+ All Categories
Home > Documents > Η ανταλλαγή του δώρου και η σημασία της στην ομηρική...

Η ανταλλαγή του δώρου και η σημασία της στην ομηρική...

Date post: 14-Nov-2023
Category:
Upload: uth
View: 1 times
Download: 0 times
Share this document with a friend
15
Η ανταλλαγή του δώρου και η σημασία της στην ομηρική κοινωνία Σοφία Δ. Κανταράκη, Φιλόλογος-Ιστορικός, M.Sc. Η ανθρωπολογική σημασιολογία της ανταλλαγής μέσα από την προσέγγιση της ως ολικό κοινωνικό φαινόμενο στο πέρασμα του χρόνου. Η μελέτη της περίπτωσης της ανταλλαγής των δώρων στους πρώιμους ιστορικούς χρόνους (1100-700 π.χ), αλλά και προ αυτών, θεωρείται σύμφωνα και με τους Renfrew&Bahn (1991) ένα από τα αναπτυσσόμενα πεδία της αρχαιολογίας. Το βασικό επιχείρημα της σκέψης είναι ότι μέσω της μελέτης των υλικών, ως πρώτη ύλη ή και ως κατεργασμένα, μπορεί να προσδιοριστεί η προέλευση τους, να διευρυνθεί η μετακίνηση τους ως δώρα με συμβολική αξία και νόημα και φυσικά να ορισθεί η κοινωνική δομή ως το σχέδιο επαναλαμβανόμενων επαφών μεταξύ των ανθρώπων μιας συγκεκριμένης κοινωνίας, όπως η ομηρική (Renfrew&Bahn 2001, 365).Όλες οι κοινωνίες, εγγράμματες ή μη, αντάλλασαν αγαθά και ιδέες μέσα σε μια σφαίρα αλληλεπίδρασης. Η κοινωνική αρχαιολογία προσανατολίστηκε στη μελέτη της ανταλλαγής υλικών αγαθών, ως δώρων, έχοντας ως εφαλτήριο τις πρότερες μελέτες ανθρωπολόγων και κοινωνιολόγων σχετικά με το διαχρονικό αυτό φαινόμενο , βάσει και του γεγονότος ότι οι αρχαιολογικές ενδείξεις σπάνια επαρκούν για την ερμηνεία και ανασύσταση ενός πλήρους συστήματος ανταλλαγών. Ο πρώτος που ασχολήθηκε με τη φύση της ανταλλαγής του δώρου είναι ο ανθρωπολόγος Mauss. Διέκρινε μέσα από τις μελέτες του ότι σε μη νομισματικές κοινωνίες οι κοινωνικές σχέσεις ήταν άρρηκτα συνδεδεμένες με ην ανταλλαγή δώρων. Έχοντας απαγκιστρωθεί από τις νομισματικές σχέσεις, το δώρο ως χειρονομία δημιουργούσε υποχρεώσεις και στα δυο μέρη, καθώς η αποδοχή του υπονοούσε την υποχρέωση ανταπόδοσης με μια άλλη εξίσου γενναιόδωρη χειρονομία. (Renfrew&Bahn, 2001 σελ.369). Ο σκοπός της ανταλλαγής δώρων ολοκληρώνεται, σύμφωνα με τον Mauss, μέσα από την ηθική του σκοπού που εξυπηρετεί, μέσα από ένα σύστημα ολικών παροχών, όπου τα άτομα ανταλλάσουν
Transcript

Η ανταλλαγή του δώρου και η σημασία της

στην ομηρική κοινωνία

Σοφία Δ. Κανταράκη, Φιλόλογος-Ιστορικός, M.Sc.

Η ανθρωπολογική σημασιολογία της ανταλλαγής μέσα από την προσέγγιση της

ως ολικό κοινωνικό φαινόμενο στο πέρασμα του χρόνου.

Η μελέτη της περίπτωσης της ανταλλαγής των δώρων στους πρώιμους ιστορικούς

χρόνους (1100-700 π.χ), αλλά και προ αυτών, θεωρείται σύμφωνα και με τους

Renfrew&Bahn (1991) ένα από τα αναπτυσσόμενα πεδία της αρχαιολογίας. Το

βασικό επιχείρημα της σκέψης είναι ότι μέσω της μελέτης των υλικών, ως πρώτη ύλη

ή και ως κατεργασμένα, μπορεί να προσδιοριστεί η προέλευση τους, να διευρυνθεί η

μετακίνηση τους ως δώρα με συμβολική αξία και νόημα και φυσικά να ορισθεί η

κοινωνική δομή ως το σχέδιο επαναλαμβανόμενων επαφών μεταξύ των ανθρώπων

μιας συγκεκριμένης κοινωνίας, όπως η ομηρική (Renfrew&Bahn 2001, 365).Όλες οι

κοινωνίες, εγγράμματες ή μη, αντάλλασαν αγαθά και ιδέες μέσα σε μια σφαίρα

αλληλεπίδρασης. Η κοινωνική αρχαιολογία προσανατολίστηκε στη μελέτη της

ανταλλαγής υλικών αγαθών, ως δώρων, έχοντας ως εφαλτήριο τις πρότερες μελέτες

ανθρωπολόγων και κοινωνιολόγων σχετικά με το διαχρονικό αυτό φαινόμενο, βάσει

και του γεγονότος ότι οι αρχαιολογικές ενδείξεις σπάνια επαρκούν για την ερμηνεία

και ανασύσταση ενός πλήρους συστήματος ανταλλαγών.

Ο πρώτος που ασχολήθηκε με τη φύση της ανταλλαγής του δώρου είναι ο

ανθρωπολόγος Mauss. Διέκρινε μέσα από τις μελέτες του ότι σε μη νομισματικές

κοινωνίες οι κοινωνικές σχέσεις ήταν άρρηκτα συνδεδεμένες με ην ανταλλαγή

δώρων. Έχοντας απαγκιστρωθεί από τις νομισματικές σχέσεις, το δώρο ως

χειρονομία δημιουργούσε υποχρεώσεις και στα δυο μέρη, καθώς η αποδοχή του

υπονοούσε την υποχρέωση ανταπόδοσης με μια άλλη εξίσου γενναιόδωρη

χειρονομία. (Renfrew&Bahn, 2001 σελ.369). Ο σκοπός της ανταλλαγής δώρων

ολοκληρώνεται, σύμφωνα με τον Mauss, μέσα από την ηθική του σκοπού που

εξυπηρετεί, μέσα από ένα σύστημα ολικών παροχών, όπου τα άτομα ανταλλάσουν

μεταξύ τους πράγματα. Στα ίδια πλαίσια κινείται και ο Malinowski ο οποίος

περιέγραψε ένα σύστημα ανταλλαγής πολύτιμων δώρων, το Κούλα, μεταξύ των

κατοίκων της Μελανησίας. Πρόκειται για μια τελετουργική ανταλλαγή με όστρακα.

Η ανταλλαγή εδώ περνά στο πλαίσιο της αμοιβαιότητας, όρος που υιοθετήθηκε από

τον Polanyi, όπου ο δωρητής αυξάνει το γόητρο του ανάλογα με το μέγεθος του

γενναιόδωρου δώρου που προσφέρει.

2.Η λειτουργία και η μορφή της ανταλλαγής σε κοινωνίες χωρίς νόμισμα. Το

ιδεολογικό της πλαίσιο.

Το δώρο λειτουργεί ως εξιδανικευμένη μορφή ανταλλαγής στις πρώιμες

ιστορικές κοινωνίες, καθώς το εμπόριο είναι η γενικευμένη μορφή της ανταλλαγής

στον μετέπειτα καπιταλισμό. Η ανταλλαγή δώρων είναι μια διαδικασία η οποία

διαιωνίζει και κατασκευάζει τις κοινωνικές σχέσεις, είναι μια έκφραση της

διαλογικής φύσης μας με τη χρήση του υλικού πολιτισμού. Είναι κάτι που συμβαίνει

κατά τη διάρκεια των μικρογραφιών της καθημερινής μας ζωής ( Sykes:2007). Η

ανταλλαγή του δώρου ελέγχει το σύστημα της τιμής και της τάξης εξασφαλίζοντας

την κοινωνική σταθερότητα. Το να δίνει κάποιος δεν σημαίνει ούτε ανιδιοτέλεια αλλά

ούτε και καθαρό προσωπικό ενδιαφέρον. Απλά δημιουργείται έτσι κάποια μάλλον

εύθραυστη ισορροπία μεταξύ των δύο. Πώς λειτουργούσε, όμως, η ανταλλαγή στις

μη νομισματικές κοινωνίες των πρώιμων ιστορικών χρόνων; Κάτω από ποιο

ιδεολογικό πέπλο η ανταλλαγή δώρων προσωποποιείται και εξιδανικεύεται

απομονώνοντας τους οικονομικούς μηχανισμούς της κοινωνίας;

Υπήρξαν αρκετές διαφωνίες μεταξύ ανθρωπολόγων σχετικά με τη λειτουργία

της ανταλλαγής και το πλαίσιο που αυτή λειτουργούσε στους πρώιμους ιστορικούς

χρόνους. Ενώ ο Sahlins (1974,σελ.185-314) υποστηρίζει ότι οι ανταλλαγές γίνονταν

έξω από την κοινότητα, ο Morris δέχεται ότι οι ιδανικότερος τρόπος ανταλλαγής

λάμβανε χώρα μέσα στην κοινότητα μέσω του μηχανισμού της ανταλλαγής δώρων

και φυσικά μέσω της φιλοξενίας, ίδιον της συμπεριφοράς ενός αριστοκράτη. Γίνεται

γενικά αντιληπτό ότι η ανταλλαγή ως φαινόμενο, σύμφωνα με τον Μorris,

εκτυλίσσεται πάντα ανάμεσα σε αριστοκράτες και στα πλαίσια του θεσμού της

φιλοξενίας. Άλλωστε και μέσα από τις φιλολογικές πηγές του Ομήρου και του

Ησίοδου διακρίνεται μια πολεμική εναντίον κάθε μορφή εμποροποίησης αγαθών

πέρα από το προσωπικό επίπεδο σχέσεων, δεδομένου ότι και η νομισματική

οικονομία εμφανίστηκε τον 6ο αι. π.χ. ενισχύοντας τον ανώτερο ισχυρισμό

(Waggoner, 1976). Μετά τον 7ο αι. και παρά την αυξητική τάση για εμπορικές

συναλλαγές η εξατομικευμένη ανταλλαγή δώρων δεν φαίνεται να έχασε καθόλου την

ιδιαιτερότητα της στην κοινωνία (Morris,1986). Αυτό αναφέρει βέβαια και ο

Αριστοτέλης τον τέταρτο αιώνα, ότι η γενναιοδωρία στην παροχή δώρων αποτελεί

ένα κεντρικό στοιχείο στον ορισμό ενός ευγενούς ανθρώπου.

Στους πρώιμους ιστορικούς χρόνους η ανταλλαγή δώρου μέσα στην πολιτική

κοινωνία χωρίς νόμισμα αποκτά μια κυρίαρχη μορφή ανταλλαγής. Καθώς η κλίμακα

και η πολυπλοκότητα της κοινωνίας μεγαλώνει, οι σχετικές θέσεις του δώρου και των

αγαθών είναι πιθανό να αλλάξουν, αλλά η προσωποποίηση των συναλλασσομένων

και των αντικειμένων που διεκπεραιώθηκαν μέσω μακροπρόθεσμων κοινωνικών

σχέσεων με το δώρο δεν είναι απλώς ένα κύριο χαρακτηριστικό των κοινωνιών κλαν

(Morris,1999). Είναι γνωστό ότι οι ευγενείς παρέμεναν κατά κανόνα μακριά από το

εμπόριο και τη βιοτεχνία, αν και οι πιθανότητες απόκτησης πλούτου απ' αυτές τις

δραστηριότητες ήταν πολύ μεγάλες.

Κάθε ανταγωνισμός των κοινωνικών τάξεων, κοινώς, διαθλάται και

ενισχύεται μέσω της αποχής από την παραγωγικότητα και την εργασία και

διασφαλίζεται, κατοχυρώνεται, ή προστατεύεται μέσω της κατοχής και επίδειξης

πλούτου, ελεύθερου χρόνου και εν τέλει, κατανάλωσης. Ο αρχηγός του οίκου στην

ομηρική κοινωνία λειτουργεί με απώτερο σκοπό την αύξηση του γοήτρου του, το

οποίο σύμφωνα με τον Jones (1999), αυξάνεται από την κατοχή πλούτου αλλά και τη

λειτουργία της παροχής δώρων προς τους συμμάχους του. Ο πλούτος, ως

καθοριστικός παράγων επιβολής, εξαρτάται πάντα από ένα πλήθος συνθηκών που

εύκολα μεταβάλλονται, όπως οι λεηλασίες, η παραγωγικότητα των καλλιεργειών του

οίκου αλλά η αξία των ανταλλασσόμενων δώρων που προσφέρονται (Jones

1999,σελ.13). Έτσι, αν η αξία των δώρων είναι μεγάλη αυτό συνεπάγεται μείωση του

πλούτου του οίκου αλλά και προσδοκία ισοδύναμης ανταπόκρισης δώρων ή

υπηρεσιών από τους λήπτες των δώρων.

Ο πλούτος ως κοινωνικό χαρακτηριστικό μιας κοινωνίας και όχι απαραίτητα

ως ατομική ή υλική ιδιότητα θησαυρισμού υποδεικνύει και επιβάλλει στους

αργόσχολους των ανώτερων κοινωνικών στρωμάτων διάφορους τρόπους

‘εξοντωτικής’ αεργίας και παρασιτισμού, αποθεώνοντας την αξία και τη δυναμική

του ‘κοινωνικού φαίνεσθαι’. Η καταστροφή, η γενναιοδωρία, η δαπάνη και

ουσιαστικά η ανάλωση του πλούτου είναι ένα χειροπιαστό δείγμα της επιζητούμενης

ανωτερότητας και καταξίωσης, καθόσον όσο περισσότερο ακριβό, σπάταλο, περιττό

και σπάνιο είναι το δώρο που θυσιάζεται, καταναλώνεται ή δωρίζεται, τόσο

περισσότερο η αργόσχολη τάξη κερδίζει σε σεβασμό, φήμη και θαυμασμό έναντι των

ανταγωνιστών της.

Διαπιστώνουμε, θα πει ο Mauss, ότι οι προσφορές δώρων (αν υποθέσουμε ότι

τα δώρα υποθάλπουν τη δυναμική της κατανάλωσης, της προσφοράς χωρίς όφελος,

της μη-οικονομικής ανταλλαγής, της μη-παραγωγικής οικονομίας κτλ.), παρόλο που

φαίνονται αυθόρμητες και καλοπροαίρετες, στην ουσία είναι υποχρεωτικές,

υποκινούμενες και υπαγορευμένες από μια γενικότερη αρχή και κοινωνική λογική

ανταλλαγής και καταστροφής και αυτό διότι το δώρο έχει μια δύναμη, περισσότερο

ψυχική ή ηθική και λιγότερο υλική, που φανερώνεται μέσα από την ανάγκη και τον

κοινωνικό δεσμό που γεννάται και συνάπτεται μεταξύ όσων συμμετέχουν στις

ανταλλαγές, μετατρέποντας τις προσφορές δωρεών σε ατέρμονες, υποχρεωτικές και

αμοιβαίες διαδικασίες ετεροπροσδιορισμού και ετεροκαθορισμού (Mauss 1979,

σελ.68). Ουσιαστικά, βρισκόμαστε αντιμέτωποι με ένα σύστημα και μια γενική

θεωρία “υποχρέωσης” θα παρατηρήσει ο Mauss, παρά με ένα απλοποιημένο σύστημα

ανταλλαγών. “Προτείνουμε”, συνεχίζει ο Mauss (1979,σελ.71), “να ονομάσουμε το

σύστημα αυτό ‘σύστημα ολικών παροχών’ πρώτιστα, επειδή “Ολάκερη η κοινωνική

ζωή […] βρίσκεται εμποτισμένη στο σύστημα ανταλλαγής” που “αποτελεί ένα

αδιάκοπο πάρε-δώσε”. Με δύο λόγια, το τρίπτυχο “προσφορά, αποδοχή και

ανταπόδοση” συνοψίζει και συμπυκνώνει την ουσία αυτών των ανταλλαγών στη

βάση μιας εξ ορισμού απρόσκοπτης και άνευ όρων “γενναιόδωρης δαπάνης” (Mauss

1979, σελ.103- 117- 158).

Η καταξίωση και η τιμή κυριαρχούν μέσα από την υποχρεωτική ανταλλαγή

δώρων, που οφείλουν να είναι ακριβά, εντυπωσιακά, προκλητικά ‘αντιπαραγωγικά’

και υπέρ το δέον δαπανηρά όσο και ‘οικονομικώς’, αυστηρά μιλώντας, ‘άχρηστα’,

περιττά και πολυτελή. Τέτοιες σχέσεις θυμίζουν “έναν πόλεμο πλούτου” ή ό,τι

διαφορετικά αλλά εξίσου εύστοχα μπορεί να ονομαστεί ένα ‘ολικό φαινόμενο’ “total

phenomenon” (Mauss 1979, σελ. 36).

Περιπτώσεις ανταλλαγής και είδη δώρων στην ομηρική κοινωνία

Σε σχεδόν όλες τις αναλύσεις, η ομηρική κοινωνία χαρακτηρίζεται ως «προ-

χρηματική" της κοινωνίας, αντίθετη με "το ρόλο ενός επικίνδυνα ευέλικτου και ηθικά

ουδέτερου μέσου ..", όπως τα χρήματα (Brown, 1998). Ο Finley πίστευε ότι δεν

υπήρχε τίποτα στο σώμα της αρχαίας λογοτεχνίας που αντιστοιχούσε σε μια

σύγχρονη αντίληψη της οικονομικής σκέψης (Finley, 1973). Συνεπής με την άποψη

του για την περιορισμένη φύση των οικονομικών διαδικασιών στον αρχαίο κόσμο, η

εξέταση Finley σχετικά με τη φύση της ομηρικής κοινωνίας δεν αποτελεί έκπληξη

και περιγράφεται το είδος της συναλλακτικής συμπεριφοράς πολύ πρωτόγονο και

μάλιστα ποιοτικά διαφορετικό από εκείνη του σύγχρονου κόσμου (Finley, 2006).

Είδε διαφορετικά πρότυπα της οικονομικής συμπεριφοράς στα ομηρικά έπη που

θυμίζει έντονα το Prestige-based συστήματα prestation, όπως το Kula του

Τρομπριάντ Islanders ή potlatch του Κουακιούτλ, όπως περιγράφει κυρίως ο Mauss

και άλλοι (Mauss, 1979). Σύμφωνα με τον Finley η κυρίαρχη οικονομική λειτουργία

των ομηρικών επών ήταν κατ 'ουσία ό,τι περιγράφεται από τον Polanyi.

Οι περισσότερες προσπάθειες, λοιπόν, ανασύνθεσης της ελληνικής κοινωνίας

των Σκοτεινών χρόνων βασίστηκαν κυρίως στον Όμηρο και εν μέρει στον Ησίοδο.

Τα έπη φαίνεται να αντανακλούν την κοινωνική πραγματικότητα της εποχής αυτής

και συγκεκριμένα εστιάζουν στον κόσμο των ευγενών, τον τρόπο ζωής και τις

αντιλήψεις τους. Λόγω της ασάφειας των παραπάνω πηγών τα στοιχεία τα οποία

επιτρέπουν την προσέγγιση αυτών των χρόνων βασίζονται κυρίως στην ερμηνεία των

αρχαιολογικών δεδομένων, όπως στην ανάλυση και μελέτη σπάνιων κτηρίων,

ταφικών εθίμων, στην περίπτωση μας, και καλλιτεχνικών επιτευγμάτων. Η

αρχαιολογία παρέχει πλουσιότερες, πιο ενημερωτικές, αν και κάποτε περισσότερο

ασαφείς, μαρτυρίες από ό,τι οι γραπτές πηγές. Στο μέτρο που η αρχαιολογική

πληροφόρηση είναι ελλιπής είναι δυνατόν να ανατρέξει κανείς σε εθνογραφικές

συγκρίσεις. Έχει γίνει εξάλλου προσπάθεια να προσδιοριστεί η ομηρική κοινωνία με

τη βοήθεια εθνογραφικών παραλλήλων. Η εκδοχή μίας κοινωνίας "μεγάλων ανδρών"

στη διάρκεια των Σκοτεινών χρόνων, ο όρος προέρχεται από τις παρατηρήσεις

ανθρωπολόγων για αρχαϊκές κοινωνίες στη σύγχρονη Bιρμανία και τη Mελανησία

και αναφέρεται στην κυρίαρχη θέση των λίγων ισχυρών, θα μπορούσε να ταιριάξει με

τα αρχαιολογικά δεδομένα στη βάση της αστάθειας και του ανταγωνισμού μεταξύ

των αρχηγών διάφορων ομάδων. Μερικές πτυχές της ομηρικής κοινωνίας είναι

συνυφασμένες με την ιδέα μίας κοινωνίας των Πρώιμων Σκοτεινών χρόνων όπου

κυριαρχούν οι "μεγάλοι άνδρες". Πρόκειται για μία κοινωνία τοπική, μικρής

κλίμακας, πατριαρχική και αγροτική, που τη χαρακτηρίζει ο ανταγωνισμός μεταξύ

μεμονωμένων ανθρώπων και ομάδων για την τιμή και την καταξίωση. H τιμή

αποκτιόταν μέσω της ανδρείας στη μάχη και της παράθεσης πλουσιοπάροχων

γιορτών σε συνδυασμό με τη διαπραγματευτική τους ικανότητα. Υπήρχε ένας έντονος

διαχωρισμός μεταξύ της τάξης των αριστοκρατών και του κοινού λαού. Αυτή η

εικόνα είναι σύμφωνη με τα αρχαιολογικά δεδομένα, κυρίως τον πλούτο των

κτερισμάτων σε ορισμένους τάφους, τουλάχιστον για μερικές περιοχές της Ελλάδας

τον 11ο και 10ο αιώνα π.Χ. Στους Πρώιμους Σκοτεινούς χρόνους ήταν συνηθισμένες

οι κοινωνίες των "μεγάλων ανδρών", οι οποίες φαίνεται να σχετίζονταν με έναν

αριθμό μη σταθερών εγκαταστάσεων (ΙΜΕ). Βασιλείς και ευγενείς ανταλλάσσουν

δώρα, δέχονται εισφορές από το λαό και αυξάνουν τον πλούτο τους με επιδρομές. Ο

πλούτος και η άσκηση της εξουσίας καθορίζουν την ξεχωριστή κοινωνική τους θέση.

Πλούτος σημαίνει κυρίως κατοχή γης και κοπαδιών. Σημαίνει ακόμα πολυτελείς

κατοικίες και ενδυμασίες, συμπόσια και ένα πλήθος υπηρετών. Στον κώδικα των

αξιών τους την πρώτη θέση κατέχουν η ανδρεία και η τιμή, ενώ ένα άγραφο δίκαιο

ρυθμίζει τις σχέσεις τους.

Στους Σκοτεινούς χρόνους, ίσως και σε παλαιότερες εποχές, η ανάγκη να

καλυφτούν τα κενά της οικονομίας του οίκου και να αποκτηθούν δούλοι, μέταλλα ή

πολύτιμα αντικείμενα με άλλα μέσα πέραν του ενός ζημιογόνου πολέμου

αναπόφευκτα οδήγησε σε ένα σύστημα ανταλλαγών με αναγνωρισμένες αξίες για τα

διάφορα προϊόντα. Για τα αγαθά που είχαν γίνει αντικείμενα καθημερινών

συναλλαγών διαμορφώνονταν τιμές που τις συνέθεταν η γενική αξιολόγηση της

χρησιμότητας και της ιεράρχησής τους σε συσχετισμό με άλλες ανάγκες, και οι

τρέχουσες πιέσεις των νόμων της προσφοράς και της ζήτησης.

Οι ανταλλαγές ανάλογα με το ρόλο που είχε σε αυτές το κέρδος μπορούν να

ταξινομηθούν σε δύο κατηγορίες. Στην πρώτη, την τεχνική του δώρου και του

αντίδωρου, λειτουργούσε η έννοια της ισοδυναμίας των ανταλλασσόμενων

αντικειμένων και αποκλειόταν αυτή του κέρδους. Αντίθετα στη δεύτερη, το εμπόριο

και το κέρδος αποτελούσε το κίνητρο για αυτού του είδους τις δραστηριότητες.

Στην ομηρική κοινωνία το μεγαλύτερο ποσοστό των συρράξεων είχε τη

μορφή επιδρομών. Επιδρομές με σκοπό τη λαφυραγωγία ήταν κοινός τόπος στον

Όμηρο και οι ήρωες των ομηρικών επών συνήθιζαν να καυχώνται για τέτοιου είδους

κατορθώματα (Jones,1999). Υπάρχουν πολλές αναφορές για αλώσεις πόλεων, τις

οποίες ακολουθούσαν η υποδούλωση των κατοίκων και η διανομή των διαθέσιμων

λαφύρων στους νικητές. Τα λάφυρα οποιασδήποτε μορφής αποτελούσαν σημαντικό

κίνητρο αλλά και αξιοσημείωτη πηγή πλούτου για τους στρατούς των εμπολέμων. Η

απόκτηση αγαθών στον πόλεμο ήταν απόλυτα δικαιολογημένη στην Ιλιάδα, όπου το

κύρος των ηγετών εξαρτιόταν σε μεγάλο βαθμό από τον πλούτο που αποδιδόταν σε

αυτούς. Ο αρχηγός είχε το δικαίωμα να πάρει ιδιαίτερο μερίδιο από τα λάφυρα. Η

υπεροχή του ήταν πολεμική και τα "οικονομικά" του προνόμια δικαιολογούνταν από

την ανδρεία του στη μάχη. Οι νεκροί που θάφτηκαν με μεγάλη λαμπρότητα, στο

Λευκαντί, την Ερέτρια και τη Σαλαμίνα της Κύπρου πρέπει να ήταν ιδιαίτερα

επιτυχημένοι πολέμαρχοι. Τα αγαθά που τους συνόδευαν στον άλλο κόσμο και τα

οποία ήταν τα προσωπικά τους αποκτήματα, τόσο όπλα όσο και άλλες κατηγορίες

κτερισμάτων, είναι ενδεικτικά του πλούτου και της κοινωνικής τους δύναμης. Η αρχή

που επικρατούσε πρέσβευε πως ήταν αναμφισβήτητο δικαίωμα των νικητών των

πολεμικών επιχειρήσεων να οικειοποιούνται τις περιουσίες των ηττημένων

αντιπάλων τους. Γι' αυτό η πολεμική υπεροχή ήταν ίσως το μόνο μέσο που θα

μπορούσε να εξασφαλίσει τον πλούτο και τη διατήρηση του τρόπου ζωής της κάθε

κοινότητας ( ΙΜΕ).

Συχνό φαινόμενο στην ομηρική κοινωνία αποτελεί η ανταλλαγή δώρων. Ο

Ευρύαλος, για παράδειγμα, προσφέρει δώρο στον Οδυσσέα σε αντάλλαγμα για την

προσβολή που του έκανε (Οδύσσεια, 8.396). Η παροχή ενός δώρου τονίζει την

αμοιβαιότητα αλλά και τη συγγένεια. Σύμφωνα με τον Finley (2006) οι ψυχολόγοι

κατανοούν την συναισθηματική πλευρά της παροχής του δώρου που λειτουργεί

ανάλογα στις γαμήλιες τελετές, ενώ στρατιωτικά θεωρείται ως κοινωνική καταξίωση.

Στην ομηρική κοινωνία επισημαίνονται τέσσερις περιπτώσεις ακριβούς

ανταλλαγής δώρων (Donlan, 1989 σελ.10). Από αυτές η πιο διάσημη διενεργείται

μεταξύ Γλαύκου και Διομήδη (Iλιαδα,6.215) ως μια κοινωνική συμφωνία μεταξύ

ξένων και εχθρών που μεταμορφώνει την εχθρότητα σε μια καινούργια σχέση μέσω

της ανταλλαγής αυτών των δώρων αλλά και των όρκων. Ουσιαστικά πρόκειται για

ανανέωση της σχέσης των οίκων που είχε ξεχαστεί αλλά και για μια αινιγματική

διαφορά στην ανισότητα της ανταλλαγής προκειμένου να ενισχυθεί το κύρος της

(Donlan,1982 σελ.145). Ο Διομήδης έκπληκτος που στάθηκε αντίπαλος να

αντιμετωπίσει τον Γλαύκο υποπτεύεται ότι έχει θεό απέναντί του και ζητάει να

εξακριβώσει την ταυτότητα του αντιπάλου του. Ο Γλαύκος εξιστορεί πλατιά τη

γενεαλογία του και ο Διομήδης αναγνωρίζει στο πρόσωπό του φίλο πατρικό.

Ακολουθεί ενθουσιώδης απόφαση για ανανέωση της πατροπαράδοτης φιλίας, σφίξιμο

χεριών και ανταλλαγή των όπλων. Ο ποιητής μάλιστα τονίζει τη συγκινησιακή

έξαρση της στιγμής και δικαιολογεί την πράξη του Γλαύκου να ανταλλάξει τα χρυσά

όπλα του με τα χάλκινα του Διομήδη. Άλλωστε, σύμφωνα με τον Donlan (1989) η

σκηνή αυτή παραπέμπει στο γεγονός ότι η ομηρική κοινωνία προωθεί την κοινωνική

ανωτερότητα και την καταξίωση μέσα από τέτοιες ενέργειες. Η δύναμη και η εξουσία

επιβεβαιώνονται με την παροχή δώρων. Το δώρο γίνεται έτσι ένα σημάδι υποβολής

και εξουσίας στον αντίπαλο. Ο Γλαύκος χαρίζει κάτι που άξιζε πολύ περισσότερο

από αυτό που πήρε, ακόμη κι αν επρόκειτο για φίλο του από φιλοξενία. Ο Διομήδης

διηγήθηκε επίσης την ιστορία της φιλοξενίας του Βελλεροφόντη από τον Οινέα και

την επισφράγισή της με την ανταλλαγή πολύτιμων δώρων και ο Γλαύκος από ζήλο

προγονικό δίνει τα όπλα του. Το στοιχείο που φιλοτίμησε τόσο τον Γλαύκο ήταν ένα

συγκεκριμένο σημείο της διήγησης του Διομήδη, όπου είναι και η δεύτερη περίπτωση

άνισης, όμως, ανταλλαγής δώρων. Ο Οινεύς φιλοξένησε κάποτε τον Βελλεροφόντη

μέσα στο μέγαρό του για είκοσι πλήρεις ημέρες, οι δε προς αλλήλους παρείχαν δώρα

φιλοξενίας. Ο Οινεύς έδωσε ζωστήρα ερυθρό φωτεινό, ένα πολύ ευτελέστερο δώρο,

ενώ ο Βελλεροφόντης χρυσό δοχείο, αμφικύπελλο ή δέπας. Το δέπας είναι ένα απλό

κύπελλο, ίσως φιαλόσχημο, βαθύ και μεγάλο [όπως όφειλαν να είναι τα ηρωικά

ποτήρια] που ανάλογα με την περίπτωση μπορούσε να είναι χρυσό και… χρυσείοις

ήλοισι πεπαρμένον, άλεισον, αμφικύπελλον (Donlan 1989,σελ.11).

Έτσι, ο Γλαύκος μη θέλοντας να φανεί κατώτερος από τον παππού του τον

μιμείται και δίνει στον Διομήδη δώρο πολύ μεγαλύτερης αξίας από αυτό που παίρνει.

Ο ποιητής δεν επιτιμά το ότι ο Γλαύκος έδωσε αντικείμενα πολύ μεγαλύτερης αξίας,

αλλά ότι τα έδωσε κατά την εξέλιξη της μάχης όπου τα χρειαζόταν. Με άλλα λόγια τα

απέρριψε, τα απεμπόλησε. Χάρισε όπλα καλύτερα όχι στην αξία, αλλά στην

χρησιμότητα μέσα στη μάχη. Οι αποδέκτες των δώρων, σύμφωνα με τον Donlan

(1989) είναι ανώτεροι σε τιμή και αρετή. Και η πράξη του Γλαύκου όπως και του

Έκτορα παρακάτω είναι δηλωτικές της δικής τους αντίληψης αναγνώρισης του

αντιπάλου.

Στα συμφραζόμενα της φιλοξενίας ακόμη και στο πεδίο της μάχης (όταν οι

αντίπαλοι πολεμιστές αναγνωρίζονται ως προγονικοί φίλοι), η αναγνώριση της τιμής

του άλλου εκφράζεται με την προσφορά και την ανταλλαγή δώρων. Ειδικότερα, στο

περιβάλλον της οδυσσειακής φιλοξενίας η απόδοση τιμής στον ξένο/ικέτη με την

προσφορά φαγητού, ψυχαγωγίας και δώρων θεωρείται υποχρέωση του οικοδεσπότη

και μέσο ενίσχυσης των φιλικών δεσμών με τον επισκέπτη. Ο ιδιοκτήτης προσέφερε

δώρα στον ξένο τα οποία τα ονόμαζαν Ξεινήΐα, του έδιναν τροφή και χώρο για να

κοιμηθεί. Η αναχώρηση του ξένου γινόταν με ανταλλαγή δώρων (σκεύη, υφάσματα,

κοσμήματα κτλ). Η ανταλλαγή δώρων απεδείκνυε σεβασμό προς τον Ξένιο Δία ο

οποίος με την ανάπτυξη δεσμών και φιλίας μεταξύ των Ελλήνων ευχαριστιόταν. Τα

δώρα είναι πάντα υψηλής αξίας, καμιά φορά και ζώα αλλά τις περισσότερες φορές

είναι κειμήλια. Έτσι, μέσα από τις τελετές ανταλλαγής κυρίως της elite κοινωνίας

έρχονται στο προσκήνιο αρκετές πληροφορίες.

Τρίτη χαρακτηριστική ανταλλαγή δώρων, ως ισορροπημένη αμοιβαιότητα

κατά τον Donlan (1982), γίνεται μεταξύ του Οδυσσέα και του Ιφιτου, περίφημου

τοξότη από τη μεσσηνιακή Οιχαλία, όταν συναντιούνται στις Φαρές στο ανάκτορο

του Ορτίλοχου, για να μαζέψουν φόρους από τους Μεσσήνιους. Η εχθρότητα είχε

δημιουργηθεί όταν οι Μεσσήνιοι έκλεψαν από την Ιθάκη τριακόσια πρόβατα μαζί με

τους βοσκούς τους. Στη συνάντηση συμφιλίωσης που οργάνωσε ο Ορτίλοχος, ο

Ίφιτος δώρισε στον Οδυσσέα το περίφημο τόξο του πατέρα του Εύρυτου, ενώ ο

Οδυσσέας χάρισε στον Ίφιτο ένα ξίφος και ένα δόρυ. Με το τόξο που πήρε ο

Οδυσσέας σκότωσε αργότερα τους μνηστήρες. Η ανταλλαγή δώρων ίσης αξίας

πραγματοποιείται και ως ισχυροποίηση του δεσμού φίλιας αλλά και στα πλαίσια

φιλοξενίας. (Αρχήν ξειονοσύνης προσκήδεος (Οδύσσεια,21.31-41) αναζωογονώντας

ακόμη περισσότερο τη φιλία. Η ανταλλαγή ισοδύναμου υλικού της πανοπλίας

θεωρείται σημαντική της ισότητας της κοινωνικής τους θέσης.

Η τέταρτη περίπτωση διενεργείται μεταξύ Έκτορα και Αίαντα ως άνιση και

αυτή ανταλλαγή δώρων μετά τη μονομαχία τους. Τα δώρα τους δίδονται ως ενθύμια

ενός ιδιότυπου αγώνα που έληξε φιλικά, ως έκφραση της ισόπαλης έκβασης, ως

δείγματα ιπποτικής συμπεριφοράς (ομηρικός ανθρωπισμός), όχι όμως ως

επισφράγιση φιλίας. Οι δυο ήρωες παραμένουν εχθροί και θα ξαναβρεθούν

αντιμέτωποι σε μονομαχία (Ιλιάδα, Ξ). Τα άδωρα δώρα αντίθετα από την προσδοκία

τους στάθηκαν μοιραία και για τους δύο. Εδώ ωστόσο μονομαχούν και προς το παρόν

επιβιώνουν, όταν πέφτει το βράδυ σταματούν τον ισόπαλο αγώνα τους

ανταλλάσσοντας όπλα. Ασημοκάρφωτο σπαθί παίρνει ο Αίας αντιδωρίζοντας

πορφυρό ζωστήρα στον Έκτορα, μοιραία δώρα, κατά το Μαρωνίτη. Η μονομαχία

Έκτορα-Αίαντα απολήγει ισόπαλη χωρίς νικητή και νικημένο. Αν οι έντιμοι

μονομάχοι εδώ επιβιώνουν τους μέλλεται, όμως, και των δύο ο θάνατος, φόνος για

τον ένα αυτοκτονία για τον άλλο, με μοιραίο ρόλο των δώρων που έχουν ανταλλάξει

στην έβδομη ραψωδία1. Ο ομηρικός ζωστήρ είναι ένα κομμάτι στρατιωτικού

εξοπλισμού με περίτεχνα σφυρηλατημένο έλασμα μπρούτζου, προσδεμένο σε

δερμάτινο υπόβαθρο με εσωτερική κόκκινη δερμάτινη φόδρα. Ο μηχανισμός

πρόσδεσης αποτελείται από δύο ευμεγέθεις χάλκινους κρίκους που συγκρατούνται με

περτσίνια πάνω στην ζώνη. Ζωστήρες του είδους αυτού λειτουργούσαν ως σύμβολα

υψηλής κοινωνικής στάθμης. Τελικά, ο Έκτορας, ο Βελερεφόντης και ο Γλαύκος

δίνουν καλύτερα δώρα από τον Αίαντα, το Διομήδη και τον Οινέα (Donlan, 1989

σελ.10).

Ένας κοινός τύπος δώρου ανταλλαγής, στον Όμηρο είναι τα ΄΄εδνα’’2 ως

προσφορά στην οικογένεια της γυναίκας, όπως υπενθυμίζει και η Πηνελόπη στους

μνηστήρες. Στο σύστημα των γάμων μια κοινωνικά καταξιωμένη νύφη κερδίζονταν

με δώρα αλλά και ο πολύ επιθυμητός γαμπρός την κέρδιζε και χωρίς αυτά.

Παράδειγμα η κλασική περίπτωση της Πηνελόπης και των μνηστήρων όπου ο

ανταγωνισμός τους έφερνε όλα και καλύτερα γαμήλια δώρα, κάτι που θα αποδείκνυε

την κοινωνική υπεροχή τους και την συγκατάθεση της νύφης (Οδύσσεια,18.276).Ο

Φίνλεϊ δεν διαχωρίζει τα δώρα του γάμου από τα δώρα των φιλοξενούμενων

(Donlan,1989 σελ.147). Η πρακτική ήταν ίδια με ζητούμενο το χέρι της νύφης,

άλλωστε και η νύφη ήταν μέρος του συστήματος της ανταλλαγής για τις παρεχόμενες

υπηρεσίες. Ο γαμπρός προσέφερε στο μέλλοντα πεθερό του τα έδνα, δηλαδή διάφορα

γεννήματα, υφαντά και κοσμήματα, ενδύματα και πέπλα, ενώ ο πατέρας της νύφης

προσέφερε τα μείλια, δώρα τα οποία θεωρούνται η απαρχή της προίκας. Όσο

υψηλότερη ήταν η κοινωνική θέση του ατόμου, τόσο επιτακτικότερη ήταν η σύναψη

γάμου για τη διατήρηση της κοινωνικής του θέσης. Όλοι οι υποψήφιοι έφεραν δώρα

προς τον κύριο του σπιτιού και τη νύφη. Συνηθίζονταν να φέρνουν βοοειδή και

1 Ο Έκτορας δεμένος πρώτα στον χαρισμένο από τον Αίαντα ζωστήρα, / εξαρτημένος στα στεφάνια

εκείνου του άρματος, σύρθηκε/ καταγής αιμόφυρτος, ώσπου η ψυχή του/ πάγωσε και βγήκε./ Ο Αίας

τώρα κατέχοντας αντίδωρο του Έκτορα το ξίφος,/ μ΄ αυτό αφανίστηκε σε πέσιμο θανάσιμο. // Πώς να

μην ήτανε λοιπόν η Ερινύα που χάλκευσε αυτό το ξίφος;/ τεχνίτης άγριος ο Αδης, που μαστόρεψε ετούτον

τον ζωστήρα./ Εγώ στο εξής, αυτά και τ΄ άλλα, πάντοτε και τα πάντα,/ θα λέω πως τα μηχανεύονται για

τους ανθρώπους οι θεοί. (μετάφραση Μαρωνίτη Δ.) 2 (εδνα είναι η ποιότητα του δωρητή).

κοπάδια. Στην οδύσσεια, επίσης, ο Τηλέμαχος προτείνει λουτρό και δώρο στον

«ξένο»: …ὅ τοι κειμήλιον ἔσται / ἐξ ἐμεῦ3 (Α 344-353).

Σε άλλο επίπεδο, όμως, βρίσκονται τα δώρα του Αγαμέμνονα στον Αχιλλέα

προκειμένου να φανεί ανώτερος και όχι απλά να τον καθησυχάσει για το θάνατο του

Πάτροκλου. Ο Αγαμέμνονας αναγνωρίζοντας το λάθος του προσφέρει στον Αχιλλέα

με απεσταλμένους (τον Φοίνικα, τον Οδυσσέα και τον Αίαντα) πλούσια δώρα και

γυναίκες μαζί με τη Βρισηίδα, νομίζοντας ότι έτσι μπορεί να αποκατασταθεί η τιμή

του χολωμένου ήρωα. Όμως, ο Αχιλλέας, θεωρώντας ότι ο πλεονέκτης Αγαμέμνονας

τον αντιμετώπισε με την απόσπαση της Βρισηίδας ως «ατίμητο μετανάστη» (Ιλιάδα, I

648) αρνείται την προσφορά του. Τα δώρα του βασιλιά των Αχαιών εκτιμώνται από

τον ήρωα σαν ένα τίποτα. Ο Αγαμέμνονας με τη συμπεριφορά του έχει διαλύσει την

αντιστοιχία ανάμεσα στην κοινωνική αναγνώριση και στην προσωπική αξία του

πολεμιστή, για την οποία μίλησε προηγουμένως ο Σαρπηδόνας. Οι Αχαιοί ηττώνται,

οι αρχηγοί τους πληγώνονται, ώστε είναι αδύνατον να συμμετάσχουν στην

σύγκρουση και ο μεγαλύτερος αντίπαλός τους ο Έκτορας βρίσκεται έξω από το

στρατόπεδο περιμένοντας να ξημερώσει για να επιτεθεί και να κάψει τα καράβια. Ο

Αγαμέμνων αναγνωρίζει το λάθος του και υπόσχεται μια γενναιόδωρη ανταμοιβή για

την αποκατάσταση των σχέσεών του με τον Αχιλλέα.

Του αναγγέλλουν, λοιπόν, ότι ο Αγαμέμνονας υπόσχεται στον Αχιλλέα

σπουδαία δώρα για να συμφιλιωθούν (Ιλιάδα Ι -121-156) :

1) Τρίποδες 7

2) Χρυσάφι 10 τάλαντα βάρος

3 Λέβητες 20

4) Ίπποι 12 αγωνιστικοί

5) Αιχμάλωτες 7 + Βρισηίδα

Αυτά ήταν για άμεση παράδοση, ενώ ακολουθούσε και η εξής υπόσχεση - δέσμευση :

3 με δώρο στο καράβι να κατέβεις, που να το χαίρεται η ψυχή σου,

πάγκαλο και πολύτιμο, για να σου μείνει από μένα θυμητάρι σταθερό,

καθώς οι ξένοι που γνωρίζονται με φίλους ανταλλάσσουν.» Aμέσως η θεά Aθηνά, τα μάτια λάμποντας, του απάντησε: «Mην προσπαθείς να με κρατήσεις κι άλλο,

τώρα που ο δρόμος με καλεί· το δώρο σου όμως, όποιο η καρδιά σου επιθυμεί να μου χαρίσεις, μου το

προσφέρεις την επόμενη φορά που θ' ανεβώ στο σπίτι σου – διάλεξε να 'ναι το καλύτερο, έτσι κι εσύ

θα πάρεις άξιο αντιχάρισμα.» Μετφρ. Μαρωνίτης Δ.

1) Λάφυρα (χρυσό -χαλκό) 1 πλοίο

2) Αιχμάλωτες 20 (Τροία)

3) Την κόρη του ως νύφη

4) Πόλεις ( ως προίκα) 7

Η αξία των δώρων φαίνεται υψηλή, καθώς δίνονται σε στιγμή απελπισίας

μέσα στον πόλεμο και είναι ένα ποικιλόμορφο άθροισμα αντικειμένων, ανθρώπων,

ζώων, πόλεων, πολύτιμων μετάλλων που έχει τη σημασία "προστίμου προσβολής"

και οικονομικό μέγεθος ανυπολόγιστο, διότι ο Αγαμέμνονας υπόσχεται σχεδόν και τη

μισή βασιλεία του, όταν τον αποδέχεται ως ισότιμο του Ορέστη (του κληρονομικού

διαδόχου). Η άρνηση του Οδυσσέα, επίσης, να δεχθεί την αποκατάσταση της τιμής

του από τους μνηστήρες με δώρα μπορεί να παραλληλιστεί με την αντίστοιχη του

Αχιλλέα να συνδιαλλαγεί με τον Αγαμέμνονα. Αξίζει να αναφερθεί, επίσης, ότι στα

δώρα του Πριάμου4 για την εξαγορά του νεκρού Έκτορα, (Ιλιάδα, Ω. 468-477) τα

οποία επιλέχθηκαν από τον ίδιο το βασιλιά των Τρώων με φροντίδα για να είναι

πολύτιμα, δίνεται ιδιαίτερη βαρύτητα στα κάθε είδους περίτεχνα «υφαντά».

Πράγματι, ανάμεσα στα λύτρα του Πριάμου, τα είδη ύφανσης δηλώνονται με έμφαση

και αποτελούν πέντε διαφορετικά είδη, πέπλοι, χλαίνες, τάπητες, επανωφόρια,

χιτώνες, 60 συνολικά κομμάτια υφαντών, τρίποδες, κ.α. Η σημασία αυτής της

επιλογής γίνεται κατανοητή αν τη συγκρίνουμε με τα δώρα του Αγαμέμνονα προς το

ίδιο πρόσωπο, τον Αχιλλέα για την άρση της φιλονικίας. Τα δώρα του Αγαμέμνονα

έχουν μια άλλη φιλοσοφία στην σύνθεσή τους, διότι αν εξαιρέσουμε το χρυσάφι που

είναι ισοβαρές (10 τάλαντα) με του Πριάμου, τα υπόλοιπα είναι: τρίποδες, λέβητες,

ίπποι και αιχμάλωτες. Πρέπει βέβαια να τονίσουμε ότι στο έπος η αξία των

αντικειμένων στις κάθε είδους συναλλαγές είναι «σταθερά» διαβαθμισμένη, κάτι που

αποτυπώνεται στα δώρα και στην αθλοθέτηση των βραβείων κατά τους επιτάφιους

αγώνες για τον Πάτροκλο. Ο Αγαμέμνονας προσφέρει ακριβά δώρα με μεγάλη αξία η

οποία αποτυπώνεται κυρίως σε αντικείμενα, άλογα και αιχμαλώτους, που είναι λεία 4Δώρα του Πριάμου προς τον Αχιλλέα

1) Πέπλοι 12 2) Χλαίνες 12

3) Τάπητες 12

4) Επανωφόρια 12 5) Χιτώνες 12

6) Χρυσάφι 10 τάλαντα (βάρος)

7) Λέβητες 4

8) Τρίποδες 2 9) Ποτήρια 1

πολέμου, ενώ ο Πρίαμος προσφέρει μεν χρηστικά αντικείμενα, προσθέτει όμως και

πολύτιμα υφαντά μια επιλογή που φανερώνει την διαφορά αντίληψης, αφού έτσι ο

Όμηρος «διαχωρίζει» τις προσφορές προς το ίδιο πρόσωπο (Αχιλλέα) με τα προϊόντα

της Η αντίληψη του δώρου ως διαδικασία διαιωνίζει και κατασκευάζει τις σχέσεις.

Η αντίληψη του δώρου ως διαδικασία διαιωνίζει και κατασκευάζει τις

σχέσεις. Ως επιστέγασμα του θεωρητικού μας υπόβαθρου η ομηρική κοινωνία

φαίνεται να καλλιεργεί την πρακτική της ανταλλαγής δώρων ως απαραίτητη

προϋπόθεση αύξησης αλλά και ενίσχυσης του κύρους και του γοήτρου των μεγάλων

ανδρών της. Ειδικότερα, εντοπίσαμε τέσσερις περιπτώσεις ακριβούς ανταλλαγής

δώρων στους ομηρικούς ήρωες επισημαίνοντας την ποιότητα αλλά και την σημασία

τους για τους δότες και τους λήπτες τους.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Beidelman T , 1989, Agonistic Exchange, Homeric Reciprocity and the Heritage of

Simmel and Mauss, Cultural Anthropology No. 3.σελ. 227-259

Brown A.1998, Homeric Talents and the Ethics of Exchange, The Journal of Hellenic

Studies, 165-172

Coldstream, J.N. 1983α. Gift Exchange in the Eighth Century BC., στο R. Hägg

(επιμ.) The Greek Renaissance of the Eighth Century BC.: Tradition and Innovation.

Proceedings of the Second International Symposiumat the Swedish Institute in

athens, 1-5 June1981.

Coldstream, J.N. 2003, Geometric Greece 2. London.

Desborough V.R. d' A., 1972. The Greek Dark Ages. London [ελ.μτφ]

Donlan W. 1982, Reciprocities in Homer, The Classical World, No. 3 σελ.. 137-175.

Donlan W. 1989, The Unequal Exchange between Glaucus and Diomedes in Light of

the Homeric Gift-Economy, Phoenix,. σελ. 1-15.

Finley, M.I 1973. The Ancient Economy. London

Finley, M.I 2006. Ο Κόσμος του Οδυσσέα. (Μτφρ. Μ.Σοφοκλής)

Gregory, C.A.1982. Gifts and commodities. London: Academic Press.

Jones, D. 1999. 'The Archaeology of Economy of Homeric Gift Exchange', Opuscula

Atheniensia 24, 9-24.

Μαυρόπουλος Θ. Γ.2007. Ομήρου Ιλιάδα (μετάφραση), Αθήνα

Mauss M. 1979. Το δώρο: Μορφές και λειτουργίες της ανταλλαγής στις αρχαϊκές

κοινωνίες, μετάφραση Άννα Σταματοπούλου, εκδ. Καστανιώτη, Αθήνα.

Morris, I. 1986. “Gift and commodity in Archaic Greece”, Man New Series, Vol. 21,

1-17.

Pomeroy S. et a. 2004, A Brief History of Ancient Greece: Politics, Society, and

Culture. Oxford University Press

Colin Renfrew και Paul Bahn 2001, Αρχαιολογία, Θεωρίες, Μεθοδολογία και

Πρακτικές Εφαρμογές, Ινστιτούτο του Βιβλίου-Α. Καρδαμίτσα, Αθήνα

Σαμαρά-Τοπούζη, 2010 Ομηρικά έπη, Οδύσσεια. ΥΕΠΘ

Sahlins, M.D.1974. Stone Age economics. London: Tavistock.

Αρχαίες πηγές

1.-Όμηρου Οδύσσεια. Εκδόσεις Σοκόλη.

2.-Ομηρικά έπη, Ομήρου οδύσσεια. Μετφρ. Μαρωνίτης Δ.

2.-Αριστοτέλης, Ηθικά Νικομάχεια. Β’ (ζ’-κ’) σελ. 539.


Recommended