεσης 199957) σε ΓΕΩΡ-

ΓΙΑΔΗΣ 2012 sect 36 υποσημ 12 50 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 1983153 51 Βλ ΑΠ 9991975 (Βrsquo Τμήμα) ΝοΒ 24287 (ldquohellipἀποκλείεται ἡ ἐφαρμογὴ τοῦ ἐπὶ δικαιοπραξιῶν ἐφrsquo

ὧν ἐπίδοσις περιουσίας γίνεται ἄνευ ἀνταλλάγματος ἢ δὲν λαμβάνει χώραν ἀνταλλαγὴ παροχῶν διότι ἐπrsquo αὐτῶν δὲν γεννᾶται ζήτημα προφανοῦς δυσαναλογίας παροχῆς καὶ ἀντιπαροχῆςrdquo)

52 Βλ ΤΟΥΣΗΣ 1978506 επ ndash ΑΠ 1301950 27 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

ϛ Έννομες συνέπειες

(1) Σύμφωνα με την ΑΚ 179 η δικαιοπραξία που δεσμεύει υπερμέτρως την

ελευθερία του προσώπου είναι ldquoΆκυρη ως αντίθετη προς τα χρηστά ή-

θηhelliprdquo και όπως ισχύει για κάθε ανήθικη δικαιοπραξία θεωρείται από-

λυτη53 μπορεί δε να λαμβάνεται υπόψιν και αυτεπαγγέλτως από το

δικαστήριο54 Τούτο είναι λογικό και κατrsquo ακολουθίαν ορθό αφού η

απαγόρευση της υπέρμετρης δέσμευσης της ελευθερίας σκοπεί στην

προστασία της προσωπικότητας ώστε να μην αφαιρείται το αγαθό της

εξουσίας της δικαιοπρακτικής διαθέσεως του μέρους

Προκειμένου όμως περί υπέρμετρης δεσμεύσεως της οικονομικής ε-

λευθερίας προσώπου δηλαδή οικονομικών συμφερόντων των οποίων

η διαφύλαξη είναι αποκλειστική υπόθεση του προσώπου αυτού τότε

σε μια τέτοια περίπτωση το πρόσωπο αυτό και μόνο μπορεί να κρίνει

καλλίτερα από κάθε άλλον αν η άρση των δικαιοπρακτικών αποτελεσμά-

των με την επίκληση της ΑΚ 179α ακυρότητος εξυπηρετεί πράγματι τα

συμφέροντά του5556

(2) Η ακυρότητα είναι κατά κανόνα ολική ιδία όσον αφορά σε υπέρμετρη

δέσμευση της προσωπικής ελευθερίας57 Στις περιπτώσεις όμως όπου

ο ανήθικος χαρακτήρας προσδιορίζεται από οικονομικής φύσεως α-

νταλλάγματα θα πρέπει να είναι δυνατή η μερική ακυρότητα ώστε με-

τά την αφαίρεση του αδίκου μέρους να μπορεί να ισχύσει η σύμβαση

με το υπόλοιπο ορθό περιεχόμενο της και έτσι το ασθενέστερο μέρος

να ldquoαπολαύσει τελικά την πολύτιμη γιrsquo αυτόν παροχή του αντισυμβαλ-

λομένου του αλλά με δίκαιους τώρα όρουςrdquo Την δυνατότητα της μερικής

ακυρότητος φαίνεται να δέχεται η κρατούσα γνώμη πράγμα που ση-

μαίνει ότι το δικαστήριο έχει την δυνατότητα να μειώσει μετά από αί-

τηση του βλαπτομένου την δέσμευση αυτού στο προσήκον μέτρο

53 ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ 2012525 επ 54 ΛΑΔΑΣ 1979159 επ 55 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012153 56 Θεωρείται ότι σε παρόμοιες περιπτώσεις πρέπεται η (κατrsquo εξαίρεσιν) σχετική ακυρότητα διότι η

απόφαση για την διατήρηση ή άρση των δικαιοπρακτικών αποτελεσμάτων πρέπει να ανήκει αποκλειστικώς στο βλαπτόμενο από την συμβατική ρύθμιση μέρος το οποίο γνωρίζει κάλλιον παντός άλλου το τι πράγματι το συμφέρει άλλως υπάρχει ανεπίτρεπτη κηδεμόνευση των συμφερόντων αυτού του συμβαλλομένου (ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2013113)

57 εα 2α 28 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

3 Η Καταπλεονεκτική Δικαιοπραξία

α Γενικά ndash σχέση με ΠΚ 404 405

Σύμφωνα με το πραγματικό της ΑΚ 179βrsquo καταπλεονεκτική δικαιοπραξία

υπάρχει όταν στο πρόσωπο του καταπλεονεκτούμενου συντρέχουν προφα-

νής δυσαναλογία παροχής και αντιπαροχής ανάγκη κουφότητα ή απειρία

και εκμετάλλευση της μειονεκτικής αυτής θέσεως από τον καταπλεονέκτη

Σύμφωνα με την νομολογία για την πλήρωση του πραγματικού απαιτείται η

συνδρομή και των τριών αυτών προϋποθέσεων σωρευτικώς

Γίνεται δεκτό ότι σε περίπτωση ελλείψεως κάποιου από τα ανωτέρω στοι-

χείου καταφάσκεται η ακυρότητα της δικαιοπραξίας με αναγωγή στην γενι-

κή ρήτρα της ΑΚ 178 υπό την προϋπόθεση ότι συντρέχουν πρόσθετα στοι-

χεία τα οποία μπορούν να προσδώσουν στην δικαιοπραξία το χρώμα της α-

νηθικότητας

Εκδήλωση της απαγορεύσεως της καταπλεονεκτήσεως αποτελεί η ρύθμιση

των άρθρων ΠΚ 404 (τοκογλυφία) και ΠΚ 405 (αισχροκέρδεια) το πραγμα-

τικό των οποίων είναι ουσιαστικώς ίδιο με αυτό της ΑΚ 179βrsquo Αν και τίποτε

δεν εμποδίζει για την ακυρότητα καταπλεονεκτικής δικαιοπραξίας την πα-

ράλληλη επίκληση και των δύο νομοθετικών βάσεων ορθότερη θεωρείται να

διαφυλαχθεί η αυτονομία της ρυθμίσεως της ΑΚ179βrsquo αφού ο νομοθέτης

φαίνεται ότι θέλησε να ρυθμίσει ρητώς τις συνέπειες της καταπλεονεκτήσε-

ως τον ΑΚ

β Προϋποθέσεις εφαρμογής της διατάξεως

Καταπλεονέκτηση μπορεί να υπάρχει σε κάθε τύπο επαχθούς δικαιοπραξίας

με περιουσιακό περιεχόμενο58 οι οποίες μπορεί να είναι αμφοτεροβαρείς

ετεροβαρείς αιτιώδεις αναιτιώδεις (όπως πχ η αγοραπωλησία η μίσθωση

58 Διαφορετικό είναι το ζήτημα της παροχής περιουσιακού ωφελήματος με ldquoανεξάρτητηrdquo μονομε-ρή δικαιοπραξία με την οποία προσδίδεται καταπλεονεκτικό χρώμα σε προηγούμενη σύμβαση από την οποία θα πηγάζει συνήθως η υποχρέωση για τέλεση της μονομερούς δικαιοπραξίας (πχ παροχή υποθήκης)

29 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

πράγματος ή έργου ή εργασίας η εταιρεία η σύμβαση μεσιτείας ή εγγύηση)

όταν αυτές καταρτίζονται με δυσανάλογο αντάλλαγμα59

Η ΑΚ 179βrsquo δεν εφαρμόζεται στις χαριστικές δικαιοπραξίες γιατί η επίδοση

της περιουσίας γίνεται χωρίς αντάλλαγμα και έτσι δεν υπάρχει δυσαναλογία

παροχής και αντιπαροχής όπως πχ στην δωρεά στην εντολή στην άφεση

χρέους στην παρακαταθήκη χωρίς αμοιβή ή στην εγγύηση εκτός αν αυτή

ανελήφθη στο πλαίσιο μιάς αμφοτεροβαρούς συμβάσεως με ευρύτερο περι-

εχόμενο

γ Προφανής δυσαναλογία μεταξύ παροχών

Στην καταπλεονεκτική σύμβαση η ελευθερία δικαιοπρακτικής αποφάσεως

του καταπλεονεκτούμενου είναι διαταραγμένη αφού αυτός ευρίσκεται σε

μία δυσμενή σε σχέση με τον καταπλεονέκτη θέση που δεν του επιτρέπει να

προασπίσει ορθολογικώς τα συνδεόμενα με την σύμβαση συμφέροντά του

έτσι ο μηχανισμός συμβάσεως δεν μπορεί εδώ να παράσχει κανένα εχέγγυο

ορθότητος Ότι το περιεχόμενο της καταπλεονεκτικής συμβάσεως δεν είναι

ldquoορθόrdquo μαρτυρεί τελικώς η ύπαρξη της προφανούς δυσαναλογίας

Η προφανής δυσαναλογία των ανταλλασσομένων παροχών ανάγεται σε

απαραίτητο στοιχείο του πραγματικού της καταπλεονεκτήσεως στην ΑΚ

179βrsquo ενώ ταυτοχρόνως είναι και πρόβλημα που για να κατανοηθεί σωστά

πρέπει να φωτισθεί μέσα από τον συνδυασμό και την αντίθεση μιάς πλειά-

δος αρχών οι οποίες σε κινητή μεταξύ των σχέση συγκροτούν το σύστημα

του δικαίου των ενοχικών συμβάσεων60

Ως έννοια αόριστη είναι αναμφισβητήτως έννοια νομική και η υπαγωγή σε

αυτήν της σχέσεως αξίας των αμοιβαίων παροχών αποτελεί κρίσιν αξιολο-

γική υποκείμενη στον έλεγχο του ΑΠ61

Ομοφώνως γίνεται δεκτό ότι αφετηρία της κρίσεως περί υπάρξεως ή μη

προφανούς δυσαναλογίας πρέπει να αποτελεί η αντικειμενική αξία των α-

νταλλασσομένων παροχών δηλαδή η συνήθης στις συναλλαγές αξία62 Έτσι

59 Βλ ΜΠΑΛΗΣ 1944190 (sect66) 60 Βλ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 19837 σημ 23 61 ΦΙΛΙΟΣ 2011 sect147Β 62 Πρβλ ΑΠ 20952009 (Α1 Τμήμα) ldquohellipφανερή δυσαναλογία μεταξύ παροχής και αντιπαροχής

είναι αυτή που υποπίπτει στην αντίληψη λογικού και έχοντος πείρα των σχετικών συναλλαγών ανθρώπου και η οποία υπερβαίνει το μέτρο κατά το οποίο είναι ανθρωπίνως φυσικό να απο-κομίζει ο ένας κάποιο όφελος από σύμβαση οικονομικού περιεχομένου επί ζημία του άλλουrdquo

30 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

διαπιστουμένης της αντικειμενικής αξίας των αμοιβαίων παροχών ακολου-

θεί η κρίση για το αν υφίσταται μεταξύ των προφανής δυσαναλογία λαμβα-

νομένων πάντοτε υπrsquo όψιν της φύσεως της συμβάσεως και του επιδιωκομέ-

νου με αυτήν οικονομικού σκοπού63 ενώ στις περιπτώσεις ακινήτων χρη-

σιμοποιείται ευρέως στην πράξη το κριτήριο της laesio enormis64

Ένα επιπλέον στοιχείο που λαμβάνεται υπrsquo όψιν για την διαπίστωση της υ-

πάρξεως προφανούς δυσαναλογίας είναι η λεγομένη ldquoρήτρα προσθέσεωςrdquo

δηλαδή το άθροισμα των ωφελημάτων που έλαβε ο καταπλεονέκτης και των

περιουσιακών ωφελημάτων που επιπροσθέτως κατέβαλλε ο καταπλεονε-

κτούμενος σε τρίτα πρόσωπα (πχ μεσιτεία αμοιβές σε βοηθητικά πρόσωπα

κλπ)

Υπάρχουν όμως και μερικά σχετιζόμενα με την δυσαναλογία των ανταλ-

λασσομένων παροχών ειδικότερα προβλήματα που εμφανίζονται συχνά

στην δικαστηριακή πράξη παρουσιάζοντα ταυτοχρόνως σπουδαίο δογματι-

κό ενδιαφέρον

(1) Πρόσθετο τίμημα στην πώληση ακινήτου μπορεί να ληφθεί υπrsquo όψιν

το επιπλέον του αναγραφομένου στο συμβολαιογραφικό έγγραφο τι-

μήματος επιπροσθέτως καταβληθέν τίμημα

(2) Το καταπλεονεκτικό σύμφωνο εξωνήσεως η συνομολόγηση δικαιώ-

ματος εξωνήσεως με τίμημα προφανώς δυσανάλογο εν σχέσει προς αυ-

τό της πωλήσεως μήπως υποκρύπτει τοκογλυφικό δάνειο Εδώ θα

πρέπει να σταθμιστεί η δυνατότητα του πωλητή να αποτρέψει την κα-

ταπλεονεκτική γιrsquo αυτόν ρύθμιση ασκώντας το δικαίωμα εξωνήσεως

Εάν δηλαδή ο πωλητής ασκήσει αυτό το δικαίωμα παρά την προφανή

δυσαναλογία η πώληση δεν έχει καταπλεονεκτικό χαρακτήρα

(3) Η διαπίστωση της προφανούς δυσαναλογίας στον συμβιβασμό τα

συγκρινόμενα μεγέθη είναι οι αμοιβαίες παραχωρήσεις των μερών και

όχι οι εκατέρωθεν αναλαμβανόμενες υποχρεώσεις προς παροχή Η σω-

στή όμως εκτίμηση των παραχωρήσεως προϋποθέτει ως αφετηρία

63 ΑΠ 20952009 64 Ο ΛΙΤΖΕΡΟΠΟΥΛΟΣ 1932208 επ προτείνει αποδοχή της υπάρξεως προφανούς δυσαναλογίας

όταν η μία παροχή δεν φθάνει το 60 ή 50της αξίας της άλλης Βλ επίσης υποσημείωση 560 στο ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012

31 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

την νομική κατάσταση που υπήρχε πριν τον συμβιβασμό υπερβολικές

αξιώσεις προβαλλόμενες αυθαιρέτως δεν λαμβάνονται εδώ υπrsquo όψιν

Η ύπαρξη της προφανούς δυσαναλογίας κρίνεται κατά τον χρόνο καταρτί-

σεως της συμβάσεως είναι αδιάφορο αν η προφανής δυσαναλογία επήλθε

αργότερα εκτός της περιπτώσεως όπου ο καταπλεονεκτούμενος στο πλαί-

σιο της υφισταμένης κυρίας συμβατικής σχέσεως συνομολογεί ή παρέχει

πρόσθετα περιουσιακά ωφελήματα (πχ εμπράγματη ασφάλεια) που προσ-

δίδουν πλέον στην συνολική συναλλαγή καταπλεονεκτικό χρώμα

δ Ανάγκη Κουφότητα Απειρία

(1) Ανάγκη

Είναι η κατάσταση ενός προσώπου (του δικαιοπρακτούντος ή κάποιου

που συνδέεται στενά με αυτόν) που ευρίσκεται σε άμεσο οικονομικό ή

άλλο κίνδυνο65 η αντιμετώπιση του οποίου είναι ανεπίδεκτη αναβο-

λής66 Η ανάγκη πρέπει να έχει χαρακτήρα επιτακτικό και να είναι τόσο

σοβαρή ώστε αντικειμενικώς κρινομένη να μπορεί να θεωρηθεί ότι

κάθε εχέφρων άνθρωπος θα οδηγείτο στην ίδια δικαιοπρακτική συ-

μπεριφορά

Ενώ η φύση της ανάγκης είναι συνήθως οικονομική η σπουδαιότητα

του διακινδυνευομένου αγαθού καθορίζει το αν η συγκεκριμένη κάθε

φορά περίπτωση μπορεί να υπαχθεί ή όχι στην ρύθμιση της ΑΚ 179βrsquo

Είναι αδιάφορο αν η ανάγκη είναι μόνιμη ή παροδική αφού αποφασι-

στική για την εφαρμογή της ΑΚ 179βrsquo είναι η ύπαρξη ανάγκης μόνο κα-

τά τον χρόνο καταρτίσεως της δικαιοπραξίας Η ανάγκη πρέπει να είναι

πραγματική και άμεση επιτακτική και ανεπίδεκτη αναβολής

(2) Κουφότητα

Προϋπόθεση της ορθής λειτουργίας της ιδιωτικής αυτονομίας είναι η

εκ μέρους των αντισυμβαλλομένων ορθολογική στάθμιση των υπέρ και

κατά της συμβατικής ρυθμίσεως Όταν όμως ο αντισυμβαλλόμενος α-

διαφορεί λόγω απερισκεψίας ή ελλείψεως επαρκούς σκέψεως και δεν

αποδίδει στις πράξεις του την σημασία την αξία και τις συνέπειες που

έχουν αυτές τότε η συναλλακτική συμπεριφορά του χαρακτηρίζεται

65 ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ 2012530 66 ΑΠ 19982007

32 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

από κουφότητα Η κουφότητα μπορεί να οφείλεται σε οποιονδήποτε

λόγο όπως είναι η πνευματική νόσος ου δεν επέφερε όμως ολική ή με-

ρική ασυνειδησία των πράξεων του προσώπου ώστε να το κάνει εντε-

λώς ή περιορισμένως ανίκανο για την σύνταξη δικαιοπραξίας67

(3) Απειρία

Ως απειρία νοείται η έλλειψη της περί τη ζωή και τις συναλλαγές πεί-

ρας68 Το ερώτημα όμως είναι αν η σχετική με συγκεκριμένη δικαιο-

πραξία απειρία στοιχειοθετεί την απειρία της ΑΚ 179βrsquo ή όχι Γίνεται

δεκτό ότι υπάρχουν τρείς διαβαθμίσεις69 της απειρίας

(α) Η καθολική όπου ο συμβαλλόμενος στερείται παντελώς συναλ-

λακτικής πείρας και κατά συνέπειαν η περίπτωσή του υπάγεται

στην ρύθμιση της ΑΚ 179β΄

(β) Η απειρία σε ορισμένο μόνο συναλλακτικό τομέα (λχ πράξεις

επί ακινήτων χρηματιστηριακές συναλλαγές κλπ) εδώ η απειρία

δεν αποτελεί σταθερή ιδιότητα του προσώπου και παρά το ότι η

γενική του πείρα του επιτρέπει να κρίνει το επισφαλές της δικαι-

οπραξίας στην οποία προβαίνει η ελευθερία δικαιοπρακτικής α-

ποφάσεώς του δεν παύει να είναι διαταραγμένη Κατά συνέπεια

δικαιούται της προστασίας της ΑΚ 179βrsquo

(γ) Προβληματική αλλά και με πολύ μεγάλη πρακτική σημασία είναι

η τρίτη μορφή απειρίας που χαρακτηρίζεται από την έλλειψη ει-

δικών γνώσεων πού έχει ανάγκη ο σύγχρονος καταναλωτής στις

καθημερινές συναλλαγές του γνώσεων απαραιτήτων για τον

σχηματισμό σωστής εικόνας της προσφερόμενης σε αυτόν παρο-

χής Κι΄ εδώ η ελευθερία δικαιοπρακτικής αποφάσεως του κατα-

ναλωτή αδαούς όντος λόγω ανεπαρκούς πληροφορήσεως εμφα-

νίζεται διαταραγμένη και άξια της κατά την ΑΚ 179βrsquo προστασίας

ε Εκμετάλλευση

Ενώ η νομολογία μας θεωρεί αναγκαίο στοιχείο της ΑΚ 179βrsquo την υποκειμενι-

κή προϋπόθεση της εκμεταλλεύσεως την οποία πρέπει να αποδεικνύει ο ε-

67 ΑΠ 3821992 ΝοΒ 41874 68 ΑΠ 9362007 69 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012196 επ

33 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

πικαλούμενος την εφαρμογή της διατάξεως δεν έχει μέχρι τώρα αποσαφη-

νιστεί πλήρως σε τι ακριβώς συνίσταται η ldquoεκμετάλλευσηrdquo Βέβαιο πάντως

είναι ότι το στοιχείο αυτό δεν θα πρέπει να θεωρηθεί ως ηθική μομφή στο

πρόσωπο του καταπλεονέκτη

Κατrsquo αρχάς απορρίπτεται η επίκληση δόλου αφού ο δόλος απαιτείται από

την λειτουργία της ποινής και είναι ξένος προς τον λειτουργικό ρόλο της α-

κυρότητας της ανήθικης δικαιοπραξίας Το ότι δεν πρόκειται περί μομφής

φαίνεται στις περιπτώσεις καταρτίσεως δικαιοπραξίας κατά παράκλησιν

του αντισυμβαλλομένου και όχι από εκμεταλλευτική διάθεση του καταπλεο-

νέκτη Επιπλέον εάν επρόκειτο περί συνειδήσεως της ανηθικότητος εκ μέ-

ρους του καταπλεονέκτη μια τέτοια συνείδηση λόγω του περιεχομένου σε

αυτήν αξιολογικού και βουλητικού στοιχείου θα ισοδυναμούσε με πταίσμα

και δη στον βαθμό του dolus malus στοιχείου όμως ξένου προς την προ-

βληματική των ανήθικων γενικώς δικαιοπραξιών

Η ελληνική νομολογία φαίνεται να ακολουθεί την άποψη ότι ο καταπλεονέ-

κτης γνωρίζει την συναλλακτικώς δυσμενή θέση του καταπλεονεκτούμενου

και την προφανή δυσαναλογία μεταξύ παροχής και αντιπαροχής στοιχεία τα

οποία δεν θεωρεί ως λόγο προσωπικής μομφής κατά του καταπλεονέκτη αλ-

λά καταλογισμού σε αυτόν του κινδύνου της ακυρότητας της δικαιοπραξίας

Τα δικαστήρια φαίνεται ότι ταυτίζουν την εκμετάλλευση με την εκ μέρους

του καταπλεονέκτη γνώση της συναλλακτικώς δυσμενούς θέσεως του κα-

ταπλεονεκτούμενου Είναι συνήθης στις αποφάσεις η επωδός ldquoεπωφελήθη-

κεrdquo70 της γνωστής σε αυτόν ανάγκης κουφότητας ή απειρίας Γίνεται όμως

παγίως δεκτό ότι αν ο καταπλεονέκτης αγνοούσε την κατάσταση του αντι-

συμβαλλομένου του δεν υπάρχει εκμετάλλευση κατά την ΑΚ 179βrsquo Και βε-

βαίως ερωτάται γιατί θα πρέπει να γνωρίζει μόνο την ανάγκη κουφότητα ή

απειρία και όχι και την προφανή δυσαναλογία των αμοιβαίων παροχών

4 Έννομες συνέπειες

Η καταπλεονεκτική δικαιοπραξία είναι απολύτως άκυρη και για τα δύο μέρη

κατά την έννοια της ΑΚ 180 Την ακυρότητα μπορεί να προβάλλει και κάθε τρίτος

70 Πρβλ ΑΠ 20952009 34 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

που έχει έννομο συμφέρον επομένως και ο κληρονόμος ενός από τους συναλλαγέ-

ντες71

Δεν αποκλείεται και μερική ακυρότητα της δικαιοπραξίας Τούτο θα συμβεί

εάν μπορεί να προσδιορισθεί ακριβώς η μεταξύ παροχής και αντιπαροχής αναλο-

γία οπότε η δικαιοπραξία είναι άκυρη κατά το υπερβάλλον72 Κατά πόσον σε τέ-

τοια περίπτωση η μερική ακυρότητα θα συνεπιφέρει την ακυρότητα της όλης δι-

καιοπραξίας κρίνεται κατά την ΑΚ 18173

Σύμβαση εντόκου δανείου μπορεί να χαρακτηρισθεί καταπλεονεκτική συμ-

φώνως προς την ΑΚ 179 μόνο στην περίπτωση συνομολογήσεως ή λήψεως αθέ-

μιτων (τοκογλυφικών) τόκων εν σχέσει προς την αντιπαροχή με την εκμετάλ-

λευση της ανάγκης κουφότητας κλπ του δανεισθέντος οπότε και επέρχεται είτε

ολοκληρωτική και απόλυτη ακυρότητα της καταπλεονεκτικής δικαιοπραξίας κα-

τά τον κανόνα της ΑΚ 181 είτε μερική ακυρότητα οπότε αφού προσδιορισθεί

ακριβώς η μεταξύ παροχής και αντιπαροχής αναλογία η δικαιοπραξία είναι αι-

σχροκερδής και άκυρη κατά το υπερβάλλον

Η προβολή της ακυρότητας από εκείνον που μετήλθε την εκμετάλλευση

μπορεί να αποκρουσθεί με την ένσταση της ΑΚ 281 Αυτό μπορεί να συμβεί όταν

το δικαίωμα ακυρώσεως ασκείται καθυστερημένα εφ΄ όσον όμως συντρέχουν

και άλλα περιστατικά74

Οι παροχές που έγιναν σε εκπλήρωση της καταπλεονεκτικής υποσχετικής

συμβάσεως μπορούν να αναζητηθούν είτε με διεκδικητική αγωγή είτε με αγωγή

αδικαιολόγητου πλουτισμού Αυτός που ζημιώθηκε από την αισχροκερδή δικαιο-

πραξία δικαιούται εφ΄ όσον συντρέχουν οι όροι των ΑΚ 919 και ΑΚ 914 και απο-

ζημιώσεως

71 ΑΠ 9362007 72 ΜΠΑΛΗΣ 1944191 73 ΜΠΑΛΗΣ op cit 74 Για την προστασία των καλόπιστων τρίτων μέσω της ΑΚ 281 βλ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012232 επ

35 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ ΣΤ ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ Γενικές Αρχές Αστικού Δικαίου Π Ν Σάκκουλας 2012 ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ ΣΤ ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ndash ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟΣ ΠΑΝ ΜΙΧΑΗΛ Αστικός Κώδικας κατ΄ άρ-

θρο ερμηνεία τόμος Ι Π Ν Σάκκουλας 1978 ΛΑΔΑΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ Α Η ακυρότητα της δικαιοπραξίας λόγω αντιθέσεως εις τα χρη-

στά ήθη χό Θεσσαλονίκη 1979 ΛΙΤΖΕΡΟΠΟΥΛΟΣ Γ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ Η Νομολογία ως παράγων διαπλάσεως του ιδιωτικού

δικαίου Θεσσαλονίκη 1932 ΜΠΑΛΗΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ Α Γενικαί αρχαί του Αστικού Δικαίου Παπαζήσης 1944 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ ΑΛ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ Οι καταπλεονεκτικές δικαιοπραξίες Σάκκουλας Αντ

Ν 1983 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ ΑΛ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ Δικαιοπραξιες αντίθετες προς τα χρηστά ήθη Σάκ-

κουλας Αντ Ν 2012 ΠΑΠΑΣΤΕΡΙΟΥ Η ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ Αστικό Δίκαιο Επιτομή Εκδόσεις Σάκκουλα ΑΕ 2010 ΣΠΥΡΙΔΑΚΗΣ Σ ΙΩΑΝΝΗΣ Εγχειρίδιο Αστ Δικαίου 1 - Γενικές Αρχές Αντ Ν Σάκκου-

λας 2004 ΤΕΛΛΗΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ Δ Ρήτρα μετασυμβατικής απαγόρευσης ανταγωνισμού στο δί-

καιο εταιρειών και επιχειρήσεων λειτουργία και δικαστικός έλεγχος του περιε-χομένου της Εκδόσεις Σάκκουλα ΑΕ 2007

ΤΟΥΣΗΣ ΧΡ ΑΝΔΡΕΑΣ Γενικαί Αρχαί του Αστικού Δικαίου μετʹ εισαγωγής εις το δίκαι-ον εν γένει Αφοί Σάκκουλα 1978

ΤΡΙΑΝΤΟΣ Τ ΝΙΚΟΛΑΟΣ Δικαιοπραξιες Νομική Βιβλιοθηκη 2011 ΤΡΙΑΝΤΟΣ Τ ΝΙΚΟΛΑΟΣ Αστικό Δίκαιο-Επιτομή Νομική Βιβλιοθήκη 2013 ΦΙΛΙΟΣ ΧΡ ΠΑΥΛΟΣ Γενικές Αρχές Αστικού Δικαίου Εκδόσεις Σάκκουλα ΑΕ 2011 ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΕΙΣ ΑΝΔΡΟΥΛΙΔΑΚΗ-ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗ ΙΣΜΗΝΗ Η αντίθεση της διαθήκης στα χρηστά ήθη ΝοΒ

301234 ΠΕΛΕΝΗ-ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ Α Η αντιμετώπιση από τη νομολογία του άρθρου 179 περ

α΄ ΑΚ ΕλλΔνη 199459 ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟΣ ΠΑΝ ΜΙΧΑΗΛ-ΛΑΔΟΓΙΑΝΝΗΣ ΓΕΩΡ Κριτήρια αντίθεσης συμφώνου

προτίμησης προς τα χρηστά ήθη (γνμδ) ΧρΙΔ 1263 ΤΟΥΣΗΣ ΧΡ ΑΝΔΡΕΑΣ Η έννοια των χρηστών ηθών ΕΕΝ 231956 ΦΑΣΟΥΛΑΣ ΖΗΣΗΣ Η απάτη και η ακυρότητα της δικαιοπραξίας ως αντίθετη στα

χρηστά ήθη ΠοινΧρ 921032

36 36

  • 2 Συμβατική ελευθερία και γενικές ρήτρες
  • 4 Κριτήρια προσδιορισμού των χρηστών ηθών
    • Μια πρώτη κατηγοριοποίηση όμως αντίθεσης στα χρηστά ήθη μπορεί να γίνει με βάση το αν αυτή προκύπτει από το περιεχόμενο τους
      • 10 Ακυρότητα
      • α Απόλυτη ή σχετική
      • β Συνολική ή μερική
      • γ Ακυρότητα στις αιτιώδεις και αναιτιώδεις δικαιοπραξίες
      • 11 Δικονομική μεταχείριση
      • 12 Επίγραμμα

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

Εξάλλου το Σύνταγμα προστατεύει μεν το γάμο όμως όπως προκύπτει από

τη διατύπωσή του προστατεύει αυτοτελώς και την οικογένεια ανεξάρτητα από

το αν αυτή στηρίζεται σε γάμο σε σύμφωνο συμβίωσης ή σε ελεύθερη ένωση διό-

τι ακριβώς αν ο συνταγματικός νομοθέτης ήθελε να περιορίσει τη θεσμική εγγύη-

ση μόνο στο γάμο θα ήταν περιττή η επιπλέον ξεχωριστή μνεία στην οικογένεια

Σε κάθε περίπτωση η ελεύθερη ένωση μάλλον προστατεύεται και με βάση το άρ-

θρο 5 παρ1 που κατοχυρώνει την ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας16

Ακόμα λοιπόν και αν η αναγνώριση και προστασία τέτοιων σχέσεων αφορά

μόνο το κράτος η αναγνώριση αυτή έχει νομική σημασία για το σύνολο της εννό-

μου τάξεως διότι περιέχει ένα αξιολογικό κριτήριο το οποίο λαμβάνεται υπrsquo όψιν

κατά την συγκεκριμενοποίηση αόριστων εννοιών όπως πχ αυτή της οικογένειας

της συγγένειας και συνακόλουθα των σχετικών με αυτές γενικών ρητρών όπως

εδώ των χρηστών ηθών

Τέλος αξίζει να επισημανθεί ότι βεβαίως το Σύνταγμα ως θεμελιώδης υπέρ-

τατος γενικός καθολικός και αυστηρός νόμος δυσχερώς αναθεωρείται αφού

συνδέεται άρρηκτα με το πολίτευμα και την κρατική εξουσία και υιοθετεί αρχές

και κανόνες με στόχο τη μακροπρόθεσμη διακυβέρνηση της πολιτείας Ωστόσο ο

συνεχής μετασχηματισμός των κοινωνιών απαιτεί για να μην παραμείνει το Σύ-

νταγμα laquoνεκρό γράμμαraquo -αφού ορθά δεν αναθεωρείται εύκολα- αφrsquo ενός να συ-

μπορεύεται με το διεθνές δίκαιο17 και αφrsquo ετέρου να ερμηνεύεται ώστε να αντα-

νακλά τον πολιτισμό τις αξίες και τις δικαιϊκές αρχές ακολουθώντας τις σύγχρο-

νες εξελίξεις18

7 Κατηγοριοποίηση ανήθικων δικαιοπραξιών

Η πράξη έχει δείξει ότι η αντίθεση στα χρηστά ήθη συνήθως διαγιγνώσκεται

λόγω της συνδρομής πλειόνων συγχρόνως αρνητικών παραγόντων που δρουν

ο Άρειος Πάγος επικύρωσε την εν λόγω Εφετειακή απόφαση υιοθετώντας το σκεπτικό της με την υπrsquo αριθμόν 142004 απόφασή του

16 Βλ ΠΦΙΛΙΟ Οικογενειακό Δίκαιο σελ37 17 Ήδη έχει προβλεφθεί συνταγματικά στο άρθρο 2 παρ2 18 Βλέπε συγκριτικά μεταξύ άλλων και το πολύ ενδιαφέρον δόγμα του laquoliving treeraquo που αφορά

τη ζωντανή εξελικτική ερμηνεία του Συντάγματος όπως αυτή αναπτύχθηκε από το Α-νώτατο Δικαστήριο του Καναδά σε παλαιότερη απόφαση του για το γάμο μεταξύ ομοφύ-λων (2004) όπου σε ερώτημα που του τέθηκε για την αντίθεση ή όχι του πολιτικού γάμου με το Σύνταγμα υποστήριξε ότι οι παγωμένες στο χρόνο συνταγματικές ερμηνείες έρχονται σε πλήρη αντίθεση με το δόγμα του living tree (3 SCR 698 2004 Supreme Canadian Court 79)

10 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

από κοινού στο πλαίσιο της ίδιας δικαιοπραξίας χωρίς αυτό να αποκλείει τον α-

νήθικο χαρακτήρα μιας δικαιοπραξίας εξ ενός και μόνο στοιχείο όπως κυρίως στις

περιπτώσεις που προσβάλλεται η αξίας του ανθρώπου (πχ ρήτρα αγαμίας απα-

γόρευσης εργασίας κλπ)

Μια πρώτη κατηγοριοποίηση όμως αντίθεσης στα χρηστά ήθη μπορεί να

γίνει με βάση το αν αυτή προκύπτει από το περιεχόμενο τους

Η ανηθικότητα ων δικαιοπραξιών μπορεί να προκύπτει

α Από το ίδιο το περιεχόμενό τους

Πρόκειται για τη λεγόμενη laquoενδογενήraquo ανηθικότητα όπου το περιεχόμενο

τους καθrsquo εαυτό και αντικειμενικά αντιτίθεται σε αξίες των οποίων η έννομη

τάξη επιδιώκει την πραγμάτωση Χαρακτηριστικές περιπτώσεις αυτής της

κατηγορίας είναι κυρίως οι συμβάσεις οι οποίες ενέχουν υπέρμετρη δέσμευ-

ση της προσωπικής ελευθερίας των συμβαλλομένων Στην έννοια της ελευ-

θερίας περιλαμβάνονται και όλα τα συνταγματικώς κατοχυρωμένα δικαιώ-

ματα όπως η ελευθερία εγκατάστασης το δικαίωμα στην ιδιωτική ζωή η ε-

λεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας

Στις περιπτώσεις αυτές όπως και στις περιπτώσεις του άρθρου 174 ΑΚ δεν

τίθεται ζήτημα μομφής κατά των δικαιοπρακτούντων διότι ο χαρακτήρας

του ανήθικου προσδίδεται εδώ από κριτήρια συνυφασμένα με την συνταγ-

ματικά κατοχυρωμένες αξίες της ελεύθερης ανάπτυξης της προσωπικότητας

της αξιοπρέπειας του ανθρώπου

β Από το σκοπό της δικαιοπραξίας

Πρόκειται για τη λεγόμενη laquoεξωγενήraquo ανηθικότητα που διαγιγνώσκεται με

αξιολόγηση και όλων των συνοδευουσών αυτή συνθηκών και περιστάσεων

όχι μόνο υποκειμενικής φύσεως όπως η πρόθεση εκμετάλλευσης του δια-

πραγματευτικά ασθενέστερου αντισυμβαλλόμενου η γνώση κρίσιμων συνο-

δευτικών περιστατικών (δωρεά μη μεταγεγραμμένη) ή σκοπός η δικαιοπρα-

ξία να βλάψει τα συμφέροντα της ολότητας ή τρίτων αλλά και αντικειμενι-

κής φύσεως περιστάσεων με χαρακτηριστικά εδώ παραδείγματα την αδυ-

ναμία εικονικού εγγυητή να ανταποκριθεί σε αναλαμβανόμενη υποχρέωση

αλλά κυρίως την αναλυόμενη κατωτέρω καταπλεονεκτική δικαιοπραξία

γ Από το συνδυασμό του περιεχομένου της δικαιοπραξίας με το σκοπό

και τα κίνητρα που ώθησαν τον δικαιοπρακτούντα σε ενιαίο σύνολο

11 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

όπως πχ δωρεά σε πρόσωπο με το οποίο ο δωρητής διατηρούσε ανήθικες

σχέσεις ή ακόμα χαρακτηριστικότερα η λεγομένη διαθήκη της ερωμένης19

Στις περιπτώσεις αυτές τα κίνητρα ο σκοπός και τα ελατήρια που ώθησαν

στην εν λόγω δικαιοπραξία ανάγονται στα παραγωγικά αίτια της βούλησης

του διαθέτη ή δωρητή αντίστοιχα και καθίσταται έτσι δυσχερής ο σχηματι-

σμός δικανικής πεποίθησης για πραγματικά περιστατικά που αποτελούν το

αντικείμενο της αντίθεσης στα χρηστά ήθη

Αυτό όμως σημαίνει ότι γα τη διερεύνηση της δικαιοπρακτικής βούλησής

του υπεισερχόμαστε και στον τρόπο ζωής του δωρητή ή του διαθέτη κιν-

δυνεύοντας να αξιολογήσουμε την αντίθεση στα χρηστά ήθη όχι με γνώμονα

την αντίθεση της στα χρηστά ήθη αλλά τη γενικότερη αντίληψή μας ότι ο εν

λόγω συμβαλλόμενος διήγε βίο ανήθικο Αυτό όμως αποτελεί μια ανεπίτρε-

πτη και επικίνδυνη γενίκευση που μας αποπροσανατολίζει από το ζητούμε-

νο20

Κατά κανόνα η ελληνική νομολογία δεν εξετάζει ndashορθά- αν οι εξώγαμες ερω-

τικές σχέσεις είναι αντίθετες ή μη στα χρηστά ήθη Ορθώς διότι όπως ανω-

τέρω αναφέρθηκε η εν γένει ανήθικη συμπεριφορά του διαθέτη δεν επιδρά

στο κύρος της δικαιοπραξίας αν αυτή δεν έγινε από ευτελή κίνητρα

Παραδόξως όμως η νομολογία έχει εισαγάγει ένα άλλο κριτήριο εξίσου αμ-

φίβολο συγκρίνοντας το δεσμό του διαθέτη με την οικογένεια του και τις

σχέσεις του με πρόσωπα εκτός οικογενείας

Έτσι συνήθως γίνεται δεκτό ότι ακόμα και αν ο διαθέτης καταλείπει περιου-

σία σε πρόσωπο με το οποίο τελεί σε σχέση παλλακείας η διαθήκη δεν αντί-

κειται στα χρηστά ήθη εκτός εάν συνιστά εκδήλωση αδικαιολόγητης περι-

φρόνησης προς εγγύτατα πρόσωπα της οικογένειας του που μπορεί να είναι

και τα αδέλφια του21

19 Η αρχική διάκριση του ανήθικου των δικαιοπραξιών στο βιβλίο του Π ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ laquoΔικαιο-πραξίες αντίθετες στα χρηστά ήθηraquo εντάσσει και την εν λόγω τρίτη κατηγορία στη β Εδώ προ-κειμένου να αναδειχθεί η ιδιαιτερότητα της συγκεκριμένης κατηγορίας και η δυσκολία διάκρι-σης της αντίθεσης της στα χρηστά ήθη προτιμάται η υποκατηγοριοποίηση του ΒΟΥΖΙΚΑ (Κλη-ρονομικό Δίκαιο σελ667 και επ) όπως αυτή έχει διαμορφωθεί ιδίως για τις διαθήκες από τη νομολογία

20 Βλ και ΙΣΜΗΝΗ ΑΝΔΡΟΥΛΙΔΑΚΗ-ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗ laquoΗ αντίθεση της διαθήκης στα χρηστά ήθηraquo ΝοΒ30 1236

21 Βλ και ΑΠ2311982 Α Τμήμα όπου ο διαθέτης κατέστησε μόνους κληρονόμους τη σύζυγο και την κόρη του ενώ με κληροδοσία κατέλειπε ανώνυμες μετοχές στην γραμματέα του με την ο-ποία διατηρούσε ερωτικές σχέσεις Παράλληλα όμως της είχε δωρίσει εν ζωή χρήματα για αγο-

12 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

Η αξιολόγηση αυτή αντιβαίνει στην ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότη-

τας του διαθέτη εφόσον πλην της νομίμου μοίρας ο διαθέτης δικαιούται να

καταλείπει την υπόλοιπη περιουσία του σε τρίτα πρόσωπα Ούτε βέβαια το

ηθικό καθήκον προς άπορους ή μειονεκτούντες συγγενείς μπορεί να αναχθεί

σε νομική υποχρέωση

Το κριτήριο της ανηθικότητας δεν είναι η περιφρόνηση του διαθέτη προς τη

νόμιμη οικογένειά του όπως αυτή ερμηνεύεται από τη νομολογία αλλά το

αν η κατάληψη στην ερωμένη καθεαυτή γίνεται για ταπεινά κίνητρα ή για

λόγους ευγνωμοσύνης Στην πρώτη περίπτωση καταφανώς η διαθήκη αντί-

κειται στα χρηστά ήθη στη δεύτερη όμως οφείλει η έννομη τάξη να την ανε-

χτεί ως αναφαίρετο δικαίωμα του διαθέτη να συνδέεται ψυχικά με άλλους

πλην της οικογένειας με τη στενή έννοια22 αναγνωρίζοντας ότι ακόμα και

σε ένα πλαίσιο μιας ίσως μη ηθικής σχέσης τα μέρη αυτής διαθέτουν αξιο-

πρέπεια και ευγενή κίνητρα

8 Τα ενδιάμεσα σκαλοπάτια κατηγοριοποίησης των ανήθικων δικαιο-

πραξιών

Λόγω ακριβώς της αοριστίας της ρήτρας των χρηστών ηθών του άρθρου

178ΑΚ (σε αντίθεση με το άρθρο 179ΑΚ) είναι αδύνατο αυτή στη συγκεκριμένη

μορφή της να καταστεί ένα ρυθμιστικό πρότυπο στο οποίο θα μπορεί απευθείας

να ενταχθεί η υπό κρίση δικαιοπραξία

Για το λόγο αυτή η επιστήμη με τη μορφή ενός κινητού συστήματος23 α-

ντλώντας το υλικό της από την πλούσια νομολογία αλλά και από τη δογματική

και δικαιοσυγκριτικά δεδομένα δημιουργεί ενδιάμεσα κριτήρια laquoσκαλοπάτιαraquo

ήτοι τυποποιημένα ειδικά πραγματικά που διευκολύνουν την ασφαλή και ελέγξι-

μη ένταξη της κρινόμενης δικαιοπραξίας στο ρυθμιστικό πεδίο της συγκεκριμένης

ρήτρας

ρά ακινήτων κοσμήματα φορέματα κλπ μεγάλης αξίας Όμως καθώς η συνολική περιουσία που κατέλιπε στους νόμιμους κληρονόμους του υπερκάλυπτε τη νόμιμη μοίρα και επιπρόσθετα επειδή οι λοιποί συγγενείς του δεν είχαν ανάγκη οικονομικής ενίσχυσης το Δικαστήριο έκρινε ότι η διαθήκη δεν αποτελούσε εκδήλωση περιφρόνησης προς τη νόμιμη οικογένειά του

22 Για την έννοια της οικογένειας βλ και ΠΑΤΕΡΑΚΗ σελ292-303 laquoη προβληματική του όρου οικογέ-νειαraquo

23 βλΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ ως άνω 13 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

Βέβαια ακόμα και στις περιπτώσεις αυτές οι εν λόγω ομάδες δεν είναι οριο-

θετημένες σαφώς μεταξύ τους καθώς ενίοτε το βασικό αξιολογικό στοιχείο το ο-

ποίο αναδεικνύει την αντίθεση στα χρηστά ήθη μπορεί να εμφανίζεται και σε μια

άλλη ομάδα να επικαλύπτονται ή να αλληλοαποκλείονται όπως για παράδειγμα

το στοιχείο της ανισότητας των συμβαλλομένων απαντά και στην καταδυναστευ-

τική αλλά και στην καταπλεονεκτική δικαιοπραξία

Συγκεκριμένα24

α Δικαιοπραξίες για τις οποίες επαπειλείται ακυρότητα προς σκοπόν

την προστασία των συμφερόντων του αντισυμβαλλόμενου

Εδώ υπάγονται

(1) Οι περιπτώσεις των καταδυναστευτικών συμβάσεων οι οποίες απο-

τελούν με τα ειδικότερο πραγματικό τους ξεχωριστή ομάδα αντίθεση

στα χρηστά ήθη (179 ΑΚ)

(2) Αυτές που θέτουν εν κινδύνω το δικαίωμα της αυτοδιάθεσης σε ζη-

τήματα απολύτως ελεύθερης επιλογής του προσώπου όπως αυτές

που οδηγούν στη δέσμευση του αναφορικά με ζητήματα για τα οποία

πρέπει να μείνει ελεύθερο από κάθε εξαναγκασμό αρχή σύμφωνα με το

Σύνταγμα αλλά και την αρχή της προστασίας της προσωπικότητας του

άρθρου 57ΑΚ όπως η διάταξη τελευταίας βουλήσεως που καταλείπει

υπό την αίρεση της αγαμίας τη θρησκείας της αλλαγής τόπου κατοικί-

ας της επιλογής συγκεκριμένου επαγγέλματος

(3) Κάθε δικαιοπραξία που εμπορευματοποιεί αποφάσεις αναγόμενες

στη σφαίρα της απολύτου ελευθερίας του προσώπου ή την άσκηση

επιβαλλομένου από την ηθική καθήκοντος Εδώ κυρίως η απαξία

προσδίδεται λόγω της συμφωνίας για παροχή αμοιβής ή γενικότερα

περιουσιακής φύσεως ωφελημάτων ως μέσο επίδειξης από τον αντι-

24 Για μια διαφορετική κατηγοριοποίηση περιεκτικότερη και ίσως ευκρινέστερη βλ και Γνωμο-δότηση ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟΥ-ΛΑΔΟΓΙΑΝΝΗ με αντικείμενο τα laquoΚριτήρια αντίθεσης συμφώνου προτίμησης στα χρηστά ήθηraquo ΧρΙδΔ ΙΒ2012 όπου μνημονεύονται πέντε κύριες κατη-γορίες-κριτήρια ήτοι 1) η υπερβολική δέσμευση της ελευθερίας του προσώπου 2) η καταπλεονέκτηση (179β ΑΚ) 3) η εκμετάλλευση μιας θέσης ισχύος που μπορεί να έχει κάποιος στην αγορά 4) η πρόκληση βλάβης σε τρίτους και 5) η σοβαρή δυσαναλογία παροχής και αντιπαροχής Εδώ ακολουθήθηκε η κατηγοριοποίηση του Π ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ η οποία είναι μεν υπεραναλυτική αλλά ταυτόχρονα περιλαμβάνει κατrsquo εκτίμηση όλες τις μέχρι τώρα εμφανισθείσες περιπτώσεις αντιθέσεως στα χρηστά ήθη

14 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

συμβαλλόμενο συμπεριφοράς που ανάγεται στη σφαίρα της απολύτου

ελευθερίας του ή από επιβαλλόμενα από την ηθική καθήκοντα

(4) Κάθε δικαιοπραξία που οδηγεί σε υπέρμετρη επιβάρυνση του συναλ-

λακτικά ασθενέστερου και ιδίως του εγγυητή Εδώ πέραν των κλα-

σικών καταπλεονεκτικών συμβάσεων ανήκουν κυρίως οι laquoοιονεί οι-

κογενειακές εγγυήσειςraquo όπου πρόσωπα στερούμενα περιουσίας ώστε

να αναλάβουν υποχρεώσεις συνάπτουν συμβάσεις εγγυήσεως με το

δανειστή μέλους της οικογένειας τους Η νομική σκέψη που δικαιολο-

γεί εδώ την ανηθικότητα έγκειται στην ανάληψη υπέρμετρων συμβα-

τικών επιβαρύνσεων που δεν ανάγονται στην πραγματικά ελεύθερη

δικαιοπρακτική βούληση του εγγυητή ο οποίος πράττει τούτο κοινω-

νικοτυπικά λόγω της συγγενικής σχέσης ευρισκόμενος σε μειονεκτική

διαπραγματευτικά θέση έναντι του δανειστή

β Δικαιοπραξίες για τις οποίες επαπειλείται ακυρότητα προς σκοπόν

την προστασία των συμφερόντων τρίτων

Εδώ υπάγονται

(1) Δικαιοπραξίες προς ματαίωση ήδη θεμελιωμένων ενοχικών απαιτή-

σεων τρίτων όπου η βλάβη του αντισυμβαλλομένου προκαλείται από

την καταχρηστική άσκηση της συμβατικής ελευθερίας Εδώ υπάγονται

η παρώθηση κάποιου σε αθέτηση των συμβατικών υποχρεώσεων του

η απόσπαση προσωπικού που βρίσκεται σε υπηρεσία άλλου

(2) Δικαιοπραξίες προς βλάβη των περιουσιακών συμφερόντων των δα-

νειστών όπου αντικείμενο δεν είναι συγκεκριμένα αλλά γενικά τα πε-

ριουσιακά συμφέροντα τρίτων που παραπλανόνται σε σχέση με την

πιστοληπτική ικανότητα του αντισυμβαλλομένου τους

(3) Δικαιοπραξίες που καταχρώνται τη θέση εμπιστοσύνης έναντι τρί-

του με κλασικό παράδειγμα της κατηγορίας αυτής που αντιπρόσωπος

κάποιου συμβάλλεται με τρίτο κατά τρόπο ώστε να βλάψει τα συμφέ-

ροντα του εντολέως του

(4) Συμφωνίες περί μη θεματισμού σε δημόσιο πλειστηριασμό ή υποβο-

λής προσφοράς μέχρι ορισμένου ποσού όταν η συμφωνία είναι πρό-

σφορη να βλάψει τα συμφέροντα είτε του οφειλέτη είτε των δανει-

στών

15 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

γ Δικαιοπραξίες για τις οποίες επαπειλείται ακυρότητα προς σκοπόν

την προστασία των συμφερόντων της ολότητας

Εδώ ανήκουν προεχόντως δικαιοπραξίες που αντιβαίνουν σε συνταγ-

ματικής κυρίως φύσεως επιταγές και κυρίως

(1) Δικαιοπραξίες που προσβάλλουν τη συνταγματική τάξη όπως αυτές

που ενέχουν αθέμιτο περιορισμό του δικαιώματος αυτοδιάθεσης του

προσώπου

(2) Δικαιοπραξίες που διαταράσσουν την εύρυθμη λειτουργία του κρά-

τους και των Υπηρεσιών του όπως αυτές που σκοπούν στη διευκό-

λυνση παρανόμων πράξεων συμβάσεις με τις οποίες επιδιώκεται η

φοροδιαφυγή κλπ

(3) Δικαιοπραξίες που διαταράσσουν την οικονομική τάξη όπως αυτές

που παρακωλύουν εμποδίζουν ή περιορίζουν την ελεύθερη λειτουργία

του ανταγωνισμού στο μέτρο που δεν υπάγονται στις απαγορευτικές

διατάξεις των άρθρων 1 και 2 του Ν39592011

(4) Δικαιοπραξίες που προσβάλλουν τα σεξουαλικά ήθη και την οικογε-

νειακή τάξη Μολονότι συντελείται σημαντική μεταβολή της στάσης

της έννομης τάξης ως προς τα ζητήματα αυτά εδώ υπάγονται κυρίως

συμφωνίες για την επrsquo ανταλλάγματι τέλεση σεξουαλικής πράξης ως

αντικείμενης στην αξιοπρέπεια του ατόμου συμφωνίες που προ-

σκρούουν στην ηθική ουσία του γάμου ή τη συγγένεια όπως η συμφω-

νία αμοιβής για σύναψη εικονικού γάμου οι συμφωνίες μεσολάβησης

για εύρεση κυοφόρου γυναίκας και πώλησης γενετικού υλικού κλπ

(5) Δικαιοπραξίες που αντιτίθεται στο επαγγελματικό ήθος όπως συμ-

φωνίες για προσπόριση τίτλου ή αξιώματος έναντι οικονομικού ανταλ-

λάγματος (υποβοήθηση σε συγγραφή διδακτορικής διατριβής) συμ-

φωνίες πωλήσεως δικηγορικών γραφείων (κυρίως από τη γερμανική

νομολογία) όταν in concreto δικαιολογείται ο φόβος ότι ο νέος διευ-

θύνων θα το διευθύνει με τρόπο που δε συνάδει στις απαιτήσεις της

εύρυθμης απονομής της δικαιοσύνης κλπ

9 Κρίσιμος χρόνος διαγνώσεως της αντίθεσης στα χρηστά ήθη

16 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

Κατά την κρατούσα γνώμη κρίσιμος χρόνος για την κρίση της αντίθεσης μιας

δικαιοπραξίας στα χρηστά ήθη είναι ο χρόνος κατάρτισής της διότι η ανηθικότη-

τα ή μη μιας δικαιοπραξίας δεν μπορεί παρά να κρίνεται με βάση τις ισχύουσες

κατά την κατάρτισή της ηθικές και θεμελιώδεις αρχές

Περαιτέρω όμως ορθότερο είναι να δεχθεί κανείς ότι η μεταβολή και εξέλιξη

της έννοιας των χρηστών ηθών δεν μπορεί αναδρομικά να επηρεάσει προς το χεί-

ρον την αξιολόγηση της ρυθμίσεως που όταν συνήφθη τα μέρη πίστευαν ότι είναι

σύμφωνη με τα χρηστά ήθη εκτός αν πρόκειται για σύμβαση διαρκείας οπότε

πλέον τα αποτελέσματά της αντίκεινται στα χρηστά ήθη όπως αυτά θα έχουν δι-

αμορφωθεί

Αντίθετα όταν μια δικαιοπραξία ήταν αντίθετη στα χρηστά ήθη κατά το χρό-

νο σύνταξη της αλλά λόγω μεταβολής της ερμηνείας των χρηστών ηθών ή λόγω

μεταβολής των πραγματικών περιστατικών πλέον το περιεχόμενο είναι συμβατό

με αυτά ορθότερη είναι η ευεργετική αναδρομικά ίαση της και η επέλευση των

εννόμων συνεπειών της ιδιαίτερα σε περιπτώσεις διατάξεων τελευταίας βουλή-

σεως

10 Ακυρότητα

α Απόλυτη ή σχετική

Η αντίθεση μιας δικαιοπραξίας στα χρηστά ήθη συνεπάγεται σύμφωνα με

την ΑΚ 178 ακυρότητα της δικαιοπραξίας Δεν θα ανταποκρινόταν στο νόη-

μα και στο σκοπό της ρήτρας η διατήρηση του κύρους της δικαιοπραξίας να

επαφίεται στη βούληση των μερών αφού πέραν των άλλων η συγκεκριμένη

διάταξη προστατεύει μεταξύ άλλων και το γενικό συμφέρον25 Αυτό όμως θα

είχε ως αποτέλεσμα ειδικά σε περιπτώσεις που η ανηθικότητα στρέφεται

μόνο κατά του αντισυμβαλλόμενου και όχι κατά της ολότητας η ακυρότητα

να λαμβάνεται αυτεπαγγέλτως υπrsquo όψιν και να μπορεί και ο ίδιος ο ενεργή-

σας ανήθικα να την επικαλεστεί

Γιrsquo αυτό το λόγο σε περιπτώσεις που η ανηθικότητα δεν προκύπτει από το

περιεχόμενό της αλλά από τις περιστάσεις 26 όπως στις περιπτώσεις των

καταπλεονεκτικών δικαιοπραξιών η ακυρότητα δεν παρίσταται δικαιολο-

25 Βλ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ όπως πιο πάνω και ΓΕΩΡΓΙΑΔΗ-ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟ ΕρμΑΚ άρθρο 178 σελ 276 ΝΙΚΟ-ΛΟΠΟΥΛΟ Γεν Αρχές σελ 314-315

26 Βλ ομοίως ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ Δικαιοπραξίες αντίθετες προς τα χρηστά ήθη 17 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

γημένη Ορθότερο λοιπόν θα ήταν να είναι σχετική ώστε να καταστεί δυνα-

τή η απολαβή της παροχής με δικαιότερους όρους

β Συνολική ή μερική

Όσον αφορά την ακυρότητα της σύμβασης στο σύνολο ή σε μέρος αυτής αν

η ανηθικότητα πλήττει μόνο μια μεμονωμένη συμβατική ρήτρα δυναμένη να

αποχωριστεί από τη σύμβαση και αυτή να δύναται να πραγματώσει το σκο-

πό της τότε η ακυρότητα μπορεί να περιοριστεί στη ρήτρα αυτή

Αναλογικά και κυρίως ως ανωτέρω αναφέρθηκε σε περιπτώσεις καταπλεο-

νεκτικών ή καταδυναστευτικών δικαιοπραξιών η μερική ακυρότητα θα μπο-

ρούσε να είναι δυνατή με την έννοια της αφαίρεσης του αδίκου μέρους της

ώστε αυτή να μπορεί να ισχύσει με το υπόλοιπο ορθό περιεχόμενό της Αμ-

φισβητείται όμως αν αυτό ανταποκρίνεται στα εύλογα συμφέροντα των α-

ντισυμβαλλομένων και ιδίως του ισχυρότερου μέρους που η πραγματική ή

εικαζόμενη βούληση του μάλλον θα κατατείνει στην ακύρωση της δικαιο-

πραξίας

Βέβαια όσον αφορά τη σχέση του 178 ΑΚ με το 181 ΑΚ στην ερμηνεία αυτής

έχουν υπεισέλθει αντικειμενικοί παράγοντες όπως ο σκοπός του κανόνα δι-

καίου που θεσπίζει την ακυρότητα διότι άλλως με την αποδοχή της ολικής

ακυρότητας ματαιούται ο προστατευτικός σκοπός της διάταξης Επομένως

ορθότερο είναι στις περιπτώσεις αυτές η ακυρότητα ή μη της σύμβασης να

καταλίπεται στο ασθενέστερο μέρος

γ Ακυρότητα στις αιτιώδεις και αναιτιώδεις δικαιοπραξίες

(1) Στις αιτιώδεις δικαιοπραξίες αν η αιτία είναι άκυρη άκυρη είναι και η

αιτιώδης δικαιοπραξία Επομένως αν η υποσχετική σύμβαση η οποία

αποτελεί την αιτία εκποιητικής δικαιοπραξίας (πχ μεταβίβασης κυ-

ριότητας ακινήτου) άκυρη λόγω αντίθεσης στα χρηστά ήθη συμπαρα-

σύρει σε ακυρότητα και την εμπράγματη δικαιοπραξία το κύρος της

οποίας εξαρτάται από την ύπαρξη εγκύρου αιτίας

Για το λόγο αυτό η αναζήτηση της παροχής γίνεται με διεκδικητική

αγωγή

(2) Αντίθετα στις αφηρημένες ή αναιτιώδεις δικαιοπραξίες το κύρος των

οποίων δεν εξαρτάται από την ύπαρξη και το κύρος της αιτίας ούτε

αυτή αποτελεί στοιχείο του πραγματικού τους η έλλειψη αιτίας ή η

18 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

ακυρότητα αυτής καταρχήν δεν επηρεάζει το κύρος τους ο δε διαθέ-

σας έχει (αν δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις του 907ΑΚ) μόνο την α-

ξίωση αδικαιολογήτου πλουτισμού Χαρακτηριστικά παραδείγματα της

κατηγορίας αυτής είναι από τις μεν υποσχετικές δικαιοπραξίες η αφη-

ρημένη υπόσχεση χρέους ενώ από τις εκποιητικές η μεταβίβαση κυριό-

τητας κινητού Δικαιολογητικός λόγος της τελευταίας είναι η ταχύτητα

και η ασφάλεια των συναλλαγών καθώς οι διάδοχοι του αποκτώντος

αποκτούν έγκυρα από αυτόν ακόμα και αν αυτός είχε αποκτήσει βάσει

μιας άκυρης υποσχετικής δικαιοπραξίας Επιπλέον διευκολύνεται η α-

πόδειξη κτήσης του δικαιώματος αφού αυτός που υποστηρίζει ότι εί-

ναι δικαιούχος οφείλει και αρκεί να αποδείξει μόνο της εκποιητική δι-

καιοπραξία και όχι την αιτία αυτής

Το ότι η αναιτιώδης δικαιοπραξία είναι γενικά ανεξάρτητη από το κύ-

ρος της αιτίας δε σημαίνει ότι δεν υπάρχει αιτία γιrsquo αυτή αλλά ότι η αι-

τία δεν αποτελεί ως άνω αναφέρθηκε στοιχείο του πραγματικού της

Επομένως η laquoηθικά άχρωμηraquo αναιτιώδης δικαιοπραξία μπορεί κατά

περίπτωση να θεωρηθεί άκυρη με διάσπαση της αρχής του αναιτιώ-

δους όταν σε περίπτωση αντίθεσης της δικαιοπραξίας στα χρηστά ήθη

η ανηθικότητα αφορά όχι μόνο την ενοχική αλλά και την εμπράγματη

δικαιοπραξία27 Αν και κατά κανόνα η απλή μεταβίβαση της κυριότη-

τας είναι laquoηθικά άχρωμηraquo αφού τα κίνητρα για την κατάρτιση της ανά-

γονται στην ενοχική δικαιοπραξία αν in concreto διαγνωστεί ότι η επί-

δοση του περιουσιακού αντικειμένου έγινε χάριν τελέσεως ανήθικης

συμπεριφοράς ή ότι η ανήθικη αιτία αποτέλεσε αίρεση για την εκποιη-

τική δικαιοπραξία η ανηθικότητα πλήττει και την εμπράγματη δικαιο-

πραξία καθιστώντας αυτή άκυρη (βλ179ΑΚ) άκυρη δε και οποιαδήπο-

τε περαιτέρω μεταβίβαση

Πάντως γίνεται δεκτό και στην ελληνική αλλά και στη γερμανική νομο-

λογία ότι τα χρήματα που προκαταβάλλονται σε laquoπόρνηraquo για πραγμα-

τοποίηση σαρκικής επαφής μαζί της μεταβιβάζονται σrsquo αυτή κατά κυ-

ριότητα με την παράδοση τους αφού ως ανωτέρω αναφέρθη η ακυρό-

27 Βλ και ΑΠ ΓΕΩΡΓΙΑΔΗ Εγχειρίδιο Εμπρ Δικαίου παρ43 48 καθώς και ΑΠ ΓΕΩΡΓΙΑΔΗ Γ Αρχές ΑστΔικαίου διακρίσεις των δικαιοπραξιών

19 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

τητα της υποσχετικής δικαιοπραξίας δεν συμπαρασύρει την εμπράγμα-

τη αφού η μεταβίβαση χρημάτων είναι πράξη ηθικά ουδέτερη28

Ακριβώς επειδή η παροχή είναι έγκυρη αυτή δεν αναζητείται (εκτός

και μόνο αν το ανήθικο της αιτίας δεν βαρύνει τον δόντα) Αν βαρύνει

και αυτόν ή πολύ περισσότερο μόνο αυτόν τότε δεν αναζητείται

Πράγματι θα ήταν παράδοξο η έννομη τάξη να προστατεύει πρόσωπα

που μετήλθαν ανήθικων μέσων και προέβησαν σε δελεαστικές παροχές

για την επίτευξη μιας ανήθικης συμπεριφοράς και να τα επιβραβεύει με

την επιστροφή σε αυτά των έστω και άνευ ανταλλάγματος δοθέντων

ακόμα και στην εξαιρετική περίπτωση που και ο λήπτης βαρύνεται με

ανηθικότητα Η ρωμαϊκή αρχή laquoεν ίση αισχρότητι κρείσσων ο νεμόμε-

νοςraquo ορθά βρίσκει εδώ την εφαρμογή της29

Η ακυρότητα είναι αναδρομική (ex tunc) εκτός από τις διαρκείς συμ-

βάσεις (πχ σύμβαση εργασίας) Σε αυτές γίνεται δεκτό ότι εφόσον λει-

τούργησαν για ένα χρονικό διάστημα αναπτύσσοντας τα έννομα απο-

τελέσματα τους έχει δημιουργηθεί μια πραγματική κατάσταση η ο-

ποία αποτελεί και την αιτία διατήρησης των μέχρι τότε παροχών ενώ η

επίκληση της ακυρότητας τους έχει τα αποτελέσματα της καταγγελίας

λειτουργώντας μόνο για το μέλλον (ex nunc)

11 Δικονομική μεταχείριση

Η επίκληση της ακυρότητας αφού πρoβληθούν τα πραγματικά περιστατικά

γίνεται από οποιονδήποτε έχει έννομο συμφέρον ακόμα δε και από τον ίδιο τον

καθrsquo ου η μομφή για την επιλήψιμη συμπεριφορά αν και σε περίπτωση αυτή η ε-

πίκληση της θα μπορούσε να θεωρηθεί ως κατάχρηση δικαιώματος

Όσον αφορά το βάρος της απόδειξης στις μεν αιτιώδεις δικαιοπραξίες αυτός

που επικαλείται την εγκυρότητά της οφείλει να αποδείξει την ύπαρξη του κύρους

της αιτίας ενώ αντίθετα στις αναιτιώδεις δικαιοπραξίες το βάρος αποδείξεως φέ-

ρει εκείνος ο οποίος ασκεί είτε με αγωγή είτε με ένσταση την αξίωση αδικαιολογή-

του πλουτισμού (Αντιστροφή του βάρους της απόδειξης)

28 Βλ και ΧΡ ΜΥΛΩΝΟΠΟΥΛΟΥ Ποινικό Δίκαιο Ειδικό μέρος σελ22 29 Βλ και ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟ Επιτομή Γενικού Ενοχικού κεφ Περί αδικαιολόγητου πλουτισμού που μάλ-

λον διαφωνεί 20 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

12 Επίγραμμα

Οι δρόμοι του δικαστή του νομοθέτη και γενικότερα του εκάστοτε ερμηνευ-

τή του δικαίου είναι παράλληλοι και αλληλοσυμπληρώνονται Κοινός στόχος η εύ-

ρυθμη λειτουργία μιας κοινωνίας με σεβασμό στα βασικά ανθρώπινα δικαιώματα

στην αξία του ανθρώπου και στους θεσμούς όπως αυτοί διαμορφώνονται στην

πορεία του χρόνου

Όμως η δικαιοσύνη δεν είναι μόνο μια αφηρημένη ιδέα για τη θεσμική διάρ-

θρωση μιας κοινωνίας αλλά πρέπει να ενδιαφέρεται για τη ζωή που διάγουν οι

άνθρωποι στην πραγματικότητα και ότι καθιστά τη ζωή άξια για να τη ζουν

Γιrsquo αυτό ο ρόλος του ερμηνευτή του δικαίου και ιδίως του δικαστή είναι

κομβικός Και δεν είναι ο ρόλος αυτός παθητικός ούτε απλά συνθετικός Κινούμε-

νος εντός των εξουσιών που το Σύνταγμα του έχει προσδώσει δε στηλιτεύει αλλά

κατανοεί διαπλάθει αλλά και εξισώνει -εντός πάντοτε του θετού δικαίου

Και αν και κατά τη γενική αντίληψη ο λαός πρέπει να έχει νομολογία προ-

σαρμοσμένη στο βαθμό της ηθικής του πολλές φορές αναδεικνύεται η αντίστρο-

φη ανάγκη Να είναι η νομολογία αρωγός ώστε ο λαός να προσανατολιστεί στα

σύγχρονα ήθη και στις πολυπολιτισμικές ιδιομορφίες

Η ερμηνεία του άρθρου 178 ΑΚ αποτελεί μια χαρακτηριστική τέτοια περί-

πτωση-

21 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

Β

ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΜΕ ΤΗΝ ΟΠΟΙΑ ΔΕΣΜΕΥΕΤΑΙ ΥΠΕΡΒΟΛΙΚΩΣ Η ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΤΟΥ ΠΡΟΣΩΠΟΥ [ΚΑΤΑΔΥΝΑΣΤΕΥΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ] ndash

ΚΑΤΑΠΛΕΟΝΕΚΤΙΚΗ [ΑΙΣΧΡΟΚΕΡΔΗΣ] ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ (ΑΚ 179)

[Σπύρος Γ Παπαγιάννης]

1 Η σχέση μεταξύ των δύο ειδικών πραγματικών του άρθρου ΑΚ 179

Το δίκαιο προκειμένου να εξυπηρετεί τον κοινωνικό βίο των ανθρώπων εν-

σωματώνει στους κανόνες που το συγκροτούν τα παραγγέλματα της κοινωνικής

ηθικής δηλαδή τις επικρατούσες στην κοινωνία θεμελιώδεις αξιολογικές παρα-

στάσεις30 Έτσι η ΑΚ 178 με τον όρο ldquoχρηστά ήθηrdquo οριοθετεί την λειτουργία της

ιδιωτικής αυτονομίας μέσα στα όρια αυτού που αξιοί ο μέσης ηθικής κοινωνός του

δικαίου με σκοπό την αποτροπή καταχρήσεως κατά την διάπλαση ιδιωτικών εν-

νόμων σχέσεων και άμεσο αποτέλεσμα την άρνηση της έννομης τάξεως να προσ-

δώσει νομικό κύρος σε δικαιοπρακτικές ρυθμίσεις που προσβάλλουν τις αξίες των

οποίων αυτή επιδιώκει την πραγμάτωση31

Ενώ όμως το άρθρο ΑΚ 178 λειτουργεί ως γενική ρήτρα στο άρθρο ΑΚ 179

τυποποιούνται τα πραγματικά δύο ldquoειδικώνrdquo δικαιοπραξιών που αντιτίθενται στα

χρηστά ήθη οι ldquoκαταδυναστευτικέςrdquo συμβάσεις (ή ldquoφιμωτικέςrdquo32 δικαιοπραξίες)

και οι ldquoκαταπλεονεκτικέςrdquo συμβάσεις (ή ldquoαισχροκερδείςrdquo33 δικαιοπραξίες) Στην

πρώτη κριτήριο είναι η υπέρμετρη34 δέσμευση της ελευθερίας του προσώπου

ενώ στην δεύτερη κριτήριο αποτελεί η εκμετάλλευση της διαπραγματευτικής μει-

ονεξίας του αντισυμβαλλομένου ιδία όσον αφορά στην υπέρμετρη δέσμευση της

οικονομικής του ελευθερίας

2 Η Καταδυναστευτική Δικαιοπραξία

30 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 201217 31 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 201218 σημ 3 32 ΦΙΛΙΟΣ 2011353 33 ΦΙΛΙΟΣ opcit 34 Η ΑΚ 179α΄ αναφέρει ldquohellipδεσμεύεται υπερβολικάhelliprdquo Προτιμώ ως αποδίδουσα επί το ορθότερο

την έννοια του laquoμεγέθουςraquo της δεσμεύσεως την χρήση της λέξεως ldquoυπέρμετραrdquo λέξη-όρο που χρησιμοποιείτο στον ΑΚ προ της μεταγλωττίσεώς του στην δημοτική (την [φεύ] γλώσσα της ldquoπλέριας κατανόησηςrdquohellip)

22 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

α Έννοια

Ως ldquoκαταδυναστευτικήrdquo δικαιοπραξία νοείται κυρίως η σύμβαση (ή μεμονω-

μένη ρήτρα που περιέχεται σε σύμβαση) επί τη βάσει της οποίας δεσμεύεται

υπερμέτρως35 η προσωπική οικονομική επαγγελματική ή καλλιτεχνική ε-

λευθερία του αντισυμβαλλομένου δημιουργώντας ένα είδος υποτέλειας ένα-

ντι του άλλου μέρους36 Στην έννοια της καταδυναστεύσεως της ΑΚ 179α ε-

μπίπτει και κάθε συμβατικός περιορισμός που φέρει ως συνέπεια την υπέρ-

μετρη δέσμευση της ελευθερίας του προσώπου για ανάπτυξη οποιασδήποτε

εκδηλώσεως της προσωπικότητός του37 Είναι φανερόν ότι η ελληνική δη-

μόσια τάξη συγκεκριμενοποιεί την ρήτρα των χρηστών ηθών με την χρήση

μιάς θεμελιώδους δικαιϊκής αξίας της ελευθερίας του προσώπου εδώ ουσι-

αστικώς η συνταγματική τάξη (πχ Σ 5 sect 1) επιβάλλει τα πρόσωπα να παρα-

μένουν ελεύθερα

β Ελευθερία του προσώπου - δέσμευση

Στο πραγματικό της ΑΚ 179α΄ υπάγονται δύο κατά βάσιν περιπτώσεις συμ-

βάσεων αυτές που ενέχουν υπέρμετρη δέσμευση της προσωπικής ελευθερί-

ας του συμβαλλομένου και εκείνες με τις οποίες περιορίζεται υπερμέτρως η

ελευθερία προς (κυρίως) οικονομική και επαγγελματική δράση

Για δέσμευση της ελευθερίας του προσώπου με δικαιοπραξία γίνεται λόγος

μόνον όταν το πρόσωπο που δεσμεύτηκε είχε σύμφωνα με τον νόμο την ε-

ξουσία να διαθέσει κατά βούλησιν το αντικείμενο της δικαιοπραξίας Συνε-

πώς εάν η υποχρέωση του προσώπου δεν προέρχεται από δικαιοπραξία αλ-

λά από τον νόμο ή εάν το πρόσωπο που δεσμεύτηκε με δικαιοπραξία δεν εί-

χε σύμφωνα με τον νόμο την εξουσία να διαθέσει το αντικείμενο στο οποίο

αναφέρεται η δέσμευση η ΑΚ 179 δεν εφαρμόζεται38

Στην ελευθερία του προσώπου υπάγονται οι ατομικές ελευθερίες και τα α-

τομικά δικαιώματα αυτού39 όπως η ελευθερία συνειδήσεως της γνώμης της

διαθέσεως ψήφου του προσώπου κλπ Εδώ υπάγεται ιδίως η ελευθερία της

35 ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ 2012527 ΦΙΛΙΟΣ 2011352 36 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012 σημ 429 37 Πρβλ λχ ΑΠ 12601983 ΕλλΔνη 251347 (απεριόριστη δέσμευση της καλλιτεχνικής ελευθερί-

ας του πνευματικού δημιουργού) 38 ΕφΑθ 33271999 ΝοΒ 48485 39 ΕφΑθ 32841980 ΝοΒ 281225

23 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

εργασίας του εμπορίου της βιομηχανίας προς ανάπτυξη της οικονομικής

δράσεως του προσώπου40 Έτσι αντίκειται στα χρηστά ήθη

(1) κάθε δικαιοπραξία με την οποία απαγορεύεται σε κάποιον η άσκηση

ορισμένου επαγγέλματος ή ορισμένης βιομηχανικής ή εμπορικής δρα-

στηριότητος εφrsquo όσον περιέχει υπέρμετρη δέσμευση και

(2) η δικαιοπραξία με την οποία δεσμεύεται το δικαίωμα στην σωματική

ακεραιότητα του προσώπου στην υγεία ζωή τιμή το δικαίωμα στο

όνομα ή την προσωπικότητα το δικαίωμα εγκαταστάσεως ή μη σε ορι-

σμένο τόπο το δικαίωμα επιλογής επαγγέλματος κλπ41

γ Η ratio της απαγόρευσης

(1) Η οικονομική κατωτερότητα ενός εκ των συμβαλλομένων

Συνήθως η κατάρτιση συμβάσεως με καταδυναστευτικό περιεχόμενο

οφείλεται στην οικονομική κατωτερότητα του υποβαλλομένου στην

υπέρμετρη δέσμευση συμβαλλομένου Αυτό εκτιμάται ότι συμβαίνει

λόγω της ανάγκης αποκτήσεως της υπαρξιακής κατά κανόνα γιrsquo αυτόν

σημασίας παροχή του οικονομικώς ισχυρού αντισυμβαλλομένου συνή-

θως κάποια πίστωση Έτσι η οικονομική αυτή πίεση όταν μάλιστα

δεν υπάρχει δυνατότης καταφυγής σε άλλη πηγή αποκτήσεως του ιδί-

ου αγαθού με καλλίτερους όρους διαταράσσει την συμβατική ελευθε-

ρία η οποία μπορεί να συντρέχει ανεξαρτήτως της θέσεως που κατέχει

στην αγορά ο επιβάλλων τον περιορισμό συμβαλλόμενος (συνήθης επι-

χείρηση)

Η ρύθμιση αυτή της ΑΚ 179α΄ αντικειμενικώς κρινομένη φαίνεται ότι

είναι σχεδιασμένη με πνεύμα κηδεμονεύσεως ο δικαστής παρεμβαίνει

στο περιεχόμενο της συμβάσεως προκειμένου να προστατεύσει τον οι-

κονομικώς ασθενέστερο συμβαλλόμενο από μία άδικη εις βάρος του

κατανομή των συμβατικών βαρών και πλεονεκτημάτων

Προβληματισμός υπάρχει στο αν η οικονομική δέσμευση επέρχεται με

την κατάρτιση της συμβάσεως προκειμένου περί καταδυναστευτικών

συμβάσεων ή πρόκειται περί καταχρηστικής εκμεταλλεύσεως ήδη υ-

φισταμένης οικονομικής κατωτερότητος του αντισυμβαλλομένου προ-

40 Βλ ΤΟΥΣΗΣ Α 1978 sect 96 ΜΠΑΛΗΣ 1944 sect 64 41 Βλ ΤΟΥΣΗΣ opcit

24 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

κειμένου περί καταχρηστικής εκμεταλλεύσεως μονοπωλιακής ή δεσπό-

ζουσας θέσεως μιάς επιχειρήσεως στην αγορά

Εξrsquo άλλου χρήζει ιδιαιτέρας μνείας το ότι ενώ η συναλλακτικώς μειονε-

κτική θέση του ενός των συμβαλλομένων τεκμαίρεται αμαχήτως42 (ΑΚ

294 332sect2 334sect2 409 κλπ) στην περίπτωση καταδυναστευτικής

συμβάσεως ο αντισυμβαλλόμενος έχει δυνατότητα αποδείξεως ότι η

ρύθμιση υπήρξε προϊόν της ελευθέρας δικαιοπρακτικής αποφάσεως

του φαινομένου ως βλαπτομένου από αυτή συμβαλλομένου

(2) Η άδικη μεταξύ των μερών κατανομή των συμβατικών πλεονεκτημά-

των

Η κατανόηση του πότε είναι υπέρμετρη (ή ldquoυπερβολικήrdquohellip) ή εύλογη η

συμβατική δέσμευση της ελευθερίας του προσώπου συνιστά το κε-

ντρικό πρόβλημα του δόγματος των καταδυναστευτικών συμβάσεων

αν και η κρίση είναι νομική υποκείμενη στον έλεγχο του Αρείου Πάγου

Για τον λόγον αυτόν είναι καίριος ο ρόλος των μεγεθών αντιπαροχής

και δεσμεύσεως της οικονομικής ελευθερίας43

δ Η υπέρμετρη (υπερβολική) δέσμευση

Το κριτήριο της υπέρμετρης δεσμεύσεως ως αόριστη νομική έννοια και

προκειμένου να καταστεί δογματικώς κατάλληλη για να υπαχθεί σε αυτήν η

κρινομένη ατομική περίπτωση έχει ανάγκη εξειδικεύσεως λαμβανομένης

υπrsquo όψιν της ratio της απαγορεύσεως που τίθεται στην ΑΚ 179α΄ δηλαδή την

διάβρωση της συμβατικής ελευθερίας του ασθενέστερου μέρους αφrsquo ενός και

της ανισορροπίας στην κατανομή των συμβατικών ωφελημάτων μεταξύ των

μερών

Γίνεται ευρύτερα δεκτό στην σύγχρονη δογματική του Αστικού Δικαίου ότι

υπάρχει μία ldquoκινητήrdquo σχέση44 μεταξύ των προαναφερθέντων δύο κριτηρίων

εις τρόπον ώστε όσον εντονότερον διαβρώνεται η ελευθερία δικαιοπρακτι-

κής αποφάσεως του καταδυναστευομένου τόσον άτονος θα πρέπει να είναι

42 Για τον εμπορικό αντιπρόσωπο που συνάπτει ρήτρα μετασυμβατικής απαγορεύσεως του αντα-γωνισμού βλ ΠΔ 2191991 άρθρ10 εις εφαρμογήν του άρθρου 20 της Οδηγίας 86653 ΕΟΚ

43 ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ 2012528 ΣΠΥΡΙΔΑΚΗΣ 2004188 44 Πρβλ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012146

25 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

ο έλεγχος της άνισης κατανομής στο περιεχόμενο της σχετικής συμφωνίας

για να επιβεβαιώνεται ή όχι το στοιχείο της υπέρμετρης δεσμεύσεως45

Πέραν αυτών όμως είναι απαραίτητη και η συγκεκριμενοποίηση του κριτη-

ρίου της άνισης μεταξύ των μερών κατανομής των συμβατικών βαρών και

πλεονεκτημάτων οπότε είναι αναγκαία η αναδρομή σε ιδιαίτερα κριτήρια τα

οποία εφαρμόζει σχεδόν σταθερώς η νομολογία μας46

(1) Ο Μπαλής47 θεωρεί ότι πρέπει να συναρτάται η σχετική κρίση με το

σημείο ldquoμέχρι τοῦ ὁποίου εἶναι νόμῳ προστατεύσιμον τὸ συγκεκριμένον

συμφέρον τοῦ ἐπιβάλλοντος τὸν περιορισμὸνrdquo δηλαδή να συνυπολογί-

ζεται και το μέτρο της οικονομικής θυσίας στην οποία υποβάλλεται

ο ισχυρός συμβαλλόμενος ουσιαστικώς να σταθμίζεται η αξία της συ-

νολικής αντιπαροχής του χωρίς βεβαίως τα δύο αυτά μεγέθη να συ-

μπίπτουν κατrsquo ανάγκην

(2) Σημασίαν έχει και το στοιχείο της χρονικής διάρκειας της δεσμεύσεως

Όσον αφορά σε ρήτρες απαγορεύσεως ανταγωνισμού θεμιτός περιο-

ρισμός θεωρείται η διετία προκειμένου περί συμβάσεως εργασίας και η

πενταετία προκειμένου περί πωλήσεως επιχειρήσεως Αντιθέτως σε

συμβάσεις αποκλειστικής προμηθείας (κυρίως μπύρας ή ενέργειας) και

προμηθείας πρατηρίου βενζίνης η γερμανική νομολογία ανεβάζει το

όριο στα είκοσι περίπου έτη

(3) Σπουδαίο επίσης στοιχείο μετρήσεως του υπέρμετρου ή μη της συμ-

βατικής δεσμεύσεως είναι η τοπική έκτασή της Πρόκειται περί ενός

στοιχείου κινητού εν σχέσει προς την χρονική διάρκεια δεσμεύσεως αλ-

λά και προς τα λοιπά στοιχεία συγκεκριμενοποιήσεως της αόριστης έν-

νοιας του ldquoυπέρμετρουrdquo Δηλαδή δυνατόν όσον ευρύτερη κατά τόπο

και μακρότερη κατά χρόνον είναι η απαγόρευση τόσο μεγαλύτερο θα

πρέπει να είναι το περιουσιακό αντάλλαγμα που λαμβάνει το ασθενέ-

στερο μέρος ώστε να θεωρείται η ρήτρα θεμιτή Απροσδιόριστη κατά

τόπο και χρόνο απαγόρευση χωρίς πρόβλεψη δυνατότητος παύσεως

της δεσμεύσεως με καταγγελία προσδίδει κατά κανόνα ανήθικο χα-

45 Πρβλ ΤΕΛΛΗΣ 2007215 επ 46 Πληρέστερη ανάλυση των κριτηρίων αυτών σχετικώς με την ρήτρα μετασυμβατικής απαγο-

ρεύσεως του ανταγωνισμού βλ σε ΤΕΛΛΗΣ 2007223 επ 47 ΜΠΑΛΗΣ 1944 sect64

26 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

ρακτήρα στην σχετική ρήτρα48 διότι η έννομη τάξη δεν ευνοεί γενικώς

τις δεσμεύσεις μακροχρόνιας ή απεριορίστου διαρκείας49

(4) Το κατrsquo αντικείμενον εύρος της συμβατικἠς δεσμεύσεως είναι επίσης

κριτήριο συγκεκριμενοποιήσεως της αορίστου εννοίας του ldquoυπέρμε-

τρουrdquo Αν δηλαδή ο ασφαλειοδότης παρέχοντας υπέρμετρη εξασφά-

λιση στον δανειστή του μπορεί να ικανοποιήσει και τους λοιπούς δα-

νειστές του ή στον υποβληθέντα σε μετασυμβατική ρήτρα απαγόρευ-

σης ανταγωνισμού εναπομένει κάποια δυνατότητα επιδόσεως σε άλ-

λης μορφής οικονομική δραστηριότητα κατά την διάρκεια της απαγο-

ρεύσεως

Η παράθεση των ανωτέρω κριτηρίων είναι σαφώς ενδεικτική αφού η περί

υπέρμετρου δεσμεύσεως κρίση (πρέπει να) σχηματίζεται από μία συνολική

αξιολόγηση των ειδικών περιστάσεων που συνοδεύουν την επίμαχη σύμβα-

ση Έτσι προσμετρώνται και άλλα στοιχεία ndash κριτήρια όπως οι επαγγελμα-

τικές προοπτικές των συμβαλλομένων ή ο τρόπος λήξεως της συνεργασίας

των

Τέλος η ύπαρξη επίμεπτης υποκειμενικής στάσεως του ισχυροτέρου συμ-

βαλομένου δεν θεωρείται σύμφωνα με κρατούσα γνώμη προϋπόθεση της

ακυρότητας της συμβάσεως50

ε Εφαρμογή της διατάξεως

Η διάταξη (εδ α΄) εφαρμόζεται και στις χαριστικές δικαιοπραξίες51 Δεν ε-

φαρμόζεται η διάταξη όταν υπάρχει νόμος που συγχωρεί την υπέρμετρη δέ-

σμευση της ελευθερίας του προσώπου52 Δεν αποκλείεται η σύμβαση να

προσκρούει εν μέρει στα χρηστά ήθη οπότε έχει εφαρμογή η ΑΚ 181 (Μερι-

κή ακυρότητα δικαιοπραξίας Η ακυρότητα μέρους συνεπιφέρει την ακυρό-

τητα ολόκληρης της δικαιοπραξίας αν συνάγεται ότι δεν θα είχε επιχειρηθεί

χωρίς το άκυρο μέρος)

48 Πρβλ αντί πολλών ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ 2012528 49 Πρβλ αντίθετη άποψη (ΚΙΤΣΑΡΑΣ Ενοχικές δεσμεύσεις της εξουσίας διάθεσης 199957) σε ΓΕΩΡ-

ΓΙΑΔΗΣ 2012 sect 36 υποσημ 12 50 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 1983153 51 Βλ ΑΠ 9991975 (Βrsquo Τμήμα) ΝοΒ 24287 (ldquohellipἀποκλείεται ἡ ἐφαρμογὴ τοῦ ἐπὶ δικαιοπραξιῶν ἐφrsquo

ὧν ἐπίδοσις περιουσίας γίνεται ἄνευ ἀνταλλάγματος ἢ δὲν λαμβάνει χώραν ἀνταλλαγὴ παροχῶν διότι ἐπrsquo αὐτῶν δὲν γεννᾶται ζήτημα προφανοῦς δυσαναλογίας παροχῆς καὶ ἀντιπαροχῆςrdquo)

52 Βλ ΤΟΥΣΗΣ 1978506 επ ndash ΑΠ 1301950 27 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

ϛ Έννομες συνέπειες

(1) Σύμφωνα με την ΑΚ 179 η δικαιοπραξία που δεσμεύει υπερμέτρως την

ελευθερία του προσώπου είναι ldquoΆκυρη ως αντίθετη προς τα χρηστά ή-

θηhelliprdquo και όπως ισχύει για κάθε ανήθικη δικαιοπραξία θεωρείται από-

λυτη53 μπορεί δε να λαμβάνεται υπόψιν και αυτεπαγγέλτως από το

δικαστήριο54 Τούτο είναι λογικό και κατrsquo ακολουθίαν ορθό αφού η

απαγόρευση της υπέρμετρης δέσμευσης της ελευθερίας σκοπεί στην

προστασία της προσωπικότητας ώστε να μην αφαιρείται το αγαθό της

εξουσίας της δικαιοπρακτικής διαθέσεως του μέρους

Προκειμένου όμως περί υπέρμετρης δεσμεύσεως της οικονομικής ε-

λευθερίας προσώπου δηλαδή οικονομικών συμφερόντων των οποίων

η διαφύλαξη είναι αποκλειστική υπόθεση του προσώπου αυτού τότε

σε μια τέτοια περίπτωση το πρόσωπο αυτό και μόνο μπορεί να κρίνει

καλλίτερα από κάθε άλλον αν η άρση των δικαιοπρακτικών αποτελεσμά-

των με την επίκληση της ΑΚ 179α ακυρότητος εξυπηρετεί πράγματι τα

συμφέροντά του5556

(2) Η ακυρότητα είναι κατά κανόνα ολική ιδία όσον αφορά σε υπέρμετρη

δέσμευση της προσωπικής ελευθερίας57 Στις περιπτώσεις όμως όπου

ο ανήθικος χαρακτήρας προσδιορίζεται από οικονομικής φύσεως α-

νταλλάγματα θα πρέπει να είναι δυνατή η μερική ακυρότητα ώστε με-

τά την αφαίρεση του αδίκου μέρους να μπορεί να ισχύσει η σύμβαση

με το υπόλοιπο ορθό περιεχόμενο της και έτσι το ασθενέστερο μέρος

να ldquoαπολαύσει τελικά την πολύτιμη γιrsquo αυτόν παροχή του αντισυμβαλ-

λομένου του αλλά με δίκαιους τώρα όρουςrdquo Την δυνατότητα της μερικής

ακυρότητος φαίνεται να δέχεται η κρατούσα γνώμη πράγμα που ση-

μαίνει ότι το δικαστήριο έχει την δυνατότητα να μειώσει μετά από αί-

τηση του βλαπτομένου την δέσμευση αυτού στο προσήκον μέτρο

53 ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ 2012525 επ 54 ΛΑΔΑΣ 1979159 επ 55 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012153 56 Θεωρείται ότι σε παρόμοιες περιπτώσεις πρέπεται η (κατrsquo εξαίρεσιν) σχετική ακυρότητα διότι η

απόφαση για την διατήρηση ή άρση των δικαιοπρακτικών αποτελεσμάτων πρέπει να ανήκει αποκλειστικώς στο βλαπτόμενο από την συμβατική ρύθμιση μέρος το οποίο γνωρίζει κάλλιον παντός άλλου το τι πράγματι το συμφέρει άλλως υπάρχει ανεπίτρεπτη κηδεμόνευση των συμφερόντων αυτού του συμβαλλομένου (ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2013113)

57 εα 2α 28 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

3 Η Καταπλεονεκτική Δικαιοπραξία

α Γενικά ndash σχέση με ΠΚ 404 405

Σύμφωνα με το πραγματικό της ΑΚ 179βrsquo καταπλεονεκτική δικαιοπραξία

υπάρχει όταν στο πρόσωπο του καταπλεονεκτούμενου συντρέχουν προφα-

νής δυσαναλογία παροχής και αντιπαροχής ανάγκη κουφότητα ή απειρία

και εκμετάλλευση της μειονεκτικής αυτής θέσεως από τον καταπλεονέκτη

Σύμφωνα με την νομολογία για την πλήρωση του πραγματικού απαιτείται η

συνδρομή και των τριών αυτών προϋποθέσεων σωρευτικώς

Γίνεται δεκτό ότι σε περίπτωση ελλείψεως κάποιου από τα ανωτέρω στοι-

χείου καταφάσκεται η ακυρότητα της δικαιοπραξίας με αναγωγή στην γενι-

κή ρήτρα της ΑΚ 178 υπό την προϋπόθεση ότι συντρέχουν πρόσθετα στοι-

χεία τα οποία μπορούν να προσδώσουν στην δικαιοπραξία το χρώμα της α-

νηθικότητας

Εκδήλωση της απαγορεύσεως της καταπλεονεκτήσεως αποτελεί η ρύθμιση

των άρθρων ΠΚ 404 (τοκογλυφία) και ΠΚ 405 (αισχροκέρδεια) το πραγμα-

τικό των οποίων είναι ουσιαστικώς ίδιο με αυτό της ΑΚ 179βrsquo Αν και τίποτε

δεν εμποδίζει για την ακυρότητα καταπλεονεκτικής δικαιοπραξίας την πα-

ράλληλη επίκληση και των δύο νομοθετικών βάσεων ορθότερη θεωρείται να

διαφυλαχθεί η αυτονομία της ρυθμίσεως της ΑΚ179βrsquo αφού ο νομοθέτης

φαίνεται ότι θέλησε να ρυθμίσει ρητώς τις συνέπειες της καταπλεονεκτήσε-

ως τον ΑΚ

β Προϋποθέσεις εφαρμογής της διατάξεως

Καταπλεονέκτηση μπορεί να υπάρχει σε κάθε τύπο επαχθούς δικαιοπραξίας

με περιουσιακό περιεχόμενο58 οι οποίες μπορεί να είναι αμφοτεροβαρείς

ετεροβαρείς αιτιώδεις αναιτιώδεις (όπως πχ η αγοραπωλησία η μίσθωση

58 Διαφορετικό είναι το ζήτημα της παροχής περιουσιακού ωφελήματος με ldquoανεξάρτητηrdquo μονομε-ρή δικαιοπραξία με την οποία προσδίδεται καταπλεονεκτικό χρώμα σε προηγούμενη σύμβαση από την οποία θα πηγάζει συνήθως η υποχρέωση για τέλεση της μονομερούς δικαιοπραξίας (πχ παροχή υποθήκης)

29 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

πράγματος ή έργου ή εργασίας η εταιρεία η σύμβαση μεσιτείας ή εγγύηση)

όταν αυτές καταρτίζονται με δυσανάλογο αντάλλαγμα59

Η ΑΚ 179βrsquo δεν εφαρμόζεται στις χαριστικές δικαιοπραξίες γιατί η επίδοση

της περιουσίας γίνεται χωρίς αντάλλαγμα και έτσι δεν υπάρχει δυσαναλογία

παροχής και αντιπαροχής όπως πχ στην δωρεά στην εντολή στην άφεση

χρέους στην παρακαταθήκη χωρίς αμοιβή ή στην εγγύηση εκτός αν αυτή

ανελήφθη στο πλαίσιο μιάς αμφοτεροβαρούς συμβάσεως με ευρύτερο περι-

εχόμενο

γ Προφανής δυσαναλογία μεταξύ παροχών

Στην καταπλεονεκτική σύμβαση η ελευθερία δικαιοπρακτικής αποφάσεως

του καταπλεονεκτούμενου είναι διαταραγμένη αφού αυτός ευρίσκεται σε

μία δυσμενή σε σχέση με τον καταπλεονέκτη θέση που δεν του επιτρέπει να

προασπίσει ορθολογικώς τα συνδεόμενα με την σύμβαση συμφέροντά του

έτσι ο μηχανισμός συμβάσεως δεν μπορεί εδώ να παράσχει κανένα εχέγγυο

ορθότητος Ότι το περιεχόμενο της καταπλεονεκτικής συμβάσεως δεν είναι

ldquoορθόrdquo μαρτυρεί τελικώς η ύπαρξη της προφανούς δυσαναλογίας

Η προφανής δυσαναλογία των ανταλλασσομένων παροχών ανάγεται σε

απαραίτητο στοιχείο του πραγματικού της καταπλεονεκτήσεως στην ΑΚ

179βrsquo ενώ ταυτοχρόνως είναι και πρόβλημα που για να κατανοηθεί σωστά

πρέπει να φωτισθεί μέσα από τον συνδυασμό και την αντίθεση μιάς πλειά-

δος αρχών οι οποίες σε κινητή μεταξύ των σχέση συγκροτούν το σύστημα

του δικαίου των ενοχικών συμβάσεων60

Ως έννοια αόριστη είναι αναμφισβητήτως έννοια νομική και η υπαγωγή σε

αυτήν της σχέσεως αξίας των αμοιβαίων παροχών αποτελεί κρίσιν αξιολο-

γική υποκείμενη στον έλεγχο του ΑΠ61

Ομοφώνως γίνεται δεκτό ότι αφετηρία της κρίσεως περί υπάρξεως ή μη

προφανούς δυσαναλογίας πρέπει να αποτελεί η αντικειμενική αξία των α-

νταλλασσομένων παροχών δηλαδή η συνήθης στις συναλλαγές αξία62 Έτσι

59 Βλ ΜΠΑΛΗΣ 1944190 (sect66) 60 Βλ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 19837 σημ 23 61 ΦΙΛΙΟΣ 2011 sect147Β 62 Πρβλ ΑΠ 20952009 (Α1 Τμήμα) ldquohellipφανερή δυσαναλογία μεταξύ παροχής και αντιπαροχής

είναι αυτή που υποπίπτει στην αντίληψη λογικού και έχοντος πείρα των σχετικών συναλλαγών ανθρώπου και η οποία υπερβαίνει το μέτρο κατά το οποίο είναι ανθρωπίνως φυσικό να απο-κομίζει ο ένας κάποιο όφελος από σύμβαση οικονομικού περιεχομένου επί ζημία του άλλουrdquo

30 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

διαπιστουμένης της αντικειμενικής αξίας των αμοιβαίων παροχών ακολου-

θεί η κρίση για το αν υφίσταται μεταξύ των προφανής δυσαναλογία λαμβα-

νομένων πάντοτε υπrsquo όψιν της φύσεως της συμβάσεως και του επιδιωκομέ-

νου με αυτήν οικονομικού σκοπού63 ενώ στις περιπτώσεις ακινήτων χρη-

σιμοποιείται ευρέως στην πράξη το κριτήριο της laesio enormis64

Ένα επιπλέον στοιχείο που λαμβάνεται υπrsquo όψιν για την διαπίστωση της υ-

πάρξεως προφανούς δυσαναλογίας είναι η λεγομένη ldquoρήτρα προσθέσεωςrdquo

δηλαδή το άθροισμα των ωφελημάτων που έλαβε ο καταπλεονέκτης και των

περιουσιακών ωφελημάτων που επιπροσθέτως κατέβαλλε ο καταπλεονε-

κτούμενος σε τρίτα πρόσωπα (πχ μεσιτεία αμοιβές σε βοηθητικά πρόσωπα

κλπ)

Υπάρχουν όμως και μερικά σχετιζόμενα με την δυσαναλογία των ανταλ-

λασσομένων παροχών ειδικότερα προβλήματα που εμφανίζονται συχνά

στην δικαστηριακή πράξη παρουσιάζοντα ταυτοχρόνως σπουδαίο δογματι-

κό ενδιαφέρον

(1) Πρόσθετο τίμημα στην πώληση ακινήτου μπορεί να ληφθεί υπrsquo όψιν

το επιπλέον του αναγραφομένου στο συμβολαιογραφικό έγγραφο τι-

μήματος επιπροσθέτως καταβληθέν τίμημα

(2) Το καταπλεονεκτικό σύμφωνο εξωνήσεως η συνομολόγηση δικαιώ-

ματος εξωνήσεως με τίμημα προφανώς δυσανάλογο εν σχέσει προς αυ-

τό της πωλήσεως μήπως υποκρύπτει τοκογλυφικό δάνειο Εδώ θα

πρέπει να σταθμιστεί η δυνατότητα του πωλητή να αποτρέψει την κα-

ταπλεονεκτική γιrsquo αυτόν ρύθμιση ασκώντας το δικαίωμα εξωνήσεως

Εάν δηλαδή ο πωλητής ασκήσει αυτό το δικαίωμα παρά την προφανή

δυσαναλογία η πώληση δεν έχει καταπλεονεκτικό χαρακτήρα

(3) Η διαπίστωση της προφανούς δυσαναλογίας στον συμβιβασμό τα

συγκρινόμενα μεγέθη είναι οι αμοιβαίες παραχωρήσεις των μερών και

όχι οι εκατέρωθεν αναλαμβανόμενες υποχρεώσεις προς παροχή Η σω-

στή όμως εκτίμηση των παραχωρήσεως προϋποθέτει ως αφετηρία

63 ΑΠ 20952009 64 Ο ΛΙΤΖΕΡΟΠΟΥΛΟΣ 1932208 επ προτείνει αποδοχή της υπάρξεως προφανούς δυσαναλογίας

όταν η μία παροχή δεν φθάνει το 60 ή 50της αξίας της άλλης Βλ επίσης υποσημείωση 560 στο ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012

31 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

την νομική κατάσταση που υπήρχε πριν τον συμβιβασμό υπερβολικές

αξιώσεις προβαλλόμενες αυθαιρέτως δεν λαμβάνονται εδώ υπrsquo όψιν

Η ύπαρξη της προφανούς δυσαναλογίας κρίνεται κατά τον χρόνο καταρτί-

σεως της συμβάσεως είναι αδιάφορο αν η προφανής δυσαναλογία επήλθε

αργότερα εκτός της περιπτώσεως όπου ο καταπλεονεκτούμενος στο πλαί-

σιο της υφισταμένης κυρίας συμβατικής σχέσεως συνομολογεί ή παρέχει

πρόσθετα περιουσιακά ωφελήματα (πχ εμπράγματη ασφάλεια) που προσ-

δίδουν πλέον στην συνολική συναλλαγή καταπλεονεκτικό χρώμα

δ Ανάγκη Κουφότητα Απειρία

(1) Ανάγκη

Είναι η κατάσταση ενός προσώπου (του δικαιοπρακτούντος ή κάποιου

που συνδέεται στενά με αυτόν) που ευρίσκεται σε άμεσο οικονομικό ή

άλλο κίνδυνο65 η αντιμετώπιση του οποίου είναι ανεπίδεκτη αναβο-

λής66 Η ανάγκη πρέπει να έχει χαρακτήρα επιτακτικό και να είναι τόσο

σοβαρή ώστε αντικειμενικώς κρινομένη να μπορεί να θεωρηθεί ότι

κάθε εχέφρων άνθρωπος θα οδηγείτο στην ίδια δικαιοπρακτική συ-

μπεριφορά

Ενώ η φύση της ανάγκης είναι συνήθως οικονομική η σπουδαιότητα

του διακινδυνευομένου αγαθού καθορίζει το αν η συγκεκριμένη κάθε

φορά περίπτωση μπορεί να υπαχθεί ή όχι στην ρύθμιση της ΑΚ 179βrsquo

Είναι αδιάφορο αν η ανάγκη είναι μόνιμη ή παροδική αφού αποφασι-

στική για την εφαρμογή της ΑΚ 179βrsquo είναι η ύπαρξη ανάγκης μόνο κα-

τά τον χρόνο καταρτίσεως της δικαιοπραξίας Η ανάγκη πρέπει να είναι

πραγματική και άμεση επιτακτική και ανεπίδεκτη αναβολής

(2) Κουφότητα

Προϋπόθεση της ορθής λειτουργίας της ιδιωτικής αυτονομίας είναι η

εκ μέρους των αντισυμβαλλομένων ορθολογική στάθμιση των υπέρ και

κατά της συμβατικής ρυθμίσεως Όταν όμως ο αντισυμβαλλόμενος α-

διαφορεί λόγω απερισκεψίας ή ελλείψεως επαρκούς σκέψεως και δεν

αποδίδει στις πράξεις του την σημασία την αξία και τις συνέπειες που

έχουν αυτές τότε η συναλλακτική συμπεριφορά του χαρακτηρίζεται

65 ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ 2012530 66 ΑΠ 19982007

32 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

από κουφότητα Η κουφότητα μπορεί να οφείλεται σε οποιονδήποτε

λόγο όπως είναι η πνευματική νόσος ου δεν επέφερε όμως ολική ή με-

ρική ασυνειδησία των πράξεων του προσώπου ώστε να το κάνει εντε-

λώς ή περιορισμένως ανίκανο για την σύνταξη δικαιοπραξίας67

(3) Απειρία

Ως απειρία νοείται η έλλειψη της περί τη ζωή και τις συναλλαγές πεί-

ρας68 Το ερώτημα όμως είναι αν η σχετική με συγκεκριμένη δικαιο-

πραξία απειρία στοιχειοθετεί την απειρία της ΑΚ 179βrsquo ή όχι Γίνεται

δεκτό ότι υπάρχουν τρείς διαβαθμίσεις69 της απειρίας

(α) Η καθολική όπου ο συμβαλλόμενος στερείται παντελώς συναλ-

λακτικής πείρας και κατά συνέπειαν η περίπτωσή του υπάγεται

στην ρύθμιση της ΑΚ 179β΄

(β) Η απειρία σε ορισμένο μόνο συναλλακτικό τομέα (λχ πράξεις

επί ακινήτων χρηματιστηριακές συναλλαγές κλπ) εδώ η απειρία

δεν αποτελεί σταθερή ιδιότητα του προσώπου και παρά το ότι η

γενική του πείρα του επιτρέπει να κρίνει το επισφαλές της δικαι-

οπραξίας στην οποία προβαίνει η ελευθερία δικαιοπρακτικής α-

ποφάσεώς του δεν παύει να είναι διαταραγμένη Κατά συνέπεια

δικαιούται της προστασίας της ΑΚ 179βrsquo

(γ) Προβληματική αλλά και με πολύ μεγάλη πρακτική σημασία είναι

η τρίτη μορφή απειρίας που χαρακτηρίζεται από την έλλειψη ει-

δικών γνώσεων πού έχει ανάγκη ο σύγχρονος καταναλωτής στις

καθημερινές συναλλαγές του γνώσεων απαραιτήτων για τον

σχηματισμό σωστής εικόνας της προσφερόμενης σε αυτόν παρο-

χής Κι΄ εδώ η ελευθερία δικαιοπρακτικής αποφάσεως του κατα-

ναλωτή αδαούς όντος λόγω ανεπαρκούς πληροφορήσεως εμφα-

νίζεται διαταραγμένη και άξια της κατά την ΑΚ 179βrsquo προστασίας

ε Εκμετάλλευση

Ενώ η νομολογία μας θεωρεί αναγκαίο στοιχείο της ΑΚ 179βrsquo την υποκειμενι-

κή προϋπόθεση της εκμεταλλεύσεως την οποία πρέπει να αποδεικνύει ο ε-

67 ΑΠ 3821992 ΝοΒ 41874 68 ΑΠ 9362007 69 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012196 επ

33 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

πικαλούμενος την εφαρμογή της διατάξεως δεν έχει μέχρι τώρα αποσαφη-

νιστεί πλήρως σε τι ακριβώς συνίσταται η ldquoεκμετάλλευσηrdquo Βέβαιο πάντως

είναι ότι το στοιχείο αυτό δεν θα πρέπει να θεωρηθεί ως ηθική μομφή στο

πρόσωπο του καταπλεονέκτη

Κατrsquo αρχάς απορρίπτεται η επίκληση δόλου αφού ο δόλος απαιτείται από

την λειτουργία της ποινής και είναι ξένος προς τον λειτουργικό ρόλο της α-

κυρότητας της ανήθικης δικαιοπραξίας Το ότι δεν πρόκειται περί μομφής

φαίνεται στις περιπτώσεις καταρτίσεως δικαιοπραξίας κατά παράκλησιν

του αντισυμβαλλομένου και όχι από εκμεταλλευτική διάθεση του καταπλεο-

νέκτη Επιπλέον εάν επρόκειτο περί συνειδήσεως της ανηθικότητος εκ μέ-

ρους του καταπλεονέκτη μια τέτοια συνείδηση λόγω του περιεχομένου σε

αυτήν αξιολογικού και βουλητικού στοιχείου θα ισοδυναμούσε με πταίσμα

και δη στον βαθμό του dolus malus στοιχείου όμως ξένου προς την προ-

βληματική των ανήθικων γενικώς δικαιοπραξιών

Η ελληνική νομολογία φαίνεται να ακολουθεί την άποψη ότι ο καταπλεονέ-

κτης γνωρίζει την συναλλακτικώς δυσμενή θέση του καταπλεονεκτούμενου

και την προφανή δυσαναλογία μεταξύ παροχής και αντιπαροχής στοιχεία τα

οποία δεν θεωρεί ως λόγο προσωπικής μομφής κατά του καταπλεονέκτη αλ-

λά καταλογισμού σε αυτόν του κινδύνου της ακυρότητας της δικαιοπραξίας

Τα δικαστήρια φαίνεται ότι ταυτίζουν την εκμετάλλευση με την εκ μέρους

του καταπλεονέκτη γνώση της συναλλακτικώς δυσμενούς θέσεως του κα-

ταπλεονεκτούμενου Είναι συνήθης στις αποφάσεις η επωδός ldquoεπωφελήθη-

κεrdquo70 της γνωστής σε αυτόν ανάγκης κουφότητας ή απειρίας Γίνεται όμως

παγίως δεκτό ότι αν ο καταπλεονέκτης αγνοούσε την κατάσταση του αντι-

συμβαλλομένου του δεν υπάρχει εκμετάλλευση κατά την ΑΚ 179βrsquo Και βε-

βαίως ερωτάται γιατί θα πρέπει να γνωρίζει μόνο την ανάγκη κουφότητα ή

απειρία και όχι και την προφανή δυσαναλογία των αμοιβαίων παροχών

4 Έννομες συνέπειες

Η καταπλεονεκτική δικαιοπραξία είναι απολύτως άκυρη και για τα δύο μέρη

κατά την έννοια της ΑΚ 180 Την ακυρότητα μπορεί να προβάλλει και κάθε τρίτος

70 Πρβλ ΑΠ 20952009 34 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

που έχει έννομο συμφέρον επομένως και ο κληρονόμος ενός από τους συναλλαγέ-

ντες71

Δεν αποκλείεται και μερική ακυρότητα της δικαιοπραξίας Τούτο θα συμβεί

εάν μπορεί να προσδιορισθεί ακριβώς η μεταξύ παροχής και αντιπαροχής αναλο-

γία οπότε η δικαιοπραξία είναι άκυρη κατά το υπερβάλλον72 Κατά πόσον σε τέ-

τοια περίπτωση η μερική ακυρότητα θα συνεπιφέρει την ακυρότητα της όλης δι-

καιοπραξίας κρίνεται κατά την ΑΚ 18173

Σύμβαση εντόκου δανείου μπορεί να χαρακτηρισθεί καταπλεονεκτική συμ-

φώνως προς την ΑΚ 179 μόνο στην περίπτωση συνομολογήσεως ή λήψεως αθέ-

μιτων (τοκογλυφικών) τόκων εν σχέσει προς την αντιπαροχή με την εκμετάλ-

λευση της ανάγκης κουφότητας κλπ του δανεισθέντος οπότε και επέρχεται είτε

ολοκληρωτική και απόλυτη ακυρότητα της καταπλεονεκτικής δικαιοπραξίας κα-

τά τον κανόνα της ΑΚ 181 είτε μερική ακυρότητα οπότε αφού προσδιορισθεί

ακριβώς η μεταξύ παροχής και αντιπαροχής αναλογία η δικαιοπραξία είναι αι-

σχροκερδής και άκυρη κατά το υπερβάλλον

Η προβολή της ακυρότητας από εκείνον που μετήλθε την εκμετάλλευση

μπορεί να αποκρουσθεί με την ένσταση της ΑΚ 281 Αυτό μπορεί να συμβεί όταν

το δικαίωμα ακυρώσεως ασκείται καθυστερημένα εφ΄ όσον όμως συντρέχουν

και άλλα περιστατικά74

Οι παροχές που έγιναν σε εκπλήρωση της καταπλεονεκτικής υποσχετικής

συμβάσεως μπορούν να αναζητηθούν είτε με διεκδικητική αγωγή είτε με αγωγή

αδικαιολόγητου πλουτισμού Αυτός που ζημιώθηκε από την αισχροκερδή δικαιο-

πραξία δικαιούται εφ΄ όσον συντρέχουν οι όροι των ΑΚ 919 και ΑΚ 914 και απο-

ζημιώσεως

71 ΑΠ 9362007 72 ΜΠΑΛΗΣ 1944191 73 ΜΠΑΛΗΣ op cit 74 Για την προστασία των καλόπιστων τρίτων μέσω της ΑΚ 281 βλ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012232 επ

35 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ ΣΤ ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ Γενικές Αρχές Αστικού Δικαίου Π Ν Σάκκουλας 2012 ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ ΣΤ ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ndash ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟΣ ΠΑΝ ΜΙΧΑΗΛ Αστικός Κώδικας κατ΄ άρ-

θρο ερμηνεία τόμος Ι Π Ν Σάκκουλας 1978 ΛΑΔΑΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ Α Η ακυρότητα της δικαιοπραξίας λόγω αντιθέσεως εις τα χρη-

στά ήθη χό Θεσσαλονίκη 1979 ΛΙΤΖΕΡΟΠΟΥΛΟΣ Γ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ Η Νομολογία ως παράγων διαπλάσεως του ιδιωτικού

δικαίου Θεσσαλονίκη 1932 ΜΠΑΛΗΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ Α Γενικαί αρχαί του Αστικού Δικαίου Παπαζήσης 1944 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ ΑΛ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ Οι καταπλεονεκτικές δικαιοπραξίες Σάκκουλας Αντ

Ν 1983 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ ΑΛ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ Δικαιοπραξιες αντίθετες προς τα χρηστά ήθη Σάκ-

κουλας Αντ Ν 2012 ΠΑΠΑΣΤΕΡΙΟΥ Η ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ Αστικό Δίκαιο Επιτομή Εκδόσεις Σάκκουλα ΑΕ 2010 ΣΠΥΡΙΔΑΚΗΣ Σ ΙΩΑΝΝΗΣ Εγχειρίδιο Αστ Δικαίου 1 - Γενικές Αρχές Αντ Ν Σάκκου-

λας 2004 ΤΕΛΛΗΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ Δ Ρήτρα μετασυμβατικής απαγόρευσης ανταγωνισμού στο δί-

καιο εταιρειών και επιχειρήσεων λειτουργία και δικαστικός έλεγχος του περιε-χομένου της Εκδόσεις Σάκκουλα ΑΕ 2007

ΤΟΥΣΗΣ ΧΡ ΑΝΔΡΕΑΣ Γενικαί Αρχαί του Αστικού Δικαίου μετʹ εισαγωγής εις το δίκαι-ον εν γένει Αφοί Σάκκουλα 1978

ΤΡΙΑΝΤΟΣ Τ ΝΙΚΟΛΑΟΣ Δικαιοπραξιες Νομική Βιβλιοθηκη 2011 ΤΡΙΑΝΤΟΣ Τ ΝΙΚΟΛΑΟΣ Αστικό Δίκαιο-Επιτομή Νομική Βιβλιοθήκη 2013 ΦΙΛΙΟΣ ΧΡ ΠΑΥΛΟΣ Γενικές Αρχές Αστικού Δικαίου Εκδόσεις Σάκκουλα ΑΕ 2011 ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΕΙΣ ΑΝΔΡΟΥΛΙΔΑΚΗ-ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗ ΙΣΜΗΝΗ Η αντίθεση της διαθήκης στα χρηστά ήθη ΝοΒ

301234 ΠΕΛΕΝΗ-ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ Α Η αντιμετώπιση από τη νομολογία του άρθρου 179 περ

α΄ ΑΚ ΕλλΔνη 199459 ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟΣ ΠΑΝ ΜΙΧΑΗΛ-ΛΑΔΟΓΙΑΝΝΗΣ ΓΕΩΡ Κριτήρια αντίθεσης συμφώνου

προτίμησης προς τα χρηστά ήθη (γνμδ) ΧρΙΔ 1263 ΤΟΥΣΗΣ ΧΡ ΑΝΔΡΕΑΣ Η έννοια των χρηστών ηθών ΕΕΝ 231956 ΦΑΣΟΥΛΑΣ ΖΗΣΗΣ Η απάτη και η ακυρότητα της δικαιοπραξίας ως αντίθετη στα

χρηστά ήθη ΠοινΧρ 921032

36 36

  • 2 Συμβατική ελευθερία και γενικές ρήτρες
  • 4 Κριτήρια προσδιορισμού των χρηστών ηθών
    • Μια πρώτη κατηγοριοποίηση όμως αντίθεσης στα χρηστά ήθη μπορεί να γίνει με βάση το αν αυτή προκύπτει από το περιεχόμενο τους
      • 10 Ακυρότητα
      • α Απόλυτη ή σχετική
      • β Συνολική ή μερική
      • γ Ακυρότητα στις αιτιώδεις και αναιτιώδεις δικαιοπραξίες
      • 11 Δικονομική μεταχείριση
      • 12 Επίγραμμα

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

από κοινού στο πλαίσιο της ίδιας δικαιοπραξίας χωρίς αυτό να αποκλείει τον α-

νήθικο χαρακτήρα μιας δικαιοπραξίας εξ ενός και μόνο στοιχείο όπως κυρίως στις

περιπτώσεις που προσβάλλεται η αξίας του ανθρώπου (πχ ρήτρα αγαμίας απα-

γόρευσης εργασίας κλπ)

Μια πρώτη κατηγοριοποίηση όμως αντίθεσης στα χρηστά ήθη μπορεί να

γίνει με βάση το αν αυτή προκύπτει από το περιεχόμενο τους

Η ανηθικότητα ων δικαιοπραξιών μπορεί να προκύπτει

α Από το ίδιο το περιεχόμενό τους

Πρόκειται για τη λεγόμενη laquoενδογενήraquo ανηθικότητα όπου το περιεχόμενο

τους καθrsquo εαυτό και αντικειμενικά αντιτίθεται σε αξίες των οποίων η έννομη

τάξη επιδιώκει την πραγμάτωση Χαρακτηριστικές περιπτώσεις αυτής της

κατηγορίας είναι κυρίως οι συμβάσεις οι οποίες ενέχουν υπέρμετρη δέσμευ-

ση της προσωπικής ελευθερίας των συμβαλλομένων Στην έννοια της ελευ-

θερίας περιλαμβάνονται και όλα τα συνταγματικώς κατοχυρωμένα δικαιώ-

ματα όπως η ελευθερία εγκατάστασης το δικαίωμα στην ιδιωτική ζωή η ε-

λεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας

Στις περιπτώσεις αυτές όπως και στις περιπτώσεις του άρθρου 174 ΑΚ δεν

τίθεται ζήτημα μομφής κατά των δικαιοπρακτούντων διότι ο χαρακτήρας

του ανήθικου προσδίδεται εδώ από κριτήρια συνυφασμένα με την συνταγ-

ματικά κατοχυρωμένες αξίες της ελεύθερης ανάπτυξης της προσωπικότητας

της αξιοπρέπειας του ανθρώπου

β Από το σκοπό της δικαιοπραξίας

Πρόκειται για τη λεγόμενη laquoεξωγενήraquo ανηθικότητα που διαγιγνώσκεται με

αξιολόγηση και όλων των συνοδευουσών αυτή συνθηκών και περιστάσεων

όχι μόνο υποκειμενικής φύσεως όπως η πρόθεση εκμετάλλευσης του δια-

πραγματευτικά ασθενέστερου αντισυμβαλλόμενου η γνώση κρίσιμων συνο-

δευτικών περιστατικών (δωρεά μη μεταγεγραμμένη) ή σκοπός η δικαιοπρα-

ξία να βλάψει τα συμφέροντα της ολότητας ή τρίτων αλλά και αντικειμενι-

κής φύσεως περιστάσεων με χαρακτηριστικά εδώ παραδείγματα την αδυ-

ναμία εικονικού εγγυητή να ανταποκριθεί σε αναλαμβανόμενη υποχρέωση

αλλά κυρίως την αναλυόμενη κατωτέρω καταπλεονεκτική δικαιοπραξία

γ Από το συνδυασμό του περιεχομένου της δικαιοπραξίας με το σκοπό

και τα κίνητρα που ώθησαν τον δικαιοπρακτούντα σε ενιαίο σύνολο

11 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

όπως πχ δωρεά σε πρόσωπο με το οποίο ο δωρητής διατηρούσε ανήθικες

σχέσεις ή ακόμα χαρακτηριστικότερα η λεγομένη διαθήκη της ερωμένης19

Στις περιπτώσεις αυτές τα κίνητρα ο σκοπός και τα ελατήρια που ώθησαν

στην εν λόγω δικαιοπραξία ανάγονται στα παραγωγικά αίτια της βούλησης

του διαθέτη ή δωρητή αντίστοιχα και καθίσταται έτσι δυσχερής ο σχηματι-

σμός δικανικής πεποίθησης για πραγματικά περιστατικά που αποτελούν το

αντικείμενο της αντίθεσης στα χρηστά ήθη

Αυτό όμως σημαίνει ότι γα τη διερεύνηση της δικαιοπρακτικής βούλησής

του υπεισερχόμαστε και στον τρόπο ζωής του δωρητή ή του διαθέτη κιν-

δυνεύοντας να αξιολογήσουμε την αντίθεση στα χρηστά ήθη όχι με γνώμονα

την αντίθεση της στα χρηστά ήθη αλλά τη γενικότερη αντίληψή μας ότι ο εν

λόγω συμβαλλόμενος διήγε βίο ανήθικο Αυτό όμως αποτελεί μια ανεπίτρε-

πτη και επικίνδυνη γενίκευση που μας αποπροσανατολίζει από το ζητούμε-

νο20

Κατά κανόνα η ελληνική νομολογία δεν εξετάζει ndashορθά- αν οι εξώγαμες ερω-

τικές σχέσεις είναι αντίθετες ή μη στα χρηστά ήθη Ορθώς διότι όπως ανω-

τέρω αναφέρθηκε η εν γένει ανήθικη συμπεριφορά του διαθέτη δεν επιδρά

στο κύρος της δικαιοπραξίας αν αυτή δεν έγινε από ευτελή κίνητρα

Παραδόξως όμως η νομολογία έχει εισαγάγει ένα άλλο κριτήριο εξίσου αμ-

φίβολο συγκρίνοντας το δεσμό του διαθέτη με την οικογένεια του και τις

σχέσεις του με πρόσωπα εκτός οικογενείας

Έτσι συνήθως γίνεται δεκτό ότι ακόμα και αν ο διαθέτης καταλείπει περιου-

σία σε πρόσωπο με το οποίο τελεί σε σχέση παλλακείας η διαθήκη δεν αντί-

κειται στα χρηστά ήθη εκτός εάν συνιστά εκδήλωση αδικαιολόγητης περι-

φρόνησης προς εγγύτατα πρόσωπα της οικογένειας του που μπορεί να είναι

και τα αδέλφια του21

19 Η αρχική διάκριση του ανήθικου των δικαιοπραξιών στο βιβλίο του Π ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ laquoΔικαιο-πραξίες αντίθετες στα χρηστά ήθηraquo εντάσσει και την εν λόγω τρίτη κατηγορία στη β Εδώ προ-κειμένου να αναδειχθεί η ιδιαιτερότητα της συγκεκριμένης κατηγορίας και η δυσκολία διάκρι-σης της αντίθεσης της στα χρηστά ήθη προτιμάται η υποκατηγοριοποίηση του ΒΟΥΖΙΚΑ (Κλη-ρονομικό Δίκαιο σελ667 και επ) όπως αυτή έχει διαμορφωθεί ιδίως για τις διαθήκες από τη νομολογία

20 Βλ και ΙΣΜΗΝΗ ΑΝΔΡΟΥΛΙΔΑΚΗ-ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗ laquoΗ αντίθεση της διαθήκης στα χρηστά ήθηraquo ΝοΒ30 1236

21 Βλ και ΑΠ2311982 Α Τμήμα όπου ο διαθέτης κατέστησε μόνους κληρονόμους τη σύζυγο και την κόρη του ενώ με κληροδοσία κατέλειπε ανώνυμες μετοχές στην γραμματέα του με την ο-ποία διατηρούσε ερωτικές σχέσεις Παράλληλα όμως της είχε δωρίσει εν ζωή χρήματα για αγο-

12 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

Η αξιολόγηση αυτή αντιβαίνει στην ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότη-

τας του διαθέτη εφόσον πλην της νομίμου μοίρας ο διαθέτης δικαιούται να

καταλείπει την υπόλοιπη περιουσία του σε τρίτα πρόσωπα Ούτε βέβαια το

ηθικό καθήκον προς άπορους ή μειονεκτούντες συγγενείς μπορεί να αναχθεί

σε νομική υποχρέωση

Το κριτήριο της ανηθικότητας δεν είναι η περιφρόνηση του διαθέτη προς τη

νόμιμη οικογένειά του όπως αυτή ερμηνεύεται από τη νομολογία αλλά το

αν η κατάληψη στην ερωμένη καθεαυτή γίνεται για ταπεινά κίνητρα ή για

λόγους ευγνωμοσύνης Στην πρώτη περίπτωση καταφανώς η διαθήκη αντί-

κειται στα χρηστά ήθη στη δεύτερη όμως οφείλει η έννομη τάξη να την ανε-

χτεί ως αναφαίρετο δικαίωμα του διαθέτη να συνδέεται ψυχικά με άλλους

πλην της οικογένειας με τη στενή έννοια22 αναγνωρίζοντας ότι ακόμα και

σε ένα πλαίσιο μιας ίσως μη ηθικής σχέσης τα μέρη αυτής διαθέτουν αξιο-

πρέπεια και ευγενή κίνητρα

8 Τα ενδιάμεσα σκαλοπάτια κατηγοριοποίησης των ανήθικων δικαιο-

πραξιών

Λόγω ακριβώς της αοριστίας της ρήτρας των χρηστών ηθών του άρθρου

178ΑΚ (σε αντίθεση με το άρθρο 179ΑΚ) είναι αδύνατο αυτή στη συγκεκριμένη

μορφή της να καταστεί ένα ρυθμιστικό πρότυπο στο οποίο θα μπορεί απευθείας

να ενταχθεί η υπό κρίση δικαιοπραξία

Για το λόγο αυτή η επιστήμη με τη μορφή ενός κινητού συστήματος23 α-

ντλώντας το υλικό της από την πλούσια νομολογία αλλά και από τη δογματική

και δικαιοσυγκριτικά δεδομένα δημιουργεί ενδιάμεσα κριτήρια laquoσκαλοπάτιαraquo

ήτοι τυποποιημένα ειδικά πραγματικά που διευκολύνουν την ασφαλή και ελέγξι-

μη ένταξη της κρινόμενης δικαιοπραξίας στο ρυθμιστικό πεδίο της συγκεκριμένης

ρήτρας

ρά ακινήτων κοσμήματα φορέματα κλπ μεγάλης αξίας Όμως καθώς η συνολική περιουσία που κατέλιπε στους νόμιμους κληρονόμους του υπερκάλυπτε τη νόμιμη μοίρα και επιπρόσθετα επειδή οι λοιποί συγγενείς του δεν είχαν ανάγκη οικονομικής ενίσχυσης το Δικαστήριο έκρινε ότι η διαθήκη δεν αποτελούσε εκδήλωση περιφρόνησης προς τη νόμιμη οικογένειά του

22 Για την έννοια της οικογένειας βλ και ΠΑΤΕΡΑΚΗ σελ292-303 laquoη προβληματική του όρου οικογέ-νειαraquo

23 βλΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ ως άνω 13 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

Βέβαια ακόμα και στις περιπτώσεις αυτές οι εν λόγω ομάδες δεν είναι οριο-

θετημένες σαφώς μεταξύ τους καθώς ενίοτε το βασικό αξιολογικό στοιχείο το ο-

ποίο αναδεικνύει την αντίθεση στα χρηστά ήθη μπορεί να εμφανίζεται και σε μια

άλλη ομάδα να επικαλύπτονται ή να αλληλοαποκλείονται όπως για παράδειγμα

το στοιχείο της ανισότητας των συμβαλλομένων απαντά και στην καταδυναστευ-

τική αλλά και στην καταπλεονεκτική δικαιοπραξία

Συγκεκριμένα24

α Δικαιοπραξίες για τις οποίες επαπειλείται ακυρότητα προς σκοπόν

την προστασία των συμφερόντων του αντισυμβαλλόμενου

Εδώ υπάγονται

(1) Οι περιπτώσεις των καταδυναστευτικών συμβάσεων οι οποίες απο-

τελούν με τα ειδικότερο πραγματικό τους ξεχωριστή ομάδα αντίθεση

στα χρηστά ήθη (179 ΑΚ)

(2) Αυτές που θέτουν εν κινδύνω το δικαίωμα της αυτοδιάθεσης σε ζη-

τήματα απολύτως ελεύθερης επιλογής του προσώπου όπως αυτές

που οδηγούν στη δέσμευση του αναφορικά με ζητήματα για τα οποία

πρέπει να μείνει ελεύθερο από κάθε εξαναγκασμό αρχή σύμφωνα με το

Σύνταγμα αλλά και την αρχή της προστασίας της προσωπικότητας του

άρθρου 57ΑΚ όπως η διάταξη τελευταίας βουλήσεως που καταλείπει

υπό την αίρεση της αγαμίας τη θρησκείας της αλλαγής τόπου κατοικί-

ας της επιλογής συγκεκριμένου επαγγέλματος

(3) Κάθε δικαιοπραξία που εμπορευματοποιεί αποφάσεις αναγόμενες

στη σφαίρα της απολύτου ελευθερίας του προσώπου ή την άσκηση

επιβαλλομένου από την ηθική καθήκοντος Εδώ κυρίως η απαξία

προσδίδεται λόγω της συμφωνίας για παροχή αμοιβής ή γενικότερα

περιουσιακής φύσεως ωφελημάτων ως μέσο επίδειξης από τον αντι-

24 Για μια διαφορετική κατηγοριοποίηση περιεκτικότερη και ίσως ευκρινέστερη βλ και Γνωμο-δότηση ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟΥ-ΛΑΔΟΓΙΑΝΝΗ με αντικείμενο τα laquoΚριτήρια αντίθεσης συμφώνου προτίμησης στα χρηστά ήθηraquo ΧρΙδΔ ΙΒ2012 όπου μνημονεύονται πέντε κύριες κατη-γορίες-κριτήρια ήτοι 1) η υπερβολική δέσμευση της ελευθερίας του προσώπου 2) η καταπλεονέκτηση (179β ΑΚ) 3) η εκμετάλλευση μιας θέσης ισχύος που μπορεί να έχει κάποιος στην αγορά 4) η πρόκληση βλάβης σε τρίτους και 5) η σοβαρή δυσαναλογία παροχής και αντιπαροχής Εδώ ακολουθήθηκε η κατηγοριοποίηση του Π ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ η οποία είναι μεν υπεραναλυτική αλλά ταυτόχρονα περιλαμβάνει κατrsquo εκτίμηση όλες τις μέχρι τώρα εμφανισθείσες περιπτώσεις αντιθέσεως στα χρηστά ήθη

14 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

συμβαλλόμενο συμπεριφοράς που ανάγεται στη σφαίρα της απολύτου

ελευθερίας του ή από επιβαλλόμενα από την ηθική καθήκοντα

(4) Κάθε δικαιοπραξία που οδηγεί σε υπέρμετρη επιβάρυνση του συναλ-

λακτικά ασθενέστερου και ιδίως του εγγυητή Εδώ πέραν των κλα-

σικών καταπλεονεκτικών συμβάσεων ανήκουν κυρίως οι laquoοιονεί οι-

κογενειακές εγγυήσειςraquo όπου πρόσωπα στερούμενα περιουσίας ώστε

να αναλάβουν υποχρεώσεις συνάπτουν συμβάσεις εγγυήσεως με το

δανειστή μέλους της οικογένειας τους Η νομική σκέψη που δικαιολο-

γεί εδώ την ανηθικότητα έγκειται στην ανάληψη υπέρμετρων συμβα-

τικών επιβαρύνσεων που δεν ανάγονται στην πραγματικά ελεύθερη

δικαιοπρακτική βούληση του εγγυητή ο οποίος πράττει τούτο κοινω-

νικοτυπικά λόγω της συγγενικής σχέσης ευρισκόμενος σε μειονεκτική

διαπραγματευτικά θέση έναντι του δανειστή

β Δικαιοπραξίες για τις οποίες επαπειλείται ακυρότητα προς σκοπόν

την προστασία των συμφερόντων τρίτων

Εδώ υπάγονται

(1) Δικαιοπραξίες προς ματαίωση ήδη θεμελιωμένων ενοχικών απαιτή-

σεων τρίτων όπου η βλάβη του αντισυμβαλλομένου προκαλείται από

την καταχρηστική άσκηση της συμβατικής ελευθερίας Εδώ υπάγονται

η παρώθηση κάποιου σε αθέτηση των συμβατικών υποχρεώσεων του

η απόσπαση προσωπικού που βρίσκεται σε υπηρεσία άλλου

(2) Δικαιοπραξίες προς βλάβη των περιουσιακών συμφερόντων των δα-

νειστών όπου αντικείμενο δεν είναι συγκεκριμένα αλλά γενικά τα πε-

ριουσιακά συμφέροντα τρίτων που παραπλανόνται σε σχέση με την

πιστοληπτική ικανότητα του αντισυμβαλλομένου τους

(3) Δικαιοπραξίες που καταχρώνται τη θέση εμπιστοσύνης έναντι τρί-

του με κλασικό παράδειγμα της κατηγορίας αυτής που αντιπρόσωπος

κάποιου συμβάλλεται με τρίτο κατά τρόπο ώστε να βλάψει τα συμφέ-

ροντα του εντολέως του

(4) Συμφωνίες περί μη θεματισμού σε δημόσιο πλειστηριασμό ή υποβο-

λής προσφοράς μέχρι ορισμένου ποσού όταν η συμφωνία είναι πρό-

σφορη να βλάψει τα συμφέροντα είτε του οφειλέτη είτε των δανει-

στών

15 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

γ Δικαιοπραξίες για τις οποίες επαπειλείται ακυρότητα προς σκοπόν

την προστασία των συμφερόντων της ολότητας

Εδώ ανήκουν προεχόντως δικαιοπραξίες που αντιβαίνουν σε συνταγ-

ματικής κυρίως φύσεως επιταγές και κυρίως

(1) Δικαιοπραξίες που προσβάλλουν τη συνταγματική τάξη όπως αυτές

που ενέχουν αθέμιτο περιορισμό του δικαιώματος αυτοδιάθεσης του

προσώπου

(2) Δικαιοπραξίες που διαταράσσουν την εύρυθμη λειτουργία του κρά-

τους και των Υπηρεσιών του όπως αυτές που σκοπούν στη διευκό-

λυνση παρανόμων πράξεων συμβάσεις με τις οποίες επιδιώκεται η

φοροδιαφυγή κλπ

(3) Δικαιοπραξίες που διαταράσσουν την οικονομική τάξη όπως αυτές

που παρακωλύουν εμποδίζουν ή περιορίζουν την ελεύθερη λειτουργία

του ανταγωνισμού στο μέτρο που δεν υπάγονται στις απαγορευτικές

διατάξεις των άρθρων 1 και 2 του Ν39592011

(4) Δικαιοπραξίες που προσβάλλουν τα σεξουαλικά ήθη και την οικογε-

νειακή τάξη Μολονότι συντελείται σημαντική μεταβολή της στάσης

της έννομης τάξης ως προς τα ζητήματα αυτά εδώ υπάγονται κυρίως

συμφωνίες για την επrsquo ανταλλάγματι τέλεση σεξουαλικής πράξης ως

αντικείμενης στην αξιοπρέπεια του ατόμου συμφωνίες που προ-

σκρούουν στην ηθική ουσία του γάμου ή τη συγγένεια όπως η συμφω-

νία αμοιβής για σύναψη εικονικού γάμου οι συμφωνίες μεσολάβησης

για εύρεση κυοφόρου γυναίκας και πώλησης γενετικού υλικού κλπ

(5) Δικαιοπραξίες που αντιτίθεται στο επαγγελματικό ήθος όπως συμ-

φωνίες για προσπόριση τίτλου ή αξιώματος έναντι οικονομικού ανταλ-

λάγματος (υποβοήθηση σε συγγραφή διδακτορικής διατριβής) συμ-

φωνίες πωλήσεως δικηγορικών γραφείων (κυρίως από τη γερμανική

νομολογία) όταν in concreto δικαιολογείται ο φόβος ότι ο νέος διευ-

θύνων θα το διευθύνει με τρόπο που δε συνάδει στις απαιτήσεις της

εύρυθμης απονομής της δικαιοσύνης κλπ

9 Κρίσιμος χρόνος διαγνώσεως της αντίθεσης στα χρηστά ήθη

16 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

Κατά την κρατούσα γνώμη κρίσιμος χρόνος για την κρίση της αντίθεσης μιας

δικαιοπραξίας στα χρηστά ήθη είναι ο χρόνος κατάρτισής της διότι η ανηθικότη-

τα ή μη μιας δικαιοπραξίας δεν μπορεί παρά να κρίνεται με βάση τις ισχύουσες

κατά την κατάρτισή της ηθικές και θεμελιώδεις αρχές

Περαιτέρω όμως ορθότερο είναι να δεχθεί κανείς ότι η μεταβολή και εξέλιξη

της έννοιας των χρηστών ηθών δεν μπορεί αναδρομικά να επηρεάσει προς το χεί-

ρον την αξιολόγηση της ρυθμίσεως που όταν συνήφθη τα μέρη πίστευαν ότι είναι

σύμφωνη με τα χρηστά ήθη εκτός αν πρόκειται για σύμβαση διαρκείας οπότε

πλέον τα αποτελέσματά της αντίκεινται στα χρηστά ήθη όπως αυτά θα έχουν δι-

αμορφωθεί

Αντίθετα όταν μια δικαιοπραξία ήταν αντίθετη στα χρηστά ήθη κατά το χρό-

νο σύνταξη της αλλά λόγω μεταβολής της ερμηνείας των χρηστών ηθών ή λόγω

μεταβολής των πραγματικών περιστατικών πλέον το περιεχόμενο είναι συμβατό

με αυτά ορθότερη είναι η ευεργετική αναδρομικά ίαση της και η επέλευση των

εννόμων συνεπειών της ιδιαίτερα σε περιπτώσεις διατάξεων τελευταίας βουλή-

σεως

10 Ακυρότητα

α Απόλυτη ή σχετική

Η αντίθεση μιας δικαιοπραξίας στα χρηστά ήθη συνεπάγεται σύμφωνα με

την ΑΚ 178 ακυρότητα της δικαιοπραξίας Δεν θα ανταποκρινόταν στο νόη-

μα και στο σκοπό της ρήτρας η διατήρηση του κύρους της δικαιοπραξίας να

επαφίεται στη βούληση των μερών αφού πέραν των άλλων η συγκεκριμένη

διάταξη προστατεύει μεταξύ άλλων και το γενικό συμφέρον25 Αυτό όμως θα

είχε ως αποτέλεσμα ειδικά σε περιπτώσεις που η ανηθικότητα στρέφεται

μόνο κατά του αντισυμβαλλόμενου και όχι κατά της ολότητας η ακυρότητα

να λαμβάνεται αυτεπαγγέλτως υπrsquo όψιν και να μπορεί και ο ίδιος ο ενεργή-

σας ανήθικα να την επικαλεστεί

Γιrsquo αυτό το λόγο σε περιπτώσεις που η ανηθικότητα δεν προκύπτει από το

περιεχόμενό της αλλά από τις περιστάσεις 26 όπως στις περιπτώσεις των

καταπλεονεκτικών δικαιοπραξιών η ακυρότητα δεν παρίσταται δικαιολο-

25 Βλ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ όπως πιο πάνω και ΓΕΩΡΓΙΑΔΗ-ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟ ΕρμΑΚ άρθρο 178 σελ 276 ΝΙΚΟ-ΛΟΠΟΥΛΟ Γεν Αρχές σελ 314-315

26 Βλ ομοίως ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ Δικαιοπραξίες αντίθετες προς τα χρηστά ήθη 17 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

γημένη Ορθότερο λοιπόν θα ήταν να είναι σχετική ώστε να καταστεί δυνα-

τή η απολαβή της παροχής με δικαιότερους όρους

β Συνολική ή μερική

Όσον αφορά την ακυρότητα της σύμβασης στο σύνολο ή σε μέρος αυτής αν

η ανηθικότητα πλήττει μόνο μια μεμονωμένη συμβατική ρήτρα δυναμένη να

αποχωριστεί από τη σύμβαση και αυτή να δύναται να πραγματώσει το σκο-

πό της τότε η ακυρότητα μπορεί να περιοριστεί στη ρήτρα αυτή

Αναλογικά και κυρίως ως ανωτέρω αναφέρθηκε σε περιπτώσεις καταπλεο-

νεκτικών ή καταδυναστευτικών δικαιοπραξιών η μερική ακυρότητα θα μπο-

ρούσε να είναι δυνατή με την έννοια της αφαίρεσης του αδίκου μέρους της

ώστε αυτή να μπορεί να ισχύσει με το υπόλοιπο ορθό περιεχόμενό της Αμ-

φισβητείται όμως αν αυτό ανταποκρίνεται στα εύλογα συμφέροντα των α-

ντισυμβαλλομένων και ιδίως του ισχυρότερου μέρους που η πραγματική ή

εικαζόμενη βούληση του μάλλον θα κατατείνει στην ακύρωση της δικαιο-

πραξίας

Βέβαια όσον αφορά τη σχέση του 178 ΑΚ με το 181 ΑΚ στην ερμηνεία αυτής

έχουν υπεισέλθει αντικειμενικοί παράγοντες όπως ο σκοπός του κανόνα δι-

καίου που θεσπίζει την ακυρότητα διότι άλλως με την αποδοχή της ολικής

ακυρότητας ματαιούται ο προστατευτικός σκοπός της διάταξης Επομένως

ορθότερο είναι στις περιπτώσεις αυτές η ακυρότητα ή μη της σύμβασης να

καταλίπεται στο ασθενέστερο μέρος

γ Ακυρότητα στις αιτιώδεις και αναιτιώδεις δικαιοπραξίες

(1) Στις αιτιώδεις δικαιοπραξίες αν η αιτία είναι άκυρη άκυρη είναι και η

αιτιώδης δικαιοπραξία Επομένως αν η υποσχετική σύμβαση η οποία

αποτελεί την αιτία εκποιητικής δικαιοπραξίας (πχ μεταβίβασης κυ-

ριότητας ακινήτου) άκυρη λόγω αντίθεσης στα χρηστά ήθη συμπαρα-

σύρει σε ακυρότητα και την εμπράγματη δικαιοπραξία το κύρος της

οποίας εξαρτάται από την ύπαρξη εγκύρου αιτίας

Για το λόγο αυτό η αναζήτηση της παροχής γίνεται με διεκδικητική

αγωγή

(2) Αντίθετα στις αφηρημένες ή αναιτιώδεις δικαιοπραξίες το κύρος των

οποίων δεν εξαρτάται από την ύπαρξη και το κύρος της αιτίας ούτε

αυτή αποτελεί στοιχείο του πραγματικού τους η έλλειψη αιτίας ή η

18 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

ακυρότητα αυτής καταρχήν δεν επηρεάζει το κύρος τους ο δε διαθέ-

σας έχει (αν δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις του 907ΑΚ) μόνο την α-

ξίωση αδικαιολογήτου πλουτισμού Χαρακτηριστικά παραδείγματα της

κατηγορίας αυτής είναι από τις μεν υποσχετικές δικαιοπραξίες η αφη-

ρημένη υπόσχεση χρέους ενώ από τις εκποιητικές η μεταβίβαση κυριό-

τητας κινητού Δικαιολογητικός λόγος της τελευταίας είναι η ταχύτητα

και η ασφάλεια των συναλλαγών καθώς οι διάδοχοι του αποκτώντος

αποκτούν έγκυρα από αυτόν ακόμα και αν αυτός είχε αποκτήσει βάσει

μιας άκυρης υποσχετικής δικαιοπραξίας Επιπλέον διευκολύνεται η α-

πόδειξη κτήσης του δικαιώματος αφού αυτός που υποστηρίζει ότι εί-

ναι δικαιούχος οφείλει και αρκεί να αποδείξει μόνο της εκποιητική δι-

καιοπραξία και όχι την αιτία αυτής

Το ότι η αναιτιώδης δικαιοπραξία είναι γενικά ανεξάρτητη από το κύ-

ρος της αιτίας δε σημαίνει ότι δεν υπάρχει αιτία γιrsquo αυτή αλλά ότι η αι-

τία δεν αποτελεί ως άνω αναφέρθηκε στοιχείο του πραγματικού της

Επομένως η laquoηθικά άχρωμηraquo αναιτιώδης δικαιοπραξία μπορεί κατά

περίπτωση να θεωρηθεί άκυρη με διάσπαση της αρχής του αναιτιώ-

δους όταν σε περίπτωση αντίθεσης της δικαιοπραξίας στα χρηστά ήθη

η ανηθικότητα αφορά όχι μόνο την ενοχική αλλά και την εμπράγματη

δικαιοπραξία27 Αν και κατά κανόνα η απλή μεταβίβαση της κυριότη-

τας είναι laquoηθικά άχρωμηraquo αφού τα κίνητρα για την κατάρτιση της ανά-

γονται στην ενοχική δικαιοπραξία αν in concreto διαγνωστεί ότι η επί-

δοση του περιουσιακού αντικειμένου έγινε χάριν τελέσεως ανήθικης

συμπεριφοράς ή ότι η ανήθικη αιτία αποτέλεσε αίρεση για την εκποιη-

τική δικαιοπραξία η ανηθικότητα πλήττει και την εμπράγματη δικαιο-

πραξία καθιστώντας αυτή άκυρη (βλ179ΑΚ) άκυρη δε και οποιαδήπο-

τε περαιτέρω μεταβίβαση

Πάντως γίνεται δεκτό και στην ελληνική αλλά και στη γερμανική νομο-

λογία ότι τα χρήματα που προκαταβάλλονται σε laquoπόρνηraquo για πραγμα-

τοποίηση σαρκικής επαφής μαζί της μεταβιβάζονται σrsquo αυτή κατά κυ-

ριότητα με την παράδοση τους αφού ως ανωτέρω αναφέρθη η ακυρό-

27 Βλ και ΑΠ ΓΕΩΡΓΙΑΔΗ Εγχειρίδιο Εμπρ Δικαίου παρ43 48 καθώς και ΑΠ ΓΕΩΡΓΙΑΔΗ Γ Αρχές ΑστΔικαίου διακρίσεις των δικαιοπραξιών

19 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

τητα της υποσχετικής δικαιοπραξίας δεν συμπαρασύρει την εμπράγμα-

τη αφού η μεταβίβαση χρημάτων είναι πράξη ηθικά ουδέτερη28

Ακριβώς επειδή η παροχή είναι έγκυρη αυτή δεν αναζητείται (εκτός

και μόνο αν το ανήθικο της αιτίας δεν βαρύνει τον δόντα) Αν βαρύνει

και αυτόν ή πολύ περισσότερο μόνο αυτόν τότε δεν αναζητείται

Πράγματι θα ήταν παράδοξο η έννομη τάξη να προστατεύει πρόσωπα

που μετήλθαν ανήθικων μέσων και προέβησαν σε δελεαστικές παροχές

για την επίτευξη μιας ανήθικης συμπεριφοράς και να τα επιβραβεύει με

την επιστροφή σε αυτά των έστω και άνευ ανταλλάγματος δοθέντων

ακόμα και στην εξαιρετική περίπτωση που και ο λήπτης βαρύνεται με

ανηθικότητα Η ρωμαϊκή αρχή laquoεν ίση αισχρότητι κρείσσων ο νεμόμε-

νοςraquo ορθά βρίσκει εδώ την εφαρμογή της29

Η ακυρότητα είναι αναδρομική (ex tunc) εκτός από τις διαρκείς συμ-

βάσεις (πχ σύμβαση εργασίας) Σε αυτές γίνεται δεκτό ότι εφόσον λει-

τούργησαν για ένα χρονικό διάστημα αναπτύσσοντας τα έννομα απο-

τελέσματα τους έχει δημιουργηθεί μια πραγματική κατάσταση η ο-

ποία αποτελεί και την αιτία διατήρησης των μέχρι τότε παροχών ενώ η

επίκληση της ακυρότητας τους έχει τα αποτελέσματα της καταγγελίας

λειτουργώντας μόνο για το μέλλον (ex nunc)

11 Δικονομική μεταχείριση

Η επίκληση της ακυρότητας αφού πρoβληθούν τα πραγματικά περιστατικά

γίνεται από οποιονδήποτε έχει έννομο συμφέρον ακόμα δε και από τον ίδιο τον

καθrsquo ου η μομφή για την επιλήψιμη συμπεριφορά αν και σε περίπτωση αυτή η ε-

πίκληση της θα μπορούσε να θεωρηθεί ως κατάχρηση δικαιώματος

Όσον αφορά το βάρος της απόδειξης στις μεν αιτιώδεις δικαιοπραξίες αυτός

που επικαλείται την εγκυρότητά της οφείλει να αποδείξει την ύπαρξη του κύρους

της αιτίας ενώ αντίθετα στις αναιτιώδεις δικαιοπραξίες το βάρος αποδείξεως φέ-

ρει εκείνος ο οποίος ασκεί είτε με αγωγή είτε με ένσταση την αξίωση αδικαιολογή-

του πλουτισμού (Αντιστροφή του βάρους της απόδειξης)

28 Βλ και ΧΡ ΜΥΛΩΝΟΠΟΥΛΟΥ Ποινικό Δίκαιο Ειδικό μέρος σελ22 29 Βλ και ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟ Επιτομή Γενικού Ενοχικού κεφ Περί αδικαιολόγητου πλουτισμού που μάλ-

λον διαφωνεί 20 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

12 Επίγραμμα

Οι δρόμοι του δικαστή του νομοθέτη και γενικότερα του εκάστοτε ερμηνευ-

τή του δικαίου είναι παράλληλοι και αλληλοσυμπληρώνονται Κοινός στόχος η εύ-

ρυθμη λειτουργία μιας κοινωνίας με σεβασμό στα βασικά ανθρώπινα δικαιώματα

στην αξία του ανθρώπου και στους θεσμούς όπως αυτοί διαμορφώνονται στην

πορεία του χρόνου

Όμως η δικαιοσύνη δεν είναι μόνο μια αφηρημένη ιδέα για τη θεσμική διάρ-

θρωση μιας κοινωνίας αλλά πρέπει να ενδιαφέρεται για τη ζωή που διάγουν οι

άνθρωποι στην πραγματικότητα και ότι καθιστά τη ζωή άξια για να τη ζουν

Γιrsquo αυτό ο ρόλος του ερμηνευτή του δικαίου και ιδίως του δικαστή είναι

κομβικός Και δεν είναι ο ρόλος αυτός παθητικός ούτε απλά συνθετικός Κινούμε-

νος εντός των εξουσιών που το Σύνταγμα του έχει προσδώσει δε στηλιτεύει αλλά

κατανοεί διαπλάθει αλλά και εξισώνει -εντός πάντοτε του θετού δικαίου

Και αν και κατά τη γενική αντίληψη ο λαός πρέπει να έχει νομολογία προ-

σαρμοσμένη στο βαθμό της ηθικής του πολλές φορές αναδεικνύεται η αντίστρο-

φη ανάγκη Να είναι η νομολογία αρωγός ώστε ο λαός να προσανατολιστεί στα

σύγχρονα ήθη και στις πολυπολιτισμικές ιδιομορφίες

Η ερμηνεία του άρθρου 178 ΑΚ αποτελεί μια χαρακτηριστική τέτοια περί-

πτωση-

21 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

Β

ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΜΕ ΤΗΝ ΟΠΟΙΑ ΔΕΣΜΕΥΕΤΑΙ ΥΠΕΡΒΟΛΙΚΩΣ Η ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΤΟΥ ΠΡΟΣΩΠΟΥ [ΚΑΤΑΔΥΝΑΣΤΕΥΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ] ndash

ΚΑΤΑΠΛΕΟΝΕΚΤΙΚΗ [ΑΙΣΧΡΟΚΕΡΔΗΣ] ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ (ΑΚ 179)

[Σπύρος Γ Παπαγιάννης]

1 Η σχέση μεταξύ των δύο ειδικών πραγματικών του άρθρου ΑΚ 179

Το δίκαιο προκειμένου να εξυπηρετεί τον κοινωνικό βίο των ανθρώπων εν-

σωματώνει στους κανόνες που το συγκροτούν τα παραγγέλματα της κοινωνικής

ηθικής δηλαδή τις επικρατούσες στην κοινωνία θεμελιώδεις αξιολογικές παρα-

στάσεις30 Έτσι η ΑΚ 178 με τον όρο ldquoχρηστά ήθηrdquo οριοθετεί την λειτουργία της

ιδιωτικής αυτονομίας μέσα στα όρια αυτού που αξιοί ο μέσης ηθικής κοινωνός του

δικαίου με σκοπό την αποτροπή καταχρήσεως κατά την διάπλαση ιδιωτικών εν-

νόμων σχέσεων και άμεσο αποτέλεσμα την άρνηση της έννομης τάξεως να προσ-

δώσει νομικό κύρος σε δικαιοπρακτικές ρυθμίσεις που προσβάλλουν τις αξίες των

οποίων αυτή επιδιώκει την πραγμάτωση31

Ενώ όμως το άρθρο ΑΚ 178 λειτουργεί ως γενική ρήτρα στο άρθρο ΑΚ 179

τυποποιούνται τα πραγματικά δύο ldquoειδικώνrdquo δικαιοπραξιών που αντιτίθενται στα

χρηστά ήθη οι ldquoκαταδυναστευτικέςrdquo συμβάσεις (ή ldquoφιμωτικέςrdquo32 δικαιοπραξίες)

και οι ldquoκαταπλεονεκτικέςrdquo συμβάσεις (ή ldquoαισχροκερδείςrdquo33 δικαιοπραξίες) Στην

πρώτη κριτήριο είναι η υπέρμετρη34 δέσμευση της ελευθερίας του προσώπου

ενώ στην δεύτερη κριτήριο αποτελεί η εκμετάλλευση της διαπραγματευτικής μει-

ονεξίας του αντισυμβαλλομένου ιδία όσον αφορά στην υπέρμετρη δέσμευση της

οικονομικής του ελευθερίας

2 Η Καταδυναστευτική Δικαιοπραξία

30 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 201217 31 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 201218 σημ 3 32 ΦΙΛΙΟΣ 2011353 33 ΦΙΛΙΟΣ opcit 34 Η ΑΚ 179α΄ αναφέρει ldquohellipδεσμεύεται υπερβολικάhelliprdquo Προτιμώ ως αποδίδουσα επί το ορθότερο

την έννοια του laquoμεγέθουςraquo της δεσμεύσεως την χρήση της λέξεως ldquoυπέρμετραrdquo λέξη-όρο που χρησιμοποιείτο στον ΑΚ προ της μεταγλωττίσεώς του στην δημοτική (την [φεύ] γλώσσα της ldquoπλέριας κατανόησηςrdquohellip)

22 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

α Έννοια

Ως ldquoκαταδυναστευτικήrdquo δικαιοπραξία νοείται κυρίως η σύμβαση (ή μεμονω-

μένη ρήτρα που περιέχεται σε σύμβαση) επί τη βάσει της οποίας δεσμεύεται

υπερμέτρως35 η προσωπική οικονομική επαγγελματική ή καλλιτεχνική ε-

λευθερία του αντισυμβαλλομένου δημιουργώντας ένα είδος υποτέλειας ένα-

ντι του άλλου μέρους36 Στην έννοια της καταδυναστεύσεως της ΑΚ 179α ε-

μπίπτει και κάθε συμβατικός περιορισμός που φέρει ως συνέπεια την υπέρ-

μετρη δέσμευση της ελευθερίας του προσώπου για ανάπτυξη οποιασδήποτε

εκδηλώσεως της προσωπικότητός του37 Είναι φανερόν ότι η ελληνική δη-

μόσια τάξη συγκεκριμενοποιεί την ρήτρα των χρηστών ηθών με την χρήση

μιάς θεμελιώδους δικαιϊκής αξίας της ελευθερίας του προσώπου εδώ ουσι-

αστικώς η συνταγματική τάξη (πχ Σ 5 sect 1) επιβάλλει τα πρόσωπα να παρα-

μένουν ελεύθερα

β Ελευθερία του προσώπου - δέσμευση

Στο πραγματικό της ΑΚ 179α΄ υπάγονται δύο κατά βάσιν περιπτώσεις συμ-

βάσεων αυτές που ενέχουν υπέρμετρη δέσμευση της προσωπικής ελευθερί-

ας του συμβαλλομένου και εκείνες με τις οποίες περιορίζεται υπερμέτρως η

ελευθερία προς (κυρίως) οικονομική και επαγγελματική δράση

Για δέσμευση της ελευθερίας του προσώπου με δικαιοπραξία γίνεται λόγος

μόνον όταν το πρόσωπο που δεσμεύτηκε είχε σύμφωνα με τον νόμο την ε-

ξουσία να διαθέσει κατά βούλησιν το αντικείμενο της δικαιοπραξίας Συνε-

πώς εάν η υποχρέωση του προσώπου δεν προέρχεται από δικαιοπραξία αλ-

λά από τον νόμο ή εάν το πρόσωπο που δεσμεύτηκε με δικαιοπραξία δεν εί-

χε σύμφωνα με τον νόμο την εξουσία να διαθέσει το αντικείμενο στο οποίο

αναφέρεται η δέσμευση η ΑΚ 179 δεν εφαρμόζεται38

Στην ελευθερία του προσώπου υπάγονται οι ατομικές ελευθερίες και τα α-

τομικά δικαιώματα αυτού39 όπως η ελευθερία συνειδήσεως της γνώμης της

διαθέσεως ψήφου του προσώπου κλπ Εδώ υπάγεται ιδίως η ελευθερία της

35 ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ 2012527 ΦΙΛΙΟΣ 2011352 36 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012 σημ 429 37 Πρβλ λχ ΑΠ 12601983 ΕλλΔνη 251347 (απεριόριστη δέσμευση της καλλιτεχνικής ελευθερί-

ας του πνευματικού δημιουργού) 38 ΕφΑθ 33271999 ΝοΒ 48485 39 ΕφΑθ 32841980 ΝοΒ 281225

23 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

εργασίας του εμπορίου της βιομηχανίας προς ανάπτυξη της οικονομικής

δράσεως του προσώπου40 Έτσι αντίκειται στα χρηστά ήθη

(1) κάθε δικαιοπραξία με την οποία απαγορεύεται σε κάποιον η άσκηση

ορισμένου επαγγέλματος ή ορισμένης βιομηχανικής ή εμπορικής δρα-

στηριότητος εφrsquo όσον περιέχει υπέρμετρη δέσμευση και

(2) η δικαιοπραξία με την οποία δεσμεύεται το δικαίωμα στην σωματική

ακεραιότητα του προσώπου στην υγεία ζωή τιμή το δικαίωμα στο

όνομα ή την προσωπικότητα το δικαίωμα εγκαταστάσεως ή μη σε ορι-

σμένο τόπο το δικαίωμα επιλογής επαγγέλματος κλπ41

γ Η ratio της απαγόρευσης

(1) Η οικονομική κατωτερότητα ενός εκ των συμβαλλομένων

Συνήθως η κατάρτιση συμβάσεως με καταδυναστευτικό περιεχόμενο

οφείλεται στην οικονομική κατωτερότητα του υποβαλλομένου στην

υπέρμετρη δέσμευση συμβαλλομένου Αυτό εκτιμάται ότι συμβαίνει

λόγω της ανάγκης αποκτήσεως της υπαρξιακής κατά κανόνα γιrsquo αυτόν

σημασίας παροχή του οικονομικώς ισχυρού αντισυμβαλλομένου συνή-

θως κάποια πίστωση Έτσι η οικονομική αυτή πίεση όταν μάλιστα

δεν υπάρχει δυνατότης καταφυγής σε άλλη πηγή αποκτήσεως του ιδί-

ου αγαθού με καλλίτερους όρους διαταράσσει την συμβατική ελευθε-

ρία η οποία μπορεί να συντρέχει ανεξαρτήτως της θέσεως που κατέχει

στην αγορά ο επιβάλλων τον περιορισμό συμβαλλόμενος (συνήθης επι-

χείρηση)

Η ρύθμιση αυτή της ΑΚ 179α΄ αντικειμενικώς κρινομένη φαίνεται ότι

είναι σχεδιασμένη με πνεύμα κηδεμονεύσεως ο δικαστής παρεμβαίνει

στο περιεχόμενο της συμβάσεως προκειμένου να προστατεύσει τον οι-

κονομικώς ασθενέστερο συμβαλλόμενο από μία άδικη εις βάρος του

κατανομή των συμβατικών βαρών και πλεονεκτημάτων

Προβληματισμός υπάρχει στο αν η οικονομική δέσμευση επέρχεται με

την κατάρτιση της συμβάσεως προκειμένου περί καταδυναστευτικών

συμβάσεων ή πρόκειται περί καταχρηστικής εκμεταλλεύσεως ήδη υ-

φισταμένης οικονομικής κατωτερότητος του αντισυμβαλλομένου προ-

40 Βλ ΤΟΥΣΗΣ Α 1978 sect 96 ΜΠΑΛΗΣ 1944 sect 64 41 Βλ ΤΟΥΣΗΣ opcit

24 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

κειμένου περί καταχρηστικής εκμεταλλεύσεως μονοπωλιακής ή δεσπό-

ζουσας θέσεως μιάς επιχειρήσεως στην αγορά

Εξrsquo άλλου χρήζει ιδιαιτέρας μνείας το ότι ενώ η συναλλακτικώς μειονε-

κτική θέση του ενός των συμβαλλομένων τεκμαίρεται αμαχήτως42 (ΑΚ

294 332sect2 334sect2 409 κλπ) στην περίπτωση καταδυναστευτικής

συμβάσεως ο αντισυμβαλλόμενος έχει δυνατότητα αποδείξεως ότι η

ρύθμιση υπήρξε προϊόν της ελευθέρας δικαιοπρακτικής αποφάσεως

του φαινομένου ως βλαπτομένου από αυτή συμβαλλομένου

(2) Η άδικη μεταξύ των μερών κατανομή των συμβατικών πλεονεκτημά-

των

Η κατανόηση του πότε είναι υπέρμετρη (ή ldquoυπερβολικήrdquohellip) ή εύλογη η

συμβατική δέσμευση της ελευθερίας του προσώπου συνιστά το κε-

ντρικό πρόβλημα του δόγματος των καταδυναστευτικών συμβάσεων

αν και η κρίση είναι νομική υποκείμενη στον έλεγχο του Αρείου Πάγου

Για τον λόγον αυτόν είναι καίριος ο ρόλος των μεγεθών αντιπαροχής

και δεσμεύσεως της οικονομικής ελευθερίας43

δ Η υπέρμετρη (υπερβολική) δέσμευση

Το κριτήριο της υπέρμετρης δεσμεύσεως ως αόριστη νομική έννοια και

προκειμένου να καταστεί δογματικώς κατάλληλη για να υπαχθεί σε αυτήν η

κρινομένη ατομική περίπτωση έχει ανάγκη εξειδικεύσεως λαμβανομένης

υπrsquo όψιν της ratio της απαγορεύσεως που τίθεται στην ΑΚ 179α΄ δηλαδή την

διάβρωση της συμβατικής ελευθερίας του ασθενέστερου μέρους αφrsquo ενός και

της ανισορροπίας στην κατανομή των συμβατικών ωφελημάτων μεταξύ των

μερών

Γίνεται ευρύτερα δεκτό στην σύγχρονη δογματική του Αστικού Δικαίου ότι

υπάρχει μία ldquoκινητήrdquo σχέση44 μεταξύ των προαναφερθέντων δύο κριτηρίων

εις τρόπον ώστε όσον εντονότερον διαβρώνεται η ελευθερία δικαιοπρακτι-

κής αποφάσεως του καταδυναστευομένου τόσον άτονος θα πρέπει να είναι

42 Για τον εμπορικό αντιπρόσωπο που συνάπτει ρήτρα μετασυμβατικής απαγορεύσεως του αντα-γωνισμού βλ ΠΔ 2191991 άρθρ10 εις εφαρμογήν του άρθρου 20 της Οδηγίας 86653 ΕΟΚ

43 ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ 2012528 ΣΠΥΡΙΔΑΚΗΣ 2004188 44 Πρβλ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012146

25 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

ο έλεγχος της άνισης κατανομής στο περιεχόμενο της σχετικής συμφωνίας

για να επιβεβαιώνεται ή όχι το στοιχείο της υπέρμετρης δεσμεύσεως45

Πέραν αυτών όμως είναι απαραίτητη και η συγκεκριμενοποίηση του κριτη-

ρίου της άνισης μεταξύ των μερών κατανομής των συμβατικών βαρών και

πλεονεκτημάτων οπότε είναι αναγκαία η αναδρομή σε ιδιαίτερα κριτήρια τα

οποία εφαρμόζει σχεδόν σταθερώς η νομολογία μας46

(1) Ο Μπαλής47 θεωρεί ότι πρέπει να συναρτάται η σχετική κρίση με το

σημείο ldquoμέχρι τοῦ ὁποίου εἶναι νόμῳ προστατεύσιμον τὸ συγκεκριμένον

συμφέρον τοῦ ἐπιβάλλοντος τὸν περιορισμὸνrdquo δηλαδή να συνυπολογί-

ζεται και το μέτρο της οικονομικής θυσίας στην οποία υποβάλλεται

ο ισχυρός συμβαλλόμενος ουσιαστικώς να σταθμίζεται η αξία της συ-

νολικής αντιπαροχής του χωρίς βεβαίως τα δύο αυτά μεγέθη να συ-

μπίπτουν κατrsquo ανάγκην

(2) Σημασίαν έχει και το στοιχείο της χρονικής διάρκειας της δεσμεύσεως

Όσον αφορά σε ρήτρες απαγορεύσεως ανταγωνισμού θεμιτός περιο-

ρισμός θεωρείται η διετία προκειμένου περί συμβάσεως εργασίας και η

πενταετία προκειμένου περί πωλήσεως επιχειρήσεως Αντιθέτως σε

συμβάσεις αποκλειστικής προμηθείας (κυρίως μπύρας ή ενέργειας) και

προμηθείας πρατηρίου βενζίνης η γερμανική νομολογία ανεβάζει το

όριο στα είκοσι περίπου έτη

(3) Σπουδαίο επίσης στοιχείο μετρήσεως του υπέρμετρου ή μη της συμ-

βατικής δεσμεύσεως είναι η τοπική έκτασή της Πρόκειται περί ενός

στοιχείου κινητού εν σχέσει προς την χρονική διάρκεια δεσμεύσεως αλ-

λά και προς τα λοιπά στοιχεία συγκεκριμενοποιήσεως της αόριστης έν-

νοιας του ldquoυπέρμετρουrdquo Δηλαδή δυνατόν όσον ευρύτερη κατά τόπο

και μακρότερη κατά χρόνον είναι η απαγόρευση τόσο μεγαλύτερο θα

πρέπει να είναι το περιουσιακό αντάλλαγμα που λαμβάνει το ασθενέ-

στερο μέρος ώστε να θεωρείται η ρήτρα θεμιτή Απροσδιόριστη κατά

τόπο και χρόνο απαγόρευση χωρίς πρόβλεψη δυνατότητος παύσεως

της δεσμεύσεως με καταγγελία προσδίδει κατά κανόνα ανήθικο χα-

45 Πρβλ ΤΕΛΛΗΣ 2007215 επ 46 Πληρέστερη ανάλυση των κριτηρίων αυτών σχετικώς με την ρήτρα μετασυμβατικής απαγο-

ρεύσεως του ανταγωνισμού βλ σε ΤΕΛΛΗΣ 2007223 επ 47 ΜΠΑΛΗΣ 1944 sect64

26 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

ρακτήρα στην σχετική ρήτρα48 διότι η έννομη τάξη δεν ευνοεί γενικώς

τις δεσμεύσεις μακροχρόνιας ή απεριορίστου διαρκείας49

(4) Το κατrsquo αντικείμενον εύρος της συμβατικἠς δεσμεύσεως είναι επίσης

κριτήριο συγκεκριμενοποιήσεως της αορίστου εννοίας του ldquoυπέρμε-

τρουrdquo Αν δηλαδή ο ασφαλειοδότης παρέχοντας υπέρμετρη εξασφά-

λιση στον δανειστή του μπορεί να ικανοποιήσει και τους λοιπούς δα-

νειστές του ή στον υποβληθέντα σε μετασυμβατική ρήτρα απαγόρευ-

σης ανταγωνισμού εναπομένει κάποια δυνατότητα επιδόσεως σε άλ-

λης μορφής οικονομική δραστηριότητα κατά την διάρκεια της απαγο-

ρεύσεως

Η παράθεση των ανωτέρω κριτηρίων είναι σαφώς ενδεικτική αφού η περί

υπέρμετρου δεσμεύσεως κρίση (πρέπει να) σχηματίζεται από μία συνολική

αξιολόγηση των ειδικών περιστάσεων που συνοδεύουν την επίμαχη σύμβα-

ση Έτσι προσμετρώνται και άλλα στοιχεία ndash κριτήρια όπως οι επαγγελμα-

τικές προοπτικές των συμβαλλομένων ή ο τρόπος λήξεως της συνεργασίας

των

Τέλος η ύπαρξη επίμεπτης υποκειμενικής στάσεως του ισχυροτέρου συμ-

βαλομένου δεν θεωρείται σύμφωνα με κρατούσα γνώμη προϋπόθεση της

ακυρότητας της συμβάσεως50

ε Εφαρμογή της διατάξεως

Η διάταξη (εδ α΄) εφαρμόζεται και στις χαριστικές δικαιοπραξίες51 Δεν ε-

φαρμόζεται η διάταξη όταν υπάρχει νόμος που συγχωρεί την υπέρμετρη δέ-

σμευση της ελευθερίας του προσώπου52 Δεν αποκλείεται η σύμβαση να

προσκρούει εν μέρει στα χρηστά ήθη οπότε έχει εφαρμογή η ΑΚ 181 (Μερι-

κή ακυρότητα δικαιοπραξίας Η ακυρότητα μέρους συνεπιφέρει την ακυρό-

τητα ολόκληρης της δικαιοπραξίας αν συνάγεται ότι δεν θα είχε επιχειρηθεί

χωρίς το άκυρο μέρος)

48 Πρβλ αντί πολλών ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ 2012528 49 Πρβλ αντίθετη άποψη (ΚΙΤΣΑΡΑΣ Ενοχικές δεσμεύσεις της εξουσίας διάθεσης 199957) σε ΓΕΩΡ-

ΓΙΑΔΗΣ 2012 sect 36 υποσημ 12 50 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 1983153 51 Βλ ΑΠ 9991975 (Βrsquo Τμήμα) ΝοΒ 24287 (ldquohellipἀποκλείεται ἡ ἐφαρμογὴ τοῦ ἐπὶ δικαιοπραξιῶν ἐφrsquo

ὧν ἐπίδοσις περιουσίας γίνεται ἄνευ ἀνταλλάγματος ἢ δὲν λαμβάνει χώραν ἀνταλλαγὴ παροχῶν διότι ἐπrsquo αὐτῶν δὲν γεννᾶται ζήτημα προφανοῦς δυσαναλογίας παροχῆς καὶ ἀντιπαροχῆςrdquo)

52 Βλ ΤΟΥΣΗΣ 1978506 επ ndash ΑΠ 1301950 27 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

ϛ Έννομες συνέπειες

(1) Σύμφωνα με την ΑΚ 179 η δικαιοπραξία που δεσμεύει υπερμέτρως την

ελευθερία του προσώπου είναι ldquoΆκυρη ως αντίθετη προς τα χρηστά ή-

θηhelliprdquo και όπως ισχύει για κάθε ανήθικη δικαιοπραξία θεωρείται από-

λυτη53 μπορεί δε να λαμβάνεται υπόψιν και αυτεπαγγέλτως από το

δικαστήριο54 Τούτο είναι λογικό και κατrsquo ακολουθίαν ορθό αφού η

απαγόρευση της υπέρμετρης δέσμευσης της ελευθερίας σκοπεί στην

προστασία της προσωπικότητας ώστε να μην αφαιρείται το αγαθό της

εξουσίας της δικαιοπρακτικής διαθέσεως του μέρους

Προκειμένου όμως περί υπέρμετρης δεσμεύσεως της οικονομικής ε-

λευθερίας προσώπου δηλαδή οικονομικών συμφερόντων των οποίων

η διαφύλαξη είναι αποκλειστική υπόθεση του προσώπου αυτού τότε

σε μια τέτοια περίπτωση το πρόσωπο αυτό και μόνο μπορεί να κρίνει

καλλίτερα από κάθε άλλον αν η άρση των δικαιοπρακτικών αποτελεσμά-

των με την επίκληση της ΑΚ 179α ακυρότητος εξυπηρετεί πράγματι τα

συμφέροντά του5556

(2) Η ακυρότητα είναι κατά κανόνα ολική ιδία όσον αφορά σε υπέρμετρη

δέσμευση της προσωπικής ελευθερίας57 Στις περιπτώσεις όμως όπου

ο ανήθικος χαρακτήρας προσδιορίζεται από οικονομικής φύσεως α-

νταλλάγματα θα πρέπει να είναι δυνατή η μερική ακυρότητα ώστε με-

τά την αφαίρεση του αδίκου μέρους να μπορεί να ισχύσει η σύμβαση

με το υπόλοιπο ορθό περιεχόμενο της και έτσι το ασθενέστερο μέρος

να ldquoαπολαύσει τελικά την πολύτιμη γιrsquo αυτόν παροχή του αντισυμβαλ-

λομένου του αλλά με δίκαιους τώρα όρουςrdquo Την δυνατότητα της μερικής

ακυρότητος φαίνεται να δέχεται η κρατούσα γνώμη πράγμα που ση-

μαίνει ότι το δικαστήριο έχει την δυνατότητα να μειώσει μετά από αί-

τηση του βλαπτομένου την δέσμευση αυτού στο προσήκον μέτρο

53 ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ 2012525 επ 54 ΛΑΔΑΣ 1979159 επ 55 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012153 56 Θεωρείται ότι σε παρόμοιες περιπτώσεις πρέπεται η (κατrsquo εξαίρεσιν) σχετική ακυρότητα διότι η

απόφαση για την διατήρηση ή άρση των δικαιοπρακτικών αποτελεσμάτων πρέπει να ανήκει αποκλειστικώς στο βλαπτόμενο από την συμβατική ρύθμιση μέρος το οποίο γνωρίζει κάλλιον παντός άλλου το τι πράγματι το συμφέρει άλλως υπάρχει ανεπίτρεπτη κηδεμόνευση των συμφερόντων αυτού του συμβαλλομένου (ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2013113)

57 εα 2α 28 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

3 Η Καταπλεονεκτική Δικαιοπραξία

α Γενικά ndash σχέση με ΠΚ 404 405

Σύμφωνα με το πραγματικό της ΑΚ 179βrsquo καταπλεονεκτική δικαιοπραξία

υπάρχει όταν στο πρόσωπο του καταπλεονεκτούμενου συντρέχουν προφα-

νής δυσαναλογία παροχής και αντιπαροχής ανάγκη κουφότητα ή απειρία

και εκμετάλλευση της μειονεκτικής αυτής θέσεως από τον καταπλεονέκτη

Σύμφωνα με την νομολογία για την πλήρωση του πραγματικού απαιτείται η

συνδρομή και των τριών αυτών προϋποθέσεων σωρευτικώς

Γίνεται δεκτό ότι σε περίπτωση ελλείψεως κάποιου από τα ανωτέρω στοι-

χείου καταφάσκεται η ακυρότητα της δικαιοπραξίας με αναγωγή στην γενι-

κή ρήτρα της ΑΚ 178 υπό την προϋπόθεση ότι συντρέχουν πρόσθετα στοι-

χεία τα οποία μπορούν να προσδώσουν στην δικαιοπραξία το χρώμα της α-

νηθικότητας

Εκδήλωση της απαγορεύσεως της καταπλεονεκτήσεως αποτελεί η ρύθμιση

των άρθρων ΠΚ 404 (τοκογλυφία) και ΠΚ 405 (αισχροκέρδεια) το πραγμα-

τικό των οποίων είναι ουσιαστικώς ίδιο με αυτό της ΑΚ 179βrsquo Αν και τίποτε

δεν εμποδίζει για την ακυρότητα καταπλεονεκτικής δικαιοπραξίας την πα-

ράλληλη επίκληση και των δύο νομοθετικών βάσεων ορθότερη θεωρείται να

διαφυλαχθεί η αυτονομία της ρυθμίσεως της ΑΚ179βrsquo αφού ο νομοθέτης

φαίνεται ότι θέλησε να ρυθμίσει ρητώς τις συνέπειες της καταπλεονεκτήσε-

ως τον ΑΚ

β Προϋποθέσεις εφαρμογής της διατάξεως

Καταπλεονέκτηση μπορεί να υπάρχει σε κάθε τύπο επαχθούς δικαιοπραξίας

με περιουσιακό περιεχόμενο58 οι οποίες μπορεί να είναι αμφοτεροβαρείς

ετεροβαρείς αιτιώδεις αναιτιώδεις (όπως πχ η αγοραπωλησία η μίσθωση

58 Διαφορετικό είναι το ζήτημα της παροχής περιουσιακού ωφελήματος με ldquoανεξάρτητηrdquo μονομε-ρή δικαιοπραξία με την οποία προσδίδεται καταπλεονεκτικό χρώμα σε προηγούμενη σύμβαση από την οποία θα πηγάζει συνήθως η υποχρέωση για τέλεση της μονομερούς δικαιοπραξίας (πχ παροχή υποθήκης)

29 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

πράγματος ή έργου ή εργασίας η εταιρεία η σύμβαση μεσιτείας ή εγγύηση)

όταν αυτές καταρτίζονται με δυσανάλογο αντάλλαγμα59

Η ΑΚ 179βrsquo δεν εφαρμόζεται στις χαριστικές δικαιοπραξίες γιατί η επίδοση

της περιουσίας γίνεται χωρίς αντάλλαγμα και έτσι δεν υπάρχει δυσαναλογία

παροχής και αντιπαροχής όπως πχ στην δωρεά στην εντολή στην άφεση

χρέους στην παρακαταθήκη χωρίς αμοιβή ή στην εγγύηση εκτός αν αυτή

ανελήφθη στο πλαίσιο μιάς αμφοτεροβαρούς συμβάσεως με ευρύτερο περι-

εχόμενο

γ Προφανής δυσαναλογία μεταξύ παροχών

Στην καταπλεονεκτική σύμβαση η ελευθερία δικαιοπρακτικής αποφάσεως

του καταπλεονεκτούμενου είναι διαταραγμένη αφού αυτός ευρίσκεται σε

μία δυσμενή σε σχέση με τον καταπλεονέκτη θέση που δεν του επιτρέπει να

προασπίσει ορθολογικώς τα συνδεόμενα με την σύμβαση συμφέροντά του

έτσι ο μηχανισμός συμβάσεως δεν μπορεί εδώ να παράσχει κανένα εχέγγυο

ορθότητος Ότι το περιεχόμενο της καταπλεονεκτικής συμβάσεως δεν είναι

ldquoορθόrdquo μαρτυρεί τελικώς η ύπαρξη της προφανούς δυσαναλογίας

Η προφανής δυσαναλογία των ανταλλασσομένων παροχών ανάγεται σε

απαραίτητο στοιχείο του πραγματικού της καταπλεονεκτήσεως στην ΑΚ

179βrsquo ενώ ταυτοχρόνως είναι και πρόβλημα που για να κατανοηθεί σωστά

πρέπει να φωτισθεί μέσα από τον συνδυασμό και την αντίθεση μιάς πλειά-

δος αρχών οι οποίες σε κινητή μεταξύ των σχέση συγκροτούν το σύστημα

του δικαίου των ενοχικών συμβάσεων60

Ως έννοια αόριστη είναι αναμφισβητήτως έννοια νομική και η υπαγωγή σε

αυτήν της σχέσεως αξίας των αμοιβαίων παροχών αποτελεί κρίσιν αξιολο-

γική υποκείμενη στον έλεγχο του ΑΠ61

Ομοφώνως γίνεται δεκτό ότι αφετηρία της κρίσεως περί υπάρξεως ή μη

προφανούς δυσαναλογίας πρέπει να αποτελεί η αντικειμενική αξία των α-

νταλλασσομένων παροχών δηλαδή η συνήθης στις συναλλαγές αξία62 Έτσι

59 Βλ ΜΠΑΛΗΣ 1944190 (sect66) 60 Βλ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 19837 σημ 23 61 ΦΙΛΙΟΣ 2011 sect147Β 62 Πρβλ ΑΠ 20952009 (Α1 Τμήμα) ldquohellipφανερή δυσαναλογία μεταξύ παροχής και αντιπαροχής

είναι αυτή που υποπίπτει στην αντίληψη λογικού και έχοντος πείρα των σχετικών συναλλαγών ανθρώπου και η οποία υπερβαίνει το μέτρο κατά το οποίο είναι ανθρωπίνως φυσικό να απο-κομίζει ο ένας κάποιο όφελος από σύμβαση οικονομικού περιεχομένου επί ζημία του άλλουrdquo

30 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

διαπιστουμένης της αντικειμενικής αξίας των αμοιβαίων παροχών ακολου-

θεί η κρίση για το αν υφίσταται μεταξύ των προφανής δυσαναλογία λαμβα-

νομένων πάντοτε υπrsquo όψιν της φύσεως της συμβάσεως και του επιδιωκομέ-

νου με αυτήν οικονομικού σκοπού63 ενώ στις περιπτώσεις ακινήτων χρη-

σιμοποιείται ευρέως στην πράξη το κριτήριο της laesio enormis64

Ένα επιπλέον στοιχείο που λαμβάνεται υπrsquo όψιν για την διαπίστωση της υ-

πάρξεως προφανούς δυσαναλογίας είναι η λεγομένη ldquoρήτρα προσθέσεωςrdquo

δηλαδή το άθροισμα των ωφελημάτων που έλαβε ο καταπλεονέκτης και των

περιουσιακών ωφελημάτων που επιπροσθέτως κατέβαλλε ο καταπλεονε-

κτούμενος σε τρίτα πρόσωπα (πχ μεσιτεία αμοιβές σε βοηθητικά πρόσωπα

κλπ)

Υπάρχουν όμως και μερικά σχετιζόμενα με την δυσαναλογία των ανταλ-

λασσομένων παροχών ειδικότερα προβλήματα που εμφανίζονται συχνά

στην δικαστηριακή πράξη παρουσιάζοντα ταυτοχρόνως σπουδαίο δογματι-

κό ενδιαφέρον

(1) Πρόσθετο τίμημα στην πώληση ακινήτου μπορεί να ληφθεί υπrsquo όψιν

το επιπλέον του αναγραφομένου στο συμβολαιογραφικό έγγραφο τι-

μήματος επιπροσθέτως καταβληθέν τίμημα

(2) Το καταπλεονεκτικό σύμφωνο εξωνήσεως η συνομολόγηση δικαιώ-

ματος εξωνήσεως με τίμημα προφανώς δυσανάλογο εν σχέσει προς αυ-

τό της πωλήσεως μήπως υποκρύπτει τοκογλυφικό δάνειο Εδώ θα

πρέπει να σταθμιστεί η δυνατότητα του πωλητή να αποτρέψει την κα-

ταπλεονεκτική γιrsquo αυτόν ρύθμιση ασκώντας το δικαίωμα εξωνήσεως

Εάν δηλαδή ο πωλητής ασκήσει αυτό το δικαίωμα παρά την προφανή

δυσαναλογία η πώληση δεν έχει καταπλεονεκτικό χαρακτήρα

(3) Η διαπίστωση της προφανούς δυσαναλογίας στον συμβιβασμό τα

συγκρινόμενα μεγέθη είναι οι αμοιβαίες παραχωρήσεις των μερών και

όχι οι εκατέρωθεν αναλαμβανόμενες υποχρεώσεις προς παροχή Η σω-

στή όμως εκτίμηση των παραχωρήσεως προϋποθέτει ως αφετηρία

63 ΑΠ 20952009 64 Ο ΛΙΤΖΕΡΟΠΟΥΛΟΣ 1932208 επ προτείνει αποδοχή της υπάρξεως προφανούς δυσαναλογίας

όταν η μία παροχή δεν φθάνει το 60 ή 50της αξίας της άλλης Βλ επίσης υποσημείωση 560 στο ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012

31 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

την νομική κατάσταση που υπήρχε πριν τον συμβιβασμό υπερβολικές

αξιώσεις προβαλλόμενες αυθαιρέτως δεν λαμβάνονται εδώ υπrsquo όψιν

Η ύπαρξη της προφανούς δυσαναλογίας κρίνεται κατά τον χρόνο καταρτί-

σεως της συμβάσεως είναι αδιάφορο αν η προφανής δυσαναλογία επήλθε

αργότερα εκτός της περιπτώσεως όπου ο καταπλεονεκτούμενος στο πλαί-

σιο της υφισταμένης κυρίας συμβατικής σχέσεως συνομολογεί ή παρέχει

πρόσθετα περιουσιακά ωφελήματα (πχ εμπράγματη ασφάλεια) που προσ-

δίδουν πλέον στην συνολική συναλλαγή καταπλεονεκτικό χρώμα

δ Ανάγκη Κουφότητα Απειρία

(1) Ανάγκη

Είναι η κατάσταση ενός προσώπου (του δικαιοπρακτούντος ή κάποιου

που συνδέεται στενά με αυτόν) που ευρίσκεται σε άμεσο οικονομικό ή

άλλο κίνδυνο65 η αντιμετώπιση του οποίου είναι ανεπίδεκτη αναβο-

λής66 Η ανάγκη πρέπει να έχει χαρακτήρα επιτακτικό και να είναι τόσο

σοβαρή ώστε αντικειμενικώς κρινομένη να μπορεί να θεωρηθεί ότι

κάθε εχέφρων άνθρωπος θα οδηγείτο στην ίδια δικαιοπρακτική συ-

μπεριφορά

Ενώ η φύση της ανάγκης είναι συνήθως οικονομική η σπουδαιότητα

του διακινδυνευομένου αγαθού καθορίζει το αν η συγκεκριμένη κάθε

φορά περίπτωση μπορεί να υπαχθεί ή όχι στην ρύθμιση της ΑΚ 179βrsquo

Είναι αδιάφορο αν η ανάγκη είναι μόνιμη ή παροδική αφού αποφασι-

στική για την εφαρμογή της ΑΚ 179βrsquo είναι η ύπαρξη ανάγκης μόνο κα-

τά τον χρόνο καταρτίσεως της δικαιοπραξίας Η ανάγκη πρέπει να είναι

πραγματική και άμεση επιτακτική και ανεπίδεκτη αναβολής

(2) Κουφότητα

Προϋπόθεση της ορθής λειτουργίας της ιδιωτικής αυτονομίας είναι η

εκ μέρους των αντισυμβαλλομένων ορθολογική στάθμιση των υπέρ και

κατά της συμβατικής ρυθμίσεως Όταν όμως ο αντισυμβαλλόμενος α-

διαφορεί λόγω απερισκεψίας ή ελλείψεως επαρκούς σκέψεως και δεν

αποδίδει στις πράξεις του την σημασία την αξία και τις συνέπειες που

έχουν αυτές τότε η συναλλακτική συμπεριφορά του χαρακτηρίζεται

65 ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ 2012530 66 ΑΠ 19982007

32 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

από κουφότητα Η κουφότητα μπορεί να οφείλεται σε οποιονδήποτε

λόγο όπως είναι η πνευματική νόσος ου δεν επέφερε όμως ολική ή με-

ρική ασυνειδησία των πράξεων του προσώπου ώστε να το κάνει εντε-

λώς ή περιορισμένως ανίκανο για την σύνταξη δικαιοπραξίας67

(3) Απειρία

Ως απειρία νοείται η έλλειψη της περί τη ζωή και τις συναλλαγές πεί-

ρας68 Το ερώτημα όμως είναι αν η σχετική με συγκεκριμένη δικαιο-

πραξία απειρία στοιχειοθετεί την απειρία της ΑΚ 179βrsquo ή όχι Γίνεται

δεκτό ότι υπάρχουν τρείς διαβαθμίσεις69 της απειρίας

(α) Η καθολική όπου ο συμβαλλόμενος στερείται παντελώς συναλ-

λακτικής πείρας και κατά συνέπειαν η περίπτωσή του υπάγεται

στην ρύθμιση της ΑΚ 179β΄

(β) Η απειρία σε ορισμένο μόνο συναλλακτικό τομέα (λχ πράξεις

επί ακινήτων χρηματιστηριακές συναλλαγές κλπ) εδώ η απειρία

δεν αποτελεί σταθερή ιδιότητα του προσώπου και παρά το ότι η

γενική του πείρα του επιτρέπει να κρίνει το επισφαλές της δικαι-

οπραξίας στην οποία προβαίνει η ελευθερία δικαιοπρακτικής α-

ποφάσεώς του δεν παύει να είναι διαταραγμένη Κατά συνέπεια

δικαιούται της προστασίας της ΑΚ 179βrsquo

(γ) Προβληματική αλλά και με πολύ μεγάλη πρακτική σημασία είναι

η τρίτη μορφή απειρίας που χαρακτηρίζεται από την έλλειψη ει-

δικών γνώσεων πού έχει ανάγκη ο σύγχρονος καταναλωτής στις

καθημερινές συναλλαγές του γνώσεων απαραιτήτων για τον

σχηματισμό σωστής εικόνας της προσφερόμενης σε αυτόν παρο-

χής Κι΄ εδώ η ελευθερία δικαιοπρακτικής αποφάσεως του κατα-

ναλωτή αδαούς όντος λόγω ανεπαρκούς πληροφορήσεως εμφα-

νίζεται διαταραγμένη και άξια της κατά την ΑΚ 179βrsquo προστασίας

ε Εκμετάλλευση

Ενώ η νομολογία μας θεωρεί αναγκαίο στοιχείο της ΑΚ 179βrsquo την υποκειμενι-

κή προϋπόθεση της εκμεταλλεύσεως την οποία πρέπει να αποδεικνύει ο ε-

67 ΑΠ 3821992 ΝοΒ 41874 68 ΑΠ 9362007 69 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012196 επ

33 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

πικαλούμενος την εφαρμογή της διατάξεως δεν έχει μέχρι τώρα αποσαφη-

νιστεί πλήρως σε τι ακριβώς συνίσταται η ldquoεκμετάλλευσηrdquo Βέβαιο πάντως

είναι ότι το στοιχείο αυτό δεν θα πρέπει να θεωρηθεί ως ηθική μομφή στο

πρόσωπο του καταπλεονέκτη

Κατrsquo αρχάς απορρίπτεται η επίκληση δόλου αφού ο δόλος απαιτείται από

την λειτουργία της ποινής και είναι ξένος προς τον λειτουργικό ρόλο της α-

κυρότητας της ανήθικης δικαιοπραξίας Το ότι δεν πρόκειται περί μομφής

φαίνεται στις περιπτώσεις καταρτίσεως δικαιοπραξίας κατά παράκλησιν

του αντισυμβαλλομένου και όχι από εκμεταλλευτική διάθεση του καταπλεο-

νέκτη Επιπλέον εάν επρόκειτο περί συνειδήσεως της ανηθικότητος εκ μέ-

ρους του καταπλεονέκτη μια τέτοια συνείδηση λόγω του περιεχομένου σε

αυτήν αξιολογικού και βουλητικού στοιχείου θα ισοδυναμούσε με πταίσμα

και δη στον βαθμό του dolus malus στοιχείου όμως ξένου προς την προ-

βληματική των ανήθικων γενικώς δικαιοπραξιών

Η ελληνική νομολογία φαίνεται να ακολουθεί την άποψη ότι ο καταπλεονέ-

κτης γνωρίζει την συναλλακτικώς δυσμενή θέση του καταπλεονεκτούμενου

και την προφανή δυσαναλογία μεταξύ παροχής και αντιπαροχής στοιχεία τα

οποία δεν θεωρεί ως λόγο προσωπικής μομφής κατά του καταπλεονέκτη αλ-

λά καταλογισμού σε αυτόν του κινδύνου της ακυρότητας της δικαιοπραξίας

Τα δικαστήρια φαίνεται ότι ταυτίζουν την εκμετάλλευση με την εκ μέρους

του καταπλεονέκτη γνώση της συναλλακτικώς δυσμενούς θέσεως του κα-

ταπλεονεκτούμενου Είναι συνήθης στις αποφάσεις η επωδός ldquoεπωφελήθη-

κεrdquo70 της γνωστής σε αυτόν ανάγκης κουφότητας ή απειρίας Γίνεται όμως

παγίως δεκτό ότι αν ο καταπλεονέκτης αγνοούσε την κατάσταση του αντι-

συμβαλλομένου του δεν υπάρχει εκμετάλλευση κατά την ΑΚ 179βrsquo Και βε-

βαίως ερωτάται γιατί θα πρέπει να γνωρίζει μόνο την ανάγκη κουφότητα ή

απειρία και όχι και την προφανή δυσαναλογία των αμοιβαίων παροχών

4 Έννομες συνέπειες

Η καταπλεονεκτική δικαιοπραξία είναι απολύτως άκυρη και για τα δύο μέρη

κατά την έννοια της ΑΚ 180 Την ακυρότητα μπορεί να προβάλλει και κάθε τρίτος

70 Πρβλ ΑΠ 20952009 34 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

που έχει έννομο συμφέρον επομένως και ο κληρονόμος ενός από τους συναλλαγέ-

ντες71

Δεν αποκλείεται και μερική ακυρότητα της δικαιοπραξίας Τούτο θα συμβεί

εάν μπορεί να προσδιορισθεί ακριβώς η μεταξύ παροχής και αντιπαροχής αναλο-

γία οπότε η δικαιοπραξία είναι άκυρη κατά το υπερβάλλον72 Κατά πόσον σε τέ-

τοια περίπτωση η μερική ακυρότητα θα συνεπιφέρει την ακυρότητα της όλης δι-

καιοπραξίας κρίνεται κατά την ΑΚ 18173

Σύμβαση εντόκου δανείου μπορεί να χαρακτηρισθεί καταπλεονεκτική συμ-

φώνως προς την ΑΚ 179 μόνο στην περίπτωση συνομολογήσεως ή λήψεως αθέ-

μιτων (τοκογλυφικών) τόκων εν σχέσει προς την αντιπαροχή με την εκμετάλ-

λευση της ανάγκης κουφότητας κλπ του δανεισθέντος οπότε και επέρχεται είτε

ολοκληρωτική και απόλυτη ακυρότητα της καταπλεονεκτικής δικαιοπραξίας κα-

τά τον κανόνα της ΑΚ 181 είτε μερική ακυρότητα οπότε αφού προσδιορισθεί

ακριβώς η μεταξύ παροχής και αντιπαροχής αναλογία η δικαιοπραξία είναι αι-

σχροκερδής και άκυρη κατά το υπερβάλλον

Η προβολή της ακυρότητας από εκείνον που μετήλθε την εκμετάλλευση

μπορεί να αποκρουσθεί με την ένσταση της ΑΚ 281 Αυτό μπορεί να συμβεί όταν

το δικαίωμα ακυρώσεως ασκείται καθυστερημένα εφ΄ όσον όμως συντρέχουν

και άλλα περιστατικά74

Οι παροχές που έγιναν σε εκπλήρωση της καταπλεονεκτικής υποσχετικής

συμβάσεως μπορούν να αναζητηθούν είτε με διεκδικητική αγωγή είτε με αγωγή

αδικαιολόγητου πλουτισμού Αυτός που ζημιώθηκε από την αισχροκερδή δικαιο-

πραξία δικαιούται εφ΄ όσον συντρέχουν οι όροι των ΑΚ 919 και ΑΚ 914 και απο-

ζημιώσεως

71 ΑΠ 9362007 72 ΜΠΑΛΗΣ 1944191 73 ΜΠΑΛΗΣ op cit 74 Για την προστασία των καλόπιστων τρίτων μέσω της ΑΚ 281 βλ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012232 επ

35 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ ΣΤ ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ Γενικές Αρχές Αστικού Δικαίου Π Ν Σάκκουλας 2012 ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ ΣΤ ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ndash ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟΣ ΠΑΝ ΜΙΧΑΗΛ Αστικός Κώδικας κατ΄ άρ-

θρο ερμηνεία τόμος Ι Π Ν Σάκκουλας 1978 ΛΑΔΑΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ Α Η ακυρότητα της δικαιοπραξίας λόγω αντιθέσεως εις τα χρη-

στά ήθη χό Θεσσαλονίκη 1979 ΛΙΤΖΕΡΟΠΟΥΛΟΣ Γ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ Η Νομολογία ως παράγων διαπλάσεως του ιδιωτικού

δικαίου Θεσσαλονίκη 1932 ΜΠΑΛΗΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ Α Γενικαί αρχαί του Αστικού Δικαίου Παπαζήσης 1944 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ ΑΛ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ Οι καταπλεονεκτικές δικαιοπραξίες Σάκκουλας Αντ

Ν 1983 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ ΑΛ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ Δικαιοπραξιες αντίθετες προς τα χρηστά ήθη Σάκ-

κουλας Αντ Ν 2012 ΠΑΠΑΣΤΕΡΙΟΥ Η ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ Αστικό Δίκαιο Επιτομή Εκδόσεις Σάκκουλα ΑΕ 2010 ΣΠΥΡΙΔΑΚΗΣ Σ ΙΩΑΝΝΗΣ Εγχειρίδιο Αστ Δικαίου 1 - Γενικές Αρχές Αντ Ν Σάκκου-

λας 2004 ΤΕΛΛΗΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ Δ Ρήτρα μετασυμβατικής απαγόρευσης ανταγωνισμού στο δί-

καιο εταιρειών και επιχειρήσεων λειτουργία και δικαστικός έλεγχος του περιε-χομένου της Εκδόσεις Σάκκουλα ΑΕ 2007

ΤΟΥΣΗΣ ΧΡ ΑΝΔΡΕΑΣ Γενικαί Αρχαί του Αστικού Δικαίου μετʹ εισαγωγής εις το δίκαι-ον εν γένει Αφοί Σάκκουλα 1978

ΤΡΙΑΝΤΟΣ Τ ΝΙΚΟΛΑΟΣ Δικαιοπραξιες Νομική Βιβλιοθηκη 2011 ΤΡΙΑΝΤΟΣ Τ ΝΙΚΟΛΑΟΣ Αστικό Δίκαιο-Επιτομή Νομική Βιβλιοθήκη 2013 ΦΙΛΙΟΣ ΧΡ ΠΑΥΛΟΣ Γενικές Αρχές Αστικού Δικαίου Εκδόσεις Σάκκουλα ΑΕ 2011 ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΕΙΣ ΑΝΔΡΟΥΛΙΔΑΚΗ-ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗ ΙΣΜΗΝΗ Η αντίθεση της διαθήκης στα χρηστά ήθη ΝοΒ

301234 ΠΕΛΕΝΗ-ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ Α Η αντιμετώπιση από τη νομολογία του άρθρου 179 περ

α΄ ΑΚ ΕλλΔνη 199459 ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟΣ ΠΑΝ ΜΙΧΑΗΛ-ΛΑΔΟΓΙΑΝΝΗΣ ΓΕΩΡ Κριτήρια αντίθεσης συμφώνου

προτίμησης προς τα χρηστά ήθη (γνμδ) ΧρΙΔ 1263 ΤΟΥΣΗΣ ΧΡ ΑΝΔΡΕΑΣ Η έννοια των χρηστών ηθών ΕΕΝ 231956 ΦΑΣΟΥΛΑΣ ΖΗΣΗΣ Η απάτη και η ακυρότητα της δικαιοπραξίας ως αντίθετη στα

χρηστά ήθη ΠοινΧρ 921032

36 36

  • 2 Συμβατική ελευθερία και γενικές ρήτρες
  • 4 Κριτήρια προσδιορισμού των χρηστών ηθών
    • Μια πρώτη κατηγοριοποίηση όμως αντίθεσης στα χρηστά ήθη μπορεί να γίνει με βάση το αν αυτή προκύπτει από το περιεχόμενο τους
      • 10 Ακυρότητα
      • α Απόλυτη ή σχετική
      • β Συνολική ή μερική
      • γ Ακυρότητα στις αιτιώδεις και αναιτιώδεις δικαιοπραξίες
      • 11 Δικονομική μεταχείριση
      • 12 Επίγραμμα

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

όπως πχ δωρεά σε πρόσωπο με το οποίο ο δωρητής διατηρούσε ανήθικες

σχέσεις ή ακόμα χαρακτηριστικότερα η λεγομένη διαθήκη της ερωμένης19

Στις περιπτώσεις αυτές τα κίνητρα ο σκοπός και τα ελατήρια που ώθησαν

στην εν λόγω δικαιοπραξία ανάγονται στα παραγωγικά αίτια της βούλησης

του διαθέτη ή δωρητή αντίστοιχα και καθίσταται έτσι δυσχερής ο σχηματι-

σμός δικανικής πεποίθησης για πραγματικά περιστατικά που αποτελούν το

αντικείμενο της αντίθεσης στα χρηστά ήθη

Αυτό όμως σημαίνει ότι γα τη διερεύνηση της δικαιοπρακτικής βούλησής

του υπεισερχόμαστε και στον τρόπο ζωής του δωρητή ή του διαθέτη κιν-

δυνεύοντας να αξιολογήσουμε την αντίθεση στα χρηστά ήθη όχι με γνώμονα

την αντίθεση της στα χρηστά ήθη αλλά τη γενικότερη αντίληψή μας ότι ο εν

λόγω συμβαλλόμενος διήγε βίο ανήθικο Αυτό όμως αποτελεί μια ανεπίτρε-

πτη και επικίνδυνη γενίκευση που μας αποπροσανατολίζει από το ζητούμε-

νο20

Κατά κανόνα η ελληνική νομολογία δεν εξετάζει ndashορθά- αν οι εξώγαμες ερω-

τικές σχέσεις είναι αντίθετες ή μη στα χρηστά ήθη Ορθώς διότι όπως ανω-

τέρω αναφέρθηκε η εν γένει ανήθικη συμπεριφορά του διαθέτη δεν επιδρά

στο κύρος της δικαιοπραξίας αν αυτή δεν έγινε από ευτελή κίνητρα

Παραδόξως όμως η νομολογία έχει εισαγάγει ένα άλλο κριτήριο εξίσου αμ-

φίβολο συγκρίνοντας το δεσμό του διαθέτη με την οικογένεια του και τις

σχέσεις του με πρόσωπα εκτός οικογενείας

Έτσι συνήθως γίνεται δεκτό ότι ακόμα και αν ο διαθέτης καταλείπει περιου-

σία σε πρόσωπο με το οποίο τελεί σε σχέση παλλακείας η διαθήκη δεν αντί-

κειται στα χρηστά ήθη εκτός εάν συνιστά εκδήλωση αδικαιολόγητης περι-

φρόνησης προς εγγύτατα πρόσωπα της οικογένειας του που μπορεί να είναι

και τα αδέλφια του21

19 Η αρχική διάκριση του ανήθικου των δικαιοπραξιών στο βιβλίο του Π ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ laquoΔικαιο-πραξίες αντίθετες στα χρηστά ήθηraquo εντάσσει και την εν λόγω τρίτη κατηγορία στη β Εδώ προ-κειμένου να αναδειχθεί η ιδιαιτερότητα της συγκεκριμένης κατηγορίας και η δυσκολία διάκρι-σης της αντίθεσης της στα χρηστά ήθη προτιμάται η υποκατηγοριοποίηση του ΒΟΥΖΙΚΑ (Κλη-ρονομικό Δίκαιο σελ667 και επ) όπως αυτή έχει διαμορφωθεί ιδίως για τις διαθήκες από τη νομολογία

20 Βλ και ΙΣΜΗΝΗ ΑΝΔΡΟΥΛΙΔΑΚΗ-ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗ laquoΗ αντίθεση της διαθήκης στα χρηστά ήθηraquo ΝοΒ30 1236

21 Βλ και ΑΠ2311982 Α Τμήμα όπου ο διαθέτης κατέστησε μόνους κληρονόμους τη σύζυγο και την κόρη του ενώ με κληροδοσία κατέλειπε ανώνυμες μετοχές στην γραμματέα του με την ο-ποία διατηρούσε ερωτικές σχέσεις Παράλληλα όμως της είχε δωρίσει εν ζωή χρήματα για αγο-

12 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

Η αξιολόγηση αυτή αντιβαίνει στην ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότη-

τας του διαθέτη εφόσον πλην της νομίμου μοίρας ο διαθέτης δικαιούται να

καταλείπει την υπόλοιπη περιουσία του σε τρίτα πρόσωπα Ούτε βέβαια το

ηθικό καθήκον προς άπορους ή μειονεκτούντες συγγενείς μπορεί να αναχθεί

σε νομική υποχρέωση

Το κριτήριο της ανηθικότητας δεν είναι η περιφρόνηση του διαθέτη προς τη

νόμιμη οικογένειά του όπως αυτή ερμηνεύεται από τη νομολογία αλλά το

αν η κατάληψη στην ερωμένη καθεαυτή γίνεται για ταπεινά κίνητρα ή για

λόγους ευγνωμοσύνης Στην πρώτη περίπτωση καταφανώς η διαθήκη αντί-

κειται στα χρηστά ήθη στη δεύτερη όμως οφείλει η έννομη τάξη να την ανε-

χτεί ως αναφαίρετο δικαίωμα του διαθέτη να συνδέεται ψυχικά με άλλους

πλην της οικογένειας με τη στενή έννοια22 αναγνωρίζοντας ότι ακόμα και

σε ένα πλαίσιο μιας ίσως μη ηθικής σχέσης τα μέρη αυτής διαθέτουν αξιο-

πρέπεια και ευγενή κίνητρα

8 Τα ενδιάμεσα σκαλοπάτια κατηγοριοποίησης των ανήθικων δικαιο-

πραξιών

Λόγω ακριβώς της αοριστίας της ρήτρας των χρηστών ηθών του άρθρου

178ΑΚ (σε αντίθεση με το άρθρο 179ΑΚ) είναι αδύνατο αυτή στη συγκεκριμένη

μορφή της να καταστεί ένα ρυθμιστικό πρότυπο στο οποίο θα μπορεί απευθείας

να ενταχθεί η υπό κρίση δικαιοπραξία

Για το λόγο αυτή η επιστήμη με τη μορφή ενός κινητού συστήματος23 α-

ντλώντας το υλικό της από την πλούσια νομολογία αλλά και από τη δογματική

και δικαιοσυγκριτικά δεδομένα δημιουργεί ενδιάμεσα κριτήρια laquoσκαλοπάτιαraquo

ήτοι τυποποιημένα ειδικά πραγματικά που διευκολύνουν την ασφαλή και ελέγξι-

μη ένταξη της κρινόμενης δικαιοπραξίας στο ρυθμιστικό πεδίο της συγκεκριμένης

ρήτρας

ρά ακινήτων κοσμήματα φορέματα κλπ μεγάλης αξίας Όμως καθώς η συνολική περιουσία που κατέλιπε στους νόμιμους κληρονόμους του υπερκάλυπτε τη νόμιμη μοίρα και επιπρόσθετα επειδή οι λοιποί συγγενείς του δεν είχαν ανάγκη οικονομικής ενίσχυσης το Δικαστήριο έκρινε ότι η διαθήκη δεν αποτελούσε εκδήλωση περιφρόνησης προς τη νόμιμη οικογένειά του

22 Για την έννοια της οικογένειας βλ και ΠΑΤΕΡΑΚΗ σελ292-303 laquoη προβληματική του όρου οικογέ-νειαraquo

23 βλΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ ως άνω 13 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

Βέβαια ακόμα και στις περιπτώσεις αυτές οι εν λόγω ομάδες δεν είναι οριο-

θετημένες σαφώς μεταξύ τους καθώς ενίοτε το βασικό αξιολογικό στοιχείο το ο-

ποίο αναδεικνύει την αντίθεση στα χρηστά ήθη μπορεί να εμφανίζεται και σε μια

άλλη ομάδα να επικαλύπτονται ή να αλληλοαποκλείονται όπως για παράδειγμα

το στοιχείο της ανισότητας των συμβαλλομένων απαντά και στην καταδυναστευ-

τική αλλά και στην καταπλεονεκτική δικαιοπραξία

Συγκεκριμένα24

α Δικαιοπραξίες για τις οποίες επαπειλείται ακυρότητα προς σκοπόν

την προστασία των συμφερόντων του αντισυμβαλλόμενου

Εδώ υπάγονται

(1) Οι περιπτώσεις των καταδυναστευτικών συμβάσεων οι οποίες απο-

τελούν με τα ειδικότερο πραγματικό τους ξεχωριστή ομάδα αντίθεση

στα χρηστά ήθη (179 ΑΚ)

(2) Αυτές που θέτουν εν κινδύνω το δικαίωμα της αυτοδιάθεσης σε ζη-

τήματα απολύτως ελεύθερης επιλογής του προσώπου όπως αυτές

που οδηγούν στη δέσμευση του αναφορικά με ζητήματα για τα οποία

πρέπει να μείνει ελεύθερο από κάθε εξαναγκασμό αρχή σύμφωνα με το

Σύνταγμα αλλά και την αρχή της προστασίας της προσωπικότητας του

άρθρου 57ΑΚ όπως η διάταξη τελευταίας βουλήσεως που καταλείπει

υπό την αίρεση της αγαμίας τη θρησκείας της αλλαγής τόπου κατοικί-

ας της επιλογής συγκεκριμένου επαγγέλματος

(3) Κάθε δικαιοπραξία που εμπορευματοποιεί αποφάσεις αναγόμενες

στη σφαίρα της απολύτου ελευθερίας του προσώπου ή την άσκηση

επιβαλλομένου από την ηθική καθήκοντος Εδώ κυρίως η απαξία

προσδίδεται λόγω της συμφωνίας για παροχή αμοιβής ή γενικότερα

περιουσιακής φύσεως ωφελημάτων ως μέσο επίδειξης από τον αντι-

24 Για μια διαφορετική κατηγοριοποίηση περιεκτικότερη και ίσως ευκρινέστερη βλ και Γνωμο-δότηση ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟΥ-ΛΑΔΟΓΙΑΝΝΗ με αντικείμενο τα laquoΚριτήρια αντίθεσης συμφώνου προτίμησης στα χρηστά ήθηraquo ΧρΙδΔ ΙΒ2012 όπου μνημονεύονται πέντε κύριες κατη-γορίες-κριτήρια ήτοι 1) η υπερβολική δέσμευση της ελευθερίας του προσώπου 2) η καταπλεονέκτηση (179β ΑΚ) 3) η εκμετάλλευση μιας θέσης ισχύος που μπορεί να έχει κάποιος στην αγορά 4) η πρόκληση βλάβης σε τρίτους και 5) η σοβαρή δυσαναλογία παροχής και αντιπαροχής Εδώ ακολουθήθηκε η κατηγοριοποίηση του Π ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ η οποία είναι μεν υπεραναλυτική αλλά ταυτόχρονα περιλαμβάνει κατrsquo εκτίμηση όλες τις μέχρι τώρα εμφανισθείσες περιπτώσεις αντιθέσεως στα χρηστά ήθη

14 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

συμβαλλόμενο συμπεριφοράς που ανάγεται στη σφαίρα της απολύτου

ελευθερίας του ή από επιβαλλόμενα από την ηθική καθήκοντα

(4) Κάθε δικαιοπραξία που οδηγεί σε υπέρμετρη επιβάρυνση του συναλ-

λακτικά ασθενέστερου και ιδίως του εγγυητή Εδώ πέραν των κλα-

σικών καταπλεονεκτικών συμβάσεων ανήκουν κυρίως οι laquoοιονεί οι-

κογενειακές εγγυήσειςraquo όπου πρόσωπα στερούμενα περιουσίας ώστε

να αναλάβουν υποχρεώσεις συνάπτουν συμβάσεις εγγυήσεως με το

δανειστή μέλους της οικογένειας τους Η νομική σκέψη που δικαιολο-

γεί εδώ την ανηθικότητα έγκειται στην ανάληψη υπέρμετρων συμβα-

τικών επιβαρύνσεων που δεν ανάγονται στην πραγματικά ελεύθερη

δικαιοπρακτική βούληση του εγγυητή ο οποίος πράττει τούτο κοινω-

νικοτυπικά λόγω της συγγενικής σχέσης ευρισκόμενος σε μειονεκτική

διαπραγματευτικά θέση έναντι του δανειστή

β Δικαιοπραξίες για τις οποίες επαπειλείται ακυρότητα προς σκοπόν

την προστασία των συμφερόντων τρίτων

Εδώ υπάγονται

(1) Δικαιοπραξίες προς ματαίωση ήδη θεμελιωμένων ενοχικών απαιτή-

σεων τρίτων όπου η βλάβη του αντισυμβαλλομένου προκαλείται από

την καταχρηστική άσκηση της συμβατικής ελευθερίας Εδώ υπάγονται

η παρώθηση κάποιου σε αθέτηση των συμβατικών υποχρεώσεων του

η απόσπαση προσωπικού που βρίσκεται σε υπηρεσία άλλου

(2) Δικαιοπραξίες προς βλάβη των περιουσιακών συμφερόντων των δα-

νειστών όπου αντικείμενο δεν είναι συγκεκριμένα αλλά γενικά τα πε-

ριουσιακά συμφέροντα τρίτων που παραπλανόνται σε σχέση με την

πιστοληπτική ικανότητα του αντισυμβαλλομένου τους

(3) Δικαιοπραξίες που καταχρώνται τη θέση εμπιστοσύνης έναντι τρί-

του με κλασικό παράδειγμα της κατηγορίας αυτής που αντιπρόσωπος

κάποιου συμβάλλεται με τρίτο κατά τρόπο ώστε να βλάψει τα συμφέ-

ροντα του εντολέως του

(4) Συμφωνίες περί μη θεματισμού σε δημόσιο πλειστηριασμό ή υποβο-

λής προσφοράς μέχρι ορισμένου ποσού όταν η συμφωνία είναι πρό-

σφορη να βλάψει τα συμφέροντα είτε του οφειλέτη είτε των δανει-

στών

15 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

γ Δικαιοπραξίες για τις οποίες επαπειλείται ακυρότητα προς σκοπόν

την προστασία των συμφερόντων της ολότητας

Εδώ ανήκουν προεχόντως δικαιοπραξίες που αντιβαίνουν σε συνταγ-

ματικής κυρίως φύσεως επιταγές και κυρίως

(1) Δικαιοπραξίες που προσβάλλουν τη συνταγματική τάξη όπως αυτές

που ενέχουν αθέμιτο περιορισμό του δικαιώματος αυτοδιάθεσης του

προσώπου

(2) Δικαιοπραξίες που διαταράσσουν την εύρυθμη λειτουργία του κρά-

τους και των Υπηρεσιών του όπως αυτές που σκοπούν στη διευκό-

λυνση παρανόμων πράξεων συμβάσεις με τις οποίες επιδιώκεται η

φοροδιαφυγή κλπ

(3) Δικαιοπραξίες που διαταράσσουν την οικονομική τάξη όπως αυτές

που παρακωλύουν εμποδίζουν ή περιορίζουν την ελεύθερη λειτουργία

του ανταγωνισμού στο μέτρο που δεν υπάγονται στις απαγορευτικές

διατάξεις των άρθρων 1 και 2 του Ν39592011

(4) Δικαιοπραξίες που προσβάλλουν τα σεξουαλικά ήθη και την οικογε-

νειακή τάξη Μολονότι συντελείται σημαντική μεταβολή της στάσης

της έννομης τάξης ως προς τα ζητήματα αυτά εδώ υπάγονται κυρίως

συμφωνίες για την επrsquo ανταλλάγματι τέλεση σεξουαλικής πράξης ως

αντικείμενης στην αξιοπρέπεια του ατόμου συμφωνίες που προ-

σκρούουν στην ηθική ουσία του γάμου ή τη συγγένεια όπως η συμφω-

νία αμοιβής για σύναψη εικονικού γάμου οι συμφωνίες μεσολάβησης

για εύρεση κυοφόρου γυναίκας και πώλησης γενετικού υλικού κλπ

(5) Δικαιοπραξίες που αντιτίθεται στο επαγγελματικό ήθος όπως συμ-

φωνίες για προσπόριση τίτλου ή αξιώματος έναντι οικονομικού ανταλ-

λάγματος (υποβοήθηση σε συγγραφή διδακτορικής διατριβής) συμ-

φωνίες πωλήσεως δικηγορικών γραφείων (κυρίως από τη γερμανική

νομολογία) όταν in concreto δικαιολογείται ο φόβος ότι ο νέος διευ-

θύνων θα το διευθύνει με τρόπο που δε συνάδει στις απαιτήσεις της

εύρυθμης απονομής της δικαιοσύνης κλπ

9 Κρίσιμος χρόνος διαγνώσεως της αντίθεσης στα χρηστά ήθη

16 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

Κατά την κρατούσα γνώμη κρίσιμος χρόνος για την κρίση της αντίθεσης μιας

δικαιοπραξίας στα χρηστά ήθη είναι ο χρόνος κατάρτισής της διότι η ανηθικότη-

τα ή μη μιας δικαιοπραξίας δεν μπορεί παρά να κρίνεται με βάση τις ισχύουσες

κατά την κατάρτισή της ηθικές και θεμελιώδεις αρχές

Περαιτέρω όμως ορθότερο είναι να δεχθεί κανείς ότι η μεταβολή και εξέλιξη

της έννοιας των χρηστών ηθών δεν μπορεί αναδρομικά να επηρεάσει προς το χεί-

ρον την αξιολόγηση της ρυθμίσεως που όταν συνήφθη τα μέρη πίστευαν ότι είναι

σύμφωνη με τα χρηστά ήθη εκτός αν πρόκειται για σύμβαση διαρκείας οπότε

πλέον τα αποτελέσματά της αντίκεινται στα χρηστά ήθη όπως αυτά θα έχουν δι-

αμορφωθεί

Αντίθετα όταν μια δικαιοπραξία ήταν αντίθετη στα χρηστά ήθη κατά το χρό-

νο σύνταξη της αλλά λόγω μεταβολής της ερμηνείας των χρηστών ηθών ή λόγω

μεταβολής των πραγματικών περιστατικών πλέον το περιεχόμενο είναι συμβατό

με αυτά ορθότερη είναι η ευεργετική αναδρομικά ίαση της και η επέλευση των

εννόμων συνεπειών της ιδιαίτερα σε περιπτώσεις διατάξεων τελευταίας βουλή-

σεως

10 Ακυρότητα

α Απόλυτη ή σχετική

Η αντίθεση μιας δικαιοπραξίας στα χρηστά ήθη συνεπάγεται σύμφωνα με

την ΑΚ 178 ακυρότητα της δικαιοπραξίας Δεν θα ανταποκρινόταν στο νόη-

μα και στο σκοπό της ρήτρας η διατήρηση του κύρους της δικαιοπραξίας να

επαφίεται στη βούληση των μερών αφού πέραν των άλλων η συγκεκριμένη

διάταξη προστατεύει μεταξύ άλλων και το γενικό συμφέρον25 Αυτό όμως θα

είχε ως αποτέλεσμα ειδικά σε περιπτώσεις που η ανηθικότητα στρέφεται

μόνο κατά του αντισυμβαλλόμενου και όχι κατά της ολότητας η ακυρότητα

να λαμβάνεται αυτεπαγγέλτως υπrsquo όψιν και να μπορεί και ο ίδιος ο ενεργή-

σας ανήθικα να την επικαλεστεί

Γιrsquo αυτό το λόγο σε περιπτώσεις που η ανηθικότητα δεν προκύπτει από το

περιεχόμενό της αλλά από τις περιστάσεις 26 όπως στις περιπτώσεις των

καταπλεονεκτικών δικαιοπραξιών η ακυρότητα δεν παρίσταται δικαιολο-

25 Βλ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ όπως πιο πάνω και ΓΕΩΡΓΙΑΔΗ-ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟ ΕρμΑΚ άρθρο 178 σελ 276 ΝΙΚΟ-ΛΟΠΟΥΛΟ Γεν Αρχές σελ 314-315

26 Βλ ομοίως ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ Δικαιοπραξίες αντίθετες προς τα χρηστά ήθη 17 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

γημένη Ορθότερο λοιπόν θα ήταν να είναι σχετική ώστε να καταστεί δυνα-

τή η απολαβή της παροχής με δικαιότερους όρους

β Συνολική ή μερική

Όσον αφορά την ακυρότητα της σύμβασης στο σύνολο ή σε μέρος αυτής αν

η ανηθικότητα πλήττει μόνο μια μεμονωμένη συμβατική ρήτρα δυναμένη να

αποχωριστεί από τη σύμβαση και αυτή να δύναται να πραγματώσει το σκο-

πό της τότε η ακυρότητα μπορεί να περιοριστεί στη ρήτρα αυτή

Αναλογικά και κυρίως ως ανωτέρω αναφέρθηκε σε περιπτώσεις καταπλεο-

νεκτικών ή καταδυναστευτικών δικαιοπραξιών η μερική ακυρότητα θα μπο-

ρούσε να είναι δυνατή με την έννοια της αφαίρεσης του αδίκου μέρους της

ώστε αυτή να μπορεί να ισχύσει με το υπόλοιπο ορθό περιεχόμενό της Αμ-

φισβητείται όμως αν αυτό ανταποκρίνεται στα εύλογα συμφέροντα των α-

ντισυμβαλλομένων και ιδίως του ισχυρότερου μέρους που η πραγματική ή

εικαζόμενη βούληση του μάλλον θα κατατείνει στην ακύρωση της δικαιο-

πραξίας

Βέβαια όσον αφορά τη σχέση του 178 ΑΚ με το 181 ΑΚ στην ερμηνεία αυτής

έχουν υπεισέλθει αντικειμενικοί παράγοντες όπως ο σκοπός του κανόνα δι-

καίου που θεσπίζει την ακυρότητα διότι άλλως με την αποδοχή της ολικής

ακυρότητας ματαιούται ο προστατευτικός σκοπός της διάταξης Επομένως

ορθότερο είναι στις περιπτώσεις αυτές η ακυρότητα ή μη της σύμβασης να

καταλίπεται στο ασθενέστερο μέρος

γ Ακυρότητα στις αιτιώδεις και αναιτιώδεις δικαιοπραξίες

(1) Στις αιτιώδεις δικαιοπραξίες αν η αιτία είναι άκυρη άκυρη είναι και η

αιτιώδης δικαιοπραξία Επομένως αν η υποσχετική σύμβαση η οποία

αποτελεί την αιτία εκποιητικής δικαιοπραξίας (πχ μεταβίβασης κυ-

ριότητας ακινήτου) άκυρη λόγω αντίθεσης στα χρηστά ήθη συμπαρα-

σύρει σε ακυρότητα και την εμπράγματη δικαιοπραξία το κύρος της

οποίας εξαρτάται από την ύπαρξη εγκύρου αιτίας

Για το λόγο αυτό η αναζήτηση της παροχής γίνεται με διεκδικητική

αγωγή

(2) Αντίθετα στις αφηρημένες ή αναιτιώδεις δικαιοπραξίες το κύρος των

οποίων δεν εξαρτάται από την ύπαρξη και το κύρος της αιτίας ούτε

αυτή αποτελεί στοιχείο του πραγματικού τους η έλλειψη αιτίας ή η

18 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

ακυρότητα αυτής καταρχήν δεν επηρεάζει το κύρος τους ο δε διαθέ-

σας έχει (αν δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις του 907ΑΚ) μόνο την α-

ξίωση αδικαιολογήτου πλουτισμού Χαρακτηριστικά παραδείγματα της

κατηγορίας αυτής είναι από τις μεν υποσχετικές δικαιοπραξίες η αφη-

ρημένη υπόσχεση χρέους ενώ από τις εκποιητικές η μεταβίβαση κυριό-

τητας κινητού Δικαιολογητικός λόγος της τελευταίας είναι η ταχύτητα

και η ασφάλεια των συναλλαγών καθώς οι διάδοχοι του αποκτώντος

αποκτούν έγκυρα από αυτόν ακόμα και αν αυτός είχε αποκτήσει βάσει

μιας άκυρης υποσχετικής δικαιοπραξίας Επιπλέον διευκολύνεται η α-

πόδειξη κτήσης του δικαιώματος αφού αυτός που υποστηρίζει ότι εί-

ναι δικαιούχος οφείλει και αρκεί να αποδείξει μόνο της εκποιητική δι-

καιοπραξία και όχι την αιτία αυτής

Το ότι η αναιτιώδης δικαιοπραξία είναι γενικά ανεξάρτητη από το κύ-

ρος της αιτίας δε σημαίνει ότι δεν υπάρχει αιτία γιrsquo αυτή αλλά ότι η αι-

τία δεν αποτελεί ως άνω αναφέρθηκε στοιχείο του πραγματικού της

Επομένως η laquoηθικά άχρωμηraquo αναιτιώδης δικαιοπραξία μπορεί κατά

περίπτωση να θεωρηθεί άκυρη με διάσπαση της αρχής του αναιτιώ-

δους όταν σε περίπτωση αντίθεσης της δικαιοπραξίας στα χρηστά ήθη

η ανηθικότητα αφορά όχι μόνο την ενοχική αλλά και την εμπράγματη

δικαιοπραξία27 Αν και κατά κανόνα η απλή μεταβίβαση της κυριότη-

τας είναι laquoηθικά άχρωμηraquo αφού τα κίνητρα για την κατάρτιση της ανά-

γονται στην ενοχική δικαιοπραξία αν in concreto διαγνωστεί ότι η επί-

δοση του περιουσιακού αντικειμένου έγινε χάριν τελέσεως ανήθικης

συμπεριφοράς ή ότι η ανήθικη αιτία αποτέλεσε αίρεση για την εκποιη-

τική δικαιοπραξία η ανηθικότητα πλήττει και την εμπράγματη δικαιο-

πραξία καθιστώντας αυτή άκυρη (βλ179ΑΚ) άκυρη δε και οποιαδήπο-

τε περαιτέρω μεταβίβαση

Πάντως γίνεται δεκτό και στην ελληνική αλλά και στη γερμανική νομο-

λογία ότι τα χρήματα που προκαταβάλλονται σε laquoπόρνηraquo για πραγμα-

τοποίηση σαρκικής επαφής μαζί της μεταβιβάζονται σrsquo αυτή κατά κυ-

ριότητα με την παράδοση τους αφού ως ανωτέρω αναφέρθη η ακυρό-

27 Βλ και ΑΠ ΓΕΩΡΓΙΑΔΗ Εγχειρίδιο Εμπρ Δικαίου παρ43 48 καθώς και ΑΠ ΓΕΩΡΓΙΑΔΗ Γ Αρχές ΑστΔικαίου διακρίσεις των δικαιοπραξιών

19 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

τητα της υποσχετικής δικαιοπραξίας δεν συμπαρασύρει την εμπράγμα-

τη αφού η μεταβίβαση χρημάτων είναι πράξη ηθικά ουδέτερη28

Ακριβώς επειδή η παροχή είναι έγκυρη αυτή δεν αναζητείται (εκτός

και μόνο αν το ανήθικο της αιτίας δεν βαρύνει τον δόντα) Αν βαρύνει

και αυτόν ή πολύ περισσότερο μόνο αυτόν τότε δεν αναζητείται

Πράγματι θα ήταν παράδοξο η έννομη τάξη να προστατεύει πρόσωπα

που μετήλθαν ανήθικων μέσων και προέβησαν σε δελεαστικές παροχές

για την επίτευξη μιας ανήθικης συμπεριφοράς και να τα επιβραβεύει με

την επιστροφή σε αυτά των έστω και άνευ ανταλλάγματος δοθέντων

ακόμα και στην εξαιρετική περίπτωση που και ο λήπτης βαρύνεται με

ανηθικότητα Η ρωμαϊκή αρχή laquoεν ίση αισχρότητι κρείσσων ο νεμόμε-

νοςraquo ορθά βρίσκει εδώ την εφαρμογή της29

Η ακυρότητα είναι αναδρομική (ex tunc) εκτός από τις διαρκείς συμ-

βάσεις (πχ σύμβαση εργασίας) Σε αυτές γίνεται δεκτό ότι εφόσον λει-

τούργησαν για ένα χρονικό διάστημα αναπτύσσοντας τα έννομα απο-

τελέσματα τους έχει δημιουργηθεί μια πραγματική κατάσταση η ο-

ποία αποτελεί και την αιτία διατήρησης των μέχρι τότε παροχών ενώ η

επίκληση της ακυρότητας τους έχει τα αποτελέσματα της καταγγελίας

λειτουργώντας μόνο για το μέλλον (ex nunc)

11 Δικονομική μεταχείριση

Η επίκληση της ακυρότητας αφού πρoβληθούν τα πραγματικά περιστατικά

γίνεται από οποιονδήποτε έχει έννομο συμφέρον ακόμα δε και από τον ίδιο τον

καθrsquo ου η μομφή για την επιλήψιμη συμπεριφορά αν και σε περίπτωση αυτή η ε-

πίκληση της θα μπορούσε να θεωρηθεί ως κατάχρηση δικαιώματος

Όσον αφορά το βάρος της απόδειξης στις μεν αιτιώδεις δικαιοπραξίες αυτός

που επικαλείται την εγκυρότητά της οφείλει να αποδείξει την ύπαρξη του κύρους

της αιτίας ενώ αντίθετα στις αναιτιώδεις δικαιοπραξίες το βάρος αποδείξεως φέ-

ρει εκείνος ο οποίος ασκεί είτε με αγωγή είτε με ένσταση την αξίωση αδικαιολογή-

του πλουτισμού (Αντιστροφή του βάρους της απόδειξης)

28 Βλ και ΧΡ ΜΥΛΩΝΟΠΟΥΛΟΥ Ποινικό Δίκαιο Ειδικό μέρος σελ22 29 Βλ και ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟ Επιτομή Γενικού Ενοχικού κεφ Περί αδικαιολόγητου πλουτισμού που μάλ-

λον διαφωνεί 20 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

12 Επίγραμμα

Οι δρόμοι του δικαστή του νομοθέτη και γενικότερα του εκάστοτε ερμηνευ-

τή του δικαίου είναι παράλληλοι και αλληλοσυμπληρώνονται Κοινός στόχος η εύ-

ρυθμη λειτουργία μιας κοινωνίας με σεβασμό στα βασικά ανθρώπινα δικαιώματα

στην αξία του ανθρώπου και στους θεσμούς όπως αυτοί διαμορφώνονται στην

πορεία του χρόνου

Όμως η δικαιοσύνη δεν είναι μόνο μια αφηρημένη ιδέα για τη θεσμική διάρ-

θρωση μιας κοινωνίας αλλά πρέπει να ενδιαφέρεται για τη ζωή που διάγουν οι

άνθρωποι στην πραγματικότητα και ότι καθιστά τη ζωή άξια για να τη ζουν

Γιrsquo αυτό ο ρόλος του ερμηνευτή του δικαίου και ιδίως του δικαστή είναι

κομβικός Και δεν είναι ο ρόλος αυτός παθητικός ούτε απλά συνθετικός Κινούμε-

νος εντός των εξουσιών που το Σύνταγμα του έχει προσδώσει δε στηλιτεύει αλλά

κατανοεί διαπλάθει αλλά και εξισώνει -εντός πάντοτε του θετού δικαίου

Και αν και κατά τη γενική αντίληψη ο λαός πρέπει να έχει νομολογία προ-

σαρμοσμένη στο βαθμό της ηθικής του πολλές φορές αναδεικνύεται η αντίστρο-

φη ανάγκη Να είναι η νομολογία αρωγός ώστε ο λαός να προσανατολιστεί στα

σύγχρονα ήθη και στις πολυπολιτισμικές ιδιομορφίες

Η ερμηνεία του άρθρου 178 ΑΚ αποτελεί μια χαρακτηριστική τέτοια περί-

πτωση-

21 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

Β

ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΜΕ ΤΗΝ ΟΠΟΙΑ ΔΕΣΜΕΥΕΤΑΙ ΥΠΕΡΒΟΛΙΚΩΣ Η ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΤΟΥ ΠΡΟΣΩΠΟΥ [ΚΑΤΑΔΥΝΑΣΤΕΥΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ] ndash

ΚΑΤΑΠΛΕΟΝΕΚΤΙΚΗ [ΑΙΣΧΡΟΚΕΡΔΗΣ] ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ (ΑΚ 179)

[Σπύρος Γ Παπαγιάννης]

1 Η σχέση μεταξύ των δύο ειδικών πραγματικών του άρθρου ΑΚ 179

Το δίκαιο προκειμένου να εξυπηρετεί τον κοινωνικό βίο των ανθρώπων εν-

σωματώνει στους κανόνες που το συγκροτούν τα παραγγέλματα της κοινωνικής

ηθικής δηλαδή τις επικρατούσες στην κοινωνία θεμελιώδεις αξιολογικές παρα-

στάσεις30 Έτσι η ΑΚ 178 με τον όρο ldquoχρηστά ήθηrdquo οριοθετεί την λειτουργία της

ιδιωτικής αυτονομίας μέσα στα όρια αυτού που αξιοί ο μέσης ηθικής κοινωνός του

δικαίου με σκοπό την αποτροπή καταχρήσεως κατά την διάπλαση ιδιωτικών εν-

νόμων σχέσεων και άμεσο αποτέλεσμα την άρνηση της έννομης τάξεως να προσ-

δώσει νομικό κύρος σε δικαιοπρακτικές ρυθμίσεις που προσβάλλουν τις αξίες των

οποίων αυτή επιδιώκει την πραγμάτωση31

Ενώ όμως το άρθρο ΑΚ 178 λειτουργεί ως γενική ρήτρα στο άρθρο ΑΚ 179

τυποποιούνται τα πραγματικά δύο ldquoειδικώνrdquo δικαιοπραξιών που αντιτίθενται στα

χρηστά ήθη οι ldquoκαταδυναστευτικέςrdquo συμβάσεις (ή ldquoφιμωτικέςrdquo32 δικαιοπραξίες)

και οι ldquoκαταπλεονεκτικέςrdquo συμβάσεις (ή ldquoαισχροκερδείςrdquo33 δικαιοπραξίες) Στην

πρώτη κριτήριο είναι η υπέρμετρη34 δέσμευση της ελευθερίας του προσώπου

ενώ στην δεύτερη κριτήριο αποτελεί η εκμετάλλευση της διαπραγματευτικής μει-

ονεξίας του αντισυμβαλλομένου ιδία όσον αφορά στην υπέρμετρη δέσμευση της

οικονομικής του ελευθερίας

2 Η Καταδυναστευτική Δικαιοπραξία

30 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 201217 31 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 201218 σημ 3 32 ΦΙΛΙΟΣ 2011353 33 ΦΙΛΙΟΣ opcit 34 Η ΑΚ 179α΄ αναφέρει ldquohellipδεσμεύεται υπερβολικάhelliprdquo Προτιμώ ως αποδίδουσα επί το ορθότερο

την έννοια του laquoμεγέθουςraquo της δεσμεύσεως την χρήση της λέξεως ldquoυπέρμετραrdquo λέξη-όρο που χρησιμοποιείτο στον ΑΚ προ της μεταγλωττίσεώς του στην δημοτική (την [φεύ] γλώσσα της ldquoπλέριας κατανόησηςrdquohellip)

22 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

α Έννοια

Ως ldquoκαταδυναστευτικήrdquo δικαιοπραξία νοείται κυρίως η σύμβαση (ή μεμονω-

μένη ρήτρα που περιέχεται σε σύμβαση) επί τη βάσει της οποίας δεσμεύεται

υπερμέτρως35 η προσωπική οικονομική επαγγελματική ή καλλιτεχνική ε-

λευθερία του αντισυμβαλλομένου δημιουργώντας ένα είδος υποτέλειας ένα-

ντι του άλλου μέρους36 Στην έννοια της καταδυναστεύσεως της ΑΚ 179α ε-

μπίπτει και κάθε συμβατικός περιορισμός που φέρει ως συνέπεια την υπέρ-

μετρη δέσμευση της ελευθερίας του προσώπου για ανάπτυξη οποιασδήποτε

εκδηλώσεως της προσωπικότητός του37 Είναι φανερόν ότι η ελληνική δη-

μόσια τάξη συγκεκριμενοποιεί την ρήτρα των χρηστών ηθών με την χρήση

μιάς θεμελιώδους δικαιϊκής αξίας της ελευθερίας του προσώπου εδώ ουσι-

αστικώς η συνταγματική τάξη (πχ Σ 5 sect 1) επιβάλλει τα πρόσωπα να παρα-

μένουν ελεύθερα

β Ελευθερία του προσώπου - δέσμευση

Στο πραγματικό της ΑΚ 179α΄ υπάγονται δύο κατά βάσιν περιπτώσεις συμ-

βάσεων αυτές που ενέχουν υπέρμετρη δέσμευση της προσωπικής ελευθερί-

ας του συμβαλλομένου και εκείνες με τις οποίες περιορίζεται υπερμέτρως η

ελευθερία προς (κυρίως) οικονομική και επαγγελματική δράση

Για δέσμευση της ελευθερίας του προσώπου με δικαιοπραξία γίνεται λόγος

μόνον όταν το πρόσωπο που δεσμεύτηκε είχε σύμφωνα με τον νόμο την ε-

ξουσία να διαθέσει κατά βούλησιν το αντικείμενο της δικαιοπραξίας Συνε-

πώς εάν η υποχρέωση του προσώπου δεν προέρχεται από δικαιοπραξία αλ-

λά από τον νόμο ή εάν το πρόσωπο που δεσμεύτηκε με δικαιοπραξία δεν εί-

χε σύμφωνα με τον νόμο την εξουσία να διαθέσει το αντικείμενο στο οποίο

αναφέρεται η δέσμευση η ΑΚ 179 δεν εφαρμόζεται38

Στην ελευθερία του προσώπου υπάγονται οι ατομικές ελευθερίες και τα α-

τομικά δικαιώματα αυτού39 όπως η ελευθερία συνειδήσεως της γνώμης της

διαθέσεως ψήφου του προσώπου κλπ Εδώ υπάγεται ιδίως η ελευθερία της

35 ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ 2012527 ΦΙΛΙΟΣ 2011352 36 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012 σημ 429 37 Πρβλ λχ ΑΠ 12601983 ΕλλΔνη 251347 (απεριόριστη δέσμευση της καλλιτεχνικής ελευθερί-

ας του πνευματικού δημιουργού) 38 ΕφΑθ 33271999 ΝοΒ 48485 39 ΕφΑθ 32841980 ΝοΒ 281225

23 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

εργασίας του εμπορίου της βιομηχανίας προς ανάπτυξη της οικονομικής

δράσεως του προσώπου40 Έτσι αντίκειται στα χρηστά ήθη

(1) κάθε δικαιοπραξία με την οποία απαγορεύεται σε κάποιον η άσκηση

ορισμένου επαγγέλματος ή ορισμένης βιομηχανικής ή εμπορικής δρα-

στηριότητος εφrsquo όσον περιέχει υπέρμετρη δέσμευση και

(2) η δικαιοπραξία με την οποία δεσμεύεται το δικαίωμα στην σωματική

ακεραιότητα του προσώπου στην υγεία ζωή τιμή το δικαίωμα στο

όνομα ή την προσωπικότητα το δικαίωμα εγκαταστάσεως ή μη σε ορι-

σμένο τόπο το δικαίωμα επιλογής επαγγέλματος κλπ41

γ Η ratio της απαγόρευσης

(1) Η οικονομική κατωτερότητα ενός εκ των συμβαλλομένων

Συνήθως η κατάρτιση συμβάσεως με καταδυναστευτικό περιεχόμενο

οφείλεται στην οικονομική κατωτερότητα του υποβαλλομένου στην

υπέρμετρη δέσμευση συμβαλλομένου Αυτό εκτιμάται ότι συμβαίνει

λόγω της ανάγκης αποκτήσεως της υπαρξιακής κατά κανόνα γιrsquo αυτόν

σημασίας παροχή του οικονομικώς ισχυρού αντισυμβαλλομένου συνή-

θως κάποια πίστωση Έτσι η οικονομική αυτή πίεση όταν μάλιστα

δεν υπάρχει δυνατότης καταφυγής σε άλλη πηγή αποκτήσεως του ιδί-

ου αγαθού με καλλίτερους όρους διαταράσσει την συμβατική ελευθε-

ρία η οποία μπορεί να συντρέχει ανεξαρτήτως της θέσεως που κατέχει

στην αγορά ο επιβάλλων τον περιορισμό συμβαλλόμενος (συνήθης επι-

χείρηση)

Η ρύθμιση αυτή της ΑΚ 179α΄ αντικειμενικώς κρινομένη φαίνεται ότι

είναι σχεδιασμένη με πνεύμα κηδεμονεύσεως ο δικαστής παρεμβαίνει

στο περιεχόμενο της συμβάσεως προκειμένου να προστατεύσει τον οι-

κονομικώς ασθενέστερο συμβαλλόμενο από μία άδικη εις βάρος του

κατανομή των συμβατικών βαρών και πλεονεκτημάτων

Προβληματισμός υπάρχει στο αν η οικονομική δέσμευση επέρχεται με

την κατάρτιση της συμβάσεως προκειμένου περί καταδυναστευτικών

συμβάσεων ή πρόκειται περί καταχρηστικής εκμεταλλεύσεως ήδη υ-

φισταμένης οικονομικής κατωτερότητος του αντισυμβαλλομένου προ-

40 Βλ ΤΟΥΣΗΣ Α 1978 sect 96 ΜΠΑΛΗΣ 1944 sect 64 41 Βλ ΤΟΥΣΗΣ opcit

24 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

κειμένου περί καταχρηστικής εκμεταλλεύσεως μονοπωλιακής ή δεσπό-

ζουσας θέσεως μιάς επιχειρήσεως στην αγορά

Εξrsquo άλλου χρήζει ιδιαιτέρας μνείας το ότι ενώ η συναλλακτικώς μειονε-

κτική θέση του ενός των συμβαλλομένων τεκμαίρεται αμαχήτως42 (ΑΚ

294 332sect2 334sect2 409 κλπ) στην περίπτωση καταδυναστευτικής

συμβάσεως ο αντισυμβαλλόμενος έχει δυνατότητα αποδείξεως ότι η

ρύθμιση υπήρξε προϊόν της ελευθέρας δικαιοπρακτικής αποφάσεως

του φαινομένου ως βλαπτομένου από αυτή συμβαλλομένου

(2) Η άδικη μεταξύ των μερών κατανομή των συμβατικών πλεονεκτημά-

των

Η κατανόηση του πότε είναι υπέρμετρη (ή ldquoυπερβολικήrdquohellip) ή εύλογη η

συμβατική δέσμευση της ελευθερίας του προσώπου συνιστά το κε-

ντρικό πρόβλημα του δόγματος των καταδυναστευτικών συμβάσεων

αν και η κρίση είναι νομική υποκείμενη στον έλεγχο του Αρείου Πάγου

Για τον λόγον αυτόν είναι καίριος ο ρόλος των μεγεθών αντιπαροχής

και δεσμεύσεως της οικονομικής ελευθερίας43

δ Η υπέρμετρη (υπερβολική) δέσμευση

Το κριτήριο της υπέρμετρης δεσμεύσεως ως αόριστη νομική έννοια και

προκειμένου να καταστεί δογματικώς κατάλληλη για να υπαχθεί σε αυτήν η

κρινομένη ατομική περίπτωση έχει ανάγκη εξειδικεύσεως λαμβανομένης

υπrsquo όψιν της ratio της απαγορεύσεως που τίθεται στην ΑΚ 179α΄ δηλαδή την

διάβρωση της συμβατικής ελευθερίας του ασθενέστερου μέρους αφrsquo ενός και

της ανισορροπίας στην κατανομή των συμβατικών ωφελημάτων μεταξύ των

μερών

Γίνεται ευρύτερα δεκτό στην σύγχρονη δογματική του Αστικού Δικαίου ότι

υπάρχει μία ldquoκινητήrdquo σχέση44 μεταξύ των προαναφερθέντων δύο κριτηρίων

εις τρόπον ώστε όσον εντονότερον διαβρώνεται η ελευθερία δικαιοπρακτι-

κής αποφάσεως του καταδυναστευομένου τόσον άτονος θα πρέπει να είναι

42 Για τον εμπορικό αντιπρόσωπο που συνάπτει ρήτρα μετασυμβατικής απαγορεύσεως του αντα-γωνισμού βλ ΠΔ 2191991 άρθρ10 εις εφαρμογήν του άρθρου 20 της Οδηγίας 86653 ΕΟΚ

43 ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ 2012528 ΣΠΥΡΙΔΑΚΗΣ 2004188 44 Πρβλ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012146

25 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

ο έλεγχος της άνισης κατανομής στο περιεχόμενο της σχετικής συμφωνίας

για να επιβεβαιώνεται ή όχι το στοιχείο της υπέρμετρης δεσμεύσεως45

Πέραν αυτών όμως είναι απαραίτητη και η συγκεκριμενοποίηση του κριτη-

ρίου της άνισης μεταξύ των μερών κατανομής των συμβατικών βαρών και

πλεονεκτημάτων οπότε είναι αναγκαία η αναδρομή σε ιδιαίτερα κριτήρια τα

οποία εφαρμόζει σχεδόν σταθερώς η νομολογία μας46

(1) Ο Μπαλής47 θεωρεί ότι πρέπει να συναρτάται η σχετική κρίση με το

σημείο ldquoμέχρι τοῦ ὁποίου εἶναι νόμῳ προστατεύσιμον τὸ συγκεκριμένον

συμφέρον τοῦ ἐπιβάλλοντος τὸν περιορισμὸνrdquo δηλαδή να συνυπολογί-

ζεται και το μέτρο της οικονομικής θυσίας στην οποία υποβάλλεται

ο ισχυρός συμβαλλόμενος ουσιαστικώς να σταθμίζεται η αξία της συ-

νολικής αντιπαροχής του χωρίς βεβαίως τα δύο αυτά μεγέθη να συ-

μπίπτουν κατrsquo ανάγκην

(2) Σημασίαν έχει και το στοιχείο της χρονικής διάρκειας της δεσμεύσεως

Όσον αφορά σε ρήτρες απαγορεύσεως ανταγωνισμού θεμιτός περιο-

ρισμός θεωρείται η διετία προκειμένου περί συμβάσεως εργασίας και η

πενταετία προκειμένου περί πωλήσεως επιχειρήσεως Αντιθέτως σε

συμβάσεις αποκλειστικής προμηθείας (κυρίως μπύρας ή ενέργειας) και

προμηθείας πρατηρίου βενζίνης η γερμανική νομολογία ανεβάζει το

όριο στα είκοσι περίπου έτη

(3) Σπουδαίο επίσης στοιχείο μετρήσεως του υπέρμετρου ή μη της συμ-

βατικής δεσμεύσεως είναι η τοπική έκτασή της Πρόκειται περί ενός

στοιχείου κινητού εν σχέσει προς την χρονική διάρκεια δεσμεύσεως αλ-

λά και προς τα λοιπά στοιχεία συγκεκριμενοποιήσεως της αόριστης έν-

νοιας του ldquoυπέρμετρουrdquo Δηλαδή δυνατόν όσον ευρύτερη κατά τόπο

και μακρότερη κατά χρόνον είναι η απαγόρευση τόσο μεγαλύτερο θα

πρέπει να είναι το περιουσιακό αντάλλαγμα που λαμβάνει το ασθενέ-

στερο μέρος ώστε να θεωρείται η ρήτρα θεμιτή Απροσδιόριστη κατά

τόπο και χρόνο απαγόρευση χωρίς πρόβλεψη δυνατότητος παύσεως

της δεσμεύσεως με καταγγελία προσδίδει κατά κανόνα ανήθικο χα-

45 Πρβλ ΤΕΛΛΗΣ 2007215 επ 46 Πληρέστερη ανάλυση των κριτηρίων αυτών σχετικώς με την ρήτρα μετασυμβατικής απαγο-

ρεύσεως του ανταγωνισμού βλ σε ΤΕΛΛΗΣ 2007223 επ 47 ΜΠΑΛΗΣ 1944 sect64

26 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

ρακτήρα στην σχετική ρήτρα48 διότι η έννομη τάξη δεν ευνοεί γενικώς

τις δεσμεύσεις μακροχρόνιας ή απεριορίστου διαρκείας49

(4) Το κατrsquo αντικείμενον εύρος της συμβατικἠς δεσμεύσεως είναι επίσης

κριτήριο συγκεκριμενοποιήσεως της αορίστου εννοίας του ldquoυπέρμε-

τρουrdquo Αν δηλαδή ο ασφαλειοδότης παρέχοντας υπέρμετρη εξασφά-

λιση στον δανειστή του μπορεί να ικανοποιήσει και τους λοιπούς δα-

νειστές του ή στον υποβληθέντα σε μετασυμβατική ρήτρα απαγόρευ-

σης ανταγωνισμού εναπομένει κάποια δυνατότητα επιδόσεως σε άλ-

λης μορφής οικονομική δραστηριότητα κατά την διάρκεια της απαγο-

ρεύσεως

Η παράθεση των ανωτέρω κριτηρίων είναι σαφώς ενδεικτική αφού η περί

υπέρμετρου δεσμεύσεως κρίση (πρέπει να) σχηματίζεται από μία συνολική

αξιολόγηση των ειδικών περιστάσεων που συνοδεύουν την επίμαχη σύμβα-

ση Έτσι προσμετρώνται και άλλα στοιχεία ndash κριτήρια όπως οι επαγγελμα-

τικές προοπτικές των συμβαλλομένων ή ο τρόπος λήξεως της συνεργασίας

των

Τέλος η ύπαρξη επίμεπτης υποκειμενικής στάσεως του ισχυροτέρου συμ-

βαλομένου δεν θεωρείται σύμφωνα με κρατούσα γνώμη προϋπόθεση της

ακυρότητας της συμβάσεως50

ε Εφαρμογή της διατάξεως

Η διάταξη (εδ α΄) εφαρμόζεται και στις χαριστικές δικαιοπραξίες51 Δεν ε-

φαρμόζεται η διάταξη όταν υπάρχει νόμος που συγχωρεί την υπέρμετρη δέ-

σμευση της ελευθερίας του προσώπου52 Δεν αποκλείεται η σύμβαση να

προσκρούει εν μέρει στα χρηστά ήθη οπότε έχει εφαρμογή η ΑΚ 181 (Μερι-

κή ακυρότητα δικαιοπραξίας Η ακυρότητα μέρους συνεπιφέρει την ακυρό-

τητα ολόκληρης της δικαιοπραξίας αν συνάγεται ότι δεν θα είχε επιχειρηθεί

χωρίς το άκυρο μέρος)

48 Πρβλ αντί πολλών ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ 2012528 49 Πρβλ αντίθετη άποψη (ΚΙΤΣΑΡΑΣ Ενοχικές δεσμεύσεις της εξουσίας διάθεσης 199957) σε ΓΕΩΡ-

ΓΙΑΔΗΣ 2012 sect 36 υποσημ 12 50 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 1983153 51 Βλ ΑΠ 9991975 (Βrsquo Τμήμα) ΝοΒ 24287 (ldquohellipἀποκλείεται ἡ ἐφαρμογὴ τοῦ ἐπὶ δικαιοπραξιῶν ἐφrsquo

ὧν ἐπίδοσις περιουσίας γίνεται ἄνευ ἀνταλλάγματος ἢ δὲν λαμβάνει χώραν ἀνταλλαγὴ παροχῶν διότι ἐπrsquo αὐτῶν δὲν γεννᾶται ζήτημα προφανοῦς δυσαναλογίας παροχῆς καὶ ἀντιπαροχῆςrdquo)

52 Βλ ΤΟΥΣΗΣ 1978506 επ ndash ΑΠ 1301950 27 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

ϛ Έννομες συνέπειες

(1) Σύμφωνα με την ΑΚ 179 η δικαιοπραξία που δεσμεύει υπερμέτρως την

ελευθερία του προσώπου είναι ldquoΆκυρη ως αντίθετη προς τα χρηστά ή-

θηhelliprdquo και όπως ισχύει για κάθε ανήθικη δικαιοπραξία θεωρείται από-

λυτη53 μπορεί δε να λαμβάνεται υπόψιν και αυτεπαγγέλτως από το

δικαστήριο54 Τούτο είναι λογικό και κατrsquo ακολουθίαν ορθό αφού η

απαγόρευση της υπέρμετρης δέσμευσης της ελευθερίας σκοπεί στην

προστασία της προσωπικότητας ώστε να μην αφαιρείται το αγαθό της

εξουσίας της δικαιοπρακτικής διαθέσεως του μέρους

Προκειμένου όμως περί υπέρμετρης δεσμεύσεως της οικονομικής ε-

λευθερίας προσώπου δηλαδή οικονομικών συμφερόντων των οποίων

η διαφύλαξη είναι αποκλειστική υπόθεση του προσώπου αυτού τότε

σε μια τέτοια περίπτωση το πρόσωπο αυτό και μόνο μπορεί να κρίνει

καλλίτερα από κάθε άλλον αν η άρση των δικαιοπρακτικών αποτελεσμά-

των με την επίκληση της ΑΚ 179α ακυρότητος εξυπηρετεί πράγματι τα

συμφέροντά του5556

(2) Η ακυρότητα είναι κατά κανόνα ολική ιδία όσον αφορά σε υπέρμετρη

δέσμευση της προσωπικής ελευθερίας57 Στις περιπτώσεις όμως όπου

ο ανήθικος χαρακτήρας προσδιορίζεται από οικονομικής φύσεως α-

νταλλάγματα θα πρέπει να είναι δυνατή η μερική ακυρότητα ώστε με-

τά την αφαίρεση του αδίκου μέρους να μπορεί να ισχύσει η σύμβαση

με το υπόλοιπο ορθό περιεχόμενο της και έτσι το ασθενέστερο μέρος

να ldquoαπολαύσει τελικά την πολύτιμη γιrsquo αυτόν παροχή του αντισυμβαλ-

λομένου του αλλά με δίκαιους τώρα όρουςrdquo Την δυνατότητα της μερικής

ακυρότητος φαίνεται να δέχεται η κρατούσα γνώμη πράγμα που ση-

μαίνει ότι το δικαστήριο έχει την δυνατότητα να μειώσει μετά από αί-

τηση του βλαπτομένου την δέσμευση αυτού στο προσήκον μέτρο

53 ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ 2012525 επ 54 ΛΑΔΑΣ 1979159 επ 55 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012153 56 Θεωρείται ότι σε παρόμοιες περιπτώσεις πρέπεται η (κατrsquo εξαίρεσιν) σχετική ακυρότητα διότι η

απόφαση για την διατήρηση ή άρση των δικαιοπρακτικών αποτελεσμάτων πρέπει να ανήκει αποκλειστικώς στο βλαπτόμενο από την συμβατική ρύθμιση μέρος το οποίο γνωρίζει κάλλιον παντός άλλου το τι πράγματι το συμφέρει άλλως υπάρχει ανεπίτρεπτη κηδεμόνευση των συμφερόντων αυτού του συμβαλλομένου (ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2013113)

57 εα 2α 28 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

3 Η Καταπλεονεκτική Δικαιοπραξία

α Γενικά ndash σχέση με ΠΚ 404 405

Σύμφωνα με το πραγματικό της ΑΚ 179βrsquo καταπλεονεκτική δικαιοπραξία

υπάρχει όταν στο πρόσωπο του καταπλεονεκτούμενου συντρέχουν προφα-

νής δυσαναλογία παροχής και αντιπαροχής ανάγκη κουφότητα ή απειρία

και εκμετάλλευση της μειονεκτικής αυτής θέσεως από τον καταπλεονέκτη

Σύμφωνα με την νομολογία για την πλήρωση του πραγματικού απαιτείται η

συνδρομή και των τριών αυτών προϋποθέσεων σωρευτικώς

Γίνεται δεκτό ότι σε περίπτωση ελλείψεως κάποιου από τα ανωτέρω στοι-

χείου καταφάσκεται η ακυρότητα της δικαιοπραξίας με αναγωγή στην γενι-

κή ρήτρα της ΑΚ 178 υπό την προϋπόθεση ότι συντρέχουν πρόσθετα στοι-

χεία τα οποία μπορούν να προσδώσουν στην δικαιοπραξία το χρώμα της α-

νηθικότητας

Εκδήλωση της απαγορεύσεως της καταπλεονεκτήσεως αποτελεί η ρύθμιση

των άρθρων ΠΚ 404 (τοκογλυφία) και ΠΚ 405 (αισχροκέρδεια) το πραγμα-

τικό των οποίων είναι ουσιαστικώς ίδιο με αυτό της ΑΚ 179βrsquo Αν και τίποτε

δεν εμποδίζει για την ακυρότητα καταπλεονεκτικής δικαιοπραξίας την πα-

ράλληλη επίκληση και των δύο νομοθετικών βάσεων ορθότερη θεωρείται να

διαφυλαχθεί η αυτονομία της ρυθμίσεως της ΑΚ179βrsquo αφού ο νομοθέτης

φαίνεται ότι θέλησε να ρυθμίσει ρητώς τις συνέπειες της καταπλεονεκτήσε-

ως τον ΑΚ

β Προϋποθέσεις εφαρμογής της διατάξεως

Καταπλεονέκτηση μπορεί να υπάρχει σε κάθε τύπο επαχθούς δικαιοπραξίας

με περιουσιακό περιεχόμενο58 οι οποίες μπορεί να είναι αμφοτεροβαρείς

ετεροβαρείς αιτιώδεις αναιτιώδεις (όπως πχ η αγοραπωλησία η μίσθωση

58 Διαφορετικό είναι το ζήτημα της παροχής περιουσιακού ωφελήματος με ldquoανεξάρτητηrdquo μονομε-ρή δικαιοπραξία με την οποία προσδίδεται καταπλεονεκτικό χρώμα σε προηγούμενη σύμβαση από την οποία θα πηγάζει συνήθως η υποχρέωση για τέλεση της μονομερούς δικαιοπραξίας (πχ παροχή υποθήκης)

29 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

πράγματος ή έργου ή εργασίας η εταιρεία η σύμβαση μεσιτείας ή εγγύηση)

όταν αυτές καταρτίζονται με δυσανάλογο αντάλλαγμα59

Η ΑΚ 179βrsquo δεν εφαρμόζεται στις χαριστικές δικαιοπραξίες γιατί η επίδοση

της περιουσίας γίνεται χωρίς αντάλλαγμα και έτσι δεν υπάρχει δυσαναλογία

παροχής και αντιπαροχής όπως πχ στην δωρεά στην εντολή στην άφεση

χρέους στην παρακαταθήκη χωρίς αμοιβή ή στην εγγύηση εκτός αν αυτή

ανελήφθη στο πλαίσιο μιάς αμφοτεροβαρούς συμβάσεως με ευρύτερο περι-

εχόμενο

γ Προφανής δυσαναλογία μεταξύ παροχών

Στην καταπλεονεκτική σύμβαση η ελευθερία δικαιοπρακτικής αποφάσεως

του καταπλεονεκτούμενου είναι διαταραγμένη αφού αυτός ευρίσκεται σε

μία δυσμενή σε σχέση με τον καταπλεονέκτη θέση που δεν του επιτρέπει να

προασπίσει ορθολογικώς τα συνδεόμενα με την σύμβαση συμφέροντά του

έτσι ο μηχανισμός συμβάσεως δεν μπορεί εδώ να παράσχει κανένα εχέγγυο

ορθότητος Ότι το περιεχόμενο της καταπλεονεκτικής συμβάσεως δεν είναι

ldquoορθόrdquo μαρτυρεί τελικώς η ύπαρξη της προφανούς δυσαναλογίας

Η προφανής δυσαναλογία των ανταλλασσομένων παροχών ανάγεται σε

απαραίτητο στοιχείο του πραγματικού της καταπλεονεκτήσεως στην ΑΚ

179βrsquo ενώ ταυτοχρόνως είναι και πρόβλημα που για να κατανοηθεί σωστά

πρέπει να φωτισθεί μέσα από τον συνδυασμό και την αντίθεση μιάς πλειά-

δος αρχών οι οποίες σε κινητή μεταξύ των σχέση συγκροτούν το σύστημα

του δικαίου των ενοχικών συμβάσεων60

Ως έννοια αόριστη είναι αναμφισβητήτως έννοια νομική και η υπαγωγή σε

αυτήν της σχέσεως αξίας των αμοιβαίων παροχών αποτελεί κρίσιν αξιολο-

γική υποκείμενη στον έλεγχο του ΑΠ61

Ομοφώνως γίνεται δεκτό ότι αφετηρία της κρίσεως περί υπάρξεως ή μη

προφανούς δυσαναλογίας πρέπει να αποτελεί η αντικειμενική αξία των α-

νταλλασσομένων παροχών δηλαδή η συνήθης στις συναλλαγές αξία62 Έτσι

59 Βλ ΜΠΑΛΗΣ 1944190 (sect66) 60 Βλ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 19837 σημ 23 61 ΦΙΛΙΟΣ 2011 sect147Β 62 Πρβλ ΑΠ 20952009 (Α1 Τμήμα) ldquohellipφανερή δυσαναλογία μεταξύ παροχής και αντιπαροχής

είναι αυτή που υποπίπτει στην αντίληψη λογικού και έχοντος πείρα των σχετικών συναλλαγών ανθρώπου και η οποία υπερβαίνει το μέτρο κατά το οποίο είναι ανθρωπίνως φυσικό να απο-κομίζει ο ένας κάποιο όφελος από σύμβαση οικονομικού περιεχομένου επί ζημία του άλλουrdquo

30 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

διαπιστουμένης της αντικειμενικής αξίας των αμοιβαίων παροχών ακολου-

θεί η κρίση για το αν υφίσταται μεταξύ των προφανής δυσαναλογία λαμβα-

νομένων πάντοτε υπrsquo όψιν της φύσεως της συμβάσεως και του επιδιωκομέ-

νου με αυτήν οικονομικού σκοπού63 ενώ στις περιπτώσεις ακινήτων χρη-

σιμοποιείται ευρέως στην πράξη το κριτήριο της laesio enormis64

Ένα επιπλέον στοιχείο που λαμβάνεται υπrsquo όψιν για την διαπίστωση της υ-

πάρξεως προφανούς δυσαναλογίας είναι η λεγομένη ldquoρήτρα προσθέσεωςrdquo

δηλαδή το άθροισμα των ωφελημάτων που έλαβε ο καταπλεονέκτης και των

περιουσιακών ωφελημάτων που επιπροσθέτως κατέβαλλε ο καταπλεονε-

κτούμενος σε τρίτα πρόσωπα (πχ μεσιτεία αμοιβές σε βοηθητικά πρόσωπα

κλπ)

Υπάρχουν όμως και μερικά σχετιζόμενα με την δυσαναλογία των ανταλ-

λασσομένων παροχών ειδικότερα προβλήματα που εμφανίζονται συχνά

στην δικαστηριακή πράξη παρουσιάζοντα ταυτοχρόνως σπουδαίο δογματι-

κό ενδιαφέρον

(1) Πρόσθετο τίμημα στην πώληση ακινήτου μπορεί να ληφθεί υπrsquo όψιν

το επιπλέον του αναγραφομένου στο συμβολαιογραφικό έγγραφο τι-

μήματος επιπροσθέτως καταβληθέν τίμημα

(2) Το καταπλεονεκτικό σύμφωνο εξωνήσεως η συνομολόγηση δικαιώ-

ματος εξωνήσεως με τίμημα προφανώς δυσανάλογο εν σχέσει προς αυ-

τό της πωλήσεως μήπως υποκρύπτει τοκογλυφικό δάνειο Εδώ θα

πρέπει να σταθμιστεί η δυνατότητα του πωλητή να αποτρέψει την κα-

ταπλεονεκτική γιrsquo αυτόν ρύθμιση ασκώντας το δικαίωμα εξωνήσεως

Εάν δηλαδή ο πωλητής ασκήσει αυτό το δικαίωμα παρά την προφανή

δυσαναλογία η πώληση δεν έχει καταπλεονεκτικό χαρακτήρα

(3) Η διαπίστωση της προφανούς δυσαναλογίας στον συμβιβασμό τα

συγκρινόμενα μεγέθη είναι οι αμοιβαίες παραχωρήσεις των μερών και

όχι οι εκατέρωθεν αναλαμβανόμενες υποχρεώσεις προς παροχή Η σω-

στή όμως εκτίμηση των παραχωρήσεως προϋποθέτει ως αφετηρία

63 ΑΠ 20952009 64 Ο ΛΙΤΖΕΡΟΠΟΥΛΟΣ 1932208 επ προτείνει αποδοχή της υπάρξεως προφανούς δυσαναλογίας

όταν η μία παροχή δεν φθάνει το 60 ή 50της αξίας της άλλης Βλ επίσης υποσημείωση 560 στο ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012

31 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

την νομική κατάσταση που υπήρχε πριν τον συμβιβασμό υπερβολικές

αξιώσεις προβαλλόμενες αυθαιρέτως δεν λαμβάνονται εδώ υπrsquo όψιν

Η ύπαρξη της προφανούς δυσαναλογίας κρίνεται κατά τον χρόνο καταρτί-

σεως της συμβάσεως είναι αδιάφορο αν η προφανής δυσαναλογία επήλθε

αργότερα εκτός της περιπτώσεως όπου ο καταπλεονεκτούμενος στο πλαί-

σιο της υφισταμένης κυρίας συμβατικής σχέσεως συνομολογεί ή παρέχει

πρόσθετα περιουσιακά ωφελήματα (πχ εμπράγματη ασφάλεια) που προσ-

δίδουν πλέον στην συνολική συναλλαγή καταπλεονεκτικό χρώμα

δ Ανάγκη Κουφότητα Απειρία

(1) Ανάγκη

Είναι η κατάσταση ενός προσώπου (του δικαιοπρακτούντος ή κάποιου

που συνδέεται στενά με αυτόν) που ευρίσκεται σε άμεσο οικονομικό ή

άλλο κίνδυνο65 η αντιμετώπιση του οποίου είναι ανεπίδεκτη αναβο-

λής66 Η ανάγκη πρέπει να έχει χαρακτήρα επιτακτικό και να είναι τόσο

σοβαρή ώστε αντικειμενικώς κρινομένη να μπορεί να θεωρηθεί ότι

κάθε εχέφρων άνθρωπος θα οδηγείτο στην ίδια δικαιοπρακτική συ-

μπεριφορά

Ενώ η φύση της ανάγκης είναι συνήθως οικονομική η σπουδαιότητα

του διακινδυνευομένου αγαθού καθορίζει το αν η συγκεκριμένη κάθε

φορά περίπτωση μπορεί να υπαχθεί ή όχι στην ρύθμιση της ΑΚ 179βrsquo

Είναι αδιάφορο αν η ανάγκη είναι μόνιμη ή παροδική αφού αποφασι-

στική για την εφαρμογή της ΑΚ 179βrsquo είναι η ύπαρξη ανάγκης μόνο κα-

τά τον χρόνο καταρτίσεως της δικαιοπραξίας Η ανάγκη πρέπει να είναι

πραγματική και άμεση επιτακτική και ανεπίδεκτη αναβολής

(2) Κουφότητα

Προϋπόθεση της ορθής λειτουργίας της ιδιωτικής αυτονομίας είναι η

εκ μέρους των αντισυμβαλλομένων ορθολογική στάθμιση των υπέρ και

κατά της συμβατικής ρυθμίσεως Όταν όμως ο αντισυμβαλλόμενος α-

διαφορεί λόγω απερισκεψίας ή ελλείψεως επαρκούς σκέψεως και δεν

αποδίδει στις πράξεις του την σημασία την αξία και τις συνέπειες που

έχουν αυτές τότε η συναλλακτική συμπεριφορά του χαρακτηρίζεται

65 ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ 2012530 66 ΑΠ 19982007

32 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

από κουφότητα Η κουφότητα μπορεί να οφείλεται σε οποιονδήποτε

λόγο όπως είναι η πνευματική νόσος ου δεν επέφερε όμως ολική ή με-

ρική ασυνειδησία των πράξεων του προσώπου ώστε να το κάνει εντε-

λώς ή περιορισμένως ανίκανο για την σύνταξη δικαιοπραξίας67

(3) Απειρία

Ως απειρία νοείται η έλλειψη της περί τη ζωή και τις συναλλαγές πεί-

ρας68 Το ερώτημα όμως είναι αν η σχετική με συγκεκριμένη δικαιο-

πραξία απειρία στοιχειοθετεί την απειρία της ΑΚ 179βrsquo ή όχι Γίνεται

δεκτό ότι υπάρχουν τρείς διαβαθμίσεις69 της απειρίας

(α) Η καθολική όπου ο συμβαλλόμενος στερείται παντελώς συναλ-

λακτικής πείρας και κατά συνέπειαν η περίπτωσή του υπάγεται

στην ρύθμιση της ΑΚ 179β΄

(β) Η απειρία σε ορισμένο μόνο συναλλακτικό τομέα (λχ πράξεις

επί ακινήτων χρηματιστηριακές συναλλαγές κλπ) εδώ η απειρία

δεν αποτελεί σταθερή ιδιότητα του προσώπου και παρά το ότι η

γενική του πείρα του επιτρέπει να κρίνει το επισφαλές της δικαι-

οπραξίας στην οποία προβαίνει η ελευθερία δικαιοπρακτικής α-

ποφάσεώς του δεν παύει να είναι διαταραγμένη Κατά συνέπεια

δικαιούται της προστασίας της ΑΚ 179βrsquo

(γ) Προβληματική αλλά και με πολύ μεγάλη πρακτική σημασία είναι

η τρίτη μορφή απειρίας που χαρακτηρίζεται από την έλλειψη ει-

δικών γνώσεων πού έχει ανάγκη ο σύγχρονος καταναλωτής στις

καθημερινές συναλλαγές του γνώσεων απαραιτήτων για τον

σχηματισμό σωστής εικόνας της προσφερόμενης σε αυτόν παρο-

χής Κι΄ εδώ η ελευθερία δικαιοπρακτικής αποφάσεως του κατα-

ναλωτή αδαούς όντος λόγω ανεπαρκούς πληροφορήσεως εμφα-

νίζεται διαταραγμένη και άξια της κατά την ΑΚ 179βrsquo προστασίας

ε Εκμετάλλευση

Ενώ η νομολογία μας θεωρεί αναγκαίο στοιχείο της ΑΚ 179βrsquo την υποκειμενι-

κή προϋπόθεση της εκμεταλλεύσεως την οποία πρέπει να αποδεικνύει ο ε-

67 ΑΠ 3821992 ΝοΒ 41874 68 ΑΠ 9362007 69 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012196 επ

33 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

πικαλούμενος την εφαρμογή της διατάξεως δεν έχει μέχρι τώρα αποσαφη-

νιστεί πλήρως σε τι ακριβώς συνίσταται η ldquoεκμετάλλευσηrdquo Βέβαιο πάντως

είναι ότι το στοιχείο αυτό δεν θα πρέπει να θεωρηθεί ως ηθική μομφή στο

πρόσωπο του καταπλεονέκτη

Κατrsquo αρχάς απορρίπτεται η επίκληση δόλου αφού ο δόλος απαιτείται από

την λειτουργία της ποινής και είναι ξένος προς τον λειτουργικό ρόλο της α-

κυρότητας της ανήθικης δικαιοπραξίας Το ότι δεν πρόκειται περί μομφής

φαίνεται στις περιπτώσεις καταρτίσεως δικαιοπραξίας κατά παράκλησιν

του αντισυμβαλλομένου και όχι από εκμεταλλευτική διάθεση του καταπλεο-

νέκτη Επιπλέον εάν επρόκειτο περί συνειδήσεως της ανηθικότητος εκ μέ-

ρους του καταπλεονέκτη μια τέτοια συνείδηση λόγω του περιεχομένου σε

αυτήν αξιολογικού και βουλητικού στοιχείου θα ισοδυναμούσε με πταίσμα

και δη στον βαθμό του dolus malus στοιχείου όμως ξένου προς την προ-

βληματική των ανήθικων γενικώς δικαιοπραξιών

Η ελληνική νομολογία φαίνεται να ακολουθεί την άποψη ότι ο καταπλεονέ-

κτης γνωρίζει την συναλλακτικώς δυσμενή θέση του καταπλεονεκτούμενου

και την προφανή δυσαναλογία μεταξύ παροχής και αντιπαροχής στοιχεία τα

οποία δεν θεωρεί ως λόγο προσωπικής μομφής κατά του καταπλεονέκτη αλ-

λά καταλογισμού σε αυτόν του κινδύνου της ακυρότητας της δικαιοπραξίας

Τα δικαστήρια φαίνεται ότι ταυτίζουν την εκμετάλλευση με την εκ μέρους

του καταπλεονέκτη γνώση της συναλλακτικώς δυσμενούς θέσεως του κα-

ταπλεονεκτούμενου Είναι συνήθης στις αποφάσεις η επωδός ldquoεπωφελήθη-

κεrdquo70 της γνωστής σε αυτόν ανάγκης κουφότητας ή απειρίας Γίνεται όμως

παγίως δεκτό ότι αν ο καταπλεονέκτης αγνοούσε την κατάσταση του αντι-

συμβαλλομένου του δεν υπάρχει εκμετάλλευση κατά την ΑΚ 179βrsquo Και βε-

βαίως ερωτάται γιατί θα πρέπει να γνωρίζει μόνο την ανάγκη κουφότητα ή

απειρία και όχι και την προφανή δυσαναλογία των αμοιβαίων παροχών

4 Έννομες συνέπειες

Η καταπλεονεκτική δικαιοπραξία είναι απολύτως άκυρη και για τα δύο μέρη

κατά την έννοια της ΑΚ 180 Την ακυρότητα μπορεί να προβάλλει και κάθε τρίτος

70 Πρβλ ΑΠ 20952009 34 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

που έχει έννομο συμφέρον επομένως και ο κληρονόμος ενός από τους συναλλαγέ-

ντες71

Δεν αποκλείεται και μερική ακυρότητα της δικαιοπραξίας Τούτο θα συμβεί

εάν μπορεί να προσδιορισθεί ακριβώς η μεταξύ παροχής και αντιπαροχής αναλο-

γία οπότε η δικαιοπραξία είναι άκυρη κατά το υπερβάλλον72 Κατά πόσον σε τέ-

τοια περίπτωση η μερική ακυρότητα θα συνεπιφέρει την ακυρότητα της όλης δι-

καιοπραξίας κρίνεται κατά την ΑΚ 18173

Σύμβαση εντόκου δανείου μπορεί να χαρακτηρισθεί καταπλεονεκτική συμ-

φώνως προς την ΑΚ 179 μόνο στην περίπτωση συνομολογήσεως ή λήψεως αθέ-

μιτων (τοκογλυφικών) τόκων εν σχέσει προς την αντιπαροχή με την εκμετάλ-

λευση της ανάγκης κουφότητας κλπ του δανεισθέντος οπότε και επέρχεται είτε

ολοκληρωτική και απόλυτη ακυρότητα της καταπλεονεκτικής δικαιοπραξίας κα-

τά τον κανόνα της ΑΚ 181 είτε μερική ακυρότητα οπότε αφού προσδιορισθεί

ακριβώς η μεταξύ παροχής και αντιπαροχής αναλογία η δικαιοπραξία είναι αι-

σχροκερδής και άκυρη κατά το υπερβάλλον

Η προβολή της ακυρότητας από εκείνον που μετήλθε την εκμετάλλευση

μπορεί να αποκρουσθεί με την ένσταση της ΑΚ 281 Αυτό μπορεί να συμβεί όταν

το δικαίωμα ακυρώσεως ασκείται καθυστερημένα εφ΄ όσον όμως συντρέχουν

και άλλα περιστατικά74

Οι παροχές που έγιναν σε εκπλήρωση της καταπλεονεκτικής υποσχετικής

συμβάσεως μπορούν να αναζητηθούν είτε με διεκδικητική αγωγή είτε με αγωγή

αδικαιολόγητου πλουτισμού Αυτός που ζημιώθηκε από την αισχροκερδή δικαιο-

πραξία δικαιούται εφ΄ όσον συντρέχουν οι όροι των ΑΚ 919 και ΑΚ 914 και απο-

ζημιώσεως

71 ΑΠ 9362007 72 ΜΠΑΛΗΣ 1944191 73 ΜΠΑΛΗΣ op cit 74 Για την προστασία των καλόπιστων τρίτων μέσω της ΑΚ 281 βλ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012232 επ

35 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ ΣΤ ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ Γενικές Αρχές Αστικού Δικαίου Π Ν Σάκκουλας 2012 ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ ΣΤ ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ndash ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟΣ ΠΑΝ ΜΙΧΑΗΛ Αστικός Κώδικας κατ΄ άρ-

θρο ερμηνεία τόμος Ι Π Ν Σάκκουλας 1978 ΛΑΔΑΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ Α Η ακυρότητα της δικαιοπραξίας λόγω αντιθέσεως εις τα χρη-

στά ήθη χό Θεσσαλονίκη 1979 ΛΙΤΖΕΡΟΠΟΥΛΟΣ Γ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ Η Νομολογία ως παράγων διαπλάσεως του ιδιωτικού

δικαίου Θεσσαλονίκη 1932 ΜΠΑΛΗΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ Α Γενικαί αρχαί του Αστικού Δικαίου Παπαζήσης 1944 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ ΑΛ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ Οι καταπλεονεκτικές δικαιοπραξίες Σάκκουλας Αντ

Ν 1983 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ ΑΛ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ Δικαιοπραξιες αντίθετες προς τα χρηστά ήθη Σάκ-

κουλας Αντ Ν 2012 ΠΑΠΑΣΤΕΡΙΟΥ Η ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ Αστικό Δίκαιο Επιτομή Εκδόσεις Σάκκουλα ΑΕ 2010 ΣΠΥΡΙΔΑΚΗΣ Σ ΙΩΑΝΝΗΣ Εγχειρίδιο Αστ Δικαίου 1 - Γενικές Αρχές Αντ Ν Σάκκου-

λας 2004 ΤΕΛΛΗΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ Δ Ρήτρα μετασυμβατικής απαγόρευσης ανταγωνισμού στο δί-

καιο εταιρειών και επιχειρήσεων λειτουργία και δικαστικός έλεγχος του περιε-χομένου της Εκδόσεις Σάκκουλα ΑΕ 2007

ΤΟΥΣΗΣ ΧΡ ΑΝΔΡΕΑΣ Γενικαί Αρχαί του Αστικού Δικαίου μετʹ εισαγωγής εις το δίκαι-ον εν γένει Αφοί Σάκκουλα 1978

ΤΡΙΑΝΤΟΣ Τ ΝΙΚΟΛΑΟΣ Δικαιοπραξιες Νομική Βιβλιοθηκη 2011 ΤΡΙΑΝΤΟΣ Τ ΝΙΚΟΛΑΟΣ Αστικό Δίκαιο-Επιτομή Νομική Βιβλιοθήκη 2013 ΦΙΛΙΟΣ ΧΡ ΠΑΥΛΟΣ Γενικές Αρχές Αστικού Δικαίου Εκδόσεις Σάκκουλα ΑΕ 2011 ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΕΙΣ ΑΝΔΡΟΥΛΙΔΑΚΗ-ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗ ΙΣΜΗΝΗ Η αντίθεση της διαθήκης στα χρηστά ήθη ΝοΒ

301234 ΠΕΛΕΝΗ-ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ Α Η αντιμετώπιση από τη νομολογία του άρθρου 179 περ

α΄ ΑΚ ΕλλΔνη 199459 ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟΣ ΠΑΝ ΜΙΧΑΗΛ-ΛΑΔΟΓΙΑΝΝΗΣ ΓΕΩΡ Κριτήρια αντίθεσης συμφώνου

προτίμησης προς τα χρηστά ήθη (γνμδ) ΧρΙΔ 1263 ΤΟΥΣΗΣ ΧΡ ΑΝΔΡΕΑΣ Η έννοια των χρηστών ηθών ΕΕΝ 231956 ΦΑΣΟΥΛΑΣ ΖΗΣΗΣ Η απάτη και η ακυρότητα της δικαιοπραξίας ως αντίθετη στα

χρηστά ήθη ΠοινΧρ 921032

36 36

  • 2 Συμβατική ελευθερία και γενικές ρήτρες
  • 4 Κριτήρια προσδιορισμού των χρηστών ηθών
    • Μια πρώτη κατηγοριοποίηση όμως αντίθεσης στα χρηστά ήθη μπορεί να γίνει με βάση το αν αυτή προκύπτει από το περιεχόμενο τους
      • 10 Ακυρότητα
      • α Απόλυτη ή σχετική
      • β Συνολική ή μερική
      • γ Ακυρότητα στις αιτιώδεις και αναιτιώδεις δικαιοπραξίες
      • 11 Δικονομική μεταχείριση
      • 12 Επίγραμμα

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

Η αξιολόγηση αυτή αντιβαίνει στην ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότη-

τας του διαθέτη εφόσον πλην της νομίμου μοίρας ο διαθέτης δικαιούται να

καταλείπει την υπόλοιπη περιουσία του σε τρίτα πρόσωπα Ούτε βέβαια το

ηθικό καθήκον προς άπορους ή μειονεκτούντες συγγενείς μπορεί να αναχθεί

σε νομική υποχρέωση

Το κριτήριο της ανηθικότητας δεν είναι η περιφρόνηση του διαθέτη προς τη

νόμιμη οικογένειά του όπως αυτή ερμηνεύεται από τη νομολογία αλλά το

αν η κατάληψη στην ερωμένη καθεαυτή γίνεται για ταπεινά κίνητρα ή για

λόγους ευγνωμοσύνης Στην πρώτη περίπτωση καταφανώς η διαθήκη αντί-

κειται στα χρηστά ήθη στη δεύτερη όμως οφείλει η έννομη τάξη να την ανε-

χτεί ως αναφαίρετο δικαίωμα του διαθέτη να συνδέεται ψυχικά με άλλους

πλην της οικογένειας με τη στενή έννοια22 αναγνωρίζοντας ότι ακόμα και

σε ένα πλαίσιο μιας ίσως μη ηθικής σχέσης τα μέρη αυτής διαθέτουν αξιο-

πρέπεια και ευγενή κίνητρα

8 Τα ενδιάμεσα σκαλοπάτια κατηγοριοποίησης των ανήθικων δικαιο-

πραξιών

Λόγω ακριβώς της αοριστίας της ρήτρας των χρηστών ηθών του άρθρου

178ΑΚ (σε αντίθεση με το άρθρο 179ΑΚ) είναι αδύνατο αυτή στη συγκεκριμένη

μορφή της να καταστεί ένα ρυθμιστικό πρότυπο στο οποίο θα μπορεί απευθείας

να ενταχθεί η υπό κρίση δικαιοπραξία

Για το λόγο αυτή η επιστήμη με τη μορφή ενός κινητού συστήματος23 α-

ντλώντας το υλικό της από την πλούσια νομολογία αλλά και από τη δογματική

και δικαιοσυγκριτικά δεδομένα δημιουργεί ενδιάμεσα κριτήρια laquoσκαλοπάτιαraquo

ήτοι τυποποιημένα ειδικά πραγματικά που διευκολύνουν την ασφαλή και ελέγξι-

μη ένταξη της κρινόμενης δικαιοπραξίας στο ρυθμιστικό πεδίο της συγκεκριμένης

ρήτρας

ρά ακινήτων κοσμήματα φορέματα κλπ μεγάλης αξίας Όμως καθώς η συνολική περιουσία που κατέλιπε στους νόμιμους κληρονόμους του υπερκάλυπτε τη νόμιμη μοίρα και επιπρόσθετα επειδή οι λοιποί συγγενείς του δεν είχαν ανάγκη οικονομικής ενίσχυσης το Δικαστήριο έκρινε ότι η διαθήκη δεν αποτελούσε εκδήλωση περιφρόνησης προς τη νόμιμη οικογένειά του

22 Για την έννοια της οικογένειας βλ και ΠΑΤΕΡΑΚΗ σελ292-303 laquoη προβληματική του όρου οικογέ-νειαraquo

23 βλΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ ως άνω 13 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

Βέβαια ακόμα και στις περιπτώσεις αυτές οι εν λόγω ομάδες δεν είναι οριο-

θετημένες σαφώς μεταξύ τους καθώς ενίοτε το βασικό αξιολογικό στοιχείο το ο-

ποίο αναδεικνύει την αντίθεση στα χρηστά ήθη μπορεί να εμφανίζεται και σε μια

άλλη ομάδα να επικαλύπτονται ή να αλληλοαποκλείονται όπως για παράδειγμα

το στοιχείο της ανισότητας των συμβαλλομένων απαντά και στην καταδυναστευ-

τική αλλά και στην καταπλεονεκτική δικαιοπραξία

Συγκεκριμένα24

α Δικαιοπραξίες για τις οποίες επαπειλείται ακυρότητα προς σκοπόν

την προστασία των συμφερόντων του αντισυμβαλλόμενου

Εδώ υπάγονται

(1) Οι περιπτώσεις των καταδυναστευτικών συμβάσεων οι οποίες απο-

τελούν με τα ειδικότερο πραγματικό τους ξεχωριστή ομάδα αντίθεση

στα χρηστά ήθη (179 ΑΚ)

(2) Αυτές που θέτουν εν κινδύνω το δικαίωμα της αυτοδιάθεσης σε ζη-

τήματα απολύτως ελεύθερης επιλογής του προσώπου όπως αυτές

που οδηγούν στη δέσμευση του αναφορικά με ζητήματα για τα οποία

πρέπει να μείνει ελεύθερο από κάθε εξαναγκασμό αρχή σύμφωνα με το

Σύνταγμα αλλά και την αρχή της προστασίας της προσωπικότητας του

άρθρου 57ΑΚ όπως η διάταξη τελευταίας βουλήσεως που καταλείπει

υπό την αίρεση της αγαμίας τη θρησκείας της αλλαγής τόπου κατοικί-

ας της επιλογής συγκεκριμένου επαγγέλματος

(3) Κάθε δικαιοπραξία που εμπορευματοποιεί αποφάσεις αναγόμενες

στη σφαίρα της απολύτου ελευθερίας του προσώπου ή την άσκηση

επιβαλλομένου από την ηθική καθήκοντος Εδώ κυρίως η απαξία

προσδίδεται λόγω της συμφωνίας για παροχή αμοιβής ή γενικότερα

περιουσιακής φύσεως ωφελημάτων ως μέσο επίδειξης από τον αντι-

24 Για μια διαφορετική κατηγοριοποίηση περιεκτικότερη και ίσως ευκρινέστερη βλ και Γνωμο-δότηση ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟΥ-ΛΑΔΟΓΙΑΝΝΗ με αντικείμενο τα laquoΚριτήρια αντίθεσης συμφώνου προτίμησης στα χρηστά ήθηraquo ΧρΙδΔ ΙΒ2012 όπου μνημονεύονται πέντε κύριες κατη-γορίες-κριτήρια ήτοι 1) η υπερβολική δέσμευση της ελευθερίας του προσώπου 2) η καταπλεονέκτηση (179β ΑΚ) 3) η εκμετάλλευση μιας θέσης ισχύος που μπορεί να έχει κάποιος στην αγορά 4) η πρόκληση βλάβης σε τρίτους και 5) η σοβαρή δυσαναλογία παροχής και αντιπαροχής Εδώ ακολουθήθηκε η κατηγοριοποίηση του Π ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ η οποία είναι μεν υπεραναλυτική αλλά ταυτόχρονα περιλαμβάνει κατrsquo εκτίμηση όλες τις μέχρι τώρα εμφανισθείσες περιπτώσεις αντιθέσεως στα χρηστά ήθη

14 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

συμβαλλόμενο συμπεριφοράς που ανάγεται στη σφαίρα της απολύτου

ελευθερίας του ή από επιβαλλόμενα από την ηθική καθήκοντα

(4) Κάθε δικαιοπραξία που οδηγεί σε υπέρμετρη επιβάρυνση του συναλ-

λακτικά ασθενέστερου και ιδίως του εγγυητή Εδώ πέραν των κλα-

σικών καταπλεονεκτικών συμβάσεων ανήκουν κυρίως οι laquoοιονεί οι-

κογενειακές εγγυήσειςraquo όπου πρόσωπα στερούμενα περιουσίας ώστε

να αναλάβουν υποχρεώσεις συνάπτουν συμβάσεις εγγυήσεως με το

δανειστή μέλους της οικογένειας τους Η νομική σκέψη που δικαιολο-

γεί εδώ την ανηθικότητα έγκειται στην ανάληψη υπέρμετρων συμβα-

τικών επιβαρύνσεων που δεν ανάγονται στην πραγματικά ελεύθερη

δικαιοπρακτική βούληση του εγγυητή ο οποίος πράττει τούτο κοινω-

νικοτυπικά λόγω της συγγενικής σχέσης ευρισκόμενος σε μειονεκτική

διαπραγματευτικά θέση έναντι του δανειστή

β Δικαιοπραξίες για τις οποίες επαπειλείται ακυρότητα προς σκοπόν

την προστασία των συμφερόντων τρίτων

Εδώ υπάγονται

(1) Δικαιοπραξίες προς ματαίωση ήδη θεμελιωμένων ενοχικών απαιτή-

σεων τρίτων όπου η βλάβη του αντισυμβαλλομένου προκαλείται από

την καταχρηστική άσκηση της συμβατικής ελευθερίας Εδώ υπάγονται

η παρώθηση κάποιου σε αθέτηση των συμβατικών υποχρεώσεων του

η απόσπαση προσωπικού που βρίσκεται σε υπηρεσία άλλου

(2) Δικαιοπραξίες προς βλάβη των περιουσιακών συμφερόντων των δα-

νειστών όπου αντικείμενο δεν είναι συγκεκριμένα αλλά γενικά τα πε-

ριουσιακά συμφέροντα τρίτων που παραπλανόνται σε σχέση με την

πιστοληπτική ικανότητα του αντισυμβαλλομένου τους

(3) Δικαιοπραξίες που καταχρώνται τη θέση εμπιστοσύνης έναντι τρί-

του με κλασικό παράδειγμα της κατηγορίας αυτής που αντιπρόσωπος

κάποιου συμβάλλεται με τρίτο κατά τρόπο ώστε να βλάψει τα συμφέ-

ροντα του εντολέως του

(4) Συμφωνίες περί μη θεματισμού σε δημόσιο πλειστηριασμό ή υποβο-

λής προσφοράς μέχρι ορισμένου ποσού όταν η συμφωνία είναι πρό-

σφορη να βλάψει τα συμφέροντα είτε του οφειλέτη είτε των δανει-

στών

15 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

γ Δικαιοπραξίες για τις οποίες επαπειλείται ακυρότητα προς σκοπόν

την προστασία των συμφερόντων της ολότητας

Εδώ ανήκουν προεχόντως δικαιοπραξίες που αντιβαίνουν σε συνταγ-

ματικής κυρίως φύσεως επιταγές και κυρίως

(1) Δικαιοπραξίες που προσβάλλουν τη συνταγματική τάξη όπως αυτές

που ενέχουν αθέμιτο περιορισμό του δικαιώματος αυτοδιάθεσης του

προσώπου

(2) Δικαιοπραξίες που διαταράσσουν την εύρυθμη λειτουργία του κρά-

τους και των Υπηρεσιών του όπως αυτές που σκοπούν στη διευκό-

λυνση παρανόμων πράξεων συμβάσεις με τις οποίες επιδιώκεται η

φοροδιαφυγή κλπ

(3) Δικαιοπραξίες που διαταράσσουν την οικονομική τάξη όπως αυτές

που παρακωλύουν εμποδίζουν ή περιορίζουν την ελεύθερη λειτουργία

του ανταγωνισμού στο μέτρο που δεν υπάγονται στις απαγορευτικές

διατάξεις των άρθρων 1 και 2 του Ν39592011

(4) Δικαιοπραξίες που προσβάλλουν τα σεξουαλικά ήθη και την οικογε-

νειακή τάξη Μολονότι συντελείται σημαντική μεταβολή της στάσης

της έννομης τάξης ως προς τα ζητήματα αυτά εδώ υπάγονται κυρίως

συμφωνίες για την επrsquo ανταλλάγματι τέλεση σεξουαλικής πράξης ως

αντικείμενης στην αξιοπρέπεια του ατόμου συμφωνίες που προ-

σκρούουν στην ηθική ουσία του γάμου ή τη συγγένεια όπως η συμφω-

νία αμοιβής για σύναψη εικονικού γάμου οι συμφωνίες μεσολάβησης

για εύρεση κυοφόρου γυναίκας και πώλησης γενετικού υλικού κλπ

(5) Δικαιοπραξίες που αντιτίθεται στο επαγγελματικό ήθος όπως συμ-

φωνίες για προσπόριση τίτλου ή αξιώματος έναντι οικονομικού ανταλ-

λάγματος (υποβοήθηση σε συγγραφή διδακτορικής διατριβής) συμ-

φωνίες πωλήσεως δικηγορικών γραφείων (κυρίως από τη γερμανική

νομολογία) όταν in concreto δικαιολογείται ο φόβος ότι ο νέος διευ-

θύνων θα το διευθύνει με τρόπο που δε συνάδει στις απαιτήσεις της

εύρυθμης απονομής της δικαιοσύνης κλπ

9 Κρίσιμος χρόνος διαγνώσεως της αντίθεσης στα χρηστά ήθη

16 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

Κατά την κρατούσα γνώμη κρίσιμος χρόνος για την κρίση της αντίθεσης μιας

δικαιοπραξίας στα χρηστά ήθη είναι ο χρόνος κατάρτισής της διότι η ανηθικότη-

τα ή μη μιας δικαιοπραξίας δεν μπορεί παρά να κρίνεται με βάση τις ισχύουσες

κατά την κατάρτισή της ηθικές και θεμελιώδεις αρχές

Περαιτέρω όμως ορθότερο είναι να δεχθεί κανείς ότι η μεταβολή και εξέλιξη

της έννοιας των χρηστών ηθών δεν μπορεί αναδρομικά να επηρεάσει προς το χεί-

ρον την αξιολόγηση της ρυθμίσεως που όταν συνήφθη τα μέρη πίστευαν ότι είναι

σύμφωνη με τα χρηστά ήθη εκτός αν πρόκειται για σύμβαση διαρκείας οπότε

πλέον τα αποτελέσματά της αντίκεινται στα χρηστά ήθη όπως αυτά θα έχουν δι-

αμορφωθεί

Αντίθετα όταν μια δικαιοπραξία ήταν αντίθετη στα χρηστά ήθη κατά το χρό-

νο σύνταξη της αλλά λόγω μεταβολής της ερμηνείας των χρηστών ηθών ή λόγω

μεταβολής των πραγματικών περιστατικών πλέον το περιεχόμενο είναι συμβατό

με αυτά ορθότερη είναι η ευεργετική αναδρομικά ίαση της και η επέλευση των

εννόμων συνεπειών της ιδιαίτερα σε περιπτώσεις διατάξεων τελευταίας βουλή-

σεως

10 Ακυρότητα

α Απόλυτη ή σχετική

Η αντίθεση μιας δικαιοπραξίας στα χρηστά ήθη συνεπάγεται σύμφωνα με

την ΑΚ 178 ακυρότητα της δικαιοπραξίας Δεν θα ανταποκρινόταν στο νόη-

μα και στο σκοπό της ρήτρας η διατήρηση του κύρους της δικαιοπραξίας να

επαφίεται στη βούληση των μερών αφού πέραν των άλλων η συγκεκριμένη

διάταξη προστατεύει μεταξύ άλλων και το γενικό συμφέρον25 Αυτό όμως θα

είχε ως αποτέλεσμα ειδικά σε περιπτώσεις που η ανηθικότητα στρέφεται

μόνο κατά του αντισυμβαλλόμενου και όχι κατά της ολότητας η ακυρότητα

να λαμβάνεται αυτεπαγγέλτως υπrsquo όψιν και να μπορεί και ο ίδιος ο ενεργή-

σας ανήθικα να την επικαλεστεί

Γιrsquo αυτό το λόγο σε περιπτώσεις που η ανηθικότητα δεν προκύπτει από το

περιεχόμενό της αλλά από τις περιστάσεις 26 όπως στις περιπτώσεις των

καταπλεονεκτικών δικαιοπραξιών η ακυρότητα δεν παρίσταται δικαιολο-

25 Βλ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ όπως πιο πάνω και ΓΕΩΡΓΙΑΔΗ-ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟ ΕρμΑΚ άρθρο 178 σελ 276 ΝΙΚΟ-ΛΟΠΟΥΛΟ Γεν Αρχές σελ 314-315

26 Βλ ομοίως ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ Δικαιοπραξίες αντίθετες προς τα χρηστά ήθη 17 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

γημένη Ορθότερο λοιπόν θα ήταν να είναι σχετική ώστε να καταστεί δυνα-

τή η απολαβή της παροχής με δικαιότερους όρους

β Συνολική ή μερική

Όσον αφορά την ακυρότητα της σύμβασης στο σύνολο ή σε μέρος αυτής αν

η ανηθικότητα πλήττει μόνο μια μεμονωμένη συμβατική ρήτρα δυναμένη να

αποχωριστεί από τη σύμβαση και αυτή να δύναται να πραγματώσει το σκο-

πό της τότε η ακυρότητα μπορεί να περιοριστεί στη ρήτρα αυτή

Αναλογικά και κυρίως ως ανωτέρω αναφέρθηκε σε περιπτώσεις καταπλεο-

νεκτικών ή καταδυναστευτικών δικαιοπραξιών η μερική ακυρότητα θα μπο-

ρούσε να είναι δυνατή με την έννοια της αφαίρεσης του αδίκου μέρους της

ώστε αυτή να μπορεί να ισχύσει με το υπόλοιπο ορθό περιεχόμενό της Αμ-

φισβητείται όμως αν αυτό ανταποκρίνεται στα εύλογα συμφέροντα των α-

ντισυμβαλλομένων και ιδίως του ισχυρότερου μέρους που η πραγματική ή

εικαζόμενη βούληση του μάλλον θα κατατείνει στην ακύρωση της δικαιο-

πραξίας

Βέβαια όσον αφορά τη σχέση του 178 ΑΚ με το 181 ΑΚ στην ερμηνεία αυτής

έχουν υπεισέλθει αντικειμενικοί παράγοντες όπως ο σκοπός του κανόνα δι-

καίου που θεσπίζει την ακυρότητα διότι άλλως με την αποδοχή της ολικής

ακυρότητας ματαιούται ο προστατευτικός σκοπός της διάταξης Επομένως

ορθότερο είναι στις περιπτώσεις αυτές η ακυρότητα ή μη της σύμβασης να

καταλίπεται στο ασθενέστερο μέρος

γ Ακυρότητα στις αιτιώδεις και αναιτιώδεις δικαιοπραξίες

(1) Στις αιτιώδεις δικαιοπραξίες αν η αιτία είναι άκυρη άκυρη είναι και η

αιτιώδης δικαιοπραξία Επομένως αν η υποσχετική σύμβαση η οποία

αποτελεί την αιτία εκποιητικής δικαιοπραξίας (πχ μεταβίβασης κυ-

ριότητας ακινήτου) άκυρη λόγω αντίθεσης στα χρηστά ήθη συμπαρα-

σύρει σε ακυρότητα και την εμπράγματη δικαιοπραξία το κύρος της

οποίας εξαρτάται από την ύπαρξη εγκύρου αιτίας

Για το λόγο αυτό η αναζήτηση της παροχής γίνεται με διεκδικητική

αγωγή

(2) Αντίθετα στις αφηρημένες ή αναιτιώδεις δικαιοπραξίες το κύρος των

οποίων δεν εξαρτάται από την ύπαρξη και το κύρος της αιτίας ούτε

αυτή αποτελεί στοιχείο του πραγματικού τους η έλλειψη αιτίας ή η

18 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

ακυρότητα αυτής καταρχήν δεν επηρεάζει το κύρος τους ο δε διαθέ-

σας έχει (αν δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις του 907ΑΚ) μόνο την α-

ξίωση αδικαιολογήτου πλουτισμού Χαρακτηριστικά παραδείγματα της

κατηγορίας αυτής είναι από τις μεν υποσχετικές δικαιοπραξίες η αφη-

ρημένη υπόσχεση χρέους ενώ από τις εκποιητικές η μεταβίβαση κυριό-

τητας κινητού Δικαιολογητικός λόγος της τελευταίας είναι η ταχύτητα

και η ασφάλεια των συναλλαγών καθώς οι διάδοχοι του αποκτώντος

αποκτούν έγκυρα από αυτόν ακόμα και αν αυτός είχε αποκτήσει βάσει

μιας άκυρης υποσχετικής δικαιοπραξίας Επιπλέον διευκολύνεται η α-

πόδειξη κτήσης του δικαιώματος αφού αυτός που υποστηρίζει ότι εί-

ναι δικαιούχος οφείλει και αρκεί να αποδείξει μόνο της εκποιητική δι-

καιοπραξία και όχι την αιτία αυτής

Το ότι η αναιτιώδης δικαιοπραξία είναι γενικά ανεξάρτητη από το κύ-

ρος της αιτίας δε σημαίνει ότι δεν υπάρχει αιτία γιrsquo αυτή αλλά ότι η αι-

τία δεν αποτελεί ως άνω αναφέρθηκε στοιχείο του πραγματικού της

Επομένως η laquoηθικά άχρωμηraquo αναιτιώδης δικαιοπραξία μπορεί κατά

περίπτωση να θεωρηθεί άκυρη με διάσπαση της αρχής του αναιτιώ-

δους όταν σε περίπτωση αντίθεσης της δικαιοπραξίας στα χρηστά ήθη

η ανηθικότητα αφορά όχι μόνο την ενοχική αλλά και την εμπράγματη

δικαιοπραξία27 Αν και κατά κανόνα η απλή μεταβίβαση της κυριότη-

τας είναι laquoηθικά άχρωμηraquo αφού τα κίνητρα για την κατάρτιση της ανά-

γονται στην ενοχική δικαιοπραξία αν in concreto διαγνωστεί ότι η επί-

δοση του περιουσιακού αντικειμένου έγινε χάριν τελέσεως ανήθικης

συμπεριφοράς ή ότι η ανήθικη αιτία αποτέλεσε αίρεση για την εκποιη-

τική δικαιοπραξία η ανηθικότητα πλήττει και την εμπράγματη δικαιο-

πραξία καθιστώντας αυτή άκυρη (βλ179ΑΚ) άκυρη δε και οποιαδήπο-

τε περαιτέρω μεταβίβαση

Πάντως γίνεται δεκτό και στην ελληνική αλλά και στη γερμανική νομο-

λογία ότι τα χρήματα που προκαταβάλλονται σε laquoπόρνηraquo για πραγμα-

τοποίηση σαρκικής επαφής μαζί της μεταβιβάζονται σrsquo αυτή κατά κυ-

ριότητα με την παράδοση τους αφού ως ανωτέρω αναφέρθη η ακυρό-

27 Βλ και ΑΠ ΓΕΩΡΓΙΑΔΗ Εγχειρίδιο Εμπρ Δικαίου παρ43 48 καθώς και ΑΠ ΓΕΩΡΓΙΑΔΗ Γ Αρχές ΑστΔικαίου διακρίσεις των δικαιοπραξιών

19 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

τητα της υποσχετικής δικαιοπραξίας δεν συμπαρασύρει την εμπράγμα-

τη αφού η μεταβίβαση χρημάτων είναι πράξη ηθικά ουδέτερη28

Ακριβώς επειδή η παροχή είναι έγκυρη αυτή δεν αναζητείται (εκτός

και μόνο αν το ανήθικο της αιτίας δεν βαρύνει τον δόντα) Αν βαρύνει

και αυτόν ή πολύ περισσότερο μόνο αυτόν τότε δεν αναζητείται

Πράγματι θα ήταν παράδοξο η έννομη τάξη να προστατεύει πρόσωπα

που μετήλθαν ανήθικων μέσων και προέβησαν σε δελεαστικές παροχές

για την επίτευξη μιας ανήθικης συμπεριφοράς και να τα επιβραβεύει με

την επιστροφή σε αυτά των έστω και άνευ ανταλλάγματος δοθέντων

ακόμα και στην εξαιρετική περίπτωση που και ο λήπτης βαρύνεται με

ανηθικότητα Η ρωμαϊκή αρχή laquoεν ίση αισχρότητι κρείσσων ο νεμόμε-

νοςraquo ορθά βρίσκει εδώ την εφαρμογή της29

Η ακυρότητα είναι αναδρομική (ex tunc) εκτός από τις διαρκείς συμ-

βάσεις (πχ σύμβαση εργασίας) Σε αυτές γίνεται δεκτό ότι εφόσον λει-

τούργησαν για ένα χρονικό διάστημα αναπτύσσοντας τα έννομα απο-

τελέσματα τους έχει δημιουργηθεί μια πραγματική κατάσταση η ο-

ποία αποτελεί και την αιτία διατήρησης των μέχρι τότε παροχών ενώ η

επίκληση της ακυρότητας τους έχει τα αποτελέσματα της καταγγελίας

λειτουργώντας μόνο για το μέλλον (ex nunc)

11 Δικονομική μεταχείριση

Η επίκληση της ακυρότητας αφού πρoβληθούν τα πραγματικά περιστατικά

γίνεται από οποιονδήποτε έχει έννομο συμφέρον ακόμα δε και από τον ίδιο τον

καθrsquo ου η μομφή για την επιλήψιμη συμπεριφορά αν και σε περίπτωση αυτή η ε-

πίκληση της θα μπορούσε να θεωρηθεί ως κατάχρηση δικαιώματος

Όσον αφορά το βάρος της απόδειξης στις μεν αιτιώδεις δικαιοπραξίες αυτός

που επικαλείται την εγκυρότητά της οφείλει να αποδείξει την ύπαρξη του κύρους

της αιτίας ενώ αντίθετα στις αναιτιώδεις δικαιοπραξίες το βάρος αποδείξεως φέ-

ρει εκείνος ο οποίος ασκεί είτε με αγωγή είτε με ένσταση την αξίωση αδικαιολογή-

του πλουτισμού (Αντιστροφή του βάρους της απόδειξης)

28 Βλ και ΧΡ ΜΥΛΩΝΟΠΟΥΛΟΥ Ποινικό Δίκαιο Ειδικό μέρος σελ22 29 Βλ και ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟ Επιτομή Γενικού Ενοχικού κεφ Περί αδικαιολόγητου πλουτισμού που μάλ-

λον διαφωνεί 20 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

12 Επίγραμμα

Οι δρόμοι του δικαστή του νομοθέτη και γενικότερα του εκάστοτε ερμηνευ-

τή του δικαίου είναι παράλληλοι και αλληλοσυμπληρώνονται Κοινός στόχος η εύ-

ρυθμη λειτουργία μιας κοινωνίας με σεβασμό στα βασικά ανθρώπινα δικαιώματα

στην αξία του ανθρώπου και στους θεσμούς όπως αυτοί διαμορφώνονται στην

πορεία του χρόνου

Όμως η δικαιοσύνη δεν είναι μόνο μια αφηρημένη ιδέα για τη θεσμική διάρ-

θρωση μιας κοινωνίας αλλά πρέπει να ενδιαφέρεται για τη ζωή που διάγουν οι

άνθρωποι στην πραγματικότητα και ότι καθιστά τη ζωή άξια για να τη ζουν

Γιrsquo αυτό ο ρόλος του ερμηνευτή του δικαίου και ιδίως του δικαστή είναι

κομβικός Και δεν είναι ο ρόλος αυτός παθητικός ούτε απλά συνθετικός Κινούμε-

νος εντός των εξουσιών που το Σύνταγμα του έχει προσδώσει δε στηλιτεύει αλλά

κατανοεί διαπλάθει αλλά και εξισώνει -εντός πάντοτε του θετού δικαίου

Και αν και κατά τη γενική αντίληψη ο λαός πρέπει να έχει νομολογία προ-

σαρμοσμένη στο βαθμό της ηθικής του πολλές φορές αναδεικνύεται η αντίστρο-

φη ανάγκη Να είναι η νομολογία αρωγός ώστε ο λαός να προσανατολιστεί στα

σύγχρονα ήθη και στις πολυπολιτισμικές ιδιομορφίες

Η ερμηνεία του άρθρου 178 ΑΚ αποτελεί μια χαρακτηριστική τέτοια περί-

πτωση-

21 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

Β

ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΜΕ ΤΗΝ ΟΠΟΙΑ ΔΕΣΜΕΥΕΤΑΙ ΥΠΕΡΒΟΛΙΚΩΣ Η ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΤΟΥ ΠΡΟΣΩΠΟΥ [ΚΑΤΑΔΥΝΑΣΤΕΥΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ] ndash

ΚΑΤΑΠΛΕΟΝΕΚΤΙΚΗ [ΑΙΣΧΡΟΚΕΡΔΗΣ] ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ (ΑΚ 179)

[Σπύρος Γ Παπαγιάννης]

1 Η σχέση μεταξύ των δύο ειδικών πραγματικών του άρθρου ΑΚ 179

Το δίκαιο προκειμένου να εξυπηρετεί τον κοινωνικό βίο των ανθρώπων εν-

σωματώνει στους κανόνες που το συγκροτούν τα παραγγέλματα της κοινωνικής

ηθικής δηλαδή τις επικρατούσες στην κοινωνία θεμελιώδεις αξιολογικές παρα-

στάσεις30 Έτσι η ΑΚ 178 με τον όρο ldquoχρηστά ήθηrdquo οριοθετεί την λειτουργία της

ιδιωτικής αυτονομίας μέσα στα όρια αυτού που αξιοί ο μέσης ηθικής κοινωνός του

δικαίου με σκοπό την αποτροπή καταχρήσεως κατά την διάπλαση ιδιωτικών εν-

νόμων σχέσεων και άμεσο αποτέλεσμα την άρνηση της έννομης τάξεως να προσ-

δώσει νομικό κύρος σε δικαιοπρακτικές ρυθμίσεις που προσβάλλουν τις αξίες των

οποίων αυτή επιδιώκει την πραγμάτωση31

Ενώ όμως το άρθρο ΑΚ 178 λειτουργεί ως γενική ρήτρα στο άρθρο ΑΚ 179

τυποποιούνται τα πραγματικά δύο ldquoειδικώνrdquo δικαιοπραξιών που αντιτίθενται στα

χρηστά ήθη οι ldquoκαταδυναστευτικέςrdquo συμβάσεις (ή ldquoφιμωτικέςrdquo32 δικαιοπραξίες)

και οι ldquoκαταπλεονεκτικέςrdquo συμβάσεις (ή ldquoαισχροκερδείςrdquo33 δικαιοπραξίες) Στην

πρώτη κριτήριο είναι η υπέρμετρη34 δέσμευση της ελευθερίας του προσώπου

ενώ στην δεύτερη κριτήριο αποτελεί η εκμετάλλευση της διαπραγματευτικής μει-

ονεξίας του αντισυμβαλλομένου ιδία όσον αφορά στην υπέρμετρη δέσμευση της

οικονομικής του ελευθερίας

2 Η Καταδυναστευτική Δικαιοπραξία

30 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 201217 31 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 201218 σημ 3 32 ΦΙΛΙΟΣ 2011353 33 ΦΙΛΙΟΣ opcit 34 Η ΑΚ 179α΄ αναφέρει ldquohellipδεσμεύεται υπερβολικάhelliprdquo Προτιμώ ως αποδίδουσα επί το ορθότερο

την έννοια του laquoμεγέθουςraquo της δεσμεύσεως την χρήση της λέξεως ldquoυπέρμετραrdquo λέξη-όρο που χρησιμοποιείτο στον ΑΚ προ της μεταγλωττίσεώς του στην δημοτική (την [φεύ] γλώσσα της ldquoπλέριας κατανόησηςrdquohellip)

22 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

α Έννοια

Ως ldquoκαταδυναστευτικήrdquo δικαιοπραξία νοείται κυρίως η σύμβαση (ή μεμονω-

μένη ρήτρα που περιέχεται σε σύμβαση) επί τη βάσει της οποίας δεσμεύεται

υπερμέτρως35 η προσωπική οικονομική επαγγελματική ή καλλιτεχνική ε-

λευθερία του αντισυμβαλλομένου δημιουργώντας ένα είδος υποτέλειας ένα-

ντι του άλλου μέρους36 Στην έννοια της καταδυναστεύσεως της ΑΚ 179α ε-

μπίπτει και κάθε συμβατικός περιορισμός που φέρει ως συνέπεια την υπέρ-

μετρη δέσμευση της ελευθερίας του προσώπου για ανάπτυξη οποιασδήποτε

εκδηλώσεως της προσωπικότητός του37 Είναι φανερόν ότι η ελληνική δη-

μόσια τάξη συγκεκριμενοποιεί την ρήτρα των χρηστών ηθών με την χρήση

μιάς θεμελιώδους δικαιϊκής αξίας της ελευθερίας του προσώπου εδώ ουσι-

αστικώς η συνταγματική τάξη (πχ Σ 5 sect 1) επιβάλλει τα πρόσωπα να παρα-

μένουν ελεύθερα

β Ελευθερία του προσώπου - δέσμευση

Στο πραγματικό της ΑΚ 179α΄ υπάγονται δύο κατά βάσιν περιπτώσεις συμ-

βάσεων αυτές που ενέχουν υπέρμετρη δέσμευση της προσωπικής ελευθερί-

ας του συμβαλλομένου και εκείνες με τις οποίες περιορίζεται υπερμέτρως η

ελευθερία προς (κυρίως) οικονομική και επαγγελματική δράση

Για δέσμευση της ελευθερίας του προσώπου με δικαιοπραξία γίνεται λόγος

μόνον όταν το πρόσωπο που δεσμεύτηκε είχε σύμφωνα με τον νόμο την ε-

ξουσία να διαθέσει κατά βούλησιν το αντικείμενο της δικαιοπραξίας Συνε-

πώς εάν η υποχρέωση του προσώπου δεν προέρχεται από δικαιοπραξία αλ-

λά από τον νόμο ή εάν το πρόσωπο που δεσμεύτηκε με δικαιοπραξία δεν εί-

χε σύμφωνα με τον νόμο την εξουσία να διαθέσει το αντικείμενο στο οποίο

αναφέρεται η δέσμευση η ΑΚ 179 δεν εφαρμόζεται38

Στην ελευθερία του προσώπου υπάγονται οι ατομικές ελευθερίες και τα α-

τομικά δικαιώματα αυτού39 όπως η ελευθερία συνειδήσεως της γνώμης της

διαθέσεως ψήφου του προσώπου κλπ Εδώ υπάγεται ιδίως η ελευθερία της

35 ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ 2012527 ΦΙΛΙΟΣ 2011352 36 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012 σημ 429 37 Πρβλ λχ ΑΠ 12601983 ΕλλΔνη 251347 (απεριόριστη δέσμευση της καλλιτεχνικής ελευθερί-

ας του πνευματικού δημιουργού) 38 ΕφΑθ 33271999 ΝοΒ 48485 39 ΕφΑθ 32841980 ΝοΒ 281225

23 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

εργασίας του εμπορίου της βιομηχανίας προς ανάπτυξη της οικονομικής

δράσεως του προσώπου40 Έτσι αντίκειται στα χρηστά ήθη

(1) κάθε δικαιοπραξία με την οποία απαγορεύεται σε κάποιον η άσκηση

ορισμένου επαγγέλματος ή ορισμένης βιομηχανικής ή εμπορικής δρα-

στηριότητος εφrsquo όσον περιέχει υπέρμετρη δέσμευση και

(2) η δικαιοπραξία με την οποία δεσμεύεται το δικαίωμα στην σωματική

ακεραιότητα του προσώπου στην υγεία ζωή τιμή το δικαίωμα στο

όνομα ή την προσωπικότητα το δικαίωμα εγκαταστάσεως ή μη σε ορι-

σμένο τόπο το δικαίωμα επιλογής επαγγέλματος κλπ41

γ Η ratio της απαγόρευσης

(1) Η οικονομική κατωτερότητα ενός εκ των συμβαλλομένων

Συνήθως η κατάρτιση συμβάσεως με καταδυναστευτικό περιεχόμενο

οφείλεται στην οικονομική κατωτερότητα του υποβαλλομένου στην

υπέρμετρη δέσμευση συμβαλλομένου Αυτό εκτιμάται ότι συμβαίνει

λόγω της ανάγκης αποκτήσεως της υπαρξιακής κατά κανόνα γιrsquo αυτόν

σημασίας παροχή του οικονομικώς ισχυρού αντισυμβαλλομένου συνή-

θως κάποια πίστωση Έτσι η οικονομική αυτή πίεση όταν μάλιστα

δεν υπάρχει δυνατότης καταφυγής σε άλλη πηγή αποκτήσεως του ιδί-

ου αγαθού με καλλίτερους όρους διαταράσσει την συμβατική ελευθε-

ρία η οποία μπορεί να συντρέχει ανεξαρτήτως της θέσεως που κατέχει

στην αγορά ο επιβάλλων τον περιορισμό συμβαλλόμενος (συνήθης επι-

χείρηση)

Η ρύθμιση αυτή της ΑΚ 179α΄ αντικειμενικώς κρινομένη φαίνεται ότι

είναι σχεδιασμένη με πνεύμα κηδεμονεύσεως ο δικαστής παρεμβαίνει

στο περιεχόμενο της συμβάσεως προκειμένου να προστατεύσει τον οι-

κονομικώς ασθενέστερο συμβαλλόμενο από μία άδικη εις βάρος του

κατανομή των συμβατικών βαρών και πλεονεκτημάτων

Προβληματισμός υπάρχει στο αν η οικονομική δέσμευση επέρχεται με

την κατάρτιση της συμβάσεως προκειμένου περί καταδυναστευτικών

συμβάσεων ή πρόκειται περί καταχρηστικής εκμεταλλεύσεως ήδη υ-

φισταμένης οικονομικής κατωτερότητος του αντισυμβαλλομένου προ-

40 Βλ ΤΟΥΣΗΣ Α 1978 sect 96 ΜΠΑΛΗΣ 1944 sect 64 41 Βλ ΤΟΥΣΗΣ opcit

24 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

κειμένου περί καταχρηστικής εκμεταλλεύσεως μονοπωλιακής ή δεσπό-

ζουσας θέσεως μιάς επιχειρήσεως στην αγορά

Εξrsquo άλλου χρήζει ιδιαιτέρας μνείας το ότι ενώ η συναλλακτικώς μειονε-

κτική θέση του ενός των συμβαλλομένων τεκμαίρεται αμαχήτως42 (ΑΚ

294 332sect2 334sect2 409 κλπ) στην περίπτωση καταδυναστευτικής

συμβάσεως ο αντισυμβαλλόμενος έχει δυνατότητα αποδείξεως ότι η

ρύθμιση υπήρξε προϊόν της ελευθέρας δικαιοπρακτικής αποφάσεως

του φαινομένου ως βλαπτομένου από αυτή συμβαλλομένου

(2) Η άδικη μεταξύ των μερών κατανομή των συμβατικών πλεονεκτημά-

των

Η κατανόηση του πότε είναι υπέρμετρη (ή ldquoυπερβολικήrdquohellip) ή εύλογη η

συμβατική δέσμευση της ελευθερίας του προσώπου συνιστά το κε-

ντρικό πρόβλημα του δόγματος των καταδυναστευτικών συμβάσεων

αν και η κρίση είναι νομική υποκείμενη στον έλεγχο του Αρείου Πάγου

Για τον λόγον αυτόν είναι καίριος ο ρόλος των μεγεθών αντιπαροχής

και δεσμεύσεως της οικονομικής ελευθερίας43

δ Η υπέρμετρη (υπερβολική) δέσμευση

Το κριτήριο της υπέρμετρης δεσμεύσεως ως αόριστη νομική έννοια και

προκειμένου να καταστεί δογματικώς κατάλληλη για να υπαχθεί σε αυτήν η

κρινομένη ατομική περίπτωση έχει ανάγκη εξειδικεύσεως λαμβανομένης

υπrsquo όψιν της ratio της απαγορεύσεως που τίθεται στην ΑΚ 179α΄ δηλαδή την

διάβρωση της συμβατικής ελευθερίας του ασθενέστερου μέρους αφrsquo ενός και

της ανισορροπίας στην κατανομή των συμβατικών ωφελημάτων μεταξύ των

μερών

Γίνεται ευρύτερα δεκτό στην σύγχρονη δογματική του Αστικού Δικαίου ότι

υπάρχει μία ldquoκινητήrdquo σχέση44 μεταξύ των προαναφερθέντων δύο κριτηρίων

εις τρόπον ώστε όσον εντονότερον διαβρώνεται η ελευθερία δικαιοπρακτι-

κής αποφάσεως του καταδυναστευομένου τόσον άτονος θα πρέπει να είναι

42 Για τον εμπορικό αντιπρόσωπο που συνάπτει ρήτρα μετασυμβατικής απαγορεύσεως του αντα-γωνισμού βλ ΠΔ 2191991 άρθρ10 εις εφαρμογήν του άρθρου 20 της Οδηγίας 86653 ΕΟΚ

43 ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ 2012528 ΣΠΥΡΙΔΑΚΗΣ 2004188 44 Πρβλ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012146

25 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

ο έλεγχος της άνισης κατανομής στο περιεχόμενο της σχετικής συμφωνίας

για να επιβεβαιώνεται ή όχι το στοιχείο της υπέρμετρης δεσμεύσεως45

Πέραν αυτών όμως είναι απαραίτητη και η συγκεκριμενοποίηση του κριτη-

ρίου της άνισης μεταξύ των μερών κατανομής των συμβατικών βαρών και

πλεονεκτημάτων οπότε είναι αναγκαία η αναδρομή σε ιδιαίτερα κριτήρια τα

οποία εφαρμόζει σχεδόν σταθερώς η νομολογία μας46

(1) Ο Μπαλής47 θεωρεί ότι πρέπει να συναρτάται η σχετική κρίση με το

σημείο ldquoμέχρι τοῦ ὁποίου εἶναι νόμῳ προστατεύσιμον τὸ συγκεκριμένον

συμφέρον τοῦ ἐπιβάλλοντος τὸν περιορισμὸνrdquo δηλαδή να συνυπολογί-

ζεται και το μέτρο της οικονομικής θυσίας στην οποία υποβάλλεται

ο ισχυρός συμβαλλόμενος ουσιαστικώς να σταθμίζεται η αξία της συ-

νολικής αντιπαροχής του χωρίς βεβαίως τα δύο αυτά μεγέθη να συ-

μπίπτουν κατrsquo ανάγκην

(2) Σημασίαν έχει και το στοιχείο της χρονικής διάρκειας της δεσμεύσεως

Όσον αφορά σε ρήτρες απαγορεύσεως ανταγωνισμού θεμιτός περιο-

ρισμός θεωρείται η διετία προκειμένου περί συμβάσεως εργασίας και η

πενταετία προκειμένου περί πωλήσεως επιχειρήσεως Αντιθέτως σε

συμβάσεις αποκλειστικής προμηθείας (κυρίως μπύρας ή ενέργειας) και

προμηθείας πρατηρίου βενζίνης η γερμανική νομολογία ανεβάζει το

όριο στα είκοσι περίπου έτη

(3) Σπουδαίο επίσης στοιχείο μετρήσεως του υπέρμετρου ή μη της συμ-

βατικής δεσμεύσεως είναι η τοπική έκτασή της Πρόκειται περί ενός

στοιχείου κινητού εν σχέσει προς την χρονική διάρκεια δεσμεύσεως αλ-

λά και προς τα λοιπά στοιχεία συγκεκριμενοποιήσεως της αόριστης έν-

νοιας του ldquoυπέρμετρουrdquo Δηλαδή δυνατόν όσον ευρύτερη κατά τόπο

και μακρότερη κατά χρόνον είναι η απαγόρευση τόσο μεγαλύτερο θα

πρέπει να είναι το περιουσιακό αντάλλαγμα που λαμβάνει το ασθενέ-

στερο μέρος ώστε να θεωρείται η ρήτρα θεμιτή Απροσδιόριστη κατά

τόπο και χρόνο απαγόρευση χωρίς πρόβλεψη δυνατότητος παύσεως

της δεσμεύσεως με καταγγελία προσδίδει κατά κανόνα ανήθικο χα-

45 Πρβλ ΤΕΛΛΗΣ 2007215 επ 46 Πληρέστερη ανάλυση των κριτηρίων αυτών σχετικώς με την ρήτρα μετασυμβατικής απαγο-

ρεύσεως του ανταγωνισμού βλ σε ΤΕΛΛΗΣ 2007223 επ 47 ΜΠΑΛΗΣ 1944 sect64

26 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

ρακτήρα στην σχετική ρήτρα48 διότι η έννομη τάξη δεν ευνοεί γενικώς

τις δεσμεύσεις μακροχρόνιας ή απεριορίστου διαρκείας49

(4) Το κατrsquo αντικείμενον εύρος της συμβατικἠς δεσμεύσεως είναι επίσης

κριτήριο συγκεκριμενοποιήσεως της αορίστου εννοίας του ldquoυπέρμε-

τρουrdquo Αν δηλαδή ο ασφαλειοδότης παρέχοντας υπέρμετρη εξασφά-

λιση στον δανειστή του μπορεί να ικανοποιήσει και τους λοιπούς δα-

νειστές του ή στον υποβληθέντα σε μετασυμβατική ρήτρα απαγόρευ-

σης ανταγωνισμού εναπομένει κάποια δυνατότητα επιδόσεως σε άλ-

λης μορφής οικονομική δραστηριότητα κατά την διάρκεια της απαγο-

ρεύσεως

Η παράθεση των ανωτέρω κριτηρίων είναι σαφώς ενδεικτική αφού η περί

υπέρμετρου δεσμεύσεως κρίση (πρέπει να) σχηματίζεται από μία συνολική

αξιολόγηση των ειδικών περιστάσεων που συνοδεύουν την επίμαχη σύμβα-

ση Έτσι προσμετρώνται και άλλα στοιχεία ndash κριτήρια όπως οι επαγγελμα-

τικές προοπτικές των συμβαλλομένων ή ο τρόπος λήξεως της συνεργασίας

των

Τέλος η ύπαρξη επίμεπτης υποκειμενικής στάσεως του ισχυροτέρου συμ-

βαλομένου δεν θεωρείται σύμφωνα με κρατούσα γνώμη προϋπόθεση της

ακυρότητας της συμβάσεως50

ε Εφαρμογή της διατάξεως

Η διάταξη (εδ α΄) εφαρμόζεται και στις χαριστικές δικαιοπραξίες51 Δεν ε-

φαρμόζεται η διάταξη όταν υπάρχει νόμος που συγχωρεί την υπέρμετρη δέ-

σμευση της ελευθερίας του προσώπου52 Δεν αποκλείεται η σύμβαση να

προσκρούει εν μέρει στα χρηστά ήθη οπότε έχει εφαρμογή η ΑΚ 181 (Μερι-

κή ακυρότητα δικαιοπραξίας Η ακυρότητα μέρους συνεπιφέρει την ακυρό-

τητα ολόκληρης της δικαιοπραξίας αν συνάγεται ότι δεν θα είχε επιχειρηθεί

χωρίς το άκυρο μέρος)

48 Πρβλ αντί πολλών ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ 2012528 49 Πρβλ αντίθετη άποψη (ΚΙΤΣΑΡΑΣ Ενοχικές δεσμεύσεις της εξουσίας διάθεσης 199957) σε ΓΕΩΡ-

ΓΙΑΔΗΣ 2012 sect 36 υποσημ 12 50 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 1983153 51 Βλ ΑΠ 9991975 (Βrsquo Τμήμα) ΝοΒ 24287 (ldquohellipἀποκλείεται ἡ ἐφαρμογὴ τοῦ ἐπὶ δικαιοπραξιῶν ἐφrsquo

ὧν ἐπίδοσις περιουσίας γίνεται ἄνευ ἀνταλλάγματος ἢ δὲν λαμβάνει χώραν ἀνταλλαγὴ παροχῶν διότι ἐπrsquo αὐτῶν δὲν γεννᾶται ζήτημα προφανοῦς δυσαναλογίας παροχῆς καὶ ἀντιπαροχῆςrdquo)

52 Βλ ΤΟΥΣΗΣ 1978506 επ ndash ΑΠ 1301950 27 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

ϛ Έννομες συνέπειες

(1) Σύμφωνα με την ΑΚ 179 η δικαιοπραξία που δεσμεύει υπερμέτρως την

ελευθερία του προσώπου είναι ldquoΆκυρη ως αντίθετη προς τα χρηστά ή-

θηhelliprdquo και όπως ισχύει για κάθε ανήθικη δικαιοπραξία θεωρείται από-

λυτη53 μπορεί δε να λαμβάνεται υπόψιν και αυτεπαγγέλτως από το

δικαστήριο54 Τούτο είναι λογικό και κατrsquo ακολουθίαν ορθό αφού η

απαγόρευση της υπέρμετρης δέσμευσης της ελευθερίας σκοπεί στην

προστασία της προσωπικότητας ώστε να μην αφαιρείται το αγαθό της

εξουσίας της δικαιοπρακτικής διαθέσεως του μέρους

Προκειμένου όμως περί υπέρμετρης δεσμεύσεως της οικονομικής ε-

λευθερίας προσώπου δηλαδή οικονομικών συμφερόντων των οποίων

η διαφύλαξη είναι αποκλειστική υπόθεση του προσώπου αυτού τότε

σε μια τέτοια περίπτωση το πρόσωπο αυτό και μόνο μπορεί να κρίνει

καλλίτερα από κάθε άλλον αν η άρση των δικαιοπρακτικών αποτελεσμά-

των με την επίκληση της ΑΚ 179α ακυρότητος εξυπηρετεί πράγματι τα

συμφέροντά του5556

(2) Η ακυρότητα είναι κατά κανόνα ολική ιδία όσον αφορά σε υπέρμετρη

δέσμευση της προσωπικής ελευθερίας57 Στις περιπτώσεις όμως όπου

ο ανήθικος χαρακτήρας προσδιορίζεται από οικονομικής φύσεως α-

νταλλάγματα θα πρέπει να είναι δυνατή η μερική ακυρότητα ώστε με-

τά την αφαίρεση του αδίκου μέρους να μπορεί να ισχύσει η σύμβαση

με το υπόλοιπο ορθό περιεχόμενο της και έτσι το ασθενέστερο μέρος

να ldquoαπολαύσει τελικά την πολύτιμη γιrsquo αυτόν παροχή του αντισυμβαλ-

λομένου του αλλά με δίκαιους τώρα όρουςrdquo Την δυνατότητα της μερικής

ακυρότητος φαίνεται να δέχεται η κρατούσα γνώμη πράγμα που ση-

μαίνει ότι το δικαστήριο έχει την δυνατότητα να μειώσει μετά από αί-

τηση του βλαπτομένου την δέσμευση αυτού στο προσήκον μέτρο

53 ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ 2012525 επ 54 ΛΑΔΑΣ 1979159 επ 55 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012153 56 Θεωρείται ότι σε παρόμοιες περιπτώσεις πρέπεται η (κατrsquo εξαίρεσιν) σχετική ακυρότητα διότι η

απόφαση για την διατήρηση ή άρση των δικαιοπρακτικών αποτελεσμάτων πρέπει να ανήκει αποκλειστικώς στο βλαπτόμενο από την συμβατική ρύθμιση μέρος το οποίο γνωρίζει κάλλιον παντός άλλου το τι πράγματι το συμφέρει άλλως υπάρχει ανεπίτρεπτη κηδεμόνευση των συμφερόντων αυτού του συμβαλλομένου (ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2013113)

57 εα 2α 28 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

3 Η Καταπλεονεκτική Δικαιοπραξία

α Γενικά ndash σχέση με ΠΚ 404 405

Σύμφωνα με το πραγματικό της ΑΚ 179βrsquo καταπλεονεκτική δικαιοπραξία

υπάρχει όταν στο πρόσωπο του καταπλεονεκτούμενου συντρέχουν προφα-

νής δυσαναλογία παροχής και αντιπαροχής ανάγκη κουφότητα ή απειρία

και εκμετάλλευση της μειονεκτικής αυτής θέσεως από τον καταπλεονέκτη

Σύμφωνα με την νομολογία για την πλήρωση του πραγματικού απαιτείται η

συνδρομή και των τριών αυτών προϋποθέσεων σωρευτικώς

Γίνεται δεκτό ότι σε περίπτωση ελλείψεως κάποιου από τα ανωτέρω στοι-

χείου καταφάσκεται η ακυρότητα της δικαιοπραξίας με αναγωγή στην γενι-

κή ρήτρα της ΑΚ 178 υπό την προϋπόθεση ότι συντρέχουν πρόσθετα στοι-

χεία τα οποία μπορούν να προσδώσουν στην δικαιοπραξία το χρώμα της α-

νηθικότητας

Εκδήλωση της απαγορεύσεως της καταπλεονεκτήσεως αποτελεί η ρύθμιση

των άρθρων ΠΚ 404 (τοκογλυφία) και ΠΚ 405 (αισχροκέρδεια) το πραγμα-

τικό των οποίων είναι ουσιαστικώς ίδιο με αυτό της ΑΚ 179βrsquo Αν και τίποτε

δεν εμποδίζει για την ακυρότητα καταπλεονεκτικής δικαιοπραξίας την πα-

ράλληλη επίκληση και των δύο νομοθετικών βάσεων ορθότερη θεωρείται να

διαφυλαχθεί η αυτονομία της ρυθμίσεως της ΑΚ179βrsquo αφού ο νομοθέτης

φαίνεται ότι θέλησε να ρυθμίσει ρητώς τις συνέπειες της καταπλεονεκτήσε-

ως τον ΑΚ

β Προϋποθέσεις εφαρμογής της διατάξεως

Καταπλεονέκτηση μπορεί να υπάρχει σε κάθε τύπο επαχθούς δικαιοπραξίας

με περιουσιακό περιεχόμενο58 οι οποίες μπορεί να είναι αμφοτεροβαρείς

ετεροβαρείς αιτιώδεις αναιτιώδεις (όπως πχ η αγοραπωλησία η μίσθωση

58 Διαφορετικό είναι το ζήτημα της παροχής περιουσιακού ωφελήματος με ldquoανεξάρτητηrdquo μονομε-ρή δικαιοπραξία με την οποία προσδίδεται καταπλεονεκτικό χρώμα σε προηγούμενη σύμβαση από την οποία θα πηγάζει συνήθως η υποχρέωση για τέλεση της μονομερούς δικαιοπραξίας (πχ παροχή υποθήκης)

29 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

πράγματος ή έργου ή εργασίας η εταιρεία η σύμβαση μεσιτείας ή εγγύηση)

όταν αυτές καταρτίζονται με δυσανάλογο αντάλλαγμα59

Η ΑΚ 179βrsquo δεν εφαρμόζεται στις χαριστικές δικαιοπραξίες γιατί η επίδοση

της περιουσίας γίνεται χωρίς αντάλλαγμα και έτσι δεν υπάρχει δυσαναλογία

παροχής και αντιπαροχής όπως πχ στην δωρεά στην εντολή στην άφεση

χρέους στην παρακαταθήκη χωρίς αμοιβή ή στην εγγύηση εκτός αν αυτή

ανελήφθη στο πλαίσιο μιάς αμφοτεροβαρούς συμβάσεως με ευρύτερο περι-

εχόμενο

γ Προφανής δυσαναλογία μεταξύ παροχών

Στην καταπλεονεκτική σύμβαση η ελευθερία δικαιοπρακτικής αποφάσεως

του καταπλεονεκτούμενου είναι διαταραγμένη αφού αυτός ευρίσκεται σε

μία δυσμενή σε σχέση με τον καταπλεονέκτη θέση που δεν του επιτρέπει να

προασπίσει ορθολογικώς τα συνδεόμενα με την σύμβαση συμφέροντά του

έτσι ο μηχανισμός συμβάσεως δεν μπορεί εδώ να παράσχει κανένα εχέγγυο

ορθότητος Ότι το περιεχόμενο της καταπλεονεκτικής συμβάσεως δεν είναι

ldquoορθόrdquo μαρτυρεί τελικώς η ύπαρξη της προφανούς δυσαναλογίας

Η προφανής δυσαναλογία των ανταλλασσομένων παροχών ανάγεται σε

απαραίτητο στοιχείο του πραγματικού της καταπλεονεκτήσεως στην ΑΚ

179βrsquo ενώ ταυτοχρόνως είναι και πρόβλημα που για να κατανοηθεί σωστά

πρέπει να φωτισθεί μέσα από τον συνδυασμό και την αντίθεση μιάς πλειά-

δος αρχών οι οποίες σε κινητή μεταξύ των σχέση συγκροτούν το σύστημα

του δικαίου των ενοχικών συμβάσεων60

Ως έννοια αόριστη είναι αναμφισβητήτως έννοια νομική και η υπαγωγή σε

αυτήν της σχέσεως αξίας των αμοιβαίων παροχών αποτελεί κρίσιν αξιολο-

γική υποκείμενη στον έλεγχο του ΑΠ61

Ομοφώνως γίνεται δεκτό ότι αφετηρία της κρίσεως περί υπάρξεως ή μη

προφανούς δυσαναλογίας πρέπει να αποτελεί η αντικειμενική αξία των α-

νταλλασσομένων παροχών δηλαδή η συνήθης στις συναλλαγές αξία62 Έτσι

59 Βλ ΜΠΑΛΗΣ 1944190 (sect66) 60 Βλ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 19837 σημ 23 61 ΦΙΛΙΟΣ 2011 sect147Β 62 Πρβλ ΑΠ 20952009 (Α1 Τμήμα) ldquohellipφανερή δυσαναλογία μεταξύ παροχής και αντιπαροχής

είναι αυτή που υποπίπτει στην αντίληψη λογικού και έχοντος πείρα των σχετικών συναλλαγών ανθρώπου και η οποία υπερβαίνει το μέτρο κατά το οποίο είναι ανθρωπίνως φυσικό να απο-κομίζει ο ένας κάποιο όφελος από σύμβαση οικονομικού περιεχομένου επί ζημία του άλλουrdquo

30 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

διαπιστουμένης της αντικειμενικής αξίας των αμοιβαίων παροχών ακολου-

θεί η κρίση για το αν υφίσταται μεταξύ των προφανής δυσαναλογία λαμβα-

νομένων πάντοτε υπrsquo όψιν της φύσεως της συμβάσεως και του επιδιωκομέ-

νου με αυτήν οικονομικού σκοπού63 ενώ στις περιπτώσεις ακινήτων χρη-

σιμοποιείται ευρέως στην πράξη το κριτήριο της laesio enormis64

Ένα επιπλέον στοιχείο που λαμβάνεται υπrsquo όψιν για την διαπίστωση της υ-

πάρξεως προφανούς δυσαναλογίας είναι η λεγομένη ldquoρήτρα προσθέσεωςrdquo

δηλαδή το άθροισμα των ωφελημάτων που έλαβε ο καταπλεονέκτης και των

περιουσιακών ωφελημάτων που επιπροσθέτως κατέβαλλε ο καταπλεονε-

κτούμενος σε τρίτα πρόσωπα (πχ μεσιτεία αμοιβές σε βοηθητικά πρόσωπα

κλπ)

Υπάρχουν όμως και μερικά σχετιζόμενα με την δυσαναλογία των ανταλ-

λασσομένων παροχών ειδικότερα προβλήματα που εμφανίζονται συχνά

στην δικαστηριακή πράξη παρουσιάζοντα ταυτοχρόνως σπουδαίο δογματι-

κό ενδιαφέρον

(1) Πρόσθετο τίμημα στην πώληση ακινήτου μπορεί να ληφθεί υπrsquo όψιν

το επιπλέον του αναγραφομένου στο συμβολαιογραφικό έγγραφο τι-

μήματος επιπροσθέτως καταβληθέν τίμημα

(2) Το καταπλεονεκτικό σύμφωνο εξωνήσεως η συνομολόγηση δικαιώ-

ματος εξωνήσεως με τίμημα προφανώς δυσανάλογο εν σχέσει προς αυ-

τό της πωλήσεως μήπως υποκρύπτει τοκογλυφικό δάνειο Εδώ θα

πρέπει να σταθμιστεί η δυνατότητα του πωλητή να αποτρέψει την κα-

ταπλεονεκτική γιrsquo αυτόν ρύθμιση ασκώντας το δικαίωμα εξωνήσεως

Εάν δηλαδή ο πωλητής ασκήσει αυτό το δικαίωμα παρά την προφανή

δυσαναλογία η πώληση δεν έχει καταπλεονεκτικό χαρακτήρα

(3) Η διαπίστωση της προφανούς δυσαναλογίας στον συμβιβασμό τα

συγκρινόμενα μεγέθη είναι οι αμοιβαίες παραχωρήσεις των μερών και

όχι οι εκατέρωθεν αναλαμβανόμενες υποχρεώσεις προς παροχή Η σω-

στή όμως εκτίμηση των παραχωρήσεως προϋποθέτει ως αφετηρία

63 ΑΠ 20952009 64 Ο ΛΙΤΖΕΡΟΠΟΥΛΟΣ 1932208 επ προτείνει αποδοχή της υπάρξεως προφανούς δυσαναλογίας

όταν η μία παροχή δεν φθάνει το 60 ή 50της αξίας της άλλης Βλ επίσης υποσημείωση 560 στο ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012

31 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

την νομική κατάσταση που υπήρχε πριν τον συμβιβασμό υπερβολικές

αξιώσεις προβαλλόμενες αυθαιρέτως δεν λαμβάνονται εδώ υπrsquo όψιν

Η ύπαρξη της προφανούς δυσαναλογίας κρίνεται κατά τον χρόνο καταρτί-

σεως της συμβάσεως είναι αδιάφορο αν η προφανής δυσαναλογία επήλθε

αργότερα εκτός της περιπτώσεως όπου ο καταπλεονεκτούμενος στο πλαί-

σιο της υφισταμένης κυρίας συμβατικής σχέσεως συνομολογεί ή παρέχει

πρόσθετα περιουσιακά ωφελήματα (πχ εμπράγματη ασφάλεια) που προσ-

δίδουν πλέον στην συνολική συναλλαγή καταπλεονεκτικό χρώμα

δ Ανάγκη Κουφότητα Απειρία

(1) Ανάγκη

Είναι η κατάσταση ενός προσώπου (του δικαιοπρακτούντος ή κάποιου

που συνδέεται στενά με αυτόν) που ευρίσκεται σε άμεσο οικονομικό ή

άλλο κίνδυνο65 η αντιμετώπιση του οποίου είναι ανεπίδεκτη αναβο-

λής66 Η ανάγκη πρέπει να έχει χαρακτήρα επιτακτικό και να είναι τόσο

σοβαρή ώστε αντικειμενικώς κρινομένη να μπορεί να θεωρηθεί ότι

κάθε εχέφρων άνθρωπος θα οδηγείτο στην ίδια δικαιοπρακτική συ-

μπεριφορά

Ενώ η φύση της ανάγκης είναι συνήθως οικονομική η σπουδαιότητα

του διακινδυνευομένου αγαθού καθορίζει το αν η συγκεκριμένη κάθε

φορά περίπτωση μπορεί να υπαχθεί ή όχι στην ρύθμιση της ΑΚ 179βrsquo

Είναι αδιάφορο αν η ανάγκη είναι μόνιμη ή παροδική αφού αποφασι-

στική για την εφαρμογή της ΑΚ 179βrsquo είναι η ύπαρξη ανάγκης μόνο κα-

τά τον χρόνο καταρτίσεως της δικαιοπραξίας Η ανάγκη πρέπει να είναι

πραγματική και άμεση επιτακτική και ανεπίδεκτη αναβολής

(2) Κουφότητα

Προϋπόθεση της ορθής λειτουργίας της ιδιωτικής αυτονομίας είναι η

εκ μέρους των αντισυμβαλλομένων ορθολογική στάθμιση των υπέρ και

κατά της συμβατικής ρυθμίσεως Όταν όμως ο αντισυμβαλλόμενος α-

διαφορεί λόγω απερισκεψίας ή ελλείψεως επαρκούς σκέψεως και δεν

αποδίδει στις πράξεις του την σημασία την αξία και τις συνέπειες που

έχουν αυτές τότε η συναλλακτική συμπεριφορά του χαρακτηρίζεται

65 ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ 2012530 66 ΑΠ 19982007

32 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

από κουφότητα Η κουφότητα μπορεί να οφείλεται σε οποιονδήποτε

λόγο όπως είναι η πνευματική νόσος ου δεν επέφερε όμως ολική ή με-

ρική ασυνειδησία των πράξεων του προσώπου ώστε να το κάνει εντε-

λώς ή περιορισμένως ανίκανο για την σύνταξη δικαιοπραξίας67

(3) Απειρία

Ως απειρία νοείται η έλλειψη της περί τη ζωή και τις συναλλαγές πεί-

ρας68 Το ερώτημα όμως είναι αν η σχετική με συγκεκριμένη δικαιο-

πραξία απειρία στοιχειοθετεί την απειρία της ΑΚ 179βrsquo ή όχι Γίνεται

δεκτό ότι υπάρχουν τρείς διαβαθμίσεις69 της απειρίας

(α) Η καθολική όπου ο συμβαλλόμενος στερείται παντελώς συναλ-

λακτικής πείρας και κατά συνέπειαν η περίπτωσή του υπάγεται

στην ρύθμιση της ΑΚ 179β΄

(β) Η απειρία σε ορισμένο μόνο συναλλακτικό τομέα (λχ πράξεις

επί ακινήτων χρηματιστηριακές συναλλαγές κλπ) εδώ η απειρία

δεν αποτελεί σταθερή ιδιότητα του προσώπου και παρά το ότι η

γενική του πείρα του επιτρέπει να κρίνει το επισφαλές της δικαι-

οπραξίας στην οποία προβαίνει η ελευθερία δικαιοπρακτικής α-

ποφάσεώς του δεν παύει να είναι διαταραγμένη Κατά συνέπεια

δικαιούται της προστασίας της ΑΚ 179βrsquo

(γ) Προβληματική αλλά και με πολύ μεγάλη πρακτική σημασία είναι

η τρίτη μορφή απειρίας που χαρακτηρίζεται από την έλλειψη ει-

δικών γνώσεων πού έχει ανάγκη ο σύγχρονος καταναλωτής στις

καθημερινές συναλλαγές του γνώσεων απαραιτήτων για τον

σχηματισμό σωστής εικόνας της προσφερόμενης σε αυτόν παρο-

χής Κι΄ εδώ η ελευθερία δικαιοπρακτικής αποφάσεως του κατα-

ναλωτή αδαούς όντος λόγω ανεπαρκούς πληροφορήσεως εμφα-

νίζεται διαταραγμένη και άξια της κατά την ΑΚ 179βrsquo προστασίας

ε Εκμετάλλευση

Ενώ η νομολογία μας θεωρεί αναγκαίο στοιχείο της ΑΚ 179βrsquo την υποκειμενι-

κή προϋπόθεση της εκμεταλλεύσεως την οποία πρέπει να αποδεικνύει ο ε-

67 ΑΠ 3821992 ΝοΒ 41874 68 ΑΠ 9362007 69 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012196 επ

33 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

πικαλούμενος την εφαρμογή της διατάξεως δεν έχει μέχρι τώρα αποσαφη-

νιστεί πλήρως σε τι ακριβώς συνίσταται η ldquoεκμετάλλευσηrdquo Βέβαιο πάντως

είναι ότι το στοιχείο αυτό δεν θα πρέπει να θεωρηθεί ως ηθική μομφή στο

πρόσωπο του καταπλεονέκτη

Κατrsquo αρχάς απορρίπτεται η επίκληση δόλου αφού ο δόλος απαιτείται από

την λειτουργία της ποινής και είναι ξένος προς τον λειτουργικό ρόλο της α-

κυρότητας της ανήθικης δικαιοπραξίας Το ότι δεν πρόκειται περί μομφής

φαίνεται στις περιπτώσεις καταρτίσεως δικαιοπραξίας κατά παράκλησιν

του αντισυμβαλλομένου και όχι από εκμεταλλευτική διάθεση του καταπλεο-

νέκτη Επιπλέον εάν επρόκειτο περί συνειδήσεως της ανηθικότητος εκ μέ-

ρους του καταπλεονέκτη μια τέτοια συνείδηση λόγω του περιεχομένου σε

αυτήν αξιολογικού και βουλητικού στοιχείου θα ισοδυναμούσε με πταίσμα

και δη στον βαθμό του dolus malus στοιχείου όμως ξένου προς την προ-

βληματική των ανήθικων γενικώς δικαιοπραξιών

Η ελληνική νομολογία φαίνεται να ακολουθεί την άποψη ότι ο καταπλεονέ-

κτης γνωρίζει την συναλλακτικώς δυσμενή θέση του καταπλεονεκτούμενου

και την προφανή δυσαναλογία μεταξύ παροχής και αντιπαροχής στοιχεία τα

οποία δεν θεωρεί ως λόγο προσωπικής μομφής κατά του καταπλεονέκτη αλ-

λά καταλογισμού σε αυτόν του κινδύνου της ακυρότητας της δικαιοπραξίας

Τα δικαστήρια φαίνεται ότι ταυτίζουν την εκμετάλλευση με την εκ μέρους

του καταπλεονέκτη γνώση της συναλλακτικώς δυσμενούς θέσεως του κα-

ταπλεονεκτούμενου Είναι συνήθης στις αποφάσεις η επωδός ldquoεπωφελήθη-

κεrdquo70 της γνωστής σε αυτόν ανάγκης κουφότητας ή απειρίας Γίνεται όμως

παγίως δεκτό ότι αν ο καταπλεονέκτης αγνοούσε την κατάσταση του αντι-

συμβαλλομένου του δεν υπάρχει εκμετάλλευση κατά την ΑΚ 179βrsquo Και βε-

βαίως ερωτάται γιατί θα πρέπει να γνωρίζει μόνο την ανάγκη κουφότητα ή

απειρία και όχι και την προφανή δυσαναλογία των αμοιβαίων παροχών

4 Έννομες συνέπειες

Η καταπλεονεκτική δικαιοπραξία είναι απολύτως άκυρη και για τα δύο μέρη

κατά την έννοια της ΑΚ 180 Την ακυρότητα μπορεί να προβάλλει και κάθε τρίτος

70 Πρβλ ΑΠ 20952009 34 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

που έχει έννομο συμφέρον επομένως και ο κληρονόμος ενός από τους συναλλαγέ-

ντες71

Δεν αποκλείεται και μερική ακυρότητα της δικαιοπραξίας Τούτο θα συμβεί

εάν μπορεί να προσδιορισθεί ακριβώς η μεταξύ παροχής και αντιπαροχής αναλο-

γία οπότε η δικαιοπραξία είναι άκυρη κατά το υπερβάλλον72 Κατά πόσον σε τέ-

τοια περίπτωση η μερική ακυρότητα θα συνεπιφέρει την ακυρότητα της όλης δι-

καιοπραξίας κρίνεται κατά την ΑΚ 18173

Σύμβαση εντόκου δανείου μπορεί να χαρακτηρισθεί καταπλεονεκτική συμ-

φώνως προς την ΑΚ 179 μόνο στην περίπτωση συνομολογήσεως ή λήψεως αθέ-

μιτων (τοκογλυφικών) τόκων εν σχέσει προς την αντιπαροχή με την εκμετάλ-

λευση της ανάγκης κουφότητας κλπ του δανεισθέντος οπότε και επέρχεται είτε

ολοκληρωτική και απόλυτη ακυρότητα της καταπλεονεκτικής δικαιοπραξίας κα-

τά τον κανόνα της ΑΚ 181 είτε μερική ακυρότητα οπότε αφού προσδιορισθεί

ακριβώς η μεταξύ παροχής και αντιπαροχής αναλογία η δικαιοπραξία είναι αι-

σχροκερδής και άκυρη κατά το υπερβάλλον

Η προβολή της ακυρότητας από εκείνον που μετήλθε την εκμετάλλευση

μπορεί να αποκρουσθεί με την ένσταση της ΑΚ 281 Αυτό μπορεί να συμβεί όταν

το δικαίωμα ακυρώσεως ασκείται καθυστερημένα εφ΄ όσον όμως συντρέχουν

και άλλα περιστατικά74

Οι παροχές που έγιναν σε εκπλήρωση της καταπλεονεκτικής υποσχετικής

συμβάσεως μπορούν να αναζητηθούν είτε με διεκδικητική αγωγή είτε με αγωγή

αδικαιολόγητου πλουτισμού Αυτός που ζημιώθηκε από την αισχροκερδή δικαιο-

πραξία δικαιούται εφ΄ όσον συντρέχουν οι όροι των ΑΚ 919 και ΑΚ 914 και απο-

ζημιώσεως

71 ΑΠ 9362007 72 ΜΠΑΛΗΣ 1944191 73 ΜΠΑΛΗΣ op cit 74 Για την προστασία των καλόπιστων τρίτων μέσω της ΑΚ 281 βλ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012232 επ

35 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ ΣΤ ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ Γενικές Αρχές Αστικού Δικαίου Π Ν Σάκκουλας 2012 ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ ΣΤ ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ndash ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟΣ ΠΑΝ ΜΙΧΑΗΛ Αστικός Κώδικας κατ΄ άρ-

θρο ερμηνεία τόμος Ι Π Ν Σάκκουλας 1978 ΛΑΔΑΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ Α Η ακυρότητα της δικαιοπραξίας λόγω αντιθέσεως εις τα χρη-

στά ήθη χό Θεσσαλονίκη 1979 ΛΙΤΖΕΡΟΠΟΥΛΟΣ Γ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ Η Νομολογία ως παράγων διαπλάσεως του ιδιωτικού

δικαίου Θεσσαλονίκη 1932 ΜΠΑΛΗΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ Α Γενικαί αρχαί του Αστικού Δικαίου Παπαζήσης 1944 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ ΑΛ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ Οι καταπλεονεκτικές δικαιοπραξίες Σάκκουλας Αντ

Ν 1983 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ ΑΛ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ Δικαιοπραξιες αντίθετες προς τα χρηστά ήθη Σάκ-

κουλας Αντ Ν 2012 ΠΑΠΑΣΤΕΡΙΟΥ Η ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ Αστικό Δίκαιο Επιτομή Εκδόσεις Σάκκουλα ΑΕ 2010 ΣΠΥΡΙΔΑΚΗΣ Σ ΙΩΑΝΝΗΣ Εγχειρίδιο Αστ Δικαίου 1 - Γενικές Αρχές Αντ Ν Σάκκου-

λας 2004 ΤΕΛΛΗΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ Δ Ρήτρα μετασυμβατικής απαγόρευσης ανταγωνισμού στο δί-

καιο εταιρειών και επιχειρήσεων λειτουργία και δικαστικός έλεγχος του περιε-χομένου της Εκδόσεις Σάκκουλα ΑΕ 2007

ΤΟΥΣΗΣ ΧΡ ΑΝΔΡΕΑΣ Γενικαί Αρχαί του Αστικού Δικαίου μετʹ εισαγωγής εις το δίκαι-ον εν γένει Αφοί Σάκκουλα 1978

ΤΡΙΑΝΤΟΣ Τ ΝΙΚΟΛΑΟΣ Δικαιοπραξιες Νομική Βιβλιοθηκη 2011 ΤΡΙΑΝΤΟΣ Τ ΝΙΚΟΛΑΟΣ Αστικό Δίκαιο-Επιτομή Νομική Βιβλιοθήκη 2013 ΦΙΛΙΟΣ ΧΡ ΠΑΥΛΟΣ Γενικές Αρχές Αστικού Δικαίου Εκδόσεις Σάκκουλα ΑΕ 2011 ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΕΙΣ ΑΝΔΡΟΥΛΙΔΑΚΗ-ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗ ΙΣΜΗΝΗ Η αντίθεση της διαθήκης στα χρηστά ήθη ΝοΒ

301234 ΠΕΛΕΝΗ-ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ Α Η αντιμετώπιση από τη νομολογία του άρθρου 179 περ

α΄ ΑΚ ΕλλΔνη 199459 ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟΣ ΠΑΝ ΜΙΧΑΗΛ-ΛΑΔΟΓΙΑΝΝΗΣ ΓΕΩΡ Κριτήρια αντίθεσης συμφώνου

προτίμησης προς τα χρηστά ήθη (γνμδ) ΧρΙΔ 1263 ΤΟΥΣΗΣ ΧΡ ΑΝΔΡΕΑΣ Η έννοια των χρηστών ηθών ΕΕΝ 231956 ΦΑΣΟΥΛΑΣ ΖΗΣΗΣ Η απάτη και η ακυρότητα της δικαιοπραξίας ως αντίθετη στα

χρηστά ήθη ΠοινΧρ 921032

36 36

  • 2 Συμβατική ελευθερία και γενικές ρήτρες
  • 4 Κριτήρια προσδιορισμού των χρηστών ηθών
    • Μια πρώτη κατηγοριοποίηση όμως αντίθεσης στα χρηστά ήθη μπορεί να γίνει με βάση το αν αυτή προκύπτει από το περιεχόμενο τους
      • 10 Ακυρότητα
      • α Απόλυτη ή σχετική
      • β Συνολική ή μερική
      • γ Ακυρότητα στις αιτιώδεις και αναιτιώδεις δικαιοπραξίες
      • 11 Δικονομική μεταχείριση
      • 12 Επίγραμμα

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

Βέβαια ακόμα και στις περιπτώσεις αυτές οι εν λόγω ομάδες δεν είναι οριο-

θετημένες σαφώς μεταξύ τους καθώς ενίοτε το βασικό αξιολογικό στοιχείο το ο-

ποίο αναδεικνύει την αντίθεση στα χρηστά ήθη μπορεί να εμφανίζεται και σε μια

άλλη ομάδα να επικαλύπτονται ή να αλληλοαποκλείονται όπως για παράδειγμα

το στοιχείο της ανισότητας των συμβαλλομένων απαντά και στην καταδυναστευ-

τική αλλά και στην καταπλεονεκτική δικαιοπραξία

Συγκεκριμένα24

α Δικαιοπραξίες για τις οποίες επαπειλείται ακυρότητα προς σκοπόν

την προστασία των συμφερόντων του αντισυμβαλλόμενου

Εδώ υπάγονται

(1) Οι περιπτώσεις των καταδυναστευτικών συμβάσεων οι οποίες απο-

τελούν με τα ειδικότερο πραγματικό τους ξεχωριστή ομάδα αντίθεση

στα χρηστά ήθη (179 ΑΚ)

(2) Αυτές που θέτουν εν κινδύνω το δικαίωμα της αυτοδιάθεσης σε ζη-

τήματα απολύτως ελεύθερης επιλογής του προσώπου όπως αυτές

που οδηγούν στη δέσμευση του αναφορικά με ζητήματα για τα οποία

πρέπει να μείνει ελεύθερο από κάθε εξαναγκασμό αρχή σύμφωνα με το

Σύνταγμα αλλά και την αρχή της προστασίας της προσωπικότητας του

άρθρου 57ΑΚ όπως η διάταξη τελευταίας βουλήσεως που καταλείπει

υπό την αίρεση της αγαμίας τη θρησκείας της αλλαγής τόπου κατοικί-

ας της επιλογής συγκεκριμένου επαγγέλματος

(3) Κάθε δικαιοπραξία που εμπορευματοποιεί αποφάσεις αναγόμενες

στη σφαίρα της απολύτου ελευθερίας του προσώπου ή την άσκηση

επιβαλλομένου από την ηθική καθήκοντος Εδώ κυρίως η απαξία

προσδίδεται λόγω της συμφωνίας για παροχή αμοιβής ή γενικότερα

περιουσιακής φύσεως ωφελημάτων ως μέσο επίδειξης από τον αντι-

24 Για μια διαφορετική κατηγοριοποίηση περιεκτικότερη και ίσως ευκρινέστερη βλ και Γνωμο-δότηση ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟΥ-ΛΑΔΟΓΙΑΝΝΗ με αντικείμενο τα laquoΚριτήρια αντίθεσης συμφώνου προτίμησης στα χρηστά ήθηraquo ΧρΙδΔ ΙΒ2012 όπου μνημονεύονται πέντε κύριες κατη-γορίες-κριτήρια ήτοι 1) η υπερβολική δέσμευση της ελευθερίας του προσώπου 2) η καταπλεονέκτηση (179β ΑΚ) 3) η εκμετάλλευση μιας θέσης ισχύος που μπορεί να έχει κάποιος στην αγορά 4) η πρόκληση βλάβης σε τρίτους και 5) η σοβαρή δυσαναλογία παροχής και αντιπαροχής Εδώ ακολουθήθηκε η κατηγοριοποίηση του Π ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ η οποία είναι μεν υπεραναλυτική αλλά ταυτόχρονα περιλαμβάνει κατrsquo εκτίμηση όλες τις μέχρι τώρα εμφανισθείσες περιπτώσεις αντιθέσεως στα χρηστά ήθη

14 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

συμβαλλόμενο συμπεριφοράς που ανάγεται στη σφαίρα της απολύτου

ελευθερίας του ή από επιβαλλόμενα από την ηθική καθήκοντα

(4) Κάθε δικαιοπραξία που οδηγεί σε υπέρμετρη επιβάρυνση του συναλ-

λακτικά ασθενέστερου και ιδίως του εγγυητή Εδώ πέραν των κλα-

σικών καταπλεονεκτικών συμβάσεων ανήκουν κυρίως οι laquoοιονεί οι-

κογενειακές εγγυήσειςraquo όπου πρόσωπα στερούμενα περιουσίας ώστε

να αναλάβουν υποχρεώσεις συνάπτουν συμβάσεις εγγυήσεως με το

δανειστή μέλους της οικογένειας τους Η νομική σκέψη που δικαιολο-

γεί εδώ την ανηθικότητα έγκειται στην ανάληψη υπέρμετρων συμβα-

τικών επιβαρύνσεων που δεν ανάγονται στην πραγματικά ελεύθερη

δικαιοπρακτική βούληση του εγγυητή ο οποίος πράττει τούτο κοινω-

νικοτυπικά λόγω της συγγενικής σχέσης ευρισκόμενος σε μειονεκτική

διαπραγματευτικά θέση έναντι του δανειστή

β Δικαιοπραξίες για τις οποίες επαπειλείται ακυρότητα προς σκοπόν

την προστασία των συμφερόντων τρίτων

Εδώ υπάγονται

(1) Δικαιοπραξίες προς ματαίωση ήδη θεμελιωμένων ενοχικών απαιτή-

σεων τρίτων όπου η βλάβη του αντισυμβαλλομένου προκαλείται από

την καταχρηστική άσκηση της συμβατικής ελευθερίας Εδώ υπάγονται

η παρώθηση κάποιου σε αθέτηση των συμβατικών υποχρεώσεων του

η απόσπαση προσωπικού που βρίσκεται σε υπηρεσία άλλου

(2) Δικαιοπραξίες προς βλάβη των περιουσιακών συμφερόντων των δα-

νειστών όπου αντικείμενο δεν είναι συγκεκριμένα αλλά γενικά τα πε-

ριουσιακά συμφέροντα τρίτων που παραπλανόνται σε σχέση με την

πιστοληπτική ικανότητα του αντισυμβαλλομένου τους

(3) Δικαιοπραξίες που καταχρώνται τη θέση εμπιστοσύνης έναντι τρί-

του με κλασικό παράδειγμα της κατηγορίας αυτής που αντιπρόσωπος

κάποιου συμβάλλεται με τρίτο κατά τρόπο ώστε να βλάψει τα συμφέ-

ροντα του εντολέως του

(4) Συμφωνίες περί μη θεματισμού σε δημόσιο πλειστηριασμό ή υποβο-

λής προσφοράς μέχρι ορισμένου ποσού όταν η συμφωνία είναι πρό-

σφορη να βλάψει τα συμφέροντα είτε του οφειλέτη είτε των δανει-

στών

15 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

γ Δικαιοπραξίες για τις οποίες επαπειλείται ακυρότητα προς σκοπόν

την προστασία των συμφερόντων της ολότητας

Εδώ ανήκουν προεχόντως δικαιοπραξίες που αντιβαίνουν σε συνταγ-

ματικής κυρίως φύσεως επιταγές και κυρίως

(1) Δικαιοπραξίες που προσβάλλουν τη συνταγματική τάξη όπως αυτές

που ενέχουν αθέμιτο περιορισμό του δικαιώματος αυτοδιάθεσης του

προσώπου

(2) Δικαιοπραξίες που διαταράσσουν την εύρυθμη λειτουργία του κρά-

τους και των Υπηρεσιών του όπως αυτές που σκοπούν στη διευκό-

λυνση παρανόμων πράξεων συμβάσεις με τις οποίες επιδιώκεται η

φοροδιαφυγή κλπ

(3) Δικαιοπραξίες που διαταράσσουν την οικονομική τάξη όπως αυτές

που παρακωλύουν εμποδίζουν ή περιορίζουν την ελεύθερη λειτουργία

του ανταγωνισμού στο μέτρο που δεν υπάγονται στις απαγορευτικές

διατάξεις των άρθρων 1 και 2 του Ν39592011

(4) Δικαιοπραξίες που προσβάλλουν τα σεξουαλικά ήθη και την οικογε-

νειακή τάξη Μολονότι συντελείται σημαντική μεταβολή της στάσης

της έννομης τάξης ως προς τα ζητήματα αυτά εδώ υπάγονται κυρίως

συμφωνίες για την επrsquo ανταλλάγματι τέλεση σεξουαλικής πράξης ως

αντικείμενης στην αξιοπρέπεια του ατόμου συμφωνίες που προ-

σκρούουν στην ηθική ουσία του γάμου ή τη συγγένεια όπως η συμφω-

νία αμοιβής για σύναψη εικονικού γάμου οι συμφωνίες μεσολάβησης

για εύρεση κυοφόρου γυναίκας και πώλησης γενετικού υλικού κλπ

(5) Δικαιοπραξίες που αντιτίθεται στο επαγγελματικό ήθος όπως συμ-

φωνίες για προσπόριση τίτλου ή αξιώματος έναντι οικονομικού ανταλ-

λάγματος (υποβοήθηση σε συγγραφή διδακτορικής διατριβής) συμ-

φωνίες πωλήσεως δικηγορικών γραφείων (κυρίως από τη γερμανική

νομολογία) όταν in concreto δικαιολογείται ο φόβος ότι ο νέος διευ-

θύνων θα το διευθύνει με τρόπο που δε συνάδει στις απαιτήσεις της

εύρυθμης απονομής της δικαιοσύνης κλπ

9 Κρίσιμος χρόνος διαγνώσεως της αντίθεσης στα χρηστά ήθη

16 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

Κατά την κρατούσα γνώμη κρίσιμος χρόνος για την κρίση της αντίθεσης μιας

δικαιοπραξίας στα χρηστά ήθη είναι ο χρόνος κατάρτισής της διότι η ανηθικότη-

τα ή μη μιας δικαιοπραξίας δεν μπορεί παρά να κρίνεται με βάση τις ισχύουσες

κατά την κατάρτισή της ηθικές και θεμελιώδεις αρχές

Περαιτέρω όμως ορθότερο είναι να δεχθεί κανείς ότι η μεταβολή και εξέλιξη

της έννοιας των χρηστών ηθών δεν μπορεί αναδρομικά να επηρεάσει προς το χεί-

ρον την αξιολόγηση της ρυθμίσεως που όταν συνήφθη τα μέρη πίστευαν ότι είναι

σύμφωνη με τα χρηστά ήθη εκτός αν πρόκειται για σύμβαση διαρκείας οπότε

πλέον τα αποτελέσματά της αντίκεινται στα χρηστά ήθη όπως αυτά θα έχουν δι-

αμορφωθεί

Αντίθετα όταν μια δικαιοπραξία ήταν αντίθετη στα χρηστά ήθη κατά το χρό-

νο σύνταξη της αλλά λόγω μεταβολής της ερμηνείας των χρηστών ηθών ή λόγω

μεταβολής των πραγματικών περιστατικών πλέον το περιεχόμενο είναι συμβατό

με αυτά ορθότερη είναι η ευεργετική αναδρομικά ίαση της και η επέλευση των

εννόμων συνεπειών της ιδιαίτερα σε περιπτώσεις διατάξεων τελευταίας βουλή-

σεως

10 Ακυρότητα

α Απόλυτη ή σχετική

Η αντίθεση μιας δικαιοπραξίας στα χρηστά ήθη συνεπάγεται σύμφωνα με

την ΑΚ 178 ακυρότητα της δικαιοπραξίας Δεν θα ανταποκρινόταν στο νόη-

μα και στο σκοπό της ρήτρας η διατήρηση του κύρους της δικαιοπραξίας να

επαφίεται στη βούληση των μερών αφού πέραν των άλλων η συγκεκριμένη

διάταξη προστατεύει μεταξύ άλλων και το γενικό συμφέρον25 Αυτό όμως θα

είχε ως αποτέλεσμα ειδικά σε περιπτώσεις που η ανηθικότητα στρέφεται

μόνο κατά του αντισυμβαλλόμενου και όχι κατά της ολότητας η ακυρότητα

να λαμβάνεται αυτεπαγγέλτως υπrsquo όψιν και να μπορεί και ο ίδιος ο ενεργή-

σας ανήθικα να την επικαλεστεί

Γιrsquo αυτό το λόγο σε περιπτώσεις που η ανηθικότητα δεν προκύπτει από το

περιεχόμενό της αλλά από τις περιστάσεις 26 όπως στις περιπτώσεις των

καταπλεονεκτικών δικαιοπραξιών η ακυρότητα δεν παρίσταται δικαιολο-

25 Βλ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ όπως πιο πάνω και ΓΕΩΡΓΙΑΔΗ-ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟ ΕρμΑΚ άρθρο 178 σελ 276 ΝΙΚΟ-ΛΟΠΟΥΛΟ Γεν Αρχές σελ 314-315

26 Βλ ομοίως ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ Δικαιοπραξίες αντίθετες προς τα χρηστά ήθη 17 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

γημένη Ορθότερο λοιπόν θα ήταν να είναι σχετική ώστε να καταστεί δυνα-

τή η απολαβή της παροχής με δικαιότερους όρους

β Συνολική ή μερική

Όσον αφορά την ακυρότητα της σύμβασης στο σύνολο ή σε μέρος αυτής αν

η ανηθικότητα πλήττει μόνο μια μεμονωμένη συμβατική ρήτρα δυναμένη να

αποχωριστεί από τη σύμβαση και αυτή να δύναται να πραγματώσει το σκο-

πό της τότε η ακυρότητα μπορεί να περιοριστεί στη ρήτρα αυτή

Αναλογικά και κυρίως ως ανωτέρω αναφέρθηκε σε περιπτώσεις καταπλεο-

νεκτικών ή καταδυναστευτικών δικαιοπραξιών η μερική ακυρότητα θα μπο-

ρούσε να είναι δυνατή με την έννοια της αφαίρεσης του αδίκου μέρους της

ώστε αυτή να μπορεί να ισχύσει με το υπόλοιπο ορθό περιεχόμενό της Αμ-

φισβητείται όμως αν αυτό ανταποκρίνεται στα εύλογα συμφέροντα των α-

ντισυμβαλλομένων και ιδίως του ισχυρότερου μέρους που η πραγματική ή

εικαζόμενη βούληση του μάλλον θα κατατείνει στην ακύρωση της δικαιο-

πραξίας

Βέβαια όσον αφορά τη σχέση του 178 ΑΚ με το 181 ΑΚ στην ερμηνεία αυτής

έχουν υπεισέλθει αντικειμενικοί παράγοντες όπως ο σκοπός του κανόνα δι-

καίου που θεσπίζει την ακυρότητα διότι άλλως με την αποδοχή της ολικής

ακυρότητας ματαιούται ο προστατευτικός σκοπός της διάταξης Επομένως

ορθότερο είναι στις περιπτώσεις αυτές η ακυρότητα ή μη της σύμβασης να

καταλίπεται στο ασθενέστερο μέρος

γ Ακυρότητα στις αιτιώδεις και αναιτιώδεις δικαιοπραξίες

(1) Στις αιτιώδεις δικαιοπραξίες αν η αιτία είναι άκυρη άκυρη είναι και η

αιτιώδης δικαιοπραξία Επομένως αν η υποσχετική σύμβαση η οποία

αποτελεί την αιτία εκποιητικής δικαιοπραξίας (πχ μεταβίβασης κυ-

ριότητας ακινήτου) άκυρη λόγω αντίθεσης στα χρηστά ήθη συμπαρα-

σύρει σε ακυρότητα και την εμπράγματη δικαιοπραξία το κύρος της

οποίας εξαρτάται από την ύπαρξη εγκύρου αιτίας

Για το λόγο αυτό η αναζήτηση της παροχής γίνεται με διεκδικητική

αγωγή

(2) Αντίθετα στις αφηρημένες ή αναιτιώδεις δικαιοπραξίες το κύρος των

οποίων δεν εξαρτάται από την ύπαρξη και το κύρος της αιτίας ούτε

αυτή αποτελεί στοιχείο του πραγματικού τους η έλλειψη αιτίας ή η

18 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

ακυρότητα αυτής καταρχήν δεν επηρεάζει το κύρος τους ο δε διαθέ-

σας έχει (αν δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις του 907ΑΚ) μόνο την α-

ξίωση αδικαιολογήτου πλουτισμού Χαρακτηριστικά παραδείγματα της

κατηγορίας αυτής είναι από τις μεν υποσχετικές δικαιοπραξίες η αφη-

ρημένη υπόσχεση χρέους ενώ από τις εκποιητικές η μεταβίβαση κυριό-

τητας κινητού Δικαιολογητικός λόγος της τελευταίας είναι η ταχύτητα

και η ασφάλεια των συναλλαγών καθώς οι διάδοχοι του αποκτώντος

αποκτούν έγκυρα από αυτόν ακόμα και αν αυτός είχε αποκτήσει βάσει

μιας άκυρης υποσχετικής δικαιοπραξίας Επιπλέον διευκολύνεται η α-

πόδειξη κτήσης του δικαιώματος αφού αυτός που υποστηρίζει ότι εί-

ναι δικαιούχος οφείλει και αρκεί να αποδείξει μόνο της εκποιητική δι-

καιοπραξία και όχι την αιτία αυτής

Το ότι η αναιτιώδης δικαιοπραξία είναι γενικά ανεξάρτητη από το κύ-

ρος της αιτίας δε σημαίνει ότι δεν υπάρχει αιτία γιrsquo αυτή αλλά ότι η αι-

τία δεν αποτελεί ως άνω αναφέρθηκε στοιχείο του πραγματικού της

Επομένως η laquoηθικά άχρωμηraquo αναιτιώδης δικαιοπραξία μπορεί κατά

περίπτωση να θεωρηθεί άκυρη με διάσπαση της αρχής του αναιτιώ-

δους όταν σε περίπτωση αντίθεσης της δικαιοπραξίας στα χρηστά ήθη

η ανηθικότητα αφορά όχι μόνο την ενοχική αλλά και την εμπράγματη

δικαιοπραξία27 Αν και κατά κανόνα η απλή μεταβίβαση της κυριότη-

τας είναι laquoηθικά άχρωμηraquo αφού τα κίνητρα για την κατάρτιση της ανά-

γονται στην ενοχική δικαιοπραξία αν in concreto διαγνωστεί ότι η επί-

δοση του περιουσιακού αντικειμένου έγινε χάριν τελέσεως ανήθικης

συμπεριφοράς ή ότι η ανήθικη αιτία αποτέλεσε αίρεση για την εκποιη-

τική δικαιοπραξία η ανηθικότητα πλήττει και την εμπράγματη δικαιο-

πραξία καθιστώντας αυτή άκυρη (βλ179ΑΚ) άκυρη δε και οποιαδήπο-

τε περαιτέρω μεταβίβαση

Πάντως γίνεται δεκτό και στην ελληνική αλλά και στη γερμανική νομο-

λογία ότι τα χρήματα που προκαταβάλλονται σε laquoπόρνηraquo για πραγμα-

τοποίηση σαρκικής επαφής μαζί της μεταβιβάζονται σrsquo αυτή κατά κυ-

ριότητα με την παράδοση τους αφού ως ανωτέρω αναφέρθη η ακυρό-

27 Βλ και ΑΠ ΓΕΩΡΓΙΑΔΗ Εγχειρίδιο Εμπρ Δικαίου παρ43 48 καθώς και ΑΠ ΓΕΩΡΓΙΑΔΗ Γ Αρχές ΑστΔικαίου διακρίσεις των δικαιοπραξιών

19 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

τητα της υποσχετικής δικαιοπραξίας δεν συμπαρασύρει την εμπράγμα-

τη αφού η μεταβίβαση χρημάτων είναι πράξη ηθικά ουδέτερη28

Ακριβώς επειδή η παροχή είναι έγκυρη αυτή δεν αναζητείται (εκτός

και μόνο αν το ανήθικο της αιτίας δεν βαρύνει τον δόντα) Αν βαρύνει

και αυτόν ή πολύ περισσότερο μόνο αυτόν τότε δεν αναζητείται

Πράγματι θα ήταν παράδοξο η έννομη τάξη να προστατεύει πρόσωπα

που μετήλθαν ανήθικων μέσων και προέβησαν σε δελεαστικές παροχές

για την επίτευξη μιας ανήθικης συμπεριφοράς και να τα επιβραβεύει με

την επιστροφή σε αυτά των έστω και άνευ ανταλλάγματος δοθέντων

ακόμα και στην εξαιρετική περίπτωση που και ο λήπτης βαρύνεται με

ανηθικότητα Η ρωμαϊκή αρχή laquoεν ίση αισχρότητι κρείσσων ο νεμόμε-

νοςraquo ορθά βρίσκει εδώ την εφαρμογή της29

Η ακυρότητα είναι αναδρομική (ex tunc) εκτός από τις διαρκείς συμ-

βάσεις (πχ σύμβαση εργασίας) Σε αυτές γίνεται δεκτό ότι εφόσον λει-

τούργησαν για ένα χρονικό διάστημα αναπτύσσοντας τα έννομα απο-

τελέσματα τους έχει δημιουργηθεί μια πραγματική κατάσταση η ο-

ποία αποτελεί και την αιτία διατήρησης των μέχρι τότε παροχών ενώ η

επίκληση της ακυρότητας τους έχει τα αποτελέσματα της καταγγελίας

λειτουργώντας μόνο για το μέλλον (ex nunc)

11 Δικονομική μεταχείριση

Η επίκληση της ακυρότητας αφού πρoβληθούν τα πραγματικά περιστατικά

γίνεται από οποιονδήποτε έχει έννομο συμφέρον ακόμα δε και από τον ίδιο τον

καθrsquo ου η μομφή για την επιλήψιμη συμπεριφορά αν και σε περίπτωση αυτή η ε-

πίκληση της θα μπορούσε να θεωρηθεί ως κατάχρηση δικαιώματος

Όσον αφορά το βάρος της απόδειξης στις μεν αιτιώδεις δικαιοπραξίες αυτός

που επικαλείται την εγκυρότητά της οφείλει να αποδείξει την ύπαρξη του κύρους

της αιτίας ενώ αντίθετα στις αναιτιώδεις δικαιοπραξίες το βάρος αποδείξεως φέ-

ρει εκείνος ο οποίος ασκεί είτε με αγωγή είτε με ένσταση την αξίωση αδικαιολογή-

του πλουτισμού (Αντιστροφή του βάρους της απόδειξης)

28 Βλ και ΧΡ ΜΥΛΩΝΟΠΟΥΛΟΥ Ποινικό Δίκαιο Ειδικό μέρος σελ22 29 Βλ και ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟ Επιτομή Γενικού Ενοχικού κεφ Περί αδικαιολόγητου πλουτισμού που μάλ-

λον διαφωνεί 20 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

12 Επίγραμμα

Οι δρόμοι του δικαστή του νομοθέτη και γενικότερα του εκάστοτε ερμηνευ-

τή του δικαίου είναι παράλληλοι και αλληλοσυμπληρώνονται Κοινός στόχος η εύ-

ρυθμη λειτουργία μιας κοινωνίας με σεβασμό στα βασικά ανθρώπινα δικαιώματα

στην αξία του ανθρώπου και στους θεσμούς όπως αυτοί διαμορφώνονται στην

πορεία του χρόνου

Όμως η δικαιοσύνη δεν είναι μόνο μια αφηρημένη ιδέα για τη θεσμική διάρ-

θρωση μιας κοινωνίας αλλά πρέπει να ενδιαφέρεται για τη ζωή που διάγουν οι

άνθρωποι στην πραγματικότητα και ότι καθιστά τη ζωή άξια για να τη ζουν

Γιrsquo αυτό ο ρόλος του ερμηνευτή του δικαίου και ιδίως του δικαστή είναι

κομβικός Και δεν είναι ο ρόλος αυτός παθητικός ούτε απλά συνθετικός Κινούμε-

νος εντός των εξουσιών που το Σύνταγμα του έχει προσδώσει δε στηλιτεύει αλλά

κατανοεί διαπλάθει αλλά και εξισώνει -εντός πάντοτε του θετού δικαίου

Και αν και κατά τη γενική αντίληψη ο λαός πρέπει να έχει νομολογία προ-

σαρμοσμένη στο βαθμό της ηθικής του πολλές φορές αναδεικνύεται η αντίστρο-

φη ανάγκη Να είναι η νομολογία αρωγός ώστε ο λαός να προσανατολιστεί στα

σύγχρονα ήθη και στις πολυπολιτισμικές ιδιομορφίες

Η ερμηνεία του άρθρου 178 ΑΚ αποτελεί μια χαρακτηριστική τέτοια περί-

πτωση-

21 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

Β

ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΜΕ ΤΗΝ ΟΠΟΙΑ ΔΕΣΜΕΥΕΤΑΙ ΥΠΕΡΒΟΛΙΚΩΣ Η ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΤΟΥ ΠΡΟΣΩΠΟΥ [ΚΑΤΑΔΥΝΑΣΤΕΥΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ] ndash

ΚΑΤΑΠΛΕΟΝΕΚΤΙΚΗ [ΑΙΣΧΡΟΚΕΡΔΗΣ] ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ (ΑΚ 179)

[Σπύρος Γ Παπαγιάννης]

1 Η σχέση μεταξύ των δύο ειδικών πραγματικών του άρθρου ΑΚ 179

Το δίκαιο προκειμένου να εξυπηρετεί τον κοινωνικό βίο των ανθρώπων εν-

σωματώνει στους κανόνες που το συγκροτούν τα παραγγέλματα της κοινωνικής

ηθικής δηλαδή τις επικρατούσες στην κοινωνία θεμελιώδεις αξιολογικές παρα-

στάσεις30 Έτσι η ΑΚ 178 με τον όρο ldquoχρηστά ήθηrdquo οριοθετεί την λειτουργία της

ιδιωτικής αυτονομίας μέσα στα όρια αυτού που αξιοί ο μέσης ηθικής κοινωνός του

δικαίου με σκοπό την αποτροπή καταχρήσεως κατά την διάπλαση ιδιωτικών εν-

νόμων σχέσεων και άμεσο αποτέλεσμα την άρνηση της έννομης τάξεως να προσ-

δώσει νομικό κύρος σε δικαιοπρακτικές ρυθμίσεις που προσβάλλουν τις αξίες των

οποίων αυτή επιδιώκει την πραγμάτωση31

Ενώ όμως το άρθρο ΑΚ 178 λειτουργεί ως γενική ρήτρα στο άρθρο ΑΚ 179

τυποποιούνται τα πραγματικά δύο ldquoειδικώνrdquo δικαιοπραξιών που αντιτίθενται στα

χρηστά ήθη οι ldquoκαταδυναστευτικέςrdquo συμβάσεις (ή ldquoφιμωτικέςrdquo32 δικαιοπραξίες)

και οι ldquoκαταπλεονεκτικέςrdquo συμβάσεις (ή ldquoαισχροκερδείςrdquo33 δικαιοπραξίες) Στην

πρώτη κριτήριο είναι η υπέρμετρη34 δέσμευση της ελευθερίας του προσώπου

ενώ στην δεύτερη κριτήριο αποτελεί η εκμετάλλευση της διαπραγματευτικής μει-

ονεξίας του αντισυμβαλλομένου ιδία όσον αφορά στην υπέρμετρη δέσμευση της

οικονομικής του ελευθερίας

2 Η Καταδυναστευτική Δικαιοπραξία

30 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 201217 31 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 201218 σημ 3 32 ΦΙΛΙΟΣ 2011353 33 ΦΙΛΙΟΣ opcit 34 Η ΑΚ 179α΄ αναφέρει ldquohellipδεσμεύεται υπερβολικάhelliprdquo Προτιμώ ως αποδίδουσα επί το ορθότερο

την έννοια του laquoμεγέθουςraquo της δεσμεύσεως την χρήση της λέξεως ldquoυπέρμετραrdquo λέξη-όρο που χρησιμοποιείτο στον ΑΚ προ της μεταγλωττίσεώς του στην δημοτική (την [φεύ] γλώσσα της ldquoπλέριας κατανόησηςrdquohellip)

22 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

α Έννοια

Ως ldquoκαταδυναστευτικήrdquo δικαιοπραξία νοείται κυρίως η σύμβαση (ή μεμονω-

μένη ρήτρα που περιέχεται σε σύμβαση) επί τη βάσει της οποίας δεσμεύεται

υπερμέτρως35 η προσωπική οικονομική επαγγελματική ή καλλιτεχνική ε-

λευθερία του αντισυμβαλλομένου δημιουργώντας ένα είδος υποτέλειας ένα-

ντι του άλλου μέρους36 Στην έννοια της καταδυναστεύσεως της ΑΚ 179α ε-

μπίπτει και κάθε συμβατικός περιορισμός που φέρει ως συνέπεια την υπέρ-

μετρη δέσμευση της ελευθερίας του προσώπου για ανάπτυξη οποιασδήποτε

εκδηλώσεως της προσωπικότητός του37 Είναι φανερόν ότι η ελληνική δη-

μόσια τάξη συγκεκριμενοποιεί την ρήτρα των χρηστών ηθών με την χρήση

μιάς θεμελιώδους δικαιϊκής αξίας της ελευθερίας του προσώπου εδώ ουσι-

αστικώς η συνταγματική τάξη (πχ Σ 5 sect 1) επιβάλλει τα πρόσωπα να παρα-

μένουν ελεύθερα

β Ελευθερία του προσώπου - δέσμευση

Στο πραγματικό της ΑΚ 179α΄ υπάγονται δύο κατά βάσιν περιπτώσεις συμ-

βάσεων αυτές που ενέχουν υπέρμετρη δέσμευση της προσωπικής ελευθερί-

ας του συμβαλλομένου και εκείνες με τις οποίες περιορίζεται υπερμέτρως η

ελευθερία προς (κυρίως) οικονομική και επαγγελματική δράση

Για δέσμευση της ελευθερίας του προσώπου με δικαιοπραξία γίνεται λόγος

μόνον όταν το πρόσωπο που δεσμεύτηκε είχε σύμφωνα με τον νόμο την ε-

ξουσία να διαθέσει κατά βούλησιν το αντικείμενο της δικαιοπραξίας Συνε-

πώς εάν η υποχρέωση του προσώπου δεν προέρχεται από δικαιοπραξία αλ-

λά από τον νόμο ή εάν το πρόσωπο που δεσμεύτηκε με δικαιοπραξία δεν εί-

χε σύμφωνα με τον νόμο την εξουσία να διαθέσει το αντικείμενο στο οποίο

αναφέρεται η δέσμευση η ΑΚ 179 δεν εφαρμόζεται38

Στην ελευθερία του προσώπου υπάγονται οι ατομικές ελευθερίες και τα α-

τομικά δικαιώματα αυτού39 όπως η ελευθερία συνειδήσεως της γνώμης της

διαθέσεως ψήφου του προσώπου κλπ Εδώ υπάγεται ιδίως η ελευθερία της

35 ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ 2012527 ΦΙΛΙΟΣ 2011352 36 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012 σημ 429 37 Πρβλ λχ ΑΠ 12601983 ΕλλΔνη 251347 (απεριόριστη δέσμευση της καλλιτεχνικής ελευθερί-

ας του πνευματικού δημιουργού) 38 ΕφΑθ 33271999 ΝοΒ 48485 39 ΕφΑθ 32841980 ΝοΒ 281225

23 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

εργασίας του εμπορίου της βιομηχανίας προς ανάπτυξη της οικονομικής

δράσεως του προσώπου40 Έτσι αντίκειται στα χρηστά ήθη

(1) κάθε δικαιοπραξία με την οποία απαγορεύεται σε κάποιον η άσκηση

ορισμένου επαγγέλματος ή ορισμένης βιομηχανικής ή εμπορικής δρα-

στηριότητος εφrsquo όσον περιέχει υπέρμετρη δέσμευση και

(2) η δικαιοπραξία με την οποία δεσμεύεται το δικαίωμα στην σωματική

ακεραιότητα του προσώπου στην υγεία ζωή τιμή το δικαίωμα στο

όνομα ή την προσωπικότητα το δικαίωμα εγκαταστάσεως ή μη σε ορι-

σμένο τόπο το δικαίωμα επιλογής επαγγέλματος κλπ41

γ Η ratio της απαγόρευσης

(1) Η οικονομική κατωτερότητα ενός εκ των συμβαλλομένων

Συνήθως η κατάρτιση συμβάσεως με καταδυναστευτικό περιεχόμενο

οφείλεται στην οικονομική κατωτερότητα του υποβαλλομένου στην

υπέρμετρη δέσμευση συμβαλλομένου Αυτό εκτιμάται ότι συμβαίνει

λόγω της ανάγκης αποκτήσεως της υπαρξιακής κατά κανόνα γιrsquo αυτόν

σημασίας παροχή του οικονομικώς ισχυρού αντισυμβαλλομένου συνή-

θως κάποια πίστωση Έτσι η οικονομική αυτή πίεση όταν μάλιστα

δεν υπάρχει δυνατότης καταφυγής σε άλλη πηγή αποκτήσεως του ιδί-

ου αγαθού με καλλίτερους όρους διαταράσσει την συμβατική ελευθε-

ρία η οποία μπορεί να συντρέχει ανεξαρτήτως της θέσεως που κατέχει

στην αγορά ο επιβάλλων τον περιορισμό συμβαλλόμενος (συνήθης επι-

χείρηση)

Η ρύθμιση αυτή της ΑΚ 179α΄ αντικειμενικώς κρινομένη φαίνεται ότι

είναι σχεδιασμένη με πνεύμα κηδεμονεύσεως ο δικαστής παρεμβαίνει

στο περιεχόμενο της συμβάσεως προκειμένου να προστατεύσει τον οι-

κονομικώς ασθενέστερο συμβαλλόμενο από μία άδικη εις βάρος του

κατανομή των συμβατικών βαρών και πλεονεκτημάτων

Προβληματισμός υπάρχει στο αν η οικονομική δέσμευση επέρχεται με

την κατάρτιση της συμβάσεως προκειμένου περί καταδυναστευτικών

συμβάσεων ή πρόκειται περί καταχρηστικής εκμεταλλεύσεως ήδη υ-

φισταμένης οικονομικής κατωτερότητος του αντισυμβαλλομένου προ-

40 Βλ ΤΟΥΣΗΣ Α 1978 sect 96 ΜΠΑΛΗΣ 1944 sect 64 41 Βλ ΤΟΥΣΗΣ opcit

24 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

κειμένου περί καταχρηστικής εκμεταλλεύσεως μονοπωλιακής ή δεσπό-

ζουσας θέσεως μιάς επιχειρήσεως στην αγορά

Εξrsquo άλλου χρήζει ιδιαιτέρας μνείας το ότι ενώ η συναλλακτικώς μειονε-

κτική θέση του ενός των συμβαλλομένων τεκμαίρεται αμαχήτως42 (ΑΚ

294 332sect2 334sect2 409 κλπ) στην περίπτωση καταδυναστευτικής

συμβάσεως ο αντισυμβαλλόμενος έχει δυνατότητα αποδείξεως ότι η

ρύθμιση υπήρξε προϊόν της ελευθέρας δικαιοπρακτικής αποφάσεως

του φαινομένου ως βλαπτομένου από αυτή συμβαλλομένου

(2) Η άδικη μεταξύ των μερών κατανομή των συμβατικών πλεονεκτημά-

των

Η κατανόηση του πότε είναι υπέρμετρη (ή ldquoυπερβολικήrdquohellip) ή εύλογη η

συμβατική δέσμευση της ελευθερίας του προσώπου συνιστά το κε-

ντρικό πρόβλημα του δόγματος των καταδυναστευτικών συμβάσεων

αν και η κρίση είναι νομική υποκείμενη στον έλεγχο του Αρείου Πάγου

Για τον λόγον αυτόν είναι καίριος ο ρόλος των μεγεθών αντιπαροχής

και δεσμεύσεως της οικονομικής ελευθερίας43

δ Η υπέρμετρη (υπερβολική) δέσμευση

Το κριτήριο της υπέρμετρης δεσμεύσεως ως αόριστη νομική έννοια και

προκειμένου να καταστεί δογματικώς κατάλληλη για να υπαχθεί σε αυτήν η

κρινομένη ατομική περίπτωση έχει ανάγκη εξειδικεύσεως λαμβανομένης

υπrsquo όψιν της ratio της απαγορεύσεως που τίθεται στην ΑΚ 179α΄ δηλαδή την

διάβρωση της συμβατικής ελευθερίας του ασθενέστερου μέρους αφrsquo ενός και

της ανισορροπίας στην κατανομή των συμβατικών ωφελημάτων μεταξύ των

μερών

Γίνεται ευρύτερα δεκτό στην σύγχρονη δογματική του Αστικού Δικαίου ότι

υπάρχει μία ldquoκινητήrdquo σχέση44 μεταξύ των προαναφερθέντων δύο κριτηρίων

εις τρόπον ώστε όσον εντονότερον διαβρώνεται η ελευθερία δικαιοπρακτι-

κής αποφάσεως του καταδυναστευομένου τόσον άτονος θα πρέπει να είναι

42 Για τον εμπορικό αντιπρόσωπο που συνάπτει ρήτρα μετασυμβατικής απαγορεύσεως του αντα-γωνισμού βλ ΠΔ 2191991 άρθρ10 εις εφαρμογήν του άρθρου 20 της Οδηγίας 86653 ΕΟΚ

43 ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ 2012528 ΣΠΥΡΙΔΑΚΗΣ 2004188 44 Πρβλ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012146

25 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

ο έλεγχος της άνισης κατανομής στο περιεχόμενο της σχετικής συμφωνίας

για να επιβεβαιώνεται ή όχι το στοιχείο της υπέρμετρης δεσμεύσεως45

Πέραν αυτών όμως είναι απαραίτητη και η συγκεκριμενοποίηση του κριτη-

ρίου της άνισης μεταξύ των μερών κατανομής των συμβατικών βαρών και

πλεονεκτημάτων οπότε είναι αναγκαία η αναδρομή σε ιδιαίτερα κριτήρια τα

οποία εφαρμόζει σχεδόν σταθερώς η νομολογία μας46

(1) Ο Μπαλής47 θεωρεί ότι πρέπει να συναρτάται η σχετική κρίση με το

σημείο ldquoμέχρι τοῦ ὁποίου εἶναι νόμῳ προστατεύσιμον τὸ συγκεκριμένον

συμφέρον τοῦ ἐπιβάλλοντος τὸν περιορισμὸνrdquo δηλαδή να συνυπολογί-

ζεται και το μέτρο της οικονομικής θυσίας στην οποία υποβάλλεται

ο ισχυρός συμβαλλόμενος ουσιαστικώς να σταθμίζεται η αξία της συ-

νολικής αντιπαροχής του χωρίς βεβαίως τα δύο αυτά μεγέθη να συ-

μπίπτουν κατrsquo ανάγκην

(2) Σημασίαν έχει και το στοιχείο της χρονικής διάρκειας της δεσμεύσεως

Όσον αφορά σε ρήτρες απαγορεύσεως ανταγωνισμού θεμιτός περιο-

ρισμός θεωρείται η διετία προκειμένου περί συμβάσεως εργασίας και η

πενταετία προκειμένου περί πωλήσεως επιχειρήσεως Αντιθέτως σε

συμβάσεις αποκλειστικής προμηθείας (κυρίως μπύρας ή ενέργειας) και

προμηθείας πρατηρίου βενζίνης η γερμανική νομολογία ανεβάζει το

όριο στα είκοσι περίπου έτη

(3) Σπουδαίο επίσης στοιχείο μετρήσεως του υπέρμετρου ή μη της συμ-

βατικής δεσμεύσεως είναι η τοπική έκτασή της Πρόκειται περί ενός

στοιχείου κινητού εν σχέσει προς την χρονική διάρκεια δεσμεύσεως αλ-

λά και προς τα λοιπά στοιχεία συγκεκριμενοποιήσεως της αόριστης έν-

νοιας του ldquoυπέρμετρουrdquo Δηλαδή δυνατόν όσον ευρύτερη κατά τόπο

και μακρότερη κατά χρόνον είναι η απαγόρευση τόσο μεγαλύτερο θα

πρέπει να είναι το περιουσιακό αντάλλαγμα που λαμβάνει το ασθενέ-

στερο μέρος ώστε να θεωρείται η ρήτρα θεμιτή Απροσδιόριστη κατά

τόπο και χρόνο απαγόρευση χωρίς πρόβλεψη δυνατότητος παύσεως

της δεσμεύσεως με καταγγελία προσδίδει κατά κανόνα ανήθικο χα-

45 Πρβλ ΤΕΛΛΗΣ 2007215 επ 46 Πληρέστερη ανάλυση των κριτηρίων αυτών σχετικώς με την ρήτρα μετασυμβατικής απαγο-

ρεύσεως του ανταγωνισμού βλ σε ΤΕΛΛΗΣ 2007223 επ 47 ΜΠΑΛΗΣ 1944 sect64

26 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

ρακτήρα στην σχετική ρήτρα48 διότι η έννομη τάξη δεν ευνοεί γενικώς

τις δεσμεύσεις μακροχρόνιας ή απεριορίστου διαρκείας49

(4) Το κατrsquo αντικείμενον εύρος της συμβατικἠς δεσμεύσεως είναι επίσης

κριτήριο συγκεκριμενοποιήσεως της αορίστου εννοίας του ldquoυπέρμε-

τρουrdquo Αν δηλαδή ο ασφαλειοδότης παρέχοντας υπέρμετρη εξασφά-

λιση στον δανειστή του μπορεί να ικανοποιήσει και τους λοιπούς δα-

νειστές του ή στον υποβληθέντα σε μετασυμβατική ρήτρα απαγόρευ-

σης ανταγωνισμού εναπομένει κάποια δυνατότητα επιδόσεως σε άλ-

λης μορφής οικονομική δραστηριότητα κατά την διάρκεια της απαγο-

ρεύσεως

Η παράθεση των ανωτέρω κριτηρίων είναι σαφώς ενδεικτική αφού η περί

υπέρμετρου δεσμεύσεως κρίση (πρέπει να) σχηματίζεται από μία συνολική

αξιολόγηση των ειδικών περιστάσεων που συνοδεύουν την επίμαχη σύμβα-

ση Έτσι προσμετρώνται και άλλα στοιχεία ndash κριτήρια όπως οι επαγγελμα-

τικές προοπτικές των συμβαλλομένων ή ο τρόπος λήξεως της συνεργασίας

των

Τέλος η ύπαρξη επίμεπτης υποκειμενικής στάσεως του ισχυροτέρου συμ-

βαλομένου δεν θεωρείται σύμφωνα με κρατούσα γνώμη προϋπόθεση της

ακυρότητας της συμβάσεως50

ε Εφαρμογή της διατάξεως

Η διάταξη (εδ α΄) εφαρμόζεται και στις χαριστικές δικαιοπραξίες51 Δεν ε-

φαρμόζεται η διάταξη όταν υπάρχει νόμος που συγχωρεί την υπέρμετρη δέ-

σμευση της ελευθερίας του προσώπου52 Δεν αποκλείεται η σύμβαση να

προσκρούει εν μέρει στα χρηστά ήθη οπότε έχει εφαρμογή η ΑΚ 181 (Μερι-

κή ακυρότητα δικαιοπραξίας Η ακυρότητα μέρους συνεπιφέρει την ακυρό-

τητα ολόκληρης της δικαιοπραξίας αν συνάγεται ότι δεν θα είχε επιχειρηθεί

χωρίς το άκυρο μέρος)

48 Πρβλ αντί πολλών ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ 2012528 49 Πρβλ αντίθετη άποψη (ΚΙΤΣΑΡΑΣ Ενοχικές δεσμεύσεις της εξουσίας διάθεσης 199957) σε ΓΕΩΡ-

ΓΙΑΔΗΣ 2012 sect 36 υποσημ 12 50 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 1983153 51 Βλ ΑΠ 9991975 (Βrsquo Τμήμα) ΝοΒ 24287 (ldquohellipἀποκλείεται ἡ ἐφαρμογὴ τοῦ ἐπὶ δικαιοπραξιῶν ἐφrsquo

ὧν ἐπίδοσις περιουσίας γίνεται ἄνευ ἀνταλλάγματος ἢ δὲν λαμβάνει χώραν ἀνταλλαγὴ παροχῶν διότι ἐπrsquo αὐτῶν δὲν γεννᾶται ζήτημα προφανοῦς δυσαναλογίας παροχῆς καὶ ἀντιπαροχῆςrdquo)

52 Βλ ΤΟΥΣΗΣ 1978506 επ ndash ΑΠ 1301950 27 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

ϛ Έννομες συνέπειες

(1) Σύμφωνα με την ΑΚ 179 η δικαιοπραξία που δεσμεύει υπερμέτρως την

ελευθερία του προσώπου είναι ldquoΆκυρη ως αντίθετη προς τα χρηστά ή-

θηhelliprdquo και όπως ισχύει για κάθε ανήθικη δικαιοπραξία θεωρείται από-

λυτη53 μπορεί δε να λαμβάνεται υπόψιν και αυτεπαγγέλτως από το

δικαστήριο54 Τούτο είναι λογικό και κατrsquo ακολουθίαν ορθό αφού η

απαγόρευση της υπέρμετρης δέσμευσης της ελευθερίας σκοπεί στην

προστασία της προσωπικότητας ώστε να μην αφαιρείται το αγαθό της

εξουσίας της δικαιοπρακτικής διαθέσεως του μέρους

Προκειμένου όμως περί υπέρμετρης δεσμεύσεως της οικονομικής ε-

λευθερίας προσώπου δηλαδή οικονομικών συμφερόντων των οποίων

η διαφύλαξη είναι αποκλειστική υπόθεση του προσώπου αυτού τότε

σε μια τέτοια περίπτωση το πρόσωπο αυτό και μόνο μπορεί να κρίνει

καλλίτερα από κάθε άλλον αν η άρση των δικαιοπρακτικών αποτελεσμά-

των με την επίκληση της ΑΚ 179α ακυρότητος εξυπηρετεί πράγματι τα

συμφέροντά του5556

(2) Η ακυρότητα είναι κατά κανόνα ολική ιδία όσον αφορά σε υπέρμετρη

δέσμευση της προσωπικής ελευθερίας57 Στις περιπτώσεις όμως όπου

ο ανήθικος χαρακτήρας προσδιορίζεται από οικονομικής φύσεως α-

νταλλάγματα θα πρέπει να είναι δυνατή η μερική ακυρότητα ώστε με-

τά την αφαίρεση του αδίκου μέρους να μπορεί να ισχύσει η σύμβαση

με το υπόλοιπο ορθό περιεχόμενο της και έτσι το ασθενέστερο μέρος

να ldquoαπολαύσει τελικά την πολύτιμη γιrsquo αυτόν παροχή του αντισυμβαλ-

λομένου του αλλά με δίκαιους τώρα όρουςrdquo Την δυνατότητα της μερικής

ακυρότητος φαίνεται να δέχεται η κρατούσα γνώμη πράγμα που ση-

μαίνει ότι το δικαστήριο έχει την δυνατότητα να μειώσει μετά από αί-

τηση του βλαπτομένου την δέσμευση αυτού στο προσήκον μέτρο

53 ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ 2012525 επ 54 ΛΑΔΑΣ 1979159 επ 55 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012153 56 Θεωρείται ότι σε παρόμοιες περιπτώσεις πρέπεται η (κατrsquo εξαίρεσιν) σχετική ακυρότητα διότι η

απόφαση για την διατήρηση ή άρση των δικαιοπρακτικών αποτελεσμάτων πρέπει να ανήκει αποκλειστικώς στο βλαπτόμενο από την συμβατική ρύθμιση μέρος το οποίο γνωρίζει κάλλιον παντός άλλου το τι πράγματι το συμφέρει άλλως υπάρχει ανεπίτρεπτη κηδεμόνευση των συμφερόντων αυτού του συμβαλλομένου (ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2013113)

57 εα 2α 28 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

3 Η Καταπλεονεκτική Δικαιοπραξία

α Γενικά ndash σχέση με ΠΚ 404 405

Σύμφωνα με το πραγματικό της ΑΚ 179βrsquo καταπλεονεκτική δικαιοπραξία

υπάρχει όταν στο πρόσωπο του καταπλεονεκτούμενου συντρέχουν προφα-

νής δυσαναλογία παροχής και αντιπαροχής ανάγκη κουφότητα ή απειρία

και εκμετάλλευση της μειονεκτικής αυτής θέσεως από τον καταπλεονέκτη

Σύμφωνα με την νομολογία για την πλήρωση του πραγματικού απαιτείται η

συνδρομή και των τριών αυτών προϋποθέσεων σωρευτικώς

Γίνεται δεκτό ότι σε περίπτωση ελλείψεως κάποιου από τα ανωτέρω στοι-

χείου καταφάσκεται η ακυρότητα της δικαιοπραξίας με αναγωγή στην γενι-

κή ρήτρα της ΑΚ 178 υπό την προϋπόθεση ότι συντρέχουν πρόσθετα στοι-

χεία τα οποία μπορούν να προσδώσουν στην δικαιοπραξία το χρώμα της α-

νηθικότητας

Εκδήλωση της απαγορεύσεως της καταπλεονεκτήσεως αποτελεί η ρύθμιση

των άρθρων ΠΚ 404 (τοκογλυφία) και ΠΚ 405 (αισχροκέρδεια) το πραγμα-

τικό των οποίων είναι ουσιαστικώς ίδιο με αυτό της ΑΚ 179βrsquo Αν και τίποτε

δεν εμποδίζει για την ακυρότητα καταπλεονεκτικής δικαιοπραξίας την πα-

ράλληλη επίκληση και των δύο νομοθετικών βάσεων ορθότερη θεωρείται να

διαφυλαχθεί η αυτονομία της ρυθμίσεως της ΑΚ179βrsquo αφού ο νομοθέτης

φαίνεται ότι θέλησε να ρυθμίσει ρητώς τις συνέπειες της καταπλεονεκτήσε-

ως τον ΑΚ

β Προϋποθέσεις εφαρμογής της διατάξεως

Καταπλεονέκτηση μπορεί να υπάρχει σε κάθε τύπο επαχθούς δικαιοπραξίας

με περιουσιακό περιεχόμενο58 οι οποίες μπορεί να είναι αμφοτεροβαρείς

ετεροβαρείς αιτιώδεις αναιτιώδεις (όπως πχ η αγοραπωλησία η μίσθωση

58 Διαφορετικό είναι το ζήτημα της παροχής περιουσιακού ωφελήματος με ldquoανεξάρτητηrdquo μονομε-ρή δικαιοπραξία με την οποία προσδίδεται καταπλεονεκτικό χρώμα σε προηγούμενη σύμβαση από την οποία θα πηγάζει συνήθως η υποχρέωση για τέλεση της μονομερούς δικαιοπραξίας (πχ παροχή υποθήκης)

29 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

πράγματος ή έργου ή εργασίας η εταιρεία η σύμβαση μεσιτείας ή εγγύηση)

όταν αυτές καταρτίζονται με δυσανάλογο αντάλλαγμα59

Η ΑΚ 179βrsquo δεν εφαρμόζεται στις χαριστικές δικαιοπραξίες γιατί η επίδοση

της περιουσίας γίνεται χωρίς αντάλλαγμα και έτσι δεν υπάρχει δυσαναλογία

παροχής και αντιπαροχής όπως πχ στην δωρεά στην εντολή στην άφεση

χρέους στην παρακαταθήκη χωρίς αμοιβή ή στην εγγύηση εκτός αν αυτή

ανελήφθη στο πλαίσιο μιάς αμφοτεροβαρούς συμβάσεως με ευρύτερο περι-

εχόμενο

γ Προφανής δυσαναλογία μεταξύ παροχών

Στην καταπλεονεκτική σύμβαση η ελευθερία δικαιοπρακτικής αποφάσεως

του καταπλεονεκτούμενου είναι διαταραγμένη αφού αυτός ευρίσκεται σε

μία δυσμενή σε σχέση με τον καταπλεονέκτη θέση που δεν του επιτρέπει να

προασπίσει ορθολογικώς τα συνδεόμενα με την σύμβαση συμφέροντά του

έτσι ο μηχανισμός συμβάσεως δεν μπορεί εδώ να παράσχει κανένα εχέγγυο

ορθότητος Ότι το περιεχόμενο της καταπλεονεκτικής συμβάσεως δεν είναι

ldquoορθόrdquo μαρτυρεί τελικώς η ύπαρξη της προφανούς δυσαναλογίας

Η προφανής δυσαναλογία των ανταλλασσομένων παροχών ανάγεται σε

απαραίτητο στοιχείο του πραγματικού της καταπλεονεκτήσεως στην ΑΚ

179βrsquo ενώ ταυτοχρόνως είναι και πρόβλημα που για να κατανοηθεί σωστά

πρέπει να φωτισθεί μέσα από τον συνδυασμό και την αντίθεση μιάς πλειά-

δος αρχών οι οποίες σε κινητή μεταξύ των σχέση συγκροτούν το σύστημα

του δικαίου των ενοχικών συμβάσεων60

Ως έννοια αόριστη είναι αναμφισβητήτως έννοια νομική και η υπαγωγή σε

αυτήν της σχέσεως αξίας των αμοιβαίων παροχών αποτελεί κρίσιν αξιολο-

γική υποκείμενη στον έλεγχο του ΑΠ61

Ομοφώνως γίνεται δεκτό ότι αφετηρία της κρίσεως περί υπάρξεως ή μη

προφανούς δυσαναλογίας πρέπει να αποτελεί η αντικειμενική αξία των α-

νταλλασσομένων παροχών δηλαδή η συνήθης στις συναλλαγές αξία62 Έτσι

59 Βλ ΜΠΑΛΗΣ 1944190 (sect66) 60 Βλ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 19837 σημ 23 61 ΦΙΛΙΟΣ 2011 sect147Β 62 Πρβλ ΑΠ 20952009 (Α1 Τμήμα) ldquohellipφανερή δυσαναλογία μεταξύ παροχής και αντιπαροχής

είναι αυτή που υποπίπτει στην αντίληψη λογικού και έχοντος πείρα των σχετικών συναλλαγών ανθρώπου και η οποία υπερβαίνει το μέτρο κατά το οποίο είναι ανθρωπίνως φυσικό να απο-κομίζει ο ένας κάποιο όφελος από σύμβαση οικονομικού περιεχομένου επί ζημία του άλλουrdquo

30 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

διαπιστουμένης της αντικειμενικής αξίας των αμοιβαίων παροχών ακολου-

θεί η κρίση για το αν υφίσταται μεταξύ των προφανής δυσαναλογία λαμβα-

νομένων πάντοτε υπrsquo όψιν της φύσεως της συμβάσεως και του επιδιωκομέ-

νου με αυτήν οικονομικού σκοπού63 ενώ στις περιπτώσεις ακινήτων χρη-

σιμοποιείται ευρέως στην πράξη το κριτήριο της laesio enormis64

Ένα επιπλέον στοιχείο που λαμβάνεται υπrsquo όψιν για την διαπίστωση της υ-

πάρξεως προφανούς δυσαναλογίας είναι η λεγομένη ldquoρήτρα προσθέσεωςrdquo

δηλαδή το άθροισμα των ωφελημάτων που έλαβε ο καταπλεονέκτης και των

περιουσιακών ωφελημάτων που επιπροσθέτως κατέβαλλε ο καταπλεονε-

κτούμενος σε τρίτα πρόσωπα (πχ μεσιτεία αμοιβές σε βοηθητικά πρόσωπα

κλπ)

Υπάρχουν όμως και μερικά σχετιζόμενα με την δυσαναλογία των ανταλ-

λασσομένων παροχών ειδικότερα προβλήματα που εμφανίζονται συχνά

στην δικαστηριακή πράξη παρουσιάζοντα ταυτοχρόνως σπουδαίο δογματι-

κό ενδιαφέρον

(1) Πρόσθετο τίμημα στην πώληση ακινήτου μπορεί να ληφθεί υπrsquo όψιν

το επιπλέον του αναγραφομένου στο συμβολαιογραφικό έγγραφο τι-

μήματος επιπροσθέτως καταβληθέν τίμημα

(2) Το καταπλεονεκτικό σύμφωνο εξωνήσεως η συνομολόγηση δικαιώ-

ματος εξωνήσεως με τίμημα προφανώς δυσανάλογο εν σχέσει προς αυ-

τό της πωλήσεως μήπως υποκρύπτει τοκογλυφικό δάνειο Εδώ θα

πρέπει να σταθμιστεί η δυνατότητα του πωλητή να αποτρέψει την κα-

ταπλεονεκτική γιrsquo αυτόν ρύθμιση ασκώντας το δικαίωμα εξωνήσεως

Εάν δηλαδή ο πωλητής ασκήσει αυτό το δικαίωμα παρά την προφανή

δυσαναλογία η πώληση δεν έχει καταπλεονεκτικό χαρακτήρα

(3) Η διαπίστωση της προφανούς δυσαναλογίας στον συμβιβασμό τα

συγκρινόμενα μεγέθη είναι οι αμοιβαίες παραχωρήσεις των μερών και

όχι οι εκατέρωθεν αναλαμβανόμενες υποχρεώσεις προς παροχή Η σω-

στή όμως εκτίμηση των παραχωρήσεως προϋποθέτει ως αφετηρία

63 ΑΠ 20952009 64 Ο ΛΙΤΖΕΡΟΠΟΥΛΟΣ 1932208 επ προτείνει αποδοχή της υπάρξεως προφανούς δυσαναλογίας

όταν η μία παροχή δεν φθάνει το 60 ή 50της αξίας της άλλης Βλ επίσης υποσημείωση 560 στο ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012

31 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

την νομική κατάσταση που υπήρχε πριν τον συμβιβασμό υπερβολικές

αξιώσεις προβαλλόμενες αυθαιρέτως δεν λαμβάνονται εδώ υπrsquo όψιν

Η ύπαρξη της προφανούς δυσαναλογίας κρίνεται κατά τον χρόνο καταρτί-

σεως της συμβάσεως είναι αδιάφορο αν η προφανής δυσαναλογία επήλθε

αργότερα εκτός της περιπτώσεως όπου ο καταπλεονεκτούμενος στο πλαί-

σιο της υφισταμένης κυρίας συμβατικής σχέσεως συνομολογεί ή παρέχει

πρόσθετα περιουσιακά ωφελήματα (πχ εμπράγματη ασφάλεια) που προσ-

δίδουν πλέον στην συνολική συναλλαγή καταπλεονεκτικό χρώμα

δ Ανάγκη Κουφότητα Απειρία

(1) Ανάγκη

Είναι η κατάσταση ενός προσώπου (του δικαιοπρακτούντος ή κάποιου

που συνδέεται στενά με αυτόν) που ευρίσκεται σε άμεσο οικονομικό ή

άλλο κίνδυνο65 η αντιμετώπιση του οποίου είναι ανεπίδεκτη αναβο-

λής66 Η ανάγκη πρέπει να έχει χαρακτήρα επιτακτικό και να είναι τόσο

σοβαρή ώστε αντικειμενικώς κρινομένη να μπορεί να θεωρηθεί ότι

κάθε εχέφρων άνθρωπος θα οδηγείτο στην ίδια δικαιοπρακτική συ-

μπεριφορά

Ενώ η φύση της ανάγκης είναι συνήθως οικονομική η σπουδαιότητα

του διακινδυνευομένου αγαθού καθορίζει το αν η συγκεκριμένη κάθε

φορά περίπτωση μπορεί να υπαχθεί ή όχι στην ρύθμιση της ΑΚ 179βrsquo

Είναι αδιάφορο αν η ανάγκη είναι μόνιμη ή παροδική αφού αποφασι-

στική για την εφαρμογή της ΑΚ 179βrsquo είναι η ύπαρξη ανάγκης μόνο κα-

τά τον χρόνο καταρτίσεως της δικαιοπραξίας Η ανάγκη πρέπει να είναι

πραγματική και άμεση επιτακτική και ανεπίδεκτη αναβολής

(2) Κουφότητα

Προϋπόθεση της ορθής λειτουργίας της ιδιωτικής αυτονομίας είναι η

εκ μέρους των αντισυμβαλλομένων ορθολογική στάθμιση των υπέρ και

κατά της συμβατικής ρυθμίσεως Όταν όμως ο αντισυμβαλλόμενος α-

διαφορεί λόγω απερισκεψίας ή ελλείψεως επαρκούς σκέψεως και δεν

αποδίδει στις πράξεις του την σημασία την αξία και τις συνέπειες που

έχουν αυτές τότε η συναλλακτική συμπεριφορά του χαρακτηρίζεται

65 ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ 2012530 66 ΑΠ 19982007

32 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

από κουφότητα Η κουφότητα μπορεί να οφείλεται σε οποιονδήποτε

λόγο όπως είναι η πνευματική νόσος ου δεν επέφερε όμως ολική ή με-

ρική ασυνειδησία των πράξεων του προσώπου ώστε να το κάνει εντε-

λώς ή περιορισμένως ανίκανο για την σύνταξη δικαιοπραξίας67

(3) Απειρία

Ως απειρία νοείται η έλλειψη της περί τη ζωή και τις συναλλαγές πεί-

ρας68 Το ερώτημα όμως είναι αν η σχετική με συγκεκριμένη δικαιο-

πραξία απειρία στοιχειοθετεί την απειρία της ΑΚ 179βrsquo ή όχι Γίνεται

δεκτό ότι υπάρχουν τρείς διαβαθμίσεις69 της απειρίας

(α) Η καθολική όπου ο συμβαλλόμενος στερείται παντελώς συναλ-

λακτικής πείρας και κατά συνέπειαν η περίπτωσή του υπάγεται

στην ρύθμιση της ΑΚ 179β΄

(β) Η απειρία σε ορισμένο μόνο συναλλακτικό τομέα (λχ πράξεις

επί ακινήτων χρηματιστηριακές συναλλαγές κλπ) εδώ η απειρία

δεν αποτελεί σταθερή ιδιότητα του προσώπου και παρά το ότι η

γενική του πείρα του επιτρέπει να κρίνει το επισφαλές της δικαι-

οπραξίας στην οποία προβαίνει η ελευθερία δικαιοπρακτικής α-

ποφάσεώς του δεν παύει να είναι διαταραγμένη Κατά συνέπεια

δικαιούται της προστασίας της ΑΚ 179βrsquo

(γ) Προβληματική αλλά και με πολύ μεγάλη πρακτική σημασία είναι

η τρίτη μορφή απειρίας που χαρακτηρίζεται από την έλλειψη ει-

δικών γνώσεων πού έχει ανάγκη ο σύγχρονος καταναλωτής στις

καθημερινές συναλλαγές του γνώσεων απαραιτήτων για τον

σχηματισμό σωστής εικόνας της προσφερόμενης σε αυτόν παρο-

χής Κι΄ εδώ η ελευθερία δικαιοπρακτικής αποφάσεως του κατα-

ναλωτή αδαούς όντος λόγω ανεπαρκούς πληροφορήσεως εμφα-

νίζεται διαταραγμένη και άξια της κατά την ΑΚ 179βrsquo προστασίας

ε Εκμετάλλευση

Ενώ η νομολογία μας θεωρεί αναγκαίο στοιχείο της ΑΚ 179βrsquo την υποκειμενι-

κή προϋπόθεση της εκμεταλλεύσεως την οποία πρέπει να αποδεικνύει ο ε-

67 ΑΠ 3821992 ΝοΒ 41874 68 ΑΠ 9362007 69 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012196 επ

33 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

πικαλούμενος την εφαρμογή της διατάξεως δεν έχει μέχρι τώρα αποσαφη-

νιστεί πλήρως σε τι ακριβώς συνίσταται η ldquoεκμετάλλευσηrdquo Βέβαιο πάντως

είναι ότι το στοιχείο αυτό δεν θα πρέπει να θεωρηθεί ως ηθική μομφή στο

πρόσωπο του καταπλεονέκτη

Κατrsquo αρχάς απορρίπτεται η επίκληση δόλου αφού ο δόλος απαιτείται από

την λειτουργία της ποινής και είναι ξένος προς τον λειτουργικό ρόλο της α-

κυρότητας της ανήθικης δικαιοπραξίας Το ότι δεν πρόκειται περί μομφής

φαίνεται στις περιπτώσεις καταρτίσεως δικαιοπραξίας κατά παράκλησιν

του αντισυμβαλλομένου και όχι από εκμεταλλευτική διάθεση του καταπλεο-

νέκτη Επιπλέον εάν επρόκειτο περί συνειδήσεως της ανηθικότητος εκ μέ-

ρους του καταπλεονέκτη μια τέτοια συνείδηση λόγω του περιεχομένου σε

αυτήν αξιολογικού και βουλητικού στοιχείου θα ισοδυναμούσε με πταίσμα

και δη στον βαθμό του dolus malus στοιχείου όμως ξένου προς την προ-

βληματική των ανήθικων γενικώς δικαιοπραξιών

Η ελληνική νομολογία φαίνεται να ακολουθεί την άποψη ότι ο καταπλεονέ-

κτης γνωρίζει την συναλλακτικώς δυσμενή θέση του καταπλεονεκτούμενου

και την προφανή δυσαναλογία μεταξύ παροχής και αντιπαροχής στοιχεία τα

οποία δεν θεωρεί ως λόγο προσωπικής μομφής κατά του καταπλεονέκτη αλ-

λά καταλογισμού σε αυτόν του κινδύνου της ακυρότητας της δικαιοπραξίας

Τα δικαστήρια φαίνεται ότι ταυτίζουν την εκμετάλλευση με την εκ μέρους

του καταπλεονέκτη γνώση της συναλλακτικώς δυσμενούς θέσεως του κα-

ταπλεονεκτούμενου Είναι συνήθης στις αποφάσεις η επωδός ldquoεπωφελήθη-

κεrdquo70 της γνωστής σε αυτόν ανάγκης κουφότητας ή απειρίας Γίνεται όμως

παγίως δεκτό ότι αν ο καταπλεονέκτης αγνοούσε την κατάσταση του αντι-

συμβαλλομένου του δεν υπάρχει εκμετάλλευση κατά την ΑΚ 179βrsquo Και βε-

βαίως ερωτάται γιατί θα πρέπει να γνωρίζει μόνο την ανάγκη κουφότητα ή

απειρία και όχι και την προφανή δυσαναλογία των αμοιβαίων παροχών

4 Έννομες συνέπειες

Η καταπλεονεκτική δικαιοπραξία είναι απολύτως άκυρη και για τα δύο μέρη

κατά την έννοια της ΑΚ 180 Την ακυρότητα μπορεί να προβάλλει και κάθε τρίτος

70 Πρβλ ΑΠ 20952009 34 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

που έχει έννομο συμφέρον επομένως και ο κληρονόμος ενός από τους συναλλαγέ-

ντες71

Δεν αποκλείεται και μερική ακυρότητα της δικαιοπραξίας Τούτο θα συμβεί

εάν μπορεί να προσδιορισθεί ακριβώς η μεταξύ παροχής και αντιπαροχής αναλο-

γία οπότε η δικαιοπραξία είναι άκυρη κατά το υπερβάλλον72 Κατά πόσον σε τέ-

τοια περίπτωση η μερική ακυρότητα θα συνεπιφέρει την ακυρότητα της όλης δι-

καιοπραξίας κρίνεται κατά την ΑΚ 18173

Σύμβαση εντόκου δανείου μπορεί να χαρακτηρισθεί καταπλεονεκτική συμ-

φώνως προς την ΑΚ 179 μόνο στην περίπτωση συνομολογήσεως ή λήψεως αθέ-

μιτων (τοκογλυφικών) τόκων εν σχέσει προς την αντιπαροχή με την εκμετάλ-

λευση της ανάγκης κουφότητας κλπ του δανεισθέντος οπότε και επέρχεται είτε

ολοκληρωτική και απόλυτη ακυρότητα της καταπλεονεκτικής δικαιοπραξίας κα-

τά τον κανόνα της ΑΚ 181 είτε μερική ακυρότητα οπότε αφού προσδιορισθεί

ακριβώς η μεταξύ παροχής και αντιπαροχής αναλογία η δικαιοπραξία είναι αι-

σχροκερδής και άκυρη κατά το υπερβάλλον

Η προβολή της ακυρότητας από εκείνον που μετήλθε την εκμετάλλευση

μπορεί να αποκρουσθεί με την ένσταση της ΑΚ 281 Αυτό μπορεί να συμβεί όταν

το δικαίωμα ακυρώσεως ασκείται καθυστερημένα εφ΄ όσον όμως συντρέχουν

και άλλα περιστατικά74

Οι παροχές που έγιναν σε εκπλήρωση της καταπλεονεκτικής υποσχετικής

συμβάσεως μπορούν να αναζητηθούν είτε με διεκδικητική αγωγή είτε με αγωγή

αδικαιολόγητου πλουτισμού Αυτός που ζημιώθηκε από την αισχροκερδή δικαιο-

πραξία δικαιούται εφ΄ όσον συντρέχουν οι όροι των ΑΚ 919 και ΑΚ 914 και απο-

ζημιώσεως

71 ΑΠ 9362007 72 ΜΠΑΛΗΣ 1944191 73 ΜΠΑΛΗΣ op cit 74 Για την προστασία των καλόπιστων τρίτων μέσω της ΑΚ 281 βλ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012232 επ

35 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ ΣΤ ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ Γενικές Αρχές Αστικού Δικαίου Π Ν Σάκκουλας 2012 ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ ΣΤ ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ndash ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟΣ ΠΑΝ ΜΙΧΑΗΛ Αστικός Κώδικας κατ΄ άρ-

θρο ερμηνεία τόμος Ι Π Ν Σάκκουλας 1978 ΛΑΔΑΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ Α Η ακυρότητα της δικαιοπραξίας λόγω αντιθέσεως εις τα χρη-

στά ήθη χό Θεσσαλονίκη 1979 ΛΙΤΖΕΡΟΠΟΥΛΟΣ Γ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ Η Νομολογία ως παράγων διαπλάσεως του ιδιωτικού

δικαίου Θεσσαλονίκη 1932 ΜΠΑΛΗΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ Α Γενικαί αρχαί του Αστικού Δικαίου Παπαζήσης 1944 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ ΑΛ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ Οι καταπλεονεκτικές δικαιοπραξίες Σάκκουλας Αντ

Ν 1983 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ ΑΛ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ Δικαιοπραξιες αντίθετες προς τα χρηστά ήθη Σάκ-

κουλας Αντ Ν 2012 ΠΑΠΑΣΤΕΡΙΟΥ Η ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ Αστικό Δίκαιο Επιτομή Εκδόσεις Σάκκουλα ΑΕ 2010 ΣΠΥΡΙΔΑΚΗΣ Σ ΙΩΑΝΝΗΣ Εγχειρίδιο Αστ Δικαίου 1 - Γενικές Αρχές Αντ Ν Σάκκου-

λας 2004 ΤΕΛΛΗΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ Δ Ρήτρα μετασυμβατικής απαγόρευσης ανταγωνισμού στο δί-

καιο εταιρειών και επιχειρήσεων λειτουργία και δικαστικός έλεγχος του περιε-χομένου της Εκδόσεις Σάκκουλα ΑΕ 2007

ΤΟΥΣΗΣ ΧΡ ΑΝΔΡΕΑΣ Γενικαί Αρχαί του Αστικού Δικαίου μετʹ εισαγωγής εις το δίκαι-ον εν γένει Αφοί Σάκκουλα 1978

ΤΡΙΑΝΤΟΣ Τ ΝΙΚΟΛΑΟΣ Δικαιοπραξιες Νομική Βιβλιοθηκη 2011 ΤΡΙΑΝΤΟΣ Τ ΝΙΚΟΛΑΟΣ Αστικό Δίκαιο-Επιτομή Νομική Βιβλιοθήκη 2013 ΦΙΛΙΟΣ ΧΡ ΠΑΥΛΟΣ Γενικές Αρχές Αστικού Δικαίου Εκδόσεις Σάκκουλα ΑΕ 2011 ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΕΙΣ ΑΝΔΡΟΥΛΙΔΑΚΗ-ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗ ΙΣΜΗΝΗ Η αντίθεση της διαθήκης στα χρηστά ήθη ΝοΒ

301234 ΠΕΛΕΝΗ-ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ Α Η αντιμετώπιση από τη νομολογία του άρθρου 179 περ

α΄ ΑΚ ΕλλΔνη 199459 ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟΣ ΠΑΝ ΜΙΧΑΗΛ-ΛΑΔΟΓΙΑΝΝΗΣ ΓΕΩΡ Κριτήρια αντίθεσης συμφώνου

προτίμησης προς τα χρηστά ήθη (γνμδ) ΧρΙΔ 1263 ΤΟΥΣΗΣ ΧΡ ΑΝΔΡΕΑΣ Η έννοια των χρηστών ηθών ΕΕΝ 231956 ΦΑΣΟΥΛΑΣ ΖΗΣΗΣ Η απάτη και η ακυρότητα της δικαιοπραξίας ως αντίθετη στα

χρηστά ήθη ΠοινΧρ 921032

36 36

  • 2 Συμβατική ελευθερία και γενικές ρήτρες
  • 4 Κριτήρια προσδιορισμού των χρηστών ηθών
    • Μια πρώτη κατηγοριοποίηση όμως αντίθεσης στα χρηστά ήθη μπορεί να γίνει με βάση το αν αυτή προκύπτει από το περιεχόμενο τους
      • 10 Ακυρότητα
      • α Απόλυτη ή σχετική
      • β Συνολική ή μερική
      • γ Ακυρότητα στις αιτιώδεις και αναιτιώδεις δικαιοπραξίες
      • 11 Δικονομική μεταχείριση
      • 12 Επίγραμμα

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

συμβαλλόμενο συμπεριφοράς που ανάγεται στη σφαίρα της απολύτου

ελευθερίας του ή από επιβαλλόμενα από την ηθική καθήκοντα

(4) Κάθε δικαιοπραξία που οδηγεί σε υπέρμετρη επιβάρυνση του συναλ-

λακτικά ασθενέστερου και ιδίως του εγγυητή Εδώ πέραν των κλα-

σικών καταπλεονεκτικών συμβάσεων ανήκουν κυρίως οι laquoοιονεί οι-

κογενειακές εγγυήσειςraquo όπου πρόσωπα στερούμενα περιουσίας ώστε

να αναλάβουν υποχρεώσεις συνάπτουν συμβάσεις εγγυήσεως με το

δανειστή μέλους της οικογένειας τους Η νομική σκέψη που δικαιολο-

γεί εδώ την ανηθικότητα έγκειται στην ανάληψη υπέρμετρων συμβα-

τικών επιβαρύνσεων που δεν ανάγονται στην πραγματικά ελεύθερη

δικαιοπρακτική βούληση του εγγυητή ο οποίος πράττει τούτο κοινω-

νικοτυπικά λόγω της συγγενικής σχέσης ευρισκόμενος σε μειονεκτική

διαπραγματευτικά θέση έναντι του δανειστή

β Δικαιοπραξίες για τις οποίες επαπειλείται ακυρότητα προς σκοπόν

την προστασία των συμφερόντων τρίτων

Εδώ υπάγονται

(1) Δικαιοπραξίες προς ματαίωση ήδη θεμελιωμένων ενοχικών απαιτή-

σεων τρίτων όπου η βλάβη του αντισυμβαλλομένου προκαλείται από

την καταχρηστική άσκηση της συμβατικής ελευθερίας Εδώ υπάγονται

η παρώθηση κάποιου σε αθέτηση των συμβατικών υποχρεώσεων του

η απόσπαση προσωπικού που βρίσκεται σε υπηρεσία άλλου

(2) Δικαιοπραξίες προς βλάβη των περιουσιακών συμφερόντων των δα-

νειστών όπου αντικείμενο δεν είναι συγκεκριμένα αλλά γενικά τα πε-

ριουσιακά συμφέροντα τρίτων που παραπλανόνται σε σχέση με την

πιστοληπτική ικανότητα του αντισυμβαλλομένου τους

(3) Δικαιοπραξίες που καταχρώνται τη θέση εμπιστοσύνης έναντι τρί-

του με κλασικό παράδειγμα της κατηγορίας αυτής που αντιπρόσωπος

κάποιου συμβάλλεται με τρίτο κατά τρόπο ώστε να βλάψει τα συμφέ-

ροντα του εντολέως του

(4) Συμφωνίες περί μη θεματισμού σε δημόσιο πλειστηριασμό ή υποβο-

λής προσφοράς μέχρι ορισμένου ποσού όταν η συμφωνία είναι πρό-

σφορη να βλάψει τα συμφέροντα είτε του οφειλέτη είτε των δανει-

στών

15 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

γ Δικαιοπραξίες για τις οποίες επαπειλείται ακυρότητα προς σκοπόν

την προστασία των συμφερόντων της ολότητας

Εδώ ανήκουν προεχόντως δικαιοπραξίες που αντιβαίνουν σε συνταγ-

ματικής κυρίως φύσεως επιταγές και κυρίως

(1) Δικαιοπραξίες που προσβάλλουν τη συνταγματική τάξη όπως αυτές

που ενέχουν αθέμιτο περιορισμό του δικαιώματος αυτοδιάθεσης του

προσώπου

(2) Δικαιοπραξίες που διαταράσσουν την εύρυθμη λειτουργία του κρά-

τους και των Υπηρεσιών του όπως αυτές που σκοπούν στη διευκό-

λυνση παρανόμων πράξεων συμβάσεις με τις οποίες επιδιώκεται η

φοροδιαφυγή κλπ

(3) Δικαιοπραξίες που διαταράσσουν την οικονομική τάξη όπως αυτές

που παρακωλύουν εμποδίζουν ή περιορίζουν την ελεύθερη λειτουργία

του ανταγωνισμού στο μέτρο που δεν υπάγονται στις απαγορευτικές

διατάξεις των άρθρων 1 και 2 του Ν39592011

(4) Δικαιοπραξίες που προσβάλλουν τα σεξουαλικά ήθη και την οικογε-

νειακή τάξη Μολονότι συντελείται σημαντική μεταβολή της στάσης

της έννομης τάξης ως προς τα ζητήματα αυτά εδώ υπάγονται κυρίως

συμφωνίες για την επrsquo ανταλλάγματι τέλεση σεξουαλικής πράξης ως

αντικείμενης στην αξιοπρέπεια του ατόμου συμφωνίες που προ-

σκρούουν στην ηθική ουσία του γάμου ή τη συγγένεια όπως η συμφω-

νία αμοιβής για σύναψη εικονικού γάμου οι συμφωνίες μεσολάβησης

για εύρεση κυοφόρου γυναίκας και πώλησης γενετικού υλικού κλπ

(5) Δικαιοπραξίες που αντιτίθεται στο επαγγελματικό ήθος όπως συμ-

φωνίες για προσπόριση τίτλου ή αξιώματος έναντι οικονομικού ανταλ-

λάγματος (υποβοήθηση σε συγγραφή διδακτορικής διατριβής) συμ-

φωνίες πωλήσεως δικηγορικών γραφείων (κυρίως από τη γερμανική

νομολογία) όταν in concreto δικαιολογείται ο φόβος ότι ο νέος διευ-

θύνων θα το διευθύνει με τρόπο που δε συνάδει στις απαιτήσεις της

εύρυθμης απονομής της δικαιοσύνης κλπ

9 Κρίσιμος χρόνος διαγνώσεως της αντίθεσης στα χρηστά ήθη

16 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

Κατά την κρατούσα γνώμη κρίσιμος χρόνος για την κρίση της αντίθεσης μιας

δικαιοπραξίας στα χρηστά ήθη είναι ο χρόνος κατάρτισής της διότι η ανηθικότη-

τα ή μη μιας δικαιοπραξίας δεν μπορεί παρά να κρίνεται με βάση τις ισχύουσες

κατά την κατάρτισή της ηθικές και θεμελιώδεις αρχές

Περαιτέρω όμως ορθότερο είναι να δεχθεί κανείς ότι η μεταβολή και εξέλιξη

της έννοιας των χρηστών ηθών δεν μπορεί αναδρομικά να επηρεάσει προς το χεί-

ρον την αξιολόγηση της ρυθμίσεως που όταν συνήφθη τα μέρη πίστευαν ότι είναι

σύμφωνη με τα χρηστά ήθη εκτός αν πρόκειται για σύμβαση διαρκείας οπότε

πλέον τα αποτελέσματά της αντίκεινται στα χρηστά ήθη όπως αυτά θα έχουν δι-

αμορφωθεί

Αντίθετα όταν μια δικαιοπραξία ήταν αντίθετη στα χρηστά ήθη κατά το χρό-

νο σύνταξη της αλλά λόγω μεταβολής της ερμηνείας των χρηστών ηθών ή λόγω

μεταβολής των πραγματικών περιστατικών πλέον το περιεχόμενο είναι συμβατό

με αυτά ορθότερη είναι η ευεργετική αναδρομικά ίαση της και η επέλευση των

εννόμων συνεπειών της ιδιαίτερα σε περιπτώσεις διατάξεων τελευταίας βουλή-

σεως

10 Ακυρότητα

α Απόλυτη ή σχετική

Η αντίθεση μιας δικαιοπραξίας στα χρηστά ήθη συνεπάγεται σύμφωνα με

την ΑΚ 178 ακυρότητα της δικαιοπραξίας Δεν θα ανταποκρινόταν στο νόη-

μα και στο σκοπό της ρήτρας η διατήρηση του κύρους της δικαιοπραξίας να

επαφίεται στη βούληση των μερών αφού πέραν των άλλων η συγκεκριμένη

διάταξη προστατεύει μεταξύ άλλων και το γενικό συμφέρον25 Αυτό όμως θα

είχε ως αποτέλεσμα ειδικά σε περιπτώσεις που η ανηθικότητα στρέφεται

μόνο κατά του αντισυμβαλλόμενου και όχι κατά της ολότητας η ακυρότητα

να λαμβάνεται αυτεπαγγέλτως υπrsquo όψιν και να μπορεί και ο ίδιος ο ενεργή-

σας ανήθικα να την επικαλεστεί

Γιrsquo αυτό το λόγο σε περιπτώσεις που η ανηθικότητα δεν προκύπτει από το

περιεχόμενό της αλλά από τις περιστάσεις 26 όπως στις περιπτώσεις των

καταπλεονεκτικών δικαιοπραξιών η ακυρότητα δεν παρίσταται δικαιολο-

25 Βλ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ όπως πιο πάνω και ΓΕΩΡΓΙΑΔΗ-ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟ ΕρμΑΚ άρθρο 178 σελ 276 ΝΙΚΟ-ΛΟΠΟΥΛΟ Γεν Αρχές σελ 314-315

26 Βλ ομοίως ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ Δικαιοπραξίες αντίθετες προς τα χρηστά ήθη 17 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

γημένη Ορθότερο λοιπόν θα ήταν να είναι σχετική ώστε να καταστεί δυνα-

τή η απολαβή της παροχής με δικαιότερους όρους

β Συνολική ή μερική

Όσον αφορά την ακυρότητα της σύμβασης στο σύνολο ή σε μέρος αυτής αν

η ανηθικότητα πλήττει μόνο μια μεμονωμένη συμβατική ρήτρα δυναμένη να

αποχωριστεί από τη σύμβαση και αυτή να δύναται να πραγματώσει το σκο-

πό της τότε η ακυρότητα μπορεί να περιοριστεί στη ρήτρα αυτή

Αναλογικά και κυρίως ως ανωτέρω αναφέρθηκε σε περιπτώσεις καταπλεο-

νεκτικών ή καταδυναστευτικών δικαιοπραξιών η μερική ακυρότητα θα μπο-

ρούσε να είναι δυνατή με την έννοια της αφαίρεσης του αδίκου μέρους της

ώστε αυτή να μπορεί να ισχύσει με το υπόλοιπο ορθό περιεχόμενό της Αμ-

φισβητείται όμως αν αυτό ανταποκρίνεται στα εύλογα συμφέροντα των α-

ντισυμβαλλομένων και ιδίως του ισχυρότερου μέρους που η πραγματική ή

εικαζόμενη βούληση του μάλλον θα κατατείνει στην ακύρωση της δικαιο-

πραξίας

Βέβαια όσον αφορά τη σχέση του 178 ΑΚ με το 181 ΑΚ στην ερμηνεία αυτής

έχουν υπεισέλθει αντικειμενικοί παράγοντες όπως ο σκοπός του κανόνα δι-

καίου που θεσπίζει την ακυρότητα διότι άλλως με την αποδοχή της ολικής

ακυρότητας ματαιούται ο προστατευτικός σκοπός της διάταξης Επομένως

ορθότερο είναι στις περιπτώσεις αυτές η ακυρότητα ή μη της σύμβασης να

καταλίπεται στο ασθενέστερο μέρος

γ Ακυρότητα στις αιτιώδεις και αναιτιώδεις δικαιοπραξίες

(1) Στις αιτιώδεις δικαιοπραξίες αν η αιτία είναι άκυρη άκυρη είναι και η

αιτιώδης δικαιοπραξία Επομένως αν η υποσχετική σύμβαση η οποία

αποτελεί την αιτία εκποιητικής δικαιοπραξίας (πχ μεταβίβασης κυ-

ριότητας ακινήτου) άκυρη λόγω αντίθεσης στα χρηστά ήθη συμπαρα-

σύρει σε ακυρότητα και την εμπράγματη δικαιοπραξία το κύρος της

οποίας εξαρτάται από την ύπαρξη εγκύρου αιτίας

Για το λόγο αυτό η αναζήτηση της παροχής γίνεται με διεκδικητική

αγωγή

(2) Αντίθετα στις αφηρημένες ή αναιτιώδεις δικαιοπραξίες το κύρος των

οποίων δεν εξαρτάται από την ύπαρξη και το κύρος της αιτίας ούτε

αυτή αποτελεί στοιχείο του πραγματικού τους η έλλειψη αιτίας ή η

18 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

ακυρότητα αυτής καταρχήν δεν επηρεάζει το κύρος τους ο δε διαθέ-

σας έχει (αν δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις του 907ΑΚ) μόνο την α-

ξίωση αδικαιολογήτου πλουτισμού Χαρακτηριστικά παραδείγματα της

κατηγορίας αυτής είναι από τις μεν υποσχετικές δικαιοπραξίες η αφη-

ρημένη υπόσχεση χρέους ενώ από τις εκποιητικές η μεταβίβαση κυριό-

τητας κινητού Δικαιολογητικός λόγος της τελευταίας είναι η ταχύτητα

και η ασφάλεια των συναλλαγών καθώς οι διάδοχοι του αποκτώντος

αποκτούν έγκυρα από αυτόν ακόμα και αν αυτός είχε αποκτήσει βάσει

μιας άκυρης υποσχετικής δικαιοπραξίας Επιπλέον διευκολύνεται η α-

πόδειξη κτήσης του δικαιώματος αφού αυτός που υποστηρίζει ότι εί-

ναι δικαιούχος οφείλει και αρκεί να αποδείξει μόνο της εκποιητική δι-

καιοπραξία και όχι την αιτία αυτής

Το ότι η αναιτιώδης δικαιοπραξία είναι γενικά ανεξάρτητη από το κύ-

ρος της αιτίας δε σημαίνει ότι δεν υπάρχει αιτία γιrsquo αυτή αλλά ότι η αι-

τία δεν αποτελεί ως άνω αναφέρθηκε στοιχείο του πραγματικού της

Επομένως η laquoηθικά άχρωμηraquo αναιτιώδης δικαιοπραξία μπορεί κατά

περίπτωση να θεωρηθεί άκυρη με διάσπαση της αρχής του αναιτιώ-

δους όταν σε περίπτωση αντίθεσης της δικαιοπραξίας στα χρηστά ήθη

η ανηθικότητα αφορά όχι μόνο την ενοχική αλλά και την εμπράγματη

δικαιοπραξία27 Αν και κατά κανόνα η απλή μεταβίβαση της κυριότη-

τας είναι laquoηθικά άχρωμηraquo αφού τα κίνητρα για την κατάρτιση της ανά-

γονται στην ενοχική δικαιοπραξία αν in concreto διαγνωστεί ότι η επί-

δοση του περιουσιακού αντικειμένου έγινε χάριν τελέσεως ανήθικης

συμπεριφοράς ή ότι η ανήθικη αιτία αποτέλεσε αίρεση για την εκποιη-

τική δικαιοπραξία η ανηθικότητα πλήττει και την εμπράγματη δικαιο-

πραξία καθιστώντας αυτή άκυρη (βλ179ΑΚ) άκυρη δε και οποιαδήπο-

τε περαιτέρω μεταβίβαση

Πάντως γίνεται δεκτό και στην ελληνική αλλά και στη γερμανική νομο-

λογία ότι τα χρήματα που προκαταβάλλονται σε laquoπόρνηraquo για πραγμα-

τοποίηση σαρκικής επαφής μαζί της μεταβιβάζονται σrsquo αυτή κατά κυ-

ριότητα με την παράδοση τους αφού ως ανωτέρω αναφέρθη η ακυρό-

27 Βλ και ΑΠ ΓΕΩΡΓΙΑΔΗ Εγχειρίδιο Εμπρ Δικαίου παρ43 48 καθώς και ΑΠ ΓΕΩΡΓΙΑΔΗ Γ Αρχές ΑστΔικαίου διακρίσεις των δικαιοπραξιών

19 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

τητα της υποσχετικής δικαιοπραξίας δεν συμπαρασύρει την εμπράγμα-

τη αφού η μεταβίβαση χρημάτων είναι πράξη ηθικά ουδέτερη28

Ακριβώς επειδή η παροχή είναι έγκυρη αυτή δεν αναζητείται (εκτός

και μόνο αν το ανήθικο της αιτίας δεν βαρύνει τον δόντα) Αν βαρύνει

και αυτόν ή πολύ περισσότερο μόνο αυτόν τότε δεν αναζητείται

Πράγματι θα ήταν παράδοξο η έννομη τάξη να προστατεύει πρόσωπα

που μετήλθαν ανήθικων μέσων και προέβησαν σε δελεαστικές παροχές

για την επίτευξη μιας ανήθικης συμπεριφοράς και να τα επιβραβεύει με

την επιστροφή σε αυτά των έστω και άνευ ανταλλάγματος δοθέντων

ακόμα και στην εξαιρετική περίπτωση που και ο λήπτης βαρύνεται με

ανηθικότητα Η ρωμαϊκή αρχή laquoεν ίση αισχρότητι κρείσσων ο νεμόμε-

νοςraquo ορθά βρίσκει εδώ την εφαρμογή της29

Η ακυρότητα είναι αναδρομική (ex tunc) εκτός από τις διαρκείς συμ-

βάσεις (πχ σύμβαση εργασίας) Σε αυτές γίνεται δεκτό ότι εφόσον λει-

τούργησαν για ένα χρονικό διάστημα αναπτύσσοντας τα έννομα απο-

τελέσματα τους έχει δημιουργηθεί μια πραγματική κατάσταση η ο-

ποία αποτελεί και την αιτία διατήρησης των μέχρι τότε παροχών ενώ η

επίκληση της ακυρότητας τους έχει τα αποτελέσματα της καταγγελίας

λειτουργώντας μόνο για το μέλλον (ex nunc)

11 Δικονομική μεταχείριση

Η επίκληση της ακυρότητας αφού πρoβληθούν τα πραγματικά περιστατικά

γίνεται από οποιονδήποτε έχει έννομο συμφέρον ακόμα δε και από τον ίδιο τον

καθrsquo ου η μομφή για την επιλήψιμη συμπεριφορά αν και σε περίπτωση αυτή η ε-

πίκληση της θα μπορούσε να θεωρηθεί ως κατάχρηση δικαιώματος

Όσον αφορά το βάρος της απόδειξης στις μεν αιτιώδεις δικαιοπραξίες αυτός

που επικαλείται την εγκυρότητά της οφείλει να αποδείξει την ύπαρξη του κύρους

της αιτίας ενώ αντίθετα στις αναιτιώδεις δικαιοπραξίες το βάρος αποδείξεως φέ-

ρει εκείνος ο οποίος ασκεί είτε με αγωγή είτε με ένσταση την αξίωση αδικαιολογή-

του πλουτισμού (Αντιστροφή του βάρους της απόδειξης)

28 Βλ και ΧΡ ΜΥΛΩΝΟΠΟΥΛΟΥ Ποινικό Δίκαιο Ειδικό μέρος σελ22 29 Βλ και ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟ Επιτομή Γενικού Ενοχικού κεφ Περί αδικαιολόγητου πλουτισμού που μάλ-

λον διαφωνεί 20 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

12 Επίγραμμα

Οι δρόμοι του δικαστή του νομοθέτη και γενικότερα του εκάστοτε ερμηνευ-

τή του δικαίου είναι παράλληλοι και αλληλοσυμπληρώνονται Κοινός στόχος η εύ-

ρυθμη λειτουργία μιας κοινωνίας με σεβασμό στα βασικά ανθρώπινα δικαιώματα

στην αξία του ανθρώπου και στους θεσμούς όπως αυτοί διαμορφώνονται στην

πορεία του χρόνου

Όμως η δικαιοσύνη δεν είναι μόνο μια αφηρημένη ιδέα για τη θεσμική διάρ-

θρωση μιας κοινωνίας αλλά πρέπει να ενδιαφέρεται για τη ζωή που διάγουν οι

άνθρωποι στην πραγματικότητα και ότι καθιστά τη ζωή άξια για να τη ζουν

Γιrsquo αυτό ο ρόλος του ερμηνευτή του δικαίου και ιδίως του δικαστή είναι

κομβικός Και δεν είναι ο ρόλος αυτός παθητικός ούτε απλά συνθετικός Κινούμε-

νος εντός των εξουσιών που το Σύνταγμα του έχει προσδώσει δε στηλιτεύει αλλά

κατανοεί διαπλάθει αλλά και εξισώνει -εντός πάντοτε του θετού δικαίου

Και αν και κατά τη γενική αντίληψη ο λαός πρέπει να έχει νομολογία προ-

σαρμοσμένη στο βαθμό της ηθικής του πολλές φορές αναδεικνύεται η αντίστρο-

φη ανάγκη Να είναι η νομολογία αρωγός ώστε ο λαός να προσανατολιστεί στα

σύγχρονα ήθη και στις πολυπολιτισμικές ιδιομορφίες

Η ερμηνεία του άρθρου 178 ΑΚ αποτελεί μια χαρακτηριστική τέτοια περί-

πτωση-

21 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

Β

ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΜΕ ΤΗΝ ΟΠΟΙΑ ΔΕΣΜΕΥΕΤΑΙ ΥΠΕΡΒΟΛΙΚΩΣ Η ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΤΟΥ ΠΡΟΣΩΠΟΥ [ΚΑΤΑΔΥΝΑΣΤΕΥΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ] ndash

ΚΑΤΑΠΛΕΟΝΕΚΤΙΚΗ [ΑΙΣΧΡΟΚΕΡΔΗΣ] ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ (ΑΚ 179)

[Σπύρος Γ Παπαγιάννης]

1 Η σχέση μεταξύ των δύο ειδικών πραγματικών του άρθρου ΑΚ 179

Το δίκαιο προκειμένου να εξυπηρετεί τον κοινωνικό βίο των ανθρώπων εν-

σωματώνει στους κανόνες που το συγκροτούν τα παραγγέλματα της κοινωνικής

ηθικής δηλαδή τις επικρατούσες στην κοινωνία θεμελιώδεις αξιολογικές παρα-

στάσεις30 Έτσι η ΑΚ 178 με τον όρο ldquoχρηστά ήθηrdquo οριοθετεί την λειτουργία της

ιδιωτικής αυτονομίας μέσα στα όρια αυτού που αξιοί ο μέσης ηθικής κοινωνός του

δικαίου με σκοπό την αποτροπή καταχρήσεως κατά την διάπλαση ιδιωτικών εν-

νόμων σχέσεων και άμεσο αποτέλεσμα την άρνηση της έννομης τάξεως να προσ-

δώσει νομικό κύρος σε δικαιοπρακτικές ρυθμίσεις που προσβάλλουν τις αξίες των

οποίων αυτή επιδιώκει την πραγμάτωση31

Ενώ όμως το άρθρο ΑΚ 178 λειτουργεί ως γενική ρήτρα στο άρθρο ΑΚ 179

τυποποιούνται τα πραγματικά δύο ldquoειδικώνrdquo δικαιοπραξιών που αντιτίθενται στα

χρηστά ήθη οι ldquoκαταδυναστευτικέςrdquo συμβάσεις (ή ldquoφιμωτικέςrdquo32 δικαιοπραξίες)

και οι ldquoκαταπλεονεκτικέςrdquo συμβάσεις (ή ldquoαισχροκερδείςrdquo33 δικαιοπραξίες) Στην

πρώτη κριτήριο είναι η υπέρμετρη34 δέσμευση της ελευθερίας του προσώπου

ενώ στην δεύτερη κριτήριο αποτελεί η εκμετάλλευση της διαπραγματευτικής μει-

ονεξίας του αντισυμβαλλομένου ιδία όσον αφορά στην υπέρμετρη δέσμευση της

οικονομικής του ελευθερίας

2 Η Καταδυναστευτική Δικαιοπραξία

30 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 201217 31 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 201218 σημ 3 32 ΦΙΛΙΟΣ 2011353 33 ΦΙΛΙΟΣ opcit 34 Η ΑΚ 179α΄ αναφέρει ldquohellipδεσμεύεται υπερβολικάhelliprdquo Προτιμώ ως αποδίδουσα επί το ορθότερο

την έννοια του laquoμεγέθουςraquo της δεσμεύσεως την χρήση της λέξεως ldquoυπέρμετραrdquo λέξη-όρο που χρησιμοποιείτο στον ΑΚ προ της μεταγλωττίσεώς του στην δημοτική (την [φεύ] γλώσσα της ldquoπλέριας κατανόησηςrdquohellip)

22 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

α Έννοια

Ως ldquoκαταδυναστευτικήrdquo δικαιοπραξία νοείται κυρίως η σύμβαση (ή μεμονω-

μένη ρήτρα που περιέχεται σε σύμβαση) επί τη βάσει της οποίας δεσμεύεται

υπερμέτρως35 η προσωπική οικονομική επαγγελματική ή καλλιτεχνική ε-

λευθερία του αντισυμβαλλομένου δημιουργώντας ένα είδος υποτέλειας ένα-

ντι του άλλου μέρους36 Στην έννοια της καταδυναστεύσεως της ΑΚ 179α ε-

μπίπτει και κάθε συμβατικός περιορισμός που φέρει ως συνέπεια την υπέρ-

μετρη δέσμευση της ελευθερίας του προσώπου για ανάπτυξη οποιασδήποτε

εκδηλώσεως της προσωπικότητός του37 Είναι φανερόν ότι η ελληνική δη-

μόσια τάξη συγκεκριμενοποιεί την ρήτρα των χρηστών ηθών με την χρήση

μιάς θεμελιώδους δικαιϊκής αξίας της ελευθερίας του προσώπου εδώ ουσι-

αστικώς η συνταγματική τάξη (πχ Σ 5 sect 1) επιβάλλει τα πρόσωπα να παρα-

μένουν ελεύθερα

β Ελευθερία του προσώπου - δέσμευση

Στο πραγματικό της ΑΚ 179α΄ υπάγονται δύο κατά βάσιν περιπτώσεις συμ-

βάσεων αυτές που ενέχουν υπέρμετρη δέσμευση της προσωπικής ελευθερί-

ας του συμβαλλομένου και εκείνες με τις οποίες περιορίζεται υπερμέτρως η

ελευθερία προς (κυρίως) οικονομική και επαγγελματική δράση

Για δέσμευση της ελευθερίας του προσώπου με δικαιοπραξία γίνεται λόγος

μόνον όταν το πρόσωπο που δεσμεύτηκε είχε σύμφωνα με τον νόμο την ε-

ξουσία να διαθέσει κατά βούλησιν το αντικείμενο της δικαιοπραξίας Συνε-

πώς εάν η υποχρέωση του προσώπου δεν προέρχεται από δικαιοπραξία αλ-

λά από τον νόμο ή εάν το πρόσωπο που δεσμεύτηκε με δικαιοπραξία δεν εί-

χε σύμφωνα με τον νόμο την εξουσία να διαθέσει το αντικείμενο στο οποίο

αναφέρεται η δέσμευση η ΑΚ 179 δεν εφαρμόζεται38

Στην ελευθερία του προσώπου υπάγονται οι ατομικές ελευθερίες και τα α-

τομικά δικαιώματα αυτού39 όπως η ελευθερία συνειδήσεως της γνώμης της

διαθέσεως ψήφου του προσώπου κλπ Εδώ υπάγεται ιδίως η ελευθερία της

35 ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ 2012527 ΦΙΛΙΟΣ 2011352 36 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012 σημ 429 37 Πρβλ λχ ΑΠ 12601983 ΕλλΔνη 251347 (απεριόριστη δέσμευση της καλλιτεχνικής ελευθερί-

ας του πνευματικού δημιουργού) 38 ΕφΑθ 33271999 ΝοΒ 48485 39 ΕφΑθ 32841980 ΝοΒ 281225

23 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

εργασίας του εμπορίου της βιομηχανίας προς ανάπτυξη της οικονομικής

δράσεως του προσώπου40 Έτσι αντίκειται στα χρηστά ήθη

(1) κάθε δικαιοπραξία με την οποία απαγορεύεται σε κάποιον η άσκηση

ορισμένου επαγγέλματος ή ορισμένης βιομηχανικής ή εμπορικής δρα-

στηριότητος εφrsquo όσον περιέχει υπέρμετρη δέσμευση και

(2) η δικαιοπραξία με την οποία δεσμεύεται το δικαίωμα στην σωματική

ακεραιότητα του προσώπου στην υγεία ζωή τιμή το δικαίωμα στο

όνομα ή την προσωπικότητα το δικαίωμα εγκαταστάσεως ή μη σε ορι-

σμένο τόπο το δικαίωμα επιλογής επαγγέλματος κλπ41

γ Η ratio της απαγόρευσης

(1) Η οικονομική κατωτερότητα ενός εκ των συμβαλλομένων

Συνήθως η κατάρτιση συμβάσεως με καταδυναστευτικό περιεχόμενο

οφείλεται στην οικονομική κατωτερότητα του υποβαλλομένου στην

υπέρμετρη δέσμευση συμβαλλομένου Αυτό εκτιμάται ότι συμβαίνει

λόγω της ανάγκης αποκτήσεως της υπαρξιακής κατά κανόνα γιrsquo αυτόν

σημασίας παροχή του οικονομικώς ισχυρού αντισυμβαλλομένου συνή-

θως κάποια πίστωση Έτσι η οικονομική αυτή πίεση όταν μάλιστα

δεν υπάρχει δυνατότης καταφυγής σε άλλη πηγή αποκτήσεως του ιδί-

ου αγαθού με καλλίτερους όρους διαταράσσει την συμβατική ελευθε-

ρία η οποία μπορεί να συντρέχει ανεξαρτήτως της θέσεως που κατέχει

στην αγορά ο επιβάλλων τον περιορισμό συμβαλλόμενος (συνήθης επι-

χείρηση)

Η ρύθμιση αυτή της ΑΚ 179α΄ αντικειμενικώς κρινομένη φαίνεται ότι

είναι σχεδιασμένη με πνεύμα κηδεμονεύσεως ο δικαστής παρεμβαίνει

στο περιεχόμενο της συμβάσεως προκειμένου να προστατεύσει τον οι-

κονομικώς ασθενέστερο συμβαλλόμενο από μία άδικη εις βάρος του

κατανομή των συμβατικών βαρών και πλεονεκτημάτων

Προβληματισμός υπάρχει στο αν η οικονομική δέσμευση επέρχεται με

την κατάρτιση της συμβάσεως προκειμένου περί καταδυναστευτικών

συμβάσεων ή πρόκειται περί καταχρηστικής εκμεταλλεύσεως ήδη υ-

φισταμένης οικονομικής κατωτερότητος του αντισυμβαλλομένου προ-

40 Βλ ΤΟΥΣΗΣ Α 1978 sect 96 ΜΠΑΛΗΣ 1944 sect 64 41 Βλ ΤΟΥΣΗΣ opcit

24 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

κειμένου περί καταχρηστικής εκμεταλλεύσεως μονοπωλιακής ή δεσπό-

ζουσας θέσεως μιάς επιχειρήσεως στην αγορά

Εξrsquo άλλου χρήζει ιδιαιτέρας μνείας το ότι ενώ η συναλλακτικώς μειονε-

κτική θέση του ενός των συμβαλλομένων τεκμαίρεται αμαχήτως42 (ΑΚ

294 332sect2 334sect2 409 κλπ) στην περίπτωση καταδυναστευτικής

συμβάσεως ο αντισυμβαλλόμενος έχει δυνατότητα αποδείξεως ότι η

ρύθμιση υπήρξε προϊόν της ελευθέρας δικαιοπρακτικής αποφάσεως

του φαινομένου ως βλαπτομένου από αυτή συμβαλλομένου

(2) Η άδικη μεταξύ των μερών κατανομή των συμβατικών πλεονεκτημά-

των

Η κατανόηση του πότε είναι υπέρμετρη (ή ldquoυπερβολικήrdquohellip) ή εύλογη η

συμβατική δέσμευση της ελευθερίας του προσώπου συνιστά το κε-

ντρικό πρόβλημα του δόγματος των καταδυναστευτικών συμβάσεων

αν και η κρίση είναι νομική υποκείμενη στον έλεγχο του Αρείου Πάγου

Για τον λόγον αυτόν είναι καίριος ο ρόλος των μεγεθών αντιπαροχής

και δεσμεύσεως της οικονομικής ελευθερίας43

δ Η υπέρμετρη (υπερβολική) δέσμευση

Το κριτήριο της υπέρμετρης δεσμεύσεως ως αόριστη νομική έννοια και

προκειμένου να καταστεί δογματικώς κατάλληλη για να υπαχθεί σε αυτήν η

κρινομένη ατομική περίπτωση έχει ανάγκη εξειδικεύσεως λαμβανομένης

υπrsquo όψιν της ratio της απαγορεύσεως που τίθεται στην ΑΚ 179α΄ δηλαδή την

διάβρωση της συμβατικής ελευθερίας του ασθενέστερου μέρους αφrsquo ενός και

της ανισορροπίας στην κατανομή των συμβατικών ωφελημάτων μεταξύ των

μερών

Γίνεται ευρύτερα δεκτό στην σύγχρονη δογματική του Αστικού Δικαίου ότι

υπάρχει μία ldquoκινητήrdquo σχέση44 μεταξύ των προαναφερθέντων δύο κριτηρίων

εις τρόπον ώστε όσον εντονότερον διαβρώνεται η ελευθερία δικαιοπρακτι-

κής αποφάσεως του καταδυναστευομένου τόσον άτονος θα πρέπει να είναι

42 Για τον εμπορικό αντιπρόσωπο που συνάπτει ρήτρα μετασυμβατικής απαγορεύσεως του αντα-γωνισμού βλ ΠΔ 2191991 άρθρ10 εις εφαρμογήν του άρθρου 20 της Οδηγίας 86653 ΕΟΚ

43 ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ 2012528 ΣΠΥΡΙΔΑΚΗΣ 2004188 44 Πρβλ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012146

25 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

ο έλεγχος της άνισης κατανομής στο περιεχόμενο της σχετικής συμφωνίας

για να επιβεβαιώνεται ή όχι το στοιχείο της υπέρμετρης δεσμεύσεως45

Πέραν αυτών όμως είναι απαραίτητη και η συγκεκριμενοποίηση του κριτη-

ρίου της άνισης μεταξύ των μερών κατανομής των συμβατικών βαρών και

πλεονεκτημάτων οπότε είναι αναγκαία η αναδρομή σε ιδιαίτερα κριτήρια τα

οποία εφαρμόζει σχεδόν σταθερώς η νομολογία μας46

(1) Ο Μπαλής47 θεωρεί ότι πρέπει να συναρτάται η σχετική κρίση με το

σημείο ldquoμέχρι τοῦ ὁποίου εἶναι νόμῳ προστατεύσιμον τὸ συγκεκριμένον

συμφέρον τοῦ ἐπιβάλλοντος τὸν περιορισμὸνrdquo δηλαδή να συνυπολογί-

ζεται και το μέτρο της οικονομικής θυσίας στην οποία υποβάλλεται

ο ισχυρός συμβαλλόμενος ουσιαστικώς να σταθμίζεται η αξία της συ-

νολικής αντιπαροχής του χωρίς βεβαίως τα δύο αυτά μεγέθη να συ-

μπίπτουν κατrsquo ανάγκην

(2) Σημασίαν έχει και το στοιχείο της χρονικής διάρκειας της δεσμεύσεως

Όσον αφορά σε ρήτρες απαγορεύσεως ανταγωνισμού θεμιτός περιο-

ρισμός θεωρείται η διετία προκειμένου περί συμβάσεως εργασίας και η

πενταετία προκειμένου περί πωλήσεως επιχειρήσεως Αντιθέτως σε

συμβάσεις αποκλειστικής προμηθείας (κυρίως μπύρας ή ενέργειας) και

προμηθείας πρατηρίου βενζίνης η γερμανική νομολογία ανεβάζει το

όριο στα είκοσι περίπου έτη

(3) Σπουδαίο επίσης στοιχείο μετρήσεως του υπέρμετρου ή μη της συμ-

βατικής δεσμεύσεως είναι η τοπική έκτασή της Πρόκειται περί ενός

στοιχείου κινητού εν σχέσει προς την χρονική διάρκεια δεσμεύσεως αλ-

λά και προς τα λοιπά στοιχεία συγκεκριμενοποιήσεως της αόριστης έν-

νοιας του ldquoυπέρμετρουrdquo Δηλαδή δυνατόν όσον ευρύτερη κατά τόπο

και μακρότερη κατά χρόνον είναι η απαγόρευση τόσο μεγαλύτερο θα

πρέπει να είναι το περιουσιακό αντάλλαγμα που λαμβάνει το ασθενέ-

στερο μέρος ώστε να θεωρείται η ρήτρα θεμιτή Απροσδιόριστη κατά

τόπο και χρόνο απαγόρευση χωρίς πρόβλεψη δυνατότητος παύσεως

της δεσμεύσεως με καταγγελία προσδίδει κατά κανόνα ανήθικο χα-

45 Πρβλ ΤΕΛΛΗΣ 2007215 επ 46 Πληρέστερη ανάλυση των κριτηρίων αυτών σχετικώς με την ρήτρα μετασυμβατικής απαγο-

ρεύσεως του ανταγωνισμού βλ σε ΤΕΛΛΗΣ 2007223 επ 47 ΜΠΑΛΗΣ 1944 sect64

26 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

ρακτήρα στην σχετική ρήτρα48 διότι η έννομη τάξη δεν ευνοεί γενικώς

τις δεσμεύσεις μακροχρόνιας ή απεριορίστου διαρκείας49

(4) Το κατrsquo αντικείμενον εύρος της συμβατικἠς δεσμεύσεως είναι επίσης

κριτήριο συγκεκριμενοποιήσεως της αορίστου εννοίας του ldquoυπέρμε-

τρουrdquo Αν δηλαδή ο ασφαλειοδότης παρέχοντας υπέρμετρη εξασφά-

λιση στον δανειστή του μπορεί να ικανοποιήσει και τους λοιπούς δα-

νειστές του ή στον υποβληθέντα σε μετασυμβατική ρήτρα απαγόρευ-

σης ανταγωνισμού εναπομένει κάποια δυνατότητα επιδόσεως σε άλ-

λης μορφής οικονομική δραστηριότητα κατά την διάρκεια της απαγο-

ρεύσεως

Η παράθεση των ανωτέρω κριτηρίων είναι σαφώς ενδεικτική αφού η περί

υπέρμετρου δεσμεύσεως κρίση (πρέπει να) σχηματίζεται από μία συνολική

αξιολόγηση των ειδικών περιστάσεων που συνοδεύουν την επίμαχη σύμβα-

ση Έτσι προσμετρώνται και άλλα στοιχεία ndash κριτήρια όπως οι επαγγελμα-

τικές προοπτικές των συμβαλλομένων ή ο τρόπος λήξεως της συνεργασίας

των

Τέλος η ύπαρξη επίμεπτης υποκειμενικής στάσεως του ισχυροτέρου συμ-

βαλομένου δεν θεωρείται σύμφωνα με κρατούσα γνώμη προϋπόθεση της

ακυρότητας της συμβάσεως50

ε Εφαρμογή της διατάξεως

Η διάταξη (εδ α΄) εφαρμόζεται και στις χαριστικές δικαιοπραξίες51 Δεν ε-

φαρμόζεται η διάταξη όταν υπάρχει νόμος που συγχωρεί την υπέρμετρη δέ-

σμευση της ελευθερίας του προσώπου52 Δεν αποκλείεται η σύμβαση να

προσκρούει εν μέρει στα χρηστά ήθη οπότε έχει εφαρμογή η ΑΚ 181 (Μερι-

κή ακυρότητα δικαιοπραξίας Η ακυρότητα μέρους συνεπιφέρει την ακυρό-

τητα ολόκληρης της δικαιοπραξίας αν συνάγεται ότι δεν θα είχε επιχειρηθεί

χωρίς το άκυρο μέρος)

48 Πρβλ αντί πολλών ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ 2012528 49 Πρβλ αντίθετη άποψη (ΚΙΤΣΑΡΑΣ Ενοχικές δεσμεύσεις της εξουσίας διάθεσης 199957) σε ΓΕΩΡ-

ΓΙΑΔΗΣ 2012 sect 36 υποσημ 12 50 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 1983153 51 Βλ ΑΠ 9991975 (Βrsquo Τμήμα) ΝοΒ 24287 (ldquohellipἀποκλείεται ἡ ἐφαρμογὴ τοῦ ἐπὶ δικαιοπραξιῶν ἐφrsquo

ὧν ἐπίδοσις περιουσίας γίνεται ἄνευ ἀνταλλάγματος ἢ δὲν λαμβάνει χώραν ἀνταλλαγὴ παροχῶν διότι ἐπrsquo αὐτῶν δὲν γεννᾶται ζήτημα προφανοῦς δυσαναλογίας παροχῆς καὶ ἀντιπαροχῆςrdquo)

52 Βλ ΤΟΥΣΗΣ 1978506 επ ndash ΑΠ 1301950 27 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

ϛ Έννομες συνέπειες

(1) Σύμφωνα με την ΑΚ 179 η δικαιοπραξία που δεσμεύει υπερμέτρως την

ελευθερία του προσώπου είναι ldquoΆκυρη ως αντίθετη προς τα χρηστά ή-

θηhelliprdquo και όπως ισχύει για κάθε ανήθικη δικαιοπραξία θεωρείται από-

λυτη53 μπορεί δε να λαμβάνεται υπόψιν και αυτεπαγγέλτως από το

δικαστήριο54 Τούτο είναι λογικό και κατrsquo ακολουθίαν ορθό αφού η

απαγόρευση της υπέρμετρης δέσμευσης της ελευθερίας σκοπεί στην

προστασία της προσωπικότητας ώστε να μην αφαιρείται το αγαθό της

εξουσίας της δικαιοπρακτικής διαθέσεως του μέρους

Προκειμένου όμως περί υπέρμετρης δεσμεύσεως της οικονομικής ε-

λευθερίας προσώπου δηλαδή οικονομικών συμφερόντων των οποίων

η διαφύλαξη είναι αποκλειστική υπόθεση του προσώπου αυτού τότε

σε μια τέτοια περίπτωση το πρόσωπο αυτό και μόνο μπορεί να κρίνει

καλλίτερα από κάθε άλλον αν η άρση των δικαιοπρακτικών αποτελεσμά-

των με την επίκληση της ΑΚ 179α ακυρότητος εξυπηρετεί πράγματι τα

συμφέροντά του5556

(2) Η ακυρότητα είναι κατά κανόνα ολική ιδία όσον αφορά σε υπέρμετρη

δέσμευση της προσωπικής ελευθερίας57 Στις περιπτώσεις όμως όπου

ο ανήθικος χαρακτήρας προσδιορίζεται από οικονομικής φύσεως α-

νταλλάγματα θα πρέπει να είναι δυνατή η μερική ακυρότητα ώστε με-

τά την αφαίρεση του αδίκου μέρους να μπορεί να ισχύσει η σύμβαση

με το υπόλοιπο ορθό περιεχόμενο της και έτσι το ασθενέστερο μέρος

να ldquoαπολαύσει τελικά την πολύτιμη γιrsquo αυτόν παροχή του αντισυμβαλ-

λομένου του αλλά με δίκαιους τώρα όρουςrdquo Την δυνατότητα της μερικής

ακυρότητος φαίνεται να δέχεται η κρατούσα γνώμη πράγμα που ση-

μαίνει ότι το δικαστήριο έχει την δυνατότητα να μειώσει μετά από αί-

τηση του βλαπτομένου την δέσμευση αυτού στο προσήκον μέτρο

53 ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ 2012525 επ 54 ΛΑΔΑΣ 1979159 επ 55 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012153 56 Θεωρείται ότι σε παρόμοιες περιπτώσεις πρέπεται η (κατrsquo εξαίρεσιν) σχετική ακυρότητα διότι η

απόφαση για την διατήρηση ή άρση των δικαιοπρακτικών αποτελεσμάτων πρέπει να ανήκει αποκλειστικώς στο βλαπτόμενο από την συμβατική ρύθμιση μέρος το οποίο γνωρίζει κάλλιον παντός άλλου το τι πράγματι το συμφέρει άλλως υπάρχει ανεπίτρεπτη κηδεμόνευση των συμφερόντων αυτού του συμβαλλομένου (ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2013113)

57 εα 2α 28 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

3 Η Καταπλεονεκτική Δικαιοπραξία

α Γενικά ndash σχέση με ΠΚ 404 405

Σύμφωνα με το πραγματικό της ΑΚ 179βrsquo καταπλεονεκτική δικαιοπραξία

υπάρχει όταν στο πρόσωπο του καταπλεονεκτούμενου συντρέχουν προφα-

νής δυσαναλογία παροχής και αντιπαροχής ανάγκη κουφότητα ή απειρία

και εκμετάλλευση της μειονεκτικής αυτής θέσεως από τον καταπλεονέκτη

Σύμφωνα με την νομολογία για την πλήρωση του πραγματικού απαιτείται η

συνδρομή και των τριών αυτών προϋποθέσεων σωρευτικώς

Γίνεται δεκτό ότι σε περίπτωση ελλείψεως κάποιου από τα ανωτέρω στοι-

χείου καταφάσκεται η ακυρότητα της δικαιοπραξίας με αναγωγή στην γενι-

κή ρήτρα της ΑΚ 178 υπό την προϋπόθεση ότι συντρέχουν πρόσθετα στοι-

χεία τα οποία μπορούν να προσδώσουν στην δικαιοπραξία το χρώμα της α-

νηθικότητας

Εκδήλωση της απαγορεύσεως της καταπλεονεκτήσεως αποτελεί η ρύθμιση

των άρθρων ΠΚ 404 (τοκογλυφία) και ΠΚ 405 (αισχροκέρδεια) το πραγμα-

τικό των οποίων είναι ουσιαστικώς ίδιο με αυτό της ΑΚ 179βrsquo Αν και τίποτε

δεν εμποδίζει για την ακυρότητα καταπλεονεκτικής δικαιοπραξίας την πα-

ράλληλη επίκληση και των δύο νομοθετικών βάσεων ορθότερη θεωρείται να

διαφυλαχθεί η αυτονομία της ρυθμίσεως της ΑΚ179βrsquo αφού ο νομοθέτης

φαίνεται ότι θέλησε να ρυθμίσει ρητώς τις συνέπειες της καταπλεονεκτήσε-

ως τον ΑΚ

β Προϋποθέσεις εφαρμογής της διατάξεως

Καταπλεονέκτηση μπορεί να υπάρχει σε κάθε τύπο επαχθούς δικαιοπραξίας

με περιουσιακό περιεχόμενο58 οι οποίες μπορεί να είναι αμφοτεροβαρείς

ετεροβαρείς αιτιώδεις αναιτιώδεις (όπως πχ η αγοραπωλησία η μίσθωση

58 Διαφορετικό είναι το ζήτημα της παροχής περιουσιακού ωφελήματος με ldquoανεξάρτητηrdquo μονομε-ρή δικαιοπραξία με την οποία προσδίδεται καταπλεονεκτικό χρώμα σε προηγούμενη σύμβαση από την οποία θα πηγάζει συνήθως η υποχρέωση για τέλεση της μονομερούς δικαιοπραξίας (πχ παροχή υποθήκης)

29 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

πράγματος ή έργου ή εργασίας η εταιρεία η σύμβαση μεσιτείας ή εγγύηση)

όταν αυτές καταρτίζονται με δυσανάλογο αντάλλαγμα59

Η ΑΚ 179βrsquo δεν εφαρμόζεται στις χαριστικές δικαιοπραξίες γιατί η επίδοση

της περιουσίας γίνεται χωρίς αντάλλαγμα και έτσι δεν υπάρχει δυσαναλογία

παροχής και αντιπαροχής όπως πχ στην δωρεά στην εντολή στην άφεση

χρέους στην παρακαταθήκη χωρίς αμοιβή ή στην εγγύηση εκτός αν αυτή

ανελήφθη στο πλαίσιο μιάς αμφοτεροβαρούς συμβάσεως με ευρύτερο περι-

εχόμενο

γ Προφανής δυσαναλογία μεταξύ παροχών

Στην καταπλεονεκτική σύμβαση η ελευθερία δικαιοπρακτικής αποφάσεως

του καταπλεονεκτούμενου είναι διαταραγμένη αφού αυτός ευρίσκεται σε

μία δυσμενή σε σχέση με τον καταπλεονέκτη θέση που δεν του επιτρέπει να

προασπίσει ορθολογικώς τα συνδεόμενα με την σύμβαση συμφέροντά του

έτσι ο μηχανισμός συμβάσεως δεν μπορεί εδώ να παράσχει κανένα εχέγγυο

ορθότητος Ότι το περιεχόμενο της καταπλεονεκτικής συμβάσεως δεν είναι

ldquoορθόrdquo μαρτυρεί τελικώς η ύπαρξη της προφανούς δυσαναλογίας

Η προφανής δυσαναλογία των ανταλλασσομένων παροχών ανάγεται σε

απαραίτητο στοιχείο του πραγματικού της καταπλεονεκτήσεως στην ΑΚ

179βrsquo ενώ ταυτοχρόνως είναι και πρόβλημα που για να κατανοηθεί σωστά

πρέπει να φωτισθεί μέσα από τον συνδυασμό και την αντίθεση μιάς πλειά-

δος αρχών οι οποίες σε κινητή μεταξύ των σχέση συγκροτούν το σύστημα

του δικαίου των ενοχικών συμβάσεων60

Ως έννοια αόριστη είναι αναμφισβητήτως έννοια νομική και η υπαγωγή σε

αυτήν της σχέσεως αξίας των αμοιβαίων παροχών αποτελεί κρίσιν αξιολο-

γική υποκείμενη στον έλεγχο του ΑΠ61

Ομοφώνως γίνεται δεκτό ότι αφετηρία της κρίσεως περί υπάρξεως ή μη

προφανούς δυσαναλογίας πρέπει να αποτελεί η αντικειμενική αξία των α-

νταλλασσομένων παροχών δηλαδή η συνήθης στις συναλλαγές αξία62 Έτσι

59 Βλ ΜΠΑΛΗΣ 1944190 (sect66) 60 Βλ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 19837 σημ 23 61 ΦΙΛΙΟΣ 2011 sect147Β 62 Πρβλ ΑΠ 20952009 (Α1 Τμήμα) ldquohellipφανερή δυσαναλογία μεταξύ παροχής και αντιπαροχής

είναι αυτή που υποπίπτει στην αντίληψη λογικού και έχοντος πείρα των σχετικών συναλλαγών ανθρώπου και η οποία υπερβαίνει το μέτρο κατά το οποίο είναι ανθρωπίνως φυσικό να απο-κομίζει ο ένας κάποιο όφελος από σύμβαση οικονομικού περιεχομένου επί ζημία του άλλουrdquo

30 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

διαπιστουμένης της αντικειμενικής αξίας των αμοιβαίων παροχών ακολου-

θεί η κρίση για το αν υφίσταται μεταξύ των προφανής δυσαναλογία λαμβα-

νομένων πάντοτε υπrsquo όψιν της φύσεως της συμβάσεως και του επιδιωκομέ-

νου με αυτήν οικονομικού σκοπού63 ενώ στις περιπτώσεις ακινήτων χρη-

σιμοποιείται ευρέως στην πράξη το κριτήριο της laesio enormis64

Ένα επιπλέον στοιχείο που λαμβάνεται υπrsquo όψιν για την διαπίστωση της υ-

πάρξεως προφανούς δυσαναλογίας είναι η λεγομένη ldquoρήτρα προσθέσεωςrdquo

δηλαδή το άθροισμα των ωφελημάτων που έλαβε ο καταπλεονέκτης και των

περιουσιακών ωφελημάτων που επιπροσθέτως κατέβαλλε ο καταπλεονε-

κτούμενος σε τρίτα πρόσωπα (πχ μεσιτεία αμοιβές σε βοηθητικά πρόσωπα

κλπ)

Υπάρχουν όμως και μερικά σχετιζόμενα με την δυσαναλογία των ανταλ-

λασσομένων παροχών ειδικότερα προβλήματα που εμφανίζονται συχνά

στην δικαστηριακή πράξη παρουσιάζοντα ταυτοχρόνως σπουδαίο δογματι-

κό ενδιαφέρον

(1) Πρόσθετο τίμημα στην πώληση ακινήτου μπορεί να ληφθεί υπrsquo όψιν

το επιπλέον του αναγραφομένου στο συμβολαιογραφικό έγγραφο τι-

μήματος επιπροσθέτως καταβληθέν τίμημα

(2) Το καταπλεονεκτικό σύμφωνο εξωνήσεως η συνομολόγηση δικαιώ-

ματος εξωνήσεως με τίμημα προφανώς δυσανάλογο εν σχέσει προς αυ-

τό της πωλήσεως μήπως υποκρύπτει τοκογλυφικό δάνειο Εδώ θα

πρέπει να σταθμιστεί η δυνατότητα του πωλητή να αποτρέψει την κα-

ταπλεονεκτική γιrsquo αυτόν ρύθμιση ασκώντας το δικαίωμα εξωνήσεως

Εάν δηλαδή ο πωλητής ασκήσει αυτό το δικαίωμα παρά την προφανή

δυσαναλογία η πώληση δεν έχει καταπλεονεκτικό χαρακτήρα

(3) Η διαπίστωση της προφανούς δυσαναλογίας στον συμβιβασμό τα

συγκρινόμενα μεγέθη είναι οι αμοιβαίες παραχωρήσεις των μερών και

όχι οι εκατέρωθεν αναλαμβανόμενες υποχρεώσεις προς παροχή Η σω-

στή όμως εκτίμηση των παραχωρήσεως προϋποθέτει ως αφετηρία

63 ΑΠ 20952009 64 Ο ΛΙΤΖΕΡΟΠΟΥΛΟΣ 1932208 επ προτείνει αποδοχή της υπάρξεως προφανούς δυσαναλογίας

όταν η μία παροχή δεν φθάνει το 60 ή 50της αξίας της άλλης Βλ επίσης υποσημείωση 560 στο ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012

31 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

την νομική κατάσταση που υπήρχε πριν τον συμβιβασμό υπερβολικές

αξιώσεις προβαλλόμενες αυθαιρέτως δεν λαμβάνονται εδώ υπrsquo όψιν

Η ύπαρξη της προφανούς δυσαναλογίας κρίνεται κατά τον χρόνο καταρτί-

σεως της συμβάσεως είναι αδιάφορο αν η προφανής δυσαναλογία επήλθε

αργότερα εκτός της περιπτώσεως όπου ο καταπλεονεκτούμενος στο πλαί-

σιο της υφισταμένης κυρίας συμβατικής σχέσεως συνομολογεί ή παρέχει

πρόσθετα περιουσιακά ωφελήματα (πχ εμπράγματη ασφάλεια) που προσ-

δίδουν πλέον στην συνολική συναλλαγή καταπλεονεκτικό χρώμα

δ Ανάγκη Κουφότητα Απειρία

(1) Ανάγκη

Είναι η κατάσταση ενός προσώπου (του δικαιοπρακτούντος ή κάποιου

που συνδέεται στενά με αυτόν) που ευρίσκεται σε άμεσο οικονομικό ή

άλλο κίνδυνο65 η αντιμετώπιση του οποίου είναι ανεπίδεκτη αναβο-

λής66 Η ανάγκη πρέπει να έχει χαρακτήρα επιτακτικό και να είναι τόσο

σοβαρή ώστε αντικειμενικώς κρινομένη να μπορεί να θεωρηθεί ότι

κάθε εχέφρων άνθρωπος θα οδηγείτο στην ίδια δικαιοπρακτική συ-

μπεριφορά

Ενώ η φύση της ανάγκης είναι συνήθως οικονομική η σπουδαιότητα

του διακινδυνευομένου αγαθού καθορίζει το αν η συγκεκριμένη κάθε

φορά περίπτωση μπορεί να υπαχθεί ή όχι στην ρύθμιση της ΑΚ 179βrsquo

Είναι αδιάφορο αν η ανάγκη είναι μόνιμη ή παροδική αφού αποφασι-

στική για την εφαρμογή της ΑΚ 179βrsquo είναι η ύπαρξη ανάγκης μόνο κα-

τά τον χρόνο καταρτίσεως της δικαιοπραξίας Η ανάγκη πρέπει να είναι

πραγματική και άμεση επιτακτική και ανεπίδεκτη αναβολής

(2) Κουφότητα

Προϋπόθεση της ορθής λειτουργίας της ιδιωτικής αυτονομίας είναι η

εκ μέρους των αντισυμβαλλομένων ορθολογική στάθμιση των υπέρ και

κατά της συμβατικής ρυθμίσεως Όταν όμως ο αντισυμβαλλόμενος α-

διαφορεί λόγω απερισκεψίας ή ελλείψεως επαρκούς σκέψεως και δεν

αποδίδει στις πράξεις του την σημασία την αξία και τις συνέπειες που

έχουν αυτές τότε η συναλλακτική συμπεριφορά του χαρακτηρίζεται

65 ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ 2012530 66 ΑΠ 19982007

32 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

από κουφότητα Η κουφότητα μπορεί να οφείλεται σε οποιονδήποτε

λόγο όπως είναι η πνευματική νόσος ου δεν επέφερε όμως ολική ή με-

ρική ασυνειδησία των πράξεων του προσώπου ώστε να το κάνει εντε-

λώς ή περιορισμένως ανίκανο για την σύνταξη δικαιοπραξίας67

(3) Απειρία

Ως απειρία νοείται η έλλειψη της περί τη ζωή και τις συναλλαγές πεί-

ρας68 Το ερώτημα όμως είναι αν η σχετική με συγκεκριμένη δικαιο-

πραξία απειρία στοιχειοθετεί την απειρία της ΑΚ 179βrsquo ή όχι Γίνεται

δεκτό ότι υπάρχουν τρείς διαβαθμίσεις69 της απειρίας

(α) Η καθολική όπου ο συμβαλλόμενος στερείται παντελώς συναλ-

λακτικής πείρας και κατά συνέπειαν η περίπτωσή του υπάγεται

στην ρύθμιση της ΑΚ 179β΄

(β) Η απειρία σε ορισμένο μόνο συναλλακτικό τομέα (λχ πράξεις

επί ακινήτων χρηματιστηριακές συναλλαγές κλπ) εδώ η απειρία

δεν αποτελεί σταθερή ιδιότητα του προσώπου και παρά το ότι η

γενική του πείρα του επιτρέπει να κρίνει το επισφαλές της δικαι-

οπραξίας στην οποία προβαίνει η ελευθερία δικαιοπρακτικής α-

ποφάσεώς του δεν παύει να είναι διαταραγμένη Κατά συνέπεια

δικαιούται της προστασίας της ΑΚ 179βrsquo

(γ) Προβληματική αλλά και με πολύ μεγάλη πρακτική σημασία είναι

η τρίτη μορφή απειρίας που χαρακτηρίζεται από την έλλειψη ει-

δικών γνώσεων πού έχει ανάγκη ο σύγχρονος καταναλωτής στις

καθημερινές συναλλαγές του γνώσεων απαραιτήτων για τον

σχηματισμό σωστής εικόνας της προσφερόμενης σε αυτόν παρο-

χής Κι΄ εδώ η ελευθερία δικαιοπρακτικής αποφάσεως του κατα-

ναλωτή αδαούς όντος λόγω ανεπαρκούς πληροφορήσεως εμφα-

νίζεται διαταραγμένη και άξια της κατά την ΑΚ 179βrsquo προστασίας

ε Εκμετάλλευση

Ενώ η νομολογία μας θεωρεί αναγκαίο στοιχείο της ΑΚ 179βrsquo την υποκειμενι-

κή προϋπόθεση της εκμεταλλεύσεως την οποία πρέπει να αποδεικνύει ο ε-

67 ΑΠ 3821992 ΝοΒ 41874 68 ΑΠ 9362007 69 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012196 επ

33 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

πικαλούμενος την εφαρμογή της διατάξεως δεν έχει μέχρι τώρα αποσαφη-

νιστεί πλήρως σε τι ακριβώς συνίσταται η ldquoεκμετάλλευσηrdquo Βέβαιο πάντως

είναι ότι το στοιχείο αυτό δεν θα πρέπει να θεωρηθεί ως ηθική μομφή στο

πρόσωπο του καταπλεονέκτη

Κατrsquo αρχάς απορρίπτεται η επίκληση δόλου αφού ο δόλος απαιτείται από

την λειτουργία της ποινής και είναι ξένος προς τον λειτουργικό ρόλο της α-

κυρότητας της ανήθικης δικαιοπραξίας Το ότι δεν πρόκειται περί μομφής

φαίνεται στις περιπτώσεις καταρτίσεως δικαιοπραξίας κατά παράκλησιν

του αντισυμβαλλομένου και όχι από εκμεταλλευτική διάθεση του καταπλεο-

νέκτη Επιπλέον εάν επρόκειτο περί συνειδήσεως της ανηθικότητος εκ μέ-

ρους του καταπλεονέκτη μια τέτοια συνείδηση λόγω του περιεχομένου σε

αυτήν αξιολογικού και βουλητικού στοιχείου θα ισοδυναμούσε με πταίσμα

και δη στον βαθμό του dolus malus στοιχείου όμως ξένου προς την προ-

βληματική των ανήθικων γενικώς δικαιοπραξιών

Η ελληνική νομολογία φαίνεται να ακολουθεί την άποψη ότι ο καταπλεονέ-

κτης γνωρίζει την συναλλακτικώς δυσμενή θέση του καταπλεονεκτούμενου

και την προφανή δυσαναλογία μεταξύ παροχής και αντιπαροχής στοιχεία τα

οποία δεν θεωρεί ως λόγο προσωπικής μομφής κατά του καταπλεονέκτη αλ-

λά καταλογισμού σε αυτόν του κινδύνου της ακυρότητας της δικαιοπραξίας

Τα δικαστήρια φαίνεται ότι ταυτίζουν την εκμετάλλευση με την εκ μέρους

του καταπλεονέκτη γνώση της συναλλακτικώς δυσμενούς θέσεως του κα-

ταπλεονεκτούμενου Είναι συνήθης στις αποφάσεις η επωδός ldquoεπωφελήθη-

κεrdquo70 της γνωστής σε αυτόν ανάγκης κουφότητας ή απειρίας Γίνεται όμως

παγίως δεκτό ότι αν ο καταπλεονέκτης αγνοούσε την κατάσταση του αντι-

συμβαλλομένου του δεν υπάρχει εκμετάλλευση κατά την ΑΚ 179βrsquo Και βε-

βαίως ερωτάται γιατί θα πρέπει να γνωρίζει μόνο την ανάγκη κουφότητα ή

απειρία και όχι και την προφανή δυσαναλογία των αμοιβαίων παροχών

4 Έννομες συνέπειες

Η καταπλεονεκτική δικαιοπραξία είναι απολύτως άκυρη και για τα δύο μέρη

κατά την έννοια της ΑΚ 180 Την ακυρότητα μπορεί να προβάλλει και κάθε τρίτος

70 Πρβλ ΑΠ 20952009 34 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

που έχει έννομο συμφέρον επομένως και ο κληρονόμος ενός από τους συναλλαγέ-

ντες71

Δεν αποκλείεται και μερική ακυρότητα της δικαιοπραξίας Τούτο θα συμβεί

εάν μπορεί να προσδιορισθεί ακριβώς η μεταξύ παροχής και αντιπαροχής αναλο-

γία οπότε η δικαιοπραξία είναι άκυρη κατά το υπερβάλλον72 Κατά πόσον σε τέ-

τοια περίπτωση η μερική ακυρότητα θα συνεπιφέρει την ακυρότητα της όλης δι-

καιοπραξίας κρίνεται κατά την ΑΚ 18173

Σύμβαση εντόκου δανείου μπορεί να χαρακτηρισθεί καταπλεονεκτική συμ-

φώνως προς την ΑΚ 179 μόνο στην περίπτωση συνομολογήσεως ή λήψεως αθέ-

μιτων (τοκογλυφικών) τόκων εν σχέσει προς την αντιπαροχή με την εκμετάλ-

λευση της ανάγκης κουφότητας κλπ του δανεισθέντος οπότε και επέρχεται είτε

ολοκληρωτική και απόλυτη ακυρότητα της καταπλεονεκτικής δικαιοπραξίας κα-

τά τον κανόνα της ΑΚ 181 είτε μερική ακυρότητα οπότε αφού προσδιορισθεί

ακριβώς η μεταξύ παροχής και αντιπαροχής αναλογία η δικαιοπραξία είναι αι-

σχροκερδής και άκυρη κατά το υπερβάλλον

Η προβολή της ακυρότητας από εκείνον που μετήλθε την εκμετάλλευση

μπορεί να αποκρουσθεί με την ένσταση της ΑΚ 281 Αυτό μπορεί να συμβεί όταν

το δικαίωμα ακυρώσεως ασκείται καθυστερημένα εφ΄ όσον όμως συντρέχουν

και άλλα περιστατικά74

Οι παροχές που έγιναν σε εκπλήρωση της καταπλεονεκτικής υποσχετικής

συμβάσεως μπορούν να αναζητηθούν είτε με διεκδικητική αγωγή είτε με αγωγή

αδικαιολόγητου πλουτισμού Αυτός που ζημιώθηκε από την αισχροκερδή δικαιο-

πραξία δικαιούται εφ΄ όσον συντρέχουν οι όροι των ΑΚ 919 και ΑΚ 914 και απο-

ζημιώσεως

71 ΑΠ 9362007 72 ΜΠΑΛΗΣ 1944191 73 ΜΠΑΛΗΣ op cit 74 Για την προστασία των καλόπιστων τρίτων μέσω της ΑΚ 281 βλ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012232 επ

35 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ ΣΤ ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ Γενικές Αρχές Αστικού Δικαίου Π Ν Σάκκουλας 2012 ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ ΣΤ ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ndash ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟΣ ΠΑΝ ΜΙΧΑΗΛ Αστικός Κώδικας κατ΄ άρ-

θρο ερμηνεία τόμος Ι Π Ν Σάκκουλας 1978 ΛΑΔΑΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ Α Η ακυρότητα της δικαιοπραξίας λόγω αντιθέσεως εις τα χρη-

στά ήθη χό Θεσσαλονίκη 1979 ΛΙΤΖΕΡΟΠΟΥΛΟΣ Γ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ Η Νομολογία ως παράγων διαπλάσεως του ιδιωτικού

δικαίου Θεσσαλονίκη 1932 ΜΠΑΛΗΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ Α Γενικαί αρχαί του Αστικού Δικαίου Παπαζήσης 1944 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ ΑΛ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ Οι καταπλεονεκτικές δικαιοπραξίες Σάκκουλας Αντ

Ν 1983 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ ΑΛ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ Δικαιοπραξιες αντίθετες προς τα χρηστά ήθη Σάκ-

κουλας Αντ Ν 2012 ΠΑΠΑΣΤΕΡΙΟΥ Η ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ Αστικό Δίκαιο Επιτομή Εκδόσεις Σάκκουλα ΑΕ 2010 ΣΠΥΡΙΔΑΚΗΣ Σ ΙΩΑΝΝΗΣ Εγχειρίδιο Αστ Δικαίου 1 - Γενικές Αρχές Αντ Ν Σάκκου-

λας 2004 ΤΕΛΛΗΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ Δ Ρήτρα μετασυμβατικής απαγόρευσης ανταγωνισμού στο δί-

καιο εταιρειών και επιχειρήσεων λειτουργία και δικαστικός έλεγχος του περιε-χομένου της Εκδόσεις Σάκκουλα ΑΕ 2007

ΤΟΥΣΗΣ ΧΡ ΑΝΔΡΕΑΣ Γενικαί Αρχαί του Αστικού Δικαίου μετʹ εισαγωγής εις το δίκαι-ον εν γένει Αφοί Σάκκουλα 1978

ΤΡΙΑΝΤΟΣ Τ ΝΙΚΟΛΑΟΣ Δικαιοπραξιες Νομική Βιβλιοθηκη 2011 ΤΡΙΑΝΤΟΣ Τ ΝΙΚΟΛΑΟΣ Αστικό Δίκαιο-Επιτομή Νομική Βιβλιοθήκη 2013 ΦΙΛΙΟΣ ΧΡ ΠΑΥΛΟΣ Γενικές Αρχές Αστικού Δικαίου Εκδόσεις Σάκκουλα ΑΕ 2011 ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΕΙΣ ΑΝΔΡΟΥΛΙΔΑΚΗ-ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗ ΙΣΜΗΝΗ Η αντίθεση της διαθήκης στα χρηστά ήθη ΝοΒ

301234 ΠΕΛΕΝΗ-ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ Α Η αντιμετώπιση από τη νομολογία του άρθρου 179 περ

α΄ ΑΚ ΕλλΔνη 199459 ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟΣ ΠΑΝ ΜΙΧΑΗΛ-ΛΑΔΟΓΙΑΝΝΗΣ ΓΕΩΡ Κριτήρια αντίθεσης συμφώνου

προτίμησης προς τα χρηστά ήθη (γνμδ) ΧρΙΔ 1263 ΤΟΥΣΗΣ ΧΡ ΑΝΔΡΕΑΣ Η έννοια των χρηστών ηθών ΕΕΝ 231956 ΦΑΣΟΥΛΑΣ ΖΗΣΗΣ Η απάτη και η ακυρότητα της δικαιοπραξίας ως αντίθετη στα

χρηστά ήθη ΠοινΧρ 921032

36 36

  • 2 Συμβατική ελευθερία και γενικές ρήτρες
  • 4 Κριτήρια προσδιορισμού των χρηστών ηθών
    • Μια πρώτη κατηγοριοποίηση όμως αντίθεσης στα χρηστά ήθη μπορεί να γίνει με βάση το αν αυτή προκύπτει από το περιεχόμενο τους
      • 10 Ακυρότητα
      • α Απόλυτη ή σχετική
      • β Συνολική ή μερική
      • γ Ακυρότητα στις αιτιώδεις και αναιτιώδεις δικαιοπραξίες
      • 11 Δικονομική μεταχείριση
      • 12 Επίγραμμα

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

γ Δικαιοπραξίες για τις οποίες επαπειλείται ακυρότητα προς σκοπόν

την προστασία των συμφερόντων της ολότητας

Εδώ ανήκουν προεχόντως δικαιοπραξίες που αντιβαίνουν σε συνταγ-

ματικής κυρίως φύσεως επιταγές και κυρίως

(1) Δικαιοπραξίες που προσβάλλουν τη συνταγματική τάξη όπως αυτές

που ενέχουν αθέμιτο περιορισμό του δικαιώματος αυτοδιάθεσης του

προσώπου

(2) Δικαιοπραξίες που διαταράσσουν την εύρυθμη λειτουργία του κρά-

τους και των Υπηρεσιών του όπως αυτές που σκοπούν στη διευκό-

λυνση παρανόμων πράξεων συμβάσεις με τις οποίες επιδιώκεται η

φοροδιαφυγή κλπ

(3) Δικαιοπραξίες που διαταράσσουν την οικονομική τάξη όπως αυτές

που παρακωλύουν εμποδίζουν ή περιορίζουν την ελεύθερη λειτουργία

του ανταγωνισμού στο μέτρο που δεν υπάγονται στις απαγορευτικές

διατάξεις των άρθρων 1 και 2 του Ν39592011

(4) Δικαιοπραξίες που προσβάλλουν τα σεξουαλικά ήθη και την οικογε-

νειακή τάξη Μολονότι συντελείται σημαντική μεταβολή της στάσης

της έννομης τάξης ως προς τα ζητήματα αυτά εδώ υπάγονται κυρίως

συμφωνίες για την επrsquo ανταλλάγματι τέλεση σεξουαλικής πράξης ως

αντικείμενης στην αξιοπρέπεια του ατόμου συμφωνίες που προ-

σκρούουν στην ηθική ουσία του γάμου ή τη συγγένεια όπως η συμφω-

νία αμοιβής για σύναψη εικονικού γάμου οι συμφωνίες μεσολάβησης

για εύρεση κυοφόρου γυναίκας και πώλησης γενετικού υλικού κλπ

(5) Δικαιοπραξίες που αντιτίθεται στο επαγγελματικό ήθος όπως συμ-

φωνίες για προσπόριση τίτλου ή αξιώματος έναντι οικονομικού ανταλ-

λάγματος (υποβοήθηση σε συγγραφή διδακτορικής διατριβής) συμ-

φωνίες πωλήσεως δικηγορικών γραφείων (κυρίως από τη γερμανική

νομολογία) όταν in concreto δικαιολογείται ο φόβος ότι ο νέος διευ-

θύνων θα το διευθύνει με τρόπο που δε συνάδει στις απαιτήσεις της

εύρυθμης απονομής της δικαιοσύνης κλπ

9 Κρίσιμος χρόνος διαγνώσεως της αντίθεσης στα χρηστά ήθη

16 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

Κατά την κρατούσα γνώμη κρίσιμος χρόνος για την κρίση της αντίθεσης μιας

δικαιοπραξίας στα χρηστά ήθη είναι ο χρόνος κατάρτισής της διότι η ανηθικότη-

τα ή μη μιας δικαιοπραξίας δεν μπορεί παρά να κρίνεται με βάση τις ισχύουσες

κατά την κατάρτισή της ηθικές και θεμελιώδεις αρχές

Περαιτέρω όμως ορθότερο είναι να δεχθεί κανείς ότι η μεταβολή και εξέλιξη

της έννοιας των χρηστών ηθών δεν μπορεί αναδρομικά να επηρεάσει προς το χεί-

ρον την αξιολόγηση της ρυθμίσεως που όταν συνήφθη τα μέρη πίστευαν ότι είναι

σύμφωνη με τα χρηστά ήθη εκτός αν πρόκειται για σύμβαση διαρκείας οπότε

πλέον τα αποτελέσματά της αντίκεινται στα χρηστά ήθη όπως αυτά θα έχουν δι-

αμορφωθεί

Αντίθετα όταν μια δικαιοπραξία ήταν αντίθετη στα χρηστά ήθη κατά το χρό-

νο σύνταξη της αλλά λόγω μεταβολής της ερμηνείας των χρηστών ηθών ή λόγω

μεταβολής των πραγματικών περιστατικών πλέον το περιεχόμενο είναι συμβατό

με αυτά ορθότερη είναι η ευεργετική αναδρομικά ίαση της και η επέλευση των

εννόμων συνεπειών της ιδιαίτερα σε περιπτώσεις διατάξεων τελευταίας βουλή-

σεως

10 Ακυρότητα

α Απόλυτη ή σχετική

Η αντίθεση μιας δικαιοπραξίας στα χρηστά ήθη συνεπάγεται σύμφωνα με

την ΑΚ 178 ακυρότητα της δικαιοπραξίας Δεν θα ανταποκρινόταν στο νόη-

μα και στο σκοπό της ρήτρας η διατήρηση του κύρους της δικαιοπραξίας να

επαφίεται στη βούληση των μερών αφού πέραν των άλλων η συγκεκριμένη

διάταξη προστατεύει μεταξύ άλλων και το γενικό συμφέρον25 Αυτό όμως θα

είχε ως αποτέλεσμα ειδικά σε περιπτώσεις που η ανηθικότητα στρέφεται

μόνο κατά του αντισυμβαλλόμενου και όχι κατά της ολότητας η ακυρότητα

να λαμβάνεται αυτεπαγγέλτως υπrsquo όψιν και να μπορεί και ο ίδιος ο ενεργή-

σας ανήθικα να την επικαλεστεί

Γιrsquo αυτό το λόγο σε περιπτώσεις που η ανηθικότητα δεν προκύπτει από το

περιεχόμενό της αλλά από τις περιστάσεις 26 όπως στις περιπτώσεις των

καταπλεονεκτικών δικαιοπραξιών η ακυρότητα δεν παρίσταται δικαιολο-

25 Βλ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ όπως πιο πάνω και ΓΕΩΡΓΙΑΔΗ-ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟ ΕρμΑΚ άρθρο 178 σελ 276 ΝΙΚΟ-ΛΟΠΟΥΛΟ Γεν Αρχές σελ 314-315

26 Βλ ομοίως ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ Δικαιοπραξίες αντίθετες προς τα χρηστά ήθη 17 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

γημένη Ορθότερο λοιπόν θα ήταν να είναι σχετική ώστε να καταστεί δυνα-

τή η απολαβή της παροχής με δικαιότερους όρους

β Συνολική ή μερική

Όσον αφορά την ακυρότητα της σύμβασης στο σύνολο ή σε μέρος αυτής αν

η ανηθικότητα πλήττει μόνο μια μεμονωμένη συμβατική ρήτρα δυναμένη να

αποχωριστεί από τη σύμβαση και αυτή να δύναται να πραγματώσει το σκο-

πό της τότε η ακυρότητα μπορεί να περιοριστεί στη ρήτρα αυτή

Αναλογικά και κυρίως ως ανωτέρω αναφέρθηκε σε περιπτώσεις καταπλεο-

νεκτικών ή καταδυναστευτικών δικαιοπραξιών η μερική ακυρότητα θα μπο-

ρούσε να είναι δυνατή με την έννοια της αφαίρεσης του αδίκου μέρους της

ώστε αυτή να μπορεί να ισχύσει με το υπόλοιπο ορθό περιεχόμενό της Αμ-

φισβητείται όμως αν αυτό ανταποκρίνεται στα εύλογα συμφέροντα των α-

ντισυμβαλλομένων και ιδίως του ισχυρότερου μέρους που η πραγματική ή

εικαζόμενη βούληση του μάλλον θα κατατείνει στην ακύρωση της δικαιο-

πραξίας

Βέβαια όσον αφορά τη σχέση του 178 ΑΚ με το 181 ΑΚ στην ερμηνεία αυτής

έχουν υπεισέλθει αντικειμενικοί παράγοντες όπως ο σκοπός του κανόνα δι-

καίου που θεσπίζει την ακυρότητα διότι άλλως με την αποδοχή της ολικής

ακυρότητας ματαιούται ο προστατευτικός σκοπός της διάταξης Επομένως

ορθότερο είναι στις περιπτώσεις αυτές η ακυρότητα ή μη της σύμβασης να

καταλίπεται στο ασθενέστερο μέρος

γ Ακυρότητα στις αιτιώδεις και αναιτιώδεις δικαιοπραξίες

(1) Στις αιτιώδεις δικαιοπραξίες αν η αιτία είναι άκυρη άκυρη είναι και η

αιτιώδης δικαιοπραξία Επομένως αν η υποσχετική σύμβαση η οποία

αποτελεί την αιτία εκποιητικής δικαιοπραξίας (πχ μεταβίβασης κυ-

ριότητας ακινήτου) άκυρη λόγω αντίθεσης στα χρηστά ήθη συμπαρα-

σύρει σε ακυρότητα και την εμπράγματη δικαιοπραξία το κύρος της

οποίας εξαρτάται από την ύπαρξη εγκύρου αιτίας

Για το λόγο αυτό η αναζήτηση της παροχής γίνεται με διεκδικητική

αγωγή

(2) Αντίθετα στις αφηρημένες ή αναιτιώδεις δικαιοπραξίες το κύρος των

οποίων δεν εξαρτάται από την ύπαρξη και το κύρος της αιτίας ούτε

αυτή αποτελεί στοιχείο του πραγματικού τους η έλλειψη αιτίας ή η

18 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

ακυρότητα αυτής καταρχήν δεν επηρεάζει το κύρος τους ο δε διαθέ-

σας έχει (αν δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις του 907ΑΚ) μόνο την α-

ξίωση αδικαιολογήτου πλουτισμού Χαρακτηριστικά παραδείγματα της

κατηγορίας αυτής είναι από τις μεν υποσχετικές δικαιοπραξίες η αφη-

ρημένη υπόσχεση χρέους ενώ από τις εκποιητικές η μεταβίβαση κυριό-

τητας κινητού Δικαιολογητικός λόγος της τελευταίας είναι η ταχύτητα

και η ασφάλεια των συναλλαγών καθώς οι διάδοχοι του αποκτώντος

αποκτούν έγκυρα από αυτόν ακόμα και αν αυτός είχε αποκτήσει βάσει

μιας άκυρης υποσχετικής δικαιοπραξίας Επιπλέον διευκολύνεται η α-

πόδειξη κτήσης του δικαιώματος αφού αυτός που υποστηρίζει ότι εί-

ναι δικαιούχος οφείλει και αρκεί να αποδείξει μόνο της εκποιητική δι-

καιοπραξία και όχι την αιτία αυτής

Το ότι η αναιτιώδης δικαιοπραξία είναι γενικά ανεξάρτητη από το κύ-

ρος της αιτίας δε σημαίνει ότι δεν υπάρχει αιτία γιrsquo αυτή αλλά ότι η αι-

τία δεν αποτελεί ως άνω αναφέρθηκε στοιχείο του πραγματικού της

Επομένως η laquoηθικά άχρωμηraquo αναιτιώδης δικαιοπραξία μπορεί κατά

περίπτωση να θεωρηθεί άκυρη με διάσπαση της αρχής του αναιτιώ-

δους όταν σε περίπτωση αντίθεσης της δικαιοπραξίας στα χρηστά ήθη

η ανηθικότητα αφορά όχι μόνο την ενοχική αλλά και την εμπράγματη

δικαιοπραξία27 Αν και κατά κανόνα η απλή μεταβίβαση της κυριότη-

τας είναι laquoηθικά άχρωμηraquo αφού τα κίνητρα για την κατάρτιση της ανά-

γονται στην ενοχική δικαιοπραξία αν in concreto διαγνωστεί ότι η επί-

δοση του περιουσιακού αντικειμένου έγινε χάριν τελέσεως ανήθικης

συμπεριφοράς ή ότι η ανήθικη αιτία αποτέλεσε αίρεση για την εκποιη-

τική δικαιοπραξία η ανηθικότητα πλήττει και την εμπράγματη δικαιο-

πραξία καθιστώντας αυτή άκυρη (βλ179ΑΚ) άκυρη δε και οποιαδήπο-

τε περαιτέρω μεταβίβαση

Πάντως γίνεται δεκτό και στην ελληνική αλλά και στη γερμανική νομο-

λογία ότι τα χρήματα που προκαταβάλλονται σε laquoπόρνηraquo για πραγμα-

τοποίηση σαρκικής επαφής μαζί της μεταβιβάζονται σrsquo αυτή κατά κυ-

ριότητα με την παράδοση τους αφού ως ανωτέρω αναφέρθη η ακυρό-

27 Βλ και ΑΠ ΓΕΩΡΓΙΑΔΗ Εγχειρίδιο Εμπρ Δικαίου παρ43 48 καθώς και ΑΠ ΓΕΩΡΓΙΑΔΗ Γ Αρχές ΑστΔικαίου διακρίσεις των δικαιοπραξιών

19 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

τητα της υποσχετικής δικαιοπραξίας δεν συμπαρασύρει την εμπράγμα-

τη αφού η μεταβίβαση χρημάτων είναι πράξη ηθικά ουδέτερη28

Ακριβώς επειδή η παροχή είναι έγκυρη αυτή δεν αναζητείται (εκτός

και μόνο αν το ανήθικο της αιτίας δεν βαρύνει τον δόντα) Αν βαρύνει

και αυτόν ή πολύ περισσότερο μόνο αυτόν τότε δεν αναζητείται

Πράγματι θα ήταν παράδοξο η έννομη τάξη να προστατεύει πρόσωπα

που μετήλθαν ανήθικων μέσων και προέβησαν σε δελεαστικές παροχές

για την επίτευξη μιας ανήθικης συμπεριφοράς και να τα επιβραβεύει με

την επιστροφή σε αυτά των έστω και άνευ ανταλλάγματος δοθέντων

ακόμα και στην εξαιρετική περίπτωση που και ο λήπτης βαρύνεται με

ανηθικότητα Η ρωμαϊκή αρχή laquoεν ίση αισχρότητι κρείσσων ο νεμόμε-

νοςraquo ορθά βρίσκει εδώ την εφαρμογή της29

Η ακυρότητα είναι αναδρομική (ex tunc) εκτός από τις διαρκείς συμ-

βάσεις (πχ σύμβαση εργασίας) Σε αυτές γίνεται δεκτό ότι εφόσον λει-

τούργησαν για ένα χρονικό διάστημα αναπτύσσοντας τα έννομα απο-

τελέσματα τους έχει δημιουργηθεί μια πραγματική κατάσταση η ο-

ποία αποτελεί και την αιτία διατήρησης των μέχρι τότε παροχών ενώ η

επίκληση της ακυρότητας τους έχει τα αποτελέσματα της καταγγελίας

λειτουργώντας μόνο για το μέλλον (ex nunc)

11 Δικονομική μεταχείριση

Η επίκληση της ακυρότητας αφού πρoβληθούν τα πραγματικά περιστατικά

γίνεται από οποιονδήποτε έχει έννομο συμφέρον ακόμα δε και από τον ίδιο τον

καθrsquo ου η μομφή για την επιλήψιμη συμπεριφορά αν και σε περίπτωση αυτή η ε-

πίκληση της θα μπορούσε να θεωρηθεί ως κατάχρηση δικαιώματος

Όσον αφορά το βάρος της απόδειξης στις μεν αιτιώδεις δικαιοπραξίες αυτός

που επικαλείται την εγκυρότητά της οφείλει να αποδείξει την ύπαρξη του κύρους

της αιτίας ενώ αντίθετα στις αναιτιώδεις δικαιοπραξίες το βάρος αποδείξεως φέ-

ρει εκείνος ο οποίος ασκεί είτε με αγωγή είτε με ένσταση την αξίωση αδικαιολογή-

του πλουτισμού (Αντιστροφή του βάρους της απόδειξης)

28 Βλ και ΧΡ ΜΥΛΩΝΟΠΟΥΛΟΥ Ποινικό Δίκαιο Ειδικό μέρος σελ22 29 Βλ και ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟ Επιτομή Γενικού Ενοχικού κεφ Περί αδικαιολόγητου πλουτισμού που μάλ-

λον διαφωνεί 20 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

12 Επίγραμμα

Οι δρόμοι του δικαστή του νομοθέτη και γενικότερα του εκάστοτε ερμηνευ-

τή του δικαίου είναι παράλληλοι και αλληλοσυμπληρώνονται Κοινός στόχος η εύ-

ρυθμη λειτουργία μιας κοινωνίας με σεβασμό στα βασικά ανθρώπινα δικαιώματα

στην αξία του ανθρώπου και στους θεσμούς όπως αυτοί διαμορφώνονται στην

πορεία του χρόνου

Όμως η δικαιοσύνη δεν είναι μόνο μια αφηρημένη ιδέα για τη θεσμική διάρ-

θρωση μιας κοινωνίας αλλά πρέπει να ενδιαφέρεται για τη ζωή που διάγουν οι

άνθρωποι στην πραγματικότητα και ότι καθιστά τη ζωή άξια για να τη ζουν

Γιrsquo αυτό ο ρόλος του ερμηνευτή του δικαίου και ιδίως του δικαστή είναι

κομβικός Και δεν είναι ο ρόλος αυτός παθητικός ούτε απλά συνθετικός Κινούμε-

νος εντός των εξουσιών που το Σύνταγμα του έχει προσδώσει δε στηλιτεύει αλλά

κατανοεί διαπλάθει αλλά και εξισώνει -εντός πάντοτε του θετού δικαίου

Και αν και κατά τη γενική αντίληψη ο λαός πρέπει να έχει νομολογία προ-

σαρμοσμένη στο βαθμό της ηθικής του πολλές φορές αναδεικνύεται η αντίστρο-

φη ανάγκη Να είναι η νομολογία αρωγός ώστε ο λαός να προσανατολιστεί στα

σύγχρονα ήθη και στις πολυπολιτισμικές ιδιομορφίες

Η ερμηνεία του άρθρου 178 ΑΚ αποτελεί μια χαρακτηριστική τέτοια περί-

πτωση-

21 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

Β

ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΜΕ ΤΗΝ ΟΠΟΙΑ ΔΕΣΜΕΥΕΤΑΙ ΥΠΕΡΒΟΛΙΚΩΣ Η ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΤΟΥ ΠΡΟΣΩΠΟΥ [ΚΑΤΑΔΥΝΑΣΤΕΥΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ] ndash

ΚΑΤΑΠΛΕΟΝΕΚΤΙΚΗ [ΑΙΣΧΡΟΚΕΡΔΗΣ] ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ (ΑΚ 179)

[Σπύρος Γ Παπαγιάννης]

1 Η σχέση μεταξύ των δύο ειδικών πραγματικών του άρθρου ΑΚ 179

Το δίκαιο προκειμένου να εξυπηρετεί τον κοινωνικό βίο των ανθρώπων εν-

σωματώνει στους κανόνες που το συγκροτούν τα παραγγέλματα της κοινωνικής

ηθικής δηλαδή τις επικρατούσες στην κοινωνία θεμελιώδεις αξιολογικές παρα-

στάσεις30 Έτσι η ΑΚ 178 με τον όρο ldquoχρηστά ήθηrdquo οριοθετεί την λειτουργία της

ιδιωτικής αυτονομίας μέσα στα όρια αυτού που αξιοί ο μέσης ηθικής κοινωνός του

δικαίου με σκοπό την αποτροπή καταχρήσεως κατά την διάπλαση ιδιωτικών εν-

νόμων σχέσεων και άμεσο αποτέλεσμα την άρνηση της έννομης τάξεως να προσ-

δώσει νομικό κύρος σε δικαιοπρακτικές ρυθμίσεις που προσβάλλουν τις αξίες των

οποίων αυτή επιδιώκει την πραγμάτωση31

Ενώ όμως το άρθρο ΑΚ 178 λειτουργεί ως γενική ρήτρα στο άρθρο ΑΚ 179

τυποποιούνται τα πραγματικά δύο ldquoειδικώνrdquo δικαιοπραξιών που αντιτίθενται στα

χρηστά ήθη οι ldquoκαταδυναστευτικέςrdquo συμβάσεις (ή ldquoφιμωτικέςrdquo32 δικαιοπραξίες)

και οι ldquoκαταπλεονεκτικέςrdquo συμβάσεις (ή ldquoαισχροκερδείςrdquo33 δικαιοπραξίες) Στην

πρώτη κριτήριο είναι η υπέρμετρη34 δέσμευση της ελευθερίας του προσώπου

ενώ στην δεύτερη κριτήριο αποτελεί η εκμετάλλευση της διαπραγματευτικής μει-

ονεξίας του αντισυμβαλλομένου ιδία όσον αφορά στην υπέρμετρη δέσμευση της

οικονομικής του ελευθερίας

2 Η Καταδυναστευτική Δικαιοπραξία

30 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 201217 31 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 201218 σημ 3 32 ΦΙΛΙΟΣ 2011353 33 ΦΙΛΙΟΣ opcit 34 Η ΑΚ 179α΄ αναφέρει ldquohellipδεσμεύεται υπερβολικάhelliprdquo Προτιμώ ως αποδίδουσα επί το ορθότερο

την έννοια του laquoμεγέθουςraquo της δεσμεύσεως την χρήση της λέξεως ldquoυπέρμετραrdquo λέξη-όρο που χρησιμοποιείτο στον ΑΚ προ της μεταγλωττίσεώς του στην δημοτική (την [φεύ] γλώσσα της ldquoπλέριας κατανόησηςrdquohellip)

22 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

α Έννοια

Ως ldquoκαταδυναστευτικήrdquo δικαιοπραξία νοείται κυρίως η σύμβαση (ή μεμονω-

μένη ρήτρα που περιέχεται σε σύμβαση) επί τη βάσει της οποίας δεσμεύεται

υπερμέτρως35 η προσωπική οικονομική επαγγελματική ή καλλιτεχνική ε-

λευθερία του αντισυμβαλλομένου δημιουργώντας ένα είδος υποτέλειας ένα-

ντι του άλλου μέρους36 Στην έννοια της καταδυναστεύσεως της ΑΚ 179α ε-

μπίπτει και κάθε συμβατικός περιορισμός που φέρει ως συνέπεια την υπέρ-

μετρη δέσμευση της ελευθερίας του προσώπου για ανάπτυξη οποιασδήποτε

εκδηλώσεως της προσωπικότητός του37 Είναι φανερόν ότι η ελληνική δη-

μόσια τάξη συγκεκριμενοποιεί την ρήτρα των χρηστών ηθών με την χρήση

μιάς θεμελιώδους δικαιϊκής αξίας της ελευθερίας του προσώπου εδώ ουσι-

αστικώς η συνταγματική τάξη (πχ Σ 5 sect 1) επιβάλλει τα πρόσωπα να παρα-

μένουν ελεύθερα

β Ελευθερία του προσώπου - δέσμευση

Στο πραγματικό της ΑΚ 179α΄ υπάγονται δύο κατά βάσιν περιπτώσεις συμ-

βάσεων αυτές που ενέχουν υπέρμετρη δέσμευση της προσωπικής ελευθερί-

ας του συμβαλλομένου και εκείνες με τις οποίες περιορίζεται υπερμέτρως η

ελευθερία προς (κυρίως) οικονομική και επαγγελματική δράση

Για δέσμευση της ελευθερίας του προσώπου με δικαιοπραξία γίνεται λόγος

μόνον όταν το πρόσωπο που δεσμεύτηκε είχε σύμφωνα με τον νόμο την ε-

ξουσία να διαθέσει κατά βούλησιν το αντικείμενο της δικαιοπραξίας Συνε-

πώς εάν η υποχρέωση του προσώπου δεν προέρχεται από δικαιοπραξία αλ-

λά από τον νόμο ή εάν το πρόσωπο που δεσμεύτηκε με δικαιοπραξία δεν εί-

χε σύμφωνα με τον νόμο την εξουσία να διαθέσει το αντικείμενο στο οποίο

αναφέρεται η δέσμευση η ΑΚ 179 δεν εφαρμόζεται38

Στην ελευθερία του προσώπου υπάγονται οι ατομικές ελευθερίες και τα α-

τομικά δικαιώματα αυτού39 όπως η ελευθερία συνειδήσεως της γνώμης της

διαθέσεως ψήφου του προσώπου κλπ Εδώ υπάγεται ιδίως η ελευθερία της

35 ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ 2012527 ΦΙΛΙΟΣ 2011352 36 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012 σημ 429 37 Πρβλ λχ ΑΠ 12601983 ΕλλΔνη 251347 (απεριόριστη δέσμευση της καλλιτεχνικής ελευθερί-

ας του πνευματικού δημιουργού) 38 ΕφΑθ 33271999 ΝοΒ 48485 39 ΕφΑθ 32841980 ΝοΒ 281225

23 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

εργασίας του εμπορίου της βιομηχανίας προς ανάπτυξη της οικονομικής

δράσεως του προσώπου40 Έτσι αντίκειται στα χρηστά ήθη

(1) κάθε δικαιοπραξία με την οποία απαγορεύεται σε κάποιον η άσκηση

ορισμένου επαγγέλματος ή ορισμένης βιομηχανικής ή εμπορικής δρα-

στηριότητος εφrsquo όσον περιέχει υπέρμετρη δέσμευση και

(2) η δικαιοπραξία με την οποία δεσμεύεται το δικαίωμα στην σωματική

ακεραιότητα του προσώπου στην υγεία ζωή τιμή το δικαίωμα στο

όνομα ή την προσωπικότητα το δικαίωμα εγκαταστάσεως ή μη σε ορι-

σμένο τόπο το δικαίωμα επιλογής επαγγέλματος κλπ41

γ Η ratio της απαγόρευσης

(1) Η οικονομική κατωτερότητα ενός εκ των συμβαλλομένων

Συνήθως η κατάρτιση συμβάσεως με καταδυναστευτικό περιεχόμενο

οφείλεται στην οικονομική κατωτερότητα του υποβαλλομένου στην

υπέρμετρη δέσμευση συμβαλλομένου Αυτό εκτιμάται ότι συμβαίνει

λόγω της ανάγκης αποκτήσεως της υπαρξιακής κατά κανόνα γιrsquo αυτόν

σημασίας παροχή του οικονομικώς ισχυρού αντισυμβαλλομένου συνή-

θως κάποια πίστωση Έτσι η οικονομική αυτή πίεση όταν μάλιστα

δεν υπάρχει δυνατότης καταφυγής σε άλλη πηγή αποκτήσεως του ιδί-

ου αγαθού με καλλίτερους όρους διαταράσσει την συμβατική ελευθε-

ρία η οποία μπορεί να συντρέχει ανεξαρτήτως της θέσεως που κατέχει

στην αγορά ο επιβάλλων τον περιορισμό συμβαλλόμενος (συνήθης επι-

χείρηση)

Η ρύθμιση αυτή της ΑΚ 179α΄ αντικειμενικώς κρινομένη φαίνεται ότι

είναι σχεδιασμένη με πνεύμα κηδεμονεύσεως ο δικαστής παρεμβαίνει

στο περιεχόμενο της συμβάσεως προκειμένου να προστατεύσει τον οι-

κονομικώς ασθενέστερο συμβαλλόμενο από μία άδικη εις βάρος του

κατανομή των συμβατικών βαρών και πλεονεκτημάτων

Προβληματισμός υπάρχει στο αν η οικονομική δέσμευση επέρχεται με

την κατάρτιση της συμβάσεως προκειμένου περί καταδυναστευτικών

συμβάσεων ή πρόκειται περί καταχρηστικής εκμεταλλεύσεως ήδη υ-

φισταμένης οικονομικής κατωτερότητος του αντισυμβαλλομένου προ-

40 Βλ ΤΟΥΣΗΣ Α 1978 sect 96 ΜΠΑΛΗΣ 1944 sect 64 41 Βλ ΤΟΥΣΗΣ opcit

24 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

κειμένου περί καταχρηστικής εκμεταλλεύσεως μονοπωλιακής ή δεσπό-

ζουσας θέσεως μιάς επιχειρήσεως στην αγορά

Εξrsquo άλλου χρήζει ιδιαιτέρας μνείας το ότι ενώ η συναλλακτικώς μειονε-

κτική θέση του ενός των συμβαλλομένων τεκμαίρεται αμαχήτως42 (ΑΚ

294 332sect2 334sect2 409 κλπ) στην περίπτωση καταδυναστευτικής

συμβάσεως ο αντισυμβαλλόμενος έχει δυνατότητα αποδείξεως ότι η

ρύθμιση υπήρξε προϊόν της ελευθέρας δικαιοπρακτικής αποφάσεως

του φαινομένου ως βλαπτομένου από αυτή συμβαλλομένου

(2) Η άδικη μεταξύ των μερών κατανομή των συμβατικών πλεονεκτημά-

των

Η κατανόηση του πότε είναι υπέρμετρη (ή ldquoυπερβολικήrdquohellip) ή εύλογη η

συμβατική δέσμευση της ελευθερίας του προσώπου συνιστά το κε-

ντρικό πρόβλημα του δόγματος των καταδυναστευτικών συμβάσεων

αν και η κρίση είναι νομική υποκείμενη στον έλεγχο του Αρείου Πάγου

Για τον λόγον αυτόν είναι καίριος ο ρόλος των μεγεθών αντιπαροχής

και δεσμεύσεως της οικονομικής ελευθερίας43

δ Η υπέρμετρη (υπερβολική) δέσμευση

Το κριτήριο της υπέρμετρης δεσμεύσεως ως αόριστη νομική έννοια και

προκειμένου να καταστεί δογματικώς κατάλληλη για να υπαχθεί σε αυτήν η

κρινομένη ατομική περίπτωση έχει ανάγκη εξειδικεύσεως λαμβανομένης

υπrsquo όψιν της ratio της απαγορεύσεως που τίθεται στην ΑΚ 179α΄ δηλαδή την

διάβρωση της συμβατικής ελευθερίας του ασθενέστερου μέρους αφrsquo ενός και

της ανισορροπίας στην κατανομή των συμβατικών ωφελημάτων μεταξύ των

μερών

Γίνεται ευρύτερα δεκτό στην σύγχρονη δογματική του Αστικού Δικαίου ότι

υπάρχει μία ldquoκινητήrdquo σχέση44 μεταξύ των προαναφερθέντων δύο κριτηρίων

εις τρόπον ώστε όσον εντονότερον διαβρώνεται η ελευθερία δικαιοπρακτι-

κής αποφάσεως του καταδυναστευομένου τόσον άτονος θα πρέπει να είναι

42 Για τον εμπορικό αντιπρόσωπο που συνάπτει ρήτρα μετασυμβατικής απαγορεύσεως του αντα-γωνισμού βλ ΠΔ 2191991 άρθρ10 εις εφαρμογήν του άρθρου 20 της Οδηγίας 86653 ΕΟΚ

43 ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ 2012528 ΣΠΥΡΙΔΑΚΗΣ 2004188 44 Πρβλ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012146

25 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

ο έλεγχος της άνισης κατανομής στο περιεχόμενο της σχετικής συμφωνίας

για να επιβεβαιώνεται ή όχι το στοιχείο της υπέρμετρης δεσμεύσεως45

Πέραν αυτών όμως είναι απαραίτητη και η συγκεκριμενοποίηση του κριτη-

ρίου της άνισης μεταξύ των μερών κατανομής των συμβατικών βαρών και

πλεονεκτημάτων οπότε είναι αναγκαία η αναδρομή σε ιδιαίτερα κριτήρια τα

οποία εφαρμόζει σχεδόν σταθερώς η νομολογία μας46

(1) Ο Μπαλής47 θεωρεί ότι πρέπει να συναρτάται η σχετική κρίση με το

σημείο ldquoμέχρι τοῦ ὁποίου εἶναι νόμῳ προστατεύσιμον τὸ συγκεκριμένον

συμφέρον τοῦ ἐπιβάλλοντος τὸν περιορισμὸνrdquo δηλαδή να συνυπολογί-

ζεται και το μέτρο της οικονομικής θυσίας στην οποία υποβάλλεται

ο ισχυρός συμβαλλόμενος ουσιαστικώς να σταθμίζεται η αξία της συ-

νολικής αντιπαροχής του χωρίς βεβαίως τα δύο αυτά μεγέθη να συ-

μπίπτουν κατrsquo ανάγκην

(2) Σημασίαν έχει και το στοιχείο της χρονικής διάρκειας της δεσμεύσεως

Όσον αφορά σε ρήτρες απαγορεύσεως ανταγωνισμού θεμιτός περιο-

ρισμός θεωρείται η διετία προκειμένου περί συμβάσεως εργασίας και η

πενταετία προκειμένου περί πωλήσεως επιχειρήσεως Αντιθέτως σε

συμβάσεις αποκλειστικής προμηθείας (κυρίως μπύρας ή ενέργειας) και

προμηθείας πρατηρίου βενζίνης η γερμανική νομολογία ανεβάζει το

όριο στα είκοσι περίπου έτη

(3) Σπουδαίο επίσης στοιχείο μετρήσεως του υπέρμετρου ή μη της συμ-

βατικής δεσμεύσεως είναι η τοπική έκτασή της Πρόκειται περί ενός

στοιχείου κινητού εν σχέσει προς την χρονική διάρκεια δεσμεύσεως αλ-

λά και προς τα λοιπά στοιχεία συγκεκριμενοποιήσεως της αόριστης έν-

νοιας του ldquoυπέρμετρουrdquo Δηλαδή δυνατόν όσον ευρύτερη κατά τόπο

και μακρότερη κατά χρόνον είναι η απαγόρευση τόσο μεγαλύτερο θα

πρέπει να είναι το περιουσιακό αντάλλαγμα που λαμβάνει το ασθενέ-

στερο μέρος ώστε να θεωρείται η ρήτρα θεμιτή Απροσδιόριστη κατά

τόπο και χρόνο απαγόρευση χωρίς πρόβλεψη δυνατότητος παύσεως

της δεσμεύσεως με καταγγελία προσδίδει κατά κανόνα ανήθικο χα-

45 Πρβλ ΤΕΛΛΗΣ 2007215 επ 46 Πληρέστερη ανάλυση των κριτηρίων αυτών σχετικώς με την ρήτρα μετασυμβατικής απαγο-

ρεύσεως του ανταγωνισμού βλ σε ΤΕΛΛΗΣ 2007223 επ 47 ΜΠΑΛΗΣ 1944 sect64

26 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

ρακτήρα στην σχετική ρήτρα48 διότι η έννομη τάξη δεν ευνοεί γενικώς

τις δεσμεύσεις μακροχρόνιας ή απεριορίστου διαρκείας49

(4) Το κατrsquo αντικείμενον εύρος της συμβατικἠς δεσμεύσεως είναι επίσης

κριτήριο συγκεκριμενοποιήσεως της αορίστου εννοίας του ldquoυπέρμε-

τρουrdquo Αν δηλαδή ο ασφαλειοδότης παρέχοντας υπέρμετρη εξασφά-

λιση στον δανειστή του μπορεί να ικανοποιήσει και τους λοιπούς δα-

νειστές του ή στον υποβληθέντα σε μετασυμβατική ρήτρα απαγόρευ-

σης ανταγωνισμού εναπομένει κάποια δυνατότητα επιδόσεως σε άλ-

λης μορφής οικονομική δραστηριότητα κατά την διάρκεια της απαγο-

ρεύσεως

Η παράθεση των ανωτέρω κριτηρίων είναι σαφώς ενδεικτική αφού η περί

υπέρμετρου δεσμεύσεως κρίση (πρέπει να) σχηματίζεται από μία συνολική

αξιολόγηση των ειδικών περιστάσεων που συνοδεύουν την επίμαχη σύμβα-

ση Έτσι προσμετρώνται και άλλα στοιχεία ndash κριτήρια όπως οι επαγγελμα-

τικές προοπτικές των συμβαλλομένων ή ο τρόπος λήξεως της συνεργασίας

των

Τέλος η ύπαρξη επίμεπτης υποκειμενικής στάσεως του ισχυροτέρου συμ-

βαλομένου δεν θεωρείται σύμφωνα με κρατούσα γνώμη προϋπόθεση της

ακυρότητας της συμβάσεως50

ε Εφαρμογή της διατάξεως

Η διάταξη (εδ α΄) εφαρμόζεται και στις χαριστικές δικαιοπραξίες51 Δεν ε-

φαρμόζεται η διάταξη όταν υπάρχει νόμος που συγχωρεί την υπέρμετρη δέ-

σμευση της ελευθερίας του προσώπου52 Δεν αποκλείεται η σύμβαση να

προσκρούει εν μέρει στα χρηστά ήθη οπότε έχει εφαρμογή η ΑΚ 181 (Μερι-

κή ακυρότητα δικαιοπραξίας Η ακυρότητα μέρους συνεπιφέρει την ακυρό-

τητα ολόκληρης της δικαιοπραξίας αν συνάγεται ότι δεν θα είχε επιχειρηθεί

χωρίς το άκυρο μέρος)

48 Πρβλ αντί πολλών ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ 2012528 49 Πρβλ αντίθετη άποψη (ΚΙΤΣΑΡΑΣ Ενοχικές δεσμεύσεις της εξουσίας διάθεσης 199957) σε ΓΕΩΡ-

ΓΙΑΔΗΣ 2012 sect 36 υποσημ 12 50 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 1983153 51 Βλ ΑΠ 9991975 (Βrsquo Τμήμα) ΝοΒ 24287 (ldquohellipἀποκλείεται ἡ ἐφαρμογὴ τοῦ ἐπὶ δικαιοπραξιῶν ἐφrsquo

ὧν ἐπίδοσις περιουσίας γίνεται ἄνευ ἀνταλλάγματος ἢ δὲν λαμβάνει χώραν ἀνταλλαγὴ παροχῶν διότι ἐπrsquo αὐτῶν δὲν γεννᾶται ζήτημα προφανοῦς δυσαναλογίας παροχῆς καὶ ἀντιπαροχῆςrdquo)

52 Βλ ΤΟΥΣΗΣ 1978506 επ ndash ΑΠ 1301950 27 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

ϛ Έννομες συνέπειες

(1) Σύμφωνα με την ΑΚ 179 η δικαιοπραξία που δεσμεύει υπερμέτρως την

ελευθερία του προσώπου είναι ldquoΆκυρη ως αντίθετη προς τα χρηστά ή-

θηhelliprdquo και όπως ισχύει για κάθε ανήθικη δικαιοπραξία θεωρείται από-

λυτη53 μπορεί δε να λαμβάνεται υπόψιν και αυτεπαγγέλτως από το

δικαστήριο54 Τούτο είναι λογικό και κατrsquo ακολουθίαν ορθό αφού η

απαγόρευση της υπέρμετρης δέσμευσης της ελευθερίας σκοπεί στην

προστασία της προσωπικότητας ώστε να μην αφαιρείται το αγαθό της

εξουσίας της δικαιοπρακτικής διαθέσεως του μέρους

Προκειμένου όμως περί υπέρμετρης δεσμεύσεως της οικονομικής ε-

λευθερίας προσώπου δηλαδή οικονομικών συμφερόντων των οποίων

η διαφύλαξη είναι αποκλειστική υπόθεση του προσώπου αυτού τότε

σε μια τέτοια περίπτωση το πρόσωπο αυτό και μόνο μπορεί να κρίνει

καλλίτερα από κάθε άλλον αν η άρση των δικαιοπρακτικών αποτελεσμά-

των με την επίκληση της ΑΚ 179α ακυρότητος εξυπηρετεί πράγματι τα

συμφέροντά του5556

(2) Η ακυρότητα είναι κατά κανόνα ολική ιδία όσον αφορά σε υπέρμετρη

δέσμευση της προσωπικής ελευθερίας57 Στις περιπτώσεις όμως όπου

ο ανήθικος χαρακτήρας προσδιορίζεται από οικονομικής φύσεως α-

νταλλάγματα θα πρέπει να είναι δυνατή η μερική ακυρότητα ώστε με-

τά την αφαίρεση του αδίκου μέρους να μπορεί να ισχύσει η σύμβαση

με το υπόλοιπο ορθό περιεχόμενο της και έτσι το ασθενέστερο μέρος

να ldquoαπολαύσει τελικά την πολύτιμη γιrsquo αυτόν παροχή του αντισυμβαλ-

λομένου του αλλά με δίκαιους τώρα όρουςrdquo Την δυνατότητα της μερικής

ακυρότητος φαίνεται να δέχεται η κρατούσα γνώμη πράγμα που ση-

μαίνει ότι το δικαστήριο έχει την δυνατότητα να μειώσει μετά από αί-

τηση του βλαπτομένου την δέσμευση αυτού στο προσήκον μέτρο

53 ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ 2012525 επ 54 ΛΑΔΑΣ 1979159 επ 55 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012153 56 Θεωρείται ότι σε παρόμοιες περιπτώσεις πρέπεται η (κατrsquo εξαίρεσιν) σχετική ακυρότητα διότι η

απόφαση για την διατήρηση ή άρση των δικαιοπρακτικών αποτελεσμάτων πρέπει να ανήκει αποκλειστικώς στο βλαπτόμενο από την συμβατική ρύθμιση μέρος το οποίο γνωρίζει κάλλιον παντός άλλου το τι πράγματι το συμφέρει άλλως υπάρχει ανεπίτρεπτη κηδεμόνευση των συμφερόντων αυτού του συμβαλλομένου (ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2013113)

57 εα 2α 28 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

3 Η Καταπλεονεκτική Δικαιοπραξία

α Γενικά ndash σχέση με ΠΚ 404 405

Σύμφωνα με το πραγματικό της ΑΚ 179βrsquo καταπλεονεκτική δικαιοπραξία

υπάρχει όταν στο πρόσωπο του καταπλεονεκτούμενου συντρέχουν προφα-

νής δυσαναλογία παροχής και αντιπαροχής ανάγκη κουφότητα ή απειρία

και εκμετάλλευση της μειονεκτικής αυτής θέσεως από τον καταπλεονέκτη

Σύμφωνα με την νομολογία για την πλήρωση του πραγματικού απαιτείται η

συνδρομή και των τριών αυτών προϋποθέσεων σωρευτικώς

Γίνεται δεκτό ότι σε περίπτωση ελλείψεως κάποιου από τα ανωτέρω στοι-

χείου καταφάσκεται η ακυρότητα της δικαιοπραξίας με αναγωγή στην γενι-

κή ρήτρα της ΑΚ 178 υπό την προϋπόθεση ότι συντρέχουν πρόσθετα στοι-

χεία τα οποία μπορούν να προσδώσουν στην δικαιοπραξία το χρώμα της α-

νηθικότητας

Εκδήλωση της απαγορεύσεως της καταπλεονεκτήσεως αποτελεί η ρύθμιση

των άρθρων ΠΚ 404 (τοκογλυφία) και ΠΚ 405 (αισχροκέρδεια) το πραγμα-

τικό των οποίων είναι ουσιαστικώς ίδιο με αυτό της ΑΚ 179βrsquo Αν και τίποτε

δεν εμποδίζει για την ακυρότητα καταπλεονεκτικής δικαιοπραξίας την πα-

ράλληλη επίκληση και των δύο νομοθετικών βάσεων ορθότερη θεωρείται να

διαφυλαχθεί η αυτονομία της ρυθμίσεως της ΑΚ179βrsquo αφού ο νομοθέτης

φαίνεται ότι θέλησε να ρυθμίσει ρητώς τις συνέπειες της καταπλεονεκτήσε-

ως τον ΑΚ

β Προϋποθέσεις εφαρμογής της διατάξεως

Καταπλεονέκτηση μπορεί να υπάρχει σε κάθε τύπο επαχθούς δικαιοπραξίας

με περιουσιακό περιεχόμενο58 οι οποίες μπορεί να είναι αμφοτεροβαρείς

ετεροβαρείς αιτιώδεις αναιτιώδεις (όπως πχ η αγοραπωλησία η μίσθωση

58 Διαφορετικό είναι το ζήτημα της παροχής περιουσιακού ωφελήματος με ldquoανεξάρτητηrdquo μονομε-ρή δικαιοπραξία με την οποία προσδίδεται καταπλεονεκτικό χρώμα σε προηγούμενη σύμβαση από την οποία θα πηγάζει συνήθως η υποχρέωση για τέλεση της μονομερούς δικαιοπραξίας (πχ παροχή υποθήκης)

29 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

πράγματος ή έργου ή εργασίας η εταιρεία η σύμβαση μεσιτείας ή εγγύηση)

όταν αυτές καταρτίζονται με δυσανάλογο αντάλλαγμα59

Η ΑΚ 179βrsquo δεν εφαρμόζεται στις χαριστικές δικαιοπραξίες γιατί η επίδοση

της περιουσίας γίνεται χωρίς αντάλλαγμα και έτσι δεν υπάρχει δυσαναλογία

παροχής και αντιπαροχής όπως πχ στην δωρεά στην εντολή στην άφεση

χρέους στην παρακαταθήκη χωρίς αμοιβή ή στην εγγύηση εκτός αν αυτή

ανελήφθη στο πλαίσιο μιάς αμφοτεροβαρούς συμβάσεως με ευρύτερο περι-

εχόμενο

γ Προφανής δυσαναλογία μεταξύ παροχών

Στην καταπλεονεκτική σύμβαση η ελευθερία δικαιοπρακτικής αποφάσεως

του καταπλεονεκτούμενου είναι διαταραγμένη αφού αυτός ευρίσκεται σε

μία δυσμενή σε σχέση με τον καταπλεονέκτη θέση που δεν του επιτρέπει να

προασπίσει ορθολογικώς τα συνδεόμενα με την σύμβαση συμφέροντά του

έτσι ο μηχανισμός συμβάσεως δεν μπορεί εδώ να παράσχει κανένα εχέγγυο

ορθότητος Ότι το περιεχόμενο της καταπλεονεκτικής συμβάσεως δεν είναι

ldquoορθόrdquo μαρτυρεί τελικώς η ύπαρξη της προφανούς δυσαναλογίας

Η προφανής δυσαναλογία των ανταλλασσομένων παροχών ανάγεται σε

απαραίτητο στοιχείο του πραγματικού της καταπλεονεκτήσεως στην ΑΚ

179βrsquo ενώ ταυτοχρόνως είναι και πρόβλημα που για να κατανοηθεί σωστά

πρέπει να φωτισθεί μέσα από τον συνδυασμό και την αντίθεση μιάς πλειά-

δος αρχών οι οποίες σε κινητή μεταξύ των σχέση συγκροτούν το σύστημα

του δικαίου των ενοχικών συμβάσεων60

Ως έννοια αόριστη είναι αναμφισβητήτως έννοια νομική και η υπαγωγή σε

αυτήν της σχέσεως αξίας των αμοιβαίων παροχών αποτελεί κρίσιν αξιολο-

γική υποκείμενη στον έλεγχο του ΑΠ61

Ομοφώνως γίνεται δεκτό ότι αφετηρία της κρίσεως περί υπάρξεως ή μη

προφανούς δυσαναλογίας πρέπει να αποτελεί η αντικειμενική αξία των α-

νταλλασσομένων παροχών δηλαδή η συνήθης στις συναλλαγές αξία62 Έτσι

59 Βλ ΜΠΑΛΗΣ 1944190 (sect66) 60 Βλ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 19837 σημ 23 61 ΦΙΛΙΟΣ 2011 sect147Β 62 Πρβλ ΑΠ 20952009 (Α1 Τμήμα) ldquohellipφανερή δυσαναλογία μεταξύ παροχής και αντιπαροχής

είναι αυτή που υποπίπτει στην αντίληψη λογικού και έχοντος πείρα των σχετικών συναλλαγών ανθρώπου και η οποία υπερβαίνει το μέτρο κατά το οποίο είναι ανθρωπίνως φυσικό να απο-κομίζει ο ένας κάποιο όφελος από σύμβαση οικονομικού περιεχομένου επί ζημία του άλλουrdquo

30 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

διαπιστουμένης της αντικειμενικής αξίας των αμοιβαίων παροχών ακολου-

θεί η κρίση για το αν υφίσταται μεταξύ των προφανής δυσαναλογία λαμβα-

νομένων πάντοτε υπrsquo όψιν της φύσεως της συμβάσεως και του επιδιωκομέ-

νου με αυτήν οικονομικού σκοπού63 ενώ στις περιπτώσεις ακινήτων χρη-

σιμοποιείται ευρέως στην πράξη το κριτήριο της laesio enormis64

Ένα επιπλέον στοιχείο που λαμβάνεται υπrsquo όψιν για την διαπίστωση της υ-

πάρξεως προφανούς δυσαναλογίας είναι η λεγομένη ldquoρήτρα προσθέσεωςrdquo

δηλαδή το άθροισμα των ωφελημάτων που έλαβε ο καταπλεονέκτης και των

περιουσιακών ωφελημάτων που επιπροσθέτως κατέβαλλε ο καταπλεονε-

κτούμενος σε τρίτα πρόσωπα (πχ μεσιτεία αμοιβές σε βοηθητικά πρόσωπα

κλπ)

Υπάρχουν όμως και μερικά σχετιζόμενα με την δυσαναλογία των ανταλ-

λασσομένων παροχών ειδικότερα προβλήματα που εμφανίζονται συχνά

στην δικαστηριακή πράξη παρουσιάζοντα ταυτοχρόνως σπουδαίο δογματι-

κό ενδιαφέρον

(1) Πρόσθετο τίμημα στην πώληση ακινήτου μπορεί να ληφθεί υπrsquo όψιν

το επιπλέον του αναγραφομένου στο συμβολαιογραφικό έγγραφο τι-

μήματος επιπροσθέτως καταβληθέν τίμημα

(2) Το καταπλεονεκτικό σύμφωνο εξωνήσεως η συνομολόγηση δικαιώ-

ματος εξωνήσεως με τίμημα προφανώς δυσανάλογο εν σχέσει προς αυ-

τό της πωλήσεως μήπως υποκρύπτει τοκογλυφικό δάνειο Εδώ θα

πρέπει να σταθμιστεί η δυνατότητα του πωλητή να αποτρέψει την κα-

ταπλεονεκτική γιrsquo αυτόν ρύθμιση ασκώντας το δικαίωμα εξωνήσεως

Εάν δηλαδή ο πωλητής ασκήσει αυτό το δικαίωμα παρά την προφανή

δυσαναλογία η πώληση δεν έχει καταπλεονεκτικό χαρακτήρα

(3) Η διαπίστωση της προφανούς δυσαναλογίας στον συμβιβασμό τα

συγκρινόμενα μεγέθη είναι οι αμοιβαίες παραχωρήσεις των μερών και

όχι οι εκατέρωθεν αναλαμβανόμενες υποχρεώσεις προς παροχή Η σω-

στή όμως εκτίμηση των παραχωρήσεως προϋποθέτει ως αφετηρία

63 ΑΠ 20952009 64 Ο ΛΙΤΖΕΡΟΠΟΥΛΟΣ 1932208 επ προτείνει αποδοχή της υπάρξεως προφανούς δυσαναλογίας

όταν η μία παροχή δεν φθάνει το 60 ή 50της αξίας της άλλης Βλ επίσης υποσημείωση 560 στο ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012

31 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

την νομική κατάσταση που υπήρχε πριν τον συμβιβασμό υπερβολικές

αξιώσεις προβαλλόμενες αυθαιρέτως δεν λαμβάνονται εδώ υπrsquo όψιν

Η ύπαρξη της προφανούς δυσαναλογίας κρίνεται κατά τον χρόνο καταρτί-

σεως της συμβάσεως είναι αδιάφορο αν η προφανής δυσαναλογία επήλθε

αργότερα εκτός της περιπτώσεως όπου ο καταπλεονεκτούμενος στο πλαί-

σιο της υφισταμένης κυρίας συμβατικής σχέσεως συνομολογεί ή παρέχει

πρόσθετα περιουσιακά ωφελήματα (πχ εμπράγματη ασφάλεια) που προσ-

δίδουν πλέον στην συνολική συναλλαγή καταπλεονεκτικό χρώμα

δ Ανάγκη Κουφότητα Απειρία

(1) Ανάγκη

Είναι η κατάσταση ενός προσώπου (του δικαιοπρακτούντος ή κάποιου

που συνδέεται στενά με αυτόν) που ευρίσκεται σε άμεσο οικονομικό ή

άλλο κίνδυνο65 η αντιμετώπιση του οποίου είναι ανεπίδεκτη αναβο-

λής66 Η ανάγκη πρέπει να έχει χαρακτήρα επιτακτικό και να είναι τόσο

σοβαρή ώστε αντικειμενικώς κρινομένη να μπορεί να θεωρηθεί ότι

κάθε εχέφρων άνθρωπος θα οδηγείτο στην ίδια δικαιοπρακτική συ-

μπεριφορά

Ενώ η φύση της ανάγκης είναι συνήθως οικονομική η σπουδαιότητα

του διακινδυνευομένου αγαθού καθορίζει το αν η συγκεκριμένη κάθε

φορά περίπτωση μπορεί να υπαχθεί ή όχι στην ρύθμιση της ΑΚ 179βrsquo

Είναι αδιάφορο αν η ανάγκη είναι μόνιμη ή παροδική αφού αποφασι-

στική για την εφαρμογή της ΑΚ 179βrsquo είναι η ύπαρξη ανάγκης μόνο κα-

τά τον χρόνο καταρτίσεως της δικαιοπραξίας Η ανάγκη πρέπει να είναι

πραγματική και άμεση επιτακτική και ανεπίδεκτη αναβολής

(2) Κουφότητα

Προϋπόθεση της ορθής λειτουργίας της ιδιωτικής αυτονομίας είναι η

εκ μέρους των αντισυμβαλλομένων ορθολογική στάθμιση των υπέρ και

κατά της συμβατικής ρυθμίσεως Όταν όμως ο αντισυμβαλλόμενος α-

διαφορεί λόγω απερισκεψίας ή ελλείψεως επαρκούς σκέψεως και δεν

αποδίδει στις πράξεις του την σημασία την αξία και τις συνέπειες που

έχουν αυτές τότε η συναλλακτική συμπεριφορά του χαρακτηρίζεται

65 ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ 2012530 66 ΑΠ 19982007

32 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

από κουφότητα Η κουφότητα μπορεί να οφείλεται σε οποιονδήποτε

λόγο όπως είναι η πνευματική νόσος ου δεν επέφερε όμως ολική ή με-

ρική ασυνειδησία των πράξεων του προσώπου ώστε να το κάνει εντε-

λώς ή περιορισμένως ανίκανο για την σύνταξη δικαιοπραξίας67

(3) Απειρία

Ως απειρία νοείται η έλλειψη της περί τη ζωή και τις συναλλαγές πεί-

ρας68 Το ερώτημα όμως είναι αν η σχετική με συγκεκριμένη δικαιο-

πραξία απειρία στοιχειοθετεί την απειρία της ΑΚ 179βrsquo ή όχι Γίνεται

δεκτό ότι υπάρχουν τρείς διαβαθμίσεις69 της απειρίας

(α) Η καθολική όπου ο συμβαλλόμενος στερείται παντελώς συναλ-

λακτικής πείρας και κατά συνέπειαν η περίπτωσή του υπάγεται

στην ρύθμιση της ΑΚ 179β΄

(β) Η απειρία σε ορισμένο μόνο συναλλακτικό τομέα (λχ πράξεις

επί ακινήτων χρηματιστηριακές συναλλαγές κλπ) εδώ η απειρία

δεν αποτελεί σταθερή ιδιότητα του προσώπου και παρά το ότι η

γενική του πείρα του επιτρέπει να κρίνει το επισφαλές της δικαι-

οπραξίας στην οποία προβαίνει η ελευθερία δικαιοπρακτικής α-

ποφάσεώς του δεν παύει να είναι διαταραγμένη Κατά συνέπεια

δικαιούται της προστασίας της ΑΚ 179βrsquo

(γ) Προβληματική αλλά και με πολύ μεγάλη πρακτική σημασία είναι

η τρίτη μορφή απειρίας που χαρακτηρίζεται από την έλλειψη ει-

δικών γνώσεων πού έχει ανάγκη ο σύγχρονος καταναλωτής στις

καθημερινές συναλλαγές του γνώσεων απαραιτήτων για τον

σχηματισμό σωστής εικόνας της προσφερόμενης σε αυτόν παρο-

χής Κι΄ εδώ η ελευθερία δικαιοπρακτικής αποφάσεως του κατα-

ναλωτή αδαούς όντος λόγω ανεπαρκούς πληροφορήσεως εμφα-

νίζεται διαταραγμένη και άξια της κατά την ΑΚ 179βrsquo προστασίας

ε Εκμετάλλευση

Ενώ η νομολογία μας θεωρεί αναγκαίο στοιχείο της ΑΚ 179βrsquo την υποκειμενι-

κή προϋπόθεση της εκμεταλλεύσεως την οποία πρέπει να αποδεικνύει ο ε-

67 ΑΠ 3821992 ΝοΒ 41874 68 ΑΠ 9362007 69 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012196 επ

33 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

πικαλούμενος την εφαρμογή της διατάξεως δεν έχει μέχρι τώρα αποσαφη-

νιστεί πλήρως σε τι ακριβώς συνίσταται η ldquoεκμετάλλευσηrdquo Βέβαιο πάντως

είναι ότι το στοιχείο αυτό δεν θα πρέπει να θεωρηθεί ως ηθική μομφή στο

πρόσωπο του καταπλεονέκτη

Κατrsquo αρχάς απορρίπτεται η επίκληση δόλου αφού ο δόλος απαιτείται από

την λειτουργία της ποινής και είναι ξένος προς τον λειτουργικό ρόλο της α-

κυρότητας της ανήθικης δικαιοπραξίας Το ότι δεν πρόκειται περί μομφής

φαίνεται στις περιπτώσεις καταρτίσεως δικαιοπραξίας κατά παράκλησιν

του αντισυμβαλλομένου και όχι από εκμεταλλευτική διάθεση του καταπλεο-

νέκτη Επιπλέον εάν επρόκειτο περί συνειδήσεως της ανηθικότητος εκ μέ-

ρους του καταπλεονέκτη μια τέτοια συνείδηση λόγω του περιεχομένου σε

αυτήν αξιολογικού και βουλητικού στοιχείου θα ισοδυναμούσε με πταίσμα

και δη στον βαθμό του dolus malus στοιχείου όμως ξένου προς την προ-

βληματική των ανήθικων γενικώς δικαιοπραξιών

Η ελληνική νομολογία φαίνεται να ακολουθεί την άποψη ότι ο καταπλεονέ-

κτης γνωρίζει την συναλλακτικώς δυσμενή θέση του καταπλεονεκτούμενου

και την προφανή δυσαναλογία μεταξύ παροχής και αντιπαροχής στοιχεία τα

οποία δεν θεωρεί ως λόγο προσωπικής μομφής κατά του καταπλεονέκτη αλ-

λά καταλογισμού σε αυτόν του κινδύνου της ακυρότητας της δικαιοπραξίας

Τα δικαστήρια φαίνεται ότι ταυτίζουν την εκμετάλλευση με την εκ μέρους

του καταπλεονέκτη γνώση της συναλλακτικώς δυσμενούς θέσεως του κα-

ταπλεονεκτούμενου Είναι συνήθης στις αποφάσεις η επωδός ldquoεπωφελήθη-

κεrdquo70 της γνωστής σε αυτόν ανάγκης κουφότητας ή απειρίας Γίνεται όμως

παγίως δεκτό ότι αν ο καταπλεονέκτης αγνοούσε την κατάσταση του αντι-

συμβαλλομένου του δεν υπάρχει εκμετάλλευση κατά την ΑΚ 179βrsquo Και βε-

βαίως ερωτάται γιατί θα πρέπει να γνωρίζει μόνο την ανάγκη κουφότητα ή

απειρία και όχι και την προφανή δυσαναλογία των αμοιβαίων παροχών

4 Έννομες συνέπειες

Η καταπλεονεκτική δικαιοπραξία είναι απολύτως άκυρη και για τα δύο μέρη

κατά την έννοια της ΑΚ 180 Την ακυρότητα μπορεί να προβάλλει και κάθε τρίτος

70 Πρβλ ΑΠ 20952009 34 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

που έχει έννομο συμφέρον επομένως και ο κληρονόμος ενός από τους συναλλαγέ-

ντες71

Δεν αποκλείεται και μερική ακυρότητα της δικαιοπραξίας Τούτο θα συμβεί

εάν μπορεί να προσδιορισθεί ακριβώς η μεταξύ παροχής και αντιπαροχής αναλο-

γία οπότε η δικαιοπραξία είναι άκυρη κατά το υπερβάλλον72 Κατά πόσον σε τέ-

τοια περίπτωση η μερική ακυρότητα θα συνεπιφέρει την ακυρότητα της όλης δι-

καιοπραξίας κρίνεται κατά την ΑΚ 18173

Σύμβαση εντόκου δανείου μπορεί να χαρακτηρισθεί καταπλεονεκτική συμ-

φώνως προς την ΑΚ 179 μόνο στην περίπτωση συνομολογήσεως ή λήψεως αθέ-

μιτων (τοκογλυφικών) τόκων εν σχέσει προς την αντιπαροχή με την εκμετάλ-

λευση της ανάγκης κουφότητας κλπ του δανεισθέντος οπότε και επέρχεται είτε

ολοκληρωτική και απόλυτη ακυρότητα της καταπλεονεκτικής δικαιοπραξίας κα-

τά τον κανόνα της ΑΚ 181 είτε μερική ακυρότητα οπότε αφού προσδιορισθεί

ακριβώς η μεταξύ παροχής και αντιπαροχής αναλογία η δικαιοπραξία είναι αι-

σχροκερδής και άκυρη κατά το υπερβάλλον

Η προβολή της ακυρότητας από εκείνον που μετήλθε την εκμετάλλευση

μπορεί να αποκρουσθεί με την ένσταση της ΑΚ 281 Αυτό μπορεί να συμβεί όταν

το δικαίωμα ακυρώσεως ασκείται καθυστερημένα εφ΄ όσον όμως συντρέχουν

και άλλα περιστατικά74

Οι παροχές που έγιναν σε εκπλήρωση της καταπλεονεκτικής υποσχετικής

συμβάσεως μπορούν να αναζητηθούν είτε με διεκδικητική αγωγή είτε με αγωγή

αδικαιολόγητου πλουτισμού Αυτός που ζημιώθηκε από την αισχροκερδή δικαιο-

πραξία δικαιούται εφ΄ όσον συντρέχουν οι όροι των ΑΚ 919 και ΑΚ 914 και απο-

ζημιώσεως

71 ΑΠ 9362007 72 ΜΠΑΛΗΣ 1944191 73 ΜΠΑΛΗΣ op cit 74 Για την προστασία των καλόπιστων τρίτων μέσω της ΑΚ 281 βλ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012232 επ

35 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ ΣΤ ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ Γενικές Αρχές Αστικού Δικαίου Π Ν Σάκκουλας 2012 ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ ΣΤ ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ndash ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟΣ ΠΑΝ ΜΙΧΑΗΛ Αστικός Κώδικας κατ΄ άρ-

θρο ερμηνεία τόμος Ι Π Ν Σάκκουλας 1978 ΛΑΔΑΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ Α Η ακυρότητα της δικαιοπραξίας λόγω αντιθέσεως εις τα χρη-

στά ήθη χό Θεσσαλονίκη 1979 ΛΙΤΖΕΡΟΠΟΥΛΟΣ Γ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ Η Νομολογία ως παράγων διαπλάσεως του ιδιωτικού

δικαίου Θεσσαλονίκη 1932 ΜΠΑΛΗΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ Α Γενικαί αρχαί του Αστικού Δικαίου Παπαζήσης 1944 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ ΑΛ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ Οι καταπλεονεκτικές δικαιοπραξίες Σάκκουλας Αντ

Ν 1983 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ ΑΛ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ Δικαιοπραξιες αντίθετες προς τα χρηστά ήθη Σάκ-

κουλας Αντ Ν 2012 ΠΑΠΑΣΤΕΡΙΟΥ Η ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ Αστικό Δίκαιο Επιτομή Εκδόσεις Σάκκουλα ΑΕ 2010 ΣΠΥΡΙΔΑΚΗΣ Σ ΙΩΑΝΝΗΣ Εγχειρίδιο Αστ Δικαίου 1 - Γενικές Αρχές Αντ Ν Σάκκου-

λας 2004 ΤΕΛΛΗΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ Δ Ρήτρα μετασυμβατικής απαγόρευσης ανταγωνισμού στο δί-

καιο εταιρειών και επιχειρήσεων λειτουργία και δικαστικός έλεγχος του περιε-χομένου της Εκδόσεις Σάκκουλα ΑΕ 2007

ΤΟΥΣΗΣ ΧΡ ΑΝΔΡΕΑΣ Γενικαί Αρχαί του Αστικού Δικαίου μετʹ εισαγωγής εις το δίκαι-ον εν γένει Αφοί Σάκκουλα 1978

ΤΡΙΑΝΤΟΣ Τ ΝΙΚΟΛΑΟΣ Δικαιοπραξιες Νομική Βιβλιοθηκη 2011 ΤΡΙΑΝΤΟΣ Τ ΝΙΚΟΛΑΟΣ Αστικό Δίκαιο-Επιτομή Νομική Βιβλιοθήκη 2013 ΦΙΛΙΟΣ ΧΡ ΠΑΥΛΟΣ Γενικές Αρχές Αστικού Δικαίου Εκδόσεις Σάκκουλα ΑΕ 2011 ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΕΙΣ ΑΝΔΡΟΥΛΙΔΑΚΗ-ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗ ΙΣΜΗΝΗ Η αντίθεση της διαθήκης στα χρηστά ήθη ΝοΒ

301234 ΠΕΛΕΝΗ-ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ Α Η αντιμετώπιση από τη νομολογία του άρθρου 179 περ

α΄ ΑΚ ΕλλΔνη 199459 ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟΣ ΠΑΝ ΜΙΧΑΗΛ-ΛΑΔΟΓΙΑΝΝΗΣ ΓΕΩΡ Κριτήρια αντίθεσης συμφώνου

προτίμησης προς τα χρηστά ήθη (γνμδ) ΧρΙΔ 1263 ΤΟΥΣΗΣ ΧΡ ΑΝΔΡΕΑΣ Η έννοια των χρηστών ηθών ΕΕΝ 231956 ΦΑΣΟΥΛΑΣ ΖΗΣΗΣ Η απάτη και η ακυρότητα της δικαιοπραξίας ως αντίθετη στα

χρηστά ήθη ΠοινΧρ 921032

36 36

  • 2 Συμβατική ελευθερία και γενικές ρήτρες
  • 4 Κριτήρια προσδιορισμού των χρηστών ηθών
    • Μια πρώτη κατηγοριοποίηση όμως αντίθεσης στα χρηστά ήθη μπορεί να γίνει με βάση το αν αυτή προκύπτει από το περιεχόμενο τους
      • 10 Ακυρότητα
      • α Απόλυτη ή σχετική
      • β Συνολική ή μερική
      • γ Ακυρότητα στις αιτιώδεις και αναιτιώδεις δικαιοπραξίες
      • 11 Δικονομική μεταχείριση
      • 12 Επίγραμμα

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

Κατά την κρατούσα γνώμη κρίσιμος χρόνος για την κρίση της αντίθεσης μιας

δικαιοπραξίας στα χρηστά ήθη είναι ο χρόνος κατάρτισής της διότι η ανηθικότη-

τα ή μη μιας δικαιοπραξίας δεν μπορεί παρά να κρίνεται με βάση τις ισχύουσες

κατά την κατάρτισή της ηθικές και θεμελιώδεις αρχές

Περαιτέρω όμως ορθότερο είναι να δεχθεί κανείς ότι η μεταβολή και εξέλιξη

της έννοιας των χρηστών ηθών δεν μπορεί αναδρομικά να επηρεάσει προς το χεί-

ρον την αξιολόγηση της ρυθμίσεως που όταν συνήφθη τα μέρη πίστευαν ότι είναι

σύμφωνη με τα χρηστά ήθη εκτός αν πρόκειται για σύμβαση διαρκείας οπότε

πλέον τα αποτελέσματά της αντίκεινται στα χρηστά ήθη όπως αυτά θα έχουν δι-

αμορφωθεί

Αντίθετα όταν μια δικαιοπραξία ήταν αντίθετη στα χρηστά ήθη κατά το χρό-

νο σύνταξη της αλλά λόγω μεταβολής της ερμηνείας των χρηστών ηθών ή λόγω

μεταβολής των πραγματικών περιστατικών πλέον το περιεχόμενο είναι συμβατό

με αυτά ορθότερη είναι η ευεργετική αναδρομικά ίαση της και η επέλευση των

εννόμων συνεπειών της ιδιαίτερα σε περιπτώσεις διατάξεων τελευταίας βουλή-

σεως

10 Ακυρότητα

α Απόλυτη ή σχετική

Η αντίθεση μιας δικαιοπραξίας στα χρηστά ήθη συνεπάγεται σύμφωνα με

την ΑΚ 178 ακυρότητα της δικαιοπραξίας Δεν θα ανταποκρινόταν στο νόη-

μα και στο σκοπό της ρήτρας η διατήρηση του κύρους της δικαιοπραξίας να

επαφίεται στη βούληση των μερών αφού πέραν των άλλων η συγκεκριμένη

διάταξη προστατεύει μεταξύ άλλων και το γενικό συμφέρον25 Αυτό όμως θα

είχε ως αποτέλεσμα ειδικά σε περιπτώσεις που η ανηθικότητα στρέφεται

μόνο κατά του αντισυμβαλλόμενου και όχι κατά της ολότητας η ακυρότητα

να λαμβάνεται αυτεπαγγέλτως υπrsquo όψιν και να μπορεί και ο ίδιος ο ενεργή-

σας ανήθικα να την επικαλεστεί

Γιrsquo αυτό το λόγο σε περιπτώσεις που η ανηθικότητα δεν προκύπτει από το

περιεχόμενό της αλλά από τις περιστάσεις 26 όπως στις περιπτώσεις των

καταπλεονεκτικών δικαιοπραξιών η ακυρότητα δεν παρίσταται δικαιολο-

25 Βλ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ όπως πιο πάνω και ΓΕΩΡΓΙΑΔΗ-ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟ ΕρμΑΚ άρθρο 178 σελ 276 ΝΙΚΟ-ΛΟΠΟΥΛΟ Γεν Αρχές σελ 314-315

26 Βλ ομοίως ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ Δικαιοπραξίες αντίθετες προς τα χρηστά ήθη 17 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

γημένη Ορθότερο λοιπόν θα ήταν να είναι σχετική ώστε να καταστεί δυνα-

τή η απολαβή της παροχής με δικαιότερους όρους

β Συνολική ή μερική

Όσον αφορά την ακυρότητα της σύμβασης στο σύνολο ή σε μέρος αυτής αν

η ανηθικότητα πλήττει μόνο μια μεμονωμένη συμβατική ρήτρα δυναμένη να

αποχωριστεί από τη σύμβαση και αυτή να δύναται να πραγματώσει το σκο-

πό της τότε η ακυρότητα μπορεί να περιοριστεί στη ρήτρα αυτή

Αναλογικά και κυρίως ως ανωτέρω αναφέρθηκε σε περιπτώσεις καταπλεο-

νεκτικών ή καταδυναστευτικών δικαιοπραξιών η μερική ακυρότητα θα μπο-

ρούσε να είναι δυνατή με την έννοια της αφαίρεσης του αδίκου μέρους της

ώστε αυτή να μπορεί να ισχύσει με το υπόλοιπο ορθό περιεχόμενό της Αμ-

φισβητείται όμως αν αυτό ανταποκρίνεται στα εύλογα συμφέροντα των α-

ντισυμβαλλομένων και ιδίως του ισχυρότερου μέρους που η πραγματική ή

εικαζόμενη βούληση του μάλλον θα κατατείνει στην ακύρωση της δικαιο-

πραξίας

Βέβαια όσον αφορά τη σχέση του 178 ΑΚ με το 181 ΑΚ στην ερμηνεία αυτής

έχουν υπεισέλθει αντικειμενικοί παράγοντες όπως ο σκοπός του κανόνα δι-

καίου που θεσπίζει την ακυρότητα διότι άλλως με την αποδοχή της ολικής

ακυρότητας ματαιούται ο προστατευτικός σκοπός της διάταξης Επομένως

ορθότερο είναι στις περιπτώσεις αυτές η ακυρότητα ή μη της σύμβασης να

καταλίπεται στο ασθενέστερο μέρος

γ Ακυρότητα στις αιτιώδεις και αναιτιώδεις δικαιοπραξίες

(1) Στις αιτιώδεις δικαιοπραξίες αν η αιτία είναι άκυρη άκυρη είναι και η

αιτιώδης δικαιοπραξία Επομένως αν η υποσχετική σύμβαση η οποία

αποτελεί την αιτία εκποιητικής δικαιοπραξίας (πχ μεταβίβασης κυ-

ριότητας ακινήτου) άκυρη λόγω αντίθεσης στα χρηστά ήθη συμπαρα-

σύρει σε ακυρότητα και την εμπράγματη δικαιοπραξία το κύρος της

οποίας εξαρτάται από την ύπαρξη εγκύρου αιτίας

Για το λόγο αυτό η αναζήτηση της παροχής γίνεται με διεκδικητική

αγωγή

(2) Αντίθετα στις αφηρημένες ή αναιτιώδεις δικαιοπραξίες το κύρος των

οποίων δεν εξαρτάται από την ύπαρξη και το κύρος της αιτίας ούτε

αυτή αποτελεί στοιχείο του πραγματικού τους η έλλειψη αιτίας ή η

18 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

ακυρότητα αυτής καταρχήν δεν επηρεάζει το κύρος τους ο δε διαθέ-

σας έχει (αν δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις του 907ΑΚ) μόνο την α-

ξίωση αδικαιολογήτου πλουτισμού Χαρακτηριστικά παραδείγματα της

κατηγορίας αυτής είναι από τις μεν υποσχετικές δικαιοπραξίες η αφη-

ρημένη υπόσχεση χρέους ενώ από τις εκποιητικές η μεταβίβαση κυριό-

τητας κινητού Δικαιολογητικός λόγος της τελευταίας είναι η ταχύτητα

και η ασφάλεια των συναλλαγών καθώς οι διάδοχοι του αποκτώντος

αποκτούν έγκυρα από αυτόν ακόμα και αν αυτός είχε αποκτήσει βάσει

μιας άκυρης υποσχετικής δικαιοπραξίας Επιπλέον διευκολύνεται η α-

πόδειξη κτήσης του δικαιώματος αφού αυτός που υποστηρίζει ότι εί-

ναι δικαιούχος οφείλει και αρκεί να αποδείξει μόνο της εκποιητική δι-

καιοπραξία και όχι την αιτία αυτής

Το ότι η αναιτιώδης δικαιοπραξία είναι γενικά ανεξάρτητη από το κύ-

ρος της αιτίας δε σημαίνει ότι δεν υπάρχει αιτία γιrsquo αυτή αλλά ότι η αι-

τία δεν αποτελεί ως άνω αναφέρθηκε στοιχείο του πραγματικού της

Επομένως η laquoηθικά άχρωμηraquo αναιτιώδης δικαιοπραξία μπορεί κατά

περίπτωση να θεωρηθεί άκυρη με διάσπαση της αρχής του αναιτιώ-

δους όταν σε περίπτωση αντίθεσης της δικαιοπραξίας στα χρηστά ήθη

η ανηθικότητα αφορά όχι μόνο την ενοχική αλλά και την εμπράγματη

δικαιοπραξία27 Αν και κατά κανόνα η απλή μεταβίβαση της κυριότη-

τας είναι laquoηθικά άχρωμηraquo αφού τα κίνητρα για την κατάρτιση της ανά-

γονται στην ενοχική δικαιοπραξία αν in concreto διαγνωστεί ότι η επί-

δοση του περιουσιακού αντικειμένου έγινε χάριν τελέσεως ανήθικης

συμπεριφοράς ή ότι η ανήθικη αιτία αποτέλεσε αίρεση για την εκποιη-

τική δικαιοπραξία η ανηθικότητα πλήττει και την εμπράγματη δικαιο-

πραξία καθιστώντας αυτή άκυρη (βλ179ΑΚ) άκυρη δε και οποιαδήπο-

τε περαιτέρω μεταβίβαση

Πάντως γίνεται δεκτό και στην ελληνική αλλά και στη γερμανική νομο-

λογία ότι τα χρήματα που προκαταβάλλονται σε laquoπόρνηraquo για πραγμα-

τοποίηση σαρκικής επαφής μαζί της μεταβιβάζονται σrsquo αυτή κατά κυ-

ριότητα με την παράδοση τους αφού ως ανωτέρω αναφέρθη η ακυρό-

27 Βλ και ΑΠ ΓΕΩΡΓΙΑΔΗ Εγχειρίδιο Εμπρ Δικαίου παρ43 48 καθώς και ΑΠ ΓΕΩΡΓΙΑΔΗ Γ Αρχές ΑστΔικαίου διακρίσεις των δικαιοπραξιών

19 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

τητα της υποσχετικής δικαιοπραξίας δεν συμπαρασύρει την εμπράγμα-

τη αφού η μεταβίβαση χρημάτων είναι πράξη ηθικά ουδέτερη28

Ακριβώς επειδή η παροχή είναι έγκυρη αυτή δεν αναζητείται (εκτός

και μόνο αν το ανήθικο της αιτίας δεν βαρύνει τον δόντα) Αν βαρύνει

και αυτόν ή πολύ περισσότερο μόνο αυτόν τότε δεν αναζητείται

Πράγματι θα ήταν παράδοξο η έννομη τάξη να προστατεύει πρόσωπα

που μετήλθαν ανήθικων μέσων και προέβησαν σε δελεαστικές παροχές

για την επίτευξη μιας ανήθικης συμπεριφοράς και να τα επιβραβεύει με

την επιστροφή σε αυτά των έστω και άνευ ανταλλάγματος δοθέντων

ακόμα και στην εξαιρετική περίπτωση που και ο λήπτης βαρύνεται με

ανηθικότητα Η ρωμαϊκή αρχή laquoεν ίση αισχρότητι κρείσσων ο νεμόμε-

νοςraquo ορθά βρίσκει εδώ την εφαρμογή της29

Η ακυρότητα είναι αναδρομική (ex tunc) εκτός από τις διαρκείς συμ-

βάσεις (πχ σύμβαση εργασίας) Σε αυτές γίνεται δεκτό ότι εφόσον λει-

τούργησαν για ένα χρονικό διάστημα αναπτύσσοντας τα έννομα απο-

τελέσματα τους έχει δημιουργηθεί μια πραγματική κατάσταση η ο-

ποία αποτελεί και την αιτία διατήρησης των μέχρι τότε παροχών ενώ η

επίκληση της ακυρότητας τους έχει τα αποτελέσματα της καταγγελίας

λειτουργώντας μόνο για το μέλλον (ex nunc)

11 Δικονομική μεταχείριση

Η επίκληση της ακυρότητας αφού πρoβληθούν τα πραγματικά περιστατικά

γίνεται από οποιονδήποτε έχει έννομο συμφέρον ακόμα δε και από τον ίδιο τον

καθrsquo ου η μομφή για την επιλήψιμη συμπεριφορά αν και σε περίπτωση αυτή η ε-

πίκληση της θα μπορούσε να θεωρηθεί ως κατάχρηση δικαιώματος

Όσον αφορά το βάρος της απόδειξης στις μεν αιτιώδεις δικαιοπραξίες αυτός

που επικαλείται την εγκυρότητά της οφείλει να αποδείξει την ύπαρξη του κύρους

της αιτίας ενώ αντίθετα στις αναιτιώδεις δικαιοπραξίες το βάρος αποδείξεως φέ-

ρει εκείνος ο οποίος ασκεί είτε με αγωγή είτε με ένσταση την αξίωση αδικαιολογή-

του πλουτισμού (Αντιστροφή του βάρους της απόδειξης)

28 Βλ και ΧΡ ΜΥΛΩΝΟΠΟΥΛΟΥ Ποινικό Δίκαιο Ειδικό μέρος σελ22 29 Βλ και ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟ Επιτομή Γενικού Ενοχικού κεφ Περί αδικαιολόγητου πλουτισμού που μάλ-

λον διαφωνεί 20 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

12 Επίγραμμα

Οι δρόμοι του δικαστή του νομοθέτη και γενικότερα του εκάστοτε ερμηνευ-

τή του δικαίου είναι παράλληλοι και αλληλοσυμπληρώνονται Κοινός στόχος η εύ-

ρυθμη λειτουργία μιας κοινωνίας με σεβασμό στα βασικά ανθρώπινα δικαιώματα

στην αξία του ανθρώπου και στους θεσμούς όπως αυτοί διαμορφώνονται στην

πορεία του χρόνου

Όμως η δικαιοσύνη δεν είναι μόνο μια αφηρημένη ιδέα για τη θεσμική διάρ-

θρωση μιας κοινωνίας αλλά πρέπει να ενδιαφέρεται για τη ζωή που διάγουν οι

άνθρωποι στην πραγματικότητα και ότι καθιστά τη ζωή άξια για να τη ζουν

Γιrsquo αυτό ο ρόλος του ερμηνευτή του δικαίου και ιδίως του δικαστή είναι

κομβικός Και δεν είναι ο ρόλος αυτός παθητικός ούτε απλά συνθετικός Κινούμε-

νος εντός των εξουσιών που το Σύνταγμα του έχει προσδώσει δε στηλιτεύει αλλά

κατανοεί διαπλάθει αλλά και εξισώνει -εντός πάντοτε του θετού δικαίου

Και αν και κατά τη γενική αντίληψη ο λαός πρέπει να έχει νομολογία προ-

σαρμοσμένη στο βαθμό της ηθικής του πολλές φορές αναδεικνύεται η αντίστρο-

φη ανάγκη Να είναι η νομολογία αρωγός ώστε ο λαός να προσανατολιστεί στα

σύγχρονα ήθη και στις πολυπολιτισμικές ιδιομορφίες

Η ερμηνεία του άρθρου 178 ΑΚ αποτελεί μια χαρακτηριστική τέτοια περί-

πτωση-

21 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

Β

ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΜΕ ΤΗΝ ΟΠΟΙΑ ΔΕΣΜΕΥΕΤΑΙ ΥΠΕΡΒΟΛΙΚΩΣ Η ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΤΟΥ ΠΡΟΣΩΠΟΥ [ΚΑΤΑΔΥΝΑΣΤΕΥΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ] ndash

ΚΑΤΑΠΛΕΟΝΕΚΤΙΚΗ [ΑΙΣΧΡΟΚΕΡΔΗΣ] ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ (ΑΚ 179)

[Σπύρος Γ Παπαγιάννης]

1 Η σχέση μεταξύ των δύο ειδικών πραγματικών του άρθρου ΑΚ 179

Το δίκαιο προκειμένου να εξυπηρετεί τον κοινωνικό βίο των ανθρώπων εν-

σωματώνει στους κανόνες που το συγκροτούν τα παραγγέλματα της κοινωνικής

ηθικής δηλαδή τις επικρατούσες στην κοινωνία θεμελιώδεις αξιολογικές παρα-

στάσεις30 Έτσι η ΑΚ 178 με τον όρο ldquoχρηστά ήθηrdquo οριοθετεί την λειτουργία της

ιδιωτικής αυτονομίας μέσα στα όρια αυτού που αξιοί ο μέσης ηθικής κοινωνός του

δικαίου με σκοπό την αποτροπή καταχρήσεως κατά την διάπλαση ιδιωτικών εν-

νόμων σχέσεων και άμεσο αποτέλεσμα την άρνηση της έννομης τάξεως να προσ-

δώσει νομικό κύρος σε δικαιοπρακτικές ρυθμίσεις που προσβάλλουν τις αξίες των

οποίων αυτή επιδιώκει την πραγμάτωση31

Ενώ όμως το άρθρο ΑΚ 178 λειτουργεί ως γενική ρήτρα στο άρθρο ΑΚ 179

τυποποιούνται τα πραγματικά δύο ldquoειδικώνrdquo δικαιοπραξιών που αντιτίθενται στα

χρηστά ήθη οι ldquoκαταδυναστευτικέςrdquo συμβάσεις (ή ldquoφιμωτικέςrdquo32 δικαιοπραξίες)

και οι ldquoκαταπλεονεκτικέςrdquo συμβάσεις (ή ldquoαισχροκερδείςrdquo33 δικαιοπραξίες) Στην

πρώτη κριτήριο είναι η υπέρμετρη34 δέσμευση της ελευθερίας του προσώπου

ενώ στην δεύτερη κριτήριο αποτελεί η εκμετάλλευση της διαπραγματευτικής μει-

ονεξίας του αντισυμβαλλομένου ιδία όσον αφορά στην υπέρμετρη δέσμευση της

οικονομικής του ελευθερίας

2 Η Καταδυναστευτική Δικαιοπραξία

30 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 201217 31 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 201218 σημ 3 32 ΦΙΛΙΟΣ 2011353 33 ΦΙΛΙΟΣ opcit 34 Η ΑΚ 179α΄ αναφέρει ldquohellipδεσμεύεται υπερβολικάhelliprdquo Προτιμώ ως αποδίδουσα επί το ορθότερο

την έννοια του laquoμεγέθουςraquo της δεσμεύσεως την χρήση της λέξεως ldquoυπέρμετραrdquo λέξη-όρο που χρησιμοποιείτο στον ΑΚ προ της μεταγλωττίσεώς του στην δημοτική (την [φεύ] γλώσσα της ldquoπλέριας κατανόησηςrdquohellip)

22 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

α Έννοια

Ως ldquoκαταδυναστευτικήrdquo δικαιοπραξία νοείται κυρίως η σύμβαση (ή μεμονω-

μένη ρήτρα που περιέχεται σε σύμβαση) επί τη βάσει της οποίας δεσμεύεται

υπερμέτρως35 η προσωπική οικονομική επαγγελματική ή καλλιτεχνική ε-

λευθερία του αντισυμβαλλομένου δημιουργώντας ένα είδος υποτέλειας ένα-

ντι του άλλου μέρους36 Στην έννοια της καταδυναστεύσεως της ΑΚ 179α ε-

μπίπτει και κάθε συμβατικός περιορισμός που φέρει ως συνέπεια την υπέρ-

μετρη δέσμευση της ελευθερίας του προσώπου για ανάπτυξη οποιασδήποτε

εκδηλώσεως της προσωπικότητός του37 Είναι φανερόν ότι η ελληνική δη-

μόσια τάξη συγκεκριμενοποιεί την ρήτρα των χρηστών ηθών με την χρήση

μιάς θεμελιώδους δικαιϊκής αξίας της ελευθερίας του προσώπου εδώ ουσι-

αστικώς η συνταγματική τάξη (πχ Σ 5 sect 1) επιβάλλει τα πρόσωπα να παρα-

μένουν ελεύθερα

β Ελευθερία του προσώπου - δέσμευση

Στο πραγματικό της ΑΚ 179α΄ υπάγονται δύο κατά βάσιν περιπτώσεις συμ-

βάσεων αυτές που ενέχουν υπέρμετρη δέσμευση της προσωπικής ελευθερί-

ας του συμβαλλομένου και εκείνες με τις οποίες περιορίζεται υπερμέτρως η

ελευθερία προς (κυρίως) οικονομική και επαγγελματική δράση

Για δέσμευση της ελευθερίας του προσώπου με δικαιοπραξία γίνεται λόγος

μόνον όταν το πρόσωπο που δεσμεύτηκε είχε σύμφωνα με τον νόμο την ε-

ξουσία να διαθέσει κατά βούλησιν το αντικείμενο της δικαιοπραξίας Συνε-

πώς εάν η υποχρέωση του προσώπου δεν προέρχεται από δικαιοπραξία αλ-

λά από τον νόμο ή εάν το πρόσωπο που δεσμεύτηκε με δικαιοπραξία δεν εί-

χε σύμφωνα με τον νόμο την εξουσία να διαθέσει το αντικείμενο στο οποίο

αναφέρεται η δέσμευση η ΑΚ 179 δεν εφαρμόζεται38

Στην ελευθερία του προσώπου υπάγονται οι ατομικές ελευθερίες και τα α-

τομικά δικαιώματα αυτού39 όπως η ελευθερία συνειδήσεως της γνώμης της

διαθέσεως ψήφου του προσώπου κλπ Εδώ υπάγεται ιδίως η ελευθερία της

35 ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ 2012527 ΦΙΛΙΟΣ 2011352 36 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012 σημ 429 37 Πρβλ λχ ΑΠ 12601983 ΕλλΔνη 251347 (απεριόριστη δέσμευση της καλλιτεχνικής ελευθερί-

ας του πνευματικού δημιουργού) 38 ΕφΑθ 33271999 ΝοΒ 48485 39 ΕφΑθ 32841980 ΝοΒ 281225

23 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

εργασίας του εμπορίου της βιομηχανίας προς ανάπτυξη της οικονομικής

δράσεως του προσώπου40 Έτσι αντίκειται στα χρηστά ήθη

(1) κάθε δικαιοπραξία με την οποία απαγορεύεται σε κάποιον η άσκηση

ορισμένου επαγγέλματος ή ορισμένης βιομηχανικής ή εμπορικής δρα-

στηριότητος εφrsquo όσον περιέχει υπέρμετρη δέσμευση και

(2) η δικαιοπραξία με την οποία δεσμεύεται το δικαίωμα στην σωματική

ακεραιότητα του προσώπου στην υγεία ζωή τιμή το δικαίωμα στο

όνομα ή την προσωπικότητα το δικαίωμα εγκαταστάσεως ή μη σε ορι-

σμένο τόπο το δικαίωμα επιλογής επαγγέλματος κλπ41

γ Η ratio της απαγόρευσης

(1) Η οικονομική κατωτερότητα ενός εκ των συμβαλλομένων

Συνήθως η κατάρτιση συμβάσεως με καταδυναστευτικό περιεχόμενο

οφείλεται στην οικονομική κατωτερότητα του υποβαλλομένου στην

υπέρμετρη δέσμευση συμβαλλομένου Αυτό εκτιμάται ότι συμβαίνει

λόγω της ανάγκης αποκτήσεως της υπαρξιακής κατά κανόνα γιrsquo αυτόν

σημασίας παροχή του οικονομικώς ισχυρού αντισυμβαλλομένου συνή-

θως κάποια πίστωση Έτσι η οικονομική αυτή πίεση όταν μάλιστα

δεν υπάρχει δυνατότης καταφυγής σε άλλη πηγή αποκτήσεως του ιδί-

ου αγαθού με καλλίτερους όρους διαταράσσει την συμβατική ελευθε-

ρία η οποία μπορεί να συντρέχει ανεξαρτήτως της θέσεως που κατέχει

στην αγορά ο επιβάλλων τον περιορισμό συμβαλλόμενος (συνήθης επι-

χείρηση)

Η ρύθμιση αυτή της ΑΚ 179α΄ αντικειμενικώς κρινομένη φαίνεται ότι

είναι σχεδιασμένη με πνεύμα κηδεμονεύσεως ο δικαστής παρεμβαίνει

στο περιεχόμενο της συμβάσεως προκειμένου να προστατεύσει τον οι-

κονομικώς ασθενέστερο συμβαλλόμενο από μία άδικη εις βάρος του

κατανομή των συμβατικών βαρών και πλεονεκτημάτων

Προβληματισμός υπάρχει στο αν η οικονομική δέσμευση επέρχεται με

την κατάρτιση της συμβάσεως προκειμένου περί καταδυναστευτικών

συμβάσεων ή πρόκειται περί καταχρηστικής εκμεταλλεύσεως ήδη υ-

φισταμένης οικονομικής κατωτερότητος του αντισυμβαλλομένου προ-

40 Βλ ΤΟΥΣΗΣ Α 1978 sect 96 ΜΠΑΛΗΣ 1944 sect 64 41 Βλ ΤΟΥΣΗΣ opcit

24 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

κειμένου περί καταχρηστικής εκμεταλλεύσεως μονοπωλιακής ή δεσπό-

ζουσας θέσεως μιάς επιχειρήσεως στην αγορά

Εξrsquo άλλου χρήζει ιδιαιτέρας μνείας το ότι ενώ η συναλλακτικώς μειονε-

κτική θέση του ενός των συμβαλλομένων τεκμαίρεται αμαχήτως42 (ΑΚ

294 332sect2 334sect2 409 κλπ) στην περίπτωση καταδυναστευτικής

συμβάσεως ο αντισυμβαλλόμενος έχει δυνατότητα αποδείξεως ότι η

ρύθμιση υπήρξε προϊόν της ελευθέρας δικαιοπρακτικής αποφάσεως

του φαινομένου ως βλαπτομένου από αυτή συμβαλλομένου

(2) Η άδικη μεταξύ των μερών κατανομή των συμβατικών πλεονεκτημά-

των

Η κατανόηση του πότε είναι υπέρμετρη (ή ldquoυπερβολικήrdquohellip) ή εύλογη η

συμβατική δέσμευση της ελευθερίας του προσώπου συνιστά το κε-

ντρικό πρόβλημα του δόγματος των καταδυναστευτικών συμβάσεων

αν και η κρίση είναι νομική υποκείμενη στον έλεγχο του Αρείου Πάγου

Για τον λόγον αυτόν είναι καίριος ο ρόλος των μεγεθών αντιπαροχής

και δεσμεύσεως της οικονομικής ελευθερίας43

δ Η υπέρμετρη (υπερβολική) δέσμευση

Το κριτήριο της υπέρμετρης δεσμεύσεως ως αόριστη νομική έννοια και

προκειμένου να καταστεί δογματικώς κατάλληλη για να υπαχθεί σε αυτήν η

κρινομένη ατομική περίπτωση έχει ανάγκη εξειδικεύσεως λαμβανομένης

υπrsquo όψιν της ratio της απαγορεύσεως που τίθεται στην ΑΚ 179α΄ δηλαδή την

διάβρωση της συμβατικής ελευθερίας του ασθενέστερου μέρους αφrsquo ενός και

της ανισορροπίας στην κατανομή των συμβατικών ωφελημάτων μεταξύ των

μερών

Γίνεται ευρύτερα δεκτό στην σύγχρονη δογματική του Αστικού Δικαίου ότι

υπάρχει μία ldquoκινητήrdquo σχέση44 μεταξύ των προαναφερθέντων δύο κριτηρίων

εις τρόπον ώστε όσον εντονότερον διαβρώνεται η ελευθερία δικαιοπρακτι-

κής αποφάσεως του καταδυναστευομένου τόσον άτονος θα πρέπει να είναι

42 Για τον εμπορικό αντιπρόσωπο που συνάπτει ρήτρα μετασυμβατικής απαγορεύσεως του αντα-γωνισμού βλ ΠΔ 2191991 άρθρ10 εις εφαρμογήν του άρθρου 20 της Οδηγίας 86653 ΕΟΚ

43 ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ 2012528 ΣΠΥΡΙΔΑΚΗΣ 2004188 44 Πρβλ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012146

25 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

ο έλεγχος της άνισης κατανομής στο περιεχόμενο της σχετικής συμφωνίας

για να επιβεβαιώνεται ή όχι το στοιχείο της υπέρμετρης δεσμεύσεως45

Πέραν αυτών όμως είναι απαραίτητη και η συγκεκριμενοποίηση του κριτη-

ρίου της άνισης μεταξύ των μερών κατανομής των συμβατικών βαρών και

πλεονεκτημάτων οπότε είναι αναγκαία η αναδρομή σε ιδιαίτερα κριτήρια τα

οποία εφαρμόζει σχεδόν σταθερώς η νομολογία μας46

(1) Ο Μπαλής47 θεωρεί ότι πρέπει να συναρτάται η σχετική κρίση με το

σημείο ldquoμέχρι τοῦ ὁποίου εἶναι νόμῳ προστατεύσιμον τὸ συγκεκριμένον

συμφέρον τοῦ ἐπιβάλλοντος τὸν περιορισμὸνrdquo δηλαδή να συνυπολογί-

ζεται και το μέτρο της οικονομικής θυσίας στην οποία υποβάλλεται

ο ισχυρός συμβαλλόμενος ουσιαστικώς να σταθμίζεται η αξία της συ-

νολικής αντιπαροχής του χωρίς βεβαίως τα δύο αυτά μεγέθη να συ-

μπίπτουν κατrsquo ανάγκην

(2) Σημασίαν έχει και το στοιχείο της χρονικής διάρκειας της δεσμεύσεως

Όσον αφορά σε ρήτρες απαγορεύσεως ανταγωνισμού θεμιτός περιο-

ρισμός θεωρείται η διετία προκειμένου περί συμβάσεως εργασίας και η

πενταετία προκειμένου περί πωλήσεως επιχειρήσεως Αντιθέτως σε

συμβάσεις αποκλειστικής προμηθείας (κυρίως μπύρας ή ενέργειας) και

προμηθείας πρατηρίου βενζίνης η γερμανική νομολογία ανεβάζει το

όριο στα είκοσι περίπου έτη

(3) Σπουδαίο επίσης στοιχείο μετρήσεως του υπέρμετρου ή μη της συμ-

βατικής δεσμεύσεως είναι η τοπική έκτασή της Πρόκειται περί ενός

στοιχείου κινητού εν σχέσει προς την χρονική διάρκεια δεσμεύσεως αλ-

λά και προς τα λοιπά στοιχεία συγκεκριμενοποιήσεως της αόριστης έν-

νοιας του ldquoυπέρμετρουrdquo Δηλαδή δυνατόν όσον ευρύτερη κατά τόπο

και μακρότερη κατά χρόνον είναι η απαγόρευση τόσο μεγαλύτερο θα

πρέπει να είναι το περιουσιακό αντάλλαγμα που λαμβάνει το ασθενέ-

στερο μέρος ώστε να θεωρείται η ρήτρα θεμιτή Απροσδιόριστη κατά

τόπο και χρόνο απαγόρευση χωρίς πρόβλεψη δυνατότητος παύσεως

της δεσμεύσεως με καταγγελία προσδίδει κατά κανόνα ανήθικο χα-

45 Πρβλ ΤΕΛΛΗΣ 2007215 επ 46 Πληρέστερη ανάλυση των κριτηρίων αυτών σχετικώς με την ρήτρα μετασυμβατικής απαγο-

ρεύσεως του ανταγωνισμού βλ σε ΤΕΛΛΗΣ 2007223 επ 47 ΜΠΑΛΗΣ 1944 sect64

26 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

ρακτήρα στην σχετική ρήτρα48 διότι η έννομη τάξη δεν ευνοεί γενικώς

τις δεσμεύσεις μακροχρόνιας ή απεριορίστου διαρκείας49

(4) Το κατrsquo αντικείμενον εύρος της συμβατικἠς δεσμεύσεως είναι επίσης

κριτήριο συγκεκριμενοποιήσεως της αορίστου εννοίας του ldquoυπέρμε-

τρουrdquo Αν δηλαδή ο ασφαλειοδότης παρέχοντας υπέρμετρη εξασφά-

λιση στον δανειστή του μπορεί να ικανοποιήσει και τους λοιπούς δα-

νειστές του ή στον υποβληθέντα σε μετασυμβατική ρήτρα απαγόρευ-

σης ανταγωνισμού εναπομένει κάποια δυνατότητα επιδόσεως σε άλ-

λης μορφής οικονομική δραστηριότητα κατά την διάρκεια της απαγο-

ρεύσεως

Η παράθεση των ανωτέρω κριτηρίων είναι σαφώς ενδεικτική αφού η περί

υπέρμετρου δεσμεύσεως κρίση (πρέπει να) σχηματίζεται από μία συνολική

αξιολόγηση των ειδικών περιστάσεων που συνοδεύουν την επίμαχη σύμβα-

ση Έτσι προσμετρώνται και άλλα στοιχεία ndash κριτήρια όπως οι επαγγελμα-

τικές προοπτικές των συμβαλλομένων ή ο τρόπος λήξεως της συνεργασίας

των

Τέλος η ύπαρξη επίμεπτης υποκειμενικής στάσεως του ισχυροτέρου συμ-

βαλομένου δεν θεωρείται σύμφωνα με κρατούσα γνώμη προϋπόθεση της

ακυρότητας της συμβάσεως50

ε Εφαρμογή της διατάξεως

Η διάταξη (εδ α΄) εφαρμόζεται και στις χαριστικές δικαιοπραξίες51 Δεν ε-

φαρμόζεται η διάταξη όταν υπάρχει νόμος που συγχωρεί την υπέρμετρη δέ-

σμευση της ελευθερίας του προσώπου52 Δεν αποκλείεται η σύμβαση να

προσκρούει εν μέρει στα χρηστά ήθη οπότε έχει εφαρμογή η ΑΚ 181 (Μερι-

κή ακυρότητα δικαιοπραξίας Η ακυρότητα μέρους συνεπιφέρει την ακυρό-

τητα ολόκληρης της δικαιοπραξίας αν συνάγεται ότι δεν θα είχε επιχειρηθεί

χωρίς το άκυρο μέρος)

48 Πρβλ αντί πολλών ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ 2012528 49 Πρβλ αντίθετη άποψη (ΚΙΤΣΑΡΑΣ Ενοχικές δεσμεύσεις της εξουσίας διάθεσης 199957) σε ΓΕΩΡ-

ΓΙΑΔΗΣ 2012 sect 36 υποσημ 12 50 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 1983153 51 Βλ ΑΠ 9991975 (Βrsquo Τμήμα) ΝοΒ 24287 (ldquohellipἀποκλείεται ἡ ἐφαρμογὴ τοῦ ἐπὶ δικαιοπραξιῶν ἐφrsquo

ὧν ἐπίδοσις περιουσίας γίνεται ἄνευ ἀνταλλάγματος ἢ δὲν λαμβάνει χώραν ἀνταλλαγὴ παροχῶν διότι ἐπrsquo αὐτῶν δὲν γεννᾶται ζήτημα προφανοῦς δυσαναλογίας παροχῆς καὶ ἀντιπαροχῆςrdquo)

52 Βλ ΤΟΥΣΗΣ 1978506 επ ndash ΑΠ 1301950 27 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

ϛ Έννομες συνέπειες

(1) Σύμφωνα με την ΑΚ 179 η δικαιοπραξία που δεσμεύει υπερμέτρως την

ελευθερία του προσώπου είναι ldquoΆκυρη ως αντίθετη προς τα χρηστά ή-

θηhelliprdquo και όπως ισχύει για κάθε ανήθικη δικαιοπραξία θεωρείται από-

λυτη53 μπορεί δε να λαμβάνεται υπόψιν και αυτεπαγγέλτως από το

δικαστήριο54 Τούτο είναι λογικό και κατrsquo ακολουθίαν ορθό αφού η

απαγόρευση της υπέρμετρης δέσμευσης της ελευθερίας σκοπεί στην

προστασία της προσωπικότητας ώστε να μην αφαιρείται το αγαθό της

εξουσίας της δικαιοπρακτικής διαθέσεως του μέρους

Προκειμένου όμως περί υπέρμετρης δεσμεύσεως της οικονομικής ε-

λευθερίας προσώπου δηλαδή οικονομικών συμφερόντων των οποίων

η διαφύλαξη είναι αποκλειστική υπόθεση του προσώπου αυτού τότε

σε μια τέτοια περίπτωση το πρόσωπο αυτό και μόνο μπορεί να κρίνει

καλλίτερα από κάθε άλλον αν η άρση των δικαιοπρακτικών αποτελεσμά-

των με την επίκληση της ΑΚ 179α ακυρότητος εξυπηρετεί πράγματι τα

συμφέροντά του5556

(2) Η ακυρότητα είναι κατά κανόνα ολική ιδία όσον αφορά σε υπέρμετρη

δέσμευση της προσωπικής ελευθερίας57 Στις περιπτώσεις όμως όπου

ο ανήθικος χαρακτήρας προσδιορίζεται από οικονομικής φύσεως α-

νταλλάγματα θα πρέπει να είναι δυνατή η μερική ακυρότητα ώστε με-

τά την αφαίρεση του αδίκου μέρους να μπορεί να ισχύσει η σύμβαση

με το υπόλοιπο ορθό περιεχόμενο της και έτσι το ασθενέστερο μέρος

να ldquoαπολαύσει τελικά την πολύτιμη γιrsquo αυτόν παροχή του αντισυμβαλ-

λομένου του αλλά με δίκαιους τώρα όρουςrdquo Την δυνατότητα της μερικής

ακυρότητος φαίνεται να δέχεται η κρατούσα γνώμη πράγμα που ση-

μαίνει ότι το δικαστήριο έχει την δυνατότητα να μειώσει μετά από αί-

τηση του βλαπτομένου την δέσμευση αυτού στο προσήκον μέτρο

53 ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ 2012525 επ 54 ΛΑΔΑΣ 1979159 επ 55 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012153 56 Θεωρείται ότι σε παρόμοιες περιπτώσεις πρέπεται η (κατrsquo εξαίρεσιν) σχετική ακυρότητα διότι η

απόφαση για την διατήρηση ή άρση των δικαιοπρακτικών αποτελεσμάτων πρέπει να ανήκει αποκλειστικώς στο βλαπτόμενο από την συμβατική ρύθμιση μέρος το οποίο γνωρίζει κάλλιον παντός άλλου το τι πράγματι το συμφέρει άλλως υπάρχει ανεπίτρεπτη κηδεμόνευση των συμφερόντων αυτού του συμβαλλομένου (ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2013113)

57 εα 2α 28 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

3 Η Καταπλεονεκτική Δικαιοπραξία

α Γενικά ndash σχέση με ΠΚ 404 405

Σύμφωνα με το πραγματικό της ΑΚ 179βrsquo καταπλεονεκτική δικαιοπραξία

υπάρχει όταν στο πρόσωπο του καταπλεονεκτούμενου συντρέχουν προφα-

νής δυσαναλογία παροχής και αντιπαροχής ανάγκη κουφότητα ή απειρία

και εκμετάλλευση της μειονεκτικής αυτής θέσεως από τον καταπλεονέκτη

Σύμφωνα με την νομολογία για την πλήρωση του πραγματικού απαιτείται η

συνδρομή και των τριών αυτών προϋποθέσεων σωρευτικώς

Γίνεται δεκτό ότι σε περίπτωση ελλείψεως κάποιου από τα ανωτέρω στοι-

χείου καταφάσκεται η ακυρότητα της δικαιοπραξίας με αναγωγή στην γενι-

κή ρήτρα της ΑΚ 178 υπό την προϋπόθεση ότι συντρέχουν πρόσθετα στοι-

χεία τα οποία μπορούν να προσδώσουν στην δικαιοπραξία το χρώμα της α-

νηθικότητας

Εκδήλωση της απαγορεύσεως της καταπλεονεκτήσεως αποτελεί η ρύθμιση

των άρθρων ΠΚ 404 (τοκογλυφία) και ΠΚ 405 (αισχροκέρδεια) το πραγμα-

τικό των οποίων είναι ουσιαστικώς ίδιο με αυτό της ΑΚ 179βrsquo Αν και τίποτε

δεν εμποδίζει για την ακυρότητα καταπλεονεκτικής δικαιοπραξίας την πα-

ράλληλη επίκληση και των δύο νομοθετικών βάσεων ορθότερη θεωρείται να

διαφυλαχθεί η αυτονομία της ρυθμίσεως της ΑΚ179βrsquo αφού ο νομοθέτης

φαίνεται ότι θέλησε να ρυθμίσει ρητώς τις συνέπειες της καταπλεονεκτήσε-

ως τον ΑΚ

β Προϋποθέσεις εφαρμογής της διατάξεως

Καταπλεονέκτηση μπορεί να υπάρχει σε κάθε τύπο επαχθούς δικαιοπραξίας

με περιουσιακό περιεχόμενο58 οι οποίες μπορεί να είναι αμφοτεροβαρείς

ετεροβαρείς αιτιώδεις αναιτιώδεις (όπως πχ η αγοραπωλησία η μίσθωση

58 Διαφορετικό είναι το ζήτημα της παροχής περιουσιακού ωφελήματος με ldquoανεξάρτητηrdquo μονομε-ρή δικαιοπραξία με την οποία προσδίδεται καταπλεονεκτικό χρώμα σε προηγούμενη σύμβαση από την οποία θα πηγάζει συνήθως η υποχρέωση για τέλεση της μονομερούς δικαιοπραξίας (πχ παροχή υποθήκης)

29 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

πράγματος ή έργου ή εργασίας η εταιρεία η σύμβαση μεσιτείας ή εγγύηση)

όταν αυτές καταρτίζονται με δυσανάλογο αντάλλαγμα59

Η ΑΚ 179βrsquo δεν εφαρμόζεται στις χαριστικές δικαιοπραξίες γιατί η επίδοση

της περιουσίας γίνεται χωρίς αντάλλαγμα και έτσι δεν υπάρχει δυσαναλογία

παροχής και αντιπαροχής όπως πχ στην δωρεά στην εντολή στην άφεση

χρέους στην παρακαταθήκη χωρίς αμοιβή ή στην εγγύηση εκτός αν αυτή

ανελήφθη στο πλαίσιο μιάς αμφοτεροβαρούς συμβάσεως με ευρύτερο περι-

εχόμενο

γ Προφανής δυσαναλογία μεταξύ παροχών

Στην καταπλεονεκτική σύμβαση η ελευθερία δικαιοπρακτικής αποφάσεως

του καταπλεονεκτούμενου είναι διαταραγμένη αφού αυτός ευρίσκεται σε

μία δυσμενή σε σχέση με τον καταπλεονέκτη θέση που δεν του επιτρέπει να

προασπίσει ορθολογικώς τα συνδεόμενα με την σύμβαση συμφέροντά του

έτσι ο μηχανισμός συμβάσεως δεν μπορεί εδώ να παράσχει κανένα εχέγγυο

ορθότητος Ότι το περιεχόμενο της καταπλεονεκτικής συμβάσεως δεν είναι

ldquoορθόrdquo μαρτυρεί τελικώς η ύπαρξη της προφανούς δυσαναλογίας

Η προφανής δυσαναλογία των ανταλλασσομένων παροχών ανάγεται σε

απαραίτητο στοιχείο του πραγματικού της καταπλεονεκτήσεως στην ΑΚ

179βrsquo ενώ ταυτοχρόνως είναι και πρόβλημα που για να κατανοηθεί σωστά

πρέπει να φωτισθεί μέσα από τον συνδυασμό και την αντίθεση μιάς πλειά-

δος αρχών οι οποίες σε κινητή μεταξύ των σχέση συγκροτούν το σύστημα

του δικαίου των ενοχικών συμβάσεων60

Ως έννοια αόριστη είναι αναμφισβητήτως έννοια νομική και η υπαγωγή σε

αυτήν της σχέσεως αξίας των αμοιβαίων παροχών αποτελεί κρίσιν αξιολο-

γική υποκείμενη στον έλεγχο του ΑΠ61

Ομοφώνως γίνεται δεκτό ότι αφετηρία της κρίσεως περί υπάρξεως ή μη

προφανούς δυσαναλογίας πρέπει να αποτελεί η αντικειμενική αξία των α-

νταλλασσομένων παροχών δηλαδή η συνήθης στις συναλλαγές αξία62 Έτσι

59 Βλ ΜΠΑΛΗΣ 1944190 (sect66) 60 Βλ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 19837 σημ 23 61 ΦΙΛΙΟΣ 2011 sect147Β 62 Πρβλ ΑΠ 20952009 (Α1 Τμήμα) ldquohellipφανερή δυσαναλογία μεταξύ παροχής και αντιπαροχής

είναι αυτή που υποπίπτει στην αντίληψη λογικού και έχοντος πείρα των σχετικών συναλλαγών ανθρώπου και η οποία υπερβαίνει το μέτρο κατά το οποίο είναι ανθρωπίνως φυσικό να απο-κομίζει ο ένας κάποιο όφελος από σύμβαση οικονομικού περιεχομένου επί ζημία του άλλουrdquo

30 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

διαπιστουμένης της αντικειμενικής αξίας των αμοιβαίων παροχών ακολου-

θεί η κρίση για το αν υφίσταται μεταξύ των προφανής δυσαναλογία λαμβα-

νομένων πάντοτε υπrsquo όψιν της φύσεως της συμβάσεως και του επιδιωκομέ-

νου με αυτήν οικονομικού σκοπού63 ενώ στις περιπτώσεις ακινήτων χρη-

σιμοποιείται ευρέως στην πράξη το κριτήριο της laesio enormis64

Ένα επιπλέον στοιχείο που λαμβάνεται υπrsquo όψιν για την διαπίστωση της υ-

πάρξεως προφανούς δυσαναλογίας είναι η λεγομένη ldquoρήτρα προσθέσεωςrdquo

δηλαδή το άθροισμα των ωφελημάτων που έλαβε ο καταπλεονέκτης και των

περιουσιακών ωφελημάτων που επιπροσθέτως κατέβαλλε ο καταπλεονε-

κτούμενος σε τρίτα πρόσωπα (πχ μεσιτεία αμοιβές σε βοηθητικά πρόσωπα

κλπ)

Υπάρχουν όμως και μερικά σχετιζόμενα με την δυσαναλογία των ανταλ-

λασσομένων παροχών ειδικότερα προβλήματα που εμφανίζονται συχνά

στην δικαστηριακή πράξη παρουσιάζοντα ταυτοχρόνως σπουδαίο δογματι-

κό ενδιαφέρον

(1) Πρόσθετο τίμημα στην πώληση ακινήτου μπορεί να ληφθεί υπrsquo όψιν

το επιπλέον του αναγραφομένου στο συμβολαιογραφικό έγγραφο τι-

μήματος επιπροσθέτως καταβληθέν τίμημα

(2) Το καταπλεονεκτικό σύμφωνο εξωνήσεως η συνομολόγηση δικαιώ-

ματος εξωνήσεως με τίμημα προφανώς δυσανάλογο εν σχέσει προς αυ-

τό της πωλήσεως μήπως υποκρύπτει τοκογλυφικό δάνειο Εδώ θα

πρέπει να σταθμιστεί η δυνατότητα του πωλητή να αποτρέψει την κα-

ταπλεονεκτική γιrsquo αυτόν ρύθμιση ασκώντας το δικαίωμα εξωνήσεως

Εάν δηλαδή ο πωλητής ασκήσει αυτό το δικαίωμα παρά την προφανή

δυσαναλογία η πώληση δεν έχει καταπλεονεκτικό χαρακτήρα

(3) Η διαπίστωση της προφανούς δυσαναλογίας στον συμβιβασμό τα

συγκρινόμενα μεγέθη είναι οι αμοιβαίες παραχωρήσεις των μερών και

όχι οι εκατέρωθεν αναλαμβανόμενες υποχρεώσεις προς παροχή Η σω-

στή όμως εκτίμηση των παραχωρήσεως προϋποθέτει ως αφετηρία

63 ΑΠ 20952009 64 Ο ΛΙΤΖΕΡΟΠΟΥΛΟΣ 1932208 επ προτείνει αποδοχή της υπάρξεως προφανούς δυσαναλογίας

όταν η μία παροχή δεν φθάνει το 60 ή 50της αξίας της άλλης Βλ επίσης υποσημείωση 560 στο ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012

31 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

την νομική κατάσταση που υπήρχε πριν τον συμβιβασμό υπερβολικές

αξιώσεις προβαλλόμενες αυθαιρέτως δεν λαμβάνονται εδώ υπrsquo όψιν

Η ύπαρξη της προφανούς δυσαναλογίας κρίνεται κατά τον χρόνο καταρτί-

σεως της συμβάσεως είναι αδιάφορο αν η προφανής δυσαναλογία επήλθε

αργότερα εκτός της περιπτώσεως όπου ο καταπλεονεκτούμενος στο πλαί-

σιο της υφισταμένης κυρίας συμβατικής σχέσεως συνομολογεί ή παρέχει

πρόσθετα περιουσιακά ωφελήματα (πχ εμπράγματη ασφάλεια) που προσ-

δίδουν πλέον στην συνολική συναλλαγή καταπλεονεκτικό χρώμα

δ Ανάγκη Κουφότητα Απειρία

(1) Ανάγκη

Είναι η κατάσταση ενός προσώπου (του δικαιοπρακτούντος ή κάποιου

που συνδέεται στενά με αυτόν) που ευρίσκεται σε άμεσο οικονομικό ή

άλλο κίνδυνο65 η αντιμετώπιση του οποίου είναι ανεπίδεκτη αναβο-

λής66 Η ανάγκη πρέπει να έχει χαρακτήρα επιτακτικό και να είναι τόσο

σοβαρή ώστε αντικειμενικώς κρινομένη να μπορεί να θεωρηθεί ότι

κάθε εχέφρων άνθρωπος θα οδηγείτο στην ίδια δικαιοπρακτική συ-

μπεριφορά

Ενώ η φύση της ανάγκης είναι συνήθως οικονομική η σπουδαιότητα

του διακινδυνευομένου αγαθού καθορίζει το αν η συγκεκριμένη κάθε

φορά περίπτωση μπορεί να υπαχθεί ή όχι στην ρύθμιση της ΑΚ 179βrsquo

Είναι αδιάφορο αν η ανάγκη είναι μόνιμη ή παροδική αφού αποφασι-

στική για την εφαρμογή της ΑΚ 179βrsquo είναι η ύπαρξη ανάγκης μόνο κα-

τά τον χρόνο καταρτίσεως της δικαιοπραξίας Η ανάγκη πρέπει να είναι

πραγματική και άμεση επιτακτική και ανεπίδεκτη αναβολής

(2) Κουφότητα

Προϋπόθεση της ορθής λειτουργίας της ιδιωτικής αυτονομίας είναι η

εκ μέρους των αντισυμβαλλομένων ορθολογική στάθμιση των υπέρ και

κατά της συμβατικής ρυθμίσεως Όταν όμως ο αντισυμβαλλόμενος α-

διαφορεί λόγω απερισκεψίας ή ελλείψεως επαρκούς σκέψεως και δεν

αποδίδει στις πράξεις του την σημασία την αξία και τις συνέπειες που

έχουν αυτές τότε η συναλλακτική συμπεριφορά του χαρακτηρίζεται

65 ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ 2012530 66 ΑΠ 19982007

32 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

από κουφότητα Η κουφότητα μπορεί να οφείλεται σε οποιονδήποτε

λόγο όπως είναι η πνευματική νόσος ου δεν επέφερε όμως ολική ή με-

ρική ασυνειδησία των πράξεων του προσώπου ώστε να το κάνει εντε-

λώς ή περιορισμένως ανίκανο για την σύνταξη δικαιοπραξίας67

(3) Απειρία

Ως απειρία νοείται η έλλειψη της περί τη ζωή και τις συναλλαγές πεί-

ρας68 Το ερώτημα όμως είναι αν η σχετική με συγκεκριμένη δικαιο-

πραξία απειρία στοιχειοθετεί την απειρία της ΑΚ 179βrsquo ή όχι Γίνεται

δεκτό ότι υπάρχουν τρείς διαβαθμίσεις69 της απειρίας

(α) Η καθολική όπου ο συμβαλλόμενος στερείται παντελώς συναλ-

λακτικής πείρας και κατά συνέπειαν η περίπτωσή του υπάγεται

στην ρύθμιση της ΑΚ 179β΄

(β) Η απειρία σε ορισμένο μόνο συναλλακτικό τομέα (λχ πράξεις

επί ακινήτων χρηματιστηριακές συναλλαγές κλπ) εδώ η απειρία

δεν αποτελεί σταθερή ιδιότητα του προσώπου και παρά το ότι η

γενική του πείρα του επιτρέπει να κρίνει το επισφαλές της δικαι-

οπραξίας στην οποία προβαίνει η ελευθερία δικαιοπρακτικής α-

ποφάσεώς του δεν παύει να είναι διαταραγμένη Κατά συνέπεια

δικαιούται της προστασίας της ΑΚ 179βrsquo

(γ) Προβληματική αλλά και με πολύ μεγάλη πρακτική σημασία είναι

η τρίτη μορφή απειρίας που χαρακτηρίζεται από την έλλειψη ει-

δικών γνώσεων πού έχει ανάγκη ο σύγχρονος καταναλωτής στις

καθημερινές συναλλαγές του γνώσεων απαραιτήτων για τον

σχηματισμό σωστής εικόνας της προσφερόμενης σε αυτόν παρο-

χής Κι΄ εδώ η ελευθερία δικαιοπρακτικής αποφάσεως του κατα-

ναλωτή αδαούς όντος λόγω ανεπαρκούς πληροφορήσεως εμφα-

νίζεται διαταραγμένη και άξια της κατά την ΑΚ 179βrsquo προστασίας

ε Εκμετάλλευση

Ενώ η νομολογία μας θεωρεί αναγκαίο στοιχείο της ΑΚ 179βrsquo την υποκειμενι-

κή προϋπόθεση της εκμεταλλεύσεως την οποία πρέπει να αποδεικνύει ο ε-

67 ΑΠ 3821992 ΝοΒ 41874 68 ΑΠ 9362007 69 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012196 επ

33 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

πικαλούμενος την εφαρμογή της διατάξεως δεν έχει μέχρι τώρα αποσαφη-

νιστεί πλήρως σε τι ακριβώς συνίσταται η ldquoεκμετάλλευσηrdquo Βέβαιο πάντως

είναι ότι το στοιχείο αυτό δεν θα πρέπει να θεωρηθεί ως ηθική μομφή στο

πρόσωπο του καταπλεονέκτη

Κατrsquo αρχάς απορρίπτεται η επίκληση δόλου αφού ο δόλος απαιτείται από

την λειτουργία της ποινής και είναι ξένος προς τον λειτουργικό ρόλο της α-

κυρότητας της ανήθικης δικαιοπραξίας Το ότι δεν πρόκειται περί μομφής

φαίνεται στις περιπτώσεις καταρτίσεως δικαιοπραξίας κατά παράκλησιν

του αντισυμβαλλομένου και όχι από εκμεταλλευτική διάθεση του καταπλεο-

νέκτη Επιπλέον εάν επρόκειτο περί συνειδήσεως της ανηθικότητος εκ μέ-

ρους του καταπλεονέκτη μια τέτοια συνείδηση λόγω του περιεχομένου σε

αυτήν αξιολογικού και βουλητικού στοιχείου θα ισοδυναμούσε με πταίσμα

και δη στον βαθμό του dolus malus στοιχείου όμως ξένου προς την προ-

βληματική των ανήθικων γενικώς δικαιοπραξιών

Η ελληνική νομολογία φαίνεται να ακολουθεί την άποψη ότι ο καταπλεονέ-

κτης γνωρίζει την συναλλακτικώς δυσμενή θέση του καταπλεονεκτούμενου

και την προφανή δυσαναλογία μεταξύ παροχής και αντιπαροχής στοιχεία τα

οποία δεν θεωρεί ως λόγο προσωπικής μομφής κατά του καταπλεονέκτη αλ-

λά καταλογισμού σε αυτόν του κινδύνου της ακυρότητας της δικαιοπραξίας

Τα δικαστήρια φαίνεται ότι ταυτίζουν την εκμετάλλευση με την εκ μέρους

του καταπλεονέκτη γνώση της συναλλακτικώς δυσμενούς θέσεως του κα-

ταπλεονεκτούμενου Είναι συνήθης στις αποφάσεις η επωδός ldquoεπωφελήθη-

κεrdquo70 της γνωστής σε αυτόν ανάγκης κουφότητας ή απειρίας Γίνεται όμως

παγίως δεκτό ότι αν ο καταπλεονέκτης αγνοούσε την κατάσταση του αντι-

συμβαλλομένου του δεν υπάρχει εκμετάλλευση κατά την ΑΚ 179βrsquo Και βε-

βαίως ερωτάται γιατί θα πρέπει να γνωρίζει μόνο την ανάγκη κουφότητα ή

απειρία και όχι και την προφανή δυσαναλογία των αμοιβαίων παροχών

4 Έννομες συνέπειες

Η καταπλεονεκτική δικαιοπραξία είναι απολύτως άκυρη και για τα δύο μέρη

κατά την έννοια της ΑΚ 180 Την ακυρότητα μπορεί να προβάλλει και κάθε τρίτος

70 Πρβλ ΑΠ 20952009 34 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

που έχει έννομο συμφέρον επομένως και ο κληρονόμος ενός από τους συναλλαγέ-

ντες71

Δεν αποκλείεται και μερική ακυρότητα της δικαιοπραξίας Τούτο θα συμβεί

εάν μπορεί να προσδιορισθεί ακριβώς η μεταξύ παροχής και αντιπαροχής αναλο-

γία οπότε η δικαιοπραξία είναι άκυρη κατά το υπερβάλλον72 Κατά πόσον σε τέ-

τοια περίπτωση η μερική ακυρότητα θα συνεπιφέρει την ακυρότητα της όλης δι-

καιοπραξίας κρίνεται κατά την ΑΚ 18173

Σύμβαση εντόκου δανείου μπορεί να χαρακτηρισθεί καταπλεονεκτική συμ-

φώνως προς την ΑΚ 179 μόνο στην περίπτωση συνομολογήσεως ή λήψεως αθέ-

μιτων (τοκογλυφικών) τόκων εν σχέσει προς την αντιπαροχή με την εκμετάλ-

λευση της ανάγκης κουφότητας κλπ του δανεισθέντος οπότε και επέρχεται είτε

ολοκληρωτική και απόλυτη ακυρότητα της καταπλεονεκτικής δικαιοπραξίας κα-

τά τον κανόνα της ΑΚ 181 είτε μερική ακυρότητα οπότε αφού προσδιορισθεί

ακριβώς η μεταξύ παροχής και αντιπαροχής αναλογία η δικαιοπραξία είναι αι-

σχροκερδής και άκυρη κατά το υπερβάλλον

Η προβολή της ακυρότητας από εκείνον που μετήλθε την εκμετάλλευση

μπορεί να αποκρουσθεί με την ένσταση της ΑΚ 281 Αυτό μπορεί να συμβεί όταν

το δικαίωμα ακυρώσεως ασκείται καθυστερημένα εφ΄ όσον όμως συντρέχουν

και άλλα περιστατικά74

Οι παροχές που έγιναν σε εκπλήρωση της καταπλεονεκτικής υποσχετικής

συμβάσεως μπορούν να αναζητηθούν είτε με διεκδικητική αγωγή είτε με αγωγή

αδικαιολόγητου πλουτισμού Αυτός που ζημιώθηκε από την αισχροκερδή δικαιο-

πραξία δικαιούται εφ΄ όσον συντρέχουν οι όροι των ΑΚ 919 και ΑΚ 914 και απο-

ζημιώσεως

71 ΑΠ 9362007 72 ΜΠΑΛΗΣ 1944191 73 ΜΠΑΛΗΣ op cit 74 Για την προστασία των καλόπιστων τρίτων μέσω της ΑΚ 281 βλ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012232 επ

35 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ ΣΤ ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ Γενικές Αρχές Αστικού Δικαίου Π Ν Σάκκουλας 2012 ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ ΣΤ ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ndash ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟΣ ΠΑΝ ΜΙΧΑΗΛ Αστικός Κώδικας κατ΄ άρ-

θρο ερμηνεία τόμος Ι Π Ν Σάκκουλας 1978 ΛΑΔΑΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ Α Η ακυρότητα της δικαιοπραξίας λόγω αντιθέσεως εις τα χρη-

στά ήθη χό Θεσσαλονίκη 1979 ΛΙΤΖΕΡΟΠΟΥΛΟΣ Γ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ Η Νομολογία ως παράγων διαπλάσεως του ιδιωτικού

δικαίου Θεσσαλονίκη 1932 ΜΠΑΛΗΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ Α Γενικαί αρχαί του Αστικού Δικαίου Παπαζήσης 1944 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ ΑΛ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ Οι καταπλεονεκτικές δικαιοπραξίες Σάκκουλας Αντ

Ν 1983 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ ΑΛ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ Δικαιοπραξιες αντίθετες προς τα χρηστά ήθη Σάκ-

κουλας Αντ Ν 2012 ΠΑΠΑΣΤΕΡΙΟΥ Η ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ Αστικό Δίκαιο Επιτομή Εκδόσεις Σάκκουλα ΑΕ 2010 ΣΠΥΡΙΔΑΚΗΣ Σ ΙΩΑΝΝΗΣ Εγχειρίδιο Αστ Δικαίου 1 - Γενικές Αρχές Αντ Ν Σάκκου-

λας 2004 ΤΕΛΛΗΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ Δ Ρήτρα μετασυμβατικής απαγόρευσης ανταγωνισμού στο δί-

καιο εταιρειών και επιχειρήσεων λειτουργία και δικαστικός έλεγχος του περιε-χομένου της Εκδόσεις Σάκκουλα ΑΕ 2007

ΤΟΥΣΗΣ ΧΡ ΑΝΔΡΕΑΣ Γενικαί Αρχαί του Αστικού Δικαίου μετʹ εισαγωγής εις το δίκαι-ον εν γένει Αφοί Σάκκουλα 1978

ΤΡΙΑΝΤΟΣ Τ ΝΙΚΟΛΑΟΣ Δικαιοπραξιες Νομική Βιβλιοθηκη 2011 ΤΡΙΑΝΤΟΣ Τ ΝΙΚΟΛΑΟΣ Αστικό Δίκαιο-Επιτομή Νομική Βιβλιοθήκη 2013 ΦΙΛΙΟΣ ΧΡ ΠΑΥΛΟΣ Γενικές Αρχές Αστικού Δικαίου Εκδόσεις Σάκκουλα ΑΕ 2011 ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΕΙΣ ΑΝΔΡΟΥΛΙΔΑΚΗ-ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗ ΙΣΜΗΝΗ Η αντίθεση της διαθήκης στα χρηστά ήθη ΝοΒ

301234 ΠΕΛΕΝΗ-ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ Α Η αντιμετώπιση από τη νομολογία του άρθρου 179 περ

α΄ ΑΚ ΕλλΔνη 199459 ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟΣ ΠΑΝ ΜΙΧΑΗΛ-ΛΑΔΟΓΙΑΝΝΗΣ ΓΕΩΡ Κριτήρια αντίθεσης συμφώνου

προτίμησης προς τα χρηστά ήθη (γνμδ) ΧρΙΔ 1263 ΤΟΥΣΗΣ ΧΡ ΑΝΔΡΕΑΣ Η έννοια των χρηστών ηθών ΕΕΝ 231956 ΦΑΣΟΥΛΑΣ ΖΗΣΗΣ Η απάτη και η ακυρότητα της δικαιοπραξίας ως αντίθετη στα

χρηστά ήθη ΠοινΧρ 921032

36 36

  • 2 Συμβατική ελευθερία και γενικές ρήτρες
  • 4 Κριτήρια προσδιορισμού των χρηστών ηθών
    • Μια πρώτη κατηγοριοποίηση όμως αντίθεσης στα χρηστά ήθη μπορεί να γίνει με βάση το αν αυτή προκύπτει από το περιεχόμενο τους
      • 10 Ακυρότητα
      • α Απόλυτη ή σχετική
      • β Συνολική ή μερική
      • γ Ακυρότητα στις αιτιώδεις και αναιτιώδεις δικαιοπραξίες
      • 11 Δικονομική μεταχείριση
      • 12 Επίγραμμα

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

γημένη Ορθότερο λοιπόν θα ήταν να είναι σχετική ώστε να καταστεί δυνα-

τή η απολαβή της παροχής με δικαιότερους όρους

β Συνολική ή μερική

Όσον αφορά την ακυρότητα της σύμβασης στο σύνολο ή σε μέρος αυτής αν

η ανηθικότητα πλήττει μόνο μια μεμονωμένη συμβατική ρήτρα δυναμένη να

αποχωριστεί από τη σύμβαση και αυτή να δύναται να πραγματώσει το σκο-

πό της τότε η ακυρότητα μπορεί να περιοριστεί στη ρήτρα αυτή

Αναλογικά και κυρίως ως ανωτέρω αναφέρθηκε σε περιπτώσεις καταπλεο-

νεκτικών ή καταδυναστευτικών δικαιοπραξιών η μερική ακυρότητα θα μπο-

ρούσε να είναι δυνατή με την έννοια της αφαίρεσης του αδίκου μέρους της

ώστε αυτή να μπορεί να ισχύσει με το υπόλοιπο ορθό περιεχόμενό της Αμ-

φισβητείται όμως αν αυτό ανταποκρίνεται στα εύλογα συμφέροντα των α-

ντισυμβαλλομένων και ιδίως του ισχυρότερου μέρους που η πραγματική ή

εικαζόμενη βούληση του μάλλον θα κατατείνει στην ακύρωση της δικαιο-

πραξίας

Βέβαια όσον αφορά τη σχέση του 178 ΑΚ με το 181 ΑΚ στην ερμηνεία αυτής

έχουν υπεισέλθει αντικειμενικοί παράγοντες όπως ο σκοπός του κανόνα δι-

καίου που θεσπίζει την ακυρότητα διότι άλλως με την αποδοχή της ολικής

ακυρότητας ματαιούται ο προστατευτικός σκοπός της διάταξης Επομένως

ορθότερο είναι στις περιπτώσεις αυτές η ακυρότητα ή μη της σύμβασης να

καταλίπεται στο ασθενέστερο μέρος

γ Ακυρότητα στις αιτιώδεις και αναιτιώδεις δικαιοπραξίες

(1) Στις αιτιώδεις δικαιοπραξίες αν η αιτία είναι άκυρη άκυρη είναι και η

αιτιώδης δικαιοπραξία Επομένως αν η υποσχετική σύμβαση η οποία

αποτελεί την αιτία εκποιητικής δικαιοπραξίας (πχ μεταβίβασης κυ-

ριότητας ακινήτου) άκυρη λόγω αντίθεσης στα χρηστά ήθη συμπαρα-

σύρει σε ακυρότητα και την εμπράγματη δικαιοπραξία το κύρος της

οποίας εξαρτάται από την ύπαρξη εγκύρου αιτίας

Για το λόγο αυτό η αναζήτηση της παροχής γίνεται με διεκδικητική

αγωγή

(2) Αντίθετα στις αφηρημένες ή αναιτιώδεις δικαιοπραξίες το κύρος των

οποίων δεν εξαρτάται από την ύπαρξη και το κύρος της αιτίας ούτε

αυτή αποτελεί στοιχείο του πραγματικού τους η έλλειψη αιτίας ή η

18 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

ακυρότητα αυτής καταρχήν δεν επηρεάζει το κύρος τους ο δε διαθέ-

σας έχει (αν δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις του 907ΑΚ) μόνο την α-

ξίωση αδικαιολογήτου πλουτισμού Χαρακτηριστικά παραδείγματα της

κατηγορίας αυτής είναι από τις μεν υποσχετικές δικαιοπραξίες η αφη-

ρημένη υπόσχεση χρέους ενώ από τις εκποιητικές η μεταβίβαση κυριό-

τητας κινητού Δικαιολογητικός λόγος της τελευταίας είναι η ταχύτητα

και η ασφάλεια των συναλλαγών καθώς οι διάδοχοι του αποκτώντος

αποκτούν έγκυρα από αυτόν ακόμα και αν αυτός είχε αποκτήσει βάσει

μιας άκυρης υποσχετικής δικαιοπραξίας Επιπλέον διευκολύνεται η α-

πόδειξη κτήσης του δικαιώματος αφού αυτός που υποστηρίζει ότι εί-

ναι δικαιούχος οφείλει και αρκεί να αποδείξει μόνο της εκποιητική δι-

καιοπραξία και όχι την αιτία αυτής

Το ότι η αναιτιώδης δικαιοπραξία είναι γενικά ανεξάρτητη από το κύ-

ρος της αιτίας δε σημαίνει ότι δεν υπάρχει αιτία γιrsquo αυτή αλλά ότι η αι-

τία δεν αποτελεί ως άνω αναφέρθηκε στοιχείο του πραγματικού της

Επομένως η laquoηθικά άχρωμηraquo αναιτιώδης δικαιοπραξία μπορεί κατά

περίπτωση να θεωρηθεί άκυρη με διάσπαση της αρχής του αναιτιώ-

δους όταν σε περίπτωση αντίθεσης της δικαιοπραξίας στα χρηστά ήθη

η ανηθικότητα αφορά όχι μόνο την ενοχική αλλά και την εμπράγματη

δικαιοπραξία27 Αν και κατά κανόνα η απλή μεταβίβαση της κυριότη-

τας είναι laquoηθικά άχρωμηraquo αφού τα κίνητρα για την κατάρτιση της ανά-

γονται στην ενοχική δικαιοπραξία αν in concreto διαγνωστεί ότι η επί-

δοση του περιουσιακού αντικειμένου έγινε χάριν τελέσεως ανήθικης

συμπεριφοράς ή ότι η ανήθικη αιτία αποτέλεσε αίρεση για την εκποιη-

τική δικαιοπραξία η ανηθικότητα πλήττει και την εμπράγματη δικαιο-

πραξία καθιστώντας αυτή άκυρη (βλ179ΑΚ) άκυρη δε και οποιαδήπο-

τε περαιτέρω μεταβίβαση

Πάντως γίνεται δεκτό και στην ελληνική αλλά και στη γερμανική νομο-

λογία ότι τα χρήματα που προκαταβάλλονται σε laquoπόρνηraquo για πραγμα-

τοποίηση σαρκικής επαφής μαζί της μεταβιβάζονται σrsquo αυτή κατά κυ-

ριότητα με την παράδοση τους αφού ως ανωτέρω αναφέρθη η ακυρό-

27 Βλ και ΑΠ ΓΕΩΡΓΙΑΔΗ Εγχειρίδιο Εμπρ Δικαίου παρ43 48 καθώς και ΑΠ ΓΕΩΡΓΙΑΔΗ Γ Αρχές ΑστΔικαίου διακρίσεις των δικαιοπραξιών

19 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

τητα της υποσχετικής δικαιοπραξίας δεν συμπαρασύρει την εμπράγμα-

τη αφού η μεταβίβαση χρημάτων είναι πράξη ηθικά ουδέτερη28

Ακριβώς επειδή η παροχή είναι έγκυρη αυτή δεν αναζητείται (εκτός

και μόνο αν το ανήθικο της αιτίας δεν βαρύνει τον δόντα) Αν βαρύνει

και αυτόν ή πολύ περισσότερο μόνο αυτόν τότε δεν αναζητείται

Πράγματι θα ήταν παράδοξο η έννομη τάξη να προστατεύει πρόσωπα

που μετήλθαν ανήθικων μέσων και προέβησαν σε δελεαστικές παροχές

για την επίτευξη μιας ανήθικης συμπεριφοράς και να τα επιβραβεύει με

την επιστροφή σε αυτά των έστω και άνευ ανταλλάγματος δοθέντων

ακόμα και στην εξαιρετική περίπτωση που και ο λήπτης βαρύνεται με

ανηθικότητα Η ρωμαϊκή αρχή laquoεν ίση αισχρότητι κρείσσων ο νεμόμε-

νοςraquo ορθά βρίσκει εδώ την εφαρμογή της29

Η ακυρότητα είναι αναδρομική (ex tunc) εκτός από τις διαρκείς συμ-

βάσεις (πχ σύμβαση εργασίας) Σε αυτές γίνεται δεκτό ότι εφόσον λει-

τούργησαν για ένα χρονικό διάστημα αναπτύσσοντας τα έννομα απο-

τελέσματα τους έχει δημιουργηθεί μια πραγματική κατάσταση η ο-

ποία αποτελεί και την αιτία διατήρησης των μέχρι τότε παροχών ενώ η

επίκληση της ακυρότητας τους έχει τα αποτελέσματα της καταγγελίας

λειτουργώντας μόνο για το μέλλον (ex nunc)

11 Δικονομική μεταχείριση

Η επίκληση της ακυρότητας αφού πρoβληθούν τα πραγματικά περιστατικά

γίνεται από οποιονδήποτε έχει έννομο συμφέρον ακόμα δε και από τον ίδιο τον

καθrsquo ου η μομφή για την επιλήψιμη συμπεριφορά αν και σε περίπτωση αυτή η ε-

πίκληση της θα μπορούσε να θεωρηθεί ως κατάχρηση δικαιώματος

Όσον αφορά το βάρος της απόδειξης στις μεν αιτιώδεις δικαιοπραξίες αυτός

που επικαλείται την εγκυρότητά της οφείλει να αποδείξει την ύπαρξη του κύρους

της αιτίας ενώ αντίθετα στις αναιτιώδεις δικαιοπραξίες το βάρος αποδείξεως φέ-

ρει εκείνος ο οποίος ασκεί είτε με αγωγή είτε με ένσταση την αξίωση αδικαιολογή-

του πλουτισμού (Αντιστροφή του βάρους της απόδειξης)

28 Βλ και ΧΡ ΜΥΛΩΝΟΠΟΥΛΟΥ Ποινικό Δίκαιο Ειδικό μέρος σελ22 29 Βλ και ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟ Επιτομή Γενικού Ενοχικού κεφ Περί αδικαιολόγητου πλουτισμού που μάλ-

λον διαφωνεί 20 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

12 Επίγραμμα

Οι δρόμοι του δικαστή του νομοθέτη και γενικότερα του εκάστοτε ερμηνευ-

τή του δικαίου είναι παράλληλοι και αλληλοσυμπληρώνονται Κοινός στόχος η εύ-

ρυθμη λειτουργία μιας κοινωνίας με σεβασμό στα βασικά ανθρώπινα δικαιώματα

στην αξία του ανθρώπου και στους θεσμούς όπως αυτοί διαμορφώνονται στην

πορεία του χρόνου

Όμως η δικαιοσύνη δεν είναι μόνο μια αφηρημένη ιδέα για τη θεσμική διάρ-

θρωση μιας κοινωνίας αλλά πρέπει να ενδιαφέρεται για τη ζωή που διάγουν οι

άνθρωποι στην πραγματικότητα και ότι καθιστά τη ζωή άξια για να τη ζουν

Γιrsquo αυτό ο ρόλος του ερμηνευτή του δικαίου και ιδίως του δικαστή είναι

κομβικός Και δεν είναι ο ρόλος αυτός παθητικός ούτε απλά συνθετικός Κινούμε-

νος εντός των εξουσιών που το Σύνταγμα του έχει προσδώσει δε στηλιτεύει αλλά

κατανοεί διαπλάθει αλλά και εξισώνει -εντός πάντοτε του θετού δικαίου

Και αν και κατά τη γενική αντίληψη ο λαός πρέπει να έχει νομολογία προ-

σαρμοσμένη στο βαθμό της ηθικής του πολλές φορές αναδεικνύεται η αντίστρο-

φη ανάγκη Να είναι η νομολογία αρωγός ώστε ο λαός να προσανατολιστεί στα

σύγχρονα ήθη και στις πολυπολιτισμικές ιδιομορφίες

Η ερμηνεία του άρθρου 178 ΑΚ αποτελεί μια χαρακτηριστική τέτοια περί-

πτωση-

21 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

Β

ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΜΕ ΤΗΝ ΟΠΟΙΑ ΔΕΣΜΕΥΕΤΑΙ ΥΠΕΡΒΟΛΙΚΩΣ Η ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΤΟΥ ΠΡΟΣΩΠΟΥ [ΚΑΤΑΔΥΝΑΣΤΕΥΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ] ndash

ΚΑΤΑΠΛΕΟΝΕΚΤΙΚΗ [ΑΙΣΧΡΟΚΕΡΔΗΣ] ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ (ΑΚ 179)

[Σπύρος Γ Παπαγιάννης]

1 Η σχέση μεταξύ των δύο ειδικών πραγματικών του άρθρου ΑΚ 179

Το δίκαιο προκειμένου να εξυπηρετεί τον κοινωνικό βίο των ανθρώπων εν-

σωματώνει στους κανόνες που το συγκροτούν τα παραγγέλματα της κοινωνικής

ηθικής δηλαδή τις επικρατούσες στην κοινωνία θεμελιώδεις αξιολογικές παρα-

στάσεις30 Έτσι η ΑΚ 178 με τον όρο ldquoχρηστά ήθηrdquo οριοθετεί την λειτουργία της

ιδιωτικής αυτονομίας μέσα στα όρια αυτού που αξιοί ο μέσης ηθικής κοινωνός του

δικαίου με σκοπό την αποτροπή καταχρήσεως κατά την διάπλαση ιδιωτικών εν-

νόμων σχέσεων και άμεσο αποτέλεσμα την άρνηση της έννομης τάξεως να προσ-

δώσει νομικό κύρος σε δικαιοπρακτικές ρυθμίσεις που προσβάλλουν τις αξίες των

οποίων αυτή επιδιώκει την πραγμάτωση31

Ενώ όμως το άρθρο ΑΚ 178 λειτουργεί ως γενική ρήτρα στο άρθρο ΑΚ 179

τυποποιούνται τα πραγματικά δύο ldquoειδικώνrdquo δικαιοπραξιών που αντιτίθενται στα

χρηστά ήθη οι ldquoκαταδυναστευτικέςrdquo συμβάσεις (ή ldquoφιμωτικέςrdquo32 δικαιοπραξίες)

και οι ldquoκαταπλεονεκτικέςrdquo συμβάσεις (ή ldquoαισχροκερδείςrdquo33 δικαιοπραξίες) Στην

πρώτη κριτήριο είναι η υπέρμετρη34 δέσμευση της ελευθερίας του προσώπου

ενώ στην δεύτερη κριτήριο αποτελεί η εκμετάλλευση της διαπραγματευτικής μει-

ονεξίας του αντισυμβαλλομένου ιδία όσον αφορά στην υπέρμετρη δέσμευση της

οικονομικής του ελευθερίας

2 Η Καταδυναστευτική Δικαιοπραξία

30 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 201217 31 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 201218 σημ 3 32 ΦΙΛΙΟΣ 2011353 33 ΦΙΛΙΟΣ opcit 34 Η ΑΚ 179α΄ αναφέρει ldquohellipδεσμεύεται υπερβολικάhelliprdquo Προτιμώ ως αποδίδουσα επί το ορθότερο

την έννοια του laquoμεγέθουςraquo της δεσμεύσεως την χρήση της λέξεως ldquoυπέρμετραrdquo λέξη-όρο που χρησιμοποιείτο στον ΑΚ προ της μεταγλωττίσεώς του στην δημοτική (την [φεύ] γλώσσα της ldquoπλέριας κατανόησηςrdquohellip)

22 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

α Έννοια

Ως ldquoκαταδυναστευτικήrdquo δικαιοπραξία νοείται κυρίως η σύμβαση (ή μεμονω-

μένη ρήτρα που περιέχεται σε σύμβαση) επί τη βάσει της οποίας δεσμεύεται

υπερμέτρως35 η προσωπική οικονομική επαγγελματική ή καλλιτεχνική ε-

λευθερία του αντισυμβαλλομένου δημιουργώντας ένα είδος υποτέλειας ένα-

ντι του άλλου μέρους36 Στην έννοια της καταδυναστεύσεως της ΑΚ 179α ε-

μπίπτει και κάθε συμβατικός περιορισμός που φέρει ως συνέπεια την υπέρ-

μετρη δέσμευση της ελευθερίας του προσώπου για ανάπτυξη οποιασδήποτε

εκδηλώσεως της προσωπικότητός του37 Είναι φανερόν ότι η ελληνική δη-

μόσια τάξη συγκεκριμενοποιεί την ρήτρα των χρηστών ηθών με την χρήση

μιάς θεμελιώδους δικαιϊκής αξίας της ελευθερίας του προσώπου εδώ ουσι-

αστικώς η συνταγματική τάξη (πχ Σ 5 sect 1) επιβάλλει τα πρόσωπα να παρα-

μένουν ελεύθερα

β Ελευθερία του προσώπου - δέσμευση

Στο πραγματικό της ΑΚ 179α΄ υπάγονται δύο κατά βάσιν περιπτώσεις συμ-

βάσεων αυτές που ενέχουν υπέρμετρη δέσμευση της προσωπικής ελευθερί-

ας του συμβαλλομένου και εκείνες με τις οποίες περιορίζεται υπερμέτρως η

ελευθερία προς (κυρίως) οικονομική και επαγγελματική δράση

Για δέσμευση της ελευθερίας του προσώπου με δικαιοπραξία γίνεται λόγος

μόνον όταν το πρόσωπο που δεσμεύτηκε είχε σύμφωνα με τον νόμο την ε-

ξουσία να διαθέσει κατά βούλησιν το αντικείμενο της δικαιοπραξίας Συνε-

πώς εάν η υποχρέωση του προσώπου δεν προέρχεται από δικαιοπραξία αλ-

λά από τον νόμο ή εάν το πρόσωπο που δεσμεύτηκε με δικαιοπραξία δεν εί-

χε σύμφωνα με τον νόμο την εξουσία να διαθέσει το αντικείμενο στο οποίο

αναφέρεται η δέσμευση η ΑΚ 179 δεν εφαρμόζεται38

Στην ελευθερία του προσώπου υπάγονται οι ατομικές ελευθερίες και τα α-

τομικά δικαιώματα αυτού39 όπως η ελευθερία συνειδήσεως της γνώμης της

διαθέσεως ψήφου του προσώπου κλπ Εδώ υπάγεται ιδίως η ελευθερία της

35 ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ 2012527 ΦΙΛΙΟΣ 2011352 36 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012 σημ 429 37 Πρβλ λχ ΑΠ 12601983 ΕλλΔνη 251347 (απεριόριστη δέσμευση της καλλιτεχνικής ελευθερί-

ας του πνευματικού δημιουργού) 38 ΕφΑθ 33271999 ΝοΒ 48485 39 ΕφΑθ 32841980 ΝοΒ 281225

23 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

εργασίας του εμπορίου της βιομηχανίας προς ανάπτυξη της οικονομικής

δράσεως του προσώπου40 Έτσι αντίκειται στα χρηστά ήθη

(1) κάθε δικαιοπραξία με την οποία απαγορεύεται σε κάποιον η άσκηση

ορισμένου επαγγέλματος ή ορισμένης βιομηχανικής ή εμπορικής δρα-

στηριότητος εφrsquo όσον περιέχει υπέρμετρη δέσμευση και

(2) η δικαιοπραξία με την οποία δεσμεύεται το δικαίωμα στην σωματική

ακεραιότητα του προσώπου στην υγεία ζωή τιμή το δικαίωμα στο

όνομα ή την προσωπικότητα το δικαίωμα εγκαταστάσεως ή μη σε ορι-

σμένο τόπο το δικαίωμα επιλογής επαγγέλματος κλπ41

γ Η ratio της απαγόρευσης

(1) Η οικονομική κατωτερότητα ενός εκ των συμβαλλομένων

Συνήθως η κατάρτιση συμβάσεως με καταδυναστευτικό περιεχόμενο

οφείλεται στην οικονομική κατωτερότητα του υποβαλλομένου στην

υπέρμετρη δέσμευση συμβαλλομένου Αυτό εκτιμάται ότι συμβαίνει

λόγω της ανάγκης αποκτήσεως της υπαρξιακής κατά κανόνα γιrsquo αυτόν

σημασίας παροχή του οικονομικώς ισχυρού αντισυμβαλλομένου συνή-

θως κάποια πίστωση Έτσι η οικονομική αυτή πίεση όταν μάλιστα

δεν υπάρχει δυνατότης καταφυγής σε άλλη πηγή αποκτήσεως του ιδί-

ου αγαθού με καλλίτερους όρους διαταράσσει την συμβατική ελευθε-

ρία η οποία μπορεί να συντρέχει ανεξαρτήτως της θέσεως που κατέχει

στην αγορά ο επιβάλλων τον περιορισμό συμβαλλόμενος (συνήθης επι-

χείρηση)

Η ρύθμιση αυτή της ΑΚ 179α΄ αντικειμενικώς κρινομένη φαίνεται ότι

είναι σχεδιασμένη με πνεύμα κηδεμονεύσεως ο δικαστής παρεμβαίνει

στο περιεχόμενο της συμβάσεως προκειμένου να προστατεύσει τον οι-

κονομικώς ασθενέστερο συμβαλλόμενο από μία άδικη εις βάρος του

κατανομή των συμβατικών βαρών και πλεονεκτημάτων

Προβληματισμός υπάρχει στο αν η οικονομική δέσμευση επέρχεται με

την κατάρτιση της συμβάσεως προκειμένου περί καταδυναστευτικών

συμβάσεων ή πρόκειται περί καταχρηστικής εκμεταλλεύσεως ήδη υ-

φισταμένης οικονομικής κατωτερότητος του αντισυμβαλλομένου προ-

40 Βλ ΤΟΥΣΗΣ Α 1978 sect 96 ΜΠΑΛΗΣ 1944 sect 64 41 Βλ ΤΟΥΣΗΣ opcit

24 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

κειμένου περί καταχρηστικής εκμεταλλεύσεως μονοπωλιακής ή δεσπό-

ζουσας θέσεως μιάς επιχειρήσεως στην αγορά

Εξrsquo άλλου χρήζει ιδιαιτέρας μνείας το ότι ενώ η συναλλακτικώς μειονε-

κτική θέση του ενός των συμβαλλομένων τεκμαίρεται αμαχήτως42 (ΑΚ

294 332sect2 334sect2 409 κλπ) στην περίπτωση καταδυναστευτικής

συμβάσεως ο αντισυμβαλλόμενος έχει δυνατότητα αποδείξεως ότι η

ρύθμιση υπήρξε προϊόν της ελευθέρας δικαιοπρακτικής αποφάσεως

του φαινομένου ως βλαπτομένου από αυτή συμβαλλομένου

(2) Η άδικη μεταξύ των μερών κατανομή των συμβατικών πλεονεκτημά-

των

Η κατανόηση του πότε είναι υπέρμετρη (ή ldquoυπερβολικήrdquohellip) ή εύλογη η

συμβατική δέσμευση της ελευθερίας του προσώπου συνιστά το κε-

ντρικό πρόβλημα του δόγματος των καταδυναστευτικών συμβάσεων

αν και η κρίση είναι νομική υποκείμενη στον έλεγχο του Αρείου Πάγου

Για τον λόγον αυτόν είναι καίριος ο ρόλος των μεγεθών αντιπαροχής

και δεσμεύσεως της οικονομικής ελευθερίας43

δ Η υπέρμετρη (υπερβολική) δέσμευση

Το κριτήριο της υπέρμετρης δεσμεύσεως ως αόριστη νομική έννοια και

προκειμένου να καταστεί δογματικώς κατάλληλη για να υπαχθεί σε αυτήν η

κρινομένη ατομική περίπτωση έχει ανάγκη εξειδικεύσεως λαμβανομένης

υπrsquo όψιν της ratio της απαγορεύσεως που τίθεται στην ΑΚ 179α΄ δηλαδή την

διάβρωση της συμβατικής ελευθερίας του ασθενέστερου μέρους αφrsquo ενός και

της ανισορροπίας στην κατανομή των συμβατικών ωφελημάτων μεταξύ των

μερών

Γίνεται ευρύτερα δεκτό στην σύγχρονη δογματική του Αστικού Δικαίου ότι

υπάρχει μία ldquoκινητήrdquo σχέση44 μεταξύ των προαναφερθέντων δύο κριτηρίων

εις τρόπον ώστε όσον εντονότερον διαβρώνεται η ελευθερία δικαιοπρακτι-

κής αποφάσεως του καταδυναστευομένου τόσον άτονος θα πρέπει να είναι

42 Για τον εμπορικό αντιπρόσωπο που συνάπτει ρήτρα μετασυμβατικής απαγορεύσεως του αντα-γωνισμού βλ ΠΔ 2191991 άρθρ10 εις εφαρμογήν του άρθρου 20 της Οδηγίας 86653 ΕΟΚ

43 ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ 2012528 ΣΠΥΡΙΔΑΚΗΣ 2004188 44 Πρβλ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012146

25 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

ο έλεγχος της άνισης κατανομής στο περιεχόμενο της σχετικής συμφωνίας

για να επιβεβαιώνεται ή όχι το στοιχείο της υπέρμετρης δεσμεύσεως45

Πέραν αυτών όμως είναι απαραίτητη και η συγκεκριμενοποίηση του κριτη-

ρίου της άνισης μεταξύ των μερών κατανομής των συμβατικών βαρών και

πλεονεκτημάτων οπότε είναι αναγκαία η αναδρομή σε ιδιαίτερα κριτήρια τα

οποία εφαρμόζει σχεδόν σταθερώς η νομολογία μας46

(1) Ο Μπαλής47 θεωρεί ότι πρέπει να συναρτάται η σχετική κρίση με το

σημείο ldquoμέχρι τοῦ ὁποίου εἶναι νόμῳ προστατεύσιμον τὸ συγκεκριμένον

συμφέρον τοῦ ἐπιβάλλοντος τὸν περιορισμὸνrdquo δηλαδή να συνυπολογί-

ζεται και το μέτρο της οικονομικής θυσίας στην οποία υποβάλλεται

ο ισχυρός συμβαλλόμενος ουσιαστικώς να σταθμίζεται η αξία της συ-

νολικής αντιπαροχής του χωρίς βεβαίως τα δύο αυτά μεγέθη να συ-

μπίπτουν κατrsquo ανάγκην

(2) Σημασίαν έχει και το στοιχείο της χρονικής διάρκειας της δεσμεύσεως

Όσον αφορά σε ρήτρες απαγορεύσεως ανταγωνισμού θεμιτός περιο-

ρισμός θεωρείται η διετία προκειμένου περί συμβάσεως εργασίας και η

πενταετία προκειμένου περί πωλήσεως επιχειρήσεως Αντιθέτως σε

συμβάσεις αποκλειστικής προμηθείας (κυρίως μπύρας ή ενέργειας) και

προμηθείας πρατηρίου βενζίνης η γερμανική νομολογία ανεβάζει το

όριο στα είκοσι περίπου έτη

(3) Σπουδαίο επίσης στοιχείο μετρήσεως του υπέρμετρου ή μη της συμ-

βατικής δεσμεύσεως είναι η τοπική έκτασή της Πρόκειται περί ενός

στοιχείου κινητού εν σχέσει προς την χρονική διάρκεια δεσμεύσεως αλ-

λά και προς τα λοιπά στοιχεία συγκεκριμενοποιήσεως της αόριστης έν-

νοιας του ldquoυπέρμετρουrdquo Δηλαδή δυνατόν όσον ευρύτερη κατά τόπο

και μακρότερη κατά χρόνον είναι η απαγόρευση τόσο μεγαλύτερο θα

πρέπει να είναι το περιουσιακό αντάλλαγμα που λαμβάνει το ασθενέ-

στερο μέρος ώστε να θεωρείται η ρήτρα θεμιτή Απροσδιόριστη κατά

τόπο και χρόνο απαγόρευση χωρίς πρόβλεψη δυνατότητος παύσεως

της δεσμεύσεως με καταγγελία προσδίδει κατά κανόνα ανήθικο χα-

45 Πρβλ ΤΕΛΛΗΣ 2007215 επ 46 Πληρέστερη ανάλυση των κριτηρίων αυτών σχετικώς με την ρήτρα μετασυμβατικής απαγο-

ρεύσεως του ανταγωνισμού βλ σε ΤΕΛΛΗΣ 2007223 επ 47 ΜΠΑΛΗΣ 1944 sect64

26 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

ρακτήρα στην σχετική ρήτρα48 διότι η έννομη τάξη δεν ευνοεί γενικώς

τις δεσμεύσεις μακροχρόνιας ή απεριορίστου διαρκείας49

(4) Το κατrsquo αντικείμενον εύρος της συμβατικἠς δεσμεύσεως είναι επίσης

κριτήριο συγκεκριμενοποιήσεως της αορίστου εννοίας του ldquoυπέρμε-

τρουrdquo Αν δηλαδή ο ασφαλειοδότης παρέχοντας υπέρμετρη εξασφά-

λιση στον δανειστή του μπορεί να ικανοποιήσει και τους λοιπούς δα-

νειστές του ή στον υποβληθέντα σε μετασυμβατική ρήτρα απαγόρευ-

σης ανταγωνισμού εναπομένει κάποια δυνατότητα επιδόσεως σε άλ-

λης μορφής οικονομική δραστηριότητα κατά την διάρκεια της απαγο-

ρεύσεως

Η παράθεση των ανωτέρω κριτηρίων είναι σαφώς ενδεικτική αφού η περί

υπέρμετρου δεσμεύσεως κρίση (πρέπει να) σχηματίζεται από μία συνολική

αξιολόγηση των ειδικών περιστάσεων που συνοδεύουν την επίμαχη σύμβα-

ση Έτσι προσμετρώνται και άλλα στοιχεία ndash κριτήρια όπως οι επαγγελμα-

τικές προοπτικές των συμβαλλομένων ή ο τρόπος λήξεως της συνεργασίας

των

Τέλος η ύπαρξη επίμεπτης υποκειμενικής στάσεως του ισχυροτέρου συμ-

βαλομένου δεν θεωρείται σύμφωνα με κρατούσα γνώμη προϋπόθεση της

ακυρότητας της συμβάσεως50

ε Εφαρμογή της διατάξεως

Η διάταξη (εδ α΄) εφαρμόζεται και στις χαριστικές δικαιοπραξίες51 Δεν ε-

φαρμόζεται η διάταξη όταν υπάρχει νόμος που συγχωρεί την υπέρμετρη δέ-

σμευση της ελευθερίας του προσώπου52 Δεν αποκλείεται η σύμβαση να

προσκρούει εν μέρει στα χρηστά ήθη οπότε έχει εφαρμογή η ΑΚ 181 (Μερι-

κή ακυρότητα δικαιοπραξίας Η ακυρότητα μέρους συνεπιφέρει την ακυρό-

τητα ολόκληρης της δικαιοπραξίας αν συνάγεται ότι δεν θα είχε επιχειρηθεί

χωρίς το άκυρο μέρος)

48 Πρβλ αντί πολλών ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ 2012528 49 Πρβλ αντίθετη άποψη (ΚΙΤΣΑΡΑΣ Ενοχικές δεσμεύσεις της εξουσίας διάθεσης 199957) σε ΓΕΩΡ-

ΓΙΑΔΗΣ 2012 sect 36 υποσημ 12 50 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 1983153 51 Βλ ΑΠ 9991975 (Βrsquo Τμήμα) ΝοΒ 24287 (ldquohellipἀποκλείεται ἡ ἐφαρμογὴ τοῦ ἐπὶ δικαιοπραξιῶν ἐφrsquo

ὧν ἐπίδοσις περιουσίας γίνεται ἄνευ ἀνταλλάγματος ἢ δὲν λαμβάνει χώραν ἀνταλλαγὴ παροχῶν διότι ἐπrsquo αὐτῶν δὲν γεννᾶται ζήτημα προφανοῦς δυσαναλογίας παροχῆς καὶ ἀντιπαροχῆςrdquo)

52 Βλ ΤΟΥΣΗΣ 1978506 επ ndash ΑΠ 1301950 27 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

ϛ Έννομες συνέπειες

(1) Σύμφωνα με την ΑΚ 179 η δικαιοπραξία που δεσμεύει υπερμέτρως την

ελευθερία του προσώπου είναι ldquoΆκυρη ως αντίθετη προς τα χρηστά ή-

θηhelliprdquo και όπως ισχύει για κάθε ανήθικη δικαιοπραξία θεωρείται από-

λυτη53 μπορεί δε να λαμβάνεται υπόψιν και αυτεπαγγέλτως από το

δικαστήριο54 Τούτο είναι λογικό και κατrsquo ακολουθίαν ορθό αφού η

απαγόρευση της υπέρμετρης δέσμευσης της ελευθερίας σκοπεί στην

προστασία της προσωπικότητας ώστε να μην αφαιρείται το αγαθό της

εξουσίας της δικαιοπρακτικής διαθέσεως του μέρους

Προκειμένου όμως περί υπέρμετρης δεσμεύσεως της οικονομικής ε-

λευθερίας προσώπου δηλαδή οικονομικών συμφερόντων των οποίων

η διαφύλαξη είναι αποκλειστική υπόθεση του προσώπου αυτού τότε

σε μια τέτοια περίπτωση το πρόσωπο αυτό και μόνο μπορεί να κρίνει

καλλίτερα από κάθε άλλον αν η άρση των δικαιοπρακτικών αποτελεσμά-

των με την επίκληση της ΑΚ 179α ακυρότητος εξυπηρετεί πράγματι τα

συμφέροντά του5556

(2) Η ακυρότητα είναι κατά κανόνα ολική ιδία όσον αφορά σε υπέρμετρη

δέσμευση της προσωπικής ελευθερίας57 Στις περιπτώσεις όμως όπου

ο ανήθικος χαρακτήρας προσδιορίζεται από οικονομικής φύσεως α-

νταλλάγματα θα πρέπει να είναι δυνατή η μερική ακυρότητα ώστε με-

τά την αφαίρεση του αδίκου μέρους να μπορεί να ισχύσει η σύμβαση

με το υπόλοιπο ορθό περιεχόμενο της και έτσι το ασθενέστερο μέρος

να ldquoαπολαύσει τελικά την πολύτιμη γιrsquo αυτόν παροχή του αντισυμβαλ-

λομένου του αλλά με δίκαιους τώρα όρουςrdquo Την δυνατότητα της μερικής

ακυρότητος φαίνεται να δέχεται η κρατούσα γνώμη πράγμα που ση-

μαίνει ότι το δικαστήριο έχει την δυνατότητα να μειώσει μετά από αί-

τηση του βλαπτομένου την δέσμευση αυτού στο προσήκον μέτρο

53 ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ 2012525 επ 54 ΛΑΔΑΣ 1979159 επ 55 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012153 56 Θεωρείται ότι σε παρόμοιες περιπτώσεις πρέπεται η (κατrsquo εξαίρεσιν) σχετική ακυρότητα διότι η

απόφαση για την διατήρηση ή άρση των δικαιοπρακτικών αποτελεσμάτων πρέπει να ανήκει αποκλειστικώς στο βλαπτόμενο από την συμβατική ρύθμιση μέρος το οποίο γνωρίζει κάλλιον παντός άλλου το τι πράγματι το συμφέρει άλλως υπάρχει ανεπίτρεπτη κηδεμόνευση των συμφερόντων αυτού του συμβαλλομένου (ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2013113)

57 εα 2α 28 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

3 Η Καταπλεονεκτική Δικαιοπραξία

α Γενικά ndash σχέση με ΠΚ 404 405

Σύμφωνα με το πραγματικό της ΑΚ 179βrsquo καταπλεονεκτική δικαιοπραξία

υπάρχει όταν στο πρόσωπο του καταπλεονεκτούμενου συντρέχουν προφα-

νής δυσαναλογία παροχής και αντιπαροχής ανάγκη κουφότητα ή απειρία

και εκμετάλλευση της μειονεκτικής αυτής θέσεως από τον καταπλεονέκτη

Σύμφωνα με την νομολογία για την πλήρωση του πραγματικού απαιτείται η

συνδρομή και των τριών αυτών προϋποθέσεων σωρευτικώς

Γίνεται δεκτό ότι σε περίπτωση ελλείψεως κάποιου από τα ανωτέρω στοι-

χείου καταφάσκεται η ακυρότητα της δικαιοπραξίας με αναγωγή στην γενι-

κή ρήτρα της ΑΚ 178 υπό την προϋπόθεση ότι συντρέχουν πρόσθετα στοι-

χεία τα οποία μπορούν να προσδώσουν στην δικαιοπραξία το χρώμα της α-

νηθικότητας

Εκδήλωση της απαγορεύσεως της καταπλεονεκτήσεως αποτελεί η ρύθμιση

των άρθρων ΠΚ 404 (τοκογλυφία) και ΠΚ 405 (αισχροκέρδεια) το πραγμα-

τικό των οποίων είναι ουσιαστικώς ίδιο με αυτό της ΑΚ 179βrsquo Αν και τίποτε

δεν εμποδίζει για την ακυρότητα καταπλεονεκτικής δικαιοπραξίας την πα-

ράλληλη επίκληση και των δύο νομοθετικών βάσεων ορθότερη θεωρείται να

διαφυλαχθεί η αυτονομία της ρυθμίσεως της ΑΚ179βrsquo αφού ο νομοθέτης

φαίνεται ότι θέλησε να ρυθμίσει ρητώς τις συνέπειες της καταπλεονεκτήσε-

ως τον ΑΚ

β Προϋποθέσεις εφαρμογής της διατάξεως

Καταπλεονέκτηση μπορεί να υπάρχει σε κάθε τύπο επαχθούς δικαιοπραξίας

με περιουσιακό περιεχόμενο58 οι οποίες μπορεί να είναι αμφοτεροβαρείς

ετεροβαρείς αιτιώδεις αναιτιώδεις (όπως πχ η αγοραπωλησία η μίσθωση

58 Διαφορετικό είναι το ζήτημα της παροχής περιουσιακού ωφελήματος με ldquoανεξάρτητηrdquo μονομε-ρή δικαιοπραξία με την οποία προσδίδεται καταπλεονεκτικό χρώμα σε προηγούμενη σύμβαση από την οποία θα πηγάζει συνήθως η υποχρέωση για τέλεση της μονομερούς δικαιοπραξίας (πχ παροχή υποθήκης)

29 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

πράγματος ή έργου ή εργασίας η εταιρεία η σύμβαση μεσιτείας ή εγγύηση)

όταν αυτές καταρτίζονται με δυσανάλογο αντάλλαγμα59

Η ΑΚ 179βrsquo δεν εφαρμόζεται στις χαριστικές δικαιοπραξίες γιατί η επίδοση

της περιουσίας γίνεται χωρίς αντάλλαγμα και έτσι δεν υπάρχει δυσαναλογία

παροχής και αντιπαροχής όπως πχ στην δωρεά στην εντολή στην άφεση

χρέους στην παρακαταθήκη χωρίς αμοιβή ή στην εγγύηση εκτός αν αυτή

ανελήφθη στο πλαίσιο μιάς αμφοτεροβαρούς συμβάσεως με ευρύτερο περι-

εχόμενο

γ Προφανής δυσαναλογία μεταξύ παροχών

Στην καταπλεονεκτική σύμβαση η ελευθερία δικαιοπρακτικής αποφάσεως

του καταπλεονεκτούμενου είναι διαταραγμένη αφού αυτός ευρίσκεται σε

μία δυσμενή σε σχέση με τον καταπλεονέκτη θέση που δεν του επιτρέπει να

προασπίσει ορθολογικώς τα συνδεόμενα με την σύμβαση συμφέροντά του

έτσι ο μηχανισμός συμβάσεως δεν μπορεί εδώ να παράσχει κανένα εχέγγυο

ορθότητος Ότι το περιεχόμενο της καταπλεονεκτικής συμβάσεως δεν είναι

ldquoορθόrdquo μαρτυρεί τελικώς η ύπαρξη της προφανούς δυσαναλογίας

Η προφανής δυσαναλογία των ανταλλασσομένων παροχών ανάγεται σε

απαραίτητο στοιχείο του πραγματικού της καταπλεονεκτήσεως στην ΑΚ

179βrsquo ενώ ταυτοχρόνως είναι και πρόβλημα που για να κατανοηθεί σωστά

πρέπει να φωτισθεί μέσα από τον συνδυασμό και την αντίθεση μιάς πλειά-

δος αρχών οι οποίες σε κινητή μεταξύ των σχέση συγκροτούν το σύστημα

του δικαίου των ενοχικών συμβάσεων60

Ως έννοια αόριστη είναι αναμφισβητήτως έννοια νομική και η υπαγωγή σε

αυτήν της σχέσεως αξίας των αμοιβαίων παροχών αποτελεί κρίσιν αξιολο-

γική υποκείμενη στον έλεγχο του ΑΠ61

Ομοφώνως γίνεται δεκτό ότι αφετηρία της κρίσεως περί υπάρξεως ή μη

προφανούς δυσαναλογίας πρέπει να αποτελεί η αντικειμενική αξία των α-

νταλλασσομένων παροχών δηλαδή η συνήθης στις συναλλαγές αξία62 Έτσι

59 Βλ ΜΠΑΛΗΣ 1944190 (sect66) 60 Βλ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 19837 σημ 23 61 ΦΙΛΙΟΣ 2011 sect147Β 62 Πρβλ ΑΠ 20952009 (Α1 Τμήμα) ldquohellipφανερή δυσαναλογία μεταξύ παροχής και αντιπαροχής

είναι αυτή που υποπίπτει στην αντίληψη λογικού και έχοντος πείρα των σχετικών συναλλαγών ανθρώπου και η οποία υπερβαίνει το μέτρο κατά το οποίο είναι ανθρωπίνως φυσικό να απο-κομίζει ο ένας κάποιο όφελος από σύμβαση οικονομικού περιεχομένου επί ζημία του άλλουrdquo

30 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

διαπιστουμένης της αντικειμενικής αξίας των αμοιβαίων παροχών ακολου-

θεί η κρίση για το αν υφίσταται μεταξύ των προφανής δυσαναλογία λαμβα-

νομένων πάντοτε υπrsquo όψιν της φύσεως της συμβάσεως και του επιδιωκομέ-

νου με αυτήν οικονομικού σκοπού63 ενώ στις περιπτώσεις ακινήτων χρη-

σιμοποιείται ευρέως στην πράξη το κριτήριο της laesio enormis64

Ένα επιπλέον στοιχείο που λαμβάνεται υπrsquo όψιν για την διαπίστωση της υ-

πάρξεως προφανούς δυσαναλογίας είναι η λεγομένη ldquoρήτρα προσθέσεωςrdquo

δηλαδή το άθροισμα των ωφελημάτων που έλαβε ο καταπλεονέκτης και των

περιουσιακών ωφελημάτων που επιπροσθέτως κατέβαλλε ο καταπλεονε-

κτούμενος σε τρίτα πρόσωπα (πχ μεσιτεία αμοιβές σε βοηθητικά πρόσωπα

κλπ)

Υπάρχουν όμως και μερικά σχετιζόμενα με την δυσαναλογία των ανταλ-

λασσομένων παροχών ειδικότερα προβλήματα που εμφανίζονται συχνά

στην δικαστηριακή πράξη παρουσιάζοντα ταυτοχρόνως σπουδαίο δογματι-

κό ενδιαφέρον

(1) Πρόσθετο τίμημα στην πώληση ακινήτου μπορεί να ληφθεί υπrsquo όψιν

το επιπλέον του αναγραφομένου στο συμβολαιογραφικό έγγραφο τι-

μήματος επιπροσθέτως καταβληθέν τίμημα

(2) Το καταπλεονεκτικό σύμφωνο εξωνήσεως η συνομολόγηση δικαιώ-

ματος εξωνήσεως με τίμημα προφανώς δυσανάλογο εν σχέσει προς αυ-

τό της πωλήσεως μήπως υποκρύπτει τοκογλυφικό δάνειο Εδώ θα

πρέπει να σταθμιστεί η δυνατότητα του πωλητή να αποτρέψει την κα-

ταπλεονεκτική γιrsquo αυτόν ρύθμιση ασκώντας το δικαίωμα εξωνήσεως

Εάν δηλαδή ο πωλητής ασκήσει αυτό το δικαίωμα παρά την προφανή

δυσαναλογία η πώληση δεν έχει καταπλεονεκτικό χαρακτήρα

(3) Η διαπίστωση της προφανούς δυσαναλογίας στον συμβιβασμό τα

συγκρινόμενα μεγέθη είναι οι αμοιβαίες παραχωρήσεις των μερών και

όχι οι εκατέρωθεν αναλαμβανόμενες υποχρεώσεις προς παροχή Η σω-

στή όμως εκτίμηση των παραχωρήσεως προϋποθέτει ως αφετηρία

63 ΑΠ 20952009 64 Ο ΛΙΤΖΕΡΟΠΟΥΛΟΣ 1932208 επ προτείνει αποδοχή της υπάρξεως προφανούς δυσαναλογίας

όταν η μία παροχή δεν φθάνει το 60 ή 50της αξίας της άλλης Βλ επίσης υποσημείωση 560 στο ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012

31 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

την νομική κατάσταση που υπήρχε πριν τον συμβιβασμό υπερβολικές

αξιώσεις προβαλλόμενες αυθαιρέτως δεν λαμβάνονται εδώ υπrsquo όψιν

Η ύπαρξη της προφανούς δυσαναλογίας κρίνεται κατά τον χρόνο καταρτί-

σεως της συμβάσεως είναι αδιάφορο αν η προφανής δυσαναλογία επήλθε

αργότερα εκτός της περιπτώσεως όπου ο καταπλεονεκτούμενος στο πλαί-

σιο της υφισταμένης κυρίας συμβατικής σχέσεως συνομολογεί ή παρέχει

πρόσθετα περιουσιακά ωφελήματα (πχ εμπράγματη ασφάλεια) που προσ-

δίδουν πλέον στην συνολική συναλλαγή καταπλεονεκτικό χρώμα

δ Ανάγκη Κουφότητα Απειρία

(1) Ανάγκη

Είναι η κατάσταση ενός προσώπου (του δικαιοπρακτούντος ή κάποιου

που συνδέεται στενά με αυτόν) που ευρίσκεται σε άμεσο οικονομικό ή

άλλο κίνδυνο65 η αντιμετώπιση του οποίου είναι ανεπίδεκτη αναβο-

λής66 Η ανάγκη πρέπει να έχει χαρακτήρα επιτακτικό και να είναι τόσο

σοβαρή ώστε αντικειμενικώς κρινομένη να μπορεί να θεωρηθεί ότι

κάθε εχέφρων άνθρωπος θα οδηγείτο στην ίδια δικαιοπρακτική συ-

μπεριφορά

Ενώ η φύση της ανάγκης είναι συνήθως οικονομική η σπουδαιότητα

του διακινδυνευομένου αγαθού καθορίζει το αν η συγκεκριμένη κάθε

φορά περίπτωση μπορεί να υπαχθεί ή όχι στην ρύθμιση της ΑΚ 179βrsquo

Είναι αδιάφορο αν η ανάγκη είναι μόνιμη ή παροδική αφού αποφασι-

στική για την εφαρμογή της ΑΚ 179βrsquo είναι η ύπαρξη ανάγκης μόνο κα-

τά τον χρόνο καταρτίσεως της δικαιοπραξίας Η ανάγκη πρέπει να είναι

πραγματική και άμεση επιτακτική και ανεπίδεκτη αναβολής

(2) Κουφότητα

Προϋπόθεση της ορθής λειτουργίας της ιδιωτικής αυτονομίας είναι η

εκ μέρους των αντισυμβαλλομένων ορθολογική στάθμιση των υπέρ και

κατά της συμβατικής ρυθμίσεως Όταν όμως ο αντισυμβαλλόμενος α-

διαφορεί λόγω απερισκεψίας ή ελλείψεως επαρκούς σκέψεως και δεν

αποδίδει στις πράξεις του την σημασία την αξία και τις συνέπειες που

έχουν αυτές τότε η συναλλακτική συμπεριφορά του χαρακτηρίζεται

65 ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ 2012530 66 ΑΠ 19982007

32 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

από κουφότητα Η κουφότητα μπορεί να οφείλεται σε οποιονδήποτε

λόγο όπως είναι η πνευματική νόσος ου δεν επέφερε όμως ολική ή με-

ρική ασυνειδησία των πράξεων του προσώπου ώστε να το κάνει εντε-

λώς ή περιορισμένως ανίκανο για την σύνταξη δικαιοπραξίας67

(3) Απειρία

Ως απειρία νοείται η έλλειψη της περί τη ζωή και τις συναλλαγές πεί-

ρας68 Το ερώτημα όμως είναι αν η σχετική με συγκεκριμένη δικαιο-

πραξία απειρία στοιχειοθετεί την απειρία της ΑΚ 179βrsquo ή όχι Γίνεται

δεκτό ότι υπάρχουν τρείς διαβαθμίσεις69 της απειρίας

(α) Η καθολική όπου ο συμβαλλόμενος στερείται παντελώς συναλ-

λακτικής πείρας και κατά συνέπειαν η περίπτωσή του υπάγεται

στην ρύθμιση της ΑΚ 179β΄

(β) Η απειρία σε ορισμένο μόνο συναλλακτικό τομέα (λχ πράξεις

επί ακινήτων χρηματιστηριακές συναλλαγές κλπ) εδώ η απειρία

δεν αποτελεί σταθερή ιδιότητα του προσώπου και παρά το ότι η

γενική του πείρα του επιτρέπει να κρίνει το επισφαλές της δικαι-

οπραξίας στην οποία προβαίνει η ελευθερία δικαιοπρακτικής α-

ποφάσεώς του δεν παύει να είναι διαταραγμένη Κατά συνέπεια

δικαιούται της προστασίας της ΑΚ 179βrsquo

(γ) Προβληματική αλλά και με πολύ μεγάλη πρακτική σημασία είναι

η τρίτη μορφή απειρίας που χαρακτηρίζεται από την έλλειψη ει-

δικών γνώσεων πού έχει ανάγκη ο σύγχρονος καταναλωτής στις

καθημερινές συναλλαγές του γνώσεων απαραιτήτων για τον

σχηματισμό σωστής εικόνας της προσφερόμενης σε αυτόν παρο-

χής Κι΄ εδώ η ελευθερία δικαιοπρακτικής αποφάσεως του κατα-

ναλωτή αδαούς όντος λόγω ανεπαρκούς πληροφορήσεως εμφα-

νίζεται διαταραγμένη και άξια της κατά την ΑΚ 179βrsquo προστασίας

ε Εκμετάλλευση

Ενώ η νομολογία μας θεωρεί αναγκαίο στοιχείο της ΑΚ 179βrsquo την υποκειμενι-

κή προϋπόθεση της εκμεταλλεύσεως την οποία πρέπει να αποδεικνύει ο ε-

67 ΑΠ 3821992 ΝοΒ 41874 68 ΑΠ 9362007 69 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012196 επ

33 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

πικαλούμενος την εφαρμογή της διατάξεως δεν έχει μέχρι τώρα αποσαφη-

νιστεί πλήρως σε τι ακριβώς συνίσταται η ldquoεκμετάλλευσηrdquo Βέβαιο πάντως

είναι ότι το στοιχείο αυτό δεν θα πρέπει να θεωρηθεί ως ηθική μομφή στο

πρόσωπο του καταπλεονέκτη

Κατrsquo αρχάς απορρίπτεται η επίκληση δόλου αφού ο δόλος απαιτείται από

την λειτουργία της ποινής και είναι ξένος προς τον λειτουργικό ρόλο της α-

κυρότητας της ανήθικης δικαιοπραξίας Το ότι δεν πρόκειται περί μομφής

φαίνεται στις περιπτώσεις καταρτίσεως δικαιοπραξίας κατά παράκλησιν

του αντισυμβαλλομένου και όχι από εκμεταλλευτική διάθεση του καταπλεο-

νέκτη Επιπλέον εάν επρόκειτο περί συνειδήσεως της ανηθικότητος εκ μέ-

ρους του καταπλεονέκτη μια τέτοια συνείδηση λόγω του περιεχομένου σε

αυτήν αξιολογικού και βουλητικού στοιχείου θα ισοδυναμούσε με πταίσμα

και δη στον βαθμό του dolus malus στοιχείου όμως ξένου προς την προ-

βληματική των ανήθικων γενικώς δικαιοπραξιών

Η ελληνική νομολογία φαίνεται να ακολουθεί την άποψη ότι ο καταπλεονέ-

κτης γνωρίζει την συναλλακτικώς δυσμενή θέση του καταπλεονεκτούμενου

και την προφανή δυσαναλογία μεταξύ παροχής και αντιπαροχής στοιχεία τα

οποία δεν θεωρεί ως λόγο προσωπικής μομφής κατά του καταπλεονέκτη αλ-

λά καταλογισμού σε αυτόν του κινδύνου της ακυρότητας της δικαιοπραξίας

Τα δικαστήρια φαίνεται ότι ταυτίζουν την εκμετάλλευση με την εκ μέρους

του καταπλεονέκτη γνώση της συναλλακτικώς δυσμενούς θέσεως του κα-

ταπλεονεκτούμενου Είναι συνήθης στις αποφάσεις η επωδός ldquoεπωφελήθη-

κεrdquo70 της γνωστής σε αυτόν ανάγκης κουφότητας ή απειρίας Γίνεται όμως

παγίως δεκτό ότι αν ο καταπλεονέκτης αγνοούσε την κατάσταση του αντι-

συμβαλλομένου του δεν υπάρχει εκμετάλλευση κατά την ΑΚ 179βrsquo Και βε-

βαίως ερωτάται γιατί θα πρέπει να γνωρίζει μόνο την ανάγκη κουφότητα ή

απειρία και όχι και την προφανή δυσαναλογία των αμοιβαίων παροχών

4 Έννομες συνέπειες

Η καταπλεονεκτική δικαιοπραξία είναι απολύτως άκυρη και για τα δύο μέρη

κατά την έννοια της ΑΚ 180 Την ακυρότητα μπορεί να προβάλλει και κάθε τρίτος

70 Πρβλ ΑΠ 20952009 34 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

που έχει έννομο συμφέρον επομένως και ο κληρονόμος ενός από τους συναλλαγέ-

ντες71

Δεν αποκλείεται και μερική ακυρότητα της δικαιοπραξίας Τούτο θα συμβεί

εάν μπορεί να προσδιορισθεί ακριβώς η μεταξύ παροχής και αντιπαροχής αναλο-

γία οπότε η δικαιοπραξία είναι άκυρη κατά το υπερβάλλον72 Κατά πόσον σε τέ-

τοια περίπτωση η μερική ακυρότητα θα συνεπιφέρει την ακυρότητα της όλης δι-

καιοπραξίας κρίνεται κατά την ΑΚ 18173

Σύμβαση εντόκου δανείου μπορεί να χαρακτηρισθεί καταπλεονεκτική συμ-

φώνως προς την ΑΚ 179 μόνο στην περίπτωση συνομολογήσεως ή λήψεως αθέ-

μιτων (τοκογλυφικών) τόκων εν σχέσει προς την αντιπαροχή με την εκμετάλ-

λευση της ανάγκης κουφότητας κλπ του δανεισθέντος οπότε και επέρχεται είτε

ολοκληρωτική και απόλυτη ακυρότητα της καταπλεονεκτικής δικαιοπραξίας κα-

τά τον κανόνα της ΑΚ 181 είτε μερική ακυρότητα οπότε αφού προσδιορισθεί

ακριβώς η μεταξύ παροχής και αντιπαροχής αναλογία η δικαιοπραξία είναι αι-

σχροκερδής και άκυρη κατά το υπερβάλλον

Η προβολή της ακυρότητας από εκείνον που μετήλθε την εκμετάλλευση

μπορεί να αποκρουσθεί με την ένσταση της ΑΚ 281 Αυτό μπορεί να συμβεί όταν

το δικαίωμα ακυρώσεως ασκείται καθυστερημένα εφ΄ όσον όμως συντρέχουν

και άλλα περιστατικά74

Οι παροχές που έγιναν σε εκπλήρωση της καταπλεονεκτικής υποσχετικής

συμβάσεως μπορούν να αναζητηθούν είτε με διεκδικητική αγωγή είτε με αγωγή

αδικαιολόγητου πλουτισμού Αυτός που ζημιώθηκε από την αισχροκερδή δικαιο-

πραξία δικαιούται εφ΄ όσον συντρέχουν οι όροι των ΑΚ 919 και ΑΚ 914 και απο-

ζημιώσεως

71 ΑΠ 9362007 72 ΜΠΑΛΗΣ 1944191 73 ΜΠΑΛΗΣ op cit 74 Για την προστασία των καλόπιστων τρίτων μέσω της ΑΚ 281 βλ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012232 επ

35 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ ΣΤ ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ Γενικές Αρχές Αστικού Δικαίου Π Ν Σάκκουλας 2012 ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ ΣΤ ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ndash ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟΣ ΠΑΝ ΜΙΧΑΗΛ Αστικός Κώδικας κατ΄ άρ-

θρο ερμηνεία τόμος Ι Π Ν Σάκκουλας 1978 ΛΑΔΑΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ Α Η ακυρότητα της δικαιοπραξίας λόγω αντιθέσεως εις τα χρη-

στά ήθη χό Θεσσαλονίκη 1979 ΛΙΤΖΕΡΟΠΟΥΛΟΣ Γ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ Η Νομολογία ως παράγων διαπλάσεως του ιδιωτικού

δικαίου Θεσσαλονίκη 1932 ΜΠΑΛΗΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ Α Γενικαί αρχαί του Αστικού Δικαίου Παπαζήσης 1944 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ ΑΛ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ Οι καταπλεονεκτικές δικαιοπραξίες Σάκκουλας Αντ

Ν 1983 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ ΑΛ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ Δικαιοπραξιες αντίθετες προς τα χρηστά ήθη Σάκ-

κουλας Αντ Ν 2012 ΠΑΠΑΣΤΕΡΙΟΥ Η ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ Αστικό Δίκαιο Επιτομή Εκδόσεις Σάκκουλα ΑΕ 2010 ΣΠΥΡΙΔΑΚΗΣ Σ ΙΩΑΝΝΗΣ Εγχειρίδιο Αστ Δικαίου 1 - Γενικές Αρχές Αντ Ν Σάκκου-

λας 2004 ΤΕΛΛΗΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ Δ Ρήτρα μετασυμβατικής απαγόρευσης ανταγωνισμού στο δί-

καιο εταιρειών και επιχειρήσεων λειτουργία και δικαστικός έλεγχος του περιε-χομένου της Εκδόσεις Σάκκουλα ΑΕ 2007

ΤΟΥΣΗΣ ΧΡ ΑΝΔΡΕΑΣ Γενικαί Αρχαί του Αστικού Δικαίου μετʹ εισαγωγής εις το δίκαι-ον εν γένει Αφοί Σάκκουλα 1978

ΤΡΙΑΝΤΟΣ Τ ΝΙΚΟΛΑΟΣ Δικαιοπραξιες Νομική Βιβλιοθηκη 2011 ΤΡΙΑΝΤΟΣ Τ ΝΙΚΟΛΑΟΣ Αστικό Δίκαιο-Επιτομή Νομική Βιβλιοθήκη 2013 ΦΙΛΙΟΣ ΧΡ ΠΑΥΛΟΣ Γενικές Αρχές Αστικού Δικαίου Εκδόσεις Σάκκουλα ΑΕ 2011 ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΕΙΣ ΑΝΔΡΟΥΛΙΔΑΚΗ-ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗ ΙΣΜΗΝΗ Η αντίθεση της διαθήκης στα χρηστά ήθη ΝοΒ

301234 ΠΕΛΕΝΗ-ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ Α Η αντιμετώπιση από τη νομολογία του άρθρου 179 περ

α΄ ΑΚ ΕλλΔνη 199459 ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟΣ ΠΑΝ ΜΙΧΑΗΛ-ΛΑΔΟΓΙΑΝΝΗΣ ΓΕΩΡ Κριτήρια αντίθεσης συμφώνου

προτίμησης προς τα χρηστά ήθη (γνμδ) ΧρΙΔ 1263 ΤΟΥΣΗΣ ΧΡ ΑΝΔΡΕΑΣ Η έννοια των χρηστών ηθών ΕΕΝ 231956 ΦΑΣΟΥΛΑΣ ΖΗΣΗΣ Η απάτη και η ακυρότητα της δικαιοπραξίας ως αντίθετη στα

χρηστά ήθη ΠοινΧρ 921032

36 36

  • 2 Συμβατική ελευθερία και γενικές ρήτρες
  • 4 Κριτήρια προσδιορισμού των χρηστών ηθών
    • Μια πρώτη κατηγοριοποίηση όμως αντίθεσης στα χρηστά ήθη μπορεί να γίνει με βάση το αν αυτή προκύπτει από το περιεχόμενο τους
      • 10 Ακυρότητα
      • α Απόλυτη ή σχετική
      • β Συνολική ή μερική
      • γ Ακυρότητα στις αιτιώδεις και αναιτιώδεις δικαιοπραξίες
      • 11 Δικονομική μεταχείριση
      • 12 Επίγραμμα

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

ακυρότητα αυτής καταρχήν δεν επηρεάζει το κύρος τους ο δε διαθέ-

σας έχει (αν δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις του 907ΑΚ) μόνο την α-

ξίωση αδικαιολογήτου πλουτισμού Χαρακτηριστικά παραδείγματα της

κατηγορίας αυτής είναι από τις μεν υποσχετικές δικαιοπραξίες η αφη-

ρημένη υπόσχεση χρέους ενώ από τις εκποιητικές η μεταβίβαση κυριό-

τητας κινητού Δικαιολογητικός λόγος της τελευταίας είναι η ταχύτητα

και η ασφάλεια των συναλλαγών καθώς οι διάδοχοι του αποκτώντος

αποκτούν έγκυρα από αυτόν ακόμα και αν αυτός είχε αποκτήσει βάσει

μιας άκυρης υποσχετικής δικαιοπραξίας Επιπλέον διευκολύνεται η α-

πόδειξη κτήσης του δικαιώματος αφού αυτός που υποστηρίζει ότι εί-

ναι δικαιούχος οφείλει και αρκεί να αποδείξει μόνο της εκποιητική δι-

καιοπραξία και όχι την αιτία αυτής

Το ότι η αναιτιώδης δικαιοπραξία είναι γενικά ανεξάρτητη από το κύ-

ρος της αιτίας δε σημαίνει ότι δεν υπάρχει αιτία γιrsquo αυτή αλλά ότι η αι-

τία δεν αποτελεί ως άνω αναφέρθηκε στοιχείο του πραγματικού της

Επομένως η laquoηθικά άχρωμηraquo αναιτιώδης δικαιοπραξία μπορεί κατά

περίπτωση να θεωρηθεί άκυρη με διάσπαση της αρχής του αναιτιώ-

δους όταν σε περίπτωση αντίθεσης της δικαιοπραξίας στα χρηστά ήθη

η ανηθικότητα αφορά όχι μόνο την ενοχική αλλά και την εμπράγματη

δικαιοπραξία27 Αν και κατά κανόνα η απλή μεταβίβαση της κυριότη-

τας είναι laquoηθικά άχρωμηraquo αφού τα κίνητρα για την κατάρτιση της ανά-

γονται στην ενοχική δικαιοπραξία αν in concreto διαγνωστεί ότι η επί-

δοση του περιουσιακού αντικειμένου έγινε χάριν τελέσεως ανήθικης

συμπεριφοράς ή ότι η ανήθικη αιτία αποτέλεσε αίρεση για την εκποιη-

τική δικαιοπραξία η ανηθικότητα πλήττει και την εμπράγματη δικαιο-

πραξία καθιστώντας αυτή άκυρη (βλ179ΑΚ) άκυρη δε και οποιαδήπο-

τε περαιτέρω μεταβίβαση

Πάντως γίνεται δεκτό και στην ελληνική αλλά και στη γερμανική νομο-

λογία ότι τα χρήματα που προκαταβάλλονται σε laquoπόρνηraquo για πραγμα-

τοποίηση σαρκικής επαφής μαζί της μεταβιβάζονται σrsquo αυτή κατά κυ-

ριότητα με την παράδοση τους αφού ως ανωτέρω αναφέρθη η ακυρό-

27 Βλ και ΑΠ ΓΕΩΡΓΙΑΔΗ Εγχειρίδιο Εμπρ Δικαίου παρ43 48 καθώς και ΑΠ ΓΕΩΡΓΙΑΔΗ Γ Αρχές ΑστΔικαίου διακρίσεις των δικαιοπραξιών

19 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

τητα της υποσχετικής δικαιοπραξίας δεν συμπαρασύρει την εμπράγμα-

τη αφού η μεταβίβαση χρημάτων είναι πράξη ηθικά ουδέτερη28

Ακριβώς επειδή η παροχή είναι έγκυρη αυτή δεν αναζητείται (εκτός

και μόνο αν το ανήθικο της αιτίας δεν βαρύνει τον δόντα) Αν βαρύνει

και αυτόν ή πολύ περισσότερο μόνο αυτόν τότε δεν αναζητείται

Πράγματι θα ήταν παράδοξο η έννομη τάξη να προστατεύει πρόσωπα

που μετήλθαν ανήθικων μέσων και προέβησαν σε δελεαστικές παροχές

για την επίτευξη μιας ανήθικης συμπεριφοράς και να τα επιβραβεύει με

την επιστροφή σε αυτά των έστω και άνευ ανταλλάγματος δοθέντων

ακόμα και στην εξαιρετική περίπτωση που και ο λήπτης βαρύνεται με

ανηθικότητα Η ρωμαϊκή αρχή laquoεν ίση αισχρότητι κρείσσων ο νεμόμε-

νοςraquo ορθά βρίσκει εδώ την εφαρμογή της29

Η ακυρότητα είναι αναδρομική (ex tunc) εκτός από τις διαρκείς συμ-

βάσεις (πχ σύμβαση εργασίας) Σε αυτές γίνεται δεκτό ότι εφόσον λει-

τούργησαν για ένα χρονικό διάστημα αναπτύσσοντας τα έννομα απο-

τελέσματα τους έχει δημιουργηθεί μια πραγματική κατάσταση η ο-

ποία αποτελεί και την αιτία διατήρησης των μέχρι τότε παροχών ενώ η

επίκληση της ακυρότητας τους έχει τα αποτελέσματα της καταγγελίας

λειτουργώντας μόνο για το μέλλον (ex nunc)

11 Δικονομική μεταχείριση

Η επίκληση της ακυρότητας αφού πρoβληθούν τα πραγματικά περιστατικά

γίνεται από οποιονδήποτε έχει έννομο συμφέρον ακόμα δε και από τον ίδιο τον

καθrsquo ου η μομφή για την επιλήψιμη συμπεριφορά αν και σε περίπτωση αυτή η ε-

πίκληση της θα μπορούσε να θεωρηθεί ως κατάχρηση δικαιώματος

Όσον αφορά το βάρος της απόδειξης στις μεν αιτιώδεις δικαιοπραξίες αυτός

που επικαλείται την εγκυρότητά της οφείλει να αποδείξει την ύπαρξη του κύρους

της αιτίας ενώ αντίθετα στις αναιτιώδεις δικαιοπραξίες το βάρος αποδείξεως φέ-

ρει εκείνος ο οποίος ασκεί είτε με αγωγή είτε με ένσταση την αξίωση αδικαιολογή-

του πλουτισμού (Αντιστροφή του βάρους της απόδειξης)

28 Βλ και ΧΡ ΜΥΛΩΝΟΠΟΥΛΟΥ Ποινικό Δίκαιο Ειδικό μέρος σελ22 29 Βλ και ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟ Επιτομή Γενικού Ενοχικού κεφ Περί αδικαιολόγητου πλουτισμού που μάλ-

λον διαφωνεί 20 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

12 Επίγραμμα

Οι δρόμοι του δικαστή του νομοθέτη και γενικότερα του εκάστοτε ερμηνευ-

τή του δικαίου είναι παράλληλοι και αλληλοσυμπληρώνονται Κοινός στόχος η εύ-

ρυθμη λειτουργία μιας κοινωνίας με σεβασμό στα βασικά ανθρώπινα δικαιώματα

στην αξία του ανθρώπου και στους θεσμούς όπως αυτοί διαμορφώνονται στην

πορεία του χρόνου

Όμως η δικαιοσύνη δεν είναι μόνο μια αφηρημένη ιδέα για τη θεσμική διάρ-

θρωση μιας κοινωνίας αλλά πρέπει να ενδιαφέρεται για τη ζωή που διάγουν οι

άνθρωποι στην πραγματικότητα και ότι καθιστά τη ζωή άξια για να τη ζουν

Γιrsquo αυτό ο ρόλος του ερμηνευτή του δικαίου και ιδίως του δικαστή είναι

κομβικός Και δεν είναι ο ρόλος αυτός παθητικός ούτε απλά συνθετικός Κινούμε-

νος εντός των εξουσιών που το Σύνταγμα του έχει προσδώσει δε στηλιτεύει αλλά

κατανοεί διαπλάθει αλλά και εξισώνει -εντός πάντοτε του θετού δικαίου

Και αν και κατά τη γενική αντίληψη ο λαός πρέπει να έχει νομολογία προ-

σαρμοσμένη στο βαθμό της ηθικής του πολλές φορές αναδεικνύεται η αντίστρο-

φη ανάγκη Να είναι η νομολογία αρωγός ώστε ο λαός να προσανατολιστεί στα

σύγχρονα ήθη και στις πολυπολιτισμικές ιδιομορφίες

Η ερμηνεία του άρθρου 178 ΑΚ αποτελεί μια χαρακτηριστική τέτοια περί-

πτωση-

21 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

Β

ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΜΕ ΤΗΝ ΟΠΟΙΑ ΔΕΣΜΕΥΕΤΑΙ ΥΠΕΡΒΟΛΙΚΩΣ Η ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΤΟΥ ΠΡΟΣΩΠΟΥ [ΚΑΤΑΔΥΝΑΣΤΕΥΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ] ndash

ΚΑΤΑΠΛΕΟΝΕΚΤΙΚΗ [ΑΙΣΧΡΟΚΕΡΔΗΣ] ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ (ΑΚ 179)

[Σπύρος Γ Παπαγιάννης]

1 Η σχέση μεταξύ των δύο ειδικών πραγματικών του άρθρου ΑΚ 179

Το δίκαιο προκειμένου να εξυπηρετεί τον κοινωνικό βίο των ανθρώπων εν-

σωματώνει στους κανόνες που το συγκροτούν τα παραγγέλματα της κοινωνικής

ηθικής δηλαδή τις επικρατούσες στην κοινωνία θεμελιώδεις αξιολογικές παρα-

στάσεις30 Έτσι η ΑΚ 178 με τον όρο ldquoχρηστά ήθηrdquo οριοθετεί την λειτουργία της

ιδιωτικής αυτονομίας μέσα στα όρια αυτού που αξιοί ο μέσης ηθικής κοινωνός του

δικαίου με σκοπό την αποτροπή καταχρήσεως κατά την διάπλαση ιδιωτικών εν-

νόμων σχέσεων και άμεσο αποτέλεσμα την άρνηση της έννομης τάξεως να προσ-

δώσει νομικό κύρος σε δικαιοπρακτικές ρυθμίσεις που προσβάλλουν τις αξίες των

οποίων αυτή επιδιώκει την πραγμάτωση31

Ενώ όμως το άρθρο ΑΚ 178 λειτουργεί ως γενική ρήτρα στο άρθρο ΑΚ 179

τυποποιούνται τα πραγματικά δύο ldquoειδικώνrdquo δικαιοπραξιών που αντιτίθενται στα

χρηστά ήθη οι ldquoκαταδυναστευτικέςrdquo συμβάσεις (ή ldquoφιμωτικέςrdquo32 δικαιοπραξίες)

και οι ldquoκαταπλεονεκτικέςrdquo συμβάσεις (ή ldquoαισχροκερδείςrdquo33 δικαιοπραξίες) Στην

πρώτη κριτήριο είναι η υπέρμετρη34 δέσμευση της ελευθερίας του προσώπου

ενώ στην δεύτερη κριτήριο αποτελεί η εκμετάλλευση της διαπραγματευτικής μει-

ονεξίας του αντισυμβαλλομένου ιδία όσον αφορά στην υπέρμετρη δέσμευση της

οικονομικής του ελευθερίας

2 Η Καταδυναστευτική Δικαιοπραξία

30 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 201217 31 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 201218 σημ 3 32 ΦΙΛΙΟΣ 2011353 33 ΦΙΛΙΟΣ opcit 34 Η ΑΚ 179α΄ αναφέρει ldquohellipδεσμεύεται υπερβολικάhelliprdquo Προτιμώ ως αποδίδουσα επί το ορθότερο

την έννοια του laquoμεγέθουςraquo της δεσμεύσεως την χρήση της λέξεως ldquoυπέρμετραrdquo λέξη-όρο που χρησιμοποιείτο στον ΑΚ προ της μεταγλωττίσεώς του στην δημοτική (την [φεύ] γλώσσα της ldquoπλέριας κατανόησηςrdquohellip)

22 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

α Έννοια

Ως ldquoκαταδυναστευτικήrdquo δικαιοπραξία νοείται κυρίως η σύμβαση (ή μεμονω-

μένη ρήτρα που περιέχεται σε σύμβαση) επί τη βάσει της οποίας δεσμεύεται

υπερμέτρως35 η προσωπική οικονομική επαγγελματική ή καλλιτεχνική ε-

λευθερία του αντισυμβαλλομένου δημιουργώντας ένα είδος υποτέλειας ένα-

ντι του άλλου μέρους36 Στην έννοια της καταδυναστεύσεως της ΑΚ 179α ε-

μπίπτει και κάθε συμβατικός περιορισμός που φέρει ως συνέπεια την υπέρ-

μετρη δέσμευση της ελευθερίας του προσώπου για ανάπτυξη οποιασδήποτε

εκδηλώσεως της προσωπικότητός του37 Είναι φανερόν ότι η ελληνική δη-

μόσια τάξη συγκεκριμενοποιεί την ρήτρα των χρηστών ηθών με την χρήση

μιάς θεμελιώδους δικαιϊκής αξίας της ελευθερίας του προσώπου εδώ ουσι-

αστικώς η συνταγματική τάξη (πχ Σ 5 sect 1) επιβάλλει τα πρόσωπα να παρα-

μένουν ελεύθερα

β Ελευθερία του προσώπου - δέσμευση

Στο πραγματικό της ΑΚ 179α΄ υπάγονται δύο κατά βάσιν περιπτώσεις συμ-

βάσεων αυτές που ενέχουν υπέρμετρη δέσμευση της προσωπικής ελευθερί-

ας του συμβαλλομένου και εκείνες με τις οποίες περιορίζεται υπερμέτρως η

ελευθερία προς (κυρίως) οικονομική και επαγγελματική δράση

Για δέσμευση της ελευθερίας του προσώπου με δικαιοπραξία γίνεται λόγος

μόνον όταν το πρόσωπο που δεσμεύτηκε είχε σύμφωνα με τον νόμο την ε-

ξουσία να διαθέσει κατά βούλησιν το αντικείμενο της δικαιοπραξίας Συνε-

πώς εάν η υποχρέωση του προσώπου δεν προέρχεται από δικαιοπραξία αλ-

λά από τον νόμο ή εάν το πρόσωπο που δεσμεύτηκε με δικαιοπραξία δεν εί-

χε σύμφωνα με τον νόμο την εξουσία να διαθέσει το αντικείμενο στο οποίο

αναφέρεται η δέσμευση η ΑΚ 179 δεν εφαρμόζεται38

Στην ελευθερία του προσώπου υπάγονται οι ατομικές ελευθερίες και τα α-

τομικά δικαιώματα αυτού39 όπως η ελευθερία συνειδήσεως της γνώμης της

διαθέσεως ψήφου του προσώπου κλπ Εδώ υπάγεται ιδίως η ελευθερία της

35 ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ 2012527 ΦΙΛΙΟΣ 2011352 36 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012 σημ 429 37 Πρβλ λχ ΑΠ 12601983 ΕλλΔνη 251347 (απεριόριστη δέσμευση της καλλιτεχνικής ελευθερί-

ας του πνευματικού δημιουργού) 38 ΕφΑθ 33271999 ΝοΒ 48485 39 ΕφΑθ 32841980 ΝοΒ 281225

23 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

εργασίας του εμπορίου της βιομηχανίας προς ανάπτυξη της οικονομικής

δράσεως του προσώπου40 Έτσι αντίκειται στα χρηστά ήθη

(1) κάθε δικαιοπραξία με την οποία απαγορεύεται σε κάποιον η άσκηση

ορισμένου επαγγέλματος ή ορισμένης βιομηχανικής ή εμπορικής δρα-

στηριότητος εφrsquo όσον περιέχει υπέρμετρη δέσμευση και

(2) η δικαιοπραξία με την οποία δεσμεύεται το δικαίωμα στην σωματική

ακεραιότητα του προσώπου στην υγεία ζωή τιμή το δικαίωμα στο

όνομα ή την προσωπικότητα το δικαίωμα εγκαταστάσεως ή μη σε ορι-

σμένο τόπο το δικαίωμα επιλογής επαγγέλματος κλπ41

γ Η ratio της απαγόρευσης

(1) Η οικονομική κατωτερότητα ενός εκ των συμβαλλομένων

Συνήθως η κατάρτιση συμβάσεως με καταδυναστευτικό περιεχόμενο

οφείλεται στην οικονομική κατωτερότητα του υποβαλλομένου στην

υπέρμετρη δέσμευση συμβαλλομένου Αυτό εκτιμάται ότι συμβαίνει

λόγω της ανάγκης αποκτήσεως της υπαρξιακής κατά κανόνα γιrsquo αυτόν

σημασίας παροχή του οικονομικώς ισχυρού αντισυμβαλλομένου συνή-

θως κάποια πίστωση Έτσι η οικονομική αυτή πίεση όταν μάλιστα

δεν υπάρχει δυνατότης καταφυγής σε άλλη πηγή αποκτήσεως του ιδί-

ου αγαθού με καλλίτερους όρους διαταράσσει την συμβατική ελευθε-

ρία η οποία μπορεί να συντρέχει ανεξαρτήτως της θέσεως που κατέχει

στην αγορά ο επιβάλλων τον περιορισμό συμβαλλόμενος (συνήθης επι-

χείρηση)

Η ρύθμιση αυτή της ΑΚ 179α΄ αντικειμενικώς κρινομένη φαίνεται ότι

είναι σχεδιασμένη με πνεύμα κηδεμονεύσεως ο δικαστής παρεμβαίνει

στο περιεχόμενο της συμβάσεως προκειμένου να προστατεύσει τον οι-

κονομικώς ασθενέστερο συμβαλλόμενο από μία άδικη εις βάρος του

κατανομή των συμβατικών βαρών και πλεονεκτημάτων

Προβληματισμός υπάρχει στο αν η οικονομική δέσμευση επέρχεται με

την κατάρτιση της συμβάσεως προκειμένου περί καταδυναστευτικών

συμβάσεων ή πρόκειται περί καταχρηστικής εκμεταλλεύσεως ήδη υ-

φισταμένης οικονομικής κατωτερότητος του αντισυμβαλλομένου προ-

40 Βλ ΤΟΥΣΗΣ Α 1978 sect 96 ΜΠΑΛΗΣ 1944 sect 64 41 Βλ ΤΟΥΣΗΣ opcit

24 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

κειμένου περί καταχρηστικής εκμεταλλεύσεως μονοπωλιακής ή δεσπό-

ζουσας θέσεως μιάς επιχειρήσεως στην αγορά

Εξrsquo άλλου χρήζει ιδιαιτέρας μνείας το ότι ενώ η συναλλακτικώς μειονε-

κτική θέση του ενός των συμβαλλομένων τεκμαίρεται αμαχήτως42 (ΑΚ

294 332sect2 334sect2 409 κλπ) στην περίπτωση καταδυναστευτικής

συμβάσεως ο αντισυμβαλλόμενος έχει δυνατότητα αποδείξεως ότι η

ρύθμιση υπήρξε προϊόν της ελευθέρας δικαιοπρακτικής αποφάσεως

του φαινομένου ως βλαπτομένου από αυτή συμβαλλομένου

(2) Η άδικη μεταξύ των μερών κατανομή των συμβατικών πλεονεκτημά-

των

Η κατανόηση του πότε είναι υπέρμετρη (ή ldquoυπερβολικήrdquohellip) ή εύλογη η

συμβατική δέσμευση της ελευθερίας του προσώπου συνιστά το κε-

ντρικό πρόβλημα του δόγματος των καταδυναστευτικών συμβάσεων

αν και η κρίση είναι νομική υποκείμενη στον έλεγχο του Αρείου Πάγου

Για τον λόγον αυτόν είναι καίριος ο ρόλος των μεγεθών αντιπαροχής

και δεσμεύσεως της οικονομικής ελευθερίας43

δ Η υπέρμετρη (υπερβολική) δέσμευση

Το κριτήριο της υπέρμετρης δεσμεύσεως ως αόριστη νομική έννοια και

προκειμένου να καταστεί δογματικώς κατάλληλη για να υπαχθεί σε αυτήν η

κρινομένη ατομική περίπτωση έχει ανάγκη εξειδικεύσεως λαμβανομένης

υπrsquo όψιν της ratio της απαγορεύσεως που τίθεται στην ΑΚ 179α΄ δηλαδή την

διάβρωση της συμβατικής ελευθερίας του ασθενέστερου μέρους αφrsquo ενός και

της ανισορροπίας στην κατανομή των συμβατικών ωφελημάτων μεταξύ των

μερών

Γίνεται ευρύτερα δεκτό στην σύγχρονη δογματική του Αστικού Δικαίου ότι

υπάρχει μία ldquoκινητήrdquo σχέση44 μεταξύ των προαναφερθέντων δύο κριτηρίων

εις τρόπον ώστε όσον εντονότερον διαβρώνεται η ελευθερία δικαιοπρακτι-

κής αποφάσεως του καταδυναστευομένου τόσον άτονος θα πρέπει να είναι

42 Για τον εμπορικό αντιπρόσωπο που συνάπτει ρήτρα μετασυμβατικής απαγορεύσεως του αντα-γωνισμού βλ ΠΔ 2191991 άρθρ10 εις εφαρμογήν του άρθρου 20 της Οδηγίας 86653 ΕΟΚ

43 ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ 2012528 ΣΠΥΡΙΔΑΚΗΣ 2004188 44 Πρβλ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012146

25 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

ο έλεγχος της άνισης κατανομής στο περιεχόμενο της σχετικής συμφωνίας

για να επιβεβαιώνεται ή όχι το στοιχείο της υπέρμετρης δεσμεύσεως45

Πέραν αυτών όμως είναι απαραίτητη και η συγκεκριμενοποίηση του κριτη-

ρίου της άνισης μεταξύ των μερών κατανομής των συμβατικών βαρών και

πλεονεκτημάτων οπότε είναι αναγκαία η αναδρομή σε ιδιαίτερα κριτήρια τα

οποία εφαρμόζει σχεδόν σταθερώς η νομολογία μας46

(1) Ο Μπαλής47 θεωρεί ότι πρέπει να συναρτάται η σχετική κρίση με το

σημείο ldquoμέχρι τοῦ ὁποίου εἶναι νόμῳ προστατεύσιμον τὸ συγκεκριμένον

συμφέρον τοῦ ἐπιβάλλοντος τὸν περιορισμὸνrdquo δηλαδή να συνυπολογί-

ζεται και το μέτρο της οικονομικής θυσίας στην οποία υποβάλλεται

ο ισχυρός συμβαλλόμενος ουσιαστικώς να σταθμίζεται η αξία της συ-

νολικής αντιπαροχής του χωρίς βεβαίως τα δύο αυτά μεγέθη να συ-

μπίπτουν κατrsquo ανάγκην

(2) Σημασίαν έχει και το στοιχείο της χρονικής διάρκειας της δεσμεύσεως

Όσον αφορά σε ρήτρες απαγορεύσεως ανταγωνισμού θεμιτός περιο-

ρισμός θεωρείται η διετία προκειμένου περί συμβάσεως εργασίας και η

πενταετία προκειμένου περί πωλήσεως επιχειρήσεως Αντιθέτως σε

συμβάσεις αποκλειστικής προμηθείας (κυρίως μπύρας ή ενέργειας) και

προμηθείας πρατηρίου βενζίνης η γερμανική νομολογία ανεβάζει το

όριο στα είκοσι περίπου έτη

(3) Σπουδαίο επίσης στοιχείο μετρήσεως του υπέρμετρου ή μη της συμ-

βατικής δεσμεύσεως είναι η τοπική έκτασή της Πρόκειται περί ενός

στοιχείου κινητού εν σχέσει προς την χρονική διάρκεια δεσμεύσεως αλ-

λά και προς τα λοιπά στοιχεία συγκεκριμενοποιήσεως της αόριστης έν-

νοιας του ldquoυπέρμετρουrdquo Δηλαδή δυνατόν όσον ευρύτερη κατά τόπο

και μακρότερη κατά χρόνον είναι η απαγόρευση τόσο μεγαλύτερο θα

πρέπει να είναι το περιουσιακό αντάλλαγμα που λαμβάνει το ασθενέ-

στερο μέρος ώστε να θεωρείται η ρήτρα θεμιτή Απροσδιόριστη κατά

τόπο και χρόνο απαγόρευση χωρίς πρόβλεψη δυνατότητος παύσεως

της δεσμεύσεως με καταγγελία προσδίδει κατά κανόνα ανήθικο χα-

45 Πρβλ ΤΕΛΛΗΣ 2007215 επ 46 Πληρέστερη ανάλυση των κριτηρίων αυτών σχετικώς με την ρήτρα μετασυμβατικής απαγο-

ρεύσεως του ανταγωνισμού βλ σε ΤΕΛΛΗΣ 2007223 επ 47 ΜΠΑΛΗΣ 1944 sect64

26 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

ρακτήρα στην σχετική ρήτρα48 διότι η έννομη τάξη δεν ευνοεί γενικώς

τις δεσμεύσεις μακροχρόνιας ή απεριορίστου διαρκείας49

(4) Το κατrsquo αντικείμενον εύρος της συμβατικἠς δεσμεύσεως είναι επίσης

κριτήριο συγκεκριμενοποιήσεως της αορίστου εννοίας του ldquoυπέρμε-

τρουrdquo Αν δηλαδή ο ασφαλειοδότης παρέχοντας υπέρμετρη εξασφά-

λιση στον δανειστή του μπορεί να ικανοποιήσει και τους λοιπούς δα-

νειστές του ή στον υποβληθέντα σε μετασυμβατική ρήτρα απαγόρευ-

σης ανταγωνισμού εναπομένει κάποια δυνατότητα επιδόσεως σε άλ-

λης μορφής οικονομική δραστηριότητα κατά την διάρκεια της απαγο-

ρεύσεως

Η παράθεση των ανωτέρω κριτηρίων είναι σαφώς ενδεικτική αφού η περί

υπέρμετρου δεσμεύσεως κρίση (πρέπει να) σχηματίζεται από μία συνολική

αξιολόγηση των ειδικών περιστάσεων που συνοδεύουν την επίμαχη σύμβα-

ση Έτσι προσμετρώνται και άλλα στοιχεία ndash κριτήρια όπως οι επαγγελμα-

τικές προοπτικές των συμβαλλομένων ή ο τρόπος λήξεως της συνεργασίας

των

Τέλος η ύπαρξη επίμεπτης υποκειμενικής στάσεως του ισχυροτέρου συμ-

βαλομένου δεν θεωρείται σύμφωνα με κρατούσα γνώμη προϋπόθεση της

ακυρότητας της συμβάσεως50

ε Εφαρμογή της διατάξεως

Η διάταξη (εδ α΄) εφαρμόζεται και στις χαριστικές δικαιοπραξίες51 Δεν ε-

φαρμόζεται η διάταξη όταν υπάρχει νόμος που συγχωρεί την υπέρμετρη δέ-

σμευση της ελευθερίας του προσώπου52 Δεν αποκλείεται η σύμβαση να

προσκρούει εν μέρει στα χρηστά ήθη οπότε έχει εφαρμογή η ΑΚ 181 (Μερι-

κή ακυρότητα δικαιοπραξίας Η ακυρότητα μέρους συνεπιφέρει την ακυρό-

τητα ολόκληρης της δικαιοπραξίας αν συνάγεται ότι δεν θα είχε επιχειρηθεί

χωρίς το άκυρο μέρος)

48 Πρβλ αντί πολλών ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ 2012528 49 Πρβλ αντίθετη άποψη (ΚΙΤΣΑΡΑΣ Ενοχικές δεσμεύσεις της εξουσίας διάθεσης 199957) σε ΓΕΩΡ-

ΓΙΑΔΗΣ 2012 sect 36 υποσημ 12 50 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 1983153 51 Βλ ΑΠ 9991975 (Βrsquo Τμήμα) ΝοΒ 24287 (ldquohellipἀποκλείεται ἡ ἐφαρμογὴ τοῦ ἐπὶ δικαιοπραξιῶν ἐφrsquo

ὧν ἐπίδοσις περιουσίας γίνεται ἄνευ ἀνταλλάγματος ἢ δὲν λαμβάνει χώραν ἀνταλλαγὴ παροχῶν διότι ἐπrsquo αὐτῶν δὲν γεννᾶται ζήτημα προφανοῦς δυσαναλογίας παροχῆς καὶ ἀντιπαροχῆςrdquo)

52 Βλ ΤΟΥΣΗΣ 1978506 επ ndash ΑΠ 1301950 27 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

ϛ Έννομες συνέπειες

(1) Σύμφωνα με την ΑΚ 179 η δικαιοπραξία που δεσμεύει υπερμέτρως την

ελευθερία του προσώπου είναι ldquoΆκυρη ως αντίθετη προς τα χρηστά ή-

θηhelliprdquo και όπως ισχύει για κάθε ανήθικη δικαιοπραξία θεωρείται από-

λυτη53 μπορεί δε να λαμβάνεται υπόψιν και αυτεπαγγέλτως από το

δικαστήριο54 Τούτο είναι λογικό και κατrsquo ακολουθίαν ορθό αφού η

απαγόρευση της υπέρμετρης δέσμευσης της ελευθερίας σκοπεί στην

προστασία της προσωπικότητας ώστε να μην αφαιρείται το αγαθό της

εξουσίας της δικαιοπρακτικής διαθέσεως του μέρους

Προκειμένου όμως περί υπέρμετρης δεσμεύσεως της οικονομικής ε-

λευθερίας προσώπου δηλαδή οικονομικών συμφερόντων των οποίων

η διαφύλαξη είναι αποκλειστική υπόθεση του προσώπου αυτού τότε

σε μια τέτοια περίπτωση το πρόσωπο αυτό και μόνο μπορεί να κρίνει

καλλίτερα από κάθε άλλον αν η άρση των δικαιοπρακτικών αποτελεσμά-

των με την επίκληση της ΑΚ 179α ακυρότητος εξυπηρετεί πράγματι τα

συμφέροντά του5556

(2) Η ακυρότητα είναι κατά κανόνα ολική ιδία όσον αφορά σε υπέρμετρη

δέσμευση της προσωπικής ελευθερίας57 Στις περιπτώσεις όμως όπου

ο ανήθικος χαρακτήρας προσδιορίζεται από οικονομικής φύσεως α-

νταλλάγματα θα πρέπει να είναι δυνατή η μερική ακυρότητα ώστε με-

τά την αφαίρεση του αδίκου μέρους να μπορεί να ισχύσει η σύμβαση

με το υπόλοιπο ορθό περιεχόμενο της και έτσι το ασθενέστερο μέρος

να ldquoαπολαύσει τελικά την πολύτιμη γιrsquo αυτόν παροχή του αντισυμβαλ-

λομένου του αλλά με δίκαιους τώρα όρουςrdquo Την δυνατότητα της μερικής

ακυρότητος φαίνεται να δέχεται η κρατούσα γνώμη πράγμα που ση-

μαίνει ότι το δικαστήριο έχει την δυνατότητα να μειώσει μετά από αί-

τηση του βλαπτομένου την δέσμευση αυτού στο προσήκον μέτρο

53 ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ 2012525 επ 54 ΛΑΔΑΣ 1979159 επ 55 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012153 56 Θεωρείται ότι σε παρόμοιες περιπτώσεις πρέπεται η (κατrsquo εξαίρεσιν) σχετική ακυρότητα διότι η

απόφαση για την διατήρηση ή άρση των δικαιοπρακτικών αποτελεσμάτων πρέπει να ανήκει αποκλειστικώς στο βλαπτόμενο από την συμβατική ρύθμιση μέρος το οποίο γνωρίζει κάλλιον παντός άλλου το τι πράγματι το συμφέρει άλλως υπάρχει ανεπίτρεπτη κηδεμόνευση των συμφερόντων αυτού του συμβαλλομένου (ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2013113)

57 εα 2α 28 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

3 Η Καταπλεονεκτική Δικαιοπραξία

α Γενικά ndash σχέση με ΠΚ 404 405

Σύμφωνα με το πραγματικό της ΑΚ 179βrsquo καταπλεονεκτική δικαιοπραξία

υπάρχει όταν στο πρόσωπο του καταπλεονεκτούμενου συντρέχουν προφα-

νής δυσαναλογία παροχής και αντιπαροχής ανάγκη κουφότητα ή απειρία

και εκμετάλλευση της μειονεκτικής αυτής θέσεως από τον καταπλεονέκτη

Σύμφωνα με την νομολογία για την πλήρωση του πραγματικού απαιτείται η

συνδρομή και των τριών αυτών προϋποθέσεων σωρευτικώς

Γίνεται δεκτό ότι σε περίπτωση ελλείψεως κάποιου από τα ανωτέρω στοι-

χείου καταφάσκεται η ακυρότητα της δικαιοπραξίας με αναγωγή στην γενι-

κή ρήτρα της ΑΚ 178 υπό την προϋπόθεση ότι συντρέχουν πρόσθετα στοι-

χεία τα οποία μπορούν να προσδώσουν στην δικαιοπραξία το χρώμα της α-

νηθικότητας

Εκδήλωση της απαγορεύσεως της καταπλεονεκτήσεως αποτελεί η ρύθμιση

των άρθρων ΠΚ 404 (τοκογλυφία) και ΠΚ 405 (αισχροκέρδεια) το πραγμα-

τικό των οποίων είναι ουσιαστικώς ίδιο με αυτό της ΑΚ 179βrsquo Αν και τίποτε

δεν εμποδίζει για την ακυρότητα καταπλεονεκτικής δικαιοπραξίας την πα-

ράλληλη επίκληση και των δύο νομοθετικών βάσεων ορθότερη θεωρείται να

διαφυλαχθεί η αυτονομία της ρυθμίσεως της ΑΚ179βrsquo αφού ο νομοθέτης

φαίνεται ότι θέλησε να ρυθμίσει ρητώς τις συνέπειες της καταπλεονεκτήσε-

ως τον ΑΚ

β Προϋποθέσεις εφαρμογής της διατάξεως

Καταπλεονέκτηση μπορεί να υπάρχει σε κάθε τύπο επαχθούς δικαιοπραξίας

με περιουσιακό περιεχόμενο58 οι οποίες μπορεί να είναι αμφοτεροβαρείς

ετεροβαρείς αιτιώδεις αναιτιώδεις (όπως πχ η αγοραπωλησία η μίσθωση

58 Διαφορετικό είναι το ζήτημα της παροχής περιουσιακού ωφελήματος με ldquoανεξάρτητηrdquo μονομε-ρή δικαιοπραξία με την οποία προσδίδεται καταπλεονεκτικό χρώμα σε προηγούμενη σύμβαση από την οποία θα πηγάζει συνήθως η υποχρέωση για τέλεση της μονομερούς δικαιοπραξίας (πχ παροχή υποθήκης)

29 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

πράγματος ή έργου ή εργασίας η εταιρεία η σύμβαση μεσιτείας ή εγγύηση)

όταν αυτές καταρτίζονται με δυσανάλογο αντάλλαγμα59

Η ΑΚ 179βrsquo δεν εφαρμόζεται στις χαριστικές δικαιοπραξίες γιατί η επίδοση

της περιουσίας γίνεται χωρίς αντάλλαγμα και έτσι δεν υπάρχει δυσαναλογία

παροχής και αντιπαροχής όπως πχ στην δωρεά στην εντολή στην άφεση

χρέους στην παρακαταθήκη χωρίς αμοιβή ή στην εγγύηση εκτός αν αυτή

ανελήφθη στο πλαίσιο μιάς αμφοτεροβαρούς συμβάσεως με ευρύτερο περι-

εχόμενο

γ Προφανής δυσαναλογία μεταξύ παροχών

Στην καταπλεονεκτική σύμβαση η ελευθερία δικαιοπρακτικής αποφάσεως

του καταπλεονεκτούμενου είναι διαταραγμένη αφού αυτός ευρίσκεται σε

μία δυσμενή σε σχέση με τον καταπλεονέκτη θέση που δεν του επιτρέπει να

προασπίσει ορθολογικώς τα συνδεόμενα με την σύμβαση συμφέροντά του

έτσι ο μηχανισμός συμβάσεως δεν μπορεί εδώ να παράσχει κανένα εχέγγυο

ορθότητος Ότι το περιεχόμενο της καταπλεονεκτικής συμβάσεως δεν είναι

ldquoορθόrdquo μαρτυρεί τελικώς η ύπαρξη της προφανούς δυσαναλογίας

Η προφανής δυσαναλογία των ανταλλασσομένων παροχών ανάγεται σε

απαραίτητο στοιχείο του πραγματικού της καταπλεονεκτήσεως στην ΑΚ

179βrsquo ενώ ταυτοχρόνως είναι και πρόβλημα που για να κατανοηθεί σωστά

πρέπει να φωτισθεί μέσα από τον συνδυασμό και την αντίθεση μιάς πλειά-

δος αρχών οι οποίες σε κινητή μεταξύ των σχέση συγκροτούν το σύστημα

του δικαίου των ενοχικών συμβάσεων60

Ως έννοια αόριστη είναι αναμφισβητήτως έννοια νομική και η υπαγωγή σε

αυτήν της σχέσεως αξίας των αμοιβαίων παροχών αποτελεί κρίσιν αξιολο-

γική υποκείμενη στον έλεγχο του ΑΠ61

Ομοφώνως γίνεται δεκτό ότι αφετηρία της κρίσεως περί υπάρξεως ή μη

προφανούς δυσαναλογίας πρέπει να αποτελεί η αντικειμενική αξία των α-

νταλλασσομένων παροχών δηλαδή η συνήθης στις συναλλαγές αξία62 Έτσι

59 Βλ ΜΠΑΛΗΣ 1944190 (sect66) 60 Βλ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 19837 σημ 23 61 ΦΙΛΙΟΣ 2011 sect147Β 62 Πρβλ ΑΠ 20952009 (Α1 Τμήμα) ldquohellipφανερή δυσαναλογία μεταξύ παροχής και αντιπαροχής

είναι αυτή που υποπίπτει στην αντίληψη λογικού και έχοντος πείρα των σχετικών συναλλαγών ανθρώπου και η οποία υπερβαίνει το μέτρο κατά το οποίο είναι ανθρωπίνως φυσικό να απο-κομίζει ο ένας κάποιο όφελος από σύμβαση οικονομικού περιεχομένου επί ζημία του άλλουrdquo

30 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

διαπιστουμένης της αντικειμενικής αξίας των αμοιβαίων παροχών ακολου-

θεί η κρίση για το αν υφίσταται μεταξύ των προφανής δυσαναλογία λαμβα-

νομένων πάντοτε υπrsquo όψιν της φύσεως της συμβάσεως και του επιδιωκομέ-

νου με αυτήν οικονομικού σκοπού63 ενώ στις περιπτώσεις ακινήτων χρη-

σιμοποιείται ευρέως στην πράξη το κριτήριο της laesio enormis64

Ένα επιπλέον στοιχείο που λαμβάνεται υπrsquo όψιν για την διαπίστωση της υ-

πάρξεως προφανούς δυσαναλογίας είναι η λεγομένη ldquoρήτρα προσθέσεωςrdquo

δηλαδή το άθροισμα των ωφελημάτων που έλαβε ο καταπλεονέκτης και των

περιουσιακών ωφελημάτων που επιπροσθέτως κατέβαλλε ο καταπλεονε-

κτούμενος σε τρίτα πρόσωπα (πχ μεσιτεία αμοιβές σε βοηθητικά πρόσωπα

κλπ)

Υπάρχουν όμως και μερικά σχετιζόμενα με την δυσαναλογία των ανταλ-

λασσομένων παροχών ειδικότερα προβλήματα που εμφανίζονται συχνά

στην δικαστηριακή πράξη παρουσιάζοντα ταυτοχρόνως σπουδαίο δογματι-

κό ενδιαφέρον

(1) Πρόσθετο τίμημα στην πώληση ακινήτου μπορεί να ληφθεί υπrsquo όψιν

το επιπλέον του αναγραφομένου στο συμβολαιογραφικό έγγραφο τι-

μήματος επιπροσθέτως καταβληθέν τίμημα

(2) Το καταπλεονεκτικό σύμφωνο εξωνήσεως η συνομολόγηση δικαιώ-

ματος εξωνήσεως με τίμημα προφανώς δυσανάλογο εν σχέσει προς αυ-

τό της πωλήσεως μήπως υποκρύπτει τοκογλυφικό δάνειο Εδώ θα

πρέπει να σταθμιστεί η δυνατότητα του πωλητή να αποτρέψει την κα-

ταπλεονεκτική γιrsquo αυτόν ρύθμιση ασκώντας το δικαίωμα εξωνήσεως

Εάν δηλαδή ο πωλητής ασκήσει αυτό το δικαίωμα παρά την προφανή

δυσαναλογία η πώληση δεν έχει καταπλεονεκτικό χαρακτήρα

(3) Η διαπίστωση της προφανούς δυσαναλογίας στον συμβιβασμό τα

συγκρινόμενα μεγέθη είναι οι αμοιβαίες παραχωρήσεις των μερών και

όχι οι εκατέρωθεν αναλαμβανόμενες υποχρεώσεις προς παροχή Η σω-

στή όμως εκτίμηση των παραχωρήσεως προϋποθέτει ως αφετηρία

63 ΑΠ 20952009 64 Ο ΛΙΤΖΕΡΟΠΟΥΛΟΣ 1932208 επ προτείνει αποδοχή της υπάρξεως προφανούς δυσαναλογίας

όταν η μία παροχή δεν φθάνει το 60 ή 50της αξίας της άλλης Βλ επίσης υποσημείωση 560 στο ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012

31 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

την νομική κατάσταση που υπήρχε πριν τον συμβιβασμό υπερβολικές

αξιώσεις προβαλλόμενες αυθαιρέτως δεν λαμβάνονται εδώ υπrsquo όψιν

Η ύπαρξη της προφανούς δυσαναλογίας κρίνεται κατά τον χρόνο καταρτί-

σεως της συμβάσεως είναι αδιάφορο αν η προφανής δυσαναλογία επήλθε

αργότερα εκτός της περιπτώσεως όπου ο καταπλεονεκτούμενος στο πλαί-

σιο της υφισταμένης κυρίας συμβατικής σχέσεως συνομολογεί ή παρέχει

πρόσθετα περιουσιακά ωφελήματα (πχ εμπράγματη ασφάλεια) που προσ-

δίδουν πλέον στην συνολική συναλλαγή καταπλεονεκτικό χρώμα

δ Ανάγκη Κουφότητα Απειρία

(1) Ανάγκη

Είναι η κατάσταση ενός προσώπου (του δικαιοπρακτούντος ή κάποιου

που συνδέεται στενά με αυτόν) που ευρίσκεται σε άμεσο οικονομικό ή

άλλο κίνδυνο65 η αντιμετώπιση του οποίου είναι ανεπίδεκτη αναβο-

λής66 Η ανάγκη πρέπει να έχει χαρακτήρα επιτακτικό και να είναι τόσο

σοβαρή ώστε αντικειμενικώς κρινομένη να μπορεί να θεωρηθεί ότι

κάθε εχέφρων άνθρωπος θα οδηγείτο στην ίδια δικαιοπρακτική συ-

μπεριφορά

Ενώ η φύση της ανάγκης είναι συνήθως οικονομική η σπουδαιότητα

του διακινδυνευομένου αγαθού καθορίζει το αν η συγκεκριμένη κάθε

φορά περίπτωση μπορεί να υπαχθεί ή όχι στην ρύθμιση της ΑΚ 179βrsquo

Είναι αδιάφορο αν η ανάγκη είναι μόνιμη ή παροδική αφού αποφασι-

στική για την εφαρμογή της ΑΚ 179βrsquo είναι η ύπαρξη ανάγκης μόνο κα-

τά τον χρόνο καταρτίσεως της δικαιοπραξίας Η ανάγκη πρέπει να είναι

πραγματική και άμεση επιτακτική και ανεπίδεκτη αναβολής

(2) Κουφότητα

Προϋπόθεση της ορθής λειτουργίας της ιδιωτικής αυτονομίας είναι η

εκ μέρους των αντισυμβαλλομένων ορθολογική στάθμιση των υπέρ και

κατά της συμβατικής ρυθμίσεως Όταν όμως ο αντισυμβαλλόμενος α-

διαφορεί λόγω απερισκεψίας ή ελλείψεως επαρκούς σκέψεως και δεν

αποδίδει στις πράξεις του την σημασία την αξία και τις συνέπειες που

έχουν αυτές τότε η συναλλακτική συμπεριφορά του χαρακτηρίζεται

65 ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ 2012530 66 ΑΠ 19982007

32 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

από κουφότητα Η κουφότητα μπορεί να οφείλεται σε οποιονδήποτε

λόγο όπως είναι η πνευματική νόσος ου δεν επέφερε όμως ολική ή με-

ρική ασυνειδησία των πράξεων του προσώπου ώστε να το κάνει εντε-

λώς ή περιορισμένως ανίκανο για την σύνταξη δικαιοπραξίας67

(3) Απειρία

Ως απειρία νοείται η έλλειψη της περί τη ζωή και τις συναλλαγές πεί-

ρας68 Το ερώτημα όμως είναι αν η σχετική με συγκεκριμένη δικαιο-

πραξία απειρία στοιχειοθετεί την απειρία της ΑΚ 179βrsquo ή όχι Γίνεται

δεκτό ότι υπάρχουν τρείς διαβαθμίσεις69 της απειρίας

(α) Η καθολική όπου ο συμβαλλόμενος στερείται παντελώς συναλ-

λακτικής πείρας και κατά συνέπειαν η περίπτωσή του υπάγεται

στην ρύθμιση της ΑΚ 179β΄

(β) Η απειρία σε ορισμένο μόνο συναλλακτικό τομέα (λχ πράξεις

επί ακινήτων χρηματιστηριακές συναλλαγές κλπ) εδώ η απειρία

δεν αποτελεί σταθερή ιδιότητα του προσώπου και παρά το ότι η

γενική του πείρα του επιτρέπει να κρίνει το επισφαλές της δικαι-

οπραξίας στην οποία προβαίνει η ελευθερία δικαιοπρακτικής α-

ποφάσεώς του δεν παύει να είναι διαταραγμένη Κατά συνέπεια

δικαιούται της προστασίας της ΑΚ 179βrsquo

(γ) Προβληματική αλλά και με πολύ μεγάλη πρακτική σημασία είναι

η τρίτη μορφή απειρίας που χαρακτηρίζεται από την έλλειψη ει-

δικών γνώσεων πού έχει ανάγκη ο σύγχρονος καταναλωτής στις

καθημερινές συναλλαγές του γνώσεων απαραιτήτων για τον

σχηματισμό σωστής εικόνας της προσφερόμενης σε αυτόν παρο-

χής Κι΄ εδώ η ελευθερία δικαιοπρακτικής αποφάσεως του κατα-

ναλωτή αδαούς όντος λόγω ανεπαρκούς πληροφορήσεως εμφα-

νίζεται διαταραγμένη και άξια της κατά την ΑΚ 179βrsquo προστασίας

ε Εκμετάλλευση

Ενώ η νομολογία μας θεωρεί αναγκαίο στοιχείο της ΑΚ 179βrsquo την υποκειμενι-

κή προϋπόθεση της εκμεταλλεύσεως την οποία πρέπει να αποδεικνύει ο ε-

67 ΑΠ 3821992 ΝοΒ 41874 68 ΑΠ 9362007 69 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012196 επ

33 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

πικαλούμενος την εφαρμογή της διατάξεως δεν έχει μέχρι τώρα αποσαφη-

νιστεί πλήρως σε τι ακριβώς συνίσταται η ldquoεκμετάλλευσηrdquo Βέβαιο πάντως

είναι ότι το στοιχείο αυτό δεν θα πρέπει να θεωρηθεί ως ηθική μομφή στο

πρόσωπο του καταπλεονέκτη

Κατrsquo αρχάς απορρίπτεται η επίκληση δόλου αφού ο δόλος απαιτείται από

την λειτουργία της ποινής και είναι ξένος προς τον λειτουργικό ρόλο της α-

κυρότητας της ανήθικης δικαιοπραξίας Το ότι δεν πρόκειται περί μομφής

φαίνεται στις περιπτώσεις καταρτίσεως δικαιοπραξίας κατά παράκλησιν

του αντισυμβαλλομένου και όχι από εκμεταλλευτική διάθεση του καταπλεο-

νέκτη Επιπλέον εάν επρόκειτο περί συνειδήσεως της ανηθικότητος εκ μέ-

ρους του καταπλεονέκτη μια τέτοια συνείδηση λόγω του περιεχομένου σε

αυτήν αξιολογικού και βουλητικού στοιχείου θα ισοδυναμούσε με πταίσμα

και δη στον βαθμό του dolus malus στοιχείου όμως ξένου προς την προ-

βληματική των ανήθικων γενικώς δικαιοπραξιών

Η ελληνική νομολογία φαίνεται να ακολουθεί την άποψη ότι ο καταπλεονέ-

κτης γνωρίζει την συναλλακτικώς δυσμενή θέση του καταπλεονεκτούμενου

και την προφανή δυσαναλογία μεταξύ παροχής και αντιπαροχής στοιχεία τα

οποία δεν θεωρεί ως λόγο προσωπικής μομφής κατά του καταπλεονέκτη αλ-

λά καταλογισμού σε αυτόν του κινδύνου της ακυρότητας της δικαιοπραξίας

Τα δικαστήρια φαίνεται ότι ταυτίζουν την εκμετάλλευση με την εκ μέρους

του καταπλεονέκτη γνώση της συναλλακτικώς δυσμενούς θέσεως του κα-

ταπλεονεκτούμενου Είναι συνήθης στις αποφάσεις η επωδός ldquoεπωφελήθη-

κεrdquo70 της γνωστής σε αυτόν ανάγκης κουφότητας ή απειρίας Γίνεται όμως

παγίως δεκτό ότι αν ο καταπλεονέκτης αγνοούσε την κατάσταση του αντι-

συμβαλλομένου του δεν υπάρχει εκμετάλλευση κατά την ΑΚ 179βrsquo Και βε-

βαίως ερωτάται γιατί θα πρέπει να γνωρίζει μόνο την ανάγκη κουφότητα ή

απειρία και όχι και την προφανή δυσαναλογία των αμοιβαίων παροχών

4 Έννομες συνέπειες

Η καταπλεονεκτική δικαιοπραξία είναι απολύτως άκυρη και για τα δύο μέρη

κατά την έννοια της ΑΚ 180 Την ακυρότητα μπορεί να προβάλλει και κάθε τρίτος

70 Πρβλ ΑΠ 20952009 34 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

που έχει έννομο συμφέρον επομένως και ο κληρονόμος ενός από τους συναλλαγέ-

ντες71

Δεν αποκλείεται και μερική ακυρότητα της δικαιοπραξίας Τούτο θα συμβεί

εάν μπορεί να προσδιορισθεί ακριβώς η μεταξύ παροχής και αντιπαροχής αναλο-

γία οπότε η δικαιοπραξία είναι άκυρη κατά το υπερβάλλον72 Κατά πόσον σε τέ-

τοια περίπτωση η μερική ακυρότητα θα συνεπιφέρει την ακυρότητα της όλης δι-

καιοπραξίας κρίνεται κατά την ΑΚ 18173

Σύμβαση εντόκου δανείου μπορεί να χαρακτηρισθεί καταπλεονεκτική συμ-

φώνως προς την ΑΚ 179 μόνο στην περίπτωση συνομολογήσεως ή λήψεως αθέ-

μιτων (τοκογλυφικών) τόκων εν σχέσει προς την αντιπαροχή με την εκμετάλ-

λευση της ανάγκης κουφότητας κλπ του δανεισθέντος οπότε και επέρχεται είτε

ολοκληρωτική και απόλυτη ακυρότητα της καταπλεονεκτικής δικαιοπραξίας κα-

τά τον κανόνα της ΑΚ 181 είτε μερική ακυρότητα οπότε αφού προσδιορισθεί

ακριβώς η μεταξύ παροχής και αντιπαροχής αναλογία η δικαιοπραξία είναι αι-

σχροκερδής και άκυρη κατά το υπερβάλλον

Η προβολή της ακυρότητας από εκείνον που μετήλθε την εκμετάλλευση

μπορεί να αποκρουσθεί με την ένσταση της ΑΚ 281 Αυτό μπορεί να συμβεί όταν

το δικαίωμα ακυρώσεως ασκείται καθυστερημένα εφ΄ όσον όμως συντρέχουν

και άλλα περιστατικά74

Οι παροχές που έγιναν σε εκπλήρωση της καταπλεονεκτικής υποσχετικής

συμβάσεως μπορούν να αναζητηθούν είτε με διεκδικητική αγωγή είτε με αγωγή

αδικαιολόγητου πλουτισμού Αυτός που ζημιώθηκε από την αισχροκερδή δικαιο-

πραξία δικαιούται εφ΄ όσον συντρέχουν οι όροι των ΑΚ 919 και ΑΚ 914 και απο-

ζημιώσεως

71 ΑΠ 9362007 72 ΜΠΑΛΗΣ 1944191 73 ΜΠΑΛΗΣ op cit 74 Για την προστασία των καλόπιστων τρίτων μέσω της ΑΚ 281 βλ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012232 επ

35 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ ΣΤ ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ Γενικές Αρχές Αστικού Δικαίου Π Ν Σάκκουλας 2012 ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ ΣΤ ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ndash ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟΣ ΠΑΝ ΜΙΧΑΗΛ Αστικός Κώδικας κατ΄ άρ-

θρο ερμηνεία τόμος Ι Π Ν Σάκκουλας 1978 ΛΑΔΑΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ Α Η ακυρότητα της δικαιοπραξίας λόγω αντιθέσεως εις τα χρη-

στά ήθη χό Θεσσαλονίκη 1979 ΛΙΤΖΕΡΟΠΟΥΛΟΣ Γ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ Η Νομολογία ως παράγων διαπλάσεως του ιδιωτικού

δικαίου Θεσσαλονίκη 1932 ΜΠΑΛΗΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ Α Γενικαί αρχαί του Αστικού Δικαίου Παπαζήσης 1944 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ ΑΛ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ Οι καταπλεονεκτικές δικαιοπραξίες Σάκκουλας Αντ

Ν 1983 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ ΑΛ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ Δικαιοπραξιες αντίθετες προς τα χρηστά ήθη Σάκ-

κουλας Αντ Ν 2012 ΠΑΠΑΣΤΕΡΙΟΥ Η ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ Αστικό Δίκαιο Επιτομή Εκδόσεις Σάκκουλα ΑΕ 2010 ΣΠΥΡΙΔΑΚΗΣ Σ ΙΩΑΝΝΗΣ Εγχειρίδιο Αστ Δικαίου 1 - Γενικές Αρχές Αντ Ν Σάκκου-

λας 2004 ΤΕΛΛΗΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ Δ Ρήτρα μετασυμβατικής απαγόρευσης ανταγωνισμού στο δί-

καιο εταιρειών και επιχειρήσεων λειτουργία και δικαστικός έλεγχος του περιε-χομένου της Εκδόσεις Σάκκουλα ΑΕ 2007

ΤΟΥΣΗΣ ΧΡ ΑΝΔΡΕΑΣ Γενικαί Αρχαί του Αστικού Δικαίου μετʹ εισαγωγής εις το δίκαι-ον εν γένει Αφοί Σάκκουλα 1978

ΤΡΙΑΝΤΟΣ Τ ΝΙΚΟΛΑΟΣ Δικαιοπραξιες Νομική Βιβλιοθηκη 2011 ΤΡΙΑΝΤΟΣ Τ ΝΙΚΟΛΑΟΣ Αστικό Δίκαιο-Επιτομή Νομική Βιβλιοθήκη 2013 ΦΙΛΙΟΣ ΧΡ ΠΑΥΛΟΣ Γενικές Αρχές Αστικού Δικαίου Εκδόσεις Σάκκουλα ΑΕ 2011 ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΕΙΣ ΑΝΔΡΟΥΛΙΔΑΚΗ-ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗ ΙΣΜΗΝΗ Η αντίθεση της διαθήκης στα χρηστά ήθη ΝοΒ

301234 ΠΕΛΕΝΗ-ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ Α Η αντιμετώπιση από τη νομολογία του άρθρου 179 περ

α΄ ΑΚ ΕλλΔνη 199459 ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟΣ ΠΑΝ ΜΙΧΑΗΛ-ΛΑΔΟΓΙΑΝΝΗΣ ΓΕΩΡ Κριτήρια αντίθεσης συμφώνου

προτίμησης προς τα χρηστά ήθη (γνμδ) ΧρΙΔ 1263 ΤΟΥΣΗΣ ΧΡ ΑΝΔΡΕΑΣ Η έννοια των χρηστών ηθών ΕΕΝ 231956 ΦΑΣΟΥΛΑΣ ΖΗΣΗΣ Η απάτη και η ακυρότητα της δικαιοπραξίας ως αντίθετη στα

χρηστά ήθη ΠοινΧρ 921032

36 36

  • 2 Συμβατική ελευθερία και γενικές ρήτρες
  • 4 Κριτήρια προσδιορισμού των χρηστών ηθών
    • Μια πρώτη κατηγοριοποίηση όμως αντίθεσης στα χρηστά ήθη μπορεί να γίνει με βάση το αν αυτή προκύπτει από το περιεχόμενο τους
      • 10 Ακυρότητα
      • α Απόλυτη ή σχετική
      • β Συνολική ή μερική
      • γ Ακυρότητα στις αιτιώδεις και αναιτιώδεις δικαιοπραξίες
      • 11 Δικονομική μεταχείριση
      • 12 Επίγραμμα

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

τητα της υποσχετικής δικαιοπραξίας δεν συμπαρασύρει την εμπράγμα-

τη αφού η μεταβίβαση χρημάτων είναι πράξη ηθικά ουδέτερη28

Ακριβώς επειδή η παροχή είναι έγκυρη αυτή δεν αναζητείται (εκτός

και μόνο αν το ανήθικο της αιτίας δεν βαρύνει τον δόντα) Αν βαρύνει

και αυτόν ή πολύ περισσότερο μόνο αυτόν τότε δεν αναζητείται

Πράγματι θα ήταν παράδοξο η έννομη τάξη να προστατεύει πρόσωπα

που μετήλθαν ανήθικων μέσων και προέβησαν σε δελεαστικές παροχές

για την επίτευξη μιας ανήθικης συμπεριφοράς και να τα επιβραβεύει με

την επιστροφή σε αυτά των έστω και άνευ ανταλλάγματος δοθέντων

ακόμα και στην εξαιρετική περίπτωση που και ο λήπτης βαρύνεται με

ανηθικότητα Η ρωμαϊκή αρχή laquoεν ίση αισχρότητι κρείσσων ο νεμόμε-

νοςraquo ορθά βρίσκει εδώ την εφαρμογή της29

Η ακυρότητα είναι αναδρομική (ex tunc) εκτός από τις διαρκείς συμ-

βάσεις (πχ σύμβαση εργασίας) Σε αυτές γίνεται δεκτό ότι εφόσον λει-

τούργησαν για ένα χρονικό διάστημα αναπτύσσοντας τα έννομα απο-

τελέσματα τους έχει δημιουργηθεί μια πραγματική κατάσταση η ο-

ποία αποτελεί και την αιτία διατήρησης των μέχρι τότε παροχών ενώ η

επίκληση της ακυρότητας τους έχει τα αποτελέσματα της καταγγελίας

λειτουργώντας μόνο για το μέλλον (ex nunc)

11 Δικονομική μεταχείριση

Η επίκληση της ακυρότητας αφού πρoβληθούν τα πραγματικά περιστατικά

γίνεται από οποιονδήποτε έχει έννομο συμφέρον ακόμα δε και από τον ίδιο τον

καθrsquo ου η μομφή για την επιλήψιμη συμπεριφορά αν και σε περίπτωση αυτή η ε-

πίκληση της θα μπορούσε να θεωρηθεί ως κατάχρηση δικαιώματος

Όσον αφορά το βάρος της απόδειξης στις μεν αιτιώδεις δικαιοπραξίες αυτός

που επικαλείται την εγκυρότητά της οφείλει να αποδείξει την ύπαρξη του κύρους

της αιτίας ενώ αντίθετα στις αναιτιώδεις δικαιοπραξίες το βάρος αποδείξεως φέ-

ρει εκείνος ο οποίος ασκεί είτε με αγωγή είτε με ένσταση την αξίωση αδικαιολογή-

του πλουτισμού (Αντιστροφή του βάρους της απόδειξης)

28 Βλ και ΧΡ ΜΥΛΩΝΟΠΟΥΛΟΥ Ποινικό Δίκαιο Ειδικό μέρος σελ22 29 Βλ και ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟ Επιτομή Γενικού Ενοχικού κεφ Περί αδικαιολόγητου πλουτισμού που μάλ-

λον διαφωνεί 20 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

12 Επίγραμμα

Οι δρόμοι του δικαστή του νομοθέτη και γενικότερα του εκάστοτε ερμηνευ-

τή του δικαίου είναι παράλληλοι και αλληλοσυμπληρώνονται Κοινός στόχος η εύ-

ρυθμη λειτουργία μιας κοινωνίας με σεβασμό στα βασικά ανθρώπινα δικαιώματα

στην αξία του ανθρώπου και στους θεσμούς όπως αυτοί διαμορφώνονται στην

πορεία του χρόνου

Όμως η δικαιοσύνη δεν είναι μόνο μια αφηρημένη ιδέα για τη θεσμική διάρ-

θρωση μιας κοινωνίας αλλά πρέπει να ενδιαφέρεται για τη ζωή που διάγουν οι

άνθρωποι στην πραγματικότητα και ότι καθιστά τη ζωή άξια για να τη ζουν

Γιrsquo αυτό ο ρόλος του ερμηνευτή του δικαίου και ιδίως του δικαστή είναι

κομβικός Και δεν είναι ο ρόλος αυτός παθητικός ούτε απλά συνθετικός Κινούμε-

νος εντός των εξουσιών που το Σύνταγμα του έχει προσδώσει δε στηλιτεύει αλλά

κατανοεί διαπλάθει αλλά και εξισώνει -εντός πάντοτε του θετού δικαίου

Και αν και κατά τη γενική αντίληψη ο λαός πρέπει να έχει νομολογία προ-

σαρμοσμένη στο βαθμό της ηθικής του πολλές φορές αναδεικνύεται η αντίστρο-

φη ανάγκη Να είναι η νομολογία αρωγός ώστε ο λαός να προσανατολιστεί στα

σύγχρονα ήθη και στις πολυπολιτισμικές ιδιομορφίες

Η ερμηνεία του άρθρου 178 ΑΚ αποτελεί μια χαρακτηριστική τέτοια περί-

πτωση-

21 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

Β

ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΜΕ ΤΗΝ ΟΠΟΙΑ ΔΕΣΜΕΥΕΤΑΙ ΥΠΕΡΒΟΛΙΚΩΣ Η ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΤΟΥ ΠΡΟΣΩΠΟΥ [ΚΑΤΑΔΥΝΑΣΤΕΥΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ] ndash

ΚΑΤΑΠΛΕΟΝΕΚΤΙΚΗ [ΑΙΣΧΡΟΚΕΡΔΗΣ] ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ (ΑΚ 179)

[Σπύρος Γ Παπαγιάννης]

1 Η σχέση μεταξύ των δύο ειδικών πραγματικών του άρθρου ΑΚ 179

Το δίκαιο προκειμένου να εξυπηρετεί τον κοινωνικό βίο των ανθρώπων εν-

σωματώνει στους κανόνες που το συγκροτούν τα παραγγέλματα της κοινωνικής

ηθικής δηλαδή τις επικρατούσες στην κοινωνία θεμελιώδεις αξιολογικές παρα-

στάσεις30 Έτσι η ΑΚ 178 με τον όρο ldquoχρηστά ήθηrdquo οριοθετεί την λειτουργία της

ιδιωτικής αυτονομίας μέσα στα όρια αυτού που αξιοί ο μέσης ηθικής κοινωνός του

δικαίου με σκοπό την αποτροπή καταχρήσεως κατά την διάπλαση ιδιωτικών εν-

νόμων σχέσεων και άμεσο αποτέλεσμα την άρνηση της έννομης τάξεως να προσ-

δώσει νομικό κύρος σε δικαιοπρακτικές ρυθμίσεις που προσβάλλουν τις αξίες των

οποίων αυτή επιδιώκει την πραγμάτωση31

Ενώ όμως το άρθρο ΑΚ 178 λειτουργεί ως γενική ρήτρα στο άρθρο ΑΚ 179

τυποποιούνται τα πραγματικά δύο ldquoειδικώνrdquo δικαιοπραξιών που αντιτίθενται στα

χρηστά ήθη οι ldquoκαταδυναστευτικέςrdquo συμβάσεις (ή ldquoφιμωτικέςrdquo32 δικαιοπραξίες)

και οι ldquoκαταπλεονεκτικέςrdquo συμβάσεις (ή ldquoαισχροκερδείςrdquo33 δικαιοπραξίες) Στην

πρώτη κριτήριο είναι η υπέρμετρη34 δέσμευση της ελευθερίας του προσώπου

ενώ στην δεύτερη κριτήριο αποτελεί η εκμετάλλευση της διαπραγματευτικής μει-

ονεξίας του αντισυμβαλλομένου ιδία όσον αφορά στην υπέρμετρη δέσμευση της

οικονομικής του ελευθερίας

2 Η Καταδυναστευτική Δικαιοπραξία

30 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 201217 31 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 201218 σημ 3 32 ΦΙΛΙΟΣ 2011353 33 ΦΙΛΙΟΣ opcit 34 Η ΑΚ 179α΄ αναφέρει ldquohellipδεσμεύεται υπερβολικάhelliprdquo Προτιμώ ως αποδίδουσα επί το ορθότερο

την έννοια του laquoμεγέθουςraquo της δεσμεύσεως την χρήση της λέξεως ldquoυπέρμετραrdquo λέξη-όρο που χρησιμοποιείτο στον ΑΚ προ της μεταγλωττίσεώς του στην δημοτική (την [φεύ] γλώσσα της ldquoπλέριας κατανόησηςrdquohellip)

22 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

α Έννοια

Ως ldquoκαταδυναστευτικήrdquo δικαιοπραξία νοείται κυρίως η σύμβαση (ή μεμονω-

μένη ρήτρα που περιέχεται σε σύμβαση) επί τη βάσει της οποίας δεσμεύεται

υπερμέτρως35 η προσωπική οικονομική επαγγελματική ή καλλιτεχνική ε-

λευθερία του αντισυμβαλλομένου δημιουργώντας ένα είδος υποτέλειας ένα-

ντι του άλλου μέρους36 Στην έννοια της καταδυναστεύσεως της ΑΚ 179α ε-

μπίπτει και κάθε συμβατικός περιορισμός που φέρει ως συνέπεια την υπέρ-

μετρη δέσμευση της ελευθερίας του προσώπου για ανάπτυξη οποιασδήποτε

εκδηλώσεως της προσωπικότητός του37 Είναι φανερόν ότι η ελληνική δη-

μόσια τάξη συγκεκριμενοποιεί την ρήτρα των χρηστών ηθών με την χρήση

μιάς θεμελιώδους δικαιϊκής αξίας της ελευθερίας του προσώπου εδώ ουσι-

αστικώς η συνταγματική τάξη (πχ Σ 5 sect 1) επιβάλλει τα πρόσωπα να παρα-

μένουν ελεύθερα

β Ελευθερία του προσώπου - δέσμευση

Στο πραγματικό της ΑΚ 179α΄ υπάγονται δύο κατά βάσιν περιπτώσεις συμ-

βάσεων αυτές που ενέχουν υπέρμετρη δέσμευση της προσωπικής ελευθερί-

ας του συμβαλλομένου και εκείνες με τις οποίες περιορίζεται υπερμέτρως η

ελευθερία προς (κυρίως) οικονομική και επαγγελματική δράση

Για δέσμευση της ελευθερίας του προσώπου με δικαιοπραξία γίνεται λόγος

μόνον όταν το πρόσωπο που δεσμεύτηκε είχε σύμφωνα με τον νόμο την ε-

ξουσία να διαθέσει κατά βούλησιν το αντικείμενο της δικαιοπραξίας Συνε-

πώς εάν η υποχρέωση του προσώπου δεν προέρχεται από δικαιοπραξία αλ-

λά από τον νόμο ή εάν το πρόσωπο που δεσμεύτηκε με δικαιοπραξία δεν εί-

χε σύμφωνα με τον νόμο την εξουσία να διαθέσει το αντικείμενο στο οποίο

αναφέρεται η δέσμευση η ΑΚ 179 δεν εφαρμόζεται38

Στην ελευθερία του προσώπου υπάγονται οι ατομικές ελευθερίες και τα α-

τομικά δικαιώματα αυτού39 όπως η ελευθερία συνειδήσεως της γνώμης της

διαθέσεως ψήφου του προσώπου κλπ Εδώ υπάγεται ιδίως η ελευθερία της

35 ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ 2012527 ΦΙΛΙΟΣ 2011352 36 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012 σημ 429 37 Πρβλ λχ ΑΠ 12601983 ΕλλΔνη 251347 (απεριόριστη δέσμευση της καλλιτεχνικής ελευθερί-

ας του πνευματικού δημιουργού) 38 ΕφΑθ 33271999 ΝοΒ 48485 39 ΕφΑθ 32841980 ΝοΒ 281225

23 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

εργασίας του εμπορίου της βιομηχανίας προς ανάπτυξη της οικονομικής

δράσεως του προσώπου40 Έτσι αντίκειται στα χρηστά ήθη

(1) κάθε δικαιοπραξία με την οποία απαγορεύεται σε κάποιον η άσκηση

ορισμένου επαγγέλματος ή ορισμένης βιομηχανικής ή εμπορικής δρα-

στηριότητος εφrsquo όσον περιέχει υπέρμετρη δέσμευση και

(2) η δικαιοπραξία με την οποία δεσμεύεται το δικαίωμα στην σωματική

ακεραιότητα του προσώπου στην υγεία ζωή τιμή το δικαίωμα στο

όνομα ή την προσωπικότητα το δικαίωμα εγκαταστάσεως ή μη σε ορι-

σμένο τόπο το δικαίωμα επιλογής επαγγέλματος κλπ41

γ Η ratio της απαγόρευσης

(1) Η οικονομική κατωτερότητα ενός εκ των συμβαλλομένων

Συνήθως η κατάρτιση συμβάσεως με καταδυναστευτικό περιεχόμενο

οφείλεται στην οικονομική κατωτερότητα του υποβαλλομένου στην

υπέρμετρη δέσμευση συμβαλλομένου Αυτό εκτιμάται ότι συμβαίνει

λόγω της ανάγκης αποκτήσεως της υπαρξιακής κατά κανόνα γιrsquo αυτόν

σημασίας παροχή του οικονομικώς ισχυρού αντισυμβαλλομένου συνή-

θως κάποια πίστωση Έτσι η οικονομική αυτή πίεση όταν μάλιστα

δεν υπάρχει δυνατότης καταφυγής σε άλλη πηγή αποκτήσεως του ιδί-

ου αγαθού με καλλίτερους όρους διαταράσσει την συμβατική ελευθε-

ρία η οποία μπορεί να συντρέχει ανεξαρτήτως της θέσεως που κατέχει

στην αγορά ο επιβάλλων τον περιορισμό συμβαλλόμενος (συνήθης επι-

χείρηση)

Η ρύθμιση αυτή της ΑΚ 179α΄ αντικειμενικώς κρινομένη φαίνεται ότι

είναι σχεδιασμένη με πνεύμα κηδεμονεύσεως ο δικαστής παρεμβαίνει

στο περιεχόμενο της συμβάσεως προκειμένου να προστατεύσει τον οι-

κονομικώς ασθενέστερο συμβαλλόμενο από μία άδικη εις βάρος του

κατανομή των συμβατικών βαρών και πλεονεκτημάτων

Προβληματισμός υπάρχει στο αν η οικονομική δέσμευση επέρχεται με

την κατάρτιση της συμβάσεως προκειμένου περί καταδυναστευτικών

συμβάσεων ή πρόκειται περί καταχρηστικής εκμεταλλεύσεως ήδη υ-

φισταμένης οικονομικής κατωτερότητος του αντισυμβαλλομένου προ-

40 Βλ ΤΟΥΣΗΣ Α 1978 sect 96 ΜΠΑΛΗΣ 1944 sect 64 41 Βλ ΤΟΥΣΗΣ opcit

24 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

κειμένου περί καταχρηστικής εκμεταλλεύσεως μονοπωλιακής ή δεσπό-

ζουσας θέσεως μιάς επιχειρήσεως στην αγορά

Εξrsquo άλλου χρήζει ιδιαιτέρας μνείας το ότι ενώ η συναλλακτικώς μειονε-

κτική θέση του ενός των συμβαλλομένων τεκμαίρεται αμαχήτως42 (ΑΚ

294 332sect2 334sect2 409 κλπ) στην περίπτωση καταδυναστευτικής

συμβάσεως ο αντισυμβαλλόμενος έχει δυνατότητα αποδείξεως ότι η

ρύθμιση υπήρξε προϊόν της ελευθέρας δικαιοπρακτικής αποφάσεως

του φαινομένου ως βλαπτομένου από αυτή συμβαλλομένου

(2) Η άδικη μεταξύ των μερών κατανομή των συμβατικών πλεονεκτημά-

των

Η κατανόηση του πότε είναι υπέρμετρη (ή ldquoυπερβολικήrdquohellip) ή εύλογη η

συμβατική δέσμευση της ελευθερίας του προσώπου συνιστά το κε-

ντρικό πρόβλημα του δόγματος των καταδυναστευτικών συμβάσεων

αν και η κρίση είναι νομική υποκείμενη στον έλεγχο του Αρείου Πάγου

Για τον λόγον αυτόν είναι καίριος ο ρόλος των μεγεθών αντιπαροχής

και δεσμεύσεως της οικονομικής ελευθερίας43

δ Η υπέρμετρη (υπερβολική) δέσμευση

Το κριτήριο της υπέρμετρης δεσμεύσεως ως αόριστη νομική έννοια και

προκειμένου να καταστεί δογματικώς κατάλληλη για να υπαχθεί σε αυτήν η

κρινομένη ατομική περίπτωση έχει ανάγκη εξειδικεύσεως λαμβανομένης

υπrsquo όψιν της ratio της απαγορεύσεως που τίθεται στην ΑΚ 179α΄ δηλαδή την

διάβρωση της συμβατικής ελευθερίας του ασθενέστερου μέρους αφrsquo ενός και

της ανισορροπίας στην κατανομή των συμβατικών ωφελημάτων μεταξύ των

μερών

Γίνεται ευρύτερα δεκτό στην σύγχρονη δογματική του Αστικού Δικαίου ότι

υπάρχει μία ldquoκινητήrdquo σχέση44 μεταξύ των προαναφερθέντων δύο κριτηρίων

εις τρόπον ώστε όσον εντονότερον διαβρώνεται η ελευθερία δικαιοπρακτι-

κής αποφάσεως του καταδυναστευομένου τόσον άτονος θα πρέπει να είναι

42 Για τον εμπορικό αντιπρόσωπο που συνάπτει ρήτρα μετασυμβατικής απαγορεύσεως του αντα-γωνισμού βλ ΠΔ 2191991 άρθρ10 εις εφαρμογήν του άρθρου 20 της Οδηγίας 86653 ΕΟΚ

43 ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ 2012528 ΣΠΥΡΙΔΑΚΗΣ 2004188 44 Πρβλ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012146

25 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

ο έλεγχος της άνισης κατανομής στο περιεχόμενο της σχετικής συμφωνίας

για να επιβεβαιώνεται ή όχι το στοιχείο της υπέρμετρης δεσμεύσεως45

Πέραν αυτών όμως είναι απαραίτητη και η συγκεκριμενοποίηση του κριτη-

ρίου της άνισης μεταξύ των μερών κατανομής των συμβατικών βαρών και

πλεονεκτημάτων οπότε είναι αναγκαία η αναδρομή σε ιδιαίτερα κριτήρια τα

οποία εφαρμόζει σχεδόν σταθερώς η νομολογία μας46

(1) Ο Μπαλής47 θεωρεί ότι πρέπει να συναρτάται η σχετική κρίση με το

σημείο ldquoμέχρι τοῦ ὁποίου εἶναι νόμῳ προστατεύσιμον τὸ συγκεκριμένον

συμφέρον τοῦ ἐπιβάλλοντος τὸν περιορισμὸνrdquo δηλαδή να συνυπολογί-

ζεται και το μέτρο της οικονομικής θυσίας στην οποία υποβάλλεται

ο ισχυρός συμβαλλόμενος ουσιαστικώς να σταθμίζεται η αξία της συ-

νολικής αντιπαροχής του χωρίς βεβαίως τα δύο αυτά μεγέθη να συ-

μπίπτουν κατrsquo ανάγκην

(2) Σημασίαν έχει και το στοιχείο της χρονικής διάρκειας της δεσμεύσεως

Όσον αφορά σε ρήτρες απαγορεύσεως ανταγωνισμού θεμιτός περιο-

ρισμός θεωρείται η διετία προκειμένου περί συμβάσεως εργασίας και η

πενταετία προκειμένου περί πωλήσεως επιχειρήσεως Αντιθέτως σε

συμβάσεις αποκλειστικής προμηθείας (κυρίως μπύρας ή ενέργειας) και

προμηθείας πρατηρίου βενζίνης η γερμανική νομολογία ανεβάζει το

όριο στα είκοσι περίπου έτη

(3) Σπουδαίο επίσης στοιχείο μετρήσεως του υπέρμετρου ή μη της συμ-

βατικής δεσμεύσεως είναι η τοπική έκτασή της Πρόκειται περί ενός

στοιχείου κινητού εν σχέσει προς την χρονική διάρκεια δεσμεύσεως αλ-

λά και προς τα λοιπά στοιχεία συγκεκριμενοποιήσεως της αόριστης έν-

νοιας του ldquoυπέρμετρουrdquo Δηλαδή δυνατόν όσον ευρύτερη κατά τόπο

και μακρότερη κατά χρόνον είναι η απαγόρευση τόσο μεγαλύτερο θα

πρέπει να είναι το περιουσιακό αντάλλαγμα που λαμβάνει το ασθενέ-

στερο μέρος ώστε να θεωρείται η ρήτρα θεμιτή Απροσδιόριστη κατά

τόπο και χρόνο απαγόρευση χωρίς πρόβλεψη δυνατότητος παύσεως

της δεσμεύσεως με καταγγελία προσδίδει κατά κανόνα ανήθικο χα-

45 Πρβλ ΤΕΛΛΗΣ 2007215 επ 46 Πληρέστερη ανάλυση των κριτηρίων αυτών σχετικώς με την ρήτρα μετασυμβατικής απαγο-

ρεύσεως του ανταγωνισμού βλ σε ΤΕΛΛΗΣ 2007223 επ 47 ΜΠΑΛΗΣ 1944 sect64

26 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

ρακτήρα στην σχετική ρήτρα48 διότι η έννομη τάξη δεν ευνοεί γενικώς

τις δεσμεύσεις μακροχρόνιας ή απεριορίστου διαρκείας49

(4) Το κατrsquo αντικείμενον εύρος της συμβατικἠς δεσμεύσεως είναι επίσης

κριτήριο συγκεκριμενοποιήσεως της αορίστου εννοίας του ldquoυπέρμε-

τρουrdquo Αν δηλαδή ο ασφαλειοδότης παρέχοντας υπέρμετρη εξασφά-

λιση στον δανειστή του μπορεί να ικανοποιήσει και τους λοιπούς δα-

νειστές του ή στον υποβληθέντα σε μετασυμβατική ρήτρα απαγόρευ-

σης ανταγωνισμού εναπομένει κάποια δυνατότητα επιδόσεως σε άλ-

λης μορφής οικονομική δραστηριότητα κατά την διάρκεια της απαγο-

ρεύσεως

Η παράθεση των ανωτέρω κριτηρίων είναι σαφώς ενδεικτική αφού η περί

υπέρμετρου δεσμεύσεως κρίση (πρέπει να) σχηματίζεται από μία συνολική

αξιολόγηση των ειδικών περιστάσεων που συνοδεύουν την επίμαχη σύμβα-

ση Έτσι προσμετρώνται και άλλα στοιχεία ndash κριτήρια όπως οι επαγγελμα-

τικές προοπτικές των συμβαλλομένων ή ο τρόπος λήξεως της συνεργασίας

των

Τέλος η ύπαρξη επίμεπτης υποκειμενικής στάσεως του ισχυροτέρου συμ-

βαλομένου δεν θεωρείται σύμφωνα με κρατούσα γνώμη προϋπόθεση της

ακυρότητας της συμβάσεως50

ε Εφαρμογή της διατάξεως

Η διάταξη (εδ α΄) εφαρμόζεται και στις χαριστικές δικαιοπραξίες51 Δεν ε-

φαρμόζεται η διάταξη όταν υπάρχει νόμος που συγχωρεί την υπέρμετρη δέ-

σμευση της ελευθερίας του προσώπου52 Δεν αποκλείεται η σύμβαση να

προσκρούει εν μέρει στα χρηστά ήθη οπότε έχει εφαρμογή η ΑΚ 181 (Μερι-

κή ακυρότητα δικαιοπραξίας Η ακυρότητα μέρους συνεπιφέρει την ακυρό-

τητα ολόκληρης της δικαιοπραξίας αν συνάγεται ότι δεν θα είχε επιχειρηθεί

χωρίς το άκυρο μέρος)

48 Πρβλ αντί πολλών ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ 2012528 49 Πρβλ αντίθετη άποψη (ΚΙΤΣΑΡΑΣ Ενοχικές δεσμεύσεις της εξουσίας διάθεσης 199957) σε ΓΕΩΡ-

ΓΙΑΔΗΣ 2012 sect 36 υποσημ 12 50 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 1983153 51 Βλ ΑΠ 9991975 (Βrsquo Τμήμα) ΝοΒ 24287 (ldquohellipἀποκλείεται ἡ ἐφαρμογὴ τοῦ ἐπὶ δικαιοπραξιῶν ἐφrsquo

ὧν ἐπίδοσις περιουσίας γίνεται ἄνευ ἀνταλλάγματος ἢ δὲν λαμβάνει χώραν ἀνταλλαγὴ παροχῶν διότι ἐπrsquo αὐτῶν δὲν γεννᾶται ζήτημα προφανοῦς δυσαναλογίας παροχῆς καὶ ἀντιπαροχῆςrdquo)

52 Βλ ΤΟΥΣΗΣ 1978506 επ ndash ΑΠ 1301950 27 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

ϛ Έννομες συνέπειες

(1) Σύμφωνα με την ΑΚ 179 η δικαιοπραξία που δεσμεύει υπερμέτρως την

ελευθερία του προσώπου είναι ldquoΆκυρη ως αντίθετη προς τα χρηστά ή-

θηhelliprdquo και όπως ισχύει για κάθε ανήθικη δικαιοπραξία θεωρείται από-

λυτη53 μπορεί δε να λαμβάνεται υπόψιν και αυτεπαγγέλτως από το

δικαστήριο54 Τούτο είναι λογικό και κατrsquo ακολουθίαν ορθό αφού η

απαγόρευση της υπέρμετρης δέσμευσης της ελευθερίας σκοπεί στην

προστασία της προσωπικότητας ώστε να μην αφαιρείται το αγαθό της

εξουσίας της δικαιοπρακτικής διαθέσεως του μέρους

Προκειμένου όμως περί υπέρμετρης δεσμεύσεως της οικονομικής ε-

λευθερίας προσώπου δηλαδή οικονομικών συμφερόντων των οποίων

η διαφύλαξη είναι αποκλειστική υπόθεση του προσώπου αυτού τότε

σε μια τέτοια περίπτωση το πρόσωπο αυτό και μόνο μπορεί να κρίνει

καλλίτερα από κάθε άλλον αν η άρση των δικαιοπρακτικών αποτελεσμά-

των με την επίκληση της ΑΚ 179α ακυρότητος εξυπηρετεί πράγματι τα

συμφέροντά του5556

(2) Η ακυρότητα είναι κατά κανόνα ολική ιδία όσον αφορά σε υπέρμετρη

δέσμευση της προσωπικής ελευθερίας57 Στις περιπτώσεις όμως όπου

ο ανήθικος χαρακτήρας προσδιορίζεται από οικονομικής φύσεως α-

νταλλάγματα θα πρέπει να είναι δυνατή η μερική ακυρότητα ώστε με-

τά την αφαίρεση του αδίκου μέρους να μπορεί να ισχύσει η σύμβαση

με το υπόλοιπο ορθό περιεχόμενο της και έτσι το ασθενέστερο μέρος

να ldquoαπολαύσει τελικά την πολύτιμη γιrsquo αυτόν παροχή του αντισυμβαλ-

λομένου του αλλά με δίκαιους τώρα όρουςrdquo Την δυνατότητα της μερικής

ακυρότητος φαίνεται να δέχεται η κρατούσα γνώμη πράγμα που ση-

μαίνει ότι το δικαστήριο έχει την δυνατότητα να μειώσει μετά από αί-

τηση του βλαπτομένου την δέσμευση αυτού στο προσήκον μέτρο

53 ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ 2012525 επ 54 ΛΑΔΑΣ 1979159 επ 55 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012153 56 Θεωρείται ότι σε παρόμοιες περιπτώσεις πρέπεται η (κατrsquo εξαίρεσιν) σχετική ακυρότητα διότι η

απόφαση για την διατήρηση ή άρση των δικαιοπρακτικών αποτελεσμάτων πρέπει να ανήκει αποκλειστικώς στο βλαπτόμενο από την συμβατική ρύθμιση μέρος το οποίο γνωρίζει κάλλιον παντός άλλου το τι πράγματι το συμφέρει άλλως υπάρχει ανεπίτρεπτη κηδεμόνευση των συμφερόντων αυτού του συμβαλλομένου (ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2013113)

57 εα 2α 28 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

3 Η Καταπλεονεκτική Δικαιοπραξία

α Γενικά ndash σχέση με ΠΚ 404 405

Σύμφωνα με το πραγματικό της ΑΚ 179βrsquo καταπλεονεκτική δικαιοπραξία

υπάρχει όταν στο πρόσωπο του καταπλεονεκτούμενου συντρέχουν προφα-

νής δυσαναλογία παροχής και αντιπαροχής ανάγκη κουφότητα ή απειρία

και εκμετάλλευση της μειονεκτικής αυτής θέσεως από τον καταπλεονέκτη

Σύμφωνα με την νομολογία για την πλήρωση του πραγματικού απαιτείται η

συνδρομή και των τριών αυτών προϋποθέσεων σωρευτικώς

Γίνεται δεκτό ότι σε περίπτωση ελλείψεως κάποιου από τα ανωτέρω στοι-

χείου καταφάσκεται η ακυρότητα της δικαιοπραξίας με αναγωγή στην γενι-

κή ρήτρα της ΑΚ 178 υπό την προϋπόθεση ότι συντρέχουν πρόσθετα στοι-

χεία τα οποία μπορούν να προσδώσουν στην δικαιοπραξία το χρώμα της α-

νηθικότητας

Εκδήλωση της απαγορεύσεως της καταπλεονεκτήσεως αποτελεί η ρύθμιση

των άρθρων ΠΚ 404 (τοκογλυφία) και ΠΚ 405 (αισχροκέρδεια) το πραγμα-

τικό των οποίων είναι ουσιαστικώς ίδιο με αυτό της ΑΚ 179βrsquo Αν και τίποτε

δεν εμποδίζει για την ακυρότητα καταπλεονεκτικής δικαιοπραξίας την πα-

ράλληλη επίκληση και των δύο νομοθετικών βάσεων ορθότερη θεωρείται να

διαφυλαχθεί η αυτονομία της ρυθμίσεως της ΑΚ179βrsquo αφού ο νομοθέτης

φαίνεται ότι θέλησε να ρυθμίσει ρητώς τις συνέπειες της καταπλεονεκτήσε-

ως τον ΑΚ

β Προϋποθέσεις εφαρμογής της διατάξεως

Καταπλεονέκτηση μπορεί να υπάρχει σε κάθε τύπο επαχθούς δικαιοπραξίας

με περιουσιακό περιεχόμενο58 οι οποίες μπορεί να είναι αμφοτεροβαρείς

ετεροβαρείς αιτιώδεις αναιτιώδεις (όπως πχ η αγοραπωλησία η μίσθωση

58 Διαφορετικό είναι το ζήτημα της παροχής περιουσιακού ωφελήματος με ldquoανεξάρτητηrdquo μονομε-ρή δικαιοπραξία με την οποία προσδίδεται καταπλεονεκτικό χρώμα σε προηγούμενη σύμβαση από την οποία θα πηγάζει συνήθως η υποχρέωση για τέλεση της μονομερούς δικαιοπραξίας (πχ παροχή υποθήκης)

29 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

πράγματος ή έργου ή εργασίας η εταιρεία η σύμβαση μεσιτείας ή εγγύηση)

όταν αυτές καταρτίζονται με δυσανάλογο αντάλλαγμα59

Η ΑΚ 179βrsquo δεν εφαρμόζεται στις χαριστικές δικαιοπραξίες γιατί η επίδοση

της περιουσίας γίνεται χωρίς αντάλλαγμα και έτσι δεν υπάρχει δυσαναλογία

παροχής και αντιπαροχής όπως πχ στην δωρεά στην εντολή στην άφεση

χρέους στην παρακαταθήκη χωρίς αμοιβή ή στην εγγύηση εκτός αν αυτή

ανελήφθη στο πλαίσιο μιάς αμφοτεροβαρούς συμβάσεως με ευρύτερο περι-

εχόμενο

γ Προφανής δυσαναλογία μεταξύ παροχών

Στην καταπλεονεκτική σύμβαση η ελευθερία δικαιοπρακτικής αποφάσεως

του καταπλεονεκτούμενου είναι διαταραγμένη αφού αυτός ευρίσκεται σε

μία δυσμενή σε σχέση με τον καταπλεονέκτη θέση που δεν του επιτρέπει να

προασπίσει ορθολογικώς τα συνδεόμενα με την σύμβαση συμφέροντά του

έτσι ο μηχανισμός συμβάσεως δεν μπορεί εδώ να παράσχει κανένα εχέγγυο

ορθότητος Ότι το περιεχόμενο της καταπλεονεκτικής συμβάσεως δεν είναι

ldquoορθόrdquo μαρτυρεί τελικώς η ύπαρξη της προφανούς δυσαναλογίας

Η προφανής δυσαναλογία των ανταλλασσομένων παροχών ανάγεται σε

απαραίτητο στοιχείο του πραγματικού της καταπλεονεκτήσεως στην ΑΚ

179βrsquo ενώ ταυτοχρόνως είναι και πρόβλημα που για να κατανοηθεί σωστά

πρέπει να φωτισθεί μέσα από τον συνδυασμό και την αντίθεση μιάς πλειά-

δος αρχών οι οποίες σε κινητή μεταξύ των σχέση συγκροτούν το σύστημα

του δικαίου των ενοχικών συμβάσεων60

Ως έννοια αόριστη είναι αναμφισβητήτως έννοια νομική και η υπαγωγή σε

αυτήν της σχέσεως αξίας των αμοιβαίων παροχών αποτελεί κρίσιν αξιολο-

γική υποκείμενη στον έλεγχο του ΑΠ61

Ομοφώνως γίνεται δεκτό ότι αφετηρία της κρίσεως περί υπάρξεως ή μη

προφανούς δυσαναλογίας πρέπει να αποτελεί η αντικειμενική αξία των α-

νταλλασσομένων παροχών δηλαδή η συνήθης στις συναλλαγές αξία62 Έτσι

59 Βλ ΜΠΑΛΗΣ 1944190 (sect66) 60 Βλ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 19837 σημ 23 61 ΦΙΛΙΟΣ 2011 sect147Β 62 Πρβλ ΑΠ 20952009 (Α1 Τμήμα) ldquohellipφανερή δυσαναλογία μεταξύ παροχής και αντιπαροχής

είναι αυτή που υποπίπτει στην αντίληψη λογικού και έχοντος πείρα των σχετικών συναλλαγών ανθρώπου και η οποία υπερβαίνει το μέτρο κατά το οποίο είναι ανθρωπίνως φυσικό να απο-κομίζει ο ένας κάποιο όφελος από σύμβαση οικονομικού περιεχομένου επί ζημία του άλλουrdquo

30 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

διαπιστουμένης της αντικειμενικής αξίας των αμοιβαίων παροχών ακολου-

θεί η κρίση για το αν υφίσταται μεταξύ των προφανής δυσαναλογία λαμβα-

νομένων πάντοτε υπrsquo όψιν της φύσεως της συμβάσεως και του επιδιωκομέ-

νου με αυτήν οικονομικού σκοπού63 ενώ στις περιπτώσεις ακινήτων χρη-

σιμοποιείται ευρέως στην πράξη το κριτήριο της laesio enormis64

Ένα επιπλέον στοιχείο που λαμβάνεται υπrsquo όψιν για την διαπίστωση της υ-

πάρξεως προφανούς δυσαναλογίας είναι η λεγομένη ldquoρήτρα προσθέσεωςrdquo

δηλαδή το άθροισμα των ωφελημάτων που έλαβε ο καταπλεονέκτης και των

περιουσιακών ωφελημάτων που επιπροσθέτως κατέβαλλε ο καταπλεονε-

κτούμενος σε τρίτα πρόσωπα (πχ μεσιτεία αμοιβές σε βοηθητικά πρόσωπα

κλπ)

Υπάρχουν όμως και μερικά σχετιζόμενα με την δυσαναλογία των ανταλ-

λασσομένων παροχών ειδικότερα προβλήματα που εμφανίζονται συχνά

στην δικαστηριακή πράξη παρουσιάζοντα ταυτοχρόνως σπουδαίο δογματι-

κό ενδιαφέρον

(1) Πρόσθετο τίμημα στην πώληση ακινήτου μπορεί να ληφθεί υπrsquo όψιν

το επιπλέον του αναγραφομένου στο συμβολαιογραφικό έγγραφο τι-

μήματος επιπροσθέτως καταβληθέν τίμημα

(2) Το καταπλεονεκτικό σύμφωνο εξωνήσεως η συνομολόγηση δικαιώ-

ματος εξωνήσεως με τίμημα προφανώς δυσανάλογο εν σχέσει προς αυ-

τό της πωλήσεως μήπως υποκρύπτει τοκογλυφικό δάνειο Εδώ θα

πρέπει να σταθμιστεί η δυνατότητα του πωλητή να αποτρέψει την κα-

ταπλεονεκτική γιrsquo αυτόν ρύθμιση ασκώντας το δικαίωμα εξωνήσεως

Εάν δηλαδή ο πωλητής ασκήσει αυτό το δικαίωμα παρά την προφανή

δυσαναλογία η πώληση δεν έχει καταπλεονεκτικό χαρακτήρα

(3) Η διαπίστωση της προφανούς δυσαναλογίας στον συμβιβασμό τα

συγκρινόμενα μεγέθη είναι οι αμοιβαίες παραχωρήσεις των μερών και

όχι οι εκατέρωθεν αναλαμβανόμενες υποχρεώσεις προς παροχή Η σω-

στή όμως εκτίμηση των παραχωρήσεως προϋποθέτει ως αφετηρία

63 ΑΠ 20952009 64 Ο ΛΙΤΖΕΡΟΠΟΥΛΟΣ 1932208 επ προτείνει αποδοχή της υπάρξεως προφανούς δυσαναλογίας

όταν η μία παροχή δεν φθάνει το 60 ή 50της αξίας της άλλης Βλ επίσης υποσημείωση 560 στο ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012

31 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

την νομική κατάσταση που υπήρχε πριν τον συμβιβασμό υπερβολικές

αξιώσεις προβαλλόμενες αυθαιρέτως δεν λαμβάνονται εδώ υπrsquo όψιν

Η ύπαρξη της προφανούς δυσαναλογίας κρίνεται κατά τον χρόνο καταρτί-

σεως της συμβάσεως είναι αδιάφορο αν η προφανής δυσαναλογία επήλθε

αργότερα εκτός της περιπτώσεως όπου ο καταπλεονεκτούμενος στο πλαί-

σιο της υφισταμένης κυρίας συμβατικής σχέσεως συνομολογεί ή παρέχει

πρόσθετα περιουσιακά ωφελήματα (πχ εμπράγματη ασφάλεια) που προσ-

δίδουν πλέον στην συνολική συναλλαγή καταπλεονεκτικό χρώμα

δ Ανάγκη Κουφότητα Απειρία

(1) Ανάγκη

Είναι η κατάσταση ενός προσώπου (του δικαιοπρακτούντος ή κάποιου

που συνδέεται στενά με αυτόν) που ευρίσκεται σε άμεσο οικονομικό ή

άλλο κίνδυνο65 η αντιμετώπιση του οποίου είναι ανεπίδεκτη αναβο-

λής66 Η ανάγκη πρέπει να έχει χαρακτήρα επιτακτικό και να είναι τόσο

σοβαρή ώστε αντικειμενικώς κρινομένη να μπορεί να θεωρηθεί ότι

κάθε εχέφρων άνθρωπος θα οδηγείτο στην ίδια δικαιοπρακτική συ-

μπεριφορά

Ενώ η φύση της ανάγκης είναι συνήθως οικονομική η σπουδαιότητα

του διακινδυνευομένου αγαθού καθορίζει το αν η συγκεκριμένη κάθε

φορά περίπτωση μπορεί να υπαχθεί ή όχι στην ρύθμιση της ΑΚ 179βrsquo

Είναι αδιάφορο αν η ανάγκη είναι μόνιμη ή παροδική αφού αποφασι-

στική για την εφαρμογή της ΑΚ 179βrsquo είναι η ύπαρξη ανάγκης μόνο κα-

τά τον χρόνο καταρτίσεως της δικαιοπραξίας Η ανάγκη πρέπει να είναι

πραγματική και άμεση επιτακτική και ανεπίδεκτη αναβολής

(2) Κουφότητα

Προϋπόθεση της ορθής λειτουργίας της ιδιωτικής αυτονομίας είναι η

εκ μέρους των αντισυμβαλλομένων ορθολογική στάθμιση των υπέρ και

κατά της συμβατικής ρυθμίσεως Όταν όμως ο αντισυμβαλλόμενος α-

διαφορεί λόγω απερισκεψίας ή ελλείψεως επαρκούς σκέψεως και δεν

αποδίδει στις πράξεις του την σημασία την αξία και τις συνέπειες που

έχουν αυτές τότε η συναλλακτική συμπεριφορά του χαρακτηρίζεται

65 ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ 2012530 66 ΑΠ 19982007

32 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

από κουφότητα Η κουφότητα μπορεί να οφείλεται σε οποιονδήποτε

λόγο όπως είναι η πνευματική νόσος ου δεν επέφερε όμως ολική ή με-

ρική ασυνειδησία των πράξεων του προσώπου ώστε να το κάνει εντε-

λώς ή περιορισμένως ανίκανο για την σύνταξη δικαιοπραξίας67

(3) Απειρία

Ως απειρία νοείται η έλλειψη της περί τη ζωή και τις συναλλαγές πεί-

ρας68 Το ερώτημα όμως είναι αν η σχετική με συγκεκριμένη δικαιο-

πραξία απειρία στοιχειοθετεί την απειρία της ΑΚ 179βrsquo ή όχι Γίνεται

δεκτό ότι υπάρχουν τρείς διαβαθμίσεις69 της απειρίας

(α) Η καθολική όπου ο συμβαλλόμενος στερείται παντελώς συναλ-

λακτικής πείρας και κατά συνέπειαν η περίπτωσή του υπάγεται

στην ρύθμιση της ΑΚ 179β΄

(β) Η απειρία σε ορισμένο μόνο συναλλακτικό τομέα (λχ πράξεις

επί ακινήτων χρηματιστηριακές συναλλαγές κλπ) εδώ η απειρία

δεν αποτελεί σταθερή ιδιότητα του προσώπου και παρά το ότι η

γενική του πείρα του επιτρέπει να κρίνει το επισφαλές της δικαι-

οπραξίας στην οποία προβαίνει η ελευθερία δικαιοπρακτικής α-

ποφάσεώς του δεν παύει να είναι διαταραγμένη Κατά συνέπεια

δικαιούται της προστασίας της ΑΚ 179βrsquo

(γ) Προβληματική αλλά και με πολύ μεγάλη πρακτική σημασία είναι

η τρίτη μορφή απειρίας που χαρακτηρίζεται από την έλλειψη ει-

δικών γνώσεων πού έχει ανάγκη ο σύγχρονος καταναλωτής στις

καθημερινές συναλλαγές του γνώσεων απαραιτήτων για τον

σχηματισμό σωστής εικόνας της προσφερόμενης σε αυτόν παρο-

χής Κι΄ εδώ η ελευθερία δικαιοπρακτικής αποφάσεως του κατα-

ναλωτή αδαούς όντος λόγω ανεπαρκούς πληροφορήσεως εμφα-

νίζεται διαταραγμένη και άξια της κατά την ΑΚ 179βrsquo προστασίας

ε Εκμετάλλευση

Ενώ η νομολογία μας θεωρεί αναγκαίο στοιχείο της ΑΚ 179βrsquo την υποκειμενι-

κή προϋπόθεση της εκμεταλλεύσεως την οποία πρέπει να αποδεικνύει ο ε-

67 ΑΠ 3821992 ΝοΒ 41874 68 ΑΠ 9362007 69 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012196 επ

33 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

πικαλούμενος την εφαρμογή της διατάξεως δεν έχει μέχρι τώρα αποσαφη-

νιστεί πλήρως σε τι ακριβώς συνίσταται η ldquoεκμετάλλευσηrdquo Βέβαιο πάντως

είναι ότι το στοιχείο αυτό δεν θα πρέπει να θεωρηθεί ως ηθική μομφή στο

πρόσωπο του καταπλεονέκτη

Κατrsquo αρχάς απορρίπτεται η επίκληση δόλου αφού ο δόλος απαιτείται από

την λειτουργία της ποινής και είναι ξένος προς τον λειτουργικό ρόλο της α-

κυρότητας της ανήθικης δικαιοπραξίας Το ότι δεν πρόκειται περί μομφής

φαίνεται στις περιπτώσεις καταρτίσεως δικαιοπραξίας κατά παράκλησιν

του αντισυμβαλλομένου και όχι από εκμεταλλευτική διάθεση του καταπλεο-

νέκτη Επιπλέον εάν επρόκειτο περί συνειδήσεως της ανηθικότητος εκ μέ-

ρους του καταπλεονέκτη μια τέτοια συνείδηση λόγω του περιεχομένου σε

αυτήν αξιολογικού και βουλητικού στοιχείου θα ισοδυναμούσε με πταίσμα

και δη στον βαθμό του dolus malus στοιχείου όμως ξένου προς την προ-

βληματική των ανήθικων γενικώς δικαιοπραξιών

Η ελληνική νομολογία φαίνεται να ακολουθεί την άποψη ότι ο καταπλεονέ-

κτης γνωρίζει την συναλλακτικώς δυσμενή θέση του καταπλεονεκτούμενου

και την προφανή δυσαναλογία μεταξύ παροχής και αντιπαροχής στοιχεία τα

οποία δεν θεωρεί ως λόγο προσωπικής μομφής κατά του καταπλεονέκτη αλ-

λά καταλογισμού σε αυτόν του κινδύνου της ακυρότητας της δικαιοπραξίας

Τα δικαστήρια φαίνεται ότι ταυτίζουν την εκμετάλλευση με την εκ μέρους

του καταπλεονέκτη γνώση της συναλλακτικώς δυσμενούς θέσεως του κα-

ταπλεονεκτούμενου Είναι συνήθης στις αποφάσεις η επωδός ldquoεπωφελήθη-

κεrdquo70 της γνωστής σε αυτόν ανάγκης κουφότητας ή απειρίας Γίνεται όμως

παγίως δεκτό ότι αν ο καταπλεονέκτης αγνοούσε την κατάσταση του αντι-

συμβαλλομένου του δεν υπάρχει εκμετάλλευση κατά την ΑΚ 179βrsquo Και βε-

βαίως ερωτάται γιατί θα πρέπει να γνωρίζει μόνο την ανάγκη κουφότητα ή

απειρία και όχι και την προφανή δυσαναλογία των αμοιβαίων παροχών

4 Έννομες συνέπειες

Η καταπλεονεκτική δικαιοπραξία είναι απολύτως άκυρη και για τα δύο μέρη

κατά την έννοια της ΑΚ 180 Την ακυρότητα μπορεί να προβάλλει και κάθε τρίτος

70 Πρβλ ΑΠ 20952009 34 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

που έχει έννομο συμφέρον επομένως και ο κληρονόμος ενός από τους συναλλαγέ-

ντες71

Δεν αποκλείεται και μερική ακυρότητα της δικαιοπραξίας Τούτο θα συμβεί

εάν μπορεί να προσδιορισθεί ακριβώς η μεταξύ παροχής και αντιπαροχής αναλο-

γία οπότε η δικαιοπραξία είναι άκυρη κατά το υπερβάλλον72 Κατά πόσον σε τέ-

τοια περίπτωση η μερική ακυρότητα θα συνεπιφέρει την ακυρότητα της όλης δι-

καιοπραξίας κρίνεται κατά την ΑΚ 18173

Σύμβαση εντόκου δανείου μπορεί να χαρακτηρισθεί καταπλεονεκτική συμ-

φώνως προς την ΑΚ 179 μόνο στην περίπτωση συνομολογήσεως ή λήψεως αθέ-

μιτων (τοκογλυφικών) τόκων εν σχέσει προς την αντιπαροχή με την εκμετάλ-

λευση της ανάγκης κουφότητας κλπ του δανεισθέντος οπότε και επέρχεται είτε

ολοκληρωτική και απόλυτη ακυρότητα της καταπλεονεκτικής δικαιοπραξίας κα-

τά τον κανόνα της ΑΚ 181 είτε μερική ακυρότητα οπότε αφού προσδιορισθεί

ακριβώς η μεταξύ παροχής και αντιπαροχής αναλογία η δικαιοπραξία είναι αι-

σχροκερδής και άκυρη κατά το υπερβάλλον

Η προβολή της ακυρότητας από εκείνον που μετήλθε την εκμετάλλευση

μπορεί να αποκρουσθεί με την ένσταση της ΑΚ 281 Αυτό μπορεί να συμβεί όταν

το δικαίωμα ακυρώσεως ασκείται καθυστερημένα εφ΄ όσον όμως συντρέχουν

και άλλα περιστατικά74

Οι παροχές που έγιναν σε εκπλήρωση της καταπλεονεκτικής υποσχετικής

συμβάσεως μπορούν να αναζητηθούν είτε με διεκδικητική αγωγή είτε με αγωγή

αδικαιολόγητου πλουτισμού Αυτός που ζημιώθηκε από την αισχροκερδή δικαιο-

πραξία δικαιούται εφ΄ όσον συντρέχουν οι όροι των ΑΚ 919 και ΑΚ 914 και απο-

ζημιώσεως

71 ΑΠ 9362007 72 ΜΠΑΛΗΣ 1944191 73 ΜΠΑΛΗΣ op cit 74 Για την προστασία των καλόπιστων τρίτων μέσω της ΑΚ 281 βλ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012232 επ

35 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ ΣΤ ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ Γενικές Αρχές Αστικού Δικαίου Π Ν Σάκκουλας 2012 ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ ΣΤ ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ndash ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟΣ ΠΑΝ ΜΙΧΑΗΛ Αστικός Κώδικας κατ΄ άρ-

θρο ερμηνεία τόμος Ι Π Ν Σάκκουλας 1978 ΛΑΔΑΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ Α Η ακυρότητα της δικαιοπραξίας λόγω αντιθέσεως εις τα χρη-

στά ήθη χό Θεσσαλονίκη 1979 ΛΙΤΖΕΡΟΠΟΥΛΟΣ Γ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ Η Νομολογία ως παράγων διαπλάσεως του ιδιωτικού

δικαίου Θεσσαλονίκη 1932 ΜΠΑΛΗΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ Α Γενικαί αρχαί του Αστικού Δικαίου Παπαζήσης 1944 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ ΑΛ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ Οι καταπλεονεκτικές δικαιοπραξίες Σάκκουλας Αντ

Ν 1983 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ ΑΛ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ Δικαιοπραξιες αντίθετες προς τα χρηστά ήθη Σάκ-

κουλας Αντ Ν 2012 ΠΑΠΑΣΤΕΡΙΟΥ Η ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ Αστικό Δίκαιο Επιτομή Εκδόσεις Σάκκουλα ΑΕ 2010 ΣΠΥΡΙΔΑΚΗΣ Σ ΙΩΑΝΝΗΣ Εγχειρίδιο Αστ Δικαίου 1 - Γενικές Αρχές Αντ Ν Σάκκου-

λας 2004 ΤΕΛΛΗΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ Δ Ρήτρα μετασυμβατικής απαγόρευσης ανταγωνισμού στο δί-

καιο εταιρειών και επιχειρήσεων λειτουργία και δικαστικός έλεγχος του περιε-χομένου της Εκδόσεις Σάκκουλα ΑΕ 2007

ΤΟΥΣΗΣ ΧΡ ΑΝΔΡΕΑΣ Γενικαί Αρχαί του Αστικού Δικαίου μετʹ εισαγωγής εις το δίκαι-ον εν γένει Αφοί Σάκκουλα 1978

ΤΡΙΑΝΤΟΣ Τ ΝΙΚΟΛΑΟΣ Δικαιοπραξιες Νομική Βιβλιοθηκη 2011 ΤΡΙΑΝΤΟΣ Τ ΝΙΚΟΛΑΟΣ Αστικό Δίκαιο-Επιτομή Νομική Βιβλιοθήκη 2013 ΦΙΛΙΟΣ ΧΡ ΠΑΥΛΟΣ Γενικές Αρχές Αστικού Δικαίου Εκδόσεις Σάκκουλα ΑΕ 2011 ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΕΙΣ ΑΝΔΡΟΥΛΙΔΑΚΗ-ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗ ΙΣΜΗΝΗ Η αντίθεση της διαθήκης στα χρηστά ήθη ΝοΒ

301234 ΠΕΛΕΝΗ-ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ Α Η αντιμετώπιση από τη νομολογία του άρθρου 179 περ

α΄ ΑΚ ΕλλΔνη 199459 ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟΣ ΠΑΝ ΜΙΧΑΗΛ-ΛΑΔΟΓΙΑΝΝΗΣ ΓΕΩΡ Κριτήρια αντίθεσης συμφώνου

προτίμησης προς τα χρηστά ήθη (γνμδ) ΧρΙΔ 1263 ΤΟΥΣΗΣ ΧΡ ΑΝΔΡΕΑΣ Η έννοια των χρηστών ηθών ΕΕΝ 231956 ΦΑΣΟΥΛΑΣ ΖΗΣΗΣ Η απάτη και η ακυρότητα της δικαιοπραξίας ως αντίθετη στα

χρηστά ήθη ΠοινΧρ 921032

36 36

  • 2 Συμβατική ελευθερία και γενικές ρήτρες
  • 4 Κριτήρια προσδιορισμού των χρηστών ηθών
    • Μια πρώτη κατηγοριοποίηση όμως αντίθεσης στα χρηστά ήθη μπορεί να γίνει με βάση το αν αυτή προκύπτει από το περιεχόμενο τους
      • 10 Ακυρότητα
      • α Απόλυτη ή σχετική
      • β Συνολική ή μερική
      • γ Ακυρότητα στις αιτιώδεις και αναιτιώδεις δικαιοπραξίες
      • 11 Δικονομική μεταχείριση
      • 12 Επίγραμμα

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

12 Επίγραμμα

Οι δρόμοι του δικαστή του νομοθέτη και γενικότερα του εκάστοτε ερμηνευ-

τή του δικαίου είναι παράλληλοι και αλληλοσυμπληρώνονται Κοινός στόχος η εύ-

ρυθμη λειτουργία μιας κοινωνίας με σεβασμό στα βασικά ανθρώπινα δικαιώματα

στην αξία του ανθρώπου και στους θεσμούς όπως αυτοί διαμορφώνονται στην

πορεία του χρόνου

Όμως η δικαιοσύνη δεν είναι μόνο μια αφηρημένη ιδέα για τη θεσμική διάρ-

θρωση μιας κοινωνίας αλλά πρέπει να ενδιαφέρεται για τη ζωή που διάγουν οι

άνθρωποι στην πραγματικότητα και ότι καθιστά τη ζωή άξια για να τη ζουν

Γιrsquo αυτό ο ρόλος του ερμηνευτή του δικαίου και ιδίως του δικαστή είναι

κομβικός Και δεν είναι ο ρόλος αυτός παθητικός ούτε απλά συνθετικός Κινούμε-

νος εντός των εξουσιών που το Σύνταγμα του έχει προσδώσει δε στηλιτεύει αλλά

κατανοεί διαπλάθει αλλά και εξισώνει -εντός πάντοτε του θετού δικαίου

Και αν και κατά τη γενική αντίληψη ο λαός πρέπει να έχει νομολογία προ-

σαρμοσμένη στο βαθμό της ηθικής του πολλές φορές αναδεικνύεται η αντίστρο-

φη ανάγκη Να είναι η νομολογία αρωγός ώστε ο λαός να προσανατολιστεί στα

σύγχρονα ήθη και στις πολυπολιτισμικές ιδιομορφίες

Η ερμηνεία του άρθρου 178 ΑΚ αποτελεί μια χαρακτηριστική τέτοια περί-

πτωση-

21 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

Β

ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΜΕ ΤΗΝ ΟΠΟΙΑ ΔΕΣΜΕΥΕΤΑΙ ΥΠΕΡΒΟΛΙΚΩΣ Η ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΤΟΥ ΠΡΟΣΩΠΟΥ [ΚΑΤΑΔΥΝΑΣΤΕΥΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ] ndash

ΚΑΤΑΠΛΕΟΝΕΚΤΙΚΗ [ΑΙΣΧΡΟΚΕΡΔΗΣ] ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ (ΑΚ 179)

[Σπύρος Γ Παπαγιάννης]

1 Η σχέση μεταξύ των δύο ειδικών πραγματικών του άρθρου ΑΚ 179

Το δίκαιο προκειμένου να εξυπηρετεί τον κοινωνικό βίο των ανθρώπων εν-

σωματώνει στους κανόνες που το συγκροτούν τα παραγγέλματα της κοινωνικής

ηθικής δηλαδή τις επικρατούσες στην κοινωνία θεμελιώδεις αξιολογικές παρα-

στάσεις30 Έτσι η ΑΚ 178 με τον όρο ldquoχρηστά ήθηrdquo οριοθετεί την λειτουργία της

ιδιωτικής αυτονομίας μέσα στα όρια αυτού που αξιοί ο μέσης ηθικής κοινωνός του

δικαίου με σκοπό την αποτροπή καταχρήσεως κατά την διάπλαση ιδιωτικών εν-

νόμων σχέσεων και άμεσο αποτέλεσμα την άρνηση της έννομης τάξεως να προσ-

δώσει νομικό κύρος σε δικαιοπρακτικές ρυθμίσεις που προσβάλλουν τις αξίες των

οποίων αυτή επιδιώκει την πραγμάτωση31

Ενώ όμως το άρθρο ΑΚ 178 λειτουργεί ως γενική ρήτρα στο άρθρο ΑΚ 179

τυποποιούνται τα πραγματικά δύο ldquoειδικώνrdquo δικαιοπραξιών που αντιτίθενται στα

χρηστά ήθη οι ldquoκαταδυναστευτικέςrdquo συμβάσεις (ή ldquoφιμωτικέςrdquo32 δικαιοπραξίες)

και οι ldquoκαταπλεονεκτικέςrdquo συμβάσεις (ή ldquoαισχροκερδείςrdquo33 δικαιοπραξίες) Στην

πρώτη κριτήριο είναι η υπέρμετρη34 δέσμευση της ελευθερίας του προσώπου

ενώ στην δεύτερη κριτήριο αποτελεί η εκμετάλλευση της διαπραγματευτικής μει-

ονεξίας του αντισυμβαλλομένου ιδία όσον αφορά στην υπέρμετρη δέσμευση της

οικονομικής του ελευθερίας

2 Η Καταδυναστευτική Δικαιοπραξία

30 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 201217 31 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 201218 σημ 3 32 ΦΙΛΙΟΣ 2011353 33 ΦΙΛΙΟΣ opcit 34 Η ΑΚ 179α΄ αναφέρει ldquohellipδεσμεύεται υπερβολικάhelliprdquo Προτιμώ ως αποδίδουσα επί το ορθότερο

την έννοια του laquoμεγέθουςraquo της δεσμεύσεως την χρήση της λέξεως ldquoυπέρμετραrdquo λέξη-όρο που χρησιμοποιείτο στον ΑΚ προ της μεταγλωττίσεώς του στην δημοτική (την [φεύ] γλώσσα της ldquoπλέριας κατανόησηςrdquohellip)

22 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

α Έννοια

Ως ldquoκαταδυναστευτικήrdquo δικαιοπραξία νοείται κυρίως η σύμβαση (ή μεμονω-

μένη ρήτρα που περιέχεται σε σύμβαση) επί τη βάσει της οποίας δεσμεύεται

υπερμέτρως35 η προσωπική οικονομική επαγγελματική ή καλλιτεχνική ε-

λευθερία του αντισυμβαλλομένου δημιουργώντας ένα είδος υποτέλειας ένα-

ντι του άλλου μέρους36 Στην έννοια της καταδυναστεύσεως της ΑΚ 179α ε-

μπίπτει και κάθε συμβατικός περιορισμός που φέρει ως συνέπεια την υπέρ-

μετρη δέσμευση της ελευθερίας του προσώπου για ανάπτυξη οποιασδήποτε

εκδηλώσεως της προσωπικότητός του37 Είναι φανερόν ότι η ελληνική δη-

μόσια τάξη συγκεκριμενοποιεί την ρήτρα των χρηστών ηθών με την χρήση

μιάς θεμελιώδους δικαιϊκής αξίας της ελευθερίας του προσώπου εδώ ουσι-

αστικώς η συνταγματική τάξη (πχ Σ 5 sect 1) επιβάλλει τα πρόσωπα να παρα-

μένουν ελεύθερα

β Ελευθερία του προσώπου - δέσμευση

Στο πραγματικό της ΑΚ 179α΄ υπάγονται δύο κατά βάσιν περιπτώσεις συμ-

βάσεων αυτές που ενέχουν υπέρμετρη δέσμευση της προσωπικής ελευθερί-

ας του συμβαλλομένου και εκείνες με τις οποίες περιορίζεται υπερμέτρως η

ελευθερία προς (κυρίως) οικονομική και επαγγελματική δράση

Για δέσμευση της ελευθερίας του προσώπου με δικαιοπραξία γίνεται λόγος

μόνον όταν το πρόσωπο που δεσμεύτηκε είχε σύμφωνα με τον νόμο την ε-

ξουσία να διαθέσει κατά βούλησιν το αντικείμενο της δικαιοπραξίας Συνε-

πώς εάν η υποχρέωση του προσώπου δεν προέρχεται από δικαιοπραξία αλ-

λά από τον νόμο ή εάν το πρόσωπο που δεσμεύτηκε με δικαιοπραξία δεν εί-

χε σύμφωνα με τον νόμο την εξουσία να διαθέσει το αντικείμενο στο οποίο

αναφέρεται η δέσμευση η ΑΚ 179 δεν εφαρμόζεται38

Στην ελευθερία του προσώπου υπάγονται οι ατομικές ελευθερίες και τα α-

τομικά δικαιώματα αυτού39 όπως η ελευθερία συνειδήσεως της γνώμης της

διαθέσεως ψήφου του προσώπου κλπ Εδώ υπάγεται ιδίως η ελευθερία της

35 ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ 2012527 ΦΙΛΙΟΣ 2011352 36 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012 σημ 429 37 Πρβλ λχ ΑΠ 12601983 ΕλλΔνη 251347 (απεριόριστη δέσμευση της καλλιτεχνικής ελευθερί-

ας του πνευματικού δημιουργού) 38 ΕφΑθ 33271999 ΝοΒ 48485 39 ΕφΑθ 32841980 ΝοΒ 281225

23 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

εργασίας του εμπορίου της βιομηχανίας προς ανάπτυξη της οικονομικής

δράσεως του προσώπου40 Έτσι αντίκειται στα χρηστά ήθη

(1) κάθε δικαιοπραξία με την οποία απαγορεύεται σε κάποιον η άσκηση

ορισμένου επαγγέλματος ή ορισμένης βιομηχανικής ή εμπορικής δρα-

στηριότητος εφrsquo όσον περιέχει υπέρμετρη δέσμευση και

(2) η δικαιοπραξία με την οποία δεσμεύεται το δικαίωμα στην σωματική

ακεραιότητα του προσώπου στην υγεία ζωή τιμή το δικαίωμα στο

όνομα ή την προσωπικότητα το δικαίωμα εγκαταστάσεως ή μη σε ορι-

σμένο τόπο το δικαίωμα επιλογής επαγγέλματος κλπ41

γ Η ratio της απαγόρευσης

(1) Η οικονομική κατωτερότητα ενός εκ των συμβαλλομένων

Συνήθως η κατάρτιση συμβάσεως με καταδυναστευτικό περιεχόμενο

οφείλεται στην οικονομική κατωτερότητα του υποβαλλομένου στην

υπέρμετρη δέσμευση συμβαλλομένου Αυτό εκτιμάται ότι συμβαίνει

λόγω της ανάγκης αποκτήσεως της υπαρξιακής κατά κανόνα γιrsquo αυτόν

σημασίας παροχή του οικονομικώς ισχυρού αντισυμβαλλομένου συνή-

θως κάποια πίστωση Έτσι η οικονομική αυτή πίεση όταν μάλιστα

δεν υπάρχει δυνατότης καταφυγής σε άλλη πηγή αποκτήσεως του ιδί-

ου αγαθού με καλλίτερους όρους διαταράσσει την συμβατική ελευθε-

ρία η οποία μπορεί να συντρέχει ανεξαρτήτως της θέσεως που κατέχει

στην αγορά ο επιβάλλων τον περιορισμό συμβαλλόμενος (συνήθης επι-

χείρηση)

Η ρύθμιση αυτή της ΑΚ 179α΄ αντικειμενικώς κρινομένη φαίνεται ότι

είναι σχεδιασμένη με πνεύμα κηδεμονεύσεως ο δικαστής παρεμβαίνει

στο περιεχόμενο της συμβάσεως προκειμένου να προστατεύσει τον οι-

κονομικώς ασθενέστερο συμβαλλόμενο από μία άδικη εις βάρος του

κατανομή των συμβατικών βαρών και πλεονεκτημάτων

Προβληματισμός υπάρχει στο αν η οικονομική δέσμευση επέρχεται με

την κατάρτιση της συμβάσεως προκειμένου περί καταδυναστευτικών

συμβάσεων ή πρόκειται περί καταχρηστικής εκμεταλλεύσεως ήδη υ-

φισταμένης οικονομικής κατωτερότητος του αντισυμβαλλομένου προ-

40 Βλ ΤΟΥΣΗΣ Α 1978 sect 96 ΜΠΑΛΗΣ 1944 sect 64 41 Βλ ΤΟΥΣΗΣ opcit

24 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

κειμένου περί καταχρηστικής εκμεταλλεύσεως μονοπωλιακής ή δεσπό-

ζουσας θέσεως μιάς επιχειρήσεως στην αγορά

Εξrsquo άλλου χρήζει ιδιαιτέρας μνείας το ότι ενώ η συναλλακτικώς μειονε-

κτική θέση του ενός των συμβαλλομένων τεκμαίρεται αμαχήτως42 (ΑΚ

294 332sect2 334sect2 409 κλπ) στην περίπτωση καταδυναστευτικής

συμβάσεως ο αντισυμβαλλόμενος έχει δυνατότητα αποδείξεως ότι η

ρύθμιση υπήρξε προϊόν της ελευθέρας δικαιοπρακτικής αποφάσεως

του φαινομένου ως βλαπτομένου από αυτή συμβαλλομένου

(2) Η άδικη μεταξύ των μερών κατανομή των συμβατικών πλεονεκτημά-

των

Η κατανόηση του πότε είναι υπέρμετρη (ή ldquoυπερβολικήrdquohellip) ή εύλογη η

συμβατική δέσμευση της ελευθερίας του προσώπου συνιστά το κε-

ντρικό πρόβλημα του δόγματος των καταδυναστευτικών συμβάσεων

αν και η κρίση είναι νομική υποκείμενη στον έλεγχο του Αρείου Πάγου

Για τον λόγον αυτόν είναι καίριος ο ρόλος των μεγεθών αντιπαροχής

και δεσμεύσεως της οικονομικής ελευθερίας43

δ Η υπέρμετρη (υπερβολική) δέσμευση

Το κριτήριο της υπέρμετρης δεσμεύσεως ως αόριστη νομική έννοια και

προκειμένου να καταστεί δογματικώς κατάλληλη για να υπαχθεί σε αυτήν η

κρινομένη ατομική περίπτωση έχει ανάγκη εξειδικεύσεως λαμβανομένης

υπrsquo όψιν της ratio της απαγορεύσεως που τίθεται στην ΑΚ 179α΄ δηλαδή την

διάβρωση της συμβατικής ελευθερίας του ασθενέστερου μέρους αφrsquo ενός και

της ανισορροπίας στην κατανομή των συμβατικών ωφελημάτων μεταξύ των

μερών

Γίνεται ευρύτερα δεκτό στην σύγχρονη δογματική του Αστικού Δικαίου ότι

υπάρχει μία ldquoκινητήrdquo σχέση44 μεταξύ των προαναφερθέντων δύο κριτηρίων

εις τρόπον ώστε όσον εντονότερον διαβρώνεται η ελευθερία δικαιοπρακτι-

κής αποφάσεως του καταδυναστευομένου τόσον άτονος θα πρέπει να είναι

42 Για τον εμπορικό αντιπρόσωπο που συνάπτει ρήτρα μετασυμβατικής απαγορεύσεως του αντα-γωνισμού βλ ΠΔ 2191991 άρθρ10 εις εφαρμογήν του άρθρου 20 της Οδηγίας 86653 ΕΟΚ

43 ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ 2012528 ΣΠΥΡΙΔΑΚΗΣ 2004188 44 Πρβλ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012146

25 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

ο έλεγχος της άνισης κατανομής στο περιεχόμενο της σχετικής συμφωνίας

για να επιβεβαιώνεται ή όχι το στοιχείο της υπέρμετρης δεσμεύσεως45

Πέραν αυτών όμως είναι απαραίτητη και η συγκεκριμενοποίηση του κριτη-

ρίου της άνισης μεταξύ των μερών κατανομής των συμβατικών βαρών και

πλεονεκτημάτων οπότε είναι αναγκαία η αναδρομή σε ιδιαίτερα κριτήρια τα

οποία εφαρμόζει σχεδόν σταθερώς η νομολογία μας46

(1) Ο Μπαλής47 θεωρεί ότι πρέπει να συναρτάται η σχετική κρίση με το

σημείο ldquoμέχρι τοῦ ὁποίου εἶναι νόμῳ προστατεύσιμον τὸ συγκεκριμένον

συμφέρον τοῦ ἐπιβάλλοντος τὸν περιορισμὸνrdquo δηλαδή να συνυπολογί-

ζεται και το μέτρο της οικονομικής θυσίας στην οποία υποβάλλεται

ο ισχυρός συμβαλλόμενος ουσιαστικώς να σταθμίζεται η αξία της συ-

νολικής αντιπαροχής του χωρίς βεβαίως τα δύο αυτά μεγέθη να συ-

μπίπτουν κατrsquo ανάγκην

(2) Σημασίαν έχει και το στοιχείο της χρονικής διάρκειας της δεσμεύσεως

Όσον αφορά σε ρήτρες απαγορεύσεως ανταγωνισμού θεμιτός περιο-

ρισμός θεωρείται η διετία προκειμένου περί συμβάσεως εργασίας και η

πενταετία προκειμένου περί πωλήσεως επιχειρήσεως Αντιθέτως σε

συμβάσεις αποκλειστικής προμηθείας (κυρίως μπύρας ή ενέργειας) και

προμηθείας πρατηρίου βενζίνης η γερμανική νομολογία ανεβάζει το

όριο στα είκοσι περίπου έτη

(3) Σπουδαίο επίσης στοιχείο μετρήσεως του υπέρμετρου ή μη της συμ-

βατικής δεσμεύσεως είναι η τοπική έκτασή της Πρόκειται περί ενός

στοιχείου κινητού εν σχέσει προς την χρονική διάρκεια δεσμεύσεως αλ-

λά και προς τα λοιπά στοιχεία συγκεκριμενοποιήσεως της αόριστης έν-

νοιας του ldquoυπέρμετρουrdquo Δηλαδή δυνατόν όσον ευρύτερη κατά τόπο

και μακρότερη κατά χρόνον είναι η απαγόρευση τόσο μεγαλύτερο θα

πρέπει να είναι το περιουσιακό αντάλλαγμα που λαμβάνει το ασθενέ-

στερο μέρος ώστε να θεωρείται η ρήτρα θεμιτή Απροσδιόριστη κατά

τόπο και χρόνο απαγόρευση χωρίς πρόβλεψη δυνατότητος παύσεως

της δεσμεύσεως με καταγγελία προσδίδει κατά κανόνα ανήθικο χα-

45 Πρβλ ΤΕΛΛΗΣ 2007215 επ 46 Πληρέστερη ανάλυση των κριτηρίων αυτών σχετικώς με την ρήτρα μετασυμβατικής απαγο-

ρεύσεως του ανταγωνισμού βλ σε ΤΕΛΛΗΣ 2007223 επ 47 ΜΠΑΛΗΣ 1944 sect64

26 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

ρακτήρα στην σχετική ρήτρα48 διότι η έννομη τάξη δεν ευνοεί γενικώς

τις δεσμεύσεις μακροχρόνιας ή απεριορίστου διαρκείας49

(4) Το κατrsquo αντικείμενον εύρος της συμβατικἠς δεσμεύσεως είναι επίσης

κριτήριο συγκεκριμενοποιήσεως της αορίστου εννοίας του ldquoυπέρμε-

τρουrdquo Αν δηλαδή ο ασφαλειοδότης παρέχοντας υπέρμετρη εξασφά-

λιση στον δανειστή του μπορεί να ικανοποιήσει και τους λοιπούς δα-

νειστές του ή στον υποβληθέντα σε μετασυμβατική ρήτρα απαγόρευ-

σης ανταγωνισμού εναπομένει κάποια δυνατότητα επιδόσεως σε άλ-

λης μορφής οικονομική δραστηριότητα κατά την διάρκεια της απαγο-

ρεύσεως

Η παράθεση των ανωτέρω κριτηρίων είναι σαφώς ενδεικτική αφού η περί

υπέρμετρου δεσμεύσεως κρίση (πρέπει να) σχηματίζεται από μία συνολική

αξιολόγηση των ειδικών περιστάσεων που συνοδεύουν την επίμαχη σύμβα-

ση Έτσι προσμετρώνται και άλλα στοιχεία ndash κριτήρια όπως οι επαγγελμα-

τικές προοπτικές των συμβαλλομένων ή ο τρόπος λήξεως της συνεργασίας

των

Τέλος η ύπαρξη επίμεπτης υποκειμενικής στάσεως του ισχυροτέρου συμ-

βαλομένου δεν θεωρείται σύμφωνα με κρατούσα γνώμη προϋπόθεση της

ακυρότητας της συμβάσεως50

ε Εφαρμογή της διατάξεως

Η διάταξη (εδ α΄) εφαρμόζεται και στις χαριστικές δικαιοπραξίες51 Δεν ε-

φαρμόζεται η διάταξη όταν υπάρχει νόμος που συγχωρεί την υπέρμετρη δέ-

σμευση της ελευθερίας του προσώπου52 Δεν αποκλείεται η σύμβαση να

προσκρούει εν μέρει στα χρηστά ήθη οπότε έχει εφαρμογή η ΑΚ 181 (Μερι-

κή ακυρότητα δικαιοπραξίας Η ακυρότητα μέρους συνεπιφέρει την ακυρό-

τητα ολόκληρης της δικαιοπραξίας αν συνάγεται ότι δεν θα είχε επιχειρηθεί

χωρίς το άκυρο μέρος)

48 Πρβλ αντί πολλών ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ 2012528 49 Πρβλ αντίθετη άποψη (ΚΙΤΣΑΡΑΣ Ενοχικές δεσμεύσεις της εξουσίας διάθεσης 199957) σε ΓΕΩΡ-

ΓΙΑΔΗΣ 2012 sect 36 υποσημ 12 50 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 1983153 51 Βλ ΑΠ 9991975 (Βrsquo Τμήμα) ΝοΒ 24287 (ldquohellipἀποκλείεται ἡ ἐφαρμογὴ τοῦ ἐπὶ δικαιοπραξιῶν ἐφrsquo

ὧν ἐπίδοσις περιουσίας γίνεται ἄνευ ἀνταλλάγματος ἢ δὲν λαμβάνει χώραν ἀνταλλαγὴ παροχῶν διότι ἐπrsquo αὐτῶν δὲν γεννᾶται ζήτημα προφανοῦς δυσαναλογίας παροχῆς καὶ ἀντιπαροχῆςrdquo)

52 Βλ ΤΟΥΣΗΣ 1978506 επ ndash ΑΠ 1301950 27 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

ϛ Έννομες συνέπειες

(1) Σύμφωνα με την ΑΚ 179 η δικαιοπραξία που δεσμεύει υπερμέτρως την

ελευθερία του προσώπου είναι ldquoΆκυρη ως αντίθετη προς τα χρηστά ή-

θηhelliprdquo και όπως ισχύει για κάθε ανήθικη δικαιοπραξία θεωρείται από-

λυτη53 μπορεί δε να λαμβάνεται υπόψιν και αυτεπαγγέλτως από το

δικαστήριο54 Τούτο είναι λογικό και κατrsquo ακολουθίαν ορθό αφού η

απαγόρευση της υπέρμετρης δέσμευσης της ελευθερίας σκοπεί στην

προστασία της προσωπικότητας ώστε να μην αφαιρείται το αγαθό της

εξουσίας της δικαιοπρακτικής διαθέσεως του μέρους

Προκειμένου όμως περί υπέρμετρης δεσμεύσεως της οικονομικής ε-

λευθερίας προσώπου δηλαδή οικονομικών συμφερόντων των οποίων

η διαφύλαξη είναι αποκλειστική υπόθεση του προσώπου αυτού τότε

σε μια τέτοια περίπτωση το πρόσωπο αυτό και μόνο μπορεί να κρίνει

καλλίτερα από κάθε άλλον αν η άρση των δικαιοπρακτικών αποτελεσμά-

των με την επίκληση της ΑΚ 179α ακυρότητος εξυπηρετεί πράγματι τα

συμφέροντά του5556

(2) Η ακυρότητα είναι κατά κανόνα ολική ιδία όσον αφορά σε υπέρμετρη

δέσμευση της προσωπικής ελευθερίας57 Στις περιπτώσεις όμως όπου

ο ανήθικος χαρακτήρας προσδιορίζεται από οικονομικής φύσεως α-

νταλλάγματα θα πρέπει να είναι δυνατή η μερική ακυρότητα ώστε με-

τά την αφαίρεση του αδίκου μέρους να μπορεί να ισχύσει η σύμβαση

με το υπόλοιπο ορθό περιεχόμενο της και έτσι το ασθενέστερο μέρος

να ldquoαπολαύσει τελικά την πολύτιμη γιrsquo αυτόν παροχή του αντισυμβαλ-

λομένου του αλλά με δίκαιους τώρα όρουςrdquo Την δυνατότητα της μερικής

ακυρότητος φαίνεται να δέχεται η κρατούσα γνώμη πράγμα που ση-

μαίνει ότι το δικαστήριο έχει την δυνατότητα να μειώσει μετά από αί-

τηση του βλαπτομένου την δέσμευση αυτού στο προσήκον μέτρο

53 ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ 2012525 επ 54 ΛΑΔΑΣ 1979159 επ 55 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012153 56 Θεωρείται ότι σε παρόμοιες περιπτώσεις πρέπεται η (κατrsquo εξαίρεσιν) σχετική ακυρότητα διότι η

απόφαση για την διατήρηση ή άρση των δικαιοπρακτικών αποτελεσμάτων πρέπει να ανήκει αποκλειστικώς στο βλαπτόμενο από την συμβατική ρύθμιση μέρος το οποίο γνωρίζει κάλλιον παντός άλλου το τι πράγματι το συμφέρει άλλως υπάρχει ανεπίτρεπτη κηδεμόνευση των συμφερόντων αυτού του συμβαλλομένου (ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2013113)

57 εα 2α 28 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

3 Η Καταπλεονεκτική Δικαιοπραξία

α Γενικά ndash σχέση με ΠΚ 404 405

Σύμφωνα με το πραγματικό της ΑΚ 179βrsquo καταπλεονεκτική δικαιοπραξία

υπάρχει όταν στο πρόσωπο του καταπλεονεκτούμενου συντρέχουν προφα-

νής δυσαναλογία παροχής και αντιπαροχής ανάγκη κουφότητα ή απειρία

και εκμετάλλευση της μειονεκτικής αυτής θέσεως από τον καταπλεονέκτη

Σύμφωνα με την νομολογία για την πλήρωση του πραγματικού απαιτείται η

συνδρομή και των τριών αυτών προϋποθέσεων σωρευτικώς

Γίνεται δεκτό ότι σε περίπτωση ελλείψεως κάποιου από τα ανωτέρω στοι-

χείου καταφάσκεται η ακυρότητα της δικαιοπραξίας με αναγωγή στην γενι-

κή ρήτρα της ΑΚ 178 υπό την προϋπόθεση ότι συντρέχουν πρόσθετα στοι-

χεία τα οποία μπορούν να προσδώσουν στην δικαιοπραξία το χρώμα της α-

νηθικότητας

Εκδήλωση της απαγορεύσεως της καταπλεονεκτήσεως αποτελεί η ρύθμιση

των άρθρων ΠΚ 404 (τοκογλυφία) και ΠΚ 405 (αισχροκέρδεια) το πραγμα-

τικό των οποίων είναι ουσιαστικώς ίδιο με αυτό της ΑΚ 179βrsquo Αν και τίποτε

δεν εμποδίζει για την ακυρότητα καταπλεονεκτικής δικαιοπραξίας την πα-

ράλληλη επίκληση και των δύο νομοθετικών βάσεων ορθότερη θεωρείται να

διαφυλαχθεί η αυτονομία της ρυθμίσεως της ΑΚ179βrsquo αφού ο νομοθέτης

φαίνεται ότι θέλησε να ρυθμίσει ρητώς τις συνέπειες της καταπλεονεκτήσε-

ως τον ΑΚ

β Προϋποθέσεις εφαρμογής της διατάξεως

Καταπλεονέκτηση μπορεί να υπάρχει σε κάθε τύπο επαχθούς δικαιοπραξίας

με περιουσιακό περιεχόμενο58 οι οποίες μπορεί να είναι αμφοτεροβαρείς

ετεροβαρείς αιτιώδεις αναιτιώδεις (όπως πχ η αγοραπωλησία η μίσθωση

58 Διαφορετικό είναι το ζήτημα της παροχής περιουσιακού ωφελήματος με ldquoανεξάρτητηrdquo μονομε-ρή δικαιοπραξία με την οποία προσδίδεται καταπλεονεκτικό χρώμα σε προηγούμενη σύμβαση από την οποία θα πηγάζει συνήθως η υποχρέωση για τέλεση της μονομερούς δικαιοπραξίας (πχ παροχή υποθήκης)

29 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

πράγματος ή έργου ή εργασίας η εταιρεία η σύμβαση μεσιτείας ή εγγύηση)

όταν αυτές καταρτίζονται με δυσανάλογο αντάλλαγμα59

Η ΑΚ 179βrsquo δεν εφαρμόζεται στις χαριστικές δικαιοπραξίες γιατί η επίδοση

της περιουσίας γίνεται χωρίς αντάλλαγμα και έτσι δεν υπάρχει δυσαναλογία

παροχής και αντιπαροχής όπως πχ στην δωρεά στην εντολή στην άφεση

χρέους στην παρακαταθήκη χωρίς αμοιβή ή στην εγγύηση εκτός αν αυτή

ανελήφθη στο πλαίσιο μιάς αμφοτεροβαρούς συμβάσεως με ευρύτερο περι-

εχόμενο

γ Προφανής δυσαναλογία μεταξύ παροχών

Στην καταπλεονεκτική σύμβαση η ελευθερία δικαιοπρακτικής αποφάσεως

του καταπλεονεκτούμενου είναι διαταραγμένη αφού αυτός ευρίσκεται σε

μία δυσμενή σε σχέση με τον καταπλεονέκτη θέση που δεν του επιτρέπει να

προασπίσει ορθολογικώς τα συνδεόμενα με την σύμβαση συμφέροντά του

έτσι ο μηχανισμός συμβάσεως δεν μπορεί εδώ να παράσχει κανένα εχέγγυο

ορθότητος Ότι το περιεχόμενο της καταπλεονεκτικής συμβάσεως δεν είναι

ldquoορθόrdquo μαρτυρεί τελικώς η ύπαρξη της προφανούς δυσαναλογίας

Η προφανής δυσαναλογία των ανταλλασσομένων παροχών ανάγεται σε

απαραίτητο στοιχείο του πραγματικού της καταπλεονεκτήσεως στην ΑΚ

179βrsquo ενώ ταυτοχρόνως είναι και πρόβλημα που για να κατανοηθεί σωστά

πρέπει να φωτισθεί μέσα από τον συνδυασμό και την αντίθεση μιάς πλειά-

δος αρχών οι οποίες σε κινητή μεταξύ των σχέση συγκροτούν το σύστημα

του δικαίου των ενοχικών συμβάσεων60

Ως έννοια αόριστη είναι αναμφισβητήτως έννοια νομική και η υπαγωγή σε

αυτήν της σχέσεως αξίας των αμοιβαίων παροχών αποτελεί κρίσιν αξιολο-

γική υποκείμενη στον έλεγχο του ΑΠ61

Ομοφώνως γίνεται δεκτό ότι αφετηρία της κρίσεως περί υπάρξεως ή μη

προφανούς δυσαναλογίας πρέπει να αποτελεί η αντικειμενική αξία των α-

νταλλασσομένων παροχών δηλαδή η συνήθης στις συναλλαγές αξία62 Έτσι

59 Βλ ΜΠΑΛΗΣ 1944190 (sect66) 60 Βλ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 19837 σημ 23 61 ΦΙΛΙΟΣ 2011 sect147Β 62 Πρβλ ΑΠ 20952009 (Α1 Τμήμα) ldquohellipφανερή δυσαναλογία μεταξύ παροχής και αντιπαροχής

είναι αυτή που υποπίπτει στην αντίληψη λογικού και έχοντος πείρα των σχετικών συναλλαγών ανθρώπου και η οποία υπερβαίνει το μέτρο κατά το οποίο είναι ανθρωπίνως φυσικό να απο-κομίζει ο ένας κάποιο όφελος από σύμβαση οικονομικού περιεχομένου επί ζημία του άλλουrdquo

30 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

διαπιστουμένης της αντικειμενικής αξίας των αμοιβαίων παροχών ακολου-

θεί η κρίση για το αν υφίσταται μεταξύ των προφανής δυσαναλογία λαμβα-

νομένων πάντοτε υπrsquo όψιν της φύσεως της συμβάσεως και του επιδιωκομέ-

νου με αυτήν οικονομικού σκοπού63 ενώ στις περιπτώσεις ακινήτων χρη-

σιμοποιείται ευρέως στην πράξη το κριτήριο της laesio enormis64

Ένα επιπλέον στοιχείο που λαμβάνεται υπrsquo όψιν για την διαπίστωση της υ-

πάρξεως προφανούς δυσαναλογίας είναι η λεγομένη ldquoρήτρα προσθέσεωςrdquo

δηλαδή το άθροισμα των ωφελημάτων που έλαβε ο καταπλεονέκτης και των

περιουσιακών ωφελημάτων που επιπροσθέτως κατέβαλλε ο καταπλεονε-

κτούμενος σε τρίτα πρόσωπα (πχ μεσιτεία αμοιβές σε βοηθητικά πρόσωπα

κλπ)

Υπάρχουν όμως και μερικά σχετιζόμενα με την δυσαναλογία των ανταλ-

λασσομένων παροχών ειδικότερα προβλήματα που εμφανίζονται συχνά

στην δικαστηριακή πράξη παρουσιάζοντα ταυτοχρόνως σπουδαίο δογματι-

κό ενδιαφέρον

(1) Πρόσθετο τίμημα στην πώληση ακινήτου μπορεί να ληφθεί υπrsquo όψιν

το επιπλέον του αναγραφομένου στο συμβολαιογραφικό έγγραφο τι-

μήματος επιπροσθέτως καταβληθέν τίμημα

(2) Το καταπλεονεκτικό σύμφωνο εξωνήσεως η συνομολόγηση δικαιώ-

ματος εξωνήσεως με τίμημα προφανώς δυσανάλογο εν σχέσει προς αυ-

τό της πωλήσεως μήπως υποκρύπτει τοκογλυφικό δάνειο Εδώ θα

πρέπει να σταθμιστεί η δυνατότητα του πωλητή να αποτρέψει την κα-

ταπλεονεκτική γιrsquo αυτόν ρύθμιση ασκώντας το δικαίωμα εξωνήσεως

Εάν δηλαδή ο πωλητής ασκήσει αυτό το δικαίωμα παρά την προφανή

δυσαναλογία η πώληση δεν έχει καταπλεονεκτικό χαρακτήρα

(3) Η διαπίστωση της προφανούς δυσαναλογίας στον συμβιβασμό τα

συγκρινόμενα μεγέθη είναι οι αμοιβαίες παραχωρήσεις των μερών και

όχι οι εκατέρωθεν αναλαμβανόμενες υποχρεώσεις προς παροχή Η σω-

στή όμως εκτίμηση των παραχωρήσεως προϋποθέτει ως αφετηρία

63 ΑΠ 20952009 64 Ο ΛΙΤΖΕΡΟΠΟΥΛΟΣ 1932208 επ προτείνει αποδοχή της υπάρξεως προφανούς δυσαναλογίας

όταν η μία παροχή δεν φθάνει το 60 ή 50της αξίας της άλλης Βλ επίσης υποσημείωση 560 στο ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012

31 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

την νομική κατάσταση που υπήρχε πριν τον συμβιβασμό υπερβολικές

αξιώσεις προβαλλόμενες αυθαιρέτως δεν λαμβάνονται εδώ υπrsquo όψιν

Η ύπαρξη της προφανούς δυσαναλογίας κρίνεται κατά τον χρόνο καταρτί-

σεως της συμβάσεως είναι αδιάφορο αν η προφανής δυσαναλογία επήλθε

αργότερα εκτός της περιπτώσεως όπου ο καταπλεονεκτούμενος στο πλαί-

σιο της υφισταμένης κυρίας συμβατικής σχέσεως συνομολογεί ή παρέχει

πρόσθετα περιουσιακά ωφελήματα (πχ εμπράγματη ασφάλεια) που προσ-

δίδουν πλέον στην συνολική συναλλαγή καταπλεονεκτικό χρώμα

δ Ανάγκη Κουφότητα Απειρία

(1) Ανάγκη

Είναι η κατάσταση ενός προσώπου (του δικαιοπρακτούντος ή κάποιου

που συνδέεται στενά με αυτόν) που ευρίσκεται σε άμεσο οικονομικό ή

άλλο κίνδυνο65 η αντιμετώπιση του οποίου είναι ανεπίδεκτη αναβο-

λής66 Η ανάγκη πρέπει να έχει χαρακτήρα επιτακτικό και να είναι τόσο

σοβαρή ώστε αντικειμενικώς κρινομένη να μπορεί να θεωρηθεί ότι

κάθε εχέφρων άνθρωπος θα οδηγείτο στην ίδια δικαιοπρακτική συ-

μπεριφορά

Ενώ η φύση της ανάγκης είναι συνήθως οικονομική η σπουδαιότητα

του διακινδυνευομένου αγαθού καθορίζει το αν η συγκεκριμένη κάθε

φορά περίπτωση μπορεί να υπαχθεί ή όχι στην ρύθμιση της ΑΚ 179βrsquo

Είναι αδιάφορο αν η ανάγκη είναι μόνιμη ή παροδική αφού αποφασι-

στική για την εφαρμογή της ΑΚ 179βrsquo είναι η ύπαρξη ανάγκης μόνο κα-

τά τον χρόνο καταρτίσεως της δικαιοπραξίας Η ανάγκη πρέπει να είναι

πραγματική και άμεση επιτακτική και ανεπίδεκτη αναβολής

(2) Κουφότητα

Προϋπόθεση της ορθής λειτουργίας της ιδιωτικής αυτονομίας είναι η

εκ μέρους των αντισυμβαλλομένων ορθολογική στάθμιση των υπέρ και

κατά της συμβατικής ρυθμίσεως Όταν όμως ο αντισυμβαλλόμενος α-

διαφορεί λόγω απερισκεψίας ή ελλείψεως επαρκούς σκέψεως και δεν

αποδίδει στις πράξεις του την σημασία την αξία και τις συνέπειες που

έχουν αυτές τότε η συναλλακτική συμπεριφορά του χαρακτηρίζεται

65 ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ 2012530 66 ΑΠ 19982007

32 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

από κουφότητα Η κουφότητα μπορεί να οφείλεται σε οποιονδήποτε

λόγο όπως είναι η πνευματική νόσος ου δεν επέφερε όμως ολική ή με-

ρική ασυνειδησία των πράξεων του προσώπου ώστε να το κάνει εντε-

λώς ή περιορισμένως ανίκανο για την σύνταξη δικαιοπραξίας67

(3) Απειρία

Ως απειρία νοείται η έλλειψη της περί τη ζωή και τις συναλλαγές πεί-

ρας68 Το ερώτημα όμως είναι αν η σχετική με συγκεκριμένη δικαιο-

πραξία απειρία στοιχειοθετεί την απειρία της ΑΚ 179βrsquo ή όχι Γίνεται

δεκτό ότι υπάρχουν τρείς διαβαθμίσεις69 της απειρίας

(α) Η καθολική όπου ο συμβαλλόμενος στερείται παντελώς συναλ-

λακτικής πείρας και κατά συνέπειαν η περίπτωσή του υπάγεται

στην ρύθμιση της ΑΚ 179β΄

(β) Η απειρία σε ορισμένο μόνο συναλλακτικό τομέα (λχ πράξεις

επί ακινήτων χρηματιστηριακές συναλλαγές κλπ) εδώ η απειρία

δεν αποτελεί σταθερή ιδιότητα του προσώπου και παρά το ότι η

γενική του πείρα του επιτρέπει να κρίνει το επισφαλές της δικαι-

οπραξίας στην οποία προβαίνει η ελευθερία δικαιοπρακτικής α-

ποφάσεώς του δεν παύει να είναι διαταραγμένη Κατά συνέπεια

δικαιούται της προστασίας της ΑΚ 179βrsquo

(γ) Προβληματική αλλά και με πολύ μεγάλη πρακτική σημασία είναι

η τρίτη μορφή απειρίας που χαρακτηρίζεται από την έλλειψη ει-

δικών γνώσεων πού έχει ανάγκη ο σύγχρονος καταναλωτής στις

καθημερινές συναλλαγές του γνώσεων απαραιτήτων για τον

σχηματισμό σωστής εικόνας της προσφερόμενης σε αυτόν παρο-

χής Κι΄ εδώ η ελευθερία δικαιοπρακτικής αποφάσεως του κατα-

ναλωτή αδαούς όντος λόγω ανεπαρκούς πληροφορήσεως εμφα-

νίζεται διαταραγμένη και άξια της κατά την ΑΚ 179βrsquo προστασίας

ε Εκμετάλλευση

Ενώ η νομολογία μας θεωρεί αναγκαίο στοιχείο της ΑΚ 179βrsquo την υποκειμενι-

κή προϋπόθεση της εκμεταλλεύσεως την οποία πρέπει να αποδεικνύει ο ε-

67 ΑΠ 3821992 ΝοΒ 41874 68 ΑΠ 9362007 69 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012196 επ

33 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

πικαλούμενος την εφαρμογή της διατάξεως δεν έχει μέχρι τώρα αποσαφη-

νιστεί πλήρως σε τι ακριβώς συνίσταται η ldquoεκμετάλλευσηrdquo Βέβαιο πάντως

είναι ότι το στοιχείο αυτό δεν θα πρέπει να θεωρηθεί ως ηθική μομφή στο

πρόσωπο του καταπλεονέκτη

Κατrsquo αρχάς απορρίπτεται η επίκληση δόλου αφού ο δόλος απαιτείται από

την λειτουργία της ποινής και είναι ξένος προς τον λειτουργικό ρόλο της α-

κυρότητας της ανήθικης δικαιοπραξίας Το ότι δεν πρόκειται περί μομφής

φαίνεται στις περιπτώσεις καταρτίσεως δικαιοπραξίας κατά παράκλησιν

του αντισυμβαλλομένου και όχι από εκμεταλλευτική διάθεση του καταπλεο-

νέκτη Επιπλέον εάν επρόκειτο περί συνειδήσεως της ανηθικότητος εκ μέ-

ρους του καταπλεονέκτη μια τέτοια συνείδηση λόγω του περιεχομένου σε

αυτήν αξιολογικού και βουλητικού στοιχείου θα ισοδυναμούσε με πταίσμα

και δη στον βαθμό του dolus malus στοιχείου όμως ξένου προς την προ-

βληματική των ανήθικων γενικώς δικαιοπραξιών

Η ελληνική νομολογία φαίνεται να ακολουθεί την άποψη ότι ο καταπλεονέ-

κτης γνωρίζει την συναλλακτικώς δυσμενή θέση του καταπλεονεκτούμενου

και την προφανή δυσαναλογία μεταξύ παροχής και αντιπαροχής στοιχεία τα

οποία δεν θεωρεί ως λόγο προσωπικής μομφής κατά του καταπλεονέκτη αλ-

λά καταλογισμού σε αυτόν του κινδύνου της ακυρότητας της δικαιοπραξίας

Τα δικαστήρια φαίνεται ότι ταυτίζουν την εκμετάλλευση με την εκ μέρους

του καταπλεονέκτη γνώση της συναλλακτικώς δυσμενούς θέσεως του κα-

ταπλεονεκτούμενου Είναι συνήθης στις αποφάσεις η επωδός ldquoεπωφελήθη-

κεrdquo70 της γνωστής σε αυτόν ανάγκης κουφότητας ή απειρίας Γίνεται όμως

παγίως δεκτό ότι αν ο καταπλεονέκτης αγνοούσε την κατάσταση του αντι-

συμβαλλομένου του δεν υπάρχει εκμετάλλευση κατά την ΑΚ 179βrsquo Και βε-

βαίως ερωτάται γιατί θα πρέπει να γνωρίζει μόνο την ανάγκη κουφότητα ή

απειρία και όχι και την προφανή δυσαναλογία των αμοιβαίων παροχών

4 Έννομες συνέπειες

Η καταπλεονεκτική δικαιοπραξία είναι απολύτως άκυρη και για τα δύο μέρη

κατά την έννοια της ΑΚ 180 Την ακυρότητα μπορεί να προβάλλει και κάθε τρίτος

70 Πρβλ ΑΠ 20952009 34 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

που έχει έννομο συμφέρον επομένως και ο κληρονόμος ενός από τους συναλλαγέ-

ντες71

Δεν αποκλείεται και μερική ακυρότητα της δικαιοπραξίας Τούτο θα συμβεί

εάν μπορεί να προσδιορισθεί ακριβώς η μεταξύ παροχής και αντιπαροχής αναλο-

γία οπότε η δικαιοπραξία είναι άκυρη κατά το υπερβάλλον72 Κατά πόσον σε τέ-

τοια περίπτωση η μερική ακυρότητα θα συνεπιφέρει την ακυρότητα της όλης δι-

καιοπραξίας κρίνεται κατά την ΑΚ 18173

Σύμβαση εντόκου δανείου μπορεί να χαρακτηρισθεί καταπλεονεκτική συμ-

φώνως προς την ΑΚ 179 μόνο στην περίπτωση συνομολογήσεως ή λήψεως αθέ-

μιτων (τοκογλυφικών) τόκων εν σχέσει προς την αντιπαροχή με την εκμετάλ-

λευση της ανάγκης κουφότητας κλπ του δανεισθέντος οπότε και επέρχεται είτε

ολοκληρωτική και απόλυτη ακυρότητα της καταπλεονεκτικής δικαιοπραξίας κα-

τά τον κανόνα της ΑΚ 181 είτε μερική ακυρότητα οπότε αφού προσδιορισθεί

ακριβώς η μεταξύ παροχής και αντιπαροχής αναλογία η δικαιοπραξία είναι αι-

σχροκερδής και άκυρη κατά το υπερβάλλον

Η προβολή της ακυρότητας από εκείνον που μετήλθε την εκμετάλλευση

μπορεί να αποκρουσθεί με την ένσταση της ΑΚ 281 Αυτό μπορεί να συμβεί όταν

το δικαίωμα ακυρώσεως ασκείται καθυστερημένα εφ΄ όσον όμως συντρέχουν

και άλλα περιστατικά74

Οι παροχές που έγιναν σε εκπλήρωση της καταπλεονεκτικής υποσχετικής

συμβάσεως μπορούν να αναζητηθούν είτε με διεκδικητική αγωγή είτε με αγωγή

αδικαιολόγητου πλουτισμού Αυτός που ζημιώθηκε από την αισχροκερδή δικαιο-

πραξία δικαιούται εφ΄ όσον συντρέχουν οι όροι των ΑΚ 919 και ΑΚ 914 και απο-

ζημιώσεως

71 ΑΠ 9362007 72 ΜΠΑΛΗΣ 1944191 73 ΜΠΑΛΗΣ op cit 74 Για την προστασία των καλόπιστων τρίτων μέσω της ΑΚ 281 βλ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012232 επ

35 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ ΣΤ ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ Γενικές Αρχές Αστικού Δικαίου Π Ν Σάκκουλας 2012 ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ ΣΤ ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ndash ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟΣ ΠΑΝ ΜΙΧΑΗΛ Αστικός Κώδικας κατ΄ άρ-

θρο ερμηνεία τόμος Ι Π Ν Σάκκουλας 1978 ΛΑΔΑΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ Α Η ακυρότητα της δικαιοπραξίας λόγω αντιθέσεως εις τα χρη-

στά ήθη χό Θεσσαλονίκη 1979 ΛΙΤΖΕΡΟΠΟΥΛΟΣ Γ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ Η Νομολογία ως παράγων διαπλάσεως του ιδιωτικού

δικαίου Θεσσαλονίκη 1932 ΜΠΑΛΗΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ Α Γενικαί αρχαί του Αστικού Δικαίου Παπαζήσης 1944 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ ΑΛ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ Οι καταπλεονεκτικές δικαιοπραξίες Σάκκουλας Αντ

Ν 1983 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ ΑΛ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ Δικαιοπραξιες αντίθετες προς τα χρηστά ήθη Σάκ-

κουλας Αντ Ν 2012 ΠΑΠΑΣΤΕΡΙΟΥ Η ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ Αστικό Δίκαιο Επιτομή Εκδόσεις Σάκκουλα ΑΕ 2010 ΣΠΥΡΙΔΑΚΗΣ Σ ΙΩΑΝΝΗΣ Εγχειρίδιο Αστ Δικαίου 1 - Γενικές Αρχές Αντ Ν Σάκκου-

λας 2004 ΤΕΛΛΗΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ Δ Ρήτρα μετασυμβατικής απαγόρευσης ανταγωνισμού στο δί-

καιο εταιρειών και επιχειρήσεων λειτουργία και δικαστικός έλεγχος του περιε-χομένου της Εκδόσεις Σάκκουλα ΑΕ 2007

ΤΟΥΣΗΣ ΧΡ ΑΝΔΡΕΑΣ Γενικαί Αρχαί του Αστικού Δικαίου μετʹ εισαγωγής εις το δίκαι-ον εν γένει Αφοί Σάκκουλα 1978

ΤΡΙΑΝΤΟΣ Τ ΝΙΚΟΛΑΟΣ Δικαιοπραξιες Νομική Βιβλιοθηκη 2011 ΤΡΙΑΝΤΟΣ Τ ΝΙΚΟΛΑΟΣ Αστικό Δίκαιο-Επιτομή Νομική Βιβλιοθήκη 2013 ΦΙΛΙΟΣ ΧΡ ΠΑΥΛΟΣ Γενικές Αρχές Αστικού Δικαίου Εκδόσεις Σάκκουλα ΑΕ 2011 ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΕΙΣ ΑΝΔΡΟΥΛΙΔΑΚΗ-ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗ ΙΣΜΗΝΗ Η αντίθεση της διαθήκης στα χρηστά ήθη ΝοΒ

301234 ΠΕΛΕΝΗ-ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ Α Η αντιμετώπιση από τη νομολογία του άρθρου 179 περ

α΄ ΑΚ ΕλλΔνη 199459 ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟΣ ΠΑΝ ΜΙΧΑΗΛ-ΛΑΔΟΓΙΑΝΝΗΣ ΓΕΩΡ Κριτήρια αντίθεσης συμφώνου

προτίμησης προς τα χρηστά ήθη (γνμδ) ΧρΙΔ 1263 ΤΟΥΣΗΣ ΧΡ ΑΝΔΡΕΑΣ Η έννοια των χρηστών ηθών ΕΕΝ 231956 ΦΑΣΟΥΛΑΣ ΖΗΣΗΣ Η απάτη και η ακυρότητα της δικαιοπραξίας ως αντίθετη στα

χρηστά ήθη ΠοινΧρ 921032

36 36

  • 2 Συμβατική ελευθερία και γενικές ρήτρες
  • 4 Κριτήρια προσδιορισμού των χρηστών ηθών
    • Μια πρώτη κατηγοριοποίηση όμως αντίθεσης στα χρηστά ήθη μπορεί να γίνει με βάση το αν αυτή προκύπτει από το περιεχόμενο τους
      • 10 Ακυρότητα
      • α Απόλυτη ή σχετική
      • β Συνολική ή μερική
      • γ Ακυρότητα στις αιτιώδεις και αναιτιώδεις δικαιοπραξίες
      • 11 Δικονομική μεταχείριση
      • 12 Επίγραμμα

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

Β

ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΜΕ ΤΗΝ ΟΠΟΙΑ ΔΕΣΜΕΥΕΤΑΙ ΥΠΕΡΒΟΛΙΚΩΣ Η ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΤΟΥ ΠΡΟΣΩΠΟΥ [ΚΑΤΑΔΥΝΑΣΤΕΥΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ] ndash

ΚΑΤΑΠΛΕΟΝΕΚΤΙΚΗ [ΑΙΣΧΡΟΚΕΡΔΗΣ] ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ (ΑΚ 179)

[Σπύρος Γ Παπαγιάννης]

1 Η σχέση μεταξύ των δύο ειδικών πραγματικών του άρθρου ΑΚ 179

Το δίκαιο προκειμένου να εξυπηρετεί τον κοινωνικό βίο των ανθρώπων εν-

σωματώνει στους κανόνες που το συγκροτούν τα παραγγέλματα της κοινωνικής

ηθικής δηλαδή τις επικρατούσες στην κοινωνία θεμελιώδεις αξιολογικές παρα-

στάσεις30 Έτσι η ΑΚ 178 με τον όρο ldquoχρηστά ήθηrdquo οριοθετεί την λειτουργία της

ιδιωτικής αυτονομίας μέσα στα όρια αυτού που αξιοί ο μέσης ηθικής κοινωνός του

δικαίου με σκοπό την αποτροπή καταχρήσεως κατά την διάπλαση ιδιωτικών εν-

νόμων σχέσεων και άμεσο αποτέλεσμα την άρνηση της έννομης τάξεως να προσ-

δώσει νομικό κύρος σε δικαιοπρακτικές ρυθμίσεις που προσβάλλουν τις αξίες των

οποίων αυτή επιδιώκει την πραγμάτωση31

Ενώ όμως το άρθρο ΑΚ 178 λειτουργεί ως γενική ρήτρα στο άρθρο ΑΚ 179

τυποποιούνται τα πραγματικά δύο ldquoειδικώνrdquo δικαιοπραξιών που αντιτίθενται στα

χρηστά ήθη οι ldquoκαταδυναστευτικέςrdquo συμβάσεις (ή ldquoφιμωτικέςrdquo32 δικαιοπραξίες)

και οι ldquoκαταπλεονεκτικέςrdquo συμβάσεις (ή ldquoαισχροκερδείςrdquo33 δικαιοπραξίες) Στην

πρώτη κριτήριο είναι η υπέρμετρη34 δέσμευση της ελευθερίας του προσώπου

ενώ στην δεύτερη κριτήριο αποτελεί η εκμετάλλευση της διαπραγματευτικής μει-

ονεξίας του αντισυμβαλλομένου ιδία όσον αφορά στην υπέρμετρη δέσμευση της

οικονομικής του ελευθερίας

2 Η Καταδυναστευτική Δικαιοπραξία

30 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 201217 31 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 201218 σημ 3 32 ΦΙΛΙΟΣ 2011353 33 ΦΙΛΙΟΣ opcit 34 Η ΑΚ 179α΄ αναφέρει ldquohellipδεσμεύεται υπερβολικάhelliprdquo Προτιμώ ως αποδίδουσα επί το ορθότερο

την έννοια του laquoμεγέθουςraquo της δεσμεύσεως την χρήση της λέξεως ldquoυπέρμετραrdquo λέξη-όρο που χρησιμοποιείτο στον ΑΚ προ της μεταγλωττίσεώς του στην δημοτική (την [φεύ] γλώσσα της ldquoπλέριας κατανόησηςrdquohellip)

22 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

α Έννοια

Ως ldquoκαταδυναστευτικήrdquo δικαιοπραξία νοείται κυρίως η σύμβαση (ή μεμονω-

μένη ρήτρα που περιέχεται σε σύμβαση) επί τη βάσει της οποίας δεσμεύεται

υπερμέτρως35 η προσωπική οικονομική επαγγελματική ή καλλιτεχνική ε-

λευθερία του αντισυμβαλλομένου δημιουργώντας ένα είδος υποτέλειας ένα-

ντι του άλλου μέρους36 Στην έννοια της καταδυναστεύσεως της ΑΚ 179α ε-

μπίπτει και κάθε συμβατικός περιορισμός που φέρει ως συνέπεια την υπέρ-

μετρη δέσμευση της ελευθερίας του προσώπου για ανάπτυξη οποιασδήποτε

εκδηλώσεως της προσωπικότητός του37 Είναι φανερόν ότι η ελληνική δη-

μόσια τάξη συγκεκριμενοποιεί την ρήτρα των χρηστών ηθών με την χρήση

μιάς θεμελιώδους δικαιϊκής αξίας της ελευθερίας του προσώπου εδώ ουσι-

αστικώς η συνταγματική τάξη (πχ Σ 5 sect 1) επιβάλλει τα πρόσωπα να παρα-

μένουν ελεύθερα

β Ελευθερία του προσώπου - δέσμευση

Στο πραγματικό της ΑΚ 179α΄ υπάγονται δύο κατά βάσιν περιπτώσεις συμ-

βάσεων αυτές που ενέχουν υπέρμετρη δέσμευση της προσωπικής ελευθερί-

ας του συμβαλλομένου και εκείνες με τις οποίες περιορίζεται υπερμέτρως η

ελευθερία προς (κυρίως) οικονομική και επαγγελματική δράση

Για δέσμευση της ελευθερίας του προσώπου με δικαιοπραξία γίνεται λόγος

μόνον όταν το πρόσωπο που δεσμεύτηκε είχε σύμφωνα με τον νόμο την ε-

ξουσία να διαθέσει κατά βούλησιν το αντικείμενο της δικαιοπραξίας Συνε-

πώς εάν η υποχρέωση του προσώπου δεν προέρχεται από δικαιοπραξία αλ-

λά από τον νόμο ή εάν το πρόσωπο που δεσμεύτηκε με δικαιοπραξία δεν εί-

χε σύμφωνα με τον νόμο την εξουσία να διαθέσει το αντικείμενο στο οποίο

αναφέρεται η δέσμευση η ΑΚ 179 δεν εφαρμόζεται38

Στην ελευθερία του προσώπου υπάγονται οι ατομικές ελευθερίες και τα α-

τομικά δικαιώματα αυτού39 όπως η ελευθερία συνειδήσεως της γνώμης της

διαθέσεως ψήφου του προσώπου κλπ Εδώ υπάγεται ιδίως η ελευθερία της

35 ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ 2012527 ΦΙΛΙΟΣ 2011352 36 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012 σημ 429 37 Πρβλ λχ ΑΠ 12601983 ΕλλΔνη 251347 (απεριόριστη δέσμευση της καλλιτεχνικής ελευθερί-

ας του πνευματικού δημιουργού) 38 ΕφΑθ 33271999 ΝοΒ 48485 39 ΕφΑθ 32841980 ΝοΒ 281225

23 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

εργασίας του εμπορίου της βιομηχανίας προς ανάπτυξη της οικονομικής

δράσεως του προσώπου40 Έτσι αντίκειται στα χρηστά ήθη

(1) κάθε δικαιοπραξία με την οποία απαγορεύεται σε κάποιον η άσκηση

ορισμένου επαγγέλματος ή ορισμένης βιομηχανικής ή εμπορικής δρα-

στηριότητος εφrsquo όσον περιέχει υπέρμετρη δέσμευση και

(2) η δικαιοπραξία με την οποία δεσμεύεται το δικαίωμα στην σωματική

ακεραιότητα του προσώπου στην υγεία ζωή τιμή το δικαίωμα στο

όνομα ή την προσωπικότητα το δικαίωμα εγκαταστάσεως ή μη σε ορι-

σμένο τόπο το δικαίωμα επιλογής επαγγέλματος κλπ41

γ Η ratio της απαγόρευσης

(1) Η οικονομική κατωτερότητα ενός εκ των συμβαλλομένων

Συνήθως η κατάρτιση συμβάσεως με καταδυναστευτικό περιεχόμενο

οφείλεται στην οικονομική κατωτερότητα του υποβαλλομένου στην

υπέρμετρη δέσμευση συμβαλλομένου Αυτό εκτιμάται ότι συμβαίνει

λόγω της ανάγκης αποκτήσεως της υπαρξιακής κατά κανόνα γιrsquo αυτόν

σημασίας παροχή του οικονομικώς ισχυρού αντισυμβαλλομένου συνή-

θως κάποια πίστωση Έτσι η οικονομική αυτή πίεση όταν μάλιστα

δεν υπάρχει δυνατότης καταφυγής σε άλλη πηγή αποκτήσεως του ιδί-

ου αγαθού με καλλίτερους όρους διαταράσσει την συμβατική ελευθε-

ρία η οποία μπορεί να συντρέχει ανεξαρτήτως της θέσεως που κατέχει

στην αγορά ο επιβάλλων τον περιορισμό συμβαλλόμενος (συνήθης επι-

χείρηση)

Η ρύθμιση αυτή της ΑΚ 179α΄ αντικειμενικώς κρινομένη φαίνεται ότι

είναι σχεδιασμένη με πνεύμα κηδεμονεύσεως ο δικαστής παρεμβαίνει

στο περιεχόμενο της συμβάσεως προκειμένου να προστατεύσει τον οι-

κονομικώς ασθενέστερο συμβαλλόμενο από μία άδικη εις βάρος του

κατανομή των συμβατικών βαρών και πλεονεκτημάτων

Προβληματισμός υπάρχει στο αν η οικονομική δέσμευση επέρχεται με

την κατάρτιση της συμβάσεως προκειμένου περί καταδυναστευτικών

συμβάσεων ή πρόκειται περί καταχρηστικής εκμεταλλεύσεως ήδη υ-

φισταμένης οικονομικής κατωτερότητος του αντισυμβαλλομένου προ-

40 Βλ ΤΟΥΣΗΣ Α 1978 sect 96 ΜΠΑΛΗΣ 1944 sect 64 41 Βλ ΤΟΥΣΗΣ opcit

24 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

κειμένου περί καταχρηστικής εκμεταλλεύσεως μονοπωλιακής ή δεσπό-

ζουσας θέσεως μιάς επιχειρήσεως στην αγορά

Εξrsquo άλλου χρήζει ιδιαιτέρας μνείας το ότι ενώ η συναλλακτικώς μειονε-

κτική θέση του ενός των συμβαλλομένων τεκμαίρεται αμαχήτως42 (ΑΚ

294 332sect2 334sect2 409 κλπ) στην περίπτωση καταδυναστευτικής

συμβάσεως ο αντισυμβαλλόμενος έχει δυνατότητα αποδείξεως ότι η

ρύθμιση υπήρξε προϊόν της ελευθέρας δικαιοπρακτικής αποφάσεως

του φαινομένου ως βλαπτομένου από αυτή συμβαλλομένου

(2) Η άδικη μεταξύ των μερών κατανομή των συμβατικών πλεονεκτημά-

των

Η κατανόηση του πότε είναι υπέρμετρη (ή ldquoυπερβολικήrdquohellip) ή εύλογη η

συμβατική δέσμευση της ελευθερίας του προσώπου συνιστά το κε-

ντρικό πρόβλημα του δόγματος των καταδυναστευτικών συμβάσεων

αν και η κρίση είναι νομική υποκείμενη στον έλεγχο του Αρείου Πάγου

Για τον λόγον αυτόν είναι καίριος ο ρόλος των μεγεθών αντιπαροχής

και δεσμεύσεως της οικονομικής ελευθερίας43

δ Η υπέρμετρη (υπερβολική) δέσμευση

Το κριτήριο της υπέρμετρης δεσμεύσεως ως αόριστη νομική έννοια και

προκειμένου να καταστεί δογματικώς κατάλληλη για να υπαχθεί σε αυτήν η

κρινομένη ατομική περίπτωση έχει ανάγκη εξειδικεύσεως λαμβανομένης

υπrsquo όψιν της ratio της απαγορεύσεως που τίθεται στην ΑΚ 179α΄ δηλαδή την

διάβρωση της συμβατικής ελευθερίας του ασθενέστερου μέρους αφrsquo ενός και

της ανισορροπίας στην κατανομή των συμβατικών ωφελημάτων μεταξύ των

μερών

Γίνεται ευρύτερα δεκτό στην σύγχρονη δογματική του Αστικού Δικαίου ότι

υπάρχει μία ldquoκινητήrdquo σχέση44 μεταξύ των προαναφερθέντων δύο κριτηρίων

εις τρόπον ώστε όσον εντονότερον διαβρώνεται η ελευθερία δικαιοπρακτι-

κής αποφάσεως του καταδυναστευομένου τόσον άτονος θα πρέπει να είναι

42 Για τον εμπορικό αντιπρόσωπο που συνάπτει ρήτρα μετασυμβατικής απαγορεύσεως του αντα-γωνισμού βλ ΠΔ 2191991 άρθρ10 εις εφαρμογήν του άρθρου 20 της Οδηγίας 86653 ΕΟΚ

43 ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ 2012528 ΣΠΥΡΙΔΑΚΗΣ 2004188 44 Πρβλ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012146

25 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

ο έλεγχος της άνισης κατανομής στο περιεχόμενο της σχετικής συμφωνίας

για να επιβεβαιώνεται ή όχι το στοιχείο της υπέρμετρης δεσμεύσεως45

Πέραν αυτών όμως είναι απαραίτητη και η συγκεκριμενοποίηση του κριτη-

ρίου της άνισης μεταξύ των μερών κατανομής των συμβατικών βαρών και

πλεονεκτημάτων οπότε είναι αναγκαία η αναδρομή σε ιδιαίτερα κριτήρια τα

οποία εφαρμόζει σχεδόν σταθερώς η νομολογία μας46

(1) Ο Μπαλής47 θεωρεί ότι πρέπει να συναρτάται η σχετική κρίση με το

σημείο ldquoμέχρι τοῦ ὁποίου εἶναι νόμῳ προστατεύσιμον τὸ συγκεκριμένον

συμφέρον τοῦ ἐπιβάλλοντος τὸν περιορισμὸνrdquo δηλαδή να συνυπολογί-

ζεται και το μέτρο της οικονομικής θυσίας στην οποία υποβάλλεται

ο ισχυρός συμβαλλόμενος ουσιαστικώς να σταθμίζεται η αξία της συ-

νολικής αντιπαροχής του χωρίς βεβαίως τα δύο αυτά μεγέθη να συ-

μπίπτουν κατrsquo ανάγκην

(2) Σημασίαν έχει και το στοιχείο της χρονικής διάρκειας της δεσμεύσεως

Όσον αφορά σε ρήτρες απαγορεύσεως ανταγωνισμού θεμιτός περιο-

ρισμός θεωρείται η διετία προκειμένου περί συμβάσεως εργασίας και η

πενταετία προκειμένου περί πωλήσεως επιχειρήσεως Αντιθέτως σε

συμβάσεις αποκλειστικής προμηθείας (κυρίως μπύρας ή ενέργειας) και

προμηθείας πρατηρίου βενζίνης η γερμανική νομολογία ανεβάζει το

όριο στα είκοσι περίπου έτη

(3) Σπουδαίο επίσης στοιχείο μετρήσεως του υπέρμετρου ή μη της συμ-

βατικής δεσμεύσεως είναι η τοπική έκτασή της Πρόκειται περί ενός

στοιχείου κινητού εν σχέσει προς την χρονική διάρκεια δεσμεύσεως αλ-

λά και προς τα λοιπά στοιχεία συγκεκριμενοποιήσεως της αόριστης έν-

νοιας του ldquoυπέρμετρουrdquo Δηλαδή δυνατόν όσον ευρύτερη κατά τόπο

και μακρότερη κατά χρόνον είναι η απαγόρευση τόσο μεγαλύτερο θα

πρέπει να είναι το περιουσιακό αντάλλαγμα που λαμβάνει το ασθενέ-

στερο μέρος ώστε να θεωρείται η ρήτρα θεμιτή Απροσδιόριστη κατά

τόπο και χρόνο απαγόρευση χωρίς πρόβλεψη δυνατότητος παύσεως

της δεσμεύσεως με καταγγελία προσδίδει κατά κανόνα ανήθικο χα-

45 Πρβλ ΤΕΛΛΗΣ 2007215 επ 46 Πληρέστερη ανάλυση των κριτηρίων αυτών σχετικώς με την ρήτρα μετασυμβατικής απαγο-

ρεύσεως του ανταγωνισμού βλ σε ΤΕΛΛΗΣ 2007223 επ 47 ΜΠΑΛΗΣ 1944 sect64

26 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

ρακτήρα στην σχετική ρήτρα48 διότι η έννομη τάξη δεν ευνοεί γενικώς

τις δεσμεύσεις μακροχρόνιας ή απεριορίστου διαρκείας49

(4) Το κατrsquo αντικείμενον εύρος της συμβατικἠς δεσμεύσεως είναι επίσης

κριτήριο συγκεκριμενοποιήσεως της αορίστου εννοίας του ldquoυπέρμε-

τρουrdquo Αν δηλαδή ο ασφαλειοδότης παρέχοντας υπέρμετρη εξασφά-

λιση στον δανειστή του μπορεί να ικανοποιήσει και τους λοιπούς δα-

νειστές του ή στον υποβληθέντα σε μετασυμβατική ρήτρα απαγόρευ-

σης ανταγωνισμού εναπομένει κάποια δυνατότητα επιδόσεως σε άλ-

λης μορφής οικονομική δραστηριότητα κατά την διάρκεια της απαγο-

ρεύσεως

Η παράθεση των ανωτέρω κριτηρίων είναι σαφώς ενδεικτική αφού η περί

υπέρμετρου δεσμεύσεως κρίση (πρέπει να) σχηματίζεται από μία συνολική

αξιολόγηση των ειδικών περιστάσεων που συνοδεύουν την επίμαχη σύμβα-

ση Έτσι προσμετρώνται και άλλα στοιχεία ndash κριτήρια όπως οι επαγγελμα-

τικές προοπτικές των συμβαλλομένων ή ο τρόπος λήξεως της συνεργασίας

των

Τέλος η ύπαρξη επίμεπτης υποκειμενικής στάσεως του ισχυροτέρου συμ-

βαλομένου δεν θεωρείται σύμφωνα με κρατούσα γνώμη προϋπόθεση της

ακυρότητας της συμβάσεως50

ε Εφαρμογή της διατάξεως

Η διάταξη (εδ α΄) εφαρμόζεται και στις χαριστικές δικαιοπραξίες51 Δεν ε-

φαρμόζεται η διάταξη όταν υπάρχει νόμος που συγχωρεί την υπέρμετρη δέ-

σμευση της ελευθερίας του προσώπου52 Δεν αποκλείεται η σύμβαση να

προσκρούει εν μέρει στα χρηστά ήθη οπότε έχει εφαρμογή η ΑΚ 181 (Μερι-

κή ακυρότητα δικαιοπραξίας Η ακυρότητα μέρους συνεπιφέρει την ακυρό-

τητα ολόκληρης της δικαιοπραξίας αν συνάγεται ότι δεν θα είχε επιχειρηθεί

χωρίς το άκυρο μέρος)

48 Πρβλ αντί πολλών ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ 2012528 49 Πρβλ αντίθετη άποψη (ΚΙΤΣΑΡΑΣ Ενοχικές δεσμεύσεις της εξουσίας διάθεσης 199957) σε ΓΕΩΡ-

ΓΙΑΔΗΣ 2012 sect 36 υποσημ 12 50 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 1983153 51 Βλ ΑΠ 9991975 (Βrsquo Τμήμα) ΝοΒ 24287 (ldquohellipἀποκλείεται ἡ ἐφαρμογὴ τοῦ ἐπὶ δικαιοπραξιῶν ἐφrsquo

ὧν ἐπίδοσις περιουσίας γίνεται ἄνευ ἀνταλλάγματος ἢ δὲν λαμβάνει χώραν ἀνταλλαγὴ παροχῶν διότι ἐπrsquo αὐτῶν δὲν γεννᾶται ζήτημα προφανοῦς δυσαναλογίας παροχῆς καὶ ἀντιπαροχῆςrdquo)

52 Βλ ΤΟΥΣΗΣ 1978506 επ ndash ΑΠ 1301950 27 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

ϛ Έννομες συνέπειες

(1) Σύμφωνα με την ΑΚ 179 η δικαιοπραξία που δεσμεύει υπερμέτρως την

ελευθερία του προσώπου είναι ldquoΆκυρη ως αντίθετη προς τα χρηστά ή-

θηhelliprdquo και όπως ισχύει για κάθε ανήθικη δικαιοπραξία θεωρείται από-

λυτη53 μπορεί δε να λαμβάνεται υπόψιν και αυτεπαγγέλτως από το

δικαστήριο54 Τούτο είναι λογικό και κατrsquo ακολουθίαν ορθό αφού η

απαγόρευση της υπέρμετρης δέσμευσης της ελευθερίας σκοπεί στην

προστασία της προσωπικότητας ώστε να μην αφαιρείται το αγαθό της

εξουσίας της δικαιοπρακτικής διαθέσεως του μέρους

Προκειμένου όμως περί υπέρμετρης δεσμεύσεως της οικονομικής ε-

λευθερίας προσώπου δηλαδή οικονομικών συμφερόντων των οποίων

η διαφύλαξη είναι αποκλειστική υπόθεση του προσώπου αυτού τότε

σε μια τέτοια περίπτωση το πρόσωπο αυτό και μόνο μπορεί να κρίνει

καλλίτερα από κάθε άλλον αν η άρση των δικαιοπρακτικών αποτελεσμά-

των με την επίκληση της ΑΚ 179α ακυρότητος εξυπηρετεί πράγματι τα

συμφέροντά του5556

(2) Η ακυρότητα είναι κατά κανόνα ολική ιδία όσον αφορά σε υπέρμετρη

δέσμευση της προσωπικής ελευθερίας57 Στις περιπτώσεις όμως όπου

ο ανήθικος χαρακτήρας προσδιορίζεται από οικονομικής φύσεως α-

νταλλάγματα θα πρέπει να είναι δυνατή η μερική ακυρότητα ώστε με-

τά την αφαίρεση του αδίκου μέρους να μπορεί να ισχύσει η σύμβαση

με το υπόλοιπο ορθό περιεχόμενο της και έτσι το ασθενέστερο μέρος

να ldquoαπολαύσει τελικά την πολύτιμη γιrsquo αυτόν παροχή του αντισυμβαλ-

λομένου του αλλά με δίκαιους τώρα όρουςrdquo Την δυνατότητα της μερικής

ακυρότητος φαίνεται να δέχεται η κρατούσα γνώμη πράγμα που ση-

μαίνει ότι το δικαστήριο έχει την δυνατότητα να μειώσει μετά από αί-

τηση του βλαπτομένου την δέσμευση αυτού στο προσήκον μέτρο

53 ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ 2012525 επ 54 ΛΑΔΑΣ 1979159 επ 55 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012153 56 Θεωρείται ότι σε παρόμοιες περιπτώσεις πρέπεται η (κατrsquo εξαίρεσιν) σχετική ακυρότητα διότι η

απόφαση για την διατήρηση ή άρση των δικαιοπρακτικών αποτελεσμάτων πρέπει να ανήκει αποκλειστικώς στο βλαπτόμενο από την συμβατική ρύθμιση μέρος το οποίο γνωρίζει κάλλιον παντός άλλου το τι πράγματι το συμφέρει άλλως υπάρχει ανεπίτρεπτη κηδεμόνευση των συμφερόντων αυτού του συμβαλλομένου (ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2013113)

57 εα 2α 28 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

3 Η Καταπλεονεκτική Δικαιοπραξία

α Γενικά ndash σχέση με ΠΚ 404 405

Σύμφωνα με το πραγματικό της ΑΚ 179βrsquo καταπλεονεκτική δικαιοπραξία

υπάρχει όταν στο πρόσωπο του καταπλεονεκτούμενου συντρέχουν προφα-

νής δυσαναλογία παροχής και αντιπαροχής ανάγκη κουφότητα ή απειρία

και εκμετάλλευση της μειονεκτικής αυτής θέσεως από τον καταπλεονέκτη

Σύμφωνα με την νομολογία για την πλήρωση του πραγματικού απαιτείται η

συνδρομή και των τριών αυτών προϋποθέσεων σωρευτικώς

Γίνεται δεκτό ότι σε περίπτωση ελλείψεως κάποιου από τα ανωτέρω στοι-

χείου καταφάσκεται η ακυρότητα της δικαιοπραξίας με αναγωγή στην γενι-

κή ρήτρα της ΑΚ 178 υπό την προϋπόθεση ότι συντρέχουν πρόσθετα στοι-

χεία τα οποία μπορούν να προσδώσουν στην δικαιοπραξία το χρώμα της α-

νηθικότητας

Εκδήλωση της απαγορεύσεως της καταπλεονεκτήσεως αποτελεί η ρύθμιση

των άρθρων ΠΚ 404 (τοκογλυφία) και ΠΚ 405 (αισχροκέρδεια) το πραγμα-

τικό των οποίων είναι ουσιαστικώς ίδιο με αυτό της ΑΚ 179βrsquo Αν και τίποτε

δεν εμποδίζει για την ακυρότητα καταπλεονεκτικής δικαιοπραξίας την πα-

ράλληλη επίκληση και των δύο νομοθετικών βάσεων ορθότερη θεωρείται να

διαφυλαχθεί η αυτονομία της ρυθμίσεως της ΑΚ179βrsquo αφού ο νομοθέτης

φαίνεται ότι θέλησε να ρυθμίσει ρητώς τις συνέπειες της καταπλεονεκτήσε-

ως τον ΑΚ

β Προϋποθέσεις εφαρμογής της διατάξεως

Καταπλεονέκτηση μπορεί να υπάρχει σε κάθε τύπο επαχθούς δικαιοπραξίας

με περιουσιακό περιεχόμενο58 οι οποίες μπορεί να είναι αμφοτεροβαρείς

ετεροβαρείς αιτιώδεις αναιτιώδεις (όπως πχ η αγοραπωλησία η μίσθωση

58 Διαφορετικό είναι το ζήτημα της παροχής περιουσιακού ωφελήματος με ldquoανεξάρτητηrdquo μονομε-ρή δικαιοπραξία με την οποία προσδίδεται καταπλεονεκτικό χρώμα σε προηγούμενη σύμβαση από την οποία θα πηγάζει συνήθως η υποχρέωση για τέλεση της μονομερούς δικαιοπραξίας (πχ παροχή υποθήκης)

29 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

πράγματος ή έργου ή εργασίας η εταιρεία η σύμβαση μεσιτείας ή εγγύηση)

όταν αυτές καταρτίζονται με δυσανάλογο αντάλλαγμα59

Η ΑΚ 179βrsquo δεν εφαρμόζεται στις χαριστικές δικαιοπραξίες γιατί η επίδοση

της περιουσίας γίνεται χωρίς αντάλλαγμα και έτσι δεν υπάρχει δυσαναλογία

παροχής και αντιπαροχής όπως πχ στην δωρεά στην εντολή στην άφεση

χρέους στην παρακαταθήκη χωρίς αμοιβή ή στην εγγύηση εκτός αν αυτή

ανελήφθη στο πλαίσιο μιάς αμφοτεροβαρούς συμβάσεως με ευρύτερο περι-

εχόμενο

γ Προφανής δυσαναλογία μεταξύ παροχών

Στην καταπλεονεκτική σύμβαση η ελευθερία δικαιοπρακτικής αποφάσεως

του καταπλεονεκτούμενου είναι διαταραγμένη αφού αυτός ευρίσκεται σε

μία δυσμενή σε σχέση με τον καταπλεονέκτη θέση που δεν του επιτρέπει να

προασπίσει ορθολογικώς τα συνδεόμενα με την σύμβαση συμφέροντά του

έτσι ο μηχανισμός συμβάσεως δεν μπορεί εδώ να παράσχει κανένα εχέγγυο

ορθότητος Ότι το περιεχόμενο της καταπλεονεκτικής συμβάσεως δεν είναι

ldquoορθόrdquo μαρτυρεί τελικώς η ύπαρξη της προφανούς δυσαναλογίας

Η προφανής δυσαναλογία των ανταλλασσομένων παροχών ανάγεται σε

απαραίτητο στοιχείο του πραγματικού της καταπλεονεκτήσεως στην ΑΚ

179βrsquo ενώ ταυτοχρόνως είναι και πρόβλημα που για να κατανοηθεί σωστά

πρέπει να φωτισθεί μέσα από τον συνδυασμό και την αντίθεση μιάς πλειά-

δος αρχών οι οποίες σε κινητή μεταξύ των σχέση συγκροτούν το σύστημα

του δικαίου των ενοχικών συμβάσεων60

Ως έννοια αόριστη είναι αναμφισβητήτως έννοια νομική και η υπαγωγή σε

αυτήν της σχέσεως αξίας των αμοιβαίων παροχών αποτελεί κρίσιν αξιολο-

γική υποκείμενη στον έλεγχο του ΑΠ61

Ομοφώνως γίνεται δεκτό ότι αφετηρία της κρίσεως περί υπάρξεως ή μη

προφανούς δυσαναλογίας πρέπει να αποτελεί η αντικειμενική αξία των α-

νταλλασσομένων παροχών δηλαδή η συνήθης στις συναλλαγές αξία62 Έτσι

59 Βλ ΜΠΑΛΗΣ 1944190 (sect66) 60 Βλ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 19837 σημ 23 61 ΦΙΛΙΟΣ 2011 sect147Β 62 Πρβλ ΑΠ 20952009 (Α1 Τμήμα) ldquohellipφανερή δυσαναλογία μεταξύ παροχής και αντιπαροχής

είναι αυτή που υποπίπτει στην αντίληψη λογικού και έχοντος πείρα των σχετικών συναλλαγών ανθρώπου και η οποία υπερβαίνει το μέτρο κατά το οποίο είναι ανθρωπίνως φυσικό να απο-κομίζει ο ένας κάποιο όφελος από σύμβαση οικονομικού περιεχομένου επί ζημία του άλλουrdquo

30 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

διαπιστουμένης της αντικειμενικής αξίας των αμοιβαίων παροχών ακολου-

θεί η κρίση για το αν υφίσταται μεταξύ των προφανής δυσαναλογία λαμβα-

νομένων πάντοτε υπrsquo όψιν της φύσεως της συμβάσεως και του επιδιωκομέ-

νου με αυτήν οικονομικού σκοπού63 ενώ στις περιπτώσεις ακινήτων χρη-

σιμοποιείται ευρέως στην πράξη το κριτήριο της laesio enormis64

Ένα επιπλέον στοιχείο που λαμβάνεται υπrsquo όψιν για την διαπίστωση της υ-

πάρξεως προφανούς δυσαναλογίας είναι η λεγομένη ldquoρήτρα προσθέσεωςrdquo

δηλαδή το άθροισμα των ωφελημάτων που έλαβε ο καταπλεονέκτης και των

περιουσιακών ωφελημάτων που επιπροσθέτως κατέβαλλε ο καταπλεονε-

κτούμενος σε τρίτα πρόσωπα (πχ μεσιτεία αμοιβές σε βοηθητικά πρόσωπα

κλπ)

Υπάρχουν όμως και μερικά σχετιζόμενα με την δυσαναλογία των ανταλ-

λασσομένων παροχών ειδικότερα προβλήματα που εμφανίζονται συχνά

στην δικαστηριακή πράξη παρουσιάζοντα ταυτοχρόνως σπουδαίο δογματι-

κό ενδιαφέρον

(1) Πρόσθετο τίμημα στην πώληση ακινήτου μπορεί να ληφθεί υπrsquo όψιν

το επιπλέον του αναγραφομένου στο συμβολαιογραφικό έγγραφο τι-

μήματος επιπροσθέτως καταβληθέν τίμημα

(2) Το καταπλεονεκτικό σύμφωνο εξωνήσεως η συνομολόγηση δικαιώ-

ματος εξωνήσεως με τίμημα προφανώς δυσανάλογο εν σχέσει προς αυ-

τό της πωλήσεως μήπως υποκρύπτει τοκογλυφικό δάνειο Εδώ θα

πρέπει να σταθμιστεί η δυνατότητα του πωλητή να αποτρέψει την κα-

ταπλεονεκτική γιrsquo αυτόν ρύθμιση ασκώντας το δικαίωμα εξωνήσεως

Εάν δηλαδή ο πωλητής ασκήσει αυτό το δικαίωμα παρά την προφανή

δυσαναλογία η πώληση δεν έχει καταπλεονεκτικό χαρακτήρα

(3) Η διαπίστωση της προφανούς δυσαναλογίας στον συμβιβασμό τα

συγκρινόμενα μεγέθη είναι οι αμοιβαίες παραχωρήσεις των μερών και

όχι οι εκατέρωθεν αναλαμβανόμενες υποχρεώσεις προς παροχή Η σω-

στή όμως εκτίμηση των παραχωρήσεως προϋποθέτει ως αφετηρία

63 ΑΠ 20952009 64 Ο ΛΙΤΖΕΡΟΠΟΥΛΟΣ 1932208 επ προτείνει αποδοχή της υπάρξεως προφανούς δυσαναλογίας

όταν η μία παροχή δεν φθάνει το 60 ή 50της αξίας της άλλης Βλ επίσης υποσημείωση 560 στο ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012

31 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

την νομική κατάσταση που υπήρχε πριν τον συμβιβασμό υπερβολικές

αξιώσεις προβαλλόμενες αυθαιρέτως δεν λαμβάνονται εδώ υπrsquo όψιν

Η ύπαρξη της προφανούς δυσαναλογίας κρίνεται κατά τον χρόνο καταρτί-

σεως της συμβάσεως είναι αδιάφορο αν η προφανής δυσαναλογία επήλθε

αργότερα εκτός της περιπτώσεως όπου ο καταπλεονεκτούμενος στο πλαί-

σιο της υφισταμένης κυρίας συμβατικής σχέσεως συνομολογεί ή παρέχει

πρόσθετα περιουσιακά ωφελήματα (πχ εμπράγματη ασφάλεια) που προσ-

δίδουν πλέον στην συνολική συναλλαγή καταπλεονεκτικό χρώμα

δ Ανάγκη Κουφότητα Απειρία

(1) Ανάγκη

Είναι η κατάσταση ενός προσώπου (του δικαιοπρακτούντος ή κάποιου

που συνδέεται στενά με αυτόν) που ευρίσκεται σε άμεσο οικονομικό ή

άλλο κίνδυνο65 η αντιμετώπιση του οποίου είναι ανεπίδεκτη αναβο-

λής66 Η ανάγκη πρέπει να έχει χαρακτήρα επιτακτικό και να είναι τόσο

σοβαρή ώστε αντικειμενικώς κρινομένη να μπορεί να θεωρηθεί ότι

κάθε εχέφρων άνθρωπος θα οδηγείτο στην ίδια δικαιοπρακτική συ-

μπεριφορά

Ενώ η φύση της ανάγκης είναι συνήθως οικονομική η σπουδαιότητα

του διακινδυνευομένου αγαθού καθορίζει το αν η συγκεκριμένη κάθε

φορά περίπτωση μπορεί να υπαχθεί ή όχι στην ρύθμιση της ΑΚ 179βrsquo

Είναι αδιάφορο αν η ανάγκη είναι μόνιμη ή παροδική αφού αποφασι-

στική για την εφαρμογή της ΑΚ 179βrsquo είναι η ύπαρξη ανάγκης μόνο κα-

τά τον χρόνο καταρτίσεως της δικαιοπραξίας Η ανάγκη πρέπει να είναι

πραγματική και άμεση επιτακτική και ανεπίδεκτη αναβολής

(2) Κουφότητα

Προϋπόθεση της ορθής λειτουργίας της ιδιωτικής αυτονομίας είναι η

εκ μέρους των αντισυμβαλλομένων ορθολογική στάθμιση των υπέρ και

κατά της συμβατικής ρυθμίσεως Όταν όμως ο αντισυμβαλλόμενος α-

διαφορεί λόγω απερισκεψίας ή ελλείψεως επαρκούς σκέψεως και δεν

αποδίδει στις πράξεις του την σημασία την αξία και τις συνέπειες που

έχουν αυτές τότε η συναλλακτική συμπεριφορά του χαρακτηρίζεται

65 ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ 2012530 66 ΑΠ 19982007

32 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

από κουφότητα Η κουφότητα μπορεί να οφείλεται σε οποιονδήποτε

λόγο όπως είναι η πνευματική νόσος ου δεν επέφερε όμως ολική ή με-

ρική ασυνειδησία των πράξεων του προσώπου ώστε να το κάνει εντε-

λώς ή περιορισμένως ανίκανο για την σύνταξη δικαιοπραξίας67

(3) Απειρία

Ως απειρία νοείται η έλλειψη της περί τη ζωή και τις συναλλαγές πεί-

ρας68 Το ερώτημα όμως είναι αν η σχετική με συγκεκριμένη δικαιο-

πραξία απειρία στοιχειοθετεί την απειρία της ΑΚ 179βrsquo ή όχι Γίνεται

δεκτό ότι υπάρχουν τρείς διαβαθμίσεις69 της απειρίας

(α) Η καθολική όπου ο συμβαλλόμενος στερείται παντελώς συναλ-

λακτικής πείρας και κατά συνέπειαν η περίπτωσή του υπάγεται

στην ρύθμιση της ΑΚ 179β΄

(β) Η απειρία σε ορισμένο μόνο συναλλακτικό τομέα (λχ πράξεις

επί ακινήτων χρηματιστηριακές συναλλαγές κλπ) εδώ η απειρία

δεν αποτελεί σταθερή ιδιότητα του προσώπου και παρά το ότι η

γενική του πείρα του επιτρέπει να κρίνει το επισφαλές της δικαι-

οπραξίας στην οποία προβαίνει η ελευθερία δικαιοπρακτικής α-

ποφάσεώς του δεν παύει να είναι διαταραγμένη Κατά συνέπεια

δικαιούται της προστασίας της ΑΚ 179βrsquo

(γ) Προβληματική αλλά και με πολύ μεγάλη πρακτική σημασία είναι

η τρίτη μορφή απειρίας που χαρακτηρίζεται από την έλλειψη ει-

δικών γνώσεων πού έχει ανάγκη ο σύγχρονος καταναλωτής στις

καθημερινές συναλλαγές του γνώσεων απαραιτήτων για τον

σχηματισμό σωστής εικόνας της προσφερόμενης σε αυτόν παρο-

χής Κι΄ εδώ η ελευθερία δικαιοπρακτικής αποφάσεως του κατα-

ναλωτή αδαούς όντος λόγω ανεπαρκούς πληροφορήσεως εμφα-

νίζεται διαταραγμένη και άξια της κατά την ΑΚ 179βrsquo προστασίας

ε Εκμετάλλευση

Ενώ η νομολογία μας θεωρεί αναγκαίο στοιχείο της ΑΚ 179βrsquo την υποκειμενι-

κή προϋπόθεση της εκμεταλλεύσεως την οποία πρέπει να αποδεικνύει ο ε-

67 ΑΠ 3821992 ΝοΒ 41874 68 ΑΠ 9362007 69 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012196 επ

33 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

πικαλούμενος την εφαρμογή της διατάξεως δεν έχει μέχρι τώρα αποσαφη-

νιστεί πλήρως σε τι ακριβώς συνίσταται η ldquoεκμετάλλευσηrdquo Βέβαιο πάντως

είναι ότι το στοιχείο αυτό δεν θα πρέπει να θεωρηθεί ως ηθική μομφή στο

πρόσωπο του καταπλεονέκτη

Κατrsquo αρχάς απορρίπτεται η επίκληση δόλου αφού ο δόλος απαιτείται από

την λειτουργία της ποινής και είναι ξένος προς τον λειτουργικό ρόλο της α-

κυρότητας της ανήθικης δικαιοπραξίας Το ότι δεν πρόκειται περί μομφής

φαίνεται στις περιπτώσεις καταρτίσεως δικαιοπραξίας κατά παράκλησιν

του αντισυμβαλλομένου και όχι από εκμεταλλευτική διάθεση του καταπλεο-

νέκτη Επιπλέον εάν επρόκειτο περί συνειδήσεως της ανηθικότητος εκ μέ-

ρους του καταπλεονέκτη μια τέτοια συνείδηση λόγω του περιεχομένου σε

αυτήν αξιολογικού και βουλητικού στοιχείου θα ισοδυναμούσε με πταίσμα

και δη στον βαθμό του dolus malus στοιχείου όμως ξένου προς την προ-

βληματική των ανήθικων γενικώς δικαιοπραξιών

Η ελληνική νομολογία φαίνεται να ακολουθεί την άποψη ότι ο καταπλεονέ-

κτης γνωρίζει την συναλλακτικώς δυσμενή θέση του καταπλεονεκτούμενου

και την προφανή δυσαναλογία μεταξύ παροχής και αντιπαροχής στοιχεία τα

οποία δεν θεωρεί ως λόγο προσωπικής μομφής κατά του καταπλεονέκτη αλ-

λά καταλογισμού σε αυτόν του κινδύνου της ακυρότητας της δικαιοπραξίας

Τα δικαστήρια φαίνεται ότι ταυτίζουν την εκμετάλλευση με την εκ μέρους

του καταπλεονέκτη γνώση της συναλλακτικώς δυσμενούς θέσεως του κα-

ταπλεονεκτούμενου Είναι συνήθης στις αποφάσεις η επωδός ldquoεπωφελήθη-

κεrdquo70 της γνωστής σε αυτόν ανάγκης κουφότητας ή απειρίας Γίνεται όμως

παγίως δεκτό ότι αν ο καταπλεονέκτης αγνοούσε την κατάσταση του αντι-

συμβαλλομένου του δεν υπάρχει εκμετάλλευση κατά την ΑΚ 179βrsquo Και βε-

βαίως ερωτάται γιατί θα πρέπει να γνωρίζει μόνο την ανάγκη κουφότητα ή

απειρία και όχι και την προφανή δυσαναλογία των αμοιβαίων παροχών

4 Έννομες συνέπειες

Η καταπλεονεκτική δικαιοπραξία είναι απολύτως άκυρη και για τα δύο μέρη

κατά την έννοια της ΑΚ 180 Την ακυρότητα μπορεί να προβάλλει και κάθε τρίτος

70 Πρβλ ΑΠ 20952009 34 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

που έχει έννομο συμφέρον επομένως και ο κληρονόμος ενός από τους συναλλαγέ-

ντες71

Δεν αποκλείεται και μερική ακυρότητα της δικαιοπραξίας Τούτο θα συμβεί

εάν μπορεί να προσδιορισθεί ακριβώς η μεταξύ παροχής και αντιπαροχής αναλο-

γία οπότε η δικαιοπραξία είναι άκυρη κατά το υπερβάλλον72 Κατά πόσον σε τέ-

τοια περίπτωση η μερική ακυρότητα θα συνεπιφέρει την ακυρότητα της όλης δι-

καιοπραξίας κρίνεται κατά την ΑΚ 18173

Σύμβαση εντόκου δανείου μπορεί να χαρακτηρισθεί καταπλεονεκτική συμ-

φώνως προς την ΑΚ 179 μόνο στην περίπτωση συνομολογήσεως ή λήψεως αθέ-

μιτων (τοκογλυφικών) τόκων εν σχέσει προς την αντιπαροχή με την εκμετάλ-

λευση της ανάγκης κουφότητας κλπ του δανεισθέντος οπότε και επέρχεται είτε

ολοκληρωτική και απόλυτη ακυρότητα της καταπλεονεκτικής δικαιοπραξίας κα-

τά τον κανόνα της ΑΚ 181 είτε μερική ακυρότητα οπότε αφού προσδιορισθεί

ακριβώς η μεταξύ παροχής και αντιπαροχής αναλογία η δικαιοπραξία είναι αι-

σχροκερδής και άκυρη κατά το υπερβάλλον

Η προβολή της ακυρότητας από εκείνον που μετήλθε την εκμετάλλευση

μπορεί να αποκρουσθεί με την ένσταση της ΑΚ 281 Αυτό μπορεί να συμβεί όταν

το δικαίωμα ακυρώσεως ασκείται καθυστερημένα εφ΄ όσον όμως συντρέχουν

και άλλα περιστατικά74

Οι παροχές που έγιναν σε εκπλήρωση της καταπλεονεκτικής υποσχετικής

συμβάσεως μπορούν να αναζητηθούν είτε με διεκδικητική αγωγή είτε με αγωγή

αδικαιολόγητου πλουτισμού Αυτός που ζημιώθηκε από την αισχροκερδή δικαιο-

πραξία δικαιούται εφ΄ όσον συντρέχουν οι όροι των ΑΚ 919 και ΑΚ 914 και απο-

ζημιώσεως

71 ΑΠ 9362007 72 ΜΠΑΛΗΣ 1944191 73 ΜΠΑΛΗΣ op cit 74 Για την προστασία των καλόπιστων τρίτων μέσω της ΑΚ 281 βλ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012232 επ

35 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ ΣΤ ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ Γενικές Αρχές Αστικού Δικαίου Π Ν Σάκκουλας 2012 ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ ΣΤ ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ndash ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟΣ ΠΑΝ ΜΙΧΑΗΛ Αστικός Κώδικας κατ΄ άρ-

θρο ερμηνεία τόμος Ι Π Ν Σάκκουλας 1978 ΛΑΔΑΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ Α Η ακυρότητα της δικαιοπραξίας λόγω αντιθέσεως εις τα χρη-

στά ήθη χό Θεσσαλονίκη 1979 ΛΙΤΖΕΡΟΠΟΥΛΟΣ Γ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ Η Νομολογία ως παράγων διαπλάσεως του ιδιωτικού

δικαίου Θεσσαλονίκη 1932 ΜΠΑΛΗΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ Α Γενικαί αρχαί του Αστικού Δικαίου Παπαζήσης 1944 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ ΑΛ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ Οι καταπλεονεκτικές δικαιοπραξίες Σάκκουλας Αντ

Ν 1983 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ ΑΛ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ Δικαιοπραξιες αντίθετες προς τα χρηστά ήθη Σάκ-

κουλας Αντ Ν 2012 ΠΑΠΑΣΤΕΡΙΟΥ Η ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ Αστικό Δίκαιο Επιτομή Εκδόσεις Σάκκουλα ΑΕ 2010 ΣΠΥΡΙΔΑΚΗΣ Σ ΙΩΑΝΝΗΣ Εγχειρίδιο Αστ Δικαίου 1 - Γενικές Αρχές Αντ Ν Σάκκου-

λας 2004 ΤΕΛΛΗΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ Δ Ρήτρα μετασυμβατικής απαγόρευσης ανταγωνισμού στο δί-

καιο εταιρειών και επιχειρήσεων λειτουργία και δικαστικός έλεγχος του περιε-χομένου της Εκδόσεις Σάκκουλα ΑΕ 2007

ΤΟΥΣΗΣ ΧΡ ΑΝΔΡΕΑΣ Γενικαί Αρχαί του Αστικού Δικαίου μετʹ εισαγωγής εις το δίκαι-ον εν γένει Αφοί Σάκκουλα 1978

ΤΡΙΑΝΤΟΣ Τ ΝΙΚΟΛΑΟΣ Δικαιοπραξιες Νομική Βιβλιοθηκη 2011 ΤΡΙΑΝΤΟΣ Τ ΝΙΚΟΛΑΟΣ Αστικό Δίκαιο-Επιτομή Νομική Βιβλιοθήκη 2013 ΦΙΛΙΟΣ ΧΡ ΠΑΥΛΟΣ Γενικές Αρχές Αστικού Δικαίου Εκδόσεις Σάκκουλα ΑΕ 2011 ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΕΙΣ ΑΝΔΡΟΥΛΙΔΑΚΗ-ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗ ΙΣΜΗΝΗ Η αντίθεση της διαθήκης στα χρηστά ήθη ΝοΒ

301234 ΠΕΛΕΝΗ-ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ Α Η αντιμετώπιση από τη νομολογία του άρθρου 179 περ

α΄ ΑΚ ΕλλΔνη 199459 ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟΣ ΠΑΝ ΜΙΧΑΗΛ-ΛΑΔΟΓΙΑΝΝΗΣ ΓΕΩΡ Κριτήρια αντίθεσης συμφώνου

προτίμησης προς τα χρηστά ήθη (γνμδ) ΧρΙΔ 1263 ΤΟΥΣΗΣ ΧΡ ΑΝΔΡΕΑΣ Η έννοια των χρηστών ηθών ΕΕΝ 231956 ΦΑΣΟΥΛΑΣ ΖΗΣΗΣ Η απάτη και η ακυρότητα της δικαιοπραξίας ως αντίθετη στα

χρηστά ήθη ΠοινΧρ 921032

36 36

  • 2 Συμβατική ελευθερία και γενικές ρήτρες
  • 4 Κριτήρια προσδιορισμού των χρηστών ηθών
    • Μια πρώτη κατηγοριοποίηση όμως αντίθεσης στα χρηστά ήθη μπορεί να γίνει με βάση το αν αυτή προκύπτει από το περιεχόμενο τους
      • 10 Ακυρότητα
      • α Απόλυτη ή σχετική
      • β Συνολική ή μερική
      • γ Ακυρότητα στις αιτιώδεις και αναιτιώδεις δικαιοπραξίες
      • 11 Δικονομική μεταχείριση
      • 12 Επίγραμμα

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

α Έννοια

Ως ldquoκαταδυναστευτικήrdquo δικαιοπραξία νοείται κυρίως η σύμβαση (ή μεμονω-

μένη ρήτρα που περιέχεται σε σύμβαση) επί τη βάσει της οποίας δεσμεύεται

υπερμέτρως35 η προσωπική οικονομική επαγγελματική ή καλλιτεχνική ε-

λευθερία του αντισυμβαλλομένου δημιουργώντας ένα είδος υποτέλειας ένα-

ντι του άλλου μέρους36 Στην έννοια της καταδυναστεύσεως της ΑΚ 179α ε-

μπίπτει και κάθε συμβατικός περιορισμός που φέρει ως συνέπεια την υπέρ-

μετρη δέσμευση της ελευθερίας του προσώπου για ανάπτυξη οποιασδήποτε

εκδηλώσεως της προσωπικότητός του37 Είναι φανερόν ότι η ελληνική δη-

μόσια τάξη συγκεκριμενοποιεί την ρήτρα των χρηστών ηθών με την χρήση

μιάς θεμελιώδους δικαιϊκής αξίας της ελευθερίας του προσώπου εδώ ουσι-

αστικώς η συνταγματική τάξη (πχ Σ 5 sect 1) επιβάλλει τα πρόσωπα να παρα-

μένουν ελεύθερα

β Ελευθερία του προσώπου - δέσμευση

Στο πραγματικό της ΑΚ 179α΄ υπάγονται δύο κατά βάσιν περιπτώσεις συμ-

βάσεων αυτές που ενέχουν υπέρμετρη δέσμευση της προσωπικής ελευθερί-

ας του συμβαλλομένου και εκείνες με τις οποίες περιορίζεται υπερμέτρως η

ελευθερία προς (κυρίως) οικονομική και επαγγελματική δράση

Για δέσμευση της ελευθερίας του προσώπου με δικαιοπραξία γίνεται λόγος

μόνον όταν το πρόσωπο που δεσμεύτηκε είχε σύμφωνα με τον νόμο την ε-

ξουσία να διαθέσει κατά βούλησιν το αντικείμενο της δικαιοπραξίας Συνε-

πώς εάν η υποχρέωση του προσώπου δεν προέρχεται από δικαιοπραξία αλ-

λά από τον νόμο ή εάν το πρόσωπο που δεσμεύτηκε με δικαιοπραξία δεν εί-

χε σύμφωνα με τον νόμο την εξουσία να διαθέσει το αντικείμενο στο οποίο

αναφέρεται η δέσμευση η ΑΚ 179 δεν εφαρμόζεται38

Στην ελευθερία του προσώπου υπάγονται οι ατομικές ελευθερίες και τα α-

τομικά δικαιώματα αυτού39 όπως η ελευθερία συνειδήσεως της γνώμης της

διαθέσεως ψήφου του προσώπου κλπ Εδώ υπάγεται ιδίως η ελευθερία της

35 ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ 2012527 ΦΙΛΙΟΣ 2011352 36 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012 σημ 429 37 Πρβλ λχ ΑΠ 12601983 ΕλλΔνη 251347 (απεριόριστη δέσμευση της καλλιτεχνικής ελευθερί-

ας του πνευματικού δημιουργού) 38 ΕφΑθ 33271999 ΝοΒ 48485 39 ΕφΑθ 32841980 ΝοΒ 281225

23 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

εργασίας του εμπορίου της βιομηχανίας προς ανάπτυξη της οικονομικής

δράσεως του προσώπου40 Έτσι αντίκειται στα χρηστά ήθη

(1) κάθε δικαιοπραξία με την οποία απαγορεύεται σε κάποιον η άσκηση

ορισμένου επαγγέλματος ή ορισμένης βιομηχανικής ή εμπορικής δρα-

στηριότητος εφrsquo όσον περιέχει υπέρμετρη δέσμευση και

(2) η δικαιοπραξία με την οποία δεσμεύεται το δικαίωμα στην σωματική

ακεραιότητα του προσώπου στην υγεία ζωή τιμή το δικαίωμα στο

όνομα ή την προσωπικότητα το δικαίωμα εγκαταστάσεως ή μη σε ορι-

σμένο τόπο το δικαίωμα επιλογής επαγγέλματος κλπ41

γ Η ratio της απαγόρευσης

(1) Η οικονομική κατωτερότητα ενός εκ των συμβαλλομένων

Συνήθως η κατάρτιση συμβάσεως με καταδυναστευτικό περιεχόμενο

οφείλεται στην οικονομική κατωτερότητα του υποβαλλομένου στην

υπέρμετρη δέσμευση συμβαλλομένου Αυτό εκτιμάται ότι συμβαίνει

λόγω της ανάγκης αποκτήσεως της υπαρξιακής κατά κανόνα γιrsquo αυτόν

σημασίας παροχή του οικονομικώς ισχυρού αντισυμβαλλομένου συνή-

θως κάποια πίστωση Έτσι η οικονομική αυτή πίεση όταν μάλιστα

δεν υπάρχει δυνατότης καταφυγής σε άλλη πηγή αποκτήσεως του ιδί-

ου αγαθού με καλλίτερους όρους διαταράσσει την συμβατική ελευθε-

ρία η οποία μπορεί να συντρέχει ανεξαρτήτως της θέσεως που κατέχει

στην αγορά ο επιβάλλων τον περιορισμό συμβαλλόμενος (συνήθης επι-

χείρηση)

Η ρύθμιση αυτή της ΑΚ 179α΄ αντικειμενικώς κρινομένη φαίνεται ότι

είναι σχεδιασμένη με πνεύμα κηδεμονεύσεως ο δικαστής παρεμβαίνει

στο περιεχόμενο της συμβάσεως προκειμένου να προστατεύσει τον οι-

κονομικώς ασθενέστερο συμβαλλόμενο από μία άδικη εις βάρος του

κατανομή των συμβατικών βαρών και πλεονεκτημάτων

Προβληματισμός υπάρχει στο αν η οικονομική δέσμευση επέρχεται με

την κατάρτιση της συμβάσεως προκειμένου περί καταδυναστευτικών

συμβάσεων ή πρόκειται περί καταχρηστικής εκμεταλλεύσεως ήδη υ-

φισταμένης οικονομικής κατωτερότητος του αντισυμβαλλομένου προ-

40 Βλ ΤΟΥΣΗΣ Α 1978 sect 96 ΜΠΑΛΗΣ 1944 sect 64 41 Βλ ΤΟΥΣΗΣ opcit

24 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

κειμένου περί καταχρηστικής εκμεταλλεύσεως μονοπωλιακής ή δεσπό-

ζουσας θέσεως μιάς επιχειρήσεως στην αγορά

Εξrsquo άλλου χρήζει ιδιαιτέρας μνείας το ότι ενώ η συναλλακτικώς μειονε-

κτική θέση του ενός των συμβαλλομένων τεκμαίρεται αμαχήτως42 (ΑΚ

294 332sect2 334sect2 409 κλπ) στην περίπτωση καταδυναστευτικής

συμβάσεως ο αντισυμβαλλόμενος έχει δυνατότητα αποδείξεως ότι η

ρύθμιση υπήρξε προϊόν της ελευθέρας δικαιοπρακτικής αποφάσεως

του φαινομένου ως βλαπτομένου από αυτή συμβαλλομένου

(2) Η άδικη μεταξύ των μερών κατανομή των συμβατικών πλεονεκτημά-

των

Η κατανόηση του πότε είναι υπέρμετρη (ή ldquoυπερβολικήrdquohellip) ή εύλογη η

συμβατική δέσμευση της ελευθερίας του προσώπου συνιστά το κε-

ντρικό πρόβλημα του δόγματος των καταδυναστευτικών συμβάσεων

αν και η κρίση είναι νομική υποκείμενη στον έλεγχο του Αρείου Πάγου

Για τον λόγον αυτόν είναι καίριος ο ρόλος των μεγεθών αντιπαροχής

και δεσμεύσεως της οικονομικής ελευθερίας43

δ Η υπέρμετρη (υπερβολική) δέσμευση

Το κριτήριο της υπέρμετρης δεσμεύσεως ως αόριστη νομική έννοια και

προκειμένου να καταστεί δογματικώς κατάλληλη για να υπαχθεί σε αυτήν η

κρινομένη ατομική περίπτωση έχει ανάγκη εξειδικεύσεως λαμβανομένης

υπrsquo όψιν της ratio της απαγορεύσεως που τίθεται στην ΑΚ 179α΄ δηλαδή την

διάβρωση της συμβατικής ελευθερίας του ασθενέστερου μέρους αφrsquo ενός και

της ανισορροπίας στην κατανομή των συμβατικών ωφελημάτων μεταξύ των

μερών

Γίνεται ευρύτερα δεκτό στην σύγχρονη δογματική του Αστικού Δικαίου ότι

υπάρχει μία ldquoκινητήrdquo σχέση44 μεταξύ των προαναφερθέντων δύο κριτηρίων

εις τρόπον ώστε όσον εντονότερον διαβρώνεται η ελευθερία δικαιοπρακτι-

κής αποφάσεως του καταδυναστευομένου τόσον άτονος θα πρέπει να είναι

42 Για τον εμπορικό αντιπρόσωπο που συνάπτει ρήτρα μετασυμβατικής απαγορεύσεως του αντα-γωνισμού βλ ΠΔ 2191991 άρθρ10 εις εφαρμογήν του άρθρου 20 της Οδηγίας 86653 ΕΟΚ

43 ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ 2012528 ΣΠΥΡΙΔΑΚΗΣ 2004188 44 Πρβλ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012146

25 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

ο έλεγχος της άνισης κατανομής στο περιεχόμενο της σχετικής συμφωνίας

για να επιβεβαιώνεται ή όχι το στοιχείο της υπέρμετρης δεσμεύσεως45

Πέραν αυτών όμως είναι απαραίτητη και η συγκεκριμενοποίηση του κριτη-

ρίου της άνισης μεταξύ των μερών κατανομής των συμβατικών βαρών και

πλεονεκτημάτων οπότε είναι αναγκαία η αναδρομή σε ιδιαίτερα κριτήρια τα

οποία εφαρμόζει σχεδόν σταθερώς η νομολογία μας46

(1) Ο Μπαλής47 θεωρεί ότι πρέπει να συναρτάται η σχετική κρίση με το

σημείο ldquoμέχρι τοῦ ὁποίου εἶναι νόμῳ προστατεύσιμον τὸ συγκεκριμένον

συμφέρον τοῦ ἐπιβάλλοντος τὸν περιορισμὸνrdquo δηλαδή να συνυπολογί-

ζεται και το μέτρο της οικονομικής θυσίας στην οποία υποβάλλεται

ο ισχυρός συμβαλλόμενος ουσιαστικώς να σταθμίζεται η αξία της συ-

νολικής αντιπαροχής του χωρίς βεβαίως τα δύο αυτά μεγέθη να συ-

μπίπτουν κατrsquo ανάγκην

(2) Σημασίαν έχει και το στοιχείο της χρονικής διάρκειας της δεσμεύσεως

Όσον αφορά σε ρήτρες απαγορεύσεως ανταγωνισμού θεμιτός περιο-

ρισμός θεωρείται η διετία προκειμένου περί συμβάσεως εργασίας και η

πενταετία προκειμένου περί πωλήσεως επιχειρήσεως Αντιθέτως σε

συμβάσεις αποκλειστικής προμηθείας (κυρίως μπύρας ή ενέργειας) και

προμηθείας πρατηρίου βενζίνης η γερμανική νομολογία ανεβάζει το

όριο στα είκοσι περίπου έτη

(3) Σπουδαίο επίσης στοιχείο μετρήσεως του υπέρμετρου ή μη της συμ-

βατικής δεσμεύσεως είναι η τοπική έκτασή της Πρόκειται περί ενός

στοιχείου κινητού εν σχέσει προς την χρονική διάρκεια δεσμεύσεως αλ-

λά και προς τα λοιπά στοιχεία συγκεκριμενοποιήσεως της αόριστης έν-

νοιας του ldquoυπέρμετρουrdquo Δηλαδή δυνατόν όσον ευρύτερη κατά τόπο

και μακρότερη κατά χρόνον είναι η απαγόρευση τόσο μεγαλύτερο θα

πρέπει να είναι το περιουσιακό αντάλλαγμα που λαμβάνει το ασθενέ-

στερο μέρος ώστε να θεωρείται η ρήτρα θεμιτή Απροσδιόριστη κατά

τόπο και χρόνο απαγόρευση χωρίς πρόβλεψη δυνατότητος παύσεως

της δεσμεύσεως με καταγγελία προσδίδει κατά κανόνα ανήθικο χα-

45 Πρβλ ΤΕΛΛΗΣ 2007215 επ 46 Πληρέστερη ανάλυση των κριτηρίων αυτών σχετικώς με την ρήτρα μετασυμβατικής απαγο-

ρεύσεως του ανταγωνισμού βλ σε ΤΕΛΛΗΣ 2007223 επ 47 ΜΠΑΛΗΣ 1944 sect64

26 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

ρακτήρα στην σχετική ρήτρα48 διότι η έννομη τάξη δεν ευνοεί γενικώς

τις δεσμεύσεις μακροχρόνιας ή απεριορίστου διαρκείας49

(4) Το κατrsquo αντικείμενον εύρος της συμβατικἠς δεσμεύσεως είναι επίσης

κριτήριο συγκεκριμενοποιήσεως της αορίστου εννοίας του ldquoυπέρμε-

τρουrdquo Αν δηλαδή ο ασφαλειοδότης παρέχοντας υπέρμετρη εξασφά-

λιση στον δανειστή του μπορεί να ικανοποιήσει και τους λοιπούς δα-

νειστές του ή στον υποβληθέντα σε μετασυμβατική ρήτρα απαγόρευ-

σης ανταγωνισμού εναπομένει κάποια δυνατότητα επιδόσεως σε άλ-

λης μορφής οικονομική δραστηριότητα κατά την διάρκεια της απαγο-

ρεύσεως

Η παράθεση των ανωτέρω κριτηρίων είναι σαφώς ενδεικτική αφού η περί

υπέρμετρου δεσμεύσεως κρίση (πρέπει να) σχηματίζεται από μία συνολική

αξιολόγηση των ειδικών περιστάσεων που συνοδεύουν την επίμαχη σύμβα-

ση Έτσι προσμετρώνται και άλλα στοιχεία ndash κριτήρια όπως οι επαγγελμα-

τικές προοπτικές των συμβαλλομένων ή ο τρόπος λήξεως της συνεργασίας

των

Τέλος η ύπαρξη επίμεπτης υποκειμενικής στάσεως του ισχυροτέρου συμ-

βαλομένου δεν θεωρείται σύμφωνα με κρατούσα γνώμη προϋπόθεση της

ακυρότητας της συμβάσεως50

ε Εφαρμογή της διατάξεως

Η διάταξη (εδ α΄) εφαρμόζεται και στις χαριστικές δικαιοπραξίες51 Δεν ε-

φαρμόζεται η διάταξη όταν υπάρχει νόμος που συγχωρεί την υπέρμετρη δέ-

σμευση της ελευθερίας του προσώπου52 Δεν αποκλείεται η σύμβαση να

προσκρούει εν μέρει στα χρηστά ήθη οπότε έχει εφαρμογή η ΑΚ 181 (Μερι-

κή ακυρότητα δικαιοπραξίας Η ακυρότητα μέρους συνεπιφέρει την ακυρό-

τητα ολόκληρης της δικαιοπραξίας αν συνάγεται ότι δεν θα είχε επιχειρηθεί

χωρίς το άκυρο μέρος)

48 Πρβλ αντί πολλών ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ 2012528 49 Πρβλ αντίθετη άποψη (ΚΙΤΣΑΡΑΣ Ενοχικές δεσμεύσεις της εξουσίας διάθεσης 199957) σε ΓΕΩΡ-

ΓΙΑΔΗΣ 2012 sect 36 υποσημ 12 50 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 1983153 51 Βλ ΑΠ 9991975 (Βrsquo Τμήμα) ΝοΒ 24287 (ldquohellipἀποκλείεται ἡ ἐφαρμογὴ τοῦ ἐπὶ δικαιοπραξιῶν ἐφrsquo

ὧν ἐπίδοσις περιουσίας γίνεται ἄνευ ἀνταλλάγματος ἢ δὲν λαμβάνει χώραν ἀνταλλαγὴ παροχῶν διότι ἐπrsquo αὐτῶν δὲν γεννᾶται ζήτημα προφανοῦς δυσαναλογίας παροχῆς καὶ ἀντιπαροχῆςrdquo)

52 Βλ ΤΟΥΣΗΣ 1978506 επ ndash ΑΠ 1301950 27 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

ϛ Έννομες συνέπειες

(1) Σύμφωνα με την ΑΚ 179 η δικαιοπραξία που δεσμεύει υπερμέτρως την

ελευθερία του προσώπου είναι ldquoΆκυρη ως αντίθετη προς τα χρηστά ή-

θηhelliprdquo και όπως ισχύει για κάθε ανήθικη δικαιοπραξία θεωρείται από-

λυτη53 μπορεί δε να λαμβάνεται υπόψιν και αυτεπαγγέλτως από το

δικαστήριο54 Τούτο είναι λογικό και κατrsquo ακολουθίαν ορθό αφού η

απαγόρευση της υπέρμετρης δέσμευσης της ελευθερίας σκοπεί στην

προστασία της προσωπικότητας ώστε να μην αφαιρείται το αγαθό της

εξουσίας της δικαιοπρακτικής διαθέσεως του μέρους

Προκειμένου όμως περί υπέρμετρης δεσμεύσεως της οικονομικής ε-

λευθερίας προσώπου δηλαδή οικονομικών συμφερόντων των οποίων

η διαφύλαξη είναι αποκλειστική υπόθεση του προσώπου αυτού τότε

σε μια τέτοια περίπτωση το πρόσωπο αυτό και μόνο μπορεί να κρίνει

καλλίτερα από κάθε άλλον αν η άρση των δικαιοπρακτικών αποτελεσμά-

των με την επίκληση της ΑΚ 179α ακυρότητος εξυπηρετεί πράγματι τα

συμφέροντά του5556

(2) Η ακυρότητα είναι κατά κανόνα ολική ιδία όσον αφορά σε υπέρμετρη

δέσμευση της προσωπικής ελευθερίας57 Στις περιπτώσεις όμως όπου

ο ανήθικος χαρακτήρας προσδιορίζεται από οικονομικής φύσεως α-

νταλλάγματα θα πρέπει να είναι δυνατή η μερική ακυρότητα ώστε με-

τά την αφαίρεση του αδίκου μέρους να μπορεί να ισχύσει η σύμβαση

με το υπόλοιπο ορθό περιεχόμενο της και έτσι το ασθενέστερο μέρος

να ldquoαπολαύσει τελικά την πολύτιμη γιrsquo αυτόν παροχή του αντισυμβαλ-

λομένου του αλλά με δίκαιους τώρα όρουςrdquo Την δυνατότητα της μερικής

ακυρότητος φαίνεται να δέχεται η κρατούσα γνώμη πράγμα που ση-

μαίνει ότι το δικαστήριο έχει την δυνατότητα να μειώσει μετά από αί-

τηση του βλαπτομένου την δέσμευση αυτού στο προσήκον μέτρο

53 ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ 2012525 επ 54 ΛΑΔΑΣ 1979159 επ 55 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012153 56 Θεωρείται ότι σε παρόμοιες περιπτώσεις πρέπεται η (κατrsquo εξαίρεσιν) σχετική ακυρότητα διότι η

απόφαση για την διατήρηση ή άρση των δικαιοπρακτικών αποτελεσμάτων πρέπει να ανήκει αποκλειστικώς στο βλαπτόμενο από την συμβατική ρύθμιση μέρος το οποίο γνωρίζει κάλλιον παντός άλλου το τι πράγματι το συμφέρει άλλως υπάρχει ανεπίτρεπτη κηδεμόνευση των συμφερόντων αυτού του συμβαλλομένου (ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2013113)

57 εα 2α 28 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

3 Η Καταπλεονεκτική Δικαιοπραξία

α Γενικά ndash σχέση με ΠΚ 404 405

Σύμφωνα με το πραγματικό της ΑΚ 179βrsquo καταπλεονεκτική δικαιοπραξία

υπάρχει όταν στο πρόσωπο του καταπλεονεκτούμενου συντρέχουν προφα-

νής δυσαναλογία παροχής και αντιπαροχής ανάγκη κουφότητα ή απειρία

και εκμετάλλευση της μειονεκτικής αυτής θέσεως από τον καταπλεονέκτη

Σύμφωνα με την νομολογία για την πλήρωση του πραγματικού απαιτείται η

συνδρομή και των τριών αυτών προϋποθέσεων σωρευτικώς

Γίνεται δεκτό ότι σε περίπτωση ελλείψεως κάποιου από τα ανωτέρω στοι-

χείου καταφάσκεται η ακυρότητα της δικαιοπραξίας με αναγωγή στην γενι-

κή ρήτρα της ΑΚ 178 υπό την προϋπόθεση ότι συντρέχουν πρόσθετα στοι-

χεία τα οποία μπορούν να προσδώσουν στην δικαιοπραξία το χρώμα της α-

νηθικότητας

Εκδήλωση της απαγορεύσεως της καταπλεονεκτήσεως αποτελεί η ρύθμιση

των άρθρων ΠΚ 404 (τοκογλυφία) και ΠΚ 405 (αισχροκέρδεια) το πραγμα-

τικό των οποίων είναι ουσιαστικώς ίδιο με αυτό της ΑΚ 179βrsquo Αν και τίποτε

δεν εμποδίζει για την ακυρότητα καταπλεονεκτικής δικαιοπραξίας την πα-

ράλληλη επίκληση και των δύο νομοθετικών βάσεων ορθότερη θεωρείται να

διαφυλαχθεί η αυτονομία της ρυθμίσεως της ΑΚ179βrsquo αφού ο νομοθέτης

φαίνεται ότι θέλησε να ρυθμίσει ρητώς τις συνέπειες της καταπλεονεκτήσε-

ως τον ΑΚ

β Προϋποθέσεις εφαρμογής της διατάξεως

Καταπλεονέκτηση μπορεί να υπάρχει σε κάθε τύπο επαχθούς δικαιοπραξίας

με περιουσιακό περιεχόμενο58 οι οποίες μπορεί να είναι αμφοτεροβαρείς

ετεροβαρείς αιτιώδεις αναιτιώδεις (όπως πχ η αγοραπωλησία η μίσθωση

58 Διαφορετικό είναι το ζήτημα της παροχής περιουσιακού ωφελήματος με ldquoανεξάρτητηrdquo μονομε-ρή δικαιοπραξία με την οποία προσδίδεται καταπλεονεκτικό χρώμα σε προηγούμενη σύμβαση από την οποία θα πηγάζει συνήθως η υποχρέωση για τέλεση της μονομερούς δικαιοπραξίας (πχ παροχή υποθήκης)

29 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

πράγματος ή έργου ή εργασίας η εταιρεία η σύμβαση μεσιτείας ή εγγύηση)

όταν αυτές καταρτίζονται με δυσανάλογο αντάλλαγμα59

Η ΑΚ 179βrsquo δεν εφαρμόζεται στις χαριστικές δικαιοπραξίες γιατί η επίδοση

της περιουσίας γίνεται χωρίς αντάλλαγμα και έτσι δεν υπάρχει δυσαναλογία

παροχής και αντιπαροχής όπως πχ στην δωρεά στην εντολή στην άφεση

χρέους στην παρακαταθήκη χωρίς αμοιβή ή στην εγγύηση εκτός αν αυτή

ανελήφθη στο πλαίσιο μιάς αμφοτεροβαρούς συμβάσεως με ευρύτερο περι-

εχόμενο

γ Προφανής δυσαναλογία μεταξύ παροχών

Στην καταπλεονεκτική σύμβαση η ελευθερία δικαιοπρακτικής αποφάσεως

του καταπλεονεκτούμενου είναι διαταραγμένη αφού αυτός ευρίσκεται σε

μία δυσμενή σε σχέση με τον καταπλεονέκτη θέση που δεν του επιτρέπει να

προασπίσει ορθολογικώς τα συνδεόμενα με την σύμβαση συμφέροντά του

έτσι ο μηχανισμός συμβάσεως δεν μπορεί εδώ να παράσχει κανένα εχέγγυο

ορθότητος Ότι το περιεχόμενο της καταπλεονεκτικής συμβάσεως δεν είναι

ldquoορθόrdquo μαρτυρεί τελικώς η ύπαρξη της προφανούς δυσαναλογίας

Η προφανής δυσαναλογία των ανταλλασσομένων παροχών ανάγεται σε

απαραίτητο στοιχείο του πραγματικού της καταπλεονεκτήσεως στην ΑΚ

179βrsquo ενώ ταυτοχρόνως είναι και πρόβλημα που για να κατανοηθεί σωστά

πρέπει να φωτισθεί μέσα από τον συνδυασμό και την αντίθεση μιάς πλειά-

δος αρχών οι οποίες σε κινητή μεταξύ των σχέση συγκροτούν το σύστημα

του δικαίου των ενοχικών συμβάσεων60

Ως έννοια αόριστη είναι αναμφισβητήτως έννοια νομική και η υπαγωγή σε

αυτήν της σχέσεως αξίας των αμοιβαίων παροχών αποτελεί κρίσιν αξιολο-

γική υποκείμενη στον έλεγχο του ΑΠ61

Ομοφώνως γίνεται δεκτό ότι αφετηρία της κρίσεως περί υπάρξεως ή μη

προφανούς δυσαναλογίας πρέπει να αποτελεί η αντικειμενική αξία των α-

νταλλασσομένων παροχών δηλαδή η συνήθης στις συναλλαγές αξία62 Έτσι

59 Βλ ΜΠΑΛΗΣ 1944190 (sect66) 60 Βλ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 19837 σημ 23 61 ΦΙΛΙΟΣ 2011 sect147Β 62 Πρβλ ΑΠ 20952009 (Α1 Τμήμα) ldquohellipφανερή δυσαναλογία μεταξύ παροχής και αντιπαροχής

είναι αυτή που υποπίπτει στην αντίληψη λογικού και έχοντος πείρα των σχετικών συναλλαγών ανθρώπου και η οποία υπερβαίνει το μέτρο κατά το οποίο είναι ανθρωπίνως φυσικό να απο-κομίζει ο ένας κάποιο όφελος από σύμβαση οικονομικού περιεχομένου επί ζημία του άλλουrdquo

30 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

διαπιστουμένης της αντικειμενικής αξίας των αμοιβαίων παροχών ακολου-

θεί η κρίση για το αν υφίσταται μεταξύ των προφανής δυσαναλογία λαμβα-

νομένων πάντοτε υπrsquo όψιν της φύσεως της συμβάσεως και του επιδιωκομέ-

νου με αυτήν οικονομικού σκοπού63 ενώ στις περιπτώσεις ακινήτων χρη-

σιμοποιείται ευρέως στην πράξη το κριτήριο της laesio enormis64

Ένα επιπλέον στοιχείο που λαμβάνεται υπrsquo όψιν για την διαπίστωση της υ-

πάρξεως προφανούς δυσαναλογίας είναι η λεγομένη ldquoρήτρα προσθέσεωςrdquo

δηλαδή το άθροισμα των ωφελημάτων που έλαβε ο καταπλεονέκτης και των

περιουσιακών ωφελημάτων που επιπροσθέτως κατέβαλλε ο καταπλεονε-

κτούμενος σε τρίτα πρόσωπα (πχ μεσιτεία αμοιβές σε βοηθητικά πρόσωπα

κλπ)

Υπάρχουν όμως και μερικά σχετιζόμενα με την δυσαναλογία των ανταλ-

λασσομένων παροχών ειδικότερα προβλήματα που εμφανίζονται συχνά

στην δικαστηριακή πράξη παρουσιάζοντα ταυτοχρόνως σπουδαίο δογματι-

κό ενδιαφέρον

(1) Πρόσθετο τίμημα στην πώληση ακινήτου μπορεί να ληφθεί υπrsquo όψιν

το επιπλέον του αναγραφομένου στο συμβολαιογραφικό έγγραφο τι-

μήματος επιπροσθέτως καταβληθέν τίμημα

(2) Το καταπλεονεκτικό σύμφωνο εξωνήσεως η συνομολόγηση δικαιώ-

ματος εξωνήσεως με τίμημα προφανώς δυσανάλογο εν σχέσει προς αυ-

τό της πωλήσεως μήπως υποκρύπτει τοκογλυφικό δάνειο Εδώ θα

πρέπει να σταθμιστεί η δυνατότητα του πωλητή να αποτρέψει την κα-

ταπλεονεκτική γιrsquo αυτόν ρύθμιση ασκώντας το δικαίωμα εξωνήσεως

Εάν δηλαδή ο πωλητής ασκήσει αυτό το δικαίωμα παρά την προφανή

δυσαναλογία η πώληση δεν έχει καταπλεονεκτικό χαρακτήρα

(3) Η διαπίστωση της προφανούς δυσαναλογίας στον συμβιβασμό τα

συγκρινόμενα μεγέθη είναι οι αμοιβαίες παραχωρήσεις των μερών και

όχι οι εκατέρωθεν αναλαμβανόμενες υποχρεώσεις προς παροχή Η σω-

στή όμως εκτίμηση των παραχωρήσεως προϋποθέτει ως αφετηρία

63 ΑΠ 20952009 64 Ο ΛΙΤΖΕΡΟΠΟΥΛΟΣ 1932208 επ προτείνει αποδοχή της υπάρξεως προφανούς δυσαναλογίας

όταν η μία παροχή δεν φθάνει το 60 ή 50της αξίας της άλλης Βλ επίσης υποσημείωση 560 στο ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012

31 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

την νομική κατάσταση που υπήρχε πριν τον συμβιβασμό υπερβολικές

αξιώσεις προβαλλόμενες αυθαιρέτως δεν λαμβάνονται εδώ υπrsquo όψιν

Η ύπαρξη της προφανούς δυσαναλογίας κρίνεται κατά τον χρόνο καταρτί-

σεως της συμβάσεως είναι αδιάφορο αν η προφανής δυσαναλογία επήλθε

αργότερα εκτός της περιπτώσεως όπου ο καταπλεονεκτούμενος στο πλαί-

σιο της υφισταμένης κυρίας συμβατικής σχέσεως συνομολογεί ή παρέχει

πρόσθετα περιουσιακά ωφελήματα (πχ εμπράγματη ασφάλεια) που προσ-

δίδουν πλέον στην συνολική συναλλαγή καταπλεονεκτικό χρώμα

δ Ανάγκη Κουφότητα Απειρία

(1) Ανάγκη

Είναι η κατάσταση ενός προσώπου (του δικαιοπρακτούντος ή κάποιου

που συνδέεται στενά με αυτόν) που ευρίσκεται σε άμεσο οικονομικό ή

άλλο κίνδυνο65 η αντιμετώπιση του οποίου είναι ανεπίδεκτη αναβο-

λής66 Η ανάγκη πρέπει να έχει χαρακτήρα επιτακτικό και να είναι τόσο

σοβαρή ώστε αντικειμενικώς κρινομένη να μπορεί να θεωρηθεί ότι

κάθε εχέφρων άνθρωπος θα οδηγείτο στην ίδια δικαιοπρακτική συ-

μπεριφορά

Ενώ η φύση της ανάγκης είναι συνήθως οικονομική η σπουδαιότητα

του διακινδυνευομένου αγαθού καθορίζει το αν η συγκεκριμένη κάθε

φορά περίπτωση μπορεί να υπαχθεί ή όχι στην ρύθμιση της ΑΚ 179βrsquo

Είναι αδιάφορο αν η ανάγκη είναι μόνιμη ή παροδική αφού αποφασι-

στική για την εφαρμογή της ΑΚ 179βrsquo είναι η ύπαρξη ανάγκης μόνο κα-

τά τον χρόνο καταρτίσεως της δικαιοπραξίας Η ανάγκη πρέπει να είναι

πραγματική και άμεση επιτακτική και ανεπίδεκτη αναβολής

(2) Κουφότητα

Προϋπόθεση της ορθής λειτουργίας της ιδιωτικής αυτονομίας είναι η

εκ μέρους των αντισυμβαλλομένων ορθολογική στάθμιση των υπέρ και

κατά της συμβατικής ρυθμίσεως Όταν όμως ο αντισυμβαλλόμενος α-

διαφορεί λόγω απερισκεψίας ή ελλείψεως επαρκούς σκέψεως και δεν

αποδίδει στις πράξεις του την σημασία την αξία και τις συνέπειες που

έχουν αυτές τότε η συναλλακτική συμπεριφορά του χαρακτηρίζεται

65 ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ 2012530 66 ΑΠ 19982007

32 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

από κουφότητα Η κουφότητα μπορεί να οφείλεται σε οποιονδήποτε

λόγο όπως είναι η πνευματική νόσος ου δεν επέφερε όμως ολική ή με-

ρική ασυνειδησία των πράξεων του προσώπου ώστε να το κάνει εντε-

λώς ή περιορισμένως ανίκανο για την σύνταξη δικαιοπραξίας67

(3) Απειρία

Ως απειρία νοείται η έλλειψη της περί τη ζωή και τις συναλλαγές πεί-

ρας68 Το ερώτημα όμως είναι αν η σχετική με συγκεκριμένη δικαιο-

πραξία απειρία στοιχειοθετεί την απειρία της ΑΚ 179βrsquo ή όχι Γίνεται

δεκτό ότι υπάρχουν τρείς διαβαθμίσεις69 της απειρίας

(α) Η καθολική όπου ο συμβαλλόμενος στερείται παντελώς συναλ-

λακτικής πείρας και κατά συνέπειαν η περίπτωσή του υπάγεται

στην ρύθμιση της ΑΚ 179β΄

(β) Η απειρία σε ορισμένο μόνο συναλλακτικό τομέα (λχ πράξεις

επί ακινήτων χρηματιστηριακές συναλλαγές κλπ) εδώ η απειρία

δεν αποτελεί σταθερή ιδιότητα του προσώπου και παρά το ότι η

γενική του πείρα του επιτρέπει να κρίνει το επισφαλές της δικαι-

οπραξίας στην οποία προβαίνει η ελευθερία δικαιοπρακτικής α-

ποφάσεώς του δεν παύει να είναι διαταραγμένη Κατά συνέπεια

δικαιούται της προστασίας της ΑΚ 179βrsquo

(γ) Προβληματική αλλά και με πολύ μεγάλη πρακτική σημασία είναι

η τρίτη μορφή απειρίας που χαρακτηρίζεται από την έλλειψη ει-

δικών γνώσεων πού έχει ανάγκη ο σύγχρονος καταναλωτής στις

καθημερινές συναλλαγές του γνώσεων απαραιτήτων για τον

σχηματισμό σωστής εικόνας της προσφερόμενης σε αυτόν παρο-

χής Κι΄ εδώ η ελευθερία δικαιοπρακτικής αποφάσεως του κατα-

ναλωτή αδαούς όντος λόγω ανεπαρκούς πληροφορήσεως εμφα-

νίζεται διαταραγμένη και άξια της κατά την ΑΚ 179βrsquo προστασίας

ε Εκμετάλλευση

Ενώ η νομολογία μας θεωρεί αναγκαίο στοιχείο της ΑΚ 179βrsquo την υποκειμενι-

κή προϋπόθεση της εκμεταλλεύσεως την οποία πρέπει να αποδεικνύει ο ε-

67 ΑΠ 3821992 ΝοΒ 41874 68 ΑΠ 9362007 69 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012196 επ

33 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

πικαλούμενος την εφαρμογή της διατάξεως δεν έχει μέχρι τώρα αποσαφη-

νιστεί πλήρως σε τι ακριβώς συνίσταται η ldquoεκμετάλλευσηrdquo Βέβαιο πάντως

είναι ότι το στοιχείο αυτό δεν θα πρέπει να θεωρηθεί ως ηθική μομφή στο

πρόσωπο του καταπλεονέκτη

Κατrsquo αρχάς απορρίπτεται η επίκληση δόλου αφού ο δόλος απαιτείται από

την λειτουργία της ποινής και είναι ξένος προς τον λειτουργικό ρόλο της α-

κυρότητας της ανήθικης δικαιοπραξίας Το ότι δεν πρόκειται περί μομφής

φαίνεται στις περιπτώσεις καταρτίσεως δικαιοπραξίας κατά παράκλησιν

του αντισυμβαλλομένου και όχι από εκμεταλλευτική διάθεση του καταπλεο-

νέκτη Επιπλέον εάν επρόκειτο περί συνειδήσεως της ανηθικότητος εκ μέ-

ρους του καταπλεονέκτη μια τέτοια συνείδηση λόγω του περιεχομένου σε

αυτήν αξιολογικού και βουλητικού στοιχείου θα ισοδυναμούσε με πταίσμα

και δη στον βαθμό του dolus malus στοιχείου όμως ξένου προς την προ-

βληματική των ανήθικων γενικώς δικαιοπραξιών

Η ελληνική νομολογία φαίνεται να ακολουθεί την άποψη ότι ο καταπλεονέ-

κτης γνωρίζει την συναλλακτικώς δυσμενή θέση του καταπλεονεκτούμενου

και την προφανή δυσαναλογία μεταξύ παροχής και αντιπαροχής στοιχεία τα

οποία δεν θεωρεί ως λόγο προσωπικής μομφής κατά του καταπλεονέκτη αλ-

λά καταλογισμού σε αυτόν του κινδύνου της ακυρότητας της δικαιοπραξίας

Τα δικαστήρια φαίνεται ότι ταυτίζουν την εκμετάλλευση με την εκ μέρους

του καταπλεονέκτη γνώση της συναλλακτικώς δυσμενούς θέσεως του κα-

ταπλεονεκτούμενου Είναι συνήθης στις αποφάσεις η επωδός ldquoεπωφελήθη-

κεrdquo70 της γνωστής σε αυτόν ανάγκης κουφότητας ή απειρίας Γίνεται όμως

παγίως δεκτό ότι αν ο καταπλεονέκτης αγνοούσε την κατάσταση του αντι-

συμβαλλομένου του δεν υπάρχει εκμετάλλευση κατά την ΑΚ 179βrsquo Και βε-

βαίως ερωτάται γιατί θα πρέπει να γνωρίζει μόνο την ανάγκη κουφότητα ή

απειρία και όχι και την προφανή δυσαναλογία των αμοιβαίων παροχών

4 Έννομες συνέπειες

Η καταπλεονεκτική δικαιοπραξία είναι απολύτως άκυρη και για τα δύο μέρη

κατά την έννοια της ΑΚ 180 Την ακυρότητα μπορεί να προβάλλει και κάθε τρίτος

70 Πρβλ ΑΠ 20952009 34 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

που έχει έννομο συμφέρον επομένως και ο κληρονόμος ενός από τους συναλλαγέ-

ντες71

Δεν αποκλείεται και μερική ακυρότητα της δικαιοπραξίας Τούτο θα συμβεί

εάν μπορεί να προσδιορισθεί ακριβώς η μεταξύ παροχής και αντιπαροχής αναλο-

γία οπότε η δικαιοπραξία είναι άκυρη κατά το υπερβάλλον72 Κατά πόσον σε τέ-

τοια περίπτωση η μερική ακυρότητα θα συνεπιφέρει την ακυρότητα της όλης δι-

καιοπραξίας κρίνεται κατά την ΑΚ 18173

Σύμβαση εντόκου δανείου μπορεί να χαρακτηρισθεί καταπλεονεκτική συμ-

φώνως προς την ΑΚ 179 μόνο στην περίπτωση συνομολογήσεως ή λήψεως αθέ-

μιτων (τοκογλυφικών) τόκων εν σχέσει προς την αντιπαροχή με την εκμετάλ-

λευση της ανάγκης κουφότητας κλπ του δανεισθέντος οπότε και επέρχεται είτε

ολοκληρωτική και απόλυτη ακυρότητα της καταπλεονεκτικής δικαιοπραξίας κα-

τά τον κανόνα της ΑΚ 181 είτε μερική ακυρότητα οπότε αφού προσδιορισθεί

ακριβώς η μεταξύ παροχής και αντιπαροχής αναλογία η δικαιοπραξία είναι αι-

σχροκερδής και άκυρη κατά το υπερβάλλον

Η προβολή της ακυρότητας από εκείνον που μετήλθε την εκμετάλλευση

μπορεί να αποκρουσθεί με την ένσταση της ΑΚ 281 Αυτό μπορεί να συμβεί όταν

το δικαίωμα ακυρώσεως ασκείται καθυστερημένα εφ΄ όσον όμως συντρέχουν

και άλλα περιστατικά74

Οι παροχές που έγιναν σε εκπλήρωση της καταπλεονεκτικής υποσχετικής

συμβάσεως μπορούν να αναζητηθούν είτε με διεκδικητική αγωγή είτε με αγωγή

αδικαιολόγητου πλουτισμού Αυτός που ζημιώθηκε από την αισχροκερδή δικαιο-

πραξία δικαιούται εφ΄ όσον συντρέχουν οι όροι των ΑΚ 919 και ΑΚ 914 και απο-

ζημιώσεως

71 ΑΠ 9362007 72 ΜΠΑΛΗΣ 1944191 73 ΜΠΑΛΗΣ op cit 74 Για την προστασία των καλόπιστων τρίτων μέσω της ΑΚ 281 βλ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012232 επ

35 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ ΣΤ ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ Γενικές Αρχές Αστικού Δικαίου Π Ν Σάκκουλας 2012 ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ ΣΤ ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ndash ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟΣ ΠΑΝ ΜΙΧΑΗΛ Αστικός Κώδικας κατ΄ άρ-

θρο ερμηνεία τόμος Ι Π Ν Σάκκουλας 1978 ΛΑΔΑΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ Α Η ακυρότητα της δικαιοπραξίας λόγω αντιθέσεως εις τα χρη-

στά ήθη χό Θεσσαλονίκη 1979 ΛΙΤΖΕΡΟΠΟΥΛΟΣ Γ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ Η Νομολογία ως παράγων διαπλάσεως του ιδιωτικού

δικαίου Θεσσαλονίκη 1932 ΜΠΑΛΗΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ Α Γενικαί αρχαί του Αστικού Δικαίου Παπαζήσης 1944 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ ΑΛ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ Οι καταπλεονεκτικές δικαιοπραξίες Σάκκουλας Αντ

Ν 1983 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ ΑΛ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ Δικαιοπραξιες αντίθετες προς τα χρηστά ήθη Σάκ-

κουλας Αντ Ν 2012 ΠΑΠΑΣΤΕΡΙΟΥ Η ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ Αστικό Δίκαιο Επιτομή Εκδόσεις Σάκκουλα ΑΕ 2010 ΣΠΥΡΙΔΑΚΗΣ Σ ΙΩΑΝΝΗΣ Εγχειρίδιο Αστ Δικαίου 1 - Γενικές Αρχές Αντ Ν Σάκκου-

λας 2004 ΤΕΛΛΗΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ Δ Ρήτρα μετασυμβατικής απαγόρευσης ανταγωνισμού στο δί-

καιο εταιρειών και επιχειρήσεων λειτουργία και δικαστικός έλεγχος του περιε-χομένου της Εκδόσεις Σάκκουλα ΑΕ 2007

ΤΟΥΣΗΣ ΧΡ ΑΝΔΡΕΑΣ Γενικαί Αρχαί του Αστικού Δικαίου μετʹ εισαγωγής εις το δίκαι-ον εν γένει Αφοί Σάκκουλα 1978

ΤΡΙΑΝΤΟΣ Τ ΝΙΚΟΛΑΟΣ Δικαιοπραξιες Νομική Βιβλιοθηκη 2011 ΤΡΙΑΝΤΟΣ Τ ΝΙΚΟΛΑΟΣ Αστικό Δίκαιο-Επιτομή Νομική Βιβλιοθήκη 2013 ΦΙΛΙΟΣ ΧΡ ΠΑΥΛΟΣ Γενικές Αρχές Αστικού Δικαίου Εκδόσεις Σάκκουλα ΑΕ 2011 ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΕΙΣ ΑΝΔΡΟΥΛΙΔΑΚΗ-ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗ ΙΣΜΗΝΗ Η αντίθεση της διαθήκης στα χρηστά ήθη ΝοΒ

301234 ΠΕΛΕΝΗ-ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ Α Η αντιμετώπιση από τη νομολογία του άρθρου 179 περ

α΄ ΑΚ ΕλλΔνη 199459 ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟΣ ΠΑΝ ΜΙΧΑΗΛ-ΛΑΔΟΓΙΑΝΝΗΣ ΓΕΩΡ Κριτήρια αντίθεσης συμφώνου

προτίμησης προς τα χρηστά ήθη (γνμδ) ΧρΙΔ 1263 ΤΟΥΣΗΣ ΧΡ ΑΝΔΡΕΑΣ Η έννοια των χρηστών ηθών ΕΕΝ 231956 ΦΑΣΟΥΛΑΣ ΖΗΣΗΣ Η απάτη και η ακυρότητα της δικαιοπραξίας ως αντίθετη στα

χρηστά ήθη ΠοινΧρ 921032

36 36

  • 2 Συμβατική ελευθερία και γενικές ρήτρες
  • 4 Κριτήρια προσδιορισμού των χρηστών ηθών
    • Μια πρώτη κατηγοριοποίηση όμως αντίθεσης στα χρηστά ήθη μπορεί να γίνει με βάση το αν αυτή προκύπτει από το περιεχόμενο τους
      • 10 Ακυρότητα
      • α Απόλυτη ή σχετική
      • β Συνολική ή μερική
      • γ Ακυρότητα στις αιτιώδεις και αναιτιώδεις δικαιοπραξίες
      • 11 Δικονομική μεταχείριση
      • 12 Επίγραμμα

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

εργασίας του εμπορίου της βιομηχανίας προς ανάπτυξη της οικονομικής

δράσεως του προσώπου40 Έτσι αντίκειται στα χρηστά ήθη

(1) κάθε δικαιοπραξία με την οποία απαγορεύεται σε κάποιον η άσκηση

ορισμένου επαγγέλματος ή ορισμένης βιομηχανικής ή εμπορικής δρα-

στηριότητος εφrsquo όσον περιέχει υπέρμετρη δέσμευση και

(2) η δικαιοπραξία με την οποία δεσμεύεται το δικαίωμα στην σωματική

ακεραιότητα του προσώπου στην υγεία ζωή τιμή το δικαίωμα στο

όνομα ή την προσωπικότητα το δικαίωμα εγκαταστάσεως ή μη σε ορι-

σμένο τόπο το δικαίωμα επιλογής επαγγέλματος κλπ41

γ Η ratio της απαγόρευσης

(1) Η οικονομική κατωτερότητα ενός εκ των συμβαλλομένων

Συνήθως η κατάρτιση συμβάσεως με καταδυναστευτικό περιεχόμενο

οφείλεται στην οικονομική κατωτερότητα του υποβαλλομένου στην

υπέρμετρη δέσμευση συμβαλλομένου Αυτό εκτιμάται ότι συμβαίνει

λόγω της ανάγκης αποκτήσεως της υπαρξιακής κατά κανόνα γιrsquo αυτόν

σημασίας παροχή του οικονομικώς ισχυρού αντισυμβαλλομένου συνή-

θως κάποια πίστωση Έτσι η οικονομική αυτή πίεση όταν μάλιστα

δεν υπάρχει δυνατότης καταφυγής σε άλλη πηγή αποκτήσεως του ιδί-

ου αγαθού με καλλίτερους όρους διαταράσσει την συμβατική ελευθε-

ρία η οποία μπορεί να συντρέχει ανεξαρτήτως της θέσεως που κατέχει

στην αγορά ο επιβάλλων τον περιορισμό συμβαλλόμενος (συνήθης επι-

χείρηση)

Η ρύθμιση αυτή της ΑΚ 179α΄ αντικειμενικώς κρινομένη φαίνεται ότι

είναι σχεδιασμένη με πνεύμα κηδεμονεύσεως ο δικαστής παρεμβαίνει

στο περιεχόμενο της συμβάσεως προκειμένου να προστατεύσει τον οι-

κονομικώς ασθενέστερο συμβαλλόμενο από μία άδικη εις βάρος του

κατανομή των συμβατικών βαρών και πλεονεκτημάτων

Προβληματισμός υπάρχει στο αν η οικονομική δέσμευση επέρχεται με

την κατάρτιση της συμβάσεως προκειμένου περί καταδυναστευτικών

συμβάσεων ή πρόκειται περί καταχρηστικής εκμεταλλεύσεως ήδη υ-

φισταμένης οικονομικής κατωτερότητος του αντισυμβαλλομένου προ-

40 Βλ ΤΟΥΣΗΣ Α 1978 sect 96 ΜΠΑΛΗΣ 1944 sect 64 41 Βλ ΤΟΥΣΗΣ opcit

24 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

κειμένου περί καταχρηστικής εκμεταλλεύσεως μονοπωλιακής ή δεσπό-

ζουσας θέσεως μιάς επιχειρήσεως στην αγορά

Εξrsquo άλλου χρήζει ιδιαιτέρας μνείας το ότι ενώ η συναλλακτικώς μειονε-

κτική θέση του ενός των συμβαλλομένων τεκμαίρεται αμαχήτως42 (ΑΚ

294 332sect2 334sect2 409 κλπ) στην περίπτωση καταδυναστευτικής

συμβάσεως ο αντισυμβαλλόμενος έχει δυνατότητα αποδείξεως ότι η

ρύθμιση υπήρξε προϊόν της ελευθέρας δικαιοπρακτικής αποφάσεως

του φαινομένου ως βλαπτομένου από αυτή συμβαλλομένου

(2) Η άδικη μεταξύ των μερών κατανομή των συμβατικών πλεονεκτημά-

των

Η κατανόηση του πότε είναι υπέρμετρη (ή ldquoυπερβολικήrdquohellip) ή εύλογη η

συμβατική δέσμευση της ελευθερίας του προσώπου συνιστά το κε-

ντρικό πρόβλημα του δόγματος των καταδυναστευτικών συμβάσεων

αν και η κρίση είναι νομική υποκείμενη στον έλεγχο του Αρείου Πάγου

Για τον λόγον αυτόν είναι καίριος ο ρόλος των μεγεθών αντιπαροχής

και δεσμεύσεως της οικονομικής ελευθερίας43

δ Η υπέρμετρη (υπερβολική) δέσμευση

Το κριτήριο της υπέρμετρης δεσμεύσεως ως αόριστη νομική έννοια και

προκειμένου να καταστεί δογματικώς κατάλληλη για να υπαχθεί σε αυτήν η

κρινομένη ατομική περίπτωση έχει ανάγκη εξειδικεύσεως λαμβανομένης

υπrsquo όψιν της ratio της απαγορεύσεως που τίθεται στην ΑΚ 179α΄ δηλαδή την

διάβρωση της συμβατικής ελευθερίας του ασθενέστερου μέρους αφrsquo ενός και

της ανισορροπίας στην κατανομή των συμβατικών ωφελημάτων μεταξύ των

μερών

Γίνεται ευρύτερα δεκτό στην σύγχρονη δογματική του Αστικού Δικαίου ότι

υπάρχει μία ldquoκινητήrdquo σχέση44 μεταξύ των προαναφερθέντων δύο κριτηρίων

εις τρόπον ώστε όσον εντονότερον διαβρώνεται η ελευθερία δικαιοπρακτι-

κής αποφάσεως του καταδυναστευομένου τόσον άτονος θα πρέπει να είναι

42 Για τον εμπορικό αντιπρόσωπο που συνάπτει ρήτρα μετασυμβατικής απαγορεύσεως του αντα-γωνισμού βλ ΠΔ 2191991 άρθρ10 εις εφαρμογήν του άρθρου 20 της Οδηγίας 86653 ΕΟΚ

43 ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ 2012528 ΣΠΥΡΙΔΑΚΗΣ 2004188 44 Πρβλ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012146

25 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

ο έλεγχος της άνισης κατανομής στο περιεχόμενο της σχετικής συμφωνίας

για να επιβεβαιώνεται ή όχι το στοιχείο της υπέρμετρης δεσμεύσεως45

Πέραν αυτών όμως είναι απαραίτητη και η συγκεκριμενοποίηση του κριτη-

ρίου της άνισης μεταξύ των μερών κατανομής των συμβατικών βαρών και

πλεονεκτημάτων οπότε είναι αναγκαία η αναδρομή σε ιδιαίτερα κριτήρια τα

οποία εφαρμόζει σχεδόν σταθερώς η νομολογία μας46

(1) Ο Μπαλής47 θεωρεί ότι πρέπει να συναρτάται η σχετική κρίση με το

σημείο ldquoμέχρι τοῦ ὁποίου εἶναι νόμῳ προστατεύσιμον τὸ συγκεκριμένον

συμφέρον τοῦ ἐπιβάλλοντος τὸν περιορισμὸνrdquo δηλαδή να συνυπολογί-

ζεται και το μέτρο της οικονομικής θυσίας στην οποία υποβάλλεται

ο ισχυρός συμβαλλόμενος ουσιαστικώς να σταθμίζεται η αξία της συ-

νολικής αντιπαροχής του χωρίς βεβαίως τα δύο αυτά μεγέθη να συ-

μπίπτουν κατrsquo ανάγκην

(2) Σημασίαν έχει και το στοιχείο της χρονικής διάρκειας της δεσμεύσεως

Όσον αφορά σε ρήτρες απαγορεύσεως ανταγωνισμού θεμιτός περιο-

ρισμός θεωρείται η διετία προκειμένου περί συμβάσεως εργασίας και η

πενταετία προκειμένου περί πωλήσεως επιχειρήσεως Αντιθέτως σε

συμβάσεις αποκλειστικής προμηθείας (κυρίως μπύρας ή ενέργειας) και

προμηθείας πρατηρίου βενζίνης η γερμανική νομολογία ανεβάζει το

όριο στα είκοσι περίπου έτη

(3) Σπουδαίο επίσης στοιχείο μετρήσεως του υπέρμετρου ή μη της συμ-

βατικής δεσμεύσεως είναι η τοπική έκτασή της Πρόκειται περί ενός

στοιχείου κινητού εν σχέσει προς την χρονική διάρκεια δεσμεύσεως αλ-

λά και προς τα λοιπά στοιχεία συγκεκριμενοποιήσεως της αόριστης έν-

νοιας του ldquoυπέρμετρουrdquo Δηλαδή δυνατόν όσον ευρύτερη κατά τόπο

και μακρότερη κατά χρόνον είναι η απαγόρευση τόσο μεγαλύτερο θα

πρέπει να είναι το περιουσιακό αντάλλαγμα που λαμβάνει το ασθενέ-

στερο μέρος ώστε να θεωρείται η ρήτρα θεμιτή Απροσδιόριστη κατά

τόπο και χρόνο απαγόρευση χωρίς πρόβλεψη δυνατότητος παύσεως

της δεσμεύσεως με καταγγελία προσδίδει κατά κανόνα ανήθικο χα-

45 Πρβλ ΤΕΛΛΗΣ 2007215 επ 46 Πληρέστερη ανάλυση των κριτηρίων αυτών σχετικώς με την ρήτρα μετασυμβατικής απαγο-

ρεύσεως του ανταγωνισμού βλ σε ΤΕΛΛΗΣ 2007223 επ 47 ΜΠΑΛΗΣ 1944 sect64

26 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

ρακτήρα στην σχετική ρήτρα48 διότι η έννομη τάξη δεν ευνοεί γενικώς

τις δεσμεύσεις μακροχρόνιας ή απεριορίστου διαρκείας49

(4) Το κατrsquo αντικείμενον εύρος της συμβατικἠς δεσμεύσεως είναι επίσης

κριτήριο συγκεκριμενοποιήσεως της αορίστου εννοίας του ldquoυπέρμε-

τρουrdquo Αν δηλαδή ο ασφαλειοδότης παρέχοντας υπέρμετρη εξασφά-

λιση στον δανειστή του μπορεί να ικανοποιήσει και τους λοιπούς δα-

νειστές του ή στον υποβληθέντα σε μετασυμβατική ρήτρα απαγόρευ-

σης ανταγωνισμού εναπομένει κάποια δυνατότητα επιδόσεως σε άλ-

λης μορφής οικονομική δραστηριότητα κατά την διάρκεια της απαγο-

ρεύσεως

Η παράθεση των ανωτέρω κριτηρίων είναι σαφώς ενδεικτική αφού η περί

υπέρμετρου δεσμεύσεως κρίση (πρέπει να) σχηματίζεται από μία συνολική

αξιολόγηση των ειδικών περιστάσεων που συνοδεύουν την επίμαχη σύμβα-

ση Έτσι προσμετρώνται και άλλα στοιχεία ndash κριτήρια όπως οι επαγγελμα-

τικές προοπτικές των συμβαλλομένων ή ο τρόπος λήξεως της συνεργασίας

των

Τέλος η ύπαρξη επίμεπτης υποκειμενικής στάσεως του ισχυροτέρου συμ-

βαλομένου δεν θεωρείται σύμφωνα με κρατούσα γνώμη προϋπόθεση της

ακυρότητας της συμβάσεως50

ε Εφαρμογή της διατάξεως

Η διάταξη (εδ α΄) εφαρμόζεται και στις χαριστικές δικαιοπραξίες51 Δεν ε-

φαρμόζεται η διάταξη όταν υπάρχει νόμος που συγχωρεί την υπέρμετρη δέ-

σμευση της ελευθερίας του προσώπου52 Δεν αποκλείεται η σύμβαση να

προσκρούει εν μέρει στα χρηστά ήθη οπότε έχει εφαρμογή η ΑΚ 181 (Μερι-

κή ακυρότητα δικαιοπραξίας Η ακυρότητα μέρους συνεπιφέρει την ακυρό-

τητα ολόκληρης της δικαιοπραξίας αν συνάγεται ότι δεν θα είχε επιχειρηθεί

χωρίς το άκυρο μέρος)

48 Πρβλ αντί πολλών ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ 2012528 49 Πρβλ αντίθετη άποψη (ΚΙΤΣΑΡΑΣ Ενοχικές δεσμεύσεις της εξουσίας διάθεσης 199957) σε ΓΕΩΡ-

ΓΙΑΔΗΣ 2012 sect 36 υποσημ 12 50 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 1983153 51 Βλ ΑΠ 9991975 (Βrsquo Τμήμα) ΝοΒ 24287 (ldquohellipἀποκλείεται ἡ ἐφαρμογὴ τοῦ ἐπὶ δικαιοπραξιῶν ἐφrsquo

ὧν ἐπίδοσις περιουσίας γίνεται ἄνευ ἀνταλλάγματος ἢ δὲν λαμβάνει χώραν ἀνταλλαγὴ παροχῶν διότι ἐπrsquo αὐτῶν δὲν γεννᾶται ζήτημα προφανοῦς δυσαναλογίας παροχῆς καὶ ἀντιπαροχῆςrdquo)

52 Βλ ΤΟΥΣΗΣ 1978506 επ ndash ΑΠ 1301950 27 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

ϛ Έννομες συνέπειες

(1) Σύμφωνα με την ΑΚ 179 η δικαιοπραξία που δεσμεύει υπερμέτρως την

ελευθερία του προσώπου είναι ldquoΆκυρη ως αντίθετη προς τα χρηστά ή-

θηhelliprdquo και όπως ισχύει για κάθε ανήθικη δικαιοπραξία θεωρείται από-

λυτη53 μπορεί δε να λαμβάνεται υπόψιν και αυτεπαγγέλτως από το

δικαστήριο54 Τούτο είναι λογικό και κατrsquo ακολουθίαν ορθό αφού η

απαγόρευση της υπέρμετρης δέσμευσης της ελευθερίας σκοπεί στην

προστασία της προσωπικότητας ώστε να μην αφαιρείται το αγαθό της

εξουσίας της δικαιοπρακτικής διαθέσεως του μέρους

Προκειμένου όμως περί υπέρμετρης δεσμεύσεως της οικονομικής ε-

λευθερίας προσώπου δηλαδή οικονομικών συμφερόντων των οποίων

η διαφύλαξη είναι αποκλειστική υπόθεση του προσώπου αυτού τότε

σε μια τέτοια περίπτωση το πρόσωπο αυτό και μόνο μπορεί να κρίνει

καλλίτερα από κάθε άλλον αν η άρση των δικαιοπρακτικών αποτελεσμά-

των με την επίκληση της ΑΚ 179α ακυρότητος εξυπηρετεί πράγματι τα

συμφέροντά του5556

(2) Η ακυρότητα είναι κατά κανόνα ολική ιδία όσον αφορά σε υπέρμετρη

δέσμευση της προσωπικής ελευθερίας57 Στις περιπτώσεις όμως όπου

ο ανήθικος χαρακτήρας προσδιορίζεται από οικονομικής φύσεως α-

νταλλάγματα θα πρέπει να είναι δυνατή η μερική ακυρότητα ώστε με-

τά την αφαίρεση του αδίκου μέρους να μπορεί να ισχύσει η σύμβαση

με το υπόλοιπο ορθό περιεχόμενο της και έτσι το ασθενέστερο μέρος

να ldquoαπολαύσει τελικά την πολύτιμη γιrsquo αυτόν παροχή του αντισυμβαλ-

λομένου του αλλά με δίκαιους τώρα όρουςrdquo Την δυνατότητα της μερικής

ακυρότητος φαίνεται να δέχεται η κρατούσα γνώμη πράγμα που ση-

μαίνει ότι το δικαστήριο έχει την δυνατότητα να μειώσει μετά από αί-

τηση του βλαπτομένου την δέσμευση αυτού στο προσήκον μέτρο

53 ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ 2012525 επ 54 ΛΑΔΑΣ 1979159 επ 55 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012153 56 Θεωρείται ότι σε παρόμοιες περιπτώσεις πρέπεται η (κατrsquo εξαίρεσιν) σχετική ακυρότητα διότι η

απόφαση για την διατήρηση ή άρση των δικαιοπρακτικών αποτελεσμάτων πρέπει να ανήκει αποκλειστικώς στο βλαπτόμενο από την συμβατική ρύθμιση μέρος το οποίο γνωρίζει κάλλιον παντός άλλου το τι πράγματι το συμφέρει άλλως υπάρχει ανεπίτρεπτη κηδεμόνευση των συμφερόντων αυτού του συμβαλλομένου (ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2013113)

57 εα 2α 28 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

3 Η Καταπλεονεκτική Δικαιοπραξία

α Γενικά ndash σχέση με ΠΚ 404 405

Σύμφωνα με το πραγματικό της ΑΚ 179βrsquo καταπλεονεκτική δικαιοπραξία

υπάρχει όταν στο πρόσωπο του καταπλεονεκτούμενου συντρέχουν προφα-

νής δυσαναλογία παροχής και αντιπαροχής ανάγκη κουφότητα ή απειρία

και εκμετάλλευση της μειονεκτικής αυτής θέσεως από τον καταπλεονέκτη

Σύμφωνα με την νομολογία για την πλήρωση του πραγματικού απαιτείται η

συνδρομή και των τριών αυτών προϋποθέσεων σωρευτικώς

Γίνεται δεκτό ότι σε περίπτωση ελλείψεως κάποιου από τα ανωτέρω στοι-

χείου καταφάσκεται η ακυρότητα της δικαιοπραξίας με αναγωγή στην γενι-

κή ρήτρα της ΑΚ 178 υπό την προϋπόθεση ότι συντρέχουν πρόσθετα στοι-

χεία τα οποία μπορούν να προσδώσουν στην δικαιοπραξία το χρώμα της α-

νηθικότητας

Εκδήλωση της απαγορεύσεως της καταπλεονεκτήσεως αποτελεί η ρύθμιση

των άρθρων ΠΚ 404 (τοκογλυφία) και ΠΚ 405 (αισχροκέρδεια) το πραγμα-

τικό των οποίων είναι ουσιαστικώς ίδιο με αυτό της ΑΚ 179βrsquo Αν και τίποτε

δεν εμποδίζει για την ακυρότητα καταπλεονεκτικής δικαιοπραξίας την πα-

ράλληλη επίκληση και των δύο νομοθετικών βάσεων ορθότερη θεωρείται να

διαφυλαχθεί η αυτονομία της ρυθμίσεως της ΑΚ179βrsquo αφού ο νομοθέτης

φαίνεται ότι θέλησε να ρυθμίσει ρητώς τις συνέπειες της καταπλεονεκτήσε-

ως τον ΑΚ

β Προϋποθέσεις εφαρμογής της διατάξεως

Καταπλεονέκτηση μπορεί να υπάρχει σε κάθε τύπο επαχθούς δικαιοπραξίας

με περιουσιακό περιεχόμενο58 οι οποίες μπορεί να είναι αμφοτεροβαρείς

ετεροβαρείς αιτιώδεις αναιτιώδεις (όπως πχ η αγοραπωλησία η μίσθωση

58 Διαφορετικό είναι το ζήτημα της παροχής περιουσιακού ωφελήματος με ldquoανεξάρτητηrdquo μονομε-ρή δικαιοπραξία με την οποία προσδίδεται καταπλεονεκτικό χρώμα σε προηγούμενη σύμβαση από την οποία θα πηγάζει συνήθως η υποχρέωση για τέλεση της μονομερούς δικαιοπραξίας (πχ παροχή υποθήκης)

29 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

πράγματος ή έργου ή εργασίας η εταιρεία η σύμβαση μεσιτείας ή εγγύηση)

όταν αυτές καταρτίζονται με δυσανάλογο αντάλλαγμα59

Η ΑΚ 179βrsquo δεν εφαρμόζεται στις χαριστικές δικαιοπραξίες γιατί η επίδοση

της περιουσίας γίνεται χωρίς αντάλλαγμα και έτσι δεν υπάρχει δυσαναλογία

παροχής και αντιπαροχής όπως πχ στην δωρεά στην εντολή στην άφεση

χρέους στην παρακαταθήκη χωρίς αμοιβή ή στην εγγύηση εκτός αν αυτή

ανελήφθη στο πλαίσιο μιάς αμφοτεροβαρούς συμβάσεως με ευρύτερο περι-

εχόμενο

γ Προφανής δυσαναλογία μεταξύ παροχών

Στην καταπλεονεκτική σύμβαση η ελευθερία δικαιοπρακτικής αποφάσεως

του καταπλεονεκτούμενου είναι διαταραγμένη αφού αυτός ευρίσκεται σε

μία δυσμενή σε σχέση με τον καταπλεονέκτη θέση που δεν του επιτρέπει να

προασπίσει ορθολογικώς τα συνδεόμενα με την σύμβαση συμφέροντά του

έτσι ο μηχανισμός συμβάσεως δεν μπορεί εδώ να παράσχει κανένα εχέγγυο

ορθότητος Ότι το περιεχόμενο της καταπλεονεκτικής συμβάσεως δεν είναι

ldquoορθόrdquo μαρτυρεί τελικώς η ύπαρξη της προφανούς δυσαναλογίας

Η προφανής δυσαναλογία των ανταλλασσομένων παροχών ανάγεται σε

απαραίτητο στοιχείο του πραγματικού της καταπλεονεκτήσεως στην ΑΚ

179βrsquo ενώ ταυτοχρόνως είναι και πρόβλημα που για να κατανοηθεί σωστά

πρέπει να φωτισθεί μέσα από τον συνδυασμό και την αντίθεση μιάς πλειά-

δος αρχών οι οποίες σε κινητή μεταξύ των σχέση συγκροτούν το σύστημα

του δικαίου των ενοχικών συμβάσεων60

Ως έννοια αόριστη είναι αναμφισβητήτως έννοια νομική και η υπαγωγή σε

αυτήν της σχέσεως αξίας των αμοιβαίων παροχών αποτελεί κρίσιν αξιολο-

γική υποκείμενη στον έλεγχο του ΑΠ61

Ομοφώνως γίνεται δεκτό ότι αφετηρία της κρίσεως περί υπάρξεως ή μη

προφανούς δυσαναλογίας πρέπει να αποτελεί η αντικειμενική αξία των α-

νταλλασσομένων παροχών δηλαδή η συνήθης στις συναλλαγές αξία62 Έτσι

59 Βλ ΜΠΑΛΗΣ 1944190 (sect66) 60 Βλ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 19837 σημ 23 61 ΦΙΛΙΟΣ 2011 sect147Β 62 Πρβλ ΑΠ 20952009 (Α1 Τμήμα) ldquohellipφανερή δυσαναλογία μεταξύ παροχής και αντιπαροχής

είναι αυτή που υποπίπτει στην αντίληψη λογικού και έχοντος πείρα των σχετικών συναλλαγών ανθρώπου και η οποία υπερβαίνει το μέτρο κατά το οποίο είναι ανθρωπίνως φυσικό να απο-κομίζει ο ένας κάποιο όφελος από σύμβαση οικονομικού περιεχομένου επί ζημία του άλλουrdquo

30 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

διαπιστουμένης της αντικειμενικής αξίας των αμοιβαίων παροχών ακολου-

θεί η κρίση για το αν υφίσταται μεταξύ των προφανής δυσαναλογία λαμβα-

νομένων πάντοτε υπrsquo όψιν της φύσεως της συμβάσεως και του επιδιωκομέ-

νου με αυτήν οικονομικού σκοπού63 ενώ στις περιπτώσεις ακινήτων χρη-

σιμοποιείται ευρέως στην πράξη το κριτήριο της laesio enormis64

Ένα επιπλέον στοιχείο που λαμβάνεται υπrsquo όψιν για την διαπίστωση της υ-

πάρξεως προφανούς δυσαναλογίας είναι η λεγομένη ldquoρήτρα προσθέσεωςrdquo

δηλαδή το άθροισμα των ωφελημάτων που έλαβε ο καταπλεονέκτης και των

περιουσιακών ωφελημάτων που επιπροσθέτως κατέβαλλε ο καταπλεονε-

κτούμενος σε τρίτα πρόσωπα (πχ μεσιτεία αμοιβές σε βοηθητικά πρόσωπα

κλπ)

Υπάρχουν όμως και μερικά σχετιζόμενα με την δυσαναλογία των ανταλ-

λασσομένων παροχών ειδικότερα προβλήματα που εμφανίζονται συχνά

στην δικαστηριακή πράξη παρουσιάζοντα ταυτοχρόνως σπουδαίο δογματι-

κό ενδιαφέρον

(1) Πρόσθετο τίμημα στην πώληση ακινήτου μπορεί να ληφθεί υπrsquo όψιν

το επιπλέον του αναγραφομένου στο συμβολαιογραφικό έγγραφο τι-

μήματος επιπροσθέτως καταβληθέν τίμημα

(2) Το καταπλεονεκτικό σύμφωνο εξωνήσεως η συνομολόγηση δικαιώ-

ματος εξωνήσεως με τίμημα προφανώς δυσανάλογο εν σχέσει προς αυ-

τό της πωλήσεως μήπως υποκρύπτει τοκογλυφικό δάνειο Εδώ θα

πρέπει να σταθμιστεί η δυνατότητα του πωλητή να αποτρέψει την κα-

ταπλεονεκτική γιrsquo αυτόν ρύθμιση ασκώντας το δικαίωμα εξωνήσεως

Εάν δηλαδή ο πωλητής ασκήσει αυτό το δικαίωμα παρά την προφανή

δυσαναλογία η πώληση δεν έχει καταπλεονεκτικό χαρακτήρα

(3) Η διαπίστωση της προφανούς δυσαναλογίας στον συμβιβασμό τα

συγκρινόμενα μεγέθη είναι οι αμοιβαίες παραχωρήσεις των μερών και

όχι οι εκατέρωθεν αναλαμβανόμενες υποχρεώσεις προς παροχή Η σω-

στή όμως εκτίμηση των παραχωρήσεως προϋποθέτει ως αφετηρία

63 ΑΠ 20952009 64 Ο ΛΙΤΖΕΡΟΠΟΥΛΟΣ 1932208 επ προτείνει αποδοχή της υπάρξεως προφανούς δυσαναλογίας

όταν η μία παροχή δεν φθάνει το 60 ή 50της αξίας της άλλης Βλ επίσης υποσημείωση 560 στο ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012

31 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

την νομική κατάσταση που υπήρχε πριν τον συμβιβασμό υπερβολικές

αξιώσεις προβαλλόμενες αυθαιρέτως δεν λαμβάνονται εδώ υπrsquo όψιν

Η ύπαρξη της προφανούς δυσαναλογίας κρίνεται κατά τον χρόνο καταρτί-

σεως της συμβάσεως είναι αδιάφορο αν η προφανής δυσαναλογία επήλθε

αργότερα εκτός της περιπτώσεως όπου ο καταπλεονεκτούμενος στο πλαί-

σιο της υφισταμένης κυρίας συμβατικής σχέσεως συνομολογεί ή παρέχει

πρόσθετα περιουσιακά ωφελήματα (πχ εμπράγματη ασφάλεια) που προσ-

δίδουν πλέον στην συνολική συναλλαγή καταπλεονεκτικό χρώμα

δ Ανάγκη Κουφότητα Απειρία

(1) Ανάγκη

Είναι η κατάσταση ενός προσώπου (του δικαιοπρακτούντος ή κάποιου

που συνδέεται στενά με αυτόν) που ευρίσκεται σε άμεσο οικονομικό ή

άλλο κίνδυνο65 η αντιμετώπιση του οποίου είναι ανεπίδεκτη αναβο-

λής66 Η ανάγκη πρέπει να έχει χαρακτήρα επιτακτικό και να είναι τόσο

σοβαρή ώστε αντικειμενικώς κρινομένη να μπορεί να θεωρηθεί ότι

κάθε εχέφρων άνθρωπος θα οδηγείτο στην ίδια δικαιοπρακτική συ-

μπεριφορά

Ενώ η φύση της ανάγκης είναι συνήθως οικονομική η σπουδαιότητα

του διακινδυνευομένου αγαθού καθορίζει το αν η συγκεκριμένη κάθε

φορά περίπτωση μπορεί να υπαχθεί ή όχι στην ρύθμιση της ΑΚ 179βrsquo

Είναι αδιάφορο αν η ανάγκη είναι μόνιμη ή παροδική αφού αποφασι-

στική για την εφαρμογή της ΑΚ 179βrsquo είναι η ύπαρξη ανάγκης μόνο κα-

τά τον χρόνο καταρτίσεως της δικαιοπραξίας Η ανάγκη πρέπει να είναι

πραγματική και άμεση επιτακτική και ανεπίδεκτη αναβολής

(2) Κουφότητα

Προϋπόθεση της ορθής λειτουργίας της ιδιωτικής αυτονομίας είναι η

εκ μέρους των αντισυμβαλλομένων ορθολογική στάθμιση των υπέρ και

κατά της συμβατικής ρυθμίσεως Όταν όμως ο αντισυμβαλλόμενος α-

διαφορεί λόγω απερισκεψίας ή ελλείψεως επαρκούς σκέψεως και δεν

αποδίδει στις πράξεις του την σημασία την αξία και τις συνέπειες που

έχουν αυτές τότε η συναλλακτική συμπεριφορά του χαρακτηρίζεται

65 ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ 2012530 66 ΑΠ 19982007

32 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

από κουφότητα Η κουφότητα μπορεί να οφείλεται σε οποιονδήποτε

λόγο όπως είναι η πνευματική νόσος ου δεν επέφερε όμως ολική ή με-

ρική ασυνειδησία των πράξεων του προσώπου ώστε να το κάνει εντε-

λώς ή περιορισμένως ανίκανο για την σύνταξη δικαιοπραξίας67

(3) Απειρία

Ως απειρία νοείται η έλλειψη της περί τη ζωή και τις συναλλαγές πεί-

ρας68 Το ερώτημα όμως είναι αν η σχετική με συγκεκριμένη δικαιο-

πραξία απειρία στοιχειοθετεί την απειρία της ΑΚ 179βrsquo ή όχι Γίνεται

δεκτό ότι υπάρχουν τρείς διαβαθμίσεις69 της απειρίας

(α) Η καθολική όπου ο συμβαλλόμενος στερείται παντελώς συναλ-

λακτικής πείρας και κατά συνέπειαν η περίπτωσή του υπάγεται

στην ρύθμιση της ΑΚ 179β΄

(β) Η απειρία σε ορισμένο μόνο συναλλακτικό τομέα (λχ πράξεις

επί ακινήτων χρηματιστηριακές συναλλαγές κλπ) εδώ η απειρία

δεν αποτελεί σταθερή ιδιότητα του προσώπου και παρά το ότι η

γενική του πείρα του επιτρέπει να κρίνει το επισφαλές της δικαι-

οπραξίας στην οποία προβαίνει η ελευθερία δικαιοπρακτικής α-

ποφάσεώς του δεν παύει να είναι διαταραγμένη Κατά συνέπεια

δικαιούται της προστασίας της ΑΚ 179βrsquo

(γ) Προβληματική αλλά και με πολύ μεγάλη πρακτική σημασία είναι

η τρίτη μορφή απειρίας που χαρακτηρίζεται από την έλλειψη ει-

δικών γνώσεων πού έχει ανάγκη ο σύγχρονος καταναλωτής στις

καθημερινές συναλλαγές του γνώσεων απαραιτήτων για τον

σχηματισμό σωστής εικόνας της προσφερόμενης σε αυτόν παρο-

χής Κι΄ εδώ η ελευθερία δικαιοπρακτικής αποφάσεως του κατα-

ναλωτή αδαούς όντος λόγω ανεπαρκούς πληροφορήσεως εμφα-

νίζεται διαταραγμένη και άξια της κατά την ΑΚ 179βrsquo προστασίας

ε Εκμετάλλευση

Ενώ η νομολογία μας θεωρεί αναγκαίο στοιχείο της ΑΚ 179βrsquo την υποκειμενι-

κή προϋπόθεση της εκμεταλλεύσεως την οποία πρέπει να αποδεικνύει ο ε-

67 ΑΠ 3821992 ΝοΒ 41874 68 ΑΠ 9362007 69 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012196 επ

33 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

πικαλούμενος την εφαρμογή της διατάξεως δεν έχει μέχρι τώρα αποσαφη-

νιστεί πλήρως σε τι ακριβώς συνίσταται η ldquoεκμετάλλευσηrdquo Βέβαιο πάντως

είναι ότι το στοιχείο αυτό δεν θα πρέπει να θεωρηθεί ως ηθική μομφή στο

πρόσωπο του καταπλεονέκτη

Κατrsquo αρχάς απορρίπτεται η επίκληση δόλου αφού ο δόλος απαιτείται από

την λειτουργία της ποινής και είναι ξένος προς τον λειτουργικό ρόλο της α-

κυρότητας της ανήθικης δικαιοπραξίας Το ότι δεν πρόκειται περί μομφής

φαίνεται στις περιπτώσεις καταρτίσεως δικαιοπραξίας κατά παράκλησιν

του αντισυμβαλλομένου και όχι από εκμεταλλευτική διάθεση του καταπλεο-

νέκτη Επιπλέον εάν επρόκειτο περί συνειδήσεως της ανηθικότητος εκ μέ-

ρους του καταπλεονέκτη μια τέτοια συνείδηση λόγω του περιεχομένου σε

αυτήν αξιολογικού και βουλητικού στοιχείου θα ισοδυναμούσε με πταίσμα

και δη στον βαθμό του dolus malus στοιχείου όμως ξένου προς την προ-

βληματική των ανήθικων γενικώς δικαιοπραξιών

Η ελληνική νομολογία φαίνεται να ακολουθεί την άποψη ότι ο καταπλεονέ-

κτης γνωρίζει την συναλλακτικώς δυσμενή θέση του καταπλεονεκτούμενου

και την προφανή δυσαναλογία μεταξύ παροχής και αντιπαροχής στοιχεία τα

οποία δεν θεωρεί ως λόγο προσωπικής μομφής κατά του καταπλεονέκτη αλ-

λά καταλογισμού σε αυτόν του κινδύνου της ακυρότητας της δικαιοπραξίας

Τα δικαστήρια φαίνεται ότι ταυτίζουν την εκμετάλλευση με την εκ μέρους

του καταπλεονέκτη γνώση της συναλλακτικώς δυσμενούς θέσεως του κα-

ταπλεονεκτούμενου Είναι συνήθης στις αποφάσεις η επωδός ldquoεπωφελήθη-

κεrdquo70 της γνωστής σε αυτόν ανάγκης κουφότητας ή απειρίας Γίνεται όμως

παγίως δεκτό ότι αν ο καταπλεονέκτης αγνοούσε την κατάσταση του αντι-

συμβαλλομένου του δεν υπάρχει εκμετάλλευση κατά την ΑΚ 179βrsquo Και βε-

βαίως ερωτάται γιατί θα πρέπει να γνωρίζει μόνο την ανάγκη κουφότητα ή

απειρία και όχι και την προφανή δυσαναλογία των αμοιβαίων παροχών

4 Έννομες συνέπειες

Η καταπλεονεκτική δικαιοπραξία είναι απολύτως άκυρη και για τα δύο μέρη

κατά την έννοια της ΑΚ 180 Την ακυρότητα μπορεί να προβάλλει και κάθε τρίτος

70 Πρβλ ΑΠ 20952009 34 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

που έχει έννομο συμφέρον επομένως και ο κληρονόμος ενός από τους συναλλαγέ-

ντες71

Δεν αποκλείεται και μερική ακυρότητα της δικαιοπραξίας Τούτο θα συμβεί

εάν μπορεί να προσδιορισθεί ακριβώς η μεταξύ παροχής και αντιπαροχής αναλο-

γία οπότε η δικαιοπραξία είναι άκυρη κατά το υπερβάλλον72 Κατά πόσον σε τέ-

τοια περίπτωση η μερική ακυρότητα θα συνεπιφέρει την ακυρότητα της όλης δι-

καιοπραξίας κρίνεται κατά την ΑΚ 18173

Σύμβαση εντόκου δανείου μπορεί να χαρακτηρισθεί καταπλεονεκτική συμ-

φώνως προς την ΑΚ 179 μόνο στην περίπτωση συνομολογήσεως ή λήψεως αθέ-

μιτων (τοκογλυφικών) τόκων εν σχέσει προς την αντιπαροχή με την εκμετάλ-

λευση της ανάγκης κουφότητας κλπ του δανεισθέντος οπότε και επέρχεται είτε

ολοκληρωτική και απόλυτη ακυρότητα της καταπλεονεκτικής δικαιοπραξίας κα-

τά τον κανόνα της ΑΚ 181 είτε μερική ακυρότητα οπότε αφού προσδιορισθεί

ακριβώς η μεταξύ παροχής και αντιπαροχής αναλογία η δικαιοπραξία είναι αι-

σχροκερδής και άκυρη κατά το υπερβάλλον

Η προβολή της ακυρότητας από εκείνον που μετήλθε την εκμετάλλευση

μπορεί να αποκρουσθεί με την ένσταση της ΑΚ 281 Αυτό μπορεί να συμβεί όταν

το δικαίωμα ακυρώσεως ασκείται καθυστερημένα εφ΄ όσον όμως συντρέχουν

και άλλα περιστατικά74

Οι παροχές που έγιναν σε εκπλήρωση της καταπλεονεκτικής υποσχετικής

συμβάσεως μπορούν να αναζητηθούν είτε με διεκδικητική αγωγή είτε με αγωγή

αδικαιολόγητου πλουτισμού Αυτός που ζημιώθηκε από την αισχροκερδή δικαιο-

πραξία δικαιούται εφ΄ όσον συντρέχουν οι όροι των ΑΚ 919 και ΑΚ 914 και απο-

ζημιώσεως

71 ΑΠ 9362007 72 ΜΠΑΛΗΣ 1944191 73 ΜΠΑΛΗΣ op cit 74 Για την προστασία των καλόπιστων τρίτων μέσω της ΑΚ 281 βλ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012232 επ

35 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ ΣΤ ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ Γενικές Αρχές Αστικού Δικαίου Π Ν Σάκκουλας 2012 ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ ΣΤ ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ndash ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟΣ ΠΑΝ ΜΙΧΑΗΛ Αστικός Κώδικας κατ΄ άρ-

θρο ερμηνεία τόμος Ι Π Ν Σάκκουλας 1978 ΛΑΔΑΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ Α Η ακυρότητα της δικαιοπραξίας λόγω αντιθέσεως εις τα χρη-

στά ήθη χό Θεσσαλονίκη 1979 ΛΙΤΖΕΡΟΠΟΥΛΟΣ Γ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ Η Νομολογία ως παράγων διαπλάσεως του ιδιωτικού

δικαίου Θεσσαλονίκη 1932 ΜΠΑΛΗΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ Α Γενικαί αρχαί του Αστικού Δικαίου Παπαζήσης 1944 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ ΑΛ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ Οι καταπλεονεκτικές δικαιοπραξίες Σάκκουλας Αντ

Ν 1983 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ ΑΛ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ Δικαιοπραξιες αντίθετες προς τα χρηστά ήθη Σάκ-

κουλας Αντ Ν 2012 ΠΑΠΑΣΤΕΡΙΟΥ Η ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ Αστικό Δίκαιο Επιτομή Εκδόσεις Σάκκουλα ΑΕ 2010 ΣΠΥΡΙΔΑΚΗΣ Σ ΙΩΑΝΝΗΣ Εγχειρίδιο Αστ Δικαίου 1 - Γενικές Αρχές Αντ Ν Σάκκου-

λας 2004 ΤΕΛΛΗΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ Δ Ρήτρα μετασυμβατικής απαγόρευσης ανταγωνισμού στο δί-

καιο εταιρειών και επιχειρήσεων λειτουργία και δικαστικός έλεγχος του περιε-χομένου της Εκδόσεις Σάκκουλα ΑΕ 2007

ΤΟΥΣΗΣ ΧΡ ΑΝΔΡΕΑΣ Γενικαί Αρχαί του Αστικού Δικαίου μετʹ εισαγωγής εις το δίκαι-ον εν γένει Αφοί Σάκκουλα 1978

ΤΡΙΑΝΤΟΣ Τ ΝΙΚΟΛΑΟΣ Δικαιοπραξιες Νομική Βιβλιοθηκη 2011 ΤΡΙΑΝΤΟΣ Τ ΝΙΚΟΛΑΟΣ Αστικό Δίκαιο-Επιτομή Νομική Βιβλιοθήκη 2013 ΦΙΛΙΟΣ ΧΡ ΠΑΥΛΟΣ Γενικές Αρχές Αστικού Δικαίου Εκδόσεις Σάκκουλα ΑΕ 2011 ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΕΙΣ ΑΝΔΡΟΥΛΙΔΑΚΗ-ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗ ΙΣΜΗΝΗ Η αντίθεση της διαθήκης στα χρηστά ήθη ΝοΒ

301234 ΠΕΛΕΝΗ-ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ Α Η αντιμετώπιση από τη νομολογία του άρθρου 179 περ

α΄ ΑΚ ΕλλΔνη 199459 ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟΣ ΠΑΝ ΜΙΧΑΗΛ-ΛΑΔΟΓΙΑΝΝΗΣ ΓΕΩΡ Κριτήρια αντίθεσης συμφώνου

προτίμησης προς τα χρηστά ήθη (γνμδ) ΧρΙΔ 1263 ΤΟΥΣΗΣ ΧΡ ΑΝΔΡΕΑΣ Η έννοια των χρηστών ηθών ΕΕΝ 231956 ΦΑΣΟΥΛΑΣ ΖΗΣΗΣ Η απάτη και η ακυρότητα της δικαιοπραξίας ως αντίθετη στα

χρηστά ήθη ΠοινΧρ 921032

36 36

  • 2 Συμβατική ελευθερία και γενικές ρήτρες
  • 4 Κριτήρια προσδιορισμού των χρηστών ηθών
    • Μια πρώτη κατηγοριοποίηση όμως αντίθεσης στα χρηστά ήθη μπορεί να γίνει με βάση το αν αυτή προκύπτει από το περιεχόμενο τους
      • 10 Ακυρότητα
      • α Απόλυτη ή σχετική
      • β Συνολική ή μερική
      • γ Ακυρότητα στις αιτιώδεις και αναιτιώδεις δικαιοπραξίες
      • 11 Δικονομική μεταχείριση
      • 12 Επίγραμμα

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

κειμένου περί καταχρηστικής εκμεταλλεύσεως μονοπωλιακής ή δεσπό-

ζουσας θέσεως μιάς επιχειρήσεως στην αγορά

Εξrsquo άλλου χρήζει ιδιαιτέρας μνείας το ότι ενώ η συναλλακτικώς μειονε-

κτική θέση του ενός των συμβαλλομένων τεκμαίρεται αμαχήτως42 (ΑΚ

294 332sect2 334sect2 409 κλπ) στην περίπτωση καταδυναστευτικής

συμβάσεως ο αντισυμβαλλόμενος έχει δυνατότητα αποδείξεως ότι η

ρύθμιση υπήρξε προϊόν της ελευθέρας δικαιοπρακτικής αποφάσεως

του φαινομένου ως βλαπτομένου από αυτή συμβαλλομένου

(2) Η άδικη μεταξύ των μερών κατανομή των συμβατικών πλεονεκτημά-

των

Η κατανόηση του πότε είναι υπέρμετρη (ή ldquoυπερβολικήrdquohellip) ή εύλογη η

συμβατική δέσμευση της ελευθερίας του προσώπου συνιστά το κε-

ντρικό πρόβλημα του δόγματος των καταδυναστευτικών συμβάσεων

αν και η κρίση είναι νομική υποκείμενη στον έλεγχο του Αρείου Πάγου

Για τον λόγον αυτόν είναι καίριος ο ρόλος των μεγεθών αντιπαροχής

και δεσμεύσεως της οικονομικής ελευθερίας43

δ Η υπέρμετρη (υπερβολική) δέσμευση

Το κριτήριο της υπέρμετρης δεσμεύσεως ως αόριστη νομική έννοια και

προκειμένου να καταστεί δογματικώς κατάλληλη για να υπαχθεί σε αυτήν η

κρινομένη ατομική περίπτωση έχει ανάγκη εξειδικεύσεως λαμβανομένης

υπrsquo όψιν της ratio της απαγορεύσεως που τίθεται στην ΑΚ 179α΄ δηλαδή την

διάβρωση της συμβατικής ελευθερίας του ασθενέστερου μέρους αφrsquo ενός και

της ανισορροπίας στην κατανομή των συμβατικών ωφελημάτων μεταξύ των

μερών

Γίνεται ευρύτερα δεκτό στην σύγχρονη δογματική του Αστικού Δικαίου ότι

υπάρχει μία ldquoκινητήrdquo σχέση44 μεταξύ των προαναφερθέντων δύο κριτηρίων

εις τρόπον ώστε όσον εντονότερον διαβρώνεται η ελευθερία δικαιοπρακτι-

κής αποφάσεως του καταδυναστευομένου τόσον άτονος θα πρέπει να είναι

42 Για τον εμπορικό αντιπρόσωπο που συνάπτει ρήτρα μετασυμβατικής απαγορεύσεως του αντα-γωνισμού βλ ΠΔ 2191991 άρθρ10 εις εφαρμογήν του άρθρου 20 της Οδηγίας 86653 ΕΟΚ

43 ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ 2012528 ΣΠΥΡΙΔΑΚΗΣ 2004188 44 Πρβλ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012146

25 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

ο έλεγχος της άνισης κατανομής στο περιεχόμενο της σχετικής συμφωνίας

για να επιβεβαιώνεται ή όχι το στοιχείο της υπέρμετρης δεσμεύσεως45

Πέραν αυτών όμως είναι απαραίτητη και η συγκεκριμενοποίηση του κριτη-

ρίου της άνισης μεταξύ των μερών κατανομής των συμβατικών βαρών και

πλεονεκτημάτων οπότε είναι αναγκαία η αναδρομή σε ιδιαίτερα κριτήρια τα

οποία εφαρμόζει σχεδόν σταθερώς η νομολογία μας46

(1) Ο Μπαλής47 θεωρεί ότι πρέπει να συναρτάται η σχετική κρίση με το

σημείο ldquoμέχρι τοῦ ὁποίου εἶναι νόμῳ προστατεύσιμον τὸ συγκεκριμένον

συμφέρον τοῦ ἐπιβάλλοντος τὸν περιορισμὸνrdquo δηλαδή να συνυπολογί-

ζεται και το μέτρο της οικονομικής θυσίας στην οποία υποβάλλεται

ο ισχυρός συμβαλλόμενος ουσιαστικώς να σταθμίζεται η αξία της συ-

νολικής αντιπαροχής του χωρίς βεβαίως τα δύο αυτά μεγέθη να συ-

μπίπτουν κατrsquo ανάγκην

(2) Σημασίαν έχει και το στοιχείο της χρονικής διάρκειας της δεσμεύσεως

Όσον αφορά σε ρήτρες απαγορεύσεως ανταγωνισμού θεμιτός περιο-

ρισμός θεωρείται η διετία προκειμένου περί συμβάσεως εργασίας και η

πενταετία προκειμένου περί πωλήσεως επιχειρήσεως Αντιθέτως σε

συμβάσεις αποκλειστικής προμηθείας (κυρίως μπύρας ή ενέργειας) και

προμηθείας πρατηρίου βενζίνης η γερμανική νομολογία ανεβάζει το

όριο στα είκοσι περίπου έτη

(3) Σπουδαίο επίσης στοιχείο μετρήσεως του υπέρμετρου ή μη της συμ-

βατικής δεσμεύσεως είναι η τοπική έκτασή της Πρόκειται περί ενός

στοιχείου κινητού εν σχέσει προς την χρονική διάρκεια δεσμεύσεως αλ-

λά και προς τα λοιπά στοιχεία συγκεκριμενοποιήσεως της αόριστης έν-

νοιας του ldquoυπέρμετρουrdquo Δηλαδή δυνατόν όσον ευρύτερη κατά τόπο

και μακρότερη κατά χρόνον είναι η απαγόρευση τόσο μεγαλύτερο θα

πρέπει να είναι το περιουσιακό αντάλλαγμα που λαμβάνει το ασθενέ-

στερο μέρος ώστε να θεωρείται η ρήτρα θεμιτή Απροσδιόριστη κατά

τόπο και χρόνο απαγόρευση χωρίς πρόβλεψη δυνατότητος παύσεως

της δεσμεύσεως με καταγγελία προσδίδει κατά κανόνα ανήθικο χα-

45 Πρβλ ΤΕΛΛΗΣ 2007215 επ 46 Πληρέστερη ανάλυση των κριτηρίων αυτών σχετικώς με την ρήτρα μετασυμβατικής απαγο-

ρεύσεως του ανταγωνισμού βλ σε ΤΕΛΛΗΣ 2007223 επ 47 ΜΠΑΛΗΣ 1944 sect64

26 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

ρακτήρα στην σχετική ρήτρα48 διότι η έννομη τάξη δεν ευνοεί γενικώς

τις δεσμεύσεις μακροχρόνιας ή απεριορίστου διαρκείας49

(4) Το κατrsquo αντικείμενον εύρος της συμβατικἠς δεσμεύσεως είναι επίσης

κριτήριο συγκεκριμενοποιήσεως της αορίστου εννοίας του ldquoυπέρμε-

τρουrdquo Αν δηλαδή ο ασφαλειοδότης παρέχοντας υπέρμετρη εξασφά-

λιση στον δανειστή του μπορεί να ικανοποιήσει και τους λοιπούς δα-

νειστές του ή στον υποβληθέντα σε μετασυμβατική ρήτρα απαγόρευ-

σης ανταγωνισμού εναπομένει κάποια δυνατότητα επιδόσεως σε άλ-

λης μορφής οικονομική δραστηριότητα κατά την διάρκεια της απαγο-

ρεύσεως

Η παράθεση των ανωτέρω κριτηρίων είναι σαφώς ενδεικτική αφού η περί

υπέρμετρου δεσμεύσεως κρίση (πρέπει να) σχηματίζεται από μία συνολική

αξιολόγηση των ειδικών περιστάσεων που συνοδεύουν την επίμαχη σύμβα-

ση Έτσι προσμετρώνται και άλλα στοιχεία ndash κριτήρια όπως οι επαγγελμα-

τικές προοπτικές των συμβαλλομένων ή ο τρόπος λήξεως της συνεργασίας

των

Τέλος η ύπαρξη επίμεπτης υποκειμενικής στάσεως του ισχυροτέρου συμ-

βαλομένου δεν θεωρείται σύμφωνα με κρατούσα γνώμη προϋπόθεση της

ακυρότητας της συμβάσεως50

ε Εφαρμογή της διατάξεως

Η διάταξη (εδ α΄) εφαρμόζεται και στις χαριστικές δικαιοπραξίες51 Δεν ε-

φαρμόζεται η διάταξη όταν υπάρχει νόμος που συγχωρεί την υπέρμετρη δέ-

σμευση της ελευθερίας του προσώπου52 Δεν αποκλείεται η σύμβαση να

προσκρούει εν μέρει στα χρηστά ήθη οπότε έχει εφαρμογή η ΑΚ 181 (Μερι-

κή ακυρότητα δικαιοπραξίας Η ακυρότητα μέρους συνεπιφέρει την ακυρό-

τητα ολόκληρης της δικαιοπραξίας αν συνάγεται ότι δεν θα είχε επιχειρηθεί

χωρίς το άκυρο μέρος)

48 Πρβλ αντί πολλών ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ 2012528 49 Πρβλ αντίθετη άποψη (ΚΙΤΣΑΡΑΣ Ενοχικές δεσμεύσεις της εξουσίας διάθεσης 199957) σε ΓΕΩΡ-

ΓΙΑΔΗΣ 2012 sect 36 υποσημ 12 50 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 1983153 51 Βλ ΑΠ 9991975 (Βrsquo Τμήμα) ΝοΒ 24287 (ldquohellipἀποκλείεται ἡ ἐφαρμογὴ τοῦ ἐπὶ δικαιοπραξιῶν ἐφrsquo

ὧν ἐπίδοσις περιουσίας γίνεται ἄνευ ἀνταλλάγματος ἢ δὲν λαμβάνει χώραν ἀνταλλαγὴ παροχῶν διότι ἐπrsquo αὐτῶν δὲν γεννᾶται ζήτημα προφανοῦς δυσαναλογίας παροχῆς καὶ ἀντιπαροχῆςrdquo)

52 Βλ ΤΟΥΣΗΣ 1978506 επ ndash ΑΠ 1301950 27 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

ϛ Έννομες συνέπειες

(1) Σύμφωνα με την ΑΚ 179 η δικαιοπραξία που δεσμεύει υπερμέτρως την

ελευθερία του προσώπου είναι ldquoΆκυρη ως αντίθετη προς τα χρηστά ή-

θηhelliprdquo και όπως ισχύει για κάθε ανήθικη δικαιοπραξία θεωρείται από-

λυτη53 μπορεί δε να λαμβάνεται υπόψιν και αυτεπαγγέλτως από το

δικαστήριο54 Τούτο είναι λογικό και κατrsquo ακολουθίαν ορθό αφού η

απαγόρευση της υπέρμετρης δέσμευσης της ελευθερίας σκοπεί στην

προστασία της προσωπικότητας ώστε να μην αφαιρείται το αγαθό της

εξουσίας της δικαιοπρακτικής διαθέσεως του μέρους

Προκειμένου όμως περί υπέρμετρης δεσμεύσεως της οικονομικής ε-

λευθερίας προσώπου δηλαδή οικονομικών συμφερόντων των οποίων

η διαφύλαξη είναι αποκλειστική υπόθεση του προσώπου αυτού τότε

σε μια τέτοια περίπτωση το πρόσωπο αυτό και μόνο μπορεί να κρίνει

καλλίτερα από κάθε άλλον αν η άρση των δικαιοπρακτικών αποτελεσμά-

των με την επίκληση της ΑΚ 179α ακυρότητος εξυπηρετεί πράγματι τα

συμφέροντά του5556

(2) Η ακυρότητα είναι κατά κανόνα ολική ιδία όσον αφορά σε υπέρμετρη

δέσμευση της προσωπικής ελευθερίας57 Στις περιπτώσεις όμως όπου

ο ανήθικος χαρακτήρας προσδιορίζεται από οικονομικής φύσεως α-

νταλλάγματα θα πρέπει να είναι δυνατή η μερική ακυρότητα ώστε με-

τά την αφαίρεση του αδίκου μέρους να μπορεί να ισχύσει η σύμβαση

με το υπόλοιπο ορθό περιεχόμενο της και έτσι το ασθενέστερο μέρος

να ldquoαπολαύσει τελικά την πολύτιμη γιrsquo αυτόν παροχή του αντισυμβαλ-

λομένου του αλλά με δίκαιους τώρα όρουςrdquo Την δυνατότητα της μερικής

ακυρότητος φαίνεται να δέχεται η κρατούσα γνώμη πράγμα που ση-

μαίνει ότι το δικαστήριο έχει την δυνατότητα να μειώσει μετά από αί-

τηση του βλαπτομένου την δέσμευση αυτού στο προσήκον μέτρο

53 ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ 2012525 επ 54 ΛΑΔΑΣ 1979159 επ 55 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012153 56 Θεωρείται ότι σε παρόμοιες περιπτώσεις πρέπεται η (κατrsquo εξαίρεσιν) σχετική ακυρότητα διότι η

απόφαση για την διατήρηση ή άρση των δικαιοπρακτικών αποτελεσμάτων πρέπει να ανήκει αποκλειστικώς στο βλαπτόμενο από την συμβατική ρύθμιση μέρος το οποίο γνωρίζει κάλλιον παντός άλλου το τι πράγματι το συμφέρει άλλως υπάρχει ανεπίτρεπτη κηδεμόνευση των συμφερόντων αυτού του συμβαλλομένου (ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2013113)

57 εα 2α 28 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

3 Η Καταπλεονεκτική Δικαιοπραξία

α Γενικά ndash σχέση με ΠΚ 404 405

Σύμφωνα με το πραγματικό της ΑΚ 179βrsquo καταπλεονεκτική δικαιοπραξία

υπάρχει όταν στο πρόσωπο του καταπλεονεκτούμενου συντρέχουν προφα-

νής δυσαναλογία παροχής και αντιπαροχής ανάγκη κουφότητα ή απειρία

και εκμετάλλευση της μειονεκτικής αυτής θέσεως από τον καταπλεονέκτη

Σύμφωνα με την νομολογία για την πλήρωση του πραγματικού απαιτείται η

συνδρομή και των τριών αυτών προϋποθέσεων σωρευτικώς

Γίνεται δεκτό ότι σε περίπτωση ελλείψεως κάποιου από τα ανωτέρω στοι-

χείου καταφάσκεται η ακυρότητα της δικαιοπραξίας με αναγωγή στην γενι-

κή ρήτρα της ΑΚ 178 υπό την προϋπόθεση ότι συντρέχουν πρόσθετα στοι-

χεία τα οποία μπορούν να προσδώσουν στην δικαιοπραξία το χρώμα της α-

νηθικότητας

Εκδήλωση της απαγορεύσεως της καταπλεονεκτήσεως αποτελεί η ρύθμιση

των άρθρων ΠΚ 404 (τοκογλυφία) και ΠΚ 405 (αισχροκέρδεια) το πραγμα-

τικό των οποίων είναι ουσιαστικώς ίδιο με αυτό της ΑΚ 179βrsquo Αν και τίποτε

δεν εμποδίζει για την ακυρότητα καταπλεονεκτικής δικαιοπραξίας την πα-

ράλληλη επίκληση και των δύο νομοθετικών βάσεων ορθότερη θεωρείται να

διαφυλαχθεί η αυτονομία της ρυθμίσεως της ΑΚ179βrsquo αφού ο νομοθέτης

φαίνεται ότι θέλησε να ρυθμίσει ρητώς τις συνέπειες της καταπλεονεκτήσε-

ως τον ΑΚ

β Προϋποθέσεις εφαρμογής της διατάξεως

Καταπλεονέκτηση μπορεί να υπάρχει σε κάθε τύπο επαχθούς δικαιοπραξίας

με περιουσιακό περιεχόμενο58 οι οποίες μπορεί να είναι αμφοτεροβαρείς

ετεροβαρείς αιτιώδεις αναιτιώδεις (όπως πχ η αγοραπωλησία η μίσθωση

58 Διαφορετικό είναι το ζήτημα της παροχής περιουσιακού ωφελήματος με ldquoανεξάρτητηrdquo μονομε-ρή δικαιοπραξία με την οποία προσδίδεται καταπλεονεκτικό χρώμα σε προηγούμενη σύμβαση από την οποία θα πηγάζει συνήθως η υποχρέωση για τέλεση της μονομερούς δικαιοπραξίας (πχ παροχή υποθήκης)

29 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

πράγματος ή έργου ή εργασίας η εταιρεία η σύμβαση μεσιτείας ή εγγύηση)

όταν αυτές καταρτίζονται με δυσανάλογο αντάλλαγμα59

Η ΑΚ 179βrsquo δεν εφαρμόζεται στις χαριστικές δικαιοπραξίες γιατί η επίδοση

της περιουσίας γίνεται χωρίς αντάλλαγμα και έτσι δεν υπάρχει δυσαναλογία

παροχής και αντιπαροχής όπως πχ στην δωρεά στην εντολή στην άφεση

χρέους στην παρακαταθήκη χωρίς αμοιβή ή στην εγγύηση εκτός αν αυτή

ανελήφθη στο πλαίσιο μιάς αμφοτεροβαρούς συμβάσεως με ευρύτερο περι-

εχόμενο

γ Προφανής δυσαναλογία μεταξύ παροχών

Στην καταπλεονεκτική σύμβαση η ελευθερία δικαιοπρακτικής αποφάσεως

του καταπλεονεκτούμενου είναι διαταραγμένη αφού αυτός ευρίσκεται σε

μία δυσμενή σε σχέση με τον καταπλεονέκτη θέση που δεν του επιτρέπει να

προασπίσει ορθολογικώς τα συνδεόμενα με την σύμβαση συμφέροντά του

έτσι ο μηχανισμός συμβάσεως δεν μπορεί εδώ να παράσχει κανένα εχέγγυο

ορθότητος Ότι το περιεχόμενο της καταπλεονεκτικής συμβάσεως δεν είναι

ldquoορθόrdquo μαρτυρεί τελικώς η ύπαρξη της προφανούς δυσαναλογίας

Η προφανής δυσαναλογία των ανταλλασσομένων παροχών ανάγεται σε

απαραίτητο στοιχείο του πραγματικού της καταπλεονεκτήσεως στην ΑΚ

179βrsquo ενώ ταυτοχρόνως είναι και πρόβλημα που για να κατανοηθεί σωστά

πρέπει να φωτισθεί μέσα από τον συνδυασμό και την αντίθεση μιάς πλειά-

δος αρχών οι οποίες σε κινητή μεταξύ των σχέση συγκροτούν το σύστημα

του δικαίου των ενοχικών συμβάσεων60

Ως έννοια αόριστη είναι αναμφισβητήτως έννοια νομική και η υπαγωγή σε

αυτήν της σχέσεως αξίας των αμοιβαίων παροχών αποτελεί κρίσιν αξιολο-

γική υποκείμενη στον έλεγχο του ΑΠ61

Ομοφώνως γίνεται δεκτό ότι αφετηρία της κρίσεως περί υπάρξεως ή μη

προφανούς δυσαναλογίας πρέπει να αποτελεί η αντικειμενική αξία των α-

νταλλασσομένων παροχών δηλαδή η συνήθης στις συναλλαγές αξία62 Έτσι

59 Βλ ΜΠΑΛΗΣ 1944190 (sect66) 60 Βλ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 19837 σημ 23 61 ΦΙΛΙΟΣ 2011 sect147Β 62 Πρβλ ΑΠ 20952009 (Α1 Τμήμα) ldquohellipφανερή δυσαναλογία μεταξύ παροχής και αντιπαροχής

είναι αυτή που υποπίπτει στην αντίληψη λογικού και έχοντος πείρα των σχετικών συναλλαγών ανθρώπου και η οποία υπερβαίνει το μέτρο κατά το οποίο είναι ανθρωπίνως φυσικό να απο-κομίζει ο ένας κάποιο όφελος από σύμβαση οικονομικού περιεχομένου επί ζημία του άλλουrdquo

30 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

διαπιστουμένης της αντικειμενικής αξίας των αμοιβαίων παροχών ακολου-

θεί η κρίση για το αν υφίσταται μεταξύ των προφανής δυσαναλογία λαμβα-

νομένων πάντοτε υπrsquo όψιν της φύσεως της συμβάσεως και του επιδιωκομέ-

νου με αυτήν οικονομικού σκοπού63 ενώ στις περιπτώσεις ακινήτων χρη-

σιμοποιείται ευρέως στην πράξη το κριτήριο της laesio enormis64

Ένα επιπλέον στοιχείο που λαμβάνεται υπrsquo όψιν για την διαπίστωση της υ-

πάρξεως προφανούς δυσαναλογίας είναι η λεγομένη ldquoρήτρα προσθέσεωςrdquo

δηλαδή το άθροισμα των ωφελημάτων που έλαβε ο καταπλεονέκτης και των

περιουσιακών ωφελημάτων που επιπροσθέτως κατέβαλλε ο καταπλεονε-

κτούμενος σε τρίτα πρόσωπα (πχ μεσιτεία αμοιβές σε βοηθητικά πρόσωπα

κλπ)

Υπάρχουν όμως και μερικά σχετιζόμενα με την δυσαναλογία των ανταλ-

λασσομένων παροχών ειδικότερα προβλήματα που εμφανίζονται συχνά

στην δικαστηριακή πράξη παρουσιάζοντα ταυτοχρόνως σπουδαίο δογματι-

κό ενδιαφέρον

(1) Πρόσθετο τίμημα στην πώληση ακινήτου μπορεί να ληφθεί υπrsquo όψιν

το επιπλέον του αναγραφομένου στο συμβολαιογραφικό έγγραφο τι-

μήματος επιπροσθέτως καταβληθέν τίμημα

(2) Το καταπλεονεκτικό σύμφωνο εξωνήσεως η συνομολόγηση δικαιώ-

ματος εξωνήσεως με τίμημα προφανώς δυσανάλογο εν σχέσει προς αυ-

τό της πωλήσεως μήπως υποκρύπτει τοκογλυφικό δάνειο Εδώ θα

πρέπει να σταθμιστεί η δυνατότητα του πωλητή να αποτρέψει την κα-

ταπλεονεκτική γιrsquo αυτόν ρύθμιση ασκώντας το δικαίωμα εξωνήσεως

Εάν δηλαδή ο πωλητής ασκήσει αυτό το δικαίωμα παρά την προφανή

δυσαναλογία η πώληση δεν έχει καταπλεονεκτικό χαρακτήρα

(3) Η διαπίστωση της προφανούς δυσαναλογίας στον συμβιβασμό τα

συγκρινόμενα μεγέθη είναι οι αμοιβαίες παραχωρήσεις των μερών και

όχι οι εκατέρωθεν αναλαμβανόμενες υποχρεώσεις προς παροχή Η σω-

στή όμως εκτίμηση των παραχωρήσεως προϋποθέτει ως αφετηρία

63 ΑΠ 20952009 64 Ο ΛΙΤΖΕΡΟΠΟΥΛΟΣ 1932208 επ προτείνει αποδοχή της υπάρξεως προφανούς δυσαναλογίας

όταν η μία παροχή δεν φθάνει το 60 ή 50της αξίας της άλλης Βλ επίσης υποσημείωση 560 στο ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012

31 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

την νομική κατάσταση που υπήρχε πριν τον συμβιβασμό υπερβολικές

αξιώσεις προβαλλόμενες αυθαιρέτως δεν λαμβάνονται εδώ υπrsquo όψιν

Η ύπαρξη της προφανούς δυσαναλογίας κρίνεται κατά τον χρόνο καταρτί-

σεως της συμβάσεως είναι αδιάφορο αν η προφανής δυσαναλογία επήλθε

αργότερα εκτός της περιπτώσεως όπου ο καταπλεονεκτούμενος στο πλαί-

σιο της υφισταμένης κυρίας συμβατικής σχέσεως συνομολογεί ή παρέχει

πρόσθετα περιουσιακά ωφελήματα (πχ εμπράγματη ασφάλεια) που προσ-

δίδουν πλέον στην συνολική συναλλαγή καταπλεονεκτικό χρώμα

δ Ανάγκη Κουφότητα Απειρία

(1) Ανάγκη

Είναι η κατάσταση ενός προσώπου (του δικαιοπρακτούντος ή κάποιου

που συνδέεται στενά με αυτόν) που ευρίσκεται σε άμεσο οικονομικό ή

άλλο κίνδυνο65 η αντιμετώπιση του οποίου είναι ανεπίδεκτη αναβο-

λής66 Η ανάγκη πρέπει να έχει χαρακτήρα επιτακτικό και να είναι τόσο

σοβαρή ώστε αντικειμενικώς κρινομένη να μπορεί να θεωρηθεί ότι

κάθε εχέφρων άνθρωπος θα οδηγείτο στην ίδια δικαιοπρακτική συ-

μπεριφορά

Ενώ η φύση της ανάγκης είναι συνήθως οικονομική η σπουδαιότητα

του διακινδυνευομένου αγαθού καθορίζει το αν η συγκεκριμένη κάθε

φορά περίπτωση μπορεί να υπαχθεί ή όχι στην ρύθμιση της ΑΚ 179βrsquo

Είναι αδιάφορο αν η ανάγκη είναι μόνιμη ή παροδική αφού αποφασι-

στική για την εφαρμογή της ΑΚ 179βrsquo είναι η ύπαρξη ανάγκης μόνο κα-

τά τον χρόνο καταρτίσεως της δικαιοπραξίας Η ανάγκη πρέπει να είναι

πραγματική και άμεση επιτακτική και ανεπίδεκτη αναβολής

(2) Κουφότητα

Προϋπόθεση της ορθής λειτουργίας της ιδιωτικής αυτονομίας είναι η

εκ μέρους των αντισυμβαλλομένων ορθολογική στάθμιση των υπέρ και

κατά της συμβατικής ρυθμίσεως Όταν όμως ο αντισυμβαλλόμενος α-

διαφορεί λόγω απερισκεψίας ή ελλείψεως επαρκούς σκέψεως και δεν

αποδίδει στις πράξεις του την σημασία την αξία και τις συνέπειες που

έχουν αυτές τότε η συναλλακτική συμπεριφορά του χαρακτηρίζεται

65 ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ 2012530 66 ΑΠ 19982007

32 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

από κουφότητα Η κουφότητα μπορεί να οφείλεται σε οποιονδήποτε

λόγο όπως είναι η πνευματική νόσος ου δεν επέφερε όμως ολική ή με-

ρική ασυνειδησία των πράξεων του προσώπου ώστε να το κάνει εντε-

λώς ή περιορισμένως ανίκανο για την σύνταξη δικαιοπραξίας67

(3) Απειρία

Ως απειρία νοείται η έλλειψη της περί τη ζωή και τις συναλλαγές πεί-

ρας68 Το ερώτημα όμως είναι αν η σχετική με συγκεκριμένη δικαιο-

πραξία απειρία στοιχειοθετεί την απειρία της ΑΚ 179βrsquo ή όχι Γίνεται

δεκτό ότι υπάρχουν τρείς διαβαθμίσεις69 της απειρίας

(α) Η καθολική όπου ο συμβαλλόμενος στερείται παντελώς συναλ-

λακτικής πείρας και κατά συνέπειαν η περίπτωσή του υπάγεται

στην ρύθμιση της ΑΚ 179β΄

(β) Η απειρία σε ορισμένο μόνο συναλλακτικό τομέα (λχ πράξεις

επί ακινήτων χρηματιστηριακές συναλλαγές κλπ) εδώ η απειρία

δεν αποτελεί σταθερή ιδιότητα του προσώπου και παρά το ότι η

γενική του πείρα του επιτρέπει να κρίνει το επισφαλές της δικαι-

οπραξίας στην οποία προβαίνει η ελευθερία δικαιοπρακτικής α-

ποφάσεώς του δεν παύει να είναι διαταραγμένη Κατά συνέπεια

δικαιούται της προστασίας της ΑΚ 179βrsquo

(γ) Προβληματική αλλά και με πολύ μεγάλη πρακτική σημασία είναι

η τρίτη μορφή απειρίας που χαρακτηρίζεται από την έλλειψη ει-

δικών γνώσεων πού έχει ανάγκη ο σύγχρονος καταναλωτής στις

καθημερινές συναλλαγές του γνώσεων απαραιτήτων για τον

σχηματισμό σωστής εικόνας της προσφερόμενης σε αυτόν παρο-

χής Κι΄ εδώ η ελευθερία δικαιοπρακτικής αποφάσεως του κατα-

ναλωτή αδαούς όντος λόγω ανεπαρκούς πληροφορήσεως εμφα-

νίζεται διαταραγμένη και άξια της κατά την ΑΚ 179βrsquo προστασίας

ε Εκμετάλλευση

Ενώ η νομολογία μας θεωρεί αναγκαίο στοιχείο της ΑΚ 179βrsquo την υποκειμενι-

κή προϋπόθεση της εκμεταλλεύσεως την οποία πρέπει να αποδεικνύει ο ε-

67 ΑΠ 3821992 ΝοΒ 41874 68 ΑΠ 9362007 69 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012196 επ

33 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

πικαλούμενος την εφαρμογή της διατάξεως δεν έχει μέχρι τώρα αποσαφη-

νιστεί πλήρως σε τι ακριβώς συνίσταται η ldquoεκμετάλλευσηrdquo Βέβαιο πάντως

είναι ότι το στοιχείο αυτό δεν θα πρέπει να θεωρηθεί ως ηθική μομφή στο

πρόσωπο του καταπλεονέκτη

Κατrsquo αρχάς απορρίπτεται η επίκληση δόλου αφού ο δόλος απαιτείται από

την λειτουργία της ποινής και είναι ξένος προς τον λειτουργικό ρόλο της α-

κυρότητας της ανήθικης δικαιοπραξίας Το ότι δεν πρόκειται περί μομφής

φαίνεται στις περιπτώσεις καταρτίσεως δικαιοπραξίας κατά παράκλησιν

του αντισυμβαλλομένου και όχι από εκμεταλλευτική διάθεση του καταπλεο-

νέκτη Επιπλέον εάν επρόκειτο περί συνειδήσεως της ανηθικότητος εκ μέ-

ρους του καταπλεονέκτη μια τέτοια συνείδηση λόγω του περιεχομένου σε

αυτήν αξιολογικού και βουλητικού στοιχείου θα ισοδυναμούσε με πταίσμα

και δη στον βαθμό του dolus malus στοιχείου όμως ξένου προς την προ-

βληματική των ανήθικων γενικώς δικαιοπραξιών

Η ελληνική νομολογία φαίνεται να ακολουθεί την άποψη ότι ο καταπλεονέ-

κτης γνωρίζει την συναλλακτικώς δυσμενή θέση του καταπλεονεκτούμενου

και την προφανή δυσαναλογία μεταξύ παροχής και αντιπαροχής στοιχεία τα

οποία δεν θεωρεί ως λόγο προσωπικής μομφής κατά του καταπλεονέκτη αλ-

λά καταλογισμού σε αυτόν του κινδύνου της ακυρότητας της δικαιοπραξίας

Τα δικαστήρια φαίνεται ότι ταυτίζουν την εκμετάλλευση με την εκ μέρους

του καταπλεονέκτη γνώση της συναλλακτικώς δυσμενούς θέσεως του κα-

ταπλεονεκτούμενου Είναι συνήθης στις αποφάσεις η επωδός ldquoεπωφελήθη-

κεrdquo70 της γνωστής σε αυτόν ανάγκης κουφότητας ή απειρίας Γίνεται όμως

παγίως δεκτό ότι αν ο καταπλεονέκτης αγνοούσε την κατάσταση του αντι-

συμβαλλομένου του δεν υπάρχει εκμετάλλευση κατά την ΑΚ 179βrsquo Και βε-

βαίως ερωτάται γιατί θα πρέπει να γνωρίζει μόνο την ανάγκη κουφότητα ή

απειρία και όχι και την προφανή δυσαναλογία των αμοιβαίων παροχών

4 Έννομες συνέπειες

Η καταπλεονεκτική δικαιοπραξία είναι απολύτως άκυρη και για τα δύο μέρη

κατά την έννοια της ΑΚ 180 Την ακυρότητα μπορεί να προβάλλει και κάθε τρίτος

70 Πρβλ ΑΠ 20952009 34 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

που έχει έννομο συμφέρον επομένως και ο κληρονόμος ενός από τους συναλλαγέ-

ντες71

Δεν αποκλείεται και μερική ακυρότητα της δικαιοπραξίας Τούτο θα συμβεί

εάν μπορεί να προσδιορισθεί ακριβώς η μεταξύ παροχής και αντιπαροχής αναλο-

γία οπότε η δικαιοπραξία είναι άκυρη κατά το υπερβάλλον72 Κατά πόσον σε τέ-

τοια περίπτωση η μερική ακυρότητα θα συνεπιφέρει την ακυρότητα της όλης δι-

καιοπραξίας κρίνεται κατά την ΑΚ 18173

Σύμβαση εντόκου δανείου μπορεί να χαρακτηρισθεί καταπλεονεκτική συμ-

φώνως προς την ΑΚ 179 μόνο στην περίπτωση συνομολογήσεως ή λήψεως αθέ-

μιτων (τοκογλυφικών) τόκων εν σχέσει προς την αντιπαροχή με την εκμετάλ-

λευση της ανάγκης κουφότητας κλπ του δανεισθέντος οπότε και επέρχεται είτε

ολοκληρωτική και απόλυτη ακυρότητα της καταπλεονεκτικής δικαιοπραξίας κα-

τά τον κανόνα της ΑΚ 181 είτε μερική ακυρότητα οπότε αφού προσδιορισθεί

ακριβώς η μεταξύ παροχής και αντιπαροχής αναλογία η δικαιοπραξία είναι αι-

σχροκερδής και άκυρη κατά το υπερβάλλον

Η προβολή της ακυρότητας από εκείνον που μετήλθε την εκμετάλλευση

μπορεί να αποκρουσθεί με την ένσταση της ΑΚ 281 Αυτό μπορεί να συμβεί όταν

το δικαίωμα ακυρώσεως ασκείται καθυστερημένα εφ΄ όσον όμως συντρέχουν

και άλλα περιστατικά74

Οι παροχές που έγιναν σε εκπλήρωση της καταπλεονεκτικής υποσχετικής

συμβάσεως μπορούν να αναζητηθούν είτε με διεκδικητική αγωγή είτε με αγωγή

αδικαιολόγητου πλουτισμού Αυτός που ζημιώθηκε από την αισχροκερδή δικαιο-

πραξία δικαιούται εφ΄ όσον συντρέχουν οι όροι των ΑΚ 919 και ΑΚ 914 και απο-

ζημιώσεως

71 ΑΠ 9362007 72 ΜΠΑΛΗΣ 1944191 73 ΜΠΑΛΗΣ op cit 74 Για την προστασία των καλόπιστων τρίτων μέσω της ΑΚ 281 βλ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012232 επ

35 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ ΣΤ ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ Γενικές Αρχές Αστικού Δικαίου Π Ν Σάκκουλας 2012 ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ ΣΤ ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ndash ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟΣ ΠΑΝ ΜΙΧΑΗΛ Αστικός Κώδικας κατ΄ άρ-

θρο ερμηνεία τόμος Ι Π Ν Σάκκουλας 1978 ΛΑΔΑΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ Α Η ακυρότητα της δικαιοπραξίας λόγω αντιθέσεως εις τα χρη-

στά ήθη χό Θεσσαλονίκη 1979 ΛΙΤΖΕΡΟΠΟΥΛΟΣ Γ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ Η Νομολογία ως παράγων διαπλάσεως του ιδιωτικού

δικαίου Θεσσαλονίκη 1932 ΜΠΑΛΗΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ Α Γενικαί αρχαί του Αστικού Δικαίου Παπαζήσης 1944 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ ΑΛ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ Οι καταπλεονεκτικές δικαιοπραξίες Σάκκουλας Αντ

Ν 1983 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ ΑΛ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ Δικαιοπραξιες αντίθετες προς τα χρηστά ήθη Σάκ-

κουλας Αντ Ν 2012 ΠΑΠΑΣΤΕΡΙΟΥ Η ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ Αστικό Δίκαιο Επιτομή Εκδόσεις Σάκκουλα ΑΕ 2010 ΣΠΥΡΙΔΑΚΗΣ Σ ΙΩΑΝΝΗΣ Εγχειρίδιο Αστ Δικαίου 1 - Γενικές Αρχές Αντ Ν Σάκκου-

λας 2004 ΤΕΛΛΗΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ Δ Ρήτρα μετασυμβατικής απαγόρευσης ανταγωνισμού στο δί-

καιο εταιρειών και επιχειρήσεων λειτουργία και δικαστικός έλεγχος του περιε-χομένου της Εκδόσεις Σάκκουλα ΑΕ 2007

ΤΟΥΣΗΣ ΧΡ ΑΝΔΡΕΑΣ Γενικαί Αρχαί του Αστικού Δικαίου μετʹ εισαγωγής εις το δίκαι-ον εν γένει Αφοί Σάκκουλα 1978

ΤΡΙΑΝΤΟΣ Τ ΝΙΚΟΛΑΟΣ Δικαιοπραξιες Νομική Βιβλιοθηκη 2011 ΤΡΙΑΝΤΟΣ Τ ΝΙΚΟΛΑΟΣ Αστικό Δίκαιο-Επιτομή Νομική Βιβλιοθήκη 2013 ΦΙΛΙΟΣ ΧΡ ΠΑΥΛΟΣ Γενικές Αρχές Αστικού Δικαίου Εκδόσεις Σάκκουλα ΑΕ 2011 ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΕΙΣ ΑΝΔΡΟΥΛΙΔΑΚΗ-ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗ ΙΣΜΗΝΗ Η αντίθεση της διαθήκης στα χρηστά ήθη ΝοΒ

301234 ΠΕΛΕΝΗ-ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ Α Η αντιμετώπιση από τη νομολογία του άρθρου 179 περ

α΄ ΑΚ ΕλλΔνη 199459 ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟΣ ΠΑΝ ΜΙΧΑΗΛ-ΛΑΔΟΓΙΑΝΝΗΣ ΓΕΩΡ Κριτήρια αντίθεσης συμφώνου

προτίμησης προς τα χρηστά ήθη (γνμδ) ΧρΙΔ 1263 ΤΟΥΣΗΣ ΧΡ ΑΝΔΡΕΑΣ Η έννοια των χρηστών ηθών ΕΕΝ 231956 ΦΑΣΟΥΛΑΣ ΖΗΣΗΣ Η απάτη και η ακυρότητα της δικαιοπραξίας ως αντίθετη στα

χρηστά ήθη ΠοινΧρ 921032

36 36

  • 2 Συμβατική ελευθερία και γενικές ρήτρες
  • 4 Κριτήρια προσδιορισμού των χρηστών ηθών
    • Μια πρώτη κατηγοριοποίηση όμως αντίθεσης στα χρηστά ήθη μπορεί να γίνει με βάση το αν αυτή προκύπτει από το περιεχόμενο τους
      • 10 Ακυρότητα
      • α Απόλυτη ή σχετική
      • β Συνολική ή μερική
      • γ Ακυρότητα στις αιτιώδεις και αναιτιώδεις δικαιοπραξίες
      • 11 Δικονομική μεταχείριση
      • 12 Επίγραμμα

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

ο έλεγχος της άνισης κατανομής στο περιεχόμενο της σχετικής συμφωνίας

για να επιβεβαιώνεται ή όχι το στοιχείο της υπέρμετρης δεσμεύσεως45

Πέραν αυτών όμως είναι απαραίτητη και η συγκεκριμενοποίηση του κριτη-

ρίου της άνισης μεταξύ των μερών κατανομής των συμβατικών βαρών και

πλεονεκτημάτων οπότε είναι αναγκαία η αναδρομή σε ιδιαίτερα κριτήρια τα

οποία εφαρμόζει σχεδόν σταθερώς η νομολογία μας46

(1) Ο Μπαλής47 θεωρεί ότι πρέπει να συναρτάται η σχετική κρίση με το

σημείο ldquoμέχρι τοῦ ὁποίου εἶναι νόμῳ προστατεύσιμον τὸ συγκεκριμένον

συμφέρον τοῦ ἐπιβάλλοντος τὸν περιορισμὸνrdquo δηλαδή να συνυπολογί-

ζεται και το μέτρο της οικονομικής θυσίας στην οποία υποβάλλεται

ο ισχυρός συμβαλλόμενος ουσιαστικώς να σταθμίζεται η αξία της συ-

νολικής αντιπαροχής του χωρίς βεβαίως τα δύο αυτά μεγέθη να συ-

μπίπτουν κατrsquo ανάγκην

(2) Σημασίαν έχει και το στοιχείο της χρονικής διάρκειας της δεσμεύσεως

Όσον αφορά σε ρήτρες απαγορεύσεως ανταγωνισμού θεμιτός περιο-

ρισμός θεωρείται η διετία προκειμένου περί συμβάσεως εργασίας και η

πενταετία προκειμένου περί πωλήσεως επιχειρήσεως Αντιθέτως σε

συμβάσεις αποκλειστικής προμηθείας (κυρίως μπύρας ή ενέργειας) και

προμηθείας πρατηρίου βενζίνης η γερμανική νομολογία ανεβάζει το

όριο στα είκοσι περίπου έτη

(3) Σπουδαίο επίσης στοιχείο μετρήσεως του υπέρμετρου ή μη της συμ-

βατικής δεσμεύσεως είναι η τοπική έκτασή της Πρόκειται περί ενός

στοιχείου κινητού εν σχέσει προς την χρονική διάρκεια δεσμεύσεως αλ-

λά και προς τα λοιπά στοιχεία συγκεκριμενοποιήσεως της αόριστης έν-

νοιας του ldquoυπέρμετρουrdquo Δηλαδή δυνατόν όσον ευρύτερη κατά τόπο

και μακρότερη κατά χρόνον είναι η απαγόρευση τόσο μεγαλύτερο θα

πρέπει να είναι το περιουσιακό αντάλλαγμα που λαμβάνει το ασθενέ-

στερο μέρος ώστε να θεωρείται η ρήτρα θεμιτή Απροσδιόριστη κατά

τόπο και χρόνο απαγόρευση χωρίς πρόβλεψη δυνατότητος παύσεως

της δεσμεύσεως με καταγγελία προσδίδει κατά κανόνα ανήθικο χα-

45 Πρβλ ΤΕΛΛΗΣ 2007215 επ 46 Πληρέστερη ανάλυση των κριτηρίων αυτών σχετικώς με την ρήτρα μετασυμβατικής απαγο-

ρεύσεως του ανταγωνισμού βλ σε ΤΕΛΛΗΣ 2007223 επ 47 ΜΠΑΛΗΣ 1944 sect64

26 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

ρακτήρα στην σχετική ρήτρα48 διότι η έννομη τάξη δεν ευνοεί γενικώς

τις δεσμεύσεις μακροχρόνιας ή απεριορίστου διαρκείας49

(4) Το κατrsquo αντικείμενον εύρος της συμβατικἠς δεσμεύσεως είναι επίσης

κριτήριο συγκεκριμενοποιήσεως της αορίστου εννοίας του ldquoυπέρμε-

τρουrdquo Αν δηλαδή ο ασφαλειοδότης παρέχοντας υπέρμετρη εξασφά-

λιση στον δανειστή του μπορεί να ικανοποιήσει και τους λοιπούς δα-

νειστές του ή στον υποβληθέντα σε μετασυμβατική ρήτρα απαγόρευ-

σης ανταγωνισμού εναπομένει κάποια δυνατότητα επιδόσεως σε άλ-

λης μορφής οικονομική δραστηριότητα κατά την διάρκεια της απαγο-

ρεύσεως

Η παράθεση των ανωτέρω κριτηρίων είναι σαφώς ενδεικτική αφού η περί

υπέρμετρου δεσμεύσεως κρίση (πρέπει να) σχηματίζεται από μία συνολική

αξιολόγηση των ειδικών περιστάσεων που συνοδεύουν την επίμαχη σύμβα-

ση Έτσι προσμετρώνται και άλλα στοιχεία ndash κριτήρια όπως οι επαγγελμα-

τικές προοπτικές των συμβαλλομένων ή ο τρόπος λήξεως της συνεργασίας

των

Τέλος η ύπαρξη επίμεπτης υποκειμενικής στάσεως του ισχυροτέρου συμ-

βαλομένου δεν θεωρείται σύμφωνα με κρατούσα γνώμη προϋπόθεση της

ακυρότητας της συμβάσεως50

ε Εφαρμογή της διατάξεως

Η διάταξη (εδ α΄) εφαρμόζεται και στις χαριστικές δικαιοπραξίες51 Δεν ε-

φαρμόζεται η διάταξη όταν υπάρχει νόμος που συγχωρεί την υπέρμετρη δέ-

σμευση της ελευθερίας του προσώπου52 Δεν αποκλείεται η σύμβαση να

προσκρούει εν μέρει στα χρηστά ήθη οπότε έχει εφαρμογή η ΑΚ 181 (Μερι-

κή ακυρότητα δικαιοπραξίας Η ακυρότητα μέρους συνεπιφέρει την ακυρό-

τητα ολόκληρης της δικαιοπραξίας αν συνάγεται ότι δεν θα είχε επιχειρηθεί

χωρίς το άκυρο μέρος)

48 Πρβλ αντί πολλών ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ 2012528 49 Πρβλ αντίθετη άποψη (ΚΙΤΣΑΡΑΣ Ενοχικές δεσμεύσεις της εξουσίας διάθεσης 199957) σε ΓΕΩΡ-

ΓΙΑΔΗΣ 2012 sect 36 υποσημ 12 50 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 1983153 51 Βλ ΑΠ 9991975 (Βrsquo Τμήμα) ΝοΒ 24287 (ldquohellipἀποκλείεται ἡ ἐφαρμογὴ τοῦ ἐπὶ δικαιοπραξιῶν ἐφrsquo

ὧν ἐπίδοσις περιουσίας γίνεται ἄνευ ἀνταλλάγματος ἢ δὲν λαμβάνει χώραν ἀνταλλαγὴ παροχῶν διότι ἐπrsquo αὐτῶν δὲν γεννᾶται ζήτημα προφανοῦς δυσαναλογίας παροχῆς καὶ ἀντιπαροχῆςrdquo)

52 Βλ ΤΟΥΣΗΣ 1978506 επ ndash ΑΠ 1301950 27 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

ϛ Έννομες συνέπειες

(1) Σύμφωνα με την ΑΚ 179 η δικαιοπραξία που δεσμεύει υπερμέτρως την

ελευθερία του προσώπου είναι ldquoΆκυρη ως αντίθετη προς τα χρηστά ή-

θηhelliprdquo και όπως ισχύει για κάθε ανήθικη δικαιοπραξία θεωρείται από-

λυτη53 μπορεί δε να λαμβάνεται υπόψιν και αυτεπαγγέλτως από το

δικαστήριο54 Τούτο είναι λογικό και κατrsquo ακολουθίαν ορθό αφού η

απαγόρευση της υπέρμετρης δέσμευσης της ελευθερίας σκοπεί στην

προστασία της προσωπικότητας ώστε να μην αφαιρείται το αγαθό της

εξουσίας της δικαιοπρακτικής διαθέσεως του μέρους

Προκειμένου όμως περί υπέρμετρης δεσμεύσεως της οικονομικής ε-

λευθερίας προσώπου δηλαδή οικονομικών συμφερόντων των οποίων

η διαφύλαξη είναι αποκλειστική υπόθεση του προσώπου αυτού τότε

σε μια τέτοια περίπτωση το πρόσωπο αυτό και μόνο μπορεί να κρίνει

καλλίτερα από κάθε άλλον αν η άρση των δικαιοπρακτικών αποτελεσμά-

των με την επίκληση της ΑΚ 179α ακυρότητος εξυπηρετεί πράγματι τα

συμφέροντά του5556

(2) Η ακυρότητα είναι κατά κανόνα ολική ιδία όσον αφορά σε υπέρμετρη

δέσμευση της προσωπικής ελευθερίας57 Στις περιπτώσεις όμως όπου

ο ανήθικος χαρακτήρας προσδιορίζεται από οικονομικής φύσεως α-

νταλλάγματα θα πρέπει να είναι δυνατή η μερική ακυρότητα ώστε με-

τά την αφαίρεση του αδίκου μέρους να μπορεί να ισχύσει η σύμβαση

με το υπόλοιπο ορθό περιεχόμενο της και έτσι το ασθενέστερο μέρος

να ldquoαπολαύσει τελικά την πολύτιμη γιrsquo αυτόν παροχή του αντισυμβαλ-

λομένου του αλλά με δίκαιους τώρα όρουςrdquo Την δυνατότητα της μερικής

ακυρότητος φαίνεται να δέχεται η κρατούσα γνώμη πράγμα που ση-

μαίνει ότι το δικαστήριο έχει την δυνατότητα να μειώσει μετά από αί-

τηση του βλαπτομένου την δέσμευση αυτού στο προσήκον μέτρο

53 ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ 2012525 επ 54 ΛΑΔΑΣ 1979159 επ 55 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012153 56 Θεωρείται ότι σε παρόμοιες περιπτώσεις πρέπεται η (κατrsquo εξαίρεσιν) σχετική ακυρότητα διότι η

απόφαση για την διατήρηση ή άρση των δικαιοπρακτικών αποτελεσμάτων πρέπει να ανήκει αποκλειστικώς στο βλαπτόμενο από την συμβατική ρύθμιση μέρος το οποίο γνωρίζει κάλλιον παντός άλλου το τι πράγματι το συμφέρει άλλως υπάρχει ανεπίτρεπτη κηδεμόνευση των συμφερόντων αυτού του συμβαλλομένου (ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2013113)

57 εα 2α 28 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

3 Η Καταπλεονεκτική Δικαιοπραξία

α Γενικά ndash σχέση με ΠΚ 404 405

Σύμφωνα με το πραγματικό της ΑΚ 179βrsquo καταπλεονεκτική δικαιοπραξία

υπάρχει όταν στο πρόσωπο του καταπλεονεκτούμενου συντρέχουν προφα-

νής δυσαναλογία παροχής και αντιπαροχής ανάγκη κουφότητα ή απειρία

και εκμετάλλευση της μειονεκτικής αυτής θέσεως από τον καταπλεονέκτη

Σύμφωνα με την νομολογία για την πλήρωση του πραγματικού απαιτείται η

συνδρομή και των τριών αυτών προϋποθέσεων σωρευτικώς

Γίνεται δεκτό ότι σε περίπτωση ελλείψεως κάποιου από τα ανωτέρω στοι-

χείου καταφάσκεται η ακυρότητα της δικαιοπραξίας με αναγωγή στην γενι-

κή ρήτρα της ΑΚ 178 υπό την προϋπόθεση ότι συντρέχουν πρόσθετα στοι-

χεία τα οποία μπορούν να προσδώσουν στην δικαιοπραξία το χρώμα της α-

νηθικότητας

Εκδήλωση της απαγορεύσεως της καταπλεονεκτήσεως αποτελεί η ρύθμιση

των άρθρων ΠΚ 404 (τοκογλυφία) και ΠΚ 405 (αισχροκέρδεια) το πραγμα-

τικό των οποίων είναι ουσιαστικώς ίδιο με αυτό της ΑΚ 179βrsquo Αν και τίποτε

δεν εμποδίζει για την ακυρότητα καταπλεονεκτικής δικαιοπραξίας την πα-

ράλληλη επίκληση και των δύο νομοθετικών βάσεων ορθότερη θεωρείται να

διαφυλαχθεί η αυτονομία της ρυθμίσεως της ΑΚ179βrsquo αφού ο νομοθέτης

φαίνεται ότι θέλησε να ρυθμίσει ρητώς τις συνέπειες της καταπλεονεκτήσε-

ως τον ΑΚ

β Προϋποθέσεις εφαρμογής της διατάξεως

Καταπλεονέκτηση μπορεί να υπάρχει σε κάθε τύπο επαχθούς δικαιοπραξίας

με περιουσιακό περιεχόμενο58 οι οποίες μπορεί να είναι αμφοτεροβαρείς

ετεροβαρείς αιτιώδεις αναιτιώδεις (όπως πχ η αγοραπωλησία η μίσθωση

58 Διαφορετικό είναι το ζήτημα της παροχής περιουσιακού ωφελήματος με ldquoανεξάρτητηrdquo μονομε-ρή δικαιοπραξία με την οποία προσδίδεται καταπλεονεκτικό χρώμα σε προηγούμενη σύμβαση από την οποία θα πηγάζει συνήθως η υποχρέωση για τέλεση της μονομερούς δικαιοπραξίας (πχ παροχή υποθήκης)

29 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

πράγματος ή έργου ή εργασίας η εταιρεία η σύμβαση μεσιτείας ή εγγύηση)

όταν αυτές καταρτίζονται με δυσανάλογο αντάλλαγμα59

Η ΑΚ 179βrsquo δεν εφαρμόζεται στις χαριστικές δικαιοπραξίες γιατί η επίδοση

της περιουσίας γίνεται χωρίς αντάλλαγμα και έτσι δεν υπάρχει δυσαναλογία

παροχής και αντιπαροχής όπως πχ στην δωρεά στην εντολή στην άφεση

χρέους στην παρακαταθήκη χωρίς αμοιβή ή στην εγγύηση εκτός αν αυτή

ανελήφθη στο πλαίσιο μιάς αμφοτεροβαρούς συμβάσεως με ευρύτερο περι-

εχόμενο

γ Προφανής δυσαναλογία μεταξύ παροχών

Στην καταπλεονεκτική σύμβαση η ελευθερία δικαιοπρακτικής αποφάσεως

του καταπλεονεκτούμενου είναι διαταραγμένη αφού αυτός ευρίσκεται σε

μία δυσμενή σε σχέση με τον καταπλεονέκτη θέση που δεν του επιτρέπει να

προασπίσει ορθολογικώς τα συνδεόμενα με την σύμβαση συμφέροντά του

έτσι ο μηχανισμός συμβάσεως δεν μπορεί εδώ να παράσχει κανένα εχέγγυο

ορθότητος Ότι το περιεχόμενο της καταπλεονεκτικής συμβάσεως δεν είναι

ldquoορθόrdquo μαρτυρεί τελικώς η ύπαρξη της προφανούς δυσαναλογίας

Η προφανής δυσαναλογία των ανταλλασσομένων παροχών ανάγεται σε

απαραίτητο στοιχείο του πραγματικού της καταπλεονεκτήσεως στην ΑΚ

179βrsquo ενώ ταυτοχρόνως είναι και πρόβλημα που για να κατανοηθεί σωστά

πρέπει να φωτισθεί μέσα από τον συνδυασμό και την αντίθεση μιάς πλειά-

δος αρχών οι οποίες σε κινητή μεταξύ των σχέση συγκροτούν το σύστημα

του δικαίου των ενοχικών συμβάσεων60

Ως έννοια αόριστη είναι αναμφισβητήτως έννοια νομική και η υπαγωγή σε

αυτήν της σχέσεως αξίας των αμοιβαίων παροχών αποτελεί κρίσιν αξιολο-

γική υποκείμενη στον έλεγχο του ΑΠ61

Ομοφώνως γίνεται δεκτό ότι αφετηρία της κρίσεως περί υπάρξεως ή μη

προφανούς δυσαναλογίας πρέπει να αποτελεί η αντικειμενική αξία των α-

νταλλασσομένων παροχών δηλαδή η συνήθης στις συναλλαγές αξία62 Έτσι

59 Βλ ΜΠΑΛΗΣ 1944190 (sect66) 60 Βλ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 19837 σημ 23 61 ΦΙΛΙΟΣ 2011 sect147Β 62 Πρβλ ΑΠ 20952009 (Α1 Τμήμα) ldquohellipφανερή δυσαναλογία μεταξύ παροχής και αντιπαροχής

είναι αυτή που υποπίπτει στην αντίληψη λογικού και έχοντος πείρα των σχετικών συναλλαγών ανθρώπου και η οποία υπερβαίνει το μέτρο κατά το οποίο είναι ανθρωπίνως φυσικό να απο-κομίζει ο ένας κάποιο όφελος από σύμβαση οικονομικού περιεχομένου επί ζημία του άλλουrdquo

30 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

διαπιστουμένης της αντικειμενικής αξίας των αμοιβαίων παροχών ακολου-

θεί η κρίση για το αν υφίσταται μεταξύ των προφανής δυσαναλογία λαμβα-

νομένων πάντοτε υπrsquo όψιν της φύσεως της συμβάσεως και του επιδιωκομέ-

νου με αυτήν οικονομικού σκοπού63 ενώ στις περιπτώσεις ακινήτων χρη-

σιμοποιείται ευρέως στην πράξη το κριτήριο της laesio enormis64

Ένα επιπλέον στοιχείο που λαμβάνεται υπrsquo όψιν για την διαπίστωση της υ-

πάρξεως προφανούς δυσαναλογίας είναι η λεγομένη ldquoρήτρα προσθέσεωςrdquo

δηλαδή το άθροισμα των ωφελημάτων που έλαβε ο καταπλεονέκτης και των

περιουσιακών ωφελημάτων που επιπροσθέτως κατέβαλλε ο καταπλεονε-

κτούμενος σε τρίτα πρόσωπα (πχ μεσιτεία αμοιβές σε βοηθητικά πρόσωπα

κλπ)

Υπάρχουν όμως και μερικά σχετιζόμενα με την δυσαναλογία των ανταλ-

λασσομένων παροχών ειδικότερα προβλήματα που εμφανίζονται συχνά

στην δικαστηριακή πράξη παρουσιάζοντα ταυτοχρόνως σπουδαίο δογματι-

κό ενδιαφέρον

(1) Πρόσθετο τίμημα στην πώληση ακινήτου μπορεί να ληφθεί υπrsquo όψιν

το επιπλέον του αναγραφομένου στο συμβολαιογραφικό έγγραφο τι-

μήματος επιπροσθέτως καταβληθέν τίμημα

(2) Το καταπλεονεκτικό σύμφωνο εξωνήσεως η συνομολόγηση δικαιώ-

ματος εξωνήσεως με τίμημα προφανώς δυσανάλογο εν σχέσει προς αυ-

τό της πωλήσεως μήπως υποκρύπτει τοκογλυφικό δάνειο Εδώ θα

πρέπει να σταθμιστεί η δυνατότητα του πωλητή να αποτρέψει την κα-

ταπλεονεκτική γιrsquo αυτόν ρύθμιση ασκώντας το δικαίωμα εξωνήσεως

Εάν δηλαδή ο πωλητής ασκήσει αυτό το δικαίωμα παρά την προφανή

δυσαναλογία η πώληση δεν έχει καταπλεονεκτικό χαρακτήρα

(3) Η διαπίστωση της προφανούς δυσαναλογίας στον συμβιβασμό τα

συγκρινόμενα μεγέθη είναι οι αμοιβαίες παραχωρήσεις των μερών και

όχι οι εκατέρωθεν αναλαμβανόμενες υποχρεώσεις προς παροχή Η σω-

στή όμως εκτίμηση των παραχωρήσεως προϋποθέτει ως αφετηρία

63 ΑΠ 20952009 64 Ο ΛΙΤΖΕΡΟΠΟΥΛΟΣ 1932208 επ προτείνει αποδοχή της υπάρξεως προφανούς δυσαναλογίας

όταν η μία παροχή δεν φθάνει το 60 ή 50της αξίας της άλλης Βλ επίσης υποσημείωση 560 στο ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012

31 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

την νομική κατάσταση που υπήρχε πριν τον συμβιβασμό υπερβολικές

αξιώσεις προβαλλόμενες αυθαιρέτως δεν λαμβάνονται εδώ υπrsquo όψιν

Η ύπαρξη της προφανούς δυσαναλογίας κρίνεται κατά τον χρόνο καταρτί-

σεως της συμβάσεως είναι αδιάφορο αν η προφανής δυσαναλογία επήλθε

αργότερα εκτός της περιπτώσεως όπου ο καταπλεονεκτούμενος στο πλαί-

σιο της υφισταμένης κυρίας συμβατικής σχέσεως συνομολογεί ή παρέχει

πρόσθετα περιουσιακά ωφελήματα (πχ εμπράγματη ασφάλεια) που προσ-

δίδουν πλέον στην συνολική συναλλαγή καταπλεονεκτικό χρώμα

δ Ανάγκη Κουφότητα Απειρία

(1) Ανάγκη

Είναι η κατάσταση ενός προσώπου (του δικαιοπρακτούντος ή κάποιου

που συνδέεται στενά με αυτόν) που ευρίσκεται σε άμεσο οικονομικό ή

άλλο κίνδυνο65 η αντιμετώπιση του οποίου είναι ανεπίδεκτη αναβο-

λής66 Η ανάγκη πρέπει να έχει χαρακτήρα επιτακτικό και να είναι τόσο

σοβαρή ώστε αντικειμενικώς κρινομένη να μπορεί να θεωρηθεί ότι

κάθε εχέφρων άνθρωπος θα οδηγείτο στην ίδια δικαιοπρακτική συ-

μπεριφορά

Ενώ η φύση της ανάγκης είναι συνήθως οικονομική η σπουδαιότητα

του διακινδυνευομένου αγαθού καθορίζει το αν η συγκεκριμένη κάθε

φορά περίπτωση μπορεί να υπαχθεί ή όχι στην ρύθμιση της ΑΚ 179βrsquo

Είναι αδιάφορο αν η ανάγκη είναι μόνιμη ή παροδική αφού αποφασι-

στική για την εφαρμογή της ΑΚ 179βrsquo είναι η ύπαρξη ανάγκης μόνο κα-

τά τον χρόνο καταρτίσεως της δικαιοπραξίας Η ανάγκη πρέπει να είναι

πραγματική και άμεση επιτακτική και ανεπίδεκτη αναβολής

(2) Κουφότητα

Προϋπόθεση της ορθής λειτουργίας της ιδιωτικής αυτονομίας είναι η

εκ μέρους των αντισυμβαλλομένων ορθολογική στάθμιση των υπέρ και

κατά της συμβατικής ρυθμίσεως Όταν όμως ο αντισυμβαλλόμενος α-

διαφορεί λόγω απερισκεψίας ή ελλείψεως επαρκούς σκέψεως και δεν

αποδίδει στις πράξεις του την σημασία την αξία και τις συνέπειες που

έχουν αυτές τότε η συναλλακτική συμπεριφορά του χαρακτηρίζεται

65 ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ 2012530 66 ΑΠ 19982007

32 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

από κουφότητα Η κουφότητα μπορεί να οφείλεται σε οποιονδήποτε

λόγο όπως είναι η πνευματική νόσος ου δεν επέφερε όμως ολική ή με-

ρική ασυνειδησία των πράξεων του προσώπου ώστε να το κάνει εντε-

λώς ή περιορισμένως ανίκανο για την σύνταξη δικαιοπραξίας67

(3) Απειρία

Ως απειρία νοείται η έλλειψη της περί τη ζωή και τις συναλλαγές πεί-

ρας68 Το ερώτημα όμως είναι αν η σχετική με συγκεκριμένη δικαιο-

πραξία απειρία στοιχειοθετεί την απειρία της ΑΚ 179βrsquo ή όχι Γίνεται

δεκτό ότι υπάρχουν τρείς διαβαθμίσεις69 της απειρίας

(α) Η καθολική όπου ο συμβαλλόμενος στερείται παντελώς συναλ-

λακτικής πείρας και κατά συνέπειαν η περίπτωσή του υπάγεται

στην ρύθμιση της ΑΚ 179β΄

(β) Η απειρία σε ορισμένο μόνο συναλλακτικό τομέα (λχ πράξεις

επί ακινήτων χρηματιστηριακές συναλλαγές κλπ) εδώ η απειρία

δεν αποτελεί σταθερή ιδιότητα του προσώπου και παρά το ότι η

γενική του πείρα του επιτρέπει να κρίνει το επισφαλές της δικαι-

οπραξίας στην οποία προβαίνει η ελευθερία δικαιοπρακτικής α-

ποφάσεώς του δεν παύει να είναι διαταραγμένη Κατά συνέπεια

δικαιούται της προστασίας της ΑΚ 179βrsquo

(γ) Προβληματική αλλά και με πολύ μεγάλη πρακτική σημασία είναι

η τρίτη μορφή απειρίας που χαρακτηρίζεται από την έλλειψη ει-

δικών γνώσεων πού έχει ανάγκη ο σύγχρονος καταναλωτής στις

καθημερινές συναλλαγές του γνώσεων απαραιτήτων για τον

σχηματισμό σωστής εικόνας της προσφερόμενης σε αυτόν παρο-

χής Κι΄ εδώ η ελευθερία δικαιοπρακτικής αποφάσεως του κατα-

ναλωτή αδαούς όντος λόγω ανεπαρκούς πληροφορήσεως εμφα-

νίζεται διαταραγμένη και άξια της κατά την ΑΚ 179βrsquo προστασίας

ε Εκμετάλλευση

Ενώ η νομολογία μας θεωρεί αναγκαίο στοιχείο της ΑΚ 179βrsquo την υποκειμενι-

κή προϋπόθεση της εκμεταλλεύσεως την οποία πρέπει να αποδεικνύει ο ε-

67 ΑΠ 3821992 ΝοΒ 41874 68 ΑΠ 9362007 69 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012196 επ

33 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

πικαλούμενος την εφαρμογή της διατάξεως δεν έχει μέχρι τώρα αποσαφη-

νιστεί πλήρως σε τι ακριβώς συνίσταται η ldquoεκμετάλλευσηrdquo Βέβαιο πάντως

είναι ότι το στοιχείο αυτό δεν θα πρέπει να θεωρηθεί ως ηθική μομφή στο

πρόσωπο του καταπλεονέκτη

Κατrsquo αρχάς απορρίπτεται η επίκληση δόλου αφού ο δόλος απαιτείται από

την λειτουργία της ποινής και είναι ξένος προς τον λειτουργικό ρόλο της α-

κυρότητας της ανήθικης δικαιοπραξίας Το ότι δεν πρόκειται περί μομφής

φαίνεται στις περιπτώσεις καταρτίσεως δικαιοπραξίας κατά παράκλησιν

του αντισυμβαλλομένου και όχι από εκμεταλλευτική διάθεση του καταπλεο-

νέκτη Επιπλέον εάν επρόκειτο περί συνειδήσεως της ανηθικότητος εκ μέ-

ρους του καταπλεονέκτη μια τέτοια συνείδηση λόγω του περιεχομένου σε

αυτήν αξιολογικού και βουλητικού στοιχείου θα ισοδυναμούσε με πταίσμα

και δη στον βαθμό του dolus malus στοιχείου όμως ξένου προς την προ-

βληματική των ανήθικων γενικώς δικαιοπραξιών

Η ελληνική νομολογία φαίνεται να ακολουθεί την άποψη ότι ο καταπλεονέ-

κτης γνωρίζει την συναλλακτικώς δυσμενή θέση του καταπλεονεκτούμενου

και την προφανή δυσαναλογία μεταξύ παροχής και αντιπαροχής στοιχεία τα

οποία δεν θεωρεί ως λόγο προσωπικής μομφής κατά του καταπλεονέκτη αλ-

λά καταλογισμού σε αυτόν του κινδύνου της ακυρότητας της δικαιοπραξίας

Τα δικαστήρια φαίνεται ότι ταυτίζουν την εκμετάλλευση με την εκ μέρους

του καταπλεονέκτη γνώση της συναλλακτικώς δυσμενούς θέσεως του κα-

ταπλεονεκτούμενου Είναι συνήθης στις αποφάσεις η επωδός ldquoεπωφελήθη-

κεrdquo70 της γνωστής σε αυτόν ανάγκης κουφότητας ή απειρίας Γίνεται όμως

παγίως δεκτό ότι αν ο καταπλεονέκτης αγνοούσε την κατάσταση του αντι-

συμβαλλομένου του δεν υπάρχει εκμετάλλευση κατά την ΑΚ 179βrsquo Και βε-

βαίως ερωτάται γιατί θα πρέπει να γνωρίζει μόνο την ανάγκη κουφότητα ή

απειρία και όχι και την προφανή δυσαναλογία των αμοιβαίων παροχών

4 Έννομες συνέπειες

Η καταπλεονεκτική δικαιοπραξία είναι απολύτως άκυρη και για τα δύο μέρη

κατά την έννοια της ΑΚ 180 Την ακυρότητα μπορεί να προβάλλει και κάθε τρίτος

70 Πρβλ ΑΠ 20952009 34 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

που έχει έννομο συμφέρον επομένως και ο κληρονόμος ενός από τους συναλλαγέ-

ντες71

Δεν αποκλείεται και μερική ακυρότητα της δικαιοπραξίας Τούτο θα συμβεί

εάν μπορεί να προσδιορισθεί ακριβώς η μεταξύ παροχής και αντιπαροχής αναλο-

γία οπότε η δικαιοπραξία είναι άκυρη κατά το υπερβάλλον72 Κατά πόσον σε τέ-

τοια περίπτωση η μερική ακυρότητα θα συνεπιφέρει την ακυρότητα της όλης δι-

καιοπραξίας κρίνεται κατά την ΑΚ 18173

Σύμβαση εντόκου δανείου μπορεί να χαρακτηρισθεί καταπλεονεκτική συμ-

φώνως προς την ΑΚ 179 μόνο στην περίπτωση συνομολογήσεως ή λήψεως αθέ-

μιτων (τοκογλυφικών) τόκων εν σχέσει προς την αντιπαροχή με την εκμετάλ-

λευση της ανάγκης κουφότητας κλπ του δανεισθέντος οπότε και επέρχεται είτε

ολοκληρωτική και απόλυτη ακυρότητα της καταπλεονεκτικής δικαιοπραξίας κα-

τά τον κανόνα της ΑΚ 181 είτε μερική ακυρότητα οπότε αφού προσδιορισθεί

ακριβώς η μεταξύ παροχής και αντιπαροχής αναλογία η δικαιοπραξία είναι αι-

σχροκερδής και άκυρη κατά το υπερβάλλον

Η προβολή της ακυρότητας από εκείνον που μετήλθε την εκμετάλλευση

μπορεί να αποκρουσθεί με την ένσταση της ΑΚ 281 Αυτό μπορεί να συμβεί όταν

το δικαίωμα ακυρώσεως ασκείται καθυστερημένα εφ΄ όσον όμως συντρέχουν

και άλλα περιστατικά74

Οι παροχές που έγιναν σε εκπλήρωση της καταπλεονεκτικής υποσχετικής

συμβάσεως μπορούν να αναζητηθούν είτε με διεκδικητική αγωγή είτε με αγωγή

αδικαιολόγητου πλουτισμού Αυτός που ζημιώθηκε από την αισχροκερδή δικαιο-

πραξία δικαιούται εφ΄ όσον συντρέχουν οι όροι των ΑΚ 919 και ΑΚ 914 και απο-

ζημιώσεως

71 ΑΠ 9362007 72 ΜΠΑΛΗΣ 1944191 73 ΜΠΑΛΗΣ op cit 74 Για την προστασία των καλόπιστων τρίτων μέσω της ΑΚ 281 βλ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012232 επ

35 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ ΣΤ ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ Γενικές Αρχές Αστικού Δικαίου Π Ν Σάκκουλας 2012 ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ ΣΤ ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ndash ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟΣ ΠΑΝ ΜΙΧΑΗΛ Αστικός Κώδικας κατ΄ άρ-

θρο ερμηνεία τόμος Ι Π Ν Σάκκουλας 1978 ΛΑΔΑΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ Α Η ακυρότητα της δικαιοπραξίας λόγω αντιθέσεως εις τα χρη-

στά ήθη χό Θεσσαλονίκη 1979 ΛΙΤΖΕΡΟΠΟΥΛΟΣ Γ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ Η Νομολογία ως παράγων διαπλάσεως του ιδιωτικού

δικαίου Θεσσαλονίκη 1932 ΜΠΑΛΗΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ Α Γενικαί αρχαί του Αστικού Δικαίου Παπαζήσης 1944 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ ΑΛ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ Οι καταπλεονεκτικές δικαιοπραξίες Σάκκουλας Αντ

Ν 1983 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ ΑΛ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ Δικαιοπραξιες αντίθετες προς τα χρηστά ήθη Σάκ-

κουλας Αντ Ν 2012 ΠΑΠΑΣΤΕΡΙΟΥ Η ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ Αστικό Δίκαιο Επιτομή Εκδόσεις Σάκκουλα ΑΕ 2010 ΣΠΥΡΙΔΑΚΗΣ Σ ΙΩΑΝΝΗΣ Εγχειρίδιο Αστ Δικαίου 1 - Γενικές Αρχές Αντ Ν Σάκκου-

λας 2004 ΤΕΛΛΗΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ Δ Ρήτρα μετασυμβατικής απαγόρευσης ανταγωνισμού στο δί-

καιο εταιρειών και επιχειρήσεων λειτουργία και δικαστικός έλεγχος του περιε-χομένου της Εκδόσεις Σάκκουλα ΑΕ 2007

ΤΟΥΣΗΣ ΧΡ ΑΝΔΡΕΑΣ Γενικαί Αρχαί του Αστικού Δικαίου μετʹ εισαγωγής εις το δίκαι-ον εν γένει Αφοί Σάκκουλα 1978

ΤΡΙΑΝΤΟΣ Τ ΝΙΚΟΛΑΟΣ Δικαιοπραξιες Νομική Βιβλιοθηκη 2011 ΤΡΙΑΝΤΟΣ Τ ΝΙΚΟΛΑΟΣ Αστικό Δίκαιο-Επιτομή Νομική Βιβλιοθήκη 2013 ΦΙΛΙΟΣ ΧΡ ΠΑΥΛΟΣ Γενικές Αρχές Αστικού Δικαίου Εκδόσεις Σάκκουλα ΑΕ 2011 ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΕΙΣ ΑΝΔΡΟΥΛΙΔΑΚΗ-ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗ ΙΣΜΗΝΗ Η αντίθεση της διαθήκης στα χρηστά ήθη ΝοΒ

301234 ΠΕΛΕΝΗ-ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ Α Η αντιμετώπιση από τη νομολογία του άρθρου 179 περ

α΄ ΑΚ ΕλλΔνη 199459 ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟΣ ΠΑΝ ΜΙΧΑΗΛ-ΛΑΔΟΓΙΑΝΝΗΣ ΓΕΩΡ Κριτήρια αντίθεσης συμφώνου

προτίμησης προς τα χρηστά ήθη (γνμδ) ΧρΙΔ 1263 ΤΟΥΣΗΣ ΧΡ ΑΝΔΡΕΑΣ Η έννοια των χρηστών ηθών ΕΕΝ 231956 ΦΑΣΟΥΛΑΣ ΖΗΣΗΣ Η απάτη και η ακυρότητα της δικαιοπραξίας ως αντίθετη στα

χρηστά ήθη ΠοινΧρ 921032

36 36

  • 2 Συμβατική ελευθερία και γενικές ρήτρες
  • 4 Κριτήρια προσδιορισμού των χρηστών ηθών
    • Μια πρώτη κατηγοριοποίηση όμως αντίθεσης στα χρηστά ήθη μπορεί να γίνει με βάση το αν αυτή προκύπτει από το περιεχόμενο τους
      • 10 Ακυρότητα
      • α Απόλυτη ή σχετική
      • β Συνολική ή μερική
      • γ Ακυρότητα στις αιτιώδεις και αναιτιώδεις δικαιοπραξίες
      • 11 Δικονομική μεταχείριση
      • 12 Επίγραμμα

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

ρακτήρα στην σχετική ρήτρα48 διότι η έννομη τάξη δεν ευνοεί γενικώς

τις δεσμεύσεις μακροχρόνιας ή απεριορίστου διαρκείας49

(4) Το κατrsquo αντικείμενον εύρος της συμβατικἠς δεσμεύσεως είναι επίσης

κριτήριο συγκεκριμενοποιήσεως της αορίστου εννοίας του ldquoυπέρμε-

τρουrdquo Αν δηλαδή ο ασφαλειοδότης παρέχοντας υπέρμετρη εξασφά-

λιση στον δανειστή του μπορεί να ικανοποιήσει και τους λοιπούς δα-

νειστές του ή στον υποβληθέντα σε μετασυμβατική ρήτρα απαγόρευ-

σης ανταγωνισμού εναπομένει κάποια δυνατότητα επιδόσεως σε άλ-

λης μορφής οικονομική δραστηριότητα κατά την διάρκεια της απαγο-

ρεύσεως

Η παράθεση των ανωτέρω κριτηρίων είναι σαφώς ενδεικτική αφού η περί

υπέρμετρου δεσμεύσεως κρίση (πρέπει να) σχηματίζεται από μία συνολική

αξιολόγηση των ειδικών περιστάσεων που συνοδεύουν την επίμαχη σύμβα-

ση Έτσι προσμετρώνται και άλλα στοιχεία ndash κριτήρια όπως οι επαγγελμα-

τικές προοπτικές των συμβαλλομένων ή ο τρόπος λήξεως της συνεργασίας

των

Τέλος η ύπαρξη επίμεπτης υποκειμενικής στάσεως του ισχυροτέρου συμ-

βαλομένου δεν θεωρείται σύμφωνα με κρατούσα γνώμη προϋπόθεση της

ακυρότητας της συμβάσεως50

ε Εφαρμογή της διατάξεως

Η διάταξη (εδ α΄) εφαρμόζεται και στις χαριστικές δικαιοπραξίες51 Δεν ε-

φαρμόζεται η διάταξη όταν υπάρχει νόμος που συγχωρεί την υπέρμετρη δέ-

σμευση της ελευθερίας του προσώπου52 Δεν αποκλείεται η σύμβαση να

προσκρούει εν μέρει στα χρηστά ήθη οπότε έχει εφαρμογή η ΑΚ 181 (Μερι-

κή ακυρότητα δικαιοπραξίας Η ακυρότητα μέρους συνεπιφέρει την ακυρό-

τητα ολόκληρης της δικαιοπραξίας αν συνάγεται ότι δεν θα είχε επιχειρηθεί

χωρίς το άκυρο μέρος)

48 Πρβλ αντί πολλών ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ 2012528 49 Πρβλ αντίθετη άποψη (ΚΙΤΣΑΡΑΣ Ενοχικές δεσμεύσεις της εξουσίας διάθεσης 199957) σε ΓΕΩΡ-

ΓΙΑΔΗΣ 2012 sect 36 υποσημ 12 50 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 1983153 51 Βλ ΑΠ 9991975 (Βrsquo Τμήμα) ΝοΒ 24287 (ldquohellipἀποκλείεται ἡ ἐφαρμογὴ τοῦ ἐπὶ δικαιοπραξιῶν ἐφrsquo

ὧν ἐπίδοσις περιουσίας γίνεται ἄνευ ἀνταλλάγματος ἢ δὲν λαμβάνει χώραν ἀνταλλαγὴ παροχῶν διότι ἐπrsquo αὐτῶν δὲν γεννᾶται ζήτημα προφανοῦς δυσαναλογίας παροχῆς καὶ ἀντιπαροχῆςrdquo)

52 Βλ ΤΟΥΣΗΣ 1978506 επ ndash ΑΠ 1301950 27 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

ϛ Έννομες συνέπειες

(1) Σύμφωνα με την ΑΚ 179 η δικαιοπραξία που δεσμεύει υπερμέτρως την

ελευθερία του προσώπου είναι ldquoΆκυρη ως αντίθετη προς τα χρηστά ή-

θηhelliprdquo και όπως ισχύει για κάθε ανήθικη δικαιοπραξία θεωρείται από-

λυτη53 μπορεί δε να λαμβάνεται υπόψιν και αυτεπαγγέλτως από το

δικαστήριο54 Τούτο είναι λογικό και κατrsquo ακολουθίαν ορθό αφού η

απαγόρευση της υπέρμετρης δέσμευσης της ελευθερίας σκοπεί στην

προστασία της προσωπικότητας ώστε να μην αφαιρείται το αγαθό της

εξουσίας της δικαιοπρακτικής διαθέσεως του μέρους

Προκειμένου όμως περί υπέρμετρης δεσμεύσεως της οικονομικής ε-

λευθερίας προσώπου δηλαδή οικονομικών συμφερόντων των οποίων

η διαφύλαξη είναι αποκλειστική υπόθεση του προσώπου αυτού τότε

σε μια τέτοια περίπτωση το πρόσωπο αυτό και μόνο μπορεί να κρίνει

καλλίτερα από κάθε άλλον αν η άρση των δικαιοπρακτικών αποτελεσμά-

των με την επίκληση της ΑΚ 179α ακυρότητος εξυπηρετεί πράγματι τα

συμφέροντά του5556

(2) Η ακυρότητα είναι κατά κανόνα ολική ιδία όσον αφορά σε υπέρμετρη

δέσμευση της προσωπικής ελευθερίας57 Στις περιπτώσεις όμως όπου

ο ανήθικος χαρακτήρας προσδιορίζεται από οικονομικής φύσεως α-

νταλλάγματα θα πρέπει να είναι δυνατή η μερική ακυρότητα ώστε με-

τά την αφαίρεση του αδίκου μέρους να μπορεί να ισχύσει η σύμβαση

με το υπόλοιπο ορθό περιεχόμενο της και έτσι το ασθενέστερο μέρος

να ldquoαπολαύσει τελικά την πολύτιμη γιrsquo αυτόν παροχή του αντισυμβαλ-

λομένου του αλλά με δίκαιους τώρα όρουςrdquo Την δυνατότητα της μερικής

ακυρότητος φαίνεται να δέχεται η κρατούσα γνώμη πράγμα που ση-

μαίνει ότι το δικαστήριο έχει την δυνατότητα να μειώσει μετά από αί-

τηση του βλαπτομένου την δέσμευση αυτού στο προσήκον μέτρο

53 ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ 2012525 επ 54 ΛΑΔΑΣ 1979159 επ 55 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012153 56 Θεωρείται ότι σε παρόμοιες περιπτώσεις πρέπεται η (κατrsquo εξαίρεσιν) σχετική ακυρότητα διότι η

απόφαση για την διατήρηση ή άρση των δικαιοπρακτικών αποτελεσμάτων πρέπει να ανήκει αποκλειστικώς στο βλαπτόμενο από την συμβατική ρύθμιση μέρος το οποίο γνωρίζει κάλλιον παντός άλλου το τι πράγματι το συμφέρει άλλως υπάρχει ανεπίτρεπτη κηδεμόνευση των συμφερόντων αυτού του συμβαλλομένου (ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2013113)

57 εα 2α 28 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

3 Η Καταπλεονεκτική Δικαιοπραξία

α Γενικά ndash σχέση με ΠΚ 404 405

Σύμφωνα με το πραγματικό της ΑΚ 179βrsquo καταπλεονεκτική δικαιοπραξία

υπάρχει όταν στο πρόσωπο του καταπλεονεκτούμενου συντρέχουν προφα-

νής δυσαναλογία παροχής και αντιπαροχής ανάγκη κουφότητα ή απειρία

και εκμετάλλευση της μειονεκτικής αυτής θέσεως από τον καταπλεονέκτη

Σύμφωνα με την νομολογία για την πλήρωση του πραγματικού απαιτείται η

συνδρομή και των τριών αυτών προϋποθέσεων σωρευτικώς

Γίνεται δεκτό ότι σε περίπτωση ελλείψεως κάποιου από τα ανωτέρω στοι-

χείου καταφάσκεται η ακυρότητα της δικαιοπραξίας με αναγωγή στην γενι-

κή ρήτρα της ΑΚ 178 υπό την προϋπόθεση ότι συντρέχουν πρόσθετα στοι-

χεία τα οποία μπορούν να προσδώσουν στην δικαιοπραξία το χρώμα της α-

νηθικότητας

Εκδήλωση της απαγορεύσεως της καταπλεονεκτήσεως αποτελεί η ρύθμιση

των άρθρων ΠΚ 404 (τοκογλυφία) και ΠΚ 405 (αισχροκέρδεια) το πραγμα-

τικό των οποίων είναι ουσιαστικώς ίδιο με αυτό της ΑΚ 179βrsquo Αν και τίποτε

δεν εμποδίζει για την ακυρότητα καταπλεονεκτικής δικαιοπραξίας την πα-

ράλληλη επίκληση και των δύο νομοθετικών βάσεων ορθότερη θεωρείται να

διαφυλαχθεί η αυτονομία της ρυθμίσεως της ΑΚ179βrsquo αφού ο νομοθέτης

φαίνεται ότι θέλησε να ρυθμίσει ρητώς τις συνέπειες της καταπλεονεκτήσε-

ως τον ΑΚ

β Προϋποθέσεις εφαρμογής της διατάξεως

Καταπλεονέκτηση μπορεί να υπάρχει σε κάθε τύπο επαχθούς δικαιοπραξίας

με περιουσιακό περιεχόμενο58 οι οποίες μπορεί να είναι αμφοτεροβαρείς

ετεροβαρείς αιτιώδεις αναιτιώδεις (όπως πχ η αγοραπωλησία η μίσθωση

58 Διαφορετικό είναι το ζήτημα της παροχής περιουσιακού ωφελήματος με ldquoανεξάρτητηrdquo μονομε-ρή δικαιοπραξία με την οποία προσδίδεται καταπλεονεκτικό χρώμα σε προηγούμενη σύμβαση από την οποία θα πηγάζει συνήθως η υποχρέωση για τέλεση της μονομερούς δικαιοπραξίας (πχ παροχή υποθήκης)

29 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

πράγματος ή έργου ή εργασίας η εταιρεία η σύμβαση μεσιτείας ή εγγύηση)

όταν αυτές καταρτίζονται με δυσανάλογο αντάλλαγμα59

Η ΑΚ 179βrsquo δεν εφαρμόζεται στις χαριστικές δικαιοπραξίες γιατί η επίδοση

της περιουσίας γίνεται χωρίς αντάλλαγμα και έτσι δεν υπάρχει δυσαναλογία

παροχής και αντιπαροχής όπως πχ στην δωρεά στην εντολή στην άφεση

χρέους στην παρακαταθήκη χωρίς αμοιβή ή στην εγγύηση εκτός αν αυτή

ανελήφθη στο πλαίσιο μιάς αμφοτεροβαρούς συμβάσεως με ευρύτερο περι-

εχόμενο

γ Προφανής δυσαναλογία μεταξύ παροχών

Στην καταπλεονεκτική σύμβαση η ελευθερία δικαιοπρακτικής αποφάσεως

του καταπλεονεκτούμενου είναι διαταραγμένη αφού αυτός ευρίσκεται σε

μία δυσμενή σε σχέση με τον καταπλεονέκτη θέση που δεν του επιτρέπει να

προασπίσει ορθολογικώς τα συνδεόμενα με την σύμβαση συμφέροντά του

έτσι ο μηχανισμός συμβάσεως δεν μπορεί εδώ να παράσχει κανένα εχέγγυο

ορθότητος Ότι το περιεχόμενο της καταπλεονεκτικής συμβάσεως δεν είναι

ldquoορθόrdquo μαρτυρεί τελικώς η ύπαρξη της προφανούς δυσαναλογίας

Η προφανής δυσαναλογία των ανταλλασσομένων παροχών ανάγεται σε

απαραίτητο στοιχείο του πραγματικού της καταπλεονεκτήσεως στην ΑΚ

179βrsquo ενώ ταυτοχρόνως είναι και πρόβλημα που για να κατανοηθεί σωστά

πρέπει να φωτισθεί μέσα από τον συνδυασμό και την αντίθεση μιάς πλειά-

δος αρχών οι οποίες σε κινητή μεταξύ των σχέση συγκροτούν το σύστημα

του δικαίου των ενοχικών συμβάσεων60

Ως έννοια αόριστη είναι αναμφισβητήτως έννοια νομική και η υπαγωγή σε

αυτήν της σχέσεως αξίας των αμοιβαίων παροχών αποτελεί κρίσιν αξιολο-

γική υποκείμενη στον έλεγχο του ΑΠ61

Ομοφώνως γίνεται δεκτό ότι αφετηρία της κρίσεως περί υπάρξεως ή μη

προφανούς δυσαναλογίας πρέπει να αποτελεί η αντικειμενική αξία των α-

νταλλασσομένων παροχών δηλαδή η συνήθης στις συναλλαγές αξία62 Έτσι

59 Βλ ΜΠΑΛΗΣ 1944190 (sect66) 60 Βλ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 19837 σημ 23 61 ΦΙΛΙΟΣ 2011 sect147Β 62 Πρβλ ΑΠ 20952009 (Α1 Τμήμα) ldquohellipφανερή δυσαναλογία μεταξύ παροχής και αντιπαροχής

είναι αυτή που υποπίπτει στην αντίληψη λογικού και έχοντος πείρα των σχετικών συναλλαγών ανθρώπου και η οποία υπερβαίνει το μέτρο κατά το οποίο είναι ανθρωπίνως φυσικό να απο-κομίζει ο ένας κάποιο όφελος από σύμβαση οικονομικού περιεχομένου επί ζημία του άλλουrdquo

30 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

διαπιστουμένης της αντικειμενικής αξίας των αμοιβαίων παροχών ακολου-

θεί η κρίση για το αν υφίσταται μεταξύ των προφανής δυσαναλογία λαμβα-

νομένων πάντοτε υπrsquo όψιν της φύσεως της συμβάσεως και του επιδιωκομέ-

νου με αυτήν οικονομικού σκοπού63 ενώ στις περιπτώσεις ακινήτων χρη-

σιμοποιείται ευρέως στην πράξη το κριτήριο της laesio enormis64

Ένα επιπλέον στοιχείο που λαμβάνεται υπrsquo όψιν για την διαπίστωση της υ-

πάρξεως προφανούς δυσαναλογίας είναι η λεγομένη ldquoρήτρα προσθέσεωςrdquo

δηλαδή το άθροισμα των ωφελημάτων που έλαβε ο καταπλεονέκτης και των

περιουσιακών ωφελημάτων που επιπροσθέτως κατέβαλλε ο καταπλεονε-

κτούμενος σε τρίτα πρόσωπα (πχ μεσιτεία αμοιβές σε βοηθητικά πρόσωπα

κλπ)

Υπάρχουν όμως και μερικά σχετιζόμενα με την δυσαναλογία των ανταλ-

λασσομένων παροχών ειδικότερα προβλήματα που εμφανίζονται συχνά

στην δικαστηριακή πράξη παρουσιάζοντα ταυτοχρόνως σπουδαίο δογματι-

κό ενδιαφέρον

(1) Πρόσθετο τίμημα στην πώληση ακινήτου μπορεί να ληφθεί υπrsquo όψιν

το επιπλέον του αναγραφομένου στο συμβολαιογραφικό έγγραφο τι-

μήματος επιπροσθέτως καταβληθέν τίμημα

(2) Το καταπλεονεκτικό σύμφωνο εξωνήσεως η συνομολόγηση δικαιώ-

ματος εξωνήσεως με τίμημα προφανώς δυσανάλογο εν σχέσει προς αυ-

τό της πωλήσεως μήπως υποκρύπτει τοκογλυφικό δάνειο Εδώ θα

πρέπει να σταθμιστεί η δυνατότητα του πωλητή να αποτρέψει την κα-

ταπλεονεκτική γιrsquo αυτόν ρύθμιση ασκώντας το δικαίωμα εξωνήσεως

Εάν δηλαδή ο πωλητής ασκήσει αυτό το δικαίωμα παρά την προφανή

δυσαναλογία η πώληση δεν έχει καταπλεονεκτικό χαρακτήρα

(3) Η διαπίστωση της προφανούς δυσαναλογίας στον συμβιβασμό τα

συγκρινόμενα μεγέθη είναι οι αμοιβαίες παραχωρήσεις των μερών και

όχι οι εκατέρωθεν αναλαμβανόμενες υποχρεώσεις προς παροχή Η σω-

στή όμως εκτίμηση των παραχωρήσεως προϋποθέτει ως αφετηρία

63 ΑΠ 20952009 64 Ο ΛΙΤΖΕΡΟΠΟΥΛΟΣ 1932208 επ προτείνει αποδοχή της υπάρξεως προφανούς δυσαναλογίας

όταν η μία παροχή δεν φθάνει το 60 ή 50της αξίας της άλλης Βλ επίσης υποσημείωση 560 στο ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012

31 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

την νομική κατάσταση που υπήρχε πριν τον συμβιβασμό υπερβολικές

αξιώσεις προβαλλόμενες αυθαιρέτως δεν λαμβάνονται εδώ υπrsquo όψιν

Η ύπαρξη της προφανούς δυσαναλογίας κρίνεται κατά τον χρόνο καταρτί-

σεως της συμβάσεως είναι αδιάφορο αν η προφανής δυσαναλογία επήλθε

αργότερα εκτός της περιπτώσεως όπου ο καταπλεονεκτούμενος στο πλαί-

σιο της υφισταμένης κυρίας συμβατικής σχέσεως συνομολογεί ή παρέχει

πρόσθετα περιουσιακά ωφελήματα (πχ εμπράγματη ασφάλεια) που προσ-

δίδουν πλέον στην συνολική συναλλαγή καταπλεονεκτικό χρώμα

δ Ανάγκη Κουφότητα Απειρία

(1) Ανάγκη

Είναι η κατάσταση ενός προσώπου (του δικαιοπρακτούντος ή κάποιου

που συνδέεται στενά με αυτόν) που ευρίσκεται σε άμεσο οικονομικό ή

άλλο κίνδυνο65 η αντιμετώπιση του οποίου είναι ανεπίδεκτη αναβο-

λής66 Η ανάγκη πρέπει να έχει χαρακτήρα επιτακτικό και να είναι τόσο

σοβαρή ώστε αντικειμενικώς κρινομένη να μπορεί να θεωρηθεί ότι

κάθε εχέφρων άνθρωπος θα οδηγείτο στην ίδια δικαιοπρακτική συ-

μπεριφορά

Ενώ η φύση της ανάγκης είναι συνήθως οικονομική η σπουδαιότητα

του διακινδυνευομένου αγαθού καθορίζει το αν η συγκεκριμένη κάθε

φορά περίπτωση μπορεί να υπαχθεί ή όχι στην ρύθμιση της ΑΚ 179βrsquo

Είναι αδιάφορο αν η ανάγκη είναι μόνιμη ή παροδική αφού αποφασι-

στική για την εφαρμογή της ΑΚ 179βrsquo είναι η ύπαρξη ανάγκης μόνο κα-

τά τον χρόνο καταρτίσεως της δικαιοπραξίας Η ανάγκη πρέπει να είναι

πραγματική και άμεση επιτακτική και ανεπίδεκτη αναβολής

(2) Κουφότητα

Προϋπόθεση της ορθής λειτουργίας της ιδιωτικής αυτονομίας είναι η

εκ μέρους των αντισυμβαλλομένων ορθολογική στάθμιση των υπέρ και

κατά της συμβατικής ρυθμίσεως Όταν όμως ο αντισυμβαλλόμενος α-

διαφορεί λόγω απερισκεψίας ή ελλείψεως επαρκούς σκέψεως και δεν

αποδίδει στις πράξεις του την σημασία την αξία και τις συνέπειες που

έχουν αυτές τότε η συναλλακτική συμπεριφορά του χαρακτηρίζεται

65 ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ 2012530 66 ΑΠ 19982007

32 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

από κουφότητα Η κουφότητα μπορεί να οφείλεται σε οποιονδήποτε

λόγο όπως είναι η πνευματική νόσος ου δεν επέφερε όμως ολική ή με-

ρική ασυνειδησία των πράξεων του προσώπου ώστε να το κάνει εντε-

λώς ή περιορισμένως ανίκανο για την σύνταξη δικαιοπραξίας67

(3) Απειρία

Ως απειρία νοείται η έλλειψη της περί τη ζωή και τις συναλλαγές πεί-

ρας68 Το ερώτημα όμως είναι αν η σχετική με συγκεκριμένη δικαιο-

πραξία απειρία στοιχειοθετεί την απειρία της ΑΚ 179βrsquo ή όχι Γίνεται

δεκτό ότι υπάρχουν τρείς διαβαθμίσεις69 της απειρίας

(α) Η καθολική όπου ο συμβαλλόμενος στερείται παντελώς συναλ-

λακτικής πείρας και κατά συνέπειαν η περίπτωσή του υπάγεται

στην ρύθμιση της ΑΚ 179β΄

(β) Η απειρία σε ορισμένο μόνο συναλλακτικό τομέα (λχ πράξεις

επί ακινήτων χρηματιστηριακές συναλλαγές κλπ) εδώ η απειρία

δεν αποτελεί σταθερή ιδιότητα του προσώπου και παρά το ότι η

γενική του πείρα του επιτρέπει να κρίνει το επισφαλές της δικαι-

οπραξίας στην οποία προβαίνει η ελευθερία δικαιοπρακτικής α-

ποφάσεώς του δεν παύει να είναι διαταραγμένη Κατά συνέπεια

δικαιούται της προστασίας της ΑΚ 179βrsquo

(γ) Προβληματική αλλά και με πολύ μεγάλη πρακτική σημασία είναι

η τρίτη μορφή απειρίας που χαρακτηρίζεται από την έλλειψη ει-

δικών γνώσεων πού έχει ανάγκη ο σύγχρονος καταναλωτής στις

καθημερινές συναλλαγές του γνώσεων απαραιτήτων για τον

σχηματισμό σωστής εικόνας της προσφερόμενης σε αυτόν παρο-

χής Κι΄ εδώ η ελευθερία δικαιοπρακτικής αποφάσεως του κατα-

ναλωτή αδαούς όντος λόγω ανεπαρκούς πληροφορήσεως εμφα-

νίζεται διαταραγμένη και άξια της κατά την ΑΚ 179βrsquo προστασίας

ε Εκμετάλλευση

Ενώ η νομολογία μας θεωρεί αναγκαίο στοιχείο της ΑΚ 179βrsquo την υποκειμενι-

κή προϋπόθεση της εκμεταλλεύσεως την οποία πρέπει να αποδεικνύει ο ε-

67 ΑΠ 3821992 ΝοΒ 41874 68 ΑΠ 9362007 69 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012196 επ

33 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

πικαλούμενος την εφαρμογή της διατάξεως δεν έχει μέχρι τώρα αποσαφη-

νιστεί πλήρως σε τι ακριβώς συνίσταται η ldquoεκμετάλλευσηrdquo Βέβαιο πάντως

είναι ότι το στοιχείο αυτό δεν θα πρέπει να θεωρηθεί ως ηθική μομφή στο

πρόσωπο του καταπλεονέκτη

Κατrsquo αρχάς απορρίπτεται η επίκληση δόλου αφού ο δόλος απαιτείται από

την λειτουργία της ποινής και είναι ξένος προς τον λειτουργικό ρόλο της α-

κυρότητας της ανήθικης δικαιοπραξίας Το ότι δεν πρόκειται περί μομφής

φαίνεται στις περιπτώσεις καταρτίσεως δικαιοπραξίας κατά παράκλησιν

του αντισυμβαλλομένου και όχι από εκμεταλλευτική διάθεση του καταπλεο-

νέκτη Επιπλέον εάν επρόκειτο περί συνειδήσεως της ανηθικότητος εκ μέ-

ρους του καταπλεονέκτη μια τέτοια συνείδηση λόγω του περιεχομένου σε

αυτήν αξιολογικού και βουλητικού στοιχείου θα ισοδυναμούσε με πταίσμα

και δη στον βαθμό του dolus malus στοιχείου όμως ξένου προς την προ-

βληματική των ανήθικων γενικώς δικαιοπραξιών

Η ελληνική νομολογία φαίνεται να ακολουθεί την άποψη ότι ο καταπλεονέ-

κτης γνωρίζει την συναλλακτικώς δυσμενή θέση του καταπλεονεκτούμενου

και την προφανή δυσαναλογία μεταξύ παροχής και αντιπαροχής στοιχεία τα

οποία δεν θεωρεί ως λόγο προσωπικής μομφής κατά του καταπλεονέκτη αλ-

λά καταλογισμού σε αυτόν του κινδύνου της ακυρότητας της δικαιοπραξίας

Τα δικαστήρια φαίνεται ότι ταυτίζουν την εκμετάλλευση με την εκ μέρους

του καταπλεονέκτη γνώση της συναλλακτικώς δυσμενούς θέσεως του κα-

ταπλεονεκτούμενου Είναι συνήθης στις αποφάσεις η επωδός ldquoεπωφελήθη-

κεrdquo70 της γνωστής σε αυτόν ανάγκης κουφότητας ή απειρίας Γίνεται όμως

παγίως δεκτό ότι αν ο καταπλεονέκτης αγνοούσε την κατάσταση του αντι-

συμβαλλομένου του δεν υπάρχει εκμετάλλευση κατά την ΑΚ 179βrsquo Και βε-

βαίως ερωτάται γιατί θα πρέπει να γνωρίζει μόνο την ανάγκη κουφότητα ή

απειρία και όχι και την προφανή δυσαναλογία των αμοιβαίων παροχών

4 Έννομες συνέπειες

Η καταπλεονεκτική δικαιοπραξία είναι απολύτως άκυρη και για τα δύο μέρη

κατά την έννοια της ΑΚ 180 Την ακυρότητα μπορεί να προβάλλει και κάθε τρίτος

70 Πρβλ ΑΠ 20952009 34 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

που έχει έννομο συμφέρον επομένως και ο κληρονόμος ενός από τους συναλλαγέ-

ντες71

Δεν αποκλείεται και μερική ακυρότητα της δικαιοπραξίας Τούτο θα συμβεί

εάν μπορεί να προσδιορισθεί ακριβώς η μεταξύ παροχής και αντιπαροχής αναλο-

γία οπότε η δικαιοπραξία είναι άκυρη κατά το υπερβάλλον72 Κατά πόσον σε τέ-

τοια περίπτωση η μερική ακυρότητα θα συνεπιφέρει την ακυρότητα της όλης δι-

καιοπραξίας κρίνεται κατά την ΑΚ 18173

Σύμβαση εντόκου δανείου μπορεί να χαρακτηρισθεί καταπλεονεκτική συμ-

φώνως προς την ΑΚ 179 μόνο στην περίπτωση συνομολογήσεως ή λήψεως αθέ-

μιτων (τοκογλυφικών) τόκων εν σχέσει προς την αντιπαροχή με την εκμετάλ-

λευση της ανάγκης κουφότητας κλπ του δανεισθέντος οπότε και επέρχεται είτε

ολοκληρωτική και απόλυτη ακυρότητα της καταπλεονεκτικής δικαιοπραξίας κα-

τά τον κανόνα της ΑΚ 181 είτε μερική ακυρότητα οπότε αφού προσδιορισθεί

ακριβώς η μεταξύ παροχής και αντιπαροχής αναλογία η δικαιοπραξία είναι αι-

σχροκερδής και άκυρη κατά το υπερβάλλον

Η προβολή της ακυρότητας από εκείνον που μετήλθε την εκμετάλλευση

μπορεί να αποκρουσθεί με την ένσταση της ΑΚ 281 Αυτό μπορεί να συμβεί όταν

το δικαίωμα ακυρώσεως ασκείται καθυστερημένα εφ΄ όσον όμως συντρέχουν

και άλλα περιστατικά74

Οι παροχές που έγιναν σε εκπλήρωση της καταπλεονεκτικής υποσχετικής

συμβάσεως μπορούν να αναζητηθούν είτε με διεκδικητική αγωγή είτε με αγωγή

αδικαιολόγητου πλουτισμού Αυτός που ζημιώθηκε από την αισχροκερδή δικαιο-

πραξία δικαιούται εφ΄ όσον συντρέχουν οι όροι των ΑΚ 919 και ΑΚ 914 και απο-

ζημιώσεως

71 ΑΠ 9362007 72 ΜΠΑΛΗΣ 1944191 73 ΜΠΑΛΗΣ op cit 74 Για την προστασία των καλόπιστων τρίτων μέσω της ΑΚ 281 βλ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012232 επ

35 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ ΣΤ ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ Γενικές Αρχές Αστικού Δικαίου Π Ν Σάκκουλας 2012 ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ ΣΤ ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ndash ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟΣ ΠΑΝ ΜΙΧΑΗΛ Αστικός Κώδικας κατ΄ άρ-

θρο ερμηνεία τόμος Ι Π Ν Σάκκουλας 1978 ΛΑΔΑΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ Α Η ακυρότητα της δικαιοπραξίας λόγω αντιθέσεως εις τα χρη-

στά ήθη χό Θεσσαλονίκη 1979 ΛΙΤΖΕΡΟΠΟΥΛΟΣ Γ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ Η Νομολογία ως παράγων διαπλάσεως του ιδιωτικού

δικαίου Θεσσαλονίκη 1932 ΜΠΑΛΗΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ Α Γενικαί αρχαί του Αστικού Δικαίου Παπαζήσης 1944 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ ΑΛ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ Οι καταπλεονεκτικές δικαιοπραξίες Σάκκουλας Αντ

Ν 1983 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ ΑΛ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ Δικαιοπραξιες αντίθετες προς τα χρηστά ήθη Σάκ-

κουλας Αντ Ν 2012 ΠΑΠΑΣΤΕΡΙΟΥ Η ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ Αστικό Δίκαιο Επιτομή Εκδόσεις Σάκκουλα ΑΕ 2010 ΣΠΥΡΙΔΑΚΗΣ Σ ΙΩΑΝΝΗΣ Εγχειρίδιο Αστ Δικαίου 1 - Γενικές Αρχές Αντ Ν Σάκκου-

λας 2004 ΤΕΛΛΗΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ Δ Ρήτρα μετασυμβατικής απαγόρευσης ανταγωνισμού στο δί-

καιο εταιρειών και επιχειρήσεων λειτουργία και δικαστικός έλεγχος του περιε-χομένου της Εκδόσεις Σάκκουλα ΑΕ 2007

ΤΟΥΣΗΣ ΧΡ ΑΝΔΡΕΑΣ Γενικαί Αρχαί του Αστικού Δικαίου μετʹ εισαγωγής εις το δίκαι-ον εν γένει Αφοί Σάκκουλα 1978

ΤΡΙΑΝΤΟΣ Τ ΝΙΚΟΛΑΟΣ Δικαιοπραξιες Νομική Βιβλιοθηκη 2011 ΤΡΙΑΝΤΟΣ Τ ΝΙΚΟΛΑΟΣ Αστικό Δίκαιο-Επιτομή Νομική Βιβλιοθήκη 2013 ΦΙΛΙΟΣ ΧΡ ΠΑΥΛΟΣ Γενικές Αρχές Αστικού Δικαίου Εκδόσεις Σάκκουλα ΑΕ 2011 ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΕΙΣ ΑΝΔΡΟΥΛΙΔΑΚΗ-ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗ ΙΣΜΗΝΗ Η αντίθεση της διαθήκης στα χρηστά ήθη ΝοΒ

301234 ΠΕΛΕΝΗ-ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ Α Η αντιμετώπιση από τη νομολογία του άρθρου 179 περ

α΄ ΑΚ ΕλλΔνη 199459 ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟΣ ΠΑΝ ΜΙΧΑΗΛ-ΛΑΔΟΓΙΑΝΝΗΣ ΓΕΩΡ Κριτήρια αντίθεσης συμφώνου

προτίμησης προς τα χρηστά ήθη (γνμδ) ΧρΙΔ 1263 ΤΟΥΣΗΣ ΧΡ ΑΝΔΡΕΑΣ Η έννοια των χρηστών ηθών ΕΕΝ 231956 ΦΑΣΟΥΛΑΣ ΖΗΣΗΣ Η απάτη και η ακυρότητα της δικαιοπραξίας ως αντίθετη στα

χρηστά ήθη ΠοινΧρ 921032

36 36

  • 2 Συμβατική ελευθερία και γενικές ρήτρες
  • 4 Κριτήρια προσδιορισμού των χρηστών ηθών
    • Μια πρώτη κατηγοριοποίηση όμως αντίθεσης στα χρηστά ήθη μπορεί να γίνει με βάση το αν αυτή προκύπτει από το περιεχόμενο τους
      • 10 Ακυρότητα
      • α Απόλυτη ή σχετική
      • β Συνολική ή μερική
      • γ Ακυρότητα στις αιτιώδεις και αναιτιώδεις δικαιοπραξίες
      • 11 Δικονομική μεταχείριση
      • 12 Επίγραμμα

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

ϛ Έννομες συνέπειες

(1) Σύμφωνα με την ΑΚ 179 η δικαιοπραξία που δεσμεύει υπερμέτρως την

ελευθερία του προσώπου είναι ldquoΆκυρη ως αντίθετη προς τα χρηστά ή-

θηhelliprdquo και όπως ισχύει για κάθε ανήθικη δικαιοπραξία θεωρείται από-

λυτη53 μπορεί δε να λαμβάνεται υπόψιν και αυτεπαγγέλτως από το

δικαστήριο54 Τούτο είναι λογικό και κατrsquo ακολουθίαν ορθό αφού η

απαγόρευση της υπέρμετρης δέσμευσης της ελευθερίας σκοπεί στην

προστασία της προσωπικότητας ώστε να μην αφαιρείται το αγαθό της

εξουσίας της δικαιοπρακτικής διαθέσεως του μέρους

Προκειμένου όμως περί υπέρμετρης δεσμεύσεως της οικονομικής ε-

λευθερίας προσώπου δηλαδή οικονομικών συμφερόντων των οποίων

η διαφύλαξη είναι αποκλειστική υπόθεση του προσώπου αυτού τότε

σε μια τέτοια περίπτωση το πρόσωπο αυτό και μόνο μπορεί να κρίνει

καλλίτερα από κάθε άλλον αν η άρση των δικαιοπρακτικών αποτελεσμά-

των με την επίκληση της ΑΚ 179α ακυρότητος εξυπηρετεί πράγματι τα

συμφέροντά του5556

(2) Η ακυρότητα είναι κατά κανόνα ολική ιδία όσον αφορά σε υπέρμετρη

δέσμευση της προσωπικής ελευθερίας57 Στις περιπτώσεις όμως όπου

ο ανήθικος χαρακτήρας προσδιορίζεται από οικονομικής φύσεως α-

νταλλάγματα θα πρέπει να είναι δυνατή η μερική ακυρότητα ώστε με-

τά την αφαίρεση του αδίκου μέρους να μπορεί να ισχύσει η σύμβαση

με το υπόλοιπο ορθό περιεχόμενο της και έτσι το ασθενέστερο μέρος

να ldquoαπολαύσει τελικά την πολύτιμη γιrsquo αυτόν παροχή του αντισυμβαλ-

λομένου του αλλά με δίκαιους τώρα όρουςrdquo Την δυνατότητα της μερικής

ακυρότητος φαίνεται να δέχεται η κρατούσα γνώμη πράγμα που ση-

μαίνει ότι το δικαστήριο έχει την δυνατότητα να μειώσει μετά από αί-

τηση του βλαπτομένου την δέσμευση αυτού στο προσήκον μέτρο

53 ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ 2012525 επ 54 ΛΑΔΑΣ 1979159 επ 55 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012153 56 Θεωρείται ότι σε παρόμοιες περιπτώσεις πρέπεται η (κατrsquo εξαίρεσιν) σχετική ακυρότητα διότι η

απόφαση για την διατήρηση ή άρση των δικαιοπρακτικών αποτελεσμάτων πρέπει να ανήκει αποκλειστικώς στο βλαπτόμενο από την συμβατική ρύθμιση μέρος το οποίο γνωρίζει κάλλιον παντός άλλου το τι πράγματι το συμφέρει άλλως υπάρχει ανεπίτρεπτη κηδεμόνευση των συμφερόντων αυτού του συμβαλλομένου (ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2013113)

57 εα 2α 28 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

3 Η Καταπλεονεκτική Δικαιοπραξία

α Γενικά ndash σχέση με ΠΚ 404 405

Σύμφωνα με το πραγματικό της ΑΚ 179βrsquo καταπλεονεκτική δικαιοπραξία

υπάρχει όταν στο πρόσωπο του καταπλεονεκτούμενου συντρέχουν προφα-

νής δυσαναλογία παροχής και αντιπαροχής ανάγκη κουφότητα ή απειρία

και εκμετάλλευση της μειονεκτικής αυτής θέσεως από τον καταπλεονέκτη

Σύμφωνα με την νομολογία για την πλήρωση του πραγματικού απαιτείται η

συνδρομή και των τριών αυτών προϋποθέσεων σωρευτικώς

Γίνεται δεκτό ότι σε περίπτωση ελλείψεως κάποιου από τα ανωτέρω στοι-

χείου καταφάσκεται η ακυρότητα της δικαιοπραξίας με αναγωγή στην γενι-

κή ρήτρα της ΑΚ 178 υπό την προϋπόθεση ότι συντρέχουν πρόσθετα στοι-

χεία τα οποία μπορούν να προσδώσουν στην δικαιοπραξία το χρώμα της α-

νηθικότητας

Εκδήλωση της απαγορεύσεως της καταπλεονεκτήσεως αποτελεί η ρύθμιση

των άρθρων ΠΚ 404 (τοκογλυφία) και ΠΚ 405 (αισχροκέρδεια) το πραγμα-

τικό των οποίων είναι ουσιαστικώς ίδιο με αυτό της ΑΚ 179βrsquo Αν και τίποτε

δεν εμποδίζει για την ακυρότητα καταπλεονεκτικής δικαιοπραξίας την πα-

ράλληλη επίκληση και των δύο νομοθετικών βάσεων ορθότερη θεωρείται να

διαφυλαχθεί η αυτονομία της ρυθμίσεως της ΑΚ179βrsquo αφού ο νομοθέτης

φαίνεται ότι θέλησε να ρυθμίσει ρητώς τις συνέπειες της καταπλεονεκτήσε-

ως τον ΑΚ

β Προϋποθέσεις εφαρμογής της διατάξεως

Καταπλεονέκτηση μπορεί να υπάρχει σε κάθε τύπο επαχθούς δικαιοπραξίας

με περιουσιακό περιεχόμενο58 οι οποίες μπορεί να είναι αμφοτεροβαρείς

ετεροβαρείς αιτιώδεις αναιτιώδεις (όπως πχ η αγοραπωλησία η μίσθωση

58 Διαφορετικό είναι το ζήτημα της παροχής περιουσιακού ωφελήματος με ldquoανεξάρτητηrdquo μονομε-ρή δικαιοπραξία με την οποία προσδίδεται καταπλεονεκτικό χρώμα σε προηγούμενη σύμβαση από την οποία θα πηγάζει συνήθως η υποχρέωση για τέλεση της μονομερούς δικαιοπραξίας (πχ παροχή υποθήκης)

29 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

πράγματος ή έργου ή εργασίας η εταιρεία η σύμβαση μεσιτείας ή εγγύηση)

όταν αυτές καταρτίζονται με δυσανάλογο αντάλλαγμα59

Η ΑΚ 179βrsquo δεν εφαρμόζεται στις χαριστικές δικαιοπραξίες γιατί η επίδοση

της περιουσίας γίνεται χωρίς αντάλλαγμα και έτσι δεν υπάρχει δυσαναλογία

παροχής και αντιπαροχής όπως πχ στην δωρεά στην εντολή στην άφεση

χρέους στην παρακαταθήκη χωρίς αμοιβή ή στην εγγύηση εκτός αν αυτή

ανελήφθη στο πλαίσιο μιάς αμφοτεροβαρούς συμβάσεως με ευρύτερο περι-

εχόμενο

γ Προφανής δυσαναλογία μεταξύ παροχών

Στην καταπλεονεκτική σύμβαση η ελευθερία δικαιοπρακτικής αποφάσεως

του καταπλεονεκτούμενου είναι διαταραγμένη αφού αυτός ευρίσκεται σε

μία δυσμενή σε σχέση με τον καταπλεονέκτη θέση που δεν του επιτρέπει να

προασπίσει ορθολογικώς τα συνδεόμενα με την σύμβαση συμφέροντά του

έτσι ο μηχανισμός συμβάσεως δεν μπορεί εδώ να παράσχει κανένα εχέγγυο

ορθότητος Ότι το περιεχόμενο της καταπλεονεκτικής συμβάσεως δεν είναι

ldquoορθόrdquo μαρτυρεί τελικώς η ύπαρξη της προφανούς δυσαναλογίας

Η προφανής δυσαναλογία των ανταλλασσομένων παροχών ανάγεται σε

απαραίτητο στοιχείο του πραγματικού της καταπλεονεκτήσεως στην ΑΚ

179βrsquo ενώ ταυτοχρόνως είναι και πρόβλημα που για να κατανοηθεί σωστά

πρέπει να φωτισθεί μέσα από τον συνδυασμό και την αντίθεση μιάς πλειά-

δος αρχών οι οποίες σε κινητή μεταξύ των σχέση συγκροτούν το σύστημα

του δικαίου των ενοχικών συμβάσεων60

Ως έννοια αόριστη είναι αναμφισβητήτως έννοια νομική και η υπαγωγή σε

αυτήν της σχέσεως αξίας των αμοιβαίων παροχών αποτελεί κρίσιν αξιολο-

γική υποκείμενη στον έλεγχο του ΑΠ61

Ομοφώνως γίνεται δεκτό ότι αφετηρία της κρίσεως περί υπάρξεως ή μη

προφανούς δυσαναλογίας πρέπει να αποτελεί η αντικειμενική αξία των α-

νταλλασσομένων παροχών δηλαδή η συνήθης στις συναλλαγές αξία62 Έτσι

59 Βλ ΜΠΑΛΗΣ 1944190 (sect66) 60 Βλ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 19837 σημ 23 61 ΦΙΛΙΟΣ 2011 sect147Β 62 Πρβλ ΑΠ 20952009 (Α1 Τμήμα) ldquohellipφανερή δυσαναλογία μεταξύ παροχής και αντιπαροχής

είναι αυτή που υποπίπτει στην αντίληψη λογικού και έχοντος πείρα των σχετικών συναλλαγών ανθρώπου και η οποία υπερβαίνει το μέτρο κατά το οποίο είναι ανθρωπίνως φυσικό να απο-κομίζει ο ένας κάποιο όφελος από σύμβαση οικονομικού περιεχομένου επί ζημία του άλλουrdquo

30 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

διαπιστουμένης της αντικειμενικής αξίας των αμοιβαίων παροχών ακολου-

θεί η κρίση για το αν υφίσταται μεταξύ των προφανής δυσαναλογία λαμβα-

νομένων πάντοτε υπrsquo όψιν της φύσεως της συμβάσεως και του επιδιωκομέ-

νου με αυτήν οικονομικού σκοπού63 ενώ στις περιπτώσεις ακινήτων χρη-

σιμοποιείται ευρέως στην πράξη το κριτήριο της laesio enormis64

Ένα επιπλέον στοιχείο που λαμβάνεται υπrsquo όψιν για την διαπίστωση της υ-

πάρξεως προφανούς δυσαναλογίας είναι η λεγομένη ldquoρήτρα προσθέσεωςrdquo

δηλαδή το άθροισμα των ωφελημάτων που έλαβε ο καταπλεονέκτης και των

περιουσιακών ωφελημάτων που επιπροσθέτως κατέβαλλε ο καταπλεονε-

κτούμενος σε τρίτα πρόσωπα (πχ μεσιτεία αμοιβές σε βοηθητικά πρόσωπα

κλπ)

Υπάρχουν όμως και μερικά σχετιζόμενα με την δυσαναλογία των ανταλ-

λασσομένων παροχών ειδικότερα προβλήματα που εμφανίζονται συχνά

στην δικαστηριακή πράξη παρουσιάζοντα ταυτοχρόνως σπουδαίο δογματι-

κό ενδιαφέρον

(1) Πρόσθετο τίμημα στην πώληση ακινήτου μπορεί να ληφθεί υπrsquo όψιν

το επιπλέον του αναγραφομένου στο συμβολαιογραφικό έγγραφο τι-

μήματος επιπροσθέτως καταβληθέν τίμημα

(2) Το καταπλεονεκτικό σύμφωνο εξωνήσεως η συνομολόγηση δικαιώ-

ματος εξωνήσεως με τίμημα προφανώς δυσανάλογο εν σχέσει προς αυ-

τό της πωλήσεως μήπως υποκρύπτει τοκογλυφικό δάνειο Εδώ θα

πρέπει να σταθμιστεί η δυνατότητα του πωλητή να αποτρέψει την κα-

ταπλεονεκτική γιrsquo αυτόν ρύθμιση ασκώντας το δικαίωμα εξωνήσεως

Εάν δηλαδή ο πωλητής ασκήσει αυτό το δικαίωμα παρά την προφανή

δυσαναλογία η πώληση δεν έχει καταπλεονεκτικό χαρακτήρα

(3) Η διαπίστωση της προφανούς δυσαναλογίας στον συμβιβασμό τα

συγκρινόμενα μεγέθη είναι οι αμοιβαίες παραχωρήσεις των μερών και

όχι οι εκατέρωθεν αναλαμβανόμενες υποχρεώσεις προς παροχή Η σω-

στή όμως εκτίμηση των παραχωρήσεως προϋποθέτει ως αφετηρία

63 ΑΠ 20952009 64 Ο ΛΙΤΖΕΡΟΠΟΥΛΟΣ 1932208 επ προτείνει αποδοχή της υπάρξεως προφανούς δυσαναλογίας

όταν η μία παροχή δεν φθάνει το 60 ή 50της αξίας της άλλης Βλ επίσης υποσημείωση 560 στο ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012

31 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

την νομική κατάσταση που υπήρχε πριν τον συμβιβασμό υπερβολικές

αξιώσεις προβαλλόμενες αυθαιρέτως δεν λαμβάνονται εδώ υπrsquo όψιν

Η ύπαρξη της προφανούς δυσαναλογίας κρίνεται κατά τον χρόνο καταρτί-

σεως της συμβάσεως είναι αδιάφορο αν η προφανής δυσαναλογία επήλθε

αργότερα εκτός της περιπτώσεως όπου ο καταπλεονεκτούμενος στο πλαί-

σιο της υφισταμένης κυρίας συμβατικής σχέσεως συνομολογεί ή παρέχει

πρόσθετα περιουσιακά ωφελήματα (πχ εμπράγματη ασφάλεια) που προσ-

δίδουν πλέον στην συνολική συναλλαγή καταπλεονεκτικό χρώμα

δ Ανάγκη Κουφότητα Απειρία

(1) Ανάγκη

Είναι η κατάσταση ενός προσώπου (του δικαιοπρακτούντος ή κάποιου

που συνδέεται στενά με αυτόν) που ευρίσκεται σε άμεσο οικονομικό ή

άλλο κίνδυνο65 η αντιμετώπιση του οποίου είναι ανεπίδεκτη αναβο-

λής66 Η ανάγκη πρέπει να έχει χαρακτήρα επιτακτικό και να είναι τόσο

σοβαρή ώστε αντικειμενικώς κρινομένη να μπορεί να θεωρηθεί ότι

κάθε εχέφρων άνθρωπος θα οδηγείτο στην ίδια δικαιοπρακτική συ-

μπεριφορά

Ενώ η φύση της ανάγκης είναι συνήθως οικονομική η σπουδαιότητα

του διακινδυνευομένου αγαθού καθορίζει το αν η συγκεκριμένη κάθε

φορά περίπτωση μπορεί να υπαχθεί ή όχι στην ρύθμιση της ΑΚ 179βrsquo

Είναι αδιάφορο αν η ανάγκη είναι μόνιμη ή παροδική αφού αποφασι-

στική για την εφαρμογή της ΑΚ 179βrsquo είναι η ύπαρξη ανάγκης μόνο κα-

τά τον χρόνο καταρτίσεως της δικαιοπραξίας Η ανάγκη πρέπει να είναι

πραγματική και άμεση επιτακτική και ανεπίδεκτη αναβολής

(2) Κουφότητα

Προϋπόθεση της ορθής λειτουργίας της ιδιωτικής αυτονομίας είναι η

εκ μέρους των αντισυμβαλλομένων ορθολογική στάθμιση των υπέρ και

κατά της συμβατικής ρυθμίσεως Όταν όμως ο αντισυμβαλλόμενος α-

διαφορεί λόγω απερισκεψίας ή ελλείψεως επαρκούς σκέψεως και δεν

αποδίδει στις πράξεις του την σημασία την αξία και τις συνέπειες που

έχουν αυτές τότε η συναλλακτική συμπεριφορά του χαρακτηρίζεται

65 ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ 2012530 66 ΑΠ 19982007

32 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

από κουφότητα Η κουφότητα μπορεί να οφείλεται σε οποιονδήποτε

λόγο όπως είναι η πνευματική νόσος ου δεν επέφερε όμως ολική ή με-

ρική ασυνειδησία των πράξεων του προσώπου ώστε να το κάνει εντε-

λώς ή περιορισμένως ανίκανο για την σύνταξη δικαιοπραξίας67

(3) Απειρία

Ως απειρία νοείται η έλλειψη της περί τη ζωή και τις συναλλαγές πεί-

ρας68 Το ερώτημα όμως είναι αν η σχετική με συγκεκριμένη δικαιο-

πραξία απειρία στοιχειοθετεί την απειρία της ΑΚ 179βrsquo ή όχι Γίνεται

δεκτό ότι υπάρχουν τρείς διαβαθμίσεις69 της απειρίας

(α) Η καθολική όπου ο συμβαλλόμενος στερείται παντελώς συναλ-

λακτικής πείρας και κατά συνέπειαν η περίπτωσή του υπάγεται

στην ρύθμιση της ΑΚ 179β΄

(β) Η απειρία σε ορισμένο μόνο συναλλακτικό τομέα (λχ πράξεις

επί ακινήτων χρηματιστηριακές συναλλαγές κλπ) εδώ η απειρία

δεν αποτελεί σταθερή ιδιότητα του προσώπου και παρά το ότι η

γενική του πείρα του επιτρέπει να κρίνει το επισφαλές της δικαι-

οπραξίας στην οποία προβαίνει η ελευθερία δικαιοπρακτικής α-

ποφάσεώς του δεν παύει να είναι διαταραγμένη Κατά συνέπεια

δικαιούται της προστασίας της ΑΚ 179βrsquo

(γ) Προβληματική αλλά και με πολύ μεγάλη πρακτική σημασία είναι

η τρίτη μορφή απειρίας που χαρακτηρίζεται από την έλλειψη ει-

δικών γνώσεων πού έχει ανάγκη ο σύγχρονος καταναλωτής στις

καθημερινές συναλλαγές του γνώσεων απαραιτήτων για τον

σχηματισμό σωστής εικόνας της προσφερόμενης σε αυτόν παρο-

χής Κι΄ εδώ η ελευθερία δικαιοπρακτικής αποφάσεως του κατα-

ναλωτή αδαούς όντος λόγω ανεπαρκούς πληροφορήσεως εμφα-

νίζεται διαταραγμένη και άξια της κατά την ΑΚ 179βrsquo προστασίας

ε Εκμετάλλευση

Ενώ η νομολογία μας θεωρεί αναγκαίο στοιχείο της ΑΚ 179βrsquo την υποκειμενι-

κή προϋπόθεση της εκμεταλλεύσεως την οποία πρέπει να αποδεικνύει ο ε-

67 ΑΠ 3821992 ΝοΒ 41874 68 ΑΠ 9362007 69 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012196 επ

33 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

πικαλούμενος την εφαρμογή της διατάξεως δεν έχει μέχρι τώρα αποσαφη-

νιστεί πλήρως σε τι ακριβώς συνίσταται η ldquoεκμετάλλευσηrdquo Βέβαιο πάντως

είναι ότι το στοιχείο αυτό δεν θα πρέπει να θεωρηθεί ως ηθική μομφή στο

πρόσωπο του καταπλεονέκτη

Κατrsquo αρχάς απορρίπτεται η επίκληση δόλου αφού ο δόλος απαιτείται από

την λειτουργία της ποινής και είναι ξένος προς τον λειτουργικό ρόλο της α-

κυρότητας της ανήθικης δικαιοπραξίας Το ότι δεν πρόκειται περί μομφής

φαίνεται στις περιπτώσεις καταρτίσεως δικαιοπραξίας κατά παράκλησιν

του αντισυμβαλλομένου και όχι από εκμεταλλευτική διάθεση του καταπλεο-

νέκτη Επιπλέον εάν επρόκειτο περί συνειδήσεως της ανηθικότητος εκ μέ-

ρους του καταπλεονέκτη μια τέτοια συνείδηση λόγω του περιεχομένου σε

αυτήν αξιολογικού και βουλητικού στοιχείου θα ισοδυναμούσε με πταίσμα

και δη στον βαθμό του dolus malus στοιχείου όμως ξένου προς την προ-

βληματική των ανήθικων γενικώς δικαιοπραξιών

Η ελληνική νομολογία φαίνεται να ακολουθεί την άποψη ότι ο καταπλεονέ-

κτης γνωρίζει την συναλλακτικώς δυσμενή θέση του καταπλεονεκτούμενου

και την προφανή δυσαναλογία μεταξύ παροχής και αντιπαροχής στοιχεία τα

οποία δεν θεωρεί ως λόγο προσωπικής μομφής κατά του καταπλεονέκτη αλ-

λά καταλογισμού σε αυτόν του κινδύνου της ακυρότητας της δικαιοπραξίας

Τα δικαστήρια φαίνεται ότι ταυτίζουν την εκμετάλλευση με την εκ μέρους

του καταπλεονέκτη γνώση της συναλλακτικώς δυσμενούς θέσεως του κα-

ταπλεονεκτούμενου Είναι συνήθης στις αποφάσεις η επωδός ldquoεπωφελήθη-

κεrdquo70 της γνωστής σε αυτόν ανάγκης κουφότητας ή απειρίας Γίνεται όμως

παγίως δεκτό ότι αν ο καταπλεονέκτης αγνοούσε την κατάσταση του αντι-

συμβαλλομένου του δεν υπάρχει εκμετάλλευση κατά την ΑΚ 179βrsquo Και βε-

βαίως ερωτάται γιατί θα πρέπει να γνωρίζει μόνο την ανάγκη κουφότητα ή

απειρία και όχι και την προφανή δυσαναλογία των αμοιβαίων παροχών

4 Έννομες συνέπειες

Η καταπλεονεκτική δικαιοπραξία είναι απολύτως άκυρη και για τα δύο μέρη

κατά την έννοια της ΑΚ 180 Την ακυρότητα μπορεί να προβάλλει και κάθε τρίτος

70 Πρβλ ΑΠ 20952009 34 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

που έχει έννομο συμφέρον επομένως και ο κληρονόμος ενός από τους συναλλαγέ-

ντες71

Δεν αποκλείεται και μερική ακυρότητα της δικαιοπραξίας Τούτο θα συμβεί

εάν μπορεί να προσδιορισθεί ακριβώς η μεταξύ παροχής και αντιπαροχής αναλο-

γία οπότε η δικαιοπραξία είναι άκυρη κατά το υπερβάλλον72 Κατά πόσον σε τέ-

τοια περίπτωση η μερική ακυρότητα θα συνεπιφέρει την ακυρότητα της όλης δι-

καιοπραξίας κρίνεται κατά την ΑΚ 18173

Σύμβαση εντόκου δανείου μπορεί να χαρακτηρισθεί καταπλεονεκτική συμ-

φώνως προς την ΑΚ 179 μόνο στην περίπτωση συνομολογήσεως ή λήψεως αθέ-

μιτων (τοκογλυφικών) τόκων εν σχέσει προς την αντιπαροχή με την εκμετάλ-

λευση της ανάγκης κουφότητας κλπ του δανεισθέντος οπότε και επέρχεται είτε

ολοκληρωτική και απόλυτη ακυρότητα της καταπλεονεκτικής δικαιοπραξίας κα-

τά τον κανόνα της ΑΚ 181 είτε μερική ακυρότητα οπότε αφού προσδιορισθεί

ακριβώς η μεταξύ παροχής και αντιπαροχής αναλογία η δικαιοπραξία είναι αι-

σχροκερδής και άκυρη κατά το υπερβάλλον

Η προβολή της ακυρότητας από εκείνον που μετήλθε την εκμετάλλευση

μπορεί να αποκρουσθεί με την ένσταση της ΑΚ 281 Αυτό μπορεί να συμβεί όταν

το δικαίωμα ακυρώσεως ασκείται καθυστερημένα εφ΄ όσον όμως συντρέχουν

και άλλα περιστατικά74

Οι παροχές που έγιναν σε εκπλήρωση της καταπλεονεκτικής υποσχετικής

συμβάσεως μπορούν να αναζητηθούν είτε με διεκδικητική αγωγή είτε με αγωγή

αδικαιολόγητου πλουτισμού Αυτός που ζημιώθηκε από την αισχροκερδή δικαιο-

πραξία δικαιούται εφ΄ όσον συντρέχουν οι όροι των ΑΚ 919 και ΑΚ 914 και απο-

ζημιώσεως

71 ΑΠ 9362007 72 ΜΠΑΛΗΣ 1944191 73 ΜΠΑΛΗΣ op cit 74 Για την προστασία των καλόπιστων τρίτων μέσω της ΑΚ 281 βλ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012232 επ

35 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ ΣΤ ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ Γενικές Αρχές Αστικού Δικαίου Π Ν Σάκκουλας 2012 ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ ΣΤ ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ndash ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟΣ ΠΑΝ ΜΙΧΑΗΛ Αστικός Κώδικας κατ΄ άρ-

θρο ερμηνεία τόμος Ι Π Ν Σάκκουλας 1978 ΛΑΔΑΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ Α Η ακυρότητα της δικαιοπραξίας λόγω αντιθέσεως εις τα χρη-

στά ήθη χό Θεσσαλονίκη 1979 ΛΙΤΖΕΡΟΠΟΥΛΟΣ Γ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ Η Νομολογία ως παράγων διαπλάσεως του ιδιωτικού

δικαίου Θεσσαλονίκη 1932 ΜΠΑΛΗΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ Α Γενικαί αρχαί του Αστικού Δικαίου Παπαζήσης 1944 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ ΑΛ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ Οι καταπλεονεκτικές δικαιοπραξίες Σάκκουλας Αντ

Ν 1983 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ ΑΛ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ Δικαιοπραξιες αντίθετες προς τα χρηστά ήθη Σάκ-

κουλας Αντ Ν 2012 ΠΑΠΑΣΤΕΡΙΟΥ Η ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ Αστικό Δίκαιο Επιτομή Εκδόσεις Σάκκουλα ΑΕ 2010 ΣΠΥΡΙΔΑΚΗΣ Σ ΙΩΑΝΝΗΣ Εγχειρίδιο Αστ Δικαίου 1 - Γενικές Αρχές Αντ Ν Σάκκου-

λας 2004 ΤΕΛΛΗΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ Δ Ρήτρα μετασυμβατικής απαγόρευσης ανταγωνισμού στο δί-

καιο εταιρειών και επιχειρήσεων λειτουργία και δικαστικός έλεγχος του περιε-χομένου της Εκδόσεις Σάκκουλα ΑΕ 2007

ΤΟΥΣΗΣ ΧΡ ΑΝΔΡΕΑΣ Γενικαί Αρχαί του Αστικού Δικαίου μετʹ εισαγωγής εις το δίκαι-ον εν γένει Αφοί Σάκκουλα 1978

ΤΡΙΑΝΤΟΣ Τ ΝΙΚΟΛΑΟΣ Δικαιοπραξιες Νομική Βιβλιοθηκη 2011 ΤΡΙΑΝΤΟΣ Τ ΝΙΚΟΛΑΟΣ Αστικό Δίκαιο-Επιτομή Νομική Βιβλιοθήκη 2013 ΦΙΛΙΟΣ ΧΡ ΠΑΥΛΟΣ Γενικές Αρχές Αστικού Δικαίου Εκδόσεις Σάκκουλα ΑΕ 2011 ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΕΙΣ ΑΝΔΡΟΥΛΙΔΑΚΗ-ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗ ΙΣΜΗΝΗ Η αντίθεση της διαθήκης στα χρηστά ήθη ΝοΒ

301234 ΠΕΛΕΝΗ-ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ Α Η αντιμετώπιση από τη νομολογία του άρθρου 179 περ

α΄ ΑΚ ΕλλΔνη 199459 ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟΣ ΠΑΝ ΜΙΧΑΗΛ-ΛΑΔΟΓΙΑΝΝΗΣ ΓΕΩΡ Κριτήρια αντίθεσης συμφώνου

προτίμησης προς τα χρηστά ήθη (γνμδ) ΧρΙΔ 1263 ΤΟΥΣΗΣ ΧΡ ΑΝΔΡΕΑΣ Η έννοια των χρηστών ηθών ΕΕΝ 231956 ΦΑΣΟΥΛΑΣ ΖΗΣΗΣ Η απάτη και η ακυρότητα της δικαιοπραξίας ως αντίθετη στα

χρηστά ήθη ΠοινΧρ 921032

36 36

  • 2 Συμβατική ελευθερία και γενικές ρήτρες
  • 4 Κριτήρια προσδιορισμού των χρηστών ηθών
    • Μια πρώτη κατηγοριοποίηση όμως αντίθεσης στα χρηστά ήθη μπορεί να γίνει με βάση το αν αυτή προκύπτει από το περιεχόμενο τους
      • 10 Ακυρότητα
      • α Απόλυτη ή σχετική
      • β Συνολική ή μερική
      • γ Ακυρότητα στις αιτιώδεις και αναιτιώδεις δικαιοπραξίες
      • 11 Δικονομική μεταχείριση
      • 12 Επίγραμμα

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

3 Η Καταπλεονεκτική Δικαιοπραξία

α Γενικά ndash σχέση με ΠΚ 404 405

Σύμφωνα με το πραγματικό της ΑΚ 179βrsquo καταπλεονεκτική δικαιοπραξία

υπάρχει όταν στο πρόσωπο του καταπλεονεκτούμενου συντρέχουν προφα-

νής δυσαναλογία παροχής και αντιπαροχής ανάγκη κουφότητα ή απειρία

και εκμετάλλευση της μειονεκτικής αυτής θέσεως από τον καταπλεονέκτη

Σύμφωνα με την νομολογία για την πλήρωση του πραγματικού απαιτείται η

συνδρομή και των τριών αυτών προϋποθέσεων σωρευτικώς

Γίνεται δεκτό ότι σε περίπτωση ελλείψεως κάποιου από τα ανωτέρω στοι-

χείου καταφάσκεται η ακυρότητα της δικαιοπραξίας με αναγωγή στην γενι-

κή ρήτρα της ΑΚ 178 υπό την προϋπόθεση ότι συντρέχουν πρόσθετα στοι-

χεία τα οποία μπορούν να προσδώσουν στην δικαιοπραξία το χρώμα της α-

νηθικότητας

Εκδήλωση της απαγορεύσεως της καταπλεονεκτήσεως αποτελεί η ρύθμιση

των άρθρων ΠΚ 404 (τοκογλυφία) και ΠΚ 405 (αισχροκέρδεια) το πραγμα-

τικό των οποίων είναι ουσιαστικώς ίδιο με αυτό της ΑΚ 179βrsquo Αν και τίποτε

δεν εμποδίζει για την ακυρότητα καταπλεονεκτικής δικαιοπραξίας την πα-

ράλληλη επίκληση και των δύο νομοθετικών βάσεων ορθότερη θεωρείται να

διαφυλαχθεί η αυτονομία της ρυθμίσεως της ΑΚ179βrsquo αφού ο νομοθέτης

φαίνεται ότι θέλησε να ρυθμίσει ρητώς τις συνέπειες της καταπλεονεκτήσε-

ως τον ΑΚ

β Προϋποθέσεις εφαρμογής της διατάξεως

Καταπλεονέκτηση μπορεί να υπάρχει σε κάθε τύπο επαχθούς δικαιοπραξίας

με περιουσιακό περιεχόμενο58 οι οποίες μπορεί να είναι αμφοτεροβαρείς

ετεροβαρείς αιτιώδεις αναιτιώδεις (όπως πχ η αγοραπωλησία η μίσθωση

58 Διαφορετικό είναι το ζήτημα της παροχής περιουσιακού ωφελήματος με ldquoανεξάρτητηrdquo μονομε-ρή δικαιοπραξία με την οποία προσδίδεται καταπλεονεκτικό χρώμα σε προηγούμενη σύμβαση από την οποία θα πηγάζει συνήθως η υποχρέωση για τέλεση της μονομερούς δικαιοπραξίας (πχ παροχή υποθήκης)

29 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

πράγματος ή έργου ή εργασίας η εταιρεία η σύμβαση μεσιτείας ή εγγύηση)

όταν αυτές καταρτίζονται με δυσανάλογο αντάλλαγμα59

Η ΑΚ 179βrsquo δεν εφαρμόζεται στις χαριστικές δικαιοπραξίες γιατί η επίδοση

της περιουσίας γίνεται χωρίς αντάλλαγμα και έτσι δεν υπάρχει δυσαναλογία

παροχής και αντιπαροχής όπως πχ στην δωρεά στην εντολή στην άφεση

χρέους στην παρακαταθήκη χωρίς αμοιβή ή στην εγγύηση εκτός αν αυτή

ανελήφθη στο πλαίσιο μιάς αμφοτεροβαρούς συμβάσεως με ευρύτερο περι-

εχόμενο

γ Προφανής δυσαναλογία μεταξύ παροχών

Στην καταπλεονεκτική σύμβαση η ελευθερία δικαιοπρακτικής αποφάσεως

του καταπλεονεκτούμενου είναι διαταραγμένη αφού αυτός ευρίσκεται σε

μία δυσμενή σε σχέση με τον καταπλεονέκτη θέση που δεν του επιτρέπει να

προασπίσει ορθολογικώς τα συνδεόμενα με την σύμβαση συμφέροντά του

έτσι ο μηχανισμός συμβάσεως δεν μπορεί εδώ να παράσχει κανένα εχέγγυο

ορθότητος Ότι το περιεχόμενο της καταπλεονεκτικής συμβάσεως δεν είναι

ldquoορθόrdquo μαρτυρεί τελικώς η ύπαρξη της προφανούς δυσαναλογίας

Η προφανής δυσαναλογία των ανταλλασσομένων παροχών ανάγεται σε

απαραίτητο στοιχείο του πραγματικού της καταπλεονεκτήσεως στην ΑΚ

179βrsquo ενώ ταυτοχρόνως είναι και πρόβλημα που για να κατανοηθεί σωστά

πρέπει να φωτισθεί μέσα από τον συνδυασμό και την αντίθεση μιάς πλειά-

δος αρχών οι οποίες σε κινητή μεταξύ των σχέση συγκροτούν το σύστημα

του δικαίου των ενοχικών συμβάσεων60

Ως έννοια αόριστη είναι αναμφισβητήτως έννοια νομική και η υπαγωγή σε

αυτήν της σχέσεως αξίας των αμοιβαίων παροχών αποτελεί κρίσιν αξιολο-

γική υποκείμενη στον έλεγχο του ΑΠ61

Ομοφώνως γίνεται δεκτό ότι αφετηρία της κρίσεως περί υπάρξεως ή μη

προφανούς δυσαναλογίας πρέπει να αποτελεί η αντικειμενική αξία των α-

νταλλασσομένων παροχών δηλαδή η συνήθης στις συναλλαγές αξία62 Έτσι

59 Βλ ΜΠΑΛΗΣ 1944190 (sect66) 60 Βλ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 19837 σημ 23 61 ΦΙΛΙΟΣ 2011 sect147Β 62 Πρβλ ΑΠ 20952009 (Α1 Τμήμα) ldquohellipφανερή δυσαναλογία μεταξύ παροχής και αντιπαροχής

είναι αυτή που υποπίπτει στην αντίληψη λογικού και έχοντος πείρα των σχετικών συναλλαγών ανθρώπου και η οποία υπερβαίνει το μέτρο κατά το οποίο είναι ανθρωπίνως φυσικό να απο-κομίζει ο ένας κάποιο όφελος από σύμβαση οικονομικού περιεχομένου επί ζημία του άλλουrdquo

30 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

διαπιστουμένης της αντικειμενικής αξίας των αμοιβαίων παροχών ακολου-

θεί η κρίση για το αν υφίσταται μεταξύ των προφανής δυσαναλογία λαμβα-

νομένων πάντοτε υπrsquo όψιν της φύσεως της συμβάσεως και του επιδιωκομέ-

νου με αυτήν οικονομικού σκοπού63 ενώ στις περιπτώσεις ακινήτων χρη-

σιμοποιείται ευρέως στην πράξη το κριτήριο της laesio enormis64

Ένα επιπλέον στοιχείο που λαμβάνεται υπrsquo όψιν για την διαπίστωση της υ-

πάρξεως προφανούς δυσαναλογίας είναι η λεγομένη ldquoρήτρα προσθέσεωςrdquo

δηλαδή το άθροισμα των ωφελημάτων που έλαβε ο καταπλεονέκτης και των

περιουσιακών ωφελημάτων που επιπροσθέτως κατέβαλλε ο καταπλεονε-

κτούμενος σε τρίτα πρόσωπα (πχ μεσιτεία αμοιβές σε βοηθητικά πρόσωπα

κλπ)

Υπάρχουν όμως και μερικά σχετιζόμενα με την δυσαναλογία των ανταλ-

λασσομένων παροχών ειδικότερα προβλήματα που εμφανίζονται συχνά

στην δικαστηριακή πράξη παρουσιάζοντα ταυτοχρόνως σπουδαίο δογματι-

κό ενδιαφέρον

(1) Πρόσθετο τίμημα στην πώληση ακινήτου μπορεί να ληφθεί υπrsquo όψιν

το επιπλέον του αναγραφομένου στο συμβολαιογραφικό έγγραφο τι-

μήματος επιπροσθέτως καταβληθέν τίμημα

(2) Το καταπλεονεκτικό σύμφωνο εξωνήσεως η συνομολόγηση δικαιώ-

ματος εξωνήσεως με τίμημα προφανώς δυσανάλογο εν σχέσει προς αυ-

τό της πωλήσεως μήπως υποκρύπτει τοκογλυφικό δάνειο Εδώ θα

πρέπει να σταθμιστεί η δυνατότητα του πωλητή να αποτρέψει την κα-

ταπλεονεκτική γιrsquo αυτόν ρύθμιση ασκώντας το δικαίωμα εξωνήσεως

Εάν δηλαδή ο πωλητής ασκήσει αυτό το δικαίωμα παρά την προφανή

δυσαναλογία η πώληση δεν έχει καταπλεονεκτικό χαρακτήρα

(3) Η διαπίστωση της προφανούς δυσαναλογίας στον συμβιβασμό τα

συγκρινόμενα μεγέθη είναι οι αμοιβαίες παραχωρήσεις των μερών και

όχι οι εκατέρωθεν αναλαμβανόμενες υποχρεώσεις προς παροχή Η σω-

στή όμως εκτίμηση των παραχωρήσεως προϋποθέτει ως αφετηρία

63 ΑΠ 20952009 64 Ο ΛΙΤΖΕΡΟΠΟΥΛΟΣ 1932208 επ προτείνει αποδοχή της υπάρξεως προφανούς δυσαναλογίας

όταν η μία παροχή δεν φθάνει το 60 ή 50της αξίας της άλλης Βλ επίσης υποσημείωση 560 στο ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012

31 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

την νομική κατάσταση που υπήρχε πριν τον συμβιβασμό υπερβολικές

αξιώσεις προβαλλόμενες αυθαιρέτως δεν λαμβάνονται εδώ υπrsquo όψιν

Η ύπαρξη της προφανούς δυσαναλογίας κρίνεται κατά τον χρόνο καταρτί-

σεως της συμβάσεως είναι αδιάφορο αν η προφανής δυσαναλογία επήλθε

αργότερα εκτός της περιπτώσεως όπου ο καταπλεονεκτούμενος στο πλαί-

σιο της υφισταμένης κυρίας συμβατικής σχέσεως συνομολογεί ή παρέχει

πρόσθετα περιουσιακά ωφελήματα (πχ εμπράγματη ασφάλεια) που προσ-

δίδουν πλέον στην συνολική συναλλαγή καταπλεονεκτικό χρώμα

δ Ανάγκη Κουφότητα Απειρία

(1) Ανάγκη

Είναι η κατάσταση ενός προσώπου (του δικαιοπρακτούντος ή κάποιου

που συνδέεται στενά με αυτόν) που ευρίσκεται σε άμεσο οικονομικό ή

άλλο κίνδυνο65 η αντιμετώπιση του οποίου είναι ανεπίδεκτη αναβο-

λής66 Η ανάγκη πρέπει να έχει χαρακτήρα επιτακτικό και να είναι τόσο

σοβαρή ώστε αντικειμενικώς κρινομένη να μπορεί να θεωρηθεί ότι

κάθε εχέφρων άνθρωπος θα οδηγείτο στην ίδια δικαιοπρακτική συ-

μπεριφορά

Ενώ η φύση της ανάγκης είναι συνήθως οικονομική η σπουδαιότητα

του διακινδυνευομένου αγαθού καθορίζει το αν η συγκεκριμένη κάθε

φορά περίπτωση μπορεί να υπαχθεί ή όχι στην ρύθμιση της ΑΚ 179βrsquo

Είναι αδιάφορο αν η ανάγκη είναι μόνιμη ή παροδική αφού αποφασι-

στική για την εφαρμογή της ΑΚ 179βrsquo είναι η ύπαρξη ανάγκης μόνο κα-

τά τον χρόνο καταρτίσεως της δικαιοπραξίας Η ανάγκη πρέπει να είναι

πραγματική και άμεση επιτακτική και ανεπίδεκτη αναβολής

(2) Κουφότητα

Προϋπόθεση της ορθής λειτουργίας της ιδιωτικής αυτονομίας είναι η

εκ μέρους των αντισυμβαλλομένων ορθολογική στάθμιση των υπέρ και

κατά της συμβατικής ρυθμίσεως Όταν όμως ο αντισυμβαλλόμενος α-

διαφορεί λόγω απερισκεψίας ή ελλείψεως επαρκούς σκέψεως και δεν

αποδίδει στις πράξεις του την σημασία την αξία και τις συνέπειες που

έχουν αυτές τότε η συναλλακτική συμπεριφορά του χαρακτηρίζεται

65 ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ 2012530 66 ΑΠ 19982007

32 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

από κουφότητα Η κουφότητα μπορεί να οφείλεται σε οποιονδήποτε

λόγο όπως είναι η πνευματική νόσος ου δεν επέφερε όμως ολική ή με-

ρική ασυνειδησία των πράξεων του προσώπου ώστε να το κάνει εντε-

λώς ή περιορισμένως ανίκανο για την σύνταξη δικαιοπραξίας67

(3) Απειρία

Ως απειρία νοείται η έλλειψη της περί τη ζωή και τις συναλλαγές πεί-

ρας68 Το ερώτημα όμως είναι αν η σχετική με συγκεκριμένη δικαιο-

πραξία απειρία στοιχειοθετεί την απειρία της ΑΚ 179βrsquo ή όχι Γίνεται

δεκτό ότι υπάρχουν τρείς διαβαθμίσεις69 της απειρίας

(α) Η καθολική όπου ο συμβαλλόμενος στερείται παντελώς συναλ-

λακτικής πείρας και κατά συνέπειαν η περίπτωσή του υπάγεται

στην ρύθμιση της ΑΚ 179β΄

(β) Η απειρία σε ορισμένο μόνο συναλλακτικό τομέα (λχ πράξεις

επί ακινήτων χρηματιστηριακές συναλλαγές κλπ) εδώ η απειρία

δεν αποτελεί σταθερή ιδιότητα του προσώπου και παρά το ότι η

γενική του πείρα του επιτρέπει να κρίνει το επισφαλές της δικαι-

οπραξίας στην οποία προβαίνει η ελευθερία δικαιοπρακτικής α-

ποφάσεώς του δεν παύει να είναι διαταραγμένη Κατά συνέπεια

δικαιούται της προστασίας της ΑΚ 179βrsquo

(γ) Προβληματική αλλά και με πολύ μεγάλη πρακτική σημασία είναι

η τρίτη μορφή απειρίας που χαρακτηρίζεται από την έλλειψη ει-

δικών γνώσεων πού έχει ανάγκη ο σύγχρονος καταναλωτής στις

καθημερινές συναλλαγές του γνώσεων απαραιτήτων για τον

σχηματισμό σωστής εικόνας της προσφερόμενης σε αυτόν παρο-

χής Κι΄ εδώ η ελευθερία δικαιοπρακτικής αποφάσεως του κατα-

ναλωτή αδαούς όντος λόγω ανεπαρκούς πληροφορήσεως εμφα-

νίζεται διαταραγμένη και άξια της κατά την ΑΚ 179βrsquo προστασίας

ε Εκμετάλλευση

Ενώ η νομολογία μας θεωρεί αναγκαίο στοιχείο της ΑΚ 179βrsquo την υποκειμενι-

κή προϋπόθεση της εκμεταλλεύσεως την οποία πρέπει να αποδεικνύει ο ε-

67 ΑΠ 3821992 ΝοΒ 41874 68 ΑΠ 9362007 69 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012196 επ

33 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

πικαλούμενος την εφαρμογή της διατάξεως δεν έχει μέχρι τώρα αποσαφη-

νιστεί πλήρως σε τι ακριβώς συνίσταται η ldquoεκμετάλλευσηrdquo Βέβαιο πάντως

είναι ότι το στοιχείο αυτό δεν θα πρέπει να θεωρηθεί ως ηθική μομφή στο

πρόσωπο του καταπλεονέκτη

Κατrsquo αρχάς απορρίπτεται η επίκληση δόλου αφού ο δόλος απαιτείται από

την λειτουργία της ποινής και είναι ξένος προς τον λειτουργικό ρόλο της α-

κυρότητας της ανήθικης δικαιοπραξίας Το ότι δεν πρόκειται περί μομφής

φαίνεται στις περιπτώσεις καταρτίσεως δικαιοπραξίας κατά παράκλησιν

του αντισυμβαλλομένου και όχι από εκμεταλλευτική διάθεση του καταπλεο-

νέκτη Επιπλέον εάν επρόκειτο περί συνειδήσεως της ανηθικότητος εκ μέ-

ρους του καταπλεονέκτη μια τέτοια συνείδηση λόγω του περιεχομένου σε

αυτήν αξιολογικού και βουλητικού στοιχείου θα ισοδυναμούσε με πταίσμα

και δη στον βαθμό του dolus malus στοιχείου όμως ξένου προς την προ-

βληματική των ανήθικων γενικώς δικαιοπραξιών

Η ελληνική νομολογία φαίνεται να ακολουθεί την άποψη ότι ο καταπλεονέ-

κτης γνωρίζει την συναλλακτικώς δυσμενή θέση του καταπλεονεκτούμενου

και την προφανή δυσαναλογία μεταξύ παροχής και αντιπαροχής στοιχεία τα

οποία δεν θεωρεί ως λόγο προσωπικής μομφής κατά του καταπλεονέκτη αλ-

λά καταλογισμού σε αυτόν του κινδύνου της ακυρότητας της δικαιοπραξίας

Τα δικαστήρια φαίνεται ότι ταυτίζουν την εκμετάλλευση με την εκ μέρους

του καταπλεονέκτη γνώση της συναλλακτικώς δυσμενούς θέσεως του κα-

ταπλεονεκτούμενου Είναι συνήθης στις αποφάσεις η επωδός ldquoεπωφελήθη-

κεrdquo70 της γνωστής σε αυτόν ανάγκης κουφότητας ή απειρίας Γίνεται όμως

παγίως δεκτό ότι αν ο καταπλεονέκτης αγνοούσε την κατάσταση του αντι-

συμβαλλομένου του δεν υπάρχει εκμετάλλευση κατά την ΑΚ 179βrsquo Και βε-

βαίως ερωτάται γιατί θα πρέπει να γνωρίζει μόνο την ανάγκη κουφότητα ή

απειρία και όχι και την προφανή δυσαναλογία των αμοιβαίων παροχών

4 Έννομες συνέπειες

Η καταπλεονεκτική δικαιοπραξία είναι απολύτως άκυρη και για τα δύο μέρη

κατά την έννοια της ΑΚ 180 Την ακυρότητα μπορεί να προβάλλει και κάθε τρίτος

70 Πρβλ ΑΠ 20952009 34 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

που έχει έννομο συμφέρον επομένως και ο κληρονόμος ενός από τους συναλλαγέ-

ντες71

Δεν αποκλείεται και μερική ακυρότητα της δικαιοπραξίας Τούτο θα συμβεί

εάν μπορεί να προσδιορισθεί ακριβώς η μεταξύ παροχής και αντιπαροχής αναλο-

γία οπότε η δικαιοπραξία είναι άκυρη κατά το υπερβάλλον72 Κατά πόσον σε τέ-

τοια περίπτωση η μερική ακυρότητα θα συνεπιφέρει την ακυρότητα της όλης δι-

καιοπραξίας κρίνεται κατά την ΑΚ 18173

Σύμβαση εντόκου δανείου μπορεί να χαρακτηρισθεί καταπλεονεκτική συμ-

φώνως προς την ΑΚ 179 μόνο στην περίπτωση συνομολογήσεως ή λήψεως αθέ-

μιτων (τοκογλυφικών) τόκων εν σχέσει προς την αντιπαροχή με την εκμετάλ-

λευση της ανάγκης κουφότητας κλπ του δανεισθέντος οπότε και επέρχεται είτε

ολοκληρωτική και απόλυτη ακυρότητα της καταπλεονεκτικής δικαιοπραξίας κα-

τά τον κανόνα της ΑΚ 181 είτε μερική ακυρότητα οπότε αφού προσδιορισθεί

ακριβώς η μεταξύ παροχής και αντιπαροχής αναλογία η δικαιοπραξία είναι αι-

σχροκερδής και άκυρη κατά το υπερβάλλον

Η προβολή της ακυρότητας από εκείνον που μετήλθε την εκμετάλλευση

μπορεί να αποκρουσθεί με την ένσταση της ΑΚ 281 Αυτό μπορεί να συμβεί όταν

το δικαίωμα ακυρώσεως ασκείται καθυστερημένα εφ΄ όσον όμως συντρέχουν

και άλλα περιστατικά74

Οι παροχές που έγιναν σε εκπλήρωση της καταπλεονεκτικής υποσχετικής

συμβάσεως μπορούν να αναζητηθούν είτε με διεκδικητική αγωγή είτε με αγωγή

αδικαιολόγητου πλουτισμού Αυτός που ζημιώθηκε από την αισχροκερδή δικαιο-

πραξία δικαιούται εφ΄ όσον συντρέχουν οι όροι των ΑΚ 919 και ΑΚ 914 και απο-

ζημιώσεως

71 ΑΠ 9362007 72 ΜΠΑΛΗΣ 1944191 73 ΜΠΑΛΗΣ op cit 74 Για την προστασία των καλόπιστων τρίτων μέσω της ΑΚ 281 βλ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012232 επ

35 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ ΣΤ ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ Γενικές Αρχές Αστικού Δικαίου Π Ν Σάκκουλας 2012 ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ ΣΤ ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ndash ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟΣ ΠΑΝ ΜΙΧΑΗΛ Αστικός Κώδικας κατ΄ άρ-

θρο ερμηνεία τόμος Ι Π Ν Σάκκουλας 1978 ΛΑΔΑΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ Α Η ακυρότητα της δικαιοπραξίας λόγω αντιθέσεως εις τα χρη-

στά ήθη χό Θεσσαλονίκη 1979 ΛΙΤΖΕΡΟΠΟΥΛΟΣ Γ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ Η Νομολογία ως παράγων διαπλάσεως του ιδιωτικού

δικαίου Θεσσαλονίκη 1932 ΜΠΑΛΗΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ Α Γενικαί αρχαί του Αστικού Δικαίου Παπαζήσης 1944 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ ΑΛ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ Οι καταπλεονεκτικές δικαιοπραξίες Σάκκουλας Αντ

Ν 1983 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ ΑΛ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ Δικαιοπραξιες αντίθετες προς τα χρηστά ήθη Σάκ-

κουλας Αντ Ν 2012 ΠΑΠΑΣΤΕΡΙΟΥ Η ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ Αστικό Δίκαιο Επιτομή Εκδόσεις Σάκκουλα ΑΕ 2010 ΣΠΥΡΙΔΑΚΗΣ Σ ΙΩΑΝΝΗΣ Εγχειρίδιο Αστ Δικαίου 1 - Γενικές Αρχές Αντ Ν Σάκκου-

λας 2004 ΤΕΛΛΗΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ Δ Ρήτρα μετασυμβατικής απαγόρευσης ανταγωνισμού στο δί-

καιο εταιρειών και επιχειρήσεων λειτουργία και δικαστικός έλεγχος του περιε-χομένου της Εκδόσεις Σάκκουλα ΑΕ 2007

ΤΟΥΣΗΣ ΧΡ ΑΝΔΡΕΑΣ Γενικαί Αρχαί του Αστικού Δικαίου μετʹ εισαγωγής εις το δίκαι-ον εν γένει Αφοί Σάκκουλα 1978

ΤΡΙΑΝΤΟΣ Τ ΝΙΚΟΛΑΟΣ Δικαιοπραξιες Νομική Βιβλιοθηκη 2011 ΤΡΙΑΝΤΟΣ Τ ΝΙΚΟΛΑΟΣ Αστικό Δίκαιο-Επιτομή Νομική Βιβλιοθήκη 2013 ΦΙΛΙΟΣ ΧΡ ΠΑΥΛΟΣ Γενικές Αρχές Αστικού Δικαίου Εκδόσεις Σάκκουλα ΑΕ 2011 ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΕΙΣ ΑΝΔΡΟΥΛΙΔΑΚΗ-ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗ ΙΣΜΗΝΗ Η αντίθεση της διαθήκης στα χρηστά ήθη ΝοΒ

301234 ΠΕΛΕΝΗ-ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ Α Η αντιμετώπιση από τη νομολογία του άρθρου 179 περ

α΄ ΑΚ ΕλλΔνη 199459 ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟΣ ΠΑΝ ΜΙΧΑΗΛ-ΛΑΔΟΓΙΑΝΝΗΣ ΓΕΩΡ Κριτήρια αντίθεσης συμφώνου

προτίμησης προς τα χρηστά ήθη (γνμδ) ΧρΙΔ 1263 ΤΟΥΣΗΣ ΧΡ ΑΝΔΡΕΑΣ Η έννοια των χρηστών ηθών ΕΕΝ 231956 ΦΑΣΟΥΛΑΣ ΖΗΣΗΣ Η απάτη και η ακυρότητα της δικαιοπραξίας ως αντίθετη στα

χρηστά ήθη ΠοινΧρ 921032

36 36

  • 2 Συμβατική ελευθερία και γενικές ρήτρες
  • 4 Κριτήρια προσδιορισμού των χρηστών ηθών
    • Μια πρώτη κατηγοριοποίηση όμως αντίθεσης στα χρηστά ήθη μπορεί να γίνει με βάση το αν αυτή προκύπτει από το περιεχόμενο τους
      • 10 Ακυρότητα
      • α Απόλυτη ή σχετική
      • β Συνολική ή μερική
      • γ Ακυρότητα στις αιτιώδεις και αναιτιώδεις δικαιοπραξίες
      • 11 Δικονομική μεταχείριση
      • 12 Επίγραμμα

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

πράγματος ή έργου ή εργασίας η εταιρεία η σύμβαση μεσιτείας ή εγγύηση)

όταν αυτές καταρτίζονται με δυσανάλογο αντάλλαγμα59

Η ΑΚ 179βrsquo δεν εφαρμόζεται στις χαριστικές δικαιοπραξίες γιατί η επίδοση

της περιουσίας γίνεται χωρίς αντάλλαγμα και έτσι δεν υπάρχει δυσαναλογία

παροχής και αντιπαροχής όπως πχ στην δωρεά στην εντολή στην άφεση

χρέους στην παρακαταθήκη χωρίς αμοιβή ή στην εγγύηση εκτός αν αυτή

ανελήφθη στο πλαίσιο μιάς αμφοτεροβαρούς συμβάσεως με ευρύτερο περι-

εχόμενο

γ Προφανής δυσαναλογία μεταξύ παροχών

Στην καταπλεονεκτική σύμβαση η ελευθερία δικαιοπρακτικής αποφάσεως

του καταπλεονεκτούμενου είναι διαταραγμένη αφού αυτός ευρίσκεται σε

μία δυσμενή σε σχέση με τον καταπλεονέκτη θέση που δεν του επιτρέπει να

προασπίσει ορθολογικώς τα συνδεόμενα με την σύμβαση συμφέροντά του

έτσι ο μηχανισμός συμβάσεως δεν μπορεί εδώ να παράσχει κανένα εχέγγυο

ορθότητος Ότι το περιεχόμενο της καταπλεονεκτικής συμβάσεως δεν είναι

ldquoορθόrdquo μαρτυρεί τελικώς η ύπαρξη της προφανούς δυσαναλογίας

Η προφανής δυσαναλογία των ανταλλασσομένων παροχών ανάγεται σε

απαραίτητο στοιχείο του πραγματικού της καταπλεονεκτήσεως στην ΑΚ

179βrsquo ενώ ταυτοχρόνως είναι και πρόβλημα που για να κατανοηθεί σωστά

πρέπει να φωτισθεί μέσα από τον συνδυασμό και την αντίθεση μιάς πλειά-

δος αρχών οι οποίες σε κινητή μεταξύ των σχέση συγκροτούν το σύστημα

του δικαίου των ενοχικών συμβάσεων60

Ως έννοια αόριστη είναι αναμφισβητήτως έννοια νομική και η υπαγωγή σε

αυτήν της σχέσεως αξίας των αμοιβαίων παροχών αποτελεί κρίσιν αξιολο-

γική υποκείμενη στον έλεγχο του ΑΠ61

Ομοφώνως γίνεται δεκτό ότι αφετηρία της κρίσεως περί υπάρξεως ή μη

προφανούς δυσαναλογίας πρέπει να αποτελεί η αντικειμενική αξία των α-

νταλλασσομένων παροχών δηλαδή η συνήθης στις συναλλαγές αξία62 Έτσι

59 Βλ ΜΠΑΛΗΣ 1944190 (sect66) 60 Βλ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 19837 σημ 23 61 ΦΙΛΙΟΣ 2011 sect147Β 62 Πρβλ ΑΠ 20952009 (Α1 Τμήμα) ldquohellipφανερή δυσαναλογία μεταξύ παροχής και αντιπαροχής

είναι αυτή που υποπίπτει στην αντίληψη λογικού και έχοντος πείρα των σχετικών συναλλαγών ανθρώπου και η οποία υπερβαίνει το μέτρο κατά το οποίο είναι ανθρωπίνως φυσικό να απο-κομίζει ο ένας κάποιο όφελος από σύμβαση οικονομικού περιεχομένου επί ζημία του άλλουrdquo

30 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

διαπιστουμένης της αντικειμενικής αξίας των αμοιβαίων παροχών ακολου-

θεί η κρίση για το αν υφίσταται μεταξύ των προφανής δυσαναλογία λαμβα-

νομένων πάντοτε υπrsquo όψιν της φύσεως της συμβάσεως και του επιδιωκομέ-

νου με αυτήν οικονομικού σκοπού63 ενώ στις περιπτώσεις ακινήτων χρη-

σιμοποιείται ευρέως στην πράξη το κριτήριο της laesio enormis64

Ένα επιπλέον στοιχείο που λαμβάνεται υπrsquo όψιν για την διαπίστωση της υ-

πάρξεως προφανούς δυσαναλογίας είναι η λεγομένη ldquoρήτρα προσθέσεωςrdquo

δηλαδή το άθροισμα των ωφελημάτων που έλαβε ο καταπλεονέκτης και των

περιουσιακών ωφελημάτων που επιπροσθέτως κατέβαλλε ο καταπλεονε-

κτούμενος σε τρίτα πρόσωπα (πχ μεσιτεία αμοιβές σε βοηθητικά πρόσωπα

κλπ)

Υπάρχουν όμως και μερικά σχετιζόμενα με την δυσαναλογία των ανταλ-

λασσομένων παροχών ειδικότερα προβλήματα που εμφανίζονται συχνά

στην δικαστηριακή πράξη παρουσιάζοντα ταυτοχρόνως σπουδαίο δογματι-

κό ενδιαφέρον

(1) Πρόσθετο τίμημα στην πώληση ακινήτου μπορεί να ληφθεί υπrsquo όψιν

το επιπλέον του αναγραφομένου στο συμβολαιογραφικό έγγραφο τι-

μήματος επιπροσθέτως καταβληθέν τίμημα

(2) Το καταπλεονεκτικό σύμφωνο εξωνήσεως η συνομολόγηση δικαιώ-

ματος εξωνήσεως με τίμημα προφανώς δυσανάλογο εν σχέσει προς αυ-

τό της πωλήσεως μήπως υποκρύπτει τοκογλυφικό δάνειο Εδώ θα

πρέπει να σταθμιστεί η δυνατότητα του πωλητή να αποτρέψει την κα-

ταπλεονεκτική γιrsquo αυτόν ρύθμιση ασκώντας το δικαίωμα εξωνήσεως

Εάν δηλαδή ο πωλητής ασκήσει αυτό το δικαίωμα παρά την προφανή

δυσαναλογία η πώληση δεν έχει καταπλεονεκτικό χαρακτήρα

(3) Η διαπίστωση της προφανούς δυσαναλογίας στον συμβιβασμό τα

συγκρινόμενα μεγέθη είναι οι αμοιβαίες παραχωρήσεις των μερών και

όχι οι εκατέρωθεν αναλαμβανόμενες υποχρεώσεις προς παροχή Η σω-

στή όμως εκτίμηση των παραχωρήσεως προϋποθέτει ως αφετηρία

63 ΑΠ 20952009 64 Ο ΛΙΤΖΕΡΟΠΟΥΛΟΣ 1932208 επ προτείνει αποδοχή της υπάρξεως προφανούς δυσαναλογίας

όταν η μία παροχή δεν φθάνει το 60 ή 50της αξίας της άλλης Βλ επίσης υποσημείωση 560 στο ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012

31 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

την νομική κατάσταση που υπήρχε πριν τον συμβιβασμό υπερβολικές

αξιώσεις προβαλλόμενες αυθαιρέτως δεν λαμβάνονται εδώ υπrsquo όψιν

Η ύπαρξη της προφανούς δυσαναλογίας κρίνεται κατά τον χρόνο καταρτί-

σεως της συμβάσεως είναι αδιάφορο αν η προφανής δυσαναλογία επήλθε

αργότερα εκτός της περιπτώσεως όπου ο καταπλεονεκτούμενος στο πλαί-

σιο της υφισταμένης κυρίας συμβατικής σχέσεως συνομολογεί ή παρέχει

πρόσθετα περιουσιακά ωφελήματα (πχ εμπράγματη ασφάλεια) που προσ-

δίδουν πλέον στην συνολική συναλλαγή καταπλεονεκτικό χρώμα

δ Ανάγκη Κουφότητα Απειρία

(1) Ανάγκη

Είναι η κατάσταση ενός προσώπου (του δικαιοπρακτούντος ή κάποιου

που συνδέεται στενά με αυτόν) που ευρίσκεται σε άμεσο οικονομικό ή

άλλο κίνδυνο65 η αντιμετώπιση του οποίου είναι ανεπίδεκτη αναβο-

λής66 Η ανάγκη πρέπει να έχει χαρακτήρα επιτακτικό και να είναι τόσο

σοβαρή ώστε αντικειμενικώς κρινομένη να μπορεί να θεωρηθεί ότι

κάθε εχέφρων άνθρωπος θα οδηγείτο στην ίδια δικαιοπρακτική συ-

μπεριφορά

Ενώ η φύση της ανάγκης είναι συνήθως οικονομική η σπουδαιότητα

του διακινδυνευομένου αγαθού καθορίζει το αν η συγκεκριμένη κάθε

φορά περίπτωση μπορεί να υπαχθεί ή όχι στην ρύθμιση της ΑΚ 179βrsquo

Είναι αδιάφορο αν η ανάγκη είναι μόνιμη ή παροδική αφού αποφασι-

στική για την εφαρμογή της ΑΚ 179βrsquo είναι η ύπαρξη ανάγκης μόνο κα-

τά τον χρόνο καταρτίσεως της δικαιοπραξίας Η ανάγκη πρέπει να είναι

πραγματική και άμεση επιτακτική και ανεπίδεκτη αναβολής

(2) Κουφότητα

Προϋπόθεση της ορθής λειτουργίας της ιδιωτικής αυτονομίας είναι η

εκ μέρους των αντισυμβαλλομένων ορθολογική στάθμιση των υπέρ και

κατά της συμβατικής ρυθμίσεως Όταν όμως ο αντισυμβαλλόμενος α-

διαφορεί λόγω απερισκεψίας ή ελλείψεως επαρκούς σκέψεως και δεν

αποδίδει στις πράξεις του την σημασία την αξία και τις συνέπειες που

έχουν αυτές τότε η συναλλακτική συμπεριφορά του χαρακτηρίζεται

65 ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ 2012530 66 ΑΠ 19982007

32 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

από κουφότητα Η κουφότητα μπορεί να οφείλεται σε οποιονδήποτε

λόγο όπως είναι η πνευματική νόσος ου δεν επέφερε όμως ολική ή με-

ρική ασυνειδησία των πράξεων του προσώπου ώστε να το κάνει εντε-

λώς ή περιορισμένως ανίκανο για την σύνταξη δικαιοπραξίας67

(3) Απειρία

Ως απειρία νοείται η έλλειψη της περί τη ζωή και τις συναλλαγές πεί-

ρας68 Το ερώτημα όμως είναι αν η σχετική με συγκεκριμένη δικαιο-

πραξία απειρία στοιχειοθετεί την απειρία της ΑΚ 179βrsquo ή όχι Γίνεται

δεκτό ότι υπάρχουν τρείς διαβαθμίσεις69 της απειρίας

(α) Η καθολική όπου ο συμβαλλόμενος στερείται παντελώς συναλ-

λακτικής πείρας και κατά συνέπειαν η περίπτωσή του υπάγεται

στην ρύθμιση της ΑΚ 179β΄

(β) Η απειρία σε ορισμένο μόνο συναλλακτικό τομέα (λχ πράξεις

επί ακινήτων χρηματιστηριακές συναλλαγές κλπ) εδώ η απειρία

δεν αποτελεί σταθερή ιδιότητα του προσώπου και παρά το ότι η

γενική του πείρα του επιτρέπει να κρίνει το επισφαλές της δικαι-

οπραξίας στην οποία προβαίνει η ελευθερία δικαιοπρακτικής α-

ποφάσεώς του δεν παύει να είναι διαταραγμένη Κατά συνέπεια

δικαιούται της προστασίας της ΑΚ 179βrsquo

(γ) Προβληματική αλλά και με πολύ μεγάλη πρακτική σημασία είναι

η τρίτη μορφή απειρίας που χαρακτηρίζεται από την έλλειψη ει-

δικών γνώσεων πού έχει ανάγκη ο σύγχρονος καταναλωτής στις

καθημερινές συναλλαγές του γνώσεων απαραιτήτων για τον

σχηματισμό σωστής εικόνας της προσφερόμενης σε αυτόν παρο-

χής Κι΄ εδώ η ελευθερία δικαιοπρακτικής αποφάσεως του κατα-

ναλωτή αδαούς όντος λόγω ανεπαρκούς πληροφορήσεως εμφα-

νίζεται διαταραγμένη και άξια της κατά την ΑΚ 179βrsquo προστασίας

ε Εκμετάλλευση

Ενώ η νομολογία μας θεωρεί αναγκαίο στοιχείο της ΑΚ 179βrsquo την υποκειμενι-

κή προϋπόθεση της εκμεταλλεύσεως την οποία πρέπει να αποδεικνύει ο ε-

67 ΑΠ 3821992 ΝοΒ 41874 68 ΑΠ 9362007 69 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012196 επ

33 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

πικαλούμενος την εφαρμογή της διατάξεως δεν έχει μέχρι τώρα αποσαφη-

νιστεί πλήρως σε τι ακριβώς συνίσταται η ldquoεκμετάλλευσηrdquo Βέβαιο πάντως

είναι ότι το στοιχείο αυτό δεν θα πρέπει να θεωρηθεί ως ηθική μομφή στο

πρόσωπο του καταπλεονέκτη

Κατrsquo αρχάς απορρίπτεται η επίκληση δόλου αφού ο δόλος απαιτείται από

την λειτουργία της ποινής και είναι ξένος προς τον λειτουργικό ρόλο της α-

κυρότητας της ανήθικης δικαιοπραξίας Το ότι δεν πρόκειται περί μομφής

φαίνεται στις περιπτώσεις καταρτίσεως δικαιοπραξίας κατά παράκλησιν

του αντισυμβαλλομένου και όχι από εκμεταλλευτική διάθεση του καταπλεο-

νέκτη Επιπλέον εάν επρόκειτο περί συνειδήσεως της ανηθικότητος εκ μέ-

ρους του καταπλεονέκτη μια τέτοια συνείδηση λόγω του περιεχομένου σε

αυτήν αξιολογικού και βουλητικού στοιχείου θα ισοδυναμούσε με πταίσμα

και δη στον βαθμό του dolus malus στοιχείου όμως ξένου προς την προ-

βληματική των ανήθικων γενικώς δικαιοπραξιών

Η ελληνική νομολογία φαίνεται να ακολουθεί την άποψη ότι ο καταπλεονέ-

κτης γνωρίζει την συναλλακτικώς δυσμενή θέση του καταπλεονεκτούμενου

και την προφανή δυσαναλογία μεταξύ παροχής και αντιπαροχής στοιχεία τα

οποία δεν θεωρεί ως λόγο προσωπικής μομφής κατά του καταπλεονέκτη αλ-

λά καταλογισμού σε αυτόν του κινδύνου της ακυρότητας της δικαιοπραξίας

Τα δικαστήρια φαίνεται ότι ταυτίζουν την εκμετάλλευση με την εκ μέρους

του καταπλεονέκτη γνώση της συναλλακτικώς δυσμενούς θέσεως του κα-

ταπλεονεκτούμενου Είναι συνήθης στις αποφάσεις η επωδός ldquoεπωφελήθη-

κεrdquo70 της γνωστής σε αυτόν ανάγκης κουφότητας ή απειρίας Γίνεται όμως

παγίως δεκτό ότι αν ο καταπλεονέκτης αγνοούσε την κατάσταση του αντι-

συμβαλλομένου του δεν υπάρχει εκμετάλλευση κατά την ΑΚ 179βrsquo Και βε-

βαίως ερωτάται γιατί θα πρέπει να γνωρίζει μόνο την ανάγκη κουφότητα ή

απειρία και όχι και την προφανή δυσαναλογία των αμοιβαίων παροχών

4 Έννομες συνέπειες

Η καταπλεονεκτική δικαιοπραξία είναι απολύτως άκυρη και για τα δύο μέρη

κατά την έννοια της ΑΚ 180 Την ακυρότητα μπορεί να προβάλλει και κάθε τρίτος

70 Πρβλ ΑΠ 20952009 34 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

που έχει έννομο συμφέρον επομένως και ο κληρονόμος ενός από τους συναλλαγέ-

ντες71

Δεν αποκλείεται και μερική ακυρότητα της δικαιοπραξίας Τούτο θα συμβεί

εάν μπορεί να προσδιορισθεί ακριβώς η μεταξύ παροχής και αντιπαροχής αναλο-

γία οπότε η δικαιοπραξία είναι άκυρη κατά το υπερβάλλον72 Κατά πόσον σε τέ-

τοια περίπτωση η μερική ακυρότητα θα συνεπιφέρει την ακυρότητα της όλης δι-

καιοπραξίας κρίνεται κατά την ΑΚ 18173

Σύμβαση εντόκου δανείου μπορεί να χαρακτηρισθεί καταπλεονεκτική συμ-

φώνως προς την ΑΚ 179 μόνο στην περίπτωση συνομολογήσεως ή λήψεως αθέ-

μιτων (τοκογλυφικών) τόκων εν σχέσει προς την αντιπαροχή με την εκμετάλ-

λευση της ανάγκης κουφότητας κλπ του δανεισθέντος οπότε και επέρχεται είτε

ολοκληρωτική και απόλυτη ακυρότητα της καταπλεονεκτικής δικαιοπραξίας κα-

τά τον κανόνα της ΑΚ 181 είτε μερική ακυρότητα οπότε αφού προσδιορισθεί

ακριβώς η μεταξύ παροχής και αντιπαροχής αναλογία η δικαιοπραξία είναι αι-

σχροκερδής και άκυρη κατά το υπερβάλλον

Η προβολή της ακυρότητας από εκείνον που μετήλθε την εκμετάλλευση

μπορεί να αποκρουσθεί με την ένσταση της ΑΚ 281 Αυτό μπορεί να συμβεί όταν

το δικαίωμα ακυρώσεως ασκείται καθυστερημένα εφ΄ όσον όμως συντρέχουν

και άλλα περιστατικά74

Οι παροχές που έγιναν σε εκπλήρωση της καταπλεονεκτικής υποσχετικής

συμβάσεως μπορούν να αναζητηθούν είτε με διεκδικητική αγωγή είτε με αγωγή

αδικαιολόγητου πλουτισμού Αυτός που ζημιώθηκε από την αισχροκερδή δικαιο-

πραξία δικαιούται εφ΄ όσον συντρέχουν οι όροι των ΑΚ 919 και ΑΚ 914 και απο-

ζημιώσεως

71 ΑΠ 9362007 72 ΜΠΑΛΗΣ 1944191 73 ΜΠΑΛΗΣ op cit 74 Για την προστασία των καλόπιστων τρίτων μέσω της ΑΚ 281 βλ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012232 επ

35 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ ΣΤ ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ Γενικές Αρχές Αστικού Δικαίου Π Ν Σάκκουλας 2012 ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ ΣΤ ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ndash ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟΣ ΠΑΝ ΜΙΧΑΗΛ Αστικός Κώδικας κατ΄ άρ-

θρο ερμηνεία τόμος Ι Π Ν Σάκκουλας 1978 ΛΑΔΑΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ Α Η ακυρότητα της δικαιοπραξίας λόγω αντιθέσεως εις τα χρη-

στά ήθη χό Θεσσαλονίκη 1979 ΛΙΤΖΕΡΟΠΟΥΛΟΣ Γ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ Η Νομολογία ως παράγων διαπλάσεως του ιδιωτικού

δικαίου Θεσσαλονίκη 1932 ΜΠΑΛΗΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ Α Γενικαί αρχαί του Αστικού Δικαίου Παπαζήσης 1944 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ ΑΛ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ Οι καταπλεονεκτικές δικαιοπραξίες Σάκκουλας Αντ

Ν 1983 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ ΑΛ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ Δικαιοπραξιες αντίθετες προς τα χρηστά ήθη Σάκ-

κουλας Αντ Ν 2012 ΠΑΠΑΣΤΕΡΙΟΥ Η ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ Αστικό Δίκαιο Επιτομή Εκδόσεις Σάκκουλα ΑΕ 2010 ΣΠΥΡΙΔΑΚΗΣ Σ ΙΩΑΝΝΗΣ Εγχειρίδιο Αστ Δικαίου 1 - Γενικές Αρχές Αντ Ν Σάκκου-

λας 2004 ΤΕΛΛΗΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ Δ Ρήτρα μετασυμβατικής απαγόρευσης ανταγωνισμού στο δί-

καιο εταιρειών και επιχειρήσεων λειτουργία και δικαστικός έλεγχος του περιε-χομένου της Εκδόσεις Σάκκουλα ΑΕ 2007

ΤΟΥΣΗΣ ΧΡ ΑΝΔΡΕΑΣ Γενικαί Αρχαί του Αστικού Δικαίου μετʹ εισαγωγής εις το δίκαι-ον εν γένει Αφοί Σάκκουλα 1978

ΤΡΙΑΝΤΟΣ Τ ΝΙΚΟΛΑΟΣ Δικαιοπραξιες Νομική Βιβλιοθηκη 2011 ΤΡΙΑΝΤΟΣ Τ ΝΙΚΟΛΑΟΣ Αστικό Δίκαιο-Επιτομή Νομική Βιβλιοθήκη 2013 ΦΙΛΙΟΣ ΧΡ ΠΑΥΛΟΣ Γενικές Αρχές Αστικού Δικαίου Εκδόσεις Σάκκουλα ΑΕ 2011 ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΕΙΣ ΑΝΔΡΟΥΛΙΔΑΚΗ-ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗ ΙΣΜΗΝΗ Η αντίθεση της διαθήκης στα χρηστά ήθη ΝοΒ

301234 ΠΕΛΕΝΗ-ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ Α Η αντιμετώπιση από τη νομολογία του άρθρου 179 περ

α΄ ΑΚ ΕλλΔνη 199459 ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟΣ ΠΑΝ ΜΙΧΑΗΛ-ΛΑΔΟΓΙΑΝΝΗΣ ΓΕΩΡ Κριτήρια αντίθεσης συμφώνου

προτίμησης προς τα χρηστά ήθη (γνμδ) ΧρΙΔ 1263 ΤΟΥΣΗΣ ΧΡ ΑΝΔΡΕΑΣ Η έννοια των χρηστών ηθών ΕΕΝ 231956 ΦΑΣΟΥΛΑΣ ΖΗΣΗΣ Η απάτη και η ακυρότητα της δικαιοπραξίας ως αντίθετη στα

χρηστά ήθη ΠοινΧρ 921032

36 36

  • 2 Συμβατική ελευθερία και γενικές ρήτρες
  • 4 Κριτήρια προσδιορισμού των χρηστών ηθών
    • Μια πρώτη κατηγοριοποίηση όμως αντίθεσης στα χρηστά ήθη μπορεί να γίνει με βάση το αν αυτή προκύπτει από το περιεχόμενο τους
      • 10 Ακυρότητα
      • α Απόλυτη ή σχετική
      • β Συνολική ή μερική
      • γ Ακυρότητα στις αιτιώδεις και αναιτιώδεις δικαιοπραξίες
      • 11 Δικονομική μεταχείριση
      • 12 Επίγραμμα

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

διαπιστουμένης της αντικειμενικής αξίας των αμοιβαίων παροχών ακολου-

θεί η κρίση για το αν υφίσταται μεταξύ των προφανής δυσαναλογία λαμβα-

νομένων πάντοτε υπrsquo όψιν της φύσεως της συμβάσεως και του επιδιωκομέ-

νου με αυτήν οικονομικού σκοπού63 ενώ στις περιπτώσεις ακινήτων χρη-

σιμοποιείται ευρέως στην πράξη το κριτήριο της laesio enormis64

Ένα επιπλέον στοιχείο που λαμβάνεται υπrsquo όψιν για την διαπίστωση της υ-

πάρξεως προφανούς δυσαναλογίας είναι η λεγομένη ldquoρήτρα προσθέσεωςrdquo

δηλαδή το άθροισμα των ωφελημάτων που έλαβε ο καταπλεονέκτης και των

περιουσιακών ωφελημάτων που επιπροσθέτως κατέβαλλε ο καταπλεονε-

κτούμενος σε τρίτα πρόσωπα (πχ μεσιτεία αμοιβές σε βοηθητικά πρόσωπα

κλπ)

Υπάρχουν όμως και μερικά σχετιζόμενα με την δυσαναλογία των ανταλ-

λασσομένων παροχών ειδικότερα προβλήματα που εμφανίζονται συχνά

στην δικαστηριακή πράξη παρουσιάζοντα ταυτοχρόνως σπουδαίο δογματι-

κό ενδιαφέρον

(1) Πρόσθετο τίμημα στην πώληση ακινήτου μπορεί να ληφθεί υπrsquo όψιν

το επιπλέον του αναγραφομένου στο συμβολαιογραφικό έγγραφο τι-

μήματος επιπροσθέτως καταβληθέν τίμημα

(2) Το καταπλεονεκτικό σύμφωνο εξωνήσεως η συνομολόγηση δικαιώ-

ματος εξωνήσεως με τίμημα προφανώς δυσανάλογο εν σχέσει προς αυ-

τό της πωλήσεως μήπως υποκρύπτει τοκογλυφικό δάνειο Εδώ θα

πρέπει να σταθμιστεί η δυνατότητα του πωλητή να αποτρέψει την κα-

ταπλεονεκτική γιrsquo αυτόν ρύθμιση ασκώντας το δικαίωμα εξωνήσεως

Εάν δηλαδή ο πωλητής ασκήσει αυτό το δικαίωμα παρά την προφανή

δυσαναλογία η πώληση δεν έχει καταπλεονεκτικό χαρακτήρα

(3) Η διαπίστωση της προφανούς δυσαναλογίας στον συμβιβασμό τα

συγκρινόμενα μεγέθη είναι οι αμοιβαίες παραχωρήσεις των μερών και

όχι οι εκατέρωθεν αναλαμβανόμενες υποχρεώσεις προς παροχή Η σω-

στή όμως εκτίμηση των παραχωρήσεως προϋποθέτει ως αφετηρία

63 ΑΠ 20952009 64 Ο ΛΙΤΖΕΡΟΠΟΥΛΟΣ 1932208 επ προτείνει αποδοχή της υπάρξεως προφανούς δυσαναλογίας

όταν η μία παροχή δεν φθάνει το 60 ή 50της αξίας της άλλης Βλ επίσης υποσημείωση 560 στο ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012

31 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

την νομική κατάσταση που υπήρχε πριν τον συμβιβασμό υπερβολικές

αξιώσεις προβαλλόμενες αυθαιρέτως δεν λαμβάνονται εδώ υπrsquo όψιν

Η ύπαρξη της προφανούς δυσαναλογίας κρίνεται κατά τον χρόνο καταρτί-

σεως της συμβάσεως είναι αδιάφορο αν η προφανής δυσαναλογία επήλθε

αργότερα εκτός της περιπτώσεως όπου ο καταπλεονεκτούμενος στο πλαί-

σιο της υφισταμένης κυρίας συμβατικής σχέσεως συνομολογεί ή παρέχει

πρόσθετα περιουσιακά ωφελήματα (πχ εμπράγματη ασφάλεια) που προσ-

δίδουν πλέον στην συνολική συναλλαγή καταπλεονεκτικό χρώμα

δ Ανάγκη Κουφότητα Απειρία

(1) Ανάγκη

Είναι η κατάσταση ενός προσώπου (του δικαιοπρακτούντος ή κάποιου

που συνδέεται στενά με αυτόν) που ευρίσκεται σε άμεσο οικονομικό ή

άλλο κίνδυνο65 η αντιμετώπιση του οποίου είναι ανεπίδεκτη αναβο-

λής66 Η ανάγκη πρέπει να έχει χαρακτήρα επιτακτικό και να είναι τόσο

σοβαρή ώστε αντικειμενικώς κρινομένη να μπορεί να θεωρηθεί ότι

κάθε εχέφρων άνθρωπος θα οδηγείτο στην ίδια δικαιοπρακτική συ-

μπεριφορά

Ενώ η φύση της ανάγκης είναι συνήθως οικονομική η σπουδαιότητα

του διακινδυνευομένου αγαθού καθορίζει το αν η συγκεκριμένη κάθε

φορά περίπτωση μπορεί να υπαχθεί ή όχι στην ρύθμιση της ΑΚ 179βrsquo

Είναι αδιάφορο αν η ανάγκη είναι μόνιμη ή παροδική αφού αποφασι-

στική για την εφαρμογή της ΑΚ 179βrsquo είναι η ύπαρξη ανάγκης μόνο κα-

τά τον χρόνο καταρτίσεως της δικαιοπραξίας Η ανάγκη πρέπει να είναι

πραγματική και άμεση επιτακτική και ανεπίδεκτη αναβολής

(2) Κουφότητα

Προϋπόθεση της ορθής λειτουργίας της ιδιωτικής αυτονομίας είναι η

εκ μέρους των αντισυμβαλλομένων ορθολογική στάθμιση των υπέρ και

κατά της συμβατικής ρυθμίσεως Όταν όμως ο αντισυμβαλλόμενος α-

διαφορεί λόγω απερισκεψίας ή ελλείψεως επαρκούς σκέψεως και δεν

αποδίδει στις πράξεις του την σημασία την αξία και τις συνέπειες που

έχουν αυτές τότε η συναλλακτική συμπεριφορά του χαρακτηρίζεται

65 ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ 2012530 66 ΑΠ 19982007

32 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

από κουφότητα Η κουφότητα μπορεί να οφείλεται σε οποιονδήποτε

λόγο όπως είναι η πνευματική νόσος ου δεν επέφερε όμως ολική ή με-

ρική ασυνειδησία των πράξεων του προσώπου ώστε να το κάνει εντε-

λώς ή περιορισμένως ανίκανο για την σύνταξη δικαιοπραξίας67

(3) Απειρία

Ως απειρία νοείται η έλλειψη της περί τη ζωή και τις συναλλαγές πεί-

ρας68 Το ερώτημα όμως είναι αν η σχετική με συγκεκριμένη δικαιο-

πραξία απειρία στοιχειοθετεί την απειρία της ΑΚ 179βrsquo ή όχι Γίνεται

δεκτό ότι υπάρχουν τρείς διαβαθμίσεις69 της απειρίας

(α) Η καθολική όπου ο συμβαλλόμενος στερείται παντελώς συναλ-

λακτικής πείρας και κατά συνέπειαν η περίπτωσή του υπάγεται

στην ρύθμιση της ΑΚ 179β΄

(β) Η απειρία σε ορισμένο μόνο συναλλακτικό τομέα (λχ πράξεις

επί ακινήτων χρηματιστηριακές συναλλαγές κλπ) εδώ η απειρία

δεν αποτελεί σταθερή ιδιότητα του προσώπου και παρά το ότι η

γενική του πείρα του επιτρέπει να κρίνει το επισφαλές της δικαι-

οπραξίας στην οποία προβαίνει η ελευθερία δικαιοπρακτικής α-

ποφάσεώς του δεν παύει να είναι διαταραγμένη Κατά συνέπεια

δικαιούται της προστασίας της ΑΚ 179βrsquo

(γ) Προβληματική αλλά και με πολύ μεγάλη πρακτική σημασία είναι

η τρίτη μορφή απειρίας που χαρακτηρίζεται από την έλλειψη ει-

δικών γνώσεων πού έχει ανάγκη ο σύγχρονος καταναλωτής στις

καθημερινές συναλλαγές του γνώσεων απαραιτήτων για τον

σχηματισμό σωστής εικόνας της προσφερόμενης σε αυτόν παρο-

χής Κι΄ εδώ η ελευθερία δικαιοπρακτικής αποφάσεως του κατα-

ναλωτή αδαούς όντος λόγω ανεπαρκούς πληροφορήσεως εμφα-

νίζεται διαταραγμένη και άξια της κατά την ΑΚ 179βrsquo προστασίας

ε Εκμετάλλευση

Ενώ η νομολογία μας θεωρεί αναγκαίο στοιχείο της ΑΚ 179βrsquo την υποκειμενι-

κή προϋπόθεση της εκμεταλλεύσεως την οποία πρέπει να αποδεικνύει ο ε-

67 ΑΠ 3821992 ΝοΒ 41874 68 ΑΠ 9362007 69 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012196 επ

33 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

πικαλούμενος την εφαρμογή της διατάξεως δεν έχει μέχρι τώρα αποσαφη-

νιστεί πλήρως σε τι ακριβώς συνίσταται η ldquoεκμετάλλευσηrdquo Βέβαιο πάντως

είναι ότι το στοιχείο αυτό δεν θα πρέπει να θεωρηθεί ως ηθική μομφή στο

πρόσωπο του καταπλεονέκτη

Κατrsquo αρχάς απορρίπτεται η επίκληση δόλου αφού ο δόλος απαιτείται από

την λειτουργία της ποινής και είναι ξένος προς τον λειτουργικό ρόλο της α-

κυρότητας της ανήθικης δικαιοπραξίας Το ότι δεν πρόκειται περί μομφής

φαίνεται στις περιπτώσεις καταρτίσεως δικαιοπραξίας κατά παράκλησιν

του αντισυμβαλλομένου και όχι από εκμεταλλευτική διάθεση του καταπλεο-

νέκτη Επιπλέον εάν επρόκειτο περί συνειδήσεως της ανηθικότητος εκ μέ-

ρους του καταπλεονέκτη μια τέτοια συνείδηση λόγω του περιεχομένου σε

αυτήν αξιολογικού και βουλητικού στοιχείου θα ισοδυναμούσε με πταίσμα

και δη στον βαθμό του dolus malus στοιχείου όμως ξένου προς την προ-

βληματική των ανήθικων γενικώς δικαιοπραξιών

Η ελληνική νομολογία φαίνεται να ακολουθεί την άποψη ότι ο καταπλεονέ-

κτης γνωρίζει την συναλλακτικώς δυσμενή θέση του καταπλεονεκτούμενου

και την προφανή δυσαναλογία μεταξύ παροχής και αντιπαροχής στοιχεία τα

οποία δεν θεωρεί ως λόγο προσωπικής μομφής κατά του καταπλεονέκτη αλ-

λά καταλογισμού σε αυτόν του κινδύνου της ακυρότητας της δικαιοπραξίας

Τα δικαστήρια φαίνεται ότι ταυτίζουν την εκμετάλλευση με την εκ μέρους

του καταπλεονέκτη γνώση της συναλλακτικώς δυσμενούς θέσεως του κα-

ταπλεονεκτούμενου Είναι συνήθης στις αποφάσεις η επωδός ldquoεπωφελήθη-

κεrdquo70 της γνωστής σε αυτόν ανάγκης κουφότητας ή απειρίας Γίνεται όμως

παγίως δεκτό ότι αν ο καταπλεονέκτης αγνοούσε την κατάσταση του αντι-

συμβαλλομένου του δεν υπάρχει εκμετάλλευση κατά την ΑΚ 179βrsquo Και βε-

βαίως ερωτάται γιατί θα πρέπει να γνωρίζει μόνο την ανάγκη κουφότητα ή

απειρία και όχι και την προφανή δυσαναλογία των αμοιβαίων παροχών

4 Έννομες συνέπειες

Η καταπλεονεκτική δικαιοπραξία είναι απολύτως άκυρη και για τα δύο μέρη

κατά την έννοια της ΑΚ 180 Την ακυρότητα μπορεί να προβάλλει και κάθε τρίτος

70 Πρβλ ΑΠ 20952009 34 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

που έχει έννομο συμφέρον επομένως και ο κληρονόμος ενός από τους συναλλαγέ-

ντες71

Δεν αποκλείεται και μερική ακυρότητα της δικαιοπραξίας Τούτο θα συμβεί

εάν μπορεί να προσδιορισθεί ακριβώς η μεταξύ παροχής και αντιπαροχής αναλο-

γία οπότε η δικαιοπραξία είναι άκυρη κατά το υπερβάλλον72 Κατά πόσον σε τέ-

τοια περίπτωση η μερική ακυρότητα θα συνεπιφέρει την ακυρότητα της όλης δι-

καιοπραξίας κρίνεται κατά την ΑΚ 18173

Σύμβαση εντόκου δανείου μπορεί να χαρακτηρισθεί καταπλεονεκτική συμ-

φώνως προς την ΑΚ 179 μόνο στην περίπτωση συνομολογήσεως ή λήψεως αθέ-

μιτων (τοκογλυφικών) τόκων εν σχέσει προς την αντιπαροχή με την εκμετάλ-

λευση της ανάγκης κουφότητας κλπ του δανεισθέντος οπότε και επέρχεται είτε

ολοκληρωτική και απόλυτη ακυρότητα της καταπλεονεκτικής δικαιοπραξίας κα-

τά τον κανόνα της ΑΚ 181 είτε μερική ακυρότητα οπότε αφού προσδιορισθεί

ακριβώς η μεταξύ παροχής και αντιπαροχής αναλογία η δικαιοπραξία είναι αι-

σχροκερδής και άκυρη κατά το υπερβάλλον

Η προβολή της ακυρότητας από εκείνον που μετήλθε την εκμετάλλευση

μπορεί να αποκρουσθεί με την ένσταση της ΑΚ 281 Αυτό μπορεί να συμβεί όταν

το δικαίωμα ακυρώσεως ασκείται καθυστερημένα εφ΄ όσον όμως συντρέχουν

και άλλα περιστατικά74

Οι παροχές που έγιναν σε εκπλήρωση της καταπλεονεκτικής υποσχετικής

συμβάσεως μπορούν να αναζητηθούν είτε με διεκδικητική αγωγή είτε με αγωγή

αδικαιολόγητου πλουτισμού Αυτός που ζημιώθηκε από την αισχροκερδή δικαιο-

πραξία δικαιούται εφ΄ όσον συντρέχουν οι όροι των ΑΚ 919 και ΑΚ 914 και απο-

ζημιώσεως

71 ΑΠ 9362007 72 ΜΠΑΛΗΣ 1944191 73 ΜΠΑΛΗΣ op cit 74 Για την προστασία των καλόπιστων τρίτων μέσω της ΑΚ 281 βλ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012232 επ

35 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ ΣΤ ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ Γενικές Αρχές Αστικού Δικαίου Π Ν Σάκκουλας 2012 ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ ΣΤ ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ndash ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟΣ ΠΑΝ ΜΙΧΑΗΛ Αστικός Κώδικας κατ΄ άρ-

θρο ερμηνεία τόμος Ι Π Ν Σάκκουλας 1978 ΛΑΔΑΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ Α Η ακυρότητα της δικαιοπραξίας λόγω αντιθέσεως εις τα χρη-

στά ήθη χό Θεσσαλονίκη 1979 ΛΙΤΖΕΡΟΠΟΥΛΟΣ Γ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ Η Νομολογία ως παράγων διαπλάσεως του ιδιωτικού

δικαίου Θεσσαλονίκη 1932 ΜΠΑΛΗΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ Α Γενικαί αρχαί του Αστικού Δικαίου Παπαζήσης 1944 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ ΑΛ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ Οι καταπλεονεκτικές δικαιοπραξίες Σάκκουλας Αντ

Ν 1983 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ ΑΛ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ Δικαιοπραξιες αντίθετες προς τα χρηστά ήθη Σάκ-

κουλας Αντ Ν 2012 ΠΑΠΑΣΤΕΡΙΟΥ Η ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ Αστικό Δίκαιο Επιτομή Εκδόσεις Σάκκουλα ΑΕ 2010 ΣΠΥΡΙΔΑΚΗΣ Σ ΙΩΑΝΝΗΣ Εγχειρίδιο Αστ Δικαίου 1 - Γενικές Αρχές Αντ Ν Σάκκου-

λας 2004 ΤΕΛΛΗΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ Δ Ρήτρα μετασυμβατικής απαγόρευσης ανταγωνισμού στο δί-

καιο εταιρειών και επιχειρήσεων λειτουργία και δικαστικός έλεγχος του περιε-χομένου της Εκδόσεις Σάκκουλα ΑΕ 2007

ΤΟΥΣΗΣ ΧΡ ΑΝΔΡΕΑΣ Γενικαί Αρχαί του Αστικού Δικαίου μετʹ εισαγωγής εις το δίκαι-ον εν γένει Αφοί Σάκκουλα 1978

ΤΡΙΑΝΤΟΣ Τ ΝΙΚΟΛΑΟΣ Δικαιοπραξιες Νομική Βιβλιοθηκη 2011 ΤΡΙΑΝΤΟΣ Τ ΝΙΚΟΛΑΟΣ Αστικό Δίκαιο-Επιτομή Νομική Βιβλιοθήκη 2013 ΦΙΛΙΟΣ ΧΡ ΠΑΥΛΟΣ Γενικές Αρχές Αστικού Δικαίου Εκδόσεις Σάκκουλα ΑΕ 2011 ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΕΙΣ ΑΝΔΡΟΥΛΙΔΑΚΗ-ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗ ΙΣΜΗΝΗ Η αντίθεση της διαθήκης στα χρηστά ήθη ΝοΒ

301234 ΠΕΛΕΝΗ-ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ Α Η αντιμετώπιση από τη νομολογία του άρθρου 179 περ

α΄ ΑΚ ΕλλΔνη 199459 ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟΣ ΠΑΝ ΜΙΧΑΗΛ-ΛΑΔΟΓΙΑΝΝΗΣ ΓΕΩΡ Κριτήρια αντίθεσης συμφώνου

προτίμησης προς τα χρηστά ήθη (γνμδ) ΧρΙΔ 1263 ΤΟΥΣΗΣ ΧΡ ΑΝΔΡΕΑΣ Η έννοια των χρηστών ηθών ΕΕΝ 231956 ΦΑΣΟΥΛΑΣ ΖΗΣΗΣ Η απάτη και η ακυρότητα της δικαιοπραξίας ως αντίθετη στα

χρηστά ήθη ΠοινΧρ 921032

36 36

  • 2 Συμβατική ελευθερία και γενικές ρήτρες
  • 4 Κριτήρια προσδιορισμού των χρηστών ηθών
    • Μια πρώτη κατηγοριοποίηση όμως αντίθεσης στα χρηστά ήθη μπορεί να γίνει με βάση το αν αυτή προκύπτει από το περιεχόμενο τους
      • 10 Ακυρότητα
      • α Απόλυτη ή σχετική
      • β Συνολική ή μερική
      • γ Ακυρότητα στις αιτιώδεις και αναιτιώδεις δικαιοπραξίες
      • 11 Δικονομική μεταχείριση
      • 12 Επίγραμμα

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

την νομική κατάσταση που υπήρχε πριν τον συμβιβασμό υπερβολικές

αξιώσεις προβαλλόμενες αυθαιρέτως δεν λαμβάνονται εδώ υπrsquo όψιν

Η ύπαρξη της προφανούς δυσαναλογίας κρίνεται κατά τον χρόνο καταρτί-

σεως της συμβάσεως είναι αδιάφορο αν η προφανής δυσαναλογία επήλθε

αργότερα εκτός της περιπτώσεως όπου ο καταπλεονεκτούμενος στο πλαί-

σιο της υφισταμένης κυρίας συμβατικής σχέσεως συνομολογεί ή παρέχει

πρόσθετα περιουσιακά ωφελήματα (πχ εμπράγματη ασφάλεια) που προσ-

δίδουν πλέον στην συνολική συναλλαγή καταπλεονεκτικό χρώμα

δ Ανάγκη Κουφότητα Απειρία

(1) Ανάγκη

Είναι η κατάσταση ενός προσώπου (του δικαιοπρακτούντος ή κάποιου

που συνδέεται στενά με αυτόν) που ευρίσκεται σε άμεσο οικονομικό ή

άλλο κίνδυνο65 η αντιμετώπιση του οποίου είναι ανεπίδεκτη αναβο-

λής66 Η ανάγκη πρέπει να έχει χαρακτήρα επιτακτικό και να είναι τόσο

σοβαρή ώστε αντικειμενικώς κρινομένη να μπορεί να θεωρηθεί ότι

κάθε εχέφρων άνθρωπος θα οδηγείτο στην ίδια δικαιοπρακτική συ-

μπεριφορά

Ενώ η φύση της ανάγκης είναι συνήθως οικονομική η σπουδαιότητα

του διακινδυνευομένου αγαθού καθορίζει το αν η συγκεκριμένη κάθε

φορά περίπτωση μπορεί να υπαχθεί ή όχι στην ρύθμιση της ΑΚ 179βrsquo

Είναι αδιάφορο αν η ανάγκη είναι μόνιμη ή παροδική αφού αποφασι-

στική για την εφαρμογή της ΑΚ 179βrsquo είναι η ύπαρξη ανάγκης μόνο κα-

τά τον χρόνο καταρτίσεως της δικαιοπραξίας Η ανάγκη πρέπει να είναι

πραγματική και άμεση επιτακτική και ανεπίδεκτη αναβολής

(2) Κουφότητα

Προϋπόθεση της ορθής λειτουργίας της ιδιωτικής αυτονομίας είναι η

εκ μέρους των αντισυμβαλλομένων ορθολογική στάθμιση των υπέρ και

κατά της συμβατικής ρυθμίσεως Όταν όμως ο αντισυμβαλλόμενος α-

διαφορεί λόγω απερισκεψίας ή ελλείψεως επαρκούς σκέψεως και δεν

αποδίδει στις πράξεις του την σημασία την αξία και τις συνέπειες που

έχουν αυτές τότε η συναλλακτική συμπεριφορά του χαρακτηρίζεται

65 ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ 2012530 66 ΑΠ 19982007

32 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

από κουφότητα Η κουφότητα μπορεί να οφείλεται σε οποιονδήποτε

λόγο όπως είναι η πνευματική νόσος ου δεν επέφερε όμως ολική ή με-

ρική ασυνειδησία των πράξεων του προσώπου ώστε να το κάνει εντε-

λώς ή περιορισμένως ανίκανο για την σύνταξη δικαιοπραξίας67

(3) Απειρία

Ως απειρία νοείται η έλλειψη της περί τη ζωή και τις συναλλαγές πεί-

ρας68 Το ερώτημα όμως είναι αν η σχετική με συγκεκριμένη δικαιο-

πραξία απειρία στοιχειοθετεί την απειρία της ΑΚ 179βrsquo ή όχι Γίνεται

δεκτό ότι υπάρχουν τρείς διαβαθμίσεις69 της απειρίας

(α) Η καθολική όπου ο συμβαλλόμενος στερείται παντελώς συναλ-

λακτικής πείρας και κατά συνέπειαν η περίπτωσή του υπάγεται

στην ρύθμιση της ΑΚ 179β΄

(β) Η απειρία σε ορισμένο μόνο συναλλακτικό τομέα (λχ πράξεις

επί ακινήτων χρηματιστηριακές συναλλαγές κλπ) εδώ η απειρία

δεν αποτελεί σταθερή ιδιότητα του προσώπου και παρά το ότι η

γενική του πείρα του επιτρέπει να κρίνει το επισφαλές της δικαι-

οπραξίας στην οποία προβαίνει η ελευθερία δικαιοπρακτικής α-

ποφάσεώς του δεν παύει να είναι διαταραγμένη Κατά συνέπεια

δικαιούται της προστασίας της ΑΚ 179βrsquo

(γ) Προβληματική αλλά και με πολύ μεγάλη πρακτική σημασία είναι

η τρίτη μορφή απειρίας που χαρακτηρίζεται από την έλλειψη ει-

δικών γνώσεων πού έχει ανάγκη ο σύγχρονος καταναλωτής στις

καθημερινές συναλλαγές του γνώσεων απαραιτήτων για τον

σχηματισμό σωστής εικόνας της προσφερόμενης σε αυτόν παρο-

χής Κι΄ εδώ η ελευθερία δικαιοπρακτικής αποφάσεως του κατα-

ναλωτή αδαούς όντος λόγω ανεπαρκούς πληροφορήσεως εμφα-

νίζεται διαταραγμένη και άξια της κατά την ΑΚ 179βrsquo προστασίας

ε Εκμετάλλευση

Ενώ η νομολογία μας θεωρεί αναγκαίο στοιχείο της ΑΚ 179βrsquo την υποκειμενι-

κή προϋπόθεση της εκμεταλλεύσεως την οποία πρέπει να αποδεικνύει ο ε-

67 ΑΠ 3821992 ΝοΒ 41874 68 ΑΠ 9362007 69 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012196 επ

33 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

πικαλούμενος την εφαρμογή της διατάξεως δεν έχει μέχρι τώρα αποσαφη-

νιστεί πλήρως σε τι ακριβώς συνίσταται η ldquoεκμετάλλευσηrdquo Βέβαιο πάντως

είναι ότι το στοιχείο αυτό δεν θα πρέπει να θεωρηθεί ως ηθική μομφή στο

πρόσωπο του καταπλεονέκτη

Κατrsquo αρχάς απορρίπτεται η επίκληση δόλου αφού ο δόλος απαιτείται από

την λειτουργία της ποινής και είναι ξένος προς τον λειτουργικό ρόλο της α-

κυρότητας της ανήθικης δικαιοπραξίας Το ότι δεν πρόκειται περί μομφής

φαίνεται στις περιπτώσεις καταρτίσεως δικαιοπραξίας κατά παράκλησιν

του αντισυμβαλλομένου και όχι από εκμεταλλευτική διάθεση του καταπλεο-

νέκτη Επιπλέον εάν επρόκειτο περί συνειδήσεως της ανηθικότητος εκ μέ-

ρους του καταπλεονέκτη μια τέτοια συνείδηση λόγω του περιεχομένου σε

αυτήν αξιολογικού και βουλητικού στοιχείου θα ισοδυναμούσε με πταίσμα

και δη στον βαθμό του dolus malus στοιχείου όμως ξένου προς την προ-

βληματική των ανήθικων γενικώς δικαιοπραξιών

Η ελληνική νομολογία φαίνεται να ακολουθεί την άποψη ότι ο καταπλεονέ-

κτης γνωρίζει την συναλλακτικώς δυσμενή θέση του καταπλεονεκτούμενου

και την προφανή δυσαναλογία μεταξύ παροχής και αντιπαροχής στοιχεία τα

οποία δεν θεωρεί ως λόγο προσωπικής μομφής κατά του καταπλεονέκτη αλ-

λά καταλογισμού σε αυτόν του κινδύνου της ακυρότητας της δικαιοπραξίας

Τα δικαστήρια φαίνεται ότι ταυτίζουν την εκμετάλλευση με την εκ μέρους

του καταπλεονέκτη γνώση της συναλλακτικώς δυσμενούς θέσεως του κα-

ταπλεονεκτούμενου Είναι συνήθης στις αποφάσεις η επωδός ldquoεπωφελήθη-

κεrdquo70 της γνωστής σε αυτόν ανάγκης κουφότητας ή απειρίας Γίνεται όμως

παγίως δεκτό ότι αν ο καταπλεονέκτης αγνοούσε την κατάσταση του αντι-

συμβαλλομένου του δεν υπάρχει εκμετάλλευση κατά την ΑΚ 179βrsquo Και βε-

βαίως ερωτάται γιατί θα πρέπει να γνωρίζει μόνο την ανάγκη κουφότητα ή

απειρία και όχι και την προφανή δυσαναλογία των αμοιβαίων παροχών

4 Έννομες συνέπειες

Η καταπλεονεκτική δικαιοπραξία είναι απολύτως άκυρη και για τα δύο μέρη

κατά την έννοια της ΑΚ 180 Την ακυρότητα μπορεί να προβάλλει και κάθε τρίτος

70 Πρβλ ΑΠ 20952009 34 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

που έχει έννομο συμφέρον επομένως και ο κληρονόμος ενός από τους συναλλαγέ-

ντες71

Δεν αποκλείεται και μερική ακυρότητα της δικαιοπραξίας Τούτο θα συμβεί

εάν μπορεί να προσδιορισθεί ακριβώς η μεταξύ παροχής και αντιπαροχής αναλο-

γία οπότε η δικαιοπραξία είναι άκυρη κατά το υπερβάλλον72 Κατά πόσον σε τέ-

τοια περίπτωση η μερική ακυρότητα θα συνεπιφέρει την ακυρότητα της όλης δι-

καιοπραξίας κρίνεται κατά την ΑΚ 18173

Σύμβαση εντόκου δανείου μπορεί να χαρακτηρισθεί καταπλεονεκτική συμ-

φώνως προς την ΑΚ 179 μόνο στην περίπτωση συνομολογήσεως ή λήψεως αθέ-

μιτων (τοκογλυφικών) τόκων εν σχέσει προς την αντιπαροχή με την εκμετάλ-

λευση της ανάγκης κουφότητας κλπ του δανεισθέντος οπότε και επέρχεται είτε

ολοκληρωτική και απόλυτη ακυρότητα της καταπλεονεκτικής δικαιοπραξίας κα-

τά τον κανόνα της ΑΚ 181 είτε μερική ακυρότητα οπότε αφού προσδιορισθεί

ακριβώς η μεταξύ παροχής και αντιπαροχής αναλογία η δικαιοπραξία είναι αι-

σχροκερδής και άκυρη κατά το υπερβάλλον

Η προβολή της ακυρότητας από εκείνον που μετήλθε την εκμετάλλευση

μπορεί να αποκρουσθεί με την ένσταση της ΑΚ 281 Αυτό μπορεί να συμβεί όταν

το δικαίωμα ακυρώσεως ασκείται καθυστερημένα εφ΄ όσον όμως συντρέχουν

και άλλα περιστατικά74

Οι παροχές που έγιναν σε εκπλήρωση της καταπλεονεκτικής υποσχετικής

συμβάσεως μπορούν να αναζητηθούν είτε με διεκδικητική αγωγή είτε με αγωγή

αδικαιολόγητου πλουτισμού Αυτός που ζημιώθηκε από την αισχροκερδή δικαιο-

πραξία δικαιούται εφ΄ όσον συντρέχουν οι όροι των ΑΚ 919 και ΑΚ 914 και απο-

ζημιώσεως

71 ΑΠ 9362007 72 ΜΠΑΛΗΣ 1944191 73 ΜΠΑΛΗΣ op cit 74 Για την προστασία των καλόπιστων τρίτων μέσω της ΑΚ 281 βλ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012232 επ

35 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ ΣΤ ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ Γενικές Αρχές Αστικού Δικαίου Π Ν Σάκκουλας 2012 ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ ΣΤ ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ndash ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟΣ ΠΑΝ ΜΙΧΑΗΛ Αστικός Κώδικας κατ΄ άρ-

θρο ερμηνεία τόμος Ι Π Ν Σάκκουλας 1978 ΛΑΔΑΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ Α Η ακυρότητα της δικαιοπραξίας λόγω αντιθέσεως εις τα χρη-

στά ήθη χό Θεσσαλονίκη 1979 ΛΙΤΖΕΡΟΠΟΥΛΟΣ Γ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ Η Νομολογία ως παράγων διαπλάσεως του ιδιωτικού

δικαίου Θεσσαλονίκη 1932 ΜΠΑΛΗΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ Α Γενικαί αρχαί του Αστικού Δικαίου Παπαζήσης 1944 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ ΑΛ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ Οι καταπλεονεκτικές δικαιοπραξίες Σάκκουλας Αντ

Ν 1983 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ ΑΛ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ Δικαιοπραξιες αντίθετες προς τα χρηστά ήθη Σάκ-

κουλας Αντ Ν 2012 ΠΑΠΑΣΤΕΡΙΟΥ Η ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ Αστικό Δίκαιο Επιτομή Εκδόσεις Σάκκουλα ΑΕ 2010 ΣΠΥΡΙΔΑΚΗΣ Σ ΙΩΑΝΝΗΣ Εγχειρίδιο Αστ Δικαίου 1 - Γενικές Αρχές Αντ Ν Σάκκου-

λας 2004 ΤΕΛΛΗΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ Δ Ρήτρα μετασυμβατικής απαγόρευσης ανταγωνισμού στο δί-

καιο εταιρειών και επιχειρήσεων λειτουργία και δικαστικός έλεγχος του περιε-χομένου της Εκδόσεις Σάκκουλα ΑΕ 2007

ΤΟΥΣΗΣ ΧΡ ΑΝΔΡΕΑΣ Γενικαί Αρχαί του Αστικού Δικαίου μετʹ εισαγωγής εις το δίκαι-ον εν γένει Αφοί Σάκκουλα 1978

ΤΡΙΑΝΤΟΣ Τ ΝΙΚΟΛΑΟΣ Δικαιοπραξιες Νομική Βιβλιοθηκη 2011 ΤΡΙΑΝΤΟΣ Τ ΝΙΚΟΛΑΟΣ Αστικό Δίκαιο-Επιτομή Νομική Βιβλιοθήκη 2013 ΦΙΛΙΟΣ ΧΡ ΠΑΥΛΟΣ Γενικές Αρχές Αστικού Δικαίου Εκδόσεις Σάκκουλα ΑΕ 2011 ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΕΙΣ ΑΝΔΡΟΥΛΙΔΑΚΗ-ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗ ΙΣΜΗΝΗ Η αντίθεση της διαθήκης στα χρηστά ήθη ΝοΒ

301234 ΠΕΛΕΝΗ-ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ Α Η αντιμετώπιση από τη νομολογία του άρθρου 179 περ

α΄ ΑΚ ΕλλΔνη 199459 ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟΣ ΠΑΝ ΜΙΧΑΗΛ-ΛΑΔΟΓΙΑΝΝΗΣ ΓΕΩΡ Κριτήρια αντίθεσης συμφώνου

προτίμησης προς τα χρηστά ήθη (γνμδ) ΧρΙΔ 1263 ΤΟΥΣΗΣ ΧΡ ΑΝΔΡΕΑΣ Η έννοια των χρηστών ηθών ΕΕΝ 231956 ΦΑΣΟΥΛΑΣ ΖΗΣΗΣ Η απάτη και η ακυρότητα της δικαιοπραξίας ως αντίθετη στα

χρηστά ήθη ΠοινΧρ 921032

36 36

  • 2 Συμβατική ελευθερία και γενικές ρήτρες
  • 4 Κριτήρια προσδιορισμού των χρηστών ηθών
    • Μια πρώτη κατηγοριοποίηση όμως αντίθεσης στα χρηστά ήθη μπορεί να γίνει με βάση το αν αυτή προκύπτει από το περιεχόμενο τους
      • 10 Ακυρότητα
      • α Απόλυτη ή σχετική
      • β Συνολική ή μερική
      • γ Ακυρότητα στις αιτιώδεις και αναιτιώδεις δικαιοπραξίες
      • 11 Δικονομική μεταχείριση
      • 12 Επίγραμμα

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

από κουφότητα Η κουφότητα μπορεί να οφείλεται σε οποιονδήποτε

λόγο όπως είναι η πνευματική νόσος ου δεν επέφερε όμως ολική ή με-

ρική ασυνειδησία των πράξεων του προσώπου ώστε να το κάνει εντε-

λώς ή περιορισμένως ανίκανο για την σύνταξη δικαιοπραξίας67

(3) Απειρία

Ως απειρία νοείται η έλλειψη της περί τη ζωή και τις συναλλαγές πεί-

ρας68 Το ερώτημα όμως είναι αν η σχετική με συγκεκριμένη δικαιο-

πραξία απειρία στοιχειοθετεί την απειρία της ΑΚ 179βrsquo ή όχι Γίνεται

δεκτό ότι υπάρχουν τρείς διαβαθμίσεις69 της απειρίας

(α) Η καθολική όπου ο συμβαλλόμενος στερείται παντελώς συναλ-

λακτικής πείρας και κατά συνέπειαν η περίπτωσή του υπάγεται

στην ρύθμιση της ΑΚ 179β΄

(β) Η απειρία σε ορισμένο μόνο συναλλακτικό τομέα (λχ πράξεις

επί ακινήτων χρηματιστηριακές συναλλαγές κλπ) εδώ η απειρία

δεν αποτελεί σταθερή ιδιότητα του προσώπου και παρά το ότι η

γενική του πείρα του επιτρέπει να κρίνει το επισφαλές της δικαι-

οπραξίας στην οποία προβαίνει η ελευθερία δικαιοπρακτικής α-

ποφάσεώς του δεν παύει να είναι διαταραγμένη Κατά συνέπεια

δικαιούται της προστασίας της ΑΚ 179βrsquo

(γ) Προβληματική αλλά και με πολύ μεγάλη πρακτική σημασία είναι

η τρίτη μορφή απειρίας που χαρακτηρίζεται από την έλλειψη ει-

δικών γνώσεων πού έχει ανάγκη ο σύγχρονος καταναλωτής στις

καθημερινές συναλλαγές του γνώσεων απαραιτήτων για τον

σχηματισμό σωστής εικόνας της προσφερόμενης σε αυτόν παρο-

χής Κι΄ εδώ η ελευθερία δικαιοπρακτικής αποφάσεως του κατα-

ναλωτή αδαούς όντος λόγω ανεπαρκούς πληροφορήσεως εμφα-

νίζεται διαταραγμένη και άξια της κατά την ΑΚ 179βrsquo προστασίας

ε Εκμετάλλευση

Ενώ η νομολογία μας θεωρεί αναγκαίο στοιχείο της ΑΚ 179βrsquo την υποκειμενι-

κή προϋπόθεση της εκμεταλλεύσεως την οποία πρέπει να αποδεικνύει ο ε-

67 ΑΠ 3821992 ΝοΒ 41874 68 ΑΠ 9362007 69 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012196 επ

33 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

πικαλούμενος την εφαρμογή της διατάξεως δεν έχει μέχρι τώρα αποσαφη-

νιστεί πλήρως σε τι ακριβώς συνίσταται η ldquoεκμετάλλευσηrdquo Βέβαιο πάντως

είναι ότι το στοιχείο αυτό δεν θα πρέπει να θεωρηθεί ως ηθική μομφή στο

πρόσωπο του καταπλεονέκτη

Κατrsquo αρχάς απορρίπτεται η επίκληση δόλου αφού ο δόλος απαιτείται από

την λειτουργία της ποινής και είναι ξένος προς τον λειτουργικό ρόλο της α-

κυρότητας της ανήθικης δικαιοπραξίας Το ότι δεν πρόκειται περί μομφής

φαίνεται στις περιπτώσεις καταρτίσεως δικαιοπραξίας κατά παράκλησιν

του αντισυμβαλλομένου και όχι από εκμεταλλευτική διάθεση του καταπλεο-

νέκτη Επιπλέον εάν επρόκειτο περί συνειδήσεως της ανηθικότητος εκ μέ-

ρους του καταπλεονέκτη μια τέτοια συνείδηση λόγω του περιεχομένου σε

αυτήν αξιολογικού και βουλητικού στοιχείου θα ισοδυναμούσε με πταίσμα

και δη στον βαθμό του dolus malus στοιχείου όμως ξένου προς την προ-

βληματική των ανήθικων γενικώς δικαιοπραξιών

Η ελληνική νομολογία φαίνεται να ακολουθεί την άποψη ότι ο καταπλεονέ-

κτης γνωρίζει την συναλλακτικώς δυσμενή θέση του καταπλεονεκτούμενου

και την προφανή δυσαναλογία μεταξύ παροχής και αντιπαροχής στοιχεία τα

οποία δεν θεωρεί ως λόγο προσωπικής μομφής κατά του καταπλεονέκτη αλ-

λά καταλογισμού σε αυτόν του κινδύνου της ακυρότητας της δικαιοπραξίας

Τα δικαστήρια φαίνεται ότι ταυτίζουν την εκμετάλλευση με την εκ μέρους

του καταπλεονέκτη γνώση της συναλλακτικώς δυσμενούς θέσεως του κα-

ταπλεονεκτούμενου Είναι συνήθης στις αποφάσεις η επωδός ldquoεπωφελήθη-

κεrdquo70 της γνωστής σε αυτόν ανάγκης κουφότητας ή απειρίας Γίνεται όμως

παγίως δεκτό ότι αν ο καταπλεονέκτης αγνοούσε την κατάσταση του αντι-

συμβαλλομένου του δεν υπάρχει εκμετάλλευση κατά την ΑΚ 179βrsquo Και βε-

βαίως ερωτάται γιατί θα πρέπει να γνωρίζει μόνο την ανάγκη κουφότητα ή

απειρία και όχι και την προφανή δυσαναλογία των αμοιβαίων παροχών

4 Έννομες συνέπειες

Η καταπλεονεκτική δικαιοπραξία είναι απολύτως άκυρη και για τα δύο μέρη

κατά την έννοια της ΑΚ 180 Την ακυρότητα μπορεί να προβάλλει και κάθε τρίτος

70 Πρβλ ΑΠ 20952009 34 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

που έχει έννομο συμφέρον επομένως και ο κληρονόμος ενός από τους συναλλαγέ-

ντες71

Δεν αποκλείεται και μερική ακυρότητα της δικαιοπραξίας Τούτο θα συμβεί

εάν μπορεί να προσδιορισθεί ακριβώς η μεταξύ παροχής και αντιπαροχής αναλο-

γία οπότε η δικαιοπραξία είναι άκυρη κατά το υπερβάλλον72 Κατά πόσον σε τέ-

τοια περίπτωση η μερική ακυρότητα θα συνεπιφέρει την ακυρότητα της όλης δι-

καιοπραξίας κρίνεται κατά την ΑΚ 18173

Σύμβαση εντόκου δανείου μπορεί να χαρακτηρισθεί καταπλεονεκτική συμ-

φώνως προς την ΑΚ 179 μόνο στην περίπτωση συνομολογήσεως ή λήψεως αθέ-

μιτων (τοκογλυφικών) τόκων εν σχέσει προς την αντιπαροχή με την εκμετάλ-

λευση της ανάγκης κουφότητας κλπ του δανεισθέντος οπότε και επέρχεται είτε

ολοκληρωτική και απόλυτη ακυρότητα της καταπλεονεκτικής δικαιοπραξίας κα-

τά τον κανόνα της ΑΚ 181 είτε μερική ακυρότητα οπότε αφού προσδιορισθεί

ακριβώς η μεταξύ παροχής και αντιπαροχής αναλογία η δικαιοπραξία είναι αι-

σχροκερδής και άκυρη κατά το υπερβάλλον

Η προβολή της ακυρότητας από εκείνον που μετήλθε την εκμετάλλευση

μπορεί να αποκρουσθεί με την ένσταση της ΑΚ 281 Αυτό μπορεί να συμβεί όταν

το δικαίωμα ακυρώσεως ασκείται καθυστερημένα εφ΄ όσον όμως συντρέχουν

και άλλα περιστατικά74

Οι παροχές που έγιναν σε εκπλήρωση της καταπλεονεκτικής υποσχετικής

συμβάσεως μπορούν να αναζητηθούν είτε με διεκδικητική αγωγή είτε με αγωγή

αδικαιολόγητου πλουτισμού Αυτός που ζημιώθηκε από την αισχροκερδή δικαιο-

πραξία δικαιούται εφ΄ όσον συντρέχουν οι όροι των ΑΚ 919 και ΑΚ 914 και απο-

ζημιώσεως

71 ΑΠ 9362007 72 ΜΠΑΛΗΣ 1944191 73 ΜΠΑΛΗΣ op cit 74 Για την προστασία των καλόπιστων τρίτων μέσω της ΑΚ 281 βλ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012232 επ

35 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ ΣΤ ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ Γενικές Αρχές Αστικού Δικαίου Π Ν Σάκκουλας 2012 ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ ΣΤ ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ndash ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟΣ ΠΑΝ ΜΙΧΑΗΛ Αστικός Κώδικας κατ΄ άρ-

θρο ερμηνεία τόμος Ι Π Ν Σάκκουλας 1978 ΛΑΔΑΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ Α Η ακυρότητα της δικαιοπραξίας λόγω αντιθέσεως εις τα χρη-

στά ήθη χό Θεσσαλονίκη 1979 ΛΙΤΖΕΡΟΠΟΥΛΟΣ Γ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ Η Νομολογία ως παράγων διαπλάσεως του ιδιωτικού

δικαίου Θεσσαλονίκη 1932 ΜΠΑΛΗΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ Α Γενικαί αρχαί του Αστικού Δικαίου Παπαζήσης 1944 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ ΑΛ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ Οι καταπλεονεκτικές δικαιοπραξίες Σάκκουλας Αντ

Ν 1983 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ ΑΛ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ Δικαιοπραξιες αντίθετες προς τα χρηστά ήθη Σάκ-

κουλας Αντ Ν 2012 ΠΑΠΑΣΤΕΡΙΟΥ Η ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ Αστικό Δίκαιο Επιτομή Εκδόσεις Σάκκουλα ΑΕ 2010 ΣΠΥΡΙΔΑΚΗΣ Σ ΙΩΑΝΝΗΣ Εγχειρίδιο Αστ Δικαίου 1 - Γενικές Αρχές Αντ Ν Σάκκου-

λας 2004 ΤΕΛΛΗΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ Δ Ρήτρα μετασυμβατικής απαγόρευσης ανταγωνισμού στο δί-

καιο εταιρειών και επιχειρήσεων λειτουργία και δικαστικός έλεγχος του περιε-χομένου της Εκδόσεις Σάκκουλα ΑΕ 2007

ΤΟΥΣΗΣ ΧΡ ΑΝΔΡΕΑΣ Γενικαί Αρχαί του Αστικού Δικαίου μετʹ εισαγωγής εις το δίκαι-ον εν γένει Αφοί Σάκκουλα 1978

ΤΡΙΑΝΤΟΣ Τ ΝΙΚΟΛΑΟΣ Δικαιοπραξιες Νομική Βιβλιοθηκη 2011 ΤΡΙΑΝΤΟΣ Τ ΝΙΚΟΛΑΟΣ Αστικό Δίκαιο-Επιτομή Νομική Βιβλιοθήκη 2013 ΦΙΛΙΟΣ ΧΡ ΠΑΥΛΟΣ Γενικές Αρχές Αστικού Δικαίου Εκδόσεις Σάκκουλα ΑΕ 2011 ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΕΙΣ ΑΝΔΡΟΥΛΙΔΑΚΗ-ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗ ΙΣΜΗΝΗ Η αντίθεση της διαθήκης στα χρηστά ήθη ΝοΒ

301234 ΠΕΛΕΝΗ-ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ Α Η αντιμετώπιση από τη νομολογία του άρθρου 179 περ

α΄ ΑΚ ΕλλΔνη 199459 ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟΣ ΠΑΝ ΜΙΧΑΗΛ-ΛΑΔΟΓΙΑΝΝΗΣ ΓΕΩΡ Κριτήρια αντίθεσης συμφώνου

προτίμησης προς τα χρηστά ήθη (γνμδ) ΧρΙΔ 1263 ΤΟΥΣΗΣ ΧΡ ΑΝΔΡΕΑΣ Η έννοια των χρηστών ηθών ΕΕΝ 231956 ΦΑΣΟΥΛΑΣ ΖΗΣΗΣ Η απάτη και η ακυρότητα της δικαιοπραξίας ως αντίθετη στα

χρηστά ήθη ΠοινΧρ 921032

36 36

  • 2 Συμβατική ελευθερία και γενικές ρήτρες
  • 4 Κριτήρια προσδιορισμού των χρηστών ηθών
    • Μια πρώτη κατηγοριοποίηση όμως αντίθεσης στα χρηστά ήθη μπορεί να γίνει με βάση το αν αυτή προκύπτει από το περιεχόμενο τους
      • 10 Ακυρότητα
      • α Απόλυτη ή σχετική
      • β Συνολική ή μερική
      • γ Ακυρότητα στις αιτιώδεις και αναιτιώδεις δικαιοπραξίες
      • 11 Δικονομική μεταχείριση
      • 12 Επίγραμμα

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

πικαλούμενος την εφαρμογή της διατάξεως δεν έχει μέχρι τώρα αποσαφη-

νιστεί πλήρως σε τι ακριβώς συνίσταται η ldquoεκμετάλλευσηrdquo Βέβαιο πάντως

είναι ότι το στοιχείο αυτό δεν θα πρέπει να θεωρηθεί ως ηθική μομφή στο

πρόσωπο του καταπλεονέκτη

Κατrsquo αρχάς απορρίπτεται η επίκληση δόλου αφού ο δόλος απαιτείται από

την λειτουργία της ποινής και είναι ξένος προς τον λειτουργικό ρόλο της α-

κυρότητας της ανήθικης δικαιοπραξίας Το ότι δεν πρόκειται περί μομφής

φαίνεται στις περιπτώσεις καταρτίσεως δικαιοπραξίας κατά παράκλησιν

του αντισυμβαλλομένου και όχι από εκμεταλλευτική διάθεση του καταπλεο-

νέκτη Επιπλέον εάν επρόκειτο περί συνειδήσεως της ανηθικότητος εκ μέ-

ρους του καταπλεονέκτη μια τέτοια συνείδηση λόγω του περιεχομένου σε

αυτήν αξιολογικού και βουλητικού στοιχείου θα ισοδυναμούσε με πταίσμα

και δη στον βαθμό του dolus malus στοιχείου όμως ξένου προς την προ-

βληματική των ανήθικων γενικώς δικαιοπραξιών

Η ελληνική νομολογία φαίνεται να ακολουθεί την άποψη ότι ο καταπλεονέ-

κτης γνωρίζει την συναλλακτικώς δυσμενή θέση του καταπλεονεκτούμενου

και την προφανή δυσαναλογία μεταξύ παροχής και αντιπαροχής στοιχεία τα

οποία δεν θεωρεί ως λόγο προσωπικής μομφής κατά του καταπλεονέκτη αλ-

λά καταλογισμού σε αυτόν του κινδύνου της ακυρότητας της δικαιοπραξίας

Τα δικαστήρια φαίνεται ότι ταυτίζουν την εκμετάλλευση με την εκ μέρους

του καταπλεονέκτη γνώση της συναλλακτικώς δυσμενούς θέσεως του κα-

ταπλεονεκτούμενου Είναι συνήθης στις αποφάσεις η επωδός ldquoεπωφελήθη-

κεrdquo70 της γνωστής σε αυτόν ανάγκης κουφότητας ή απειρίας Γίνεται όμως

παγίως δεκτό ότι αν ο καταπλεονέκτης αγνοούσε την κατάσταση του αντι-

συμβαλλομένου του δεν υπάρχει εκμετάλλευση κατά την ΑΚ 179βrsquo Και βε-

βαίως ερωτάται γιατί θα πρέπει να γνωρίζει μόνο την ανάγκη κουφότητα ή

απειρία και όχι και την προφανή δυσαναλογία των αμοιβαίων παροχών

4 Έννομες συνέπειες

Η καταπλεονεκτική δικαιοπραξία είναι απολύτως άκυρη και για τα δύο μέρη

κατά την έννοια της ΑΚ 180 Την ακυρότητα μπορεί να προβάλλει και κάθε τρίτος

70 Πρβλ ΑΠ 20952009 34 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

που έχει έννομο συμφέρον επομένως και ο κληρονόμος ενός από τους συναλλαγέ-

ντες71

Δεν αποκλείεται και μερική ακυρότητα της δικαιοπραξίας Τούτο θα συμβεί

εάν μπορεί να προσδιορισθεί ακριβώς η μεταξύ παροχής και αντιπαροχής αναλο-

γία οπότε η δικαιοπραξία είναι άκυρη κατά το υπερβάλλον72 Κατά πόσον σε τέ-

τοια περίπτωση η μερική ακυρότητα θα συνεπιφέρει την ακυρότητα της όλης δι-

καιοπραξίας κρίνεται κατά την ΑΚ 18173

Σύμβαση εντόκου δανείου μπορεί να χαρακτηρισθεί καταπλεονεκτική συμ-

φώνως προς την ΑΚ 179 μόνο στην περίπτωση συνομολογήσεως ή λήψεως αθέ-

μιτων (τοκογλυφικών) τόκων εν σχέσει προς την αντιπαροχή με την εκμετάλ-

λευση της ανάγκης κουφότητας κλπ του δανεισθέντος οπότε και επέρχεται είτε

ολοκληρωτική και απόλυτη ακυρότητα της καταπλεονεκτικής δικαιοπραξίας κα-

τά τον κανόνα της ΑΚ 181 είτε μερική ακυρότητα οπότε αφού προσδιορισθεί

ακριβώς η μεταξύ παροχής και αντιπαροχής αναλογία η δικαιοπραξία είναι αι-

σχροκερδής και άκυρη κατά το υπερβάλλον

Η προβολή της ακυρότητας από εκείνον που μετήλθε την εκμετάλλευση

μπορεί να αποκρουσθεί με την ένσταση της ΑΚ 281 Αυτό μπορεί να συμβεί όταν

το δικαίωμα ακυρώσεως ασκείται καθυστερημένα εφ΄ όσον όμως συντρέχουν

και άλλα περιστατικά74

Οι παροχές που έγιναν σε εκπλήρωση της καταπλεονεκτικής υποσχετικής

συμβάσεως μπορούν να αναζητηθούν είτε με διεκδικητική αγωγή είτε με αγωγή

αδικαιολόγητου πλουτισμού Αυτός που ζημιώθηκε από την αισχροκερδή δικαιο-

πραξία δικαιούται εφ΄ όσον συντρέχουν οι όροι των ΑΚ 919 και ΑΚ 914 και απο-

ζημιώσεως

71 ΑΠ 9362007 72 ΜΠΑΛΗΣ 1944191 73 ΜΠΑΛΗΣ op cit 74 Για την προστασία των καλόπιστων τρίτων μέσω της ΑΚ 281 βλ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012232 επ

35 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ ΣΤ ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ Γενικές Αρχές Αστικού Δικαίου Π Ν Σάκκουλας 2012 ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ ΣΤ ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ndash ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟΣ ΠΑΝ ΜΙΧΑΗΛ Αστικός Κώδικας κατ΄ άρ-

θρο ερμηνεία τόμος Ι Π Ν Σάκκουλας 1978 ΛΑΔΑΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ Α Η ακυρότητα της δικαιοπραξίας λόγω αντιθέσεως εις τα χρη-

στά ήθη χό Θεσσαλονίκη 1979 ΛΙΤΖΕΡΟΠΟΥΛΟΣ Γ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ Η Νομολογία ως παράγων διαπλάσεως του ιδιωτικού

δικαίου Θεσσαλονίκη 1932 ΜΠΑΛΗΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ Α Γενικαί αρχαί του Αστικού Δικαίου Παπαζήσης 1944 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ ΑΛ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ Οι καταπλεονεκτικές δικαιοπραξίες Σάκκουλας Αντ

Ν 1983 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ ΑΛ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ Δικαιοπραξιες αντίθετες προς τα χρηστά ήθη Σάκ-

κουλας Αντ Ν 2012 ΠΑΠΑΣΤΕΡΙΟΥ Η ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ Αστικό Δίκαιο Επιτομή Εκδόσεις Σάκκουλα ΑΕ 2010 ΣΠΥΡΙΔΑΚΗΣ Σ ΙΩΑΝΝΗΣ Εγχειρίδιο Αστ Δικαίου 1 - Γενικές Αρχές Αντ Ν Σάκκου-

λας 2004 ΤΕΛΛΗΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ Δ Ρήτρα μετασυμβατικής απαγόρευσης ανταγωνισμού στο δί-

καιο εταιρειών και επιχειρήσεων λειτουργία και δικαστικός έλεγχος του περιε-χομένου της Εκδόσεις Σάκκουλα ΑΕ 2007

ΤΟΥΣΗΣ ΧΡ ΑΝΔΡΕΑΣ Γενικαί Αρχαί του Αστικού Δικαίου μετʹ εισαγωγής εις το δίκαι-ον εν γένει Αφοί Σάκκουλα 1978

ΤΡΙΑΝΤΟΣ Τ ΝΙΚΟΛΑΟΣ Δικαιοπραξιες Νομική Βιβλιοθηκη 2011 ΤΡΙΑΝΤΟΣ Τ ΝΙΚΟΛΑΟΣ Αστικό Δίκαιο-Επιτομή Νομική Βιβλιοθήκη 2013 ΦΙΛΙΟΣ ΧΡ ΠΑΥΛΟΣ Γενικές Αρχές Αστικού Δικαίου Εκδόσεις Σάκκουλα ΑΕ 2011 ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΕΙΣ ΑΝΔΡΟΥΛΙΔΑΚΗ-ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗ ΙΣΜΗΝΗ Η αντίθεση της διαθήκης στα χρηστά ήθη ΝοΒ

301234 ΠΕΛΕΝΗ-ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ Α Η αντιμετώπιση από τη νομολογία του άρθρου 179 περ

α΄ ΑΚ ΕλλΔνη 199459 ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟΣ ΠΑΝ ΜΙΧΑΗΛ-ΛΑΔΟΓΙΑΝΝΗΣ ΓΕΩΡ Κριτήρια αντίθεσης συμφώνου

προτίμησης προς τα χρηστά ήθη (γνμδ) ΧρΙΔ 1263 ΤΟΥΣΗΣ ΧΡ ΑΝΔΡΕΑΣ Η έννοια των χρηστών ηθών ΕΕΝ 231956 ΦΑΣΟΥΛΑΣ ΖΗΣΗΣ Η απάτη και η ακυρότητα της δικαιοπραξίας ως αντίθετη στα

χρηστά ήθη ΠοινΧρ 921032

36 36

  • 2 Συμβατική ελευθερία και γενικές ρήτρες
  • 4 Κριτήρια προσδιορισμού των χρηστών ηθών
    • Μια πρώτη κατηγοριοποίηση όμως αντίθεσης στα χρηστά ήθη μπορεί να γίνει με βάση το αν αυτή προκύπτει από το περιεχόμενο τους
      • 10 Ακυρότητα
      • α Απόλυτη ή σχετική
      • β Συνολική ή μερική
      • γ Ακυρότητα στις αιτιώδεις και αναιτιώδεις δικαιοπραξίες
      • 11 Δικονομική μεταχείριση
      • 12 Επίγραμμα

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

που έχει έννομο συμφέρον επομένως και ο κληρονόμος ενός από τους συναλλαγέ-

ντες71

Δεν αποκλείεται και μερική ακυρότητα της δικαιοπραξίας Τούτο θα συμβεί

εάν μπορεί να προσδιορισθεί ακριβώς η μεταξύ παροχής και αντιπαροχής αναλο-

γία οπότε η δικαιοπραξία είναι άκυρη κατά το υπερβάλλον72 Κατά πόσον σε τέ-

τοια περίπτωση η μερική ακυρότητα θα συνεπιφέρει την ακυρότητα της όλης δι-

καιοπραξίας κρίνεται κατά την ΑΚ 18173

Σύμβαση εντόκου δανείου μπορεί να χαρακτηρισθεί καταπλεονεκτική συμ-

φώνως προς την ΑΚ 179 μόνο στην περίπτωση συνομολογήσεως ή λήψεως αθέ-

μιτων (τοκογλυφικών) τόκων εν σχέσει προς την αντιπαροχή με την εκμετάλ-

λευση της ανάγκης κουφότητας κλπ του δανεισθέντος οπότε και επέρχεται είτε

ολοκληρωτική και απόλυτη ακυρότητα της καταπλεονεκτικής δικαιοπραξίας κα-

τά τον κανόνα της ΑΚ 181 είτε μερική ακυρότητα οπότε αφού προσδιορισθεί

ακριβώς η μεταξύ παροχής και αντιπαροχής αναλογία η δικαιοπραξία είναι αι-

σχροκερδής και άκυρη κατά το υπερβάλλον

Η προβολή της ακυρότητας από εκείνον που μετήλθε την εκμετάλλευση

μπορεί να αποκρουσθεί με την ένσταση της ΑΚ 281 Αυτό μπορεί να συμβεί όταν

το δικαίωμα ακυρώσεως ασκείται καθυστερημένα εφ΄ όσον όμως συντρέχουν

και άλλα περιστατικά74

Οι παροχές που έγιναν σε εκπλήρωση της καταπλεονεκτικής υποσχετικής

συμβάσεως μπορούν να αναζητηθούν είτε με διεκδικητική αγωγή είτε με αγωγή

αδικαιολόγητου πλουτισμού Αυτός που ζημιώθηκε από την αισχροκερδή δικαιο-

πραξία δικαιούται εφ΄ όσον συντρέχουν οι όροι των ΑΚ 919 και ΑΚ 914 και απο-

ζημιώσεως

71 ΑΠ 9362007 72 ΜΠΑΛΗΣ 1944191 73 ΜΠΑΛΗΣ op cit 74 Για την προστασία των καλόπιστων τρίτων μέσω της ΑΚ 281 βλ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 2012232 επ

35 36

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ ΣΤ ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ Γενικές Αρχές Αστικού Δικαίου Π Ν Σάκκουλας 2012 ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ ΣΤ ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ndash ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟΣ ΠΑΝ ΜΙΧΑΗΛ Αστικός Κώδικας κατ΄ άρ-

θρο ερμηνεία τόμος Ι Π Ν Σάκκουλας 1978 ΛΑΔΑΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ Α Η ακυρότητα της δικαιοπραξίας λόγω αντιθέσεως εις τα χρη-

στά ήθη χό Θεσσαλονίκη 1979 ΛΙΤΖΕΡΟΠΟΥΛΟΣ Γ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ Η Νομολογία ως παράγων διαπλάσεως του ιδιωτικού

δικαίου Θεσσαλονίκη 1932 ΜΠΑΛΗΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ Α Γενικαί αρχαί του Αστικού Δικαίου Παπαζήσης 1944 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ ΑΛ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ Οι καταπλεονεκτικές δικαιοπραξίες Σάκκουλας Αντ

Ν 1983 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ ΑΛ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ Δικαιοπραξιες αντίθετες προς τα χρηστά ήθη Σάκ-

κουλας Αντ Ν 2012 ΠΑΠΑΣΤΕΡΙΟΥ Η ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ Αστικό Δίκαιο Επιτομή Εκδόσεις Σάκκουλα ΑΕ 2010 ΣΠΥΡΙΔΑΚΗΣ Σ ΙΩΑΝΝΗΣ Εγχειρίδιο Αστ Δικαίου 1 - Γενικές Αρχές Αντ Ν Σάκκου-

λας 2004 ΤΕΛΛΗΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ Δ Ρήτρα μετασυμβατικής απαγόρευσης ανταγωνισμού στο δί-

καιο εταιρειών και επιχειρήσεων λειτουργία και δικαστικός έλεγχος του περιε-χομένου της Εκδόσεις Σάκκουλα ΑΕ 2007

ΤΟΥΣΗΣ ΧΡ ΑΝΔΡΕΑΣ Γενικαί Αρχαί του Αστικού Δικαίου μετʹ εισαγωγής εις το δίκαι-ον εν γένει Αφοί Σάκκουλα 1978

ΤΡΙΑΝΤΟΣ Τ ΝΙΚΟΛΑΟΣ Δικαιοπραξιες Νομική Βιβλιοθηκη 2011 ΤΡΙΑΝΤΟΣ Τ ΝΙΚΟΛΑΟΣ Αστικό Δίκαιο-Επιτομή Νομική Βιβλιοθήκη 2013 ΦΙΛΙΟΣ ΧΡ ΠΑΥΛΟΣ Γενικές Αρχές Αστικού Δικαίου Εκδόσεις Σάκκουλα ΑΕ 2011 ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΕΙΣ ΑΝΔΡΟΥΛΙΔΑΚΗ-ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗ ΙΣΜΗΝΗ Η αντίθεση της διαθήκης στα χρηστά ήθη ΝοΒ

301234 ΠΕΛΕΝΗ-ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ Α Η αντιμετώπιση από τη νομολογία του άρθρου 179 περ

α΄ ΑΚ ΕλλΔνη 199459 ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟΣ ΠΑΝ ΜΙΧΑΗΛ-ΛΑΔΟΓΙΑΝΝΗΣ ΓΕΩΡ Κριτήρια αντίθεσης συμφώνου

προτίμησης προς τα χρηστά ήθη (γνμδ) ΧρΙΔ 1263 ΤΟΥΣΗΣ ΧΡ ΑΝΔΡΕΑΣ Η έννοια των χρηστών ηθών ΕΕΝ 231956 ΦΑΣΟΥΛΑΣ ΖΗΣΗΣ Η απάτη και η ακυρότητα της δικαιοπραξίας ως αντίθετη στα

χρηστά ήθη ΠοινΧρ 921032

36 36

  • 2 Συμβατική ελευθερία και γενικές ρήτρες
  • 4 Κριτήρια προσδιορισμού των χρηστών ηθών
    • Μια πρώτη κατηγοριοποίηση όμως αντίθεσης στα χρηστά ήθη μπορεί να γίνει με βάση το αν αυτή προκύπτει από το περιεχόμενο τους
      • 10 Ακυρότητα
      • α Απόλυτη ή σχετική
      • β Συνολική ή μερική
      • γ Ακυρότητα στις αιτιώδεις και αναιτιώδεις δικαιοπραξίες
      • 11 Δικονομική μεταχείριση
      • 12 Επίγραμμα

ΓΕΩΡΓΙΑ Γ ΠΑΤΣΟΥΡΑ ndash ΣΠΥΡΟΣ Γ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ (ΑΚ 178 amp ΑΚ 179)

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ ΣΤ ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ Γενικές Αρχές Αστικού Δικαίου Π Ν Σάκκουλας 2012 ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ ΣΤ ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ndash ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟΣ ΠΑΝ ΜΙΧΑΗΛ Αστικός Κώδικας κατ΄ άρ-

θρο ερμηνεία τόμος Ι Π Ν Σάκκουλας 1978 ΛΑΔΑΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ Α Η ακυρότητα της δικαιοπραξίας λόγω αντιθέσεως εις τα χρη-

στά ήθη χό Θεσσαλονίκη 1979 ΛΙΤΖΕΡΟΠΟΥΛΟΣ Γ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ Η Νομολογία ως παράγων διαπλάσεως του ιδιωτικού

δικαίου Θεσσαλονίκη 1932 ΜΠΑΛΗΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ Α Γενικαί αρχαί του Αστικού Δικαίου Παπαζήσης 1944 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ ΑΛ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ Οι καταπλεονεκτικές δικαιοπραξίες Σάκκουλας Αντ

Ν 1983 ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ ΑΛ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ Δικαιοπραξιες αντίθετες προς τα χρηστά ήθη Σάκ-

κουλας Αντ Ν 2012 ΠΑΠΑΣΤΕΡΙΟΥ Η ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ Αστικό Δίκαιο Επιτομή Εκδόσεις Σάκκουλα ΑΕ 2010 ΣΠΥΡΙΔΑΚΗΣ Σ ΙΩΑΝΝΗΣ Εγχειρίδιο Αστ Δικαίου 1 - Γενικές Αρχές Αντ Ν Σάκκου-

λας 2004 ΤΕΛΛΗΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ Δ Ρήτρα μετασυμβατικής απαγόρευσης ανταγωνισμού στο δί-

καιο εταιρειών και επιχειρήσεων λειτουργία και δικαστικός έλεγχος του περιε-χομένου της Εκδόσεις Σάκκουλα ΑΕ 2007

ΤΟΥΣΗΣ ΧΡ ΑΝΔΡΕΑΣ Γενικαί Αρχαί του Αστικού Δικαίου μετʹ εισαγωγής εις το δίκαι-ον εν γένει Αφοί Σάκκουλα 1978

ΤΡΙΑΝΤΟΣ Τ ΝΙΚΟΛΑΟΣ Δικαιοπραξιες Νομική Βιβλιοθηκη 2011 ΤΡΙΑΝΤΟΣ Τ ΝΙΚΟΛΑΟΣ Αστικό Δίκαιο-Επιτομή Νομική Βιβλιοθήκη 2013 ΦΙΛΙΟΣ ΧΡ ΠΑΥΛΟΣ Γενικές Αρχές Αστικού Δικαίου Εκδόσεις Σάκκουλα ΑΕ 2011 ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΕΙΣ ΑΝΔΡΟΥΛΙΔΑΚΗ-ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗ ΙΣΜΗΝΗ Η αντίθεση της διαθήκης στα χρηστά ήθη ΝοΒ

301234 ΠΕΛΕΝΗ-ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ Α Η αντιμετώπιση από τη νομολογία του άρθρου 179 περ

α΄ ΑΚ ΕλλΔνη 199459 ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟΣ ΠΑΝ ΜΙΧΑΗΛ-ΛΑΔΟΓΙΑΝΝΗΣ ΓΕΩΡ Κριτήρια αντίθεσης συμφώνου

προτίμησης προς τα χρηστά ήθη (γνμδ) ΧρΙΔ 1263 ΤΟΥΣΗΣ ΧΡ ΑΝΔΡΕΑΣ Η έννοια των χρηστών ηθών ΕΕΝ 231956 ΦΑΣΟΥΛΑΣ ΖΗΣΗΣ Η απάτη και η ακυρότητα της δικαιοπραξίας ως αντίθετη στα

χρηστά ήθη ΠοινΧρ 921032

36 36

  • 2 Συμβατική ελευθερία και γενικές ρήτρες
  • 4 Κριτήρια προσδιορισμού των χρηστών ηθών
    • Μια πρώτη κατηγοριοποίηση όμως αντίθεσης στα χρηστά ήθη μπορεί να γίνει με βάση το αν αυτή προκύπτει από το περιεχόμενο τους
      • 10 Ακυρότητα
      • α Απόλυτη ή σχετική
      • β Συνολική ή μερική
      • γ Ακυρότητα στις αιτιώδεις και αναιτιώδεις δικαιοπραξίες
      • 11 Δικονομική μεταχείριση
      • 12 Επίγραμμα